Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Β Παγκόσμιος Πόλεμος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Β Παγκόσμιος Πόλεμος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

30 Απριλίου 1945 Το τέλος του Αδόλφου Χίτλερ

Μετά την αποτυχία της γερμανικής αντεπίθεσης στις Αρδέννες, στα τέλη Δεκεμβρίου 1944 και την εκδήλωση της μεγάλης χειμερινής σοβιετικής επίθεσης στον Βιστούλα, ο Χίτλερ μετέβη στο Βερολίνο, αποφασισμένος να μην εγκαταλείψει την πόλη. Τους τελευταίους μήνες της ζωής του θα τους περνούσε στα 20 μικρά δωμάτια του προσωπικού του καταφυγίου, το οποίο βρισκόταν σε βάθος 17 μέτρων κάτω από τους κήπους της καγκελαρίας.



Παρά τις εκκλήσεις των συνεργατών του να φύγει από την πόλη, προκειμένου να αποφευχθεί μια άσκοπη αιματοχυσία, ο Χίτλερ επέμενε να μείνει. Στις 20 Απριλίου γιόρτασε τα τελευταία του γενέθλια μέσα στο καταφύγιο, και την ίδια στιγμή, η 5η Σοβιετική Στρατιά είχε περικυκλώσει το Βερολίνο.


«Όποιος θέλει, μπορεί να φύγει! Εγώ σκοπεύω να παραμείνω» είχε πει και ήδη από τις προηγούμενες μέρες, οι περισσότεροι υπουργοί και στενοί του συνεργάτες τον είχαν εγκαταλείψει. Στο μεταξύ, ο γερμανός δικτάτορας συνέχιζε να βρίζει τους συμπατριώτες του, χαρακτηρίζοντας τους «ανάξιους του εθνικοσοσιαλισμού».


Εώς και τη νύχτα της 28ης Απριλίου ο γερμανός δικτάτορας ήλπιζε ότι οι μονάδες του αντιστράτηγου Βάλτερ Βενκ θα κατάφερναν να διασπάσουν τον σοβιετικό κλοιό. Το ξημέρωμα της επομένης όμως, διέλυσε και αυτές τις προσδοκίες καθώς η βοή της μάχης ακουγόταν πλέον καθαρά στην καγκελαρία, καθώς οι σοβιετικές μονάδες δεν απείχαν παρά μονάχα 800 μέτρα. Το ίδιο πρωινό έμαθε για την τύχη του Μουσολίνι όπου ο δικτάτορας είχε εκτελεστεί από αντιφασίστες αντάρτες και το πτώμα του είχε κρεμαστεί ανάποδα, σε πλατεία του Μιλάνου.


Τις επόμενες ώρες υπαγόρευσε στις γραμματείς του την «πολιτική» του «διαθήκη». Επρόκειτο για ένα μανιφέστο κατά των «μπολσεβίκων και των Εβραίων», χωρίς καμία διάθεση αυτοκριτικής για το κακό που είχε προξενήσει σε όλο τον κόσμο. Έπειτα νυμφεύτηκε τη σύντροφο του, Εύα Μπράουν, με πολιτικό γάμο, με μάρτυρες τους Μάρτιν Μπόρμαν και Γιόζεφ Γκέμπελς.


Την ίδια νύχτα, ο Χίτλερ χαιρέτησε ένα προς ένα όλα τα μέλη του επιτελείου του, της φρουράς και του υπηρετικού προσωπικού. Το πρωί της 30ης Απριλίου γευμάτισε με τις πιστές του γραμματείς Τράουντλ Γιούνκε και Γκέρντα Κρίστιαν. Στη συνέχεια, αποχαιρέτησε τον Μπόρμαν και το ζεύγος Γκέμπελς.


Λίγο μετά τις 15.00, αποσύρθηκε με τη σύζυγο του στο δωμάτιο τους. Πήραν και οι δύο κάψουλα υδροκυανίου. Ταυτόχρονα, ο Χίτλερ, για να είναι σίγουρος για το αποτέλεσμα, τοποθέτησε στον κρόταφο το πιστόλι του. Στις 15.30 ακούστηκε ένας πυροβολισμός.


Ο δρ Στούμπφεγγερ εξέτασε τα πτώματα και πιστοποίησε τους δύο θανάτους. Οι σοροί του Χίτλερ και της Μπράουν μεταφέρθηκαν στον κήπο της καγκελαρίας και περιλούστηκαν με βενζίνη προκειμένου να καούν. Ωστόσο, η καύση ήταν ατελής, λόγω της μικρής ποσότητας βενζίνης. Όταν οι Σοβιετικοί κατέλαβαν την Καγκελαρία, βρήκαν τις μισοκαμένες σορούς του Χίτλερ και της Εύα Μπράουν.


Τον Ιούνιο του 1945, όλα τα πτώματα θάφτηκαν σε ένα δάσος κοντά στη γερμανική πόλη Ρατενάου. Στην τοποθεσία αυτή δημιουργήθηκε βάση του Σοβιετικού Στρατού. Το 1970, η βάση επρόκειτο να παραδοθεί στις αρχές της Ανατολικής Γερμανίας. Τότε, η ΚGB με τη σύμφωνη γνώμη της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος της ΕΣΣΔ, διέταξε την εκταφή και καταστροφή των υπολειμμάτων των σορών, προκειμένου να μην ανακαλυφθούν και γίνουν τόπος προσκυνήματος για νοσταλγούς του ναζιστικού καθεστώτος. Στις 13 Μαρτίου 1970, οι σοροί αποτεφρώθηκαν από πράκτορες της KGB, οι οποίοι εν συνεχεία σκόρπισαν τις στάχτες στον ποταμό Μπίντεριτς.


Η αυτοκτονία του Χίτλερ και της Μπράουν έθεσε τέλος στη διεθνή ανησυχία και τον τρόμο που είχαν προκαλέσει για πολλά χρόνια.

Ήταν το τέλος μιας εποχής βίας, φανατισμού και καταπίεσης που είχε προκαλέσει ανείπωτο πόνο και καταστροφή σε όλη την Ευρώπη και πέραν αυτής.


Πηγή:

Βερολίνο : Η πτώση 1945

Του Antony Beevor.

Ο Jürgen Stroop .

 Ο Jürgen Stroop γεννήθηκε στο Ντέτμολντ στις 26 Σεπτεμβρίου 1895.



 Με την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου κατατάχθηκε εθελοντικά στον Γερμανικό Στρατό. Με τη λήξη του πολέμου είχε τον βαθμό του λοχία, αποστρατεύθηκε και επέστρεψε στην εργασία του. Ο Stroop έγινε μέλος του NSDAP το 1932 και εντάχθηκε στην SS. Το 1933 ονομάστηκε αρχηγός της Βοηθητικής Αστυνομίας.

Μετά την εισβολή και την κατάρρευση της Πολωνίας υπηρέτησε ως διοικητής της SS στο Γκνέζεν. Ο Stroop ηγήθηκε τον Απρίλιο 1943 της εξ ολοκλήρου καταστροφής του Γκέτο της Βαρσοβίας και της εξόντωσης των διαμενόντων σε αυτό ή της μεταφοράς στους σε Στρατόπεδα Συγκεντρώσεως.

Ο Stroop μετά την καταστροφή του Γκέτο της Βαρσοβίας στάλθηκε στην Αθήνα (8 Σεπτεμβρίου 1943) για να οργανώσει την εκεί Γκεστάπο. Ο Stroop προσπάθησε να επεκτείνει τις αρμοδιότητές του στον αγώνα εναντίον των ανταρτών και να παρέμβει στις δραστηριότητες του Χέρμαν Νοϊμπάχερ, τον οποίο μέμφθηκε για τον τρόπο που χειριζόταν τους Έλληνες πολιτικούς. Η προκλητική στάση του και έλλειψη πολιτικής αβρότητας οδήγησαν στην ανάκληση του στις 4 Οκτωβρίου και στον διορισμό του αντικαταστάτη του Βάλτερ Σιμάνα. Κατά τη διάρκεια της θητείας του Stroop στην Ελλάδα, εστάλησαν στην Πολωνία πάνω από 10.000 Ελληνοεβραίοι, οι περισσότεροι από τους οποίους θανατώθηκαν στο στρατόπεδο του Άουσβιτς.

Ο Stroop παρέμεινε επικεφαλής της Αστυνομίας στην περιοχή του Ρήνου μέχρι το τέλος του Πολέμου. Συνελήφθη από τις δυνάμεις των Συμμάχων και δικάσθηκε από το Στρατοδικείο που συστάθηκε για το Νταχάου και καταδικάσθηκε σε θάνατο για τους φόνους των πληρωμάτων αμερικανικών αεροσκαφών που καταρρίφθηκαν στην περιοχή του.

Η ποινή δεν εκτελέσθηκε, επειδή είχε ζητηθεί η έκδοσή του στην Πολωνία για να δικασθεί για τη σφαγή στο γκέτο της Βαρσοβίας. Στη δίκη που πραγματοποιήθηκε εκεί το δικαστήριο τον έκρινε ένοχο και τον καταδίκασε σε θάνατο. Η ποινή εκτελέσθηκε με απαγχονισμό στις 6 Μαρτίου 1952.  

Το Μπάμπι Γιαρ

 Μπάμπι Γιάρ (Babi Yar, ουκραν. Бабин Яр, Μπάμπι Γιαρ, σε ελληνική μετάφραση σημαίνει «Φαράγγι της Γιαγιάς») είναι το όνομα χαράδρας στο Βορειοδυτικό άκρο της πρωτεύουσας της Ουκρανίας Κιέβου. Το Μπάμπι Γιάρ είναι ιστορικά συνδεδεμένο με εκτελέσεις, κυρίως Εβραίων Σοβιετικών πολιτών κατά τη διάρκεια της Ναζιστικής κατοχής της Ουκρανίας.



 Το Κίεβο καταλήφθηκε από στρατεύματα της Γερμανικής 6ης Στρατιάς στις 19 Σεπτεμβρίου 1941. Η πόλη είχε τότε περίπου 900.000 κατοίκους, από τους οποίους 150.000 ως 200.000 ήταν Εβραίοι. Οι Σοβιετικοί, μη θέλοντας να εγκαταλείψουν τις βιομηχανικές εγκαταστάσεις της χώρας τους στις δυνάμεις του Χίτλερ, τις αποσυναρμολόγησαν και τις μετέφεραν σε περιοχές κοντά στα Ουράλια όρη. Μαζί με τις βιομηχανίες που απομάκρυναν, ήταν και το ειδικευμένο προσωπικό που τις επάνδρωνε. Ανάμεσα στο προσωπικό αυτό ήταν και ανεξακρίβωτος αριθμός Εβραίων (από 30.000 έως 100.000) από το Κίεβο. Οι υπόλοιποι παρέμειναν στην πόλη, καθώς έλειπαν τελείως τα μεταφορικά μέσα, ενώ οι Γερμανοί απαγόρευσαν κάθε μετακίνηση πληθυσμού.

Στις 23 Σεπτεμβρίου έγινε σαμποτάζ στην πόλη, πιθανότατα από άνδρες της NKVD (Νι-Κα-Βε-Ντέ), της μυστικής υπηρεσίας του σταλινικού καθεστώτος: Εξερράγησαν αρκετές βόμβες, οι οποίες κατέστρεψαν επιταγμένα κτίρια, ανάμεσα στα οποία το αρχηγείο των Γερμανικών στρατευμάτων και το ξενοδοχείο Κοντινένταλ, κατάλυμα των ανώτερων Γερμανών αξιωματικών, ενώ καταστράφηκε και ένα τμήμα της πόλης. Ακολούθησε πυρκαγιά και κατά τη διάρκεια των προσπαθειών κατάσβεσης της συνελήφθη ένας Εβραίος, ο οποίος έκοψε μια από τις μάνικες εκτόξευσης νερού και ο οποίος εκτελέσθηκε επί τόπου.

Αν και οι Εβραίοι είχαν ήδη αρχίσει να υφίστανται διώξεις από τις γερμανικές δυνάμεις κατοχής, το γεγονός αποτέλεσε την αφορμή για την εξολόθρευση ολόκληρου του εβραϊκού πληθυσμού της πόλης. Στις 26 Σεπτεμβρίου 1941 η αποστολή εξόντωσης ανατέθηκε στο Ζόντερκομμάντο (Sonderkommando) 4a, υπό τις διαταγές του Συνταγματάρχη των SS (SS-Standartenführer) Πάουλ Μπλόμπελ (Paul Blobel). Στις 28 Σεπτεμβρίου μια ανακοίνωση των δυνάμεων κατοχής κάλεσε όλο τον εβραϊκό πληθυσμό της πόλης να συγκεντρωθεί σε ένα πλατύ σταυροδρόμι στις 8 το πρωί της επομένης, 29ης Σεπτεμβρίου. Στην ανακοίνωση οι Εβραίοι καλούνταν να έχουν μαζί τους όλα τα χαρτιά τους, ζεστά ρούχα και εσώρουχα, καθώς και όλα τα φορητά πολύτιμα αντικείμενά τους. Όποιος συλλαμβανόταν σε διαφορετικό μέρος θα εκτελούνταν επί τόπου, ενώ το ίδιο θα συνέβαινε και με όποιον μη Εβραίο παρείχε καταφύγιο ή τρόπο διαφυγής σε Εβραίο. 

Η φήμη που κυκλοφόρησε ανάμεσα στους Εβραίους ήταν ότι θα μεταφέρονταν σε στρατόπεδο εργασίας στη Γερμανία. Όταν συγκεντρώθηκαν όλοι, άρχισε η πορεία, σε ομάδες των 100 ατόμων, προς τη χαράδρα Μπάμπι Γιαρ, κοντά στην οποία υπήρχε και εβραϊκό νεκροταφείο. Οι Εβραίοι επιτηρούνταν από ομάδες των SS, των SD και ουκρανικής αστυνομίας. Για μεγαλύτερη ασφάλεια, η χαράδρα είχε περιφραχτεί με συρματόπλεγμα, ενώ υπήρχε και τριπλός κύκλος ασφάλειας από ενόπλους. Μόλις έφθαναν, οι Εβραίοι διατάσσονταν να γδυθούν και να τακτοποιήσουν τα ρούχα και τα υπάρχοντά τους και, στη συνέχεια, σε ομάδες των 10 ατόμων, οδηγούνταν στο άκρο της χαράδρας, όπου και εκτελούνταν με πυρά αυτόματων όπλων και πολυβόλων. Η σφαγή διήρκεσε τέσσερα (κατ' άλλους δύο)[1] ολόκληρα εικοσιτετράωρα, μέχρι τις 3 Οκτωβρίου. Ο αριθμός των εκτελεσθέντων υπολογίζεται σε περίπου 35.000 σύμφωνα με το Ίδρυμα Σίμον Βίζενταλ[2].

Η χαράδρα, ωστόσο, εξακολούθησε να αποτελεί τόπο εκτέλεσης τόσο για Σίντε και Ρομά, όσο και για σοβιετικούς αιχμαλώτους πολέμου. Σύμφωνα με έρευνες των Σοβιετικών, υπολογίζεται ότι στη χαράδρα αυτή εκτελέσθηκαν συνολικά περίπου 100.000 άτομα[3].

Τον Ιούλιο του 1943 ο Μπλόμπελ, που είχε φύγει από το Κίεβο, επέστρεψε εκεί λόγω της προοπτικής εκκένωσης της πόλης και τον Αύγουστο, με ειδικά συγκροτημένες ομάδες (συμμετείχαν και Εβραίοι), άρχισε την εκταφή και την καύση των πτωμάτων, με σκοπό να εξαλείψει τα ίχνη των εγκληματικών αυτών εκτελέσεων. Χρειάστηκαν έξι περίπου εβδομάδες για την ολοκλήρωση της μακάβριας αυτής εργασίας.

Το 1976 ανεγέρθηκε μνημείο για να θυμίζει τις ωμότητες που διαπράχθηκαν στο Μπάμπι Γιαρ. Για πολιτικούς λόγους αρχικά δεν αναφέρονταν ως εκτελεσθέντες Εβραίοι, η «παράλειψη» όμως αυτή επανορθώθηκε δεκαπέντε χρόνια αργότερα με την ανέγερση νέου μνημείου.

Αναφορές στην Τέχνη

Επεξεργασία

Ο Γεβγκένι Γεφτουσένκο (Yevgeni Yeftusenko) έγραψε ένα ποίημα με αφορμή τα γεγονότα του Μπάμπι Γιάρ. Ο Ντμίτρι Σοστακόβιτς τιτλοφόρησε τη 13η Συμφωνία του «Μπάμπι Γιάρ», περιλαμβάνοντας σε αυτή μελοποιημένο το ποίημα του Γιεφτουσένκο.

Πηγές

Επεξεργασία

↑ Jewish Virtual Library

↑ Ίδρυμα Σίμον Βίζενταλ[νεκρός σύνδεσμος]

↑ Aktion Reinhard Camps Βικπαιδια

Η καθημερινή ζωή στην κατοχή.

 Η «Καθημερινή Ζωή στην Κατοχή» αποτελεί ένα εκπαιδευτικό σενάριο που σε επίπεδο περιεχομένου επιδιώκει την ανάδειξη αθέατων και συχνά αντιφατικών όψεων της καθημερινότητας μέσα στον ζόφο της Κατοχής. Σε επίπεδο διδακτικής προσέγγισης είναι επιθυμητό να αποτελέσει ελκυστικό ερέθισμα για τους μαθητές και τις μαθήτριες ώστε να προβληματιστούν για το τι είναι σημαντικό για τους ίδιους/ες στο μάθημα της Ιστορίας, εστιασμένοι στην περίοδο 1940-1944, για το αν η Ιστορία είναι μια απλή σειρά γεγονότων, μόνο, για το πώς αλληλεπιδρούν ιδεολογίες, θεσμοί με τα κίνητρα και τις πράξεις των ανθρώπων, ή για το αν μπορούμε να ερμηνεύσουμε τις δράσεις των ανθρώπων με βάση την εμπειρία του παρόντος και σε ποιο βαθμό μπορούμε να διατυπώνουμε κρίσεις για πράξεις και επιλογές των ανθρώπων στο παρελθόν .



Σε αυτό το εκπαιδευτικό σενάριο επιχειρείται με αφετηρία και υφάδι τις προφορικές μαρτυρίες δύο μεγάλων λογοτεχνών, της Άλκης Ζέη και του Τίτου Πατρίκιου, οι μαθητές  καλούνται να βρουν τη δική τους άκρη του νήματος,  προκειμένου να συνομιλήσουν με  ποικίλες  όψεις  του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου στην Ελλάδα της Κατοχής και να τις εντάξουν στη «μεγάλη εικόνα» του ιστορικού γίγνεσθαι. Κυρίως όμως, επιδιώκεται να αφουγκραστούν τη φωνή,  την ανάσα, τα ίχνη των ανθρώπων που προσπαθούν να επιβιώσουν μέσα στον τρόμο, την οδύνη, την πείνα, τον θάνατο, συχνά με αντιφατικούς τρόπους ως προς το τι είναι νόμιμο, τι παράνομο και τι ηθικό απέναντι στη νέα πολιτική, οικονομική και κοινωνική τάξη πραγμάτων, για τη διεκδίκηση της προσωπικής και εθνικής αξιοπρέπειας στη νέα καθημερινότητα.

Τα δύο κεφάλαια ακολουθούν την πορεία της ζωής των δύο αφηγητών μας και αρθρώνονται με βάση ορισμένες περιόδους της ζωής τους  από την παιδική τους ηλικία, τη σχολική και νεανική τους ζωή την εποχή της μεταξικής δικτατορίας, την έναρξη του ελληνοϊταλικού πολέμου, την Κατοχή μέχρι την Απελευθέρωση.

Η διδακτική αυτή πρόταση λαμβάνει υπόψη και επιχειρεί να συγκεράσει στοιχεία  μεθοδολογίας της επιστήμης της Ιστορίας και της Διδακτικής της, αλλά και τα πλεονεκτήματα που μας δίνει η Προφορική Ιστορία, όπως τη βιωμένη εμπειρία, τη ζωντάνια των αφηγήσεων, την οπτική των αφηγητών μας, τις αποχρώσεις του χαρακτήρα τους, μνήμες γεγονότων, αισθήσεων και συναισθημάτων που έζησαν τότε, τι σκέφτονται γι όλα αυτά σήμερα, όπως λέει χαρακτηριστικά ο Τίτος Πατρίκιος «η φωνή αυτή ακούγεται ακόμα στ΄αυτιά μου «Πεινάω, πεινάω κυρίες μου, πεινάω». Παράλληλα, η αξιοποίηση των ψηφιακών εργαλείων της εκπαιδευτικής πλατφόρμας για την υλοποίηση ερευνητικών και δημιουργικών δραστηριοτήτων με ατομικές ή ομαδικές εργασίες στοχεύουν στην ενεργοποίηση διαφορετικών τύπων νοημοσύνης και τρόπων  οικοδόμησης της γνώσης με βάση τις σύγχρονες θεωρίες της Παιδαγωγικής. Σε κάθε περίπτωση, βασικοί διδακτικοί στόχοι που ευελπιστούμε να επιτευχθούν κατά το δυνατόν μέσα από την υλοποίηση ολόκληρου ή πτυχών του εκπαιδευτικού σεναρίου και την αξιοποίηση του υλικού που υπάρχει στην εκπαιδευτική πλατφόρμα (οι δύο συνεντεύξεις σε μορφή βίντεο, ποικιλόμορφες και πολυτροπικές πηγές, όπως: αρχειακό υλικό, έγγραφα, φωτογραφίες, τραγούδια, βίντεο, εικαστικές αναπαραστάσεις, ψηφιακές βάσεις δεδομένων, κ.ά.) είναι η καλλιέργεια της κριτικής-ιστορικής σκέψης, η ανάπτυξη ενσυναισθητικών δεξιοτήτων, η ενδυνάμωση των αξιών της δημοκρατίας και του ανθρωπισμού με μεθοδολογία που εστιάζει στη βιωματική, διερευνητική, πολυπρισματική προσέγγιση και ευελπιστεί να αγγίξει όλους και καθέναν ξεχωριστά από τους μαθητές και τις μαθήτριές μας που θα έρθουν σε επαφή με αυτή την προσπάθεια.

Πιο συγκεκριμένα:

Οι βασικοί θεματικοί άξονες των δραστηριοτήτων που διατρέχουν και τα δύο κεφάλαια,  είναι:

  • Γνωριμία με την αφηγήτρια και τον αφηγητή. Επισκόπηση της ζωής τους στο σύνολό της με αξιοποίηση των Βιογραφικών Στοιχείων που υπάρχουν σε μορφή Bio-map και αναλυτικού βιογραφικού σημειώματος, φωτογραφιών από το Αρχείο, συνεντεύξεών τους κ.ά.
  • Τα παιδικά και σχολικά τους χρόνια και πως συνομιλούν με την καθημερινή ζωή στο μεταξικό καθεστώς, την υποχρεωτική συμμετοχή των πληροφορητών μας στην ΕΟΝ.  Ακόμη,  η σταδιακή ανάδειξη στοιχείων του χαρακτήρα τους μέχρι την έναρξη του ελληνοϊταλικού πολέμου, η ζωή με βάση τις οδηγίες πολιτικής προστασίας, την αεράμυνα και τα καταφύγια για τους βομβαρδισμούς, την «πεποίθηση ότι στο τέλος θα νικήσουμε», όπως αφηγείται ο Τίτος Πατρίκιος και την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα με τον τρόμο που συνεπιφέρει.
  • Ο Κατοχικός Λιμός – Η Μαύρη Αγορά (Θάνατοι, Συσσίτια, Πληθωρισμός, ελλείψεις ειδών πρώτης ανάγκης). Η Άλκη κι ο Τίτος, μικρά παιδιά βλέπουν πηγαίνοντας σχολείο τους ανθρώπους πεσμένους στον δρόμο από την πείνα και η μικρή Άλκη σκέφτεται φωναχτά, πόσο θα ήθελε «να την πάρει (για) γάτα» η γειτόνισσα, όταν βλέπει τη γάτα να τρώει κοτόπουλο, ενώ οι γονείς της πούλησαν το πιάνο  για να της εξασφαλίσουν κι εκείνης ένα για να δυναμώσει, καθώς ήταν βαριά άρρωστη… Κι είναι η πρώτη φορά που βλέπει τον πατέρα της να κλαίει…

Η Πείνα της Κατοχής αποτελεί εξέχουσα θεματική που αναδεικνύεται τόσο από τις συνεντεύξεις, όσο και από πολυδιάστατες,  πολυτροπικές, πρωτογενείς και δευτερογενείς πηγές. Αναζητούνται τα αίτια του λιμού, αλλά παράλληλα οι συνέπειες και οι εκφάνσεις του σε όλες τις πλευρές της καθημερινότητας: δημογραφικές, κοινωνικές, οικονομικές, ηθικές, πολιτισμικές, πρακτικές, προσωπικές. Εκείνον τον φοβερό χειμώνα του 1941-42 δεκάδες χιλιάδες θάνατοι από την πείνα σημειώνονται, κυρίως στις πόλεις, όμως παράλληλα, κάποιοι πλουτίζουν με τον θάνατο των άλλων. Από τη μια μεριά έχουμε αυτούς που συντάσσονται με τον κατακτητή, ντόπιοι συνεργάτες, μαυραγορίτες που θησαυρίζουν, κάποιοι λιγότερο ισχυροί, φτωχοδιάβολοι που αγωνίζονται να πλουτίσουν ακόμη και σε βάρος του φίλου και του αδελφού. Από την άλλη όμως υπάρχουν κι εκείνοι που προσπαθούν να αντισταθούν αθόρυβα μέσα στην καθημερινότητά τους, να διατηρήσουν τη δική τους άποψη για την αξιοπρέπεια που αντιβαίνει στους νόμους και στις διαταγές του ναζιστικού καθεστώτος και της  «δοτής» κυβέρνησης.  Και η πρώτη πράξη αντίστασης, είναι ακριβώς αυτό: να κρατηθούν στη ζωή. Η ανυπακοή σε ό, τι προσπαθεί να επιβάλει ο κατακτητής, η άρνηση να πεθάνουν από την πείνα για να συνεχίσουν να αγωνίζονται 3.

  • Αυτή η διάσταση που κατεξοχήν υπογραμμίζεται είναι το γεγονός ότι η πείνα της Κατοχής έδωσε μεγάλη ώθηση όχι μόνο στο παράνομο εμπόριο, τον πληθωρισμό, τη μαύρη αγορά, αλλά κυρίως στη γέννηση και γιγάντωση της Αντίστασης. Λέει η Άλκη Ζέη: «…το πρώτο πράγμα, πρώτο σύνθημα …που γράψαμε στον τοίχο, δεν ήταν ούτε «Κάτω οι κατακτητές», ούτε «Ελευθερία». Αλλά γράφαμε «Ψωμί και συσσίτιο» κάτι πολύ έξυπνο που έκαναν τότε οι οργανώσεις… κι ήτανε το πρώτο θέμα, να σωθούμε απ΄την πείνα και  ύστερα ήρθανε τα άλλα, πώς θα δουλέψουμε… για να απελευθερωθούμε». Ενώ ο Τίτος Πατρίκιος εκφράζει την άποψη «Ήτανε ως φαινόμενο κά(τι) που έπρεπε να το καταγγείλουμε και να πούμε ότι αυτό …δεν ήταν τυχαίο, έγινε για να εξοντωθεί ο κόσμος. Ήτανε μια μορφή ας πούμε μικρής γενοκτονίας».
  • Η πρώτη πράξη Αντίστασης, το κατέβασμα από την Ακρόπολη της ναζιστικής σβάστικας, όπως περιγράφεται  από τους δύο αφηγητές μας, αλλά και από τον ίδιο τον Μανώλη Γλέζο en σε απόσπασμα συνέντευξης που είχε παραχωρήσει στο Αρχείο
  • Η Αντίσταση της Καθημερινής Ζωής (συγκεντρώσεις παραλλαγής – πάρτυ, μαθήματα γαλλικών-, μεταφορά υλικού για την αντίσταση, συνθήματα στους τοίχους, διαδηλώσεις, απεργίες, ο ρόλος του θεάτρου στην αντίσταση, κ.ά.) αποτελεί μια άλλη πολύ σημαντική διάσταση της Κατοχής.

Και οι δυο αφηγητές μας συμμετείχαν μέσα από την οικογένεια ή μέσα από την ΕΠΟΝ σε αντιστασιακές δράσεις στις παρυφές ή στη δήθεν «κανονικότητα» της καθημερινής ζωής. Ενδεικτικά, η μητέρα της Άλκης Ζέη, καθώς ήταν πολύ κομψή «κανείς δεν την υποπτεύθηκε ποτέ. Γύριζε με την τσάντα της και είχε μέσα ποιος ξέρει τι της είχε δώσει η Διδώ (Σωτηρίου) να μεταφέρει», μας λέει η συγγραφέας.

  • Τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς στην Κατοχή. Σ΄αυτή την ομάδα δραστηριοτήτων αξιοποιείται κι ένα μικρό απόσπασμα από τη συνέντευξη του Ζοζέφ Κοέν6 που μας δίνει πληροφορίες για τα γκαζοζέν. Στην Κατοχή οι επιτάξεις, η δέσμευση των υγρών καυσίμων και η νόθευση των υπαρχόντων οδήγησαν σε τεράστιο πρόβλημα στις μετακινήσεις και τις μεταφορές. Ο κόσμος μετακινείται κυρίως με τα πόδια, οι ουρές στις στάσεις ήταν σύνηθες φαινόμενο, όπως και η υπερφόρτωση των μέσων μεταφοράς.
  • Η Πνευματική και Πολιτιστική ζωή στην Κατοχή – Διασκέδαση και Ψυχαγωγία: Εδώ επιχειρείται να αναδειχτούν οι διαφορετικές όψεις τόσο του θεάτρου, όσο και της λογοτεχνίας. Από τη μια πλευρά, σύμφωνα και με τους δύο αφηγητές, υπήρξε «μια πολιτιστική δραστηριότητα χωρίς προηγούμενο», όπως λέει χαρακτηριστικά ο Τίτος Πατρίκιος, ενώ παρουσιάζεται κι ο ρόλος του θεάτρου στην αντίσταση των πόλεων, καθώς προσπαθούσαν να ξεγελάσουν τη λογοκρισία. «Άλλαζαν τα ονόματα, βάζανε ισπανικά και γράφανε… άλλαζαν τον συγγραφέα ότι ήταν Ισπανός και πέρναγε…», αφηγείται η Άλκη Ζέη. Κάπου εδώ αναδύεται και η έναρξη της συγγραφικής δραστηριότητας των δύο αφηγητών. Από την άλλη πλευρά όμως, υπήρχαν και χώροι  διασκέδασης των κατακτητών και των ντόπιων συνεργατών τους, και της προβολής  ανώδυνων και ανάλαφρων θεαμάτων.
  • Η ημέρα της Απελευθέρωσης της Αθήνας, οι τρελοί πανηγυρισμοί και ο τρόπος, που τη βίωσαν οι δυο πρωταγωνιστές του σεναρίου μας, αλλά και οι οιωνοί του άμεσα επερχόμενου δράματος του Εμφυλίου.
  • Η έκφραση εκ μέρους των δύο αφηγητών συλλογισμών και ιδεών τους για την Κατοχή και τη σύγχρονη Δημοκρατία αποτελούν έναυσμα προβληματισμού, από το παρελθόν για στο παρόν. Οι προτεινόμενες αναστοχαστικές δραστηριότητες επιδιώκουν την καλλιέργεια της κριτικής σκέψης, καθώς και την ενδυνάμωση στάσεων και αξιών ενεργού πολιτειότητας στους μαθητές.
  • Τέλος, στη φάση των μεταγνωστικών δραστηριοτήτων επιδιώκεται να «συνομιλήσουν» οι δύο πρωταγωνιστές μας μέσα από τα μάτια και τη δημιουργική φαντασία των παιδιών, πάντα όμως με βάση το ιστορικοποιημένο πλαίσιο, τα πλούσια στοιχεία που παρέχουν οι συνεντεύξεις, καθώς και τα αρχειακά τεκμήρια, οι πρωτογενείς, δευτερογενείς, πολυτροπικές και ποικιλόμορφες πηγές του υλικού που παρέχεται. Οι δραστηριότητες αυτές έχουν ως στόχο την καλλιέργεια ενσυναισθητικών δεξιοτήτων και δημιουργικής σκέψης μέσα από την κατάθεση αναπαραστάσεων της προσωπικής έκφρασης και προβληματισμών των παιδιών για το σήμερα και το αύριο.

Αντί επιλόγου, παραθέτουμε τα λόγια των πρωταγωνιστών αυτού του εκπαιδευτικού σεναρίου για την Καθημερινή Ζωή στην Κατοχή

Άλκη Ζέη:  «Απ΄τη μια …ήτανε η πείνα, η φρίκη, ο φόβος. Κι απ΄την άλλη, όμως, η ανάταση, η ελπίδα ότι κάτι όμορφο θα συμβεί μετά»

Τίτος Πατρίκιος: «έβραζε ένα καζάνι, αλλά δεν ήτανε μόνο τα αρνητικά. Και κυρίως ήτανε η πεποίθηση όχι απλώς στη νίκη, αλλά ότι θα έχουμε έναν καλύτερο κόσμο».

 Ενδεικτική Βιβλιογραφία – Δικτυογραφία
  1. Λούκος, Χ. (2007). Η πείνα στην Κατοχή. Δημογραφικές και κοινωνικές διαστάσεις. Στο Χ. Χατζηιωσήφ, Π. Παπαστρατής (επιμ.) Ιστορία της Ελλάδος του 20ου αιώνα. Β΄Παγκόσμιος Πόλεμος 1940-1945. Κατοχή – Αντίσταση, τ. Γ, μέρος Β. (1η έκδ.) Αθήνα: Βιβλιόραμα. Σελ. 219-261.
  2. Mazower, M. (1994). Στην Ελλάδα του Χίτλερ. Η εμπειρία της Κατοχής (Κ. Κουρεμένος, μτφ.). Αθήνα: Αλεξάνδρεια.
  3. Μαθιόπουλος, Β. (1980). Εικόνες Κατοχής. Φωτογραφικές μαρτυρίες από τα γερμανικά αρχεία για την ηρωική αντίσταση του ελληνικού λαού. Αθήνα: Μετόπη (Διαμοιράστηκε με την εφημερ. Τα Νέα).
  4. Χαραλαμπίδης, Μ. (2012). Η εμπειρία της Κατοχής και της Αντίστασης στην Αθήνα. Αθήνα: Αλεξάνδρεια.
  5. Χατζηιωσήφ, Χ. (2007). Η ελληνική οικονομία πεδίο μάχης και αντίστασης. Στο Χ. Χατζηιωσήφ, Π. Παπαστρατής (επιμ.) Ιστορία της Ελλάδος του 20ου αιώνα. Β΄Παγκόσμιος Πόλεμος 1940-1945. Κατοχή – Αντίσταση, τ. Γ, μέρος Β. (1η έκδ.) Αθήνα: Βιβλιόραμα. Σελ. 181-217.
  6. Μαργαρίτης, Γ. (1999, Απρίλιος 25). Η Αθήνα της Κατοχής. (1999).  Η πόλη στον αγώνα της καθημερινής επιβίωσης. Εφημ. Η Καθημερινή, σελ. 2-7. Διαθέσιμο από box.fu-berlin.de.
  7. Η Αθήνα Ελεύθερη: 12 Οκτωβρίου 1945. Εκπαιδευτικό Υλικό. Ανακτήθηκε 06/06/2020.
  8. Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού. Η Εποχή του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου 1940-1945.  Ανακτήθηκε 06/06/2020.
 Υποσημειώσεις:

[1] Κουνέλη, Ε. (2016). Πώς φτιάχνουμε ένα εκπαιδευτικό σενάριο για τη διδασκαλία του μαθήματος της Ιστορίας. Στην ιστοσελίδα: Η Αθήνα Ελεύθερη: 12 Οκτωβρίου 1945. Εκπαιδευτικό Υλικό. Ανακτήθηκε 05/04/2020.

[2] Στην εκπαιδευτική πλατφόρμα υπάρχουν δύο ταινίες που δημιουργήθηκαν για εκπαιδευτικούς σκοπούς αξιοποιώντας αποσπάσματα από τις συνεντεύξεις της Άλκης Ζέη και του Τίτου Πατρίκιου. Οι συνεντεύξεις υπάρχουν ολόκληρες στο Αρχείο του προγράμματος “Μνήμες από την Κατοχή στην Ελλάδα” (M.O.G.). του Ελεύθερου Πανεπιστημίου του Βερολίνου.

[3] «Κι όταν μιλάμε για αντίσταση, δεν πρέπει να τρέχει ο νους μας μόνο στην ένοπλη πάλη και στον ένοπλο αγώνα στα πολεμικά μέτωπα στα βουνά. Όταν λέμε Εθνική Αντίσταση δεν εννοούμε μόνον εκείνους που συμμετείχαν ενεργητικά στον αγώνα, ή ανήκαν σε αντιστασιακές οργανώσεις,[…] δεν εννοούμε μόνο τους φυλακισμένους, τους ομήρους, τους εκτελεσμένους. Συμπεριλαμβάνουμε όλους όσοι αντιστέκονταν με οποιονδήποτε τρόπο στην κατακτητή. Όλους εκείνους οι οποίοι με την ανυπακοή τους να πειθαρχήσουν  στις εντολές του κατακτητή, με την άρνησή τους, […] δεν υπέκυπταν, αλλά αγωνίζονταν…» Μανώλης Γλέζος.
Γλέζος, Μ. (2006). Εθνική Αντίσταση 1940-1945, τ. Α΄, Αθήνα: Στοχαστής. Σελ. 61-63

[4] Ολόκληρη η συνέντευξη του Μανώλη Γλέζου υπάρχει στο Αρχείο του Προγράμματος “Μνήμες από την Κατοχή στην Ελλάδα” (M.O.G.). Συνέντευξη mog092, 18.12.2017, archive.occupation-memories.org, DOI: 10.17169/mog.mog092, (τελευταία επίσκεψη: 19.06.2020)

[5] Mazower, M. (1994). Στην Ελλάδα του Χίτλερ. Η εμπειρία της Κατοχής. Αθήνα: Αλεξάνδρεια. Σελ. 111-122

[6] Ολόκληρη η συνέντευξη του Ζοζέφ Κοέν υπάρχει στο Αρχείο του Προγράμματος “Μνήμες από την Κατοχή στην Ελλάδα” (M.O.G.). Συνέντευξη mog034, 20.09.2016, archive.occupation-memories.org, DOI: 10.17169/mog.mog034, (τελευταία επίσκεψη: 19.06.2020)

Το νεκροταφείο των αλεξιπτωτιστών.

Arthur Conry
Τόνοι μελάνης έχουν χυθεί για την μάχη της Κρήτης, την σημασία της και των ηρωισμό του ελληνικού πληθυσμού της νήσου, ο οποίος συνέδραμε τις συμμαχικές δυνάμεις στην υπεράσπιση των πατρώων εδαφών.
Πέρα από τις συνέπειες, τα στρατιωτικά ανδραγαθήματα και την σφοδρότητα της σύγκρουσης, η συγκεκριμένη επιχείρηση (Unternehmen Merkur – Επιχείρηση Ερμής) αποκαλύπτει τεράστια -εκατέρωθεν- στρατηγικά λάθη που κόστισαν την ζωή σε χιλιάδες ανθρώπους.

Φωτογραφία: Γερμανοί αλεξιπτωτιστές «γεμίζουν» τον κρητικό ουρανό, ενώ ένα μεταγωγικό Junkers Ju 52, έχοντας πληγεί από τα συμμαχικά αντιαεροπορικά πυρά, παίρνει πορεία προς την συντριβή του στο έδαφος (20/5/1941).


Η γερμανική επίθεση βασίστηκε εξολοκλήρου στην ρίψη αλεξιπτωτιστών και εν γένει στην αεροπορία, κάτι που εκ προοιμίου εμπεριείχε τεράστιο ρίσκο και αποκάλυψε την μεγάλη αλήθεια, πως ο Χίτλερ και οι πλείστοι στρατηγοί του ήταν υπερφίαλοι και είχαν υπερεκτιμήσει τις ικανότητες του στρατού τους, κάτι που πολλάκις τους οδήγησε σε ολέθριες αποφάσεις και στην εκτέλεση παράτολμων επιχειρήσεων. Κι αυτό ακριβώς είναι το στοιχείο που οδήγησε και στην ήττα τους.
Οι υπηρεσίες πληροφοριών των Ναζί απέτυχαν παταγωδώς, καθώς υπολόγιζαν πως το νησί θα υπερασπίζονταν μόλις 5,000 οπλίτες, ενώ στην πραγματικότητα οι στρατιώτες τους έμελλε να αντιμετωπίσουν περίπου 40,000. Επίσης θεωρούσαν εσφαλμένα πως οι κάτοικοι του νησιού δεν θα συμμετείχαν στις επιχειρήσεις και πως οι ίδιοι θα αντιμετωπίζονταν ως απελευθερωτές, λόγω των αντιμοναρχικών πεποιθήσεων των Κρητών. Το πλέον τραγικό σφάλμα ήταν πως οι αλεξιπτωτιστές ρίχτηκαν από τα μεταγωγικά χωρίς βαρύ οπλισμό (αυτός βρισκόταν σε ειδικά κιβώτια που επίσης ρίχτηκαν με αλεξίπτωτα), με αποτέλεσμα, μόλις προσγειώνονταν, να πρέπει να επιβιώσουν με ένα περίστροφο και το στρατιωτικό μαχαίρι τους (δια του λόγου το αληθές, από τους πρώτους 600 Γερμανούς αλεξιπτωτιστές οι 400 σκοτώθηκαν σχεδόν αμέσως).
Από την άλλη οι Σύμμαχοι, ενώ γνώριζαν μέρες πριν για την γερμανική επιχείρηση, δεν φρόντισαν να εκμεταλλευτούν την μορφολογία του εδάφους, όπως επίσης και το τεράστιο πλεονέκτημα που έχει ο αμυνόμενος σε μια επίθεση που βασίζεται στην ρίψη αλεξιπτωτιστών. Τραγικά ήταν και τα λάθη που έγιναν στον τομέα των επικοινωνιών, αφού ο συντονισμός μεταξύ των δυνάμεων ήταν προβληματικός και ίσως και ο βασικότερος λόγος που οδήγησε στην ήττα. Εάν δούμε ψυχρά την μάχη της Κρήτης, χωρίς υπερβολή πρόκειται για μία τεράστια νίκη του ναζιστικού στρατού, καθώς μπόρεσαν να καταβάλουν έναν υπερδιπλάσιο αντίπαλο σε μέγεθος.


Η μεταχείριση των Γερμανών αλεξιπτωτιστών είναι ένα ζήτημα που προκαλεί μέχρι σήμερα συζητήσεις. Πολλά πτώματα βρέθηκαν κακοποιημένα σε αρρωστημένο βαθμό (κομμένα γεννητικά όργανα, διαμελισμοί, εξορυγμένοι οφθαλμοί) κάτι που προκάλεσε την οργή και το μένος των Γερμανών και οδήγησε σε θηριωδίες κατά του άμαχου πληθυσμού. Η αλήθεια είναι πως μάλλον οι ακρότητες αυτές δεν διαπράχθηκαν από Έλληνες (χωρίς βέβαια να αποκλείεται κάποιοι όντως να σκύλευσαν τους νεκρούς) αλλά από τους Māori, οι οποίοι υπηρετούσαν στον στρατό της Νέας Ζηλανδίας (πρόκειται για τους ιθαγενείς που χορεύουν τον δημοφιλή πολεμικό χορό haka) και είχαν στην κουλτούρα τους την κακοποίηση των νεκρών εχθρών.
Η ειρωνεία είναι πως ενώ ο Χίτλερ, λόγω των βαρύτατων απωλειών, απαγόρευσε τέτοιου είδους μελλοντικές επιχειρήσεις, οι Σύμμαχοι εντυπωσιάστηκαν τόσο πολύ από τους Γερμανούς αλεξιπτωτιστές που ξεκίνησαν ειδικά προγράμματα συγκρότησης κι εκπαίδευσης αντίστοιχων σωμάτων.

Η μάχη της Γαλλίας (1940)

 Η Mάχη της Γαλλίας, γνωστή και ως Πτώση της Γαλλίας, αναφέρεται στη γερμανική εισβολή (10 Μαΐου - 25 Ιουνίου 1940) στη Γαλλία και τις Κάτω Χώρες κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Στις έξι εβδομάδες από τις 10 Μαΐου 1940 οι γερμανικές δυνάμεις νίκησαν τις συμμαχικές δυνάμεις με ταχύτατες στρατιωτικές επιχειρήσεις και κατέκτησαν τη Γαλλία, το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο και την Ολλανδία. Η Ιταλία εισήλθε στον πόλεμο στις 10 Ιουνίου 1940, εισβάλλοντας στις Άλπεις, αλλά η πραγματική μάχη ουσιαστικά είχε κριθεί μέχρι τις 15 Μαΐου, μετά τη διάσπαση του γαλλικού αμυντικού συστήματος, κατά την οποία και δημιουργήθηκε θύλακας 160 χλμ. μεταξύ Ναμύρ και Σεντάν. Οι Γερμανοί χρησιμοποίησαν και εδώ, όπως και στην Πολωνία, την τακτική του κεραυνοβόλου πολέμου (Blitzkrieg), με ταυτόχρονη επίθεση από τις μηχανοκίνητες μεραρχίες και σφοδρούς βομβαρδισμούς από την αεροπορία.



Σχέδια πολέμου


ΤΟ ΓΕΡΜΑΝΙΚΌ ΣΧΈΔΙΟ

Η εισβολή αποτελούνταν από δύο κύριες επιχειρήσεις:

• Στη "Fall Gelb" (Επιχείρηση Kίτρινο) οι γερμανικές θωρακισμένες μονάδες θα εισέβαλαν από τις Αρδέννες και στη συνέχεια κατά μήκος της κοιλάδας του Σομ, κόβοντας στα δύο τις συμμαχικές δυνάμεις: σε αυτές που προχώρησαν στο Βέλγιο για να βοηθήσουν τον Βελγικό Στρατό και σε αυτές που υποχωρώντας οργανώθηκαν πίσω από τον Σομ. Οι πρώτες κυκλώθηκαν στη Δουνκέρκη, από όπου μεγάλο μέρος τους κατάφερε, εγκαταλείποντας το σύνολο του οπλισμού, να διαφύγει στη Μεγάλη Βρετανία. Οι δεύτερες έδωσαν την τελευταία μάχη της Γαλλίας στον ποταμό Σομ.ο Συμμαχικό σχέδιο

Οι Γάλλοι βασίζονταν στην οχυρωματική Γραμμή Μαζινό κατά μήκος των συνόρων τους με τη Γερμανία. Το σχέδιο των Συμμάχων προέβλεπε την προώθηση των συμμαχικών δυνάμεων από τα σύνορα μεταξύ Γαλλίας και Βελγίου με προορισμό τον ποταμό Ντέιλε (αμυντική γραμμή Ζιβέ – Ναμύρ – ποταμός Ντέιλε – Αμβέρσα), μόλις θα εκδηλωνόταν η γερμανική επίθεση. Ο αρχιστράτηγος Γκαμελέν προέβλεπε την ταχύτατη προέλαση της 7ης Γαλλικής Στρατιάς ως την ολλανδική πόλη Μπρέντα για να ενωθεί με τους Ολλανδούς και να παρατάξουν κοινή άμυνα, σε περίπτωση που οι τελευταίοι δέχονταν επίθεση.

Το Βρετανικό Εκστρατευτικό Σώμα (British Expeditionary Force – BEF) άρχισε να καταφθάνει στη Γαλλία στα μέσα Σεπτεμβρίου του 1939 και ολοκλήρωσε την άφιξη του τον Μάρτιο του 1940.


ΤΟ ΣΧΈΔΙΟ ΜΆΝΣΤΑΪΝ

Ο Έριχ φον Μάνσταϊν διατύπωσε το νέο σχέδιο στο Κόμπλεντς. Ο Χάιντς Γκουντέριαν κλήθηκε να συνεισφέρει σε αυτό και κατά τη διάρκεια άτυπων συζητήσεων πρότεινε μια ριζοσπαστική ιδέα. Τα περισσότερα από τα άρματα μάχης θα έπρεπε να συγκεντρωθούν στο Σεντάν. Αυτή η συγκέντρωση των δυνάμεων έπρεπε να προχωρήσει προς τα δυτικά, προς τη Μάγχη, χωρίς να περιμένει το κύριο σώμα των δυνάμεων πεζικού. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε στρατηγική κατάρρευση του εχθρού.[17][18]

Ένας τέτοιος επικίν υνος ελιγμός είχε συζητηθεί ευρέως στη Γερμανία πριν τον πόλεμο, αλλά το γερμανικό Γενικό Επιτελείο (ΟΚΗ) αμφέβαλε για τη δυνατότητα επιτυχούς εκτέλεσής του.[19] Το σχέδιο του Mάνσταϊν κέρδισε την άμεση υποστήριξη του Γκουντέριαν, ο οποίος γνώριζε τις εδαφικές συνθήκες, έχοντας πολεμήσει στον γερμανικό στρατό το 1914 και το 1918. [20]Ο Mάνσταϊν έγραψε το πρώτο του υπόμνημα, όπου περιέγραφε το εναλλακτικό σχέδιο στις 31 Οκτωβρίου. Έξι άλλα υπομνήματα ακολούθησαν μεταξύ 31 Οκτωβρίου 1939 και 12 Ιανουαρίου 1940. Το καθένα γινόταν και πιο ριζοσπαστικό, αλλά όλα απορρίφθηκαν από την ΟΚΗ και τίποτε από το περιεχόμενό τους δεν έφθασε στον Χίτλερ.[20][21]


ΑΝΑΠΆΝΤΕΧΟ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΌ ΚΑΙ ΑΛΛΑΓΉ ΤΩΝ ΣΧΕΔΊΩΝ ΠΟΛΈΜΟΥ

Στις 10 Ιανουαρίου 1940 ένα γερμανικό αεροσκάφος, στο οποίο επέβαινε αξιωματικός που μετέφερε σχέδια της Λούφτβαφφε για επίθεση μέσω του κεντρικού Βελγίου, έπεσε κοντά στο Maasmechelen στο Βέλγιο. Τα έγγραφα δεσμεύτηκαν από τις συμμαχικές μυστικές υπηρεσίες. αλλά αυτές αμφέβαλαν ότι ήταν γνήσια. Τον Απρίλιο του 1940 ειδοποιήθηκαν όλες οι χώρες για πιθανή επίθεση στις Κάτω Χώρες και τη Γραμμή Μαζινό από τα βόρεια ή για εισβολή μέσω της Ελβετίας. Κανένα από τα περιστατικά δεν προέβλεπε τη γερμανική επίθεση μέσω των Αρδεννών, αλλά μετά την απώλεια των σχεδίων οι Γερμανοί υπέθεσαν ότι οι Σύμμαχοι θα ήταν πιο καλά πληροφορημένοι για τις γερμανικές προθέσεις.[22] Έτσι η γερμανική ηγεσία άλλαξε το σχέδιο του Χάλντερ σε αυτό του Μάνσταϊν, επειδή θεώρησε ότι ο εχθρός δεν θα περίμενε εισβολή με θωρακισμένες μεραρχίες διαμέσου της δύσβατης περιοχής των Αρδεννών.[23] Όταν τα τεθωρακισμένα θα έβγαιναν από την περιοχή των Αρδεννών, θα εισέρχονταν στις μεγάλες γαλλικές πεδιάδες, όπου θα υλοποιούσαν το υπόλοιπο σχέδιο με μεγάλη ταχύτητα.[24]


ΟΙ ΔΥΝΆΜΕΙΣ ΤΩΝ ΑΝΤΙΜΑΧΟΜΈΝΩΝ

Την ημέρα της επίθεσης οι Γερμανοί χρησιμοποίησαν 141 μεραρχίες ταυτόχρονα εναντίον της Ολλανδίας, του Βελγίου και της Γαλλίας, υπό τη διοίκηση του στρατηγού Γκερτ φον Ρούντστετ. Η Γερμανία είχε κινητοποιήσει 4.200.000 άνδρες, 1.000.000 της Λούφτβαφφε, 180.000 του Ναυτικού και 100.000 των Ες-Ες. Αντίστοιχα, κατά την εισβολή στην Πολωνία, τη Δανία και τη Νορβηγία, ο στρατός είχε διαθέσει 3.000.000 άνδρες. Οι γερμανικές δυνάμεις στη Δύση τον Μάιο και τον Ιούνιο ανέπτυξαν 2.439 άρματα και 7.378 πυροβόλα.[25] Ο γερμανικός στρατός απείχε πολύ από το να είναι πλήρως μηχανοκίνητος. Μόλις το 10% του στρατού ήταν μηχανοκίνητο το 1940 και μπορούσε να συγκεντρώσει μόνο 120.000 οχήματα, σε σύγκριση με τα 300.000 του γαλλικού στρατού.[26] Ο κύριος όγκος των γερμανικών μεταφορών διεξαγόταν από οχήματα ιπποκίνητα.[27] Μόνο το 50% των γερμανικών μεραρχιών που ήταν διαθέσιμες το 1940, ήταν έτοιμες για μάχη κι αυτές συχνά ήταν χειρότερα εξοπλισμένες από τα αντίστοιχα βρετανικά και γαλλικά στρατεύματα ή ακόμα και τον γερμανικό στρατό του 1914.[28] Την άνοιξη του 1940 ο γερμανικός στρατός είχε εξελιχθεί μερικώς. Ένας μικρός αριθμός από τα καλύτερα εξοπλισμένα τμήματα χωρίστηκε σε δυο ή τρία τμήματα. Οι γερμανικές δυνάμεις στηρίχθηκαν στον συνδυασμό των ταχύτατων τεθωρακισμένων μεραρχιών τους και της υποστήριξής τους από την αεροπορία. Η διάβαση του Μεύση από τον Γκουντέριαν θα ήταν αδύνατη, αν δεν είχε προηγηθεί η εξουδετέρωση του γαλλικού πυροβολικού από τον τρίτο αεροπορικό στόλο (Luftflotte 3) του πτέραρχου Χούγκο Σπέρλε.

Όπως προαναφέρθηκε, οι Γάλλοι παρέταξαν στις αμυντικές τους θέσεις 72 μεραρχίες, υπό την ανώτατη διοίκηση του στρατηγού Μορίς Γκαμελέν. Οι Γάλλοι παρέταξαν 117 μεραρχίες, εκ των οποίων οι 104 (11 εξ αυτών σε εφεδρεία) προορίζονταν για την άμυνα του Βορρά[εκκρεμεί παραπομπή]. Οι Βρετανοί συνέβαλαν με 13 μεραρχίες του Εκστρατευτικού Σώματος, εκ των οποίων οι 3 δεν είχαν εκπαιδευτεί καταλλήλως και ήταν πλημμελώς εξοπλισμένες. Επίσης υπήρχαν 22 βελγικές μεραρχίες, 10 ολλανδικές και 2 πολωνικές. Η βρετανική δύναμη πυροβολικού ανερχόταν σε 1.280 πυροβόλα, το Βέλγιο συγκέντρωσε 1.338, οι Ολλανδοί 656 και οι Γάλλοι 10.700, συνολικά 14.000 πυροβόλα, ποσοστό 45% μεγαλύτερο από το σύνολο των γερμανικών. Ο γαλλικός στρατός ήταν επίσης περισσότερο μηχανοκίνητος από τον αντίπαλό του. Αν και οι Βέλγοι, οι Βρετανοί και οι Ολλανδοί είχαν λίγα άρματα μάχης, οι Γάλλοι είχαν 3.254 άρματα, δηλαδή περισσότερα από τα γερμανικά.[29][30] Σύμφωνα με τις σύγχρονες εκτιμήσεις, αυτό που δεν διέθεταν ήταν διοικητική συνοχή και ευρύτητα πνεύματος στην ηγεσία τους. Χαρακτηριστικά, ο Ραϊμόν Καρτιέ αναφέρει ότι κατά τη διάρκεια των μαχών «τα άρματα καταντούν φύλακες διαβάσεων». Είναι γεγονός ότι η γαλλική στρατιωτική ηγεσία αιφνιδιάστηκε ολοσχερώς από την εφαρμογή του κεραυνοβόλου πολέμου.[31]


Η ΓΕΡΜΑΝΙΚΉ ΕΠΊΘΕΣΗ

Η επιχείρηση ξεκίνησε το βράδυ της 9ης Μαΐου 1940. Στις 21:00 μεταδόθηκε σε όλα τα στρατιωτικά τμήματα ο κωδικός της επιχείρησης "Danzig". Το απόρρητο της επιχείρησης ήταν τόσο υψηλό, ώστε πολλοί αξιωματικοί λόγω των συνεχών καθυστερήσεων ήταν μακριά από τις μονάδες τους όταν στάλθηκε η εντολή να ξεκινήσουν.[32] Οι γερμανικές δυνάμεις κατέλαβαν σχεδόν απροκάλυπτα το Λουξεμβούργο.[33] Κατά τη διάρκεια της νύχτας, η ομάδα στρατιών Β ξεκίνησε ταυτόχρονα την επίθεση στις Κάτω Χώρες και το Βέλγιο, ενώ το πρωί της 10ης Μαΐου οι αλεξιπτωτιστές από τις μεραρχίες 7η Flieger και 22nd Luftlande (υπό τον Κουρτ Στουντέντ) προσγειώθηκαν στη Χάγη, στο Ρότερνταμ και στο βελγικό φρούριο Εμπέν-Εμάλ, για να διευκολύνουν την προώθηση της στρατιάς Β.[34] Η γαλλική διοίκηση αντέδρασε αμέσως, στέλνοντας την 1η Ομάδα στρατού προς βορρά, σύμφωνα με το Σχέδιο Δ. Αυτή η κίνηση αποδιοργάνωσε τις δυνάμεις των Γάλλων, εξαντλώντας τα αποθέματα καυσίμων τους. Όταν η γαλλική 7η Στρατιά πέρασε τα ολλανδικά σύνορα, βρήκε τους Ολλανδούς σε πλήρη υποχώρηση και αποσύρθηκε στο Βέλγιο για να προστατεύσει την Αμβέρσα.[35] Οι πολίτες του Βελγίου, της Ολλανδίας, του Λουξεμβούργου αλλά και των πόλεων της βόρειας και ανατολικής Γαλλίας άρχισαν να απομακρύνονται από τις πόλεις κατευθυνόμενοι αρχικά προς το Παρίσι και στη συνέχεια προς το νότο της Γαλλίας στη μεγαλύτερη μαζική μετακίνηση πληθυσμών του 20ού αιώνα, που αναφέρεται ως Έξοδος του 1940 στη Γαλλία.[36]


ΕΙΣΒΟΛΉ ΣΤΗΝ ΟΛΛΑΝΔΊΑ

Στην Ολλανδία η πρωτεύουσα Χάγη και ο συγκοινωνιακός κόμβος της, το Ρότερνταμ, δέχτηκαν επίθεση από αλεξιπτωτιστές, ενώ παράλληλα εκδηλωνόταν εισβολή στα ανατολικά σύνορά της, με σκοπό να αποπροσανατολίσουν την ολλανδική άμυνα. Στην επιχείρηση χρησιμοποιήθηκαν 4.000 αλεξιπτωτιστές, συγκροτημένοι σε 5 τάγματα, με υποστήριξη μιας ελαφράς μεραρχίας πεζικού.[37] Η Λούφτβαφφε είχε την αεροπορική υπεροχή έναντι των Κάτω Χωρών με 247 μεσαία βομβαρδιστικά, 147 μαχητικά, 424 μεταγωγικά Junkers Ju 52 και 12 υδροπλάνα Heinkel He 59 που συμμετείχαν σε επιχειρήσεις σε όλη την Ολλανδία. Η Ολλανδική Πολεμική Αεροπορία (Militaire Luchtvaartafdeling, ML), είχε δύναμη 144 αεροσκαφών, τα μισά από τα οποία καταστράφηκαν την πρώτη ημέρα. Η υπόλοιπη πολεμική αεροπορία ήταν διασκορπισμένη και εκτέλεσε μόλις 332 πτήσεις, χάνοντας 110 αεροσκάφη.[38]

Οι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές κατέλαβαν τις γέφυρες (Ρότερνταμ, Ντόρντρεχτ, Μούρντεϊκ) από όπου θα περνούσαν οι γερμανικές δυνάμεις. Σύμφωνα με κατοπινή μαρτυρία του Στρατηγού Στουντέντ, η αποστολή κατάληψης των γεφυρών είχε πλήρη επιτυχία, με μόνο 180 νεκρούς. Ο ίδιος μάλιστα τραυματίστηκε σοβαρά από αδέσποτη σφαίρα.[39] Η γερμανική 18η στρατιά εξασφάλισε όλες τις στρατηγικής σημασίας γέφυρες κατά τη διάρκεια της Μάχης του Ρότερνταμ. Μια επιχείρηση που οργανώθηκε ξεχωριστά από τη Λούφτβαφφε, η Μάχη για τη Χάγη, απέτυχε.[40] Τα αεροδρόμια που περιέβαλαν την πόλη (Ypenburg, Ockenburg και Valkenburg) καταλήφθηκαν, αλλά πολλά αεροσκάφη χάθηκαν και ο ολλανδικός στρατός ανακατέλαβε τα αεροδρόμια μέχρι το τέλος της ημέρας.[41][40] Η αεροπορική επιχείρηση κόστισε επίσης το 50% των Γερμανών αλεξιπτωτιστών, δηλαδή 4.000 άνδρες, το 20% υπαξιωματικών και το 42% των αξιωματικών της, ενώ 1.200 αιχμάλωτοι πολέμου μεταφέρθηκαν στη Βρετανία.[42]Η επίθεση των Γερμανών στα σύνορα της Ολλανδίας ανάγκασε τους Γάλλους να προχωρήσουν προς τα εμπρός σύμφωνα με το σχέδιό τους (σxέδιο D), αφήνοντάς τους εκτεθειμένους σε κυκλωτική κίνηση της 18ης γερμανικής Στρατιάς.[43]

Η γαλλική 7η Στρατιά απέτυχε να απωθήσει τις γερμανικές τεθωρακισμένες ενισχύσεις. Στα ανατολικά, μετά τη Μάχη του Grebbeberg, στην οποία απέτυχε η ολλανδική αντεπίθεση, οι Ολλανδοί υποχώρησαν από τη γραμμή Grebbe. Ο Ολλανδικός Στρατός παραδόθηκε το βράδυ της 14ης Μαΐου, μετά τον βομβαρδισμό του Ρότερνταμ από τη Λούφτβαφφε, κατά τον οποίο καταστράφηκε το κέντρο της πόλης, πράξη που παραμένει αμφιλεγόμενη. Ο Ολλανδικός Στρατός θεώρησε ότι η στρατηγική του κατάσταση είχε καταστεί απελπιστική και φοβόταν την περαιτέρω καταστροφή των ολλανδικών πόλεων. Το έγγραφο της συνθηκολόγησης υπεγράφη στις 15 Μαΐου. Σύμφωνα με τον Κουρτ Στουντέντ ο Χίτλερ έδωσε αυστηρές οδηγίες για τη σωματική ακεραιότητα της βασίλισσας Βιλελμίνης της Ολλανδίας, η οποία ήταν δημοφιλής σε όλο τον κόσμο.[44] Οι ολλανδικές δυνάμεις συνέχισαν τις μάχες στη Μάχη της Ζηλανδίας (όπου είχε εισέλθει ο γαλλικός στρατός) και στις αποικίες, ενώ η Βιλελμίνη της Ολλανδίας εγκατέστησε εξόριστη κυβέρνηση στη Βρετανία.[45]


ΕΙΣΒΟΛΉ ΣΤΟ ΒΈΛΓΙΟ

Οι Γερμανοί εδραίωσαν την αεροπορική υπεροχή τους στο Βέλγιο, έχοντας ολοκληρώσει διεξοδικά την αναγνωριστική φωτογράφιση και κατέστρεψαν αρκετά αεροσκάφη εντός των πρώτων 24 ωρών από την εισβολή. Οι Βέλγοι επιχείρησαν 77 αποστολές, αλλά αυτό συνέβαλε ελάχιστα στην αεροπορική μάχη. Ως αποτέλεσμα η Λούφτβαφφε είχε την υπεροχή των ουρανών στις Κάτω Χώρες. Επειδή η σύνθεση της ομάδας στρατιών Β ήταν τόσο αδύναμη σε σύγκριση με τα προηγούμενα σχέδια, η επίθεση της 6ης στρατιάς κινδύνευε να ατονήσει, καθώς η βελγική άμυνα στην διώρυγα του Αλβέρτου ήταν πολύ ισχυρή. Η κύρια διαδρομή προσέγγισης εμποδιζόταν από το οχυρό Εμπέν-Εμάλ, ένα μεγάλο φρούριο που έλεγχε τη διασταύρωση του Μεύση και της διώρυγας του Αλβέρτου.[46][47] Η καθυστέρηση ενδέχετο να θέσει σε κίνδυνο την έκβαση ολόκληρης της εκστρατείας, διότι ήταν πιθανό να επιτεθεί το κύριο σώμα των συμμαχικών στρατευμάτων πριν η Ομάδα Στρατιών Β προλάβει να δημιουργήσει προγεφύρωμα. Για να ξεπεράσουν αυτή τη δυσκολία, οι Γερμανοί κατέφυγαν σε μη συμβατικά μέσα, προκειμένου να εξουδετερώσουν το Εμπέν-Εμάλ. Τις πρώτες πρωινές ώρες της 10ης Μαΐου ανεμόπτερα DFS 230 προσγειώθηκαν στην κορυφή του οχυρού, αποβίβασαν ομάδα 78 καταδρομέων υπό την οργάνωση του Γερμανού υπολοχαγού Ρούντολφ Βίτσιγκ και κατάφεραν να καταστρέψουν τα κύρια πυροβόλα με εκρηκτικά. Η αποστολή ήταν τόσο επιτυχημένη, που οι απώλειες των Γερμανών ήταν μόλις 6 νεκροί και 21 τραυματίες, καταφέρνοντας να κρατήσουν υπό έλεγχο τους 1.200 στρατιώτες της φρουράς για 24 ώρες, ώσπου να καταφθάσουν ισχυρότερες δυνάμεις.[48] Οι γέφυρες πάνω από το κανάλι καταλήφθηκαν από Γερμανούς αλεξιπτωτιστές. Οι Βέλγοι ξεκίνησαν ισχυρές αντεπιθέσεις που διαλύθηκαν από τη Λούφτβαφφε. Παρόμοιες επιχειρήσεις κατά των γεφυρών της Ολλανδίας, όπως στο Μάαστριχτ, απέτυχαν. Όλες καταστράφηκαν από τους Ολλανδούς και μόνο μία σιδηροδρομική γέφυρα είχε καταληφθεί. Αυτό καθυστέρησε τη γερμανική προέλαση στην ολλανδική επικράτεια.[49][50]

Οι Γάλλοι ήταν πεπεισμένοι ότι η βελγική αντίσταση θα τους έδινε αρκετές εβδομάδες χρόνο ώστε να προετοιμάσουν μια αμυντική γραμμή κοντά στην πόλη Ζαμπλού (Gembloux). Όταν ξεκίνησε η XVI Panzerkorps του Έριχ Χέπνερ, προς την κατεύθυνση του Ζαμπλού, αυτό φαινόταν να επιβεβαιώνει τις προσδοκίες της Γαλλικής Ανώτατης Διοίκησης ότι αυτό ήταν το γερμανικό κεντρικό σημείο επίθεσης. Το Ζαμπλού βρισκόταν μεταξύ Βάβρ (Wavre) και Ναμύρ, σε επίπεδη περιοχή, ιδανική για αρματομαχίες. Για να κερδίσει χρόνο για να σκάψει εκεί, ο Ρενέ Πριού (Rene Prioux), που διοικούσε το ιππικό σώμα της γαλλικής 1ης Στρατιάς, έστειλε την 2η και 3η Ελαφρά Μηχανοκίνητη Μεραρχία (1η και 2η DLM) προς τη γερμανική δύναμη στο Ανούτ, ανατολικά του Ζαμπλού. Θα παρείχαν ένα προπέτασμα για να καθυστερήσουν οι Γερμανοί και να δοθεί αρκετός χρόνος στην 1η στρατιά να προετοιμαστεί. [51]

Κατά την διάρκεια της Μάχης της Ανούτ (12-13 Μαΐου), μίας από τις μεγαλύτερες αρματομαχίες, συμμετείχαν περίπου 1.500 τεθωρακισμένα οχήματα μάχης. Οι Γάλλοι χτύπησαν περίπου 160 γερμανικά άρματα,[52] όμως οι Γερμανοί ήταν αυτοί που κρατούσαν το πεδίο της μάχης όταν αποχώρησαν οι Γάλλοι. Η καθαρή γερμανική απώλεια ανερχόταν σε 20 άρματα της 3ης μεραρχίας Πάντσερ και 29 της 4ης Μεραρχίας.[53] Ο Γάλλος Πριού είχε επιτύχει τον τακτικό και επιχειρησιακό στόχο του, να καθυστερήσει τα γερμανικά άρματα μέχρι να προετοιμαστεί η 1η γαλλική Στρατιά.[54][55] Η γερμανική δύναμη είχε εμπλακεί με την 1η γαλλική Στρατιά στα βόρεια του Σεντάν ο οποίος ήταν και ο σημαντικότερος στόχος του Γερμανού στρατηγού, Χέπνερ. Στις 14 Μαΐου, ο Χέπνερ, αφού ανακόπηκε στο Ανούτ, επιτέθηκε και πάλι, στη μάχη του Ζαμπλού. Αυτή ήταν η μόνη περίπτωση κατά την οποία τα γερμανικά άρματα επιτέθηκαν κατά οχυρωμένης θέσης, στη διάρκεια της εκστρατείας. Η 1η Μαροκινή Μεραρχία πεζικού απέκρουσε την επίθεση και άλλα 42 γερμανικά άρματα της 4ης μεραρχίας Πάντσερ καταστράφηκαν, ενώ 26 αποσύρθηκαν. Η δεύτερη γαλλική επιτυχία δεν είχε αποτέλεσμα λόγω των γεγονότων που συνέβησαν αργότερα πιο νότια, στο Σεντάν.[56]


ΚΕΝΤΡΙΚΌ ΜΈΤΩΠΟ

ΑΡΔΈΝΝΕΣ

Στις Αρδέννες οι οχυρωμένες θέσεις των συμμάχων δεν είχαν αποπερατωθεί και αυτό το γνώριζαν οι Γερμανοί από τις αεροφωτογραφίες της Υπηρεσίας Πληροφοριών τους. Η πρόοδος της ομάδας στρατιών Α επρόκειτο να καθυστερήσει από το βελγικό μηχανοκίνητο πεζικό και τα γαλλικά μηχανοκίνητα τμήματα ιππικού (DLC, Divisions Légères de Cavalerie) που προχωρούσαν στις Αρδέννες. Η κύρια αντίσταση προήλθε από το Βελγικό 1ο Chasseurs Ardennais, το 1ο τμήμα του ιππικού που ενισχύθηκε από το μηχανικό σώμα και τη γαλλική 5η Μεραρχία Légère de Cavalerie (5η DLC).[57] Τα βελγικά στρατεύματα μπλόκαραν τους δρόμους, με σκοπό να συγκρατήσουν το 1ο τάγμα Πάντσερ στο Bodange για περίπου οκτώ ώρες, στη συνέχεια αποχώρησαν προς τα βόρεια πολύ γρήγορα για τους Γάλλους, που έχασαν το έρεισμα και δεν είχαν φτάσει και τα εμπόδιά τους αποδείχθηκαν αναποτελεσματικά, καθώς το γερμανικό Μηχανικό τα κατέστρεψε. Δεν είχαν επαρκή αντιαρματικά ικανά να εμποδίσουν τον εκπληκτικά μεγάλο αριθμό γερμανικών αρμάτων και αποσύρθηκαν πίσω από το Μεύση. Ο Γερμανός στρατηγός Κλάιστ είχε περισσότερα από 41.140 οχήματα, τα οποία μπορούσαν να διαλέξουν μόνο τέσσερις διαδρομές πορείας στις Αρδέννες.[58] Τα γαλλικά αναγνωριστικά είχαν αναφέρει την γερμανική δύναμη τη νύχτα της 10/11 Μαΐου, αλλά αυτό θεωρήθηκε δευτερεύον της κύριας επίθεσης στο Βέλγιο. Την επόμενη νύχτα ένας πιλότος αναγνωριστικού ανέφερε ότι είχε δει μεγάλες φάλαγγες οχημάτων κινούμενες χωρίς φώτα και ένας άλλος πιλότος που εστάλη να ελέγξει ανέφερε το ίδιο και ότι πολλά από τα οχήματα ήταν άρματα. Στις 12 Μαϊου καταλήφθηκε το Μπουϊγιόν και οι Γάλλοι υποχώρησαν. Αργότερα εκείνη την ημέρα η φωτογραφική αναγνώριση και οι αναφορές των πιλότων ήταν για άρματα και εξοπλισμό γεφύρωσης και στις 13 Μαΐου ο Κλάιστ προκάλεσε κυκλοφοριακή συμφόρηση περίπου 250 χλμ. (160 μίλια) από τον Μεύση έως τον Ρήνο σε μια διαδρομή. Αν σε εκείνη την περίπτωση επιτίθετο η συμμαχική αεροπορία θα κατάφερνε στους Γερμανούς ένα καίριο πλήγμα. Τα γαλλικά βομβαρδιστικά επιτέθηκαν στους Γερμανούς στο βόρειο Βέλγιο κατά τη διάρκεια της Μάχης του Μάαστριχτ με μεγάλες απώλειες. Σε δύο ημέρες η γαλλική αεροπορική δύναμη είχε μειωθεί από 135 σε 72 αεροπλάνα[εκκρεμεί παραπομπή].[59]

Στις 11 Μαΐου ο Μωρίς Γκαμελέν διέταξε να ενισχυθεί ο τομέας του Μεύση. Λόγω του κινδύνου από την Λούφτβαφφε, η κίνηση στο σιδηροδρομικό δίκτυο περιοριζόταν κατά τη διάρκεια της νύχτας επιβραδύνοντας την ενίσχυση, αλλά οι Γάλλοι δεν βιάζονταν, καθώς πίστευαν ότι η συσσώρευση γερμανικών δυνάμεων θα ήταν αντίστοιχα αργή. Ενώ γνώριζαν ότι οι γερμανικοί σχηματισμοί αρμάτων και πεζικού ήταν ισχυροί, ήταν σίγουροι για την ισχυρή τους οχύρωση και την υπεροχή του πυροβολικού τους. Οι δυνατότητες των γαλλικών μονάδων στην περιοχή ήταν αμφίβολες. Συγκεκριμένα το πυροβολικό τους σχεδιάστηκε για την καταπολέμηση του πεζικού και είχε ελλείψεις σε αντιαεροπορικό πυροβολικό και αντιαρματικά όπλα.[60] Οι γερμανικές δυνάμεις έφτασαν στη γραμμή του Μεύση αργά το απόγευμα της 12ης Μαΐου. Για να μπορέσει να περάσει η καθεμία από τις τρεις στρατιές της Ομάδας Στρατιών Α, έπρεπε να δημιουργηθούν τρεις γεφυρώσεις, στο Σεντάν στα νότια, στο Μοντερμέ (Monthermé) στα βορειοδυτικά και στο Ντινάν (Dinant) προς τα βόρεια.[61][62]

Έγινε και εδώ ότι είχε γίνει στην Πολωνία και το Βέλγιο. Ισχυρές γερμανικές μεραρχίες τεθωρακισμένων, υποβοηθούμενες από τους σφοδρούς βομβαρδισμούς των στούκας, διασπούσαν τις γραμμές των αντιπάλων και τις αχρήστευαν. Με αυτό τον τρόπο δημιουργήθηκε ρήγμα μεταξύ Ναμύρ και Σεντάν σε μήκος 160 χλμ., από όπου οι Γερμανοί πέρασαν ανενόχλητοι. Το Σεντάν έγινε για δεύτερη φορά το σύμβολο της γαλλικής πολεμικής αποτυχίας.


ΜΆΧΗ ΤΟΥ ΣΕΝΤΆΝ ΚΑΙ Η ΠΤΏΣΗ ΤΟΥ ΜΕΎΣΗ

Πλέον τα γερμανικά στρατεύματα, που είχαν καταλάβει ολόκληρο το Βέλγιο, βρήκαν ελεύθερη διάβαση και η Γραμμή Μαζινό είχε παρακαμφθεί. Το πρωί της 13ης Μαΐου η 71η μεραρχία πεζικού διείσδυσε στα ανατολικά του Σεντάν, επιτρέποντας στην γαλλική 55η μεραρχία πεζικού να περιορίσει το μέτωπό της κατά ένα τρίτο και να εμβαθύνει τη θέση της πάνω από 10 χλμ. Όταν οι γερμανικές δυνάμεις έφτασαν στα υψώματα του Μεύση έμειναν έκπληκτοι από την ανεπαρκή οχύρωση των Γάλλων, καθώς υπήρχαν διασκορπισμένα λίγα φυλάκια με μικρές φρουρές. Οι μεγάλες οχυρώσεις που ανέμεναν να δούν οι Γερμανοί ήταν ανύπαρκτες. Ο Γκουντέριαν πέρασε με ταχύτητα τα γαλλικά σύνορα μέσα από τις Αρδέννες. Στις 13 Μαΐου ο Κλάιστ προέλασε στις τρεις διασταυρώσεις κοντά στο Σεντάν, με την 1η, 2η και 10η μεραρχία Πάντσερ, συνεπικουρούμενες από το σύνταγμα πεζικού «Γκρόσντοϊτσλαντ» (Großdeutschland). Οι Γερμανοί συγκέντρωσαν εκεί το μεγαλύτερο μέρος της αεροπορικής τους δύναμης (καθώς δεν είχαν πυροβολικό), ώστε να διαρρήξουν το γαλλικό μέτωπο.[62]Η Λούφτβαφφε επιτέθηκε με 300 εξόδους κατά των γαλλικών θέσεων[εκκρεμεί παραπομπή]. [63] Συνολικά 3.940 αποστολές έγιναν από εννέα σμήνη.[64] Ορισμένες από τις οχυρωματικές θέσεις ήταν άθικτες και οι φρουρές απέκρουσαν τις προσπάθειες της 2ης και 10ης μεραρχίας Πάντσερ. Το γερμανικό πεζικό με κόστος μερικών εκατοντάδων θυμάτων εισχώρησε μέχρι και 8 χλμ. στη γαλλική αμυντική ζώνη μέχρι τα μεσάνυχτα.[65]

Η αταξία στο πεδίο της μάχης που δημιουργήθηκε στο Σεντάν και στο Σεν-Μένζ απλώθηκε στις γαλλικές γραμμές. Στις 13 Μαΐου τα στρατεύματα του 295ου Συντάγματος της 55ης μεραρχίας πεζικού, που κρατούσαν την τελευταία αμυντική γραμμή στην ράχη Bulson, 10 χλμ. πίσω από τον ποταμό, πανικοβλήθηκαν από φήμες ότι τα γερμανικά άρματα θα τους επιτίθονταν στα νώτα τους και λιποτάκτησαν. Οι 4 γαλλικές μεραρχίες κρατούσαν ένα μέτωπο μήκους 65 χιλιομέτρων με ανεπαρκή εξοπλισμό και αντιαρματικά, ενώ οι άντρες ήταν παλιάς κλάσης και οι περισσότεροι ηλικιωμένοι.[66][67] Αναγνωρίζοντας τη σοβαρότητα της κατάστασης στο Σεντάν, ο στρατηγός Gaston-Henri Billotte, διοικητής της γαλλικής 1ης στρατιάς, της οποίας η δεξιά πλευρά βρισκόταν στο Σεντάν, πρότεινε να καταστραφούν οι γέφυρες του Μεύση από την αεροπορία. Εκείνη τη μέρα η αεροπορία προσπάθησε με κάθε διαθέσιμο βομβαρδιστικό να καταστρέψει τις τρεις γέφυρες, αλλά έχασε περίπου το 44% της δύναμης της χωρίς κανένα αποτέλεσμα.[68][69]Στις 15 Μαΐου ο Γκουντέριαν συνέχισε με την 1η τεθωρακισμένη μεραρχία βόρεια σε αναζήτηση ενός αδύναμου σημείου, αλλά τον σταμάτησε η διαταγή παύσης της προέλασης. Επικοινώνησε με τον Κλάιστ και εκείνος του έδωσε την άδεια για ελευθερία κινήσεων μόνο για 24 ώρες. Την νύχτα της 16ης Μαΐου είχε καταφέρει να εισχωρήσει 80 χιλιόμετρα μέσα στην άμυνα των Γάλλων κοντά στην Μάγχη και είχε φτάσει στο Ουάζ. Εκεί τον σταμάτησε μια δεύτερη διαταγή από τον Χίτλερ.[70] Μετά την παύση οι γερμανικές δυνάμεις έστρεψαν την δύναμη τους προς τα δυτικά με μεγάλη ταχύτητα. Εκείνη τη συγκεκριμένη στιγμή συνελήφθη ο Γάλλος στρατηγός Ζιρό της 6ης Γαλλικής στρατιάς, της οποίας μόλις είχε αναλάβει την ηγεσία. Λίγο αργότερα οι δυνάμεις του Κλάιστ βρέθηκαν στα μετόπισθεν του βρετανικού εκστρατευτικού σώματος.


Η ΠΑΡΆΔΟΣΗ ΤΗΣ ΓΡΑΜΜΉΣ ΜΑΖΙΝΌ

Οι οχυρώσεις της γραμμής Μαζινό ήταν στατικές, δεν επέτρεπαν καμία κίνηση και κανέναν ελιγμό. Οι Γερμανοί την παρέκαμψαν και η εισβολή έγινε από το Σεντάν στις 10 Μαΐου 1940, κοντά στη Βελγική μεθόριο, πέρα από τη γραμμή Μαζινό. Υπήρχε μόνο ένα οχυρωμένο φυλάκιο, το οποίο κατελήφθη εύκολα από μία μονάδα Μηχανικού, ύστερα από ισχυρό μπαράζ πυροβολικού και αφού όλοι οι υπερασπιστές του έπεσαν νεκροί. Οι Γερμανοί παρέκαμψαν την υπόλοιπη γραμμή, η γερμανική αεροπορία επιχειρούσε εναντίον της, ενώ τα γαλλικά στρατεύματα, κλεισμένα στα οχυρά τους, δεν μπορούσαν να μετακινηθούν και να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τις μηχανοκίνητες και θωρακισμένες μεραρχίες των Γερμανών.[74]

Η στατική άμυνα των Γάλλων έναντι της μηχανοκίνητης πορείας των γερμανικών δυνάμεων έφερε το αποτέλεσμα της στρατιωτικής κατάρρευσης της Γαλλίας. Καθώς η γραμμή ήταν περικυκλωμένη, ο γερμανικός στρατός επιτέθηκε σε κάποια οχυρά της, από την εσωτερική πλευρά των γαλλικών συνόρων, τα αποτελέσματα όμως της επίθεσής του ήταν πενιχρά, καθώς απέτυχε να καταλάβει οποιαδήποτε σημαντική οχύρωση. Η γραμμή Μαζινό παρέμεινε απόρθητη[75], οι οχυρώσεις της άθικτες και αρκετοί διοικητές των οχυρών ήταν έτοιμοι να εξαπολύσουν επιθέσεις. Στις 21 Ιουνίου οι Ιταλοί κινήθηκαν σε όλο το αλπικό μέτωπο, με την κύρια επίθεση στον βόρειο τομέα και μια δευτερεύουσα κατά μήκος της ακτής. Διέσχισαν λίγα μίλια στο γαλλικό έδαφος ενάντια σε ισχυρή αντίσταση. Η παράκτια πόλη Μεντόν ήταν η πιο σημαντική κατάκτηση.[6] Στις 14 Ιουνίου καταλήφθηκε το Παρίσι και η γαλλική κυβέρνηση εξαναγκάσθηκε σε ανακωχή, η οποία υπογράφηκε στις 22 Ιουνίου στην πόλη Κομπιέν, εκεί που είχε υπογραφτεί η ανακωχή του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου. Ο Μαξίμ Βεϊγκάν υπέγραψε την παράδοση και οι φρουρές των οχυρών της γραμμής Μαζινό χωρίς να πολεμήσουν διατάχθηκαν να αποχωρήσουν από τα οχυρά και μεταφέρθηκαν σε καταυλισμούς αιχμαλώτων πολέμου.[76]


ΤΟ ΤΈΛΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΈΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΘΕΣΤΏΣ ΤΟΥ ΒΙΣΎ

Κύριο λήμμα: Γαλλία του Βισύ

Οι γερμανικές φάλαγγες Πεζικού μπήκαν στο Παρίσι στις 14 Ιουνίου 1940. Ο στρατάρχης Πεταίν, που είχε αναλάβει την κυβέρνηση, ζήτησε διαπραγματεύσεις και στις 16 Ιουνίου 1940 υπέγραψε με τους εκπροσώπους του Ράιχ συνθήκη,[77]Σύμφωνα με τη συνθήκη αυτή ο γαλλικός στρατός θα αφοπλιζόταν, ενώ ο γαλλικός στόλος θα παρέμενε κλεισμένος μέσα στους ναυστάθμους, χωρίς όμως να παραδοθεί.[78] Χαρακτηριστική είναι η καταβύθιση του γαλλικού στόλου της Μεσογείου, ο οποίος καταστράφηκε από τους Βρετανούς στις 3 Ιουλίου 1940 στον λιμένα Μερς Ελ Κεμπίρ, σκοτώνοντας 1297 Γάλλους, λόγω της ανησυχίας που είχε ο Ουίνστων Τσώρτσιλ ότι υπήρχε ενδεχόμενο ο γαλλικός στόλος να συνεργαστεί με τις δυνάμεις του Άξονα. Χαρακτηρίστηκε ως η μεγαλύτερη απάνθρωπη απόφαση του Τσώρτσιλ,[79] κάνοντας το Μερς Ελ Κεμπίρ περισσότερο γνωστό. Σημειώνεται ότι στην επίθεση αυτή τα γαλλικά πλοία ήταν πρυμνοδετημένα και εκτός επιχειρησιακής ετοιμότητας.[80]

Κάθε οργανωμένη αντίσταση στη Γαλλία σταμάτησε, η χώρα χωρίστηκε σε Κατεχόμενη ζώνη στο βορρά και μη κατακτημένη περιοχή στο νότο, την Ελεύθερη ζώνη με Κυβέρνηση του Βισύ. Με αυτό τον τρόπο ικανοποιήθηκε το αίσθημα ρεβανσισμού που είχαν οι Γερμανοί από τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Στις 22 Ιουνίου υπογράφηκε στην Κομπιέν η δεύτερη ανακωχή μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας. Η κυβέρνηση του Βισύ υπό την ηγεσία του στρατάρχη Πεταίν αντικατέστησε την Τρίτη Γαλλική Δημοκρατία και η Γερμανία κατέλαβε τις βόρειες και δυτικές ακτές της Γαλλίας και την ενδοχώρα τους. Η Ιταλία ανέλαβε τον έλεγχο μιας μικρής εδαφικής ζώνης στο νοτιοανατολικό τμήμα της χώρας και το καθεστώς του Βισύ διατηρούσε την περιοχή στο νότο, γνωστή ως Ελεύθερη Ζώνη.

Ο Σαρλ ντε Γκωλ, ως υφυπουργός[εκκρεμεί παραπομπή] Εθνικής Άμυνας από το Λονδίνο που είχε καταφύγει κατά τη διάρκεια της ανακωχής, εξέδωσε την ανακοίνωση στις 18 Ιουνίου. Με αυτήν αρνήθηκε να αναγνωρίσει την κυβέρνηση Βισύ ως νόμιμη και ξεκίνησε το έργο της οργάνωσης των ελεύθερων γαλλικών δυνάμεων.[81]


ΠΟΛΕΜΙΚΈΣ ΑΠΏΛΕΙΕΣ

ΑΠΏΛΕΙΕΣ ΤΟΥ ΆΞΟΝΑ

• Οι γερμανικές απώλειες είναι δύσκολο να προσδιοριστούν, οι πιθανότεροι αριθμοί αναφέρουν 27.074 νεκρούς, 111.034 τραυματίες και 18.384 αγνοούμενους.[82] Η μάχη για τη Γαλλία είχε κοστίσει στην Λούφτβαφφε το 28% της δύναμης της περίπου 1.236-1.428 αεροσκάφη. Καταστράφηκαν 1.129 σε επιχειρήσεις εναντίον του εχθρού και 299 σε διάφορα ατυχήματα. Επιπλέον 323-488 υπέστησαν ζημιές, 225 σε επιχειρήσεις κατά του εχθρού και 263 σε διάφορα ατυχήματα, καθιστώντας το 36% της δύναμης της κατεστραμμένο.[83] Οι απώλειες προσωπικού της Λούφτβαφφε ανέρχονται σε 6.653 άνδρες σε 4.417 αεροσκάφη, από αυτούς 1.129 σκοτώθηκαν και 1.930 αναφέρθηκαν αγνοούμενοι ή αιχμάλωτοι, πολλοί από τους οποίους απελευθερώθηκαν από τα γαλλικά στρατόπεδα συγκέντρωσης μετά τη γαλλική συνθηκολόγηση.[84]

• Οι ιταλικές απώλειες ανήλθαν σε 642 νεκρούς, 2.631 τραυματίες και 616 αγνοούμενους. Περίπου 2.151 άνδρες υπέφεραν από κρυοπαγήματα κατά τη διάρκεια της εκστρατείας. Οι επίσημοι ιταλικοί αριθμοί καταρτίστηκαν σε μια έκθεση στις 18 Ιουλίου 1940, όταν πολλοί από τους νεκρούς βρίσκονταν ακόμα κάτω από το χιόνι και είναι πιθανό οι περισσότεροι να μην είχαν καταγραφεί. Οι μονάδες που επιχειρούσαν σε πιο δύσκολο έδαφος είχαν υψηλότερες αναλογίες θανάτων και πιθανότατα οι περισσότεροι από τους αγνοούμενους είχαν πεθάνει.[85][86][87]


ΣΥΜΜΑΧΙΚΈΣ ΑΠΏΛΕΙΕΣ

• Σύμφωνα με την γαλλική ιστορική υπηρεσία σκοτώθηκαν 85.310 Γάλλοι (συμπεριλαμβανομένων 5.400 Αράβων από τις (γαλλικές αποικίες), υπήρξαν 120.000 τραυματίες, 12.000 αγνοούμενοι και 1.540.000 αιχμάλωτοι (συμπεριλαμβανομένων 67.400 Αράβων).[88] Πρόσφατες γαλλικές έρευνες όμως δείχνουν ότι ο αριθμός των νεκρών ήταν μεταξύ 55.000 και 85.000[82], ενώ μια δήλωση της Γαλλικής Ιστορικής Υπηρεσίας μειώνει το αριθμό αισθητά.[89] Τον Αύγουστο του 1940 1.540.000 αιχμάλωτοι οδηγήθηκαν στη Γερμανία και περίπου 940.000 παρέμειναν εκεί μέχρι το 1945, όταν απελευθερώθηκαν από τις συμμαχικές δυνάμεις. Τουλάχιστον 3.000 Σενεγαλέζοι δολοφονήθηκαν στην αιχμαλωσία.[90] Στην αιχμαλωσία απεβίωσαν επίσης 24.600 Γάλλοι κρατούμενοι, 71.000 κατάφεραν να δραπετεύσουν και 220.000 απελευθερώθηκαν από την κυβέρνηση του Βισύ. Αρκετές εκατοντάδες χιλιάδες απελευθερώθηκαν λόγω αναπηρίας και/ή ασθένειας. Οι απώλειες της γαλλικής πολεμικής αεροπορίας υπολογίζονται σε 1.274 αεροσκάφη που καταστράφηκαν κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων.[91][92] Οι απώλειες γαλλικών αρμάτων ανέρχονται σε 1.749 άρματα (43%), εκ των οποίων 1.669 χάθηκαν στις επιχειρήσεις, 45 από ναρκοπέδια και 35 από επιθέσεις αεροσκαφών.[93]

• Η Βρετανία είχε λιγότερους από 10.000 νεκρούς σε επιχειρήσεις συμπεριλαμβανομένου του πλοίου Λανκάστρια, συνολικό αριθμό απωλειών 68.111 ανδρών, ενώ περίπου 64.000 οχήματα καταστράφηκαν ή εγκαταλείφθηκαν και 2.472 πυροβόλα καταστράφηκαν ή εγκαταλείφθηκαν.[94] Οι απώλειες της RAF στην εκστρατεία από τις 10 Μαΐου έως τις 22 Ιουνίου ανήλθαν σε 931 αεροσκάφη και 1.526 θύματα. Οι Βρετανοί έχασαν επίσης 243 πλοία από βομβαρδισμούς στην Επιχείρηση Ντιναμό, συμπεριλαμβανομένων 8 αντιτορπιλικών και 8 μεταγωγικών πλοίων.[94]

• Οι ολλανδικές απώλειες ανήλθαν σε 2.157 στρατιώτες και αξιωματικούς, 75 αεροπόρους και 125 ναύτες. Επίσης σκοτώθηκαν 2.559 πολίτες.[95]

• Οι βελγικές απώλειες ανέρχονται σε 6.093 νεκρούς και οι τραυματίες ανέρχονται σε 15.850, ενώ περίπου 2.000 αιχμάλωτοι απεβίωσαν στην αιχμαλωσία[96] και περισσότεροι από 500 αγνοούνταν.[97] Το σύνολο αιχμαλώτων ανήλθε σε 200.000 άνδρες και η Βελγική αεροπορία έχασε 112 αεροσκάφη. [98][98][99]

• Οι Πολωνικές απώλειες ήταν περίπου 5.500 νεκροί και τραυματίες, ενώ σχεδόν 13.000 στρατιώτες της 2ης μεραρχίας Πεζικού περιορίστηκαν στην Ελβετία κατά τη διάρκεια του πολέμου και 16.000 έμειναν αιχμάλωτοι.[100]


ΕΠΊΛΟΓΟΣ

Όταν το γαλλικό αμυντικό σύστημα κατέρρευσε στις 15 Μαΐου 1940 και οι μηχανοκίνητες μεραρχίες των Γερμανών πέρασαν το Σεντάν, ο ραδιοφωνικός σταθμός του Βερολίνου ανακοίνωσε ότι ο στρατός και η αεροπορία του Ράιχ είναι έτοιμοι να πλήξουν το νησιωτικό κράτος της Αγγλίας. Η ασφάλεια των βρετανικών νησιών ετίθετο πλέον υπό αίρεση. Στη μάχη της Γαλλίας οι Γερμανοί κατάφεραν με κεραυνοβόλα πλήγματα να εκμηδενίσουν έναν από τους κυριότερους εχθρούς τους και να τον βγάλουν εκτός μάχης. Έτσι η Αγγλία έμενε μόνη στον πόλεμο εναντίον του Άξονα, η γερμανική αεροπορία ετοιμαζόταν να επιτεθεί και στο ίδιο το αγγλικό έδαφος, η Ιταλία ετοιμαζόταν να κάνει εκστρατεία για την κατάκτηση της Αιγύπτου, ενώ η Μάλτα, βάση των Άγγλων προς τη Μέση Ανατολή, βομβαρδιζόταν από το 1940. Η μάχη της Γαλλίας ήταν μια αποφασιστική νίκη των δυνάμεων του Άξονα, μέχρι ο Χίτλερ να δώσει τη διαταγή στην Βέρμαχτ να επιτεθεί στην Σοβιετική Ένωση. πηγη Βικπαιδια

30-04-1945. '''' Ο Αδόλφος Χίτλερ αυτοκτονεί.''''

      Την άνοιξη του 1945 ο Κόκκινος Στρατός βρισκόταν ήδη στα περίχωρα του Βερολίνου. Ο Χίτλερ τις τελευταίες εβδομάδες είχε κλειστεί με το επιτελείο του στο υπόγειο καταφύγιο του κάτω από την Καγκελαρία στο Βερολίνο. Στις 29 Απριλίου 1945 νυμφεύθηκε τη σύντροφο του Εύα Μπράουν και αμέσως μετά υπαγόρευσε τη διαθήκη του.

        Τις πρωινές ώρες της 30ης Απριλίου του 1945 οι Σοβιετικές Δυνάμεις ήταν μόνο μερικές εκατοντάδες μετρά μακριά. Ο Χίτλερ αφού γευμάτισε, αποχαιρέτησε τους ακόλουθους του που δεν το είχαν ήδη σκάσει, Μπόρμαν και το ζεύγος Γκέμπελς, Γύρω στις 15.00, κλείστηκε με τη νιόπαντρη σύζυγό του Εύα Μπράουν στο δωμάτιό τους. Ήπιαν και οι δύο κάψουλα υδροκυανίου και παράλληλα ο Χίτλερ, για να είναι σίγουρος για το αποτέλεσμα, τοποθέτησε στον κρόταφο το πιστόλι του. Στις 15.30 ακούστηκε ένας πυροβολισμός. Ο δρ Στούμπφεγγερ εξέτασε τα πτώματα και πιστοποίησε τους δύο θανάτους. 

        Το σώμα του Χίτλερ κατόπιν εντολής του τυλίχθηκε με τη ναζιστική σημαία και κάηκε από τα SS στον κήπο της Καγκελαρίας του Ράιχ. Κάηκε μαζί και η σωρός της Μπράουν καθώς και εκείνες του ζεύγους Γκέμπελς και των έξι παιδιών τους. Λόγω όμως μη επαρκούς βενζίνης, η καύση ήταν ατελής. Όταν οι Σοβιετικοί κατέλαβαν την Καγκελαρία, βρήκαν τις μισοκαμένες σορούς του Χίτλερ, και των υπολοίπων. Τον Ιούνιο του 1945, όλα τα πτώματα θάφτηκαν σε ένα δάσος κοντά στη γερμανική πόλη Ρατενάου. Εκεί δημιουργήθηκε βάση του Σοβιετικού Στρατού. Το 1970, η βάση επρόκειτο να παραδοθεί στις αρχές της Ανατολικής Γερμανίας. Έτσι, η ΚGB διέταξε την εκταφή και καταστροφή των υπολειμμάτων των σορών, προκειμένου να μην ανακαλυφθούν και γίνουν τόπος προσκυνήματος για νοσταλγούς του ναζιστικού καθεστώτος. Στις 13 Μαρτίου 1970, οι σοροί αποτεφρώθηκαν από πράκτορες της KGB που σκόρπισαν τις στάχτες στον ποταμό Μπίντεριτς.

         Υπάρχουν πολλές θεωρίες συνωμοσίας για τον Χίτλερ. Όμως, αποδεδειγμένα πια, πέθανε χωρίς αμφιβολία στο υπόγειο καταφύγιό του στο Βερολίνο στις 30 Απριλίου του 1945, χρησιμοποιώντας χάπι υδροκυανίου και στη συνέχεια μια σφαίρα, σύμφωνα με Γάλλους επιστήμονες που απέκτησαν σπάνια πρόσβαση στα δόντια του, που βρίσκονται στη Μόσχα, επιβεβαιώνοντας έτσι την επίσημη περιγραφή του θανάτου του. Δεν διέφυγε στην Αργεντινή με υποβρύχιο, δεν βρίσκεται σε κρυφή βάση στην Ανταρκτική ούτε στη σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού. Η σύγκριση των δοντιών με τα ήδη γνωστά οδοντιατρικά αρχεία του Χίτλερ, πριν από τον θάνατό του, επιβεβαιώνει ότι πρόκειται για τα δικά του δόντια. Επίσης, η ανάλυση με ηλεκτρονικό μικροσκόπιο των δοντιών, όπου δεν βρέθηκαν τα παραμικρά ίχνη κρέατος, επιβεβαίωσε ότι ο Χίτλερ ήταν φυτοφάγος. Παρόλο που πέθανε σε ηλικία μόνο 56 ετών, ο Χίτλερ είχε διατηρήσει μόνο πέντε από τα δικά του δόντια και τα άλλα ήσαν τεχνητά, πράγμα που βοήθησε στην ταυτοποίησή του.

        Οι Γάλλοι ερευνητές ανέφεραν ότι το 2017 η Ρωσική Μυστική Υπηρεσία FSB και τα ρωσικά κρατικά αρχεία τούς έδωσαν άδεια να εξετάσουν τα δόντια του ηγέτη του ναζιστικού κόμματος για πρώτη φορά από το 1946. Οι επιστήμονες μπόρεσαν, επίσης, να δουν ένα μέρος κρανίου που θεωρείται ότι προέρχεται από τον Χίτλερ και το οποίο φέρει μια τρύπα κατά πάσα πιθανότητα από σφαίρα στην αριστερή πλευρά. Αλλά, ενώ πήραν δείγματα από τα δόντια, δεν επετράπη στους ερευνητές να πάρουν δείγματα DNA από αυτό το κρανίο.

Ακολουθήστε μας και στο Instagram https://www.instagram.com/taxidistonxrono_timetravel/

Η κατάληψη των Αθηνών από τους Γερμανούς.

 Μια εβδομάδα μετά από την έναρξη του Ελληνογερμανικού πολέμου στις 11 Απριλίου του 1941, το μέτωπο στη βόρεια Ελλάδα κατέρρευσε. Στην ανατολική Μακεδονία οι ελληνικές μονάδες αμύνθηκαν επιτυχώς στα οχυρά, αλλά η Βέρμαχτ “έσπασε” την Γιουγκοσλαβική άμυνα και εισέβαλε στην δυτική Μακεδονία και κατέλαβε τη Θεσσαλονίκη, που συνθηκολόγησε στις 9 Απριλίου. Επόμενος στόχος των εισβολέων ήταν η Αθήνα.



Το Βρετανικό Εκστρατευτικό Σώμα (ΒΕΣ) ξεκίνησε υποχώρηση προς τον νότο. Στο στενό πέρασμα των Θερμοπυλών δόθηκε μια απεγνωσμένη αντίσταση, η οποία δεν κατάφερε να σταματήσει την γερμανική προέλαση. Η ελληνική πρωτεύουσα βίωνε τις δικές της στιγμές αγωνίας, αναμένοντας το αναπόφευκτο. 27 Απριλίου 1941: Οι Γερμανοί μπαίνουν στην Αθήνα Κυριακή, 27 Απριλίου 1941. Οι γερμανικές δυνάμεις μπαίνουν στην Αθήνα και σε ένα καφενείο στους Αμπελόκηπους περίμεναν τους εισβο­λείς οι τέσσερις άνδρες που ανέλαβαν το θλιβερό καθήκον της παράδοσης της πόλεως των Αθηνών.

Ήταν ο φρούραρχος Αθηνών υπο­στράτηγος Χρ. Καβράκος, ο νομάρχης Αττικοβοιωτίας Κ. Πεζόπουλος και οι δήμαρχοι Αθηναίων και Πειραιώς Αμ­βρόσιος Πλυτάς και Μιχ. Μανούσκος.

Το καφενείο στους Αμπελόκηπους ονομαζόταν «Λουξ» – άλλοι έγραψαν «Παρθενών» –, ανήκε στον κτηματία Ανδρέα Γλεντζάκη και βρισκόταν στη διασταύρωση των λεωφόρων Αλεξάν­δρας και Κηφισίας, απέναντι από την τότε έπαυλη Θων.

Οι Έλληνες αξιωματούχοι δήλωσαν πως η Αθήνα ήταν μια ανοχύρωτη πό­λη που δεν είχε την πρόθεση να προ­βάλει αντίσταση. Ο Γερμανός αντι­συνταγματάρχης Φον Σέιμπεν όρισε ουσιαστικά πολιτικούς διοικητές των Αθηνών και του Πειραιά τους δύο δη­μάρχους, ενώ κατέστησε αιχμάλω­το πολέμου και υπεύθυνο για τυχόν εχθρικές πράξεις τον υποστράτηγο Καβράκο.

Στην επιτροπή προβλεπόταν ως πρόεδρος ο αρχιεπίσκοπος Χρύσαν­θος (πρώην μητροπολίτης Τραπεζού­ντας [1913-1938] σε δύσκολη στιγμή του Ελληνισμού), ο οποίος αρνήθηκε όμως να παραστεί μη αντέχοντας να συναντήσει τους εισβολείς, κάτι βέ­βαια που δεν πέρασε απαρατήρητο.

Οι πρώτοι Γερμανοί στρατιώτες ήταν ένα τάγμα μοτοσυκλετιστών της 2ης Τεθωρακισμένης Μεραρχίας, οι οποίοι ακολουθούσαν προσεκτικά την πορεία δύο τεθωρακισμένων αυτοκινήτων (η ιστορική λεπτομέρεια διάσωσε τους αριθμούς τους: WH 296994 και WH 219984). Το καθένα απ' αυτά ήταν εξοπλισμένο με ένα πυροβόλο και τέσσερα πολυβόλα.

Οι μοτοσυκλετιστές διέσχισαν βιαστικά τη λεωφόρο Κηφισίας, συνέχισαν τη Βασ. Σοφίας και περνώντας από το Μνημείο Αγνώστου Στρατιώτου ακολούθησαν τη λεωφόρο Αμαλίας και τη Διονυσίου Αρεοπαγίτου για να φθάσουν στην Ακρόπολη.

Ένα απόσπασμα, με επικεφαλής κάποιον ίλαρχο Γιακόμπι, ανέβηκε στον Ιερό Βράχο, όπου αφού υπέστειλε την ελληνική σημαία, ύψωσε τη γερμανική με τον αγκυλωτό σταυρό.

Η σβάστικα υψώθηκε αμέσως στη γερμανική πρεσβεία, που στεγαζόταν τότε στην πολυκατοικία Πεσμαζόγλου, στη Γερμανική Ακαδημία, στα ξενοδοχεία «Μεγάλη Βρετανία» και «Κινγκ Τζωρτζ» κ.α. Ταυτόχρονα με τις σημαίες, γερμανικά αποσπάσματα καταλάμβαναν, ακολουθώντας κατά γράμμα ένα χαρακτηριστικά μεθοδικό επιτελικό σχέδιο, το δημαρχιακό μέγαρο, το ταχυδρομείο, το τηλεγραφείο, τα υπουργεία και διάφορα σημαντικά δημόσια κτίρια.

Στο διάστημα αυτό, ο ελεύθερος αθηναϊκός ραδιοσταθμός με τη φωνή του περίφημου εκφωνητή Κ. Σταυρόπουλου, συνέχιζε τη μετάδοση των τελευταίων μηνυμάτων του, που σκόρπιζαν συγκίνηση και δάκρυα στους Αθηναίους, κλεισμένους στα σπίτια τους:

Προσοχή! Προσοχή!

Η πρωτεύουσα περιέρχεται εις χείρας των κατακτητών. Επάνω εις τον Ιερόν Βράχον της Ακροπόλεως δεν κυματίζει πλέον υπερήφανη η γαλανόλευκος. Αντ' αυτής εστήθη το λάβαρον της βίας. Ο φρουρός της σημαίας μας, διαταχθείς να την υποστείλει διά να ανυψωθεί η γερμανική, ηυτοκτόνησε ριφθείς εις το κενόν από του σημείου όπου ευρίσκετο η γαλανόλευκος.

Ζήτω η Ελλάς!

Ακούγεται ο Εθνικός Ύμνος, που φέρνει νέα συγκίνηση στους ακροατές και ο εκφωνητής κλείνει αναγκαστικά την τελευταία ελεύθερη εκπομπή του ραδιοφώνου:

Προσοχή!

Ο Ραδιοφωνικός Σταθμός Αθηνών ύστερα από λίγο δεν θα είναι ελληνικός. Θα είναι γερμανικός και θα μεταδίδει ψέμματα!

Έλληνες! Μην τον ακούτε!

Ο πόλεμος μας συνεχίζεται και θα συνεχισθεί μέχρι της τελικής νίκης!

Ζήτω το Έθνος των Ελλήνων! Ο Μπενίτο Μουσολίνι που είχε ηττηθεί κατά κράτος από τους Έλληνες, εξοργίστηκε όταν έμαθε πως ο ελληνικός στρατός είχε συνθηκολογήσει αποκλειστικά στους Γερμανούς και απαίτησε την παράδοση των Ελλήνων και στις ιταλικές ένοπλες δυνάμεις. Ο Χίτλερ, ο οποίος χρειαζόταν την σύμπραξη των Ιταλών για την εισβολή στη Σοβιετική Ένωση, αναγκάστηκε να ενδώσει στις απαιτήσεις του Ντούτσε. Έτσι η συνθηκολόγηση υπογράφηκε εκ νέου και τελεσίδικα ενώπιον του Ιταλού στρατηγού Φερράρο, παρουσία του Στρατηγού Άλφρεντ Γιοντλ πηγή kalavritanews gr μηχανή του χρόνουhttps:// 

Η μάχη του Ελ Αλαμέιν

 Η μάχη του Ελ Αλαμέιν ήταν μία από τις σημαντικότερες μάχες του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου που καθόρισαν την εξέλιξη του αφρικανικού μετώπου.



 Η μάχη αυτή διεξήχθη σε δύο φάσεις: η πρώτη από τη 1η Ιουνίου ως τις 27 Ιουλίου 1942 και η δεύτερη από τις 23 Οκτωβρίου ως τις 4 Νομεβρίου 1942. Η τοποθεσία της μάχης ήταν η παραλία και η πόλη του Ελ Αλαμέιν στις ακτές της Αιγύπτου 106 χλμ. δυτικά της Αλεξάνδρειας. Το όνομα της περιοχής προέρχεται από την αραβική εκδοχή του ονόματος του Αγίου Μηνά, ο οποίος καταγόταν από εκεί. 

Η μάχη διεξήχθη ανάμεσα στις δυνάμεις της Ναζιστικής Γερμανίας και της Ιταλίας από την μία και των συμμαχικών δυνάμεων από την άλλη υπό την ηγεσία της Μ. Βρετανίας. Επικεφαλείς των δυνάμεων του Άξονα (που ονομάστηε Άφρικα Κορπς) ήταν ο ικανότατος Γερμανός στρατάρχης Έρβιν Ρόμελ, ο οποίος λόγω των εξαιρετικών στρατηγικών του δυνατοτήτων ονομάστηκε από τους αντιπάλους του Αλεπού της Ερήμου! 

Από την άλλη επικεφαλείς των συμμαχικών δυνάμεων ήταν οι Βρετανοί στρατηγοί Χάρολντ Αλεξάντερ και ο χαρισματικός Μπέρναρντ Μοντγκόμερυ. Η μάχη ήταν κρίσιμης σημασίας για τη ροή του πολέμου, καθώς στο Κάιρο είχαν εγκατασταθεί πολλές εξόριστες κυβερνήσεις της κατεχόμενης Ευρώπης (μαζί και η ελληνική) και η πτώση της Αιγύτπου στον Άξονα θα άνηγε τον δρόμο για τον έλεγχο της Μέσης Ανατολής.

 Η πρώτη μάχη είχε ως αποτέλεσμα την αποκοπή της γερμανικής προέλασης στο Ελ Αλαμέιν, αλλά καμία συμμαχική αντεπίθεση δε μπορούσε να σπάσει τις εχθρικές γραμμές και έτσι το μέτωπο να μείνει στάσιμο. 

Όλα αυτά μέχρι που ο στρατηγός Μοντγκόμερυ κατάφερε με μία ισχυρή αντεπίθεση στις 23 Οκτωβρίου 1942 να διαρρήξει τις γερμανικές γραμμές και να αναγκάσει τον Ρόμελ να υποχωρήσει πίσω στη Τυνησία. Τις βρετανικές δυνάμεις συνέδραμαν επίσης οι δυνάμεις της Γαλλίας, της Αυστραλίας, της Νέας Ζηλανδίας, της Νοτίου Αφρικής, αλλά και της Ελλάδας. Η μάχη του Ελ Αλαμέιν έχει μείνει τόσο πολύ χαραγμένη στην ιστορία καθώς ήταν η πρώτη μεγάλη νίκη των Συμμάχων στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και άλλαξε εντελώς τη ροή του πολέμου καταρρίπτοντας τον μύθο της αήττητης Γερμανίας. Μετά την ήττα του ο Ρόμελ έπεσε σταδιακά σε δυσμένεια από το ναζιστικό καθεστώς και τελικά αυτοκτόνησε το 1944.

Ο τορπιλισμός της Έλλης. 15-08-1940

 Οπτικοακουστικό υλικό την κινηματογραφική ταινία "ΑΕΡΑ,ΑΕΡΑ,ΑΕΡΑ" της Καρατζόπουλος-Καραγιάννης, ένα ντοκυμαντέρ " Ντοκουμέντα" του Κ. Γκιουλέκα και ένα εκπαιδευτικό βιντεάκι του ηλεκτρονικού περιοδικού "ΝΟΙΑΖΟΜΑΙ" με θέμα "τον Τορπιλισμό της Έλλης". Το υλικό χρησιμοποιήθηκε στην τάξη για να ζωντανέψει ομώνυμο λογοτεχνικό κείμενο του Σπύρου Μελά από το έργο του "Η δόξα του ' 40 στα βουνά και στα πέλαγα", εκδόσεις Μπίρης.




Το όνειρο του λόφου Γκέλερ, του Φέρενς Κάριντι. Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος

 Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος

  Αγαπητοί φίλοι του θεάτρου απόψε θα σας παρουσιάσω ένα ιδιαίτερο έργο. Πρόκειται για το έργο του Ούγγρου συγγραφέα Ferrenc Karinthy Το όνειρο του λόφου Γκέλερτ  που είναι γνωστό και με τον τίτλο Οι κυνηγημένοι. Πρόκειται για ένα έξοχο θεατρικό έργο. Ο συγγραφέας είναι γνωστός από το μυθιστόρημα του Epepe (Metropole). Ένα έργο που κυκλοφόρησε το 1970.

 

Φωτογραφία από παράσταση του 2018 στο θέατρο ¨Θάλεια¨ της Βουδαπέστης

Λίγα λόγια για το Λόφο του Γκέλερτ (Gellért Hegy):

 Ονομάστηκε προς τιμή του Επισκόπου Γκελέρτ ο οποίος διέδωσε τον χριστιανισμό την Ουγγαρία. Μετά το θάνατο του Αγ.Στεφάνου του Χριστιανού βασιλιά της Ουγγαρίας, ο θρύλος λέει ότι οι επαναστάτες παγανιστές Μαγυάροι σφράγισαν τον Γκελέρτ μέσα σε ένα βαρέλι και τον πέταξαν από την πλαγιά του λόφου.

  Στην κορυφή του λόφου υπάρχει ένα φρούριο που χτίσθηκε από τους Βούρκους της Αυστρίας του 1850-1854 με σκοπό να ελέγχουν την πόλη μετά την αναστολή της Ουγγρικής επανάστασης για την ανεξαρτησία. Αυτό το φρούριο ήταν αρχικά 200μ σε μήκος με τα τείχη τους να ξεπερνούν τα 6 μ σε μ και 3 μ σε πάχος. Όταν οι Αψβούργοι έφυγαν από τη Βουδαπέστη το 1907, το φρούριο έπεσε στην δικαιοδοσία της πόλης. Τα τείχη του γκρεμίστηκαν, ως συμβολισμός νίκης κατά των Αυστρουγγαρών, αλλά το φρούριο χρησιμοποιήθηκε για να στεγάσει τον Ουγγρικό στρατό.

 Κατά τη διάρκεια του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου οι ιστορικοί αναφέρουν ότι οι Γερμανοί εξ αιτίας του φρουρίου κατόρθωσαν απόλυτο έλεγχο στην πόλη. Σήμερα το φρούριο έχει μετατραπεί σε τουριστικό ξενοδοχείο και προσφέρει στους επισκέπτες καταπληκτική θέα της πόλης και του ποταμού Δούναβη.

 Στην κορυφή του λόφου τέλος, το 1947 οι Σοβιετικοί έστησαν ένα μνημείο για την απελευθέρωση της πόλης από τους Ναζί. Στο λόφο υπάρχει επίσης ένα σπηλαίο όπου από το 1926 χρησιμοποιείται ως εκκλησία.

 Το έργο στην Ελλάδα παίχτηκε σε ραδιοφωνική διασκευή με πρωταγωνιστές τους Κώστα Αρζόγλου και Βέρα Κρούσκα. Οι δύο σπουδαίοι ηθοποιοί πραγματοποιούν μία ερμηνεία ρεσιτάλ.


 

Η πλοκή του έργου:

 Βρισκόμαστε στο 1945, μία εβδομάδα πριν από την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων από τη Βουδαπέστη. Κύριοι και μοναδικοί χαρακτήρες του έργου είναι ένα αγόρι και ένα κορίτσι. Ο ένας είναι δραπέτης στρατιώτης που συναντιέται σε μία εγκαταλελειμμένη βίλα με μία νεαρή γυναίκα που κρύβεται εκεί.

 Είναι όχι και τόσο απίθανο να συναντηθούν δύο νέοι σε μία βίλα, της οποίας οι ιδιοκτήτες έχουν φύγει στη μέση μιας μάχης. Είναι οι μέρες που η κατεχόμενη από τους Γερμανούς Βουδαπέστη πολιορκείται από τους Σοβιετικούς. Καθώς η όμορφη πόλη δέχεται πυρά οι δύο νέοι ονειρεύονται ένα νέο κόσμο στον οποίο ακόμη και η Σελήνη θα είναι εύκολα προσβάσιμη.


                                                    

 Ενώ λοιπόν περιμένουν να τελειώσει η μάχη υφαίνουν όνειρα, πλησιάζουν ο ένας τον άλλον, φαντασιώνονται, και κάνουν επίσης σχέδια για το μέλλον. Βασικά προσπαθούν να απαλλαγούν από το παρελθόν τους και να επιβιώσουν. Η γραμμή μεταξύ παιχνιδιού και πραγματικότητας είναι δυσδιάκριτη. Ποιοι είναι οι κανόνες όμως του παιχνιδιού στο μέσω του πολέμου;

 Έχουμε να κάνουμε με δύο ηθοποιούς και οβίδες που ακούγονται να πέφτουν εκτός και να προκαλούν μπλακ-άουτ στη σκηνή, το έργο περιγράφει με ιδιαίτερα κωμικοτραγικό τρόπο τα τεχνάσματα των εγκλωβισμένων στη φρίκη του πολέμου προκειμένου να αποφύγουν το θάνατο της ψυχής και την απενεργοποίηση των κυκλώματος του εγκεφάλου τους. Οι ήχοι των εκρήξεων του πυροβολικού και οι ριπές των αυτομάτων κυριαρχούν σε όλο το έργο φέρνοντας αρκετά κοντά στο θεατή τον πόλεμο.


                                

 Ο άντρας είναι απόλυτος, κτητικός, κυνηγός, δυνάστης. Η γυναίκα αντιδρά αλλιώς. Είναι πιο ευεπίφορη στα φανταστικά παιχνίδια, πλέον ευέλικτη (και σωματικώς), περισσότερο δεκτική. Ακόμα κι όταν καταφεύγουν στο νοητικό κόσμο της σελήνης, όπου είναι μόνοι, μακριά από άλλα ανθρώπινα όντα, αυτός ζηλεύει ακόμα, τους... πρώην ή... μελλοντικούς εραστές της. Η γυναίκα είναι ακόμη περισσότερο επιβιωτική, διαχειρίζεται τις ανάγκες της πρακτικά, δεν αντέχει τη φρίκη και την οδύνη, με τον πόνο όμως τα πάει μια χαρά.

 Ο άνδρας, είναι -εν πολλοίς- εξαρτώμενος από αυτήν. Ανίκανος να σταθεί χωρίς το θηλυκό του συμπλήρωμα, ασυμφιλίωτος με την anima εντός του, τραγικός και αξιολύπητος. Βεβαίως, και οι δυο τους βράζουν στο ίδιο καζάνι, μόνο που διαφέρουν ως προς τη χάρη αντιμετώπισης αυτής της αλλόκοτης κατάστασης: έχουν καταφύγει κατά τη διάρκεια ενός βομβαρδισμού, σε μια εγκαταλελειμμένη βίλλα, μπαίνοντας από τη σαραβαλιασμένη πόρτα του γκαράζ. Δεν γνωρίζονται, όμως αναγκάζονται να συνυπάρξουν και να επιβιώσουν, να γίνουν κολλητοί, εραστές, σύντροφοι, σύμμαχοι, συνεταίροι, ποιούντες την ανάγκην φιλοτιμίαν. Πόσο εύστοχη αυτή η παραβολή…

 

Λίγα ακόμη στοιχεία για το έργο:

 «Όταν συναντιούνται δύο άτομα, στην πραγματικότητα υπάρχουν έξι άτομα. Δύο καθώς βλέπουν τον εαυτό τους. δύο καθώς βλέπουν ο ένας τον άλλον. και δύο όπως είναι πραγματικά. " θα σημειώσει ο Γουίλιαμ Τζέιμς. Σ’ αυτά τα τρία επίπεδα θα κινηθεί το έργο…

 Ο θεατής έχει την εντύπωση ότι ολόκληρο το σύμπαν ενώνεται για μερικές ώρες μέσα στο σύμπαν.


                                       

 Το παιχνίδι που αυτοσχεδιάζουν αυτοί οι δύο μοιραίοι άνθρωποι, μοιάζει με το σταυρόλεξο, το σκραμπλ και άλλα γλωσσικά παιχνίδια που βασίζονται στη λεκτική και νοητική ετοιμότητα του εγκεφάλου να ¨συμπληρώνει¨ τα πραγματικά δεδομένα με φανταστικό συνδημιουργικό τρόπο. Μ΄ αυτό το ανώδυνο τέχνασμα δίνουν διέξοδο στην ψυχή τους να … ανασάνει και στο μυαλό να πάει αέρας ελευθερίας.

                                 


 Πρόκειται για αντιπροσωπευτικούς ανθρώπους. Δύο διαφορετικές προσωπικότητες δύο διαφορετικών ειδών συναντιούνται σ’ αυτό το έργο. Τα όνειρα τους, έχουν γίνει από  πολλούς ανθρώπους και είναι τα όνειρα του λόφου Γκέλερτ. Επί σκηνής η επέκταση της φαντασίας συνδυάζεται συνήθως με μία ειδική τεχνική προβολής και δίνει ένα νέο εντυπωσιακό αποτέλεσμα στο πεζογραφικό θέατρο. Το νήμα της ιστορίας του έργου, δηλαδή, διακόπτεται συχνά από οράματα με βάση την τεχνική αυτή.

 Πρέπει να σημειώσουμε όμως και ακόμη ότι στο έργο διαπιστώνουμε και ένα βαθύ φιλοσοφικό στοχασμό πάνω στο συμφέρον.

 Ο Κώστας Μπούρας εν κατακλείδι  παρατήρησε ότι «μια φυγόκεντρη διαδικασία καθιστά το κείμενο διαχρονικό και υπερτοπικό, όσο και αν εντοπίζεται από το συγγραφέα της στο λόφο Γκλέλερτ της Βουδαπέστης

 

                                     


 

Πηγές:

radio-theatre.blogspot.com/2012/05/blog-post_13.html

https://www.politeianet.gr/books/9789605581916-karinthy-ferenc-dodoni-oi-kunigimenoi-to-oneiro-tou-lofou-gkellert-258543

www.thalia.hu/index.php/main/program/gellerthegyi-almok_3228

https://port.hu/adatlap/film/tv/karinthy-ferenc-gellerthegyi-almok-karinthy-ferenc-gellerthegyi-almok/movie-211450?section=mozi&title=karinthy-fer…

https://cultura.hu/kultura/karinthy-ferenc-es-a-gellerthegyi-almok/


Ο Κώστας Αρζόγλου

Παύλος Παπαδόπουλος, Πτυχιούχος Ανθρωπιστικών Σπουδών, Ανώτερος Δημόσιος Υπάλληλος

                                             Η μεταφόρτωση έγινε από το Ισοβίτης:

-Ο Παύλος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1978 στη Δράμα, μεγάλωσε στις Σέρρες και έζησε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από το 1996 εργάζεται στο δημόσιο σε διάφορες διοικητικές θέσεις. Είναι απόφοιτος της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Σχολής Αστυφυλάκων της Αστυνομικής Ακαδημίας, της Σχολής Επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ΕΛ.ΑΣ., και της Σχολής Ελληνικού Πολιτισμού, του Τμήματος Ανθρωπιστικών. Σπουδών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.




Ατύχημα στο χώρο της εργασίας-Παρουσίαση αιτιών και τρόπων αποφυγής, με τη χρήση ενός πραγματικού παραδείγματος. Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος

       Η προστασία της ανθρώπινης ζωής και της ακεραιότητας του εργαζομένου αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο κάθε σύγχρονου και ηθικά υπεύθυνου...