Πλάνα από την αποχώρηση του Σοβιετικου Στράτου από την Τσεχοσλοβακία το 1990.

 Με εντολή του Γκορμπατσόφ οι Σοβιετικές στρατιωτικές δυνάμεις από την 26-02-1990 αποχωρούν από το τσεχοσλοβακικο έδαφος. 


Είχε προηγηθει η βελούδινη επανάσταση. 



Τα σοβιετικά στρατεύματα ηταν εκεί από το 1968 υστερα από την Ανοιξη της Πράγας, ως θεματοφύλακες του Κομμουνισμού. 

Τούρκοι προσφυγες βρίσκουν καταφύγιο στην Τραπεζούντα το 1916.

Έχει ενδιαφέρον η ανάπτυξη που ακολουθεί από το Δημήτρη Ψαθά στο έργο του Η γη του Πόντου που περιγράφει το κατάντημα των Τούρκων του Ανατολικού Πόντου, μετά την προέλαση του ρωσικού στρατού το 1916. Κατά χιλιάδες εσπευδαν στην Τραπεζούντα να ζητήσουν έλεος από τους Έλληνες.  Θα το ξεχρεωναν φυσικά λίγα χρόνια μετά με τη γενοκτονία του ποντιακού ελληνισμού. 






Στο  ασκέρι,  στον  στρατό.  Παρ'  όλα  αυτά  και  χιλιάδες  από  δαύτους,  προτιμώντας  την  βολική ρούσικη  κατοχή  απ'  τις  λαχτάρες  της  προσφυγιάς  και  τον  κίνδυνο  του  ασκεριού,  γύριζαν πίσω  και  κατέβαιναν  προς  την  Τραπεζούντα,  όπου  κι  ανασαίνανε.  Γιατί,  ευτυχώς,  εκείνος  ο γκιαούρης  ο  μητροπολίτ  μαζί  με  τους  Έλληνες  «προύχοντες»  όχι  μονάχα  πήραν  τα  μέτρα τους  κανείς  να  μη  πειράξη  τους  Τούρκους,  αλλά  και  φρόντισαν  να  τους  βολέψουν  σε  σπίτια και να  τους δίνουν και φαΐ και χαρτζηλίκι.

 Πλημμύρισε  από προσφυγιά η  Τραπεζούντα,  αλλά  κι  έκανε  θαύματα  σωστά  η ανθρωπιά  και περηφάνεια  της  ντόπιας  ρωμιοσύνης  με  το  φιλανθρωπικό  της  σωματείο  «Φιλόπτωχος Αδελφότης»  —  βράζαν  γεμάτα  τα  καζάνια  για  τους  χιλιάδες  ξερριζωμένους,  χωρίς  να γίνεται  καμιά  διάκριση  ανάμεσα  σε  Τούρκους  και  Ρωμιούς. 

 Ήταν  στ'  αλήθεια  ένα  ωραίο θέαμα  να  βλέπης  στην  ουρά  μπροστά  στα  καζάνια  τους  χτεσινούς  άγριους  αφεντάδες  του τόπου,  κουρελιασμένους  τώρα  και  πεινασμένους,  ξυπόλυτους,  ψειριάρηδες,  να  παίρνουν το  φαΐ  από  τα  χέρια  εκείνων  που  μόλις  πριν  από  λίγο  βρίζαν  «γκιαούρηδες»  κι επιθυμούσαν  τον χαμό τους. Άντρακλες,  Τουρκαλάδες  με  φέσια  και  σαρίκια,  Τουρκάλες  μανάδες  με  τα  μωρά  στην αγκαλιά  —βρώμικα,  μυξιάρικα—  χανουμάκια  στραπατσαρισμένα  μέσα  στα  τσαλακωμένα τους  «τσαρτσάφια»,  εφέντηδες,  χαμάληδες,  ένα  ολόκληρο  πλήθος  τουρκαλάδικο, σακατεμένο  και  ισοπεδωμένο  απ'  την  προσφυγιά,  ευλογούσε  την  αναπάντεχη  τούτη καλωσύνη  των  Χριστιανών  κι  ευχαριστούσε  όλο ευγνωμοσύνη: —Αλλάχ μπιν  μπερεκέτ βερσίν. «Ο  Αλλάχ  να  σας  δίνη  χίλια  αγαθά».  

Έρανοι  γινόντουσαν  για  τους  πρόσφυγες  και  τότε  ήταν που τα παιδιά του Φροντιστηρίου βγαίναμε να  πούμε τα  κάλαντα: Γι'  αυτά τ'  αδέλφια  δόστε  μας και  σεις  τον οβολό σας. Κι η  ευτυχία,  του Θεού  να  μπει  στ'  αρχοντικό σας... Το  ίδιο  έρανοι  γινόντουσαν  κι  ανάμεσα  στον  ελληνισμό  της  Ρωσίας  —βροχή  ερχόντουσαν τα  ρούβλια—  κι  ακόμα  η  «Φιλόπτωχος  Αδελφότης»  είχε  παρακαλέσει  τη  ρούσικη κυβέρνηση  για  τους  πρόσφυγες,  που  καθώς  ήσαν  χιλιάδες  χιλιάδων,  είχαν  ανάγκες  πολύ μεγαλύτερες  από  τις  δυνάμεις  της  λεγόμενης  ιδιωτικής  πρωτοβουλίας.  Με  την  μεσολάβηση του  Ρώσου  στρατηγού  Λιάχωβ  η  αίτηση  έγινε  δεκτή  κι  έτσι  βοήθησε  κι  η  ρούσικη κυβέρνηση  στο  έργο  της  περίθαλψης  που  το  απολάμβαναν  πάντα  σε  ίση  μοίρα  Έλληνες  και Τούρκοι. Η εικόνα  που παρουσίαζε  τώρα  ο  Πόντος  ήταν  χωρισμένη,  έλεγες,  σε  δυο  διαφορετικά κομμάτια,  το  ένα  που  το  χτυπούσε  το  φως  του  ήλιου  καθώς  είχε  προβάλει  γελαστός  μέσ' απ'  τα  σύννεφα,  και  τ'  άλλο  που  δεχόταν  την  μπόρα  και  την  σκοτεινιά  ενός  κατάμαυρου ουρανού,  που  όχι  μονάχα  δεν  καθάριζε  παρά  όλο  γινόταν  πιο  βαρύς  κι  όλο  πιο θεοσκότεινος. 

Στα  δυο  αυτά  κομμάτια  (το  ένα  που  κατεχόταν  απ'  τους  Ρώσους  και  τ'  άλλο  απ'  τους Τούρκους)  βρισκόντουσαν  δυο  διαφορετικοί  πολιτισμοί,  κατάντικρυ  ο  ένας  στον  άλλον.  Ο αιώνιος  ελληνικός  πολιτισμός  από  την  μια  μεριά,  που  κρατούσε  ψηλά  την  ανθρωπιά  του απέναντι  στους  ξεπεσμένους  χτεσινούς  δυνάστες  κι  από  την  άλλη  ο  τούρκικος «πολιτισμός»,  που  ξέφρενος  ξεσπούσε  σε  βάρος  του  αθώου  κι  ανυπεράσπιστου  λαού,  που η  Μοίρα  καταδίκασε  να  μένη  κάτω  απ'  την  τούρκικη  εξουσία.  

Μερικές  γραμμές  απ'  το βιβλίο του  μητροπολίτη Χρύσανθου δίνουν καλύτερα  την  διαφορά: «Εν  μέσω  ποικίλων  δυσχερειών  και  αντιδράσεων,  γράφει,  ανέλαβεν  η  μητρόπολις  παρά των ρωσικών  στρατιωτικών αρχών την  υπεύθυνον  πληρεξουσιότητα  προς  εγκατάστασιν των μουσουλμάνων  προσφύγων  εις  τας  ιδίας  αυτών  εστίας  και  ειργάζετο  νυκτός  και  ημέρας  να αποκαταστήση  με  όλα  τα  έπιπλα  και  κτήνη  αυτών,  δεκάδας  χιλιάδας  μουσουλμάνων προσφύγων  εις  τα  ίδια  αυτών  χωρία,  εν  ταις  περιφερείαις  Ριζαίου,  Όφεως,  Σουρμένων, Γεμουράς,  Ματσούκας  και  Πλατάνων.  Άλλας δε δεκάδας χιλιάδας προσφύγων μουσουλμάνων  επί  διετίαν  όλην  διέτρεφεν  η  εν  τη  μητροπόλει  Επιτροπή  Προσφύγων,  ενώ κατά  τον  αυτόν  χρόνον  η  τουρκική  κυβέρνησις  απέσπα  από  των  εστιών  αυτών  τους  Έλληνας του  τουρκοκρατουμένου  Πόντου  και  εν  καιρώ  παγερού  χειμώνος  και  δια  μέσου  δυσβάτων και  χιονοσκεπών  ορέων  ηνάγκαζε  αυτούς  να  μεταναστεύσωσιν  εις  την  περιφέρειαν Σεβαστείας,  ίνα αποθάνωσι  καθ'  οδόν  εκ του  ψύχους,  των  κακουχιών  και  της  πείνης». 


Πηγή: Ψαθας, Γη του Πόντου. 

Έγκλημα στην Ύδρα του Γιάννη Μαρή. Ραδιοφωνικό θέατρο.

Στην Ύδρα των αρχών της δεκαετίας του '80 θα σας μεταφέρει η Διαδρομή απόψε παρουσιάζοντας σας το Αστυνομικό θρίλερ του Γιάννη Μαρή "Έγκλημα στην Ύδρα".




Η υπόθεση: Ο νεαρός υπάλληλος και φοιτητής της Νομικής, Κίμων Δεσίπρης, αποφασίζει να κάνει διακοπές στις Σπέτσες. Είναι η πρώτη και ίσως η τελευταία φορά (για οικονομικούς λόγους) που κάνει διακοπές, Στην πορεία για τα νησιά του Αργοσαρωνικού, γνωρίζεται με τη Μαίρη Αιμιλιανού, γοητευτική νέα που ταξιδεύει για Ύδρα. Αποβιβάζονται και οι δύο στο κοσμοπολίτικο νησί και έπειτα από μια ξέφρενη βραδιά μαζί… η Μαίρη Αιμιλιανού βρίσκεται νεκρή στο σπίτι της. Ο Δεσπίρης προσπαθεί να βρει το δολοφόνο απεγνωσμένα. Γνωρίζει ταυτόχρονα πως τον περιμένει στην Αθήνα η μίζερη ζωή του λογιστή του μισθού των 25.000 δρχ, έτσι λοιπόν αυτή η μικρή αναλαμπή της ζωής του διάρκειας μόλις 20 ημερών επιθυμεί να κλείσει με την εξιχνίαση του στυγερού εγκλήματος...


Το έργο παρουσιάστηκε το 1980 για πρώτη φορά από το Δεύτερο Πρόγραμμα Κρατικής Ραδιοφωνίας.

*Παίζουν με τη σειρά που ακούγονται Γιώργος Τσιτσόπουλος, Θεόδωρος Δημήτριεφ, Αλεξάνδρα Παντελάκη, Ναταλία Αλκαίου, Ηλίας Λογοθέτης, Βίκυ Βανίτα, Τάνια Σαββοπούλου, Σπύρος Μπιμπίλας, Πάρις Κατσίβελος* *Σκηνοθεσία Κωνσταντίνος Μάριος*


H μεταφόρτωση έγινε από το globtv:






Οι ιστορικοί της άλωσης. Γεώργιος Σφραντζής.

Η  άλωση  της  Κωνσταντινούπολης  υπήρξε  κοσμοϊστορικό  γεγονός,  το  οποίο δεν  ήταν  δυνατόν  να  μην  αποτυπωθεί  στην  ιστοριογραφία  της  εποχής  αλλά  και  των επόμενων  αιώνων. 



 Το  1453  αποτελεί  χρονολογία  σταθμό  στη  νεότερη  ιστορία  της Ευρώπης  και  της  Ανατολής.  Στις  29  Μαΐου  οι  Τούρκοι,  μια  φυλετική  ομάδα  που μερικούς  αιώνες  πριν  ξεκίνησε  από  τα  βάθη  της  Ασίας,  κατάφεραν  να  κυριεύσουν την  ξακουστή  πρωτεύουσα  της  Βυζαντινής  Αυτοκρατορίας  και  να  γίνουν  κυρίαρχοι στη  Μεσόγειο  και  τη  Βαλκανική  καταλύοντας  για  πάντα  μία  χιλιόχρονη αυτοκρατορία.   


Η  παραπάνω  εξέλιξη  σημάδεψε  την  παγκόσμια  ιστορία  και  άνοιξε  την αυλαία  μιας  νέας  εποχής.  Έτσι  πολλοί  συγγραφείς,  Έλληνες  και  ξένοι,  αυτόπτες  και μη,  ο  καθένας  από  τη  δική  του  σκοπιά,  είτε  απλώς  παρέθεσαν  τα  γεγονότα,  είτε προχώρησαν  ένα  βήμα  ακόμη,  προσπαθώντας  να  αναζητήσουν  τα  αίτια  και  να αναλύσουν  τις  συνέπειες  της  άλωσης.  Οι  σύγχρονοι  λοιπόν  μελετητές  έχουν  στη διάθεσή τους μια πληθώρα βυζαντινών,  λατινικών,  σλαβικών,  ρουμανικών, τουρκικών  και  αρμενικών  πηγών,  οι οποίες  συμπληρώνουν  η  μία  την  άλλη,  αλλά  και αντικρούονται  σε  αρκετές  περιπτώσεις,  παρουσιάζουν  όμως  μια  αρκετά  αξιόπιστη εικόνα  του  τι  πραγματικά  συνέβη.  

Τέσσερις  είναι  κατά  κύριο  λόγο  οι  βυζαντινοί  ιστοριογράφοι,  στους  οποίους έχει  αποδοθεί  ο  χαρακτηρισμός  «ιστορικοί  της  άλωσης».  Πρόκειται  για  τους Σφραντζή  ή  Φραντζή,  Δούκα,  Χαλκοκονδύλη  και  Κριτόβουλο.  Συνεξετάζοντας  κανείς το  έργο  των  τεσσάρων  αυτών  ιστοριογράφων  παρατηρεί  τη  διαφορά  απόψεων  τους σε  σχέση  με τα  πολιτικά,  θρησκευτικά  και  πνευματικά  ζητήματα  της εποχής καθώς ο καθένας  από  αυτούς  προσεγγίζει  το  μεγάλο  γεγονός  της  άλωσης  από  τη  δική  του σκοπιά.

Επειδή  ο  Γεώργιος  Σφραντζής (1401‐1478)  κρατούσε  ημερολόγιο,  στο οποίο  ενσωμάτωνε  τα  απομνημονεύματα  του,  γνωρίζουμε  αρκετά  στοιχεία  για  το βίο  του.  Είναι  ο  μόνος  βυζαντινός  ιστορικός  που  υπήρξε  αυτόπτης  μάρτυρας  των γεγονότων  της  πολιορκίας  και  της  άλωσης.  

Γεννήθηκε  στην  Κωνσταντινούπολη  στις 30  Αυγούστου  του  1401  και  μάλιστα  καταγόταν  από  επιφανή  οικογένεια  της Λήμνου.  

Ο  πατέρας  του  υπήρξε  παιδαγωγός  του  Θωμά,  γιου  του  αυτοκράτορα Μανουήλ  Β΄  του  Παλαιολόγου  και  ο  ίδιος  ο  ιστορικός,  όταν  πέθαναν  οι  γονείς  του εξαιτίας  του  λοιμού  του  1416/1417  μπήκε  στην  υπηρεσία  του  αυτοκράτορα,  όπου και  έλαβε  πολλά  αξιώματα,  ένα εκ των οποίων ήταν και αυτό του πρωτοβεστιαρίτη.   Επειδή  ακριβώς  υπήρξε  ανώτατος  διοικητικός  υπάλληλος, διπλωμάτης  αλλά  και  προσωπικός  φίλος  του  τελευταίου  βυζαντινού  αυτοκράτορα, του  Κωνσταντίνου  Παλαιολόγου  ΙΑ΄,  είχε  πρόσβαση  στα  κρατικά  αρχεία  αλλά  και βαθύτερη  γνώση  των  γεγονότων  από  προσωπική  εμπειρία,  γεγονός  που  καθιστά την  ιστορία  του,  η  οποία  μας  έχει  παραδοθεί  σε  δύο  μορφές,  μία  σύντομη,  το Chronicon  Minus  και  μία  εκτενέστερη,  το  αποκαλούμενο  Chronicon  Maius45, αξιόπιστη  και  της  χαρίζει  κύρος.  

Νυμφεύθηκε  στις  26  Ιανουαρίου  του  1436  την Ελένη,  κόρη  του  Αλεξίου  Παλαιολόγου  του  Τζαμπλάκωνα,  γραμματέα  του αυτοκράτορα, και απέκτησε πέντε παιδιά, τον Ιωάννη, τον Αλέξιο, τη Θάμαρ, τον Αλέξιο το δεύτερο και τον Ανδρόνικο.  Ο Σφραντζής συνέχισε δίπλα στον Κωνσταντίνο τα διπλωματικά ταξίδια και, όπως αναφέρει ο ίδιος, ακολούθησε τον τελευταίο στην Πελοπόννησο και πήρε μέρος στη μάχη της Γλαρέντζας και στην πολιορκία του φρουρίου της Πάτρας, όπου και συνελήφθη από τους Τούρκους. 

Ως διπλωμάτης εστάλη το 1448 στον Μουράτ το Β΄ για να αναγγείλει την άνοδο στο θρόνο της Κωνσταντινούπολης του δεσπότη Κωνσταντίνου ΙΑ΄. Μετά από εντολή του αυτοκράτορα ο Σφραντζής ταξίδεψε το 1449 στην Τραπεζούντα και την Ιβηρία προς αναζήτηση κατάλληλης συζύγου για τον Κωνσταντίνο. Του ανατέθηκε επίσης η διοίκηση της Συλημβρίας και του Μυστρα. Είχε ενεργό ρόλο κατά την άλωση της Κωνσταντινούπολης, αφού στάθηκε στο πλευρό του αυτοκράτορα και ανέλαβε να καταγράψει και να στρατολογήσει όλους, όσοι μπορούσαν να φέρουν όπλα την ύστατη ώρα που η θεοφύλακτη πόλη περίμενε την αναπόφευκτη πτώση της.

 Με την είσοδο των τουρκικών στρατευμάτων στην Κωνσταντινούπολη και την κατάλυση της αυτοκρατορίας συνελήφθη ο ίδιος και η οικογένεια του. Μετά την εξαγορά του κατέφυγε στην Πελοπόννησο, στην αυλή του δεσπότη Θωμά. Όταν ο Θωμάς κατέφυγε στη Δύση, ο συγγραφέας πήγε μαζί με τη σύζυγο του, την οποία είχε προηγουμένως απελευθερώσει από τους Τούρκους, στην Κέρκυρα. Δεν συνέβη το ίδιο με τα παιδιά του όμως, καθώς το γιο του Ιωάννη σκότωσε ο ίδιος ο Μωάμεθ ο Β΄ και η κόρη του Θάμαρ πέθανε το 1455 στο χαρέμι του σουλτάνου από κάποια λοιμώδη νόσο.

 Το 1462 εγκαταστάθηκε στη μονή Ταρχανιωτών, όπου και εκάρη μοναχός με το όνομα Γρηγόριος το 1468. Όσον αφορά τη μόρφωση του τέλος δεν γνωρίζουμε πολλά, καθώς δεν έχουμε συγκεκριμένες πληροφορίες. Φαίνεται όμως ότι ήταν φανατικά  ανθενωτικός,  προσηλωμένος  στην  Ορθοδοξία  και  εχθρός  του  μεγάλου δούκα  Λουκά  Νοταρά,  ο  οποίος  ήταν  αντίζηλος  του  στην  αυλή  και  για  αυτό  το λόγο δεν είναι αντικειμενικός απέναντι του  . 

Το  Xρονικό  Minus  αναφέρει  τα  γεγονότα  από  το  1413  ως  το  1477  και εμμένει  κυρίως  σε  αυτά  που  αφορούν  τη  ζωή  του  συγγραφέα,  ενώ  παραθέτει ελάχιστες  πληροφορίες  για  την  άλωση.  Αποτελείται  από  τίτλο,  πρόλογο  και  το κυρίως  σώμα  του  έργου.  

Το Xρονικό  Majus,  από  την  άλλη  μεριά,  που  είναι  πιο αναλυτικό  και  πιο  λεπτομερές,      αναφέρεται  στην  ιστορία  των  Παλαιολόγων  και είναι  χωρισμένο  σε  τέσσερα  βιβλία.  Πραγματεύεται  τα  γεγονότα  των  ετών  1258-1478.   Αρχίζει  με  την  εξιστόρηση  της  βασιλείας  του  Μιχαήλ  Η΄  στο  πρώτο  βιβλίο  και ολοκληρώνει  την  αφήγηση  στο  τέταρτο  βιβλίο  με  τα  γεγονότα  τα  μετά  την  άλωση ως  το  1478,  όπου  και  περιέχονται  σημαντικές  πληροφορίες  για  την  άλωση  της Πελοποννήσου.  Όπως  είναι  φυσικό  εξετάζεται  παράλληλα  και  η  ιστορία  του Μωάμεθ  του  Β΄.

  Το  Xρονικό  Majus,  όπως  έχει  προκύψει  από  τη  σύγχρονη  έρευνα, υπήρξε  αντικείμενο  νοθείας  με  προσθήκες  και  διαφοροποιήσεις  πιθανότατα  από τον  μητροπολίτη  Μονεμβασίας  Μακάριο  Μελισσηνό,  καθώς  κάποιες  από  αυτές αφορούν  την  οικογένεια  του,   για  την  εξυπηρέτηση  ιδιοτελών  σκοπών.  Το  κείμενο του  Minus  είναι  ενσωματωμένο  στο  Majus,  αλλά  εκτός  από  αυτό  ο  συντάκτης  του Majus  χρησιμοποιεί  και  μία  πληθώρα  άλλων  πηγών,  όπως  τον  συνεχιστή  του Θεοφάνη,  τον  Νικήτα  Χωνιάτη  τον  Νικηφόρο  Γρηγορά  και  άλλους.  

Παρόλα  αυτά το χρονικό δε χάνει τη γενικότερη αξιοπιστία του και ειδικά ως προς τα γεγονότα της άλωσης. 


Πηγή: Σοφία Φοίβα " Η άλωση της Κωνσταντινούπολης μέσα από λατινικές και ελληνικές πηγές".

Το άλλοθι του εμπρηστή του Φιλίπ Λεβίν. Ραδιοφωνικό Θέατρο.

 Η Πολιτισμική Διαδρομή απόψε θα σας παρουσιάσεις ένα ακόμη επεισόδιο της σειράς αυτοτελών επεισοδίων του Φιλίπ Λεβίν με θέμα τη διερεύνηση ύποπτων για εμπρησμό υποθέσεων. Το αποψινό επεισόδιο θα έχει τον τίτλο ¨Το άλλοθι του εμπρηστή¨.

 

 

 

Η υπόθεση:

   Ο Ντεντέκτιβ Κιου αναλαμβάνει σ’ αυτό το επεισόδιο σίγουρα την πιο δύσκολη αποστολή του… 

  Η ηλικιωμένη χήρα Λόρα Γκρέυ που έχει πρόσφατα καταστραφεί οικονομικά, πέφτει από το μπαλκόνι του σπιτιού της και σκοτώνεται. Η Λόρα Γκρέυ έχει έναν ανιψιό, τον Άλβιν Κρεκ  τον οποίο υποβοηθά οικονομικά δίνοντας του ένα μηνιάτικο επίδομα.

  Ενώ εκ πρώτης όλα δείχνουν αυτοκτονία για τη δύστυχη Γκρέυ (οικονομική καταστροφή, απόγνωση κλπ), η αστυνομία επιμένει να διερευνήσει περεταίρω την υπόθεση.

  Όλες οι υποψίες της αστυνομίας στρέφονται πάνω στον ανιψιό, ο οποίος όμως έχει ένα ακλόνητο άλλοθι: την ώρα που η θεία του έπεσε από το μπαλκόνι αυτός καταγίνονταν με μία πυρκαγιά που ξέσπασε σε ένα σπίτι του. 

  Το καμένο σπίτι του Κρεκ ήταν ασφαλισμένο στη Νορθ Γουέστον (εταιρία με την οποία συνεργάζεται ο Κιου) και έτσι ο ύποπτος ανιψιός πέφτει πάνω στον Κιου.

 

  Ο Κιου καλείτε να σπάσει το άλλοθι του Κρεκ, να αποδείξει δηλαδή ότι  ο ανιψιός έβαλε τη φωτιά στο σπίτι του νωρίτερα!!

 

  Ο Ντεντέκτιβ Κιου συνεργάζεται άψογα με την αστυνομία και κατά την προσφιλή του τακτική ψάχνει να βρει το μοιραίο λάθος ή την παράλειψη του εμπρηστή...

 

 

Μία ακόμη πρόκληση λοιπόν για το γραφείο των εμπιστευτικών υποθέσεων…

 Μπορείτε να το ακούσετε εδώ...



Καλή σας Ακρόαση…


Οι λέξεις Μακεδονία και Μακεδών είναι ελληνικές

Οι λέξεις Μακεδονία και Μακεδών είναι ελληνικές. Προέρχονται από το αρχαίο ελληνικό επίθετο Μακεδνός που σημαίνει υψηλός, μακρύς, λυγερός. 



Η λέξη αυτή αναφέρεται για πρώτη φορά στην Οδύσσεια τουΟμήρου: οἲα τε φύλλα μακεδνής αἰγείροιο (η, 106). Συνώνυμες λέξεις στα νέα ελληνικά είναι οι λέξεις μάκρος, μήκος, μακρύς. Το τοπωνύμιο Μακεδονία ενδεχομένως να σήμαινε αρχικά «υψηλά κείμενη χώρα», δηλαδή βόρεια χώρα (Μπαμπινιώτης 2009: 809) ή και ορεινή χώρα, ενώ ο Μακεδών ήταν ο υψηλός ή και ο ορεσίβιος. 

Ο πατέρας της ιστορίας Ηρόδοτος πρώτος αναφέρεται στο φύλο των Μακεδνών, συσχετίζοντάς τους με τους Δωριείς και αποδεχόμενος την ελληνικότητα τους: («το δωρικό έθνος) οἴκεε ἐν Πίνδω Μακεδνόν καλεόμενον. ἐντεῦτεν δε ές Πελοπόννησον ἐλθόν Δωρικόν ἐκλήθη (Ηρόδοτος Α΄, 56), δηλαδή «Οι Δωριείς όταν κατοικούσαν
στην Πίνδο ονομάζονταν Μακεδνοί και από κει, όταν κατήλθαν στην Πελοπόννησο, ονομάστηκαν Δωριείς». Ο βασιλιάς της Μακεδονίας Αλέξανδρος Α, παραμονές της μάχης των Πλαταιών (479 π.Χ.), έδωσε πολύτιμες πληροφορίες στους συνασπισμένους Έλληνες του νότου, δικαιολογώντας την ενέργειά του αυτή με τα
παρακάτω λόγια: «αὐτός τε γάρ Ἕλλην γένος εἰμί τωρχαίον, καί ἀντ’ ἐλευθέρης δεδουλωμένην οὐκ ἂν ἐθέλοιμι όρᾶν
τήν Ὲλλάδα», δηλαδή «Γιατί και εγώ ο ίδιος είμαι Έλληνας το γένος από παλιά και δεν θα ήθελα να δω την
Ελλάδα υπόδουλη αντί για ελεύθερη» (Ηρόδοτος, 9, 45, 1,2). 

Ο Πλούταρχος πάλι στο δεύτερο λόγο του Περί
Ἀλεξάνδρου τύχης ἢ ἀρετῆς αναφέρει πως ο Αλέξανδρος κατά την εκστρατεία του εναντίον των Θηβαίων
βρέθηκε στη δεινή θέση να χρειαστεί να αμυνθεί «προς ἂνδρας ὁμοφύλους καί συγγενεῖς» (Πλούταρχος Β: 108). Ο
Στράβων έγραψε πως οι Μακεδόνες είχαν παραπλήσια διάλεκτο με τους Ηπειρώτες, δηλαδή ελληνική καί στις
δύο περιπτώσεις. Κατά τον Τίτο Λίβιο οι Μακεδόνες, οι Αιτωλοί και οι Ακαρνάνες μιλούσαν την ίδια διάλεκτο
της ελληνικής. Ο Δίων ο Χρυσόστομος αναφέρεται στους «Μακεδόνας καί τούς ἄλλους Ἕλληνας» (Περί Βασιλείας,
Δ΄, 9, 48). Μακεδόνες συμμετείχαν στην πανελλήνια διάσκεψη που πραγματοποιήθηκε στη Σπάρτη το 371 π.Χ.
Ένας από τους παλιότερους σωζόμενους καταλόγους των θεωροδόκων, καταλόγων που περιέχουν λίστες των –
αποκλειστικά ελληνικών - κρατών και πόλεων που επισκέπτονταν οι θεωροί, δηλαδή οι απεσταλμένοι των
πανελλήνιων ιερών, είναι αυτός της Επιδαύρου, του 360 π.Χ. και περιλαμβάνει και το βασίλειο της
Μακεδονίας, όπως και αρκετοί άλλοι τέτοιοι κατάλογοι (Χατζόπουλος 2008: 56-58). Ακόμα και στο Μυθιστόρημα
του ψευδο-Καλλισθένη (παραλλαγή α΄, β΄, L, γ΄ κ.α.) αποτυπώνεται επανειλημμένα η ελληνικότητα των
Μακεδόνων και του ίδιου του Αλέξανδρου (Stoneman 1993 (1991): 90, 110, 137, 187, Καλλισθένης 2005: 224, 228. -
«Ἀλέξανδρος δέ ἐστιν Ἕλλην», λένε οι Αθηναίοι ρήτορες Δημάδης και Δημοσθένης -, 382 –«ὁ Ἀλέξανδρος… στήσας
το Μακεδονικόν μετά τῶν ἄλλων Ἐλλήνων…»), όπως, βέβαια και στο πολύστιχο βυζαντινό έπος των αρχών του
13ου αιώνα Ἀλέξανδρος ὁ βασιλεύς (π.χ. στἰχοι 684-690, 1125-1137), στο οποίο μάλιστα ταυτίζεται η Μακεδονία
με την Ελλάδα. Η σύγχρονη έρευνα, στηριζόμενη σε πρόσφατα και παλαιότερα αρχαιολογικά τεκμήρια
(επιγραφές κ.α. αρχαιολογικά ευρήματα) και στις γραπτές πηγές, αποδέχεται την ελληνική καταγωγή των
Μακεδόνων, κατατάσσει τη διάλεκτό τους ως συγγενική της ομάδας των βορειοδυτικών ελληνικών
διαλέκτων, (η μακεδονική διάλεκτος έχει ελληνική γραμματική και μόλις δύο περιστασιακά παρατηρούμενες
ιδιορρυθμίες σε κάποια σύμφωνα, οι οποίες ωστόσο μπορούν να εξηγηθούν μέσα στα πλαίσια της ελληνικής
γλώσσας) και επισημαίνει τα ελληνικά ανθρωπωνύμια (π.χ. Αλέξανδρος, Φίλιππος, Αμύντας, Κάρανος, Κλεοπάτρα,
Ευριδίκα, Γλαύκα, Φιλοξένα, ορισμένα από τα οποία απαντώνται μόνο στη μακεδονική διάλεκτο, όπως τα
Μαχάτας (στη αττικο -ιωνική Μαχητής), Πατερίνος, Αδίστα, Δρύκαλος, Άρκαπος, Κλείονα (από Κλειώ), τα δύο
τελευταία σε επιγραφικές μαρτυρίες από την Αιανή, περίπου 450-425 π.Χ., Καραμήτρου –Μεντεσίδη 1993:79-83),
τοπωνύμια (π.χ. Αιγαί, Αλιάκμων, Εύρωπος), τα φυλετικά (π.χ. Ορέστες), τους θεσμούς και τα αξιώματα (π.χ.
εταίροι), το ημερολόγιο (μήνες Δίος, Απελλαίος, Ξανδικός, Αρτεμίσιος κ.α.), τις καθημερινές λέξεις (π.χ. Σικελιώτης 16.95). Χαρακτηριστικό αυτής της διάστασης είναι και η συμβολική αποτύπωσή της στο παλάτι των
Αιγών, στη Βεργίνα: σε ένα από τα δωμάτια των ανδρώνων αποκαλύφθηκε σχετικά πρόσφατα ψηφιδωτό με
την αρπαγή της Ευρώπης (Kottaridi 2011: 235).

Η έναρξη των επαφών της Ρώμης με τους Φράγκους κατά τη διάρκεια του 6ου αιώνα.

Η υπαγόμενη στη βυζαντινή αυτοκρατορία Ρώμη κατά τον 6ο αιώνα μ.Χ. Ρώμη μεταδίδει την ορθόδοξη πίστη δυτικότερα στους Φράγκους και σταδιακά προτάσσοντας κυρίως θρησκευτικούς λόγους αρχίζει να αυτονομείται από το Βυζάντιο συγκλίνοντας προς τους Φράγκους.



Το πνεύμα της ελεύθερης συνδιαλλαγής της Ρώμης με τους Φράγκους αποδίδεται από τον πάπα Πελάγιο (579-590) στη θρησκευτική τους συγγένεια με τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία.

 Η άποψη αυτή διατυπώνεται σε επιστολή του ρωμαίου Ποντίφηκα προς τον Αυναχάριο επίσκοπο Αυτισιόδωρου (Auxerre) με την οποία ζητούσε τη μεσολάβηση των Φράγκων για την αναγνώριση της εκλογής του και τη διάσωση της Εκκλησίας από τους Λογγοβάρδους. Η στροφή αυτή του Πελαγίου προς τους Φράγκους έχει αποδοθεί στην κρίση που είχε δημιουργήσει η παρουσία των Λογγοβάρδων στην Ιταλία.

 Στην πραγματικότητα, η προσφυγή του πάπα στους Φράγκους ηγεμόνες δεν περιλάμβανε μόνο το αίτημα της προστασίας της από τους Λογγοβάρδους αλλά και της βοήθειας τους για την ίδρυση ναών και μοναστηριών. Η ενίσχυση της Εκκλησίας της Ρώμης από τους Φράγκους αναβάθμιζε τον πολιτικό της ρόλο, αναδεικνύοντας την σιγά-σιγά σε αντίβαρο του Βυζαντίου στη Δύση. Σε αυτές τις συνθήκες, ο πάπας Πελάγιος πρόβαλλε τη Ρώμη ως υπερέχουσα πόλη ανάμεσα σε φίλους και υπηκόους ολόκληρης της Ιταλίας.

 Υπόβαθρο αυτής της συμμαχίας, σύμφωνα με τον Πελάγιο, ήταν η ορθόδοξη πίστη, η οποία ισχυριζόταν ότι ήταν κοινή στους Φράγκους και το Imperium romanum δηλαδή, το Βυζάντιο. Η ανάπτυξη δεσμών της ρωμαϊκής Εκκλησίας με τους Φράγκους, την κύρια ορθόδοξη δύναμη στην Δύση, εξασφάλιζε με τον τρόπο αυτό, την υπεροχή της Ρώμης στα εδάφη τα οποία ανήκαν παλαιότερα στο δυτικό τμήμα της Αυτοκρατορίας. Μέσω της Ρώμης η Ορθοδοξία επιβαλλόταν στη Δύση ειρηνικά και χωρίς τις στρατιωτικές ενέργειες και τις κατακτητικές επεμβάσεις του Βυζαντίου.

Αυτή η αδιαμφισβήτητη αποδοχή της Ρώμης, ως του αρχαιότερου πόλου του Χριστιανισμού στη Δύση και η προσφυγή του πάπα προς τους Φράγκους ηγεμόνες για συμπαράσταση, ώστε να διατηρηθεί η ειρήνη δηλαδή οι ισορροπίες στη Δύση, δεν απείχε από την επικρατούσα αντίληψη του Βυζαντίου για τη διατήρηση φιλικών σχέσεων με ομόδοξα κράτη με όσα δηλαδή αναγνώριζαν την Ορθοδοξία, όπως είχε καθοριστεί από τις Οικουμενικές Συνόδους και ιδιαίτερα εκείνης της Χαλκηδόνας (451).8 Το πεδίο συνάντησης του Βυζαντίου με τη Δύση στις αρχές του 7ου αιώνα ήταν αποκλειστικά η ορθόδοξη πολιτική και η δογματική σύμπλευση με τον πάπα της Ρώμης.

 Αυτή η αντιμετώπιση της Δύσης ήταν πάγιο αίτημα της ορθόδοξης συγκλητικής αριστοκρατίας της Κωνσταντινούπολης, στην οποία πάντοτε άρεσε να επιδεικνύει τη ρωμαϊκή της καταγωγή και τις ευνοϊκές διαθέσεις της έναντι του πάπα.9 Η αριστοκρατία αυτή, ορθόδοξη από την εποχή της Συνόδου της Χαλκηδόνας, ήταν τον 7ο αιώνα αποδυναμωμένη, εσωστρεφής και προσηλωμένη στην αναγνώριση του Πάπα ως εγγυητή της τήρησης των αξιών και των αρχών της. Η αδυναμία του Βυζαντίου για στρατιωτικές επεμβάσεις στη Δύση από τη μια πλευρά και η ορθόδοξη ομοφωνία ανάμεσα στη Ρώμη και την Κωνσταντινούπολη από την άλλη, έδωσε ακόμη μεγαλύτερη ανεξαρτησία κινήσεων στον διάδοχο του Πελαγίου, πάπα Γρηγόριο Α' (590-604).

Ποιο ήταν το ποτάμιο τέρας ο Αχελώος;

Ποιο ήταν το ποταμιο τέρας Αχελώος που συναντήσαμε στις Τραχινίες του Σοφοκλή; Ποια η τοποθέτηση του Ομήρου γιαυτο; Τι σχέση έχει με τις γνωστές Σειρήνες;




 Ο Αχελώος, γνωστός κι ως Ασπροπόταμος, είναι ο δεύτερος σε μήκος ποταμός της Ελλάδας. Πηγάζει από την οροσειρά της Πίνδου και συγκεκριμένα από το όρος Λάκμος (Περιστέρι), νότια νοτιοδυτικά του Μετσόβουκαι μετά από μια διαδρομή 220 χιλιομέτρων εκβάλλει στο Ιόνιο πέλαγος. Στην μυθολογία ήταν γιος του Ωκεανού και της Τηθύος, πατέρας των Νυμφών και των Σειρήνων, αλλά και προπάτορας όλων των ποταμών. 


Ο Αχελώος απεικονίζεται συνήθως από τη μέση και κάτω σαν ψάρι, γενειοφόρος με κέρατα στο κεφάλι του. Άλλες μορφές του ποτάμιου αυτού θεού ήταν σαν φίδι, σαν ταύρος και σαν ανθρωπόμορφο ον με κεφάλι ταύρου που από τα γένια του έτρεχαν πολλά νερά (ανθρωπομορφίες των όψεων του ποταμού). Το μόνο βέβαιο είναι πως στις περισσότερες μορφές του ο Αχελώος θύμιζε ένα άσχημο τέρας.


Ο Όμηρος τοποθετεί χρονικά τον Αχελώο πριν από τον Ωκεανό, γι’ αυτό και θεωρούσε πώς οι θάλασσες, οι πηγές και τα νερά που πηγάζουν από την γη προέρχονται από αυτόν. Αντίθετα ο Ησίοδος συγκαταλέγει τον Αχελώο στα παιδιά της Τηθύος και του Ωκεανού, στις ποτάμιες θεότητες. 


Ένας ακόμα γνωστός μύθος είναι αυτός της πάλης του ποταμού με τον Ηρακλή για χάρη της Δηιάνειρας. Ο Ηρακλής διεκδικούσε της Δηιάνειρα από τον  μνηστήρα Αχελώο. Για να αποφασίσουν ποιος θα την παντρευτεί, έγινε μάχη και ο ποτάμιος θεός, παρά τις συνεχείς μεταμορφώσεις του, έχασε. Τότε ο Ηρακλής του απέκοψε το δεξί του κέρατο (έκλεισε τη μία εκβολή του ποταμού) και από το αίμα που έρρευσε γεννήθηκαν οι Σειρήνες.


Πηγή: mikropragmata. lifo

Ο Πύργος του Νελ, του Αλέξανδρου Δουμά (πατρός). Ραδιοφωνικό θέατρο

  Αγαπητοί φίλοι απόψε θα σας παρουσιάσω το έργο του Αλεξάνδρου Δουμά (πατρός) "Ο Πύργος του Νελ", ένα έργο που γράφτηκε το 1832, ...