Ποίος ήτον ο φονεύς του αδελφού μου, του Γεωργίου Βιζυηνού. Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος

  Φίλες και φίλοι απόψε θα σας παρουσιάσω το αριστουργηματικό διήγημα του Βιζυηνού με τίτλο Ποίος ήτον ο φονεύς του αδελφού μου. Το έργο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ¨Εστία¨ μεταξύ 23-10-1883 και 3-11-1883 σε τρεις συνέχειες. Πρόκειται για μια πολύ καλή ανάλυση, (και με χρήση σασπένς μάλιστα) μιας ορθόδοξης οικογένειας που ζει στην Οθωμανική Αυτοκρατορία το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα.

 


  Ο πραγματικός χρόνος του έργου είναι πιθανότατα το 1880, καθώς ο συγγραφέας αναφέρει ότι ο Χρηστάκης δολοφονήθηκε τρία χρόνια νωρίτερα στις αρχές του Ρωσοτουρκικού πολέμου (1877).

 

  Ο συγγραφέας ήταν από τους σημαντικότερους Έλληνες πεζογράφους εκείνης της εποχής. Μιας εποχής που στη χώρα μας οι πεζογράφοι στρέφονταν στην περιγραφή της υπαίθρου με στόχο τα ήθη και τα έθιμα του ελληνικού λαού. Έτσι σιγά σιγά άρχιζε να καλλιεργείται το ηθογραφικό διήγημα.

 

 

Η υπόθεση του έργου:

 

   Η ιστορία ξεκινά στην Κωνσταντινούπολη, όπου ο ήρωας του έργου, που δεν είναι άλλος από τον ίδιο τον Βιζυηνό, συναντά την μητέρα του και τον αδερφό του Μιχαήλο, σε ένα ξενοδοχείο της πόλης ερχόμενος από την Ευρώπη, όπου σπούδαζε.

 

  Η μητέρα και ο Μιχαήλος υποδέχονται με μεγάλη χαρά τον Γιωργή, την ίδια στιγμή όμως η ενθύμηση του χαμού του Χρηστάκη φορτίζει το όλο σκηνικό. Από αυτό το σημείο αρχίζει η εξιστόρηση των γεγονότων από την μάνα, που αφορούν την δολοφονία του μεσαίου της υιού, του Χρηστάκη, καθώς ο Γιωργής δεν γνωρίζει ακριβώς τα συμβάντα εξαιτίας της απουσίας του στο εξωτερικό.

 

  Κάποια μέρα στο σπίτι της μητέρας του Γιωργή εμφανίζεται ο Χαραλαμπής του Μητάκου ή αλλιώς Λαμπής, που εκείνη την εποχή εργάζεται στο ταχυδρομείο και προτείνει στον Χρηστάκη να αναλάβει εκείνος την πόστα. Παρά τις αντιδράσεις της μάνας με το αλάνθαστο ένστικτο της εκείνος αναλαμβάνει το ταχυδρομείο και μόλις την πρώτη μέρα της εργασίας του σκοτώνεται στη γέφυρα στο Λουλεβουργάζι. Από εκείνη την στιγμή αρχίζει μια απέλπιδα προσπάθεια να βρεθεί ο φονιάς.

  

  Στο μεταξύ ο Βιζυηνός παρεμβάλει στο διήγημα του την ιστορία του Τούρκου Κιαμήλ, ο οποίος βαριά άρρωστος περιθάλπεται από την μάνα του Γιωργή, όσο εκείνος λείπει. Ο Κιαμήλ βλέπει την μάνα του Γιωργή σαν δεύτερη μάνα του και εκείνη με την σειρά της τον υπεραγαπά και τον αισθάνεται γιό της. Ο καημένος ο Κιαμήλ τρέφει ένα καημό όμως μέσα του. Ερωτεύτηκε την κόρη ενός πλούσιου κτηματία και με τον αδερφό της έγινε και ο ίδιος αδερφός αφού ενώσαν και το αίμα τους και γίνανε καρντάσηδες. Σε μια ενέδρα όμως σκοτώνεται ο αδελφοποιτός του και ο Κιαμήλ μόλις που καταφέρνει να σωθεί. Από εκείνη την στιγμή ορκίζεται πως θα εκδικηθεί την δολοφονία του αδελφοποιτού του.

  Τελικά φανερώνεται η τραγική αλήθεια : Ο Κιαμήλ, προσπαθώντας να εκδικηθεί το θάνατο του αδελφοποιτού του σκότωσε άθελα του τον αδερφό του συγγραφέα και στη συνέχεια τον ταχυδρόμο Λαμπή, τον οποίο θεωρούσε βρικόλακα. Τρία χρόνια αργότερα ο συγγραφέας επισκέπτεται το χωριό του και βρίσκει εκεί τον Κιαμήλ τρελό από τις τύψεις, να είναι υπηρέτης στο σπίτι της μητέρας του, χωρίς εκείνη να ξέρει την αλήθεια για τον φονιά του παιδιού της.

 


 

Περεταίρω στοιχεία για το έργο:

  Το έργο ψυχογραφεί, μέσω των πρωταγωνιστών, δύο λαούς (Έλληνες και Τούρκους) χωρίς φυλετική αντιπάθεια αλλά με γνώση και αγάπη. Ο Βιζυηνός κάνει επιπλέον έντονες αναφορές στην ιδιαίτερη πατρίδα του την Ανατολική Θράκη. Λαογραφικά στοιχεία από τη ζωή μικρών αγροτικών κοινωνιών αλλά και προφορικής παράδοσης πλεονάζουν στα γραπτά του Βιζυηνού.

 

  Γενικότερα στο έργο του Βιζυηνού θα συναντήσουμε τον έντονο αυτοβιογραφικό χαρακτήρα του, καθώς επίσης και πολλά βιώματα. Ο συγγραφέας θέτει στο επίκεντρο της δημιουργίας του το ενδιαφέρον για την ανθρώπινη ψυχή, έτσι τα διηγήματα του (μεταξύ αυτών και το εν προκειμένω) καταλήγουν ψυχογραφικά αφηγήματα.



 


  Οι διάλογοι, επιπρόσθετα, ακολουθούν το ιδίωμα της Θράκης. Η γλώσσα του Βιζυηνού είναι αρχαΐζουσα αλλά προσιτή.  Πρόκειται για μια απλή και θερμή καθαρεύουσα που πλησιάζει συχνά το λόγο της καθημερινής ζωής, μια καθαρεύουσα που ανοίγει το δρόμο για τη δημοτική όχι γιατί ο συγγραφέας συνδιαλέγεται στη δημοτική αλλά γιατί ο ίδιος διακατέχεται από λαϊκό συναίσθημα. Ο Βιζυηνός συνήθως αφηγείται στην καθαρεύουσα αλλά στους διαλόγους χρησιμοποιεί τη δημοτική και την τοπική θρακική διάλεκτο. Οι διάλογοι δίνουν ζωντάνια στο έργο κυρίως επειδή τα λόγια των ηρώων παρατίθενται όπως ειπώθηκαν.

 

  Ο Βιζυηνός όσον αφορά την αφηγηματική του τεχνική αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο, τα έργα του όμως παρουσιάζουν μία θεατρικότητα. Ο τρόπος αφήγησης είναι, όπως θα δούμε μεικτός (διήγηση και μίμηση). Σχετικά με τη μίμηση, ο αναγνώστης παρατηρεί έναν δραματοποιημένο αφηγητή να διηγείται την ιστορία, παράλληλα όμως η φωνή του διακόπτεται για να παρατεθούν διάλογοι, όπως ακριβώς έγιναν στην πραγματικότητα. Έτσι καταλήγουμε στην αυτοπρόσωπη αφήγηση με μια δυναμική προσωπικής μαρτυρίας.

  Ταυτόχρονα δεν απουσιάζει και ο εγκιβωτισμός: Η διακοπή δηλαδή της κανονικής ροής της αφήγησης για να παρουσιαστεί μια άλλη αφήγηση. Ο αφηγητής είναι ενδογιηγητικός και ομοδιηγητικός, μετέχει δηλαδή στην ιστορία αλλά δεν είναι δική του ιστορία ούτε πρωταγωνιστεί έστω στο συγκεκριμένο απόσπασμα.

 

  Ο συγγραφέας ήταν μεγαλωμένος στα χρόνια του Ρομαντισμού, ενός ξενόφερτου λογοτεχνικού κινήματος, το οποίο υιοθέτησαν οι λογοτέχνες της Πρώτης Αθηναϊκής Σχολής. Συγγραφείς όπως ο Ραγκάβης καλλιέργησαν το ιστορικό μυθιστόρημα με γλωσσικό όργανο την καθαρεύουσα. Με την εμφάνιση του Βιζυηνού στα γράμματα ο Ρομαντισμός είχε εξαντλήσει τις δυνατότητες του.

 

  Στη χρονική συγκυρία της ανάδειξης του Βιζυηνού εμφανίζεται το ηθογραφικά διήγημα που επιδιώκει να παρουσιάσει τη ζωή στην ύπαιθρο. Για πολλούς μάλιστα ο Βιζυηνός θεωρείται ο εισηγητής του Νεοελληνική Λογοτεχνία.

 

  Ο ίδιος αξιολογεί το αφηγηματικό του έργο ως εξής : « Πρώτος εγώ διήνοιξα τον νέον δρόμον της νεοελληνικής λογογραφίας, κατορθώσας διά των εν τη Εστία διηγημάτων μου να υποδείξω, κατ’ αντίθεσιν προς τα του Ραγκαβή και των άλλων, τι εστί διήγημα, τι εστί μελέτη και αναγραφήτου εθνικού βίου και των εθνικών παραδόσεων υπό τύπον διηγήματος και λογογραφίας, ενκαθαρά ψυχολογική και ιστορική κρίσει.» Ο Βιζυηνός βρίσκεται στο μεταίχμιο παρακμής της Παλαιάς Αθηναϊκής Σχολής και του ρομαντισμού (Δ. Παπαρρηγόπουλος, Αχ. Παράσχος) και στο ανανεωτικό πνεύμα που θα φέρει η Νέα Αθηναϊκή Σχολή. Επειδή ακριβώς βρίσκεται μέσα σ’ αυτό το ιδεολογικό πλαίσιο ο συγγραφέας διανθίζει το έργο του με τα χαρακτηριστικά και των δύο παραδόσεων. Αφηγητής της ιστορίας θα είναι ο Γιωργής, ο μορφωμένος γιος που πρόκοψε στο εξωτερικό, με αρκετά κοινά στοιχεία με τον ίδιο το Βιζυηνό.

 


  Στο έργο ξεδιπλώνεται η εναγώνια αγάπη για τον ξενιτεμένο γιο, η οδύνη και η απελπισία για τον ανεξήγητο θάνατο από ένα μυστηριώδη πυροβολισμό του άλλου γιου της. Είναι αξιοπρόσεκτη η εκδικητική μανία της μητέρας που έχασε τον άντρα της και το μεγαλύτερο γιο της το Χρηστάκη. Ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος θα σημειώσει: «Στο διήγημα καρτερούμε στις πρώτες σελίδες μια κοινότατη αστυνομική περιπέτεια. Και βρισκόμαστε σε μια κρίση ψυχής, όπου η παιδεμένη μητρική καρδιά εξαγιάζεται σ’ ολόκληρο το πλάτος και της στοργής της και της φιλέκδικης νεύρωσης, όπου ο φονιάς μας γίνεται περισσότερο συμπαθητικός από το θύμα, όπου η μισαλλοδοξία καταλύεται με τη δύναμη της ανθρωπιάς.» Ο νεαρός Τούρκος θα εξιλεωθεί για το τραγικό του λάθος και θα σταθεί στη μάνα σιωπηλός δούλος εφ’ όρου ζωής.

 

  Ο συγγραφέας προοικονομεί το γεγονός ότι ο Κιαμήλης είναι ο φονιάς του Χρηστάκη, όταν μας αποκαλύπτει ότι οι δυο τους δε συναντήθηκαν ποτέ, καθώς ο Χρηστάκης απουσίαζε σε όλο το διάστημα κατά το οποίο ο Κιαμήλης παρέμενε και ανάρρωνε στο σπίτι τους. «Ο Χρηστάκης ο μακαρίτης εγύριζε τότε στα χωριά της επαρχίας, με τες πραμάτειες επάνω στ’ άλογο... Και σαν έμαθε πως έχουμε τον άρρωστο εις το σπίτι, επήγε κι έρριψε την κάπα του εις της θείας μας το σπίτι, στο Κρυονερό... Εφτά μήνες είχαμε τον άρρωστο στο σπίτι, εφτά μήνες δεν επάτησε το κατώφλιό μας». Ο Χρηστάκης έμεινε μακριά από το σπίτι της οικογένειας για εφτά ολόκληρους μήνες, γεγονός που σημαίνει ότι ο Κιαμήλης δεν είχε ποτέ την ευκαιρία να τον δει και να αντιληφθεί έτσι την τραγική ομοιότητα που υπήρχε ανάμεσα στο Χρηστάκη και το Χαραλάμπη.

 


  Ο Κιαμήλ από φονιάς γίνεται τελικά συμπαθητικό πρόσωπο. Κιαμήλ και μητέρα αποκτούν διαστάσεις ηρώων αρχαίας τραγωδίας. Η μητέρα αγνοεί το φονιά του γιου της και ο φονιάς ποιο ήταν το πραγματικό θύμα. Η τραγικότητα έγκειται στο ότι θύτης και θύμα δε γνωρίζουν το δίχτυ της μοίρας στο οποίο έχουν παγιδευτεί. Και σε αυτό το διήγημα του Βιζυηνού η τραγικότητα είναι διάχυτη.

 

  Ο Παναγιώτης Μουλάς θα τονίσει «…Θα ’λεγα πως εδώ η ισορροπία των αντιθέσεων λειτουργεί με τον τελειότερο τρόπο. Η επιμελημένη τεχνική συνδυάζεται με τολμηρές καταδύσεις στο βυθό ης ψυχής. Πίσω από τις περιπέτειες μιας καλοστημένης αστυνομικής ιστορίας αναδύονται οι άνθρωποι με την τραγικότητά τους, Έλληνες και Τούρκοι πιασμένοι στα πλοκάμια της μοίρας. Η μητέρα του θύματος και ο δολοφόνος: η πρώτη δεμένη στην άγνοιά της, ο δεύτερος, αγαθός και αθώος, βυθισμένος στη συσκότιση του νου του…»

 

  Θα κλείσουμε παρατηρώντας ότι ο ίδιος προβληματισμός συνίσταται και στο Έγκλημα και τιμωρία. Όπως και στο μυθιστόρημα του Ντοστογιέφσκι προβάλλεται έντονα η ενοχή της συνειδήσεως και το ερώτημα Ποιος είναι ο πραγματικός ένοχος; Εκείνος που διαπράττει με τα χέρια του το έγκλημα ή εκείνος που υποκινεί; (Ο ηθικός αυτουργός δηλαδή.)  Ο Βιζυηνός φτάνει στο τέλος του έργου και φαίνεται ότι ακόμη δεν μπορεί να αποφασίσει ποιος ευθύνεται για το χαμό του αδερφού του…

 

-Το έργο έχει παιχτεί σε έκδοση Ραδιοφωνικού Θεάτρου από την Κρατική Ραδιοφωνία με πρωταγωνιστή το Νικήτα Τσακίρογλου. Επίσης έχει γυριστεί σε μίνι σειρά από την ΕΡΤ με πρωταγωνιστή το Σόλωνα Τσούνη.


Ο Νικήτας Τσακίρογλου πρωταγωνιστεί, με απόλυτη επιτυχία, στο ρόλο του Γιωργή


 

Παίζουν: Βουλαλάς ΤάκηςΓιωτόπουλος ΜπάμπηςΓλυκοφρύδη ΑντιγόνηΕλευθεριάδης ΛευτέρηςΚατσέλη ΑλέκαΚοκάκης ΚώσταςΠαναγιώτου Κάκια ,Παρτσαλάκης Γιώργος,Ρ ευματάς ΜάκηςΤσακίρογλου ΝικήταςΤσούτσης Δημήτρης


Ο Μάκης Ρευματάς



Το έργο (διάρκειας 10 ωρών και 25 λεπτών) μπορείτε να το ακούσετε εδώ:

http://isobitis.com/theatro1/?p=5319


Ο Γιώργος Παρτσαλάκης


Το διήγημα μπορείτε να το διαβάσετε εδώ:

https://www.schooltime.gr/wp-content/uploads/2014/04/poios-iton-o-foneus-tou-adelfou-mou-viziinos-schooltime-2014.pdf


Πηγές:

https://www.poeticanet.gr/swsias-nekroy-adelfoy-diakeimenikes-simeiwseis-a-33.html?category_id=56

https://e-didaskalia.blogspot.com/2019/02/blog-post_848.html

https://filologosstoparathiri.com/2012/07/20/ποίος-ήτον-ο-φονεύς-του-αδερφού-μου-γε/

filoblogiko.blogspot.com/2012/12/blog-post_3030.html

Mario Vitti, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, μετάφρ. Δ. Δούκα,  εκδ. Οδυσσέας, Αθήνα 2003.

Roderick Beaton, Εισαγωγή στη Νεώτερη Ελληνική Λογοτεχνία, μετάφρ. Μ Σπανάκη, εκδ. Νεφέλη, Αθήνα 1996.

 

 

Παύλος Παπαδόπουλος, Ανώτερος Δημόσιος Υπάλληλος, Πτυχιούχος Ανθρωπιστικών Σπουδών.



Ο Ιούδας, του Σπύρου Μελά. Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος

  Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος.     Φίλες και φίλοι, με αφορμή τη μεγάλη χριστιανική εορτή, πρόκειται να σας αναλύσω τον Ιούδα , του Σπύρ...