Οι Ταλιμπάν είναι πλέον κυρίαρχοι της κατάστασης στο Αφγανιστάν και πολλά είναι τα σενάρια για την επόμενη ημέρα. Το βασικό ερώτημα είναι πώς έφτασαν σε τόσο σύντομο διάστημα, από τις αρχές Μαΐου που ξεκίνησαν να αντεπιτίθενται (με το ξεκίνημα της αποχώρησης των ξένων στρατευμάτων) ως τις 15 Αυγούστου που κατελήφθη η Καμπούλ.
Ειδικά οι δύο τελευταίες εβδομάδες εξελίχθηκαν ταχύτατα, καθώς οι πόλεις έπεφταν η μία πίσω από την άλλη, από βορρά και από νότο, σε μια κυκλωτική κίνηση προς την πρωτεύουσα.
Η αλήθεια είναι ότι λίγα πραγματικά γνωρίζουμε για τους Ταλιμπάν και συνήθως τους εντάσσουμε κάτω από το ρεύμα του Ουαχαμπιτισμού, του αυστηρού Ισλάμ της Σαουδικής Αραβίας. Οι Ταλιμπάν έλκουν την ιδεολογία τους από το ισλαμικό φονταμενταλιστικό κίνημα Ντεομπάντι της Ινδίας και πριν την ανάδυσή τους στο Αφγανιστάν, στις αρχές του 1990, έχουν δοκιμαστεί ως ένοπλο τμήμα του κινήματος Ντεομπάντι στην επίθεση ενάντια στους Σοβιετικούς κατά την περίοδο που λειτουργούσαν υπέρ της ινδικής κυβέρνησης στη διαδικασία ειρήνης με το Πακιστάν και με το μέρος που αποσχίστηκε και έγινε το κράτος του Μπαγκλαντές (1965-1971). Από εκεί το κίνημα πέρασε στο Πακιστάν και στο Αφγανιστάν και οι ρίζες του στο Αφγανιστάν δέθηκαν στον πόλεμο που κράτησε από το1979 μέχρι το 1988.
Ο λόγος που ανατρέχουμε στις "ρίζες" των Ταλιμπάν, είναι για να εξηγήσουμε ότι οι Ταλιμπάν κινούνται διαρκώς σε μια εμπόλεμη κατάσταση για πάνω από 40 χρόνια, κάτι που τυπικά συμπίπτει με την εικόνα που έχουν οι Αφγανοί για τους εαυτούς τους (και που η δυτική ματιά μας παραβλέπει): μιας χώρας που βρίσκεται διαρκώς σε πόλεμο από το 1979. Αυτό εξηγεί εν μέρει την ανθεκτικότητά τους στον 20ετή πόλεμο από τις ΗΠΑ. Είχαν ήδη 20 χρόνια πολέμου πίσω τους, με εξίσου ισχυρούς στρατούς.
Το μάθημα ιστορίας που δεν "πέρασαν" οι ΗΠΑ
Μια κομβική στιγμή στη σύγχρονη ιστορία του Αφγανιστάν είναι η περίοδος του σοβιετο-αφγανικού πολέμου (1979-1988) που ακολούθησε το "απριλιανό πραξικόπημα του 1978" όπου το Κομμουνιστικό Κόμμα Αφγανιστάν, ανέτρεψε τον πρώτο Πρόεδρο του Αφγανιστάν, τον Μοχάμεντ Νταούντ Χαν, ο οποίος με τη σειρά του είχε ανατρέψει τη μοναρχία για να εγκαθιδρύσει μια δικτατορική κυβέρνηση. Η Σοβιετική Ένωση εισέβαλλε στο Αφγανιστάν το 1979 για να υποστηρίξει τη νέα κυβέρνηση και επέβαλε ως πρωθυπουργό της χώρας τον Μπαμπράκ Καρμάλ. Από την αρχή, απέναντι στη σοβιετικά στηριζόμενη εξουσία, διατάχθηκε μια χαλαρή ένωση αντάρτικων ομάδων που έμειναν γνωστοί ως Μουτζαχεντίν (ο αραβικός όρος που ισοδυναμεί στο "τζιχαντιστές"), οι οποίοι και είχαν την υποστήριξη των ΗΠΑ, Μ. Βρετανίας, Κίνας και άλλων. Μεταξύ των δύο πλευρών, βρέθηκε η πιο πολυπληθής φυλετική ομάδα του Αφγανιστάν, οι Παστούν, οι οποίοι ως "φιλοπακιστανοί" (ένα σημαντικό τους μέρος ζει στο Πακιστάν) καταπιέζονταν εξίσου από τους "σοβιετικούς" (γιατί η ΕΣΣΔ υποστήριζε την Ινδία) και από τους Μουτζαχεντίν (γιατί ήταν διαφορετική φυλή).
Η ΕΣΣΔ προσπάθησε να οικοδομήσει ένα σοσιαλιστικό κράτος με θεσμούς, την ίδια στιγμή που η χώρα ήταν στο μέσο ενός εμφυλίου πολέμου. Το αποτέλεσμα ήταν να μην εμπιστεύεται κανείς την κυβέρνηση και τους κρατικούς θεσμούς και αυτοί χρόνο με τον χρόνο να δισφθείρονται όλο και περισσότερο. Αποκορύφωμα της διαδικασίας αυτής ήταν η διάλυση της κυβέρνησης του τελευταίου "σοβιετικού", του Μοχάμεντ Νατζιμπουλλάχ (1987-1992), η οποία συνέπεσε με τη διάλυση της ΕΣΣΔ. Την περίοδο εκείνη, ξεκινά η επόμενη φάση του εμφυλίου πολέμου στο Αφγανιστάν που σκοπό έχει να εδραιώσει την μετα-σοβιετική κατάσταση.
Οι ομάδες Μουτζαχεντίν θα κάνουν σχεδόν τρία χρόνια να ρίξουν τον Νατζιμπουλλάχ και θα πολεμήσουν άλλα τέσσερα χρόνια απέναντι στους νέους διεκδικητές της εξουσίας: τους Ταλιμπάν. Οι (σημερινοί) Ταλιμπάν είναι μια ομάδα που δημιουργήθηκε το 1994 από Παστούν φύλαρχους, οι οποίοι προσεταιρίστηκαν φυλές πρώην συμμάχους της ΕΣΣΔ και φυλές συμμάχους των Μουτζαχεντίν (ΗΠΑ). Το φονταμενταλιστικό τους μήνυμα επιστροφής σε μια μορφή κοινότητας έξω από δυτικού τύπου κράτη και η ταχεία εμπλοκή τους με το εμπόριο οπίου που είχε ήδη ανθήσει στο Αφγανιστάν, όπως και οι σχέσεις διπλωματίας με τις φυλές, τους έφεραν πάρα πολύ γρήγορα στην εξουσία (1996).
Αυτό είναι και το μεγάλο μάθημα που δεν "πέρασαν" οι ΗΠΑ. Όταν εισέβαλλαν στο Αφγανιστάν το 2001, έχασαν στους πρώτους δύο μήνες. Η επόμενη φάση του πολέμου ήταν ένας πόλεμος φθοράς από μεριάς τους που σκοπό είχε να εγκαθιδρύσει ένα "φιλικό προς τη Δύση" κράτος με τους αντίστοιχους θεσμούς (στρατό, αστυνομία, Πρόεδρο κλπ). Όμως δεν μπορούν κρατικοί θεσμοί να επιβληθούν ενόσω μια τέτοια χώρα είναι σε εμφύλιο. Η έντονη κινητικότητα μεταξύ των φυλών και η ταχύτητα με την οποία "αλλάζουν στρατόπεδο" καθιστά την όλη κατάσταση κινούμενη άμμο.
Όταν ο Μπάιντεν κοιτούσε στρατιωτικούς χάρτες
Στις 8 Ιουλίου, ο Τζο Μπάιντεν στην ενημέρωση των συντακτών για την αποχώρηση των αμερικάνικων δυνάμεων από το Αφγανιστάν, αρνείται κατηγορηματικά ότι θα μπορέσουν οι Ταλιμπάν να καταλάβουν το Αφγανιστάν, με το επιχείρημα ότι ο εθνικός στρατός του Αφγανιστάν έχει 300.000 ετοιμοπόλεμους και καλά εκπαιδευμένους (από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους) σε προσωπικό.
Η εξέλιξη δείχνει πόσο εκτός πραγματικότητας ήταν οι ΗΠΑ όσον αφορά την κατάσταση στο Αφγανιστάν. Κοιτώντας κανείς τους στρατιωτικούς χάρτες, θα έλεγε ότι οι βασικές οχυρές θέσεις της εθνικής κυβέρνησης του Γκάνι και του στρατού θα μπορούσαν όντως να αντέξουν πολλούς μήνες -αν όχι χρόνια- απέναντι στους Ταλιμπάν. Στην πραγματικότητα, αυτό που συνέβη είναι ότι οι Ταλιμπάν δεν επιτέθηκαν μόνο στρατιωτικά απέναντι στην κυβέρνηση αλλά και ιδεολογικά. Δηλαδή, αξιοποίησαν την προσωπική τους εμπειρία από την εποχή της ΕΣΣΔ και προσεταιρίστηκαν αρκετές από τις φυλές του Αφγανιστάν που ένιωθαν και ήταν αποκλεισμένες από τον σχεδιασμό της κεντρικής κυβέρνησης Γκάνι. Λαμβάνοντας ως δεδομένο ότι η κυβέρνηση, ως κυβέρνηση-μαριονέττα των ΗΠΑ, δεν είχε "λαϊκό έρεισμα" εξαπέλυσαν μια σειρά από επιθέσεις σε μη οχυρούς στόχους. Το αποτέλεσμα ήταν να καταλαμβάνονται περιοχές εύκολα, η μία μετά την άλλη, χωρίς κόπο, απέναντι στον εθνικό στρατό που παρέμενε στις οχυρές του θέσεις. Το αποτέλεσμα ήταν μεταξύ Μαΐου και Ιουλίου, οι Ταλιμπάν να επανακτήσουν τον έλεγχο στο 70% της χώρας.
Η κατάληψη των μεγάλων πόλεων ήρθε σε λιγότερο από έναν μήνα. Με τον "αέρα" της κατάληψης του μεγάλου ποσοστού της χώρας, οι Ταλιμπάν μπόρεσαν να κλείσουν τις απαραίτητες συμφωνίες με ένα κομμάτι της αφγανικής ελίτ που "βλέπει τον εαυτό του" στη διάδοχη κατάσταση. Από εκεί και πέρα, το μομέντουμ της αποχώρησης των αμερικάνικων στρατευμάτων μπόρεσε να λειτουργήσει για τους Ταλιμπάν μόνο προωθητικά, εφόσον κατάφεραν να καρπωθούν ως δική τους νίκη την αμερικάνικη αποχώρηση.
Το τελικό αποτέλεσμα ήταν το εξής: ο ιστός των κρατικών δομών στις μεγάλες πόλεις, που επί 20 χρόνια έστηναν οι ΗΠΑ, κατέρρευσε σαν πύργος από τραπουλόχαρτα σε λιγότερο από 15 ημέρες και οι μεγάλες πόλεις (Κανταχάρ, Καμπούλ) χρειάστηκαν ελάχιστες ώρες και καθόλου μάχη για να περάσουν στα χέρια των Ταλιμπάν.
Η επόμενη ημέρα
Πολλά ακούγονται για το πολιτικό πρόγραμμα και τις διαθέσεις των Ταλιμπάν μετά την κατάληψη της εξουσίας. Το σίγουρο είναι ότι για πολύ κόσμο στο Αφγανιστάν η εναλλαγή από την κυβέρνηση-μαριονέττα του Γκάνι σε κυβέρνηση Ταλιμπάν τα πράγματα θα χειροτερέψουν άμεσα, οι ζωές των γυναικών θα γίνουν πολύ χειρότερες, ενώ υπάρχουν φόβοι για εκτεταμμένες επιθέσεις και αντίποινα. To πρώτο άμεσο πρόβλημα είναι οι μεγάλες προσφυγικές ροές που θα ξεκινήσουν να δημιουργούνται και για τις οποίες πρέπει να επιληφθεί η διεθνής κοινότητα.
Πέρα από αυτά, τα οποία δεν είναι ήσσονος σημασίας, η επόμενη μέρα μετά το Αφγανιστάν είναι μια ημέρα στην οποία η "συμμαχία του Καλού" (ΗΠΑ και Ε.Ε.) που ανέλαβε να "πολεμήσει την τρομοκρατία" πρέπει να κοιτάξει τον εαυτό της στον καθρέφτη με ειλικρίνεια και να διαχειριστεί την ταπεινωτική ήττα από τους Ταλιμπάν.
Όταν ο Τζορτζ Μπους Τζούνιορ ξεκινούσε τον πόλεμο ενάντια στηνν τρομοκρατία, είχε επικαλεστεί το σχέδιο Μάρσαλ για να δηλώσει την πρόθεση των ΗΠΑ να ανοικοδομήσουν το Αφγανιστάν. 20 χρόνια μετά βλέπουμε ότι για να δημιουργηθούν κρατικοί θεσμοί δεν χρειάζεται να εναποτεθεί χρήμα μόνο στην εκπαίδευση του στρατού, χρειάζονται και πόροι για υποδομές και τη βελτίωση της ζωής των ανθρώπων, όπως υποσχέθηκε (και εν μέρει πέτυχε) το πρωτότυπο Σχέδιο Μάρσαλ μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ειδικά για τις ΗΠΑ, η ήττα από τους Ταλιμπάν, επιβεβαιώνει την παραδοχή ότι από το 2008 και μετά (ήττα των ΗΠΑ στην Αμπχαζία-Νέα Οσετία), η ιδέα ότι ο κόσμος έχει για "πλανητάρχη" τον Πρόεδρο των ΗΠΑ πρέπει να εγκαταληφθεί. Οι ΗΠΑ πρέπει να υπολογίζονται πλέον ως μια υπερδύναμη η οποία βρίσκεται σε ταχύτατη παρακμή. Πλέον αμφισβητείται έμπρακτα η ικανότητα της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας της, η προθυμία της να εμπλακεί σε περαιτέρω στρατιωτικές εμπλοκές και η αξιοπιστία και η δέσμευσή της ως συμμάχου. Οι σύμμαχοι των ΗΠΑ, λοιπόν, θα είναι διπλά προσεκτικοί όσον αφορά τις διαθέσεις των ΗΠΑ στον Αρκτικό Κύκλο απέναντι στη Ρωσία ή στην ανατολική Κινέζικη Θάλασσα, απέναντι στην Κίνα.
Για το Πακιστάν ισχύουν όσα γράφτηκαν πρόσφατα. Έχει την επιλογή να "ποντάρει" στη νίκη των Ταλιμπάν, με κίνδυνο να ενισχύσει τα προβλήματα στο εσωτερικό του ή να"βγάλει το φίδι από την τρύπα" για τις ΗΠΑ, την αφγανική κυβέρνηση και λιγότερο τη Ρωσία, προσπαθώντας με κάθε τρόπο να επιβάλλει μια ενδοαφγανική συμφωνία ειρήνης, με δεδομένο πλέον ότι οι Ταλιμπάν δεν έχουν ανάγκη εξωτερικών διαπραγματεύσεων.
Η Ρωσία και η Κίνα δεν έχουν άμεσο λόγο να βιάζονται, γιατί είναι για την ώρα με την πλευρά των νικητών. Παρόλο που δεν υποστηρίζουν ένα καθεστώς Ταλιμπάν, το γεγονός ότι βγαίνει από το κάδρο η φιλοαμερικάνικη κυβέρνηση, τους δίνει μεγαλύτερο περιθώριο κινήσεων και επιρροής στο Αφγανιστάν. Βέβαια, υπάρχει ο αντίλογος ότι οι ΗΠΑ δεν θα αποχωρούσαν από το Αφγανιστάν αν δεν καθιστούσαν 100% σίγουρο ότι θα ήταν για τους ανταγωνιστές τους τα πράγματα πολύ δύσκολα.
Σε κάθε περίπτωση, όλες οι προηγούμενες ισορροπίες είναι στον αέρα και οι εξελίξεις είναι ανοιχτές για τη δημιουργία νέων ισορροπιών.
Πηγή: insider
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου