Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αρχαία Αθήνα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αρχαία Αθήνα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Φαίδων ή περί ψυχής, του Πλάτωνα. Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος

   Φίλες και φίλοι απόψε θα ασχοληθώ με τον Πλάτωνα. Με αφορμή τη συνεδρία, της 18-09-2023, της Λέσχης Ανάγνωσης της Αρίστης Ωραιοκάστρου η οποία είχε ως θέμα προς ανάλυση τον πλατωνικό διάλογο Φαίδων ή περι ψυχής, και εξαιτίας της αδυναμίας φυσικής παρουσίας, συνέγραψα αυτήν την ανάλυση, η οποία αναγνώσθηκε από την κυρία Αντριάνα Ντόνκου. Ήταν μια καλή ευκαιρία να ξεσκονίσω τις γνώσεις μου πάνω στην πλατωνική φιλοσοφία ύστερα από πολλά χρόνια…

Κρίτων, Φαίδων, Απολλόδωρος, Αντισθένης, Αισχίνης (μαθητής του Σωκράτη), ΕπιγένηςΕρμογένης, Κριτόβουλος, Μεγαρόθεν Ευκλείδης, Κτήσιππος ο Παιανιεύς, Μενέξενος, Φαιδώνδης, Τερψίων καὶ ἄλλοι τινὲς τῶν ἐπιχωρίων 59b


  Ο διάλογος γράφτηκε μετά το 387 π.Χ., με πιθανότερο έτος γραφής το 385 πΧ. Αυτό αποδεικνύεται από την αναφορά του Πλάτωνα στην Αίτνα της Σικελίας. Υπενθυμίζουμε ότι το πρώτο ταξίδι του φιλοσόφου στη Μεγάλη Ελλάδα έληξε το 387 π.Χ. Ο Φαίδων, τρεις μήνες μετά το θάνατο του Σωκράτη αφηγείται τη συζήτηση στο Φλειούντα της Κορινθίας.

  Το έργο περιλαμβάνει τις τελευταίες στιγμές του Σωκράτη πριν πιει το κώνειο και καταλήξει, καθώς επίσης και τη συζήτηση που διεξάγει ο απερχόμενος φιλόσοφος με τους πιστούς του φίλους. Θέμα της συζήτησης είναι η αθανασία της ψυχής. Ο ίδιος ο Πλάτων απουσίαζε όπως ενημερώνει ένας από τους συνομιλητές (ο Φαίδων): «Ο Πλάτων νομίζω ότι ήταν άρρωστος» (Φαίδων, 59b).

  Η διάρθρωση του έργου είναι πενταμερής: Πρόλογος, Πρώτο μέρος, Δεύτερο μέρος, Τρίτο μέρος και Επίλογος. Ο Φαίδων θίγει αποκλειστικά το θέμα της αθανασίας της ψυχής. Στο συγκεκριμένο έργο, Σωκράτης και Πλάτων έρχονται αντιμέτωποι με λαϊκές δοξασίες, μύθους και παραδόσεις.

  Τα πρόσωπα τα οποία μετέχουν στο διάλογο είναι τα εξής: Ο πυθαγόρειος φιλόσοφος Εχεκράτης από το Φλειούντα, Ο Φαίδων, μαθητής του Σωκράτη από την Ηλεία, ο πυθαγόρειος και μαθητής του Σωκράτη Κέβης από τη Θήβα, ο πιστός και πλούσιος Κρίτων, φίλος του Σωκράτη, η Ξανθίππη η γυναίκα του Σωκράτη, ο δήμιος που έδωσε το κώνειο στο φιλόσοφο, ο των έντεκα (αξιωματούχοι της πόλης που ήταν επιφορτισμένοι μεταξύ άλλων και με την πραγματοποίηση των εκτελέσεων) υπηρέτης και ο Απολλόδωρος μαθητής επίσης του Σωκράτη (βουβό πρόσωπο).

 

Ο Πλάτων.

  Θα αναφερθώ επιγραμματικά στον σπουδαίο Αθηναίο φιλόσοφο. Ο Πλάτων γεννήθηκε το 428/7 π.Χ. Ο φιλόσοφος καταγόταν από το βασιλιά και νομοθέτη Κόδρο, Εκεί βρίσκονται και οι ρίζες της κλίσης του για την εξουσία η οποία συνδέεται με το νόμο και τον ορθό λόγο. Ο Πλάτων είχε αριστοκρατικές καταβολές, καθώς καταγόταν από παλιά οικογένεια η οποία διαδραμάτισε ρόλο στην τότε Αθήνα. Η οικογένεια του Πλάτωνα βρισκόταν στο επίκεντρο της κοινωνικής και πολιτικής ζωής της Αθήνας.

 

Ο Πλάτων.

Η συγγραφική μέθοδος του Πλάτωνα.

  Η προσφιλής συγγραφική τακτική του Πλάτωνα είναι ο διάλογος. Στην περίπτωση του Φαίδωνα παρατηρούμε τη μέθοδο του έμμεσου διαλόγου, όπου έχουμε δύο συνομιλητές και σε κάποιο σημείο ο ένας αναλαμβάνει να μεταφέρει κάποιον άλλο διάλογο που άκουσε κάπου αλλού σε προγενέστερο χρόνο. Διαπιστώνουμε δηλαδή «εγκιβωτισμένο» διάλογο μέσα σε άλλο διάλογο. Οι υπόλοιποι αραιά και που σχολιάζουν ή κάνουν ερωτήσεις σε ευθύ λόγο. Εκτός από το συγκεκριμένο διάλογο ο Πλάτων έγραψε και άλλους σ’ αυτή τη μορφή.

  Ο Πλάτων με τον ανωτέρω τρόπο βάζει τις δικές του ιδέες στο στόμα του Σωκράτη. Φορτώνει επίσης την αξιοπιστία γι αυτό που γράφει σε τρίτο πρόσωπο (στην προκειμένη περίπτωση του Φαίδωνα) που ίσως τότε δε ζούσε ή είχε επιστρέψει στην πατρίδα του (όπως ο Φαίδων στην Ηλεία). Από το διάλογο δε λείπει και το δραματικό στοιχείο. Έτσι στο Φαίδων έχουμε δράση, στον πρόλογο και στον επίλογο, καθώς δε συναντάμε τις μακρηγορίες των πρώτων διαλόγων του συγγραφέα.

 

Ο θάνατος.

  Το θέμα του θανάτου αποτέλεσε για τον Πλάτωνα αντικείμενο πρώτιστου ενδιαφέροντος. Ο θάνατος δε βρίσκεται συχνά στη σκέψη του ανθρώπου, επιθυμία όμως όλων είναι να εξακολουθήσουμε να υπάρχουμε αιώνια. Η ψυχή είναι τελικά αιωνία όπως η ιδεώδης αλήθεια που παρουσιάζεται στη διανοητική ενόραση.

  Ο θάνατος του σώματος αποτελεί την αρχή και την προϋπόθεση της εκδίπλωσης της πιο καθαρής γνωστικής δραστηριότητας της ψυχής. Όσο η ψυχή είναι δεμένη στην παρούσα ζωή με το σώμα, το σώμα παρεμβάλλεται σαν θολό παραπέτασμα (θα το δούμε πιο κάτω αναλυτικά) μεταξύ ψυχής και αλήθειας. Αφαιρώντας το παραπέτασμα στην ουράνια ζωή η ψυχή μπορεί να απολαύσει την καθαρή και τέλεια θέαση των ιδεών.

  Η ψυχή πριν έρθει στη ζωή προϋπάρχει, σύμφωνα με τον Πλάτωνα, στον Άδη. Πέρα από τη ζωή είναι η μη ζωή, άρα ο θάνατος είναι η αρχή της ζωής. Η έννοια του θανάτου, επομένως δεν είναι αρνητική. Η ανάμνηση, το ξαναθύμισμα της πρότερης γνώσης εξηγεί τη λαχτάρα μας για την επιστήμη και τις δυνατότητες της επιστήμης. Κατ’ επέκταση η έμφυτη τάση του ανθρώπου για δικαιοσύνη προϋπάρχει πριν η ψυχή μπει στο σώμα.

Χαρακτικό του Daniel Chodowiecki 18ου αι.


  Ο Πλάτων τέλος είναι κατά της αυτοκτονίας δηλώνοντας ρητά ότι το σώμα μας δεν ανήκει σ’ εμάς αλλά στους θεούς: «ὅτι οἱ Θεοί φροντίζουν γιά μᾶς καί πώς ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε ἕνα ἀπό τά κτήματά τους.» (Πλάτων, Φαίδων, 61b) Λίγο πιο κάτω δικαιολογεί τη δική του ιδιόμορφη αυτοκτονία με το κώνειο ως «θεόσταλτη ανάγκη»: «῎Ισως λοιπόν, ἀπ᾽ αὐτήν τήν ἄποψη δέν εἶναι παράξενο πώς δέν πρέπει κανείς νά αὐτοκτονῆ προτοῦ ὁ Θεός νά στείλη κάποια ἀνάγκη,  ὅπως αὐτήν πού παρουσιάστηκε τώρα σ’ ἐμένα.» (Πλάτων, Φαίδων, 61c)

 

 

Η αθανασία της ψυχής.

  Η ψυχή, κατά τον Πλάτωνα αποτελείται από τρία μέρη: το λογιστικό, το  θυμοειδές και το επιθυμητικό. Τώρα, οι αρετές είναι τρεις: σοφία, ανδρεία και σωφροσύνη. Κάθε μία από τις αρετές αντιστοιχεί σε ένα μέρος της ψυχής. Θα πρέπει να αναπτύσσονται αρμονικά ώστε το λογιστικό, ως θείο, να κυβερνά, το θυμοειδές να υπακούει ως βοηθός και τέλος τα δύο μαζί να διευθύνουν το επιθυμητικό, ώστε να μην επιχειρεί αυτό να άρχει. Από την εν λόγω αρμονική διάταξη θα προκύψει η δικαιοσύνη.

  Ο Σωκράτης στηρίζει την αθανασία της ψυχής με πειστικά επιχειρήματα. Η ψυχή είναι δέσμια εντός του σώματος εξαιτίας ενός προσωρινού δεσμού, όπως ο φυλακισμένος στο δεσμωτήριο του. Αποτελεί το όργανο για τη γνώση αυτό που είναι ασώματο και αιώνιο, δηλαδή των ιδεών. Ο Σωκράτης στηρίζει σε όλο το έργο τις απόψεις του για την αθανασία της ψυχής με πειστικά επιχειρήματα.

   Εδώ θα αναφερθούμε και στις ιδέες. Ψυχή και ιδέες είναι συγγενείς, γι αυτό οι πρώτες μπορούν να γνωρίσουν τις δεύτερες. Στις ιδέες φτάνουμε ξεκινώντας μόνο από τις φυσικές αισθήσεις. Η συγγένεια μεταξύ ψυχής και ιδεών αποτελεί στο Φαίδωνα μια βασική απόδειξη της αθανασίας της ψυχής.

  

  Ας δούμε όμως πως αναπτύσσει ο Πλάτων, στον Φαίδων, το μύθο της αθανασίας της ψυχής:

  Οι ψυχές, μετά το θάνατο τους, οδηγούνται από το δαίμονα τους στον τόπο συγκέντρωσης (μετά το θάνατο τους οι ψυχές κατεβαίνουν στον Άδη). Από εκεί βαδίζουν ομαδικά, κάτω από την επίβλεψη ενός και μοναδικού οδηγού, πάντοτε του ίδιου, ανάμεσα στα περίπλοκα και κακοτράχαλα μονοπάτια που οδηγούν στον Άδη. Μερικές ψυχές απωθούνται πίσω από την ανάμνηση του σώματος που έχουν αγαπήσει με πάθος, και με πολύ κόπο τότε το πνεύμα τις οδηγεί στον τόπο προορισμού τους, στα Τάρταρα (μεγαλύτερο από τα υπόγεια βάραθρα) ή στη Μακάρια Διαμονή (επιφάνεια της γης).

  Από τον Πλάτωνα επιχειρείται να περιγραφεί η ψυχή όπως είναι όταν στρέφεται προς το αθάνατο και αμετάβλητο, υψούμενη πάνω από το σωματικό κόσμο και απωθεί κάθε σωματοειδές εξάρτημα το οποίο προσαρτάται σ’ αυτήν.

  Το κακό άλογο της ψυχής τραβάει στη γη ολόκληρο το άρμα, έτσι που οι ανθρώπινες ψυχές δε φτάνουν στην πίσω πλευρά του ουρανού. Στην καλύτερη περίπτωση ο ηνίοχος υψώνει το κεφάλι στον υπερουράνιο τόπο για κάποιες στιγμές με πολύ κόπο για να δει το ον. Εδώ εμποδίζεται από το κακό άλογο. Η ψυχή καταβυθίζεται στη γη γιατί τα φτερά της δε βρίσκουν τροφή. Το αν θα ενσαρκωθεί πάλι η ψυχή εξαρτάται από το αν και σε ποιο βαθμό η ψυχή μπορεί να δει τις ιδέες. Οι ψυχές που κατορθώνουν και βλέπουν τις ιδέες παραμένουν για πάντα ελεύθερες. Οι άλλες βυθίζονται μέχρι να βρουν κάποιο σώμα για στήριγμα.

  Ανάλογα με το τι είδαν κατά την προηγούμενη διαδικασία, οι ψυχές, γίνεται και η διαβάθμιση. Υπάρχουν εννέα βαθμίδες από το σοφιστή ως τον τύραννο. Τα φτερά της ψυχής τρέφονται από την ενατένιση του ωραίου (Έρως). Η γεμάτη έρωτα ψυχή αναζητά το ωραίο. Δεν πρέπει η ψυχή να βυθιστεί στην επιθυμία. Όταν ο Ηνίοχος και το καλό άλογο διατηρούν την υπεροχή η ψυχή διατηρεί την αυτοκυριαρχία και αποκτά φτερά.




  Η ψυχή είναι φυλακισμένη στο σώμα. Το σώμα βρίσκεται σε αντίθεση με το χώρο της ψυχής, καθώς είναι βυθισμένο στην ύλη και στο γίγνεσθαι της αίσθησης. Οι άλογοι λογισμοί που πηγάζουν από το σώμα, καρφώνουν την ψυχή στο σώμα και έτσι η ψυχή γίνεται σωματοειδής. Τα πάθη δηλαδή παραμορφώνουν την έλλογη ψυχή, από τη συμβίωση της με το σώμα και προσθέτουν σε αυτή σωματοειδή προσθέματα. Ο δεσμός ψυχής-σώματος θα καταλυθεί με το θάνατο του δεύτερου.

  Η καθ’ αυτή έννοια ψυχή μπορεί φυσικά να εναντιωθεί σε ότι προβάλλει το σώμα. Το γεγονός ότι η ψυχή μπορεί να αντιταχθεί στα πάθη  βασίζεται στο ότι η ψυχή είναι από τη φύση της το λογικό, καθώς το άλογο στον άνθρωπο προέρχεται από το σώμα. Η ψυχή πρέπει να αποκαθαρθεί από κάθε τι σωματοειδές. Στην πραγματικότητα όμως οι ψυχές κάνουν σωματοειδής παραχωρήσεις. Το θνητό στοιχείο μπορεί να προσκολληθεί στην ψυχή τόσο που μπορεί η ψυχή να μην μπορέσει να κατά τον αποχωρισμό της από το σώμα να απαλλαγεί από αυτό. «Καί αὐτές δέν εἶναι οἱ ψυχές τῶν ἐναρέτων, ἀλλά τῶν φαύλων, οἱ ὁποῖες ἀναγκάζονται νά τριγυρίζουν σ’ αὐτά, ξεπληρώνοντας τήν τιμωρία γιά τήν προηγούμενη κακή συμπεριφορά τους. Καί περιπλανῶνται μέχρι, πού ἀπό τήν σωματική ἐπιθυμία πού τίς ἀκολουθεῖ, νά ἑνωθοῦν καί πάλι μέ τό σῶμα.» (Φαίδων, 81c κ.ε.)

  Τι προβάλλει όμως το σώμα; Ερεθισμούς επιθυμίες λύπη και πάθη όπως επιθυμίες. «Αν ὅμως, νομίζω, ἀπαλλάσσεται ἀπό τό σῶμα μιασμένη και ἀκάθαρτη, ἐπειδή πάντα ζοῦσε προσκολλημένη στό σῶμα και ὑπηρετώντας καί ἀγαπώντας το καί καθώς ἦταν γοητευμένη ἀπ’ αὐτό, ἀπό τίς ἐπιθυμίες καί τίς ἡδονές, ὥστε νά μήν θεωρῆ τίποτε ἄλλο γιά ἀληθινό, παρά μόνο τό σωματικό, ὅ,τι δηλ. κανείς θά μποροῦσε νά ἀγγίζη, νά δῆ νά πιῆ, νά φάη καί νά τό μεταχειρισθῆ για ἀφροδίσιες ἀπολαύσεις, ἐνῶ τό ἀφανές στά μάτια καί ἄμορφο, το νοητό πού πλησιάζεται μέ τήν φιλοσοφία (Φαίδων, 81b), μερικά χειρόγραφα αναφέρουν και το φόβο. Για τα πάθη θα προσθέσουμε ότι είναι άλογοι λογισμοί, οι οποίοι προέρχονται από το σώμα και όχι από την ψυχή. Το χάσμα τελικά ανάμεσα στο ιδανικό της απόλυτης αγαθότητας, και στην αισθησιακή ζωή του ανθρώπου που επιδιώκει χαρές και ευτυχία, είναι αγεφύρωτο.

   Ο Σωκράτης χρησιμοποιεί τη μαιευτική μέθοδο και εδώ. Απέχει όμως φρονίμως από τις παραστάσεις της μέλλουσας ζωή χωρίς να αμφιβάλλει για την ύπαρξη της. Αυτό ακριβώς βλέπουμε στο Φαίδων. (Φαίδων, 114 κ.ε.). Καθήκον του φιλοσόφου είναι να αποδεσμεύσει την ψυχή από τη σύνδεση με το σώμα.

  Ο Πλάτων, όπως διαπιστώνουμε, τελικά καταλήγει στη μετεμψύχωση. «Αλλά πραγματικά υπάρχει και η γένεση των ζωντανών από τους νεκρούς και οι ψυχές των νεκρών υπάρχουν και οι ενάρετες περνούν καλύτερα και οι κακές χειρότερα». (Πλάτων Φαίδων, 72e) Η μετεμψύχωση, ως πεποίθηση των αρχαίων προϋπήρχε στους Ορφικούς. Ο Πλάτων μέσω του διαλόγου Φαίδων, αισθανόμενος γόνιμη την ορφική παράδοση, έδωσε βάθος στο μύθο των Ορφικών.

 

Επίλογος.

  Τα επιχειρήματα του Σωκράτη υπέρ της αθανασίας της ψυχής, μετά από τη σχετική ερώτηση του Κέβη, συνοψίζονται στις εξής θέσεις (κατά τον Bogomolov, 1995), οι οποίες δύσκολα αποδεικνύονται αβάσιμες:

1)    Εναλλαγή αντιθέτων, Αν ο θάνατος δεν οδηγούσε στη ζωή, η ζωή θα σταματούσε. Εφόσον δε συμβαίνει αυτό η ψυχή επιζεί και μετά θάνατον.

2)    Επιχείρημα της ανάμνησης. Έμφυτες έννοιες ανθρώπου (ομορφιά, καλοσύνη, δικαιοσύνη, ισότητα κλπ) δεν αποκτούνται μέσω αισθήσεων. Η μάθηση είναι ανάμνηση όσων η ψυχή γνώριζε νωρίτερα, δηλαδή πριν από τη γέννηση.

3)    Αμεταβλητότητα της ψυχής. Αντίθετα προς τα επιμέρους αντικείμενα η ψυχή είναι ίση με τον εαυτό της, λόγω της συγγένειας που έχει με το θείο και την αιωνιότητα.

4)    Επιχείρημα αιτιότητας. Η ψυχή είναι η αληθινή αιτία όλων των πραγμάτων. Αυτή είναι το τέλος και η ιδέα του σώματος. Η ψυχή είναι η ζωή του σώματος και ασυμβίβαστη με την έννοια του θανάτου. Συνεπώς είναι αιώνια.

 

 

Πηγές:

1)    Βραΐλας Αρμένης, Η διδασκαλία του Σωκράτους κατά τον Α. Fouillee, εκδ. Φεξή, Αθήνα 1910.

2)    Σακελλαρίου Δημήτριος, Η έννοια της Αρετής στο Σωκράτη, Αθήνα 2011.

3)    Πλάτων, Φαίδων ή περί ψυχής, μεταφρ. Ι. Αθανασόπολος, εκδ. Γεωργιάδης, Αθήνα 2012.

4)    Bogomolov A.S., Ιστορία της αρχαίας φιλοσοφίας (Ελλάδα και Ρώμη), μετάφρ. Φ.Κ. Βώρος, εκδ. Ειρμός, Αθήνα 1995.

5)    Borman Karl, Πλάτων, μετάφρ, Ι. Καλογεράκης, εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 2006.

6)    Dies Auguste, Πλάτων, ο άνθρωπος-η εποχή του-το έργο του, μετάφρ. Χ. Μαρκέτη, εκδ. Ζήτα

7)    Vegeti Mario, Ιστορία της φιλοσοφίας, μετάφρ. Γ. Δημητρακόπουλος, εκδ. Τραυλός, Αθήνα 2000.

 

-Ο Παύλος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1978 στη Δράμα, μεγάλωσε στις Σέρρες και έζησε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από το 1996 εργάζεται στο δημόσιο σε διάφορες διοικητικές θέσεις. Είναι απόφοιτος της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Σχολής Αστυφυλάκων της Αστυνομικής Ακαδημίας, της Σχολής Επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ΕΛ.ΑΣ., και της Σχολής Ελληνικού Πολιτισμού, του Τμήματος Ανθρωπιστικών. Σπουδών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.


Το διάλογο μπορείτε να τον ακούσετε εδώ:

Α΄ Μέρος :




Β΄ Μέρος:



Γ΄ Μέρος:



Δ΄ Μέρος



Ε΄ Μέρος:



Οι χοές στα έργα του Αισχύλου. Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος

  Στην ανάλυση που ακολουθεί θα αναφερθούμε στις χοές, όπως παρουσιάζονται μέσα στο έργο του Αθηναίου τραγικού ποιητή. Θα επικεντρωθούμε σε δύο έργα, στους Πέρσες και στις Χοηφόρους. Η σύνδεση των χοών με τον Κάτω Κόσμο, αναδεικνύεται μέσα στο έργο του Αισχύλου. 



  Οι χοές, όπως και οι σπονδές, ήταν απεριόριστες στην καθημερινότητα των αρχαίων Ελλήνων. Οι χοές πραγματοποιούνταν με ρίψη υγρού σε βωμό ή στο έδαφος. Το υγρό που ρίπτονταν ήταν κρασί (με νερό) ή γάλα ή νερό ή μέλι. Η ρίψη του υγρού γινόταν από κανάτα (οινοχόη) σε κύπελλο με επίπεδο πυθμένα και από το κύπελλο κατόπιν στο πάτωμα.

  Οι χοές προσφέρονταν συνήθως στους νεκρούς. Σύμφωνα με τον Αισχύλο τα συγκεκριμένα υγρά είχαν εξιλεωτικές ιδιότητες ή σύμφωνα με τον Ευριπίδη μαγικές ή έχουν τη δύναμη να καλούν νεκρούς. Οι χοές, λοιπόν, περιλαμβάνουν μέλι γάλα νερό  και αίμα (στον Όμηρο) ώστε να μπορέσουν οι ψυχές να επικοινωνήσουν με τους ζωντανούς), κρασί και λάδι (στον Αισχύλο). Στον Ευριπίδη, στην Ιφιγένεια εν Ταύροις, οι προσφορές στους νεκρούς περιλαμβάνουν γάλα κρασί και μέλι. Οι χοές είχαν σκοπό, επίσης, και τον εξαγνισμό, ήταν υποχρεωτικές στην ταφική τελετουργία, πάνω από τον τάφο.

  Στο έργο του Αισχύλου Πέρσες η άφιξη της Ατόσας λαμβάνει χώρα με νεκρικές χοές. Έτσι λοιπόν με την εμφάνιση της η βασίλισσα θα πει: «Γι' αυτό το δρόμο αυτό χωρίς τ' αμάξια και την προτερινή πολυτέλεια από το παλάτι μου ξαναπήρα φέρνοντας εξιλαστήριες χοές στον πατέρα του παιδιού μου,». Αμέσως μετά η βασίλισσα θα αναφέρει το περιεχόμενο των χοών: «άσπρο γάλα καλόπιστο από γελάδα αγνή, κι απόσταγμα της ανθοεργάτριας, το μέλι το ολόλαμπρο. και σταλαγματιές νερού από πηγή παρθενική κι απ' άγρια μάνα ολόαγνο ποτό, αυτή την ευφροσύνη του παλιού του αμπελιού  κι ακόμη μέσα βρίσκεται ο ευωδιαστός καρπός της ξανθής ελιάς, που πάντα είναι θαλερή με τα φύλλα της και άνθη πλεκτά, παιδιά της παντοδότρας γης». Οι χοές πραγματοποιούνται από την Ατόσα και τις υπηρέτριες της στον τάφο του Δαρείου.

Παράσταση από οινοχόη (χουν) του 4ου αι. π.Χ. που σχετίζεται με τα Ανθεστήρια.

  Στις Χοηφόρους μαυροντυμένες γυναίκες, στο ξεκίνημα του έργου όπως αναγγέλλει ο Ορέστης στον πρόλογο, φτάνουν στον τάφο του Αγαμέμνονα με σκοπό να ρίξουν χοές. Καθώς προχωρούν σε σχήμα πομπής ψάλλουν έναν τελετουργικό θρήνο. Έτσι ο Ορέστης, στην προοπτική της τέλεσης χοών θα διερωτηθεί: «Ή να το πετύχω πως αυτές στον πατέρα μου φέρνουν χοές που μαλακώνουν όσους στον Άδη βρίσκονται;». Ο Ορέστης θα πει επίσης: «Τι πράγμα βλέπω; Ποια είναι αυτή εδώ η συντροφιά των γυναικών που βαδίζει ντυμένη μες τα μαύρα;» Και πιο κάτω ο ίδιος, ο Ορέστης, πάλι: «Τι συμβαίνει μ’ αυτή των γυναικών τη λιτανεία;». Οι Χοηφόροι θα είναι γενικά αυτοί οι οποίοι θα φέρνουν προσφορές.

  Οι χοές θα χυθούν για να κατευνάσουν την οργή των θεών. Ο Ορέστης φτάνει στον τάφο του πατέρα του με σκοπό να επισυνάψει επικοινωνία με τον υπερφυσικό κόσμο, για να τον βοηθήσει να εκτελέσει τη διαταγή του Δία (οι χθόνιες δυνάμεις έχουν ιδιαίτερο ρόλο σ’ αυτό το έργο). Στο σημείο αυτό ο Ορέστης θα ευχηθεί: «Ω Δία δώσε μου δύναμη να εκδικηθώ το θάνατο του πατέρα μου και γίνε πρόθυμος σύμμαχος μου».

Orestes, Electra and Hermes at the tomb of Agamemnon. Side A of a lucanian red-figure pelike, ca. 380–370 BC.

  Η βασίλισσα είδε κακά όνειρα, που σ’ αυτά οι νεκροί φανέρωσαν την έχθρα τους, κι έστειλε τούτες τις σκλάβες με εξιλαστήριες προσφορές (χοές) στου άντρα της τον τάφο. Η πρωτοβουλία της Κλυταιμνήστρας να στείλει τις σκλάβες για τέλεση χοών προέκυψε από ένα όνειρο που είχε δει. «Με στέλνει εδώ η αθεόφοβη γυναίκα». Η «ανόσια γυναίκα» δεν είναι άλλη από την Κλυταιμνήστρα, ταραγμένη από ένα όνειρο και την εξήγηση που δώσανε οι μάντεις ότι ο νεκρός βασιλιάς είναι οργισμένος, τις έστειλε στον τάφο για να τον εξιλεώσουν με νεκρικές προσφορές. Ο Χορός θα απαγγείλει: «Διότι τρανός φόβος ορθότριχος του παλατιού ονειρομάντης απ' τον ύπνο πνέοντας οργή, μεσονύχτια κραυγή απ' τα βάθη βγήκε με φόβο πέφτοντας βαριά στους γυναικωνίτες και οι εξηγητές των ονείρων αυτών με θεϊκή εγγύηση είπαν πως όσοι στον κάτω κόσμο βρίσκονται  παραπονούνται πολύ κι είναι με τους φονιάδες θυμωμένοι». Έτσι γίνεται αντιληπτή και η οργή που προκάλεσε στους θεούς η δολοφονία του Αγαμέμνονα.

  Ο Χορός εισέρχεται, στις Χοηφόρους, με νεκρικές χοές και λατρευτικές χειρονομίες στον τάφο. Οι οποίες πρέπει να είναι συνδεδεμένες με το νεκρό και τον εκδικητή. Λαμβάνει χώρα επίσης, επίκληση των χθόνιων θεοτήτων από το Χορό. Η Κλυταιμνήστρα επίσης, σε κατάσταση ταραχής, θυμίζει στις Ερινύες τις προσφορές που έκανε στον τάφο του Αγαμέμνονα. Πρόκειται για χοές, θυσίες, ολοκαυτώματα κλπ.

  Η Ηλέκτρα και ο Ορέστης πηγαίνουν στον τάφο του Αγαμέμνονα και χτυπάνε τη γη. Ο Αγαμέμνονας δε βγαίνει αλλά στέλνει τη δικαιοσύνη να βοηθήσει τα παιδιά της. Η μεγαλύτερη δύναμη αποδόθηκε στον Αγαμέμνονα πεθαμένο παρά ζωντανό, σ’ εκείνη την εντυπωσιακή σκηνή των Χοηφόρων του Αισχύλου, όπου τα παιδιά του, Ορέστης και Ηλέκτρα, τον ικετεύουν να τους βοηθήσει πριν σκοτώσουν την Κλυταιμνήστρα. Η τέλεση των χοών πραγματοποιήθηκε και η Ηλέκτρα δηλώνει ικανοποιημένη: «Ο πατέρας μου έχει πια τις χωματορουφήχτρες χοές».



  Η Ηλέκτρα, από την άλλη, έρχεται μαζί με το Χορό να προσφέρει χοές στον τάφο του πατέρα της, με εντολή, όπως προαναφέρθηκε της Κλυταιμνήστρας, η οποία θέλει να τον εξευμενίσει ώστε να μην την εκδικηθεί. Ο Ορέστης αφήνει μια τούφα από ξανθά μαλλιά στον τάφο και επικαλείται το χθόνιο Ερμή να τον βοηθήσει. Η Ηλέκτρα κατά την τέλεση των χοών θα πει: «Ερμή χθόνιε, βοήθησε με διαλαλώντας για χάρη μου ν' ακούσουν του κάτω κόσμου οι θεοί τις ευχές μου, όσοι το πατρικό παλάτι μας επιτηρούν, και η ίδια η γη, που όλα τα γεννά κι αφού τα θρέψει όλα, πάλι απ' αυτά παίρνει το σπόρο τους κι εγώ τώρα χύνοντας στους νεκρούς αυτές εδώ τις «χοές» λέω κράζοντας τον πατέρα μου: «Ελέησε κι εμένα  και τον αγαπημένο σου Ορέστη, άναψε φως στο παλάτι». Οι χθόνιες δυνάμεις και οι θεότητες που βρίσκονται στο κέντρο του θέματος αυτού του έργου, και αναμφισβήτητα η κεντρική θέση του τάφου του Αγαμέμνονα στη σκηνή είναι έντονο εκφραστικό σύμβολο όντας της περιοχής, στον Αγαμέμνων ο Χορός επισημαίνει τις χοές και τις θυσίες που διατάζει η Κλυταιμνήστρα επ’ αφορμή της επιστροφής του Αγαμέμνονα.

  Οι χοές, επομένως, προσφέρονταν στους νεκρούς και στους θεούς του Κάτω Κόσμου και αποτελούσαν συνδετικό στοιχείο των ζωντανών με αυτούς. Στους Πέρσες και στις Χοηφόρους, γίνονται νεκρικές χοές. Στους Πέρσες τις προκαλεί ένα κακό όνειρο της βασίλισσας και στις Χοηφόρους, προκειμένου να κατευναστούν οι θεοί και ο νεκρός Αγαμέμνονας.


ΠΗΓΕΣ:

Αισχύλος, Πέρσες, μετάφρ. Γ. Μαυρόπουλος, εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2007.

Αισχύλος, Χοηφόροι, μετάφρ. Γ. Μαυρόπουλος, εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2007. Κόγια Λ., Φόνοι συγγενικών προσώπων στην αρχαία ελληνική τραγωδία, Μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία, Ρόδος 2019.

Μαρκαντωνάτος Γ., Πλατυπόδης Λ.,  Θέατρο και πόλη, εκδ. Guttenberg , Αθήνα 2012

GARVIE A. F.  , Aeschylus' Supplices: Play and Trilogy, University

Press of Cambridge 1969.

Anderews A., Αρχαία ελληνική κοινωνία, μετάφρ, Α. Παναγόπουλου, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1983.

Lesky A., Ιστορία της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας, μετάφρ., Α. Τσοπανάκη, εκδ. Κυριακίδη, Αθήνα 2014

Thomson G., Αισχύλος και Αθήνα, μετ. Γ. Βιστάλη και Φ. Αποστολόπουλου, εκδ. Ορίζοντες, Αθήνα 1954.

 

 

Παύλος Παπαδόπουλος, Ανώτερος Αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ., Πτυχιούχος Ανθρωπιστικών Σπουδών

Όνειρα και Νεκρομαντεία στις τραγωδίες του Αισχύλου. Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος.

  Στο παρόν άρθρο θα αναλύσουμε ορισμένες απόψεις των ανθρώπων της αρχαιότητας για τα όνειρα και τη Νεκρομαντεία. Θα αντλήσουμε υλικό από τις τραγωδίες Πέρσες και Χοηφόροι  του Αισχύλου. Σκοπός μας θα είναι να καταδείξουμε πως λειτουργούν τα όνειρα και οι πρακτικές της Νεκρομαντείας στη δραματουργική παραγωγή του Αισχύλου.

Ο Άδης αναφερόταν και ως Άιδης, Αιδωνεύς, Εύβουλος, Ευρύπυλος, Κλυμενος, Αγησίλαος, Κρατερός. και ήταν αόρατος χάρη στο κράνος που φορούσε. Η Αχερουσία λίμνη αποστραγγίστηκε το 1960...


 Για τα όνειρα οι αρχαίοι Έλληνες είχαν καταρχήν την άποψη ότι είχαν θεραπευτικές ιδιότητες. Οι αρχαίοι πίστευαν ότι κοιμώμενοι στο ναό, όντας άρρωστοι θα τους αποκαλύπτονταν η θεραπεία μέσω κάποιου ονείρου (εγκοίμηση). Η εγκοίμηση γινόταν σε ειδικούς τόπους (σπήλαια, χάσματα της γης, ιερά) όπου ήταν δυνατή η επικοινωνία με τους νεκρούς, τα χθόνια πνεύματα ή τους θεούς, μιας και τα χάσματα της γης αποτελούν για την αρχαϊκή αντίληψη μια πύλη για τον Κάτω Κόσμο. Πέρα από τα φαντάσματα και τα είδωλα, το όνειρο κατά τις αντιλήψεις των αρχαίων παρουσίαζε και αλήθειες.

  Η Νεκρομαντεία είχε πανάρχαιες ρίζες στην αρχαιοελληνική παράδοση. Μέσω αυτής επικαλούνταν τους νεκρούς για μαντικούς σκοπούς, η συσχέτιση της Νεκρομαντείας με τη μαντική είναι αδιαμφισβήτητη. Η μαντική εμπειρία οδήγησε στην τεχνική αναζήτηση πληροφοριών μέσω των ονείρων. Το σύστημα των ονειροκριτικών, κάνει καίριες όμως διακρίσεις στην αποκρυπτογράφηση των ονειρικών συμβόλων, ανάλογα με μεταβλητές όπως το επάγγελμα και η κοινωνική θέση ή τα έθιμα της πόλης του ονειρευόμενου.

  Η πίστη των αρχαίων Ελλήνων στην αθανασία της ψυχής σχετίζονταν με τη Νεκρομαντεία. Βασίζεται στην πεποίθηση ότι η επικοινωνία με τα μέλη που δεν ανήκουν πλέον στη σφαίρα του φυσικού κόσμου μπορεί να προσφέρει στους θνητούς πληροφορίες που δε θα μπορούσαν να αποκτήσουν διαφορετικά, για το λόγο αυτό οι ψυχές ανακαλούνται από τον Κάτω Κόσμο. Η Νεκρομαντεία συνδέεται επίσης ξεκάθαρα και με την αρχαία ελληνική μαγεία. Η σύνδεση της Νεκρομαντείας με τη μαγεία προκύπτει από το γεγονός ότι ο νεκρός εξαναγκάζεται να εμφανιστεί, για να δώσει τους χρησμούς, ακριβώς όπως στη μαγεία οι θεότητες και οι φυσικές δυνάμεις εξαναγκάζονται να πράξουν τα όσα τους ζητούν οι μάγοι.

Η Εριχθώ


  Τα όνειρα στον Αισχύλο θα θεωρηθούν μηνύματα των νεκρών. Οι νεκροί θα δώσουν, κατά βάση, τη σοφία τους για το παρόν, ενώ δε θα είναι ξεκάθαρη η γνώση που κατέχουν οι νεκροί. Στους Πέρσες περιγράφεται διεξοδικά (στίχ. 176-200) το εφιαλτικό όνειρο της βασίλισσας Ατόσας. Η βασίλισσα, με την εμφάνιση της θα πει: «Πάντα πολλά όνειρα νυχτερινά βλέπω, αφότου ο γιος μου ετοίμασε στρατό και για των Ιώνων τη γη τράβηξε να την κουρσέψει θέλοντας· ωστόσο ως τώρα δεν είδα τόσο φανερό όνειρο όσο της νύχτας που μας πέρασε και θα σου το πω». Έτσι η Ατόσα, γυναίκα του Δαρείου και μητέρα του Ξέρξη διηγείται το εφιαλτικό όνειρο που είδε και την τάραξε και αποφασίζει να εξευμενίσει τους θεούς με προσφορές.  Το όνειρο της βασίλισσας αποτελεί πρόρρηση της καταστροφής εξαιτίας, κυρίως της αλαζονείας του Ξέρξη, και ειδικότερα της προσπάθειας ζεύξης Ασίας Ευρώπης από αυτόν.

  Ο Αισχύλος θα χρησιμοποιήσει έντεχνα τις προειδοποιήσεις των ονείρων. Η Ατόσα στους Πέρσες θα ζητήσει συμβουλή από τους γέροντες του Χορού για το κακό όνειρο που έχει δει το προηγούμενο βράδυ. «Σ’ αυτά μια που είναι έτσι, του λόγου μου σύμβουλοι γίνετε για χάρη μου, Πέρσες, έμπιστοι μου γέροντες· γιατί όλες οι καλές συμβουλές για μένα είναι από εσάς». Στο πρώτο στάσιμο των Περσών, θα έρθουν στο προσκήνιο τα ανησυχητικά όνειρα που φέρνουν την καταστροφή. Έτσι ο Χορός θα μιλήσει με επιφυλάξεις στη βασίλισσα, ως εξής: «Μητέρα δε θέλουμε με λόγια ούτε να σε φοβίσουμε πολύ ούτε θάρρος να σου δώσουμε. Στους θεούς παρακαλώντας πάνε αν είδες όνειρο κακό· ζήτησε τους αυτό να το ξορκίσουν, και να γίνει το καλό, για σένα και για τα δικά σου παιδιά, για τη χώρα, για όλους τους αγαπημένους».

  Στις Χοηφόρους το όνειρο της Κλυταιμνήστρας με το φίδι θα ερμηνευτεί από τον Ορέστη ότι αυτός είναι το φίδι και τη σκοτώνει. Ο Ορέστης λέει: «με βία θα χαθεί κι αυτή· κι εγώ θα γίνω φίδι κι αυτή θα τη σκοτώσω όπως λέει το όνειρο αυτό». Ο Ορέστης, λοιπόν, συνδιαλέγεται με την κορυφαία του Χορού με αντικείμενο την εξήγηση του ονείρου της Κλυταιμνήστρας, και εκεί αποκαλύπτει το σχέδιο του ερμηνεύοντας το όνειρο. Στον Αισχύλο οι χρησμοί ή το όνειρο φαίνονται απλώς να ενισχύουν το φόβο ή τις προσδοκίες των σκηνικών προσώπων.

Χοηφόροι, σε σκηνοθεσία Λίλλυ Μέλεμε


  Αργότερα, στο ίδιο έργο, έρχεται η επιβεβαίωση από την Κλυταιμνήστρα τη στιγμή που τη σκοτώνει ο Ορέστης: «Αλήθεια, πολύ μάντης ήταν ο φόβος από το όνειρο». Ο Χορός επιβραβεύει τον Ορέστη ότι ελευθέρωσε το Άργος, με έμμεση αναφορά στο όνειρο της Κλυταιμνήστρας και έτσι μπορεί κανείς να συμπεράνει ότι οι ψυχές των νεκρών, εν προκειμένω του Αγαμέμνονα, έχουν δύναμη να στείλουν μηνύματα ή να ζητήσουν εκδίκηση μέσω των ονείρων: «Την πόλη ολόκληρη των Άργειων ελευθέρωσες κόβοντας εύκολα το κεφάλι των δύο φιδιών». Ενώ ο Ορέστης βλέπει τις Ερυνίες: «Α,α! Γυναίκες υπηρέτριες αυτές εδώ σαν τις γοργόνες σταχτόμαυρα ντυμένες και πλακομαζωσμένες με πλήθος από φίδια· δε μπορώ να μείνω άλλο εδώ». Στην πραγματικότητα η γλώσσα των ονείρων και του χρησμού, η ερμηνεία και η επίτευξη του σκοπού διαμορφώνει πολλές τραγωδίες του Αισχύλου.

  Η νεκρομαντεία σχετίζονταν με την ηρωολατρεία, ήταν η επικοινωνία με τους ένδοξους νεκρούς. Η αντίληψη περί επικοινωνίας με τους νεκρούς υπήρχε ήδη σταθεροποιημένη από τον 8ο αιώνα (Νεκυία, Οδύσσεια). Ο Όμηρος κάνει την πρώτη φιλολογική αναφορά πριν από τον 8ο αιώνα. Στη σκηνή της ανάδυσης του φαντάσματος του Δαρείου στους Πέρσες είναι έντονο το ύφος της Νεκυομαντείας.

  Σε γενικές γραμμές η μαγεία κατακρίνεται στην τραγωδία της κλασικής περιόδου. Ο Οιδίποδας απευθύνεται στον Τειρεσία: «Με ύπουλη ενέργεια ζητάει να μου στερήσει, στέλνοντας μου έναν τέτοιο πανούργο απατεώνα». Ενώ στον Ορέστη του Ευριπίδη η απορία του Φρυγά σκλάβου είναι αν η εξαφάνιση της Ελένης οφείλεται ή απατεώνα σκλάβο: «Δεν ξέρω πώς - με τίποτα αλοιφές που φτιάχνουνε οι μάγισσες, με ξόρκια ή με θέλημα θεού... πάντως στο σπίτι δεν ήτανε... Καπνός! »

  Η βασίλισσα Ατόσα ζητά, στους Πέρσες από το Χορό να φέρει στον πάνω κόσμο το Δαρείο. Στο σημείο αυτό λαμβάνει χώρα μια σκηνή νεκρομαντείας. Ο Χορός αφήνεται σε μια παράξενη μιμική, βίαιη, λέγοντας συγχρόνως παράξενα λόγια και ονοματοτοπίες. Αυτή η μαγική δύναμη του άγριου τραγουδιού κάνει το Δαρείο να βγει από τον τάφο. «Βασιλιά μου παλιέ έλα, φτάσε· έλα στην κορυφή του τάφου σου σηκώνοντας του ποδιού σου το κροκόβαφο σαντάλι και της βασιλικής τιάρας σου το φαλακρό φανερώνοντας». Η μαγική επίκληση του Χορού θα έχει ως αποτέλεσμα την ανάδυση του Δαρείου από τον τάφο.

Πέρσες του Αισχύλου


  Για το κάλεσμα της ψυχής του Δαρείου από τον τάφο προσφέρονται χοές από την Ατόσα, και γίνεται παράκληση για την καλοσύνη των χθόνιων θεών. Λαμβάνει χώρα η σκηνή της νεκρομαντείας. Η μετάβαση στον άνω κόσμο όπως λέει και ο ίδιος ο Δαρείος δεν είναι εύκολη. Ο Δαρείος θα πει μόλις εμφανιστεί στον κόσμο: «Κι εσείς θρηνείτε, καθώς στέκεστε δίπλα στον τάφο μου, με θρήνους τρανούς που τις ψυχές σηκώνουν απ' τον Άδη, πονετικά με κράζετε όμως δεν είναι εύκολο να βγεις από κει οπωσδήποτε κι οι θεοί του κάτω κόσμου να παίρνουν είναι πιο καλοί παρά πίσω να δίνουν».

  Ο Δαρείος θα μιλήσει για τα μελλούμενα εξαιτίας κάποιων χρησμών που κατείχε ενώ ζούσε. Ο νεκρός βασιλιάς επιβεβαιώνει ότι πραγματοποιήθηκαν οι προβλέψεις των θεών: «Αλίμονο, ήρθε των χρησμών η επαλήθευση στου παιδιού μου την κεφαλή έριξε ο Δίας το τέλος των  χρησμών κι εγώ βέβαια έλεγα πως ύστερα από καιρό πολύ θα τελειώσουν οι θεοί αυτά». Σε καμία περίπτωση δεν προφητεύει αλλά συμπεραίνει και δίνει πολλές συμβουλές. Σύμφωνα με τις αντιλήψεις οι νεκροί κατέχουν γνώσεις που κατείχαν ως ζωντανοί. Ενώ γενικά οι νεκροί απαιτούν κανονικές κηδείες. Αν τιμηθούν σωστά οι νεκροί θα βοηθήσουν τους ζωντανούς, σε περίπτωση που αυτό χρειαστεί. Έτσι γίνεται αντιληπτό και ότι υφίστανται κατά τις αντιλήψεις των αρχαίων Ελλήνων και δοσοληψίες μεταξύ ζωντανών και νεκρών.

   Η εμφάνιση του Δαρείου επί σκηνή συμβολίζει την ανάκληση της συλλογικής μνήμης ενός λαού (στίχ. 769-786), δηλαδή την ιστορική μνήμη. Αυτό ενέτεινε ακόμη περισσότερο τη βασική λειτουργία του έργου που είναι η συστηματοποιημένη δραστηριοποίηση όχι θρησκευτικών ή παραθρησκευτικών αντιλήψεων όπως η επικοινωνία με τους νεκρούς, αλλά πνευματικών και ηθικών αξιών όπως η Ύβρις και η Δίκη. Δίνοντας έτσι μια έντονη αστική διάσταση, όπως η ιστορική συνείδηση.

 

Οδυσσέας και Τειρεσίας στον Άδη

  Συμπερασματικά, τα όνειρα κατά την κλασική εποχή αλλά και γενικά στην αρχαιότητα θεωρούνταν ότι είχαν θεραπευτικές ιδιότητες. Η Νεκρομαντεία, που απασχόλησε και τους τρεις τραγικούς ποιητές,  συνδέθηκε με τη μαντική και τη μαγεία. Στους Πέρσες, ο Αισχύλος θα μας διδάξει ότι τα μηνύματα των νεκρών περιλαμβάνουν προειδοποιήσεις, καθώς επίσης και ότι οι νεκροί κατέχουν γνώσεις που είχαν ως ζωντανοί. Στις Χοηφόρους, τέλος, το όνειρο της Κλυταιμνήστρας θα έχει σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της υπόθεσης της τραγωδίας.


-Ο Παύλος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1978 στη Δράμα, μεγάλωσε στις Σέρρες και έζησε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από το 1996 εργάζεται στο δημόσιο σε διάφορες διοικητικές θέσεις. Είναι απόφοιτος της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Σχολής Αστυφυλάκων της Αστυνομικής Ακαδημίας, της Σχολής Επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ΕΛ.ΑΣ., και της Σχολής Ελληνικού Πολιτισμού, του Τμήματος Ανθρωπιστικών. Σπουδών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.


Η τέχνη της μαντικής στη συγγραφή του Αισχύλου. Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος.

   Η μαντική και τα μαντεία κατείχαν σπουδαία θέση στην καθημερινότητα των αρχαίων Ελλήνων, σε όλη τη διάρκεια της αρχαιότητας. Ο Αισχύλος στο έργο του  παραθέτει αρκετές πληροφορίες για τη χρήση και την προέλευση της μαντικής τέχνης. Θα χρησιμοποιήσουμε χωρία από τα έργα Προμηθέας Δεσμώτης και Αγαμέμνων, προκειμένου να αντλήσουμε πληροφορίες σχετικές με τη μαντική.



  Οι άνθρωποι στην αρχαιότητα είχαν την πεποίθηση ότι γεγονότα της ζωής τους καθορίζονταν από τη θέληση των θεών. Η ανάγκη για την πρόβλεψη του μέλλοντος καλύπτονταν από τη μαντική και τα μαντεία, ιερούς, δηλαδή τόπους υπό την προστασία των θεών οπού εκεί κυρίως φανέρωναν τη θέληση τους. Οι μάντεις είχαν μεγάλη υπόληψη και τους συμβουλεύονταν τακτικά. Η αμφισβήτηση της μαντικής τέχνης από τον οποιοδήποτε θα κινούσε υποψίες για αθεΐα.

  Ένας μεγάλος αριθμός χρησμών μας είναι γνωστός στη σημερινή εποχή. Οι χρησμοί που έδιναν οι μάντεις, θεωρούνταν αυθεντικοί και παρουσιάζονταν σε απλή μορφή, δεν είχαν κανενός είδους αμφισημία, δεν περιείχαν προγνώσεις ούτε προφητείες, αλλά επρόκειτο κυρίως για θρησκευτικούς κανονισμούς. Η καταφυγή στη μαντική τέχνη στην αρχαία Ελλάδα ήταν μια διαδεδομένη πρακτική, τόσο σε επίπεδο ατόμων όσο και σε επίπεδο πόλεων. Οι μαντικές τεχνικές, αν και εξαιρετικά πολυποίκιλες, διακρίνονται ουσιαστικά σε δύο ομάδες, εξαιρετικά άνισες μεταξύ τους αφενός οι διαφορετικοί χειρισμοί και η παρατήρηση οιωνών. Οι χρησμοί υπήρξαν τελικά θεϊκές επιταγές που δεν υπόκειντο σε επεξεργασία από το μάντη ή τα μαντεία.

Ο πίνακας αναπαριστά διαδικασία ΚαπνομαντείαςΩς μέθοδος μαντικής, η καπνομαντεία εξέταζε το καπνό που έβγαινε από τα φλεγόμενα αντικείμενα. Επιπλέον, υπήρχε και η μαντεία δι’ εμπύρων, κατά την οποία εξεταζόταν η συμπεριφορά της φωτιάς αλλά και η συμπεριφορά του αντικειμένου που δεχόταν την ενέργεια της φωτιάς.


  Ο θεός Απόλλων ήταν συνδεδεμένος με τη μαντική τέχνη. Σε όποιο μέρος εμφανίστηκε ο Απόλλωνας ήταν συνδεδεμένος με την προφητεία. Υπήρξαν πάρα πολλά προφητικά ιερά. Στην κλασική περίοδο η φήμη των Δελφών έτεινε να επισκιάσει όλα τα άλλα κέντρα τόσο όμως κατά την αρχαϊκή περίοδο, όσο μακριά φτάνουν οι ενδείξεις μας, όσο και κατά τους ελληνιστικούς χρόνους, που η επίδραση των Δελφών ελαττώθηκε και προσέλαβε τοπικό χαρακτήρα, άλλα μαντεία υπήρχαν και ανθούσαν.  Οι ιερείς του Απόλλωνα απαιτούσαν παρθενία από τις Πυθίες ιέρειες των Δελφών που εκλαμβάνονταν ως σύζυγοι του Απόλλωνα· αλλά ένας πιστός αποπλάνησε μία από αυτές και δημιουργήθηκε σκάνδαλο, και ύστερα απ’ αυτό οι ιέρειες έπρεπε να είναι τουλάχιστον πενήντα ετών κατά την εγκατάσταση τους, αν και εξακολουθούσαν να ντύνονται σαν νύφες. Στο έργο του Αισχύλου Ικέτιδες, πραγματοποιείται από μία ιέρεια επισκόπηση της ιστορίας του μαντείου των Δελφών (θα αναφερθούμε σε επόμενο κεφάλαιο).

  Στον Προμηθέα Δεσμώτη, ο Αισχύλος αναφέρει ότι την τέχνη της μαντικής έδωσε ο Τιτάνας Προμηθέας στους ανθρώπους: «και τους ποικίλους τρόπους της μαντικής διευθέτησα και έκρινα πρώτος ποια εκ των ονείρων επαληθεύονται· και τους δυσδιάκριτους οιωνούς των λόγων εδίδαξα εις αυτούς· και τα εν οδώ συναπαντήματα». Ο Προμηθέας γενικά προφητεύει το μέλλον της Ιούς, την απαλλαγή της από το μαρτύριο, την περιπλάνηση της και τη γέννηση του σωτήρα του από αυτή.

  Στο επεισόδιο της Ιούς (στίχ. 609-876) θα προβληθεί, επομένως, η άλλη πλευρά του πολύμορφου δώρου του Προμηθέα: η μαντική του τέχνη και η διαγνωστική του ικανότητα. Και πάλι ο λόγος του Προμηθέα γίνεται δημιουργός συνείδησης ιστορικού χρόνου· γεφυρώνει το παρελθόν, παρόν και απώτερο μέλλον. Θα αναφερθεί μια σειρά από όνειρα και χρησμούς. Η Ιώ θα πει στον Προμηθέα αναφερόμενη στο διωγμό που υπέστη: «Εις αυτά του Λοξίου τα μαντεύματα με εξεδίωξε και με απέκλεισε της οικίας, δίχως να θέλω, δίχως να το θέλει· αλλά εξηνάγκαζε αυτόν του Διός ο χάλινος, να πράττη ταύτα».



  Η Κασσάνδρα στον Αγαμέμνονα ιστορεί πως ο Απόλλωνας την ενέπνευσε στη μαντική τέχνη: «Στην τέχνη μ’ έβαλε ο μάντης Απόλλων», θα πει μα σαφήνεια. Η Κασσάνδρα είναι καταδικασμένη να γνωρίζει το τέλος της. Έτσι θα απευθυνθεί στον Απόλλωνα λέγοντας τα εξής: «Απόλλωνα, Απόλλωνα, οδηγέ και αποτελειωτή μου! Μ’ αποτελείωσες όχι με κόπο δεύτερη φορά!». Η μάντισσα αρχίζει να μιλάει με μια κραυγή οδύνης προς τον Απόλλωνα, του οποίου το σύμβολο βλέπει μπροστά στην πόρτα του παλατιού. Με τη μαντική της όραση βλέπει ξεκάθαρα το προσχεδιασμένο έγκλημα. Το λουτρό το δίχτυ το θανάσιμο πλήγμα.

  Ο σιγανός θρήνος της Κασσάνδρας, στον Αγαμέμνονα αποτελεί μια επίκληση της μάντισσας στον Απόλλωνα. Σε ένα παραληρηματικό κύμα προφητείας τραγουδά για τα από καιρό σφαγμένα παιδιά, βλέπει το φόνο που γίνεται μες το παλάτι, ακούει τις Ερινύες να τραγουδάνε από χαρά και τις βλέπει να χορεύουν στη σκεπή και, τέλος με στυφή θλίψη θρηνεί το χαμό της και το ξεκλήρισμα του Ατρέα. Η Κασσάνδρα θα πει σχετικά με τα σφαγμένα παιδιά: «Αυτά τα βρέφη που κλαιν για τη σφαγή τους, σάρκες ψημένες και απ’ τον πατέρα φαγωμένες». Για το φόνο που πρόκειται να γίνει στο παλάτι από την Κλυταιμνήστρα θα πει: «Αλίμονο τρισάθλια, αυτό λοιπόν θα κάνεις; Το σύντροφο της κλίνης σου τον άντρα σου! Λούζοντας τον σε λουτρό- πώς να το πω στο τέλος;». Ενώ για την επερχόμενη παρουσία των ερινυών η Κασσάνδρα θα πει: «Έχοντας πιει, έτσι που να αποθρασυνθεί πιο πολύ ο αχόρταγος όμιλος των Ερινυών, που δύσκολα έξω πετιέται. Στρογγυλοκαθισμένες αυτές μέσα στο σπίτι υμνούν τον ύμνο που αρχή έκανε των συμφορών».



  Έτσι, λοιπόν, η Κασσάνδρα ξεσπάει σε μια πλημμύρα προφητείας. Βλέπει καθαρά και ξάστερα όλα τα εγκλήματα που έγιναν στο καταραμένο τούτο παλάτι, τα περασμένα, τα τωρινά και τα μελλούμενα. Βλέπει τις Ερινύες να χορεύουν στη στέγη του και ακούει όλους τους ολολυγμούς, που εκφράζουν τη χαρά τους. Και τέλος μπαίνει μέσα η ίδια για να αντικρούσει το πεπρωμένο της. Λίγο πριν αποχωρήσει από τη σκηνή η Κασσάνδρα θα αναφωνήσει προς το Χορό: «Όμως θα μπω μες το παλάτι, για να θρηνήσω τη δική μου και του Αγαμέμνονα τη μοίρα. Μου αρκεί όσο έζησα! αχ ξένοι μου!»

  Στην Αυλίδα εμφανίστηκαν δύο αετοί που κατασπάραξαν μια έγκυο λαγίνα, μαζί με το ζωντανό καρπό της. Ο Κάλχας συσχετίζει το σημάδι με την άλωση της Τροίας, ταυτόχρονα όμως  -ξανά η αισχύλεια διπλή όψη- μήπως η Άρτεμη (εδώ τόσο ταιριαστή η πότνια θηρίων) αγανακτισμένη για την εξόντωση του φτωχού ζώου, απαιτήσει μια άλλη προσφορά που θα προκαλέσει φοβερό μίσος. «Μοίρα βαριά, αν δεν υπακούσω βαριά πάλι, αν σφάξω το τέκνο μου, τη χάρη του σπιτιού μου, ολύνοντας με αίμα παρθενικό τα πατρικά χέρια μου δίπλα στο βωμό». Εμφανίζονται δύο αετοί –κατάμαυρος ο ένας, με λευκή ουρά ο άλλος- που κατασπαράζουν μια λαγουδίνα ετοιμόγεννη. Ο μάντης Κάλχας ερμηνεύει τον οιωνό: οι αετοί είναι οι γιοι του Ατρέα, ο Αγαμέμνονας και ο Μενέλαος, ενώ η λαγουδίνα είναι η Τροία. Οι αετοί θα νικήσουν στον πόλεμο και θα κατακτήσουν την Τροία.  Η Άρτεμις στο ξεκίνημα της τρωικής εκστρατείας οργίζεται και απαιτεί τη θυσία της Ιφιγένειας. Θυσία που ξυπνά όμως το πνεύμα εκδίκησης στο παλάτι.

  Αξίζει, επίσης, να αναφερθεί και ένα απόσπασμα, που αφορά τη μαντική. από ένα χαμένο έργο του Αισχύλου, τον Γλαύκο Ποτνιέα. Στο έργο αναφέρεται ότι ο ψαράς Γλαύκος έφαγε ένα μαγικό βοτάνι και έγινε μάντης, ενώ μετατράπηκε σε θαλάσσια θεότητα. Την πληροφόρηση αυτή τη δίνει ο Στράβων, στα Γεωγραφικά.

  Οι άνθρωποι της αρχαιότητας ήταν πεπεισμένοι ότι η ζωή τους καθορίζονταν από τη θέληση των θεών. Μέσα από το έργο του Προμηθέα Δεσμώτη πληροφορούμαστε ότι ο Τιτάνας ήταν αυτός που δίδαξε τη μαντική τέχνη. Στον Αγαμέμνονα τέλος, η παρουσία της Κασσάνδρας μας παρέχει στοιχεία για τη λειτουργία της μαντικής.

 

 Πηγές:

1)    Αισχύλος, Αγαμέμνων, μετάφρ. Γ. Μαυρόπουλος, εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2007.

2)    Αισχύλος, Προμηθέας Δεσμώτης, μετάφρ. Α. Τζιροπούλου-Ευσταθίου, εκδ. Γεωργιάδη, Αθήνα 2001.

3)    ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ Α., Προμηθεύς Δεσμώτης  και Λυόμενος του Αισχύλου, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 1973.

4)    ΚΟΓΙΑ Λ., Φόνοι συγγενικών προσώπων στην αρχαία ελληνική τραγωδία, Μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία, Ρόδος 2019

5)    Μήλιος Α., Μπιργαλιάς Ν., Παπαευθιμίου Ε., Πετροπούλου Α., Δημόσιος και ιδιωτικός βίος στην Ελλάδα, τ.1: Από την αρχαιότητα εώς και τα μεταβυζαντινά χρόνια, εκδ. Ε.Α.Π., Πάτρα 2000.

6)    Lesky A., Η τραγική ποίηση των αρχαίων Ελλήνων τ.1, από τη γέννηση του είδους μέχρι το Σοφοκλή, μετάφρ. Ν. Χουρμουζιάδη, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1987.

7)    PARKE H. W., Τα ελληνικά μαντεία, μετάφρ. Α. Βόσκος, εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 2000.

8)    THOMSON G., Το αειθαλές δέντρο, μετάφρ. Χ. Αλεξίου, εκδ. Κέδρος, Αθήνα 2002.

9)    Zaidman L.B., Pantel P.S., Η θρησκεία στις ελληνικές πόλεις της κλασικής εποχής, μεταφρ. Κ. Μπούρας, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2009.

10) GRAVES R., Οι ελληνικοί μύθοι, τ. 1, εκδ. Πλειάς-Ρούγκας, μετάφρ. Λ. Ζενάκος Αθήνα 1979, σελ. 206.

 

-Ο Παύλος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1978 στη Δράμα, μεγάλωσε στις Σέρρες και έζησε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από το 1996 εργάζεται στο δημόσιο σε διάφορες διοικητικές θέσεις. Είναι απόφοιτος της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Σχολής Αστυφυλάκων της Αστυνομικής Ακαδημίας, της Σχολής Επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ΕΛ.ΑΣ., και της Σχολής Ελληνικού Πολιτισμού, του Τμήματος Ανθρωπιστικών. Σπουδών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.


Ο Τζιάκομο Καζανόβα

Διαβόητος γυναικοκατακτητής, απατεώνας ολκής, θαμώνας των καζίνων και συνομιλητής των ισχυρών της εποχής, ο βενετός γόης έζησε, περιέγραψε κ...