Πολύ κακό για ένα καπέλο εποχής… Του Άγγελου Κολοκοτρώνη.

Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος.

  Πριν λίγες ημέρες έφυγα εντυπωσιασμένος από το Θέατρο Φλέμιγκ, αφού προηγουμένως παρακολούθησα την τελευταία δημιουργία του Άγγελου Κολοκοτρώνη με τίτλο Πολύ κακό για ένα καπέλο εποχής, σε σκηνοθεσία Γρηγόρη Μήτα και με πρωταγωνίστρια την αξεπέραστη Νέλλυ Δελή. Μία παράσταση με άρωμα παλιού αγαπημένου ελληνικού κινηματογράφου.


  Το έργο διαβάστηκε στο κατάμεστο από θεατές Θέατρο Φλέμιγκ. Το εγχείρημα ήταν δύσκολο για τους συντελεστές, επειδή το συγκεκριμένο θέατρο ανήκει στην κατηγορία του Πίκολο Θέατρο, δηλαδή μικρής χωρητικότητας, γεγονός που αναπόφευκτα φέρνει το θεατή πολύ κοντά στη σκηνή. Κάτι τέτοιο υποχρεώνει το σκηνοθέτη να βρει τρόπο να δώσει βάθος σε μια σκηνή είναι εκ των πραγμάτων μικρή. Επιπλέον ο σκηνοθέτης είναι υποχρεωμένος να ελαχιστοποιήσει τα τυχόν λάθη των ηθοποιών, τα οποία όταν γίνονται είναι ακόμη πιο φανερά, εξαιτίας της εγγύτητας κοινού και ηθοποιών. Όλα αυτά για τον ταλαντούχο δάσκαλο Γρηγόρη Μήτα, αλλά και για τους ηθοποιούς, αποτέλεσαν ασφαλώς μία πρόκληση. Το αποτέλεσμα ήταν εξαιρετικό και απόρροια, όπως φάνηκε, της σκληρής δουλειάς που προηγήθηκε. Έτσι λοιπόν, οι θεατές έφυγαν από το παλιό διώροφο νεοκλασικό αναπαλαιωμένο και διαμορφωμένο σε θέατρο κτίριο, απόλυτα ικανοποιημένοι, έχοντας παρακολουθήσει μια εξαιρετική και αλάνθαστη παράσταση.

 

Ας πούμε όμως λίγα λόγια για το συγγραφέα:

  Ο Άγγελος Κολοκοτρώνης, γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και σπούδασε πολιτικές επιστήμες στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Διετέλεσε επί σειρά ετών αρχισυντάκτης, διευθυντής ειδήσεων, γενικός διευθυντής, σε πολλά έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης της Βορείου Ελλάδος, διετέλεσε δυο φορές διευθυντής του Δημοτικού Ραδιοφώνου Θεσσαλονίκης, ενώ δίδαξε δημοσιογραφία, σε τμήματα του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, του Πανεπιστημίου Μακεδονίας και σχολών Ι.Ε.Κ. Εκπροσώπησε την Ένωση Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Μακεδονίας- Θράκης - της οποίας είναι μέλος από το 1986 - στο διοικητικό συμβούλιο του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων, με ομόφωνη απόφαση της διοίκησης των δημοσιογράφων, όπως και δύο φορές στην επιτροπή του Πανεπιστημίου Αθηνών, για το βραβείο «Αλέκος Λιδωρίκης».

 

Ο Άγγελος Κολοκοτρώνης

  Εξελέγη τρεις φορές στο Συμβούλιο Τιμής και Δεοντολογίας Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Μακεδονίας - Θράκης. Έχει τιμηθεί από το Ίδρυμα της Βουλής για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία για τη συνολική δημοσιογραφική προσφορά του και από πλήθος άλλων συλλόγων και σωματείων, για την προσφορά του στο κοινωνικό σύνολο. Έχει γράψει τα έργα: «Πλανόδιοι έρωτες», « Του κύκλου τα γυρίσματα», «Όσα ξέρει μια γυναίκα», «Κάποιος πρέπει να σκοτώσει τον Σωκράτη» και άλλα (Θέατρο), «Ανάμεσα στο πλήθος» (Χρονογραφήματα), «Ο Χορτιάτης» (Ιστοριογραφική αναφορά) καθώς επίσης και πολιτικές αναλύσεις, άρθρα και χρονογραφήματα που δημοσιεύθηκαν σε εφημερίδες και περιοδικά της Θεσσαλονίκης, των Αθηνών και άλλων πόλεων.

 

Λίγα λόγια για την υπόθεση του έργου μέσα από το σκηνοθετικό σημείωμα:

  Βρισκόμαστε στην Ελλάδα του ‘70. Μια Ελλάδα μεταβατική, που έχει αφήσει πίσω έναν καταστροφικό Παγκόσμιο Πόλεμο, έναν Εμφύλιο και τώρα ψάχνει τα βήματα της επιζητώντας να προκόψει. Οι Έλληνες είμαστε από την φύση μας, αισιόδοξος και δημιουργικός λαός. Ξέρουμε να ονειρευόμαστε και να βλέπουμε μπροστά. Έχουμε έμπνευση και δίνουμε όραμα... Η Ελληνική οικογένεια ονειρεύεται την Ευρωπαϊκή καταξίωση, θέλει να γίνει Ευρωπαία! Να ανέβει επίπεδο! Να αποκτήσει χρήματα, δύναμη, δόξα! Αυτό ακριβώς επιθυμεί και η οικογένεια του Μανώλη, της γυναίκας του Σοφίας και της πεθεράς του Τασίας ή διαφορετικά, ΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΑΣ, όπως της αρέσει να την αποκαλούν.

 

  Η Σία, ως Ευρωπαία πλέον, υποστηρίζει και υιοθετεί οτιδήποτε ξενόφερτο. Τα Ευρωπαϊκά ξένα πρότυπα και τα συνακόλουθα συγκροτούν, τον δικό της τρόπο ζωής και ανεβάζουν το επίπεδό της. Τα καπέλα που φοράει για παράδειγμα, έρχονται κατόπιν παραγγελίας από το Λονδίνο και το Παρίσι και συμβολίζουν το δικό της κοινωνικό status. Γι ΄αυτό και συγχρωτίζεται, μόνο με αυτούς που μπορούν να αντιληφθούν, έναν τέτοιο συμβολισμό! ΠΕΤΥΧΗΜΕΝΟΣΓΑΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΙΑ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΕΝΑΣ ΠΛΟΥΣΙΟΣ ΚΑΙ ΜΟΡΦΩΜΕΝΟΣ ΓΑΜΠΡΟΣ.

 

  Η Σία που είναι πεθερά, θέλει να χωρίσει την κόρη της, επειδή ο γαμπρός της δεν έχει λεφτά, δεν είναι μορφωμένος και δουλεύει ως μεταφορέας με ένα πενιχρό μισθό. Αλίμονο! Δεν έχει τις προδιαγραφές για να εξασφαλίσει στην κόρη της ένα πλούσιο αριστοκρατικό σπίτι, όπως αυτή το ονειρεύεται, αλλά αντίθετα η οικογένεια ζει στο δικό της σπίτι, και η όμορφη «Καρυάτιδα» κόρη της, μαγειρεύει καθαρίζει και πλένει για τον αγράμματο τεμπέλη. Αυτός ο «άθλιος» μεταφορέας έρχεται με τις βρώμικες φόρμες του, τις πετάει στα άπλυτα, ξαπλώνει στην πολυθρόνα της και τα βρίσκει όλα έτοιμα.

 

Η Νέλλυ Δελλή

  Τις δουλειές του σπιτιού, το καθάρισμα, το πλύσιμο, το μαγείρεμα και όλα τα υπόλοιπα, τα κάνει η κόρη της, η Σοφία, ενώ θα έπρεπε να τα κάνει μια υπηρέτρια. Εξάλλου η Σία ύστερα από επισταμένη παρακολούθηση του ζευγαριού, είναι σχεδόν βέβαιη ότι ο γαμπρός της Μανώλης είναι «άσφαιρος», στείρος, δεν κάνει παιδιά και αυτό είναι ένα αποτελεσματικό επιχείρημα στη «φαρέτρα» της. Η πεθερά Σία, προσπαθεί με κάθε τρόπο να χωρίσει το ζευγάρι. Τα πράγματα φυσικά δεν αλλάζουν όταν η αγαπημένη της κόρη με κάποιο τρόπο, μένει έγκυος, και έρχεται στη ζωή της οικογένειας ένα παιδί! Με τον ερχομό του παιδιού, η Σία, προσλαμβάνει σαν συνεργό στα σχέδιά της και μια υπηρέτρια. Την Πελαγία!

  Τότε αρχίζει το Β΄ μέρος του έργου και η Σία αναφωνεί: «Καρυάτιδα μου, εγώ, φροντίζω για το όμορφο λαμπρό σου μέλλον!» Όμως, έρχονται ανατροπές, αναπάντεχες κι απρόβλεπτες, όπως ακριβώς συμβαίνει και στη ζωή! Νομίζουμε πως δεν πρέπει να χάσετε αυτό το έργο! Επειδή, κάτι μας θυμίζει μακρινό αλλά και κάτι πολύ κοντινό!

 

Που τοποθετείται χρονικά και τοπικά το έργο:

  Τοπικά, το έργο τοποθετείται σε μια απροσδιόριστη επαρχιακή πόλη κάπου στην ελληνική επικράτεια.

  Χρονολογικά τώρα, βρισκόμαστε αναμφίβολα στη δεκαετία του ΄70, σε ποιο όμως χρονικό κομμάτι της δεκαετίας; Η αναφορά σε δημοτικές εκλογές οπωσδήποτε τοποθετεί το χρόνο κατά τον οποίον διαδραματίζεται το έργο, μετά το τέλος της επταετίας και την πτώση της δικτατορίας. (Θυμίζουμε ότι κατά τη διάρκεια της επταετούς δικτατορίας η ανάδειξη τοπικών αρχόντων γινόταν με απευθείας διορισμό και όχι με εκλογές).

   Στο μυαλό του, ο συγγραφέας, έχει κατά τη γνώμη μου το τελευταίο τέταρτο της δεκαετίας. Η Δεξιά κυριαρχεί, η κυριαρχία της όμως αμφισβητείται στη χώρα από την ολοένα και αυξανόμενη άνοδο του αριστερού πνεύματος, το οποίο και τελικά θα επικρατήσει στις επόμενες δεκαετίες. Η παρακμή της μετεμφυλιακής Δεξιάς υπονοείται, και γίνεται αντιληπτή μόνο με την προσεκτική θέαση της παράστασης.


Η Νέλλυ Δελή στο ρόλο της Σίας...

  Η δεξιά είναι η καθεστηκυία τάξη. Αυτό μας το τονίζει επανειλημμένα, με όλο το ταλέντο της, η πεθερά-Δελή, με αφορμή την κάθοδο του, κατά τ’ άλλα άχρηστου για την ίδια γαμπρού της (Γιάννη Βενιζέλο). Η επιλογή ενός άσημου και αφελή μεταφορέα, από τους δεξιούς κύκλους της πόλης, προκειμένου να είναι υποψήφιος για δήμαρχος οδηγεί σε συμπεράσματα για τον τρόπο σκέψης των ελίτ εκείνης της εποχής. Αγράμματος και απονήρευτος δήμαρχος εύκολα μπορεί να μετατραπεί σε υποχείριο του συστήματος.

  Η Αριστερά όμως κάμπτει τη Δεξιά, με πεζοδρομιακό αγώνα. Ο Μήτας το αποτυπώνει αυτό εύστοχα, όταν στα χέρια της πεθεράς πέφτουν φυλλάδια από διανομή έντυπου υλικού του αριστερού υποψηφίου. Η Δελή και εδώ μεγαλουργεί, απόλυτα ταυτισμένη με τις επιδιώξεις συγγραφέα και σκηνοθέτη, εκφράζοντας όλη τη φρίκη και την κακία της για τον πολιτικό αντίπαλο του γαμπρού. Η σκηνή συμπυκνώνει με μια περίληψη όλη την ταραχή και την απέχθεια της παρακμάζουσας δεξιάς καθεστηκυίας τάξης…

 

Οι ερμηνείες των ηθοποιών:

  Η Νέλλυ Δελή, κυρίαρχη επί σκηνής μας έδειξε για άλλη μια φορά το αστείρευτο ταλέντο της. Είχε διαρκώς τα βλέμματα του κοινού πάνω της. Όπως ορθά επισήμανε η Βικτωρία Ιωσηφίδου, με τα μονίμως ξινισμένα μούτρα της απέναντι στο γαμπρό και τις αδιάκοπες γκριμάτσες της, επέδειξε μεγάλη αρετή στο παιχνίδι των μορφασμών. Επιπλέον η πρωταγωνίστρια επικοινώνησε με το κοινό δίνοντας μια άλλη διάσταση στην παράσταση, καθιστώντας μέτοχο σ’ αυτή τον απλό θεατή. Η Νέλλυ μας επανέφερε στη μνήμη τις παλιές μεγάλες κυρίες του κινηματογράφου. Ανέδειξε το κείμενο του συγγραφέα μέσα, φυσικά από την άποψη του σκηνοθέτη. Περιμένουμε με ανυπομονησία τη νέα της σκηνοθετική αυτή τη φορά δουλειά με τη θεατρική ομάδα δικηγόρων της Θεσσαλονίκης, με τίτλο: Κόσμος και κοσμάκης των Τσιφόρου και Βασιλειάδη.

Η ηθοποιός Νέλλυ Δελή

  Στο ρόλο της υπηρέτριας η Ζηνοβία Παπά ανταποκρίθηκε πλήρως. Η επιλογή της ήταν επιτυχημένη. Ενσάρκωσε ένα ερωτικό πρότυπο της εποχής, μια επαρχιώτισσα με λίγα ¨πιασίματα¨, η οποία ως συνήθως έμπαινε στα σπίτια των νεόπλουτων και έμπλεκε σε πικάντικες ιστορίες με τα αφεντικά. Οι αρκετές βουβές διελεύσεις της από τη σκηνή, στο πρώτο μέρος της παράστασης, συγκέντρωναν ενστικτωδώς την προσοχή των θεατών. Ενστερνίστηκε το ρόλο και οπωσδήποτε είναι μια φέρελπις ηθοποιός.

  Εντυπωσιάστηκα επίσης από τη Χριστίνα Μαγκάκη. Πραγματική καλλονή, παρά το ύψος της και το δωρικό της ύφος, έδειξε μεγάλη ευλυγισία επί σκηνής. Σίγουρα διδάχθηκε καλά από το Μήτα την ορθοφωνική εκφορά του λόγου και την κίνηση επιδεικνύοντας κατά βάση λιτό παίξιμο, πλην όμως με αρκετές εξάρσεις πάθους.

  Τέλος ο Γιάννης Βενιζέλος ήταν ο ιδανικός αφελής, αλλά και τίμια εργατικός  γαμπρός. Η αφέλεια του τσάκισε κόκαλα, όπως επέτασσαν οι ανάγκες του έργου. Επιπλέον μας έδειξε πως ήταν οι έντιμοι, λατρεμένοι από το σύνολο της κοινωνίας, μεροκαματιάρηδες της εποχής, των οποίων όμως το πρεστίζ άρχισε να φθίνει τη δεκαετία του ΄70. Σίγουρα έχουμε να περιμένουμε αρκετά από αυτόν.

 


Τα σκηνικά και η μουσική:

  Ο ταλαντούχος σκηνοθέτης μας βάζει με επιτυχία στο κλίμα της εποχής μέσα από τα κοστούμια και τα διάφορα αξεσουάρ αλλά και χρηστικά αντικείμενα. Πικ απ, τηλέφωνα με μύλο, καναπέδες, και άλλα πολλά. Και φυσικά παντού καπέλα.

 

  Τα πολλά καπέλα, τα οποία αλλάζει κάθε τρεις και λίγο η Δελή, σίγουρα είναι μια υπερβολή, μια υπερβολή όμως που καταδεικνύει και την τάση μιας μεγάλης μερίδας της αστικής και μικροαστικής τάξης για άμετρο μιμητισμό και ξενομανία. Τα καπέλα (ψηλά, ημίψηλα, παναμάδες, ψάθινα κλπ) σατιρίζουν πολλά κακά της εποχής: «Μιμητισμός, αλαζονεία, διαφθορά, την εξουσία που χτίζουν και γκρεμίζουν τις ανθρώπινες σχέσεις και χθες και πάντα.» Η κακιά πεθερά είναι το χρήμα και το ατομικό συμφέρον μέσα από την οπτική του συγγραφέα. Αυτά οι νοσηροί συμβολισμοί αναγνώστηκαν εξαιρετικά από μια ηθοποιό (Νέλλυ Δελή) που δίνει την ψυχή της όταν δημιουργεί, κάτω από τις οδηγίες ενός φωτισμένου δάσκαλου (του Γρηγόρη Μήτα).

 

Η Χριστίνα Μαγκάκη

  Κυριαρχεί επίσης η μουσική της δεκαετίας του ΄70. Από ελαφρολαϊκά και παλιά τραγούδια του κλασικού ελληνικού κινηματογράφου μέχρι ποπ και ντίσκο μουσική. Και πάνω από τους ηθοποιούς ίσταται μια διακριτική ντισκομπάλα η οποία υπενθυμίζει που βρισκόμαστε χρονικά. Η στενή κυκλική προς τα πάνω σκάλα, η οποία δεν ξέρουμε που οδηγεί σίγουρα επιλέχθηκε από το Μήτα για να δώσει κάποιο βάθος στη σκηνή, καθώς τα καπέλα όπως φαίνονται είναι κρεμασμένα σε τοίχο, κάτι το οποίο δε δίνει σκηνικό βάθος.

 

  Το έργο έχει και πολλά στοιχεία μιούζικαλ. Ηθοποιοί που τραγουδούν και χορεύουν συνέχεια, παροτρύνοντας με μοναδική ανταπόκριση και το κοινό να κάνει το ίδια, αλλά και ατελείωτες μουσικές παρεμβάσεις. Στοιχεία μιούζικαλ λοιπόν, σε ένα έργο όμως που δεν είναι μιούζικαλ, καθώς με αγωνία ο θεατής περιμένει να δει μέσα από τους ευφυείς διαλόγους την εξέλιξη του!

 



Ας μπούμε όμως σε πιο βαθιά νερά:

Το έργο, κατά τη γνώμη μου, έχει καταρχήν δύο σαιξπηρικά στοιχεία.

  Η πεθερά, και αυτό το πετυχαίνει με άνεση η Δελή, θυμίζοντας λίγο Άμλετ, παραλλάσσεται ανάμεσα στην ελληνίδα μάνα και την παριζιάνα, παραμένοντας τελικά κατά βάθος μια ακραιφνώς υλιστικών πεποιθήσεων ελληνίδα μάνα. Επιπλέον, η Δελή προκειμένου να κάνει όργανο της την υπηρέτρια (Χριστίνα Μαγκάκη), πέφτει έντεχνα και εσκεμμένα, στο επίπεδο της βλακείας της δούλας, προκειμένου να την πείσει, ώστε να αποπλανήσει εκείνη το γαμπρό. Μισεί το γαμπρό της όπως ο Ίαγος στο Μάκβεθ, και θέλει με μανία να τον καταστρέψει. Έχει στοιχεία του Ίαγου δεν είναι όμως Ίαγος, επειδή η Σία έχει απώτερο σκοπό: Να χωρίσει την κόρη της από το γαμπρό…

  Στην παράσταση όμως μπορεί κανείς να διακρίνει και στοιχεία αρχαία κωμωδίας. Η παράβαση υπήρξε κατά τη γνώμη μου το πιο ενδιαφέρον κομμάτι του έργου. Η πλοκή διακόπηκε στη μέση του έργου, η ατμόσφαιρα σοβάρεψε και η Δελή με το Βενιζέλο αποκαθήλωσαν το κοινό. Στην κυριολεξία ακούστηκε ανάσα. Χορός δεν υπήρχε φυσικά, όμως οι δύο υποκριτές με αναπαιστικούς στίχους τον αντικατέστησαν επάξια. Με ιδιαίτερη επίσης ευστοχία, όπως στην αρχαία κωμωδία, εκτέθηκε και η κοινωνική και πολιτική κατάσταση της χώρας.

  Ο Κολοκοτρώνης όμως έκανε ένα βήμα παραπάνω. Μέσα από τις διαλογικές σκηνές, σε πέντε λεπτά, μας έδειξε ξεκάθαρα ποια είναι η Τασία (Δελή). Η Δελή, με όλη της την εμπειρία, ανταποκρίθηκε σ’ αυτό που επεδίωξε ο συγγραφέας. Η Τασία κατά βάθος, πίσω από τον υλισμό που τη διέπει και τις γκριμάτσες είναι ένα βαθιά δυστυχισμένο πλάσμα. Δεν έχει γνωρίσει αγάπη. Ιδιαίτερα από τον γαμπρό της. Δέχεται τις κατηγορίες που τις απευθύνει, όμως λυγίζει την ψυχολογία του κοινού όταν εξομολογείται πονεμένα στον γαμπρό της, ότι παρόλαυτα δεν είδε ίχνος αγάπης από εκείνον. Ύστερα βέβαια, στο άλλο μισό του έργου, επιστρέφει στον υλισμό της και ξαναγίνεται κυνική και ιδιοτελής, θέλοντας να παρουσιάσει κάτι το οποίο στην πραγματικότητα δεν είναι.

  Η υπηρέτρια, επίσης, θυμίζει κάπου-κάπου τους δαιμόνιους υπηρέτες της Νέας Κωμωδίας. Προσπαθεί, από ένα σημείο και μετά, όταν και αναβαθμίζεται κοινωνικά, να κινήσει τα νήματα, με όχι όμως ιδιαίτερη επιτυχία.

  Υπάρχει όμως και το τραγικό στοιχείο στο έργο, ειδικότερα η άγνοια του Μανώλη για την πλεκτάνη που του στήνει η πεθερά του. Ο γαμπρός, ο οποίος σημειωτέων είναι αξιόλογος και συμπαθέστατος, κινδυνεύει να υποστεί μια σοβαρή ταλαιπωρία, από την πλεκτάνη που του στήνει η πεθερά με τη συνδρομή της υπηρέτριας. Η παράβαση του έργου μας δημιουργεί υποψίες ότι θα εξελιχθεί σε τραγικοκωμωδία. Σίγουρα αν η πεθερά δεν επέστρεφε στον υλισμό της θα βλέπαμε μια άλλη διαφορετική και σίγουρα όχι κωμική εξέλιξη.

  Ο Μήτας πάντως κατάφερε να αναδείξει όλα τα ανωτέρω. Σίγουρα η προσαρμογή όλων αυτών των στοιχείων σε μια σύγχρονη παράσταση απαιτεί μεθοδική δουλειά από ένα σκηνοθέτη αλλά και ανταπόκριση από ηθοποιούς, οι οποίοι, στη συγκεκριμένη παράσταση, τα κατανόησαν και τα ενστερνίστηκαν.

 

Γιατί όμως η Τασία (Νέλλυ Δελή) μας είναι συμπαθητική;

  Φεύγοντας από το έργο ο θεατής είναι γεμάτος συναισθήματα συμπάθειας για την Τασία. Παρά τις πλεκτάνες, τον υλισμό και τις απέχθειες της, ο χαρακτήρας της εδράζεται τελικά στις καρδιές των θεατών. Αυτό οφείλεται πρωτίστως στην ερμηνεία της σπουδαίας ηθοποιού. Μέσα από την ερμηνεία όμως ο σύγχρονος άνθρωπος βλέπει και πολλά στοιχεία από τον εαυτό του, γεγονός που καθιστά το έργο διαχρονικό. Παρά το ότι έχουν περάσει αρκετές δεκαετίες από την εποχή στην οποία αναφέρεται, ο υλισμός, η ιδιοτέλεια και η πτώση των αξιών (που τόσο όμορφα μας τόνισε η Δελή μέσα από την ερμηνεία της, πόσο ευτελίζουν τον άνθρωπο) όχι μόνο υφίστανται αλλά αυξάνεται και η ένταση τους με το πέρασμα του χρόνου. Εν κατακλείδι όλοι κρύβουμε μια Τασία μέσα μας…

 


 Το τρέιλερ της παράστασης:



Συντελεστές:

 

Σκηνοθεσία - Σκηνικά- Κοστούμια : Γρηγόρης Μήτας

Βοηθός σκηνοθέτη: Χριστίνα Μαγκάκη

Μουσική επιμέλεια: Χριστίνα Μαγκάκη

Ενορχήστρωση/Ενοργάνωση, Πλήκτρα: Κρατσιώτης Ευκλείδης

Μουσική απόδοση , Κιθάρα, Φωνή: Τάσος Κάκος

Φωτογραφίες παράστασης - Video art: Βασίλης Κομματάς

Ηχογράφηση: Χρήστος Καλιαμπάκας, I AM HIP HOP Studio

Αφίσα εξωφύλλου: Γιώργος Σιδηρόπουλος

 

ΔΙΑΝΟΜΗ (Με σειρά εμφάνισης)

Νέλλυ Δελή (Τασία)

Χριστίνα Μαγκάκη (Σοφία)

Ζηνοβία Παππά (Πελαγία)

Γιάννης Βενιζέλος (Μανώλης)

 

Όλοι οι ηθοποιοί τραγουδούν κατά τη διάρκεια της παράστασης

 

Η συνέντευξη τύπου των πρωταγωνιστών:



 

Πηγές:

https://www.makthes.gr/poly-kako-gia-ena-kapelo-epochis-i-spartaristi-komodia-toy-aggeloy-kolokotroni-sto-theatro-flemingk-645793

VICTORIA IOSIFIDOU "sto sanidi": «ΠΟΛΥ ΚΑΚΟ ΓΙΑ ΕΝΑ ΚΑΠΕΛΟ ΕΠΟΧΗΣ», με άρωμα παλιάς ελληνικής ταινίας!

https://www.theatre-fleming.gr/View.php?id=145&fbclid=IwAR2DTVg0cteeyM9ublnVMWuRnfNyV4g53Oc0b2AgCfPoysTxdYZ70tVX6Kg

 

-Ο Παύλος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1978 στη Δράμα, μεγάλωσε στις Σέρρες και έζησε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από το 1996 εργάζεται στο δημόσιο σε διάφορες διοικητικές θέσεις. Είναι απόφοιτος της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Σχολής Αστυφυλάκων της Αστυνομικής Ακαδημίας, της Σχολής Επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ΕΛ.ΑΣ., και της Σχολής Ελληνικού Πολιτισμού, του Τμήματος Ανθρωπιστικών. Σπουδών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ο Πύργος του Νελ, του Αλέξανδρου Δουμά (πατρός). Ραδιοφωνικό θέατρο

  Αγαπητοί φίλοι απόψε θα σας παρουσιάσω το έργο του Αλεξάνδρου Δουμά (πατρός) "Ο Πύργος του Νελ", ένα έργο που γράφτηκε το 1832, ...