Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αρχαία Ελλάδα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αρχαία Ελλάδα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Γνωρίζατε ότι στην Ιλιάδα υπάρχει μια από τις πιο συγκινητικές σκηνές ολόκληρης της λογοτεχνίας; Ναι, και αυτές τις μέρες το χρειαζόμαστε!

 Λοιπόν, ο Έκτορας μόλις έχει πεθάνει. 

Τότε ο Πρίαμος μεταμφιέζεται σε ζητιάνο και προχωρά μέσα στη νύχτα για να φτάσει στη σκηνή του Αχιλλέα. 



Και τι συμβαίνει; 

Γονατίζει μπροστά στον δολοφόνο του γιου του! Αυτή είναι μια από τις πιο έντονες στιγμές ολόκληρης της Ιλιάδας: ο Πρίαμος, ένας άντρας που είναι βασιλιάς στη γη του, γονατίζει και φιλά αυτά τα «τρομερά χέρια».

Φιλά το χέρι αυτού που σκότωσε τον γιο του! Και αυτή η χειρονομία είναι πιο ισχυρή από χίλιες λέξεις, σε αυτή τη χειρονομία υπάρχει το παν: ταπεινοφροσύνη, θάρρος, ανιδιοτελής αγάπη. Και εκείνη τη στιγμή ο πόλεμος δεν είναι πλέον ένδοξος, δεν είναι πλέον ηρωικός, υπάρχει μόνο ο πόνος αυτού του πατέρα που ζητά να του επιστραφεί το σώμα του γιου του. 

Και μετά ο Πρίαμος κάνει κάτι εξίσου συγκλονιστικό: μιλάει, αποκαλύπτοντας την καρδιά του. «Σπλαχνίσου με», λέει στον Αχιλλέα, «υπέφερα αυτό που κανένας άλλος θνητός δεν έχει υποφέρει: να φέρω στο στόμα μου το χέρι του δολοφόνου του γιου μου».

Και τι συμβαίνει; Ο Αχιλλέας, ο ανίκητος, ο ακλόνητος, απομακρύνει τον Πρίαμο από τα γόνατά του και τον αγκαλιάζει. Και οι δύο κλαίνε μαζί. Έτσι τελειώνει η Ιλιάδα, με αυτή τη σκηνή. 

Τι σας λέει ο Όμηρος; Ότι η αληθινή «δύναμη» δεν βρίσκεται στους μυς, στον πλούτο ή στην εξουσία ενός ανθρώπου.

Ο Πρίαμος έχει και τα δύο κι όμως γονατίζει, 

ο Αχιλλέας δεν φοβάται κανέναν κι όμως κλαίει. 

Η αληθινή δύναμη δεν βρίσκεται σε αυτό για το οποίο μάχεσαι, αλλά για αυτό για το οποίο γονατίζεις. 

Βρίσκεται στη λέξη που ενώνει τις καρδιές ή τις απομακρύνει, και βρίσκεται στην ταπεινοφροσύνη, γιατί το να αγαπάς και να είσαι ταπεινός είναι το ίδιο πράγμα. Και πάνω απ' όλα μας θυμίζει ότι στον πόλεμο δεν υπάρχουν νικητές ή ηττημένοι, αλλά μόνο ραγισμένες καρδιές. Πρέπει να το θυμόμαστε, έτσι δεν είναι;

Γκουεντολίνα Μιντέι

Επίσκεψη του Δημοτικού Σχολείου Κερδυλλίων Σερρών στην Αρχαία Άργιλο.

 11 Ιουν 2018.

Οι Σκιρίτες...

Κι ὅμως ! Οἱ πιὸ σκληροὶ τῆς περίφημης Σπαρτιατικῆς Φάλαγγας ἦταν... Ἀρκάδες ...



Ναὶ καλὰ τ'ακούσατε ! Υπῆρχαν μαχητὲς ποὺ ἦταν ὑπέρτεροι, ὡς αὐτόνομες μονάδες, ἀπὸ τοὺς Σπαρτιᾶτες. Αὐτὸ ποὺ εἶναι λιγότερο γνωστὸ εἶναι ὅτι στὴ σύνθεση τῆς φάλαγγας τῶν Σπαρτιατῶν συμπεριλαμβάνονταν κάποιοι ξεχωριστοὶ πολεμιστές, τῶν ὁποίων οἱ μαχητικὲς ἱκανότητες καὶ τὰ στρατιωτικὰ προσόντα ξεπερνοῦσαν ἀκόμη καὶ αὐτὰ τοῦ Λακεδαιμόνιου πολεμιστῆ. 

Οὐσιαστικὰ ἦταν ἡ ἐπίλεκτη ὁμάδα τῆς Φάλαγγας, κάτι σὰν ἡ «Δύναμη Δέλτα» αὐτῆς, ἡ ὁποία ἀποτελοῦνταν ἀπὸ ὀρεσίβια φυλῶν Ἀρκάδων, ποὺ κατοικοῦσαν στὴν ἀρχαία Σκιρίτιδα τῆς νότιας Ἀρκαδίας. Ἡ Σκιρίτιδα ὑπαγόταν στὴν Σπάρτη, οἱ πολῖτες της ὅμως εἶχαν διατηρήσει ἀρκετὲς ἀπὸ τὶς ἐλευθερίες τους. Ἐπρόκειτο γιὰ μιὰ ὀρεινή, δύσβατη καὶ ἀφιλόξενη περιοχή, στὰ βόρεια τῆς Λακωνίας, ἀνάμεσα στοὺς ποταμοὺς Οἰνούντα καὶ Εὐρώτα. Ἡ στρατηγικὴ θέση της Σκιρίτιδας ἦταν καμβικὴ γιὰ τὴν ἄμυνα καὶ τὴν ἀσφάλεια τῆς Λακεδαίμονος ὁδήγησε στὴν ἀπὸ νωρὶς ἐνσωμάτωσή της στὸ κράτος τῆς Σπάρτης. Ἀπὸ τὴ στενωπό της Σκιρίτιδας διέρχετο ἡ ἀμαξιτὴ ὁδὸς ποὺ συνέδεε, μέσῳ Τεγέας, τὸ Ἄργος μὲ τὴ Σπάρτη καὶ χάρη στοὺς Σκιρίτες πολεμιστὲς ἀσφάλισε τὰ βόρεια σύνορά της ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς της, Ἀρκάδες καὶ Ἀργείους. 


Ὅταν ἡ περιοχὴ προσαρτήθηκε, δόθηκε στοὺς κατοίκους της ἡ ἰδιότητα τοῦ «περίοικου», δηλαδὴ τοῦ ἐλεύθερου πολίτη χωρὶς πολιτικὰ δικαιώματα. Οἱ περίοικοι ἦταν κατὰ βάση οἱ κάτοικοι τῶν λακωνικῶν περιχώρων καὶ δὲν λάμβαναν στρατιωτικὴ ἐκπαίδευση τοῦ ἐπιπέδου ἑνὸς πολίτη τῆς Σπάρτης. Ἀσχολοῦνταν μὲ τὴ γεωργία, τὴν κτηνοτροφία καὶ τὴν ξυλουργία. Δὲν μετεῖχαν στὰ κοινὰ καὶ οἰκονομικὰ καὶ βρίσκονταν ὑπὸ τὴν αὐστηρὴ κηδεμονία τῶν Σπαρτιατῶν. Ὡστόσο οἱ Σκιρίτες ἦταν πολὺ σκληροὶ ἄνθρωποι, μὲ ἀξιομνημόνευτη ἀνδρεία καὶ ἀποστροφὴ στήν... ὑποδούλωση. Ποιῶντας ἔξυπνα οἱ Σπαρτιᾶτες, τοὺς ἔκαναν συμμάχους τους, καλῶντας τοὺς ἐπανδρώσουν τὴ σπαρτιατικὴ φάλαγγα. Σύμφωνα μὲ τὸν Διόδωρο τὸν Σικελιώτη, ἦταν ἄντρες μὲ σπάνια δύναμη καὶ ἀντοχή, ἱκανοὶ νὰ φέρουν εἰς πέρας τις πιὸ ἀπαιτητικὲς ἀποστολές. 


Παρ' ὅλο ποὺ οἱ κάτοικοί της ἦταν Ἀρκάδες στὴν καταγωγή, ἡ ὀρεινὴ αὐτὴ περιοχὴ ταυτίστηκε ἀπολύτως, πολιτικὰ καὶ στρατιωτικά, μὲ τὴ Σπάρτη, ἀναλαμβάνοντας ρόλο «φρουροῦ» της. 


Ἡ μοῖρα των Σκιριτῶν ὀνομαζόταν ἀρχικὰ «Σκιρίτης Λόχος» καὶ θεωρούταν ἡ «ἐλὶτ» τῆς σπαρτιατικῆς φάλαγγας. Σύμβολο τοὺς ἦταν ἕνα ἄσπρο γεράκι σὲ μαῦρο φόντο. Ἀποτελεῖτο ἀπὸ 600 ἄνδρες, ἐπιλεγμένους γιὰ τὴ σωματική τους δύναμη καὶ ἀντοχή. Ὁ Θουκυδίδης μας πληροφορεῖ ὅτι στὴ μάχη κατεῖχαν τὸ ἀριστερὸ πλευρὸ τῆς παράταξης, δίπλα στὸν Βασιλιᾶ, ἐνῷ τὸ δεξιὸ κατεῖχαν οἱ Σπαρτιᾶτες. 


Σύμφωνα μὲ τὶς ἀναφορὲς τῶν ἱστορικῶν, ὅταν ἡ Σπαρτιατικὴ Φάλαγγα προέλαυνε πρὸς ἐμπλοκὴ μὲ τὸν ἐχθρό, οἱ Σκιρίτες ἦταν τὸ μοναδικὸ τμῆμα ποὺ κινεῖτο μπροστὰ ἀπὸ τὸ βασιλιᾶ. Ἐνεργοῦσαν ὡς ἐμπροσθοφυλακὴ καὶ ὁρισμένες φορὲς βρίσκονταν ἀκόμη πιὸ μπροστὰ καὶ ἀπὸ τοὺς ἔφιππους ἀνιχνευτές. 


Τὶς νύχτες ἀναλάμβαναν ἐξ ὁλοκλήρου τὴ φύλαξη, ἦταν ὑπεύθυνοι γιὰ τὴν ἀνίχνευση τοῦ ἐδάφους καὶ στρατοπέδευαν σὲ σημεῖα ἀπὸ ὅπου μποροῦσαν νὰ διακρίνουν ἀπὸ μακριὰ τοὺς ἐχθροὺς καὶ τὶς κινήσεις τους. 


Ἐκτὸς ἀπὸ ρόλο φρουρῶν, ἰχνηλατῶν καὶ εμπροσθοφυλακῆς, εἶχαν καὶ αὐτὸν τοῦ «προσκόπου» στὸ σπαρτιατικὸ στρατό. Στὴν ἀρχαιότητα οἱ πρόσκοποι ἦταν στρατιωτικὰ τμήματα ποὺ ἀναλάμβαναν δύσκολες ἀποστολές, κάτι σὰν τὶς σημερινὲς εἰδικὲς δυνάμεις. Ἕνα χαρακτηριστικὸ ποὺ τοὺς προσομοιάζει μὲ τοὺς σύγχρονους καταδρομεῖς εἶναι ὅτι στὶς νυχτερινὲς καταδρομικὲς ἐπιχειρήσεις ἔβαφαν τὸ πρόσωπο καὶ τὸ σῶμα τους μαῦρο, μὲ σκόνη ἀπὸ κάρβουνο γιὰ ἀπόκρυψη-παραλλαγή. 

Ἂν καὶ ἐλάχιστα πράγματα ἔχουν σωθεῖ γιὰ τὴ δράση τους, γνωρίζουμε ὅτι ἡ σημαντικότερη καταδρομικὴ ἐπιχείρηση ἑνὸς ἀποσπάσματος Σκιριτῶν ἔλαβε χώρα κατὰ τὴ μάχη τῶν Θερμοπυλῶν καὶ εἶχε ὡς στόχο τὴ δολοφονία τοῦ ἴδιου του Ξέρξη! 


Καὶ θὰ τὸ εἶχαν πιθανότατα καταφέρει, ἀλλάζοντας τὸν ροῦ τῆς Ἱστορίας, ἂν ἦταν λίγο πιό... τυχεροί. Σύμφωνα μὲ τὸν Διόδωρο τὸν Σικελιώτη, ἡ μικρὴ ὁμάδα ἀνδρῶν κατάφερε νὰ τρυπώσει στὸ ἀντίπαλο στρατόπεδο καὶ νὰ φτάσει ἕως τὴ σκηνὴ τοῦ Πέρση βασιλιᾶ, τὸν ὁποῖο ὡστόσο δὲν βρῆκε μέσα. Ἐντὸς τῆς βασιλικῆς σκηνῆς ἦταν δύο ἀδελφοί του Ξέρξη, οἱ στρατηγοὶ Ἀβροκόμης καὶ Ὑπεράνθης, οἱ ὁποῖοι καὶ δολοφονήθηκαν ἀπὸ τοὺς Σκιρίτες. Τὸ ἀπόσπασμα ἐξοντώθηκε τελικὰ ἀπὸ τὴ δύναμη τῶν ἐπίλεκτων Περσῶν «Ἀθανάτων», ὅταν ἀργότερα ἔγινε ἀντιληπτό, ὡστόσο τὸ ἠθικὸ πλῆγμα ποὺ εἶχε προκαλέσει στὸν ἐχθρὸ ἦταν βαρύτατο. 

Σύμφωνα μὲ μιὰ ἄλλη πηγὴ δέ, ὁ διοικητὴς τῆς μοίρας των Σκιρίτων ἦταν αὐτὸς ποὺ σκότωσε τὸν ἀρχιστράτηγο τῶν Περσῶν, Μαρδόνιο κατὰ τὴ μάχη τῶν Πλαταιῶν. 

Οἱ μεγαλύτεροι οἰκισμοὶ τῆς Σκιρίτιδας ἦταν τὸ Οἷον καὶ οἱ Καρυές, ὁ τόπος καταγωγῆς τῶν διάσημων Καρυάτιδων. Τὸ Οἷον ὀνομάζεται σήμερα Κερασιά, ἐνῷ ἡ περιοχὴ τῆς ἀρχαίας Σκιρίτιδας ἐντάσσεται στὸ δῆμο Τρίπολης. Στὴν ἀπογραφὴ τοῦ 2001 εἶχε 1.600 κατοίκους. Στὴν ἱστορικὴ ἀπογραφὴ ὅμως τῆς Ἑλλάδας κατέχει σαφῶς μεγαλύτερη... ἔκταση ἀπὸ τὴν ἐδαφικὴ καὶ πληθυσμιακή της. 

Πηγή https://www.ethnos.gr/history/article/144294/skirithsloxosoieidikesdynameisthssparthspoyphgannaallaxoynthnistoriatonthermopylon

'' Ἐπιμένουμε νὰ προβάλουμε παλιότερες ἀναπαραστάσεις ποὺ δημιουργοῦνταν ἀπὸ καλλιτέχνες σὰν αὐτὴ τοῦ Mariusz Kozik πρίν τὴν ἔξαρση τῆς ΑΙ τεχνητῆς νοημοσύνης γιὰ τὸν λόγο πὼς δὲν βρίθουν ἱστορικῶν ἀνακριβειῶν καὶ ὑπερβολῶν. Βλέπεις πλέον ἀναπαραστάσεις Σπαρτιατῶν ποὺ παρ' ὅτι εἶναι ἐντυπωσιακὲς βρίθουν ὅμως ἀπὸ ἀναχρονισμοὺς καὶ αὐθαίρετες προσθῆκες, ὅπως ὀμφαλόσχημες ἀσπίδες, ξίφη τύπου ἐξκάλιμπερ, κράνη Ρωμαίων λεγεωνάριων καὶ κανένα ἔμβλημα ἢ ἐπίσημο ποὺ νὰ παραπέμπει σὲ Λακεδαιμονιακὸ σύμβολο. ''

Ο Αλέξανδρος υποτάσσει τους Γέτες. Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος.

   Η πατρίδα των Γετών ήταν η Άνω του Ίστρου (κατοικούσαν βόρεια του Δούναβη) περιοχή. Ζούσαν από τα Καρπάθια ως τα παράλια της Μαύρης Θάλασσας, στη σημερινή νοτιοανατολική Ρουμανία. Αρκετοί όμως ζούσαν και κάτω από το Δούναβη.



  Οι Γέτες ήταν αποκομμένοι από τους υπόλοιπους Θράκες, αναμιγνύονταν με Σκύθες, διέφεραν όμως από αυτούς. Είχαν πολλές επαφές με φυλές από τη βόρειας Ευρώπη (βόρεια συνόρευαν με τα γερμανό-γοτθικά φύλλα) και τις ασιατικές Στέπες. Ο πολιτισμός τους ονομάστηκε και ¨Πολιτισμός του Ξύλου¨. Γέτες και Ίστρος είναι Δάκες και Δούναβης για τους Ρωμαίους. Η χώρα είναι γνωστή και ως Δακία (όπως την ονόμασαν οι Ρωμαίοι). Ζούσαν την απόλυτη νομαδική ζωή από τη μία στην άλλη όχθη του Δούναβη.

Κύπελλο με πουλιά και ζώα, θρακο-γετικό, 4ος αιώνας π.Χ., από ασήμι, ύψος: 18.7 cm, Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης (Νέα Υόρκη)


  Κυκλοφορεί ένας γετικός μύθος που μάλλον φτιάχτηκε από Έλληνες για τη μυθική χώρα των Γετων στον Ιερό Ίστρο. Στη χώρα τους, στη νήσο Λεύκη  (φανταστική χώρα), στα παράλια του Πόντου, η Θέτιδα μετέφερε τον Αχιλλέα μετά το θάνατο του για να κατοικήσει αιώνια.

Ο θρακικός Τύμβος του Σβεστάρι, 3ος αιώνας π.Χ.

  Ο Ηρόδοτος μας λέει ότι ο θεός Άρης γεννήθηκε στη χώρα των Γετών. Οι Γέτες σύμφωνα με τον Ηρόδοτο πίστευαν στη αθανασία της Ψυχής. Λάτρευαν το νομοθέτη τους το Ζαλμόζη, τον οποίον είχαν θεοποιήσει. Ο Ζαλμόζης ήταν δούλος του Πυθαγόρα του γιου του Μνήσαρχου από τη Σάμο. Κέρδισε την ελευθερία του, μάζεψε πολλά πλούτη και γύρισε στην πατρίδα του. Προσέλκυσε την προσοχή του λαού και με τις μαντείες του έπεισε το βασιλιά να μοιραστεί την εξουσία μ΄ αυτόν.



 

Η συνάντηση με το στόλο

  Μετά τη επικράτηση επί των Τριβαλλών ο Αλέξανδρος έφτασε στο Δούναβη. Εκεί τον περίμενε ο στόλος.

  Ο στόλος, ο οποίος αποτελούνταν από μόλις πέντε μακεδονικά πολεμικά σκάφη είχε αποπλεύσει από το Βυζάντιο (ήταν πλέον συμμαχική πόλη). Η συνάντηση στόλου και στρατού έγινε με ακρίβεια. Ο Αλέξανδρος είναι βέβαιο ότι είχε ακριβείς γεωγραφικές γνώσεις. Τους συνάντησε στη θέση που τους είχε ορίσει από πριν, την καταλληλότερη στιγμή.

Διακόσμηση θρακικού τάφου


  Ο Αλέξανδρος πρέπει να πούμε ότι δε διέθετε εμπειρίες ναυτοσύνης και ότι συνήθιζε να χρησιμοποιεί το στόλο υποστηρικτικά. Η αξιοποίηση της θάλασσας γινόταν συνήθως για μεταφορά εφοδίων. Οι πόλεις προσέφεραν μεταφορικές διευκολύνσεις έχοντας καλά οργανωμένα δίκτυα με πλοία και λιμάνια.

 

Απόπειρα απόβασης στην Πεύκη

  Άμεσα ο Αλέξανδρος γέμισε τα πλοία με τοξότες και κινήθηκε προς την Πεύκη (το νησάκι στις εκβολές του Δούναβη, το οποίο ήταν γεμάτο πρόσφυγες). Εκεί διαπίστωσε ότι το εγχείρημα της απόβασης θα ήταν δύσκολο. Η μικρή αριθμητική δύναμη του αποβατικού αποσπάσματος, ο μικρός αριθμός αποβατικών πλοίων, τα ορμητικά νερά (ισχυρό ρεύμα του ποταμού) και οι απόκρημνες όχθες ήταν τα βασικά προβλήματα.

Θράκας πολεμιστής.

  Ο Αλέξανδρος εκτίμησε την κατάσταση και συνυπολογίζοντας και τη σθεναρή αντίσταση που θα συναντούσε εγκατέλειψε την προσπάθεια. Έτσι λοιπόν απέσυρε τα πλοία. Το μακεδονικό απόσπασμα γύρισε άπρακτο στη βάση του.

  Ο γιος του Φιλίππου όμως ήθελε να ξεκαθαρίσει μια και καλή την κατάσταση στο Δούναβη. Αποφάσισε να κάνει κάτι το οποίο δεν είχε τολμήσει ούτε ο πατέρας του. Θα περνούσε  με κάθε τρόπο το Δούναβη και θα αναμετρούταν στα ίσια με τους Γέτες!

 

Η διέλευση του Δούναβη.

  Οι Γέτες είχαν εμφανιστεί ως τεράστια ορδή απέναντι από το Δούναβη. Μάζεψαν 4.000 ιππείς και διπλάσιους ή τριπλάσιους πεζούς.

  Αντικειμενικός σκοπός του Αλεξάνδρου δεν ήταν φυσικά η επέκταση της μακεδονικής κυριαρχίας βόρεια του Δούναβη. Ο στόχος του ήταν να θεμελιώσει την κυριαρχία του στη Θράκη (σημερινή Βουλγαρία). Ήθελε να δημιουργήσει έναν απλοϊκό μύθο στα μάτια των βόρεια του Δούναβη βαρβάρων, όχι μόνο απλά να νικήσει αλλά να μην τον ξαναενοχλήσουν!

  Ήταν ακόμη Μάιος του 335 π.Χ. Ο Αλέξανδρος διέταξε να μαζέψουν όλα τα μονόξυλα που χρησιμοποιούσαν οι ψαράδες τα οποία ήταν άφθονα στην περιοχή. Έκοψαν επίσης και πολλούς κορμούς δέντρων μετατρέποντας τους σε αυτοσχέδια πλοιάρια, Διέταξε επίσης να μετατρέψουν τα δέρματα (διφθέρες) που χρησιμοποιούσαν οι στρατιώτες για αντίσκηνα σε πλωτά βοηθήματα. Οι στρατιώτες θα τα γέμιζαν με ξερό χόρτο και θα τα έραβαν προσεκτικά (κάτι τέτοιο έγινε και στον Ευφράτη). Επίταξε από τους ντόπιους, επίσης και όποιο διαθέσιμο πλοίο βρήκε.

Ο Δούναβης.


 Ο στρατός υπάκουε πρόθυμα σε ότι του ζητούσε. Ο Αλέξανδρος έδειχνε ότι από στρατιωτικής πλευράς τα είχε όλα. Ήταν βάναυσος και πολεμούσε για τη δόξα. Θα ήταν μεγαλόψυχος σε όσους παραδίδονταν και σκληρός σε όσους αντιστέκονταν. Αν δεν ήταν αδίστακτος δε θα επιτύγχανε αυτήν την κατάκτηση. Από τον πατέρα του, ο Αλέξανδρος, θα κληρονομούσε τη στρατηγική. Το φάντασμα του πατέρα του όμως θα τον αναγκάζει να θέλει να κάνει πάντα πράξεις μεγαλύτερες από εκείνον. Μια από αυτές θα ήταν και η διέλευση του Δούναβη την οποία δεν είχε επιχειρήσει ποτέ ο Φίλιππος.

  Ο ίδιος ο Αλέξανδρος θα ηγούνταν αυτού του πρωτόγνωρου στόλου. Οι Γέτες σε καμία περίπτωση δεν περίμεναν να περάσει ένα τόσο μεγάλο ποτάμι χωρίς να το γεφυρώσει. Πράγματι, 4.000 πεζοί και 1.500 ιππείς πέρασαν μυστικά υπό την κάλυψη της νύχτας το Δούναβη. Η όλη επιχείρηση έγινε αθόρυβα και διήρκεσε ως την αυγή.

  Αφού πέρασαν απέναντι οι Μακεδόνες κρύφτηκαν μέσα στα σπαρτά (ψηλά σιτάρια).

 

Η συντριβή των Γετών.

  Ο Αλέξανδρος την αυγή διέταξε τους στρατιώτες του να χωρίζουν τα σπαρτά με τα δόρατα (οι πεζοί) και το ιππικό να ακολουθεί. Μόλις έφτασαν σε ανοιχτοσιά έφερε το ιππικό δεξιά του πεζικού.

  Ύστερα διέταξε το Νικάνορα να προχωρήσει με το ιππικό σε σχηματισμό τετραγώνου (η αριστερή του πλευρά θα προστατευόταν από τον ποταμό). Κάτι τέτοιο γινόταν όταν το πεζικό αντιμετώπιζε μια ανώτερη δύναμη ιππικού. Σοφή ενέργεια για την περίσταση, καθώς Γέτες και Σκύθες (είχαν προστρέξει να βοηθήσουν τους Γέτες) υπερτερούσαν 2 προς 1.

  Ο Αλέξανδρος ήταν σίγουρος ότι ο αντίπαλος δε θα υποπτευόταν ότι ένας στρατός θα περνούσε το Δούναβη σε μία μόνο νύχτα…

  Οι στρατιώτες διέσχισαν αθόρυβα τα σπαρτά. Βγήκαν σε ανοιχτό μέρος και συντάχθηκαν σε παράταξη μάχης. Κατόπιν αιφνιδίασαν τους στρατοπεδευμένους Γέτες πιάνοντας τους ανυποψίαστους. Οι Ίλες του ιππικού επιτέθηκαν στους Γέτες σε σχήμα σφήνας. Μπροστά στην ορμή των Μακεδόνων ο στρατός των Γετών διασπάστηκε και υποχώρησε στην οχυρωμένη βάση του που απείχε 5 χιλιόμετρα από το ποτάμι.



  Ο Αλέξανδρος προχώρησε στο ανοιχτό έδαφος (μην τυχόν και πέσει σε κάποια ενέδρα) προς την πόλη. Οι Γέτες δεν είχαν καθόλου χρόνο να ανασυντάξουν τις μονάδες τους.

  Οι νομάδες, αφού τους επιτέθηκε ο Αλέξανδρος κατέφυγαν στην πόλη (30 στάδια από το Δούναβη). Ο Αλέξανδρος τους ακολούθησε. Μόλις οι Γέτες είδαν από την πόλη τη φάλαγγα και τους ιππείς του Αλεξάνδρου να πλησιάζουν, εγκατέλειψαν την πόλη ανεβάζοντας στα άλογα τα γυναικόπαιδα και παίρνοντας μαζί τους ότι μπορούσαν. Τράπηκαν σε φυγή προς τη στέπα.

  Ο Αλέξανδρος είχε ήδη καταλάβει ότι τα τείχη της πόλης δεν ήταν τόσο ανθεκτικά. Επιτέθηκε και κατέλαβε εύκολα την πόλη. Ύστερα την κατέσκαψε. Τα όσα λάφυρα είχαν αφήσει στην πόλη οι Γέτες τα μάζεψε και τα μετέφερε στην άλλη όχθη του Δούναβη, στις συμμαχικές ελληνικές πόλεις. Τα παρέδωσε στο Μελέαγρο και το Φιλώτα και από κει μεταφέρθηκαν στη Μακεδονία.

 

Αποτίμηση

  Η επιχείρηση στο Δούναβη ήταν ένα μικρό επεισόδιο, όμως από ηθικής άποψης οι συνέπειες υπήρξαν εκθαμβωτικές: Ο Αλέξανδρος έπεισε ότι μπορούσε να διέλθει το μεγαλύτερο ποταμό μέσα σε μια νύχτα χωρίς να το γεφυρώσει.

  Επρόκειτο για το βόρειο τέρμα των επιχειρήσεων. Ο νέος βασιλιάς ανταπεξήλθε χωρίς να χάσει κανέναν στρατιώτη.

  Ο Αλέξανδρος ήθελε να αγγίξει το άγνωστο. Τον έπιασε μια επιθυμία, ένας πόθος να περάσει απέναντι. Πόθος για το άγνωστο και να επιχειρεί δύσκολα πράγματα. Έπρεπε να επιδράμει, να τους νικήσει και να τους εξαναγκάσει να συμμαχήσουν μαζί του. Όσο σκεφτόταν πως θα επιτεθεί οι Γέτες μάζευαν στρατό για να τον αντιμετωπίσουν.

  O απόηχος της νίκης έφτασε μέχρι τους Κέλτες της Αδριατικής. Για τον επόμενο μισό αιώνα τα κελτικά φύλα δε θα απασχολήσουν τον ελλαδικό χώρο. (Συνήθιζαν να λεηλατούν κάθε τρεις και λίγο)



  Στην όχθη του ποταμού πραγματοποίησε θυσίες στο Δία Σωτήρα που δεν τον εμπόδισε να το διαβεί. Κατόπιν αυθημερόν οδήγησε πίσω σώους τους στρατιώτες του στο δικό του στρατόπεδο, (Αρριανός 1.4. 1-5)


Η επόμενη μέρα.

  Η συγκρότηση του βορείου συνόρου στο Δούναβη είχε επιτευχθεί. Μόνο έτσι θα υπήρχε πια πλήρη ασφάλεια στο Βορρά.

  Ο Αλέξανδρος τοποθέτησε τον ευνοούμενο του στρατηγό, Αλέξανδρο του Αέροπου ηγεμόνα στη Θράκη. Τον ονόμασε Στρατηγό της Θράκης. Αποστολή του θα ήταν η διοίκηση της Θράκης και η συντήρηση ενός μόνιμου στρατού που θα τροφοδοτούσε σε εφεδρείες τον Αλέξανδρο στην Ανατολή. Πράγματι, η Θράκη με τη βοήθεια των πόλεων που είχαν ιδρύσει ο Φίλιππος και ο Αλέξανδρος τροφοδότησαν σε ενισχύσεις με αριθμούς μεγαλύτερους απ’ ότι η Μακεδονία.

  Μόλις έγιναν γνωστά τα κατορθώματα του στη Θράκη άρχισαν να έρχονται όλοι να τον συναντήσουν: Αβασίλευτοι Θράκες, Τριβαλλοί του Σύρμου (οι Τριβαλλοί τον θεώρησαν αήττητο, έστειλαν πρεσβεία να τον συναντήσουν και να επιδιώξουν την ειρήνη του βασιλιά, ο Αλέξανδρος τους ήθελε αντίπαλο δέος εναντίων των Θρακών όσο θα έλειπε στην Ανατολή, είχε επίσης σκοπό να τους χρησιμοποιήσει στην Ανατολή), Γαλάτες που ζούσαν στις ακτές της Αδριατικής. Τους τελευταίους ο Αλέξανδρος τους ονόμασε καυχησιάρηδες. μεγαλαυχούς επειδή δε φοβόταν αυτούς αλλά μην πέσει ο ουρανός στο κεφάλι τους! Τον είδαν και πρέσβεις των Κελτών που ζούσαν στον Ιόνιο Κόλπο στο Μύχο της Αδριατικής. 



  Ο Αλέξανδρος θα τους άφηνε να ρυθμίζουν τις υποθέσεις τους μόνοι τους απαιτώντας μόνο φόρο υποτελείας (όπως ο Φίλιππος). Συμμάχησε με Τριβάλλους και Θράκες ενόψει και κοινού κινδύνου από το Βορρά (Γέτες, Σκύθες). Ενίσχυσε επίσης τις πόλεις που είχε ιδρύσει ο Φίλιππος με πληθυσμό. Ήταν τυπικές μακεδονικές πόλεις και όχι πόλεις-κράτη. Δεν ήταν ανεξάρτητες και δεν είχαν μόνο ελεύθερους πολίτες. Διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στη διάδοση του μακεδονικού πολιτισμού, των ελληνικών ιδεών και του εμπορίου.

  Η σημαντικότερη περιοχή που τέθηκε υπό έλεγχο, ήταν η κοιλάδα του Άνω Νέστου. Επρόκειτο για σημαντικό οικονομικό κέντρο, καθώς από κει ξεκινούσαν οι δρόμοι προς την κοιλάδα του Στρυμόνα, τη Σόφια και προς τα κάτω την κοιλάδα του Έβρου, εκεί ήταν και οι ελληνικές πόλεις του Εύξεινου Πόντου. Η κεντρική Θράκη μέσω αυτών των δρόμων έγινε πηγή εφοδίων για το ξεκίνημα των της εκστρατείες εναντίων των Περσών.

 

Ο στρατός

  Ο στρατός απέκτησε μια σπουδαία εμπειρία και μεγάλη ικανότητα επί του πεδίου της μάχης.

  Εξασκήθηκε στην τέχνη της πολιορκίας των φρουρίων, στους γρήγορους ελιγμούς, στην αξιοποίηση του εδάφους, στην αντιμετώπιση υπέρτερων δυνάμεων.

  Η όλη εκστρατεία ήταν ένα επιτυχημένο πείραμα καθώς εντάχθηκαν άριστα τα ένοπλα τμήματα στον ελληνομακεδονικό στρατό, όπως έδειξαν οι μετέπειτα επιχειρήσεις στην Ασία. Οι Θράκες που συνέδραμαν ήταν λίγοι περισσότεροι από τους υπόλοιπους Έλληνες και οι Μακεδόνες θα τους εμπιστευόταν στην πρώτη γραμμή.



 

Ευημερία

  Οι πόλεμοι του Αλεξάνδρου και του Φιλίππου είχαν εποικοδομητικό σκοπό. Σκοπός τους ήταν να συμβάλουν στην ειρήνη και στην ευημερία της περιοχής. Το πέτυχαν σε μεγάλο βαθμό.

  Ο Αλέξανδρος συγκέντρωσε πληθυσμούς σε πόλεις. Οι ελληνικές πόλεις-κράτη προϋπήρχαν ανατολικά του Νέστου, στις ακτές τις Μαύρης θάλασσας και στις νότιες εκβολές του Δούναβη. Οι πόλεις αυτές είχαν τη δική τους παράδοση ανεξαρτησίας.

  Το εμπόριο των βαλκανικών λαών θα επεκτεινόταν βαθιά μέσα στην κεντρική Ευρώπη. Αυτό θα το μαρτυρούν τα νομίσματα με τις κεφαλές του Αλεξάνδρου και του Φιλίππου που βρέθηκαν εκεί. Για πρώτη φορά, επίσης, ήταν εφικτή η ειρηνική συνύπαρξη των βαλκανικών λαών. Αναμίχθηκαν ιδέες, αρχές και πολιτισμοί κυριάρχησαν φυσικά τα στοιχεία των ελληνομακεδόνων)



  Επίσημη γλώσσα έγινε η ελληνική. Οι Θράκες θα έδιναν πλέον με ενθουσιασμό ελληνικά ονόματα στα παιδιά τους αλλά και σε πόλεις και χωριά. Στην καλύτερη επικοινωνία συνέβαλλαν και οι δρόμοι που κατασκευάστηκαν στην Ιλλυρία και τη Θράκη. Από την εποχή του Αρχέλαου υπήρχε παράδοση σε βασιλικούς δρόμους, τους οποίους είχε φτιάξει ο βασιλιάς. Ενώ αποξηράνθηκαν και εκτάσεις για να καλλιεργηθούν.

  Στη Θράκη, τους αιώνες που ακολούθησαν, συντελέστηκε μια μεγάλη πολιτισμική αλλαγή. Μέσω της μακεδονικής αυλής, η οποία είχε γίνει καθέδρα πολιτισμού στα βαλκάνια, ο ελληνικός πολιτισμός (θέατρο, λογοτεχνία, τέχνες κλπ) διαδίδεται ταχύτατα. Κατά τη διάρκεια της Ρωμαιοκρατίας θα ολοκληρωνόταν η ελληνοποίηση της Θράκης. Η Θράκη θα παραδιδόταν πλήρως εξελληνισμένη από τους Ρωμαίους στους Βυζαντινούς.

Η μουσική του Ορφέα στη θρακική γη.


  Ο Αλέξανδρος μέσω των φιλικών εδαφών των Αγριάνων και των Παιόνων (ο βασιλιάς Λάγαρος είχε καλές σχέσεις με το Φίλιππο) αποφάσισε να γυρίσει το γρηγορότερο στη Μακεδονία. Οι ειδήσεις που έφταναν από την Ιλλυρία όμως τον ανάγκασαν να γυρίσει πάλι πίσω στο Βορρά…

 

-Ο Παύλος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1978 στη Δράμα, μεγάλωσε στις Σέρρες και έζησε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από το 1996 εργάζεται στο δημόσιο σε διάφορες διοικητικές θέσεις. Είναι απόφοιτος της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Σχολής Αστυφυλάκων της Αστυνομικής Ακαδημίας, της Σχολής Επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ΕΛ.ΑΣ., και της Σχολής Ελληνικού Πολιτισμού, του Τμήματος Ανθρωπιστικών. Σπουδών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.

 

 

Η υποταγή του θρακικού φύλου των Τριβαλλών από το Μέγα Αλέξανδρο. Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος.

   Το Καλοκαίρι του 335 π.Χ., αφού ο Αλέξανδρος κατατρόπωσε τους Αβασίλευτους Θράκες, πέρασε τη διάβαση του Αίμου και κινήθηκε προς τον ποταμό Λύγιρου (σημερινό Ρόστιτσα).

Η περιοχή των Τριβαλλών

  Το μακεδονικό εκστρατευτικό σώμα αφού διέσχισε τη λεκάνη απορροής της οροσειράς του Αίμου και κατέβηκε στην κοιλάδα του ποταμού Λύγιρου. Την κοιλάδα έλεγχαν οι Τριβαλλοί.

  Βασιλιάς των Τριβαλλών ήταν ο Σύρμος. Ο Σύρμος μετά το πάθημα των Αβασίλευτων Θρακών μερίμνησε και έστειλε τα γυναικόπαιδα σε ένα νησί του Δούναβη, στις εκβολές της Μαύρης Θάλασσας, την Πεύκη. Εκεί είχαν επίσης  καταφύγει και όσοι Θράκες είχαν διασωθεί από τις επιχειρήσεις στον Αίμο.

  Οι Τριβαλλοί ήταν εγκατεστημένοι μεταξύ Αίμου και Ίστρου (Δούναβη). Αποτελούσαν μια διαρκής απειλή για τις ελληνικές πόλεις του Εύξεινου Πόντου. «Αργότερα εξαφανίστηκαν από τους Ρωμαίους, επειδή ασκούσαν πειρατεία και τους εξανάγκασαν να γίνουν γεωργοί (Στράβων, 7.3.8). Αλλά καθώς η χώρα τους είναι τραχιά και φτωχή και ακατάλληλη για καλλιέργεια τελικά αφανίστηκαν.» (Στράβων, 7.3.13)»

  Το κέντρο των Τριβαλλών ήταν στη συμβολή των ποταμών Δούναβη και Όσκιου. Κάπου εκεί σε προγενέστερο χρόνο ο Φίλιππος είχε ηττηθεί και πληγωθεί σοβαρά. Έτσι λοιπόν, και για λόγους γοήτρου οι Τριβαλλοί έπρεπε να συντριβούν!


 

Άμυνα-τακτική Τριβαλλών.

  Καθώς ο Αλέξανδρος προέλαυνε οι Τριβαλλοί είχαν (έξυπνα) κινηθεί στην αντίθετη κατεύθυνση, για να καταλάβουν τα περάσματα στα νώτα του. Ουσιαστικά δηλαδή βρίσκονταν στα μετόπισθεν του Αλεξάνδρου. Τη δεδομένη χρονική στιγμή αποτελούσαν τη μεγαλύτερη απειλή για το εκστρατευτικό σώμα.

  Ο Αλέξανδρος, προχώρησε ακόμη μια μέρα για να βεβαιωθεί ότι ο Στρατός των Τριβαλλών δεν είχε πια επικοινωνία με την κοιλάδα του Λύγινου.

Θράκας πολεμιστής

 Ο Σύρμος έβαλε το στρατό του στις παρυφές ενός δάσους προκειμένου να προστατευτεί από αυτό. Οι βάρβαροι ήταν στρατοπεδευμένοι σε μια στενή δασώδη χαράδρα, σε μια θέση από τη φύση της οχυρή και κατάλληλη για άμυνα. Είχαν αποτραβηχτεί σε πυκνό σχηματισμό μέσα σ’ αυτή τη θέση. Ο Αλέξανδρος έπρεπε να επιδείξει ακόμη μια φορά στρατιωτική ευφυΐα και να τους βγάλει έξω…

 

Η επίθεση και η επικράτηση.

  Όπως ήταν αναμενόμενο, ο Αλέξανδρος κατάλαβε την τακτική των Τριβαλλών. Διάλεξε μια θέση να παρατάξει το στρατό σε θέση η οποία δεν ήταν ορατή στον εχθρό. Αποφάσισε, με εξυπνάδα, να τοποθετήσει μπροστά από τη φάλαγγα τρεις ίλες ιππικού. Έπρεπε να βρει ένα τρόπο να επιτεθεί στο στρατόπεδο των Τριβαλλών που είχε στηθεί μέσα στη μικρή χαράδρα, ξεπερνώντας το εμπόδιο του δάσους.

  Ο Αλέξανδρος θα τους πλησίαζε και θα τους ανάγκαζε να βγουν έξω από το δάσος και μετά θα τους διέλυε, αφού προηγουμένως θα έβαζε το δικό του στρατό σε μη ορατό σημείο. Με ορθή τακτική θα τους επιτίθονταν και θα τους νικούσε. Ειδικότερα, ο Μακεδόνας βασιλιάς διέταξε τους τοξότες αλλά και τους σφενδονιστές να προχωρήσουν μπροστά προς το δάσος και να σφυροκοπήσουν τις πρώτες θέσεις του εχθρού. Οι Τριβάλλοι παρασύρθηκαν και επιτέθηκαν κατά των τοξοτών. Οι τοξότες υποχώρησαν μέχρι την ανοιχτοσιά. Οι Τριβαλλοί το λοιπόν βγήκαν από το δάσος και πολέμησαν με ανδρεία στις πρώτες αψιμαχίες. Ο Αλέξανδρος τους περίμενε με κανονισμένη από πριν τη διάταξη του.

  Ο γιος του Φιλίππου διέταξε τον Φιλώτα με το ιππικό της Άνω Μακεδονίας να επιτεθεί στους Τριβαλλούς από δεξιά και τον Σώπολη με το ιππικό (τον Ίππο) της Αμφίπολης και της Βοιωτίας να επιτεθεί από αριστερά. Ο ίδιος ο Αλέξανδρος είχε τεθεί επικεφαλής της φάλαγγας η οποία είχε παραταχθεί σε βαθύ σχηματισμό, έχοντας μπροστά της το προκάλυμμα του ιππικού. Όλος ο στρατός κινήθηκε μπροστά. Όσο οι αντίπαλες δυνάμεις αλληλοτοξεύονταν οι Τριβαλλοί κρατούσαν τις γραμμές τους. Όταν όμως όρμησε η φάλαγγα και ταυτόχρονα πλαγιοκόπησε το ιππικό οι γραμμές των Τριβαλλών έσπασαν και τράπηκαν σε φυγή προς το ποτάμι μέσω του δάσους.


  Έπεσε η νύχτα. Το σκοτάδι και το πυκνό δάσος εμπόδισε τους Μακεδόνες να συνεχίσουν την καταδίωξη με τη συνηθισμένη τους ορμή. Δεν υπήρχε δυνατότητα για περαιτέρω αποτελεσματική καταδίωξη (Αριανός 1.2.7), όμως η μάχη είχε κερδηθεί. Ο δρόμος για το Δούναβη ήταν ανοιχτός.

  Οι Τριβαλλοί είχαν 3.000 νεκρούς, ενώ οι Μακεδόνες μόλις 11 ιππείς και 40 πεζούς. Αυτοί που αιχμαλωτίστηκαν όμως ήταν πάλι λίγοι.

 

Βαδίζοντας προς το Δούναβη.

  Μόλις μαθεύτηκαν τα νέα όλοι είχαν τρομοκρατηθεί. Ο Αλέξανδρος ήταν τώρα αποφασισμένος να επιτεθεί στους Γέτες και να τελειώνει με τη Θράκη. Μέσα σε τρεις μέρες ο Αλέξανδρος χωρίς να συναντήσει αντίσταση έφτασε στο Δούναβη. Εκεί στις εκβολές του ποταμού συνάντησε τα πέντε πολεμικά πλοία του στόλου που είχαν φτάσει από το Βυζάντιο.


  Οι Γέτες ζούσαν στη σημερινή Μολδαβία-Βεσσαραβία. Οι Γέτες της ανατολικής ακτής της Αδριατικής έστειλαν πρεσβεία στον Αλέξανδρο και υποτάχθηκαν αμέσως, ζητώντας τη φιλία του.

 

-Ο Παύλος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1978 στη Δράμα, μεγάλωσε στις Σέρρες και έζησε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από το 1996 εργάζεται στο δημόσιο σε διάφορες διοικητικές θέσεις. Είναι απόφοιτος της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Σχολής Αστυφυλάκων της Αστυνομικής Ακαδημίας, της Σχολής Επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ΕΛ.ΑΣ., και της Σχολής Ελληνικού Πολιτισμού, του Τμήματος Ανθρωπιστικών. Σπουδών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.

Ο Αλέξανδρος συντρίβει τους Αβασίλευτους Θράκες. Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος

  Οι Αβασίλευτοι Θράκες ήταν μεγάλες φυλετικές ομάδες, οι οποίες κατά καιρούς είτε συρρικνώνονταν είτε επεκτείνονταν. Παρά το ότι τυπικά είχαν κατακτηθεί από το Φίλιππο, στην ουσία παρέμεναν ανεξάρτητες από τη μακεδονική κυριαρχία.  Η απόφαση για την πλήρη υποταγή τους είχε ληφθεί.

Θράκας πολεμιστής


  Ο Αλέξανδρος, τις αρχές της Άνοιξης του 335 π.Χ., ξεκίνησε από την Αμφίπολη και έχοντας αριστερά του τους Φιλίππους και το όρος Όρβηλο, προχώρησε προς τη χώρα των Αυτόνομων Θρακών. Με μια ταχύτατη προέλαση, καλύπτοντας 240 χλμ. μέσα από βουνά, έφτασε μέσα σε 10 μέρες στην οροσειρά του Αίμου.

  Ο μακεδονικός στρατός έφτασε στην κοιλάδα του Άνω Νέστου, τον οποίο διέσχισε πλημμυρισμένο όπως ήταν λόγω της εποχής (αρχές Άνοιξης) και περνώντας μέσα από τις οροσειρές της Ροδόπης έκοψε στα δύο τους Αβασίλευτους Θράκες. Οι φυλές της νότιο-ανατολικής Θράκης (ισχυρότεροι ήταν οι Οδρύσες) δεν κατάφεραν να ενωθούν με τους Τριβαλλούς. Μοιραία υποτάχτηκαν.

Θράκας πελταστής

  Ο Αλέξανδρος καθ’ οδόν άλλους τους εξόντωνε και άλλους τους καταδίωκε. Οι Θράκες, έντρομοι, είχαν τραπεί σε φυγή παίρνοντας μαζί τους γυναικόπαιδα και όσα υπάρχοντα μπορούσαν. Ο Αλέξανδρος ήταν αναγκασμένος να τους καταδιώκει διαρκώς μέσα στην οροσειρά του Αίμου, μη μπορώντας να πάρει κάποιο χαμηλό πέρασμα σε ένα από τα δύο άκρα του ορεινού όγκου. Έτσι, καταδιώκοντας τους, έφτασε στο πέρασμα του Σίπκα, ενώ ταυτόχρονα μήνυσε στο στόλο να πλεύσει από το Βυζάντιο προς στις εκβολές του Ίστρου (Δούναβη), ώστε να υποβοηθήσει από τη θάλασσα τις δυνάμεις της ξηράς.

 

Στις βουλγάρικες Θερμοπύλες.

  Το πέρασμα του Σίπκα βρίσκεται σε υψόμετρο 1306 μέτρων. Αποτελεί πέρασμα ανάμεσα στα βουνά Στάρα Πλάνινα (οροσειρά Αίμου), τα οποία  κόβουν τη Βουλγαρία στη μέση. Οριοθετεί τις επαρχίες Στάρα Ζάγορα και Γκάμπροβο, βρίσκεται μέσα στο Εθνικό Πάρκο Βουλγαρίας και απέχει 13 χλμ από την πόλη Σίπκα.

Σίπκα, αεροφωτογραφία


  Οι Αυτόνομοι Θράκες (αρκετοί από αυτούς ήταν Οδρύσες), αποφασισμένοι να ανακόψουν την πορεία του Αλεξάνδρου οχυρώθηκαν πίσω από το πέρασμα, καταλαμβάνοντας τα Στενά του Αίμου. Ο Αλέξανδρος καταδιώκοντας τους, έφτασε στο κεντρικό πέρασμα του Αίμου (Σίπκα). Το σημείο είναι γνωστό και ως βουλγαρικές Θερμοπύλες, καθώς εκεί κατά τη διάρκεια του Ρωσοτουρκικού Πολέμου (1877-1878) ο βουλγαρικός στρατός έδωσε τον υπέρ πάντων αγών κατά των Οθωμανών. Οι Βούλγαροι, με τη βοήθεια των Ρώσων, αντιμετωπίζοντας υπέρτερες οθωμανικές δυνάμεις (9.000 Βούλγαροι και Ρώσοι εναντίων 40.000 Τούρκων), κατατρόπωσαν τους Οθωμανούς και κέρδισαν την ανεξαρτησία τους.

Οι βουλγάρικες Θερμοπύλες


  Ο Αλέξανδρος έφτασε εκεί ύστερα από 9 ημέρες αδιάκοπης καταδίωξης. Οι Θράκες δεν είχαν πια άλλη επιλογή από το να οχυρώσουν το πέρασμα και να αντισταθούν.

  Το σημείο Σίπκα, ευρισκόμενο στην κύρια οροσειρά του Αίμου, ήταν ήδη κατηλειμένο από ορεσίβιους του Αίμου. Οι Αυτόνομοι Θράκες (είχαν ενισχυθεί και από αρκετούς Τριβαλλούς) ήξεραν καλά ότι δε θα μπορούσαν να συντρίψουν τους Μακεδόνες σε ανοιχτή μάχη. Ανέβασαν στην κορυφή του βουνού πολλά κάρα έμφορτα με βράχους, τα οποία αφενός μεν θα τους προφύλασσαν από εχθρικά βέλη αφετέρου δε θα γινόταν (σύμφωνα με το σχέδιο τους) ένα τέλειο φονικό όπλο.


  Οι Θράκες πίστεψαν ότι οι Μακεδόνες, σε πυκνές σειρές θα σκαρφάλωναν από το μονοπάτι στο βουνό (πράγματι ο Αλέξανδρος ήθελε αρχικά κατά μέτωπο επίθεση), έτσι θα έριχναν κατά πάνω τους τα κάρα (Αρριανός 1.1,6-7.) Οχυρωμένοι στην κορυφή του Αίμου, πίσω από τα οδοφράγματα, με τα κάρα θα τα έσπρωχναν την κατάλληλη στιγμή στους Μακεδόνες και κατόπιν εκμεταλλευόμενοι τη σύγχυση που θα τους προκαλούσαν θα επιτίθονταν πριν οι Έλληνες ανασυνταχθούν.

  Ο 20χρονος τότε Αλέξανδρος αντιμετώπιζε το πρώτο πρόβλημα τακτικής, ως διοικητής στρατεύματος…

 

Η κατάληψη του Σίπκα.

  Πολλάκις έχουμε τονίσει ότι η ικανότητα του Αλεξάνδρου να μαντεύει την τακτική του εχθρού ήταν εξαιρετική. Όταν πλησίασε στο Σίπκα αντιλήφθηκε το κόλπο τους: «Θα άφηναν τα κάρα πάνω στο πεζικό για να διασπάσουν τις γραμμές και μετά θα ορμούσαν εναντίων των Μακεδόνων με τα σπαθιά στα κενά που θα άνοιγαν τα κάρα, καθώς πλεονεκτούσαν επειδή κατείχαν υψηλότερο σημείο.» Γνώριζε καλά ότι ο αγαπημένος τους ελιγμός ήταν η άγρια έφοδος με τα ξίφη ανά χείρας.

  Ο Αλέξανδρος διέταξε τις φάλαγγες να παραμερίσουν (να κάνουν στην άκρη) όταν θα άφηναν τα κάρα οι Θράκες. Εάν βρισκόταν (όσοι βρισκόταν) σε στενό χώρο διατάχτηκαν να ξαπλώσουν κάτω και να προφυλαχτούν από τις ασπίδες τους, τοποθετώντας τες με ακρίβεια τη μία πλάι στην άλλη σκεπασμένοι από αυτές, σχηματίζοντας έτσι μια προστατευτική στέγη. Ταυτόχρονα έβαλε τους τοξότες και τους πελταστές στα πλάγια για να τους χτυπήσει.

  Το έδαφος πρέπει να ήταν παρά την κλίση του επίπεδο, αλλιώς δε θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τη φάλαγγα. Δεξιά ο Αλέξανδρος τοποθέτησε τη Φάλαγγα, αριστερά τους Αγριάνες και τους Υπασπιστές. Στο δεξί θα προωθούσε και τους τοξότες.

  Οι Θράκες έριξαν τις θανατηφόρες άμαξες. Ο Αλέξανδρος κατάφερε να αντιμετωπίσει το κόλπο των κάρων. Οι φαλαγγίτες εκτέλεσαν με ακρίβεια όσα διέταξε ο Αλέξανδρος. Οι φαλαγγίτες σκορπίστηκαν ή ξάπλωσαν καταγής αφού σκεπάστηκαν με τις ασπίδες. Γλίτωσαν όλοι, δεν πέθανε κανείς από τα κάρα (υπήρξαν μόνο μικροτραυματισμοί). Το σχέδιο πέτυχε. Δεν σκοτώθηκε κανείς. Εδώ έγινε φανερό το στρατηγικό δαιμόνιο του Αλεξάνδρου, καθώς επίσης και η τέλεια πειθαρχία και τάξη που επικρατούσαν στο μακεδονικό στρατό.

Η αρχαία Θράκη


  Μόλις πέρασε ο κίνδυνος από τα κάρα, θάρσηντες οι Μακεδόνες, όρμησαν με φωνές εναντίων των Θρακών. Με πολεμικούς αλαλαγμούς ρίχτηκαν μπροστά εμψυχωμένοι. Εκείνη τη στιγμή η Φάλαγγα ήταν το πιο τρωτό σημείο της παράταξης. Ο Αλέξανδρος διέταξε άμεσα μια ομάδα από επίλεκτους τοξότες να μπουν μπροστά και δεξιά από τη φάλαγγα για να αντιμετωπίσουν τις εφόδους του εχθρού (προωθήθηκαν από εκεί γιατί το έδαφος ήταν πιο ευνοϊκό). Αυτό θα έδινε στους Φαλαγγίτες τη δυνατότητα να προχωρήσουν πιο γρήγορα και πιο εύκολα από δεξιά, εάν οι Θράκες επιτίθονταν.

  Οι Θράκες επιτέθηκαν στην αριστερή πτέρυγα, γρήγορα όμως υποχώρησαν στο χώρο που ήταν πριν τα κάρα. Ο Αλέξανδρος είχε σταθεί στην αριστερή πτέρυγα (αριστερά της Φάλαγγας) επικεφαλής των ασπιδοφόρων, της βασιλικής φρουράς και των πεζέταιρων και των Αγριανών. Από κει θα επιτιθόταν (πλάγια και αριστερά). Πριν όμως ακόμη επιτεθεί ο Αλέξανδρος η Φάλαγγα ήταν ήδη ανάμεσα στους Θράκες και τους κατέσφαζε. Οι τοξότες σταμάτησαν τις επιθέσεις των Θρακών και η Φάλαγγα τους απώθησε. Οι ελαφρά οπλισμένοι Θράκες δεν άντεξαν την ορμή της Φάλαγγας, πέταξαν τα όπλα κάτω και τράπηκαν σε άτακτη φυγή προς το βουνό. Μπροστά στον οργανωμένο στρατό του Αλεξάνδρου οι Θράκες με τον κατώτερο εξοπλισμό τους πλέον δεν είχαν άλλη επιλογή από τη φυγή.

 

Μετά τη νίκη.

  Οι Αβασίλευτοι Θράκες ηττήθηκαν οριστικά. Δε θα απασχολούσαν ποτέ ξανά την αυτοκρατορία.

  Οι Θράκες άφησαν στο πεδίο της μάχης 1.500 νεκρούς. Συνελήφθησαν και λίγοι στρατιώτες τους. Σύμφωνα με τον Αρριανό ήταν γρήγοροι στο τρέξιμο και γι αυτό αιχμαλωτίστηκαν λίγοι. Συνελήφθησαν όμως σχεδόν όλα τα γυναικόπαιδα που βρίσκονταν στον καταυλισμό τους.

 Τα λάφυρα, γυναικόπαιδα και όσοι αιχμάλωτοι, παραδόθηκαν στο Φιλώτα και στο Λυσανία. Στάλθηκαν σε παράλιες πόλεις και από εκεί προωθήθηκαν στη Μακεδονία. Ο Αλέξανδρος τα έστειλε στη Μακεδονία. Δε διέπραξε το λάθος του Φιλίππου και δεν κράτησε τα λάφυρα κοντά του όπως ο πατέρας του ο οποίος τα είχε χάσει.

  Ο Αλέξανδρος αφού πέρασε όλο το στρατό του από το βουνό, προχώρησε προς τη χώρα των Τριβαλλών. . Συγκεκριμένα έφτασε στο Λύγινο ποταμό μεταξύ Σιστόβου και Συλιστρίας. Οι Τριβαλλοί ήταν εγκατεστημένοι ανάμεσα στο Δούναβη και τον Αίμο.

Διακόσμηση θρακικού τάφου


 

Συμπέρασμα:

  Από τη σύγκρουση με τους Ανεξάρτητους Θράκες, φάνηκε ξεκάθαρα η ανωτερότητα ενός εκπαιδευμένου στρατού έναντι ενός γενναίου αλλά κακοεκπαιδευμένου στρατού. Τέτοια ανωτερότητα είχε επιδείξει και ο Βρασίδας το 424 π.Χ. (Θουκ. 4. 125-8) αλλά σε μικρότερη κλίμακα.


-Ο Παύλος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1978 στη Δράμα, μεγάλωσε στις Σέρρες και έζησε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από το 1996 εργάζεται στο δημόσιο σε διάφορες διοικητικές θέσεις. Είναι απόφοιτος της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Σχολής Αστυφυλάκων της Αστυνομικής Ακαδημίας, της Σχολής Επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ΕΛ.ΑΣ., και της Σχολής Ελληνικού Πολιτισμού, του Τμήματος Ανθρωπιστικών. Σπουδών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.


Μέντωρ ο Ρόδιος: Από το μηδέν στην ίδρυση μιας δυναστείας. Γράφει ο Μανώλης Χατζημανώλης

 Για να γίνει περισσότερο κατανοητό το πλαίσιο μέσα στο οποίο διαδραματίστηκαν οι ελληνοπερσικοί πόλεμοι του 4ου αιώνα είναι αναγκαία η αφήγηση και της ιστορίας των Ελλήνων της “άλλης πλευράς”, αυτών δηλαδή που βρέθηκαν για διάφορους λόγους να πολεμούν υπό ξένο λάβαρο τόσο εναντίον άλλων Ελλήνων όσο και “βαρβαρικών” λαών.



Από τα τέλη του 5ου και κατά την διάρκεια του 4ου π.Χ αιώνα, οι συνεχείς συγκρούσεις μεταξύ των ελληνικών κρατών, οι πολιτικοκοινωνικές αναταραχές εντός των πόλεων και η παρατεταμένη οικονομική ύφεση που μάστιζε την χώρα είχαν ως αποτέλεσμα την εμφάνιση πλήθους νέων, φιλόδοξων και με μεγάλη πολεμική εμπειρία ανδρών που αντιλαμβάνονταν τον πόλεμο ως το μοναδικό μέσο βιοπορισμού τους.

Από την άλλη οι Πέρσες, ήδη από την εποχή των ελληνοπερσικών συγκρούσεων του 5ου αιώνα π.Χ, είχαν συνειδητοποιήσει με οδυνηρό τρόπο την υπεροχή του βαρέως οπλισμένου πεζού οπλίτη και του ελληνικού τρόπου του μάχεσθαι έναντι του ασιατικού. Όντας μάλιστα και οι ίδιοι εκφυλισμένοι σε μεγάλο βαθμό από τον τρυφηλό βίο σε σχέση με τους πολεμοχαρείς προγόνους τους, αναζητούσαν έμπειρους πολεμιστές για να στελεχώσουν και να διοικήσουν τους στρατούς τους. Μοιραία λοιπόν, και με τη λήξη του Πελοποννησιακού Πολέμου το 404 π.Χ, στράφηκαν προς την δυτική πλευρά του Αιγαίου, όπου αφθονούσαν οι άεργοι πολεμιστές σε αναζήτηση γεναιόδωρου εργοδότη.

Η αρχή έγινε την άνοιξη του 401 π.Χ, όταν ο Πέρσης πρίγκιπας Κύρος ο Νεώτερος ξεκίνησε από τις Σάρδεις επικεφαλής ενός στρατού που περιελάμβανε περίπου 13.000 Έλληνες μισθοφόρους και 700 Λακεδαιμόνιους οπλίτες υπό τον στρατηγό Χειρίσοφο για να εκθρονίσει τον αδερφό του, βασιλιά Αρταξέρξη Β’ (404-358 π.Χ). Αν και ο Κύρος σκοτώθηκε τελικά σε μάχη στα Κούναξα της Μεσοποταμίας τον Οκτώβριο του ίδιου έτους, οι Έλληνες μισθοφόροι απέδωσαν εξαιρετικά και θα συνέχιζαν να είναι παρόντες τα πεδία μάχης της ανατολής για πολλά χρόνια ακόμα.

Η κατοχή των ελληνικών μικρασιατικών πόλεων αρχικά από την Αθήνα και αργότερα από την Σπάρτη αποτελούσε απειλή για την συνοχή της αχαιμενιδικής αυτοκρατορίας στην δύση. Παρά την οριστική ανάκτησή τους από τους Πέρσες το 387 π.Χ με την υπογραφή της Ανταλκιδείου Ειρήνης, ο έλεγχος των μικρασιατικών επαρχιών θα παρέμενε επισφαλής μέχρι και την κατάλυση του περσικού κράτους το 330 π.Χ, αφού η εύκολη πρόσβαση των επαρχιακών διοικητών σε μισθοφορικά στρατεύματα και επίδοξους συμμάχους από την δυτική πλευρά του Αιγαίου τούς επέτρεπε να αμφισβητούν περιοδικά την βασιλική εξουσία αποσταθεροποιώντας την αυτοκρατορία.

Η προσπάθεια του Αρταξέρξη Β’ να χαλιναγωγήσει τους ατίθασους σατράπες οδήγησε σε γενικευμένη εξέγερση το 367 π.Χ, όταν ο σατράπης της Ελλησποντικής Φρυγίας Αριοβαρζάνης αποστάτησε κατά του αυτοκράτορα με σπαρτιατική υποστήριξη υπό τον βασιλιά Αγησίλαο Β’. Στο κίνημά του προσχώρησαν ο ηγεμόνας της Καρίας Μαύσωλος, ο σατράπης της Καππαδοκίας Δατάμης που επιχειρούσε ήδη κατά των βασιλικών στρατευμάτων στην βόρεια Μικρά Ασία, o σατράπης της Λυδίας Αυτοφραδάτης και της Αρμενίας Ορόντης. Αν και οι στασιαστές ηττήθηκαν τελικά το 362 π.Χ και ο Αριοβαρζάνης συνελήφθη και σταυρώθηκε, η κατάσταση δεν εκτονώθηκε, καθώς το 358 π.Χ και με αφορμή διάταγμα του νέου Πέρση βασιλιά Αρταξέρξη Γ’ Ώχου (358-338 π.Χ) για την διάλυση όλων των μισθοφορικών στρατευμάτων των δυτικών σατραπών, ο Αρτάβαζος, συγγενής του Αριοβαρζάνη και διάδοχός του στην διοίκηση της Ελλησποντικής Φρυγίας, επαναστάτησε κατά της βασιλικής εξουσίας με αθηναϊκή αυτή τη φορά ενίσχυση.

Σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο αναδείχθηκαν δύο από τους σημαντικότερους Έλληνες κοντοτιέρους της αρχαιότητας. Ο εν πολλοίς άγνωστος Ρόδιος μισθοφόρος στρατηγός Μέντωρ και ο πολύ γνωστότερος, λόγω των προβλημάτων που προκάλεσε στον Μεγάλο αντίπαλό του Αλέξανδρο Γ’ της Μακεδονίας, αδερφός του Μέμνων.

Αν και δεν είναι πολλά πράγματα γνωστά για την σταδιοδρομία του Μέντορα πριν το 358, το γεγονός πως ο Αρτάβαζος τού εμπιστεύθηκε την ηγεσία του στρατού του ενώ ήταν μόλις 27 χρονών, δείχνει πως διέθετε ήδη σημαντικότατη προϋπηρεσία στην σατραπική αυλή ως διοικητής μισθοφορικών στρατευμάτων. Ο Πέρσης διοικητής τού παραχώρησε κτήματα στην περιοχή της Τρωάδας όπου εγκαταστάθηκε με τον μικρότερο αδελφό του Μέμνονα και μια αδελφή αγνώστων λοιπών στοιχείων. Η σχέση των δύο ανδρών ενισχύθηκε σύντομα και με δεσμούς αίματος, με τον Αρτάβαζο να νυμφεύεται την αδελφή του Ρόδιου στρατηγού και τον Μέντορα να παίρνει ως σύζυγο την κόρη του Πέρση διοικητή Βαρσίνη.

Η εποχή αυτή αν μη τι άλλο διακρίνεται για την πολυπλοκότητα των σχέσεων μεταξύ των κύριων γεωπολιτικών παικτών της εποχής και τον κυνισμό με τον οποίο τα διάφορα μέρη άλλαζαν συμμάχους από μέρα σε μέρα. Έτσι βλέπουμε τους Αθηναίους, που λόγω έλλειψης χρημάτων αδυνατούσαν να υποτάξουν τους εξεγερθέντες συμμάχους τους στο ανατολικό Αιγαίο κατά τον λεγόμενο “Συμμαχικό” πόλεμο (357-355 π.Χ), να εξουσιοδοτούν τον στρατηγό τους Χάρη να υποστηρίξει στρατιωτικά τον Αρτάβαζο έναντι αδράς αμοιβής, την ίδια ώρα που θεωρητικά βρίσκονταν σε ειρήνη με τον Πέρση Μεγάλο Βασιλιά και ένας άλλος Ασιάτης ηγεμόνας τύποις υπό περσική επικυριαρχία, ο Μαύσωλος της Καρίας, υποστήριζε με χρήματα και μισθοφόρους τους αποστάτες σύμμαχους της πόλης τους. Πράγματι, με την αθηναϊκή ενίσχυση οι σατραπικές δυνάμεις υπό τον Μέντορα πέτυχαν μεγάλη νίκη έναντι των βασιλικών στρατευμάτων, που χαιρετίστηκε στην Ελλάδα ως δεύτερος Μαραθώνας. Μετά την έντονη διαμαρτυρία όμως του Αρταξέρξη Γ’ Ώχου που απειλούσε θεούς και δαίμονες στις αθηναϊκές αρχές, η Αθήνα αναγκάστηκε να ανακαλέσει τον Χάρη. Ο Αρτάβαζος τότε στράφηκε στους Θηβαίους, οι οποίοι εκείνη την εποχή διεξήγαν τον Γ’ Ιερό Πόλεμο κατά των Φωκέων στην κεντρική Ελλάδα ως επικεφαλής της Δελφικής Αμφικτυονίας και χρειάζονταν επίσης χρήματα. Παρά την άφιξη θηβαϊκής βοήθειας 5.000 ανδρών υπό τον στρατηγό Παμμένη το 354 π.Χ, ο Μέντωρ και ο Μέμνων, αν και είχαν κάποιες αρχικές επιτυχίες, απέτυχαν τελικά να απωθήσουν τα νέα βασιλικά στρατεύματα που έστειλε ο Αρταξέρξης και μαζί με τον Αρτάβαζο αναγκάστηκαν να καταφύγουν στην μακεδονική πρωτεύουσα Πέλλα το 353 π.Χ. Εκεί ο βασιλιάς Φίλιππος Β’, που έπλεκε ήδη τα δικά του σχέδια κυριαρχίας και χρειαζόταν ικανούς άντρες γύρω του, τούς υποδέχθηκε εγκάρδια. Ο έκπτωτος σατράπης και ο Μέμνονας έμειναν στην μακεδονική Αυλή, όπου πιθανότατα είχαν και την πρώτη γνωριμία τους με τον τότε πρίγκιπα και μετέπειτα κατακτητή Αλέξανδρο Γ’, ενώ ο Μέντορας, μάλλον με συναίνεση του Μακεδόνα βασιλιά, αναχώρησε λίγα χρόνια μετά για την Αίγυπτο όπου ο Φαραώ Νεκτανεβώ Β’ (360-343 π.Χ) ανέμενε περσική εισβολή και συγκέντρωνε έμπειρους διοικητές για τον στρατό του από όλο τον ελληνικό κόσμο.

Ο Αιγύπτιος ηγεμόνας είχε ήδη αποκρούσει μια εισβολή των Περσών το 351-350 π.Χ με την βοήθεια μισθοφορικών στρατευμάτων υπό τον Διόφαντο τον Αθηναίο και τον Λάμιο τον Λακεδαιμόνιο. Τώρα, σχεδίαζε την αποσάρθρωση της ισχύος τους στην ανατολική Μεσόγειο μέσω της υποστήριξης των αποσχιστικών τάσεων στην Συρία και στην Κύπρο. Έτσι ο Μέντωρ στάλθηκε με 4.000 μισθοφόρους στην φοινικική πόλη Σιδώνα, όπου οι κάτοικοι είχαν εξεγερθεί κατά των Περσών επικυριάρχων τους. Μια πρώτη νίκη των συμμάχων εναντίον των Βήλεσι και Μαζαίου, διοικητών αντιστοίχως της Συρίας και της Κιλικίας, οδήγησε σε εξάπλωση της εξέγερσης και σε άλλες πόλεις της Φοινίκης και της Συρίας, αλλά και στην Κύπρο.

Αποφασισμένος να τελειώνει μια και καλή με το αγκάθι της Αιγύπτου, χώρα που είχε αποσχιστεί από την αυτοκρατορία ήδη από τα τέλη του 5ου αιώνα και αντιστεκόταν έκτοτε με εξαιρετική αποτελεσματικότητα στην περσική ισχύ, ο Αρταξέρξης εκστράτευσε αυτοπροσώπως στην Συρία με το σύνολο του στρατιωτικού δυναμικού της αυτοκρατορίας , ενώ έδωσε εντολή στον Ιδριαίο, δεσπότη της Καρίας και διάδοχο του προαναφερθέντα Μαυσώλου, να συγκεντρώσει στρατό και στόλο και να κινηθεί εναντίον των βασιλέων της Κύπρου. Σύντομα η Συρία και η Σαμάρεια ανακαταλήφθηκαν, ενώ σύμφωνα με κάποιες πηγές οι Πέρσες υπό τον έμπιστο του Αρταξέρξη Γ’ ευνούχο διοικητή Βαγώα κατέστρεψαν την Ιεριχώ, εισήλθαν στην Ιερουσαλήμ και πολλοί Ιουδαίοι εξορίστηκαν στην Υρκανία.

Μαθαίνοντας για την τεράστια δύναμη που κατέφτανε σαρώνοντας τα πάντα στον διάβα της, ο βασιλιάς της Σιδώνας Ταμπνίτ αποφάσισε να έρθει σε μυστικές διαπραγματεύσεις με τον Πέρση βασιλιά προκειμένου να σώσει την ζωή του και τον θρόνο του. Ο Αρταξέρξης Γ’, που στο μεταξύ διερχόταν την Συρία και παραλάμβανε καθ’οδόν ενισχύσεις Ελλήνων συμμάχων από την Θήβα, το Άργος και τις μικρασιατικές πόλεις, αξίωσε την παράδοση της Σιδώνας και την σύλληψη των πρωταίτιων της εξέγερσης. Ο Ταμπνίτ, αφού ενημέρωσε εμπιστευτικά τον Ρόδιο στρατηγό για τις συνεννοήσεις του με τον Μεγάλο Βασιλιά, αναχώρησε μαζί με 500 από τους επιφανέστερους πολίτες με πρόσχημα κοινή διαβούλευση με εκπροσώπους των υπόλοιπων Φοινίκων, αλλά με πραγματικό σκοπό την πραξικοπηματική παράδοση της πόλης στους Πέρσες. Στον Μέντορα και τους μισθοφόρους του ανατέθηκε η φρούρηση των τειχών της Σιδώνας, όπου οι κάτοικοι ανύποπτοι για τις δολοπλοκίες του βασιλιά τους προετοιμάζονταν πυρετωδώς για την επικείμενη πολιορκία. Όταν ο Ταμπνίτ θα επέστρεφε με την συνοδεία του περσικού στρατού, οι πύλες θα άνοιγαν και οι αιφνιδιασμένοι Σιδώνιοι θα βρίσκονταν προ τετελεσμένων γεγονότων.

Όταν η βασιλική κουστωδία απομακρύνθηκε αρκετά από την πόλη, ο Σιδώνιος βασιλιάς συνέλαβε 100 από τους πολίτες που τον συνόδευαν (πιθανότατα πολιτικούς του αντιπάλους) και τους έστειλε στον Αρταξέρξη Γ’ για να καταδικαστούν ως υποκινητές της εξέγερσης. Οι άτυχοι Φοίνικες εκτελέστηκαν άμεσα και σύντομα ο Ταμπνίτ μαζί με τους υπόλοιπους Σιδώνιους υποδέχτηκε τον Πέρση Μεγάλο Βασιλιά για να δηλώσει υποταγή. Ο Αρταξέρξης Γ’ όμως, που είχε ως σκοπό την καταστροφή της πόλης για παραδειγματισμό, συνέλαβε τον Ταμπνίτ και έσφαξε τους Σιδωνίους της συνοδείας του, που σύμφωνα με τον Διόδωρο “κρατούσαν ακόμα τα βάγια στα χέρια (κλάδοι φοινίκων-σύμβολο βασιλικής υποδοχής)”. Ακολούθησαν η είσοδος των Περσών στην Σιδώνα με τη βοήθεια του Μέντορα, που μπροστά στις εξελίξεις άλλαξε κυνικά στρατόπεδο, και η εκτέλεση του Ταμπνίτ ως στασιαστή. Η προδομένη πόλη, από τις πλουσιότερες της εποχής της, λεηλατήθηκε άγρια και μεγάλο τμήμα της καταστράφηκε, καθώς πολλοί πολίτες προτίμησαν να αυτοπυρποληθούν με τις οικογένειές τους στα σπίτια τους παρά να υποστούν την ατίμωση της αιχμαλωσίας. Η είδηση της καταστροφής της ισχυρότερης πόλης τους σκόρπισε τον πανικό στους υπόλοιπους Φοίνικες, που άρχισαν να παραδίδουν τους οικισμούς τους τον έναν μετά τον άλλον αμαχητί. Ο Μέντορας έλαβε χάρη από τον Μεγάλο Βασιλιά και ανταμείφθηκε για την προσχώρησή του στο περσικό στρατόπεδο, διατηρώντας την διοίκηση των ανδρών του και ακολουθώντας τους Πέρσες στην εκστρατεία τους κατά της Αιγύπτου. Σε αυτό το εγχείρημα θα ήταν που το άστρο του Ρόδιου στρατηγού θα ανέτειλε και θα ανέβαινε ραγδαία την περσική ιεραρχία.

Μετά την κατάληψη της Σιδώνας, ο Αρταξέρξης χώρισε το στρατό του σε τρία μέρη. Καθένα από αυτά είχε έναν Έλληνα και έναν Πέρση διοικητή. Ο Μέντορας παρέμεινε επικεφαλής των μισθοφόρων που είχε και πριν και συστρατεύτηκε με το Βαγώα, τον προαναφερθέντα έμπιστο του Αρταξέρξη, που διοικούσε τους Έλληνες που υπηρετούσαν το βασιλιά και πολλούς “βάρβαρους”. Τον Νοέμβριο του 343 π.Χ ο περσικός στρατός έφτασε στην συνοριακή αιγυπτιακή πόλη Πηλούσιον, με τον Νεκτανεβώ να έχει λάβει θέσεις στην αντίπερα όχθη του ομώνυμου βραχίονα του Νείλου με τον στρατό του. Ενώ ένα τμήμα υπό τον Θηβαίο Λακράτη και τον σατράπη Ιωνίας-Λυδίας Ροισάκη πολιορκούσε την πόλη, όπου βρισκόταν φρουρά 5.000 στρατιωτών υπό τον Λακεδαιμόνιο Φιλόφρονα, ένα άλλο υπό τον Αργείο Νικόστρατο και τον εισαγγελέα του βασιλέως Aρισταζάνη δημιούργησε προγεφύρωμα πέρα από το ποτάμι και συνέτριψε μια δύναμη μισθοφόρων των Αιγυπτίων υπό τον Κώο Κλεινία που έσπευσε να τους απωθήσει. Ο Νεκτανεβώ, που ήταν επικεφαλής της αιγυπτιακής εφεδρείας, πανικοβλήθηκε από την έκβαση της μάχης και υποχώρησε πίσω στην Μέμφιδα. Σύντομα έπεσε και το Πηλούσιον και ο δρόμος για την Αίγυπτο άνοιξε.

Ο Μέντωρ, επικεφαλής της δικής του δύναμης, κατάφερε την παράδοση πολλών πόλεων, ακολουθώντας το εξής σχέδιο: Καθώς γνώριζε ότι οι πόλεις φρουρούνταν από Αιγύπτιους αλλά και Έλληνες,ανάγγελλε πως, όποιοι παραδίδονταν δίχως μάχη θα αντιμετωπίζονταν με επιείκεια, αλλά όσοι κατακτούνταν με τη βία θα είχαν την ίδια μοίρα με τους πολίτες της Σιδώνας. Αυτό προκάλεσε ιδιαίτερες έριδες μεταξύ των Ελλήνων και των Αιγυπτίων.

Συγκεκριμένα στην πόλη Βούβαστο, όταν οι Έλληνες μισθοφόροι έμαθαν πως οι Αιγύπτιοι διαπραγματεύονταν μυστικά με τον Βαγώα για την παράδοσή της και θεωρώντας πως έχουν πέσει θύματα προδοσίας, επιτέθηκαν στους κατοίκους και αφού σκότωσαν κάποιους από αυτούς κατέλαβαν ένα τμήμα της πόλης, περιορίζοντας τους Αιγύπτιους στο υπόλοιπο. Οι τρομαγμένοι κάτοικοι, αφού ενημερωσαν τον Βαγώα για τα γεγονότα, τον κάλεσαν να μπει εσπευσμένα στην πόλη για να την παραλάβει από αυτούς, ενώ οι Έλληνες ήρθαν σε μυστική συνεννόηση με τον Μέντορα, ο οποίος τους παρακίνησε να επιτεθούν στους “βάρβαρους” την ώρα που ο Βαγώας θα έμπαινε στη Βούβαστο. Έτσι και έγινε: Ενώ ο Βαγώας εισερχόταν με τους στρατιώτες του στην πόλη, οι πύλες έκλεισαν αιφνιδιαστικά πίσω του, οι Ασιάτες που πρόλαβαν να περάσουν εντός των τειχών εξοντώθηκαν και ο Πέρσης διοικητής βρέθηκε αιχμάλωτος των Ελλήνων. Ο Μέντορας τελικά ήταν αυτός που παρέλαβε την πόλη από τους μισθοφόρους και μεσολάβησε για την απελευθέρωση του Βαγώα. Νοιώθοντας ευγνωμοσύνη για την απελευθέρωσή του ο ευνούχος διοικητής αντάλλαξε όρκους με τον Ρόδιο στρατηγό ότι μελλοντικά θα συνεννοούνταν μαζί του πριν αναλάβει δράση. Η στο εξής συνεργασία τους μέσα στην δίνη των μηχανορραφιών της περσικής Αυλής θα αποδεικνυόταν εξαιρετικά γόνιμη και για τους δύο.

Καθώς οι αιγυπτιακές πόλεις παραδίδονταν διαδοχικά χάρη στην επιτυχημένη στρατηγική του Μέντορα, σύντομα ο φαραώ Νεκτανεβὼ αποθαρρύνθηκε και, εγκαταλείποντας την Μέμφιδα στην οποία είχε οχυρωθεί, έφυγε για την Αιθιοπία. Η Αίγυπτος λεηλατήθηκε ανηλεώς. Τα τείχη των πόλεών της γκρεμίστηκαν και οι θησαυροί και τα αρχεία των ναών μεταφέρθηκαν στα Σούσα. Σατράπης της ρημαγμένης χώρας ορίστηκε ο Φερενδάτης.

Μετά την τεράστια συμβολή του στην εκστρατεία κατά των Αιγυπτίων, ο βασιλιάς Αρταξέρξης αντάμειψε πλούσια το Μέντορα. Ο Ρόδιος στρατηγός, πιθανότατα με υποστήριξη του Βαγώα μέσα στα πλαίσια της συνεργασίας τους ορίστηκε διοικητής των παραλίων της Ασίας και στρατηγός αυτοκράτορας στον πόλεμο κατά των αποστατών το 342 π.Χ. Όσο για τον Βαγώα, αφού υπηρέτησε ως διοικητής για κάποιο διάστημα στις ανατολικές σατραπείες, διορίστηκε χιλίαρχος από τον Πέρση βασιλιά (το ανώτερο διοικητικό αξίωμα στην αυτοκρατορία μετά το βασιλικό), αποκτώντας έτσι τεράστια δύναμη. Χάρη στην συνεργασία του με τον Μέντορα που ήταν ο ισχυρότερος στρατιωτικός διοικητής του βασιλείου, ήταν ουσιαστικά ο πραγματικός κυρίαρχος του περσικού κράτους και ο βασιλιάς Αρταξέρξης τον συμβουλευόταν για όλα τα θέματα.

Το κύρος του Μέντορα ήταν τέτοιο, ώστε κατάφερε να πείσει τον Αρταξέρξη να αποδώσει χάρη στον αδελφό του το Μέμνονα και τον κουνιάδο του Αρτάβαζο, που πριν χρόνια είχε αποστατήσει εναντίον του. Όταν κατέφτασαν κοντά του, φρόντισε ώστε τα ανίψια του από τον Αρτάβαζο να λάβουν σημαντικές θέσεις στον περσικό στρατό (με τον Φαρνάβαζο να αναλαμβάνει από κοινού με τον Αυτοφραδάτη το 333 π.Χ τον πολεμο στο Αιγαίο εναντίον του Μεγάλου Αλεξάνδρου, βλέπε: https://www.facebook.com/groups/847539878684505/permalink/1273677809404041/). Ο ίδιος ο Μέντορας με την κόρη του Αρτάβαζου Βαρσίνη απέκτησαν έναν γιο, τον Θυμώνδα, που έλαβε επίσης αξίωμα στον περσικό στρατό και μια κόρη που παντρεύτηκε τον Νέαρχο, τον ναύαρχο του Μεγάλου Αλεξάνδρου.

Ο Μέντωρ δεν έζησε πολύ για να χαρεί το αξίωμά του. Η μόνη γνωστή του εκστρατεία ήταν κατά του Ερμία τυράννου του Αταρνέα, που ήταν φίλος του φιλόσοφου Αριστοτέλη και πιθανότατα σύμμαχος του Φιλίππου Β’, και ο οποίος είχε καταφέρει να κυριεύσει πολλές πόλεις και οχυρά. Ο Μέντορας του υποσχέθηκε ότι θα εξασφάλιζε τη συγχώρεση του βασιλιά και όταν συνάντησε τον Ερμία, τον συνέλαβε. Έγραψε μάλιστα επιστολές προς όλες τις πόλεις που βρίσκονταν υπό τον έλεγχο του Ερμία, στις οποίες έλεγε ότι υπήρξε συμβιβασμός με το βασιλιά. Οι κάτοικοι πίστεψαν ότι ήταν αλήθεια και παρέδωσαν τις πόλεις τους, επειδή οι επιστολές ήταν σφραγισμένες με το δακτυλίδι του Ερμία. Παρομοίως κατάφερε να αντιμετωπίσει και άλλους αποστάτες που δεν κατονομάζονται από τις πηγές, είτε με τεχνάσματα, είτε με τη βία, ενώ ίσως συνδέεται και με την ανατροπή της βασίλισσας της Καρίας Άδας από τον αδερφό της Πυξώδαρο, τερματίζοντας την ύπαρξη της Καρίας ως ημιανεξάρτητη ηγεμονία.

Πέθανε το 340 π.Χ. Η χήρα του Βαρσίνη παντρεύτηκε τον αδερφό του Μέμνονα, οποίος επίσης θα πρόσφερε μελλοντικά μεγάλες υπηρεσίες στην αυτοκρατορία, ενώ μετά τον θάνατο του τελευταίου θα γινόταν ερωμένη του Μεγάλου Αλεξάνδρου, χαρίζοντάς του τον πρώτο του γιο, τον Ηρακλή.

Πηγή: https://cognoscoteam.gr/archives/9402

Ο Τζιάκομο Καζανόβα

Διαβόητος γυναικοκατακτητής, απατεώνας ολκής, θαμώνας των καζίνων και συνομιλητής των ισχυρών της εποχής, ο βενετός γόης έζησε, περιέγραψε κ...