Τα κατάλοιπα θεάτρου που εντοπίζονται στον αρχαιολογικό χώρο της αρχαίας Σπάρτης, τα οποία ανάγονται στα ύστερα Ελληνιστικά χρόνια και φτάνουν ως τον 4ο αι. μ.Χ., έρχονται να αναδείξουν μία διαφορετική όψη από το στερεότυπο μιας αποκλειστικά μιλιταριστικής κοινωνίας που κρύβεται πίσω από τη διεθνή λέξη «Sparta».
Φαίνεται ότι το θέατρο της Σπάρτης υπήρξε ένα μεγαλοπρεπές μνημείο και μαρτυρεί υψηλές προθέσεις ανοικοδόμησης. Ο Παυσανίας, όταν το επισκέφτηκε το 160 μ.Χ. εντυπωσιάστηκε και το χαρακτήρισε θέατρο άξιο θέασης (Ελλάδος Περιήγησις, III, 14.1). Η ύπαρξη του θεάτρου μαρτυρείται στους αρχαίους συγγραφείς ήδη από τον 5 αι. π.Χ. και συνδέεται άμεσα με την τέλεση λατρευτικών εορτών, όπως οι γυμνοπαιδιές.
Το θέατρο βρίσκεται στα βόρεια της σύγχρονης πόλης, στη νότια κλιτύ της Ακρόπολης της Αρχαίας Σπάρτης και διασώζει στοιχεία από διαφορετικές οικοδομικές φάσεις. Η κατασκευή του χρονολογείται στη μετάβαση από την ύστερη ελληνιστική εποχή στην πρώιμη ρωμαϊκή και πιθανότατα στο 30-20 π.Χ., ενώ επί μέρους στοιχεία χρονολογούνται μέχρι και το τέλος του 4ουμ.Χ. αιώνα. Έχει συνδεθεί με την ηγεμονία του Ευρυκλή Ηρκλανού, φίλου του αυτοκράτορα Οκταβιανού Αυγούστου.
Το θέατρο διέθετε 9 κερκίδες με 32 σειρές εδωλίων στο κάτω κοίλο και 16 κερκίδες με 17 σειρές εδωλίων στο επιθέατρο. Το κοίλο στηρίζεται πλευρικά σε δύο μεγάλους αναλημματικούς τοίχους, που προστέθηκαν για να αυξηθεί η συνολική χωρητικότητα του θεάτρου. Στο πρώτο διάζωμα αποκτούσε κανείς πρόσβαση από εξωτερικές κλίμακες που ήταν σε επαφή με τα αναλήμματα των παρόδων. Υπολογίζεται ότι στο θέατρο μπορούσαν να συγκεντρωθούν έως και 17.000 θεατές.
Ένα αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό του θεάτρου της Σπάρτης ήταν η χρήση ξύλινης κινητής σκηνής. Η αρχική αυτή σκηνή μετακινούνταν με ρόδες κατά μήκος ενός τριπλού λίθινου διαδρόμου και φυλασσόταν σε ένα κτήριο στη δυτική πάροδο, τη ‘’σκηνοθήκη’’. Η χρήση της κινητής σκηνής οφείλεται στην διττή λειτουργία του θεάτρου και στην ανάγκη ύπαρξης ελεύθερου χώρου, πιθανότατα διότι το θέατρο ήταν τόπος δημόσιων συναθροίσεων και πάνδημων λατρευτικών εορτών με χορούς και αγωνίσματα. Στο τέλος του 1ου αι. μ.Χ. το θέατρο απέκτησε σταθερή μνημειώδη διώροφη μαρμάρινη ρωμαϊκή σκηνή, κορινθιακού ρυθμού, ως δώρο του Αυτοκράτορα Βεσπασιανού.
Το 2019 ανακηρύχτηκε ως «Ετους Αρχαίου Θεάτρου Σπάρτης» με αφορμή την αποκατάσταση του αρχαίου θεάτρου της πόλης. Η ανασκαφή έφερε στο φως μεγάλη έκταση αρχιτεκτονικών καταλοίπων του μνημείου που είναι σήμερα ορατά. Διασώζεται η ορχήστρα, τα αναλήμματα και τμήμα του κοίλου του θεάτρου. Το αρχαίο θέατρο σήμερα δεν μπορεί να θεωρηθεί επισκέψιμο μνημείο, καθώς δεν έχει ολοκληρωθεί η ανασκαφή του.
Το θέατρο περιγράφεται από ξένους περιηγητές ήδη από τον 18ο αιώνα. Η πρώτη επιστημονική έρευνα διεξήχθη από την Βρετανική Αρχαιολογική Σχολή το 1906-1910, αλλά και σε επόμενες χρονικές περιόδους (1924-1927, 1992-1998, 2008). Το διάστημα 1960 – 1963 έγιναν ανασκαφές από τον καθηγητή, Χρύσανθο Χρήστου με δαπάνες της Αρχαιολογικής Εταιρείας. Από το 1992 μέχρι σήμερα, στον χώρο εργάζεται η Βρετανική Αρχαιολογική Σχολή. Ο χώρος, δεν είναι πλήρως ανασκαμμένος.
Την Τρίτη 15 Οκτωβρίου 2013 εγκρίθηκε από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο η μελέτη αποκατάστασης του αρχαίου θεάτρου, την οποία είχε αναθέσει το Σωματείο «ΔΙΑΖΩΜΑ» με χρηματοδότηση από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος.
Πηγές :
Διάζωμα
cognosco.gr