Τούρκοι προσφυγες βρίσκουν καταφύγιο στην Τραπεζούντα το 1916.

Έχει ενδιαφέρον η ανάπτυξη που ακολουθεί από το Δημήτρη Ψαθά στο έργο του Η γη του Πόντου που περιγράφει το κατάντημα των Τούρκων του Ανατολικού Πόντου, μετά την προέλαση του ρωσικού στρατού το 1916. Κατά χιλιάδες εσπευδαν στην Τραπεζούντα να ζητήσουν έλεος από τους Έλληνες.  Θα το ξεχρεωναν φυσικά λίγα χρόνια μετά με τη γενοκτονία του ποντιακού ελληνισμού. 






Στο  ασκέρι,  στον  στρατό.  Παρ'  όλα  αυτά  και  χιλιάδες  από  δαύτους,  προτιμώντας  την  βολική ρούσικη  κατοχή  απ'  τις  λαχτάρες  της  προσφυγιάς  και  τον  κίνδυνο  του  ασκεριού,  γύριζαν πίσω  και  κατέβαιναν  προς  την  Τραπεζούντα,  όπου  κι  ανασαίνανε.  Γιατί,  ευτυχώς,  εκείνος  ο γκιαούρης  ο  μητροπολίτ  μαζί  με  τους  Έλληνες  «προύχοντες»  όχι  μονάχα  πήραν  τα  μέτρα τους  κανείς  να  μη  πειράξη  τους  Τούρκους,  αλλά  και  φρόντισαν  να  τους  βολέψουν  σε  σπίτια και να  τους δίνουν και φαΐ και χαρτζηλίκι.

 Πλημμύρισε  από προσφυγιά η  Τραπεζούντα,  αλλά  κι  έκανε  θαύματα  σωστά  η ανθρωπιά  και περηφάνεια  της  ντόπιας  ρωμιοσύνης  με  το  φιλανθρωπικό  της  σωματείο  «Φιλόπτωχος Αδελφότης»  —  βράζαν  γεμάτα  τα  καζάνια  για  τους  χιλιάδες  ξερριζωμένους,  χωρίς  να γίνεται  καμιά  διάκριση  ανάμεσα  σε  Τούρκους  και  Ρωμιούς. 

 Ήταν  στ'  αλήθεια  ένα  ωραίο θέαμα  να  βλέπης  στην  ουρά  μπροστά  στα  καζάνια  τους  χτεσινούς  άγριους  αφεντάδες  του τόπου,  κουρελιασμένους  τώρα  και  πεινασμένους,  ξυπόλυτους,  ψειριάρηδες,  να  παίρνουν το  φαΐ  από  τα  χέρια  εκείνων  που  μόλις  πριν  από  λίγο  βρίζαν  «γκιαούρηδες»  κι επιθυμούσαν  τον χαμό τους. Άντρακλες,  Τουρκαλάδες  με  φέσια  και  σαρίκια,  Τουρκάλες  μανάδες  με  τα  μωρά  στην αγκαλιά  —βρώμικα,  μυξιάρικα—  χανουμάκια  στραπατσαρισμένα  μέσα  στα  τσαλακωμένα τους  «τσαρτσάφια»,  εφέντηδες,  χαμάληδες,  ένα  ολόκληρο  πλήθος  τουρκαλάδικο, σακατεμένο  και  ισοπεδωμένο  απ'  την  προσφυγιά,  ευλογούσε  την  αναπάντεχη  τούτη καλωσύνη  των  Χριστιανών  κι  ευχαριστούσε  όλο ευγνωμοσύνη: —Αλλάχ μπιν  μπερεκέτ βερσίν. «Ο  Αλλάχ  να  σας  δίνη  χίλια  αγαθά».  

Έρανοι  γινόντουσαν  για  τους  πρόσφυγες  και  τότε  ήταν που τα παιδιά του Φροντιστηρίου βγαίναμε να  πούμε τα  κάλαντα: Γι'  αυτά τ'  αδέλφια  δόστε  μας και  σεις  τον οβολό σας. Κι η  ευτυχία,  του Θεού  να  μπει  στ'  αρχοντικό σας... Το  ίδιο  έρανοι  γινόντουσαν  κι  ανάμεσα  στον  ελληνισμό  της  Ρωσίας  —βροχή  ερχόντουσαν τα  ρούβλια—  κι  ακόμα  η  «Φιλόπτωχος  Αδελφότης»  είχε  παρακαλέσει  τη  ρούσικη κυβέρνηση  για  τους  πρόσφυγες,  που  καθώς  ήσαν  χιλιάδες  χιλιάδων,  είχαν  ανάγκες  πολύ μεγαλύτερες  από  τις  δυνάμεις  της  λεγόμενης  ιδιωτικής  πρωτοβουλίας.  Με  την  μεσολάβηση του  Ρώσου  στρατηγού  Λιάχωβ  η  αίτηση  έγινε  δεκτή  κι  έτσι  βοήθησε  κι  η  ρούσικη κυβέρνηση  στο  έργο  της  περίθαλψης  που  το  απολάμβαναν  πάντα  σε  ίση  μοίρα  Έλληνες  και Τούρκοι. Η εικόνα  που παρουσίαζε  τώρα  ο  Πόντος  ήταν  χωρισμένη,  έλεγες,  σε  δυο  διαφορετικά κομμάτια,  το  ένα  που  το  χτυπούσε  το  φως  του  ήλιου  καθώς  είχε  προβάλει  γελαστός  μέσ' απ'  τα  σύννεφα,  και  τ'  άλλο  που  δεχόταν  την  μπόρα  και  την  σκοτεινιά  ενός  κατάμαυρου ουρανού,  που  όχι  μονάχα  δεν  καθάριζε  παρά  όλο  γινόταν  πιο  βαρύς  κι  όλο  πιο θεοσκότεινος. 

Στα  δυο  αυτά  κομμάτια  (το  ένα  που  κατεχόταν  απ'  τους  Ρώσους  και  τ'  άλλο  απ'  τους Τούρκους)  βρισκόντουσαν  δυο  διαφορετικοί  πολιτισμοί,  κατάντικρυ  ο  ένας  στον  άλλον.  Ο αιώνιος  ελληνικός  πολιτισμός  από  την  μια  μεριά,  που  κρατούσε  ψηλά  την  ανθρωπιά  του απέναντι  στους  ξεπεσμένους  χτεσινούς  δυνάστες  κι  από  την  άλλη  ο  τούρκικος «πολιτισμός»,  που  ξέφρενος  ξεσπούσε  σε  βάρος  του  αθώου  κι  ανυπεράσπιστου  λαού,  που η  Μοίρα  καταδίκασε  να  μένη  κάτω  απ'  την  τούρκικη  εξουσία.  

Μερικές  γραμμές  απ'  το βιβλίο του  μητροπολίτη Χρύσανθου δίνουν καλύτερα  την  διαφορά: «Εν  μέσω  ποικίλων  δυσχερειών  και  αντιδράσεων,  γράφει,  ανέλαβεν  η  μητρόπολις  παρά των ρωσικών  στρατιωτικών αρχών την  υπεύθυνον  πληρεξουσιότητα  προς  εγκατάστασιν των μουσουλμάνων  προσφύγων  εις  τας  ιδίας  αυτών  εστίας  και  ειργάζετο  νυκτός  και  ημέρας  να αποκαταστήση  με  όλα  τα  έπιπλα  και  κτήνη  αυτών,  δεκάδας  χιλιάδας  μουσουλμάνων προσφύγων  εις  τα  ίδια  αυτών  χωρία,  εν  ταις  περιφερείαις  Ριζαίου,  Όφεως,  Σουρμένων, Γεμουράς,  Ματσούκας  και  Πλατάνων.  Άλλας δε δεκάδας χιλιάδας προσφύγων μουσουλμάνων  επί  διετίαν  όλην  διέτρεφεν  η  εν  τη  μητροπόλει  Επιτροπή  Προσφύγων,  ενώ κατά  τον  αυτόν  χρόνον  η  τουρκική  κυβέρνησις  απέσπα  από  των  εστιών  αυτών  τους  Έλληνας του  τουρκοκρατουμένου  Πόντου  και  εν  καιρώ  παγερού  χειμώνος  και  δια  μέσου  δυσβάτων και  χιονοσκεπών  ορέων  ηνάγκαζε  αυτούς  να  μεταναστεύσωσιν  εις  την  περιφέρειαν Σεβαστείας,  ίνα αποθάνωσι  καθ'  οδόν  εκ του  ψύχους,  των  κακουχιών  και  της  πείνης». 


Πηγή: Ψαθας, Γη του Πόντου. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ο Πύργος του Νελ, του Αλέξανδρου Δουμά (πατρός). Ραδιοφωνικό θέατρο

  Αγαπητοί φίλοι απόψε θα σας παρουσιάσω το έργο του Αλεξάνδρου Δουμά (πατρός) "Ο Πύργος του Νελ", ένα έργο που γράφτηκε το 1832, ...