Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κωνσταντίνος βασιλιάς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κωνσταντίνος βασιλιάς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Έλληνες βασιλείς σε διεθνή περιοδικά...

 ΑΡΙΣΤΕΡΑ το διεθνές περιοδικό ‘’LIFE’’ που εκδόθηκε την 19-11-1953, με αφορμή την επίσκεψη των τότε ελλήνων βασιλέων, Παύλου και Φρειδερίκης στην Αμερική, που αφιερώνει το εξώφυλλο στην τότε βασίλισσα Φρειδερίκη, ενώ εσωτερικά υπάρχει φωτορεπορτάζ από την υποδοχή των ελλήνων μεταναστών στο βασιλικό ζευγάρι.

ΔΕΞΙΑ το διεθνές περιοδικό ‘’ΤΙΜΕ’’ που εκδόθηκε στις 28-4-1967 (επτά μέρες μετά το ‘’κίνημα’’ του στρατού στις 21-4-1967), και αφιερώνει το εξώφυλλο του στον τότε Έλληνα Βασιλέα Κωνσταντίνο, και εσωτερικά αναφέρει με κείμενα και φωτογραφίες όλο το παρασκήνιο και τα πρόσωπα που έπαιξαν ρόλο στο ‘’κίνημα’’ της 21ης Απριλίου 1967 ,καθώς και τον ρόλο του Βασιλέα (δωρεά κ.Φουντουκίδη Παρασκευά).


Πηγή: Ιστορικός συλλέκτης Βέροιας

Ο Κωνσταντίνος και οι στρατιώτες.

 Ο Στρατηλάτης Κωνσταντίνος ήταν εξαιρετικά προσηνής προς τους στρατιώτες, αλλά σκληρός προς τους αξιωματικούς που έκαναν κατάχρηση του αξιώματός τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η περίπτωση μιας σχεδόν 10ωρης πορείας στρατιωτικών μας μονάδων, που τις συνόδευε ο Στρατηλάτης και που είχαν «κορακιάσει» από την δίψα, χωρίς να συναντήσουν έστω και μια πηγή για να ξεδιψάσουν. Τα μεσάνυχτα βρέθηκε μια βρυσούλα στην πλαγιά του βουνού, που ωστόσο έσταζε ελάχιστα, με συνέπεια να δημιουργηθεί τεράστια ουρά. Ο Κωνσταντίνος σήκωσε τον γιακά του μανδύα του και πλησίασε στο σκοτάδι την πηγή, για να βεβαιωθεί ότι όλα ήταν ομαλά. Και έγινε έξω φρενών, όταν άκουσε έναν επιλοχία φορτωμένο παγούρια να φωνάζει άγρια στους στρατιώτες:

«Τραβηχτείτε από εκεί, ρε γαϊδούρια!».



Ολοι παραμέρισαν αλλά ένας πανύψηλος εύζωνας ρώτησε:

«Γιατί, κυρ-επιλοχία; Ιδώ έχουμι σειρά, δεν το βλέπ΄ς;».«Ισα ρε, κάνε στην μπάντα. Τα παγούρια είναι του λοχαγού. Ποιος σας λογαριάζει εσάς;».«Εγώ!» ακούστηκε σαν κεραυνός μια βροντερή και οργισμένη φωνή. Ηταν ο Στρατηλάτης που πλησίασε, άδραξε τον επιλοχία από τους ώμους και τον ταρακούνησε!

«Όπως άκουσες επιλοχία! Μπορεί άλλοι να μην λογαριάζουν τους στρατιώτες μου, αλλά τους λογαριάζω εγώ! Ποιος είναι ο λοχαγός σου; Τσακίσου να του πεις να έρθει γρήγορα εδώ!».

Ο επιλοχίας χαιρέτισε και έφυγε τρέχοντας, ενώ οι στρατιώτες κοίταζαν τον Κωνσταντίνο με ανοικτό το στόμα! Ο Στρατηλάτης τους χαμογέλασε:

«Γεμίστε τα παγούρια σας με την σειρά. Δεν θα σας ενοχλήσει κανένας άλλος».

Μερικές στιγμές αργότερα έστεκε κλαρίνο μπροστά του ο λοχαγός.

«Θα ήθελα να μάθω, αν εσύ έστειλες τον επιλοχία για νερό», ρώτησε αυστηρά ο Στρατηλάτης.

«Μάλιστα, Μεγαλειότατε». Αλλά δεν ήξερα ότι…».

«Και πόσα παγούρια έχεις, κύριε λοχαγέ;».

Ο άλλος κόμπιασε, ξεροκατάπιες, αλλά όφειλε να απαντήσει:

«Εντεκα, Μεγαλειότατε».

Ο Κωνσταντίνος κόντεψε να εκραγεί!

«Εντεκα παγούρια και έχεις το θράσος να το λες; Ξέρεις πόσα έχουν οι στρατιώτες;».

«Ενα…»

«Και εγώ που είμαι Βασιλιάς πόσα έχω, ξέρεις;».

Ο άλλος έσκυψε το κεφάλι χωρίς να απαντήσει.

«Με την δική σου λογική, αφού εσύ ο λοχαγός έχεις έντεκα, εγώ θα πρέπει να έχω εκατόν έντεκα, έτσι; Ε, λοιπόν, δεν έχω ούτε ένα και δεν έχω βάλει ούτε μια γουλιά νερό στο στόμα μου!».

Ο λοχαγός είχε γίνει κουρέλι στην κυριολεξία!

«Λοιπόν», βρυχήθηκε ο Κωνσταντίνος, «σε τιμωρώ με 10 ημέρες φυλάκιση, για να μάθεις πως στον πόλεμο που το νερό είναι λιγοστό, πρώτα πίνουν οι στρατιώτες, μετά οι υπαξιωματικοί, ύστερα οι αξιωματικοί και τελευταίος ο Βασιλιάς. Και στο μέλλον θα έχεις μόνο ένα παγούρι!».

Ωστόσο, την επόμενη ημέρα ο Κωνσταντίνος του χάρισε την ποινή και ο αξιωματικός πήρε το μάθημά του για όλη του την ζωή!

28 Ιουνίου 1913 Απελευθέρωση των Σερρών

Οι Βούλγαροι, μετά την συντριβή τους στη μάχη του Κιλκίς – Λαχανά, είχαν εγκαταλείψει από τις 21 Ιουνίου τις Σέρρες, ενώ η 7η Μεραρχία, υπό τον Υπτγο Ναπολέοντα Σωτήλη, προήλαυνε ήδη για την απελευθέρωση της πόλης. Η απελευθέρωση καθυστέρησε λόγω καταστροφής των γεφυρών του Στρυμόνα που η επισκευή τους κράτησε μέχρι το πρωί της 28ης Ιουνίου. Τότε, η 7η ΜΠ μεραρχία προέλασε ξανά και εισήλθε στις Σέρρες. Η εικόνα ήταν τρομερή. Οι Βούλγαροι, πριν την αναχώρησή τους είχαν κάψει το μεγαλύτερο μέρος της πόλης. Κυρίως τη μεγάλη Ελληνική συνοικία και την Ελληνική αγορά.



Ο Μέραρχος εξέδωσε αμέσως προκήρυξη, εξαγγέλοντας ότι «απελευθερώνει και καταλαμβάνει τας Σέρρας και προσκαλεί τους κατοίκους ανεξαρτήτως φυλής, γλώσσης και θρησκεύματος, να επανέλθουν εις τας ειρηνικάς των ασχολίας» και έστειλε τηλεγράφημα στο ΓΣ, ζητώντας επειγόντως βοήθεια:

«Η πόλις των Σερρών εκάη ολόκληρος εξαιρέσει τουρκικής και εβραϊκής συνοικίας. Αγορά εκάη επίσης. Πλήθος γυναικοπαίδων ευρέθησαν φονευμένα ή απηνθρακωμένα εντός οικιών. Πόλις στερείται εντελώς άρτου. Απόλυτος ανάγκη ληθώσι μέτρα συντόμως προς διατροφήν πληθυσμού.

Αστεγοι υπερβαίνουσι 20 χιλιάδας. Λεπτομερείας τηλεγραφήσω προσεχώς.»


Στην εφημερίδα «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ» της 29/6/1913 διαβάζουμε την είδηση:

«Σώμα προσκόπων υπό τον Ταγματάρχην κ. Μαζαράκην κατέλαβε τας Σέρρας κηρύξαν τον στρατιωτικόν νόμον. Ο Βουλγαρικός Στρατός αποχωρήσας εκ Σερρών εν πανικώ εγκατέλιπε τα πάντα μη προφθάσας να φονεύση άπαντας τους προκρίτους. Εκ των 70 προκηρυχθέντων ο Διευθυντής της Τραπέζης Ανατολής Σταμούλης, ο ιατρός Χρυσάφης και 20 άλλοι εσφάγησαν κατόπιν φρικωδών βασανιστηρίων. Ο Επίσκοπος Πολυανής και 30 πρόκριτοι Δοϊράνης, ους είχε παραλάβει ο Βουλγαρικός Στρατός ως ομήρους, δεν έφθασαν εις Σέρρας. Φαίνεται ότι εξηφανίσθησαν καθ΄ οδόν.»


Οι απειλές των Βουλγάρων, ότι θα έκαιγαν την πόλη αν αναγκάζονταν να φύγουν, είχαν πραγματοποιηθεί. Μετά την αποχώρησή τους στις 12 Ιουνίου, στις 25, ένα Βουλγαρικό απόσπασμα προσπάθησε να μπει ξανά στην πόλη, αλλά αποκρούστηκε από σώμα πολιτοφυλάκων. Η αντίσταση κράτησε ως τις 27 Ιουνίου. Τότε, έφτασαν ισχυρές Βουλγαρικές δυνάμεις με 4 πυροβόλα, που κατέλαβαν το ύψωμα δίπλα στην πόλη και το επόμενο πρωί, Παρασκευή 28 Ιουνίου, άρχισαν να την βομβαρδίζουν. Ταυτόχρονα, Κομιτατζήδες με επί κεφαλής Αξιωματικούς του Στρατού, μαζί με τον αρχι-Κομιτατζή Γιάγκωφ και τον Γραμματέα της Νομαρχίας Βούλκωφ, γύριζαν μέσα στην πόλη και έβαζαν φωτιά στα σπίτια με πετρέλαιο, βρίζοντας και φωνάζοντας «ούρα ούρα», ενώ άλλοι λεηλατούσαν σπίτια και μαγαζιά. Από την λεηλασία δεν γλύτωσε ούτε η κατοικία του Αυστριακού Προξένου Ζλάτκου και όσοι είχαν καταφύγει για να προσττευθούν σ’ αυτήν. Ενώ και ο ίδιος ο Ζλάτκος συνελήφθη όμηρος και για να ελευθερωθεί πλήρωσε 40 λίρες. Τα ίδια συνέβησαν και στην κατοικία του Ιταλού Προξένου.


Οι πρώτες οβίδες πέσανε στα κτίρια της Αμερικανικής Εταιρείας Καπνών, παρ’ όλο που είχε υψωθεί Αμερικανική σημαία. Τα αποθηκευμένα καπνά έπιασαν φωτιά και η ζημιά υπολογίστηκε σε πάνω από 1.000.000 δολλάρια. Ωστόσο, αν και οι Βούλγαροι κατέστρεψαν και το Ελληνικό Νοσοκομέιο, την Εβραϊκή Συναγωγή, το Μέγαρο της Μητρόπολης και τόσα άλλα καταστήματα και κτίρια παραδόξως δεν πείραξαν το Διοικητήριο, το Τηλεγραφείο και τους Στρατώνες.


Ιδού πώς περιγράφει ο Αυστριακός Πρόξενος την αποχώρηση των Βουλγάρων, σε τηλεγράφημα που έστειλε στον Πρόξενο της Αυστρίας στη Θεσσαλονίκη:

«Ένα Βουλγαρικό απόσπασμα με τμήματα Ιππικού και Πεζικού κανονιοβόλησε την πόλη των Σερρών το πρωί της Παρασκευής (28 Ιουνίου). Αφού έπεσαν βόμβες σε διάφορα σημεία το Πεζικό μπήκε στην πόλη. Έσφαξαν πολλούς κατοίκους και πυρπόλησαν όλα τα σπίτια και τα καταστήματα της πόλης, η οποία καταστράφηκε εντελώς. Τα θύματα της σφαγής και της πυρκαΐάς είναι πολυάριθμα. 2.000 περίπου ψυχές μένουν χωρίς στέγη, τροφή, ρουχισμό και καταλύματα. Όλα τα αποθέματα καταστράφηκαν. Η πόλη στερείται εντελώς ζωοτροφών. Για τη φοβερή αυτή κατάσταση σας παρακαλώ να λάβετε μέρος στην αποστολή βοήθειας.

Το μεσημέρι της περασμένης Παρασκευής οι Στρατιώτες του τακτικού στρατού χτύπησαν την οικία μου και μας έβγαλαν με τη βία στο δρόμο, εμένα και την οικογένειά μου. Τότε ένας μεγάλος αριθμός προσώπων που προσπαθούσαν να αποφύγουν τη σφαγή και τη φωτιά ήρθαν προς εμένα. Όλα τα παιδιά και οι γυναίκες που με συνόδευαν απειλήθηκαν με θάνατο και μόνον με αντίτιμο μεγάλου ποσού λύτρων απελευθερώθηκαν. Είμαι υγιής, το σπίτι μου ήταν στο έλεος της φωτιάς. Είμαι με την οικογένειά μου άστεγος και άνευ ρουχισμού.»


Τηλεγράφημα που στάλθηκε προς τον πρόεδρο της Βουλής στις 1/7/1913, αναφέρει μεταξύ άλλων:

«Πριν βάλουν φωτιά οι Βούλγαροι λεηλάτησαν τα σπίτια και τα καταστήματα, σπάζοντας τις πόρτες με τσεκούρια. Δεν υπολόγισαν ούτε ξένους υπηκόους που έλπιζαν ότι θα σωθούν υψώνοντας τις εθνικές σημαίες τους. Έτσι παραβιάστηκαν οι οικίες του Θεμιστοκλέους Μιγάτσκου, Διευθυντού της Τραπέζης Αθηνών και Αυστριακού υπηκόου, που κατοικούσε στο σπίτι του επίσης Αυστριακού Δούρου, τα σπίτια των Αμερικανών καπνεμπόρων Χαίκτων και Μουρ, αν και είχαν ανυψώσει την αμερικάνικη σημαία, η οικία του αντιπροσώπου του αγγλικού καπνεμπορικού καταστήματος “Κομέρσιαλ”, το κατάστημα Τίριγγ που ανήκε σε Aυστριακό, οι καπναποθήκες “Αμέρικαν Ταμπάκο” και “Έρζοκ”, η Μακεδονική Εταιρεία Καπνών, η Αγγλική του Μονοπωλίου Καπνών των αδελφών Εσκενάζη Αμερικανών, η οικία του Ιταλού Κιαζημμεμίν και του Ισπανού Χασίζ Σαούρτα. Επίσης κάηκε η Τράπεζα Αθηνών και Ανατολής και το σπίτι του Γερμανού υπηκόου Κ. Μαρούλη.»


Ο εμπρησμός και η λεηλασία κράτησαν μέχρι το απόγευμα της Παρασκευής, οπότε έφθασε το σώμα Προσκόπων του Μαζαράκη που έτρεψε σε φυγή τους Βουλγάρους. Από τους προσκόπους σκοτώθηκαν 7 και τραυματίστηκαν 10. Η εκδικητική μανία των Βουλγάρων δεν άφησε τίποτε όρθιο. Ευτυχώς γλύτωσαν τα γυναικόπαιδα.


Για τις Βουλγαρικές θηριωδείες ο Βασιλιάς τηλεγράφησε στην κυβέρνηση:

«Διαμαρτυρηθήτε κατ΄ εντολήν Μου εις τους αντιπροσώπους των πολιτισμένων Δυνάμεων εναντίον των ανθρωπομόρφων τούτων τεράτων, καθώς και εις τον πεπολιτισμένον κόσμον ολόκληρον και δηλώσατε ότι θα αναγκασθώ μετά λύπης Μου να προβώ εις αντίποινα, όπως εμπνεύσω φόβον και σκέψιν τινά προ της τελέσεως τοιούτων εγκλημάτων. Οι Βούλγαροι επισκιάζουν όλας τας φρικαλεοτήτας των βαρβαρικών επιδρομών του παρελθόντος και αποδεικνύουν ότι δεν έχουν πλέον το δικαίωμα να συγκαταλέγωνται μεταξύ των πεπολιτισμένων λαών.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Β.»


20 μέρες μετά τα τραγικά γεγονότα η εφημερίδα «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ» δημοσίευσε στο φύλλο της 19ης Ιουλίου μια σειρά ανταπoκρίσεων απεσταλμένου της από τις Σέρρες, που τις χαρακτηρίζει νεκρόπολη!

«Δεν είναι υπερβολή. Οι Σέρρες δεν υπάρχουν πια. Εκεί που πριν λίγο ακόμη στεκόταν υπερήφανη η πιο ωραία, πατριωτική και αρχοντική πόλη της Ανατολικής Μακεδονίας, απλώνονται ερείπια και κυριαρχεί η σκιά δυστυχίας και θανάτου. Και κάτω από την σκιά αυτή, δίπλα στα ερείπια, 15 χιλιάδες άνθρωποι κάθε ηλικίας, φύλου και τάξης γελούν και κλαίνε, έχοντας στερηθεί τα πάντα. Γελούν για την απελευθέρωσή τους από τον Βουλγαρικό ζυγό και την εθνική τους αποκατάσταση. Κλαίνε για την ατομικήν τους καταστροφή. 15 περίπου ημέρες έρασαν από την αποφράδα και ευτυχή ημέρα κατά την οποία από τη μία άκρη έβγαιναν οι Βουλγαρικές ορδές αφήνοντας πίσω φλόγες και από την άλλη έμπαινε ο Ελληνικός Στρατός. Και όμως, στα πρόσωπα των Σερραίων διακρίνω ακόμη τις γραμμές του τρόμου και της ημιπαραφροσύνης μαζί με τις γραμμές της χαράς και της ανακούφισης. Οι δυστυχείς έζησαν ώρες μακρές, από εκείνες που συγκλονίζουν βαθιά την ψυχή και αφήνουν βαθύτατα ίχνη.»


Ένα χαρακτηριστικό στιγμιότυπο δημοσίευσε η εφημερίδα «Εμπρός» της 5ης Ιουλίου. Αφορά την εκδήλωση που έγινε στο τζαμί Εσκή, που είχε μετατραπεί από τους Βουλγάρους σε εκκλησία. Με την απελευθέρωση της πόλης το τζαμί δόθηκε πάλι στους Μουσουλμάνους από τις Ελληνικές Αρχές.


Στην εκδήλωση παρευρέθηκαν οι Πρόξενοι της Αυστρίας και της Ιταλίας, οι ξένοι ανταποκριτές Μαγκρίνι και Φέρμαν, ο Δήμαρχος Σερρών Αδήλ Βέης, Έλληνες πρόκριτοι και πολλοί άλλοι.


Ο Φρούραρχος των Σερρών Μαζαράκης, κήρυξε την απελευθέρωση της πόλης με τα παρακάτω λόγια:

«Εν ονόματι της Α.Μ. του Βασιλέως Κωνσταντίνου και του νικηφόρου Στρατού κηρύσσω την απελευθέρωσιν της αγαπητής πόλεως των Σερρών, τόσον σκληρώς δοκιμασθείσης υπό βαρβάρου εχθρού. Η Ελληνική Κυβέρνησις θα απονείμει τοις πάσι δικαιοσύνην, ουδεμίαν διάκρισιν ποιούσα μεταξύ φυλής, θρησκεύματος, εθνικότητος.»


Στις 6 Ιουλίου, με εντολή του Φρουράρχου άρχισε η εκκαθάριση των ερειπίων στο κέντρο της πόλης. Στη διάρκειά της βρέθηκαν πολλά καμμένα πτώματα κατοίκων, που είχαν δολοφονηθεί με ξιφολόγχη. Στη συνοικία Κατινίκια είχαν σφαγεί 28, μεταξύ αυτών και ο Αυστριακός μηχανικός Αλβέρτος Πιρώ.


Φωτογραφία του 1965.

 Φωτογραφίες του 1965, όπου η μεν ΑΡΙΣΤΕΡΗ φωτογραφία εμφανίζει τον Βασιλέα Κων\νο και την Βασίλισσα Άννα-Μαρία πριν εισέλθουν εντός του Μητροπολιτικού ναού των Ιωαννίνων να ασπάζονται το ευαγγέλιο, το οποίο κρατά ο τότε Μητροπολίτης Ιωαννίνων, στην δε ΔΕΞΙΑ φωτογραφία, διακρίνεται εντός  του Μητροπολιτικού ναού των Ιωαννίνων όρθιος ο Βασιλέας Κων\νος, και πίσω του καθισμένες και φορώντας παραδοσιακές στολές η βασίλισσα Άννα-Μαρία και η πριγκίπισσα Ειρήνη (δωρεά από το προσωπικό αρχείο του Αντγου ε.α. Ιωάννη Σταματόπουλου).



Πηγή Ιστορικός Συλλέκτης Βέροιας 

Δύο πορτραίτα του βασιλιά Κωνσταντίνου του 12ου.

Τα πορτρέτα απεικονίζουν το βασιλιά Κωνσταντίνο τον 12ο.


 Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος υπήρξε μια από τις πιο σημαντικές προσωπικότητες της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας...


Η Αντιβενιζελική εφημερίδα ΣΚΡΙΠ χαιρετίζει την επικείμενη άφιξη του Βασιλιά Κωνσταντίνου σε πρωτοσέλιδο της την ημέρα του δημοψηφίσματος της 22-11-1920.

Την 22 Νοεμβρίου του 1920 διεξήχθει με πρωτοβουλία της νεοεκλεγείσας Αντιβενιζελικής κυβερνητικής παράταξης της Ηνωμένης Αντιπολίτευσης το δημοψήφισμα σχετικά με την επιστροφή του εξόριστου από τη βενιζελική κυβέρνηση βασιλιά Κωνσταντίνου.
Η εφημερίδα ΣΚΡΙΠ προεξοφλώντας ουσιαστικά την επιτυχή για το βασιλιά έκβαση του δημοψηφίσματος συνέτασσε άρθρα με πανηγυρικό χαρακτήρα...



Όπως μας πληροφορεί ο Ευάνθης Χατζηβασιλείου:
Στις 22 Νοεμβρίου 1920, ημέρα του δημοψηφίσματος για την επάνοδο του βασιλιά Κωνσταντίνου, η κορυφαία αντιβενιζελική εφημερίδα «Σκριπ» δημοσίευε στο πρωτοσέλιδό της φωτογραφία του και ολοσέλιδο άρθρο,χαρακτηριστικό της δύναμης των συναισθημάτων που προκαλούσε το μεγάλο αντιβενιζελικό σύμβολο.

«Η Μεγαλειότης ενός ελευθέρου λαού προσκαλεί τον βασιλέα Κωνσταντίνον εις τον Θρόνον», δήλωνε ο τίτλος.Το όνομα του βασιλιά, γραμμένο στο άρθρο πέντε φορές με κεφαλαία πλάγια γράμματα, πλαισίωνε τη φωτογραφία: «Τα βουνά της Ηπείρου, αι Μακεδονικαί πεδιάδες αντήχησαν από τον παιάνα της Νίκης και ο παιάν αυτός ήτο εν όνομα: ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ». 
Η εικόνα του στρατηλάτη που έμπαινε έφιππος στη Θεσσαλονίκη και στα Ιωάννινα μπορούσε να κάνει τον μέσο άνθρωπο του 1920 να αναλυθεί σε δάκρυα.
Κατόπιν ερχόταν η μνήμη των περιπετειών του βασιλιά μετά την αγγλογαλλική παρέμβαση εναντίον του το 1916-17:
«Και μίαν ημέραν κατά την οποίαν ετέλει την μνήμην της θυσίας ενός άλλου ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ [ηαποχώρηση έγινε στις 30 Μαΐου 1917], ο Βασιλεύς, υποχωρών χάριν της σωτηρίας του λαού Του εις την βίαν την ξένην, άφινεν ορφανήν την Ελλάδα, καμφθείσαν υπό μίαν μακράν τυραννίαν. […] Και μόλις [ο λαός] απέσεισε τα δεσμά του και το φίμωτρον, μία και μόνη φωνή ανεπήδησεν ως ευχαριστία προς τον Μέγαν θεόν της Δικαιοσύνης: ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ». Και υψωνόταν τώρα, τόνιζε το «Σκριπ», «κυριαρχική και παντοκράτειρα της Ελλάδος η φωνή. Φωνή απευθυνομένη προς τους ισχυρούς της γης. Προς τους λαούς, οι οποίοι εγνώρισαν πώς οι δούλοι γίνονται ελεύθεροι. Προς την ηθικήν της Ανθρωπότητος. Προς την Δικαιοσύνην.Προς την Ιστορίαν. Προς τους παρελθόντας Ελληνικούς αιώνας και προς το αγέννητον Μέλλον. Και η φωνή αυτή – φωνή λαού – Κυρίου φωνή – δονείται από εν όνομα».

Ο Ιούδας, του Σπύρου Μελά. Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος

  Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος.     Φίλες και φίλοι, με αφορμή τη μεγάλη χριστιανική εορτή, πρόκειται να σας αναλύσω τον Ιούδα , του Σπύρ...