Ο Ιούδας, του Σπύρου Μελά. Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος
Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος.
Φίλες
και φίλοι, με αφορμή τη μεγάλη χριστιανική εορτή, πρόκειται να σας αναλύσω τον Ιούδα, του Σπύρου Μελά. Ο Ιούδας, ως θέμα, είναι επίκαιρος στη διαδρομή της Μεγάλης Πέμπτης.
Ο Ιούδας έκανε πρεμιέρα στις 3 Οκτωβρίου
του 1934, ως το εναρκτήριο έργο της
χειμερινής περιόδου του Εθνικού Θεάτρου. Η σκηνοθεσία ήταν του Φώτου Πολίτη, η
σκηνογραφία του Κ. Κλώνη, ενώ ενδυματολόγος ήταν ο Α. Φωκάς. Η διανομή του
έργου περιελάμβανε εξήντα επτά πρόσωπα. Επρόκειτο για έργο πολυπρόσωπο και
θεαματικό, το οποίο έδινε τη δυνατότητα για χρήση μεγάλου αριθμού ηθοποιών.
Το έργο
ήταν αρχικά να ανέβει από το Ελεύθερον
Θέατρον, και ειδικότερα από το νεοσύστατο θίασο συνεργασίας της Κοτοπούλη
με την Κυβέλη, σε σκηνοθεσία του ίδιου του Μελά. Η παράσταση είχε εξαγγελθεί
την Άνοιξη του 1934 ως εναρκτήρια του θιάσου. Το Σεπτέμβριο, όμως, του 1934,
εμφανίστηκαν τα πρώτα δημοσιεύματα, σύμφωνα με τα οποία ο Ιούδας θα ήταν το εναρκτήριο έργο του Εθνικού Θεάτρου. Δύο χρόνια
νωρίτερα, ο Μελάς είχε διαμαρτυρηθεί τόσο στο Ελεύθερο όσο και στο Εθνικό
Θέατρο ότι απόκλειαν έργα Ελλήνων συγγραφέων. Το ανέβασμα τελικά της παράστασης
αποτέλεσε ένα είδος δικαίωσης για το Μελά.
Δέκα
χρόνια μετά ανέβηκε πάλι από το Εθνικό. Το έργο ανέβασε ένας πολέμιος του Μελά,
ο Πολίτης. Αυτό το γεγονός αποτέλεσε μια έμπρακτη αναγνώριση του συγγραφέα από
τον πιο σφοδρό επικριτή του. Στο ρόλο του Ιούδα έχει παίξει και ο Μινωτής.
Ο δραματικός
μύθος:
Ο
Ιούδας, ένας από τους πιο πλούσιους νέους της Ιερουσαλήμ, μισεί τους Ρωμαίους
ιδιαίτερα, καθώς στρατιώτες των κατακτητών έχουν βιάσει και σκοτώσει την αδελφή
του. Ζει απομονωμένος στο σπίτι του στην εξοχή μαζί με την παλιά σταθερή
ερωμένη του Ζελφά και το νέο έρωτα του, τη Μαγδαληνή.
Ύστερα από απόφαση της Μαγδαληνής να τον
εγκαταλείψει και να ακολουθήσει τον Ιησού, μετά από την αποτυχία του Ιούδα να
ηγηθεί επανάστασης κατά των Ρωμαίων, ο νεαρός πατριώτης πείθεται ότι μόνο ο
Ιησούς θα μπορούσε να ξεσηκώσει τα πλήθη σε μια επανάσταση εναντίων της
ρωμαϊκής κατοχής. Σπεύδει λοιπόν να ενταχθεί στον κύκλο των μαθητών του.
Κάποια στιγμή, ο Ιούδας διαπιστώνει ότι η
διδασκαλία του δεν αποβλέπει στη δημιουργία ενός κοσμικού κράτους αλλά στην
εξασφάλιση της βασιλείας των ουρανών, απογοητεύεται και μάλιστα τον προδίδει
θεωρώντας ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο θα άνοιγε ο δρόμος για την έλευση ενός
πραγματικού Μεσσία. Όταν η προδοσία του τον γεμίζει τύψεις, ιδιαίτερα από τη
στιγμή που μαθαίνει από τη Μαγδαληνή και τον Πέτρο ότι Εκείνος τον έχει
συγχωρήσει, γιατί δεν είχε κατανοήσει το αληθινό νόημα της διδασκαλίας Του,
αυτοκτονεί.
Επιπλέον στοιχεία
για το έργο:
Τα πρόσωπα, η κίνηση τους, το καντράρισμα,
μοιραία φέρνουν στο νου την εικόνα του Μυστικού Δείπνου. Επιλέχθηκε ένα
θρησκευτικό θέμα, γεγονός που αποτέλεσε έκπληξη.
Ο Μελάς
είχε ομολογούμενο ενδιαφέρον για τα θρησκευτικά θέματα. Ο συγγραφέας θεωρούσε
τη Βίβλο, βιβλίο της ανθρωπότητας, έλεγε ότι μαζί με τα έργα του Σαίξπηρ, του Ομήρου και των τραγικών ποιητών, άξιζε
να περισωθούν σε περίπτωση καταστροφής. Η αινιγματική μορφή του Ιούδα
απασχολούσε επί χρόνια το Μελά. Τον ανέφερε σε εορταστικά-με αφορμή το Πάσχα-
άρθρα του, ήδη από το 1918.
Το έργο
μπορεί να φανεί κουραστικό, με τη σωστή μελέτη του όμως είναι βαθυστόχαστο.
Στον Ιούδα ο Μελάς εξέτασε τα αίτια
της προδοσίας. Υιοθέτησε τη θεωρία που πρωτοδιατύπωσαν οι Σαμπατιε και Ρενάν
στα θεολογικά έργα τους: Ότι η προδοσία του Ιούδα οφείλεται στην πλάνη του, ως
προς το ιδεολογικό μήνυμα του κηρύγματος του Ιησού. Απεικόνισε την ιδεολογική
αντίθεση ανάμεσα στην ¨υλιστική¨ ηθική του Ιούδα και την ιδεαλιστική ηθική του
Χριστού. Ο Ιούδας συντρίφτηκε στη σύγκρουση με το θείο. Στο έργο ο Σπύρος Μελάς
αναγιγνώσκει τους ρόλους του δικού του Ιούδα.
Ο
συγγραφέας φιλοδοξούσε να γράψει μια μοντέρνα τραγωδία, σε πεζό λόγο, μια
σύγχρονη τραγωδία. Είχε υψηλές φιλοδοξίες, καθώς συνέκρινε τον Ιούδα με το
μέγεθος ενός Προμηθέα, ενός Κρέοντα και ενός Οιδίποδα. Οι σκηνές πλήθους
παραπέμπουν σε πολυπληθείς σαιξπηρικές δραματικές τοιχογραφίες, όπως επίσης και
στα σύνθετα πολυπρόσωπα του Τολστόι, που τόσο θαύμαζε ο Μελάς.
Ο
Ιούδας κατατάσσεται στο Ιδεολογικό
Θέατρο του Μελά και διαχωρίζεται από τα άλλα ιστορικά έργα του (Παπαφλέσσας και Ρήγας), Ο Καραγάτσης το χαρακτηρίζει ως «δράμα ιδεών», ενώ οι
άλλοι μελετητές ως ιστορικό δράμα.
Λιγα λόγια για το
συγγραφέα:
Ο Σπύρος Μελάς γεννήθηκε στη Ναύπακτο, αλλά
μεγάλωσε στον Πειραιά όπου μεταφέρθηκε με την οικογένειά του μετά το θάνατο του
πατέρα του. Σπούδασε στη Νομική του Πανεπιστημίου Αθηνών δεν άσκησε όμως το
επάγγελμα καθώς στράφηκε στη δημοσιογραφία και τη θεατρική τέχνη.
Στο ενδιαφέρον του για το θέατρο, σημαντικό
ρόλο έπαιξαν τα συχνά ταξίδια του στο Παρίσι (πρώτη φορά πηγαίνει το 1917 και
έκτοτε επιστρέφει πολλές φορές). Μάλιστα, στη διάρκεια ενός τέτοιου ταξιδιού,
το 1928, παρακολούθησε μαθήματα σε σκηνοθετικά εργαστήρια.
Εργάστηκε ως σκηνοθέτης, ηθοποιός και
καθηγητής δραματολογίας ενώ σημαντική είναι η συμβολή του ως δημοσιογράφου και
κριτικού. Ο Μελάς δημοσιεύει σε μια σειρά από εφημερίδες (Ακρόπολη, Άστυ, Εμπρός,
Καθημερινή, Έθνος, Αθηναϊκά Νέα, Ημερολόγιον Σκώκου) άρθρα,
κριτικές, διηγήματα και χρονογραφήματα. Επιπλέον αρθρογραφεί και στην
εφημερίδα Ελεύθερον
Βήμα όπου υπογράφει ως Φορτούνιο. Επίσης, εκδίδει δύο
περιοδικά: το περιοδικό Ιδέα (1933-1934)
και την Ελληνική
Δημιουργία (1948-1954).
Γράφει τρεις τόμους με
τίτλο: Από τα
ταξίδια μου, Πολεμικές Σελίδες, Αμερική, προκειμένου να περιγράψει
τις εμπειρίες του από την περίοδο που ήταν πολεμικός ανταποκριτής και λοχίας
στο μέτωπο, αλλά και από τα διάφορα ταξίδια του. Σταθμός στη δράση του υπήρξε
το έτος 1925, οπότε και ιδρύει το Θέατρο Τέχνης. Λίγο αργότερα ιδρύει την
Ελεύθερη Σκηνή μαζί με τη Μαρίκα Κοτοπούλη και το Δημήτρη Μυράτ, ενώ το 1935
αναλαμβάνει τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή στο Καινούργιο Θέατρο της
Αλίκης και του Κώστα Μουσούρη. Στόχος του ήταν η ανανέωση της εγχώριας σκηνής
και η συμπόρευσή της με την ευρωπαϊκή σκηνή.
Σε άρθρα που γράφονται για
το Σπύρο Μελά, ο τελευταίος παρουσιάζεται από τους σύγχρονούς του ως μία αρκετά
δραστήρια και παράλληλα αρκετά αντιφατική προσωπικότητα, ιδίως όσον αφορά τις
πολιτικές του πεποιθήσεις. Παράλληλα με την ενασχόλησή του με τη σκηνοθεσία, ο
Μελάς εκδηλώνει μεγάλο ενδιαφέρον για την περίοδο της ελληνικής Επανάστασης και
γράφει ιστορικές μελέτες (Το
Εικοσιένα και η Κρήτη, Φιλικοί:
Οι πρόδρομοι του ’21. Οι άντρες που άνοιξαν στο γένος το δρόμο της λευτεριάς)
αλλά και βιογραφίες (Ο
γέρος του Μωριά, Ο Ναύαρχος Μιαούλης). Γράφει επίσης, εκτός από
δοκίμια, και πολλά θεατρικά έργα με κοινωνικές προεκτάσεις.
Για τη συμβολή του στα
Γράμματα τιμήθηκε με το αριστείο των Γραμμάτων, ενώ για τη συμμετοχή του στους
Βαλκανικούς Πολέμους και τη Μικρασιατική εκστρατεία τιμήθηκε με τον πολεμικό
σταυρό. Ο Μελάς πέθανε στην Αθήνα στις 2 Απριλίου 1966.
Ο Σπύρος Μελάς. |
Πηγές:
1)
ΧΑΤΖΗΠΑΝΤΑΖΗΣ,
Το ελληνικό ιστορικό δράμα από το 19ο
στον 20ο αιώνα, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2006.
2)
ΚΑΡΡΑ
Κ., Ο Σπύρος Μελάς και το θέατρο της
εποχής του. Συμβολή στη μελέτη της δραματουργίας του, Διδακτορική
Διατριβή, Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη 2010.
3)
ΔΕΒΑΡΗΣ
Δ. Σ., Ο Ιούδας του Σπύρου Μελά εις τας
πλατείας και τους εξώστας, Καθημερινή, 5-10-1934.
4)
Η αποψινή πρώτη στο θέατρο
Αλίκης,
Αθηναϊκά Νέα, 25-07-1936.
5)
Το σημειωματάριο μου. Ταβέρνα, Καθημερινή 28-04-1941
6)
ΞΕΝΟΠΟΥΛΟΣ
Γ., Η κριτική για τον Ιούδα θαυμασμός,
Νέα Εστία τχ. 16, 1-11-1934.
7)
ΧΑΡΗΣ
Π., Το θέατρο, περιοδικό Αθήναι τχ. 2,
Νοέμβριος 1934.
8)
https://www.kathimerini.gr/opinion/687938/gia-ton-ioyda-toy-sp-mela/
9)
http://theatrokaiparadosi.thea.auth.gr/%CE%9C%CE%B5%CE%BB%CE%AC%CF%82.html
-Ο Παύλος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1978 στη Δράμα,
μεγάλωσε στις Σέρρες και έζησε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από το 1996
εργάζεται στο δημόσιο σε διάφορες διοικητικές θέσεις. Είναι απόφοιτος της
Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Σχολής Αστυφυλάκων της
Αστυνομικής Ακαδημίας, της Σχολής Επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ΕΛ.ΑΣ., και
της Σχολής Ελληνικού Πολιτισμού, του Τμήματος Ανθρωπιστικών. Σπουδών του
Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.
Αναζητώντας τη Ρωμιοσύνη. Γράφει ο Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης
Τα τελευταία περίπου εξήντα χρόνια, την εποχή της εκρηκτικής τεχνολογικής ανάπτυξης, που οδήγησε σε συγκεκριμένους τρόπους ζωής και που σήμερα έχει περάσει θριαμβευτικά στην επόμενη φάση της εξέλιξής της, έχουν εμφανιστεί πολλές φωνές, διαφορετικών προϋποθέσεων, που υποστηρίζουν ότι ο κυρίαρχος πλέον δυτικός πολιτισμός ακολουθεί εντελώς στραβό δρόμο – έναν δρόμο, που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια τους ανθρώπους (τα «άτομα») στην αποξένωση μεταξύ τους και από το φυσικό περιβάλλον, στην απομόνωσή τους, την κατάθλιψη και τη δυστυχία, την κοινωνία στην αποσύνθεση και τον πλανήτη στον όλεθρο.
Τέτοιες φωνές έχουν προέλθει στο παρελθόν από τους χίππις, διάφορες εκφάνσεις του ειρηνιστικού κινήματος, διάφορες νεανικές «υποκουλτούρες», οικολογικά κινήματα, αλλά και θρησκευτικές κινήσεις, μεταξύ των οποίων και ορθόδοξοι χριστιανοί, κυρίως άνθρωποι δυτικών κοινωνιών που μεταστράφηκαν στην Ορθοδοξία βρίσκοντας σ’ αυτήν εκείνο που αναζητούσαν και οι οποίοι εξέφρασαν τον προβληματισμό τους μέσω της σοφίας των Πατέρων της Εκκλησίας (π.χ. ο π. Σεραφείμ Ρόουζ στην Καλιφόρνια).
Άλλοι βεβαίως έχουν εντρυφήσει στη σοφία άλλων πολιτισμών, που κατά κανόνα συνδέεται και με τις θρησκευτικές παραδόσεις τους, όπως των ιθαγενών της Αμερικής, των Ινδών, των Κινέζων ή των αρχαίων Ελλήνων. Όλοι αυτοί έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι στην εξέλιξη του δυτικού κόσμου παρατηρείται πλεόνασμα επιστημονικής και τεχνικής γνώσης, αλλά θλιβερό έλλειμμα σοφίας.
Ακόμη και το αίτημα ακαδημαϊκών κύκλων για μια θέση των φιλοσοφικών σπουδών στα σύγχρονα πανεπιστήμια, που επιμένουν παρότι οι σπουδές αυτές δεν δίνουν ώθηση στην επιστημονική, τεχνολογική και κατ’ επέκτασιν οικονομική ανάπτυξη, ουσιαστικά εντάσσεται στον ίδιο προβληματισμό.
Ξεκινώντας από τον Ψυχρό Πόλεμο, που σε αρκετές περιπτώσεις έγινε θερμός (με αποκορύφωμα το Βιετνάμ), προχωρώντας στην απειλή του πυρηνικού ολέθρου, η οποία μετασχηματίστηκε στη βεβαιότητα για τη μη αναστρέψιμη καταστροφή του περιβάλλοντος, για να περάσουμε σήμερα στο συναγερμό για την κλιματική αλλαγή, η ανθρωπότητα ζει έναν φόβο, εν πολλοίς δικαιολογημένο, που ωστόσο χρησιμοποιείται και από τους ισχυρούς για την εδραίωση και ενίσχυση της εξουσίας τους, ώστε να μιλάμε επίσης για ιμπεριαλισμό, νέα αποικιοκρατία και «δημοκρατία των πολυεθνικών» (σαρκαστικά). Πάντως, εκείνο που ενδιαφέρει αυτό το άρθρο είναι το αίτημα που εκφράζεται από πολλές κατευθύνσεις για αλλαγή «πολιτισμικού παραδείγματος», δηλ. μια διαφορετική πορεία στον παγκόσμιο πολιτισμό. Και κάθε μορφή έκφρασης αυτού του αιτήματος αντιστοιχεί σε μια ουτοπία – αλλά όταν ένα ουτοπικό αίτημα προκαλεί ένα κίνημα, ενίοτε προκαλεί κραδασμούς στις παγιωμένες καταστάσεις. Κραδασμούς, που ωστόσο – ας το επισημάνουμε και αυτό – οι «έχοντες και κατέχοντες» συνήθως φροντίζουν να τους απορροφήσουν και, πριν προλάβουν να γίνουν ανατρεπτικοί, να τους αξιοποιήσουν προς όφελός τους.
Ένα παρόμοιο αίτημα έχει εκφραστεί και στην Ελλάδα κατά το παρελθόν ως «επιστροφή στις ρίζες», με την ενασχόληση χιλιάδων νέων ανθρώπων με τη μουσικοχορευτική μας παράδοση (συμπεριλαμβάνοντας και τη μικρασιατική μουσική και το ρεμπέτικο και ακολουθώντας ενίοτε και έντεχνους δρόμους), αλλά και τη βυζαντινή μουσική, την αγιογραφία, την παραδοσιακή μαγειρική κ.λ.π.
Αυτό νομίζω ότι μας οδηγεί στο συμπέρασμα πως και το αίτημα που εκφράζεται στην Ελλάδα σήμερα για μια «επιστροφή» στις πολιτισμικές ρίζες μας, λαμβάνοντας και πολιτική χροιά (όπως έχει σαφή πολιτική χροιά το αίτημα για παγκόσμια ειρήνη, αφοπλισμό των υπερδυνάμεων του παρελθόντος, αναστροφή της καταστροφής του περιβάλλοντος ή πλέον της κλιματικής αλλαγής κ.λ.π.), σωστό είναι να αντιμετωπιστεί με κατανόηση και όχι με περιφρόνηση και να διερωτηθούμε μήπως έχει κάτι να προσφέρει στη βελτίωση της ποιότητας της ζωής μας, αλλά και στην αναγέννηση της πολιτικής ζωής και δεν προέρχεται από ανόητους και αιθεροβάμονες ουτοπιστές, ούτε από βίαιους ακροτασικούς («εξτρεμιστές») ή ψυχασθενείς «ψεκασμένους».
Φυσικά, όπως κάθε κίνημα, έτσι κι αυτό συγκεντρώνει ρεύματα διαφόρων τάσεων. Όμως η σύνεση επιτάσσει, κατά τη γνώμη μου, να αναγνωρίσουμε τη σοβαρότητα αρκετών διανοητών του συγκεκριμένου κινήματος και ν’ αντλήσουμε από τη σκέψη τους ωφέλιμους καρπούς.
Οι πολιτισμικές ρίζες, που εννοώ, είναι αυτό που χαρακτηρίζεται «Ρωμιοσύνη» και εκ πρώτης όψεως εννοεί τη βυζαντινή ιστορία και τον βυζαντινό πολιτισμό, τόσο κατά την περίοδο της ιστορικής ύπαρξης της βυζαντινής αυτοκρατορίας όσο και μετέπειτα.
Ότι η αναζήτηση της Ρωμιοσύνης γίνεται πλέον κίνημα με πολιτικό ενδιαφέρον θα το διαπιστώσουμε αμέσως με μια πρόχειρη έρευνα στο Διαδίκτυο, όπου θα εντοπίσουμε πλήθος ιστοσελίδων, ιστολογίων, ομάδων επικοινωνίας κ.λ.π. που επικαλούνται τη ρωμαίικη ταυτότητα των μελών τους ή αναφέρονται σε εμβληματικές προσωπικότητες του πολιτισμού μας, που διαθέτουν και πολιτικές προεκτάσεις, όπως ο άγιος αυτοκράτορας Ιωάννης Βατάτζης, ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, ο Ρήγας Φεραίος ή ο Ιωάννης Καποδίστριας. Παραδείγματα, για να περιοριστώ σε λίγα στοιχεία, οι ιστοσελίδες ή ιστολόγια «Ενωμένη Ρωμιοσύνη» (του ομώνυμου δραστήριου συλλόγου), «Ρωμιοί της Πόλης», «Ρωμιοί της Ανατολής», «Ρωμηός», «Ρωμαίικο Οδοιπορικό», «Το Ρωμαίικο», «Άγιος Ιωάννης Βατάτζης», «Φίλοι του αγίου Ιωάννη Βατάτζη» (στο Viber) κ.π.ά. Αναζητήστε στο Διαδίκτυο φωτογραφίες από εικόνες του αγίου Ιωάννη Βατάτζη, του αγίου Κοσμά του Αιτωλού, του οσίου Χριστοφόρου του Παππουλάκου, αλλά ακόμη και προσωπογραφίες του Μακρυγιάννη, του Καποδίστρια κ.λ.π. και το πλήθος των φωτογραφιών που θα βρείτε νομίζω πως θα καταδείξει πέρα από κάθε αμφιβολία τη δίψα και τον πόθο των συμπατριωτών μας, που αισθάνονται υποτελείς και ταπεινωμένοι, για ελευθερία και αξιοπρέπεια!
Εξίσου ενδεικτικό είναι και το πλήθος των αναρτήσεων (και των εκδηλώσεων) που θα εντοπίσουμε κάθε χρόνο περί τις 29 Μαΐου για την επέτειο της Άλωσης της Κωνσταντινούπολης.
Ο κινητήριος μοχλός αυτής της αναζήτησης είναι η επίγνωση ότι κάποτε ο ελληνισμός βρισκόταν στο τιμόνι μιας ολόκληρης αυτοκρατορίας, που, παρά τα προβλήματά της, έχει να παρουσιάσει πολύ υψηλό δείκτη πολιτισμού (νοσοκομεία, πανεπιστήμια, καλλιτεχνικά αριστουργήματα, αξιοζήλευτα αρχιτεκτονήματα…), ισχυρή κρατική, στρατιωτική και οικονομική οργάνωση, υπερχιλιετή ζωή, τεράστιο πλήθος πνευματικών ανθρώπων (αγίων, ανδρών και γυναικών, πολλοί από τους οποίους ήταν συνάμα και φιλόσοφοι, επιστήμονες της εποχής τους, αναλυτές της ανθρώπινης ψυχής και συμπεριφοράς, εμβριθείς μελετητές της κοινωνίας, ασυμβίβαστοι κοινωνικοί αγωνιστές, λογοτέχνες και καλλιτέχνες) και – κάτι αναπάντεχο – συνέχισε να ζει μέσω του πολιτισμού της ακόμη και πεντακόσια χρόνια μετά την ολοκληρωτική άλωσή της από βαρβάρους επιδρομείς!
Είναι φυσικό να συγκρίνουμε αυτό το ιστορικό παρελθόν μας με το παρόν, στο οποίο η χώρα μας διοικείται από πολιτικούς, τους οποίους θεωρούμε διεφθαρμένους, ο λαός μας είναι εξουθενωμένος και εξαθλιωμένος («φτωχοποιημένος»), είμαστε ουραγοί της Ευρώπης, υπερχρεωμένοι, απολύτως εξαρτημένοι οικονομικά και αναγκασμένοι να υπακούμε τυφλά σε εντολές ξένων κέντρων εξουσίας, των διαδόχων των αποικιοκρατών που κάποτε αιματοκύλησαν τον πλανήτη και ακόμη και σήμερα τον εξουσιάζουν. Η σύγκριση αυτή δεν μπορεί παρά να ανεβάζει το αίμα πολλών στο κεφάλι και να προκαλεί σκέψεις ανατροπής του πολιτικού κατεστημένου της εποχής μας και αναγέννησης του ισχυρού παρελθόντος μας από την τέφρα του. Ενός παρελθόντος που δεν είναι τόσο μακρινό όσο η κλασική Ελλάδα και, το κυριότερο, είναι ακόμη ζωντανό – ζει, τόσο στις βυζαντινές εκκλησίες μας, όπου τελούνται οι βυζαντινές ακολουθίες της Ορθοδοξίας, όσο και στα παραδοσιακά τραγούδια και τους χορούς μας, καθώς και στις μνήμες των αγώνων που έδωσαν με αυτοθυσία οι πρόγονοί μας για την ελευθερία μας, ήρωες που προτίμησαν να πεθάνουν αντί να παραδοθούν ή να προσκυνήσουν, προσφέροντας σε ολόκληρο το λαό τους (το λαό μας) συναισθήματα αξιοπρέπειας, αυτοπεποίθησης και ελπίδας για το αύριο. Ένας τέτοιος ήρωας – όπως ο Μαρμαρωμένος Βασιλιάς, που ακολούθησε το δρόμο του Λεωνίδα – αρκούσε για να τροφοδοτήσει το ηθικό ενός ολόκληρου λαού επί αιώνες.
Ζητούμε λοιπόν έναν νέο άγιο Ιωάννη Βατάτζη, έναν νέο Παλαιολόγο, έναν νέο Ρήγα Φεραίο, έναν νέο Κολοκοτρώνη, Καραϊσκάκη, Μάρκο Μπότσαρη, μια νέα Μαντώ Μαυρογένους και Μπουμπουλίνα, έναν νέο Καποδίστρια. Έχει ατονήσει η ιδέα ότι ζητούμε «έναν νέο Βενιζέλο». Ο Ελευθέριος Βενιζέλος εντάσσεται στη σύγχρονη, δυτική πολιτική σκέψη, σε ένα πλαίσιο που δεν μας βγήκε σε καλό, ούτε νιώθουμε να ύψωσε τα δικά μας αναχώματα απέναντι στην εξάρτηση από τους ισχυρούς. Οι ηγέτες που αναζητούμε είναι εκείνοι που διέθεταν και ευφυΐα και φιλοπατρία, αλλά και πίστη στον Θεό των πατέρων μας, εκτίμηση για τον πολιτισμό μας, δυναμισμό και διάθεση να θυσιάσουν τα πάντα για το λαό και την πατρίδα. Και, όταν αποτύγχαναν, πέθαιναν αγωνιζόμενοι. Δεν αναζητούμε τεχνοκράτες, αλλά ήρωες.
Φυσικά μια άλλη τάση στον ελληνικό λαό αναζητά τεχνοκράτες και απορρίπτει με έμφαση τα παραπάνω. Για μια ακόμη φορά «ενωτικοί» και «ανθενωτικοί» συγκρούονται, «διαφωτιστές» και «κολλυβάδες» ανταγωνίζονται ποιοι επιτελούν την πραγματική υπηρεσία στην πατρίδα – στη χώρα ή «στο γένος». Είναι γνωστό ότι από τον 19ο αιώνα και τις αρχές του 20ού σημειώθηκε έντονη διαμάχη στον πνευματικό κόσμο της σχετικά νεαρής ακόμη Ελλάδας για το αν είναι σωστό να αυτοαποκαλούμαστε «Ρωμιοί» ή μόνον «Έλληνες». Η διαμάχη αυτή έχει επανέλθει και η αναζήτηση της Ρωμιοσύνης αναδύεται ως μια άλλη απελευθερωτική πρόταση, διαφορετική και εν πολλοίς αντίθετη από τον εθνικισμό, ο οποίος μέχρι πρότινος είχε τα πρωτεία στον αντισυστημικό πατριωτικό λόγο και ακόμη και σήμερα δεν εξέλειπε.
Μέσα σε όλα αυτά, η νέα γενιά φαίνεται εντελώς παραδομένη σε μια σύγχρονη αποικιοκρατική αλλοτρίωση, όπου οι αγωνίες και τα όνειρά της δεν έχουν απάντηση πέρα από την πλήρη ενσωμάτωσή της στο πολιτισμικό μοντέλο των εξουσιαστών μας – αυτό, που τόσο αγωνίστηκαν και αγωνίζονται να αποτινάξουν όλοι εκείνοι που προσπαθούν για την αλλαγή πολιτισμικού παραδείγματος που προαναφέραμε. Η πολιτική της θέση είναι η άρνηση της πολιτικής. Με πλήρη άγνοια πλέον (την οποία επιδεινώνει το προβληματικό εκπαιδευτικό σύστημα) της ιστορίας και του πολιτισμού μας, χάνονται οι δυνάμεις μιας πραγματικά δικής μας αναγέννησης – και βαθαίνει το πικρό συναίσθημα της προδοσίας από την ίδια την ηγεσία της χώρας μας, που, αντί να φροντίζει για την αναγέννηση αυτή, προωθεί την πολιτική και κοινωνική «ατζέντα» των ξένων ισχυρών.
Από τα βιβλία στο Κοινοβούλιο
Aν και ίσως πρέπει να μνημονεύσουμε, ως προδρόμους αυτού του κινήματος, τη Ρωμιοσύνη του Γιάννη Ρίτσου (1954) και τις σχετικές αναφορές του Φώτη Κόντογλου, καθοριστική στην ανάκληση της Ρωμιοσύνης στη συλλογική μνήμη των συμπατριωτών μας ήταν η συμβολή πανεπιστημιακών του πρόσφατου παρελθόντος, κάποιοι από τους οποίους ήταν και κληρικοί, όπως ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης, καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, και ο π. Γεώργιος Μεταλληνός, καθηγητής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά και ο Βρετανός ιστορικός Στήβεν Ράνσιμαν. Τη σκυτάλη παρέλαβαν νεότεροι συγγραφείς, όπως ο Αναστάσιος Φιλιππίδης (Ρωμηοσύνη ή βαρβαρότητα), ο Ηλίας Καλλιώρας (Ρωμιοσύνη: Το οδοιπορικό της Ρωμανίας-Βυζαντίου), ο Ιωάννης Νεονάκης (Οικουμενική Ρωμανία) κ.ά.
Εσχάτως ο λόγος περί Ρωμιοσύνης εισήλθε για πρώτη φορά στην ελληνική Βουλή, με το πολιτικό κίνημα της Νίκης, ο πρόεδρος και τα στελέχη του οποίου, όχι μόνο μιλούν για Ρωμιοσύνη και «πονεμένη Ρωμιοσύνη» (η φράση από το ομώνυμο βιβλίο του Φώτη Κόντογλου) και προβάλλουν ως πρότυπα πολιτικού ήθους τον Βατάτζη, τον Καποδίστρια κ.τ.λ., αλλά και – στις δημοσιευμένες θέσεις του κινήματος – απλώνουν γέφυρες προς τις άλλες βαλκανικές χώρες (ακόμη και προς εκείνες, από τις οποίες μας χωρίζουν ιστορικές διαφορές, όπως η Βουλγαρία και τα Σκόπια), βασισμένες στην Ορθοδοξία, την κοινή πολιτισμική κληρονομιά των περισσότερων βαλκανικών λαών (αν όχι όλων, στο απώτερο παρελθόν, ακόμη και εκείνων που σήμερα είναι κατά πλειοψηφία ρωμαιοκαθολικοί ή μουσουλμάνοι). Αυτή είναι πολιτική αντίληψη, θα λέγαμε, «καθαρά βυζαντινή» (ρωμαίικη), γι’ αυτό και ακατανόητη από τους πολλούς, που σοκάρονται και μιλούν για νοοτροπία που προέρχεται από το Μεσαίωνα.
Είναι αξιοσημείωτο ότι, ενώ ο εθνικισμός είναι άμεσα κατανοητός και εύκολα διαχειρίσιμος και ταξινομημένος στην ελληνική πολιτική σκηνή, η ρωμαίικη πολιτική ιδέα προκάλεσε σύγχυση ως προς την κατάταξή της στο πολιτικό φάσμα και επιχειρήθηκε να αποδομηθεί με τον χαρακτηρισμό του φορέα της ως δούρειου ίππου της κυβέρνησης, δούρειου ίππου της Ρωσίας (εκ διαμέτρου αντίθετα), δάκτυλου αγιορείτικων μονών (που δήθεν επιχειρούσαν να παρέμβουν στην πολιτική ζωή της χώρας), υποκινούμενου από Έλληνες επιχειρηματίες, παραθρησκευτικής ομάδας, οργάνωσης που… «ξεπλένει χρήματα», και των μελών της ως επικίνδυνων κρυπτοφασιστών, υποκριτών, γραφικών, «ψεκασμένων» κ.π.ά.
Ας επισημάνουμε εδώ ότι ο λόγος περί Ρωμιοσύνης δεν είναι «δεξιός» πολιτικός λόγος. Ο Γιάννης Ρίτσος και ο Μίκης Θεοδωράκης (που μελοποίησε τη Ρωμιοσύνη) προφανώς ήταν αριστεροί. Για τον Φώτη Κόντογλου διαβάζουμε: «Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Ασημάκη Πανσέληνου ο Κόντογλου, “στην πολιτική το ίδιο ατζαμής, δημοκράτης, θεωρούσε τον εαυτό του κομμουνιστή παρ’ όλες τις θεοκρατικές του αυταπάτες, και έβρισκε πως και τα δύο συμβιβάζονται και υποστήριζε πως ο ρούσσικος κομμουνισμός είναι έκφραση της χριστιανικής ψυχής των Ρώσων”. Το καλοκαίρι του 1945 στο περιοδικό Ελεύθερα Γράμματα δημοσιεύθηκε κείμενο διαμαρτυρίας κατά των δεξιών εξτρεμιστικών επιθέσεων σε βιβλιοπωλεία, θέατρα, εφημερίδες. Μεταξύ των διανοουμένων που υπογράφουν είναι και ο Κόντογλου. Τέλος, ο Κόντογλου δεν υπέγραψε τη “Δήλωσιν Ελλήνων Επιστημόνων, Λογοτεχνών και Καλλιτεχνών” που δημοσιεύθηκε ως παράρτημα της Διακήρυξης της Χριστιανικής Ενώσεως Επιστημόνων το 1946 καθώς είχε διχαστικές και εμφυλιοπολεμικές προεκτάσεις» (Βικιπαίδεια, λήμμα «Φώτης Κόντογλου»). Εξάλλου, στις 22.9.23, στη συζήτηση της ολομέλειας της Βουλής για το εργασιακό νομοσχέδιο της κυβέρνησης, κυβερνητικό στέλεχος χαρακτήρισε τις θέσεις της Νίκης για τα εργασιακά «ακραίες αριστερές, πέρα ακόμη και από την αριστερά» [1].
Ρωμανία εναντίον Ευρωπαϊκής Ένωσης
Η Ρωμανία («Βυζάντιο»), για τους θιασώτες της Ρωμιοσύνης, συνιστά το αντίπαλο δέος της Ευρωπαϊκής Ένωσης: ένα οικουμενικό κράτος με πολλές εθνότητες, που συνυπάρχουν ισότιμα και, ενώ διατηρούν τη γλωσσική και πολιτισμική τους ιδιοπροσωπία, συνδέονται με δεσμούς πρωτίστως πολιτισμικούς και πνευματικούς – μια «οικουμένη των λαών», αντίθετα με την Ευρωπαϊκή Ένωση των πολυεθνικών (και όχι «των λαών», όπως ήταν το αρχικό πανευρωπαϊκό όραμα), που έχει συνδετικό κρίκο την επιθυμία για διαρκή οικονομική και τεχνολογική ανάπτυξη και καταναλωτική ευμάρεια.
Αυτός ο συνδυασμός πολιτισμικής ιδιοπροσωπίας και κοινού υπόβαθρου φαίνεται στον πολιτισμό (λόγιο και λαϊκό) των διαφόρων ρωμαίικων πληθυσμών, που πέρασαν στην επόμενη φάση της Ιστορίας, μετά την κατάκτησή τους είτε από τους Άραβες, είτε από τους δυτικούς, είτε από τους Τούρκους. Σημειώνω ότι «Ρωμιοί» υπάρχουν ακόμη και σήμερα στις χώρες που κατακτήθηκαν από τους Άραβες αιώνες πριν, τόσο στην Παλαιστίνη, όσο και στο Λίβανο, τη Συρία ή την Αίγυπτο. Είναι κυρίως οι λεγόμενοι «Ελληνορθόδοξοι», όπου το συνθετικό «ελληνο-» κατ’ ουσίαν δεν έχει εθνολογικό χαρακτήρα (αφού μπορεί να είναι Σύροι, Λιβανέζοι, Παλαιστίνιοι ή Αιγύπτιοι), αλλά εννοεί «Ρωμαίοι» (Βυζαντινοί, Ρωμιοί)· οι ίδιοι αυτοαποκαλούνται «Ρουμ Ορτοντόξ» (Ορθόδοξοι Ρωμιοί) [2]. Το ελληνικό κράτος δεν τους δίνει σημασία, οι εθνικιστές δεν τους καταλαβαίνουν, αλλά οι θιασώτες της Ρωμιοσύνης, χωρίς να θέλουν να τους αφομοιώσουν, τους θεωρούν αδέρφια τους.
Επίσης η Ρωμανία (παρότι η Ιστορία της περιέχει πολλές αιματηρές σελίδες, πολλούς άδικους άρχοντες, αρκετή σκληρότητα και εμφύλιους σπαραγμούς) δεν βαρύνεται ιστορικά και ηθικά με εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, όπως οι σταυροφορίες, η αποικιοκρατία ή οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι· ούτε φυσικά ο Ψυχρός Πόλεμος, η πυρηνική απειλή, η σύγχρονη αποικιοκρατία των πολυεθνικών ή η αλλοτρίωση των λαών, που βαραίνουν τους απογόνους των χθεσινών σταυροφόρων, κονκισταδόρων και αποικιοκρατών. Έτσι, μοιραία, σ’ έναν κόσμο που ψάχνει να βρει τον εαυτό του, η Ρωμιοσύνη ως πολιτική πρόταση παρέχει ελπίδα για ένα διαφορετικό πρότυπο εξέλιξης, που θα οδηγήσει σε ένα καλύτερο αύριο.
Σημειώσεις
[1] Βλ. την απάντηση του βουλευτή Αχαΐας Σπύρου Τσιρώνη, που απάντησε ότι οι θέσεις αυτές βασίζονται «στις αξίες της Ρωμιοσύνης», που είναι παλαιότερες από τους όρους «δεξιά» και «αριστερά» και τους υπερβαίνουν: https://www.youtube.com/watch?v=g_iLn9dDWpg.
[2] Βλ. ενδεικτικά, Παναγιώτης Σαββίδης, «Το Ισλαμικό Κράτος και οι Ρουμ Ορτοντόξ της Ανατολής», Πρώτο Θέμα 27.9.2014, https://www.protothema.gr/blogs/panagiwtis-sabbidis/article/413626/to-islamiko-kratos-kai-oi-roum-ortodox-tis-anatolis
Πηγή:https://cognoscoteam.gr/archives/43308
ΧΡΙΣΤΟΛΟΓΙΚΑΙ ΑΙΡΕΣΕΙΣ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ (ΔΙΑΣΚΕΥΗ ΚΕΙΜΕΝΟΥ τῆς Ο.Ο.Δ.Ε. = ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΟΜΑΣ ΔΟΓΜΑΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΗΣ)
Πρὶν ποῦμε ὅτιδήποτε γιὰ τὴ θρησκείᾳ αὐτή, πρέπει νὰ κάνουμε μία διάκρισι: Ἄλλο πρᾶγμα εἶναι οἱ λεγόμενοι «Μάρτυρες του Ἰεχωβᾶ», καὶ ἄλλο πρᾶγμα ἡ «διοίκησι τῆς Σκοπιᾶς» ποὺ τοὺς πλανᾶ. Οἱ αὐτοαποκαλούμενοι «Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ», εἶναι οἱ ὀπαδοὶ τῆς ὀργάνωσης τῆς «Σκοπιᾶς». Ἡ δὲ «Σκοπιά», εἶναι τὸ ὄνομα τοῦ «νομικοῦ προσώπου» τῆς Ἐκδοτικῆς Ἐταιρίας τῆς ὀργάνωσης αὐτῆς.
Διαφορετικὰ πρέπει νὰ βλέπῃ ἔνας Χριστιανὸς τοὺς ὀπαδοὺς μιᾶς αἱρέσεως, καὶ διαφορετικὰ τὴν ἴδια τὴν αἵρεσι. Ἕνας ὀπαδὸς τῆς αἱρέσεως, εἶναι, καὶ πρέπει νὰ ἀντιμετωπίζεται ὡς «πλανημένο πρόβατο». Ἀντιθέτως, ἡ αἵρεσι ποὺ τὸν πλανᾶ πρέπει νὰ ἀντιμετωπίζεται ὡς ἐχθρὸς τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας.
Πρῶτα πρέπει νὰ ἐξηγήσουμε, ὅτι τὸ ὄνομά τους δὲν εἶναι οὔτε: «Γιεχωβᾶδες», οὔτε «Χιλιαστές». Τὸ «Γιεχωβᾶδες» εἶναι ἀπαράδεκτη παραποίησι τοῦ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ, ποὺ στὴν Παλαιὰ Διαθήκη ἐμφανίστηκε ὡς «Γιαχβέ». Χιλιασμὸς πάλι, εἶναι μία μεγάλη ὁμάδα θρησκειῶν, ποὺ πιστεύουν ὅτι ἡ Χιλιετὴς Βασιλεία τῆς Ἁγίας Γραφῆς εἶναι μελλοντική. Χιλιαστὲς εἶναι οἱ ὀπαδοὶ τῶν περισσοτέρων Προτεσταντικῶν ὁμάδων στὴ χώρα μας, ὅπως οἱ Εὐαγγελικοὶ καὶ οἱ Πεντηκοστιανοί.
Οἱ ἴδιοι οἱ ὀπαδοὶ τῆς Σκοπιᾶς, θέλουν νὰ λέγονται: «Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ», ἐπειδὴ δῆθεν «μόνο αὐτοὶ μαρτυροῦν ὅτι τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ εἶναι Ἰεχωβᾶ». Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ λόγος ποὺ οἱ Χριστιανοὶ δὲν μποροῦν νὰ δεχθοῦν ἕνα τέτοιο ὄνομα ὡς ἔγκυρο, καθὼς ὄχι μόνο δὲν εἶναι οἱ μόνοι ποὺ μαρτυροῦν τὸ ὄνομα αὐτό, ἀλλὰ τὸ διαστρεβλώνουν ἐπίσης. Γιὰ τὸ λόγο αὐτό, ὅποτε ἀναφέρουμε τὸ ὄνομα αὐτό, τὸ βάζουμε σὲ εἰσαγωγικά, ὥστε νὰ δηλώσουμε ὅτι δὲν τὸ ἀποδεχόμαστε, ἀλλὰ τὸ χρησιμοποιοῦμε «συμβατικὰ», «καταχρηστικὰ» καὶ «συγκαταβατικά» γιὰ γινόμαστε νοητοί. Ὡς καλύτερη περιγραφή τους θὰ ἦταν ὁ ὅρος: «Μάρτυρες τῆς Σκοπιᾶς», ὅπως θὰ διαπιστώσετε στὰ παρακάτω.
Σύντομη ἱστορία τῆς ὀργανώσεως.
Ἱδρυτὴς τῆς Ἐταιρίας Σκοπιά, ἦταν ὁ Σκοτσεζο-Ἰρλανδικῆς καταγωγῆς, Ἀμερικανὸς Κάρολος Τέϊζ Ῥῶσσελ. Πλούσιος ἔμπορος, καὶ πιθανότατα μελλοντικὸ μέλος τῆς Μασονικῆς Στοᾶς, ἵδρυσε ἀρχικὰ ἔναν ὅμιλο μελέτης τῆς Ἁγίας Γραφῆς τὸ 1870 στὸ Ἀλεγγένι τῶν ΗΠΑ, σὲ ἡλικία 17 περίπου ἐτῶν. Ἂν καὶ ἦταν πανέξυπνος, ἡ ἀπειρία του τὸν ἔκανε νὰ ἀσπασθῇ τὶς ἀπόψεις ἀκραίων Προτεσταντικῶν καὶ ἀποκρυφιστικῶν ὁμάδων ποὺ δροῦσαν τότε στὴν Πενσυλβανία. Ὁ ἡγέτης μιᾶς τέτοιας ἀκραίας Ἀντβεντιστικῆς ὁμάδας, ὁ Νέλσον Μπάρπουρ, τὸν προσηλύτισε, καὶ τὸν ἔπεισε ὅτι μποροῦσε νὰ προβλεφθῇ τὸ τέλος του κόσμου.
Ὁ Ῥῶσσελ μὲ τὰ χρήματα ποὺ διέθετε, ἔγινε τότε συνεκδότης τοῦ περιοδικοῦ: «Κήρυκας τῆς Πρωΐας» ποὺ ἐξέδιδε ὁ Μπάρμπουρ, καὶ κήρυτταν ὅτι τὸ τέλος τοῦ κόσμου θὰ ἔρθῃ τὸ 1874. Ὅταν ἡ ψευδοπροφητεία αὐτὴ διαψεύστηκε, ὁ Ῥῶσσελ ἐγκατέλειψε τὸν Μπάρμπουρ, καὶ τὸ 1879 ἐξέδωσε τὸ δικὸ του περιοδικό: «Ἡ Σκοπιὰ τῆς Σιὼν καὶ κῆρυξ τῆς τοῦ Χριστοῦ Παρουσίας», τὴ σημερινὴ «Σκοπιά». Ἔτσι, κατάφερε νὰ οἰκειοπηθῇ τοὺς ἀναγνῶστες τοῦ Μπάρμπουρ, καὶ νὰ ἱδρύσῃ σὲ διάφορες περιοχές, ὁμάδες μελέτης τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ποὺ ὀνόμαζε «Σπουδαστὲς τῆς Γραφῆς».
Οἱ ὁμάδες αὐτὲς
αὐξήθηκαν σὲ ἀριθμὸ
καὶ μέλῃ, καὶ
θεωροῦσαν τὸν Ῥῶσσελ ὡς δάσκαλό
τους γιὰ «τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ». Ὁ Ῥῶσσελ στὰ βιβλία καὶ
τὰ περιοδικά
του, με-ταξὺ ἄλλων αἱρετικῶν
θέσεων, δίδασκε ἀποκρυφιστικὲς διδασκαλίες γιὰ τὶς πυραμί-δες, καὶ ὅρισε ὡς νέα ἡμερομηνία τοῦ τέλους τὸ
1914. Καὶ αὐτὴ
ὅμως ἡ ἡμερομηνία πέ-ρασε, ὅπως ἦταν ἑπόμενο, καθὼς
καὶ ἡ νέα ποὺ
ὅρισε, τὸ 1918. Ἔτσι, ὡς
τὸν θάνατό του, παρέμεινε
ψευδοπροφήτης, χωρίς ποτὲ
νὰ ἐκπληρωθῇ καμιά του προφητείᾳ.
Παρ’ ὅλα αὐτά, πιθανὸν ὁ Ῥῶσσελ νὰ πίστευε ἀληθινὰ ὅσα δίδασκε. Πρᾶγμα ὅμως δυσκολο νὰ τὸ ὑποθέσουμε γιὰ τὸν διαδοχό του, τὸν «δικαστὴ» Ῥούδερφορδ.
Ὁ Ῥούδερφορδ, κυριολεκτικὰ ἅρπαξε τὴν περιουσία του Ῥῶσσελ. Ἤταν ἀρχικὰ ὁ δικηγόρος στὸν ὁποῖο εἶχε ἀνατεθῇ ἡ διαθήκη τοῦ Ῥῶσσελ. Ὅμως ἐκμεταλλευόμενος τὴν ἐμπιστοσύνη τῶν νομίμων κληρονόμων, χρησιμοποίησε νομικὰ παραθυράκια καὶ κράτησε τὴν ἐκδοτικὴ ἐταιρία «Σκοπιὰ» τοῦ Ῥῶσσελ γιὰ τὸν ἑαυτό του, καὶ ἀφοῦ χαρακτήρισε τοὺς ὀπαδοὺς τοῦ Ῥῶσσελ ὡς «Πονηροὺς Δούλους», τοὺς ἔδιωξε. Σήμερα αὐτοὶ εἶναι γνωστοὶ ὡς «Σπουδαστὲς τῆς Γραφῆς», καὶ διατηροῦν τὰ δόγματα τοῦ Ῥῶσσελ, σὲ ἀντίθεσι μὲ τὸν Ῥούδερφορδ, ποὺ ἄλλαξε σχεδὸν τὰ πάντα, καὶ ἔκανε τὴ Σκοπιὰ μία δικτατορικὴ ὀργάνωσι. Αὐτὸς τοὺς ὀνόμασε: «Μάρτυρες του Ἰεχωβᾶ».
Μὲ τὴ σειρά του, ἔθεσε ἡμερομηνίες γιὰ τὸ τέλος του κόσμου, καὶ φυσικὰ διαψεύστηκε σὲ ὅτιδήποτε εἶχε προφητεύσει. Μεγάλο μέρος τῆς προεδρίας του, τὸ πέρασε σὲ μία βίλα μὲ τὸ ὄνομα «Μπὲθ Σαρίμ», ποὺ ἀγοράστηκε δῆθεν γιὰ τὸν Ἀβραὰμ τὸν Ἰσαὰκ καὶ τὸν Ἰακὼβ ποὺ ἔλεγε ὅτι θὰ ἀνασταίνονταν τότε. Ἡ πολιτική του τὸν ὁδήγησε ἀκόμα καὶ νὰ ζητήσῃ τὴν εὔνοια τοῦ Χίτλερ στὸν Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, καὶ νὰ ἐξυψώσῃ τὸ Χιτλερικὸ Ῥάιχ, τὸν καιρό ποὺ οἱ ὀπαδοὶ τῆς ὀργάνωσής του βασανίζονταν στὰ ναζιστικὰ στρατόπεδα.
Ἡ δικτατορικὴ διακυβέρνησι ποὺ ἐπέβαλε στὴν ὀργάνωσι τῆς Σκοπιᾶς ὁ Ῥούδερφορδ, συνεχίστηκε καὶ ἐπὶ τῆς προεδρίας τοῦ διαδόχου του, τοῦ Νάθαν Νόρ, καὶ συνεχίζεται ὡς σήμερα, παρὰ τὸ ὅτι πλέον διοικεῖται ἀπὸ ἕνα «Κυβερνῶν Σῶμα» ὑπερηλίκων κυρίως ἡγετῶν. Σήμερα ἡ Σκοπιὰ εἶναι μία παγκόσμια Σέκτα (λέξῃ ποὺ ἐκφράζει αὐτό ποὺ λέμε: «καταστροφικὲς λατρεῖες») καὶ ἀριθμεῖ πάνω ἀπὸ 7 ἑκατομ-μύρια μέλη. Στὴ χώρα μας εἶναι περίπου 27.000. Οἱ ὀπαδοί της εἶναι ὑποχρεωμένοι νὰ δέχωνται ὅλα ὅσα τοὺς λέει ἡ «Σκοπιά», ἀκόμα καὶ τὶς διαρκεῖς δογματικὲς ἀλλαγὲς τῆς ὀργάνωσης. Δικαιολογοῦν ἔτσι ἀκόμα καὶ τὶς συνεχιζόμενες ψευδοπροφητεῖες τῆς «Σκοπιᾶς», ὅπως π.χ. τὶς τελευταῖες ὅπου τὸ τέλος ποὺ κήρυτταν γιὰ τὸ 1975 δὲν ἦρθε, παρῆλθε δὲ καὶ ἡ γενιὰ τοῦ 1914 ποὺ ἔλεγαν ὅτι δὲν θὰ παρέλθῃ πρὶν ἔρθῃ τὸ τέλος.
Ὁποιαδήποτε ἀμφισβήτησι, τιμωρεῖται μὲ «ἀποκοπή», καὶ στὸν ἀποκεκομμένο ἀπαγορεύεται ἀκόμα καὶ νὰ μιλοῦν τὰ ἄλλα μέλῃ, γιὰ νὰ μὴν ἀποκοποῦν καὶ αὐτοί. Ἔτσι καταστρέφονται οἰκογένειες, διαλύονται φιλίες καὶ συγγένειες, χάνονται ἐργασίες, καὶ πολλὰ θύματα τῆς ὀργάνωσης αὐτῆς, ὑποφέρουν ἀπὸ ἔντονα ψυχολογικὰ προβλήματα καὶ φοβίες. Μὲ τὶς ἀπολυταρχικὲς αὐτὲς μεθόδους, ἐλέγχει καὶ ἑξαναγκάζει τοὺς δυστυχεῖς ὀπαδούς της νὰ ὑποτάσσωνται στὶς διαταγὲς της, εἴτε ἐπειδὴ τοὺς ἀπειλεῖ μὲ θάνατο ἀπὸ τὸν Θεὸ στὸν «Ἀρμαγεδῶνα», εἴτε ἐπειδὴ φοβοῦνται τὴν ἀποκοπή, καὶ πολλοὶ παραμένουν ἐκεῖ, παρὰ τὴ θέλησί τους, γιὰ νὰ μὴ διαλυθῇ ἡ οἰκογένειά τους. Μὲ τὴν ἀπαγόρευσι νὰ μιλοῦν οἱ ὀπαδοί της στὰ πρώην μέλη της, ἀπομονώνει τοὺς ὀπαδούς της, νὰ μὴ μάθουν τὴν ἀλήθεια γιὰ τὰ ὅσα παραποιημένα διδάσκει, τόσο γιὰ τὴν ἱστορία της, ὅσο καὶ γιὰ τὰ δόγματά της.
Βλέπε ἰστοσελίδα μὲ ἐπιστολὲς ἀποσκιρτησάντων
καὶ θυμάτων τῆς αἱρέσεως :
Τὰ σπουδαιότερα σημεῖα τῆς διδασκαλίας τῆς :
Ἡ Σκοπιὰ ἔχει κάνει δική της μετάφρασι τῆς Ἁγίας Γραφῆς, (τὴ «Μετάφρασι Νέου Κόσμου»), ὅπου ἔχει διαστρέψει καὶ ἀλλοιώσει ὅλα τὰ σημεῖα τῆς Ἁγίας Γραφῆς ποὺ διαφωνοῦν μὲ τὶς πλάνες της. Τὰ βασικά της δόγματα σήμερα, εἶναι τὰ ἑξῆς:
Ἀπὸ τὸ 1914 ἔγινε ἀοράτως (!!!) ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ, καὶ περιμένουμε τὴν ἔλευσί του «σύντομα». Ὁ κόσμος πάει ἀπὸ τὸ κακὸ στὸ χειρότερο, καὶ λίγους μῆνες μετὰ τὴν (ἀόρατη κι αὐτὴ) οὐράνια ἀναστάσι τῶν «ἁγίων» ποὺ ἔγινε τὸ 1918, ὁ Θεὸς διάλεξε τὴν ὀργάνωσι τῆς Σκοπιᾶς ὡς «τὸν ἀγωγό» ποὺ θὰ δίνῃ στοὺς Χριστιανοὺς τὴν «ἀλήθεια». Ἡ «ἀλήθεια» ποὺ πρέπει νὰ πιστεύουν οἱ ὀπαδοί της, δὲν εἶναι κάτι σταθερό, ἀλλὰ κάτι ποὺ ἀλλάζει ἀνάλογα μὲ τὸ «νέο φῶς» ποὺ δίνει ἡ Σκοπιὰ μέσῳ τῶν ἐντύπων της. Ἐπειδὴ λοιπὸν τὸ τέλος εἶναι κοντά, οἱ ὀπαδοὶ τῆς Σκοπιᾶς ὀφείλουν νὰ κηρύττουν ὅτι τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ εἶναι Ἰεχωβᾶ, καὶ ὅτι θὰ «καταστρέψῃ» τοὺς κακούς. Αὐτὸ τὸ κάνουν σὲ κάθε εὐκαιρία, γιὰ νὰ σώσουν τοὺς συνανθρώπους τους. Γιατὶ ἂν τὸ τέλος τοὺς βρεῖ ἔξω ἀπὸ τὴν ὀργάνωσι, (δηλαδὴ κοσμικούς), τότε θὰ τοὺς σκοτώσῃ ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Ὅσοι ὅμως εἶναι στὴν ὀργάνωσι, θὰ ἐπιζήσουν, καὶ θὰ καλοπερνᾶνε σὲ ἕναν ἐπίγειο φθαρτὸ παράδεισο, χωρὶς νὰ πεθάνουν ποτέ. Ἐκεῖ θὰ ἀναστηθοῦν ὅλοι οἱ ὑπόλοιποι νεκροὶ ποὺ προορίζονται γιὰ τὴ γῆ. Ἑξαίρεσι σὲ αὐτὴ τὴν «εἰδυλλιακὴ» εἰκόνα, ἀποτελοῦν ὅσοι στὸ τέλος τῶν 1000 ἐτῶν βασιλείας, θὰ ἐπαναστατήσουν στὸν Θεό, καὶ θὰ ἀφανιστοῦν γιὰ πάντα.
Ἡ Σκοπιὰ χωρίζει τοὺς πιστοὺς σὲ δύο «τάξεις». Στοὺς 144.000 ποὺ θὰ πᾶνε στὸν οὐρανό, καὶ στὸν ἀμέτρητο «Πολὺ Ὄχλο» ποὺ θὰ μείνῃ στὴ γῆ. Τὸν Χριστὸ τὸν θεωροῦν «δημιούργημα» τοῦ Θεοῦ, καὶ τὸν ταυτίζουν μὲ τὸν ἀρχάγγελο Μιχαήλ, καὶ δὲν τὸν ὀνομάζουν κι αὐτόν: «Γιαχβὲ» ὅπως οἱ Χριστιανοί. Τὸν Θεὸ τὸν θεωροῦν ὡς κάτι μὲ σῶμα, ποὺ δὲν εἶναι «πανταχοῦ παρῶν», ἀλλά ποὺ ἀντιλαμβάνεται μὲ τὸν «ἐγκέφαλό» του τὰ γεγονότα, μέσῳ μιᾶς ἀπρόσωπης δύναμης, ποὺ τὴν ταυτίζουν μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὸ ὁποῖο ἀρνοῦνται ὅτι εἶναι πρόσωπο.
Ἀρνοῦνται ἄκομα καὶ τὴν κατὰ χάριν ἀθανασία τῆς ψυχῆς, καὶ γι’ αὐτοὺς ὁ θάνατος εἶναι πλήρης ἐκμηδένισι. Οἱ δυστυχεῖς ὀπαδοὶ τῆς Σκοπιᾶς, προτιμοῦν νὰ πεθάνουν γιὰ νὰ μὴν κάνουν μετάγγισι αἵματος, γιατὶ παρερμηνεύουν τὴν «ἀποχὴ ἀπὸ αἷμα» τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἡ ὁποία στὴν πραγματικότητα μιλάει μόνο γιὰ τὴ βρῶσι αἵματος. Ἂν καὶ οἱ ἴδιοι ἀρνοῦνται τὴ στράτευσι, ἡ Σκοπιὰ εἶναι μέτοχος ἐταιριῶν ποὺ συνεργάζονται μὲ τὸ Στρατὸ τῶν ΗΠΑ ἐν ἀγνοίᾳ τῶν ὀπαδῶν τους. Ἔτσι κερδίζει κάθε χρόνο ἑκατομμύρια δολάρια, ποὺ μαζὶ μὲ τὶς εἰσφορὲς τῶν ὀπαδῶν της, τὴν κάνει μία ἀπὸ τὶς πλουσιότερες ἐπιχειρήσεις. Ὁμοίως, ἐνῷ οἱ ὀπαδοί της πιστεύουν ὅτι ὁ ΟΗΕ εἶναι «τὸ θηρίο» τῆς Ἀποκαλύψεως, ἡ ὀργάνωσι τῆς Σκοπιᾶς, γιὰ κάποιο διάστημα σχετικὰ πρόσφατα, εἶχε γίνει μέλος του, ἐν ἀγνοίᾳ τῶν ὀπαδῶν της.
Κάθε ἑβδομάδα, οἱ ὀπαδοί της παρακολουθοῦν τουλάχιστον 5 ὦρες κατήχησης, σὲ 3 διαφορετικὲς «συναθροίσεις», ὅπου διδάσκονται ἐπιχειρηματολογία καὶ «μάρκετινγκ», πῶς νὰ μιλοῦν καὶ νὰ πείθουν τοὺς ἄλλους. Ἡ Σκοπιά, τοὺς ἐντυπωσιάζει μὲ τὰ ψηλὰ καὶ πολυτελῆ της κτίρια, μὲ τὰ ὑπερσύγχρονα τυπογραφεῖα της, καὶ μὲ τὶς ἐξαιρετικῆς ποιότητας ἐκτυπώσεις της. Προσπαθοῦν ἐπίσης νὰ ἐντυπωσιάσουν τοὺς ἄλλους, φα-νερώνοντας μία «βιτρίνα» ἠθικῆς καθαρότητας γιὰ τὴν ὀργάνωσί τους, καθὼς ὅποιον ἀνακαλύψουν νὰ παραβιάζῃ τοὺς κανόνες ἠθικῆς, τὸν διώχνουν ἀπὸ τὴν ὀργάνωσι, μὲ ὅλα τὰ ἐπακόλουθα. Δὲν ὑπάρχει οἶκτος, οὔτε ἐνδιαφέρον γιὰ τὸν διωγμένο. Αὐτό ποὺ μετράει εἶναι ἡ καλὴ εἰκόνα τῆς ὀργάνωσης, γιατὶ τοὺς ὀπαδούς της τοὺς βλέπει ὡς ἀριθμούς, καὶ ὄχι ὡς πρόσωπα. Γιὰ νὰ τοὺς κρατήσῃ, πεπεισμένους στὰ δόγματά της, ἡ ὀργάνωσι φροντίζει νὰ τοὺς ἔχῃ διαρκῶς ἀπασχολημένους μὲ δικά της ἔντυπα, ὥστε νὰ μὴν μποροὺν νὰ διαβάσουν διδασκαλίες ἄλλων θρησκειῶν.
Περιληπτικὴ ἀναίρεσι μερικῶν κακοδοξιῶν τῆς Σκοπιᾶς
Ἂν καὶ τὰ θέματα εἶναι τεράστια, θὰ δώσουμε ἐδῶ ἁπλῶς μία ἰδέα τῶν δογματικῶν σφαλμάτων τῆς Σκοπιᾶς.
Ὁ Θεὸς δὲν μπορεῖ νὰ ζῇ μέσα στὸ σύμπαν, οὔτε νὰ περιορίζεται στὸ χῶρο καὶ στὸ χρόνο ἀφοῦ εἶναι ὁ Δημιουργὸς τους. Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστό, ἀφοῦ «ὅλα ἔγιναν δι’ αὐτοῦ, καὶ χωρὶς αὐτὸν δὲν ἔγινε τίποτα ἀπ’ ὅσα ἔγιναν» (Ἰωάν. α’ 3). Τὸ ὅτι εἶναι υἱὸς τοῦ Θεοῦ, δὲν σημαίνει ὅτι εἶναι μικρότερος στὸ χρόνο, ἀλλὰ κατὰ τὴν αἰτία. Γιατὶ αἰτία καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ὁ Πατήρ. Οἱ ἀναφορὲς ποὺ δείχνουν τὸν Χριστὸ νὰ συμπεριφέρεται ὡς κατώτερος σὲ ἄλλα ζητήματα, εἶναι ἐπειδὴ μιλάει ὡς ἄνθρωπος. Ὡς Θεὸς ὅμως εἶναι ἴσος σὲ ὅλα ἐκτὸς ἀπὸ τὴν αἰτία. Καὶ φυσικὰ δὲν εἶναι ἄγγελος (Ἑβρ. α’ 5-8).
Ὁμοίως τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δὲν εἶναι δύναμι, (Β’ Κορ. ς’ 4-7), ἀλλὰ Πρόσωπο (Ἰωάν. ιδ’ 26. ις’ 13,14. Ῥωμ. η’ 26,27 κλπ). Ὅσο γιὰ τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, εἶναι «Γιαχβὲ» καὶ ὄχι «Ἰεχωβᾶ», καὶ σημαίνει: «ὁ Ὧν», «ὁ Εἶναι». Ὅμως γιὰ τοὺς Χριστια-νούς, ὁ Χριστὸς εἶπε ὅτι πρέπει νὰ τὸν λέμε «Πατέρα», καὶ ὄχι μὲ τὸ ὄνομά του, ὅπως καὶ τὸν ἀνθρώπινο πατέρα μας τὸν ἀποκαλοῦμε «πατέρα», καὶ ὄχι μὲ τὸ ὄνομά του.
Οἱ 144.000 δὲν εἶναι ἀπ’ ὅλα τὰ ἔθνη ὅπως λέει ἡ Σκοπιά, ἀλλὰ μία ὁμάδα Ἰσραηλιτῶν ποὺ θὰ πιστέψουν στὸν Χριστὸ λίγο πρὶν τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ (Ἀποκ ζ’ 1-6 κλπ). Ὁ «Πολὺς Ὄχλος», δὲν εἶναι ἐπίγεια, ἀλλὰ οὐράνια τάξι ἁγίων, ὅπως φαίνεται στὴν Ἀποκά-λυψι ιθ’ 1 κλπ. Καὶ οἱ 144.000 καὶ ὁ «Πολὺς Ὄχλος», ἀφοῦ ὡς ψυχὲς θὰ ἀνεβοῦν στὸν οὐρανὸ κατὰ τὸν θάνατό τους (Ἀποκ. ς’ 9-11), θὰ λάβουν σώματα στὴν ἀνάστασι, καὶ θὰ ζήσουν στὴ γῆ ὡς ἄφθαρτοι ἄνθρωποι (Ἀποκ. κα’ 1-5 κλπ). Ἡ γῆ καὶ ἡ ὑπόλοιπη κτίσι, θὰ γίνῃ ἐπίσης τότε ἀφθάρτη (Ῥωμ. η’ 19-24 κλπ) καθὼς θὰ ἀλλάξουν οἱ φυσικοὶ νόμοι (Β’Πέτ. γ’ 10-13 κλπ). Στὴν δὲ ἀνάστασι, θὰ ἀναστηθοῦν ὅλοι, καὶ ὄχι μόνο λίγοι, ὅπως λέει ἡ Σκοπιὰ (Ἰωάν. ε’ 28,29).
Τὸ 1914 δὲν ἔγινε ἡ 2α Παρουσία, ἐπειδὴ ἡ λέξη «Παρουσία» στὴν ἐποχὴ τοῦ Χριστοῦ, δὲν εἶχε ἐννοιολογικὴ σημασία («ἵσταμαι παρὼν» ἔστω καὶ ἀόρατα), ἀλλὰ ἦταν τεχνικὸς ὅρος ποὺ δήλωνε τὸν ἐρχομὸ ἐμφανῶς καὶ μὲ δόξα, ἑνὸς ἄρχοντα (π.χ. νομίσματα μὲ τὴν ἐπετειακὴ ἐπιγραφή: «ἐπὶ παρουσίᾳ Τιβερίου» κλπ). Ἐπίσης, ἀκόμα καὶ ἡ ἡμερομηνία αὐτὴ εἶναι λάθος, γιατὶ ὑπολογίζεται μὲ βάσι τὴν πτῶσι τῆς Ἱερου-σαλήμ, ποὺ κατὰ τὴ Σκοπιά ἔγινε τὸ 607 π.Χ. Ἀντιθέτως, οἱ ἱστορικοί, ἀναφέρουν ὅτι ἡ πτῶσι ἔγινε τὸ 587 π.Χ. βάσει ἱστορικῶν (ἀλλὰ καὶ Ἁγιογραφικὼν) ἀποδείξεων. Ἔτσι καταῤῥίπτεται καὶ ὁ ἰσχυρισμὸς τῆς Σκοπιᾶς ὅτι τὸ 1918 ἔγινε ἀόρατα ἡ ἀνάστασι τῶν ἁγίων, (ἐπίσης αὐτὸ καταῤῥίπτεται, καὶ ἀπὸ τὸ ἐδάφιο Α’ Θεσσαλονικεῖς δ’ 16,17, ποὺ δείχνει ὅτι ἡ ἀνάστασι τῶν ἁγίων, θὰ γίνῃ ταυτόχρονα («ἅμα») μὲ τὴν ἁρπαγὴ τῶν ζώντων ἁγίων). Ὁμοίως εἶναι παραποιημένα καὶ τὰ στατιστικὰ στοιχεῖα ποὺ ἀναφέρει ἡ Σκοπιά, ὅτι δῆθεν μετὰ τὸ 1914 εἴχαμε περισσότερη πεῖνα, ἀῤῥώστιες, σεισμοὺς κλπ. Μία ματιὰ στὴν ἱστορία, θὰ μᾶς πείσῃ ὅτι ὁ χειρότερος αἰῶνας ἦταν ὁ 14ος καὶ ὄχι ὁ 20ος. Αὐτὸ φαίνεται ἄλλωστε καὶ ἀπὸ τὴν αὔξησι τοῦ παγκοσμίου πληθυσμοῦ, λόγῳ μικροτέρας θνησιμότητος. Ἀλλὰ οὔτε ὁ Χριστὸς ἀνέφερε ὅτι ἡ αὔξησι τῶν παθημάτων στὴν ἱστορία θὰ ἦταν ἡ ἄμεση ἐγγύτητα τοῦ τέλους. Ἀντιθέ-τως, εἶπε: «ὅταν θὰ τὰ δεῖτε αὐτά, μὴ ταραχθεῖτε, γιατὶ ὅλα αὐτὰ πρέπει νὰ γίνουν, ἀλλὰ δὲν εἶναι ἀκόμα τὸ τέλος» (Ματθ. κδ’ 6). Καὶ εἶπε ἀκόμα: «προσέξτε μὴ πλανηθεῖτε. Ἐπειδὴ πολλοὶ θὰ ποῦν… ὁ καιρὸς πλησίασε. Μὴ τοὺς ἀκολουθήσετε» (Λουκ. κα’ 8).
Τὸ φαινόμενο τῆς «Σκοπιᾶς» εἶναι ἀπόῤῥοια τῆς πλανεμένης ἀρχῆς καὶ διδασκαλί-ας : «Sola Scriptura» ποὺ θέλει τὴν Ἁγία Γραφὴ ἀνεξάρτητη καὶ ἀποκεκομμένη ἀπὸ τὸ φυσικόν της περιβάλλον τὴν Ἐκκλησία, μὲ τὴν ὁποίαν τυγχάνει ἄρρηκτα συνδεδεμένη.
ΠΡΩΤΕΡΓΑΤΑΙ τῆς ΑΙΡΕΣΕΩΣ τῆς «ΣΚΟΠΙΑΣ» καὶ τῶν «ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ» Ὁ Κάρολος Τέηζ Ῥῶσσελ (Charles Taze Russell 1852-1916) εὐρύτερα γνωστὸς καὶ ὡς «Πάστορας Ῥῶσσελ» ἦταν Ἀμερικανὸς Εὐαγγελιστὴς ἀπὸ τὸ Πίτμσπουργκ τῆς Πενσυλβανίας. Δημιούργησε τὸ κίνημα τῶν «Σπουδαστῶν τῆς Γραφῆς» καὶ τὸ περιοδικό : «Ἡ σκοπιὰ τῆς Σιὼν καὶ Κῆρυξ τῆς τοῦ Χριστοῦ Παρουσίας». Τὸ 1908 τὰ βιβλία του διεκδικοῦσαν τὴν 3η θέσι τῶν παγκοσμίων ἐκδόσεων μετὰ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τὸ Κινέζικο Ἀλμανάκ. Ἐπηρεάστηκε πολὺ ἀπὸ τὸν Νέλσον Μπάρμπουρ μὲ τὸν ὁποῖο συνεργάσθηκε γιὰ ἕνα διάστημα ἀλλὰ ὕστερα τὸν ἐγκατέλειψε. Δὲν ἐπίστευε στὸ δόγμα τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ἡ θεότης τοῦ Χριστοῦ ἔγκειτο στὴν ἀθανασία ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Θεὸ ὡς ἀνταμοιβὴ μετὰ τὸν μαρτυ-ρικό του θάνατο. Πίστευε ὅτι ἡ Δευτέρα Παρουσία ἔγινε τὸ 1874 μὲ ἀόρατο τρόπο. Ὑπῆρξε ἀπὸ τοὺς πρώτους ἱεροκήρυκες ποὺ προώθησαν τὸν ἑβραϊκὸ «Σιωνισμὸ» λέγοντας ὅτι ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἐπανῆλθε στοὺς Ἑβραίους τὸ 1879 καὶ δὲν ἦταν ἀνάγκη νὰ ἀσπασθοῦν τὸν Χριστιανισμό. Πίστευε ὅτι ἡ Μεγάλη πυραμίδα τῆς Γκίζας κτίσθηκε μὲ θεϊκὴ κατεύθυνσι γιὰ τὴν διδασκαλία μας. Ὁ Νέλσον Μπάρμπουρ (Nelson H. Barbour 1824-1905) ἀπὸ τὸ Ὠμπὲρν τῆς Νέας Ὑόρκης. Σὲ ἡλικία 15 ἐτῶν ἄρχισε τὴν φοίτησί του στὸ Temple Hill Academy τῆς Μεθοδιστικῆς Ἐπισκοπελιανῆς Ἐκκλησίας, ἀπ’ ὅπου ἀπεμακρύνθη ἕνεκα τῶν προσωπικῶν του ἀντιλήψεων περὶ «Ἀπολύτου Προορισμοῦ» καὶ «Παγκοσμίου Σωτηρίας» δεδομένου ὅτι εἶχε μεγαλώσει σὲ ἕνα περιβάλλον Πρεσβυτεριανῶν. Ἐξέδωσε τὴν ἐφημερίδα «Κῆρυξ τῆς Πρωΐας» γιὰ ἕνα διάστημα σὲ συνεργασία μὲ τὸν Ῥῶσσελ. Πίστευε ὅτι ἡ Β’ Παρουσία ἔγινε ἀοράτως τὸ 1874 καὶ σὲ λίγο ὁ Χρι-στὸς θὰ ἐμφανιζόταν γιὰ νὰ κρίνῃ τὸν κόσμο. Ἀργότερα θὰ μεταφέρῃ αὐτὸ τὸ γεγονὸς γιὰ τὸ 1896, ὅπου ὅμως ὁ Χριστὸς θὰ ἐπέστρεφε ὁρατῶς αὐτὴν τὴν φορά, ἀλλὰ μετὰ καὶ τὴν καινούργια ἀπαγοήτευσι ὅρισε ὡς τελικὴ πλέον χρονολογία τὸ 1907, ἀλλὰ δὲν ἐπέζησε γιὰ νὰ διαπιστώσῃ ὅτι διεψεύσθη γιὰ μία ἀκόμα φορά. Ὁ Δικαστὴς Ῥούδερφορδ (Joseph Franklin Rutherford 1862-1942) ἀρχικὰ ἔνας ἀπὸ τοὺς ἑπτὰ διευθυντὲς τῆς Σκοπιᾶς. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Ῥῶσσελ, κατόρθωσε νὰ ἐπικρατήσῃ καὶ νὰ διευθύνῃ μόνος τὴν ὀργάνωσι αὐταρχικὰ θὰ ὀνομάσῃ δὲ τὸ σύστημα διοικήσεώς του «θεοκρατία». Σὲ αὐτὸν ὀφείλεται καὶ τὸ δεύτερο περιοδικὸ «Ξύπνα». Τὸ 1931 θὰ ἐπιβάλλῃ τὸ ὄνομα «Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ» γιὰ νὰ ἀπομακρύνῃ τοὺς πιστούς του ἀπὸ τὶς διάφορες ὁμάδες «Σπουδαστῶν τῆς Γραφῆς» ποὺ εἶχαν παραμείνει πιστὲς στὸν Ῥῶσσελ. Πῆρε ἀποστάσεις ἀπὸ πολλὲς θέσεις τοῦ Ῥῶσσελ, ὅπως π.χ. ὁ «Σιωνισμὸς» τὴν δὲ πυραμίδα τῆς Γκίζας τὴν θεωροῦσε κατασκευὴ τοῦ Σατανᾶ. Συστηματοποίησε τὴν διάδοσι τῆς Σκοπιᾶς ἀπὸ πόρτα σὲ πόρτα ὡς ὑποχρεωτικὴ ἀπ’ ὅλους τοὺς πιστούς, οἱ ὁποῖοι ὄφειλαν ἐπίσης νὰ συμπληρώνουν δελτία μὲ τὴν ἐπίδοσι καὶ τὰ ἀποτελέσματα τοῦ προσηλυτισμοῦ ποὺ ἀσκοῦσαν. Κάθε ἑβδομάδα ὄφειλαν νὰ παρακολουθοῦν μαθήματα ἐπιχειρηματολογίας. Τὸ 1927 ἀπέῤῥιψε τὴν ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων ὡς εἰδωλολατρική, τὸ δὲ 1936 ἐκήρυξε ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν προσηλώθη πάνω σὲ ἕναν σταυρὸ ἀλλὰ πάνω σὲ ἕνα δέντρο. Ὁ Νάθαν Κνὸρ (Nathan H. Knorr 1905-1977) μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Ῥούδερφορντ, ὡς ἀντιπρόεδρος τῆς Σκοπιᾶς, συνέστησε νὰ γίνῃ ἰδιαίτερη προσευχὴ καὶ συλλογισμὸς ὥστε ὁ Ἰεχωβᾶ νὰ τοὺς φωτίση νὰ ἐκλέξουν τὸν κατάλληλο διάδοχό του, καὶ φαίνεται ὁ «Ἰεχωβᾶς» τους τοὺς φώτισε νὰ ἐκλέξουν τὸν ἴδιο τὸν Κνόρ. Ὁ Κνὸρ πίστευε ὅτι ἡ «θεοκρατικὴ ὀργάνωσι» θὰ ἐνδυναμοῦτο ἐν τῷ μέτρῳ ὅπου θὰ ἐνδυναμοῦτο τὸ καθένα ἀπὸ τὰ μέλη της. Ἔτσι προέβη στὴν ἀναδιοργάνωσι τοῦ συστήματος
ὅπου κάθε χώρα θὰ χωρίζετο σὲ ζῶνες καὶ σὲ κάθε ζώνη θὰ λειτουργοῦσαν εἴκοσι κοινότητες στὶς ὁποῖες καὶ θὰ γινόντουσαν
οἱ συναθροίσεις. Σὲ κάθε ζώνη ὑπῆρχε ἔνας ὑπηρέτης ἐπιφορτισμένος μὲ τὸ καθῆκον νὰ ἐπισκέπτεται ἐκ περιτροπῆς ὅλες τὶς κοινότητες. Ἦταν ἕνα σύστημα ποὺ ἐπέτρεπε ἔναν καλύτερο ἔλεγχο παγκοσμίως. Ἡ ἡγεσία τοῦ Κνὸρ συμπίπτει μὲ τὸν Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο πρᾶγμα ποὺ δημιουργοῦσε στοὺς πιστούς του τὸ συναίσθημα ὅτι πλησιάζουν πρὸς τὸν «Ἀρμαγεδῶνα». |
Νομικὰ ἡ Ἑταιρεία «Σκοπιὰ» εἶναι ἕνα σύνολο σωματεί-ων τῶν «Μαρτύρων τοῦ Ἰεχωβᾶ» ποὺ χρησιμοποιοῦνται γιὰ τὴν κυριότητα τῶν περιουσιακῶν στοιχείων ποὺ σχετίζο-νται μὲ τὶς θρησκευτικές τους δραστηριότητες, γιὰ τὴν ἔκδοσι καὶ κυκλοφορία
τῶν ἐντύπων τους, γιὰ τὴ νομικὴ ἐκπροσώπησι καὶ ὑπεράσπισί τους ἐνώπιον τῶν ἀρχῶν καὶ γιὰ ὁποιαδήποτε ἄλλα ζητήματα καὶ δραστηριότητές
ποὺ ἀπαιτοῦν ἔννομη νομικὴ ὑπόστασι. Στὴν διπλανὴ φωτο-γραφία βλέπουμε τὰ κεντρικὰ γραφεῖα στὸ Μπρούκλιν τῆς Νέας Ὑόρκης. Οἱ εὐκτήριοι οἶκοι των δὲν ὀνομάζονται «ναοὶ» ἢ «ἐκκλησίες» ἀλλὰ «Αἴθουσες Βασιλείας» (Kingdom Hall) καθ’ ὑπόδειξιν τοῦ Ῥούδερφορδ τὸ 1935. |
Πηγὴ
: Ο.Ο.Δ.Ε. http://www.oodegr.com/paratir/mti.htm Date of access : 9.3.2014
Διασκευή-Ἐπιμέλεια : Βασίλειος Μ. Σακκᾶς - Λευκωσία, Μάρτιος 2014
Ο Βύρων Πάλλης. Μια σπουδαία μορφή του ραδιοφωνικού θεάτρου.
Ο Βύρων Πάλλης υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους ηθοποιούς της παλιάς γενιάς. Πόσοι δεν τον θυμούνται ως Θανασάκη στο Θανασάκη τον Πολιτε...
-
Για τα οικονομικά της Μακεδονίας δεν υπάρχουν πολλές ιστορικές πηγές παρά μόνο κάποιες φορολογικές. Κυριότερη πηγή αποτελούν τα αρκετά νομ...
-
Ο Βύρων Πάλλης υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους ηθοποιούς της παλιάς γενιάς. Πόσοι δεν τον θυμούνται ως Θανασάκη στο Θανασάκη τον Πολιτε...
-
Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος είναι ο πολυγραφότερος συγγραφέας της εποχής του. Κατάφερε να ζήσει απ’ το γράψιμο σε μια εποχή που λογοτέχνες και κ...