Καρδιά του ευαγγελίου είναι η σωτηρία του ανθρώπου διά του προσώπου του Ιησού Χριστού, ως σωτηρία της ανθρώπινης φύσης, όχι απλώς μια βελτίωση του χαρακτήρα ή απόκτηση μιας γνώσεως για την αλήθεια. Ως οδό σωτηρίας της φύσεως, το ευαγγέλιο προτείνει μία και μόνη: την ένωση με τον Ιησού Χριστό, με τη φύση του Ιησού Χριστού.
Στο 6ο κεφάλαιο του κατά Ιωάννην (πολλαπλασιασμός των άρτων) δίνεται ιδιαίτερη σημασία στην ένωση με το σώμα και το αίμα του Χριστού. Ως ζωή, δηλαδή, ο ίδιος ο Χριστός πρότεινε την ένωση με το σώμα και το αίμα του: εγώ είμαι ο άρτος της ζωής, εμένα θα φάτε και θα ζήσετε. Αυτό το βλέπουμε να αναπτύσσεται περισσότερο, ως προς τις συνέπειες που έχει μια τέτοια σχέση με τον Χριστό στο 17ο κεφάλαιο, όπου διευκρινίζεται το περιεχόμενο αυτής της σχέσης. Δηλαδή, έχοντας μιλήσει στο 6ο κεφάλαιο γι’ αυτόν τον άρτο της ζωής που πρέπει να φάμε για να γίνουμε ένα με αυτόν, και στο 17ο κεφάλαιο γι’ αυτό το πράγμα μιλάει, για την ενότητα με τον Ιησού Χριστό. Ας το διαβάσουμε το κεφάλαιο αυτό χωρίς παρακείμενους ή παρατατικούς ή αόριστους∙ ας βάλουμε μόνο ενεστώτες. Είναι το απόσπασμα που περιγράφει το τι της Εκκλησίας: αν θέλουμε να μάθουμε τι είναι αυτή η Εκκλησία που ιδρύει ο Χριστός, από αυτό το απόσπασμα θα μάθουμε για την ταυτότητά της: η Εκκλησία είναι η σχέση με τον Υιό και δια του Υιού η σχέση με τον Πατέρα. Ονομάζουμε αυτή τη σχέση μυστήριο της υιοθεσίας.
Θα το πω λίγο διαφορετικά. Το κτιστόν δημιουργείται εκ του μηδενός. Δηλαδή το κτιστόν δεν έχει ζωή μέσα του, ζωή αφ’ εαυτού. Τη ζωή του την χαρίζει μία πηγή που αιωνίως ζη. Αυτή την πηγή που αιωνίως ζη την ονομάζουμε άκτιστη πηγή, δεν έχει κτιστή, δεν έχει δημιουργηθή, δεν οφείλει την ύπαρξή της σε κάποιον ή κάτι έξω από αυτήν. Το κτιστόν που δημιουργείται εκ του μηδενός έχει μία φορά προς τη ζωή, αλλά επίσης έχει και μία φορά προς το μηδέν∙ εφόσον δεν έχει μέσα του ζωή, μπορεί να γυρίση και στο μηδέν. Η μόνη δυνατότητα να φύγη από τη φορά προς το μηδέν και να μείνη στη φορά προς τη ζωή είναι να έχη διαρκή σύνδεση με την πηγή της ζωής, να είναι συνδεδεμένο με την πηγή της ζωής. Αυτή τη δυναμική, επειδή το κτιστόν δεν μπορεί μόνο του να την ενεργήση, έρχεται και την ενεργεί το άκτιστον, το οποίο προσλαμβάνει το κτιστόν και το πληρώνει από ζωή.
Το κτιστόν έχει πλέον δύο δυνατότητες: να δεχθή αυτή τη δύναμη, γιατί περί δυνάμεως πρόκειται, ή να μην τη δεχθή. Όλη η διδασκαλία και η ασκητική της Εκκλησίας δεν είναι τίποτε άλλο παρά μία προσπάθεια να μας κρατήση σε αυτόν τον δρόμο, ώστε να μην απεμπολήσουμε, να μην αποποιηθούμε, να μην διώξουμε αυτό που μας χαρίζεται. Τελικά αυτό που μας χαρίζεται ονομάζεται «υιοθεσία». Γινόμαστε υιοί του Πατρός, κατά τον ίδιο τρόπο που είναι Υιός του Πατρός ο Ιησούς Χριστός.
Επιμένω στην έκφραση «κατά τον ίδιο τρόπο», γνωρίζοντας ότι υπάρχει ετερότητα των δύο φύσεων, της θείας και της ανθρώπινης. Άλλο είναι η κτιστή φύση και άλλο η άκτιστη. Το «κατά τον ίδιο τρόπο» δεν σημαίνει ότι ταυτιζόμαστε ως προς τη φύση. Οι φύσεις παραμένουν διακριτές, η θεία φύση είναι θεία φύση και η ανθρώπινη φύση είναι ανθρώπινη φύση. Αλλά δεν υπάρχει άλλη δυνατότητα να ζήση το κτιστόν, παρά αν βρεθή στη σχέση με την πηγή της ζωής, που είναι ο Πατήρ.
Στη θεολογία της Ορθόδοξης Εκκλησίας λέμε ότι ο Πατήρ υποστασιάζει τον Υιό, γεννώντας τον Υιό (το «γεννώντας» δείχνει τον τρόπο της σχέσης που έχει ο Πατήρ με τον Υιό). Ο Πατήρ υποστασιάζει και το τρίτο πρόσωπο της θεότητας, που το ονομάζουμε Άγιο Πνεύμα, δηλαδή δίνει υπόσταση, δίνει ύπαρξη στο Άγιο Πνεύμα εκπορεύοντας το Άγιο Πνεύμα (το «εκπορεύοντας» επίσης δείχνει τον τρόπο της σχέσης του Πατέρα με το Άγιο Πνεύμα, που είναι διακριτός σε σχέση με τον αντίστοιχο τρόπο της σχέσης του με τον Υιό). Ο Υιός δεν μπορεί να υπάρξη χωρίς τον Πατέρα, ο Πατήρ δεν μπορεί να υπάρξη χωρίς τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα δεν μπορεί να υπάρξη χωρίς τον Πατέρα και το Υιό.
Όταν λοιπόν ο Υιός ενώνεται μαζί μας, σημαίνει ότι μας κάνει υιούς του ίδιου Πατέρα. Για να μπορέση ο Υιός να ενωθή μαζί μας, πρέπει να γίνη ένας από εμάς. Η ενανθρώπιση γίνεται για να πραγματοποιηθή το μυστήριον της υιοθεσίας. Επομένως, αν ένας από εμάς, στο πρόσωπο του Χριστού, κατώρθωσε αυτή την ένωση με το άκτιστον, τότε μπορώ κι εγώ να την κατορθώσω, αφού η ανθρώπινη φύση μας είναι κοινή. Υπάρχει τέτοια δυνατότητα. Τα ευαγγέλια μας φανερώνουν πώς επιτυγχάνεται αυτή η δυνατότητα. Εάν μπορέσω και ενωθώ με Αυτόν τον ένα από εμάς, που είναι Υιός του ανθρώπου (αφού από άνθρωπο έχει γεννηθή), αλλά είναι και Υιός του Θεού, συνδέομαι με την άκτιστη θεότητα. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης επιμένει ιδιαίτερα να ονομάζη τον Ιησού Χριστό και Υιό του ανθρώπου. Γιατί αν ο Χριστός δεν είναι πραγματικά υιός του ανθρώπου, πραγματικά άνθρωπος, τότε δεν υπάρχει σωτηρία για τον άνθρωπο, παρά μόνο μέσα στο μυαλό μας υπάρχει μία κατάσταση ηθικής, ψυχολογικής, αλληγορικής ή συμβολικής δικαιώσεως.
Δημήτρης Μαυρόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου