Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 17 Νοέμβρη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 17 Νοέμβρη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Ο Κουφοντίνας ζει, και η Αριστερά τον ψάχνει, Τάκης Θεοδωρόπουλος



Η Ελλάδα είναι η τελευταία ευρωπαϊκή χώρα που αντιμετωπίζει ακόμη και σήμερα πρόβλημα εγχώριας τρομοκρατίας. Ή, για να το πω ακριβέστερα, η τελευταία ευρωπαϊκή χώρα όπου η τρομοκρατία αποτελεί ακόμη ζήτημα της πολιτικής ζωής. 




Τις τελευταίες εβδομάδες, πυρήνες, ευάριθμοι μεν, πλην όμως πείσμονες και απαιτητικοί, έκλειναν τους δρόμους για να συμπαρασταθούν στον Κουφοντίνα.

Η αξιωματική αντιπολίτευση, ακόμη κι αν δεχθούμε ότι δεν υποκινούσε τις εκδηλώσεις συμπαράστασης, τις υιοθέτησε. Φτάνει και μόνον η κατηγορία ότι αν η κυβέρνηση δεν υιοθετήσει τα αιτήματά του, θα υθύνεται για τον θάνατό του.

Η δεκαετία του ’70 δεν είναι και τόσο μακρινή. Και για όσους την έζησαν, η δράση της ευρωπαϊκής τρομοκρατίας είναι βίωμα. Ο χάρτης ήταν κατάστικτος από τους πυρήνες της. Στην Αγγλία ο IRA, στη Γερμανία οι Μπάαντερ – Μάινχοφ, στην Ιταλία οι Ερυθρές Ταξιαρχίες, στη Γαλλία η Action directe, στην Ισπανία η ΕΤΑ, στην Ελλάδα η «17 Νοέμβρη». Τα Μολυβένια Χρόνια, που κορυφώθηκαν με τη δολοφονία του Αλντο Μόρο, άφησαν ουλές στην ιταλική κοινωνία. Αν και δεν είμαι ιστορικός, δικαιούμαι να πιστεύω ότι το θαύμα της κλασικής ιταλικής κωμωδίας πεθαίνει μετά το πέρασμα της τρομοκρατίας. Σαν να φοβήθηκαν με τον εαυτό τους και να έχασαν τον λυτρωτικό αυτοσαρκασμό που τους είχε κρατήσει όρθιους μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Εμείς εδώ την τρομοκρατία την αντιμετωπίσαμε με τη γνώριμη ελαφρότητα που μας διακρίνει. Για χρόνια οι προκηρύξεις της 17Ν που δημοσίευε η «Ελευθεροτυπία» γίνονταν αντικείμενο συζήτησης στον αργόσχολο πληθυσμό των διανοουμένων της Αριστεράς. Κακογραμμένα κείμενα, γεμάτα στερεότυπα ενός πρωτόλειου μαρξισμού, που κανείς δεν θα τα διάβαζε αν δεν έσερναν πίσω τους την απώλεια μιας ανθρώπινης ζωής. Θα μου πείτε, για τους περισσότερους από δαύτους ήταν ό,τι πιο σοβαρό είχαν διαβάσει στη ζωή τους.

Η Αριστερά του Κύρκου και του Φλωράκη απεχθανόταν την τρομοκρατία. Είχαν διακινδυνεύσει τη ζωή τους για να μπουν στο Κοινοβούλιο και είχαν μάθει να σέβονται τη δημοκρατία. Ας μην ξεχνάμε ότι οι θεωρίες συνωμοσίας που κυκλοφορούσαν τότε δεν συνέδεαν τη 17Ν με τα δύο Κ.Κ. Τη συνέδεαν με το ΠΑΚ, τον πρόγονο του ΠΑΣΟΚ, το οποίο ως ηγεμονική δύναμη διατηρούσε ενεργή τη σύγκρουση του Εμφυλίου. Και αν η σύγκρουση ήταν φαντασιακή, για τους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ, οι δολοφόνοι της 17Ν προσπαθούσαν να αποδείξουν ότι είχε πραγματικό αντίκρισμα.
Οταν συνελήφθη ο πυρήνας της οργάνωσης, ήρθε και η απομυθοποίηση. Οι εμφανίσεις τους στην τηλεόραση ήταν καλλιστεία λούμπεν. Κι ας αποκαλούσαν την ελληνική αστική τάξη «λούμπεν». Απογυμνωμένοι από τα ιδεολογικά τους προσχήματα, σαν γυμνοσάλιαγκες ζητούσαν από τη δημοκρατία, που είχαν κακοποιήσει, να μην τους λιώσει. Ο μόνος λόγος που είχαμε για να μην τους αντιμετωπίσουμε σαν μπουλούκι αποτυχημένων ηθοποιών ήταν το αίμα που είχαν χύσει. Εξ ου και η προβολή του παρανοϊκού δολοφόνου, του Κουφοντίνα. Ο ιδεολογικός καθοδηγητής, ο Γιωτόπουλος, ο οποίος κάποτε έγραφε μπεστ σέλερ, ξεχάστηκε στα υπόγεια. Είκοσι χρόνια, περίπου, μετά τη δίκη, απ’ όλη αυτή την υπόθεση έχει μείνει το περίστροφο, ο Κουφοντίνας.
Μέσα σε αυτά τα χρόνια η Αριστερά άλλαξε χέρια. Απ’ τον Κύρκο και τον Φλωράκη πέρασε στον Τσίπρα και στον Δραγασάκη. Και απ’ την καταδίκη της τρομοκρατίας πέρασε στην ανάνηψή της. Ως την ημέρα που ο Τσίπρας έκανε κυβέρνηση με τον Καμμένο και τον Βαρουφάκη, τον Κουφοντίνα τον είχαμε ξεχάσει. Η συγκυβέρνηση τον επανέφερε στο προσκήνιο. Με τις άδειες που του έδινε, με τη μεταφορά του στις αγροτικές φυλακές της Κασσαβέτειας. Μας υπενθύμισε την ύπαρξή του όταν τον είδαμε να σουλατσάρει στο σημείο όπου δολοφόνησε τον Παύλο Μπακογιάννη με τον γιο του. Θα τον είχαμε ξεχάσει όπως ξεχάσαμε και τον Γιωτόπουλο.
Πηγή: Καθημερινή



Η «εκδίκηση» του κράτους, Πάσχος Μανδραβέλης

 Φυσικά «το κράτος δεν εκδικείται». Σιγά μην αναλάβει επιπλέον καθήκοντα ένας γραφειοκρατικός οργανισμός που δεν θέλει ή, τέλος πάντων, αδυνατεί να επιτελέσει ορθώς αυτά που ήδη έχει. 





Το σύνθημα των υποστηρικτών ενός δολοφόνου (που κατά κάποιους «είχε ένα ιδεώδες υπέρ του ανθρώπου» και ίσως γι’ αυτό απάλλαξε από το βάρος της ύπαρξης 13 από αυτούς) είναι ξεπατικωμένο από άλλες χώρες, εκεί όπου οι δημόσιοι λειτουργοί έχουν αρρωστημένες εμμονές με ό,τι θεωρούν καθήκον. Δεν έχει σχέση με την Ελλάδα του «δεν βαριέσαι, βρε αδελφέ». Δηλαδή, ακόμη κι αν «το κράτος θα ήθελε να εκδικηθεί», κάποιος θα απαντούσε βαριεστημένα πίσω από το γκισέ: «Δεν προβλέπεται, κύριε…».

Πίσω από το ψευδεπίγραφο «το κράτος δεν εκδικείται» υπάρχει η εδραία πεποίθηση πως «το κράτος εκβιάζεται». Οχι όλο το κράτος, αλλά το πολιτικό του σύστημα, το οποίο είναι χειρότερο από τη γραφειοκρατία που διαφεντεύει. Εξ ου και οι κραυγές, σε άλλες περιπτώσεις, ότι «ο νόμος θα πέσει στους δρόμους». Μόνο στην Ελλάδα η κορυφαία λειτουργία της Δημοκρατίας, η θεσμοθέτηση δηλαδή της βούλησης της πλειοψηφίας, ακυρώνεται από τη δράση μειοψηφιών. Και μόνο στην Ελλάδα αυτό είναι προς έπαινο και όχι προς ψόγο. Το κράτος, λοιπόν, δεν εκδικείται, αλλά το πολιτικό του σύστημα εκβιάζεται. Αυτό το ξέρουν καλά οι φίλοι των τρομοκρατών.

Από μία άποψη είναι λογικό. Οι πολιτικοί είναι και αυτοί άνθρωποι. Την ησυχία τους θέλουν και τα προνόμια του θώκου που κατέχουν. Σιγά μην μπουν στη διαδικασία να αντιμετωπίσουν τις απειλές των χουλιγκάνων, είτε αυτοί εισβάλλουν στα ΑΕΙ είτε ως φίλοι κάποιου καταδικασθέντος απειλούν με «πόλεμο». Και το δίκιο των πολιτικών ισχυροποιείται διότι ξέρουν εκ πείρας ότι η βολή επιβραβεύεται. Αν κάποιος, για παράδειγμα, αφήσει την Αθήνα να καεί, υπάρχουν ισχυρές πιθανότητες να αναλάβει το ύπατο αξίωμα της χώρας. Μπορεί στο εξωτερικό, όπως είπε ο κ. Σόιμπλε στον Αλέξη Παπαχελά, «ουδείς χάνει τη δουλειά του από μια συνέντευξη που δεν έδωσε», στην Ελλάδα ισχύει «ουδείς βγήκε χαμένος από τη δουλειά που δεν έκανε». Ετσι κι αλλιώς, η αξιολόγηση έργων και αποτελεσμάτων είναι προσπάθεια της «αριστείας» και η «αριστεία είναι ρετσινιά». Είναι γνωστά αυτά, από την εποχή που μεσουρανούσε η διανόηση του παραδόξου.

Εχουν περάσει πενήντα χρόνια από την περίοδο που σε ολόκληρη την Ευρώπη υπήρχαν οι αυταπάτες ότι με το επονομαζόμενο «αντάρτικο πόλεων», δηλαδή τις ληστείες, το σακάτεμα και τις δολοφονίες ανθρώπων, θα ερχόταν μια καλύτερη κοινωνία. Τότε, σε εκείνα τα «μολυβένια χρόνια» είχαν βγει τα συνθήματα, όπως «το κράτος δεν εκδικείται». Επιζούν μόνο στην Ελλάδα, ίσως επειδή μόνον εδώ δεν γελάμε με τα άλλα συνθήματα, όπως «Βάρκιζα τέλος», «όταν οι αντάρτες θα μπαίνουν στην Αθήνα, το Σύνταγμα θα λέγεται πλατεία Κουφοντίνα».


Πηγή: Καθημερινή

Ο Βύρων Πάλλης. Μια σπουδαία μορφή του ραδιοφωνικού θεάτρου.

 Ο Βύρων Πάλλης υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους ηθοποιούς της παλιάς γενιάς. Πόσοι δεν τον θυμούνται ως Θανασάκη στο Θανασάκη τον Πολιτε...