Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τροία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τροία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Όταν έπεσε η Τροία, το 1184 π.Χ.,, το νέο μεταδόθηκε στη Μυκηναϊκή Ελλάδα μέσα σε λίγες μόνο ώρες. Ιδού πώς:

 Με δίκτυο από φρυκτωρίες. Οι φρυκτωρίες ήταν ένα σύστημα συνεννόησης με μηνύματα που μεταβιβάζονταν από περιοχή σε περιοχή με τη χρήση πυρσών στη διάρκεια της νύκτας (φρυκτός=πυρσός και ώρα = φροντίδα) ή, στην ανάγκη, με σήματα καπνού στη διάρκεια της ημέρας. Εννοείται πως το σύστημα στηριζόταν σε ένα δίκτυο από πύργους σε κορυφές βουνών  (εκεί που σήμερα βρίσκονται οι κεραίες κινητής τηλεφωνίας...)



 Στη συγκεκριμένη περίπτωση το μήνυμα ακολούθησε τη διαδρομή Τροία - Ίδη - Έρμαιο Λήμνου - Αθως Αγίου Όρους - Μάκιστο Εύβοιας - Μεσσάπιο της Βοιωτίας - Κιθαιρώνας - Αιγίπλαγκτο - Αραχναίο - Παλάτι των Μυκηνών (βλέπε χάρτη). Η απόσταση που καλύφθηκε υπερβαίνει τα 600 χιλιόμετρα. Είναι το πρώτο και αρχαιότερο οργανωμένο δίκτυο επικοινωνίας για το οποίο υπάρχει γραπτή μαρτυρία (Αισχύλου Αγαμέμνων, στίχοι 263-304).

    

    Η Φρυκτωρία δούλεψε καλά ……

    Από το βουνό Ίδη της Τροίας, μέσω του κάβου Ερμής της Λήμνου, το όρος Άθως, γεφυρώθηκε το πέλαγος ως το βουνό Μάκιστος της Εύβοιας. Το μήνυμα πέρασε στο Μεσσάπιο της Βοιωτίας μέσω της κοιλάδας του Ασωπού-Πύργος Οινοφύτων και Τανάγρας- πέρασε στον Κιθαιρώνα, στο Αραχναίο της Πελοποννήσου και από εκεί στις Μυκήνες στην Κλυταιμνήστρα………

    Η Τροία έπεσε;… Ας το μάθουν άνθρωποι και θεοί.


Ο Αισχύλος βέβαια τα παρουσιάζει όλα αυτά 700 χρόνια μετά και μπορεί απλά να περιγράφει την τεχνολογία της δικής του εποχής. Αλλά δεν αποκλείεται να συνέβη κάπως έτσι.

Το γεγονός είναι ότι αρχαιολογικές έρευνες έχουν φέρει στο φως εκτεταμένο δίκτυο φρυκτωριών στην ηπειρωτική αλλά και στη νησιωτική Ελλάδα. Τα δίκτυα λειτούργησαν για πολλούς αιώνες. Στην περίοδο της Βυζαντινής αυτοκρατορίας έχουμε τις καμινοβιγλατορίες και το περίφημο "Ωρονόμιο" του Λέοντα του Φιλοσόφου. Οι Βυζαντινοί με ένα παρόμοιο σύστημα είχαν άμεση πληροφόρηση για τις εισβολές των Βαρβάρων, από τα ανατολικά κυρίως.


Το σύστημα έχει παρουσιαστεί με παραστατικό τρόπο στην ταινία "Ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών" για να ειδοποιθεί η Γκοντόρ για την επίθεση των Ορκ (ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων). Η απεικόνιση είναι πολύ πετυχημένη και ακριβής, πράγμα σπάνιο για κινηματογραφική ταινία.

Μενέλαος και Ωραία Ελένη - Μια συναρπαστική ιστορία αγάπης και πολέμου

Όλοι ξέρουμε τον μύθο της Ωραίας Ελένης. Είναι από τις ιστορίες αυτές που μαθαίνουμε ήδη από πολύ νωρίς, μαθαίνοντας για τους θεούς και τους ήρωες της Αρχαίας Ελλάδας καθώς και τα δυο μεγάλα έπη του Ομήρου, την Ιλιάδα και την Οδύσσεια. Και αν το δεύτερο από αυτά τα έπη επικεντρώνεται στις περιπέτειες του πολυμήχανου Οδυσσέα που αγωνίζεται να επιστρέψει στην Ιθάκη, το πρώτο έχει να κάνει με τον τελευταίο χρόνο του Τρωικού Πολέμου, εκεί όπου χιλιάδες άντρες οδηγήθηκαν στη μάχη και στον θάνατο για την Ελένη. Την Ελένη που αποφάσισε να κλεφτεί με τον Πάρη, τον πρίγκηπα της Τροίας εγκαταλείποντας τον σύζυγο της και βασιλιά της Σπάρτης, Μενέλαο.



Αυτά και μόνο είναι αρκετά για να σκιαγραφήσουμε τους τρεις χαρακτήρες. Σκεφτόμαστε την Ελένη ως άτιμη και άπιστη, τον Πάρη ως σωτήρα μιας καταπιεσμένης συζύγου και τον απατημένο Μενέλαο ως άξεστο και άπληστο άρχοντα όπως τείνουν να τον παρουσιάζουν στις ταινίες των τελευταίων χρόνων καθώς επίσης και σε μερικές αποδόσεις για παιδιά όπου προσπαθούν εν συντομία να πουν την ιστορία σε λίγες γραμμές.

Κι όμως εδώ έχουμε να κάνουμε με έναν μεγάλο και παρεξηγημένο έρωτα. Όχι της Ελένης και του Πάρη. Της Ελένης και του Μενέλαου.


Ο Μενέλαος ήταν ο μικρός γιος του βασιλιά των Μυκηνών Ατρέα. Ο Όμηρος τον ονομάζει “ξανθό” και “ωραίο”, πράγμα που σήμαινε ότι παρόλο που είχε εντελώς θνητή καταγωγή, διέθετε κάτι το θεϊκό στην όψη. Ήταν επίσης δίκαιος, τίμιος, ευγενικός και καλός φίλος. Αυτά μπορούμε να τα επιβεβαιώσουμε διαβάζοντας την Ιλιάδα και ειδικά το περιστατικό με την μάχη για το πτώμα του Πάτροκλου που οι Τρώες ήθελαν να βεβηλώσουν. Γενικά υπήρχε κάτι το “ιπποτικό” στο χαρακτήρα του Μενέλαου και το γεγονός και μόνο ότι κίνησε γη και ουρανό για να κερδίσει πίσω την αγαπημένη του και όχι για να την εκδικηθεί, μας λέει επίσης πολλά.


Τα παιδικά του χρόνια.

Μπορεί μεν ο Μενέλαος να ήταν πρίγκιπας των Μυκηνών, είχε όμως την ατυχία να δει τον πατέρα του να δολοφονείται από τον θείο του, τον Θυέστη, τον αδελφό του Ατρέα που ήθελε να γίνει βασιλιάς. Ο Θυέστης στη συνέχεια κυνήγησε τον Μενέλαο και τον Αγαμέμνονα για να τους σκοτώσει και αυτούς ώστε να μην υπάρχουν δικαιωματικοί διάδοχοι του θρόνου. Έτσι οι δυο νεαροί Ατρείδες έφυγαν μακριά από τις Μυκήνες και βρήκαν καταφύγιο στη Σπάρτη, εκεί όπου βασίλευε ο Τυνδάρεως, ο πατέρας της Ωραίας Ελένης και της Κλυταιμνήστρας. Εκεί έζησαν ο Αγαμέμνονας και ο Μενέλαος προσφέροντας τις υπηρεσίες τους μέχρι να ενηλικιωθούν και να εκδικηθούν το θάνατο του πατέρα τους.

Εδώ, λοιπόν, μπαίνει στην ιστορία η Ελένη, προικισμένη που ήταν με θεϊκή ομορφιά. Το δώρο αυτό όμως την έβαζε συνεχώς σε μπελάδες. Κοριτσάκι ήταν την είδε ο Θησέας, ο γνωστός ήρωας, και μπήκε στον πειρασμό να την απαγάγει, πράγμα που και έκανε, προκαλώντας έτσι την οργή των αδελφών της, του Κάστορα και του Πολυδεύκη, οι οποίοι για να σώσουν την αδελφή τους κατέστρεψαν την Αθήνα, το βασίλειο του Θησέα (μύθος που μας θυμίζει την μετέπειτα χρόνια έχθρα μεταξύ Αθηναίων και Σπαρτιατών). Αυτό βέβαια είναι το τίμημα του να είσαι ημίθεος, πόσο μάλλον παιδί του Δία. Διότι η ομορφιά της Ελένης δεν ήταν τυχαία. Στην πραγματικότητα η μητέρα της, η Λύδα δεν την έκανε με τον Τυνδάρεω αλλά με τον Δία ο οποίος είχε πάρει τη μορφή ενός λευκού κύκνου, γεννώντας έτσι δύο αυγά μέσα από τα οποία βγήκαν ο παντοδύναμος Πολυδεύκης και η πανέμορφη Ελένη.

Αφού οι Διόσκουροι κατάφεραν να την βρουν και την σώσουν, η Ελένη επέστρεψε στη Σπάρτη μεγαλώνοντας μαζί με τα αδέλφια της και τους Ατρείδες, τον Αγαμέμνονα και τον Μενέλαο. Και κάπου εκεί ένας έρωτας άρχισε να γεννιέται μεταξύ της Ελένης και του Μενέλαου που εκείνον τον καιρό φύλαγε τα κοπάδια του Τυνδάρεου.


Μεγάλωσαν οι Ατρείδες και ήρθε η ώρα να εκδικηθούν το θάνατο του πατέρα τους. Επέστρεψαν στις Μυκήνες και βοήθεια από τη Σπάρτη και σκότωσαν τον Θυέστη. Έτσι ο Αγαμέμνονας, ως μεγάλος γιος, έγινε ο βασιλιάς των Μυκηνών και ζήτησε για γυναίκα του την Κλυταιμνήστρα, την αδελφή της Ελένης. Όσο για τον Μενέλαο, επέστρεψε στη Σπάρτη κοντά στην αγαπημένη του Ελένη, γνωρίζοντας πως σε λίγο καιρό θα την έχανε για πάντα. Γιατί η Ελένη έφτασε σε ηλικία γάμου και δεκάδες βασιλιάδες και πρίγκιπες ήρθαν να τη ζητήσουν.

Σχεδόν όλοι όσοι πήραν μέρος αργότερα στον Τρωικό Πόλεμο ως αρχηγοί, επισκέφτηκαν το παλάτι του Τυνδάερου με όνειρο να κάνουν δική τους την Ελένη. Ανάμεσα τους ο Αχιλλέας, ο Αίαντας, ο Διομύδης και ο Οδυσσέας. Όλοι τους έπρεπε να περάσουν αθλητικές δοκιμασίες και όποιος έβγαινε πρωταθλητής θα έκανε την Ελένη γυναίκα του. Όμως ήταν δύσκολο να στεφθεί ο νικητής ανάμεσα σε τόσους ήρωες, με αποτέλεσμα κάποια στιγμή να τραβηχτούν όπλα και να ξεσπάσει τρομερός καβγάς.

Τη λύση την έδωσε ο Οδυσσέας. Και ποια λύση ήταν αυτή. Να άφηναν την ίδια την Ελένη να διαλέξει τον άντρα που ήθελε για σύντροφο της.

Έτσι κι έγινε. Η Ελένη αφέθηκε μέσα στα βασιλόπουλα να επιλέξει. Όμως αυτός που επέλεξε δεν ήταν βασιλιάς. Ήταν ο Μενέλαος. Ο παιδικός της φίλος, ο εκλεκτός της καρδιάς της.

Κι έτσι το ζευγάρι παντρεύτηκε και έζησε ευτυχισμένο. Αργότερα απέκτησαν ένα κοριτσάκι, την Ερμιόνη. Και όταν ο Τυνδάρεως πέθανε από γηρατειά, τη θέση του πήρε ο Μενέλαος και έγινε βασιλιάς της Σπάρτης.

Την ευτυχία τους όμως ήρθε να ταράξει ο μικρός γιος του Πρίαμου, ο Πάρης. Αυτός ήρθε ως φιλοξενούμενος του Μενέλαου με τον οποίο είχαν γίνει φίλοι πριν από λίγο καιρό στην Τροία, όταν ο πρώτος έσωσε τη ζωή του δεύτερου από ένα αγριογούρουνο. Ο Πάρης όμως είχε άλλα σχέδια καταφθάνοντας στην Σπάρτη. Είχε έρθει για να πάρει το δώρο που του είχε τάξει η θεά Αφροδίτη σε αντάλλαγμα του Μήλου της Έριδος που της χάρισε ως ομορφότερη από τις τρεις θεές που τον είχαν θέσει για κριτή.

Και το δώρο αυτό δεν ήταν άλλο από την ίδια την Ελένη.


Η Ελένη, από τη μεριά της δεν ήθελε να αφήσει ούτε τον άντρα της ούτε και το παιδί της. Οι αναμνήσεις από την απαγωγή του Θησέα και την καταστροφή της Αθήνας της είχαν αφήσει σημάδια. Δεν ήθελε να ξαναπεράσει τα ίδια και χειρότερα για χάρη του νεαρού Τρώα. Όμως αναγκάστηκε να υποκύψει στο όνομα της θεάς. Κι έτσι, μια νύχτα που ο Μενέλαος έλειπε στην Κρήτη για να βρεθεί αναγκαστικά στο πλάι του φίλου του, του Ιδομενέα, έφυγε με τον Πάρη.

Κατά μία έννοια υπήρξε απαγωγή. Δεν έφυγαν οι δυο τους αφού ο Πάρης έκλεψε μαζί με την Ελένη και τους θησαυρούς του Μενέλαου, μαζί και κάποιες γυναίκες του παλατιού. Ο φίλος του ο Αινείας προσπάθησε να τον συνετίσει μα ο Πάρης ήταν αρκετά άπληστος για να σταματήσει. Και μόνο που είχε σβήσει από μέσα του την αγαπημένη του Οινώνη, μια νύμφη με την οποία ήταν παντρεμένος, αυτό αρκούσε για να φανερώσει την αλαζονεία του.

Τα νέα έφτασαν στον Μενέλαο ο οποίος πληγωμένος τόσο από την γυναίκα του όσο και από την ασυγχώρητη συμπεριφορά του φιλοξενούμενου του, ταξίδεψε ως την Τροία για να λύσει το θέμα ειρηνικά. Οι Τρώες όμως δεν τον δέχτηκαν κι έτσι ο Μενέλαος γύρισε στην Σπάρτη ταπεινωμένος. Ο αδελφός του, ο Αγαμέμνονας, ο οποίος εδώ και καιρό έκανε βλέψεις να κατακτήσει την Τροία, βρήκε την ευκαιρία που έψαχνε. Θα καλούσε όλους τους βασιλιάδες της Ελλάδας να πολεμήσουν στο πλευρό των Ατρειδών όπως είχαν ορκιστεί να κάνουν την μέρα που η Ελένη διάλεξε τον Μενέλαο για σύζυγο της.


Η συνέχεια είναι σε όλους μας γνωστή. Δεκάδες στρατοί συγκεντρώθηκαν στην Αυλίδα για να σαλπάρουν μέχρι την Τροία και να πολεμήσουν για χάρη της Ελένης και του Μενέλαου. Δέκα ολόκληρα χρόνια κράτησε ο πόλεμος και χιλιάδες Έλληνες και Τρώες έχασαν την ζωή τους, ανάμεσα τους μεγάλοι ήρωες όπως ο Αχιλλέας και ο Έκτορας. Σκοτώθηκε και ο Πάρης από τον Φιλοκτήτη κι έτσι ο Μενέλαος έχασε την ευκαιρία του να τον εκδικηθεί. Ο Διήφοβος, αδελφός του Πάρη, βρήκε την ευκαιρία που έψαχνε. Να κάνει δική του την Ελένη με αποτέλεσμα να νιώσει την οργή του Μενέλαου όταν ο Δούρειος Ίππος μπήκε στην Τροία και οι Έλληνες έλυσαν την πολιορκία.

Τώρα, έπειτα από τόσον καιρό αγωνίας, σφαγής, πόνου, αίματος και δακρύων, το ζευγάρι ήταν και πάλι μαζί. Η ώρα τους να επιστρέψουν στην πατρίδα και στην κόρη τους, είχε φτάσει.

Ή έτσι πίστευαν.


Ο Μενέλαος και η Ελένη, πέρα από τα δέκα χρόνια που έκαναν να ανταμώσουν, χρειάστηκαν άλλα οχτώ για να γυρίσουν στην Σπάρτη. Μια τρομερή φουρτούνα έξω από την Λακωνία έστειλε το καράβι τους μακριά, σε χώρες που δεν είχαν επισκεφτεί. Πέρασαν από την Συδώνα, την Αιθιοπία, την Κύπρο, την Φοινίκη και την Λιβυή. Στην Αίγυπτο τους φιλοξένησε η βασίλισσα Πολυδάμια η οποία χάρισε στην Ελένη ένα μαγικό βότανο που όποιος το έπινε, ξεχνούσε τα δυσάρεστα του παρελθόντος.

Για να φτάσουν τελικά στην Σπάρτη έπρεπε πρώτα να βρουν τον Πρωτέα, τον Γέρο της Θάλασσας και να πάρουν το χρησμό του. Μετά από πολλές περιπέτειες ο Μενέλαος κατάφερε να αιχμαλωτίσει τον Πρωτέα για να μάθει σε ποιους θεούς έπρεπε να θυσιάσει και ποιον δρόμο να ακολουθήσει.

Ο Πρωτέας αποκάλυψε τα πάντα στον Μενέλαο και μαζί με αυτά τις τύχες των συντρόφων του. Του είπε για την ταλαιπωρία του Οδυσσέα και για την δολοφονία του αδελφού του Αγαμέμνονα από την Κλυταιμνήστρα και τον εραστή της Αίγισθο, τον γιο του Θυέστη. Όμως του είπε και κάτι ευχάριστο. Ότι ο Μενέλαος και η Ελένη δεν θα αποχωρίζονταν ποτέ ξανά ο ένας τον άλλον και θα ζούσαν μαζί ως τα βαθιά γεράματα. Και όταν θα έκλειναν τα μάτια τους θα πήγαιναν στα Ηλύσια Πεδία όπου θα συνέχιζαν να ζουν αγαπημένοι για όλη την αιωνιότητα.


Και έτσι έγινε. Ο Μενέλαος και η Ελένη, οι δυο παιδικοί φίλοι που χτυπήθηκαν από την μοίρα να ζουν χωριστά στα ωραιότερα χρόνια της ζωής τους, επιτέλους βρήκαν γαλήνη μετά θάνατον. Και παραμένουν ερωτευμένοι και αγαπημένοι μακριά από τις έχθρες, τις αδικίες και τον πόλεμο, εκεί όπου ξεκουράζονται οι ήρωες και εραστές μιας αλλοτινής εποχής.


 

Μύθοι και Θρύλοι της Αρχαιας Ελλαδας Ν.Α. Κουν εκδ Λειψία, Ιφιγένεια εκδ Στρατικη, Ο Πόλεμος της Τροίας Λιντσει Κλαρκ εκδ Λιβάνη.

ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ Μια καταραμένη μάγισσα

 Δεν υπάρχει τίποτε σκληρότερο από το να λες την αλήθεια και να μη σε πιστεύει κανείς... Αυτό ήταν το δράμα της Κασσάνδρας.



Κόρη του βασιλιά της Τροίας Πριάμου και της Εκάβης, αναφέρεται και ως Αλεξάνδρα. Μια όμορφη κοπέλα, «καλλίστη πασών» κατά τον Όμηρο, που την ερωτεύθηκε κεραυνοβόλα ο θεός Απόλλωνας. Κι αυτός ο έρωτας στάθηκε μοιραίος για την Κασσάνδρα.

Βάζει όρο για να δεχθεί τον έρωτα του θεού, ζητώντας του να την μετατρέψει σε αλάνθαστη μάντισσα. Εκείνος δέχεται και την προικίζει με το χάρισμα της μαντείας. Η Κασσάνδρα νομίζει ότι τώρα, έχοντας αποκτήσει ό,τι ήθελε, μπορεί να αποφύγει τον Απόλλωνα. Δεν τιμά την υπόσχεσή της και αρνείται να του δοθεί.

Ο Απόλλωνας θυμώνει, αδυνατώντας να πάρει πίσω το δώρο του. Ζητεί από την πονηρή Κασσάνδρα να του δώσει μόνον ένα φιλί. Εκείνη δέχεται και ο Απόλλων φτύνει στο στόμα της το σάλιο του, αφαιρώντας τη δύναμη της πειθούς: ό,τι και να λέει η νεαρή μάντισσα, δεν θα γίνεται πιστευτό...

Πρώτη αναφορά για τα παραπάνω γίνεται από τον Αισχύλο, στο έργο του Λυκόφρων. Στο έργο, η Κασσάνδρα παρουσιάζεται φυλακισμένη από τον Πρίαμο, επειδή κανείς δεν άντεχε να ακούει τις γεμάτες αίμα, συμφορές και θανάτους προφητείες της, έχοντας, ωστόσο, δώσει εντολή στον δεσμοφύλακά της να καταγράφει τα λεγόμενά της.


Σύμφωνα με άλλη παράδοση, η Εκάβη γέννησε δίδυμα: την Κασσάνδρα και τον Έλενο. Κάποια χρονιά που οι γονείς τους γιόρταζαν τα γενέθλιά τους στον ναό του Θυμβραίου Απόλλωνα, έξω από τις πύλες της Τροίας, τα παιδιά αποκοιμήθηκαν μέσα στο ιερό, ξεχασμένα από τους γονείς τους, που, μεθυσμένοι, επέστρεψαν στο παλάτι χωρίς τα παιδιά τους.

Εκεί, στο ιερό, τα κοιμισμένα παιδιά δέχτηκαν επισκέψεις φιδιών-συμβόλων του Απόλλωνα- που έγλειψαν τα αυτιά τους και καθάρισαν τα αισθητήριά τους. Έτσι, τα παιδιά θα άκουγαν μυστικές φωνές, ασύλληπτες από τους κοινούς ανθρώπους.

Όταν ο Πρίαμος και η Εκάβη ξύπνησαν, τα αναζήτησαν. Κάποιες υπηρέτριες τα βρήκαν μέσα στον ναό, κυκλωμένα από τα ιερά φίδια. Τρομαγμένες, έβαλαν τις φωνές και τα φίδια απομακρύνθηκαν.

Τα δίδυμα, επομένως, είχαν πάρει το χάρισμα της μαντικής από τα παιδικά τους χρόνια. Ο θεός είχε αποφασίσει η Κασσάνδρα να προλέγει το μέλλον, μετά από τη δική του παρέμβαση, όπως έκαναν και οι Πυθίες, και ο Έλενος θα ερμήνευε τις κινήσεις των πουλιών (οιωνοσκοπία).

(Σ’ αυτή την εκδοχή, βέβαια, δεν έχουμε εξήγηση για την κατάρα που συνοδεύει την Κασάνδρα).


Το δράμα της Κασσάνδρας είναι φοβερό. Κάθε τόσο προβλέπει καταστροφές: όταν γεννιέται ο Πάρις, όταν ο Πάρις χάνεται και ξαναβρίσκεται, όταν φεύγει για την Σπάρτη, όταν επιστρέφει με την Ωραία Ελένη, όταν κατά τη διάρκεια του Τρωϊκού Πολέμου εμφανίζεται ο Δούρειος Ίππος. Ποτέ και κανείς δεν δίνει σημασία, ούτε θυμάται ότι την προηγούμενη φορά είχε πει την αλήθεια.

Ήταν η πρώτη που γνώριζε ότι ο Πρίαμος θα έπειθε τον Αχιλλέα να του δώσει τη σορό του Έκτορα.


Μετά την άλωση της Τροίας κατέφυγε στον ναό της Αθηνάς. Οι Αχαιοί έμπαιναν να ληστέψουν την πόλη, ενώ ο Αίας ο Λοκρός έτρεχε στον ναό της Αθηνάς, αδιαφορώντας για τα λάφυρα. Μέσα στον ναό βρήκε την Κασσάνδρα και οι διαθέσεις του ήταν κάτι παραπάνω από άγριες. Η Κασσάνδρα αγκάλιασε το άγαλμα-ξόανο της θεάς και ικέτευσε για έλεος. Η Αθηνά κώφευσε.

Ο Αίας, αδιαφορώντας για τον ιερό χώρο, τράβηξε την ικέτιδα από τα μαλλιά και το άγαλμα σείστηκε από τη βάση του. Ο Αίας αδιαφόρησε και πάλι, άρπαξε την Κασσάνδρα και την βίασε μέσα στο ναό... Όσοι Έλληνες βρέθηκαν εκεί φρύαξαν, πολύ περισσότερο βλέποντας μπροστά στα μάτια τους το ξόανο να ζωντανεύει, την θεά απαστράπτουσα να στρέφει τα μάτια της στον ουρανό.

Για να την εξευμενίσουν, αποφασίζουν να λιθοβολήσουν τον Αίαντα. Εκείνος, όμως, κρύφτηκε στον βωμό της Αθηνάς- της θεάς που είχε προσβάλει λίγο νωρίτερα- και σώθηκε, ικετεύοντάς την. Κατά ένα περίεργο τρόπο, η Αθηνά φαινόταν να είναι με το μέρος του, αλλά δεν ήταν.

Όταν ο Αίας φεύγει από την Τροία, μαζί με τους άλλους Λοκρούς, η Αθηνά βυθίζει το πλοίο του, εν μέσω μιας φοβερής καταιγίδας. Ο Αίας καταφέρνει και σύρεται σ’ έναν βράχο της Εύβοιας και κάνει ένα μοιραίο λάθος: στρέφει τα μάτια του στον ουρανό και απευθυνόμενος στους θεούς, φωνάζει ότι θα επιβιώσει, παρά τη θέλησή τους. Η τιμωρία έρχεται από τον έξαλο Ποσειδώνα. Με την τρομερή του τρίαινα, διαλύει τον βράχο και ο Αίας βυθίζεται για πάντα στο υγρό βασίλειο, αφήνοντας την τελευταία του πνοή εκεί.


Οι Αχαιοί μοιράστηκαν τις γυναίκες των ηττημένων Τρώων. Η Κασσάνδρα κληρώθηκε στον Αγαμέμνονα, ο οποίος την ερωτεύθηκε με την πρώτη ματιά- ας είχε προηγηθεί ο άγριος βιασμός της από τον Αίαντα.

Όταν έφθασαν στις Μυκήνες, η τύχη τους ήταν κοινή: δολοφονήθηκαν από την Κλυταιμνήστρα και τον Αίγισθο.

Η Κασσάνδρα το πρόβλεψε κι αυτό. Το είπε στον Αγαμέμνονα κι εκείνος την αγνόησε, όπως γινόταν πάντα με τις προφητείες της. Είδε και τον δικό της θάνατο, αλλά ήταν αδύνατο να τον αντιστρέψει, να τον αποφύγει. Και τον δέχτηκε σαν λυτρωτή.


Dimitra Papanastasopoulou

Οι Μυθολόγοι

ΑΧΙΛΛΕΑΣ ΚΑΙ ΠΕΝΘΕΣΙΛΕΙΑ

 "Όταν οι Τρώες έχασαν τον αρχηγό τους [Έκτορα], κάλεσαν για ενίσχυση τον Μέμνωνα, γιο της Ηούς και βασιλιά των Αιθιόπων, καθώς και τις Αμαζόνες.

Τόσο ο Μέμνων, όσο και η βασίλισσα των Αμαζόνων Πενθεσίλεια σκοτώθηκαν από τον Αχιλλέα• κατά την παράδοση, μόλις ο Αχιλλέας αντίκρισε την Πενθεσίλεια, την ερωτεύτηκε, όμως η όμορφη κοπέλα ξεψύχησε στην αγκαλιά" του".


ΜΑΡΙΑ ΜΑΥΡΟΜΑΤΑΚΗ, ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΛΑΤΡΕΙΑ,

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΧΑΪΤΑΛΗ (1997).



ΕΙΚΟΝΑ:

Ο Αχιλλέας χτύπα με το δόρυ του τον λαιμό της γενναίας Αμαζόνας Πενθεσίλειας, η οποία, την ύστατη στιγμή, προσπαθεί μάταια να χτυπήσει τον αντίπαλό της.

Το βλέμμα της συναντά το βλέμμα του Αχιλλέα, και, όπως αναφέρει η παράδοση, προκαλεί τον έρωτά του, λίγο πριν ξεψυχήσει.

Λεπτομέρεια

μελανόμορφου αμφορέα του Εξηκία (530 π.Χ.), Βρετανικό Μουσείο.


Μυρμιδόνες: Τα μυρμήγκια που έγιναν τρομεροί πολεμιστές στον στρατό του Αχιλλέα

 Στην Αρχαία Ελλάδα ο πόλεμος ήταν καθημερινό φαινόμενο και οι στρατιώτες που πολεμούσαν ήταν σεβαστοί από τους πολίτες.

Εκτός από τους Σπαρτιάτες του Λεωνίδα, υπήρχαν πολλές φυλές στον ελλαδικό χώρο που φημίζονταν για την ανδρεία και τις πολεμικές τους ικανότητες. Μία από αυτές ήταν οι Μυρμιδόνες του Αχιλλέα, που ταξίδεψαν στην Τροία για να πολεμήσουν στο πλευρό του. Διακρίθηκαν για την τόλμη και την αποτελεσματικότητά τους στο πεδίο της μάχης.



Οι Μυρμιδόνες κατάγονταν από τον Αιακό, τον γιο του Δία και της Αίγινας. Σύμφωνα με έναν από τους μύθους, η Ήρα για να εκδικηθεί την απιστία του συζύγου της έστειλε στο νησί του Αισώπου, την Αίγινα, τρία φίδια. Τα ερπετά δηλητηρίασαν το νερό και όλοι οι κάτοικοι του νησιού βρήκαν τραγικό θάνατο. Ο μόνος που επέζησε, ήταν ο Αιακός. Τότε η μητέρα του, Αίγινα, για να μην είναι μόνος του, παρακάλεσε τον Δία να τον βοηθήσει.

Ο Δίας μετέτρεψε τα μυρμήγκια που βρίσκονταν σε ένα σάπιο κορμό δέντρου σε ανθρώπους, τους Μυρμιδόνες.

Ο Αιακός απέκτησε τρεις γιους. Ένας από αυτούς ήταν ο Πηλέας, ο οποίος, αφού σκότωσε τον έναν αδερφό του, κατέφυγε με μερικούς Μυρμιδόνες στην περιοχή της Φθίας, τη σημερινή ανατολική Φθιώτιδα και δημιούργησε το βασίλειο των Μυρμιδόνων. Ο Πηλέας παντρεύτηκε τη θεά της θάλασσας, Θέτις, και απέκτησαν έναν γιο, τον Αχιλλέα.


Οι Μυρμιδόνες ανέπτυξαν ιδιαίτερα τη ναυτιλία τους και είχαν δημιουργήσει έναν μεγάλο στόλο από πλοία. Όπως και τα υπόλοιπα αρχαία φύλα πολεμούσαν με θάρρος, με σκοπό την κυριαρχία και τον ένδοξο θάνατο. Χρησιμοποιούσαν ακόντια, ξίφη και δόρατα.

Η σύγκρουση ξεκινούσε με τη μονομαχία των αρχηγών που μετέβαιναν στο πεδίο της μάχης με άρματα.

Ο βασιλιάς των Μυρμιδόνων, Αχιλλέας, έβγαινε μπροστά από την παράταξη των πολεμιστών και μονομαχούσε με τον αντίπαλο του. Πρώτα πετούσαν από απόσταση τα ακόντια ο ένας στον άλλον. Ακολουθούσε η μάχη με τα δόρατα και όταν αυτά έσπαγαν, έβγαζαν τα ξίφη. Όταν ένας από τους δύο έπεφτε νεκρός οι στρατιώτες ρίχνονταν στη μάχη σώμα με σώμα.

Η πανοπλία των πολεμιστών έπαιζε σημαντικό ρόλο στην προστασία τους από τα χτυπήματα των εχθρών. Ήταν έμβλημα κύρους και ήταν διαφορετική για κάθε φυλή. Ήταν βαριά και συνήθως κατασκευαζόταν από χαλκό και μπρούτζο. Η πανοπλία των Μυρμιδόνων είχε καφέ χρώμα όπως και τα μυρμήγκια, από τα οποία κατάγονταν.

Η πιο περίτεχνη και καλύτερη πανοπλία άνηκε στον βασιλιά τους, τον Αχιλλέα, καθώς την είχε κατασκευάσει ο θεός Ήφαιστος.


Οι Μυρμιδόνες με επικεφαλής τον βασιλιά τους, ξεκίνησαν με 50 πλοία για την Τροία. Θεωρούταν η καλύτερη ομάδα που συμμετείχε στον πόλεμο καθώς με το που πάτησαν το πόδι τους στην Τροία, το μένος του Αχιλλέα ανάγκασε τους Τρώες σε υποχώρηση.

Κατά τη διάρκεια της δεκαετούς πολιορκίας της Τροίας, οι Μυρμιδόνες κυρίευσαν και λεηλάτησαν συνολικά 23 συμμαχικές πόλεις. Ο Αχιλλέας ήταν το πρόσωπο που προκάλεσε τις μεγαλύτερες απώλειες στο αντίπαλο στρατόπεδο.

Η συμβολή των Μυρμιδόνων στον τρωικό πόλεμο  φάνηκε όταν αυτοί με εντολή του Αχιλλέα αποσύρθηκαν από τον πόλεμο για ένα διάστημα.Η αιτία ήταν η αντιπαλότητα του Αχιλλέα με τον Αγαμέμνονα, επειδή του πήρε την ιέρεια Βρισηίδα. Τότε, οι Τρώες κέρδισαν έδαφος και υπερίσχυσαν των Αχαιών στις μεταξύ τους μάχες. Οι Αχαιοί παρακάλεσαν τον Αχιλλέα, που είχε κλειστεί στη σκηνή του, και το επίλεκτο τάγμα του να επιστρέψει στον πόλεμο, υποσχόμενοι να του εκπληρώσουν κάθε επιθυμία.

Έπειτα από πιέσεις οι Μυρμιδόνες που ζούσαν για να πολεμούν, ρίχτηκαν ξανά στη μάχη με επικεφαλής τον πιστό φίλο του Αχιλλέα, τον Πάτροκλο. Ο Πάτροκλος φόρεσε την πανοπλία του Αχιλλέα για να παραπλανήσει τους εχθρούς. Όταν ο Έκτορας τον σκότωσε, η εκδίκηση του Αχιλλέα δεν είχε προηγούμενο.

Προκάλεσε σε μονομαχία τον Έκτορα και τον σκότωσε.Μπήκαν στην Τροία, κατέστρεψαν την πόλη και έσφαξαν τους κατοίκους με τον Αχιλλέα νωρίτερα να σκοτώνεται, όταν χτυπήθηκε από τον Πάρη στο μοναδικό τρωτό του σημείο, την «Αχίλλειο πτέρνα».


Πηγές

thesecretrealtruth

Αρχαία Ελληνικά

Ο Ιούδας, του Σπύρου Μελά. Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος

  Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος.     Φίλες και φίλοι, με αφορμή τη μεγάλη χριστιανική εορτή, πρόκειται να σας αναλύσω τον Ιούδα , του Σπύρ...