Η ελληνική προσέγγιση στο ζήτημα της καταγωγής των Πομάκων
θα μπορούσε να περιγράφει ως προσπάθεια αντίκρουσης των τουρκικών και
βουλγαρικών θέσεων, οι οποίες ήταν ενταγμένες στο πλαίσιο των
εδαφικών διεκδικήσεων και της διαπάλης του 19ου και των αρχών του 20ου αι. Η
ελληνική άποψη έδωσε έμφαση στην αναζήτηση των σχέσεων των Πομάκων με τα
αρχαιοθρακικά φύλα και μέσω της ιστορικής τους συνέχειας στη σχέση τους με
το Βυζάντιο.
Όλοι οι Έλληνες συγγραφείς αλλά και κάποιοι από τους ξένους,
που μελέτησαν το ζήτημα, ενσυνείδητα, θεωρούν τους Πομάκους, απόγονους των
παλαιών Θρακών.
Κατά τον Στράβωνα(1ος αι. π.Χ), στη Ροδόπη κατοικούσαν τα
εξής ελληνοθρακικά φύλα: οι Βήσσοι στη Βόρεια Ροδόπη ως τον
Αίμο, οι Δίοι στην Ανατολική και τέλος οι Αγριάνες στη Δυτική. Αλλά και πριν
από τον Στράβωνα, υπάρχουν αρχαιότερες μαρτυρίες του
Θουκυδίδη (5ος αι.) και του Θεόπομπου (4ος αι.), που μιλούν για το θρακικό φύλο των
Αγριανών ή Αγραίωνή Αγριέων και τους τοποθετούν στον ίδιο σχεδόν χώρο, όπου
βρίσκουμε σήμερα τους Πομάκους.
Όμως, ποια η σχέση αυτού του αρχαίου ελληνοθρακικού φύλου
με τους σημερινούς Πομάκους;
Καταρχήν είναι διατηρημένη μέχρι σήμερα παράδοση ανάμεσα
στους Πομάκους που κατοικούν στον ελληνικό χώρο, ότι είναι απόγονοι των
Αγριανών (δηλαδή, αυτόχθονος πληθυσμός.)
Την άποψη αυτή ενισχύει η μαρτυρία του Βυζαντινού
ιστορικού Γεωργίου Ακροπολίτη (1217-1282), ότι η περιοχή της Ροδόπης
ονομαζόταν Αχριδός, καθώς και η στενή σχέση των παλαιών στοιχείων με τα
σημερινά δεδομένα, που επικαλείται μεγάλος αριθμός Ελλήνων ερευνητών που
ασχολήθηκαν με το ζήτημα της καταγωγής των Πομάκων(Χιδίρογλου Π.,
Μαγκριώτης I.,Μυλωνάς Π., κ.α). Στην παλιά Ξάνθη υπάρχει συνοικία που
ονομάζεται
«Αχριάν μαχαλέση» (γειτονιά των Αχριάνων). Στην περιοχή
του Έβρου, χωριό της περιοχής ονομάζεται Αγριανή, ενώ πλησίον συνοικισμός
λέγεται «Αχριάν πουναρή»(πηγή των Αχριανών).
Ωστόσο, αυτό που προβάλλεται ως ισχυρό επιχείρημα από
ελληνικής πλευράς για την ελληνική καταγωγή των Πομάκων, είναι η πλήρη
αντίθεση των χαρακτηριστικών Πομάκων και Τούρκων, που προβάλλει ως
συμπέρασμα από την αντιπαραβολή των ανθρωπολογικών χαρακτηριστικών των
Πομάκων και των τουρκικών φύλων στη Μ.Ασία και στη Θράκη.
Ενισχυτικό για την ανθρωπολογική συγγένεια μεταξύ Ελλήνων
και Πομάκων, είναι το πόρισμα της αιματολογικής έρευνας της Β'
Παθολογικής κλινικής του Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης στους Πομάκους το 1969.
Την έρευνα πραγματοποίησε μια ομάδα γιατρών (Παναγιωτόπουλος Σ.,
Τσάπας Γ., Παπάζογλου Π., Ξηροτύρης Ν., Μυλωνάς Π., Χαρισιάδου Ε., Παναγιωτόπουλος Ε.) και το πόρισμα τους αναφέρει
περιληπτικά: «Προέβημεν εις τον ανοσολογικόν καθορισμόν των φαινοτύπων των
απτοσφαιρινών, επί 508 Πομάκων κατοίκων Θράκης. Εκ της ερεύνης ουδεμία
διαφορά προέκυψεν μεταξύ των Πομάκων και του λοιπού Ελληνικού πληθυσμού,
τόσο ως προς τη συμμετοχή των γόνων, όσον και ως προς τη συχνότητα των τριών ατμοσφαιρινικών φαινοτύπων».
Τα παραπάνω στοιχεία ενισχύονται και σε μεγάλο βαθμό
επιβεβαιώνονται κι από τα πορίσματα της διδακτορικής διατριβής του Ν.Ι
Ξηροτύρη, Ιατρού, εγκεκριμένη από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, που περιλαμβάνει παρατηρήσεις που προέκυψαν από την έρευνα της κατανομής
των συχνοτήτων των ομάδων του αίματος στους Πομάκους και από τη
διερεύνηση ενδεχόμενης φυλετικής σχέσεως με τους γειτονικούς πληθυσμούς με
αιματοληψίες από 1.030 κατοίκους πομακικών χωριών (από το 1/20 του συνόλου
του πληθυσμού).
Τα συμπεράσματα της έρευνας αυτής συνδυασμένα και με
διάφορα άλλα λαογραφικά και αρχαιολογικά ευρήματα πρόσφεραν τα εξής
νέα δεδομένα:
1. Οι Πομάκοι αποτελούν φυλετικά ενιαίο, απομονωμένο
πληθυσμό που υπέστη ελαφρότατη επίδραση από φυλές μογγολικής
προελεύσεως.
2. Υπάρχει αιματολογική συγγένεια των Πομάκων με τους
Έλληνες που φτάνει σε ποσοστό 50-70°/ο για τον πληθυσμό των χωριών
Σάτραι και Εχίνος.
3. Οι Πομάκοι ως πληθυσμός απομονώθηκαν επί μακρό χρονικό διάστημα, υπέστησαν ορισμένες μικρομεταβολές στην
κατανομή των συχνοτήτων των ομάδων αίματος, και διατήρησαν σχεδόν
αναλλοίωτες τις αρχικές τους συχνότητες κατανομής των διαφόρων
συστημάτων των ομάδων αίματος, ενώ η άποψη ότι είναι απόγονοι
Κιργισιών αποίκων δεν είναι σωστή με βάση τη στατιστική σύγκριση
των αποτελεσμάτων Πομάκων-Κιργισίων.
4. Οι κάτοικοι της νοτίου Βουλγαρίας διαφέρουν από
εκείνους της βορείου, που θεωρούνται απόγονοι αρχαίων θρακοελληνικών
φύλων και δεν υπέστησαν αξιόλογες φυλετικές μεταλλαγές.
5. /Από τη σύγκριση των κατανομών των συχνοτήτων των
ομάδων αίματος με τις αντίστοιχες που βρέθηκαν στους Βούλγαρους, Τούρκους, Σέρβους και Αλβανούς, πληθυσμούς του βαλκανικού
χώρου που συμμετείχαν σε ορισμένες ιστορικές στιγμές με τους
Πομάκους, προκύπτει ότι δεν υπάρχει πρακτικά οποιαδήποτε πιθανότητα συγγένειας με αυτούς και δεν έλαβε καμία άξια λόγου
επιμειξία.
Τέλος, οι
ελληνικές προσεγγίσεις για την καταγωγή των Πομάκων, όπως παρουσιάζονται μέσα από τη λιγοστή βιβλιογραφία,
προβάλλουν ως επιχείρημα την ύπαρξη χριστιανικών στοιχείων σε εκδηλώσεις της
καθημερινής τους ζωής και την παρουσία ελληνικών λέξεων στο λεξιλόγιο τους
(ειδικότερα στη γλώσσα των Πομάκων και στη σχέση της με την Ελληνική
αναφέρεται αναλυτικά το κεφάλαιο).
Πράγματι, εκδηλώσεις όπως το σταύρωμα της ζύμης από τις
νοικοκυρές αμέσως μετά το ζύμωμα, το σταύρωμα των παιδιών στις
κούνιες, το έθιμο της βασιλόπιτας την πρωτοχρονιά, ονομασίες συνοικισμών, όπως «τεοτόκα (=Θεοτόκος) στο πομακικό χωριό Ώραίον, είναι
στοιχεία που οι Έλληνες ερευνητές στην προσπάθεια να εξηγήσουν την ύπαρξη
τους στους Πομάκους, τα θεωρούν κατάλοιπα του ελληνορθόδοξου
παρελθόντος τους.
Συμπερασματικά, μπορούμε να πούμε ότι η ελληνική άποψη
συνοψίζεται ως εξής: Οι Πομάκοι είναι απόγονοι των αρχαίων Θρακών,
δηλαδή γηγενής πληθυσμός της περιοχής, που λόγω των ιστορικών συνθηκών
εξισλαμίσθηκαν από τους Τούρκους πριν περίπου τρεισήμισι αιώνες και
μιλούν μία μεικτήδιάλεκτο όπου επικρατεί το σλαβοβουλγάρικο ιδίωμα και
κάνει αισθητή την παρουσία του
τόσο το τούρκικο, όσο και το ελληνικό στοιχείο.
Πηγή: Οι Πομάκοι Μια
κοινωνιογλωσσολογική προσέγγιση (έρευνα στο χωριό Μύκη)
Ταραμπατζή Κατερίνα, 2002