Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Οθωμανική Αυτοκρατορία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Οθωμανική Αυτοκρατορία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

MALTA YOK!!

 Πριν από 458 χρόνια, το 1565, το πρώτο οχυρό της Μάλτας, ο Άγιος Έλμο, πέφτει στα χέρια των Οθωμανων αφού άντεξε για 28 ημέρες, γεγονός που έδωσε χρόνο έτσι ώστε δύο μήνες αργότερα να πετύχει η δύση μια από τις πιο σημαντικότερες νίκες ενάντιον των Οθωμανών.



Η Μάλτα αποτελούσε στόχο προηγούμενων οθωμανικών εισβολών, ένα παραπάνω τώρα που οι Οσπιτάλιοι Ιππότες, το τελευταίο στρατιωτικό σταυροφορικό τάγμα που επέζησε, έλεγχαν το νησί και αποτελούσαν αγκάθι στην οθωμανική ναυτική ηγεμονία. Στις 18 Μαΐου 1565, οι Οθωμανοί εμφανίστηκαν στο νησί με περίπου 40.000 στρατιώτες, 200 πλοία, 50 κανόνια μεγάλου διαμετρήματος και βεληνεκούς και πάνω από 80.000 βλήματα. Οι υπερασπιστές είχαν στην διάθεση τους περίπου 500 ιππότες,5.500 χιλιάδες στρατιώτες, ενώ υπήρχαν διαθέσιμοι και οι 9.000 κάτοικοι της Μάλτας, που ήταν όμως ανίδεοι από το πεδίο της μάχης και δεν είχαν καμία εκπαίδευση.
Η κύρια εστία της πολιορκίας ήταν γύρω από μια χερσόνησο με πολλές οχυρώσεις και λιμάνια. Ο Άγιος Έλμο ήταν ένα φρούριο που βρισκόταν στην άκρη της χερσονήσου και φρουρούνταν από 1500 άνδρες κατά όλη τη διάρκεια της πολιορκίας. Απέναντι από τον κόλπο υπήρχαν τα φρούρια του Αγίου Μιχαήλ και του Μπίργκου, τα οποία μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν βάρκες για να υποστηρίξουν τον Άγιο Έλμο με προμήθειες και ενισχύσεις.
Στις 22 Ιουνίου, διατάχθηκε μια μεγάλη επίθεση στο οχυρό, αλλά οι Οθωμανοί χτυπήθηκαν από πίσω με μεγάλο κόστος για τη φρουρά. Το φρούριο είχε αντέξει για 27 ημέρες μέχρι στιγμής ωστοσο πολλά από τα τείχη του είχαν καταστραφεί και το μεγαλύτερο μέρος της φρουράς του είχε τραυματιστεί. Αποφασίστηκε ότι δεν θα καταβληθούν άλλες προσπάθειες για να βοηθηθεί το φρούριο που ως εκ θαύματος είχε άντεξει για σχεδόν ένα ολόκληρο μήνα και προκάλεσε χιλιάδες θύματα στους Τούρκους. Όλοι οι άνθρωποι και οι πόροι θα αφιερώνονταν στα εναπομείναντα φρούρια.
Οι αμυνόμενοι γνώριζαν πως έρχεται το τέλος. Εξομολογήθηκαν όλοι, κοινώνησαν των Αχράντων Μυστηρίων και κατόπιν έσκαψαν και έθαψαν την Αγία Τράπεζα του παρεκκλησίου του οχυρού για να “μην την μαγαρείσουν” οι Τούρκοι. Κατόπιν ο ιερέας του οχυρού άρχισε να χτυπά πένθιμα την καμπάνα. Συνέχισε μέχρι που έπεσε, αργότερα, νεκρός από το μαχαίρι των ισλαμιστών.
Στις 23 Ιουνίου οι Τούρκοι εξαπέλυσαν την τελική επίθεση κατά του οχυρού. Έριξαν στη μάχη σχεδόν 20.000 άνδρες έναντι λιγότερων των 400 υπερασπιστών που μπορούσαν ακόμα να σταθούν στα πόδια τους. Οι Ιππότες ντε Γκουράς και ντε Μιράντα που δεν μπορούσαν να σταθούν όρθιοι από τα τραύματα, δέθηκαν σε καρέκλες ενώπιον ρήγματος του τείχους μέσω του οποίου εξόρμησαν οι Τούρκοι.
Εκεί πολέμησαν μέχρις εσχάτων και αφού σκότωσαν πολλούς Τούρκους, κομματιάστηκαν κυριολεκτικά από τους αντιπάλους τους. Την ίδια τύχη είχε και ο γενναίος συνταγματάρχης Μας που πέθανε μαχόμενος με το σπαθί του κατά πλήθος εχθρών. Οι τελευταίοι υπερασπιστές, αφού άναψαν την πυρά – σινιάλο ότι το οχυρό έπεσε, πολέμησαν μέχρις ενός μπροστά από το παρεκκλήσιο του Αγίου Ιωάννου, στο οχυρό. Γλίτωσαν μόνο πέντε Μαλτέζοι που την τελευταία στιγμή βούτηξαν στη θάλασσα από τα τείχη και σώθηκαν κολυμπώντας
Μετά από 28 ημέρες μάχης, η φρουρά εξοντώθηκε, αλλά κατάφεραν να προκαλέσουν περίπου 8000 απώλειες, περίπου το 1/5 της συνολικής δύναμης εισβολής. Η θυσία της φρουράς επέτρεψε στις άλλες οχυρώσεις να αντέξουν για άλλους 2 μήνες, μέχρι που έφτασε
ενισχυτικό στράτευμα Σταυροφόρων 8.000 αντρών και έτρεψε τους Οθωμανούς σε φυγή. Η Πολιορκία της Μάλτας έμεινε στην ιστορία ως μια από τις μεγαλύτερες χριστιανικές νίκες ενάντιον των Οθωμανών για τους επόμενους 3 αιώνες.
Extra tip:Ανάμεσα στους αμυνόμενους στην πολιορκία της Μάλτας βρίσκονταν και 200 Έλληνες τακτικοί στρατιώτες, κυρίως αρκεβουζιοφόροι και μουσκετοφόροι ενώ πολύ σημαντική ήταν και η συμμετοχή του Βιτζέντζο Αναστάγκι (παραφθορά του Αναστάση). Γεννημένος στην Περούτζια, το 1531, αλλά καταγόμενος από τη Ραβέννα (με μακρινές ελληνικές ρίζες από την εποχή του "Βυζαντινού"Αυτοκράτορα Αναστασίου, ενώ μέλος της οικογένειας είχε νυμφευθεί την κόρη του στρατηγού Βελισάριου) ο Αναστάγκι είχε ενταχθεί στο Τάγμα του Αγίου Ιωάννη το 1563, δύο μόλις χρόνια πριν την τουρκική επίθεση, θέλοντας να πολεμήσει κατά των εχθρών του χριστιανισμού.

Δίκοπο οθωμανικό μαχαίρι.

 ΣΠΑΝΙΟ δίκοπο χειροποίητο μαχαίρι Οθωμανικής περιόδου με έντονα σκαλίσματα στην λάμα επτά ημισελήνων, συμβολίζοντας τις επτά Ηπείρους του πλανήτης μας, όπου με αυτόν τον τρόπο επεδείκνυαν τα μεγαλόπνοα σχέδια οι φανατικοί Οθωμανοί για την επέκταση της ‘’Αυτοκρατορίας’’ τους (δωρεά κ.Αντώνιου Σουλιώτη-Μόνιμο έκθεμα Βλαχογιάννειου Μουσείου).



Πηγή: Ιστορικός συλλέκτης Βέροιας

Η Καππαδοκία και η Κύπρος

Δύο τουλάχιστον φορές μεταφέρθηκαν χιλιάδες Καππαδόκες από την Καππαδοκία στην Κύπρο. Την πρώτη φορά επί του Αυτοκράτορα Νικηφόρου Β΄ Φωκά (καταγόταν από την Καππαδοκία), ο οποίος αφού κατανίκησε τον Αραβικό στόλο, έστειλε τον στρατηγό του Χαλκούτση να απαλλάξει (το 965 μ.Χ.) την Κύπρο από την αραβική κατοχή. 



Επειδή ο χριστιανικός πληθυσμός της Κύπρου είχε σημαντικά μειωθεί και οι Μουσουλμάνοι είτε σφάχθηκαν είτε πρόλαβαν να φύγουν για να γλυτώσουν τη σφαγή, ο Νικηφόρος Β΄ Φωκάς έστειλε από την ιδιαίτερη πατρίδα του την Καππαδοκία χιλιάδες Έλληνες χριστιανούς Ρωμιούς για να εποικίσουν την Κύπρο.  


Τη δεύτερη φορά η Κύπρος εποικίστηκε από χιλιάδες Καππαδόκες χριστιανούς-Ρωμιούς και εξισλαμισθέντες Καππαδόκες, επί του Σουλτάνου Σελίμ Β΄, αμέσως μετά την  κατάληψη της Κύπρου από τους Οθωμανούς το 1571 μ.Χ.. Έτσι, το μεγαλύτερο ποσοστό των Ελληνοκυπρίων και των λεγόμενων Τουρκοκυπρίων έχουν κοινή καταγωγή από την Καππαδοκία. Κατάγονται από Ρωμιούς Καππαδόκες κι από εξισλαμισθέντες πρώην Βυζαντινούς-Ρωμιούς Καππαδόκες. 


Μάλιστα κατά τον δεύτερο εποικισμό των Καππαδοκών (Ρωμιών Χριστιανών και εξισλαμισθέντων Βυζαντινών) επενέβη στον Σουλτάνο ο μεγάλος αρχιτέκτονας και γενίτσαρος Μιμάρ Σινάν [το πραγματικό του όνομα ήταν Ιωσήφ Δογάνογλου (της Γερακίνας γιός)], προκειμένου να εξαιρεθούν από τον υποχρεωτικό εποικισμό της Κύπρου οι Χριστιανοί Ρωμιοί κάτοικοι της  ιδιαίτερης πατρίδας  του, τους  Αγίους Αναργύρους (σήμερα Αγυρνά, Ağırna) της επαρχίας της Καισαρείας της Καππαδοκίας. Και πράγματι το αίτημά του έγινε αποδεκτό από τον Σουλτάνο Σελίμ Β΄. Κι έτσι γλίτωσαν από την εξορία-υποχρεωτική μετανάστευση στην Κύπρο οι κάτοικοι των Αγίων Αναργύρων της επαρχίας της Καισαρείας της Καππαδοκίας. Ο λόγος του μεγάλου Καππαδόκη αρχιτέκτονα Μιμάρ Σινάν εισακούστηκε, διότι είχε μεγάλο κύρος. Και μη ξεχνάμε άλλωστε ότι ο μεγάλος αρχιτέκτονας Μιμάρ Σινάν είχε κατασκευάσει, προς τιμήν του Σουλτάνου Σελίμ Β΄, το επιβλητικό τέμενος Σελιμιγιέ.


Νικόλαος Γ. Ιντζεσίλογλου

Ομότιμος Καθηγητής του ΑΠΘ


ΥΓ. Όπως ίσως το παρατηρήσατε, στο παραπάνω κείμενο έχω γράψει τη λέξη "γλύτωσαν" και "γλίτωσαν". Δηλαδή και με "ύψιλον" και με "γιώτα". Δεν υπάρχει ορθογραφικό λάθος. Η πιο σωστή γραφή είναι με "ύψιλον", ενώ με "γιώτα" είναι η γραφή στο πλαίσιο της απλοποίησης της γλώσσας.

 

Το ρήμα "γλυτώνω" προέρχεται απ' το μεσαιωνικό ρήμα "εκλυτώνω", που σημαίνει ελευθερώνω, χαλαρώνω, το οποίο προέρχεται με τη σειρά του απ' το κοινό ελληνιστικό επίθετο "ἔκλυτος" που σημαίνει αφημένος ελεύθερος, χαλαρός, που έχει ως αρχική ρίζα το γνωστό μας αρχαίο ελληνικό ρήμα "λύω".

Ο ελληνορθόδοξος κλήρος στρέφεται εναντίον της επαπειλούμενης απορρόφησης του από τη ρωσική εκκλησία το 1828

 Ο περίφημος φιλόσοφος σημειώνει:

«Ό έλληνορθόδοξος κλήρος, πού ένδιαφέρεται βαθιά γι' αύτό τό ζήτημα, πήρε θέση ύπέρ τοϋ status quo," δηλ. ύπέρ τής Πύλης. Διαμαρτύρεται en masse κατά της έπαπειλούμενης προστασίας, τήν όποία θέλει νά τούς έπιβάλει ό Ρώσσος αυτοκράτορας. Γενικά ό έλληνορθόδοξος πληθυσμός έπιθυμεϊ τήν ύποστήριξη της Ρωσσίας, όμως ΰπό τόν όρο, ότι δέν θά ύπάγεται στήν άμεση κυριαρχία της. 

Τοϋ δημιουργεί άπέχθεια ή*σκέψη δτι ή 'Ανατολική 'Εκκλησία, ποΰναι ή μητέρα τής Ρωσσικής Εκκλησίας, θά μπορούσε ποτέ νά ύποταχθεΐ στήν τελευταία, πράγμα πού θά γινόταν όπωσδήποτε, άν γίνονταν δεκτά τά σχέδια τοΰ ύπουργικοΰ συμβουλίου τής Πετρούπολης».

Marx


Η Ρωσία επεμβαίνει στα εσωτερικά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας καταλαμβάνοντας το Βουκουρέστι το 1853, υπέρ του αγώνα ανεξαρτησίας του Μαυροβουνίου.

 Στήν Courrier de Marseille τής 24ης τ.μ. διαβάζουμε:

((Είμαστε σέ θέση να άνακοινώσουμε στούς άναγνώστες μας τό περιεχόμενο μιας διακοίνωσης πού έπιδόθηκε στήν 'Υψηλή Πύλη άπό τόν κ. ντε Όζέροβ άμέσως μετά τήν άναχώρηση τοΰ κόμη Leiningen καί πρίν άπό τήν ώμή sortie "ΐ" τοΰ πρίγκηπα Μέντσικοβ μπροστά στά μάτια τοΰ Ντιβανιοϋ.· Τά κύρια σημεία, στά όποια άναφέρεται ή διπλωματική αύτή διακοίνωση, είναι τά έξης. Ό κόμης Νέσσελροντ παραπονείται έντονότατα δτι ή Πύλη, παρά τήν έπίσημη ύπόσχεσή της νά μή χτυπήσει τούς Μαυροβουνίους, διεξήγαγε αίματηρό πόλεμο έναντίον αύτοΰ τοΰ λαοϋ, πράγμα πού προκάλεσε μέγιστη δυσαρέσκεια στό ύπουργικό συμβούλιο τής Πετρούπολης. Γιά νά έξασφαλίσει στούς Μαυροβουνίους έπαρκή προστασία καί νά τούς προφυλάξει άπό νέες συμφορές, ή Ρωσσία καλεί τήν Πύλη νά άναγνωρίσει τήν όνεξαρτηαΐα τοϋ Μανροβοννίον.

Ή διακοίνωση περιείχε έπίσης μιά διαμαρτυρία έναντίον τοΰ άποκλεισμοΰ τής άλβανικής άκτής καί κατέληγε προβάλλοντας τήν άπαίτησην' άπολύσει ό σουλτάνος τούς ύπουργούς, τών ό ποίων ή δραστηριότητα δημιούργησε πάντοτε παρανοήσεις μεταξύ τών δύο κυβερνήσεων. Λέγεται δτι ή Τουρκία μετά τήν λήψη τούτης της διακοίνωσης έδειξε, άν καί μέ λύπη της, τήν διάθεση νά υποχωρήσει ώς πρός τήν άπόλυση τών ύπουργών, Ιδίως τοΰ Φουάτ έφέντη, γαμπρού τοΰ σουλτάνου, πού άντικαταστάθηκε μέ τόν Ριφάτ πασά, φίλο της Ρωσσίας. 'Ωστόσο ή Πύλη άρνήθηκε τήν άναγνώριση τής άνεξαρτησίας τοΰ Μαυροβουνίου. Άκριβώς τότε ό πρίγκηπας Μέντσικοβ, χωρίς προηγούμενα ν' άποδώσει τΙς συνηθισμένες τιμές στόν ύπουργό έξωτερικών καί περιφρονώντας δλους τούς διπλωματικούς τύπους, παρουσιάστηκε στό Ντιβάνι· καί ζήτησε ξεδιάντροπα άπό τό σώμα αύτό νά υποχωρήσει στίς άπαιτήσεις του. Τότε ή Πύλη έπικαλέστηκε τήν βοήθεια της 'Αγγλίας καί της Γαλλίας».



Απόψεις του Μαρξ για τη γερμανική εξωτερική πολιτική στην Ελλάδα το 1848

 Γερμανική έξωτερική πολιτική [και 'Ελλάδα] Neue Rheinische Zeitung, 3 'Ιουλίου 1848


Νά ύποκινοϋν τους λαούς τόν έναν έναντίον τοΰ άλλου, νά χρησιμοποιούν τόν ένα γιά νά καταπιέζουν τόν άλλο κι έτσι νά έξασφαλίζουν την μονιμότητα της άπόλυτης κυριαρχίας τους — αύτή ήταν ή τέχνη κι ή δουλειά τών ίσαμε τώρα έξουσιαστών καί τών διπλωματών τους. Ή Γερμανία έχει διαπρέψει άπό τήν άποψη αύτή... 'Ακόμα κι ίσαμε τήν 'Ελλάδα στάλθηκαν άσκέρια Γερμανών μισθοφόρων έπιφορτισμένα νά στηρίξουν τόν Θρονίσκο τοΰ καλού μας Οθωνα...

Marx



ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ Ειδωλοκλαστική προσδοκία

Ένα άρθρο που γράφτηκε πέρσι περίπου τέτοια εποχή...

 Φέτος ζήσαμε τη γιορτή της Παναγιάς του Δεκαπενταυγούστου χωρίς τον κρατικό «διάκοσμο» που, κάθε χρόνο, πλαισιώνει εθιμοτυπικά τον εκκλησιαστικό εορτασμό. Την απόφαση υπαγόρευσε η άμυνα απέναντι στην απειλή του «κορωνοϊού».



Η απουσία του κρατικού «διάκοσμου» από την εκκλησιαστική γιορτή ξαναθύμισε την αβελτηρία στις σχέσεις Εκκλησίας - κράτους, αβελτηρία που διαρκεί πολλές δεκαετίες, χωρίς να διαφαίνεται αλλαγή του επιπόλαιου συμβατικού κώδικα. Θυμίζω: Για να πετύχουμε οι Ελληνες την απελευθέρωσή μας από τους Τούρκους, δεχθήκαμε να γίνουμε κάτι άλλο από αυτό που είμασταν:

Είμασταν αυτοκρατορία, πολυεθνική - πολυφυλετική, βαλθήκαμε να γίνουμε μονοεθνικό κράτος – συμβατικό σχήμα οργανωμένης συμβίωσης νεόκοπο (το είχε γεννήσει τον 18ο αιώνα, στη Δύση, η φιλοσοφία του «Διαφωτισμού»). Ξεσηκωθήκαμε, για «να πάρουμε την Πόλη και την Αγια-Σοφιά» (με αυτό το όχημα οργανωμένης συμβίωσης ταυτίζαμε την ιστορική μας αναβίωση οι Ελληνες). Ομως υποχρεωθήκαμε να πιθηκίσουμε το δυτικό, ορθολογικό μοντέλο «κοινοβουλευτισμού», ωσάν να βγαίναμε μόλις από τη στυγνή αποικιοκρατία και οι δυνάστες μας μάς «τιμούσαν» με ολοκληρωτική αφομοίωση στο καλούπι τους.

Δεχθήκαμε ενθουσιωδώς να πειθαρχήσουμε στην απομίμηση, να εκτιμάμε την πολιτισμική μας διαφορά, επειδή οι πάτρωνές μας την οικειοποιήθηκαν με «αυτονόητες» πλαστογραφίες – ο Παρθενώνας και η Αγια-Σοφιά, ο Αισχύλος και ο Ρωμανός ο Μελωδός φάνταζαν στα μάτια μας, μόνο επειδή καμώθηκε ότι τους θαυμάζει η Δύση.

Τα σχολειά μας, τα πανεπιστήμια, οι κρατικοί θεσμοί, οι κοινωνικές αρθρώσεις και δομές, οι πολιτικές μας λειτουργίες, όλα, τυφλή απομίμηση της Δύσης. Τίποτα δικό μας, όλα αντιγραφή. Ακόμα και η Αρχαία Αθηναϊκή Δημοκρατία ήταν για μας θαυμαστή, μόνο επειδή προβάλαμε στα επιτεύγματά της προσομοιώσεις με το μοντέλο του μηδενιστικού Διαφωτισμού. Δεχθήκαμε να αυτοκαθοριζόμαστε στο «Σύνταγμά» μας σαν κράτος αθεϊστικό, που ανέχεται την Εκκλησία (τον ένσαρκο στον λαό πολιτισμό μας) σαν ποσοτικό, μετρητά υπέρτερο σύμπτωμα θρησκοληψίας («επικρατούσα θρησκεία»)!!

Δυο αιώνες τώρα, την ιστορική μας συνείδηση την κατασκευάζει ο δυτικός εκβιασμός (υπεροπλία και πλούτος), όχι η σπουδή της Ιστορίας. Για τη δυτική κοινή γνώμη (χιλιομαρτυρημένη) ο παγκοσμιοποιημένος «πολιτισμός» απόλυτης προτεραιότητας της οικονομίας δεν αφήνει το παραμικρό περιθώριο για το πολιτικό όραμα που σάρκωναν ο Παρθενώνας και η Αγια-Σοφιά. Η παγκοσμιοποιημένη δυναμική του Ελληνισμού έχει προγραμματικά εξαλειφθεί, χάρη στην καλοστημένη (από τη δυτική πολιτική πανουργία) γενοκτονία του μικρασιατικού και ποντιακού Ελληνισμού. Με ανεμπόδιστες τις φιλοδοξίες μεθοδικής ανασύστασης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από κεμαλιστές και αντικεμαλιστές, σε ολοφάνερη σύμπλευση.

Να είσαι Ελληνας δεν ήταν ποτέ φυλετική ιδιότητα, η ελληνικότητα ήταν πάντοτε κατόρθωμα (συνάρτηση καλλιέργειας) του κοινωνείν, άθλημα μετοχής στον «τρόπο» της πόλεως, σαρκωμένον στη γλώσσα και στις τέχνες. Είτε ως «εκκλησία του δήμου», είτε ως Δείπνο Ευχαριστίας, η κοινωνία των Ελλήνων ήταν πάντοτε «άθλημα αληθείας», στο πεδίο της πόλεως, της κοινότητας, της ενορίας.

Στους αντίποδες η Δύση: Προηγήθηκε ο εφιαλτικός θρησκευτικός ατομοκεντρισμός: η εκδοχή της σωτηρίας σαν ατομικού κατορθώματος – με νομική - δικαιική κατασφάλιση, αιώνιες αμοιβές και αιώνιες τιμωρίες. Η πρώτη εμφάνιση στην Ιστορία ολοκληρωτικής εξουσίας, η απανθρωπία του νομικισμού, της αντικειμενικής ορθότητας, της εξασφαλιστικής αυθεντίας. Ακολούθησε η επαναστατική Διαμαρτύρηση, για να εξασφαλίσει περισσότερη αυτονομία του εγώ, πληρέστερη θωράκιση της ακοινωνησίας του ατόμου. Με τελική, κορυφαία έκρηξη, τον συνεπή μηδενισμό του «Διαφωτισμού»: την ολοκληρωτική πίστη στην επάρκεια της ανθρώπινης νοημοσύνης, της σύμβασης, της συμφωνημένα αποδεκτής ορθότητας. Δεν υπάρχει κάτι εγκυρότερο για να εμπιστευθεί ο άνθρωπος από την αριθμητική πλειονότητα σύμφωνης γνώμης. Με μηδενισμένο κάθε «νόημα» της ύπαρξης, μη χρηστικό.

Οι Δυτικο-ευρωπαίοι, κοσμοκράτορες στον 19ο αιώνα, δέχθηκαν το αίτημα ελευθερίας των εξεγερμένων ενάντια στην οθωμανική τυραννία Ελλήνων. Με όρους: Να σχηματίσουν «κράτος», με τις προδιαγραφές που έθετε ο Διαφωτισμός, η δυτικο-ευρωπαϊκή κοσμοκυριαρχία. Να πρωτεύει η σύμβαση («Σύνταγμα»), όχι το «νόημα» και οι στοχεύσεις στο «αληθές». Τέρμα το όραμα «της Πόλης και της Αγια-Σοφιάς», η διαχρονική συνέχεια του πολιτισμού, η ταυτόχρονη διαχείριση αρχαίας Ελλάδας και χριστιανικού «νοήματος». Το ιστορικό παρελθόν των Ελλήνων, άγνωστο πια και ακατανόητο, προκλητικά αφελές ή και γελοίο στα ρητορεύματα του ξύλινου ραδιοτηλεοπτικού λόγου, στην ένοπλη πλαισίωση παρέλασης άγιων Εικόνων, είναι μια οδυνηρότατη πρόκληση επίδειξης της εθελοδουλείας που διαδέχθηκε την ευγνωμοσύνη μας στην Υπέρμαχο Στρατηγό.

Χίλιες φορές καλύτερα ο αυθόρμητος (όσος απομένει) λαϊκός γιορτασμός της Παναγιάς του Δεκαπενταυγούστου, χωρίς τον κρατικό «διάκοσμο» της Γιορτής – να πάψει η ωμή κοροϊδία: ένα καταστατικά άθεο κράτος να μακιγιάρεται με πρωτόγονα θρησκευτικά φτιασίδια, για να μη δυσαρεστήσει διανοητικά καθυστερημένους ψηφοφόρους, έτοιμους να προσλάβουν σαν πατριωτισμό τη χυδαία αγυρτεία.

Από τους επαγγελματίες της αλλοτριωμένης ώς το μεδούλι εξουσίας, δεν μπορούμε οι πολίτες να περιμένουμε τίποτα. Βαθύτερα και πιο αηδιαστικά παρηκμασμένοι μοιάζει να είναι οι επαγγελματίες της θρησκειοποιημένης κρατικής εκκλησίας. Η διαφορά είναι στη δυναμική του λειτουργήματος: Ενας αληθινός επίσκοπος μπορεί να αλλάξει, όχι μια επαρχία, αλλά μια χώρα (και όχι μόνο).

Η υπουλη τακτική εξόντωσης των Αρμενίων από τους Τούρκους το 1915...

Για  τους  Αρμένηδες,  μελετούσαν  άλλα  «μέτρα»  οι  Νεότουρκοι,  πιο  αποτελεσματικά.  Έτσι, τον  δεύτερο  χρόνο  του  πολέμου  —1915—  βρίσκοντας  αφορμή  κάποιο  κίνημά  τους  στο  Βαν, αποφασίσαν τον αφανισμό  τους με την γενική σφαγή. 




Προσεχτικοί,  ωστόσο,  δεν  πήραν  με  το  άγριο  τους  Αρμένηδες  για  να  μη  βρεθούν  μπροστά σε  αναπάντεχη  αντίσταση.  Δουλέψανε  με  σύστημα,  σοφά,  μελετημένα,  αρχίζοντας καλοσυνάτα  με  μια  πολύ καθώς  πρέπει  επίσημη «δήλωση»,  που  δημοσιεύτηκε  στις εφημερίδες,  κι  όπου  εξηγούσαν  πολύ  ευγενικά,  ότι,  τίποτα  δεν  είχε  να  φοβηθή  κανένας Αρμένης  γιατί  τα  «εξαιρετικά  μέτρα  τα  οποία  αναγκάζεται  να  λάβη  το  Κράτος»  αποβλέπουν στην  εξασφάλιση...  της  ησυχίας  και  της  ασφάλειας  όχι  μόνο  των  Τούρκων,  αλλά  και  των ίδιων  των  Αρμένηδων. 

 Αληθινό  μνημείο  υπουλότητας  είναι  η  «δήλωση»  που  δημοσιεύτηκε στις  13  Ιουνίου  1915,  γι'  αυτό  κι  αξίζει  να  μεταφέρω  εδώ  μερικές  από  τις  ανεξίκακες γραμμές της: «Οι  συμπολίται  μας  Αρμένιοι  —άρχιζε—  συνεπεία  εξωτερικών  εισηγήσεων  παρασυρόμενοι εις  σφαλεράς  και  ανατρεπτικάς  ιδέας,  διαταράσσουσι  την  ιδίαν  αυτών  ησυχίαν  και  τα συμφέροντα,  συνάμα  δε  την  ησυχίαν  και  την  ασφάλειαν  της  Οθωμανικής  Αυτοκρατορίας». Γι'  αυτό λοιπόν: «...  Το  Κράτος  ευρέθη  εις  την  ανάγκην  να  αποστείλη  την  Αρμενικήν  Κοινότητα  (έθνος)  εις μέρη  τα  οποία  έχει  ετοιμάσει  εις  τας  Γενικας  Διοικήσεις  του  εσωτερικού,  ίνα  κατοικήσουν εκεί  μέχρι  τέλους  του  πολέμου.  Ούτω  αποφασίζεται: 

 1)  Εξαιρουμένων  των  ασθενών, άπαντες  οι  Αρμένιοι  είναι  υποχρεωμένοι  πέντε  ημέρας  μετά  την  παρούσαν  δήλωσιν,  ν' αναχωρήσουν  συνολικώς  κατά  χωρία  και  συνοικίας  υπό  την  φρούρησιν  και  συνοδείαν  της χωροφυλακής. 
 2)  Κατά  την  αναχώρησιν  αυτών  είναι  ελεύθεροι  να  συναποκομίσουν  εκ  των κινητών  όσα  επιθυμούν,  απαγορεύεται  όμως  να  πωλούν  τα  κτήματα  και  τας  γαίας  αυτών και  τα  περιπλέον  κινητά  και  να  τ'  αφήνουν  εις  τον  μεν  και  τον  δε.  Διότι  της  απουσίας  αυτών ούσης...  προσωρινής  (!)  θα  φυλαχθώσιν  εις  δέματα  εντός  στερεών  και  υπό  την  επιτήρησιν της  κυβερνήσεως  φυλαττομένων  οικοδομών,  κατά  δε  την...  επιστροφήν  των  (!)  θα επιστραφούν  αυτούσια  εις  αυτούς  τους  ιδίους.  
3)  Δια  την  εξασφάλισιν  της  καθ'  οδόν ησυχίας  αυτών  ητοιμάσθησαν  ξενώνες  (χάνια)  και  κατάλληλα  οικήματα  και συνεπληρώθησαν  τα  μέτρα  της  ασφαλούς αφίξεως  αυτών  εις  τας  προσωρινάς  αυτών κατοικίας  χωρίς  να  εκτεθούν  εις  καμμίαν  υπερβασίαν  και  επίθεσιν.  
4)  Κατά  των επιτιθεμένων  κατά  της  περιουσίας,  της  ζωής  και  της  τιμής  ενός  ή  περισσοτέρων  Αρμενίων τα αποσπάσματα  της  χωροφυλακής  θα  κάμουν  χρήσιν  των  όπλων,  όσοι  δε  εξ  αυτών συλληφθούν  ζώντες,  θα  αποσταλούν  εις  το  στρατοδικείον  και  θα  καταδικασθούν  εις θάνατον». 

Τόσο  πολύ,  δηλαδή,  θα  φρόντιζε  το  τουρκικό  κράτος  για  την  προστασία  της  ζωής,  της  τιμής και  της  περιουσίας  των  Αρμένηδων,  ώστε  δήλωνε  επίσημα  ότι  όποιος  Τούρκος  πείραζε  στο δρόμο Αρμένη,  θα...  τουφεκιζόταν  επί  τόπου. 

Πηή : Ψαθας, Γη του Ποντου

Κήρυγμα παντουρκισμού στα σχολικά βιβλία

Μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016, όμως, απελευθερώθηκαν όσοι Τούρκοι πολιτικοί, στοχαστές και εκπαιδευτικοί πρεσβεύουν τη δημιουργία μιας νέας «σκληρής» τουρκικής συνείδησης με όραμα και πίστη στην τουρκική ανωτερότητα έναντι άλλων λαών και πολιτισμών σε παγκόσμιο επίπεδο. Το κίνητρο είναι πολιτικό και μεσσιανικό ταυτόχρονα. Ο Ερντογάν δεν θέλει απλώς να επιβληθεί σήμερα, αλλά να αλλάξει την ιστορική πορεία της χώρας του. Μέσα από την αλλαγή του τρόπου αυτοπροσδιορισμού των Τούρκων ενισχύεται ο διπλός στόχος της αναβίωσης μιας νεοοθωμανικής εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης με στοιχεία αυτοκρατορικής αυτοπεποίθησης και παράλληλα της μετατροπής των πρώτων εκατό ετών μιας κοσμικής δημοκρατίας με ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά σε ιστορική παρένθεση.




Ολα αυτά αποτυπώνονται σε μια ανάλυση 28 τουρκικών σχολικών βιβλίων που ανανεώθηκαν σε βάθος μετά το 2016 και κυκλοφόρησαν τα τελευταία δύο χρόνια. Η ανάλυση έχει τίτλο «Η επανάσταση του Ερντογάν στα τουρκικά σχολικά βιβλία» (The Erdogan Revolution in the Turkish Curriculum Textbooks). Η έρευνα αυτή διενεργήθηκε πρόσφατα από ένα βρετανικό και ένα ισραηλινό ινστιτούτο και αποκαλύπτει ότι η Τουρκία πλέον υπερβαίνει τη Σαουδική Αραβία ως το επίκεντρο της δυτικής κριτικής σε ό,τι αφορά τη διάδοση μηνυμάτων εθνικισμού με ιστορική και πατριωτική επίφαση που νομιμοποιεί και ενδυναμώνει ιδέες ρατσισμού και μισαλλοδοξίας. Το Ισραηλινό Ινστιτούτο Ειρήνης και Πολιτισμικής Ανεκτικότητας στη Σχολική Εκπαίδευση (Impact-Se) και το βρετανικό ερευνητικό κέντρο Henry Jackson Society καταλήγουν στην εκτίμηση ότι το τουρκικό εκπαιδευτικό σύστημα, που ήταν έως πρόσφατα υπόδειγμα στον μουσουλμανικό κόσμο για την κοσμική προσέγγισή του καθώς συνδύαζε την ανεκτικότητα απέναντι στις μειονότητες με την αναγνώριση των κουρδικών ως μειονοτικής γλώσσας, έχει πλέον διολισθήσει σε μια συστηματικά θετική παρουσίαση αρχών και συλλήψεων όπως ο ιερός πόλεμος (τζιχάντ), η μετατροπή του στρατιώτη σε μάρτυρα όταν πεθαίνει στη μάχη καθώς και στην ανάδειξη του νεοοθωμανισμού και του παντουρκισμού ως καθοδηγητικών εθνοθρησκευτικών κοσμοθεωριών. 

Αναφέρεται επίσης ότι η σχολική εκπαίδευση στρέφεται αποκλειστικά στις διδαχές του σουνιτισμού και καλλιεργεί κλίμα συμπάθειας για τα κίνητρα του Ισλαμικού Κράτους (ISIS) και της Αλ Κάιντα. Παρά τις μεταβολές που ήδη είχαν συμβεί στην εκπαίδευση από το 2002 και μετά, οι αλλαγές της τελευταίας τριετίας αντιπροσωπεύουν την πρώτη πραγματική παρέμβαση που έγινε στα σχολικά βιβλία κατά την περίοδο Ερντογάν. «Οι αλλαγές στο εκπαιδευτικό σύστημα είναι η πιο σοβαρή πλευρά της εποχής Ερντογάν στην Τουρκία σε ό,τι αφορά την εσωτερική πολιτική», λέει στην «Κ» ο συγγραφέας και αναλυτής Σονέρ Τσαγαπτάι, επικεφαλής του «Προγράμματος για την Τουρκία» στο Washington Institute. «Κατά την άποψή μου, η αιτία που η Τουρκία λειτουργούσε με επιτυχία ως κοσμική κοινωνία και δεν χαρακτηριζόταν από θρησκευτικό ριζοσπαστισμό ήταν η ύπαρξη ενός κοσμικού δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος. Τα τελευταία χρόνια το σύστημα αυτό έχει αποδυναμωθεί».

Οι μετριοπαθείς αναλυτές διατηρούν επιφυλάξεις για το εύρος των φιλοδοξιών του Ερντογάν και συγκλίνουν στην εκτίμηση ότι ο Τούρκος πρόεδρος προσπαθεί να τηρήσει μια ευαίσθητη ισορροπία ανάμεσα στις δυτικές απαιτήσεις για την αποκατάσταση των δημοκρατικών αρχών και ελευθεριών και στις σκληρές στάσεις και θέσεις που οφείλει να υποστηρίζει εάν θέλει να εξασφαλίσει μια ηγετική θέση για την Τουρκία στο παγκόσμιο Ισλάμ, που περιλαμβάνει τη Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Ιράν και την Ινδονησία. Σημειώνεται ότι ο Ερντογάν συνεχίζει να υποστηρίζει τους «Αδελφούς Μουσουλμάνους», οι οποίοι μετακινήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη έπειτα από τον διωγμό τους από την Αίγυπτο το 2013, έστω κι αν οι τουρκικές αρχές ζήτησαν πρόσφατα από τρία τηλεοπτικά κανάλια φίλα προσκείμενα στους «Αδελφούς» που εδρεύουν στην Κωνσταντινούπολη να μετριάσουν τους τόνους της κριτικής τους κατά της κυβέρνησης της Αιγύπτου.

Οι «ευσεβείς Τούρκοι»

Η αλλαγή των σχολικών εγχειριδίων από τον Τούρκο πρόεδρο αποσκοπεί τόσο στην εξυπηρέτηση του στόχου του για την ανατροφή μιας νέας γενιάς «ευσεβών Τούρκων», όσο και στην εδραίωση της θέσης του στις συνειδήσεις των όπου γης σουνιτών μουσουλμάνων. Ωστόσο, όπως σημειώνει σε άρθρο του ο Τζέιμς Ντόρσι, ανώτατος συνεργάτης του ισραηλινού Begin Sadat Center for Strategic Studies (BESA), «οι αναφορές σε Χριστιανούς και Εβραίους σε τουρκικά σχολικά εγχειρίδια ως “απίστων” αντί της κλασικής αναφοράς ως “Ανθρώπων της Βίβλου”, μπορεί να συναντά την επιδοκιμασία σε μερίδα του μουσουλμανικού κόσμου, αλλά υπονομεύει ταυτόχρονα τον ισχυρισμό του Ερντογάν ότι επιθυμεί μια πολιτική συνεργασίας και συμφιλίωσης με τη Δύση». 


Και παρά το γεγονός ότι στα νέα βιβλία υπάρχουν θετικές αναφορές στον εβραϊκό και τον ιουδαϊκό πολιτισμό και για πρώτη φορά αναφέρεται το Ολοκαύτωμα, τα βιβλία αυτά έρχονται σε αντίθεση με ένα κλίμα θετικών μεταρρυθμίσεων που χαρακτηρίζει εσχάτως την εκπαίδευση στη Σαουδική Αραβία, στην Ινδονησία και στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Ο Μάρκους Σεφ, διευθύνων σύμβουλος της Impact-Se, τονίζει ότι «η ιδέα πως η τζιχάντ είναι σήμερα κομμάτι του τουρκικού εκπαιδευτικού προγράμματος και ότι εξιδανικεύεται η ιδέα του μαρτυρίου στη μάχη μπορεί να συμβαδίζει με όσα ήδη γνωρίζουμε για τον Ερντογάν, αλλά εξακολουθεί να αποτελεί σοκ».


Παντουρκισμός και νεοοθωμανισμός στα σχολεία

Η σύνθεση του παντουρκισμού με τον νεοοθωμανισμό αποκαλύπτει ότι σημαντικό τμήμα της σημερινής ηγετικής τάξης της Τουρκίας θεωρεί ότι ηγείται ή ότι πρέπει να ηγηθεί των μουσουλμάνων ολόκληρου του κόσμου. Η τάση αυτή εκδηλώθηκε αμυδρά το 1991 μετά την πτώση της Σοβιετικής Eνωσης, όταν χάρτες με το ευρύτερο τουρκικό – ασιατικό τόξο εμφανίστηκαν για πρώτη φορά και αφορούσαν εθνότητες υπό τους Σοβιετικούς που εξελίχθηκαν σε ανεξάρτητα έθνη-κράτη. Ουσιαστικά όμως εμφανίστηκε το 2015, όταν άρχισε η συνεργασία του Ερντογάν με το ακροδεξιό Κόμμα Εθνικιστικού Κινήματος του Ντεβλέτ Μπαχτσελί και επιταχύνθηκε μετά το 2016. 

Ο παντουρκισμός είναι μια πολιτική και εθνικιστική ουτοπία. Μέσα από αναφορές στην πολιτική και διοικητική ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας διατυπώνεται το όραμα ενός κόσμου που θα είναι καλύτερος όταν θα ηγείται σε αυτόν το τουρκικό έθνος. Στη φιλοδοξία αυτή προστίθεται ο νεοοθωμανισμός. Τα δύο πρότυπα αλληλοσυμπληρώνονται αφού ο νεοοθωμανισμός προσφέρει πολιτιστικό περιεχόμενο στο πολιτικό όραμα του παντουρκισμού. Αναφέρεται ότι ο οθωμανικός πολιτισμός διευρύνθηκε μετά την υιοθέτηση του Ισλάμ από τους Τούρκους και εκτείνεται από τη Δυτική Κίνα και τη Σιβηρία ώς τη Βοσνία. Το Ισλάμ αναβαθμίζεται σε αναπόσπαστο στοιχείο της εθνικής ταυτότητας. Πρόκειται για μια επιχείρηση αναστήλωσης και ανακαίνισης μιας παλαιότερης εκδοχής εθνικής ταυτότητας που εγκαταλείφθηκε από τον Κεμαλισμό. Η τάση ενός τουρκικού εξαιρετισμού που αντιστέκεται στην «αφομοίωση» στο δυτικό πλαίσιο είναι ισχυρή και σαφώς εκφράζεται από τον πρόεδρο Ερντογάν, αν και ο «ευρωπαϊκός αντίλογος» είναι εξίσου ισχυρός στην τουρκική κοινωνία.

Στο πλαίσιο αυτό είναι έντονη πλέον η παρουσία της έννοιας της τζιχάντ (ιερός πόλεμος) στα σχολικά βιβλία, ενώ εισάγονται όλο και περισσότερα στοιχεία της σαρίας, του νομικού κώδικα του Ισλάμ. Δεν θα πρέπει αυτό να παρερμηνευτεί καθώς ούτε εισάγεται συνολικά η σαρία, ούτε η πλειονότητα των Τούρκων την αποδέχεται εξ ολοκλήρου. Και ούτε η σαρία σημαίνει μόνον «σωματική ποινή», όπως πιστεύεται στη Δύση. Eίναι ένα ευέλικτο σύστημα κανόνων που κάποιοι τηρούνται και άλλοι αγνοούνται. Λίγοι μουσουλμάνοι, οι απόλυτα ευσεβείς, εφαρμόζουν τη σαρία στο σύνολό της, όπως σε άλλες θρησκείες αντίστοιχες μειοψηφίες μπορεί να ακολουθούν αυστηρά τυπικά. Ωστόσο, η αναβάθμιση της σημασίας της σαρίας στο μέχρι πρότινος κοσμικό κράτος της Τουρκίας συγκεντρώνει την προσοχή, όπως θα συγκέντρωνε στην Ελλάδα μια πιθανή αναβάθμιση της Παλαιάς Διαθήκης. 


Την ώρα που κεφάλαια για τη δαρβινική θεωρία αφαιρέθηκαν από τη μέση εκπαίδευση, οι μαθητές διδάσκονται ότι ένας μουσουλμάνος δεν μπορεί να είναι αληθινός πιστός αν δεν μάχεται στο όνομα του Αλλάχ. Ασφαλώς, και πάλι, όσο κι αν αυτό προκαλεί σοκ στη Δύση, αξίζει να θυμηθούμε ότι ανάλογη σύνδεση θεοτήτων και αγίων με τον πόλεμο και τις μάχες έχουν παρατηρηθεί διαχρονικά σε κάθε χώρα και πολιτισμό (και όχι μόνο στις «Σταυροφορίες»). Η Τουρκία βεβαίως περνάει σήμερα μία περίοδο όπου αποδίδεται μια ολοένα και μεγαλύτερη έμφαση σε αυτές τις συνδέσεις, την ίδια ώρα που μια ανάλογη σημειολογία έχει υποχωρήσει στην Ευρώπη και στην Ελλάδα, χωρίς όμως να έχει εγκαταλειφθεί.


Κύριο μέλημα των αρχιτεκτόνων της νέας εκπαιδευτικής πολιτικής της Aγκυρας είναι η ταύτιση θρησκείας και εθνικισμού με στόχο την εμφύσηση στη νέα γενιά μιας εθνικής συνείδησης με εθνικιστικά χαρακτηριστικά. Ακριβώς γι’ αυτό η έννοια της τζιχάντ δεν περιορίζεται στο θρησκευτικό πεδίο, αλλά αποκτά και μια εθνικιστική διάσταση εφόσον αναφέρεται ως στόχος της «η προστασία της πατρίδας». Η «τουρκική λεκάνη» προσδιορίζεται ως μια περιοχή από την Κεντρική Ασία ώς την Αδριατική. Η τουρκική κυριότητα διατυπώνεται έμμεσα και προσεκτικά καθώς συνδέεται με το οθωμανικό πολιτισμικό αποτύπωμα των τελευταίων έξι αιώνων. 


Στην Ελλάδα, όπου συχνά διαπιστώνουμε το ελληνικό αποτύπωμα χιλιετιών σε ολόκληρο τον δυτικό κόσμο, ίσως δεν θα πρέπει να θεωρείται αδιανόητο που οι Τούρκοι επιχειρούν να ιχνηλατήσουν κι αυτοί την παρουσία τους σε μια αναγκαστικά μικρότερη χρονική και γεωγραφική έκταση αφού η εμβέλεια, η ακτινοβολία και η ιστορία του οθωμανικού (όπως και σχεδόν κάθε άλλου) πολιτισμού ασφαλώς δεν είναι ανάλογη του ελληνικού. Ο ελληνικός και ελληνοχριστιανικός πολιτισμός άλλωστε έχει αφήσει ανεξίτηλο αποτύπωμα στην Ιωνία και στον Εύξεινο Πόντο (από την Παναγία Σουμελά στον Πόντο και το Οικουμενικό Πατριαρχείο στην Πόλη ώς τη Βιβλιοθήκη της Εφέσου), αν και τα συγκεκριμένα αποτυπώματα από τον διάλογο των πολιτισμών μέσα στον γεωγραφικό χώρο της σημερινής Τουρκίας δεν θα μπορούσαν να βρίσκονται στην «αιχμή» της σημερινής τουρκικής εκπαιδευτικής πολιτικής. 


Οπως επίσης δεν αναδεικνύεται η ισχυρή ελληνική παρουσία στη διοίκηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ιδίως κατά τους πρώτους αιώνες της άνθησης. Αρνητική μεταβολή αποτελεί πάντως το γεγονός ότι η κουρδική γλώσσα δεν προσφέρεται πλέον ως επιλογή στα περισσότερα τουρκικά σχολεία, ενώ το εκπαιδευτικό σύστημα κατατάσσει τους πολίτες σε τρεις κατηγορίες: στους πιστούς (μουσουλμάνοι), στους υποκριτές (μουσουλμάνοι που πολιορκούν τους πιστούς με πειρασμούς) και στους απίστους (όλοι οι μη μουσουλμάνοι). 


Τέλος, η πρώτη εβδομάδα κάθε ακαδημαϊκού έτους αφιερώνεται στην καταδίκη της απόπειρας πραξικοπήματος του 2016 και η αποτυχία του εορτάζεται με επιλεγμένες αναφορές στη λογοτεχνία, στην ιστορία και στις κοινωνικές και θρησκευτικές σπουδές.


Οι ‘Ελληνες

«Τούρκοι στην Ελλάδα» είναι η μάλλον αναμενόμενη ονομασία και περιγραφή που αποδίδεται στους Eλληνες μουσουλμάνους της Θράκης στις σελίδες 179-180 του βιβλίου «Σύγχρονη Τουρκική και Διεθνής Ιστορία». Αρχικώς παρουσιάζεται η τουρκική προσέγγιση για τη ζωή των Ελλήνων μουσουλμάνων κατά την περίοδο 1960-1980. Αναφέρεται ότι το ελληνικό κράτος είχε προχωρήσει σε αφαίρεση της ελληνικής ιθαγένειας από όσους είχαν τουρκική καταγωγή. Οι πολιτικές που εφαρμόστηκαν εκείνη την εποχή προβάλλονται μέσα από ένα πρίσμα μεγέθυνσης των εντάσεων. Η Αθήνα παρουσιάζεται ως μια αυταρχική κεντρική αρχή, η οποία κατηγορείται ότι επέβαλε απαγορεύσεις στην αγορά και ενοικίαση ακινήτων από τους Eλληνες μουσουλμάνους, επέδειξε εχθρότητα απέναντι στην τουρκική γλώσσα, προχώρησε στην περιχαράκωση των αποκαλούμενων ως «τουρκικών χωριών» και αποφάσισε τη δήμευση περιουσιών και την επιβολή υψηλών φόρων. Το τουρκικό πογκρόμ κατά των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης το 1955 δεν αναφέρεται καθόλου. Σύμφωνα με την έκθεση του βρετανικού και του ισραηλινού ινστιτούτου, οι σταθερές αναφορές στη διαρκή αντιπαράθεση ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία με επίκεντρο την Κύπρο δεν έχουν μεταβληθεί και ασφαλώς διατηρούνται στις νέες εκδόσεις του βιβλίου. Ιδιαίτερη εντύπωση έχει προκαλέσει η συμπερίληψη στο βιβλίο «Σύγχρονη Ιστορία» του χαρακτηρισμού των ΗΠΑ ως «κράτους-υποστηρικτή της τρομοκρατίας». Η Ουάσιγκτον κέρδισε αυτό το «παράσημο» λόγω της υποστήριξης που παρείχε στους Κούρδους στη Συρία. Είναι η πρώτη φορά που οι ΗΠΑ αναφέρονται με αρνητικό τρόπο σε τουρκικό σχολικό εγχειρίδιο.

Πηγή: Καθημερινή

Τίτλοι και προσφωνήσεις στην Οθωμανική αυτοκρατορία.

 

sultanτίτλος για το σουλτάνο, τις γυναίκες του, και τα παιδιά του
padişahμονάρχης, σουλτάνος
hanτίτλος προσφώνησης μετά το όνομα του σουλτάνου
sadrazamπρωθυπουργός (μεγάλος βεζίρης)
vezirυπουργός, βεζίρης
paşaΠεριφερειάρχης
valiΟ επίσημος τίτλος του Πασά
has odabaşıυπεύθυνος για το δωμάτιο του σουλτάνου
şehzadeπρίγκηπας (ηγεμόνας), γιος του σουλτάνου
haremχαρέμι
valide sultanμητέρα του σουλτάνου
hasekiευνοούμενη στο χαρέμι, υποψήφια για το σουλτάνο
haseki sultanμητέρα αγοριού, διαδόχου του σουλτάνου
haseki kadınγυναίκα που είχε γεννήσει κορίτσι από το σουλτάνο
kalfaγυναίκα επόπτης του χαρεμιού
hatunκυρία, γυναίκα
cariyeπαλλακίδα, υπηρέτρια
gedikli cariyeπαλλακίδα σε αναμονή για πρόσκληση από το σουλτάνο
kızlar ağasıμαύρος ευνούχος, αρχηγός του χαρεμιού
kanuniνομοθέτης
kadıκαδής, δικαστής
seraskerαρχηγός του στρατού
kapudan paşaναύαρχος
binbaşıδιοικητής χιλίων ανδρών
ağaαξιωματικός, όργανο της τάξης
yeniçeriνέοι στρατιώτες, γενίτσαροι
kaymakamδιοικητής μίας μικρής επαρχίας
beyτίτλος χαμηλότερος του Πασά, σε πολιτικούς και στρατιωτικούς διοικητές
çelebiαξιότιμος - προσφώνηση
hocaδάσκαλος
lalaπαιδαγωγός - λάλας - διακεκριμένος δάσκαλος του γιου του σουλτάνου
dervişφτωχός, περιπλανώμενος
gavurμη μουσουλμάνος
dönmeκάποιος που ασπάστηκε τον ισλαμισμό
bostancıκηπουρός του παλατιού
köleσκλάβος, δούλος

Χαρακτηριστικές φράσεις από το σήριαλ "Σουλεϊμάν ο μεγαλοπρεπής - Muhteşem Yüzyıl":
- Hünkarım! - Εξοχότατε! (Προσφώνηση σουλτάνου)
- Aslanım! - Λιοντάρι μου! (Η μητέρα προς το γιο)
- Destur. Sultan Süleyman Han hazretleri! - Στην άκρη. Η αυτού εξοχότης σουλτάνος Σουλεϊμάν!




Πηγή: Turkish

Η επαρχία Φιλιππουπόλεως Βουλγαρίας στα χρόνια της Τουρκοκρατίας.

 Το 1344 η Φιλιππούπολη καί τά γύρω κάστρα περνούν ύπο την εξουσία τού Βούλγαρου τσάρου Ιωάννη Αλέξανδρο (1331 – 1371). Αυτά τα κάστρα δεν κατακτήθηκαν με στρατιωτική δύναμη, αλλά παραχωρήθηκαν στό βουλγαρικό κράτος από την βυζαντινή κυβέρνηση βάση της συμφωνίας ανάμεσα στον τσάρο Ιωάννη Αλέξανδρο από την βουλγαρική πλευρά καί τούς αντιβασιλείς τού ανήλικου αυτοκράτορος Ιωάννη Ε’ Παλαιολόγο, αυτοκράτειρα Άννα της Σαβοϊας, ο μεγάλος δούκας Αλέξιος Απόκαυκος καί ο Πατριάρχης από την βυζαντινή πλευρά. 





Σε αυτή την ιστορική στιγμή στην Βυζαντινή αυτοκρατορία είχε ξεσπάσει εμφύλιος πόλεμος ανάμεσα στον Ιωάννη Καντακουζηνό καί τούς αντιβασιλείς τού νόμιμου αυτοκράτορος Ιωάννη Ε’ Παλαιολόγο. Ο Ιωάννης Καντακουζηνός είχε αναγορευθεί από το στρατό τού αυτοκράτορας μέ το όνομα Ιωάννη ΣΤ’. Είχε συμμαχήσει με τον Γιουμέρ πασά της Σμύρνης καί είχε μεταφέρει τουρκικά στρατεύματα στην Βαλκανική χερσόνησο. Ο Ιωάννης Αλέξανδρoς έπρεπε να βοηθήσει στούς αντιβασιλείς τού νόμιμου αυτοκράτορος Ιωάννη Ε’ Παλαιολόγου στον αγώνα τούς κατά τον Ιωάννη Καντακουζηνό. Ο Ιωάννης Αλέξανδρος είχε καί προσωπικούς λόγους να βοηθήσει στον νόμιμο αυτοκράτορα. 

Τα τουρκικά στρατεύματα σύμμαχοι τού Καντακουζηνού είχαν αρχίσει τις επιθέσεις καί τις καταστροφές καί στην Βουλγαρία. Έτσι βάση τού σύμφωνου ειρήνης η Φιλιππούπολη καί τα κάστρα Στενήμαχος, Τσέπενα, Περίσιτσα, Αγία Ιουστίνα, Κρίτσιμ, Αετός, Βέαδνος, Κοστνικός περνούσαν στην βουλγαρική επικράτεια. Στην Ιερά Μονή Μπατσκόβου εμφανίζεται ένα μεγάλο πορτραίτο τού τσάρου Ιωάννη Αλέξανδρο, πού απεικονίζεται με αυτοκρατορική ενδυμασία, κρατώντας τα σύμβολα της αυτοκρατορικής εξουσίας. Έχει καί ελληνική επιγραφή πού λέει: «Ο Ιωάννης εν Χριστό πιστός βασιλεύς καί μονοκράτωρ Βουλγάρων καί Ρωμαίων ο Αλέξανδρός». Η προσάρτηση της Βόρειας Θράκης από την Βουλγαρία το 1344 ήταν η τελευταία εδαφική προσάρτηση στην ιστορία τού Δεύτερου Βουλγαρικού κράτους.

 Οί Βαλκανικοί ηγεμόνες δεν είδαν τον κίνδυνο πού ερχόταν από την Ανατολή. Αυτός ο κίνδυνος ήταν οί Οθωμανοί Τούρκοι. Τα τρία βαλκανικά κράτη ήταν πλέον αδύνατα καί χωρισμένα σε μικρά κρατίδια. Η Φιλιππούπολη ήταν στά χέρια των Βουλγάρων από το 1344. Στην πόλη υπήρχε βουλγαρική φρουρά. Ο μητροπολίτης Φιλιππουπόλεως υπαγόταν στο Πατριαρχείο τού Τυρνόβου. Αυτό φαίνεται από την παρουσία τού μητροπολίτη Μανουήλ στην Σύνοδο τού Τυρνόβου το 1359. Δέν είναι γνωστές λεπτομέρειες γιά την πολιτική καί την εκκλησιαστική ζωή στην πόλη μέχρι την κατάκτηση της από τούς Τούρκους. 

Αλλωστέ δέν είναι γνωστό καί ποίο έτος κατακτήθηκε. Γιά την Αδριανούπολη καί γιά την Φιλιππούπολη οί ιστορικές πηγές δεν μας ξεκαθαρίζουν πότε κατακτήθηκαν. Γιά τηνκατάκτηση της Αδριανουπόλεως έχουν ειπωθεί πολλές γνώμες πού καλύπτουν τα χρονολογικά πλαίσια 1359 – 1361 μέχρι 1376 – 1377. Αυτές οί γνώμες βασίζονται σε βυζαντινές, βενετσίανικες καί σερβικές πηγές. Τα χρονολογικά πλαίσια πού προτείνουν οί τουρκικές πηγές είναι 1359 – 1361. Δεν έχει αμφιβολία ότι η Αδριανούπολη κατακτήθηκε πολύ αργότερα από την χρονολογία πού προτείνουν οί τουρκικές πηγές.

Τελευταία επιβλήθηκε η γνώμη ότι η Αδριανούπολη κατακτήθηκε το 1369 λίγο πρίν την μάχη στό Τσερνομιανό. Γιά την Φιλιππούπολη πάλι υπάρχουν διάφορες γνώμες γιά το έτος κατακτήσεως της. Πρώτα θα μελετήσουμε τις οθωμανικές πηγές. Μία από τις πρώτες οθωμανικές πηγές είναι τού Ασίκ πασά – ζααδέ γιά την πτώση της Φιλιππουπόλεως αναφέρεται το έτος 1359 – 1360. Σύμφωνα με το χρονικό τού Σαδδεδίν πασά καί τού Μουσταφά μπέν Αμπδουλά Χατζή Κάλφα η πτώση της Αδριανουπόλεως είναι 1360 – 1361 καί η πτώση της Φιλιππουπόλεως δύο χρόνια αργότερα 1363 – 1364.85

Στό χρονικό τού Urug (χειρόγραφο από το Κεϊμπρίτζ) η πόλη κατακτήθηκε το 763 έτος Εγίρας, δηλαδή 31 Οκτωμβρίου 1361 – 20 Οκτωμβρίου 1362. Υπάρχει άποψη ότι οί πόλεις Αδριανούπολη, Φιλιππούπολη, Βερόη, Κυψέλη, κ. α. κατακτήθηκαν πρώτα από Τούρκους πού δεν είναι Οθωμανοί. Αυτοί οί Τούρκοι κατάγονταν από τα μη οθωμανικά εμιράτα. Από αυτούς πολλές πόλεις καί κάστρα στην Βαλκανική χερσόνησο υπέστησαν μεγάλες καταστροφές. Πιθανό είναι καί η Φιλιππούπολη να κατακτήθηκε πρώτα από αυτούς καί μετά να πέρασε ύπο την εξουσία των Οθωμανών Τούρκων. 

Οί σύγχρονοι ιστορικοί δέχονται ότι η πόλη κατακτήθηκε μετά την μάχη στό Τσερνομιανό, δηλαδή μετά το 1371. Οί ιστορικές πηγές της εποχής εκείνης δεν δίνουν πληροφορίες γιά την Φιλιππούπολη στην περίοδο 1344 – 1371. Σε κάποια οθωμανικά χρονικά ανακαλύπτονται σύντομες πληροφορίες γιά την πόλη, αλλά αυτές είναι μετά το 1371. Γνωστό είναι το όνομα τού κατακτητή της Φιλιππουπόλεως – ο Λαλά Σαχίν πασάς. Η κατάκτηση πάντος έγινε επί σουλτάνου Μουράδ Α’. Αυτός είναι ο σουλτάνος πού έδωσε διαταγή στον Λαλά Σαχίν να κατακτήσει την πόλη. Την παραμονή της κατακτήσεως η Φιλιππούπολη ήταν πάλι μία σπουδαία πόλη – κάστρο, έδρα μητροπολίτη. Σε αυτή την πόλη ζούσαν διάφορες εθνότητες. 

Υπήρχε το ελληνικό, το βουλγαρικό καί το αρμενικό στοιχείο. Οί πιό πολυάριθμές κοινότητες ήταν των Ελλήνων, των Βουλγάρων καί των Αρμενίων. Υπήρχαν βέβαια καί μικρότερες κοινότητες όπως των Εβραίων, των Καθολικών (των Βενετών καί των Ραγουζαίων εμπόρων), των Παυλικιανών κ. α. Στά χρόνια τού Δεύτερου Βουλγαρικού κράτους, η παρουσία Βουλγάρων στην Φιλιππούπολη γινόταν όλο καί πιό αισθητή. Τό 1344 όταν η πόλη παραδόθηκε στούς Βουλγάρους, οί Έλληνες δεν εγκατέλειψαν την πόλη καί δεν μπορούμε να μιλήσουμε γιά πλήρη εκβουλγαρισμό. Η πολιτική εξουσία κατά την διάρκεια τού Μεσαίωνα δέν ήταν άμεσα εξαρτημένη από την εθνική καταγωγή των κατοίκων. Παρόλο πού υπήρχε πολυάριθμη βουλγαρική φρουρά, η πόλη κατάφερε να διατηρήσει το ελληνικό της χαρακτήρα. 





Στην ιστορία δέν λείπουν περιπτώσεις στίς οποίες το ένα εθνικό στοιχείο να εκδιώκεται από μία περίοχη καί η ίδια περιοχή να αποικείται αργότερα από άλλο εθνικό στοιχείο. Στην ιστορία της Φιλιππούπολης αυτή είναι η περίπτωση της φυγής των Φιλιππουπολιτών από την πόλη καί  η εγκατάσταση τούς στό Μελένικο μετά από τις καταστροφές τού τσάρου Καλογιάννη (Ιωαννίτσης).

 Οί Έλληνες καί οί Βούλγαροι της Φιλιππούπολης ζούσαν ειρηνικά σχεδόν σέ όλη  την διάρκεια τού Μεσαίωνα. Ήταν μόνο λίγες οί περιπτώσεις πού γιά ένα ή γιά άλλο λόγο  δημιουργήθηκε ένταση ανάμεσα σε αυτές τις δύο κοινότητες. Στις πηγές λείπουν πληροφορίες  γιά μεγάλες αιματηρές συγκρούσεις ανάμεσα στις δύο κοινότητες μέσα στην Φιλιππούπολη. 

Δεν εκδηλώθηκαν εντάσεις ανάμεσα στούς Ορθοδόξους καί τούς Εβραίους, ούτε ανάμεσα στούς Ορθοδόξους καί τούς Αρμενίους. Ακόμη καί στά χρόνια της Βυζαντινο – βουλγαρικής  μονομαχίας στην Φιλιππούπολη δέν εκδηλώθηκαν αιματηρές συγκρούσεις ανάμεσα στούς  Έλληνες καί στούς Βουλγάρους. Παρόλο πού σε σχετικά κοντινή απόσταση από την πόλη  διεξάγονταν μάχες ανάμεσα στον βυζαντινό καί το βουλγάρικο στρατό, οί δύο κοινότητες  εξακολουθούσαν να ζούν ειρηνικά. 

Τά πράγματα με τούς Παυλικιανούς ήταν διαφορετικά. Οί  Παυλικιανοί ήταν οί πιό επιθετικοί από όλους τούς αιρετικούς. Αυτοί ήταν πάντα έτοιμοι να  υπερασπίσουν την αίρεση τούς με την δύναμη των όπλων. Πάντα ήταν έτοιμοι γιά μεγάλη  εξέγερση. Οί επιθέσεις τούς κατά των Ορθοδόξων στην θρακική ύπαιθρο ήταν συχνές. Στην Βόρεια Θράκη καί στην Φιλιππούπολη οί Παυλικιανοί ήταν πολυάριθμοι. Πιθανό είναι ακόμη  καί στην ίδια την Φιλιππούπολη οί συγκρούσεις ανάμεσα στούς Ορθοδόξους καί τούς Παυλικιανούς να ήταν συχνές. Γιά αυτό η παρουσία των Παυλικιανών στην πόλη καί στά  περίχωρα της ήταν ανεπιθύμητη. Όταν οί Παυλικιανοί σκότωναν Ορθόδοξο Χριστιανό, δέν  λάμβαναν υπόψη την εθνική τού καταγωγή. 

Γιά τούς Παυλικιανούς οί Ορθόδοξοι ήταν  «Ρωμαίοι». Με τούς όρους Ρωμαίος καί Ρωμαίοι οί Παυλικιανοί ονόμαζαν όχι μόνο τούς  Ορθόδοξους Έλληνες, αλλά καί τούς Ορθόδοξους Βούλγαρους, τούς Ορθόδοξους Σέρβους,  ακόμη καί τούς λίγους Ορθόδοξους Αρμενίους πού ζούσαν στην Φιλιππούπολη. Γιά τούς  Παυλικιανούς όλοι οί Ορθόδοξοι ήταν το ίδιο. Οί Ορθόδοξοι πολλές φορές δεν μπορούσαν καν  να αμυνθούν από τίς επιθέσεις των Παυλικιανών. Στά χρόνια της βυζαντινο – βουλγαρικής  μονομαχίας οί Βυζαντινοί αυτοκράτορες μετέφεραν στην Βόρεια Θράκη στρατεύματα πού  αποτελούνταν σχεδόν αποκλειστικά από Παυλικιανούς. Σε αυτές τις περιπτώσεις οί  Παυλικιανοί είχαν αριθμιτική υπεροχή απέναντι των Ορθοδόξων κατοίκων της επαρχίας. Σε  αυτές τις περιπτώσεις οί Παυλικιανοί με την παραμικρή αφορμή πού τούς δινόταν, άρχιζαν  επιθέσεις κατά των Ορθοδόξων. Πιθανό είναι λόγω τέτοιων επεισοδίων να ήρθε το 1115 ο  αυτοκράτορας Αλέξιος στην Φιλιππούπολη γιά να καταδικάσει τους Παυλικιανούς. 

Δέν  υπάρχει αμφιβολία ότι λόγω τού προσηλυτισμού πού εξασκούσαν οί Παυλικιανοί, η αίρεση  τούς καταδικάστηκε σε αρκετές συνόδους, καί σε Οικουμενικές Συνόδους, αλλά καί σε τοπικές.  

Την παραμονή της κατακτήσεως από τούς Τούρκους ο πληθυσμός της Θράκης είχε αραιώσει πολύ. Αυτό το γεγονός οφειλόταν στούς εμφύλιους πολέμους στό Βυζάντιο από την μία καί  στις συγκρούσεις ανάμεσα στούς βαλκανικούς ηγεμόνες. Σε αρκετές περιοχές της Θράκης  είχαν εγκατασταθεί μουσουλμανικοί πληθυσμοί. Τα τούρκικα (μουσουλμανικά) στρατεύματα  έκαναν συνέχεια επιθέσεις καί προκαλούσαν μεγάλες καταστροφές στούς χριστιανικούς  πληθυσμούς. Όταν κατακτήθηκε η Φιλιππούπολη από τούς Τούρκους υπέστει μεγάλες καταστροφές καί πολλά δεινά. Σύμφωνα με ιστορικές πηγές της εποχής, αρκετοί κάτοικοι αιχμαλωτίστηκαν καί οδηγήθηκαν στά σκλαβοπάζαρα της Ανατολής. 

Όσοι από τούς Φιλιππουπολίτες κατάφεραν να σωθούν από τον θάνατο καί από την αιχμαλωσία εγκατέλειψαν τη πόλη. Πού πήγαν; Υπάρχουν αποδείξεις ότι οί Έλληνες Φιλιππουπολίτες κατέφυγαν στην παραθαλάσσια περιοχή της Μαύρης Θάλασσας καί στίς πόλεις Αγχίαλο, Σωζώπολη, Μεσημβρία κ. α. Οί Βούλγαροι Φιλιππουπολίτες κατέφυγαν μάλλον στην Σερβία ή στην Βλαχία. Ποιά είναι η ιστορική τούς τύχη μετά δεν μας είναι γνωστό.

 Στην Φιλιππούπολη εγκαταστάθηκαν Μουσουλμάνοι άποικοι. Μετά την κατάκτηση όμως η πόλη οχυρώθηκε ξανά από τούς Τούρκους. Όπως σε όλη την διάρκεια τού Μεσαίωνα έτσι καί τώρα η πόλη θα χρησίμευε ως διοικητικό κέντρο της επαρχίας, ως μόνιμο στρατόπεδο των οθωμανικών στρατευμάτων καί ως μητροπολιτική έδρα. Μετά από την κατάργηση τού Πατριαρχείου τού Τυρνόβου η επαρχία Φιλιππουπόλεως περνάει πάλι στην δικαιοδοσία τού Οικουμενικού Πατριαρχείου.



Οί μητροπολίτες Φιλιππουπόλεως πάλι χειροτονούνται από τον Οικουμενικό
Πατριάρχη. Οί πρώτες δεκαετίες μετά την κατάκτηση ήταν πολύ δύσκολες γιά την μητρόπολη
Φιλιππουπόλεως. Παρόλο πού δέν έχουμε φιλολογία γιά την θρησκευτική ζωή στην πόλη,
μελετώντας τα ιστορικά γεγονότα πού έγιναν στην πόλη συμπεράνουμε ότι η μητρόπολη καί ο
έκαστος μητροπολήτης πού αναλάμβανε την διαποίμανση τού ποιμνίου μετά από την
οθωμανική κατάκτηση, περνούσε μεγάλες καί σκληρές δοκιμασίες. Ένα μεγάλο μέρος τού
ποιμνίου ή είχε σκοτωθεί ή είχε αιχμαλωτιστεί. 

Οί χριστιανικοί πληθυσμοί της Θράκης είχαν αραιωθεί σημαντικά. Στην θέση των Χριστιανών μεταφέρθηκαν Μουσουλμάνοι. Στην ίδια την Φιλιππούπολη είχαν εγκατασταθεί Μουσουλμάνοι. Στις πρώτες δεκαετίες θα ήταν πολύ δύσκολο το ολιγάριθμο χριστιανικό ποίμνιο να συνυπάρχει με μεγάλες μουσουλμανικές μάζες.

Η Ορθοδοξία σε μια μουσουλμανική αυτοκρατορία ήταν βέβαια σε μειονεκτική θέση. Τό ίδιο
ίσχυε καί γιά τον μητροπολίτη Φιλιππουπόλεως. Αμέσως μετά την κατάκτηση η πόλη έγινε
διοικητικό κέντρο, έδρα πολιτικού καί στρατιωτικού διοικητή. Όπως οί Βυζαντινοί έτσι καί οί Τούρκοι χρησιμοποίησαν την πόλη γιά ορμητήριο πρός την Βουλγαρία, αλλά καί πρός την
Σερβία. Από εδώ άρχισε η μεγάλη επίθεση πρός την Σαρδική πού σε αυτή την περίοδο ήταν
μεγάλη πόλη – κάστρο. Η Σαρδική κατακτήθηκε το 1382. Γιά αυτό ήταν απαραίτητο να χτιστούν εδώ πολλά καινούρια διοικητικά κτίρια, αλλά καί πολλά τζαμιά. 

Αρκετές εκκλησίες μετατράπηκαν σε τζαμιά. Αυτά τα τζαμιά χτίστηκαν στά τμήματα της πόλης πού βρίσκονταν στό ίσιο χώρο. Στό Τρίλοφο υπάρχει μόνο ένα μουσολμανικό κτίριο – το Μαβλεβή χανέ. Εκεί στούς λόφους καί μέσα στην ακρόπολη εξακολουθούσαν να κυριαρχούν οί ορθόδοξες
εκκλησίες. Στην πόλη χτίστηκαν κτίρια πού είναι χαρακτηριστικά γιά τίς ανατολικές πόλεις
όπως τζαμιά, μπεζιστένια, μουσουλμανικά λουτρά, χάνια, τόπους διαμονής κερβανιών (Κερβάν Σαράϊ), μενδρεσέδες, μουσουλμανικά (δερβισικά) μοναστήρια κ. α. 

Γιά ένα διάστημα οι χριστιανικοί πληθυσμοί στην Φιλιππούπολη ήταν μειονότητα. Οί Τούρκοι είχαν
εγκαταστήσει στην Φιλιππούπολη μόνιμο στρατό. Αυτή η πόλη ήταν ο τόπος συγκέντρωσης
των τουρκικών στρατευμάτων. Από εδώ τα στρατεύματα τού Λαλά Σαχίν πασά ξεκίνησαν πρός την Σαρδική γιά να την κατακτήσουν. Πάλι από εδώ ξεκίνησαν τα μουσουλμανικά στρατεύματα τού σουλτάνου Μουράντ Α’ πρός το Κοσυφοπέδιο. 

Σύμφωνα με τις πληροφορίες τού Τούρκου ιστοριογράφου Σαδεδδίν (Sadeddin) η εκστρατεία πρός το Κοσυφοπέδιο προετοιμαζόταν εδώ περίπου ένα χρόνο. Ο Σαδεδδίν γράφει ότι αιτία γιά την εκστρατεία είναι ο Σέρβος ηγεμόνας (κνιάζ) Λάζαρος Χρεμπελιάνοβιτς (1371 – 1389) πού έστειλε πρεσβεία στον σουλτάνο Μουράντ Α’ πού βρισκόταν τότε στην Φιλιππούπολη. Οί πρεσβευτές είπαν στον σουλτάνο ότι ο Σέρβος ηγεμόνας θέλει να «εξαφανίσει τα θεμέλια της πίστεως στον
Μωάμεθ». 

Ο σουλτάνος Μουράντ συγκέντρωσε όλα τα στρατευματά τού στην Φιλιππούπολη καί πήρε το δρόμο Φιλιππούπολη – Ιχτυμάν – Κωνσταντίνα (Κιουστεντίλ) –Κράτοβο καί στό τέλος έφθασε στό Κοσυφοπέδιο. Η μάχη τού Κοσυφοπεδίου έγινε την 28-η Ιουνίου τού 1389 καί τελείωσε με την δολοφονία τού σουλτάνου Μουράντ καί την πλήρη πανωλεθρία τού Σέρβου ηγεμόνος Λαζάρου από τον γιό τού σουλτάνου Μουράντ – Μπαγιαζίτ  Α’ (1389 – 1402). Το 1396 η Φιλιππούπολη είναι καί πάλι βασικό στρατηγικό κέντρο γιά την προετοιμασία των τουρκικών στρατευμάτων. Πάλι στην Φιλιππούπολη ο σουλτάνος Μπαγιαζίτ συγκέντρωσε τα ανατολικά τού στρατεύματα γιά να τα προετοιμάσει γιά την μεγάλη τούεκστρατεία κατά των Δυτικοευρωπαίων ιπποτών τού βασιλέως Σιγισμούνδου. 




Από την Φιλιππούπολη ο σουλτάνος οδήγησε το στρατό τού στό Τύρνοβο όπου τον ενισχύσανε οί
Σέρβοι υποτελείς τού. Μετά την 26-η Σεπτεμβρίου τού 1396 κοντά στην Νικόπολη έγινε η
μεγάλη μάχη ανάμεσα στούς ιππότες καί στούς οθωμανούς. Η μάχη τελείωσε με την
καταστροφή των ιπποτών καί την κατάκτηση τού βασιλείου τού Βιδινίου τού Βούλγαρου τσάρου Ιωάννου (Ιβάν) Σρατσιμίρου.


Στίς αρχές τού 15-ου αιώνος οί Μογγόλοι τού Ταμερλάνου (Timur Leng) εισβάλλουν στην
Μικρά Ασία καί στην μεγάλη μάχη κοντά στην Άγκυρα οί Τούρκοι νικήθηκαν κατά κράτος. Οί
Μογγόλοι κατάφεραν να αιχμαλωτήσουν τον σουλτάνο Μπαγιαζίτ, ο οποίος πέθανε στην
αιχμαλωσία. Αμέσως μετά οί γιοί τού Σουλεϊμάν, Μεχμέτ καί Μούσα τσακώθηκαν γιά την
εξουσία. Ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος. Ο Σουλεϊμας ήταν διοικητής της Ρουμελίας, δηλαδή των
ευρωπαϊκών εδαφών τού Βυζαντίου, πού τώρα είχαν περάσει στά χαίρια των Τούρκων. Ο
Μεχμέτ ήταν διοικητής της Ανατολής ή πιό σωστά των οθωμανικών κτήσεων στην Μικρά Ασία
πού είχαν απομείνει μετά την μογγολική κατάκτηση. Ο Μούσα ήταν σύμμαχος τού Μεχμέτ καί πολεμούσε κατά τού Σουλεϊμάν. Αργότερα ο Μούσα έγινε ξεχωριστή πολιτική προσωπικότητα. 


Κατά το έτος 1409 ο Μούσα έγινε ιδιαίτερα δημοφιλής. Κατάφερε να κερδίσει την υποστήριξη
τού ηγεμόνα της Βλαχίας Μιρτσέα τού Πρεσβύτερου καί τού Σέρβου ηγεμόνα Στεφάνου
Λαζάρεβιτς. Με την υποστήριξη τού Στεφάνου Λαζάρεβιτς καί του Μιρτσέα τού Πρεσβυτέρου
την 13-η Φεβρουαρίου τού 1410 ο Μούσα κατάφερε να συντρίψει τίς δυνάμεις τού Σουλεϊμαν
καί να κατακτήσει την Ρουμηλία. Αυτός ο εμφύλιος πόλεμος είχε συντριπτικές συνέπειες γιά την Φιλιππούπολη, γιά την περιοχή της καί γενικά γιά την Βόρεια Θράκη.

 Στόν βίο τού  Στεφάνου Λαζάρεβιτς ο Κωνσταντίνος Κωστενέτσκη δίνει πολύτιμες πληροφορίες γιά την  Φιλιππούπολη. Από το κείμενο καταλαβαίνουμε ότι η Φιλιππούπολη δέχτηκε επιθέσεις καί από τον Σουλεϊμαν καί από τον Μούσα. Η κάθε επίθεση συνοδευόταν από δολοφωνίες πολλών Φιλιππουπολιτών. Κάποια στιγμή οί οπαδοί τού Σουλεϊμάν κλείστηκαν στην
ακρόπολη. Ο Μούσα πήγε στον μητροπολίτη Φιλιππουπόλεως Δαμιανό καί τον παρακάλεσε
να τού παραδώσει την πόλη. Ο μητροπολίτης απάντησε ότι αυτοί πού κλείστηκαν στην
ακρόπολη κρατούν την πόλη στά χαίρια τούς. Τότε ο Μούσα διέταξε να αποκεφαλιστεί ο
μητροπολίτης Δαμιανός στην εκκλησία καί το πτώμα τού να πεταχτεί έξω από τα τείχη της
πόλεως. Ο Μούσα κατάφερε να εκπορθήσει την ακρόπολη καί κατέσφαξε όλους τούς οπαδούς
τού Σουλεϊμάν. Όταν ο Σουλεϊμαν έμαθε γιά το περιστατικό, ήρθε στην πόλη με στρατό. Τότε ο
Μούσα εγκατέλειψε την πόλη καί πήγε στην Στενήμαχο. Λόγω της αγριότητας τού ο Μούσα
ονομάστηκε Κεσετζή πού σημαίνει ο άγριος. 

Τό 1411 ο Μούσα επιτέθηκε στις δυνάμεις τού αδελφού τού, καί αυτή η επίθεση τελείωσε με την δολοφωνία τού Σουλεϊμαν. Αυτά τα  γεγονότα καί την δολοφωνία τού μητροπολίτου Δαμιανού δείχνουν την μειονεκτική θέση των Χριστιανών κατοίκων της Φιλιππουπόλεως. Μπορούμε να πούμε ότι ο μητροπολίτης  μαρτύρησε γιά την πίστη τού. Στην Φιλιππούπολη όπως ήδη είπαμε σε προηγούμενο  κεφάλαιο κατά την διάρκεια τού εμφυλίου πολέμου καταστράφηκε καί η Ιερά Μονή της Αγίας Παρασκευής – Ζωοδόχος Πηγή. Αυτή η ιερά μονή βρισκόταν στην θέση της σημερινής
Τζουμαγιά τζαμία. Εκτός από το μοναστήρι καταστράφηκαν πολλά άλλα δημόσια καί ιδιωτικά
κτίρια. Τις πρώτες δεκαετίες μετά την κατάκτηση καί κυρίως μετά τον αποκεφαλισμό τού
μητροπολίτου Δαμιανού, η μητρόπολη Φιλιππουπόλεως έπαθε τα πάνδεινα. Μεγάλο μέρος τού ποιμνίου είχε δολοφονηθεί ή αιχμαλωτιστεί, πολλές εκκλησίες στην επαρχία ήταν κατεστραμένες. Ίδια ήταν καί η τύχη πολλών μοναστηριών. Ο μητροπολίτης ήταν
δολοφονημένος. Από τις παραπάνω σειρές φαίνεται ότι η μόνη παρηγοριά της επαρχίας
Φιλιππουπόλεως είναι η ύπαρξη ακόμα ελεύθερου βυζαντινού κράτους, πού παρόλο πού είχε
περιοριστεί στην Κωνσταντινούπολη καί στά περίχωρα της, παρέμεινε πρότυπο της
Ορθοδοξίας.



Ελλειπείς είναι οί πληροφορίες γιά την καθημερινή ζωή στην Φιλιππούπολη μετά την κατάκτηση. Ο Γάλλος περιηγητής Μπροκιέρος (Bertrandon de La Brokier) ταξιδεύει το 1432 – 1433 με πολιτικό καί κατασκοπικό σκοπό στην Ανατολή. Αυτός περιγράφει την Φιλιππούπολη, τα κάστρα της, τον Ευρο ποταμό, τις εύφορες πεδιάδες, τις φυτοπαραγωγές κ. α. Κατά τον Μπροκιέρο ο πληθυσμός είναι στην πλειοψηφία Βούλγαροι πού ομολογούν την «ελληνική πίστη», δηλαδή την Ορθοδοξία. Αυτή η πληροφορία έρχεται να στηρίξει την άποψη ότι πρίν κατακτηθεί η πόλη από τούς Τούρκος ήταν σε βουλγαρικά χαίρια.



Άλλη εικόνα μας παρουσιάζει το 1578 ο Στέφανος Γκέρλαχος (Stephen Gerlah). Αυτός μας
μιλάει γιά τούρκικα καί ελληνικά σπίτια. Δεν μιλάει γιά βουλγαρικά σπίτια, τά οποία υπήρχαν.

Ο Στέφανος Γκέρλαχος όταν μιλάει γιά τούρκικα καί ελληνικά σπίτια είναι πολύ πιθανό να
εννοεί μουσουλμανικά καί χριστιανικά σπίτια. Οί Έλληνες καί οί Βούλγαροι ήταν ορθόδοξοι καί
ο Γκέρλαχος μην καταλαβαίνοντας την γλωσσική διαφορά, έγραψε ότι οί ΟρθόδοξοιΧριστιανοί της πόλεως ήταν μόνο Έλληνες. Αργότερα ο Εβλιά Τσελεμπί κατά τον 17-ο αιώνα μιλάει γιά βουλγαρικό συνοικισμό («βουλγαρικός μαχαλάς» - όπως εκφράζεται ο ίδιος) μέσα στην πόλη.  Ο Εβλιά Τσελεμπί μνημονεύει 23 μουσουλμανικούς οικισμούς (μαχαλάδες), 7 καθολικούς καί μόνο ένας βουλγαρικός οικισμός. Ο αριθμός των μουσουλμανικών οικισμών είναι υπερβολικός, αλλά δείχνει την αύξιση των μουσουλμανικών πληθυσμών στην Φιλιππούπολη καί η μείωση των βουλγαρικών πληθυσμών. Ακόμη το τουρκικό κράτος δέν είχε εφαρμόσει την πολιτική των μαζικών εξισλαμισμών. Το οθωμανικό κράτος χρεαζόταν σπαχίδες – χριστιανούς καί γιά αυτό δέν είχαν γίνει μαζικοί εξισλαμισμοί. Το 15-ο αιώνα η Φιλιππούπολη μνημονεύεται καί σε σχέση με την εκστρατία των Δυτικοευρωπαίων ιπποτών
με επικεφαλή τον βασιλιά της Πολωνίας καί της Ουγγαρίας Βλαδισλάβος Ιαγκιέλλο (Vladislav
Yagelo) το 1443. 

Στις συγκρούσεις κοντά στην Ναϊσο (Νίς) καί στην Σόφια νίκησαν οί ιππότες. Αργότερα όμως στην Βάρνα, οί ιππότες συνετρίβησαν. Μετά την κατάκτηση της Κωνσταντινουπόλεως την 29 Μαϊου τού 1453, ο νέος σουλτάνος Μεχμέτ Β’ ο Πορθητής
διέταξε εκστρατεία κατά την Σερβία. Γιά την μετακίνηση των στρατευμάτων τού ο σουλτάνος
επέλεξε τον διαγώνιο δρόμο από την Αδριανούπολη – Φιλιππούπολη – Ιχτυμάν – Σόφια –Ναϊσο γιά να φθάσει στην Σερβία. Γιά άλλη μιά φορά οί Φιλιππουπολίτες έγιναν αυτόπτες
μάρτυρες της επόμενης τουρκικής εκστρατίας γιά την κατάκτηση των υπόλοιπων εδαφών της
Βαλκανικής.



Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Φιλιπουπόλεως  Ιστορική εξέλιξη Σημερινή κατάσταση. Θωμάς Καραλίας

Εκτιμήσεις σχετικά με τον αριθμό των παιδιών που απήχθησαν από τους Τούρκους κατά το παιδομάζωμα

Πόσα παιδιά αρπάχτηκαν συνολικά κατά το παιδομάζωμα;


Ένα από τα πρώτα ερωτήματα που διατυπώνει κανείς ήταν πόσα συνολικά θύματα είχε η εφαρμογή της μακρόχρονης αυτής αιμορραγίας


Ακριβής απάντηση στο ερώτημα δεν υπάρχει, καθώς ήταν πολύ δύσκολη η διεξαγωγή συμπερασμάτων για τα χριστιανόπαιδα που έπεσαν θύματα του παιδομαζώματος




Ωστόσο, παρακάτω θα παραθέσω γνώμες διάφορων ιστορικών πάνω σε αυτό το θέμα.


Ο Αυστριακός ιστορικός Ιωσήφ Χάμμερ (1774-1856) υπολογίζει τον αριθμό των παιδιών σε 500.000. Στο βιβλίο του «Ιστορία της Οθωμανικής αυτοκρατορίας»

γράφει σχετικά: «Εξάγεται βεβαίως ότι πεντακόσιαι χιλιάδες παίδων χριστιανών εισίν

ο ελάχιστος αριθμός των δια ξίφους ληφθέντων και καταναλωθέντων παίδων χριστιανών, ο ελάχιστος ον η θεομηνία δύναται να εναβρύνηται ότι εθυσίασε τω στρατιωτικώ δεσποτισμώ».

Ο Γάλλος ιστορικός Lavallee γράφει: «Έτσι, μπορεί κανείς να εκτιμήσει σε πέντε εκατομμύρια τουλάχιστον τον αριθμό των παιδιών των χριστιανών, τα οποίαμέσα σε διαστήματα τριών αιώνων αλλαξοπίστησαν έτσι με τη βία και θυσιάστηκαν στη βάρβαρη πολιτική των σουλτάνων»

Ο Παπαρρηγόπουλος επίσης γράφει: «…Επομένως το σύνολον των ανδρών όσοι αφηρέθηκαν από τον χριστιανισμόν της Ανατολής προς μόνην την συγκρότησιν του γενιτσαρικού τάγματος, ειμπορεί να υπολογισθή εις εν περίπου εκατομμύριον».35

Επιπλέον, ο Αμερικανός ιστορικός Σούγκαρ αναφέρει: «Είμαι από εκείνους που πιστεύουν ότι το σύνολο των νεαρών χριστιανοπαίδων, που αρπάχτηκαν «νόμιμα» από τις οικογένειες τους με τη διαδικασία του παιδομαζώματος, υπολογίζεται πώς ήταν περίπου διακόσιες χιλιάδες για όλη την περίοδο των δύο περίπου αιώνων που εφαρμόστηκε».

Στη συνέχεια ο καθηγητής Βακαλόπουλος τονίζει: «Υπολογισμός-έστω και

κατά προσέγγιση-του αριθμού των εξισλαμισμένων παιδιών είναι πολύ δύσκολος,

σχεδόν αδύνατος. Ίσως τον υπολογισμό αυτό θα μπορούσε να διευκολύνει κάπως μια

ειδική και διεξοδική μελέτη για το παιδομάζωμα με την ευρεία του έννοια».37

Με την σειρά του ο Ν. Σαρρής γράφει για το θέμα: «Οι πραγματικές

διαστάσεις των αποτελεσμάτων του παιδομαζώματος υπερφαλαγγίζουν κατά πολύ

οποιοδήποτε αριθμητικό μέτρο. Γιατί, όπως πολύ ορθά έχει παρατηρηθεί, οι χριστιανοί

κάτοικοι της βαλκανικής χερσονήσου, προκειμένου να μην αποχωριστούν τα παιδιά

τους, είχαν δύο λύσεις:

 Πρώτον: Να εξισλαμισθούν ή να προσποιηθούν ότι εξισλαμίζονται.

Δεύτερον: Να φύγουν με την κινητή τους περιουσία στις πλησιέστερες κτήσεις των χριστιανών κρατών.» 

Τέλος, ο Σ. Βρυώνης γράφει: «Είναι δύσκολο να υπολογίσουμε πόσοι χριστιανοί απετέλεσαν μέρος του συστήματος [Ghulam] και έγιναν μουσουλμάνοι. Οπωσδήποτε ο αριθμός ήταν μικρός σε οποιαδήποτε συγκεκριμένη εποχήαλλά το σύστημα πρέπει κάπως να επηρέασε τους χριστιανούς στο θέμα του προσηλυτισμού τους κατά το διάστημα αρκετών αιώνων

 


Ο Ιούδας, του Σπύρου Μελά. Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος

  Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος.     Φίλες και φίλοι, με αφορμή τη μεγάλη χριστιανική εορτή, πρόκειται να σας αναλύσω τον Ιούδα , του Σπύρ...