Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σουρεαλισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σουρεαλισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σουρεαλιστικό πάρτι, του Δημητρίου Ψαθά. Ραδιοφωνικό θέατρο

 Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος.

Αγαπητοί φίλοι απόψε θα κλείσουμε την φετινή καλοκαιρινή μας αναφορά στο έργο του σπουδαίου Πόντιου λογοτέχνη και θεατρικού συγγραφέα Δημητρίου Ψαθά, κάνοντας μια μικρή αναφορά στο Σουρεαλιστικό Πάρτι


Το εν λόγω έργο είναι ελάχιστα γνωστό σε σχέση με άλλα του Ψαθά, πλην όμως εξακολουθεί να παραμένει εμβληματικό.



Το Σουρεαλιστικό πάρτι θίγει με σπαρταριστό τρόπο τις δήθεν καλλιτεχνικές αναζητήσεις της "καλής κοινωνία;".

Πρόκειται για ένα δύσκολο έργο καθώς πρέπει να γίνει διαχείριση ενός κειμένου σουρεαλιστικού και ακατάληπτου ενδελεχώς μελετημένου, με εντυπωσιακές αλλαγές από το φιλικό στο σουρεαλιστικό αλλά και στο σχιζοφρενικό. 

Ο Ψαθάς μας έδωσε ένα ξεκαρδιστικό και πολυπρόσωπο πάρτι, το οποίο προκειμένου να διαβαστεί χρειάζεται δέκα ηθοποιούς. Πρέπει επίσης, από την εκάστοτε θεατρική ομάδα, να επιτευχθεί και μια ευτράπελη κορύφωση η οποία απογειώνει την παράσταση και το έργο.


Τι είναι όμως σουρεαλισμός;
Σουρεαλισμός είναι ένας τρόπος έκφρασης στον καλλιτεχνικό τομέα. Ο καλλιτέχνης είτε αντιδρά, είτε βρίσκεται αντιμέτωπος με μη πραγματικές καταστάσεις που χαρακτηρίζονται ως παράλογες ή υπερβολικές.

Ο σουρεαλισμός ως έννοια προέρχεται από τη γαλλική λέξη sur που σημαίνει πάνω από και τη λέξη realisme που σημαίνει ρεαλισμός.


Δηλαδή το νόημα είναι ότι η κατάσταση είναι πάνω από την πραγματικότητα (εκτός πραγματικότητας). Ο σουρεαλισμός ονομάζεται και υπερρεαλισμός.

Για να γίνει καλύτερα κατανοητή η έννοια του σουρεαλισμού μπορούμε να αναφερθούμε σε μία ελληνική ταινία με τον αγαπημένο ηθοποιό Θανάση Βέγγο.

Ο πρωταγωνιστής εκπαιδεύεται ως πράκτορας και πυροβολεί έναν στόχο. Επειδή όμως αστοχεί ξαφνικά βγαίνει στον στόχο η φιγούρα του καραγκιόζη να χορεύει.

Όταν ο πρωταγωνιστής αναρωτιέται τι συμβαίνει η απάντηση είναι ότι αφού βαράς στο γάμο του καραγκιόζη (μια έκφραση που σημαίνει ότι αστόχησες).

Αυτό είναι μια σουρεαλιστική σκηνή καθώς δεν μπορεί να συμβεί στην πραγματικότητα.

Με γνώμονα τους κανόνες του σουρεαλισμού ο Ψαθάς συνέθεσε αυτό το πρωτότυπο και ενδιαφέρον έργο.


Το έργο μπορείτε να το ακούσετε εδώ:

http://isobitis.com/theatro1/?p=536


Ο Παύλος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1978 στη Δράμα, μεγάλωσε στις Σέρρες και έζησε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από το 1996 εργάζεται στο δημόσιο σε διάφορες διοικητικές θέσεις. Είναι απόφοιτος της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Σχολής Αστυφυλάκων της Αστυνομικής Ακαδημίας, της Σχολής Επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ΕΛ.ΑΣ., και της Σχολής Ελληνικού Πολιτισμού, του Τμήματος Ανθρωπιστικών. Σπουδών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.

Η Σιωπή, του Ίγκμαρ Μπέργκμαν. Ραδιοφωνικό Θέατρο

Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος.

  Φίλες και φίλοι, απόψε, θα σας παρουσιάσω το έργο του Ίγκμαρ Μπέργκμαν Η Σιωπή (Tystnaden). Πρόκειται για ένα από τα πιο αινιγματικά έργα του Σουηδού σκηνοθέτη.


                             



  Η Σιωπή γυρίστηκε το 1962 και ανέβηκε στη Μεγάλη Οθόνη το 1963. Η ταινία έγινε η μεγαλύτερη επιτυχία της κινηματογραφικής εταιρίας Svensk Filmindustrie μέχρι τότε. Το ρεκόρ της κατέρριψε το 1973 μια άλλη ταινία του Μπέργκμαν, η Σκηνές από έναν γάμο. Κατά τη διάρκεια προβολής της ταινίας στη Σουηδία, το Νοέμβριο 1963, η θρυλική ιταλική ποδοσφαιρική ομάδα AC Milan ήρθε στη Στοκχόλμη να παίξει φιλικό αγώνα με τη IFK Norrköping. Έχουν ακουστεί τόσο πολλά για τη Σιωπή ώστε όλη η ομάδα έσπευσε στο κινηματογράφο να δει την περιβόητη ταινία. Ο Σουηδός προπονητής τους Νίσσε Λιεντχόλμ (Nisse Liedholm) τους έκανε διερμηνεία. 

  Στην Αργεντινή ο διανομέας της ταινίας Juan Antonio Muruzeta καταδικάστηκε σε ένα χρόνο φυλάκισης με αναστολή γιατί οι δικαστές θεώρησαν ότι η ταινία περιέχει τουλάχιστον τρεις σκηνές "προσβλητικές ακόμα και για το πιο ανοιχτόμυαλο κοινό". Ο εφευρετικός επιχειρηματίας όμως δεν πτοήθηκε και οργάνωσε την προβολή της Σιωπής στην πόλη Κολόνια του Ουρουγουάη, μόλις 30 χλμ μακριά από το Μπουένος Άιρες. Εκεί η ταινία εγκρίθηκε για προβολή σε πλήρης έκδοση. Στους Αργεντινούς θεατές, λοιπόν, προτάθηκε μία ειδική προσφορά που περιλάμβανε ταξίδι με φέριμποτ μέχρι την Κολόνια και εισιτήριο για την προβολή της ταινίας.


                              


  Το έργο δε συνίσταται, γενικά, για νέους και παιδιά κάτω των 16 ετών. Η Σιωπή ήταν από τις πιο πρωτοποριακές δουλειές του Ίγκμαρ Μπέργκαν. Το ψυχολογικό αυτό δράμα, έχει κάποιες σκηνές που θεωρήθηκαν τολμηρές για την εποχή τους. Σίγουρα επρόκειτο για έργο-σκάνδαλο το οποίο προκάλεσε δέος. Μελωδίες του Μπαχ, ωμή σεξουαλικότητα και ρεαλιστικός θόρυβος συνθέτουν μια όπερα εσωτερικού τρόμου.

  Το τραγικό της ανθρώπινης ύπαρξης, έρχεται στο φως, μέσα από αυτό το μεγάλο σε συναισθηματικό πλούτο έργο. Έργο κομβικής σημασίας στη δημιουργία του καλλιτέχνη κορυφώνει μια ανεπίσημη τριλογία για την απουσία του θεού. Από την αρχή, διαφορετικοί χαρακτήρες συγκρούονται με ολέθρια ένταση.
  
 Η ταινία «Σιωπή» διακρίθηκε το 1964 και απέσπασε τρία βραβεία Guldbagge: καλύτερης ερμηνείας (Ίνγκριντ Τούλιν), καλύτερης σκηνοθεσίας (Ίνγκμαρ Μπέργκμαν) και καλύτερης ταινίας.




                           



Ίνγκμαρ Μπέργκμαν / Ingmar Bergman (14 Ιουλίου 1918 - 30 Ιουλίου 2007)

  Ο Ίνγκμαρ Μπέργκμαν, υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους και πιο διακεκριμένους καλλιτέχνες στον κόσμο. Κάθε ταινία του ήταν γεγονός αναμενόμενο και όλοι μεταχειρίζονταν τον χαρακτηρισμό αριστούργημα για κάθε νέα του ταινία. Παράλληλα, ήταν κι ένας απίστευτα παραγωγικός σκηνοθέτης. Το σύνολο του έργου του εμφανίζεται ως μια συνεχής ερώτηση, που συχνά δεν έχει απάντηση, σχετικά με την ανθρώπινη ύπαρξη, την παρουσία ή απουσία του Θεού. Η αγωνία της έλλειψης επικοινωνίας, η ασάφεια και η διπροσωπία της ανθρώπινης φύσης, η μοναξιά χωρίς πιθανότητες υπερβάσεως σε ένα κόσμο γεμάτο προσποίηση, η σιωπή και η ντροπή, είναι σταθερά στοιχεία, σχεδόν σε κάθε του ταινία.

  Κληρονόμος της σκανδιναβικής κινηματογραφικής παράδοσης (Στίλλερ, Σγιόστρομ, Ντράγιερ) και βαθιά επηρεασμένος από την σκέψη του Κίρκεγκωρ, Μπερντιάεφ, τον υπαρξισμό και τις ψυχαναλυτικές θεωρίες (Φρόυντ, Γιούνγκ), ο Μπέργκμαν δίνει βάρος όχι τόσο στην κοινωνία ή στην ιστορία, όσο στο ίδιο το άτομο. Ίσως γι' αυτό τα πιο χαρακτηριστικά έργα του είναι σκληρά, αλλά πάντα ρεαλιστικά.

  Ευγενή δοκίμια για το ρόλο της ανθρωπότητας σ' έναν αλλοτριωμένο κόσμο. Με το έργο του, ο Ίνγκμαρ Μπέργκμαν αναδιατύπωσε τα μεγάλα ερωτήματα γύρω από την ανθρώπινη συνθήκη, αλλάζοντας για πάντα τον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε το Σινεμά.

  «Υπάρχει πάντα μια διαρκής πάλη μέσα μου, ανάμεσα στην ανάγκη μου να καταστρέψω και στη θέλησή μου να ζήσω. Κι αυτό δημιουργεί μία εσωτερική ένταση που κυριαρχεί και στον τρόπο που δημιουργώ και στην υλική μου ύπαρξη. Κάθε πρωί ξυπνώ με μια καινούρια οργή, μια καινούρια καχυποψία, μια καινούρια λαχτάρα για τη ζωή» - Ίνγκμαρ Μπέργκμαν (14 Ιουλίου 1918 - 30 Ιουλίου 2007).


Στην Ελλάδα.

  Στην Ελλάδα, το έργο διασκευάστηκε σε έκδοση ραδιοφωνικού θεάτρου, σε μετάφραση Ροζίτας Σώκου, με πρωταγωνίστριες τις Όλγα Τουρνάκη και Ρεγγίνα Καπετανάκη. Το σύντομο Φεστιβάλ Bergman που πραγματοποίησε η εκπομπή «Από τη Μεγάλη Οθόνη στο Μικρόφωνο», έκλεινε με τη μετάδοση της ραδιοφωνικής μεταφοράς του σεναρίου της ταινίας Η Σιωπή. Μια από τις πιο αινιγματικές ταινίες του κορυφαίου Σκανδιναβού σκηνοθέτη γυρισμένη το 1962, χρονιά κατά την οποία η ταινία «Μέσα από το σπασμένο Καθρέφτη» απέσπασε το βραβείο Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας. Η Σιωπή προβλήθηκε το 1963 προκαλώντας κοινό και κριτικούς ενώ παράλληλα τιμήθηκε με σημαντικά ευρωπαϊκά βραβεία.

  Σύμφωνα με τα στοιχεία του Αρχείου Θεάτρου η ηχογράφηση του 1976 χαρακτηρίστηκε ακατάλληλη, αποσύρθηκε και δεν μεταδόθηκε ούτε στο πλαίσιο του φεστιβάλ, ούτε σε μετέπειτα εκπομπές, όπως προκύπτει και από το πρόγραμμα των ραδιοφωνικών εκπομπών στο τεύχος της Ραδιοτηλεόρασης, επομένως αυτή είναι η πρώτη μετάδοση της “τολμηρής” Σιωπής του Bergman με την οποία ολοκληρώνεται η αναμετάδοση του μίνι φεστιβάλ.




                            
                                      Ο Ίνγκμαρ Μπέργκμαν








Η υπόθεση:

  Σε ένα τρένο που πάει σε άγνωστη κατεύθυνση ταξιδεύουν δύο αδερφές – η Έστερ και η Άννα και ο μικρός γιος της Άννας, Γιόχαν. Στο κουπέ επικρατεί σχεδόν απόλυτη σιωπή που διασπάται σπανίως από το διάλογο της Άννας με το γιό της. Το αγόρι βαριέται, όπως βαριέται και η μητέρα του. Η Έστερ είναι άρρωστη και όλη η εικόνα της εκπέμπει κούραση, φόβο θανάτου και ζήλια που νιώθει για την αδερφή της. Λόγω αρρώστιας της Έστερ οι ταξιδιώτες κατεβαίνουν σε ένα απροσδιόριστο Ευρωπαϊκό κράτος, σε μια πόλη που λέγεται Τιμόκα (εσθονική λέξη που σημαίνει "αυτός που ανήκει στο δήμιο").

  Καταλύουν σ' ένα ξενοδοχείο. Στους φαινομενικά άδειους διαδρόμους του ξενοδοχείου περιπλανιέται ο Γιόχαν μέχρι που βρίσκεται στο δωμάτιο των νάνων ηθοποιών, που τον ντύνουν κορίτσι και προσελκύουν σε ένα παράξενο παιχνίδι. Οι νάνοι και οι υπάλληλοι του ξενοδοχείου μιλούν μια ακατανόητη για τους πρωταγωνιστές γλώσσα.





                                          


  Η Άννα περιπλανιέται στην άγνωστη πόλη, μέσα στην ασφυκτική καλοκαιρινή ατμόσφαιρα κάτω από τα βλέμματα των γύρω αντρών. Παρακολουθεί μια θεατρική παράσταση όπου συμμετέχουν οι νάνοι από το ξενοδοχείο. Εκεί στο θέατρο συναντάει ένα ζευγάρι που κάνει έρωτα στα πίσω καθίσματα. Ύστερα γνωρίζει ένα σερβιτόρα στην καφετέρια. Έρχονται μαζί στο ξενοδοχείο και κάνουν έρωτα. Κρυφά το βλέπει και ο γιος της. Η Έστερ προσπαθεί να μάθει λεπτομέρειες της ερωτικής της περιπέτειας και τελικά καταλήγουν σε καβγά.



  Όταν η αδερφή της λείπει η Έστερ καπνίζει, πίνει, προσπαθεί να δουλέψει, κοιμάται. Μισεί όλο το κόσμο, την αδερφή και τον εαυτό της. Παρακολουθεί τη ζωή στην πόλη μέσα από το παράθυρο. Προσπαθεί να κερδίσει εμπιστοσύνη του ανιψιού της, αλλά μάταια. Ο μόνος άνθρωπος με τον οποίο μπορεί να επικοινωνήσει κανονικά είναι ο υπάλληλος του ξενοδοχείου, στα χέρια του οποίου και παραμένει στο τέλος της ταινίας. Πιθανόν, ο σκηνοθέτης εννοεί το θάνατό της.

  Η Άννα και ο Γιόχαν συνεχίζουν το ταξίδι τους…




                         



Περαιτέρω στοιχεία για το έργο:

  Έχουμε να κάνουμε με ένα έργο γοητευτικό, μοντέρνο και προκλητικό, έργο που λειτουργεί σαν καθρέφτης στα βάθη του οποίου ο καθένας μπορεί να βρει τις δικές στου απαντήσεις.



Η αινιγματικότητα του έργου.

  Ο Σουηδός δημιουργός είχε προτείνει για το έργο τον τίτλο Η σιωπή του θεού. Αρνητικό αποτύπωμα. Δε θα γνωρίσουμε ποτέ γιατί οι δύο αδερφές φεύγουν, και που πηγαίνουν. Δε θα γνωρίσουμε ποτέ γιατί διαμένουν σε άγνωστη πόλη, όπου δε μιλιέται ούτε η αγγλική ούτε η σουηδική ούτε η γερμανική, και οι περαστικοί δεν ανταλλάσσουν κουβέντα μεταξύ τους. Δε θα μάθουμε ποτέ για ποια χώρα πρόκειται και γιατί υπάρχει πόλεμος.



Ο σουρεαλισμός.

  Αυτό το ατμοσφαιρικό και πεισιθάνατο ατμοσφαιρικό δράμα αγγίζει το σουρεαλιστικό θρίλερ. Το καταφέρνει η ψυχρή απειλητική ατμόσφαιρα του, που δομείται προοδευτικά και η ψυχολογική γύμνια των πρωταγωνιστών. Ο Μπέργκμαν μέσω των πρωταγωνιστών του ομολογεί τη σιωπή του θεού.

  Η Σιωπή είναι δομημένη στη δημιουργική ελευθεριότητα ενός ονείρου και τις απειλητικές προκλήσεις ενός εφιάλτη. Συνθέτει την την υπαρξιακή απόγνωση αριστοτεχνικά και με τόλμη.



Η ανθρώπινη ύπαρξη.

  Ο Ποιητής με την κάμερα, όπως χαρακτηρίστηκε ο Μπέργκμαν προσπάθησε να αναδείξει το μυστήριο, την έκταση και την ολότητα της ανθρώπινης ύπαρξης, μέσα από μικρογραφίες της καθημερινότητας. Εστίαζε με εμονική σκέψη στις ανθρώπινες σχέσεις.

Η αδυναμία συνεννόησης και επικοινωνίας, η απομόνωση, η έλλειψη συναισθηματικής επαφής δεσπόζουν στη Σιωπή. Ο Θεός όχι μόνο παραμένει σιωπηλός, αλλά οποιαδήποτε αναφορά σε αυτόν είναι ολοκληρωτικά απούσα. Οι διάλογοι είναι λιγοστοί και η δραματουργική ουσία και κλιμάκωση έχει αραιώσει τόσο πολύ, που φτάνει σχεδόν στο σημείο εκμηδένισης. Ο αριθμός των πρωταγωνιστών παραμένει εξαιρετικά περιορισμένος, ενώ τα γεγονότα που παρακολουθούμε λαμβάνουν χώρα στο χρονικό διάστημα ενός εικοσιτετραώρου.


                               




  Θεματικά η ταινία δεν ξεφεύγει πολύ από τα κεντρικά μοτίβα που συναντήσαμε στις δύο προηγούμενες ταινίες: η μοναξιά, η αδυναμία επικοινωνίας, η αγωνία και ο φόβος του θανάτου είναι παρόντα και εδώ.

  Κύρια θέματα των ταινιών του Μπέργκμαν είναι: Η αδυναμία ουσιαστικής επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων, η αντιπαράθεση του ανθρώπου με τον εαυτό του και με το θεό, η αμφισβήτηση του τελευταίου, η ανάλυση των διαπροσωπικών σχέσεων και κυρίως των σχέσεων μεταξύ των δύο φύλων και η αναζήτηση του νοήματος της ζωής.



Ο ρυθμός.

  Το έργο εξελίσσεται με αργό ρυθμό χωρίς εντάσεις και κορυφώσεις. Ανταμείβει το θεατή με την αισθητική της ποιότητας. Ο ίδιος ο σκηνοθέτης είπε για την ταινία του: «Η αρχική μου ιδέα ήταν να κάνω μια ταινία που να υπακούει περισσότερο στους νόμους της μουσικής, παρά της δραματουργίας. Μια ταινία που να ενεργεί ρυθμικά. Τοποθετώντας όλα τα κομμάτια στη σωστή σειρά, σκέφτηκα περισσότερο από ποτέ με μουσικούς όρους.»



Θεολογική προσέγγιση.

Οι ανθρώπινες συγκρούσεις καλύπτουν το κενό ενός προτεσταντικού θεού που έχει σωπάσει οριστικά. Οι πρωταγωνιστές βασανίζονται από αυτό.

Οι ήρωες του Μπέργκμαν βασανίστηκαν από τη σιωπή του θεού στο πρώτο μέρος της τριλογίας (Μέσα από το σπασμένο καθρέπτη). Ύστερα ένοιωσαν την αγωνία και τα όρια που θέτει στην επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων η έλλειψη πίστης και ο εγωισμός (στους Κοινωνιστές). Στη Σιωπή βλέπουν να ξεθωριάζει ακόμη και η δυνατότητα της γλώσσας και να δημιουργεί κοινούς τόπους επικοινωνίας μεταξύ τους, τα πρόσωπα αναμετρούνται μόνο με τα δικά τους όρια, το σκοτάδι και τη σιωπή.

  Η θεϊκή σιωπή θα πέσει τελικά βαριά πάνω στις ατελείς και απελπισμένες ανθρώπινες υπάρξεις του έργου, με αποτέλεσμα να χαθεί η επικοινωνία και να κυριαρχούν μέσα τους το μίσος και η ζήλια.

  Συναισθηματική ερήμωση, έλλειψη πίστης, απουσία επικοινωνίας και εγωισμός σε ακραίο βαθμό χαρακτηρίζουν τον προτεσταντικό άνθρωπο. Ο Προτεστάντης απέχει έτη φωτός από τον Ορθόδοξο. Περιχαρακωμένος στον εαυτό του αισθάνεται μια θεϊκή σιωπή να τον καταβάλλει. Τα πρόσωπα αναμετριούνται με τα δικά τους όρια, με το σκοτάδι και τη σιωπή. Όλα αυτά δεσπόζουν στη θεματολογία του έργου.


                             






Πηγές:










Τρίτο Πρόγραμμα

Παυλίδης Γιώργος, H λογική της κινηματογραφικής φούγκας: Ingmar Bergman «H Τριλογία της Σιωπής»

Μέσα από τον σπασμένο καθρέφτη- Χειμερινό Φως – Η Σιωπή, Α.Π.Θ. Φιλοσοφική Σχολή, Θεσσαλονίκη 2012.

Μετάφραση: Ροζίτα Σώκου
Ραδιοσκηνοθεσία: Γιώργος Χριστοδουλάκης
Μουσική επιμέλεια: Αρίστη Γεωργοπούλου
Επιμέλεια ήχων: Γίτσα Βαλμά
Ρύθμιση ήχου: Γρηγόρης Γίγας

Παίζουν οι ηθοποιοί:
Χρήστος Πολίτης- αφηγητής,

Όλγα Τουρνάκη-Έστερ,

Ρεγγίνα Καπετανάκη-Άννα,

Σταμάτης Φασουλής-Γίοχαν,

Δημήτρης Πουλικάκος- καμαριέρης





                            
                            Ο Χρήστος Πολίτης στο ρόλο του αφηγητή.



                            
                            Η Όλγα Τουρνάκη στο ρόλο της Άννας.









Η μεταφορά έγινε από το κανάλι Ισοβιτης:

                          

-Ο Παύλος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1978 στη Δράμα, μεγάλωσε στις Σέρρες και έζησε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από το 1996 εργάζεται στο δημόσιο σε διάφορες διοικητικές θέσεις. Είναι απόφοιτος της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Σχολής Αστυφυλάκων της Αστυνομικής Ακαδημίας, της Σχολής Επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ΕΛ.ΑΣ., και της Σχολής Ελληνικού Πολιτισμού, του Τμήματος Ανθρωπιστικών. Σπουδών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.

Άγριες φράουλες, του Ίγκμαρ Μπέργκμαν. Ραδιοφωνικό Θέατρο

 Αγαπητοί φίλοι απόψε θα σας παρουσιάσω σε ραδιοφωνική διασκευή το αριστούργημα του σουηδού συγγραφέα Ίγκμαρ Μπέργκαν: Άγριες φράουλες. Πρόκειται για ένα έργο που άφησε το αποτύπωμα του ως μεγάλο αριστούργημα ειδικά στη μεγάλη οθόνη της ¨Έβδομης¨ τέχνης.



Ο πρωτότυπος σουηδικός τίτλος είναι Smultronstaaldet και παραπέμπει στην τοποθεσία όπου φυτρώνουν οι άγριες φράουλες στη Σουηδία. Το καλοκαίρι η σουηδική γη είναι γεμάτη αγριοφράουλες, για τους Σουηδούς η λέξη Αγριοφράουλα έχει μεταφορική σημασία, σημαίνει καλοκαίρι. Ο Μπέργκμαν σημειωτέων γεννήθηκε και πέθανε κατακαλόκαιρο.

Ο Μπέργκμαν συνέγραψε το έργο σε ηλικία σαράντα περίπου ετών, έχοντας βιώσει ο ίδιος πια τις πρώτες του καλλιτεχνικές επιτυχίες. Ο συγγραφέας κοιτάζει με εντυπωσιακή διαύγεια το μεγάλο ταξίδι της ζωής, χαρτογραφεί και εικονογραφεί το μυαλό ενός ηλικιωμένου με εντυπωσιακή ωριμότητα. Οι Άγριες φράουλες μοιάζουν με ¨κύκνειο¨ άσμα συγγραφέα κι όμως έγιναν από την όρεξη και τον οίστρο ενός δημιουργού στο μέσο της καριέρας του.

Έργο λυτρωτικό, επιτάφιο μιας ζωής που αποτυπώνει μεγάλα ερωτήματα γύρω από την ανθρώπινη συνθήκη.

 

Η κινηματογραφική εκδοχή.

Οι Άγριες φράουλες υπήρξαν μία από τις σημαντικότερες ταινίες του κορυφαίου δημιουργού. Ήταν αναμφίβολα μία εμβληματική και σημαντική ταινία. Υποψήφια για Όσκαρ καλύτερου σεναρίου, τιμήθηκε με τη Χρυσή Άρκτο του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου, και τη Χρυσή Σφαίρα καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας.

Πρωταγωνιστής ήταν ο πατέρας του σύγχρονου Σουηδικού Κινηματογράφου Βίκτορ Σέστρομ, που υποδύθηκε το ρόλο του καθηγητή, συμπρωταγωνίστρια του η Ίνκριντ Τάνλιν. Η ταινία σηματοδότησε τη διακοπή της καθωσπρέπει αφήγηση γεννώντας όλη αυτή την επίθεση σουρεαλισμού της δεκαετίας του 1960.



 


Η υπόθεση:

Ο ηλικιωμένος γιατρός Άιζακ Μποργκ , ταξιδεύει με το αυτοκίνητό του για την πόλη Λουντ, όπου θα τιμηθεί από το παλιό του πανεπιστήμιο για την 50χρονη καριέρα του και προσφορά. Στο ταξίδι τον συνοδεύει η έγκυος νύφη του Μαριάν , η οποία δεν τρέφει και τα ευγενέστερα των συναισθημάτων για τον εγωπαθή πεθερό της.

Στη διαδρομή, έπειτα και από έναν εφιάλτη που θα τον προβληματίσει, ο γιατρός θα συναντήσει διάφορα πρόσωπα που, συνειρμικά, θα τον φέρουν αντιμέτωπο με τα όνειρα του παρελθόντος και τις μνήμες μιας ζωής που έχει μείνει πίσω.

Πλέον το ταξίδι του θα μετατραπεί σε μια πνευματική πορεία συμφιλίωσης με το παρελθόν και τους οικείους του, με το υποσυνείδητο να συναντά τους φόβους, τις αυταπάτες και τις διαψεύσεις μιας ζωής, πετυχημένης κοινωνικά, αλλά ακυρωμένης ερωτικά και συναισθηματικά.

 

 


 

 

Περεταίρω στοιχεία για το έργο:

 

Προσφιλή θέματα του μεγάλου δημιουργού είναι οι σχέσεις του ζευγαριού, η ζωή η ευτυχία, οι αναμνήσεις, ο θάνατος, η παρουσία του θεού. Οι Άγριες Φράουλες είναι γεμάτες θαυμάσιες σκηνές δοσμένες με φαντασία και πρωτοτυπία. Σύνθετο έργο, με πλούσια φιλοσοφικά και ηθικά θέματα.

Το ταξίδι του καθηγητή μετατρέπεται σε μια προσπάθεια συμφιλίωσης με το παρελθόν και τους οικείους του. Διαδρομή γεμάτη λάθη και επίπονες αντιφάσεις, η πορεία απογειώνεται από τη θεατρικότητα των διαλόγων του Μπέργκμαν, από τη συγκρατημένη δραματουργία που αποκαλύπτει μόνο όσα είναι απαραίτητα να ειπωθούν, και την εξαιρετική χρήση των εικόνων της σουηδικής ενδοχώρας. Το έργο είναι σίγουρα ανθρωποκεντρικό και όχι άμεσα κοινωνικό.

Το έργο ξεκινά με την παραδοχή μιας ανθρώπινης αποτυχίας, το φόβο του τέλους και το βάρος της μνήμης, για να ανθίσουν όλα αυτά σε έναν ύμνο της ζωής. Ο Μπέργκμαν δεν τρέφει ψευδαισθήσεις, η απόλυτη ευτυχία είναι ανέφικτη, η μοίρα του ανθρώπου προδιαγεγραμμένη, ο θάνατος αναπόφευκτος. Το μόνο που μένει είναι να συναντήσει κανείς το νόημα της εφήμερης ύπαρξης, να βρίσκεσαι, δηλαδή, σ’ αυτόν τον κόσμο για να αγαπήσεις και να αγαπηθείς, να προφέρεις και να πάρεις χαρά. Εδώ έχουμε μια αναζήτηση των αέναων, και νομοτελειακά υπαρξιακών προβλημάτων που βασανίζουν τον άνθρωπο.

Ξεδιπλώνει με πειστικότητα τη μεταφυσική αγωνία του ανθρώπου μπροστά στη θεϊκή εξουσία και την ορατή προοπτική του θανάτου. Μιλά για το θάνατο και μάλιστα «ζωή εν τάφο», την ίδια ώρα είναι αισιόδοξος. Τονίζει το «ποτέ δεν είναι αργά»,. Κρίνει ταυτόχρονα τη νοοτροπία των συμπατριωτών του και το τέλμα που αυτή μπορεί να οδηγήσει. Βλέπει στα νιάτα της εποχής του τραγούδια, χαρά, πάθος για ελευθερία και έρωτα, αντίθετα με τις νεκροφόρες και τον άκρατο προτεσταντισμό του παρελθόντος.

Το καλοκαίρι εμφανίζεται ως διάστημα στο οποίο οι αισθήσεις αφήνονται να εξαγνίσουν το πνεύμα από τις αγωνίες του, ένα αντίδοτο της φύσης στο προτεσταντικό δηλητήριο της ενοχής. Ο Μπέργμαν, με πνεύμα ίσως ορθόδοξου, αντιμάχεται στον «αστυνομικό» πολιτισμό της θρησκείας του Προτεσταντισμού, η ηθική ως ενσταλαγμένη, ιδρυτική της προσωπικότητας έκφραση της θεϊκής βούλησης. Η ενοχή στίγμα της βάναυσης προτεσταντικής θεϊκής παρουσίας, στέκει εμπόδιο συχνά αξεπέραστο στην έφεση του ανθρώπου να διηθήσει το ¨εγώ¨ στο ¨εμείς¨ με φυσικό επακόλουθο τη μόνωση, την αποκοπή από τις σχέσεις, την αυτοαναίρεση. Επιχειρείται μια ειλικρινής καταγραφή αντίρροπων δυνάμεων που μπορούν να διαλύσουν ή να συσφίξουν κάθε μορφής σχέση. Το έργο ταιριάζει σε θερινή προβολή, μια νότα δροσιάς υπό το ζεστό φως των αστεριών…





Οι τεταμένες σχέσεις γονιών και παιδιών και οι χαμένες δυνατότητες της νιότης παραμένουν στο επίκεντρο του έργου και το ανάγουν σε κάτι πολύ πιο πανανθρώπινο και οικουμενικό, ξεπερνώντας έτσι τα όρια της προσωπικής αφήγησης. Ο Μπέργκμαν παραδέχθηκε ότι αρχικά ο χαρακτήρας του Μποργκ αποτέλεσε μια προσπάθεια του να δικαιολογήσει τη στάση του απέναντι στους γονείς του. Το έργο αποκτά μια απρόσμενη δύναμη, είναι αυτή η αισιόδοξη στάση σε λάθη και επίπονες αποφάσεις του Μπέργμαν σε όλες τις σχέσεις σε κρίση. Η Μάριαν όταν μιλά ειλικρινά στον πεθερό της, η συνειδητοποίηση μοιάζει ικανή να τον μετατρέψει σε ένα διαφορετικό καινούριο άνθρωπο. Όταν τα σκληρά λόγια μοιάζουν ικανά να διαλύσουν για πάντα μια εύθραυστη σχέση, οι σωστές λέξεις έχουν τη δύναμη να γιατρέψουν τις πληγές και να βάλουν στη σωστή πορεία, έστω και καθυστερημένα,  μια σειρά από ευτυχείς συγκυρίες.

Κυρίαρχο το θέμα της μοναξιάς στο έργο, και εκφράζεται μέσα από τον κεντρικό ήρωα, ένα πρόσωπο διφορούμενο και αντιφατικό. Η μοναξιά είναι στενά συνδεδεμένη με το θέμα του θανάτου. Ο Μποργκ είναι άλλοτε είναι πρόσωπο άλλοτε συμπαθητικό και άλλοτε αντιπαθητικό, συχνά εγωιστικό, σύμφωνα με τον τρόπο που τον αντιμετωπίζουν ή και που αντιμετωπίζει ο ίδιος τα άλλα πρόσωπα γύρω του.

Το έργο κινείται ανάμεσα στο ρεαλιστικό ή το φαντασιακό, συνδυάζοντας τους διαλόγους με την αφήγηση «off» χωρίς να δημιουργούνται χάσματα. Ο Μπέργκμαν αντιμετωπίζει με δεξιοτεχνία τις σκηνές του. Πολλές σκηνές μας έμειναν αξέχαστες, όπως η σκηνή του ονείρου του Μποργκ που θυμάται «φλας μπακ» τη νεανική του ζωή. Τα όνειρα έχουν απίστευτα συμβολική χρήση, μέσα από αυτή ο Μπέργκμαν θέλει να δείξει ότι ο ήρωας αναρωτιέται αν έχει ζήσει σωστά τη ζωή του, αν έπραξε σωστά το επάγγελμα του, αν είχε την κατάλληλη συμπεριφορά απέναντι στη γυναίκα του και το γιο του, αν φέρθηκε εν τέλει καλά στον ίδιο του τον εαυτό. Συναντά με το υποσυνείδητο φόβους, διαψεύσεις και αυταπάτες μιας ζωής επιτυχημένης κοινωνικά αλλά ακυρωμένης ερωτικά και συναισθηματικά.  Οι επιρροές της σκηνής άμαξας-φάντασμα στις ονειρικές ή μάλλον εφιαλτικές σκηνές που μαρτυρούν τι βασανίζει τον ηλικιωμένο γιατρό Άιζακ Μποργκ. Μόνιμη επίσης η θεματική του γάμου, ο ήρωας αναλογίζεται τη χαμένη αγάπη του παρελθόντος, για να αντιμετωπίσει άλλη μια φορά τη μνήμη του αποτυχημένου του γάμου.

Η φύση αναλαμβάνει το ρόλο του συμπρωταγωνιστή, δημιουργεί μια σειρά από ιμπρεσιονιστικούς πίνακες και εξπρεσιονιστικούς εφιάλτες, εικόνες του παρελθόντος και των ονείρων αντίστοιχα. Παρελθόν και παρόν συνυπάρχουν στο ίδιο πλάνο μαζί με τον ήρωα, τις μικρές χαρές και βαθιά ανθρώπινες στιγμές του παρελθόντος.

Η τελική νότα είναι αισιόδοξη και διαχέεται την πικρή μελαγχολία του έσχατου απολογισμού. Ένα ασθενές αλλά σαφές χαμόγελο διακρίνεται, αλλά χωρίς δισταγμό…

Η προσαρμογή της ταινίας στην ραδιοφωνική της εκδοχή έγινε από την Ροζίτα Σώκου.

Τη ραδιοσκηνοθεσία επιμελήθηκε ο Λαμπρος Κωστοπουλος, ενώ τους ρόλους ερμηνεύουν οι: Λυκουργος Καλλεργης (Ισαακ Μποργκ), Χλοη Λιασκου, Μαρια Φωκα ,Τρυφων Καρατζας, Στρατος Χαδουλης, Ριτα Μουσουρη, Ματινα Καρρα, Στεφανος Μεσσηνης, ΛευτερηςΕλευθεριαδης, Ντινα Γιαννακου, Λοισκα Αβαγιανου, Ριτα Μπενσουσαν, Μαρια Ραζη, Δωρα Λιτινακη, Δημητρης Πουλικακος, Νικητας Τσακιρογλου, Ορφεας Ζαχος, Σουλα Διαβατη, ΑβαΣφακιανακη, Σπυροα Καλογηρου, Μαρια Αλκαιου, Μακης Ρευματας, ΓιαννηςΜορτζος, Δημητρης Κοντογιαννης.

 

Στο ρόλο του καθηγητή Μπόρκμαν ένας σπουδαίος ηθοποιός, ο Λυκούργος Καλλέργης. Η ερμηνεία του πάνω στο ρόλο εκτιμώ ότι ξεπερνά κατά πολύ την ερμηνεία του Βίκτωρ Σέστρομ. Θα αποτολμήσω να πω ότι ήταν ένας ρόλος βγαλμένος για το μεγάλο ηθοποιό.


Ο Λυκούργος Καλλέργης


 Η μεταφορά έγινε από το Κανάλι Ισοβιτης

http://isobitis.com/theatro1/?p=1531

Πηγές:

https://tvxs.gr/news/sinema/agries-fraoyles-ena-oneiriko-taksidi-endoskopisis-apo-ton-ingkmar-mpergkman

https://camerastyloonline.wordpress.com/2019/06/20/agries-fraoules-kritikes-pou-graftikan-gia-tin-tainia/

radio-theatre.blogspot.com/2013/02/blog-post_21.html

https://www.lifo.gr/guide/cinema/agries-fraoyles

https://www.athinorama.gr/cinema/article/agries_fraoules-2536174.html

https://camerastyloonline.wordpress.com/2013/03/08/wild-strawberries-1957-directed-by-ingmar-bergman/

https://www.tovima.gr/2008/07/30/archive/agries-fraoyles-gia-panta/

https://frapress.gr/2016/05/agries-fraoules-ke-logotechnia/

https://www.protagon.gr/epikairotita/parenoxlouse-gynaikes-ithopoious-o-skinothetis-ingkmar-bergkman-44341561670

Όνειρα: Μαρκ Σαγκάλ (1887-1985), The Flying Carriage, 1913

 Αυτός ο περίτεχνος πίνακας που απεικονίζει έναν άνδρα με ένα άλογο να απογειώνονται από το έδαφος δίπλα σε ένα μικρό σπίτι, όπως και πολλά από τα έργα του, έχει μια ονειρική ποιότητα τόσο στις αέρινες πινελιές του όσο και στο αντικείμενο που παρουσιάζει. Ο πίνακας Ο Βιολιστής του Σαγκάλ, ομοίως, που απεικονίζει το Βιολιστή στη Στέγη που ενσαρκώνει το ομώνυμο μιούζικαλ, αναδεικνύει επίσης μια εξέχουσα αλληλουχία ονείρων. Ο Σαγκάλ, αποτυπώνοντας στον καμβά εικόνες από τη νιότη του, μας περνάει μέσα από τις πρώτες αναμνήσεις του, οι οποίες μπορεί να συνέθεσαν και πολλά από τα όνειρά του.


Πηγή https://www.psychologynow.gr/psyxologia-texni/eikastika/4593-15-spoudaia-erga-texnis-pou-syndeontai-me-tin-psyxologia.html


Ο Εαυτός (η εικόνα του Εαυτού): Ρενέ Μαγκρίτ (1898-1967), The False Mirror, 1928

 Πρόκειται για μια ισχυρή εικόνα ενός ματιού που κοιτάζει τον θεατή, με σύννεφα να διέρχονται από την ίριδα του ματιού. Θεωρούμε τα μάτια ως τα παράθυρα της ψυχής ή ότι μας παρέχουν πληροφορίες για την προσωπικότητα κάποιου. Η σουρεαλιστική εικόνα της εμφάνισης των σύννεφων αντί της ίριδας, μπορεί να σημαίνει ότι κοιτάζουμε τον εαυτό μας ή κοιτάζοντας προς τα έξω διερευνώντας το μάτι και το μυαλό κάποιου άλλου. Εναλλακτικά, αυτός ο πίνακας θα μπορούσε να είναι ένα ωραίο, εναλλακτικό ξεκίνημα σε μια διάλεξη ψυχολογίας σχετικά με την εικόνα του εαυτού. Και στις δύο περιπτώσεις, η εικόνα είναι μια συναρπαστική εικόνα που παίζει με την επιθυμία μας να κατανοήσουμε τους άλλους, αν όχι τους εαυτούς μας, κοιτάζοντας τα μάτια τους.



Ο Ιούδας, του Σπύρου Μελά. Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος

  Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος.     Φίλες και φίλοι, με αφορμή τη μεγάλη χριστιανική εορτή, πρόκειται να σας αναλύσω τον Ιούδα , του Σπύρ...