Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μπάσκετ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μπάσκετ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Ο Στήβ Μπαρτ

 O Νοέμβριος είναι ένας μήνας που ο εικονιζόμενος Στηβ Μπαρτ δεν μπορεί να ξεχάσει ακόμα και αν θέλει. 



Κατά κύριο λόγο επειδή γεννήθηκε σαν σήμερα το 1962 και κατά δεύτερον για το προ τριαντακονταετίας περιστατικό που στιγμάτισε τη βραχύχρονη παρουσία του στην Ελλάδα. 


Αλλά ας πιάσουμε από την αρχή την άκρη του νήματος για αυτόν τον τρομερό σκόρερ που δεν μπορέσαμε να απολαύσουμε για πολύ καιρό με τη φανέλα του Ηρακλή. 


Mε το τέλος της σεζόν 1991-92 ελήφθη η απόφαση από την τότε διοίκηση Χαΐτογλου να ξεκινήσουν οι προσπάθειες της απόκτησης ελληνικού διαβατηρίου για τον λατρεμένο Ντέιβιντ Ίνγκραμ (για την οικονομία της συζήτησης θα τον γράψω έτσι) και η απόκτηση ενός σέντερ για τη θέση του δεύτερου επιτρεπόμενου ξένου.


Όμως ο Θόδωρος Ροδόπουλος που είχε αναλάβει την τεχνική ηγεσία είχε πάρει την απόφαση να "τελειώσει" τον Ντέιβιντ και με δικαιολογία πως ο"Γηραιός" μπλέχτηκε στα πλοκάμια της ελληνικής γραφειοκρατίας αλλά και την απουσία πολιτικής βούλησης, αποχαιρέτησε τον Ίνγκραμ, σηματοδοτώντας το τέλος μιας εποχής.


Το θέμα της αντικατάστασης του Ντέιβιντ ήταν πια αυτό που έκαιγε περισσότερο τους ιθύνοντες της ομάδας μιας και το κομμάτι του ψηλού είχε λυθεί με την απόκτηση του Τζών Πωλ Σάσκι που είχε πάρει την θέση της πρώτης αποτυχημένης επιλογής, του Αμερικανού Ντέιβιντ Μπάτλερ. 


Ο Ροδόπουλος άρχισε να ψάχνει στην αμερικανική αγορά που τη γνώριζε καλύτερα και από την παλάμη του χεριού του, έναν παίχτη με τα χαρακτηριστικά του Ίνγκραμ, δηλαδή έναν γκαρντ με πρωταρχικό ρόλο το σκοράρισμα και δευτερευόντως την οργάνωση του παιχνιδιού. 


Ο μάνατζερ Νίκος Λότσος που βρισκόταν στην Αμερική εκείνη την περίοδο και παρακολουθούσε τα training camps των ομάδων του ΝΒΑ ψάχνοντας λαβράκια, ξεχώρισε και πρότεινε στον Ροδόπουλο έναν δεξιόχειρα Ντέιβιντ Ίνγκραμ. 


Ήταν ο 30χρονος Στηβ Μπαρτ που έψαχνε νέο συμβόλαιο μετά τα τρία περάσματα του από Γκόλντεν Στέιτ, Λος Άντζελες Κλίπερς και Φοίνιξ Σανς με περίπου 100 παιχνίδια στα πόδια του στον μαγικό κόσμο του ΝΒΑ.


Ο απόφοιτος και αρχισκόρερ στην ιστορία του κολλεγίου Αϊόνα και επιλογή των Γουόριορς στο νούμερο 30 του ντραφτ το 1984, είχε αναλώσει ολόκληρη την μέχρι τότε καριέρα του στην πατρίδα του, κινούμενος μεταξύ ΝΒΑ και CBA προσπαθώντας για μονιμοποίηση στο ρόστερ κάποιας ομάδας. Βλέποντας πως δεν υπήρχε διάθεση απο τους GM των οργανισμών, αποφάσισε να κάνει δεχτή την πρόταση των Θεσσαλονικέων, στα τέλη Σεπτέμβρη έφτασε στο αεροδρόμιο "ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ" και σχεδόν αμέσως έκανε ντεμπούτο με τη φανέλα του Ηρακλή.


Στις 29 Σεπτεμβρίου του 1992 συστήθηκε στο κοινό του "Γηραιού" με 24 πόντους εναντίον του Κεραυνού Λευκωσίας για το Κύπελλο Κόρατς, δείχνοντας πως η ομάδα είχε κάνει την ιδανική επιλογή για τον διάδοχο του Ίνγκραμ. Και αυτή η αίσθηση επιβεβαιωνόταν όλο και περισσότερο όσο ο Μπαρτ συνέχισε να σκοράρει με καταιγιστικούς ρυθμούς. 


31 με τη Λάρισα στην πρεμιέρα του πρωταθλήματος, 43 απέναντι στον Γιαννάκη στο ντέρμπι με τον Άρη, κάρφωμα μπροστά στον Φασούλα και ο Στηβ είχε κάνει την αρχή για να πάρει στην καρδιά των οπαδών του "Γηραιού" μια θέση δίπλα στον μεγάλο Ντέιβιντ. Όμως το απρόσμενο γεγονός του Νοεμβρίου κηλίδωσε για πάντα το προφίλ του, οδηγώντας στην αποπομπή του από τον Ηρακλή. 


Στις 11 Νοεμβρίου ο Μπαρτ επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη έπειτα από την ολιγοήμερη άδεια που είχε λάβει για να επισκεφθεί την πατρίδα του. Στον τυπικό έλεγχο των αποσκευών του, οι αστυνομικοί εντόπισαν 2 γραμμάρια κοκαΐνης και 11 γραμμάρια χασίς. 


Ο Αμερικανός συνελήφθη και οδηγήθηκε στο αστυνομικό τμήμα για τις προβλεπόμενες διαδικασίες. Αμέσως παραδέχθηκε την ενοχή του και εν συνεχεία οδηγήθηκε για τοξικολογικές εξετάσεις για να διαπιστωθεί αν είναι χρήστης ναρκωτικών ουσιών και αφέθηκε ελεύθερος με την καταβολή χρηματικής εγγύησης τριών εκατομμυρίων δραχμών.


Το πρώτο δείγμα του ήταν αρνητικό και ο Ηρακλής έβγαλε ανακοίνωση που υπογράμμιζε το ηθικό μέρος της υπόθεσης και ουσιαστικά από εκείνη την ημέρα ο παίχτης είχε τελειώσει από τον "Γηραιό". 


Αυτό που ενόχλησε ιδιαίτερα την τοπική κοινωνία πέραν από το γεγονός της χρήσης ναρκωτικών, ήταν πως λίγες μέρες πριν από τη σύλληψη του, ο Μπαρτ είχε εμφανιστεί σε τηλεοπτική εκπομπή της Θεσσαλονίκης κάνοντας κήρυγμα υπέρ του αθλητισμού και κατά των ναρκωτικών!!!!! 


Ο παίχτης παρέμεινε για λίγο ακόμα στην Ελλάδα και στον τελευταίο του αγώνα με τα κυανόλευκα πέτυχε 38 πόντους στην ήττα από την Καζέρτα στην Ιταλία. Την επόμενη μέρα από το παιχνίδι κοινοποιήθηκε η τοξικολογική έκθεση από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο που έδειξε αυτό που όλοι υποψιάζονταν, πως δηλαδή ο Μπαρτ ήταν χρόνιος χρήστης και όχι περιστασιακός όπως ισχυριζόταν ο ίδιος. Έξαλλοι στον Ηρακλή με τα καμώματα του Αμερικανού, τον έβαλαν στο πρώτο αεροπλάνο για Αμερική χωρίς επιστροφή.


Εξαιτίας του κεφαλιού του η ομάδα στερήθηκε το μεγαλύτερο της όπλο για διάκριση και ο παίχτης τη ευκαιρία να κάνει ακόμα μεγαλύτερη διαφήμιση στο όνομα του μέσω των εμφανίσεων του. 


Στην Ελλάδα εν μία νυκτί έγινε persona non grata αλλά στην υπόλοιπη Ευρώπη βρήκε αμέσως δουλειά την επόμενη αγωνιστική περίοδο. 


Πήγε στο Ισραήλ για τη Μακάμπι Ρισόν κάνοντας και εκεί τους φιλάθλους να τον αγαπήσουν και να τον ανακηρύξουν το 2007 ως τον κορυφαίο ξένο παίχτη της εικοσαετίας. Η συνέχεια τον βρήκε σε ομάδες της Ιταλίας που τις άλλαζε σαν τα παλτά, παίζοντας σε έξι διαφορετικές μέσα σε διάστημα έξι χρόνων. 


Το κοινό σημείο σε όλες τις παρουσίες του εκεί ήταν οι μέσοι όροι του στο σκοράρισμα που πλησίαζαν ή ξεπερνούσαν τους 30, επιδόσεις που του έδωσαν και το βραβείο του πρώτου σκόρερ της Serie A το 1997. 


Μία μηχανή σκοραρίσματος, ο Στηβ Μπαρτ εξαιτίας των παθών του "σκότωσε" την εν Ελλάδι καριέρα του αλλά έστω και σε αυτή την ισχνή παρουσία του στα μπασκετικά δρώμενα της πατρίδας μας, έδωσε ένα μικρό δείγμα των ικανοτήτων του...


Antreas Tsemperlidis

Ο Χάρολντ Έλις

 Ο Χάρολντ Έλις προκάλεσε αλγεινή εντύπωση στην μετέπειτα φήμη του με την απόδοση του στα play off. Παρόλα αυτά οι καλές αναμνήσεις που έχουν αποτυπωθεί στην συλλογική μνήμη των Αρειανών είναι αντιστρόφως ανάλογες. 



Το πάθος και ο ενθουσιασμός του «elevator», παρατσούκλι που απέκτησε κατά την περίοδο που αγωνιζόταν στις ΗΠΑ, έντυναν ένα πλούσιο ταλέντο. Ένα ταλέντο που μπορούσε να σκοράρει, να πάρει ριμπάουντ, να κλέψει μπάλες και να ξεσηκώσει την κερκίδα με τα εντυπωσιακά καρφώματα του. Στον αγώνα με τον Απόλλωνα Πάτρας θα πάρει 23 ριμπάουντ, από τις πιο υψηλές επιδόσεις στην Α1, ενώ σε ματς με τον Πανιώνιο μέσα στην Νέα Σμύρνη θα πετύχει 38 πόντους, καλύτερη επίδοση με τον "Θεό του πολέμου" στο στήθος. 


Χαρακτηριστικό ήταν το ντέρμπι με τον Πάοκ στις 31-3-1996 όπου θα πετύχει 30 πόντους δίνοντας την νίκη στον Άρη με 74-86. Ενδεικτικό του οξύθυμου χαρακτήρα του ήταν πως 2 μέρες πριν από το μεγάλο ματς, κατά την διάρκεια την προπόνησης γρονθοκόπησε και έστειλε στο νοσοκομείο τον Ντίνο Αγγελίδη. Όταν τα πνεύματα ηρέμησαν ζήτησε συγνώμη δηλώνοντας πως «θα πάρει την νίκη για αυτόν». 


Σίγουρα αν ο Άρης είχε κατορθώσει να πάρει την 3η θέση και να κερδίσει το εισιτήριο για την Euroleague θα ήταν στο Hall of fame χωρίς καμιά αμφιβολία. Ακόμη κι έτσι όμως ο Χάρολντ Έλις είναι από τους καλύτερους ξένους που απόλαυσαν οι μπασκετόφιλοι στα χρυσά 1990s. Σήμερα γίνεται 55 ετών και του ευχόμαστε χρόνια πολλά.

Ο Μιχάλης Ρωμανίδης

 Ένα παιδί από τα σπλάχνα του Άρη που φόρεσε τα κιτρινόμαυρα σε ηλικία 12 χρονών όταν ο φροντιστής της ομάδας, ο θρυλικός "Μπαρού" (Μάκης Νάτσης) τον τσάκωσε να κρυφοκοιτάζει την προπόνηση στο βοηθητικό του Χαριλάου, ο Μιχάλης Ρωμανίδης που σήμερα γιορτάζει τα 60α γενέθλιά του, έζησε από πρώτο χέρι την άνοδο της "Αυτοκρατορίας" και όλες τις μεγάλες στιγμές, τους τίτλους άλλα και το λυσσαλέο κυνήγι του ευρωπαϊκού τροπαίου.



Ταλέντο από τα λίγα, εγκατέλειψε το βόλεϊ στο οποίο διέπρεπε και προωθήθηκε γρήγορα στην πρώτη ομάδα παίρνοντας ευκαιρίες από τον Ίβκοβιτς που πιστός στο δόγμα του γιουγκοσλαβικού μπάσκετ πως η ηλικία είναι απλά ένας αριθμός (έκανε ντεμπούτο τον Σεπτέμβριο στην πρεμιέρα του πρωταθλήματος της σεζόν 1980-81 εναντίον του Ολυμπιακού όταν ήταν 14 χρονών και 2 μηνών, με 10 πόντους και 8 ριμπάουντ, μαρκάροντας επίσης με επιτυχία τον Γιώργο Καστρινάκη, ενώ ήταν μόλις 14 ετών 7 μηνών και 2 ημερών στο πρώτο του ευρωπαϊκό ματς με αντίπαλο την Καρέρα Βενέτσια στις 21 Ιανουαρίου του 1981) και σε ηλικία 17 χρονών το 1983 κατέκτησε το πρωτάθλημα με τον Άρη.


Μέχρι την έλευση του Σούμποτιτς ήταν το βασικό τριάρι της ομάδας αφού ο Μιχάλης είχε όλα τα στοιχεία ενός μοντέρνου παίχτη, με εξαιρετικό μακρινό σουτ και δικαίως θεωρήθηκε μεγάλη ελπίδα για το ελληνικό μπάσκετ. 


Στα 17 του ήταν ήδη διεθνής με την Ανδρών και μέχρι τα 20 του είχε  παραστάσεις από Ευρωμπάσκετ, Προολυμπιακό τουρνουά και Παγκόσμιο Πρωτάθλημα.


Αν και όπως είπα είχε χάσει τη θέση του βασικού στον Άρη, παρέμενε εκείνη την εποχή ο δεύτερος καλύτερος Έλληνας σμολ φόργουορντ πίσω από τον Φάνη και κέρδισε μία θέση στο ρόστερ των θριαμβευτών του '87. 


Ήταν η τελευταία αναλαμπή του Ρωμανίδη, αφού ο Ιωαννίδης συνέχιζε εμμονικά να μην του δείχνει εμπιστοσύνη, επιμένοντας στον "Πίξι" και αφού δεν είχε χρόνο συμμετοχής στην ομάδα του όπως ήταν λογικό δεν ξανακλήθηκε στην εθνική. 


Ο Ξανθός έφυγε από τον Άρη το καλοκαίρι του 1990 και οι ελπίδες του Μιχάλη που ήταν μόλις 24 χρονών αναπτερώθηκαν αλλά αποδείχθηκαν φρούδες. 


Τζώρτζ Φίσερ, Λάζαρο Λέτσιτς, Μιχάλης Κυρίτσης, συνέχισαν την Ιωαννίδειο τακτική παρκάροντας τον στην άκρη του πάγκου και η χαριστική βολή ήρθε πριν από τον τελικό Κυπέλλου με την ΑΕΚ το 1992 τον μοναδικό στόχο του εκπέσοντα "Αυτοκράτορα" σε μία καταστροφική χρονιά.


Υπηρεσιακός προπονητής είχε αναλάβει ο συμπαίχτης του Μέμος Ιωάννου και ο Μιχάλης ήλπιζε πως θα αγωνιστεί για να γίνει μαζί με τον Γκάλη ο πρώτος Έλληνας μπασκετμπολίστας με εφτά κατακτήσεις Κυπέλλων. Η προσγείωση ήταν απότομη για τον Ρωμανίδη, όταν αποκλείστηκε από τη δεκάδα του τελικού με την δικαιολογία πως η ομάδα χρειαζόταν άλλον έναν γκαρντ. Το μήνυμα ελήφθη από τον Μιχάλη και με τη λήξη της αγωνιστικής περιόδου κατέβηκε στην Αθήνα για να φορέσει τα "ροσονέρι" του Παγκρατίου.


Ήταν 26 χρονών, είχε ακόμα πολύ μπάσκετ μέσα του και στην προετοιμασία ήταν καταπληκτικός αλλά η τύχη δεν στάθηκε σύμμαχος του. 


Στο πρώτο παιχνίδι με το Παγκράτι, σε ανύποπτη φάση το γόνατο του τον "πρόδωσε". Οι έξι μήνες αποχής έγιναν οχτώ, η σεζόν χάθηκε και όταν επέστρεψε στα παρκέ το καλοκαίρι του '93 δεν ήταν ο ίδιος παίχτης. 


Το κατάλαβε γρήγορα και ο ίδιος, για αυτό το 1994 μετά την ολοκλήρωση του συμβολαίου του, αποχώρησε από το Μετς πηγαίνοντας λίγο βορειότερα, στο "Σαλούν" του Παπάγου. 


Με τους "Στρατηγούς" κέρδισε την άνοδο για την Α1 αλλά δεν έμελλε να παίξει ξανά στα σαλόνια. Είχε ήδη πάρει την απόφαση να κρεμάσει τη φανέλα του -τουλάχιστον στο επαγγελματικό μπάσκετ αφού συνέχισε για άλλα δύο χρόνια στις τοπικές κατηγορίες της Αττικής με τα Σούρμενα- λίγο πριν μπει στην τέταρτη δεκαετία της ζωής του.


Χορτάτος από τίτλους, εμπειρίες και μεγάλους αγώνες, ο Μιχάλης Ρωμανίδης σίγουρα δεν έγινε το alter ego του Φάνη αλλά ήταν ένας παίχτης με μεγάλες προοπτικές που για λόγους που δεν άπτονταν πάντα της αρμοδιότητας του, δεν κατάφερε να κάνει την μεγάλη καριέρα που προαλειφόταν.


Αυτό όμως δεν αφαιρεί ούτε στο ελάχιστο την ενεργή παρουσία του σχεδόν σε όλα τα μεγάλα γεγονότα της δεκαετίας του '80. 


Μπορεί να μην έφτασε ποτέ στην προσωπική του κορυφή του Έβερεστ, όμως σίγουρα στα δικά του Ιμαλάϊα ανέβηκε πολλές χαμηλότερες κορυφές...


#AntreasTsemperlidis

Ο Νίκος Οικονόμου.

 "Δεν είναι γρήγορος, δεν πηδάει ψηλά αλλά μπορεί να σου βάλει 30 πόντους χωρίς να το καταλάβεις". 



Με δυο κουβέντες, ο Ζόραν Σάβιτς περιέγραψε το 1996 το αγωνιστικό προφίλ του εορτάζοντα σήμερα τα 52α γενέθλια του, Νίκου Οικονόμου. 

Ένα από τα καλύτερα 4αρια της Ευρώπης την εποχή της ακμής του, ο Νικαιώτης Νίκος γνωρίστηκε με το μπάσκετ σε ηλικία εννέα χρονών όταν γυρνώντας από διακοπές στις Σέρρες (Εμμανουήλ Παππάς το χωριό) όπου ήταν ο τόπος καταγωγής της οικογένειάς του, βρήκε την παρέα που έπαιζαν ποδόσφαιρο να έχει "προδώσει" την ασπρόμαυρη μπάλα για χάρη της πορτοκαλί. 

Ο μικρός ακολούθησε τους φίλους του και κόλλησε με το άθλημα και τον τοπικό ήρωα Παναγιώτη Γιαννάκη. Γράφτηκε στα τμήματα υποδομής του Ιωνικού και συνδυάζοντας το ταλέντο με το ύψος, προωθήθηκε γρήγορα μέχρι την ανδρική ομάδα σε ηλικία 14 χρονών από τον Θόδωρο Μπολάτογλου. 

Ο θρίαμβος του '87 εκτόξευσε τη δημοφιλία του αθλήματος στη χώρα μας και δύο χρόνια αργότερα στη Γκουέντσα της Ισπανίας η Εθνική Παίδων με ηγέτη τον Νίκο έδειξε πως το ελληνικό μπάσκετ είχε μέλλον, κατακτώντας το χρυσό μετάλλιο. Ήταν φανερό πια πως τα στενά όρια του Ιωνικού και της Α2 δεν μπορούσαν να κρατήσουν τον Οικονόμου που ήταν στόχος για τις ομάδες της Α1, με το όνομα του να ακούγεται για τον ΠΑΟΚ αλλά και τον Ολυμπιακό ενώ στο μυαλό του παίχτη υπήρχε και η προοπτική της μετακόμισης στην Αμερική για λογαριασμό του Saint Paul.

Τελικά το καλοκαίρι του 1991 ο Παναθηναϊκός που ήθελε να ανανεώσει το ρόστερ απέκτησε αντί 150.000.000 δραχμών τον Νίκο και στον "Τάφο του Ινδού" βρήκε τον Αλβέρτη, προστέθηκε ο Μυριούνης και η σεζόν 1991-92 ξεκίνησε με όνειρα για την ομάδα του Παβλίσεβιτς για να μετατραπεί σε εφιάλτη, με τους Πράσινους να τερματίζουν στην όγδοη θέση και εκτός Ευρώπης μετά από 23 χρόνια. 

Οι Γιαννακόπουλοι αντέδρασαν ρίχνοντας εκατομμύρια στο τραπέζι των μεταγραφών, ήρθαν ο Γκάλης, ο Σοκ και ο Κόμαζετς με τον Στόγιαν και το Τριφύλλι μπήκε ξανά στο μονοπάτι των επιτυχιών με τον Οικονόμου να μην έχει τόσο σημαντικό ρόλο αφού ο Παβλίσεβιτς προτιμούσε τον Μυριούνη. Ο Πολίτης που αντικατέστησε τον "Mr two Cups" του έδωσε περισσότερο χρόνο συμμετοχής στον δρόμο για το Τελ Αβίβ, εκεί όπου ο Νίκος μαζί με τον "Διόσκουρο" Αλβέρτη πανηγύρισαν έξαλλα την ήττα του Ολυμπιακού στον τελικό.

Με τον Κιουμουρτζόγλου στο τιμόνι, ο Οικονόμου καθιερώθηκε ως 6ος παίχτης μόνο στα λόγια όμως αφού συνήθως ο Ευθύμης ξεκινούσε στην πεντάδα τον Πετσάρσκι για να τον αλλάξει στο πεντάλεπτο με τον Νίκο που συνέχιζε ως παρτενέρ του Βράνκοβιτς. 

Ο Νίκος βέβαια δεν ήταν ο κλασικός παίχτης ρακέτας, του άρεσε να κινείται περιφερειακά και να σουτάρει με εξαιρετικά ποσοστά πίσω από τη γραμμή των 6.25 μέτρων. Με ένα τέτοιο σουτ προσπάθησε να χαρίσει το πρωτάθλημα στον Παναθηναϊκό στον 5ο τελικό του 1995 αλλά αστόχησε. Τον σημάδεψε αυτό το χαμένο τρίποντο, δεν το ξέχασε ποτέ. 

Ο Μάλκοβιτς τον εμπιστεύτηκε την επόμενη χρονιά και ο Οικονόμου τον αποζημίωσε με πολύ καλό μπάσκετ, έχοντας ως κορωνίδα των εμφανίσεων του το εκπληκτικό παιχνίδι εναντίον της Μακάμπι μέσα στο Γιάντ Ελιάου όταν πέτυχε 37 πόντους με αντίπαλο τον ΝΒΑερ Τομ Τσέϊμπερς. 

Το Πρωταθλητριών που κατακτήθηκε στο Παρίσι είχε και τη δική του υπογραφή με 10 πόντους στον τελικό αλλά η χρονιά στιγματίστηκε από το 73-38 του τελικού στο ΣΕΦ και τη "σκούπα" του Μπόζα που παρέσυρε σχεδόν όλη την ομάδα των Πρωταθλητών Ευρώπης. Ο Νίκος ήταν ένας από τους λίγους διασωθέντες της σεζόν 1996-97 σε εκείνη τη "Βαβέλ" του Τριφυλλιού και επιτέλους την επόμενη αγωνιστική περίοδο ανταμείφθηκε για τα χρόνια της υπομονής κατακτώντας το πρωτάθλημα με αντίπαλο τον ΠΑΟΚ. 

Από τον Δεκέμβριο του 1998 ξεκίνησαν οι φήμες για ανανέωση του οχταετούς συμβολαίου που είχε υπογράψει με τον  Παναθηναϊκό αλλά όσο ο καιρός περνούσε και συμφωνία δεν υπήρχε, ο παίχτης κατάλαβε πως είχε έρθει ο καιρός να βγάλει τη φανέλα με το Τριφύλλι. Και το έδειξε στον πέμπτο τελικό της 20ης Μαΐου του 1999, στο άντρο του αιωνίου αντιπάλου, όταν τη στιγμή που πετυχαίνει το τρίποντο της λύτρωσης ξεπληρώνοντας τα χρωστούμενα του '95, γυρίζει προς την μεριά της εξέδρας που βρισκόντουσαν οι οπαδοί του Παναθηναϊκού και τους φωνάζει "να με θυμάστε", κάνοντας και την ανάλογη χειρονομία.

Ήταν η τελευταία ανάμνηση που άφησε ο Οικονόμου στους φίλους του Τριφυλλιού μιας και στις 27 Μαΐου σε μία φορτισμένη συνέντευξη τύπου, ανακοίνωσε την αποχώρησή του από το ΟΑΚΑ και την επικείμενη μεταγραφή του στο εξωτερικό. Σε αυτή τη συνέντευξη άφησε αιχμές εναντίον του Παναγιώτη Γιαννάκη για τον τρόπο που τον έκοψε από την εθνική ενώ τόνισε πως θα ήθελε να επιστρέψει στην Ελλάδα μετά από έναν χρόνο για να παίξει ξανά στον Παναθηναϊκό. 

Όντως το ταξίδι του στο εξωτερικό κράτησε μία χρονιά με την Κίντερ Μπολόνια του Μεσίνα, του Ριγκοντό και φυσικά του Ντανίλοβιτς με τον οποίο ο Νίκος δεν είχε και τις καλύτερες σχέσεις. Με τους Ιταλούς έκανε μία συμπαθητική σεζόν αλλά χωρίς τίτλο, χάνοντας στα ημιτελικά του πρωταθλήματος και στη Λωζάνη το Σαπόρτα απέναντι στην ΑΕΚ. Έχοντας προβλήματα με την ανεκπλήρωτη στρατιωτική θητεία και αφού ούτε ο ίδιος αλλά ούτε και η Κίντερ είχαν μείνει ικανοποιημένοι από τη συνεργασία, ο Οικονόμου χτύπησε την πόρτα του Παναθηναϊκού για να επιστρέψει όπως ήταν η επιθυμία του, εισπράττοντας όμως την αρνητική στάση της ομάδας.

Κάπου εκεί μπήκε στο παιχνίδι ο Ολυμπιακός που ήθελε να προχωρήσει σε ελληνοποίηση του ρόστερ και έριξε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων την πρόταση για τετραετές συμβόλαιο σε έναν αθλητή που ήταν τότε μόλις 27 χρονών. Η κίνηση των Ερυθρόλευκων έμοιαζε λογική από κάθε άποψη αφού με τον Οικονόμου αποκτούσε τον καλύτερο Έλληνα πάουερ φόργουορντ της εποχής ενώ σίγουρα δεν ήταν αμελητέο και το επικοινωνιακό τρικ. Από την άλλη πλευρά ο παίχτης πήγαινε σε μια ομάδα που τον εμπιστευόταν και ήθελε να του δώσει ηγετικό ρόλο. 

Εν τέλει ο Νίκος πήγε στον Ολυμπιακό αλλά ως συνήθως σε αυτές τις περιπτώσεις οι προσδοκίες ήταν πολύ μεγαλύτερες από την πραγματικότητα. Ο Οικονόμου δεν κόλλησε με τα ερυθρόλευκα, παρουσιάστηκε βαρύς στο γήπεδο και έφτασε στο σημείο να δεχτεί τα βέλη του Ντίνο Ράτζα που τον κατηγόρησε για αδιαφορία. Η ομάδα απέτυχε σε όλους τους στόχους και ο παίχτης σταδιακά έγινε ξένο σώμα, αποκλειόμενος και από την αποστολή στον δεύτερο τελικό του πρωταθλήματος. 

Ο Οικονόμου ήταν για τον Ολυμπιακό μία μεταγραφή που δεν έπρεπε να γίνει και τελικά έγινε για όλους τους λάθος λόγους.

Η λύση της συνεργασίας ήταν και για τις δύο πλευρές λυτρωτική και το εξωτερικό μονόδρομος για τον παίχτη. Μια άλλη ιστορική ομάδα, η Μπαρτσελόνα ζήτησε τις υπηρεσίες του αυτή τη φορά και ο Νίκος έγινε το τρίτο μέλος της "ελληνικής" παροικίας των Καταλανών, παρέα με τον Ρεντζιά και τον Καρνισόβας. Ξανά όμως η παρουσία του στα ξένα πέρασε αδιάφορη, η ξενιτιά δεν ταίριαζε στον Οικονόμου. 

Γύρισε στην Ελλάδα θέλοντας να κάνει μια νέα αρχή πηγαίνοντας στη Λάρισα για την Ολύμπια και θυμίζοντας τον παλιό καλό Οικονόμου μπόρεσε να βρει νέο παχυλό συμβόλαιο στην Ανατολική Ευρώπη με τους Ρώσους της Ντιναμό Μόσχας.  

Το αθλητικό πεπρωμένο του όμως ήταν πάντα στην πατρίδα και έτσι το καλοκαίρι του 2004 επέστρεψε στην Αθήνα για λογαριασμό του Πανιωνίου. Στα 32 του πια με τα χρώματα του "Ιστορικού" έζησε μια δεύτερη αγωνιστική νεότητα με την εξαιρετική ομάδα των Νεοσμυρνιωτών εκείνης της περιόδου. Πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος, τρίτη θέση για τον Πανιώνιο και έξοδος στο Uleb Cup. Ο Νίκος φαινόταν να έχει βρει την Ιθάκη του αλλά λογάριαζε χωρίς τον Λούκα Παβίσεβιτς. 

Ο Μαυροβούνιος τρις πρωταθλητής Ευρώπης με τη Γιουγκοπλάστικα, άμα τη ανάληψη της τεχνικής ηγεσίας των Κυανέρυθρων ενημέρωσε τον Οικονόμου πως δεν υπολογίζεται και του ζήτησε να μην έρθει στην προετοιμασία. Όπως ήταν λογικό ο παίχτης αντέδρασε, στις 20 Αυγούστου ήταν πρακτικά αδύνατο να βρει ομάδα. Ο Νίκος έμεινε τελικά μέχρι τα Χριστούγεννα αλλά κάνοντας ατομικές προπονήσεις όντας ξένο σώμα για τον Πανιώνιο με εντολή του προπονητή. 

Ο τελευταίος σταθμός για τον Οικονόμου είχε χρώμα γαλανόλευκο σαν αυτόν που ξεκίνησε. Ο Πανελλήνιος που έψαχνε εμπειρία σε μια προσπάθεια να σώσει την κατηγορία, τον προσέγγισε και πράγματι ο Νίκος βοήθησε τον σύλλογο των Ολυμπιονικών να κάνει ένα τρομερό ντεμαράζ στον δεύτερο γύρο και όχι μόνο να κερδίσει την παραμονή αλλά να τερματίσει και στην τιμητική 5η θέση. Όμως οι διοικούντες έκριναν πως την επόμενη χρονιά τα σχέδια του Πανελληνίου δεν περιελάμβαναν τον Νίκο Οικονόμου και τον άφησαν ελεύθερο. Στα 33 του ο παίχτης έκρινε πως δεν είχε τίποτα άλλο να αποδείξει στον μπασκετικό χώρο και αποφάσισε να βάλει τελεία στη σχεδόν εικοσάχρονη καριέρα του. 

Ο Νίκος Οικονόμου είχε μια σπουδαία πορεία στον χώρο, κέρδισε τίτλους χρήματα και αναγνώριση. Με κάποιες επιλογές του δίχασε αλλά στα καλά του χρόνια ήταν ένας από τους καλύτερους φόργουορντ της Γηραιάς Ηπείρου. 

Έξυπνος παίχτης, γνώριζε τις αδυναμίες και τα προτερήματα του και φρόντισε να τα καλλιεργήσει έτσι ώστε να καταστεί επιθετική απειλή για την αντίπαλη άμυνα. Για να επαναλάβω τον Ζόραν Σάβιτς, ήταν ένας μπασκετμπολίστας που δεν εντυπωσίαζε αλλά αν τον υποτιμούσες μπορούσε να σε "σκοτώσει"...


Antreas Tsemperlidis

Λίγα λόγια για το γερμανικό μπάσκετ 🏀

 Λίγο πριν ξεκινήσει ο μεγάλος τελικός του Μίλτου, ας γράψω αυτό για να μείνει στα "πρακτικά". Αν κάποιοι πίστευαν πως οι Γερμανοί θα φτάσουν στην ζώνη των μεταλλίων στους Ολυμπιακούς Αγώνες το 2024, δεν ήταν άλλοι πάρα οι ίδιοι οι Γερμανοί. Πάμε όμως πίσω στον χρόνο...



Το 2005 ο Γιαν Πόμερ αναλαμβάνει ως διευθύνων σύμβουλος της Μπουντεσλίγκα με πενταετή θεητεία, ανανεώσιμη. Ο κυρίος Πόμερ δεν είναι μπασκετμπολίστας των 70s ή 80s που παίρνει την θέση τιμητικά για την προσφορά του στο άθλημα. Δεν είναι καν προπονητής. Η μόνη του επαφή με την σπυριάρα είναι ως έφηβος στο Όλντενμπουργκ. Είναι ένας νομικός που ξεκινάει ως ασκούμενος σε δικηγορικό γραφείο στην Κολωνία και έπειτα στην Μπομπ Μπόμπλιτς, εταιρία που ειδικεύεται στην παροχή νομικών συμβουλών, διαφήμισης και εκπροσώπησης πελατών (πλέον έχει ενταχθεί στον διεθνή κολοσσό της Όμνικομ Γκρουπ). Στην επανεκλογή του το 2010, θέτει τον φιλόδοξο στόχο πως η Μπουντεσλίγκα το 2020 θα είναι το καλύτερο πρωτάθλημα στην Ευρώπη.


Κάποιοι γέλασαν. Κάποιοι δεν τον άκουσαν καν. Στην Ελλάδα θα ζούσαμε ακόμα για λίγο καιρό μέσα στην φούσκα. Ο Ολυμπιακός με το πιο ακριβό ρόστερ της ιστορίας του με Κλέιζα, Τσιλντρες, Μίλος και δεν συμμαζεύεται. Ο Παναθηναϊκός στο "μεθύσι" του 2009 με ένα επίσης ακριβότατο ρόστερ. Ο Μίνωας Κυριακού να ρίχνει χρήματα στον ... Πανελλήνιο (WTF?) και με τον Ζούρο να τον φτάνει στο Φ4 του EuroCup. Το Μαρούσι (WTF? x2) να παίζει Ευρωλίγκα και στο All-Star Game ο Σχορτσανίτης να πετυχαίνει τρίποντο (WTF? x3) από το logo. Λίγο καιρό νωρίτερα, η γενιά των 90άρηδων, η τελευταία ποιοτική γενιά του ελληνικού μπάσκετ παίρνει Ευρωπαϊκό στην Ρόδο με Λεωνίδα Κασσελάκη με sleeve (ξεμένω από WTF? χαχα) και φτάνει στην 2η θέση του κόσμου στο Παγκόσμιο Εφήβων στην Νέα Ζηλανδία. Αχ. Ωραίες εποχές. 


Η Μπουντεσλίγκα έφτασε από το 2010 στο 2019 να έχει αύξηση στα έσοδα της κατά 71 εκατομμμύρια €. Ο λόγος; Η διαφήμιση. Οι ομάδες δημιουργούν περίπου το 70% των εσόδων τους μόνο από διαφημίσεις. Το συνδρομητικό κανάλι της Magenta Sport σίγουρα έχει έναν ρόλο αλλά σίγουρα έπαιξε ρόλο και η είσοδος της Μπάγερν Μονάχου που εκτόξευσε την θεαματικότητα του πρωταθλήματος. Ένας κολοσσός όπως η Μπάγερν πάντα τραβάει κόσμο να την δει, όπως εδώ θα τραβήξει περισσότερο ένα τηλεοπτικό πακέτο που έχει Ολυμπιακό και Παναθηναϊκό μέσα. Το Magenta Sport παρέχει κάλυψη και μέσω Internet ενώ μπορεί να το αποκτήσει ο οποιοσδήποτε, ανεξάρτητα αν ζει στην Γερμανία ή όχι, γεγονός που ενισχύει και το viewership του πρωταθλήματος. 


Είπαμε το πρωί για γεμάτα γήπεδα. Πράγματι, το 85% των θέσεων στα γήπεδα είναι γεμάτες ενώ ακόμα κι αν βγάλουμε την μεγάλη Μερσέντες Μπενζ Αρένα της Άλμπα, το ποσοστό ξεπερνάει το 90%. Σε μια λίγκα που μπορεί να την δει όποιος θέλει, με καλό τηλεοπτικό πακέτο και κυρίως γεμάτα γήπεδα που δημιουργούν επιπλέον έσοδα, η οικονομική μεγέθυνση είναι δεδομένη. Επίσης, οι γερμανικές ομάδες είναι αρκετά ενεργές στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τους και στο όλο interraction με την βάση των οπαδών τους. Λέγαμε στην καραντίνα για το πως η Άλμπα Βερολίνου έφτιανχε "δεματάκια" για τους οπαδούς της με μπύρες, φαγητό και καλούδια για να δουν τους αγώνες της ομάδας τους ή τα πούλμαν που ναύλωνε για τους οπαδούς της για να κάνουν το ταξίδι στο F8 του Κυπέλλου, η Μπάγερν Μονάχου που έστηνε γιγαντοοθόνες για να δουν τα ματς της οι φίλοι της στο Μόναχο. Πολλές ομάδες έχουν δικό τους podcast το οποίο μιλάνε οι παίκτες της ομάδας ή μέλη του σταφ. Στην εποχή της άμεσης πληροφόρησης και της κυριαρχίας των social media, όταν εδώ πολλές ομάδες δεν έχουν καν ή τα χρησιμοποιούν σπάνια, είναι πολύ σημαντικό να παίρνεις αυτό το engagement που έχουν αυτά τα μέσα και σε κάνουν γνωστό κι εκτός των στενών σου γεωγραφικών ορίων. 


Το πιο σημαντικό όμως είναι η αγωνιστική άνοδος και η δημιουργία γηγενών παικτών. Οι γερμανικές ομάδες όπως οι αγγλικές ομάδες στο ποδόσφαιρο, δημιούργησαν και είχαν την ελευθερία να δημιουργήσουν δεσμούς με τοπικές ομάδες μικρότερης κατηγορίας και να δίνουν παίκτες με αμφίδρομα συμβόλαια. Ο Αντρέας Ομπστ ξεκίνησε μεν από την Μπάμπεργκ αλλά έπαιζε παράλληλα στην Μπράουναχ, στην Προ Α. Ο Φραντς Βάγκνερ έπαιζε βασικός και στην Άλμπα Βερολίνου στα 18 του στο EuroCup και στην Λοκ Μπερνάου στην Προ Β. O Σρέντερ ξεκίνησε να παίζει και στην θυγατρική της Μπράουνσβαιγκ μαζί με την πρώτη ομάδα. Ο "Ογκουνσότο" Ισάακ Μπόνγκα έπαιρνε χρόνο παράλληλα και στην μεγάλη ομάδα της Σκάιλαινερς και στην μικρή της. Για να επιτευχθεί ο στόχος του "καλύτερου πρωταθλήματος στην Ευρώπη" το 2010 ξεκίνησε το πρωτάθλημα νέων (η Jugend Basketball Bundesliga - JBBL) για παίκτες κάτω των 16 ετών. Όλοι οι NBAers των Γερμανών έχουν παίξει στην JBBL. Παράλληλα, ξεκίνησε και η αντίστοιχη πρωτοβουλία για τις νεαρές Γερμανίδες, η WBBL (Weibliche Nachwuchs Basketball Bundesliga). 


Τα σχολικά προγράμματα της ALBA που έχουμε πει τόσες και τόσες φορές, τα υιοθέτησαν κι άλλοι. Οι ομάδες δεν παίρνουν σβάρνα το κρατίδιο τους για να βρουν τον παικταρά αλλά ξεκινάνε από το σχολείο. Εκεί ειδικοί προπονητές παράλληλα με το σχολικό συγκρότημα κάνουν δράσεις γύρω από το μπάσκετ, τους φέρνουν σε επαφή με αυτό και κάτι που ξεκινάει σιγά σιγά ως παιχνίδι, γίνεται αθλητισμός και μετά πρωταθλητισμός. Εδώ ακόμα τους ψάχνουμε με το ντουφέκι και σε επίπεδο τοπικών κατηγοριών. 


Η Μπουντσελίγκα όχι, δεν είναι εν τέλει το κορυφαίο πρωτάθλημα στην Ευρώπη μετά το NBA. Αυτή είναι η Ισπανία που μας προσπέρασε μετά τα μισά του 2000. Είναι ενδεχομένως 2η ή 3η, εξαρτάται που βάζει κανείς την Τουρκία και την Ιταλία.  Όμως οι επιτυχίες της Εθνικής τους ομάδας και οι βάσεις για αυτές, τέθηκαν από νωρίς. Όταν είδαν πως το ηλιοβασίλεμα φτάνει στα γένια του Νοβίτσκι και έπρεπε να δημιουργήσουν την επόμενη γενιά μπασκετμπολιστών. Μια γενιά που δεν θα έπαιζε με τον μεγάλο Γερμανό, αλλά θα έπαιζε για αυτόν και την παρακαταθήκη που αυτός άφηνε στο γερμανικό μπάσκετ.

Ο Χρήστος Σωτηρακοπουλος περιγράφει Μπάσκετ!


Πως θα σας φαινόταν , τη σημερινή εποχή , εάν ο Αλέξης Σπυρόπουλος πήγαινε στο κλειστό γυμναστήριο του ΟΑΚΑ , έβαζε τα ακουστικά του , και ήταν έτοιμος να περιγράψει το ντέρμπυ Παναθηναϊκός - Ολυμπιακός στο μπάσκετ . Να μιλάει για alley oop και coast to coast , αναλύοντας παράλληλα την τακτική της ομαδικής άμυνας λέγοντας για Double team . Την εποχή που οι τηλεοπτικοί σταθμοί στην Ελλάδα ήταν δύο , και η φρενίτιδα που ακολούθησε για το μπάσκετ στη χώρα μετά την κατάκτηση του Πανευρωπαϊκού το 1987 δεν είχε έρθει ακόμη , οι σχολιαστές του μπάσκετ στη τηλεόραση και το ραδιόφωνο ήταν μετρημένοι στα δάκτυλα του ενός χεριού . Βασίλης Γεωργίου , Λουκάς Παπαϊωάννου , Βαγγέλης Φουντουκίδης , Χάρης Αλευρόπουλος , Θοδωρής Κοτσώνης και ο μεγαλύτερος όλων , ο Φίλιππος Συρίγος , ο άνθρωπος που έβαλε το μπάσκετ στα σπίτια των Ελλήνων με τις σαββατιάτικες τηλεοπτικές μεταδόσεις του ελληνικού πρωταθλήματος από το 1984 και μετά . Μετά το 1987 , ακούσαμε και τη φωνή του Βασίλη Σκουντή , ενώ με την έλευση της ιδιωτικής τηλεόρασης το σπηκάζ του μπάσκετ άνοιξε διάπλατα τις πόρτες σε περισσότερους δημοσιογράφους .


 

Στα μέσα της δεκαετίας του '80 , η ΕΡΤ μετέδιδε όλο και συχνότερα τους αγώνες των ελληνικών ομάδων στα Κύπελλα Ευρώπης . Ο Συρίγος δεν μπορούσε να πηγαίνει σε όλα τα ματς . Έτσι , επιστρατευόταν κάποιος δημοσιογράφος , ειδικευμένος περί των ποδοσφαιρικών , και απαραιτήτως νεαρός και φέρελπις . Στις ημέρες μας , ο Χρήστος Σωτηρακόπουλος είναι ο σημαντικότερος και πιο αναγνωρίσιμος Έλληνας τηλεσχολιαστής ποδοσφαίρου . Έχει περιγράψει εκατοντάδες ποδοσφαιρικούς αγώνες , με ειδίκευση στο Champions League , εδώ και 20 χρόνια , από τότε που πρώτο το Mega έβαλε τον ύμνο της μεγαλύτερης διασυλλογικής διοργάνωσης στο σαλόνι των Ελλήνων . Τη δεκαετία του '80 , πέρα από τη συμμετοχή του στη παρουσίαση της “ Αθλητικής Κυριακής ” το 1984-1985 και 1985-1986 , ο Σωτηρακόπουλος έκανε λίγες μεταδόσεις . Ίσως και ελάχιστες . Τα πρώτα του βήματα στο σπηκάζ τα έκανε σε αγώνες μπάσκετ , όταν έκανε την περιγραφή σε αγώνες ελάσσονος σημασίας που προβάλλονταν ως τρίλεπτα στην “ Αθλητική Κυριακή ” . Εκτός από αυτα τα παιχνίδια , τον ακούσαμε και στη περιγραφή ζωντανών μεταδόσεων μπάσκετ H Retroballa έψαξε και βρήκε στο αρχείο της δύο “ διαμάντια ” από τα μέσα της δεκαετίας του '80 και σας τα παρουσιάζει . Θα τον ακούσετε , σε ένα ενδεικτικό δίλεπτο βίντεο , να περιγράφει τους αγώνες Άρη - Λε Μαν για το Κύπελλο Κόρατς και Άρη - Λεβερκούζεν για το Κύπελλο Πρωταθλητριών . Βγάλτε τα συμπεράσματα σας και κάντε τις συγκρίσεις με το σήμερα .


Ο Χρηστος Σωτηρακοπουλος, σε μια απο τις ελαχιστες περιγραφες μπασκετ ( σε σχεση με τις ποδοσφαιρικες ) που εχει πραγματοποιησει στην καριερα του ,"σπικαρει" τον αγωνα Περιστεριου - ΑΕΚ τον Νοεμβριο του 1983 για λογαριασμο της ΕΡΤ . Προλογιζει το ματς ο Βαγγελης Φουντουκιδης στα πλαισια της "Αθλητικης Κυριακης " .



Το "Ζαρκάδι του Μοντενέγκρο"

 Αν με ρωτήσει κάποιος για τη μία και μοναδική ανάμνηση που έχω από τον μπασκετικό Ολυμπιακό της δεκαετίας του '90 η απάντηση θα είναι άμεση. Έναν ψηλό ξανθό με πεταχτά αυτιά με το νούμερο 8 στην ελαφρώς καμπουριασμένη πλάτη του, να βγαίνει στον αιφνιδιασμό σχεδόν πάντα από τη δεξιά μεριά του παρκέ, να πατάει δυνατά και να καρφώνει με τα δύο χέρια.



Μεγάλοι παίχτες φόρεσαν την ερυθρόλευκη φανέλα εκείνα τα χρόνια της κυριαρχίας των Πειραιωτών στο ελληνικό μπάσκετ. Αυτός όμως που έσπειρε το χωράφι και έδρεψε τους καρπούς της επιτυχίας, αυτός που πάνω του στηρίχτηκε η αναγέννηση της ομάδας, ο πιονέρος της κορυφής, ήταν ο αριστερόχειρας φόργουορντ από το Μαυροβούνιο με το όνομα Ζάρκο Πάσπαλι(ε).
Στα βουνά της Πλέβλια που γεννήθηκε σαν σήμερα το 1966 οι επαγγελματικές επιλογές δεν ήταν πολλές για τους γονείς του, τον Γιόβαν και τη Μίλεβα και έτσι το ζευγάρι μετακόμισε στην πρωτεύουσα Τίτογκραντ ( νυν Ποντγκόριτσα) όταν ο μικρός ήταν δύο ετών.
Ο Ζάρκο μεγάλωνε και ψήλωνε, έδειχνε πως θα περάσει τα δύο μέτρα, η ενασχόληση με το μπάσκετ ήταν μονόδρομος και έτσι βρέθηκε σε ηλικία 10 χρονών στο "σχολείο" της Μπούντουτσνοστ, ομάδας που εκείνη την εποχή αποτελούσε τη δεξαμενή όπου αντλούσαν παίχτες οι μεγάλοι του γιουγκοσλαβικού μπάσκετ.
Οι προπονητές του στα τμήματα υποδομής προσπάθησαν να του εμφυσήσουν ένα πιο "ορθόδοξο" στυλ στον τρόπο που σούταρε, αυτόν τον παράξενο μη ορθολογικό. Μόνο ένας τον άφησε ελεύθερο, βλέποντας πως ο μικρός ήταν αληθινό διαμάντι, μόνο ο συγχωριανός του πατέρα του Ζάρκο, Μπόγκνταν Τάνιεβιτς δεν τον πίεσε να αλλάξει τη μηχανική του.
Στα 16 του έκανε ντεμπούτο στην πρώτη κατηγορία δίπλα στα αστέρια της Μπούντουτσνοστ, τον Κνέζεβιτς, τον Μιλάτοβιτς και τα αδέρφια Μπόγιανιτς, ένα παιδί με ύψος 2.06 και το νούμερο 5 στη γαλάζια φανέλα του. Με σταθερά βήματα ο Ζάρκο γίνεται το πρώτο βιολί, καλείται στην Εθνική Παίδων, παίρνει το πρωτάθλημα Ευρώπης το 1983 και το '85 μόλις στα 19 του, είναι ο ηγέτης της Μπούντουτσνοστ που κάνει τη μεγάλη έκπληξη και τερματίζει στην τρίτη θέση του πιο δυνατού ευρωπαϊκού πρωταθλήματος.
Τα όρια του Μαυροβουνίου ήταν πολύ στενά πια για αυτόν και τα "λαγωνικά" της Παρτιζάν που τον είχαν ξεχωρίσει θα κινηθούν άμεσα. Η μεταγραφή θα γίνει το καλοκαίρι του 1986 με κινηματογραφικό τρόπο αφού σχεδόν "απήχθη" από τους ιθύνοντες της ομάδας ώστε να μη πραγματοποιηθεί η μετακίνηση στη Μπόσνα Σαράγεβο που είχε τον πρώτο λόγο. Στους "Crno Beli" του Βελιγραδίου ο Πάσπαλι θα έχει τη δυνατότητα να παίξει με μερικούς σπουδαίους παίχτες όπως ο Ντίβατς, ο Γκρμπόβιτς και ο Σάβοβιτς. Θα κερδίσει αμέσως θέση στη βασική πεντάδα και στο τέλος της σεζόν θα ανταμειφθεί με το μετάλλιο του πρωταθλητή.
Αλλά τα καλά νέα δεν σταματάνε εκεί αφού εντυπωσιασμένος από τις εμφανίσεις του, ο Τσόσιτς θα τον καλέσει στην εθνική για το Ευρωμπάσκετ της Αθήνας, δίνοντας του και αυτός θέση βασικού. Ο Ζάρκο δεν το ξέρει ακόμα αλλά θα έχει την πρώτη γνωριμία με το γήπεδο που στο μέλλον θα ζήσει στιγμές δόξας. Αυτή τη φορά όμως το παρκέ ανήκει στον Νικ και οι Γιουγκοσλάβοι θα γυρίσουν στο Βελιγράδι με το χάλκινο μετάλλιο στις αποσκευές τους.
Ο δρόμος του θα ανταμώσει ξανά με αυτόν του Γκάλη στον όμιλο του Κυπέλλου Πρωταθλητριών με τελικό προορισμό το Φάιναλ Φορ της Γάνδης. Απογοητευμένοι από τις ήττες τους στους ημιτελικούς θα παίξουν στον τελικό της παρηγοριάς και η Παρτιζάν θα κατακτήσει την τρίτη θέση. Η ανερχόμενη δύναμη, η Γιουγκοπλάστικα θα της κλέψει τα σκήπτρα και του πρωταθλήματος παρά τις προσπάθειες του Ζάρκο που ήταν ο κορυφαίος παίχτης της στη σειρά των τελικών. Ως εξέχον μέλος της εθνικής θα ταξιδέψει στη Σεούλ για τους Ολυμπιακούς Αγώνες, εκεί που η ανανεωμένη Γιουγκοσλαβία του Ίβκοβιτς θα γίνει έρμαιο των διαθέσεων του Σαμπόνις με αποτέλεσμα οι Πλάβι να ανέβουν στη δεύτερη θέση του βάθρου.
Το σενάριο του πρωταθλήματος θα επαναληφθεί και την επόμενη χρονιά, ο Ζάρκο θα αναδειχθεί δεύτερος σκόρερ της κανονικής περιόδου πίσω από τον Κόμαζετς αλλά σε μία σειρά δραματικών τελικών τα "μωρά του Σπλίτ" θα καταφέρουν να παραμείνουν στον θρόνο τους. Χρόνος για πανηγυρισμούς όμως δεν υπάρχει ιδιαίτερος, αφού σε λιγότερο από δύο μήνες οι αντίπαλοι στους συλλόγους τους θα είναι μέλη της καλύτερης ευρωπαϊκής εθνικής ομάδας όλων των εποχών.
Πάσπαλι, Κούκοτς, Ντράζεν, Ντίβατς και τα υπόλοιπα παιδιά του Ντούντα θα μαγέψουν τους συμπατριώτες τους και θα περάσουν στο λαιμό τους το χρυσό μετάλλιο. Ο Ζάρκο θα κάνει πολύ καλά παιχνίδια και θα τραβήξει το ενδιαφέρον των Σπερς που ενώ δεν τον έχουν επιλέξει στο ντραφτ, θα του προσφέρουν εγγυημένο διετές συμβόλαιο κατόπιν εισήγησης του βοηθού προπονητή Γκρέγκ Πόποβιτς.
Ο "Πάλια" θα πάει στην Αμερική έχοντας παντελή άγνοια για την ομάδα και το ΝΒΑ γενικότερα. Οι ατάκες του για την Pizza Hut και ο θρυλικός "διάλογος" με τον λάτρη της πειθαρχίας Λάρι Μπράουν έχουν γραφτεί πολλές φορές και δεν υπάρχει λόγος επανάληψης τους. Εγώ θα σταθώ μόνο σε μία εξομολόγηση του Πόποβιτς που ίσως δικαιολογεί εν μέρει το αδιάφορο πέρασμα του Ζάρκο από το Σαν Αντόνιο. Έχει πει λοιπόν χαρακτηριστικά ο Ποπ πως "Ακόμα και αν ο Πάσπαλι είχε επιτόπιο άλμα 1.5 μέτρο ή ήταν ο καλύτερος σουτέρ του κόσμου δεν θα έπαιζε. Έπρεπε υποχρεωτικά να παίξει ο Σον Έλιοτ". Η αλήθεια πιστεύω, βρίσκεται κάπου στη μέση αφού όντως ο Μπράουν προτιμούσε τον ρούκι Έλιοτ από τον Ζάρκο αλλά και αυτός με την κακή εξωγηπεδική του ζωή -τα πακέτα με τα Marlboro τρέχανε από πίσω του- και την εν γένει συμπεριφορά του έδινε πάτημα στον προπονητή για να μην τον χρησιμοποιεί. Οι συμπαίχτες του πάντως αναγνώριζαν το ταλέντο του και έκαναν πολλές πλάκες μαζί του (Ο Τέρι Κάμινγκς του είχε βγάλει και τραγούδι κατά τα πρότυπα της δημοφιλούς σειράς Ζορό).Η αποδεσμεύση του λίγο πριν από τα play off του 1990 ήταν αναμενόμενη και δεν προκάλεσε καμία έκπληξη.
Μεταξύ μας, πιστεύω ότι και ο Πάσπαλι δεν στενοχωρήθηκε ιδιαίτερα. Ήταν 24 χρονών και το μόνο που ήθελε ήταν να παίζει μπάσκετ. Ευτυχώς για αυτόν ο Ίβκοβιτς δεν δίνει σημασία στον παροπλισμό του από τους Σπερς και θα τον συμπεριλάβει στην αποστολή της Γιουγκοσλαβίας για το Μουντομπάσκετ της Αργεντινής. Ο Ζάρκο απολαμβάνει της εμπιστοσύνης του προπονητή και θα φροντίσει να μην τον εκθέσει. Τρίτος σκόρερ της ομάδας, δεύτερος ριμπάουντερ, βασικός συντελεστής της κατάκτησης του χρυσού μεταλλίου. Άμα τη επιστροφή στην Ευρώπη αρκετές ομάδες θα ενδιαφερθούν για την απόκτηση του αλλά αυτός θα προτιμήσει τη σιγουριά της Παρτιζάν προνοώντας για την υπογραφή μονοετούς συμβολαίου. Σε αυτή την τελευταία του σεζόν σε ομάδα της πατρίδας του θα είναι ο ηγέτης της νέας γενιάς και θα την οδηγήσει ξανά στους τελικούς αλλά ο τοίχος που έχει μετονομαστεί σε ΠΟΠ 84 θα υψωθεί για τελευταία φορά. Όπως -αν και κανείς δεν το ξέρει ακόμα- τελευταία θα είναι και η παρουσία της Γιουγκοσλαβίας ως ενιαία χώρα στο Ευρωμπάσκετ της Ρώμης, το κύκνειο άσμα των πάλαι ποτέ θρυλικών Πλάβι με ένα ακόμα χρυσό μετάλλιο.
Στην Ιταλία θα βρεθεί και ο Ιωαννίδης που μόλις έχει συμφωνήσει να αναλάβει τον Ολυμπιακό. Πρώτος στόχος για τη θέση του μοναδικού ξένου που επιτρεπόταν τότε στην Α1 θα είναι πλέι μεϊκερ της Ατλάντα, Ροντ Στρίκλαντ. Όταν όμως ο ΝBAερ θα καθυστερήσει να απαντήσει, ο Ξανθός θα στραφεί στον Ζάρκο που τον είχε ξεχωρίσει από τις μονομαχίες του Άρη με την Παρτιζάν. Η συμφωνία θα κλείσει στο περιθώριο του Ευρωμπάσκετ και μετά το τέλος του ο Πάσπαλι θα πιάσει λιμάνι μέσω του παλιού αεροδρομίου του Ελληνικού, ακόμα και αν η Ελλάδα δεν ήταν η πρώτη του επιλογή, ο ίδιος προτιμούσε την Ισπανία γιατί πίστευε πως του ταιριάζει περισσότερο το μπάσκετ των Ιβήρων.
Η υποδοχή που του επεφύλαξαν οι φίλοι των Ερυθρολεύκων ήταν αντάξια ενός "Μεσσία". Και σαν έτοιμος από καιρό, ο Ζάρκο θα πάρει στα χέρια του την τρομπέτα του Αττίλιο και θα σαλπίσει το νέο ξεκίνημα για τον Ολυμπιακό. Στο σημείο αυτό κρίνεται απαραίτητη μία παρένθεση για να αναφέρω τα δεδομένα στα ερυθρόλευκα δρώμενα εκείνο το καλοκαίρι του 1991.
Τρεις ήταν οι κινήσεις ματ του Σωκράτη Κόκκαλη που έβγαλαν από το τέλμα τον σύλλογο του Πειραιά. Η κάθοδος του Ιωαννίδη, η έλευση του Πάσπαλι και η απόφαση μετακόμισης από τους τσίγκους του Παπαστράτειου στο ΣΕΦ. Ειδικά η τελευταία εμπεριείχε μεγάλο ρίσκο αφού κανένας δεν ήξερε αν ο κόσμος θα αγκάλιαζε την ομάδα και αν θα γέμιζε το γήπεδο.
Ο Ξανθός ξεκινά το χτίσιμο το νέου Ολυμπιακού με την πιο απλή συνταγή. Σκληρή άμυνα από πέντε "καμικάζι" στο παρκέ και στην επίθεση η μπάλα στα χέρια του τύπου με νούμερο 8. Αυτά που έκανε ο Ζάρκο την περίοδο 1991-92 τα είχαμε δει τα προηγούμενα χρόνια μόνο από τον Γκάλη και τον Ίνγκραμ. Κάθε αγώνας θα είναι ένα ανεπανάληπτο one man show. Σκοράρει με κάθε πιθανό και απίθανο τρόπο. Τρίποντα, παιχνίδι με πλάτη, αιφνιδιασμούς. Θα κουβαλήσει στις πλάτες του όλη τη χρονιά τους Πειραιώτες και το αποτέλεσμα θα είναι η πιο τρανή δικαίωση για τον ίδιο και όσους τον εμπιστεύθηκαν. Πρώτος σκόρερ με 33 πόντους μέσο όρο, εκτόξευση των Ερυθρόλευκων στη δεύτερη θέση από την όγδοη της προηγούμενης περιόδου και επιστροφή στο Κύπελλο Πρωταθλητριών μετά από σχεδόν μία δεκαπενταετία.
Ο Μαυροβούνιος λατρεύεται σαν θεός από τους οπαδούς και η σεζόν 1992-93 είναι αυτή της επιστροφής του Ολυμπιακού στον θρόνο του πρωταθλητή και η αρχή της δυναστείας. Το μονοπάτι κάθε άλλο παρά στρωμένο με ροδοπέταλα ήταν και οι Ερυθρόλευκοι λογίζονταν ως τέταρτο φαβορί για τον τίτλο πίσω από τον ΠΑΟΚ, τον Παναθηναϊκό του Γκάλη και τον ανανεωμένο Άρη του Ρόι Τάρπλεϊ. Ο Ιωαννίδης θα φέρει καθυστερημένα στην ομάδα ως δεύτερο ξένο τον "Truth" Γουόλτερ Μπέρι μετά την αποπομπή του Ροντ Χίγκινς και θα εμπιστευθεί στη βασική πεντάδα τους δύο πιτσιρικάδες, Τόμιτς και Τάρλατς.
Ο Ολυμπιακός θα ξεκινήσει με μία ήττα σοκ από τη Δάφνη παρά τους 54 πόντους του Ζάρκο και όλοι βλέπουν ότι τα πράγματα δεν θα είναι εύκολα ενώ ίδια είναι η κατάσταση και στην Ευρώπη. Η ομάδα ζορίζεται αρκετά στον όμιλο τερματίζοντας οριακά στην τρίτη θέση και θα αντιμετωπίσει στα προημιτελικά τη Λιμόζ με μειονέκτημα έδρας. Στην Α1 ο Ζάρκο συνεχίζει να σκοράρει ακατάπαυστα αλλά οι επιδόσεις του αρκούν μόνο για την 4η θέση της κανονικής περιόδου, αν θέλει το πρωτάθλημα πρέπει να ξεπεράσει διαδοχικά τα εμπόδια με πρώτο τον Άρη.
Προέχει όμως η γαλλική ομάδα που τον περιμένει για μάχη με έπαθλο την πρόκριση στο Φάιναλ Φορ του ΣΕΦ. Στη μνήμη όλων μας έχει μείνει το δραματικό τρίτο ματς και η γραμμή που πάτησε (😉 ο Πάσπαλι πριν το νικητήριο καλάθι του Ζντόβτς. Ξεχνάμε όμως την εκπληκτική εμφάνιση του στον πρώτο αγώνα της Πάτρας με το τρίποντο της νίκης και την επίσης τρομερή του απόδοση στο δεύτερο παιχνίδι του Μπομπλάν. Η ιστορία όμως έγραψε ότι ο Ολυμπιακός έχασε τη μεγάλη ευκαιρία να διεκδικήσει το Κύπελλο Πρωταθλητριών ουσιαστικά στην έδρα του. Ο Ιωαννίδης προσπαθεί να μαζέψει τα κομμάτια της ομάδας του και να επικεντρωθεί στο πρωτάθλημα. Θα επιστρέψει στην παλιά δοκιμασμένη συνταγή δίνοντας τα κλειδιά στον "Πάλια".
Ο Άρης που έχει γίνει άνω κάτω με την κοπάνα του Τάρπλεϊ, δεν μπορεί να τον ανακόψει και η επόμενη πρόκληση θα είναι ο πρωταθλητής ΠΑΟΚ. Οι Ερυθρόλευκοι εκμεταλλευόμενοι έναν σοκαρισμένο Δικέφαλο -από το Φάιναλ Φορ- θα τον αποκλείσουν και θα πάνε στους τελικούς με τον αιώνιο αντίπαλο. Στο δεύτερο ματς θα καταφέρουν να σπάσουν την έδρα, ενώ στον τρίτο αγώνα αυτό που θυμόμαστε είναι τα μπαλέτα του "Διογένης" και το εσωτερικό διπλό των παικτών του Ολυμπιακού, απόρροια της επιλογής του Παναθηναϊκού να μην κατέβει διαμαρτυρόμενος για την διαιτησία. Κορυφαίος για τους Πειραιώτες σε αυτή την σειρά; Ποιος άλλος από το "Ζαρκάδι του Μοντενέγκρο". Σαν τον Μωυσή οδήγησε τη ομάδα του στη Γη της Επαγγελίας μετά από περιπλάνηση 15 χρόνων. Και αφού επετεύχθη ο στόχος του πρωταθλήματος, σειρά έχει η κορυφή της Ευρώπης.
Ο Κόκκαλης δεν φείδεται χρημάτων και θα φέρει στην ομάδα Τάρπλεϊ και Φασούλα δίνοντας την ευκαιρία στον Ξανθό να χτίσει μια ομάδα πραγματικό φόβητρο. Οι Ερυθρόλευκοι διαθέτουν την καλύτερη front line της Ευρώπης και όλοι τους θεωρούν ως το μεγάλο φαβορί για την κατάκτηση του Πρωταθλητριών, τα πάντα μοιάζουν ιδανικά για τον Ολυμπιακό. Αλλά εντελώς ξαφνικά κάποια στιγμή εμφανίζεται το περίφημο πρόβλημα του Ζάρκο με τις βολές και γενικά το μακρινό σουτ. Ο άνθρωπος που είχε μέσο όρο στην καριέρα του 85%, που σε αγώνα με τον Άρη έχει πετύχει 23/23, χωρίς κανέναν ιδιαίτερο λόγο αρχίζει να βλέπει το καλάθι πέρα από τα 3 μέτρα σαν κουμπότρυπα.
Πολλά ακούστηκαν, τίποτα δε επιβεβαιώθηκε. Χειρουργείο στο χέρι, τενοντίτιδα μη αντιμετωπίσιμη, μικρόβιο που σάπιζε το χέρι του εσωτερικά, πρόβλημα στα δάχτυλα και άλλα πολλά (Σε πρόσφατη συνέντευξη του ο Ζάρκο μίλησε για μικρό εγκεφαλικό που υπέστη). Η γνώμη μου είναι ότι ήταν καθαρά ψυχολογικό. Ο,τι και να έγινε όμως το θέμα ήταν ο Πάσπαλι που άρχισε να χάνει τις βολές. Και αν κατά τη διάρκεια της χρονιάς αυτό δεν ενοχλούσε τόσο πολύ αφού ο Ολυμπιακός πήγαινε με σπασμένα φρένα παίζοντας σπουδαίο μπάσκετ, δεν έγινε το ίδιο και στο δράμα του Τελ Αβίβ.
Τα 6.16" που ο Ολυμπιακός έμεινε χωρίς πόντο, το τρίποντο μαχαιριά του Κορνήλιους Τόμπσον είναι γεγονότα γνωστά και δεν χρειάζεται καταγραφή τους. Αλλά όταν ο Ζάρκο στήθηκε στη γραμμή κανένας δεν πίστευε ότι θα βάλει τις βολές. Ούτε ο ίδιος φυσικά για αυτό και τις έχασε. Δεν είναι όμως καιρός για δάκρυα.
Οι Πειραιώτες επιστρέφουν στο ελληνικό πρωτάθλημα και ο Πάσπαλι θα βάλει την υπογραφή του στο τελευταίο ματς με τον ΠΑΟΚ για μπορέσει ο Ολυμπιακός να ξαναπάρει τον τίτλο. Η τελευταία του παράσταση με τα ερυθρόλευκα θα είναι ο τελικός Κυπέλλου με τον Ηρακλή και ένα μαγικό καλάθι μπροστά στον ύψους 2.18 Ντόναλτσον. Ο Ζάρκο πανηγυρίζει τους τίτλους χωρίς να υποψιάζεται τι θα ακολουθήσει.
Ενώ ουδείς στον Ολυμπιακό -τουλάχιστον φανερά- δεν τον κατηγορεί για την απώλεια του Πρωταθλητριών, η απόφαση έχει ληφθεί από κοινού μεταξύ Κόκκαλη και Ιωαννίδη. Το συμβόλαιο του δεν θα ανανεωθεί και από την 1η Ιουλίου του 1994 ο Πάσπαλι κυκλοφορεί ελεύθερος στην ευρωπαϊκή πιάτσα. Ο Παναθηναϊκός θα κινηθεί άμεσα, θα άρει τις αναστολές του και ο Μαυροβούνιος που θέλει να αποδείξει ότι δεν είναι τελειωμένος θα υπογράψει στο Τριφύλλι.
Η μοίρα το έφερε έτσι ώστε ο πρώτος επίσημος αγώνας του με την πράσινη φανέλα να είναι με αντίπαλο τον Ολυμπιακό. Στις 25 Σεπτεμβρίου 1994 στο "κλουβί" του Σπόρτιγκ οι δύο ομάδες θα κακοποιήσουν το άθλημα. Σε ένα από τα χειρότερα παιχνίδια που είδαμε ποτέ οι Πράσινοι θα κερδίσουν με παιδικό σκορ (42:40) και θα προκριθούν στην επόμενη φάση του Κυπέλλου. Ο Πάσπαλι σαφέστατα επηρεασμένος από τα εμετικά συνθήματα αυτών που κάποτε τον αποθέωναν, θα περιφέρεται σαν χαμένος στο γήπεδο, ίσως στο χειρότερο παιχνίδι της καριέρας του.
Μέσα στη χρονιά θα βρει τον ρόλο του στην ομάδα και ειδικά μετά τη φυγή του Γκάλη θα γίνει ο ηγέτης δίνοντας ηχηρές απαντήσεις. Αυτή που θα κάνει τη μεγαλύτερη εντύπωση είναι το νικητήριο καλάθι με το δεξί(!) χέρι στο παιχνίδι του δευτέρου γύρου με αντίπαλο τον Ολυμπιακό στο ΣΕΦ και η απάντηση που έδωσε όταν ρωτήθηκε για ποιόν λόγο σούταρε με ανάποδο χέρι. "Γιατί με το αριστερό κρατούσα τα @€)%@ μου και τα έδειχνα στον Ιωαννίδη" ήταν η δικαιολογία του Ζάρκο. Αυτό το αντρίκιο καλάθι δε θα συνδυαστεί και με εύστοχη βολή κοστίζοντας στον Παναθηναϊκό τη διαφορά και το πλεονέκτημα έδρας στους τελικούς. Η παλιά αγάπη θα τον πληγώσει και στον ημιτελικό της Σαραγόσα και στο πρωτάθλημα, δίνοντας το έναυσμα στους οπαδούς του Ολυμπιακού για ένα από τα πιο έξυπνα συνθήματα που ακούστηκε ποτέ στα ελληνικά παρκέ, το επικό "Δε θα πάρεις κύπελλο ποτέ Πάσπαλιε, Πάσπαλιε". Τελικά ο Ζάρκο πήρε κύπελλο εκείνη τη χρονιά και μάλιστα το σπουδαιότερο όταν μετά από τρία χρόνια άδικου αποκλεισμού η Σερβία θα επανεμφανιστεί στο Ευρωμπάσκετ της Αθήνας ανεβαίνοντας ξανά στην κορυφή του βάθρου και ο Πάσπαλι αυτοσαρκαζόμενος θα τραγουδήσει το σύνθημα αγκαλιά με το τρόπαιο.
Με τον προπονητή της εθνικής, τον Ίβκοβιτς θα δώσουν ραντεβού τον Σεπτέμβριο στη Νέα Σμύρνη και στον καινούριο του σταθμό στην Ελλάδα, ο ηγέτης του νεανικού Πανιωνίου θα θυμίσει πολλές φορές τον ασταμάτητο Ζάρκο του Ολυμπιακού. Σταδιακά θα ανακτήσει και το μακρινό σουτ αποκαθιστώντας σε μεγάλο βαθμό τη σχέση του με τις βολές. Στην πλατεία έπαιξε το πιο ανέμελο μπάσκετ και αυτό έβγαινε στο γήπεδο.
Απαλλαγμένος από το άγχος του πρωταθλητισμού θα πάει στην Ατλάντα για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1996. Με τις εμφανίσεις του εκεί -ειδικά στο πρώτο ημίχρονο του τελικού με την Αμερική- θα πείσει τους Χωκς να του δώσουν μια δεύτερη ευκαιρία για μετάβαση στο καλύτερο πρωτάθλημα του κόσμου. Όντως ο Ζάρκο θα δοκιμάσει στο summer league και ενώ τα "Γεράκια" φαίνεται ότι τον θέλουν, ένα απρόοπτο γεγονός θα τον αναγκάσει να επιστρέψει στην Ελλάδα και να θέσει οριστικό τέλος στην προσπάθεια του για το ΝΒΑ.
Μία κοπέλα που εργαζόταν ως αεροσυνοδός τον κατηγορεί ότι είναι ο πατέρας του νεογέννητου παιδιού της, ζητώντας ο,τι προβλέπει ο νόμος (αναγνώριση, διατροφή κτλ). Ο Πάσπαλι θα υποχρεωθεί να γυρίσει για να αντικρούσει τις κατηγορίες. Τελικά τίποτα δεν αποδείχθηκε αλλά η ρετσινιά είχε μείνει. Θέλοντας να ηρεμήσει από τα αδηφάγα ελληνικά ΜΜΕ και παρά τις προτάσεις που είχε θα επιλέξει τη Γαλλία. Η Ρασίνγκ Παρί που έχει μείνει 43 ολόκληρα χρόνια μακριά από τους τίτλους θα βρει στο πρόσωπο του τον άνθρωπο που θα της χαρίσει ξανά το πρωτάθλημα. Το πεπρωμένο του Ζάρκο όμως είναι στην αγαπημένη του Ελλάδα με την τελευταία στάση του να είναι η Θεσσαλονίκη και ο Άρης.
Η χρονιά ξεκινά με όνειρα για τον "Αυτοκράτορα" αλλά στην πορεία τα οικονομικά προβλήματα θα λυγίσουν τους παίχτες που θα αρχίσουν να εγκαταλείπουν το πλοίο. Η καρδιά και ο εγωισμός αυτών που έμειναν έγραψε ιστορία. Στο Φάιναλ Φορ του Κυπέλλου στο Αλεξάνδρειο, οι απλήρωτοι μπασκετμπολίστες του Χρήστου Μαγκώτσιου θα αφήσουν εκτός τελικού τον Παναθηναϊκό των εκατομμυρίων. Ο Ζάρκο θα υποστεί βαρύ διάστρεμμα και η συμμετοχή του στον τελικό είναι αμφίβολη αλλά ως άλλος Ελ Σίντ θα σφίξει τα δόντια (καλά καλά δεν μπορούσε να φορέσει το παπούτσι) και σχεδόν σέρνοντας το πόδι του στο γήπεδο θα πετύχει 12 πόντους στη νίκη επί της ΑΕΚ του Ιωαννίδη. Ήταν το τελευταίο παιχνίδι του με τη φανέλα ελληνικής ομάδας.
Εξαιτίας του χτυπημένου αστράγαλου του δεν αγωνίστηκε σε άλλο ματς και τα προβλήματα τραυματισμών ήταν ο κύριος λόγος της αποδέσμευσής του την επόμενη χρονιά από τη Βίρτους Μπολόνια του φίλου του Σάσα Ντανίλοβιτς. Τον Δεκέμβριο του 1998 σε ηλικία 32 χρονών θα ανακοινώσει την απόσυρση από την ενεργό δράση.
Και μας άφησε να τον θυμόμαστε όπως τον πρωτογνωρίσαμε... Ένα βέλος μέσα στο παρκέ που σκόραρε όπως ήθελε, όποτε ήθελε. Τον παίχτη που άλλαξε την πρόσφατη μπασκετική ιστορία του Ολυμπιακού, τον αναμορφωτή του κοιμώμενου γίγαντα. Αγαπήθηκε παράφορα και μισήθηκε όσο λίγοι. Αλλά έτσι δεν συμβαίνει συνήθως με τους μεγάλους έρωτες; Και οι οπαδοί των Ερυθρόλευκων είναι αλήθεια ότι λάτρεψαν τον Ζάρκο.
Πιστεύω ότι αν ρωτήσουμε κάποιον που τον είδε να παίζει εκείνη την εποχή, τώρα που τα πάθη έχουν καταλαγιάσει, θα απαντήσει ότι αυτός είναι ο μεγαλύτερος ξένος στην ιστορία της ομάδας. Γιατί; Ο λόγος είναι απλός.Ο Πάσπαλι τόνωσε την περηφάνια των οπαδών του Ολυμπιακού σε στιγμές δύσκολες.
Την ώρα που το ποδοσφαιρικό τμήμα ζούσε τα "πέτρινα χρόνια", ο Ζάρκο μπόλιασε την ομάδα με πνεύμα νικητή. Έκανε τους συμπαίχτες του καλύτερους και ποτέ δεν στα δύσκολα. Αυτός, ένας ξένος ταυτίστηκε με τους Ερυθρόλευκους γιατί αν και φόρεσε μόνο τρία χρόνια τη φανέλα, την τίμησε και δικαιούται να πιστεύει ότι πάνω από όλα έδωσε χαρά. Γιατί αυτό ήταν το νόημα του παιχνιδιού του. Ωδή στη χαρά...
Antreas Tsemperlidis

Ο Λάζαρος Λεσιτς

 Τα 85α γενέθλια του γιορτάζει σήμερα ο "Νίντζα" Λάζαρ Λέτσιτς...



Ο εικονιζόμενος είναι μία προσωπικότητα που σηκώνει μεγάλη συζήτηση για το αν ήταν καλός προπονητής (αξιοσέβαστος στην πρώην Γιουγκοσλαβία και θρύλος για το μπάσκετ των Σκοπίων) ή "ταβερνιάρης" όπως τον βάφτισε η δημοσιογραφική μασονία στην χώρα μας. 


Ο Λάζαρ Λέτσιτς έχει στην πλάτη του μία μακρά ιστορία στους πάγκους και θεωρείται δικαίως ο άνθρωπος που έβαλε τη Ραμποντνίσκι στον μπασκετικό χάρτη. Μαζί του η ομάδα της γείτονος χώρας έζησε τις μεγαλύτερες στιγμές της ιστορίας της με άνοδο και καθιέρωση στα μεγάλα σαλόνια, συμμετοχές σε δύο τελικούς Κυπέλλου και παρουσία στα ημιτελικά του Κυπελλούχων το 1976. 


Στη Γιουγκοσλαβία ο Λέτσιτς απολάμβανε μεγάλης εκτίμησης και αυτό που λίγοι γνωρίζουν, είναι πως ήταν ένας από τους βοηθούς του Ράνκο Ζεράβιτσα στον δρόμο για τον παγκόσμιο τίτλο του 1970 και του Μίρκο Νόβοσελ στο Ευρωμπάσκετ 1973. Μετά την καριέρα στην πατρίδα του, ο δρόμος τον έφερε το 1982 στην Θεσσαλονίκη και τον Φίλιππο και λίγα χρόνια αργότερα το 1990, στον Άρη αρχικά ως βοηθό του Ιωαννίδη και όταν ο Ξανθός αποχώρησε προβιβάστηκε σε πρώτο προπονητή. 


Οι δημοσιογράφοι έσφαξαν με το βαμβάκι τον Λέτσιτς, ρίχνοντας του το ανάθεμα για το υποτιθέμενο φάγωμα του Ιωαννίδη και θεωρώντας τον ουσιαστικά ανίκανο να αναλάβει τον παραπαίοντα "Αυτοκράτορα". Ο Λάζαρ τους διέψευσε, κράτησε όρθια την ομάδα και έχασε την πρόκριση στο Φάιναλ Φορ των Παρισίων από ένα σουτ του 17χρονου Κάνιγκχαμ στο Λονδίνο εναντίον της Κίνγκστον. 


Στην Ελλάδα διατήρησε τον Άρη στην πρώτη θέση της κανονικής περιόδου αλλά πριν από τα πλέι οφ η διοίκηση τον υποβίβασε ξανά  σε θέση βοηθού, προσλαμβάνοντας τον Μιχάλη Κυρίτση ο οποίος πιστώθηκε την κατάκτηση του πρωταθλήματος. Σε ένα γαϊτανάκι ακατανόητων κινήσεων, ο Λέτσιτς επανήλθε στον ρόλο του οδηγού την επόμενη χρονιά για να αποπεμφθεί ξανά με άκομψο τρόπο πριν από τον τελικό του Κυπέλλου το 1992. 


Ο Λάζαρ επέστρεψε στην πατρίδα του όπου απολάμβανε τον σεβασμό (όταν ο Άρης πήγε στο Σπλίτ για να αντιμετωπίσει την πρωταθλήτρια Ευρώπης Γιουγκοπλάστικα, οι άνθρωποι του είχαν εντυπωσιαστεί απο τον τρόπο που τον πλησίασαν και του μιλούσαν ο Κούκοτς και ο Ράτζα) και αποσύρθηκε από τους πάγκους το 2000. 


Η ιστορία ακόμα δεν έχει αποφασίσει για την τελική κρίση του Λάζαρ Λέτσιτς. Αυτοί που αποφάσισαν όμως ήταν οι πρώην συμπατριώτες του, προπονητές και παίχτες, αντίπαλοι και συνεργάτες που τον Μάϊο του 2019 βρέθηκαν στα Σκόπια για να τιμήσουν τον τότε 80χρονο θεωρητικό του αθλήματος. 


Μαριονέτα ή παρεξηγημένος, ο Λέτσιτς σημάδεψε με την πληθωρική παρουσία του το μπάσκετ της χώρας του και με τη μετριοπαθή συμπεριφορά του  κατάφερε να έχει μόνο συμπάθειες  στην Ελλάδα...


Antreas Tsemperlidis

Η απόσυρση του Νίκου Γκάλη

 Καλημέρα μπασκετόφιλοι...


Τα πάντα στη ζωή έχουν μια αρχή και ένα τέλος. Ακόμα και όταν έχουμε την αίσθηση πως ο πανδαμάτωρ Χρόνος ξέχασε, εκείνος απλά κουρνιάζει μέσα στη φωλιά της αιώνιας υπομονήςτου. Γιατί ξέρει πως αυτός θα είναι ο νικητής, ξέρει πως ακόμα και αν χρειαστεί να περιμένει λίγο παραπάνω, εκείνος που κυνηγάει θα αναγκαστεί να παραδοθεί.



Ακόμα όμως και στον αδυσώπητο γέροντα με τα πάλευκα μαλλιά, δεν άρεσε αυτή η κατάληξη. Τον αγαπούσε αυτόν τον άνθρωπο που πολλές φορές έκανε ακόμα και τον ίδιο να αναρωτιέται για το αν είναι θνητός, αν κάποια στιγμή θα κουραστεί. 


Ο καιρός περνούσε και αυτός συνέχισε στον ίδιο ρυθμό να ξεσηκώνει τις εξέδρες, να παίρνει ένα έθνος στις πλάτες του, στα 30 και στα 32 ήταν καλύτερος από ότι ήταν στα 25, φαινόταν ανίκητος. Όταν έφτασε στα 35 κάποιοι είπαν πως μέχρι εδώ ήταν, έπρεπε να κάνει πια στη άκρη. Ακόμα και ο Χρόνος το πίστεψε αλλά εκείνος δεν ήταν έτοιμος να πει το αντίο. 


Πήγε αλλού, ξεκίνησε από την αρχή θέλοντας να αποδείξει στους αμφισβητίες πως δεν είναι τελειωμένος, πως ακόμα ήταν βασιλιάς. Τα κατάφερε και εκεί όταν πια δίπλα στο όνομα του αναγραφόταν ο αριθμός 37. Ήταν απλά ένας αριθμός, άλλωστε δεν σκόπευε να μείνει για πολύ ακόμα. Ήθελε μόνο μια τελευταία ίσως ευκαιρία για να διεκδικήσει αυτό που κυνήγησε με μανία όταν ήταν πιο νέος. Αυτή ήταν η συμφωνία που έκανε με τον Χρόνο και ήταν έτοιμος να την τηρήσει.


Δεν πρόλαβε, ειπώθηκαν λόγια που δεν έπρεπε να ειπωθούν, έγιναν πράξεις που δεν έπρεπε να γίνουν. Ο Χρόνος ήταν εκεί και τον συνόδευσε μέχρι το αυτοκίνητο, ήταν εκεί και τον κοιτούσε στοργικά όταν έγραψε σε εκείνο το χαρτί πως "Φεύγω από το άθλημα που αγάπησα πικραμένος, με μόνη ικανοποίηση ότι ακόμα και σήμερα πολλοί πιστεύουν πως μπορώ να αλλάζω τις ισορροπίες". Γιατί τελικά αυτό ήταν που χρειαζόμασταν περισσότερο από αυτόν. Λίγο Χρόνο παραπάνω για να προλάβουμε να δημιουργήσουμε καινούριες αναμνήσεις...


Σαν σήμερα το 1995, ο Νίκος Γκάλης αποσύρεται από την ενεργό δράση...


Antreas Tsemperlidis

Ο Κονραντ Μακ Ρέι

 Καλημέρα μπασκετόφιλοι...

Είκοσι δύο χρόνια πέρασαν από τη μέρα που ο Κόνραντ ΜακΡέϊ πέταξε προς τον Θεό με το τρομακτικό άλμα του, μόλις στα 29 του χρόνια...


Ο Κόνραντ ΜακΡέϊ, ένας από τους πιο εκρηκτικούς μπασκετμπολίστες που πάτησαν τα ελληνικά παρκέ, είχε από πολύ μικρός έναν στόχο.Να παίξει στο ΝΒΑ και να μεταφέρει εκεί το θεαματικό του παιχνίδι που τον είχε αναγάγει σε πολύ μεγάλο όνομα στα θρυλικά play grounds της Νέας Υόρκης, χαρίζοντας του το παρατσούκλι "McNasty".
Το καλοκαίρι του 89 δέχτηκε την υποτροφία που του προσέφερε το Syracuse του Τζιμ Μπέιχαϊμ και έγινε συμπαίχτης με μελλοντικούς σταρ του ΝΒΑ όπως ο Ντέρικ Κόλεμαν και ο Μπίλυ Όουενς. Στην ιεραρχία των ψηλών, ο πρωτοετής ΜακΡέϊ ήταν χαμηλά όπως ήταν φυσικό αλλά μέχρι την αποφοίτηση του το 1993, είχε προλάβει να αναρριχηθεί στην 4η θέση των μπλοκέρ στην ιστορία του κολλεγίου αφού με όπλο τις αλτικές του ικανότητες δεν άφηνε τίποτα να περάσει προς το καλάθι της ομάδας του. Ταυτόχρονα ήταν και εξαιρετικός ριμπάουντερ αλλά ήταν αδύναμος στο επιθετικό παιχνίδι και ακίνδυνος έξω από τη ρακέτα.
Ίσως για αυτό και επιλέχθηκε σε χαμηλό νούμερο στο ντραφτ εκείνης της χρονιάς, στο νούμερο 38 από τους Μπούλετς. Προσπάθησε να εξασφαλίσει ένα εγγυημένο συμβόλαιο χωρίς επιτυχία και τελικά πήρε την απόφαση για το υπερατλαντικό ταξίδι, το πρώτο από τα πολλά που θα ακολουθούσαν. Πρώτος του σταθμός, η Τουρκία και η Φενέρμπαχτσε όπου σάρωσε τους ατομικούς τίτλους μπαίνοντας στην καλύτερη πεντάδα του πρωταθλήματος ενώ αναδείχθηκε και κορυφαίος ριμπάουντερ.
Παρότι είχε πολλές προτάσεις για παραμονή στην Ευρώπη, προτίμησε την επιστροφή στην Αμερική για να κυνηγήσει το όνειρο του ΝΒΑ μέσω της παρουσίας του στο CBA. Ένα ολόκληρο καλοκαίρι, αυτό του 1994 προσπάθησε να προσελκύσει το ενδιαφέρον των GM αλλά όταν έφτασε Αύγουστος και τα ρόστερ σιγά σιγά έκλειναν, πήρε των ομματιών του και προσγειώθηκε ξανά στη Γηραιά Ήπειρο για τη γαλλική Ορτέζ αυτή τη φορά.Τα καλά του νούμερα και στο τρικολόρ πρωτάθλημα του εξασφάλισαν ένα πολύ καλό συμβόλαιο στην Τουρκία και την Έφες Πίλσεν, με τη φανέλα της οποίας θα κατακτούσε και τα μοναδικά τρόπαια της καριέρας του, ένα άτυπο τρεπλ με πρωτάθλημα, Κύπελλο Τουρκίας και Κύπελλο Κόρατς.
Η συνέχεια τον βρήκε στην Ιταλία για την Φορτιντούτο όπου ήταν ξανά μέσα στην πρώτη πεντάδα των καλύτερων "σκουπιδιάρηδων" ενώ έφτασε και στους 8 του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος. Οι καλές του εμφανίσεις τον έβαλαν στα ραντάρ της Ρεάλ αλλά όταν το φημολογούμενο ενδιαφέρον των Μαδριλένων έμεινε σε φιλολογικό επίπεδο, εμφανίστηκε ο ΠΑΟΚ που έψαχνε τον παρτενέρ του Ράφαελ Άντισον.
Ο Κόνραντ δεν ήταν η πρώτη επιλογή του Σβι Σέρφ που ήθελε τον Ουόρεν Κιντ, αλλά όταν ο Αμερικανός αποδείχθηκε αναξιόπιστος ανανεώνοντας το συμβόλαιο του με την Ολύμπια Μιλάνο, ο Ισραηλινός στράφηκε στον ΜακΡέϊ και ο τότε 26χρονος power forward ήρθε στις αρχές Αυγούστου του 97 στη Θεσσαλονίκη, πέρασε τα ιατρικά τεστ και υπέγραψε το πλουσιοπάροχο συμβόλαιο του ενός εκατομμυρίου δολλαρίων.
Ο ΠΑΟΚ είχε αρκετά σκαμπανεβάσματα στη σεζόν με αποκλεισμό από το Κύπελλο και την Ευρώπη, με αλλαγές ξένων (Σάκλφορντ στη θέση του Άντισον) αλλά ο ΜακΡέϊ επέδειξε σταθερότητα όλη τη χρονιά και με τον Σάκλφορντ που του ταίριαζε περισσότερο αγωνιστικά, συνέθεσαν ένα πολύ δυνατό δίδυμο στην ασπρόμαυρη ρακέτα.
Παρών και στον δραματικό ημιτελικό του ΣΕΦ που κρίθηκε με την τρίποντη βόμβα του Πέτζα και αποδέκτης της ατάκας "Κλάψε ρε μαύρε, κλάψε" του Γιάννη Γιαννούλη και ίσως ο καλύτερος παίχτης του ΠΑΟΚ στους τελικούς με τον Παναθηναϊκό, δίνοντας σκληρές μάχες με τον Ράτζα. Μία χρονιά έμεινε στο Αλεξάνδρειο αλλά οι μπασκέτες του κόντεψαν να γκρεμιστούν από τα τρομερά καρφώματα του και την απίστευτη δύναμη του.
Στον ΠΑΟΚ ήταν άκρως ικανοποιημένοι και επιθυμούσαν την παραμονή αλλά ο ΜακΡέϊ όπως κάθε καλοκαίρι ήθελε να συμμετάσχει στο summer league. Προσπάθησε ξανά μέχρι τον Σεπτέμβριο να βρει μία θέση σε κάποια ομάδα αλλά χωρίς επιτυχία και έτσι ο ξενιτεμός στην Ευρώπη ήταν μονόδρομος. Στη Φενέρμπαχτσε που άνοιξε ξανά την αγκαλιά της έμεινε για λίγο καιρό αυτή τη φορά, ίσα ίσα μέχρι τον Απρίλιο του 99 που γύρισε στην Αμερική για να δοκιμαστεί από τους Ντένβερ Νάγκετς.
Και ενώ όλα έδειχναν πως το μεγάλο όνειρο θα έπαιρνε σάρκα και οστά με την υπογραφή δεκαημέρου συμβολαίου, τα πάντα κατέρρευσαν όταν οι γιατροί των Νάγκετς του βρήκαν εκ γενετής πρόβλημα στην καρδιά και του συνέστησαν να σταματήσει το μπάσκετ. Ο Κόνραντ όμως δεν μπορούσε να ζήσει χωρίς να παίζει το άθλημα που λάτρευε και αμφισβητώντας την διάγνωση θα απευθυνθεί σε άλλους γιατρούς που θα του χορηγήσουν τα απαραίτητα έγγραφα που βεβαίωναν πως η κατάσταση της υγείας του δεν εγκυμονούσε κινδύνους για την ζωή του. Με αυτά τα χαρτιά στο χέρι θα υπογράψει το τελευταίο συμβόλαιο της καριέρας του στην ιταλική Τριέστε και θα συνεχίσει να αγωνίζεται επιβαρύνοντας την εύθραυστη υγεία του.
Στις 10 Ιουλίου του 2000 και κατά την διάρκεια του summer league των Ορλάντο Μάτζικ, ο Κόνραντ ΜακΡέϊ παίρνει θέση στην τελική γραμμή για μία σειρά απο wind sprints (τα λεγόμενα και σπρίντ του θανάτου) και στην διάρκεια αυτών θα καταρρεύσει μέσα στο παρκέ.
Η ταλαιπωρημένη του καρδιά δεν άντεξε και στο νοσοκομείο που μεταφέρθηκε ήταν ήδη πολύ αργά για τους γιατρούς ώστε να μπορέσουν να τον βοηθήσουν και απλά διαπίστωσαν τον θάνατο του λόγω αρρυθμίας.
Ίσως να ζούσε σήμερα αν ακολουθούσε τις συμβουλές των γιατρών αλλά ο "McNasty" προτίμησε να συνεχίσει να κάνει αυτό που αγαπούσε και τελικά τον σκότωσε. Ήταν μόλις 29 χρονών...
Antreas Tsemperlidis

Αύριο είναι η επέτειος του θριαμβικού 87. Ποιοι ήμασταν όμως πριν και που φτάσαμε μέχρι τότε; Ας θυμηθούμε...

Για την πλειοψηφία των φιλάθλων, η ιστορία του ελληνικού μπάσκετ έχει ως αφετηρία το 1987 αγνοώντας τη μεγάλη ιστορία του στη χώρα μας και τους ανθρώπους που προσπάθησαν να το εδραιώσουν ως το εθνικό μας σπορ. Ας κάνουμε λοιπόν μια αναδρομή σε παλαιότερες εποχές, όταν αυτοί που ασχολούνταν με το μπάσκετ από όλες τις θέσεις (παίχτες, προπονητές, παράγοντες, φίλαθλοι) το έκαναν επειδή ήταν "ψώνια" με το άθλημα... 



Σε αντίθεση με το ποδόσφαιρο που ανέκαθεν θεωρούταν ως πιο "λαϊκό", το μπάσκετ αρχικά απευθυνόταν στην ελίτ. Ίσως γιατί και ο άνθρωπος που το έκανε γνωστό στη χώρα μας, ο Μάικ Στεργιάδης είχε το σπάνιο προνόμιο για την εποχή να έχει σπουδάσει στις ΗΠΑ.


Επιστρέφοντας λοιπόν στην πατρίδα, ο Στεργιάδης θα έρθει σε επαφή με τα μέλη της Χ.Α.Ν. Αθηνών και μία μέρα του 1919 στο προαύλιο ενός κτιρίου της οδού Μητροπόλεως θα κρεμάσει στην κολώνα  μία αναποδογυρισμένη καρέκλα και με μία μπάλα ποδοσφαίρου θα πετύχει το πρώτο καλάθι στον ελλαδικό χώρο. Το ποτάμι είχε ξεκινήσει και δεν γύρισε ποτέ πίσω. 


Η έλευση των χιλιάδων προσφύγων από τη Μικρά Ασία  φέρνει μαζί της μαγιά ανθρώπων που γνώριζαν και έπαιζαν το άθλημα. Τα προσφυγικά σωματεία που θα ιδρυθουν για να κρατήσουν ζωντανή τη μνήμη των Χαμένων Πατρίδων, είναι αυτά που μαζί με τα ήδη υπάρχοντα θα φυτέψουν τον σπόρο της ανάπτυξης. Ξανά η Χ.Α.Ν. αυτή τη φορά στη Θεσσαλονίκη θα βοηθήσει ουσιαστικά για να γνωρίσει ο κόσμος το μπάσκετ με πρωτοπόρο σε αυτή την προσπάθεια τον Συμεών Μαυροσκούφη, ιδρυτή του πρώτου γυμναστηρίου στη συμπρωτεύουσα. Από τη Θεσσαλονίκη θα αναδειχθεί και ο πρώτος πρωταθλητής Ελλάδος, η ομάδα του Ηρακλή το 1928 υπό την αιγίδα του ΣΕΓΑΣ. Άλλες σπουδαίες ομάδες της "αρχαϊκής" αυτής εποχής ήταν ο συμπολίτης Άρης, ο Σπόρτιγκ και ο Πανελλήνιος. Παίχτες; Εντελώς ερασιτέχνες που έπαιζαν μπάσκετ απλά για το κέφι τους.


Κάπου εκεί, στα μέσα της δεκαετίας του 30  θα συσταθεί και η εθνική ομάδα με στόχο την παρουσία της στις διοργανώσεις της FIBA που η χώρα μας έχει υπογράψει την δημιουργία της το 1932 ως ιδρυτικό μέλος. Τιμώντας τον άνθρωπο που έφερε το μπάσκετ στην Ελλάδα, ο ΣΕΓΑΣ θα ζητήσει από τον Στεργιάδη να επιλέξει και να προπονήσει τα μέλη της εθνικής. Και όντως στις 25 Ιουνίου 1936 η Εθνική Ελλάδος θα δώσει τον πρώτο της διεθνή αγώνα στην Κωνσταντινούπολη με αντίπαλο την Τουρκία. Χαρακτηριστικό της αναμέτρησης; Το παιχνίδι διεξήχθη σε κλειστό γυμναστήριο το οποίο προς τεράστια έκπληξη των διεθνών αντί για τσιμέντο ήταν στρωμένο με παρκέ (!!!). Για την ιστορία, η εθνική γνώρισε βαριά ήττα με 49-12. 


Και ενώ το άθλημα σιγά σιγά αρχίζει να έχει ανοδική πορεία, ο πόλεμος και η κατοχή το φρενάρουν απότομα και παγώνουν την εξέλιξη του. Όταν η χώρα καταφέρνει να σταθεί ξανά στα πόδια της  οι ισορροπίες έχουν αλλάξει με νέες ομάδες να αναδεικνύονται και κυρίαρχο σε αυτά τα χρόνια, τον Παναθηναϊκό. Από το 46 έως το 53 θα κατακτήσει 4 πρωταθλήματα (όποτε αυτά διεξήχθησαν) με παρένθεση τον τίτλο του Ολυμπιακού το 1949 που με ηγέτη τον πρωτοπόρο του τζαμπ σουτ Αλέκο Σπανουδάκη, θα καταφέρει προσωρινά να μπει σφήνα στην πρωτοκαθεδρία των Πρασίνων. 


Οι παίχτες του Τριφυλλιού θα αποτελέσουν και τον πυρήνα της εθνικής ομάδας που το 1949 θα κατακτήσει το χάλκινο μετάλλιο στους λειψούς Πανευρωπαϊκους του Καΐρου. Πανταζόπουλος, Μήλας, Ματθαίου, Σπανουδάκης, με προπονητή τον λησμονημένο Γιώργο Καρατζόπουλο ήταν οι πρωταγωνιστές εκείνου του κατορθώματος.


Το μετάλλιο αυτό θα φέρει τον φίλαθλο κόσμο πιο κοντά στο σπορ και στη δεκαετία του 50 η πορεία της θρυλικής πεντάδας του Πανελληνίου θα του εξάψει περισσότερο το ενδιαφέρον. Τρία πρωταθλήματα θα είναι ο απολογισμός για τους Κυψελιώτες και ο σεβασμός από όλη την Ευρώπη για αυτή την πρώτη πραγματικά μεγάλη ομάδα του ελληνικού μπάσκετ. Εκείνη την εποχή δεν υφίστατο ακόμα ως διοργάνωση το Κύπελλο Πρωταθλητριών και ουσιαστικά ο νικητής των διεθνών τουρνουά θεωρούταν άτυπα ως η καλύτερη ευρωπαϊκή ομάδα. Ο σύλλογος των "Ολυμπιονικών" με τη "Χρυσή Πεντάδα" των Χολέβα, Στεφανίδη, Ρουμπάνη, Μανιά και Παπαδήμα σάρωσε επί μία τριετία ομάδες από όλη τη Γηραιά Ήπειρο. Τσεχοσλοβάκοι, Πολωνοί, Γιουγκοσλάβοι, Ιταλοί, όλοι υποκλίθηκαν στο ταλέντο τους και τη δουλειά του Νίκου Νησιώτη. Αν η FIBA  είχε πάρει την απόφαση για την ίδρυση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών λίγα χρόνια νωρίτερα, ίσως η Ελλάδα να μην περίμενε σχεδόν μισό αιώνα για να πανηγυρίσει το πρώτο της. Το 1958 η ομάδα βρισκόταν στη δύση της και δεν κατάφερε κάτι αξιόλογο.


Σε αντίθεση με τον Πανελλήνιο η εθνική έμεινε στην αφάνεια τα χρόνια του 50. Μία συμμετοχή στο Παρίσι το 1951 και 8η θέση. Ηλιαχτίδα το γεγονός ότι οι καλύτεροι της παίχτες τράβηξαν το ενδιαφέρον συλλόγων της Ευρώπης και θα μεταναστεύσουν στη "Μέκκα" του ευρωπαϊκού υρωπαικού μπάσκετ, τη γειτονική Ιταλία. Δύο από αυτούς, ο Φαίδων Ματθαίου και ο Κώστας Μουρούζης θα βάλουν την επόμενη δεκαετία σαν προπονητές πια, το δικό τους λιθαράκι στο οικοδόμημα. 


Η ΑΕΚ είναι η ομάδα που θα γράψει με χρυσά γράμματα το όνομα της στα κατάστιχα του ελληνικού μπάσκετ με τις επιτυχίες της εντός και κυρίως εκτός Ελλάδος στα χρόνια του 60. Έξι πρωταθλήματα μέχρι το 1970 εκ των οποίων τέσσερα συνεχόμενα αλλά και το πρώτο ευρωπαϊκό παράσημο, με τη συμμετοχή της στο ξεχασμένο Φάιναλ Φορ της Ιταλίας το 1966 με προπονητή τον Μίσσα Πανταζόπουλο. Εμψυχωτής της αν και ήδη χτυπημένος από τον καρκίνο που του κατέτρωγε τα σωθικά, ο αλησμόνητος Γιώργος Μόσχος που θα "σβήσει"  τον Δεκέμβριο μέσα σε γενικό πένθος. 


Ο χαμός του Μόσχου όμως δε θα ανακόψει την πορεία του Δικεφάλου προς τον θρίαμβο. Τον Απρίλιο του 68 η ΑΕΚ με οδηγό τον Νίκο Μήλα θα παίξει σε ένα κατάμεστο από 80.000 θεατές Καλλιμάρμαρο στον τελικό του Κυπελλούχων με αντίπαλο τη Σλάβια Πράγας. Αμερικάνος, Τρόντζος, Ζούπας, Χρηστέας, Τσάβας, Λαρεντζάκης, Νεσιάδης, Βασιλειάδης θα παίξουν και για τον Μόσχο που σίγουρα χαμογελούσε βλέποντας τους επιγόνους του να κερδίζουν με 89-82 και να κατακτούν τον ευρωπαϊκό τίτλο.


Ταυτόχρονα η Γαλανόλευκη δίνει συνεχώς το "παρών" στα Ευρωμπάσκετ αλλά το καλύτερο πλασάρισμα της δεν φτάνει πέρα από την 8η θέση του 1965. Στα αξιοσημείωτα η ταυτόχρονη παρουσία σε αυτές τις διοργανώσεις τριών εκ των μεγαλύτερων σκόρερ του ελληνικού μπάσκετ, του Γιώργου Αμερικάνου, του Βασίλη Γκούμα και του Γιώργου Κολοκυθά. Το μπάσκετ αρχίζει σιγά σιγά να μπαίνει σε μία εποχή σταθερότητας και αυτό αντικατοπτρίζεται και στους συλλόγους και στην εθνική.


Ο Παναθηναϊκός των 

"4 Κ" (Κόντος, Κοκολάκης, Κορωναίος, Κέφαλος)  και ο Ολυμπιακός των Ελληνοαμερικανών  μονομαχούν και μονοπωλούν τον τίτλο από το 70 έως το 78 με νικητή 6 φορές το Τριφύλλι. Ο εγχώριος ανταγωνισμός θα θρέψει και το ευρωπαϊκό dna των "αιωνίων" με αποτέλεσμα την παρουσία του Παναθηναϊκού στα ημιτελικά του Πρωταθλητριών το 71-72 αλλά και του Ολυμπιακού στην εξάδα της διοργάνωσης τη σεζόν 78-79. Κοινή συνισταμένη; Οι πορείες και των δύο θα γίνουν με τιμονιέρη τον Κώστα Μουρούζη. 


Ο Αμερικανός Ρίτσαρντ Ντουξάιρ που έχει αναλάβει την εθνική από το 1972 θα στηριχτεί στους παίχτες των δύο ομάδων και με την προσθήκη νέων, όπως το "πολυβόλο" του Άρη Χάρη Παπαγεωργίου, τον Μηνά Γκέκο, τον Κώστα Πετρόπουλο, τον Μάνθο Κατσούλη και τον νεαρό Παναγιώτη Γιαννάκη, αυτή η ομάδα θα καταφέρει να κερδίσει τη Γιουγκοσλαβία στο Σπλίτ στα πλαίσια των Μεσογειακών Αγώνων το 1979 και στην Αθήνα για τους Βαλκανικούς.


Εκείνη η χρονιά θα σημαδευτεί από δύο ιστορικά γεγονότα που θα αλλάξουν άρδην τα δεδομένα στον μικρόκοσμο του ελληνικού μπάσκετ. Τα σκήπτρα του πρωταθλήματος θα ανηφορίσουν για τη Θεσσαλονίκη και τον Άρη του Γιάννη Ιωαννίδη, του Παπαγεωργίου και του Βαγγέλη Αλεξανδρή. Το φθινόπωρο θα κάνει την εμφάνιση του ένας κοντός μελαχρινός με αφρο μαλλί που μιλάει ελληνικά με έντονη προφορά. Τον λένε Νίκο Γκάλη. Με την άφιξη του μπαίνουμε στη μαγική δεκαετία του 80 και την άνοιξη στο Βεβέ της Ελβετίας φοράει για πρώτη φορά τη φανέλα της εθνικής στον αγώνα με τη Σουηδία για το Προολυμπιακό Τουρνουά της Μόσχας.


Ο Παναθηναϊκός συνεχίζει τις καλές πορείες στην Ευρώπη  φτάνοντας μέχρι τους 6 του Πρωταθλητριών, αποκλείοντας στον "Τάφο του Ινδού" την ΤΣΣΚΑ στο ματς που στιγματίστηκε από το "αιώνιο δευτερόλεπτο". Αλλά και η εθνική δείχνει ότι θέλει να αλλάξει επίπεδο. Ο Ιωαννίδης θα πειραματιστεί με το περίφημο σχήμα των τριών κοντών και με  αυτό η Γαλανόλευκη θα θριαμβευσει στο Τσάλεντζ Ράουντ της Κωνσταντινούπολης για το Ευρωμπάσκετ του 81. 


Αλλά στα τελικά, στην Μπρατισλάβα και την Πράγα τα πράγματα θα είναι πολύ δύσκολα. Ένατη θέση και ο Ιωαννίδης φεύγει πριν τη ώρα του για να αναλάβει ο Χολέβας που και αυτός θα αντικατασταθεί γρήγορα από τον Πολίτη.


Με τον "Ευρωκόουτς" τα πράγματα δεν θα πάνε καλύτερα. Το Μουντομπάσκετ της Κολομβίας η εθνική το βλέπει από την τηλεόραση και στη Γαλλία το 83 θα καταταγούμε στις συνηθισμένες μας εκτός οχτάδας θέσεις. Η μεγάλη ευκαιρία που μας παρουσιάζεται με την μορφή του Προολυμπιακού Τουρνουά των Παρισίων για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λος Άντζελες το 1984 θα μετατραπεί εναντίον των Βρετανών σε πραγματική τραγωδία όταν θα χάσει ένα δικό της παιχνίδι με σουτ στο τελευταίο δευτερόλεπτο. 


Στην Ελλάδα ο Άρης με τη μεταγραφή του Γιαννάκη αρχίζει το χτίσιμο της "Αυτοκρατορίας" και αρχίζει να κάνει γνωστό το όνομα του και στην Ευρώπη φτάνοντας το 85 μέχρι τα ημιτελικά του Κόρατς. Αντίθετα η εθνική έχει μείνει εκτός από άλλη μία μεγάλη διοργάνωση και στο Ευρωμπάσκετ της Γερμανίας παρών είναι μόνο ο Πολίτης που βλέπει τους βετεράνους της Τσεχοσλοβακίας να κερδίζουν Γιουγκοσλάβους και Ισπανούς και να αντιμετωπίζουν στον τελικό τη Σοβιετική Ένωση. 


Αυτός όμως έχει αποφασίσει την ανανέωση της ομάδας του. Η Ελλάδα θα πάρει την πρόκριση για το Μουντομπάσκετ της Ισπανίας και θα έχει μία πολύ καλή παρουσία κατακτώντας τη 10η θέση στην πρώτη της εμφάνιση σε Παγκόσμιο Πρωτάθλημα. 


Ο στόχος έχει ήδη τεθεί και είναι το Ευρωμπάσκετ της Αθήνας. Το ημερολόγιο έχει σημάδι στην 3η Ιουνίου, ημερομηνία έναρξης με την πρόκριση στην οχτάδα είναι το ζητούμενο. Οτιδήποτε άλλο και αν έρθει θα είναι καλοδεχούμενο. Κανείς όμως δεν φανταζόταν αυτό που θα ζούσαμε....


 Antreas Tsemperlidis

ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΠΡΩΤΑΘΛΗΜΑ ΤΟΥ ΑΡΗ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟΝ ΠΑΟΚ

 Σούμποτιτς '' Αυτό το πρωτάθλημα δεν το αλλάζω ούτε με τα τέσσερα νταμπλ που έχουμε πάρει! Θα ζω όλη μου τη ζωή με τη γλυκιά ανάμνησή του '' . 



Η νίκη του Αρη επί του ΠΑΟΚ στις 8 Μαΐου 91, στο τελευταίο ματς της σειράς των πλέι-οφ, με 81-80, ήταν που του χάρισε και το 7ο σερί και τελευταίο του πρωτάθλημα, στη σεζόν 90-91. 


Σ αυτό το ματς φάνηκαν : η μπασκετική αξία και η ψυχή του '' Δράκου '' Παναγιώτη Γιαννάκη ως παίχτη και ανθρώπου, που ως πρωταθλητής (με 32 πόντους και άριστα στατιστικά), έτρεξε στο τέλος του παιχνιδιού να αγκαλιάσει και να ηρεμήσει τον εκνευρισμενο και ταυτόχρονα λυπημένο παιχταρά Μπανε Πρελεβιτς (με 29 πόντους και 6 τρίποντα), ύστερα από τον καυγά του με το Νίκ και να χαιρετήσει τους παίχτες του ΠΑΟΚ με χειραψία. 

Ο Γιαννάκης είχε βάλει ηρωικά καλάθια και ήταν εκείνος που έδωσε την ασίστ στον Σέλερς στο τέλος. Επίσης φάνηκε η δυνατότητα του Νικ να παίζει και ποιντ γκαρντ στην Ελλάδα που ήταν και η φυσική του θέση του στο Κολλέγιο στην Αμερική, αποδεικνυοντας ότι όταν δεν τραβούσε επιθετικά, γίνονταν άριστος οργανωτής, χωρίς να χρειάζεται να βάζει συνέχεια 40άρες και 50άρες. 

Επίσης φάνηκε το ταλέντο του Αγγελίδη, και η εκτελεστική δεινότητα του Μπανε, που είχε εκτελέσει με τα τρίποντα του τον Αρη, εκείνη την μέρα. Αν ήταν πιο γυμνασμένος και γενικότερα πιο αθλητικός θα μπορούσε ΝΑ ΕΙΧΕ ΓΙΝΕΙ ΠΑΙΧΤΗΣ ΣΧΕΔΟΝ ΕΠΙΠΕΔΟΥ ΝΤΡΑΖΕΝ ΠΈΤΡΟΒΙΤΣ, ΚΑΤΑ ΤΗ ΓΝΩΜΗ ΜΟΥ. Επίσης ο Μπραντ Σελλερς των 2.13 με τις υπέροχες τρίπλες του με την μπάλα, που θα ζήλευαν και πόιντ γκαρντ. Ωραίος παίχτης που δεν εκβίαζε προσπάθειες. Ο δε Μπαρλοου (από τους αγαπημένους μου ξένους παίχτες) ήταν μία ήρεμη δύναμη, όπως και ο Σουμποτιτς προς τη δύση της καριέρας του. Μου έκανε επίσης έκπληξη το καλό παιχνίδι του δυναμικού φόργουορντ Πιτ Παπαχρονη. Δεν περίμενα να τον δω τόσο καλό.


Ωραίες μπασκετικες εποχές.

Ρόι Τάρπλεϊ. Ο καλύτερος Αμερικανός παίχτης που έπαιξε ποτέ στο Ελληνικό πρωτάθλημα.

 Ο Ρόι ξεκίνησε την καριέρα του στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν και το 1986 οι Ντάλας Μάβερικς τον επέλεξαν ως έβδομο pick των ντραφτ του ΝΒΑ. Την πρώτη του χρονιά συμπεριληφθηκε στην καλύτερη ομάδα rookie της σεζόν και έδειξε ότι μπορούσε να κάνει εξαιρετική καριέρα. Κατά τη διάρκεια της σεζόν 1987-88 κέρδισε επίσης το NBA Sixth Man of the Year Award . Το 1991 ωστόσο, αποβλήθηκε από το NBA για παραβίαση των κανόνων χρήσης ναρκωτικών ( βρέθηκε δυστυχώς θετικός στην κοκαΐνη ) 



Τη σεζόν 1994-1995 προσπάθησε να επιστρέψει στο ΝΒΑ και στους Ντάλας Μάβερικς, αλλά τον Δεκέμβριο του 1995 αποβλήθηκε ξανά και οριστικά, αυτή τη φορά για αλκοολισμό. Πιστεύω ότι ο Ρόι αν ήταν απολύτως υγιής χωρίς καταχρήσεις, θα είχε τους καλύτερους πάουερ φόργουορντ ever Καρλ Μαλόουν, Τιμ Ντάνκαν, Τσαρλς Μπαρκλει και Κέβιν Γκαρνέτ για πρωινό. Τόσο μεγάλος παίχτης ήταν ο Τάρπλεϊ. Στην καριέρα του στο ΝΒΑ είχε κατά μέσο όρο σχεδόν 13 πόντους και 10 ριμπάουντ ανά αγώνα.

Φυσικά στην Ελλάδα έπαιξε σε τρεις μεγάλες ομάδες: τους Αρη, Ολυμπιακό και Ηρακλή.

Κατέκτησε επίσης το Ευρωπαϊκό Κύπελλο το 1993 με τον Άρη  και το 1994 έφτασε στον τελικό της Ευρωλίγκας με τον Ολυμπιακό όπου αναδείχτηκε ο καλύτερος ριμπάουντερ της διοργάνωσης με μέσο όρο 12,8 ριμπάουντ.

Στο Ελλήνικό πρωτάθλημα με τον Άρη αναδείχθηκε πρώτος ριμπάουντερ με 17,2 και πρώτος στα κλεψίματα με 2,2 μέσο όρο. 

Στις 21 Οκτωβρίου 1992, ο Ρόι Τάρπλεϊ βάσει της αξιολόγησης του συστήματος tendex συγκέντρωσε 1.941 βαθμούς στο παιχνίδι του Άρη με τον Πειραϊκό. Η επίδοση αυτή υπήρξε η καλύτερη για 17,5 χρόνια, έως τις 29 Μαΐου 2010 οπότε και καταρίφθηκε από τον Δημήτρη Μαυροειδή με 1.991 βαθμούς. 

Τον Μάρτιο του 2009 μήνυσε το ΝΒΑ και τους Ντάλας Μάβερικς για διακρίσεις, σε σχέση με την οριστική αποβολή του. 

Έπαιξε οργανωμένο μπάσκετ από τα 18 ως στα 42 του χρόνια, 24 χρόνια καριέρας στα παρκέ (αν και γλεντζες). 


Ας είναι ελαφρύ το χώμα που τον σκεπάζει

Ατύχημα στο χώρο της εργασίας-Παρουσίαση αιτιών και τρόπων αποφυγής, με τη χρήση ενός πραγματικού παραδείγματος. Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος

       Η προστασία της ανθρώπινης ζωής και της ακεραιότητας του εργαζομένου αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο κάθε σύγχρονου και ηθικά υπεύθυνου...