Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αρχαία Ελλάδα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αρχαία Ελλάδα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Ο γάμος στον κόσμο της τραγωδίας του Αισχύλου. Γράφει ο διοικητής του Αστυνομικού Τμήματος Ωραιοκάστρου Παύλος Παπαδόπουλος.

   Ο Αισχύλος πραγματεύεται εκτεταμένα το θέμα του γάμου στο έργο του Ικέτιδες. Στο έργο διαπιστώνουμε αρκετές από τις αντιλήψεις των αρχαίων Ελλήνων για την ιερότητα του γάμου, τον ενδεχόμενο καταναγκασμό σε γάμο κλπ. Επίσης ο ποιητής εκθέτει τους θεούς που σχετίζονταν με το γάμο.



 Στις Ικέτιδες κεντρική ιδέα αποτελεί η ιερότητα του γάμου. Ο Αισχύλος, μέσα από αυτό το έργο, κρίνει θετικά τη σκέψη των Δαναΐδων να μην παντρευτούν με το ζόρι. Η ιερότητα του γάμου, σύμφωνα με τις αντιλήψεις των αρχαίων Ελλήνων, θα ορίζεται από τους θεούς, και θα αποτελεί ιερή υπόθεση. Ο Χορός θα επιβεβαιώσει την ιερότητα του γάμου: «Τα άλλα ας μας έρθουν βολικά με τη βοήθεια των Ολύμπιων θεών· για των ανθό της νιότης μου πατέρα έχε εμπιστοσύνη. Διότι αν οι θεοί κάποια άλλη απόφαση δεν έχουν πάρει τα παλιά χνάρια της σκέψης μου ποτέ δε θα τ’ αλλάξω».  Επομένως, η θέληση των θεών συνάδει με τη μη συναίνεση τους στον καταναγκαστικό γάμο.

  Στο έργο υμνείται επίσης η δύναμη της Ήρας, της θεάς του γάμου. Η νύφη κατά την τέλεση του γάμου δώριζε το πέπλο της (που της χρησίμευε ώστε να κρύβει τα δάκρυα) στην Ήρα, όταν η νεαρή σύζυγος (οι Δαναΐδες ήταν σε ηλικία γάμου) έβγαζε το πέπλο της και παρουσιαζόταν στους καλεσμένους του γάμου, που είχαν έρθει με τα γαμήλια δώρα. Γίνεται επίκληση, επίσης, στην Αφροδίτη από τις Δαναΐδες ώστε να μην επιβάλλει το γάμο: «Κι ας δει η αγνή η Άρτεμη με λύπη την ομάδα μας και μ’ εξαναγκασμό ποτέ ας μην έρθει ο γάμος απ’ την Κυθέρεια· μισητό το βάρος αυτό ας είναι.» Με τη θεράπαινα να συμπληρώνει: «Ωστόσο ο πρόθυμος ύμνος μας την Κύπρη δεν την αμελεί. Γιατί στο Δία πλάι δύναμη, όπως κι Ήρα έχει. Τιμιέται η πολύγνωμη θεά για τα σεβαστά έργα της.». Οι Δαναΐδες πραγματοποιούν παράκληση στην αγνή Άρτεμη, τονίζοντας την αγνότητα της, ιδιότητα την οποία έχουν και αυτές, ώστε να ταυτιστεί η θεά μαζί τους.



  Οι Δαναΐδες ικετεύουν το Δία να τις προστατεύσει από τον παράνομο δεσμό: «Ο Δίας ο μεγάλος ας με γλιτώσει από το γάμο με την Αιγύπτια φύτρα» Ο κλήρος για τις γυναίκες είναι ο γάμος, τελικά όμως θα συμβεί αυτό που θα ορίσει ο Δίας. Αυτό θα το πει η Θεραπαινίδα: «Γιατί θέλω του Δία τη σκέψη στο βάθος να δω, που είναι μια άβυσσος». Θέτουν ως παράδειγμα επίσης την περίπτωση της Ιούς: «Ο άρχοντας Δίας ας με φυλάγει από γάμο μ’ άντρα κακό εχθρό μου, αυτός που και την Ιώ από συμφορά γλίτωσε με χέρι θεϊκό».

  Η απόδοση της άρνησης τέλεσης γάμου των Δαναΐδων με τους εξαδέλφους τους Αιγύπτιους, στη συγγένεια τους με αυτούς, εκφράζει ένα προβληματισμό. Οι Δαναΐδες χαρακτηρίζουν το γάμο με τους Αιγύπτιους εξαδέλφους τους «ασεβή». Η υπόθεση ότι η ασέβεια μπορεί να σχετίζεται με τη συγγένεια τους με τους Αιγύπτιους, αντικρούεται από το γεγονός,  ότι στην Αθήνα η συγγένεια μετά ξαδέρφια, δεν απέτρεπε ηθικά το γάμο, μάλιστα υπαγόρευε το θεσμό της ενδογαμίας, ο οποίος στηρίζεται στα κληρονομικά δικαιώματα των συγγενών και ερμηνεύτηκε ως το ανεπιθύμητο στοιχείο που εκφράζουν οι Δαναΐδες. Οι Δαναΐδες θα πουν: «προτού κάποτε στις κλίνες μας, κάτι που ο θεϊκός νόμος εμποδίζει, παίρνοντας για δικό τους ότι σ’ ανιψιές του πατέρα τους ανήκει, ανέβουν χωρίς να το θέλουμε εμείς».



   Πιο πιθανή είναι η θεώρηση, να προκρίνεται η μη συναίνεση τους στο γάμο, στην αγνότητα τους: «Πως πουλί αν φάει άλλο πουλί, αγνό μπορεί να είναι; Πως αρπάζοντας κάποια απ’ τον πατέρα της άθελα της αγνός μπορεί να είναι;». Προτάσσουν δηλαδή περισσότερο την αγνότητα τους και την αποστροφή για τους Αιγύπτιους. Η αμοιβαία ερωτική επιθυμία και η γονιμότητα ήταν αλληλένδετες στη σκέψη του Αισχύλου. Η ενδογαμία ίσως μπορεί να θεωρηθεί ως επιχείρημα υπέρ των Αιγυπτίων. Ο κήρυκας των Αιγυπτίων θα πει στο βασιλιά, θεωρώντας δίκαιο το αίτημα τους: «Και σε τι απ’ αυτά χωρίς να έχω δίκαιο ξαστόχησα;». Οι Αιγύπτιοι μέσω του κήρυκα θα τονίσουν ότι με την απαίτηση τους σέβονται και τους θεούς τους: «Σέβομαι τους θεούς που κατοικούν στο Νείλο.».

  Για τις Δαναΐδες ο γάμος είναι ενάντια στη θέληση των θεών. Θεωρούν ξεκάθαρα ότι οι θεοί είναι με το μέρος τους: «Τ’ άλλα ας μας έρθουν βολικά με τη βοήθεια των ολύμπιων θεών· για τον ανθό της νιότης μου πατέρα έχε εμπιστοσύνη.». Οι Αιγύπτιοι άρα στρέφονται κατά της θέλησης των θεών και διαπράττουν ΄Υβρη. Ο προβληματισμός σχετικά με την απόρριψη του γάμου, λειτουργεί μόνο με την προϋπόθεση ότι οι Δαναΐδες αποκρούουν αυτόβουλα αυτό που, σύμφωνα με τα λόγια των θεραπαινίδων τους αποτελεί μολαταύτα μοίρα.

  Από μία οπτική ο Robertson διαβλέπει σ’ αυτήν την επιλογή του Αισχύλου τη διάσωση της αξιοπρέπειας των γυναικών και την απαρχή της γιορτής των Θεσμοφορίων. Τα Θεσμοφόρια ως τελετουργία ήταν επιβεβαιώνει τους κοινωνικούς ρόλους της γυναίκας και γι αυτό τελούνταν μόνο από γυναίκες. Οι Δαναΐδες ένοιωθαν μία παθιασμένη αποστροφή μπροστά στην προοπτική του αρραβώνα τους με τα ξαδέρφια τους.



  Οι Δαναΐδες επιτιμούνται όταν αναφέρονται εναντίον του ανδρικού φύλλου και της σαρκικής ένωσης. Θα ευχηθούν να αποφύγουν την συζυγική κλίνη: «Σπέρμα της σεβαστής μεγάλης μητέρας κρεβάτι αντρών ας ξεφύγω ανύπαντρη και αδάμαστη». Στην περίπτωση αυτή εκείνες είναι οι οποίες, υπερβαίνουν το μέτρο και είναι ενάντιες στο νόμο της φύσης που συμφωνεί με τους θεούς. Ο Αισχύλος θα αποδώσει τη βαρύτητα του ανόσιου γάμου με την απειλή της μεταθανάτιας τιμωρίας: «Ούτε και στον Άδη σαν πεθάνει θα ξεφύγει την τιμωρία αν τέτοια πράξη κάνει».

                                           

  Σε γενικές γραμμές η ιερότητα του γάμου ήταν αναμφισβήτητη. Στις Ικέτιδες αποσαφηνίζεται η έννοια της ιερότητας του γάμου στην αρχαιότητα. Κεντρική ιδέα του έργου, αποτέλεσε η αποστροφή της τέλεσης καταναγκαστικού γάμου από της Δαναΐδες. Πρόθεση τέλος του Αισχύλου ήταν η παρουσίαση της προάσπισης της αξιοπρέπειας των γυναικών.

 

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

1)      Αισχύλος, Ικέτιδες, μετάφρ. Γ. Μαυρόπουλος, εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2007.

2)      Λεοντοπούλου Π., Η διαλεκτική της θείας και ανθρώπινης βούλησης στον Αισχύλο, Διδακτορική Διατριβή, Αθήνα 2007.

3)      Deubner L., Attische feste, Heinrich Keller, Berlin 1932,

4)      Lesky A., Η τραγική ποίηση των αρχαίων Ελλήνων τ.1, από τη γέννηση του είδους μέχρι το Σοφοκλή, μετάφρ. Ν. Χουρμουζιάδη, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1987.

 

 

-Ο Παύλος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1978 στη Δράμα, μεγάλωσε στις Σέρρες και έζησε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από το 1996 εργάζεται στο δημόσιο σε διάφορες διοικητικές θέσεις. Είναι απόφοιτος της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Σχολής Αστυφυλάκων της Αστυνομικής Ακαδημίας, της Σχολής Επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ΕΛ.ΑΣ., και της Σχολής Ελληνικού Πολιτισμού, του Τμήματος Ανθρωπιστικών. Σπουδών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.

 

Οι χοές στα έργα του Αισχύλου. Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος

  Στην ανάλυση που ακολουθεί θα αναφερθούμε στις χοές, όπως παρουσιάζονται μέσα στο έργο του αθηναίου τραγικού ποιητή. Θα επικεντρωθούμε σε δύο έργα, στους Πέρσες και στις Χοηφόρους. Η σύνδεση των χοών με τον Κάτω Κόσμο, αναδεικνύεται μέσα στο έργο του Αισχύλου.

Παράσταση από οινοχόη (χουν) του 4ου αι. π.Χ. που σχετίζεται με τα Ανθεστήρια.

  Οι χοές, όπως και οι σπονδές, ήταν απεριόριστες στην καθημερινότητα των αρχαίων Ελλήνων. Οι χοές πραγματοποιούνταν με ρίψη υγρού σε βωμό ή στο έδαφος. Το υγρό που ρίπτονταν ήταν κρασί (με νερό) ή γάλα ή νερό ή μέλι. Η ρίψη του υγρού γινόταν από κανάτα (οινοχόη) σε κύπελλο με επίπεδο πυθμένα και από το κύπελλο κατόπιν στο πάτωμα.

  Οι χοές προσφέρονταν συνήθως στους νεκρούς. Σύμφωνα με τον Αισχύλο τα συγκεκριμένα υγρά είχαν εξιλεωτικές ιδιότητες ή σύμφωνα με τον Ευριπίδη μαγικές ή έχουν τη δύναμη να καλούν νεκρούς. Οι χοές, λοιπόν, περιλαμβάνουν μέλι γάλα νερό  και αίμα (στον Όμηρο) ώστε να μπορέσουν οι ψυχές να επικοινωνήσουν με τους ζωντανούς), κρασί και λάδι (στον Αισχύλο). Στον Ευριπίδη, στην Ιφιγένεια εν Ταύροις, οι προσφορές στους νεκρούς περιλαμβάνουν γάλα κρασί και μέλι. Οι χοές είχαν σκοπό, επίσης, και τον εξαγνισμό, ήταν υποχρεωτικές στην ταφική τελετουργία, πάνω από τον τάφο.

  Στο έργο του Αισχύλου Πέρσες η άφιξη της Ατόσας λαμβάνει χώρα με νεκρικές χοές. Έτσι λοιπόν με την εμφάνιση της η βασίλισσα θα πει: «Γι' αυτό το δρόμο αυτό χωρίς τ' αμάξια και την προτερινή πολυτέλεια από το παλάτι μου ξαναπήρα φέρνοντας εξιλαστήριες χοές στον πατέρα του παιδιού μου,». Αμέσως μετά η βασίλισσα θα αναφέρει το περιεχόμενο των χοών: «άσπρο γάλα καλόπιστο από γελάδα αγνή, κι απόσταγμα της ανθοεργάτριας, το μέλι το ολόλαμπρο. και σταλαγματιές νερού από πηγή παρθενική κι απ' άγρια μάνα ολόαγνο ποτό, αυτή την ευφροσύνη του παλιού του αμπελιού  κι ακόμη μέσα βρίσκεται ο ευωδιαστός καρπός της ξανθής ελιάς, που πάντα είναι θαλερή με τα φύλλα της και άνθη πλεκτά, παιδιά της παντοδότρας γης». Οι χοές πραγματοποιούνται από την Ατόσα και τις υπηρέτριες της στον τάφο του Δαρείου.

  Στις Χοηφόρους μαυροντυμένες γυναίκες, στο ξεκίνημα του έργου όπως αναγγέλλει ο Ορέστης στον πρόλογο, φτάνουν στον τάφο του Αγαμέμνονα με σκοπό να ρίξουν χοές. Καθώς προχωρούν σε σχήμα πομπής ψάλλουν έναν τελετουργικό θρήνο. Έτσι ο Ορέστης, στην προοπτική της τέλεσης χοών θα διερωτηθεί: «Ή να το πετύχω πως αυτές στον πατέρα μου φέρνουν χοές που μαλακώνουν όσους στον Άδη βρίσκονται;». Ο Ορέστης θα πει επίσης: «Τι πράγμα βλέπω; Ποια είναι αυτή εδώ η συντροφιά των γυναικών που βαδίζει ντυμένη μες τα μαύρα;» Και πιο κάτω ο ίδιος, ο Ορέστης, πάλι: «Τι συμβαίνει μ’ αυτή των γυναικών τη λιτανεία;». Οι Χοηφόροι θα είναι γενικά αυτοί οι οποίοι θα φέρνουν προσφορές.


  Οι χοές θα χυθούν για να κατευνάσουν την οργή των θεών. Ο Ορέστης φτάνει στον τάφο του πατέρα του με σκοπό να επισυνάψει επικοινωνία με τον υπερφυσικό κόσμο, για να τον βοηθήσει να εκτελέσει τη διαταγή του Δία (οι χθόνιες δυνάμεις έχουν ιδιαίτερο ρόλο σ’ αυτό το έργο). Στο σημείο αυτό ο Ορέστης θα ευχηθεί: «Ω Δία δώσε μου δύναμη να εκδικηθώ το θάνατο του πατέρα μου και γίνε πρόθυμος σύμμαχος μου». 

  Η βασίλισσα είδε κακά όνειρα, που σ’ αυτά οι νεκροί φανέρωσαν την έχθρα τους, κι έστειλε τούτες τις σκλάβες με εξιλαστήριες προσφορές (χοές) στου άντρα της τον τάφο. Η πρωτοβουλία της Κλυταιμνήστρας να στείλει τις σκλάβες για τέλεση χοών προέκυψε από ένα όνειρο που είχε δει. «Με στέλνει εδώ η αθεόφοβη γυναίκα». Η «ανόσια γυναίκα» δεν είναι άλλη από την Κλυταιμνήστρα, ταραγμένη από ένα όνειρο και την εξήγηση που δώσανε οι μάντεις ότι ο νεκρός βασιλιάς είναι οργισμένος, τις έστειλε στον τάφο για να τον εξιλεώσουν με νεκρικές προσφορές». Ο Χορός θα απαγγείλει: «Διότι τρανός φόβος ορθότριχος του παλατιού ονειρομάντης απ' τον ύπνο πνέοντας οργή, μεσονύχτια κραυγή απ' τα βάθη βγήκε με φόβο πέφτοντας βαριά στους γυναικωνίτες και οι εξηγητές των ονείρων αυτών με θεϊκή εγγύηση είπαν πως όσοι στον κάτω κόσμο βρίσκονται  παραπονούνται πολύ κι είναι με τους φονιάδες θυμωμένοι». Έτσι γίνεται αντιληπτή και η οργή που προκάλεσε στους θεούς η δολοφονία του Αγαμέμνονα.


  Ο Χορός εισέρχεται, στις Χοηφόρους, με νεκρικές χοές και λατρευτικές χειρονομίες στον τάφο. Οι οποίες πρέπει να είναι συνδεδεμένες με το νεκρό και τον εκδικητή. Λαμβάνει χώρα επίσης, επίκληση των χθόνιων θεοτήτων από το Χορό. Η Κλυταιμνήστρα επίσης, σε κατάσταση ταραχής, θυμίζει στις Ερινύες τις προσφορές που έκανε στον τάφο του Αγαμέμνονα. Πρόκειται για χοές, θυσίες, ολοκαυτώματα κλπ.

  Η Ηλέκτρα και ο Ορέστης πηγαίνουν στον τάφο του Αγαμέμνονα και χτυπάνε τη γη. Ο Αγαμέμνονας δε βγαίνει αλλά στέλνει τη δικαιοσύνη να βοηθήσει τα παιδιά της. Η μεγαλύτερη δύναμη αποδόθηκε στον Αγαμέμνονα πεθαμένο παρά ζωντανό, σ’ εκείνη την εντυπωσιακή σκηνή των Χοηφόρων του Αισχύλου, όπου τα παιδιά του, Ορέστης και Ηλέκτρα, τον ικετεύουν να τους βοηθήσει πριν σκοτώσουν την Κλυταιμνήστρα. Η τέλεση των χοών πραγματοποιήθηκε και η Ηλέκτρα δηλώνει ικανοποιημένη: «Ο πατέρας μου έχει πια τις χωματορουφήχτρες χοές».

Orestes Elektra Hermes Louvre


  Η Ηλέκτρα, από την άλλη, έρχεται μαζί με το Χορό να προσφέρει χοές στον τάφο του πατέρα της, με εντολή, όπως προαναφέρθηκε της Κλυταιμνήστρας, η οποία θέλει να τον εξευμενίσει ώστε να μην την εκδικηθεί. Ο Ορέστης αφήνει μια τούφα από ξανθά μαλλιά στον τάφο και επικαλείται το χθόνιο Ερμή να τον βοηθήσει. Η Ηλέκτρα κατά την τέλεση των χοών θα πει: «Ερμή χθόνιε, βοήθησε με διαλαλώντας για χάρη μου ν' ακούσουν του κάτω κόσμου οι θεοί τις ευχές μου, όσοι το πατρικό παλάτι μας επιτηρούν, και η ίδια η γη, που όλα τα γεννά κι αφού τα θρέψει όλα, πάλι απ' αυτά παίρνει το σπόρο τους κι εγώ τώρα χύνοντας στους νεκρούς αυτές εδώ τις «χοές» λέω κράζοντας τον πατέρα μου: «Ελέησε κι εμένα  και τον αγαπημένο σου Ορέστη, άναψε φως στο παλάτι». Οι χθόνιες δυνάμεις και οι θεότητες που βρίσκονται στο κέντρο του θέματος αυτού του έργου , και αναμφισβήτητα η κεντρική θέση του τάφου του Αγαμέμνονα στη σκηνή είναι έντονο εκφραστικό σύμβολο όντας της περιοχής, στον Αγαμέμνων ο Χορός επισημαίνει τις χοές και τις θυσίες που διατάζει η Κλυταιμνήστρα επ’ αφορμή της επιστροφής του Αγαμέμνονα.

  Οι χοές, επομένως, προσφέρονταν στους νεκρούς και στους θεούς του Κάτω Κόσμου και αποτελούσαν συνδετικό στοιχείο των ζωντανών με αυτούς. Στους Πέρσες και στις Χοηφόρους, γίνονται νεκρικές χοές. Στους Πέρσες τις προκαλεί ένα κακό όνειρο της βασίλισσας και στις Χοηφόρους, προκειμένου να κατευναστούν οι θεοί και ο νεκρός Αγαμέμνονας.

Ο Αισχύλος του Ευφορίωνα.


ΠΗΓΕΣ:

Αισχύλος, Πέρσες, μετάφρ. Γ. Μαυρόπουλος, εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2007.

Αισχύλος, Χοηφόροι, μετάφρ. Γ. Μαυρόπουλος, εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2007. Κόγια Λ., Φόνοι συγγενικών προσώπων στην αρχαία ελληνική τραγωδία, Μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία, Ρόδος 2019.

Μαρκαντωνάτος Γ., Πλατυπόδης Λ.,  Θέατρο και πόλη, εκδ. Guttenberg , Αθήνα 2012

GARVIE A. F.  , Aeschylus' Supplices: Play and Trilogy, University

Press of Cambridge 1969.

Anderews A., Αρχαία ελληνική κοινωνία, μετάφρ, Α. Παναγόπουλου, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1983.

Lesky A., Ιστορία της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας, μετάφρ., Α. Τσοπανάκη, εκδ. Κυριακίδη, Αθήνα 2014

Thomson G., Αισχύλος και Αθήνα, μετ. Γ. Βιστάλη και Φ. Αποστολόπουλου, εκδ. Ορίζοντες, Αθήνα 1954.


-Ο Παύλος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1978 στη Δράμα, μεγάλωσε στις Σέρρες και έζησε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από το 1996 εργάζεται στο δημόσιο σε διάφορες διοικητικές θέσεις. Είναι απόφοιτος της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Σχολής Αστυφυλάκων της Αστυνομικής Ακαδημίας, της Σχολής Επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ΕΛ.ΑΣ., και της Σχολής Ελληνικού Πολιτισμού, του Τμήματος Ανθρωπιστικών. Σπουδών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.


Οι θυσίες μέσα στα κείμενα του Αισχύλου. Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος

   Η καθημερινότητα των αρχαίων Ελλήνων ήταν γεμάτη από θυσιαστικές τελετές. Οι άνθρωποι αισθάνονταν ότι επικοινωνούσαν με τους θεούς μέσω των θυσιών που τελούνταν. Με την παράθεση χωρίων από τα έργα του Αισχύλου θα επιχειρήσουμε να αντλήσουμε στοιχεία γι αυτή τη θρησκευτική διαδικασία.


  Της θυσίας προηγούνταν πάντα ο εξαγνισμός του θυσιαζόμενου θύματος. Ο ιερέας σε κάθε περίπτωση έπρεπε να βεβαιώσει ότι το θύμα πληροί τις προϋποθέσεις της αγνότητας. Στις Ευμένιδες ο Ορέστης έχει εξαγνιστεί και δε μολύνει το ξόανο της θεάς. Ο Ορέστης καταφεύγοντας στο ναό ως ικέτης, συναισθάνεται τη μιαρότητα του εξαιτίας του φόνου που έχει διαπράξει, και απευθύνεται στο άγαλμα της Αθηνάς: «Δεν είμαι ικέτης και δεν κάθισα πλάι στο άγαλμα σου έχοντας μολυσμένα τα χέρια μου από φόνο τα χέρια μου.» Ο μητροκτόνος αναζητεί αίμα σφαχτού ώστε να αποκαθάρει τα χέρια του, έτσι λοιπόν αμέσως μετά θα πει: «Ο νόμος προστάζει ένας φονιάς αμίλητος να μένει, ωσότου κάποιος με αίμα γαλαθηνού σφαχτού, που θα χύσει τα χέρια του του τα ξεπλύνει. Από καιρό σ’ άλλα σπίτια πηγαίνοντας έχω εξαγνιστεί και με νερά τρεχούμενα και μ’ αίμα σφαχτών.» Έτσι και με αυτόν τον τρόπο, ο Ορέστης, επιθυμεί να αποκαθαρθεί προκειμένου να ζητήσει την προστασία της θεάς στην Αθήνα.

  Οι θυσίες θα χρησιμεύουν, σύμφωνα με τις αντιλήψεις των αρχαίων Ελλήνων, για την αντιμετώπιση της ιεροσυλίας. Σε γενικές γραμμές ο ιερόσυλος πρέπει να εγκαταλείψει τη γη του για να μην τη μολύνει: επομένως θα φύγει για μακρινές πόλεις και θα απαιτήσει ως ικέτης, θέτοντας τον εαυτό του υπό την προστασία των θεών, για να ενσωματώσει μια σε νέα κοινότητα ανθρώπων. Το κανάλι της επικοινωνίας με τους θεούς με τους θεούς θα αποκαθίσταται με θυσιαστικές τελετές.

Αναπαράσταση θυσίας σε ερυθρόμορφο αττικό κρατήρα, περ. 420 π.Χ., Λούβρο

  Στις Ευμένιδες ο Απόλλωνας αισθάνεται συνυπεύθυνος και εξίσου μολυσμένος με τον Ορέστη: «Για μάρτυρας του ήρθα εδώ –γιατί σύμφωνα με το νόμο ο άνθρωπος αυτός είναι ικέτης μου και στο ναό κατέφυγε, και εγώ από αυτό το φόνο τον ξέπλυνα- κι ως συνήγορος· έχω ευθύνη εγώ για το φόνο της μάνας του.» Στις Χοηφόρους ο Ορέστης, επίσης, μετά το φόνο της μητέρας του αισθάνεται την ανάγκη του καθαρμού και ο Χορός τον συμβουλεύει προκειμένου να εξαγνιστεί: «Ένας είναι για σένα ο καθαρμός· ο Λοξίας Απόλλωνας, αγγίζοντας σε ελεύθερο απ’ αυτές τις συμφορές θα σε κάνει.» Ο Ορέστης πραγματοποιεί θυσία γουρουνιών για το σκοπό αυτό: « Διότι το αίμα από τα χέρια μου σβήνει και μαραίνεται και το μητροκτόνο μόλυσμα είναι ξεπλυμένο πια. Διότι όσο ήταν νωπό, στο βωμό πάνω του θεού Φοίβου διώχτηκε με καθαρμούς από σφαγή γουρουνιών.» Ο καθαρμός ήταν κάτι πολύ σημαντικό στο πλαίσιο της αρχαίας Ελληνικής θρησκείας και ιδιαίτερα κατά τη διαδικασία της τέλεσης της θυσίας. Μετά από διωγμό των ιερόσυλων από την πόλη, ακόμη, τελούνταν θυσίες, κάτι τέτοιο συνέβη και στην περίπτωση του Πολυνίκη όταν διώχθηκε από τη Θήβα.

  Ο Ερινύες στις Ευμένιδες όταν μετατρέπονται σε Ευμένιδες θα δέχονται τα σφάγια των θυσιών που θα τελούνται γι αυτές σε καθημερινή βάση. Η θεά Αθηνά θα απευθυνθεί στις Ερινύες λέγοντας τες: «Κοίμισε την πικρή οργή του μαύρου αναβρασμού σου, γιατί θα είσαι πολύτιμη και μ’ εμένα συγκάτοικη. Απ’ αυτή τη μαύρη χώρα έχοντας προσφορές εξαίρετες για τη γέννηση των παιδιών και του γάμου τη χαρά θα ευλογείς πάντοτε το λόγο αυτόν εδώ.»  Πλέον, τα μέχρι πρότινος τέρατα θα δέχονται θυσίες για κάθε γέννηση και γάμο.

  Στους Πέρσες του Αισχύλου, η βασίλισσα Ατόσα, βαδίζει προς το βωμό του Απόλλωνα, ο Χορός την προτρέπει, προκειμένου να προσφέρει θυσίες μετά το κακό όνειρο που είχε δει. Η Ατόσα αποχωρεί για να προσφέρει θυσία, και μετά από ένα φανταστικό λυρικό τραγούδι που θρηνεί τους άντρες που «ξεσκίστηκαν από τα φοβερά κύματα και σφάχτηκαν από τα άφωνα ψάρια της αμόλυντης θάλασσας» επιστρέφει με ενδύματα θλιμμένα χωρίς τη μακρόσυρτη συνοδεία της για να κάνει σπονδή στο Δαρείο. Μετά τη συζήτηση με τον αγγελιοφόρο η βασίλισσα φεύγει από τη σκηνή για να προσφέρει θυσίες στους θεού.

Αττικός μελανόμορφος σκύφος που αποδίδει μία πομπή θυσίας. Ένας άνδρας καθοδηγεί τον ταύρο που πρόκειται να θυσιαστεί, ενώ κάποιος άλλος μεταφέρει έναν αμφορέα.


  Από το μύθο του Προμηθέα γνωρίζουμε  ότι στο τραπέζι της Μηκώνης, στο οποίο συμμετείχαν θεοί και άνθρωποι, ο Προμηθέας λαμβάνει ένα βόδι από το Δία και κρύβει τα καλύτερα κομμάτια του κρέατος. Ο Δίας αντιλαμβάνεται την πράξη του και δίνει ένα κομμάτι στους ανθρώπους που φαίνεται καλύτερο. Με αυτό τον τρόπο τους καταδικάζει στη θνητότητα, και τους σκλαβώνει στην πείνα. Έτσι διαχωρίζονται άνθρωποι και θεοί. Αυτό το διαχωρισμό έκτοτε θα συμβολίζει η διαίρεση των κομματιών της θυσίας. Ο Δίας κρύβει τη φωτιά και ο Προμηθέας την επαναφέρει στους ανθρώπους ώστε ν’ αρχίσουν πάλι να θυσιάζουν ψήνοντας το φαγητό τους.

  Στο έργο Προμηθέας δεσμώτης, μέσα από τους λόγους του Τιτάνα επιβεβαιώνονται τα ανωτέρω. Ο Προμηθέας θα πει στην αρχή του έργου: «εντός νάρθηκος έκρυψα, θηρεύσας, του πυρος την κλαπείσαν πηγήν η οποία διδάσκαλος πάσης τέχνης εις τους ανθρώπους εφάνη, και μέγας πορισμός.» Από την απαρίθμηση των ευεργετημάτων του Προμηθέα στους ανθρώπους, που έκανε προς το Χορό των Ωκεανίδων  πληροφορούμαστε σχετικά με τις θυσίες ότι: «και της χολής και του λόβου την ποικίλην ευμορφίαν · Ως προς την κνίσαν, τα άκρα των σφαγίων και τη μακρά ράχην συγκάλυπτα εις το πυρπαρέδωκα και δύσκολον τέχνην υπέδειξα εις τους θνητούς.» Αξίζει επίσης να προσθέσουμε ότι το γεύμα το οποίο λάμβανε χώρα μετά την τέλεση της θυσίας συμβόλιζε τη συμφιλίωση κα την επικοινωνία ανθρώπων και θεών.

Ο Αισχύος του Ευφορίωνα

  Στις Ευμένιδες, στην αρχή του έργου, η Κλυταιμνήστρα εξαιτίας του κακού ονείρου που είδε, θυσιάζει σιωπηλά στους θεούς. Το γεγονός αυτό το αναφέρει ο Χορός: «Συ όμως, του Τυνδάρεως κόρη, Κλυταιμνήστρα βασίλισσα, ποια ανάγκη; Τι μήνυμα να έχεις; Τι έχοντας ακούσει από ποιο μήνυμα πείστηκες και ολόγυρα θυσία ετοιμάζεις; Όλων των θεών της πόλης μας των ουράνιων, των γήινων, των σπιτιών, της αγοράς, οι βωμοί από τα δώρα φλέγονται·». Όταν επίσης καταφθάνει ο Αγαμέμνονας, η Κλυταιμνήστρα προκειμένου να τον παραπλανήσει, λίγο πριν το φόνο που θα διαπράξει, δηλώνει ότι θα ευχαριστήσει τους θεούς για την επιτυχία του: «Δεν έχω καιρό για χάσιμο έξω από την πόρτα του σπιτιού· Διότι στου παλατιού τη μέση μπρος το βωμό στέκονται για τη σφαγή και τα πρόβατα, που δεν το περίμεναν ποτέ να έχουν τέτοια χάρη.»

 Στις Ικέτιδες ο Αισχύλος μας διδάσκει ότι τα αφιερώματα, μεταξύ αυτών και τα θύματα των θυσιών είναι καλοδεχούμενα αν προέρχονται από άγιους ανθρώπους, έτσι ο απαρτιζόμενος από τις παρθένες κόρες Χορός, θα πει στο βασιλιά: «Αν τον Ικέτη σεβαστείς, είναι ευπρόσδεκτες απ’ τους θεούς οι προσφορές του αγνού ανθρώπου». Κεντρικός άξονας του έργου  είναι η τελετουργία της Ικεσίας, καθώς οι θεοί προστατεύουν τους Ικέτες, ενώ κυρίαρχη αντίληψη θα αποτελέσει η σύγκρουση θεϊκών κανόνων και ανθρώπινων συμφερόντων.

  Στους τελευταίους στίχους των Ευμένιδων οι ιερείς προπομποί καλούν ν’ ακουστεί η ολολυγή κραυγή, που βγάζουν οι γυναίκες όταν το ζώο της θυσίας δέχεται το πρώτο χτύπημα. Η Αθηνά θα φωνάξει: «μέσα στα πανάρχαια άδυτα τις γης με τιμές και θυσίες και τύχη πολυσέβαστες. (κρατήστε σιωπή όλοι μαζί). Σπλαχνικές και με σωστή σκέψη για τη γη ελάτε, σεβαστές θεές, νιώθοντας χαρά στο δρόμο σας απ’ τη φλογόκλαυτη λαμπάδα. (αλαλάξτε τώρα με ψαλμούς)! Οι σπονδές με τις αναμένες λαμπάδες μένουν για πάντα στα σπίτια των πολιτών της Παλλάδας· ο παντεπόπτης Δίας και η μοίρα έτσι τα συμφώνησαν.» Η θυσία συνδέεται άμεσα με τη σπονδή και τον όρκο, η σπονδή ειδικότερα φέρνει σε σύνδεση τους θεούς με τον τελούμενο όρκο.

  Αναφορές σχετικές με τις θυσίες μπορεί κανείς να εντοπίσει και στις Χοηφόρους με το Χορό να αναφέρεται στις θυσίες βοδιών: « Στους θεούς, που τη χώρα αυτή εξουσιάζουν, πάντοτε ας προσφέρουν τιμές μ’ εντόπιες πατροπαράδοτες δαφνωστεφάνωτες θυσίες βοδιών.». Σύμφωνα με τα μέτρα των αρχαίων ο ταύρος ήταν το καταλληλότερο ζώο και αμέσως μετά ακολουθούσε το βόδι. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις θυσιάζονταν μια εκατοντάδα βοδιών και τότε η θυσία ονομάζονταν εκατόμβη. Αναφορές σε εκατόμβες έχουμε συνήθως στους μύθους και τους επικούς κύκλους, εφόσον στην πραγματικότητα τόσο πολυδάπανες θυσίες ήταν ασύμφορες.

  Στον Αγαμέμνων η πρώτη σκηνή θυσίας εμφανίζεται ήδη από το στίχο 65, όπου η έναρξη του πολέμου παραβάλλεται με τα προτέλεια, τη θυσία πριν το γάμο, και αμέσως μετά ακολουθεί το θέμα της θυσίας που δεν τη δέχονται οι θεοί, της «αλλοιωμένης ψευτοθυσίας» όπως την έχουν ονομάσει. Ο Χορός θα πει: «Και είναι όπως τώρα είναι τα πράγματα· θα γίνει ότι είναι το γραφτό και ούτε συνδαυλίζοντας τη φωτιά ούτε από πάνω λάδι χύνοντας της απρόσεκτης θυσίας δε θα μαλάξεις την αλύγιστη ορμή.» Η «αλλοιωμένη ψευτοθυσία» θα οδηγήσει στη θυσία της Ιφιγένειας.

Peter Paul Rubens and Frans Snyders, Prometheus Bound, c. 1611-1618, oil on canvas. Philadelphia Museum of Art

  Στο πρώτο έργο της τριλογίας Ορέστεια, στο Αγαμέμνων, έχουμε και την πρώτη αναφορά στον Αισχύλο για ανθρωποθυσία. Οι Έλληνες μαζεύτηκαν κάτω από την ηγεσία του Αγαμέμνονα, αλλά δεν μπορούσαν να ξεκινήσουν, επειδή η θάλασσα ήταν φουρτουνιασμένη. Η φουρτούνα δε σταματούσε. Ο μάντης Κάλχας είπε στον Αγαμέμνονα ότι η τρικυμία ήταν σημάδι της οργής της Αρτέμιδος που θα μαλάκωνε μόνο με τη θυσία της κόρης του Ιφιγένειας. Ο Χορός θα εξιστορήσει την ανθρωποθυσία της Ιφιγένειας από τον πατέρα της: «τόλμησε λοιπόν θύτης να γίνει της κόρης του, για να νικήσει σε πόλεμο εκδίκησης για μια γυναίκα και για ξεκίνημα των πλοίων.»

  Το έργο του Αισχύλου είναι γεμάτο από αναφορές σε θυσιαστικές τελετές. Από τους στίχους που παραθέσαμε γίνεται σαφές ότι το θύμα και ο θυσιαστής έπρεπε να εξαγνιστούν πριν την τέλεση της θυσίας, όπως είδαμε στις Ευμένιδες με την ανάγκη που αισθανόταν ο Ορέστης για καθαρμό. Η θυσία επίσης ήταν ένα μέσο επικοινωνίας με τους θεούς, συνδεόταν και με τον όρκο, ενώ η σημαντικότερη, αλλά εξαιρετικό δαπανηρή θυσία ήταν η Εκατόμβη. Στα κείμενα του Αισχύλου αναφέρεται και η ανθρωποθυσία της Ιφιγένειας, η οποία έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη της Ορέστειας.

  

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

1)     Αισχύλος, Αγαμέμνων, μετάφρ. Γ. Μαυρόπουλος, εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2007.

2)     Αισχύλος, Ευμένιδες,  μετάφρ. Γ. Μαυρόπουλος, εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2007.

3)     Αισχύλος, Προμηθέας Δεσμώτης, μετάφρ. Α. Τζιροπούλου-Ευσταθίου, εκδ. Γεωργιάδη, Αθήνα 2001.

4)     Αισχύλος, Χοηφόροι, μετάφρ. Γ. Μαυρόπουλος, εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2007.

5)     Gilbert M, Αισχύλος, ο δημιουργός της τραγωδίας, μετάφρ. Β. Μανδηλαρά, εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 1993,

6)     Lesky A., Η τραγική ποίηση των αρχαίων Ελλήνων τ.1, από τη γέννηση του είδους μέχρι το Σοφοκλή, μετάφρ. Ν. Χουρμουζιάδη, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1987.

7)     Thomson G., Αισχύλος και Αθήνα, μετ. Γ. Βιστάλη και Φ. Αποστολόπουλου, εκδ. Ορίζοντες, Αθήνα 1954.

8)     Umberto E., Αρχαία Ελλάδα, τ.5, μύθος και θρησκεία, μετάφρ. Γ. Μυλωνάς, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2018.

9)     Vernant J. P., Naquet  P. V., Μύθος και τραγωδία  στην αρχαία Ελλάδα, τ. 1,μετάφρ. Σ. Γεωργούδη, εκδ. Ζαχαρόπουλος, Αθήνα 1988

10) http://www.ime.gr/chronos/04/gr/culture/410rel_rituals_sacrifice.html, 09-04-2022.

 

-Ο Παύλος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1978 στη Δράμα, μεγάλωσε στις Σέρρες και έζησε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από το 1996 εργάζεται στο δημόσιο σε διάφορες διοικητικές θέσεις. Είναι απόφοιτος της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Σχολής Αστυφυλάκων της Αστυνομικής Ακαδημίας, της Σχολής Επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ΕΛ.ΑΣ., και της Σχολής Ελληνικού Πολιτισμού, του Τμήματος Ανθρωπιστικών. Σπουδών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.

 

 

ΠΑΊΟΝΕΣ : ΟΙ ΆΓΝΩΣΤΟΙ ΦΡΟΥΡΟΊ ΑΚΡΊΤΕΣ ΤΗΣ ΑΡΧΑΊΑΣ ΜΑΚΕΔΟΝΊΑΣ

 Οι ρίζες του ονόματος της αρχαίας Παιονίας χάνονται στην αχλή της ελληνικής μυθολογίας. Ο Παίονας ήταν ένας από τους γιους του Ενδυμίοντα, εραστή της Σελήνης. Μαζί με τα αδέλφια του, τον Επειό και τον Αιτωλό, διαγωνίστηκε σε έναν αγώνα δρόμου στην Ολυμπία για να διεκδικήσει το βασίλειο του πατέρα του. Στο δρόμο όμως νίκησε ο Επειός και ο Παίονας, λυπημένος, έφυγε από το βασίλειο και εγκαταστάθηκε στην άνω κοιλάδα του Αξιού που πήρε το όνομα «Παιονία». Ως γενάρχης των Παιόνων θεωρείται, σύμφωνα με τη μυθολογία, ο Πηλεγώνας ο οποίος προέκυψε μετά τον έρωτα του θεού Αξιού με τη μεγαλύτερη κόρη του Ακεσσαμενού, βασιλιά της γειτονικής στον Αξιό Πιερίας, την Περίβοια.


Παιονία ονομάζονταν, επίσης, η Θεά Αθηνά και Παίων ή Παιήων, σωτήρας ο Θεός Απόλλων. Ο Παυσανίας αποδίδει το όνομα στον πρωτότοκο γιό του βασιλιά της Ήλιδας Ενδυμίωνα, τον Παίονα, ο δε Όμηρος αναφέρεται στους Παίονες και στην Παιονία εκτενέστερα στην Ιλιάδα ονομάζοντας τον Αξιό ποταμό πλατύρροο και το ωραιότερο της γης.

Στα χρόνια του Ομήρου οι Παίονες κατοικούσαν στην κοιλάδα του Aξιού μέχρι τον Στρυμόνα και τη Ροδόπη, όπου έγιναν γείτονες με τους Bέσσους, έφθασαν δε μέχρι τις πηγές του Σκέου ποταμού, παραποτάμου του Ίστρου (Δούναβη). Αναφέρονται και σαν γείτονες των Σελλών της Ηπείρου και των Δολόπων της Θεσσαλίας. Αργότερα περιορίσθηκαν στις περιοχές του μέσου Aξιού «την Αμφαξίτιν Παιονίαν», και στην κοιλάδα του Στρυμόνα «την επί τω Στρυμόνι Παιονίαν».

Σύμφωνα με άλλη άποψη, η χώρα των Παιόνων διαιρέθηκε σε τρεις περιοχές. Στη δυτική Παιονία που καταλάμβανε το βόρειο μέρος της κοιλάδας του Αξιού και την περιοχή του Ερυγώνα ποταμού, η οποία είναι γνωστή με το όνομα Δερρίοπος χώρα ή Δερρίοπος Παιονία. Πόλεις της ήταν: η Δερρίοπος, τα Στύμβαρα, αι Αλκομεναί, το Βρυάνιον, η Πλούβια και η Περσηίς. Στην Αμφαξίτιδα Παιονία με τις πόλεις Βυλάζωρα, Στόβοι, Αμυδών, Αντιγόνεια, Αστραίον, Δόβηρος, Άστιβος, Ταυρίανα, στη σημερινή Παιονία τις πόλεις Γορτυνία, Ευρωπό, Αταλάντη, Ειδομένη. Τέλος στην Παρορβηλία Παιονία, εκείνη που βρίσκονταν γύρω από το όρος Όρβηλος με σημαντικές πόλεις τις: Όρβηλο, Γαρησκό και Παντάλια.

Η αρχαία Παιονία περιελάμβανε γεωγραφικά ένα μεγάλο τμήμα της ΠΓΔΜ, ένα μέρος του βόρειου τμήματος του αρχαίου Μακεδονικού βασιλείου και μια μικρή περιοχή της Δυτικής Βουλγαρίας. Ο ποταμός Αξιός σημάδεψε την εξέλιξη της περιοχής και το υδάτινο δυναμικό του ευνοεί την ανάπτυξη πλούσιων καλλιεργειών.

Οι αρχαίοι Παίονες θεωρούνται ως ένα από τα μεγαλύτερα και ισχυρότερα φύλα των κεντρικών περιοχών της Χερσονήσου του Αίμου και αναφέρονται στα ιστορικά κείμενα του Ομήρου, του Ηροδότου, του Στράβωνα και του Θουκυδίδη. Σύμφωνα με τον Όμηρο, πρωτεύουσα της Παιονίας ήταν η πόλη Αμυδών, η οποία, γεωγραφικά, βρισκόταν πολύ κοντά στο σημερινό Αξιοχώρι και οι Παίονες της Αμυδώνας συμμετείχαν στον Τρωικό πόλεμο.

Ο λαός των Παιόνων αποτελούνταν από πολλές φυλές γνωστές με τα ονόματα Παίονες, Σιροπαίονες, Γρααίοι, Λαιαίοι, Παιόπλαι, Παναίοι. Τα όρια του βασιλείου της αρχαίας Παιονίας μεταβάλλονταν μέσα στους αιώνες λόγω των συχνών πολεμικών συρράξεων με τους γειτονικούς λαούς (Φρύγες, Θράκες, Ιλλυριοί, Πελασγοί), αλλά οι Παίονες ποτέ δεν εκτοπίστηκαν από την ευρύτερη κοιλάδα του Αξιού ποταμού.

Η ανεξαρτησία τους υπό τον βασιλιά Άγη, διατηρήθηκε έως την εισβολή του Φιλίππου (355 π.Χ. – 354 π.Χ.), η οποία ήταν καθοριστική για την προσάρτηση τους στο αρχαίο Μακεδονικό βασίλειο. Συμμετείχαν στην εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου με μια μονάδα ελαφρά οπλισμένων ιππέων – ανιχνευτών. Πολέμησαν ηρωικά και με τον διοικητή τους, Αρίστωνα, συνέτριψαν ένα τμήμα του περσικού ιππικού που προσπάθησε να ανακόψει την προέλαση του μακεδονικού στρατού από τον ποταμό Τίγρη, λίγες ημέρες πριν από τη μάχη των Γαυγαμήλων (331 π.Χ.).

Μετά το θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου οι Παίονες εκμεταλλεύτηκαν τις εμφύλιες συγκρούσεις που ακολούθησαν και απέκτησαν και πάλι την ανεξαρτησία τους μέχρι την υποταγή τους στο Λυσίμαχο (281 π.Χ.), έναν από τους διαδόχους του Μ. Αλεξάνδρου, ο οποίος έγινε βασιλιάς της Θράκης και της Μακεδονίας μέχρι το θάνατο του. Αργότερα η περιοχή της Παιονίας και της αρχαίας Μακεδονίας κατακτήθηκε από Γαλατικά φύλα (Κέλτες). Η Παιονία προσαρτήθηκε οριστικά στο βασίλειο της Μακεδονίας στα τέλη του δεύτερου μισού του 3ου αιώνα π.Χ. μέχρι την εισβολή των Ρωμαίων.

Οι Παίονες αναφέρονται συχνά στην Ιλιάδα ως σύμμαχοι των Τρώων. Η ομηρική πρωτεύουσά τους ήταν η Ἀμυδών/Ἀβυδών στην ανατολική όχθη του κάτω Αξιού (μάλλον στο σημερινό Αξιοχώρι, πρώην Βαρντάροφτσα), οικισμός που, σύμφωνα με τον Στράβωνα, ήταν «χωρίον ἐρυμνὸν» (= καλά οχυρωμένο) που το κατέστρεψαν οι Αργεάδες Μακεδόνες κατά την ανατολική τους επέκταση.

Το επίθετο «ἱπποκορυσταί» που τους προσάπτουν οι Ραψωδοί συνήθως ερμηνεύεται ως «ἱππιοχάρμαι» = «ἁρματομάχοι». Κυριολεκτικά σημαίνει «αυτοί που κορύσσουν ἵππους». Tο ρήμα κορύσσω σημαίνει τόσο «εξοπλίζω για πόλεμο» (equip, arm oneself) όσο και «παρέχω πολεμικό εξοπλισμό σε κάποιον άλλο» (furnish, provide). Επομένως, ο ἱπποκορυστής ετυμολογικά είναι τόσο αυτός που εξοπλίζει τα άλογά του για να πολεμήσει ο ίδιος όσο και αυτός που παρέχει ίππους σε άλλους ιππομάχους/αρματομάχους.

Το επίθετο «ἱπποκορυσταί» που τους προσάπτουν οι Ραψωδοί συνήθως ερμηνεύεται ως «ἱππιοχάρμαι» = «ἁρματομάχοι». Κυριολεκτικά σημαίνει «αυτοί που κορύσσουν ἵππους». Tο ρήμα κορύσσω σημαίνει τόσο «εξοπλίζω για πόλεμο» (equip, arm oneself) όσο και «παρέχω πολεμικό εξοπλισμό σε κάποιον άλλο» (furnish, provide). Επομένως, ο ἱπποκορυστής ετυμολογικά είναι τόσο αυτός που εξοπλίζει τα άλογά του για να πολεμήσει ο ίδιος όσο και αυτός που παρέχει ίππους σε άλλους ιππομάχους/αρματομάχους.

Στο Αξιοχώρι/Βαρντάροφτσα, όπου τοποθετείται η Αμυδώνα/Αβυδώνα, έχουν βρεθεί τα παλαιότερα οστά αλόγου στα νοτιοδυτικά Βαλκάνια (~2500 π.Χ.), σχεδόν σύγχρονα με το στεπικού τύπου ρόπαλο φυλάρχου με ιππόμορφη λίθινη κεφαλή που βρέθηκε στο Πόροντιν της Πελαγονίας και με τα ελαφρώς μεταγενέστερα οστά αλόγου που βρέθηκαν στα Σέρβια Κοζάνης (~2200 π.Χ.).

Επομένως, η εκτροφή ίππων στην κοιλάδα του κάτω Αξιού, εκεί όπου ο Όμηρος τοποθετεί την Παιονική Αμυδώνα, είχε μακρά παράδοση.

Ο Θουκυδίδης, περιγράφοντας την επέκταση των Μακεδόνων, αναφέρει ως πρώην περιοχές της Παιονίας το στενό κομμάτι γης από την Πέλλα ως τον Αξιό.

Ο Στέφανος Βυζάντιος εξηγεί το επίθετο «Βούνομος» της Μακεδονικής Πέλλας, λέγοντας ότι «Βούνομος» και «Βουνόμεια» ήταν τα παλιά της ονόματα. Οι χαρακτηρισμοί αυτοί δηλώνουν εκτροφή βοοειδών (όπως άλλωστε και το τοπωνύμιο Βοττιαία < βοτόν) και, επομένως, οι Παίονες εκτός από ιπποβότες ήταν σίγουρα και βουβότες.

Αυτή η εκτροφή της «μείζονος προβάσεως» (pecus maius = άλογα και βοοειδή, ενώ τα αιγοπρόβατα ή μῆλα < *(s)meh1l- > small, σλαβ. malŭ, συνιστούσαν την «ελάσσονα πρόβασιν» ~ pecudes minores) πιστεύω ότι έδωσε στους Παίονες το όνομά τους.

Το εθνωνύμιο Παίονες μπορεί να ετυμολογηθεί χωρίς δυσκολία ως «κτηνοτρόφοι, βοτήρες», αλλά υπάρχουν τρεις διαφορετικοί συνδυασμοί των ίδιων μορφημάτων που οδηγούν σε αυτήν την ετυμολογία. Τα «σύνορα» της «Παιονίας» δεν ήταν σταθερά με το πέρασμα των αιώνων. Η μεγαλύτερη έκτασή τους πρέπει να ήταν γύρω στα μέσα του 6ου π.Χ. αιώνα όταν, σύμφωνα με τον Hammond, ήταν η υπερδύναμη της ευρύτερης περιοχής. Κατά αυτή την περίοδο «ηγεμονίας» τους, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, οι Παίονες πολιόρκησαν την Πέρινθο στον Ελλήσποντο, μια κίνηση που θα επαναλάβει ο Φίλιππος κατά την περίοδο της Μακεδονικής ηγεμονίας.

Οι Αθηναίοι συγγραφείς των τελών του 5ου π.Χ. αιώνα μερικές φορές χρησιμοποιούν τους όρους «Φρύγες» και «Τρώες» ως ταυτόσημους και, ο Στράβων αργότερα παρουσιάζει μία γνώμη σύμφωνα με την οποία οι Πάιονες ήταν «άποικοι» ή «αρχηγέτες» (= μητροπολιτικός πληθυσμός) των Φρυγών και κάποτε κατοικούσαν και στα μέρη που βρίσκονται μεταξύ Πελαγονίας και Πιερίας. Αυτή η εθνογλωσσική σχέση μεταξύ Παιόνων και Φρυγών πιστεύω πως είναι το πιθανότερο σενάριο.

Η περίοδος της παιονικής «ηγεμονίας» έληξε με την Περσική κατάκτηση, γιατί οι Παίονες αποφάσισαν να αντισταθούν στους Πέρσες και ηττήθηκαν κατά κράτος. Οι Πέρσες κράτησαν δυσμενή στάση προς τους Παίονες (μετέφεραν χιλιάδες αιχμαλώτους στην Ασία) και προτίμησαν να ευνοήσουν τους Μακεδόνες και τους Θράκες Ηδωνούς που είχαν προσφέρει «γη και ύδωρ». Το αποτέλεσμα ήταν πως οι Μακεδόνες εκ δυσμών και οι Ηδωνοί εξ ανατολών, εξαπλώθηκαν και οι δύο εις βάρος των Παιόνων και έφτασαν να έχουν κοινά σύνορα σε μια γραμμή που χονδρικά ένωνε το όρος Δύσωρον με το δέλτα του Αξιού. Ο Ηρόδοτος μας πληροφορεί ότι γύρω στο 500 π.Χ. τα πολιτικά σύνορα της Μακεδονίας έφταναν ως το όρος Δύσωρον. Η λίμνη Πρασιάς είναι η σημερινή Κερκίνη (νοτίως του όρους Κερκίνη) και ο Ηρόδοτος περιγράφει μια κοινότητα πολύγαμων Παιόνων που είχαν χτίσει ένα πασσαλοχωριό μέσα στην λίμνη (ἐν τῇ λίμνη κατοικημένους … ἴκρια ἐπὶ σταυρῶν) και είχαν κόψει την απαραίτητη ξυλεία από το όρος Όρβηλος. 

Το Παιονικό φύλο που ζούσε στις πηγές του Οίσκου ήταν οι Αγριάνες. Ο Θουκυδίδης τους προσδιορίζει ως Παιονικό φύλο (Ἀγριᾶνας καὶ Λαιαίους καὶ ἄλλα ὅσα ἔθνη Παιονικὰ) και θεωρεί το όρος «Σκόμβρο» (Vitoša, πάνω από το όρος Ρίλα), απ΄όπου πηγάζει ο Στρυμόνας που ρέει επί της περιοχής των Αγριανών και των Λαιαίων, λίγο πολύ σαν τριεθνικό σημείο: στα ανατολικά του ζούσαν Θράκες, στα βορειοδυτικά του οι Τριβαλλοί και στα νοτιοδυτικά του οι Παίονες.Σε αυτό το χωρίο ο Θουκυδίδης αναφέρει πως ο Οδρύσης Σιτάλκης κατάφερε να εξαπλώσει την εξουσία του μέχρι και τους Αγριάνες και τους Λαιαίους, αλλά όχι στους «αυτόνομους Παίονες» που ζούσαν δυτικότερα.

Ο Θουκυδίδης πάντα αναφέρει τους Μαίδους και τους Σιντούς ως ανατολικούς γείτονες των Παιόνων και το όρος Κερκίνη ως το σιντο-παιονικό μεθόριον. Όταν ο στρατός του Σιτάλκη εισέβαλε στην Μακεδονία από τον μέσο Στρυμόνα είχε στα δεξιά του τους Παίονες και στα αριστερά του τους Σιντούς και τους Μαίδους, φτάνοντας στην Παιονική Δόβηρο (Δοϊράνη).

Ο Αριστοτέλης γράφοντας γύρω στο 325 π.Χ. περιγράφει το όρος Μεσσάπιον (~ σημερινό Osogovo) ως το μεθόριον Παιονίας και Μαιδικής και αναφέρει τον ποταμό Πόντο (Στρωμνιτσιώτης;) στην χώρα των Σιντών και των Μαιδών. Αν η περιγραφή του είναι ακριβής, τότε το ανατολικό παιονικό σύνορο είχε υποχωρήσει ελαφρώς προς τα δυτικά από τα χρόνια του Ηρόδοτου μέχρι αυτά του Αριστοτέλη.

Τα δυτικά σύνορα των Παιόνων έφταναν κάποτε μέχρι τον Εριγώνα ποταμό της Πελαγονίας, ενώ τα βόρεια σύνορα με τους Δαρδάνους σχημάτιζαν οι ποταμοί Pčinja και Treska (ο νοτιότερος των δύο βασικών παραποτάμων που δυτικά των Σκοπίων σχηματίζουν τον ενιαίο Αξιό).

Με την έναρξη της Μακεδονικής ηγεμονίας επί Φιλίππου Β΄, οι Παίονες έγιναν υποτελής λαός στους Μακεδόνες, διατηρώντας τους βασιλικούς τους οίκους. Μετά από 2 χρόνια (356/5 π.Χ.) αυτονομήθηκαν και συμμετείχαν στην συμμαχία κατά του Φιλίππου (Αθηναίοι, Παίονες/Λύππειος, Θράκες/Κετρίπορις, Ιλλυριοί/Γράβος). Η αθηναϊκή επιγραφή με τον όρκο της συμμαχίας έχει διασωθεί.

Όλα τα μέλη της συμμαχίας ηττήθηκαν ανεξάρτητα από τους Μακεδόνες και οι Παίονες αναγκάστηκαν να επανέλθουν στο «μαντρί» υποτέλειας του Φιλίππου. Οι Παίονες προσπάθησαν να αποτάξουν τον μακεδονικό ζυγό τόσο μετά τον θάνατο του Φιλίππου όσο και μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου και, στην δεύτερη περίπτωση, θα καταφέρουν να διατηρήσουν την αυτονομία τους μέχρι να τους «ξαναμαντρώσει» ο Λυσίμαχος.

Στο δεύτερο μισό του 3ου π.Χ. αιώνα, όταν οι Δάρδανοι θα εξελιχθούν σε «παρομοιώδεις εχθρούς των Μακεδόνων», οι Παίονες θα προτιμήσουν να προσαρτηθούν τελείως στην Μακεδονία (217 π.Χ.), για να γλιτώσουν από τις Δαρδανικές επιδρομές. Ο Φίλιππος Ε΄ θα προσπαθήσει να δημιουργήσει ένα «μαξιλάρι» (buffer zone ~ ρυθμιστική ζώνη) ανάμεσα στην Μακεδονία και τους Δαρδάνους. Στην μεν Παιονία, σύμφωνα με τον Πολύβιο εγκατέστησε «Θράκες κι άλλους [φιλικά προσκείμενους] βαρβάρους» για να ενισχύσει την αντιδαρδανική άμυνα της περιοχής. Στην δε κοιλάδα του Πόλογκ, είχε συνάψει συμμαχία με τους Γερμανούς Βαστάρνες έχοντας κατά νου ένα πρόγραμμα «εθνοκάθαρσης» των Δαρδάνων του Πόλογκ. Οι Δάρδανοι θα απωθούνταν βορείως του Σκάρδου και οι Βαστάρνες θα εποικούσαν την περιοχή δρώντας σαν υποτελείς «ακρίτες». Αυτό το δεύτερο σχέδιο δεν πρόλαβε να πραγματοποιηθεί. Ο Φίλιππος πέθανε και οι Βαστάρνες αποδυναμώθηκαν από συγκρούσεις που είχαν με εγχώρια φύλα στην Θρακική ενδοχώρα.

Ο Πολύβιος παρουσιάζει τα/την Βυλάζωρα ως την μεγαλύτερη Παιονική πόλη. Ο Φίλιππος κατέλαβε και οχύρωσε τα/την Βυλάζωρα, γιατί η πόλη έλεγχε τις «εισβολές» (= περάσματα εισόδου των Δαρδάνων επιδρομέων) από την Δαρδανική στην Μακεδονία.

Λίγο πριν την μακεδονική προσάρτηση του 217 π.Χ., το «Κοινὸν τῶν Παιόνων» έκανε μια αφιέρωση στην Ολυμπία τιμώντας τον Παίονα βασιλιά και «κτίστη» Δρωπίωνα. Ο όρος «κτίστης» συνήθως σημαίνει «ιδρυτής», αλλά σήμαινε και «αποκαταστάτης της ελευθερίας της πατρίδος» (ορισμός II).

Μετά την ρωμαϊκή κατάκτηση, η Παιονία θα γίνει Macedonia Secunda/Salutaris με πρωτεύουσα τους Στόβους, την πόλη του Ιωάννη Στοβαίου. Από το παλαιό δαρδανο-παιονικό σύνορο (γραμμή Treska–Pčinja) θα περάσει η περιβόητη Γραμμή του Jireček και το διοικητικό σύνορο που θα χωρίσει την Διοίκηση Μακεδονίας από την Διοίκηση Δακίας.

Οι κάτοικοι των Σκουπών (Σκόπια) αμέσως πάνω από την γραμμή, πριν την Ρωμαϊκή κατάκτηση ήταν Δάρδανοι και όχι Παίονες και, κατά την Ρωμαϊκή περίοδο, χρησιμοποιούν κυρίως την Λατινική στις επιγραφές τους, στις οποίες αυτοπροσδιορίζονται ως «Βέσσοι», όρος που κατέληξε να σημαίνει εν γένει τον ομιλητή Δακο-Θρακικών διαλέκτων.

http://paionia.gov.gr/%CE%A0%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CF%84%CE%B9%CF%83%CE%BC%CE%BF%CF%82-%CE%A4%CE%BF%CF%85%CF%81%CE%B9%CF%83%CE%BC%CE%BF%CF%82/paioniahistory

https://maxitis.gr/xristos-intos-gia-tous-arxaious-paiones-tis-perioxes-kai-tis-poleis-tous/#google_vignette

https://smerdaleos.wordpress.com/2015/06/24/%CE%BF%CE%B9-%CF%80%CE%B1%CE%AF%CE%BF%CE%BD%CE%B5%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%B7-%CE%B3%CE%BB%CF%8E%CF%83%CF%83%CE%B1-%CF%84%CE%BF%CF%85%CF%82-1-%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%81%CE%B9%CE%BA%CE%AC/

https://smerdaleos.wordpress.com/2015/06/24/%CE%BF%CE%B9-%CF%80%CE%B1%CE%AF%CE%BF%CE%BD%CE%B5%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%B7-%CE%B3%CE%BB%CF%8E%CF%83%CF%83%CE%B1-%CF%84%CE%BF%CF%85%CF%82-1-%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%81%CE%B9%CE%BA%CE%AC/

Η επιβίωση του ιερού μέσα από το άνθος... Γράφει ο Θωμάς Μοσχόπουλος

Σε κάθε σπίτι, σε κάθε μπαλκόνι, κάθε πρώτη του Μάη, ένα στεφάνι από αγριολούλουδα, βότανα και πράσινα κλήματα, στέκεται ταπεινά στην είσοδο. Και όμως αυτό το φαινομενικά απλό στόλισμα είναι κάτι πολύ περισσότερο: είναι τελετουργία, είναι αρχέγονη ιερουργία.



Η Πρωτομαγιά, έτσι όπως τη βιώνουμε στο λαϊκό φαντασιακό δεν είναι νεωτερική εφεύρεση. Είναι επιβίωση ενός πανάρχαιου εθίμου: η ετήσια ανακύκλωση της φύσης, η αναγέννηση της ζωής, ο κύκλος του θανάτου και της αφύπνισης, μεταμορφωμένος σε άνθος.

Ο Μάιος οφείλει το όνομά του στη θεά Μαία, μία από τις Πλειάδες, μητέρα του Ερμή. Αν και η λατρεία της Μαίας ως αυτόνομης θεότητας δεν είναι ευρέως τεκμηριωμένη στον ελλαδικό χώρο, το όνομά της συνδέεται με τη ρίζα μα- (μεγαλώνω, αυξάνω), μια λέξη που αποπνέει τη δυναμική της βλάστησης και της ανάπτυξης (Chantraine, Dictionnaire Étymologique de la Langue Grecque).

Η ίδια η εποχή της Πρωτομαγιάς σχετίζεται με πλήθος ανοιξιάτικων τελετουργιών στην αρχαιότητα: τα Ανθεστήρια προς τιμήν του Διονύσου, τα Αδώνια και τα Θαργήλια, γιορτές προσφοράς,, καθαρμού και συμφιλίωσης με τη φύση. Σε αυτές τις τελετές, το άνθος, το στεφάνι, το βότανο, η σιωπηλή έξοδος στη φύση, είχαν ρόλο ιερό. Δεν ήταν απλά σύμβολα της ωραιότητας, αλλά μέσα επικοινωνίας με τις εποχικές θεότητες της βλάστησης.

Όπως έγραφε ο Walter Burkert:

«Η ελληνική θρησκεία είναι θρησκεία των εποχών, της γονιμότητας, της αιώνιας επανόδου» (Greek Religion, 1985).

Το στεφάνι της Πρωτομαγιάς είναι ένας κύκλος. Ο κύκλος είναι το αρχέτυπο του αιώνιου, του θείου, της μη αρχής και του μη τέλους. Η μορφή του παραπέμπει στην αιώνια επιστροφή — τη βασική κοσμολογική αρχή της ελληνικής σκέψης. Εκείνη τη βασική κοσμολογική ιδέα της ελληνικής σκέψης, που βρίσκουμε από τον Ηράκλειτο μέχρι τον Νεοπλατωνισμό.

Μέσα στο απλό σχήμα του κύκλου κωδικοποιείται η οργιαστική, διονυσιακή μυσταγωγία της ζωής και του θανάτου, η φθορά και η αναγέννηση, η κάθοδος και η άνοδος της ψυχής. Ο Πυθαγόρας πρώτος έδωσε στον κύκλο αυτόν ψυχική και μεταφυσική σημασία, ως σύμβολο του μεταβατικού, αλλά αθάνατου στοιχείου του ανθρώπου, ενώ ο Πλάτων (στην Πολιτεία, στον Φαίδρο, στον Φαίδωνα) συνέδεσε τον κύκλο με την αιώνια επιστροφή των ψυχών, την ατραπό της μετεμψύχωσης και την κυκλική πορεία προς το Αγαθό.

Το στεφάνι, λοιπόν, αποτελεί ένα μικρό κοσμικό διάγραμμα. Στολισμένο με άνθη και βότανα του Μάη, γίνεται φορέας μιας αρχαίας μνήμης: της φυσικής ιερότητας και της αέναης συνέχειας της ζωής. Ένα φυτικό μαντάτο της αλήθειας ότι τίποτε δεν τελειώνει — μόνο μεταμορφώνεται. Όπως η φύση. Όπως η ψυχή.

Το ίδιο το στεφάνι συνιστά προσφορά και ταυτόχρονα προστασία. Όπως στην αρχαιότητα στεφάνωναν τα αγάλματα των θεών ή τις ερμαϊκές στήλες στους δρόμους, έτσι σήμερα στεφανώνουμε το σπίτι, σαν να του αποδίδουμε έναν μικρό ιερό τίτλο.Μια  μαγική πράξη..

Στις περιοχές της Ηπείρου, της Θεσσαλίας, αλλά και σε νησιά του Αιγαίου, μέχρι και τον 20ό αιώνα, η συλλογή των λουλουδιών για το στεφάνι γινόταν πριν την ανατολή του ήλιου και με σιωπή, για να "μην ταραχθεί το ξόρκι". Παλαιά βοτανοσυλλεκτικά έθιμα, όπως τα ριζικάρια ή η «ανεράιδα του Μάη», επιβίωσαν αυτούσια — και προδίδουν έναν λαό που, ασυνείδητα ή όχι, συνεχίζει να ιερουργεί. Γιατί το ένστικτο του ιερού στη λαϊκή συνείδηση δεν ξεριζώνεται με διατάγματα. Όπως γράφει ο Νικόλαος Πολίτης:

«Ταύτα τα έθιμα διεσώθησαν ὑπὸ τῶν ἀγροτῶν, ὡς κληρονομία παλαιοτάτη, μὴ ἐξοβελισθεῖσα ἐκ τῆς ζωῆς» (Παραδόσεις, 1904, τόμ. Α΄).

Η σύγχρονη κοινωνία ίσως νομίζει πως δεν έχει ανάγκη από τελετές, πως είναι “μεταθρησκευτική”. Όμως, κάθε πρώτη του Μάη, κάθε φορά που κρεμάμε το στεφάνι στην πόρτα, δεν κοσμούμε τον χώρο. Δεν αποδίδουμε φόρο τιμής στην άνοιξη, επικαλούμαστε χωρίς να το κατανοούμε πλήρως το άφθαρτο στοιχείο της Φύσης. Σαν ασυνείδητοι ιερείς ενός αρχαίου κόσμου που δεν πέθανε ποτέ, αλλά επέζησε μέσα από τα άνθη, το χώμα και το φως.

Αν η Πρωτομαγιά μας συγκινεί ακόμη είναι επειδή την προσεγγίζουμε όχι με τον νου, αλλά με την ψυχή, με το ασυνείδητο του λαού μας, με εκείνη τη βαθιά μνήμη που διαπερνά τις θρησκείες και τους αιώνες. Γιατί πίσω από κάθε στεφάνι, πίσω από κάθε παιδικό γέλιο που κυλά σ' ένα ανθισμένο λιβάδι, κρύβεται η αιώνια ελληνική γραμμή. Όπως έγραψε ο Παλαμάς, «η αρχαία ψυχή ζει μέσα μας, άθελα, κρυμμένη».

Καλή Πρωτομαγιά!!!


 Βιβλιογραφία

Γ. Μέγας, Ελληνικές Εορτές και Έθιμα της Λαϊκής Λατρείας, Εστία, 1957

Ν. Πολίτης, Παραδόσεις, τόμ. Α΄, Εστία, 1904

Walter Burkert, Greek Religion, Harvard University Press, 1985

Π. Χαντραίν, Dictionnaire étymologique de la langue grecque, CNRS Éditions

Πηδάλιον της Εκκλησίας, Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, 1800

Πρακτικά Συνόδου Λαοδικείας (4ος αι.), Κανών 36

Ι. Χρυσόστομος, Κατά εθνικών εθίμων

Αφροδίτη Καλλίπυγος

 Η Αφροδίτη Καλλίπυγος,δηλαδή η Αφροδίτη με τους ωραίους γλουτούς (κάλος=ομορφιά, πυγή= οπίσθια), είναι αρχαίο ελληνικό άγαλμα, και το τολμηρότερο της αρχαιότητας. Αντίγραφά του βρίσκονται σε ιδιωτικές συλλογές, μουσεία και δημόσιους χώρους. Το όνομα του αγάλματος αναφέρεται στους Δειπνοσοφιστές του Αθήναιου. Το άγαλμα ήταν τοποθετημένο στον ομώνυμο ναό της Αφροδίτης Καλλιπύγου στις Συρακούσες, το 200 π.χ. ο οποίος, σύμφωνα με τον μύθο, κτίστηκε από δύο αδελφούς, κατόπιν καλλιστείων ομορφιάς. Και οι δύο παντρεύτηκαν τις νικήτριες.

Η θεά του έρωτα εικονίζεται σε αφροδισιακή στάση. Με ανασηκωμένο τον μανδύα της ρίχνει το βλέμμα πίσω από την ωμοπλάτη της προς τους δύο ξεσκέπαστους γλουτούς της. Το όνομα του έργου εκδηλώνει το θεσπέσιο του θεάματος.

Το γυμνό σώμα στην αρχαία ελληνική τέχνη ήταν άρρηκτα συνδεδεμένο με το ηρωικό στοιχείο, ενώ μέχρι τον τον 4ο αιώνα π.Χ. ήταν καλλιτεχνική έκφραση αποκλειστικά ανδρικών σωμάτων. Πρώτος ο Πραξιτέλης τόλμησε να εικονίσει την Αφροδίτη της Κνίδου γυμνή το 340 π.Χ. Σε αντίθεση με την φυσική γύμνια της Αφροδίτης της Κνίδου, η Αφροδίτη Καλλίπυγος παρουσιάζει τα θέλγητρά της σε δημόσια θέα, προσκαλώντας τον θεατή να τα θαυμάσει.

Ο Ομφαλός της γης. Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος.

   Θεώρησα σκόπιμο να συγκεντρώσω και να ταξινομήσω τις σημειώσεις που συγκέντρωσα για το χώρο του Μαντείου των Δελφών και να σας τις παραθέσω υπό μορφή άρθρου. Τα στοιχεία μου χρησίμευσαν για το κεφάλαιο του (ογκωδέστατου μυθιστορήματος) που συγγράφω σχετικά με τη ζωή και το έργο του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Ειδικότερα τα όσα ακολουθούν αξιοποιήθηκαν στο κεφάλαιο που αφορά την επίσκεψη του Αλεξάνδρου στο Μαντείο για τη λήψη χρησμού πριν ξεκινήσει η εκστρατεία στην Ασία αλλά και για την εξιλέωση του μετά τις σφαγές στη Θήβα. Θα σταθούμε και λίγο στο Θησαυρό των Μασσαλιωτών, καθώς η Μασσαλία είναι ο τόπος όπου διαδραματίζεται το έργο…


                                         


  Οι Δελφοί υπήρξαν κατά την αρχαιότητα το σημείο πνευματικής συνάντησης των Ελλήνων. Επρόκειτο για ένα θρησκευτικό κέντρο, εντός του οποίου βρισκόταν το σημαντικότερο μαντείο στον ελληνικό κόσμο. Μέσα στο επιβλητικό φυσικό τοπίο, συνέρρεαν Έλληνες από όλες τις μεριές και ζητούσαν συγχώρεση από τους θεούς για τις αμαρτίες τους.

  Όταν ο Δίας θέλησε να μάθει που ακριβώς ήταν το κέντρο του κόσμου, άφησε δύο αετούς από δύο διαφορετικές κατευθύνσεις και τα πτηνά συναντήθηκαν στους Δελφούς. Από τότε και σύμφωνα με την παράδοση ο τόπος έγινε ιερός. Η τοποθεσία, με τη μαγευτική θέα από την κοιλάδα του Πλείστου μέχρι τη θάλασσα, είναι απίστευτη. Η θέα αυτή ήταν μια κάθαρση από μόνη της για τους επισκέπτες πριν καν ακόμη συναντήσουν την Πυθία!

 

Η Ιερά Οδός.

  Ήταν ο βασικός ιστός του Ιερού. Η Ιερά Οδός ήταν ανηφορική με μήκος περίπου 200 μέτρα και οδηγούσε στην είσοδο του Τεμένους του Απόλλωνα, αλλά μέχρι και το Βωμό των Χιών. Η ανηφορική οδός διέσχιζε το Ιερό οφιοειδώς και είχε πομπικό χαρακτήρα καθώς διευκόλυνε την κίνηση προσκυνητών και επισκεπτών. Οι Θεόπροποι που ερχόταν στους Δελφούς να ζητήσουν χρησμό ακολουθούσαν κάθε 9η του μήνα την Ιερά Οδό για να λάβουν σειρά προτεραιότητας προκειμένου να λάβουν το χρησμό της Πυθίας. Ο βασιλιάς Φίλιππος Β΄ της Μακεδονίας είχε δικαίωμα παράκαμψης της σειράς μετά τα όσα είχε κάνει για το μαντείο κατά τους Ιερούς Πολέμους.

Η Ιερά Οδός.


  Οι επισκέπτες πριν συναντήσουν την Πυθία θυσίαζαν στο μεγάλο βωμό που βρισκόταν στο υψηλότερο σημείο. Η οδός πλαισιωνόταν από εξέδρες, θησαυρούς και αγάλματα. Εκεί τοποθετούνταν και τα αναθέματα των πόλεων, μεταξύ αυτών έστεκε και το αναμνηστικό της Μάχης του Μαραθώνα. Πάνω από την Ιερά Οδό δέσποζε το θέατρο.

 

Ο Θησαυρός της Μασσαλίας.

  Οι Θησαυροί αναγείρονταν κοντά στα Ιερά. Ήταν σε γενικές γραμμές μικρά κτίρια που αναδύονταν μέσα στον ιερό χώρο. Σε αυτά στεγαζόταν δημόσια και πιο σπάνια ιδιωτικά αναθέματα.

  Ο Θησαυρός της Μασσαλίας δέσποζε δυτικά του ναού της Πρόναιας Αθηνάς που ήταν το πιο χαρακτηριστικό μνημείο των Δελφών. Οικοδομήθηκε από κάποιον Απέλι γιο του Δήμωνος, πιθανότατα ύστερα από μια νίκη επί των Λιγουρίων όπως μαρτυρεί το απόσπασμα μιας επιγραφής που βρέθηκε στον αρχαιολογικό χώρο των Δελφών. Οι Μασσαλιώτες στα τέλη του 6ου αιώνα (χρονολογήθηκε στα 510 π.Χ. προσέφεραν ένα μικρό οικοδόμημα, ένα θησαυρό.

  Το οικοδόμημα ήταν κατασκευασμένο εξολοκλήρου από παριανό μάρμαρο και είχε μορφή κυκλικού ναού. Για την κατασκευή του Θησαυρού προτίμησαν τον αιολικό ρυθμό αρχιτεκτονικής που επιχωρίαζε στα παράλια της Ιωνίας. Με αυτόν τον τρόπο θύμιζαν στους επισκέπτες και τους προσκυνητές την καταγωγή τους. Πιθανότατα ο ρυθμός αυτός στάθηκε πρότυπο για τη μετέπειτα ανάπτυξη του κορινθιακού ρυθμού. Οι κίονες του εξωτερικού περιστυλίου ήταν δωρικοί, ενώ ο Θησαυρός συνδύαζε και πολλά δωρικά και ιωνικά στοιχεία, σαφώς αιγυπτιακής έμπνευσης. Η Ζωοφόρος πάνω από τους τοίχους έφερε πλούσια ανάγλυφα. Οι ανάγλυφες σκηνές αναπαριστούσαν μάχες μεταξύ Ελλήνων πολεμιστών και Αμαζόνων, καθώς επίσης και Γιγαντομαχίες (υπήρχαν περισσότερα από 140 πρόσωπα). Η επιγραφή ΜΑΣΣΑΛΙΗΤΑΙ δήλωνε την καταγωγή των αναθετών.

  Παρά την απόσταση που χώριζε την πόλη τους από το θρησκευτικό κέντρο, οι Μασσαλιώτες συμμετείχαν στους αγώνες και τις εορτές προσφέροντας αναθήματα. Τα Πύθια ήταν αθλητικοί αγώνες (ιππικοί αγώνες και αρματοδρομίες) που λάμβαναν χώρα κάθε τέσσερα χρόνια. Οι νικητές στεφανώνονταν με κλαδιά δάφνης που ήταν το αγαπημένο φυτό του Απόλλωνα. Ο Θησαυρός τόνιζε την εμπορική ισχύ της πόλης και έδειχνε σε όλους ότι οι Μασσαλιώτες δε λησμόνησαν ποτέ το ρόλο του Ιερού των Δελφών στην ίδρυση της πόλης τους.

Δελφοί (Χάρτα του Ρήγα, 1797)


 

Ο Ναός του Απόλλωνα.

   Μέσα στο ναό γίνονταν οι ιεροτελεστείες και οι μαντείες. Ο ναός ήταν περίπτερος με έξι κίονες στις στενές πλευρές και δεκαπέντε στις μακρινές. Υπήρχε πρόδρομο και οπισθόδομο δίστηλο εν παραστάσει. Τα Αετώματα είχαν φτιαχτεί από παριανό μάρμαρο και φιλοτεχνήθηκαν από τους Αθηναίους γλύπτες Πραξία και Ανδροσθένη. Στο ανατολικό Αέτωμα αναπαριστώνται ο Απόλλωνας με τις Μούσες και στο δυτικό ο Διόνυσος και οι Μαινάδες. 



  Ο Σήκος (εσωτερικό του ναού) χωριζόταν σε τρία κλίτη με δύο κιονοστοιχίες. Η κάθε μία εκ των οποίων είχε οχτώ κιονοστοιχίες. Εντός του ναού υπήρχε και το Χρησμογραφείο στο οποίο φυλασσόταν οι κατάλογοι και τα αρχεία. Στο εσωτερικό ήταν χαραγμένα στους τοίχους ρητά των Επτά Σοφών όπως το «Γνώθεις Αυτόν», το «Μηδέν Άγαν» καθώς επίσης και το γράμμα «Ε». Ακόμη έβλεπε κανείς μια χάλκινη εικόνα του Ομήρου και το Βωμό του Ποσειδώνα. Στο βαθύτερο επίπεδο βρισκόταν το Άδυτο όπου εκτυλισσόταν η μαντική διαδικασία και στο οποίο πρόσβαση είχαν μόνο οι ιερείς που θα ερμήνευαν τα λόγια της Πυθίας. Μέσα στο Άδυτο υπήρχε το άγαλμα του θεού Απόλλωνα και ο Ομφαλός της Γης.

 

Η Πυθία.

  Καλούνταν έτσι η ιέρεια του Απόλλωνα στους Δελφούς, η οποία έδινε τους χρησμούς του προς αυτούς που συμβουλεύονταν το μαντείο του για μελλοντικές υποθέσεις. Ονομάζονταν αυτή έτσι, κατά την παράδοση, από τον δράκοντα Πύθωνα, με το δέρμα του οποίου είχε περιβάλει τον προφητικό τρίποδα ο Απόλλωνας, όταν φόνευσε αυτόν (κατά τον Στράβωνα η λέξη αυτή γίνεται από το πρόθεμα «πυθ» του πυνθάνεσθαι). Ο τρίποδας ήταν τοποθετημένος μέσα στο άδυτο του ιερού, πάνω από ένα χάσμα, από το οποίο ανέρχονταν αναθυμιάσεις «πνεῦμα ἐνθουσιαστικόν» κατά τον Στράβωνα (C. 419), υπό την επίδραση των οποίων διατελούσε η καθήμενη επί του τρίποδα Πυθία και έδινε τις αποκρίσεις του θεού σε εκείνους που την ερωτούσαν. Κατ’ αρχάς ως Πυθαί εκλέγονταν νεαρές γυναίκες από πτωχές οικογένειες, διότι έπρεπε να αγνοεί τα κοσμικά πράγματα, έπρεπε δε να είναι ωραία, σεμνή και αγνή και όφειλε να απέχει, κατά τον Πλούταρχο, από κάθε γυναικεία πολυτέλεια.


                                            

  Από όταν μια Πυθία όμως, που ήταν πάρα πολύ όμορφη, απήχθηκε από έναν νεαρό Θεσσαλό, αποφασίστηκε με νόμο η Πυθία να εκλέγεται ανάμεσα από εκείνες των Δελφών που είχαν 50 έτη ηλικία. Στην αρχή η Πυθία ήταν μόνο μία (πρώτη υπήρξε η Φημονόη), από όταν όμως το κύρος του μαντείου των Δελφών όχι μόνο κατέστη πανελλήνιο, αλλά υπερέβη και τα όρια του αρχαίου Ελληνικού κόσμου, δεν επαρκούσε μια Πυθία για το πλήθος των προσερχομένων να συμβουλευτούν τον θεό και διορίστηκε και δεύτερη. Αργότερα όταν αυξήθηκε και άλλο το πλήθος των εισερχομένων, διορίσθηκε και τρίτη αναπληρωματική.

  Όσο αφορά την οιωνοσκοπία των υδάτων, ο Πλούταρχος διασώζει τον δεσμό των Τευτόνων ιερών γυναικών [Πλούταρχος: «Βίοι Παράλληλοι», Ιούλιος Καίσαρ, 19, Vol II, Fasc 2, B.G. Teubnre, Leipzig 1994], οι οποίες χρησμοδοτούν, παρατηρώντας υδάτινες μεταβολές. Αναφέρει λοιπόν πως: «Δίναις προσβλέπουσαι καί ῥευμάτων ἑλιγμοῖς καί ψόφοις τεκμαιρόμεναι προεθέσπιζον». Η διαδικασία αυτή ταυτίζεται με την ανάλογη που ακολουθεί η εκάστοτε Πυθία των Δελφών, για να χρησμοδοτήση, χρησιμοποιώντας μια μεγάλη λεκάνη γεμάτη νερό σε ορειχάλκινο τρίποδα και ράβδο (για να προκαλεί δίνες στο νερό). Πρόκειται για το «λάλον ὓδωρ» που περιγράφει ο Ιάμβλιχος, εξηγώντας την συγκεκριμένη μέθοδο της οιωνοσκοπίας, στην οποία βασίζεται και ο διάσημος Νοστράδαμος για την διατύπωση των χρησμών του. Η συγκεκριμένη μέθοδος αποδίδεται στους Βραγχίδες, μια οικογένεια ιερέων και μάντεων του Απόλλωνος, της οποίας ο ιδρυτής Βράγχος ανήκει στην δελφική οικογένεια των Δημοκλειδών (Κόνων: Διηγήσεις, 33, Scriptores Poeticae Historiae Graeci, A. Westermann, Brynswick, 1843)  (Πηγή: Περιοδικό Ιχώρ, Τεύχος 37, άρθρο «Οιωνοσκοπία, η διάγνωση του μέλλοντος», Γεώργιου Ηλιόπουλου, σελίδα 40 & 43)

 

Το θέατρο των Δελφών

  Η Πυθία χρησμοδοτούσε μόνο στις αρχές του έαρ και έπρεπε πριν ανεβεί προς χρησμοδότηση στον τρίποδα να προπαρασκευασθεί δεόντως με διάφορους εξαγνισμούς. Μασούσε φύλλα δάφνης (προφητικό δένδρο, ως ιερό δένδρο του Απόλλωνα) και έπινε πολύ κρύο νερό της Κασσοτίδας πηγής και ανέβαινε στον τρίποδα αγόμενη από τους ιερείς του ιερού στο άδυτο, μετά την δια σεισμών εξαγγελλόμενη παρουσία του Απόλλωνα στο ιερό του. Η επί της Πυθίας επίδρασης των αναθυμιάσεων (άγνωστο παραμένει αν ήσαν τεχνικές ή φυσικές) εκδηλώνονταν με την ανόρθωση των τριχών της κεφαλής της, τους εξερχόμενους αφρούς από το στόμα της, το ρίγος του σώματός της και την άγρια λάμψη του βλέμματός της. Μετά από αυτά εξέβαλλε κραυγές και ωρυγμούς, οι οποίοι ενέπνεαν ιερά φρίκη στους παριστάμενους και άναρθρους λόγους, τους οποίος ερμήνευαν και επιμελώς συνέθεταν σε στίχους (εξάμετρους παλαιότερα, ιαμβικούς αργότερα) οι παριστάμενοι ιερείς και οι προσκολλημένοι στο ιερό ποιητές. Από αυτό γεννάται η υπόνοια ότι οι προφητείες (χρησμοί) της Πυθίας (επί της οποίας με αυστηρότατους νόμους απαγορεύονταν η άσκηση οποιαδήποτε ηθικής πίεσης) κανονίζονταν από τους ιερείς και παρασκευάζονταν νωρίτερα από το συμβούλιο των Δελφών.



  Οι χρησμοί ήσαν συνήθως, διφορούμενης έννοιας, και σε αυτό κυρίως οφείλεται η διατήρηση του κύρους τους, όπως εκείνος που δόθηκε στον βασιλιά Κροίσο (Ηροδ. Ι. 75) ο οποίος δεν καθόριζε αν η διάβαση του ποταμού Άλυου από την στρατιά του Κύρου θα σε αυτή ή στην εχθρική (του Κύρου) επιβλαβής.

  Την επόμενη εβδομάδα θα αναφερθούμε στο Δίον, τον ιερό χώρο των Μακεδόνων, την αντίστοιχη Ολυμπία της βόρειας Ελλάδας…

 

-Ο Παύλος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1978 στη Δράμα, μεγάλωσε στις Σέρρες και έζησε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από το 1996 εργάζεται στο δημόσιο σε διάφορες διοικητικές θέσεις. Είναι απόφοιτος της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Σχολής Αστυφυλάκων της Αστυνομικής Ακαδημίας, της Σχολής Επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ΕΛ.ΑΣ., και της Σχολής Ελληνικού Πολιτισμού, του Τμήματος Ανθρωπιστικών. Σπουδών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.

Ατύχημα στο χώρο της εργασίας-Παρουσίαση αιτιών και τρόπων αποφυγής, με τη χρήση ενός πραγματικού παραδείγματος. Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος

       Η προστασία της ανθρώπινης ζωής και της ακεραιότητας του εργαζομένου αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο κάθε σύγχρονου και ηθικά υπεύθυνου...