Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μπάσκετ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μπάσκετ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Ο Λάζαρος Λεσιτς

 Τα 85α γενέθλια του γιορτάζει σήμερα ο "Νίντζα" Λάζαρ Λέτσιτς...



Ο εικονιζόμενος είναι μία προσωπικότητα που σηκώνει μεγάλη συζήτηση για το αν ήταν καλός προπονητής (αξιοσέβαστος στην πρώην Γιουγκοσλαβία και θρύλος για το μπάσκετ των Σκοπίων) ή "ταβερνιάρης" όπως τον βάφτισε η δημοσιογραφική μασονία στην χώρα μας. 


Ο Λάζαρ Λέτσιτς έχει στην πλάτη του μία μακρά ιστορία στους πάγκους και θεωρείται δικαίως ο άνθρωπος που έβαλε τη Ραμποντνίσκι στον μπασκετικό χάρτη. Μαζί του η ομάδα της γείτονος χώρας έζησε τις μεγαλύτερες στιγμές της ιστορίας της με άνοδο και καθιέρωση στα μεγάλα σαλόνια, συμμετοχές σε δύο τελικούς Κυπέλλου και παρουσία στα ημιτελικά του Κυπελλούχων το 1976. 


Στη Γιουγκοσλαβία ο Λέτσιτς απολάμβανε μεγάλης εκτίμησης και αυτό που λίγοι γνωρίζουν, είναι πως ήταν ένας από τους βοηθούς του Ράνκο Ζεράβιτσα στον δρόμο για τον παγκόσμιο τίτλο του 1970 και του Μίρκο Νόβοσελ στο Ευρωμπάσκετ 1973. Μετά την καριέρα στην πατρίδα του, ο δρόμος τον έφερε το 1982 στην Θεσσαλονίκη και τον Φίλιππο και λίγα χρόνια αργότερα το 1990, στον Άρη αρχικά ως βοηθό του Ιωαννίδη και όταν ο Ξανθός αποχώρησε προβιβάστηκε σε πρώτο προπονητή. 


Οι δημοσιογράφοι έσφαξαν με το βαμβάκι τον Λέτσιτς, ρίχνοντας του το ανάθεμα για το υποτιθέμενο φάγωμα του Ιωαννίδη και θεωρώντας τον ουσιαστικά ανίκανο να αναλάβει τον παραπαίοντα "Αυτοκράτορα". Ο Λάζαρ τους διέψευσε, κράτησε όρθια την ομάδα και έχασε την πρόκριση στο Φάιναλ Φορ των Παρισίων από ένα σουτ του 17χρονου Κάνιγκχαμ στο Λονδίνο εναντίον της Κίνγκστον. 


Στην Ελλάδα διατήρησε τον Άρη στην πρώτη θέση της κανονικής περιόδου αλλά πριν από τα πλέι οφ η διοίκηση τον υποβίβασε ξανά  σε θέση βοηθού, προσλαμβάνοντας τον Μιχάλη Κυρίτση ο οποίος πιστώθηκε την κατάκτηση του πρωταθλήματος. Σε ένα γαϊτανάκι ακατανόητων κινήσεων, ο Λέτσιτς επανήλθε στον ρόλο του οδηγού την επόμενη χρονιά για να αποπεμφθεί ξανά με άκομψο τρόπο πριν από τον τελικό του Κυπέλλου το 1992. 


Ο Λάζαρ επέστρεψε στην πατρίδα του όπου απολάμβανε τον σεβασμό (όταν ο Άρης πήγε στο Σπλίτ για να αντιμετωπίσει την πρωταθλήτρια Ευρώπης Γιουγκοπλάστικα, οι άνθρωποι του είχαν εντυπωσιαστεί απο τον τρόπο που τον πλησίασαν και του μιλούσαν ο Κούκοτς και ο Ράτζα) και αποσύρθηκε από τους πάγκους το 2000. 


Η ιστορία ακόμα δεν έχει αποφασίσει για την τελική κρίση του Λάζαρ Λέτσιτς. Αυτοί που αποφάσισαν όμως ήταν οι πρώην συμπατριώτες του, προπονητές και παίχτες, αντίπαλοι και συνεργάτες που τον Μάϊο του 2019 βρέθηκαν στα Σκόπια για να τιμήσουν τον τότε 80χρονο θεωρητικό του αθλήματος. 


Μαριονέτα ή παρεξηγημένος, ο Λέτσιτς σημάδεψε με την πληθωρική παρουσία του το μπάσκετ της χώρας του και με τη μετριοπαθή συμπεριφορά του  κατάφερε να έχει μόνο συμπάθειες  στην Ελλάδα...


Antreas Tsemperlidis

Η απόσυρση του Νίκου Γκάλη

 Καλημέρα μπασκετόφιλοι...


Τα πάντα στη ζωή έχουν μια αρχή και ένα τέλος. Ακόμα και όταν έχουμε την αίσθηση πως ο πανδαμάτωρ Χρόνος ξέχασε, εκείνος απλά κουρνιάζει μέσα στη φωλιά της αιώνιας υπομονήςτου. Γιατί ξέρει πως αυτός θα είναι ο νικητής, ξέρει πως ακόμα και αν χρειαστεί να περιμένει λίγο παραπάνω, εκείνος που κυνηγάει θα αναγκαστεί να παραδοθεί.



Ακόμα όμως και στον αδυσώπητο γέροντα με τα πάλευκα μαλλιά, δεν άρεσε αυτή η κατάληξη. Τον αγαπούσε αυτόν τον άνθρωπο που πολλές φορές έκανε ακόμα και τον ίδιο να αναρωτιέται για το αν είναι θνητός, αν κάποια στιγμή θα κουραστεί. 


Ο καιρός περνούσε και αυτός συνέχισε στον ίδιο ρυθμό να ξεσηκώνει τις εξέδρες, να παίρνει ένα έθνος στις πλάτες του, στα 30 και στα 32 ήταν καλύτερος από ότι ήταν στα 25, φαινόταν ανίκητος. Όταν έφτασε στα 35 κάποιοι είπαν πως μέχρι εδώ ήταν, έπρεπε να κάνει πια στη άκρη. Ακόμα και ο Χρόνος το πίστεψε αλλά εκείνος δεν ήταν έτοιμος να πει το αντίο. 


Πήγε αλλού, ξεκίνησε από την αρχή θέλοντας να αποδείξει στους αμφισβητίες πως δεν είναι τελειωμένος, πως ακόμα ήταν βασιλιάς. Τα κατάφερε και εκεί όταν πια δίπλα στο όνομα του αναγραφόταν ο αριθμός 37. Ήταν απλά ένας αριθμός, άλλωστε δεν σκόπευε να μείνει για πολύ ακόμα. Ήθελε μόνο μια τελευταία ίσως ευκαιρία για να διεκδικήσει αυτό που κυνήγησε με μανία όταν ήταν πιο νέος. Αυτή ήταν η συμφωνία που έκανε με τον Χρόνο και ήταν έτοιμος να την τηρήσει.


Δεν πρόλαβε, ειπώθηκαν λόγια που δεν έπρεπε να ειπωθούν, έγιναν πράξεις που δεν έπρεπε να γίνουν. Ο Χρόνος ήταν εκεί και τον συνόδευσε μέχρι το αυτοκίνητο, ήταν εκεί και τον κοιτούσε στοργικά όταν έγραψε σε εκείνο το χαρτί πως "Φεύγω από το άθλημα που αγάπησα πικραμένος, με μόνη ικανοποίηση ότι ακόμα και σήμερα πολλοί πιστεύουν πως μπορώ να αλλάζω τις ισορροπίες". Γιατί τελικά αυτό ήταν που χρειαζόμασταν περισσότερο από αυτόν. Λίγο Χρόνο παραπάνω για να προλάβουμε να δημιουργήσουμε καινούριες αναμνήσεις...


Σαν σήμερα το 1995, ο Νίκος Γκάλης αποσύρεται από την ενεργό δράση...


Antreas Tsemperlidis

Ο Κονραντ Μακ Ρέι

 Καλημέρα μπασκετόφιλοι...

Είκοσι δύο χρόνια πέρασαν από τη μέρα που ο Κόνραντ ΜακΡέϊ πέταξε προς τον Θεό με το τρομακτικό άλμα του, μόλις στα 29 του χρόνια...


Ο Κόνραντ ΜακΡέϊ, ένας από τους πιο εκρηκτικούς μπασκετμπολίστες που πάτησαν τα ελληνικά παρκέ, είχε από πολύ μικρός έναν στόχο.Να παίξει στο ΝΒΑ και να μεταφέρει εκεί το θεαματικό του παιχνίδι που τον είχε αναγάγει σε πολύ μεγάλο όνομα στα θρυλικά play grounds της Νέας Υόρκης, χαρίζοντας του το παρατσούκλι "McNasty".
Το καλοκαίρι του 89 δέχτηκε την υποτροφία που του προσέφερε το Syracuse του Τζιμ Μπέιχαϊμ και έγινε συμπαίχτης με μελλοντικούς σταρ του ΝΒΑ όπως ο Ντέρικ Κόλεμαν και ο Μπίλυ Όουενς. Στην ιεραρχία των ψηλών, ο πρωτοετής ΜακΡέϊ ήταν χαμηλά όπως ήταν φυσικό αλλά μέχρι την αποφοίτηση του το 1993, είχε προλάβει να αναρριχηθεί στην 4η θέση των μπλοκέρ στην ιστορία του κολλεγίου αφού με όπλο τις αλτικές του ικανότητες δεν άφηνε τίποτα να περάσει προς το καλάθι της ομάδας του. Ταυτόχρονα ήταν και εξαιρετικός ριμπάουντερ αλλά ήταν αδύναμος στο επιθετικό παιχνίδι και ακίνδυνος έξω από τη ρακέτα.
Ίσως για αυτό και επιλέχθηκε σε χαμηλό νούμερο στο ντραφτ εκείνης της χρονιάς, στο νούμερο 38 από τους Μπούλετς. Προσπάθησε να εξασφαλίσει ένα εγγυημένο συμβόλαιο χωρίς επιτυχία και τελικά πήρε την απόφαση για το υπερατλαντικό ταξίδι, το πρώτο από τα πολλά που θα ακολουθούσαν. Πρώτος του σταθμός, η Τουρκία και η Φενέρμπαχτσε όπου σάρωσε τους ατομικούς τίτλους μπαίνοντας στην καλύτερη πεντάδα του πρωταθλήματος ενώ αναδείχθηκε και κορυφαίος ριμπάουντερ.
Παρότι είχε πολλές προτάσεις για παραμονή στην Ευρώπη, προτίμησε την επιστροφή στην Αμερική για να κυνηγήσει το όνειρο του ΝΒΑ μέσω της παρουσίας του στο CBA. Ένα ολόκληρο καλοκαίρι, αυτό του 1994 προσπάθησε να προσελκύσει το ενδιαφέρον των GM αλλά όταν έφτασε Αύγουστος και τα ρόστερ σιγά σιγά έκλειναν, πήρε των ομματιών του και προσγειώθηκε ξανά στη Γηραιά Ήπειρο για τη γαλλική Ορτέζ αυτή τη φορά.Τα καλά του νούμερα και στο τρικολόρ πρωτάθλημα του εξασφάλισαν ένα πολύ καλό συμβόλαιο στην Τουρκία και την Έφες Πίλσεν, με τη φανέλα της οποίας θα κατακτούσε και τα μοναδικά τρόπαια της καριέρας του, ένα άτυπο τρεπλ με πρωτάθλημα, Κύπελλο Τουρκίας και Κύπελλο Κόρατς.
Η συνέχεια τον βρήκε στην Ιταλία για την Φορτιντούτο όπου ήταν ξανά μέσα στην πρώτη πεντάδα των καλύτερων "σκουπιδιάρηδων" ενώ έφτασε και στους 8 του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος. Οι καλές του εμφανίσεις τον έβαλαν στα ραντάρ της Ρεάλ αλλά όταν το φημολογούμενο ενδιαφέρον των Μαδριλένων έμεινε σε φιλολογικό επίπεδο, εμφανίστηκε ο ΠΑΟΚ που έψαχνε τον παρτενέρ του Ράφαελ Άντισον.
Ο Κόνραντ δεν ήταν η πρώτη επιλογή του Σβι Σέρφ που ήθελε τον Ουόρεν Κιντ, αλλά όταν ο Αμερικανός αποδείχθηκε αναξιόπιστος ανανεώνοντας το συμβόλαιο του με την Ολύμπια Μιλάνο, ο Ισραηλινός στράφηκε στον ΜακΡέϊ και ο τότε 26χρονος power forward ήρθε στις αρχές Αυγούστου του 97 στη Θεσσαλονίκη, πέρασε τα ιατρικά τεστ και υπέγραψε το πλουσιοπάροχο συμβόλαιο του ενός εκατομμυρίου δολλαρίων.
Ο ΠΑΟΚ είχε αρκετά σκαμπανεβάσματα στη σεζόν με αποκλεισμό από το Κύπελλο και την Ευρώπη, με αλλαγές ξένων (Σάκλφορντ στη θέση του Άντισον) αλλά ο ΜακΡέϊ επέδειξε σταθερότητα όλη τη χρονιά και με τον Σάκλφορντ που του ταίριαζε περισσότερο αγωνιστικά, συνέθεσαν ένα πολύ δυνατό δίδυμο στην ασπρόμαυρη ρακέτα.
Παρών και στον δραματικό ημιτελικό του ΣΕΦ που κρίθηκε με την τρίποντη βόμβα του Πέτζα και αποδέκτης της ατάκας "Κλάψε ρε μαύρε, κλάψε" του Γιάννη Γιαννούλη και ίσως ο καλύτερος παίχτης του ΠΑΟΚ στους τελικούς με τον Παναθηναϊκό, δίνοντας σκληρές μάχες με τον Ράτζα. Μία χρονιά έμεινε στο Αλεξάνδρειο αλλά οι μπασκέτες του κόντεψαν να γκρεμιστούν από τα τρομερά καρφώματα του και την απίστευτη δύναμη του.
Στον ΠΑΟΚ ήταν άκρως ικανοποιημένοι και επιθυμούσαν την παραμονή αλλά ο ΜακΡέϊ όπως κάθε καλοκαίρι ήθελε να συμμετάσχει στο summer league. Προσπάθησε ξανά μέχρι τον Σεπτέμβριο να βρει μία θέση σε κάποια ομάδα αλλά χωρίς επιτυχία και έτσι ο ξενιτεμός στην Ευρώπη ήταν μονόδρομος. Στη Φενέρμπαχτσε που άνοιξε ξανά την αγκαλιά της έμεινε για λίγο καιρό αυτή τη φορά, ίσα ίσα μέχρι τον Απρίλιο του 99 που γύρισε στην Αμερική για να δοκιμαστεί από τους Ντένβερ Νάγκετς.
Και ενώ όλα έδειχναν πως το μεγάλο όνειρο θα έπαιρνε σάρκα και οστά με την υπογραφή δεκαημέρου συμβολαίου, τα πάντα κατέρρευσαν όταν οι γιατροί των Νάγκετς του βρήκαν εκ γενετής πρόβλημα στην καρδιά και του συνέστησαν να σταματήσει το μπάσκετ. Ο Κόνραντ όμως δεν μπορούσε να ζήσει χωρίς να παίζει το άθλημα που λάτρευε και αμφισβητώντας την διάγνωση θα απευθυνθεί σε άλλους γιατρούς που θα του χορηγήσουν τα απαραίτητα έγγραφα που βεβαίωναν πως η κατάσταση της υγείας του δεν εγκυμονούσε κινδύνους για την ζωή του. Με αυτά τα χαρτιά στο χέρι θα υπογράψει το τελευταίο συμβόλαιο της καριέρας του στην ιταλική Τριέστε και θα συνεχίσει να αγωνίζεται επιβαρύνοντας την εύθραυστη υγεία του.
Στις 10 Ιουλίου του 2000 και κατά την διάρκεια του summer league των Ορλάντο Μάτζικ, ο Κόνραντ ΜακΡέϊ παίρνει θέση στην τελική γραμμή για μία σειρά απο wind sprints (τα λεγόμενα και σπρίντ του θανάτου) και στην διάρκεια αυτών θα καταρρεύσει μέσα στο παρκέ.
Η ταλαιπωρημένη του καρδιά δεν άντεξε και στο νοσοκομείο που μεταφέρθηκε ήταν ήδη πολύ αργά για τους γιατρούς ώστε να μπορέσουν να τον βοηθήσουν και απλά διαπίστωσαν τον θάνατο του λόγω αρρυθμίας.
Ίσως να ζούσε σήμερα αν ακολουθούσε τις συμβουλές των γιατρών αλλά ο "McNasty" προτίμησε να συνεχίσει να κάνει αυτό που αγαπούσε και τελικά τον σκότωσε. Ήταν μόλις 29 χρονών...
Antreas Tsemperlidis

Αύριο είναι η επέτειος του θριαμβικού 87. Ποιοι ήμασταν όμως πριν και που φτάσαμε μέχρι τότε; Ας θυμηθούμε...

Για την πλειοψηφία των φιλάθλων, η ιστορία του ελληνικού μπάσκετ έχει ως αφετηρία το 1987 αγνοώντας τη μεγάλη ιστορία του στη χώρα μας και τους ανθρώπους που προσπάθησαν να το εδραιώσουν ως το εθνικό μας σπορ. Ας κάνουμε λοιπόν μια αναδρομή σε παλαιότερες εποχές, όταν αυτοί που ασχολούνταν με το μπάσκετ από όλες τις θέσεις (παίχτες, προπονητές, παράγοντες, φίλαθλοι) το έκαναν επειδή ήταν "ψώνια" με το άθλημα... 



Σε αντίθεση με το ποδόσφαιρο που ανέκαθεν θεωρούταν ως πιο "λαϊκό", το μπάσκετ αρχικά απευθυνόταν στην ελίτ. Ίσως γιατί και ο άνθρωπος που το έκανε γνωστό στη χώρα μας, ο Μάικ Στεργιάδης είχε το σπάνιο προνόμιο για την εποχή να έχει σπουδάσει στις ΗΠΑ.


Επιστρέφοντας λοιπόν στην πατρίδα, ο Στεργιάδης θα έρθει σε επαφή με τα μέλη της Χ.Α.Ν. Αθηνών και μία μέρα του 1919 στο προαύλιο ενός κτιρίου της οδού Μητροπόλεως θα κρεμάσει στην κολώνα  μία αναποδογυρισμένη καρέκλα και με μία μπάλα ποδοσφαίρου θα πετύχει το πρώτο καλάθι στον ελλαδικό χώρο. Το ποτάμι είχε ξεκινήσει και δεν γύρισε ποτέ πίσω. 


Η έλευση των χιλιάδων προσφύγων από τη Μικρά Ασία  φέρνει μαζί της μαγιά ανθρώπων που γνώριζαν και έπαιζαν το άθλημα. Τα προσφυγικά σωματεία που θα ιδρυθουν για να κρατήσουν ζωντανή τη μνήμη των Χαμένων Πατρίδων, είναι αυτά που μαζί με τα ήδη υπάρχοντα θα φυτέψουν τον σπόρο της ανάπτυξης. Ξανά η Χ.Α.Ν. αυτή τη φορά στη Θεσσαλονίκη θα βοηθήσει ουσιαστικά για να γνωρίσει ο κόσμος το μπάσκετ με πρωτοπόρο σε αυτή την προσπάθεια τον Συμεών Μαυροσκούφη, ιδρυτή του πρώτου γυμναστηρίου στη συμπρωτεύουσα. Από τη Θεσσαλονίκη θα αναδειχθεί και ο πρώτος πρωταθλητής Ελλάδος, η ομάδα του Ηρακλή το 1928 υπό την αιγίδα του ΣΕΓΑΣ. Άλλες σπουδαίες ομάδες της "αρχαϊκής" αυτής εποχής ήταν ο συμπολίτης Άρης, ο Σπόρτιγκ και ο Πανελλήνιος. Παίχτες; Εντελώς ερασιτέχνες που έπαιζαν μπάσκετ απλά για το κέφι τους.


Κάπου εκεί, στα μέσα της δεκαετίας του 30  θα συσταθεί και η εθνική ομάδα με στόχο την παρουσία της στις διοργανώσεις της FIBA που η χώρα μας έχει υπογράψει την δημιουργία της το 1932 ως ιδρυτικό μέλος. Τιμώντας τον άνθρωπο που έφερε το μπάσκετ στην Ελλάδα, ο ΣΕΓΑΣ θα ζητήσει από τον Στεργιάδη να επιλέξει και να προπονήσει τα μέλη της εθνικής. Και όντως στις 25 Ιουνίου 1936 η Εθνική Ελλάδος θα δώσει τον πρώτο της διεθνή αγώνα στην Κωνσταντινούπολη με αντίπαλο την Τουρκία. Χαρακτηριστικό της αναμέτρησης; Το παιχνίδι διεξήχθη σε κλειστό γυμναστήριο το οποίο προς τεράστια έκπληξη των διεθνών αντί για τσιμέντο ήταν στρωμένο με παρκέ (!!!). Για την ιστορία, η εθνική γνώρισε βαριά ήττα με 49-12. 


Και ενώ το άθλημα σιγά σιγά αρχίζει να έχει ανοδική πορεία, ο πόλεμος και η κατοχή το φρενάρουν απότομα και παγώνουν την εξέλιξη του. Όταν η χώρα καταφέρνει να σταθεί ξανά στα πόδια της  οι ισορροπίες έχουν αλλάξει με νέες ομάδες να αναδεικνύονται και κυρίαρχο σε αυτά τα χρόνια, τον Παναθηναϊκό. Από το 46 έως το 53 θα κατακτήσει 4 πρωταθλήματα (όποτε αυτά διεξήχθησαν) με παρένθεση τον τίτλο του Ολυμπιακού το 1949 που με ηγέτη τον πρωτοπόρο του τζαμπ σουτ Αλέκο Σπανουδάκη, θα καταφέρει προσωρινά να μπει σφήνα στην πρωτοκαθεδρία των Πρασίνων. 


Οι παίχτες του Τριφυλλιού θα αποτελέσουν και τον πυρήνα της εθνικής ομάδας που το 1949 θα κατακτήσει το χάλκινο μετάλλιο στους λειψούς Πανευρωπαϊκους του Καΐρου. Πανταζόπουλος, Μήλας, Ματθαίου, Σπανουδάκης, με προπονητή τον λησμονημένο Γιώργο Καρατζόπουλο ήταν οι πρωταγωνιστές εκείνου του κατορθώματος.


Το μετάλλιο αυτό θα φέρει τον φίλαθλο κόσμο πιο κοντά στο σπορ και στη δεκαετία του 50 η πορεία της θρυλικής πεντάδας του Πανελληνίου θα του εξάψει περισσότερο το ενδιαφέρον. Τρία πρωταθλήματα θα είναι ο απολογισμός για τους Κυψελιώτες και ο σεβασμός από όλη την Ευρώπη για αυτή την πρώτη πραγματικά μεγάλη ομάδα του ελληνικού μπάσκετ. Εκείνη την εποχή δεν υφίστατο ακόμα ως διοργάνωση το Κύπελλο Πρωταθλητριών και ουσιαστικά ο νικητής των διεθνών τουρνουά θεωρούταν άτυπα ως η καλύτερη ευρωπαϊκή ομάδα. Ο σύλλογος των "Ολυμπιονικών" με τη "Χρυσή Πεντάδα" των Χολέβα, Στεφανίδη, Ρουμπάνη, Μανιά και Παπαδήμα σάρωσε επί μία τριετία ομάδες από όλη τη Γηραιά Ήπειρο. Τσεχοσλοβάκοι, Πολωνοί, Γιουγκοσλάβοι, Ιταλοί, όλοι υποκλίθηκαν στο ταλέντο τους και τη δουλειά του Νίκου Νησιώτη. Αν η FIBA  είχε πάρει την απόφαση για την ίδρυση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών λίγα χρόνια νωρίτερα, ίσως η Ελλάδα να μην περίμενε σχεδόν μισό αιώνα για να πανηγυρίσει το πρώτο της. Το 1958 η ομάδα βρισκόταν στη δύση της και δεν κατάφερε κάτι αξιόλογο.


Σε αντίθεση με τον Πανελλήνιο η εθνική έμεινε στην αφάνεια τα χρόνια του 50. Μία συμμετοχή στο Παρίσι το 1951 και 8η θέση. Ηλιαχτίδα το γεγονός ότι οι καλύτεροι της παίχτες τράβηξαν το ενδιαφέρον συλλόγων της Ευρώπης και θα μεταναστεύσουν στη "Μέκκα" του ευρωπαϊκού υρωπαικού μπάσκετ, τη γειτονική Ιταλία. Δύο από αυτούς, ο Φαίδων Ματθαίου και ο Κώστας Μουρούζης θα βάλουν την επόμενη δεκαετία σαν προπονητές πια, το δικό τους λιθαράκι στο οικοδόμημα. 


Η ΑΕΚ είναι η ομάδα που θα γράψει με χρυσά γράμματα το όνομα της στα κατάστιχα του ελληνικού μπάσκετ με τις επιτυχίες της εντός και κυρίως εκτός Ελλάδος στα χρόνια του 60. Έξι πρωταθλήματα μέχρι το 1970 εκ των οποίων τέσσερα συνεχόμενα αλλά και το πρώτο ευρωπαϊκό παράσημο, με τη συμμετοχή της στο ξεχασμένο Φάιναλ Φορ της Ιταλίας το 1966 με προπονητή τον Μίσσα Πανταζόπουλο. Εμψυχωτής της αν και ήδη χτυπημένος από τον καρκίνο που του κατέτρωγε τα σωθικά, ο αλησμόνητος Γιώργος Μόσχος που θα "σβήσει"  τον Δεκέμβριο μέσα σε γενικό πένθος. 


Ο χαμός του Μόσχου όμως δε θα ανακόψει την πορεία του Δικεφάλου προς τον θρίαμβο. Τον Απρίλιο του 68 η ΑΕΚ με οδηγό τον Νίκο Μήλα θα παίξει σε ένα κατάμεστο από 80.000 θεατές Καλλιμάρμαρο στον τελικό του Κυπελλούχων με αντίπαλο τη Σλάβια Πράγας. Αμερικάνος, Τρόντζος, Ζούπας, Χρηστέας, Τσάβας, Λαρεντζάκης, Νεσιάδης, Βασιλειάδης θα παίξουν και για τον Μόσχο που σίγουρα χαμογελούσε βλέποντας τους επιγόνους του να κερδίζουν με 89-82 και να κατακτούν τον ευρωπαϊκό τίτλο.


Ταυτόχρονα η Γαλανόλευκη δίνει συνεχώς το "παρών" στα Ευρωμπάσκετ αλλά το καλύτερο πλασάρισμα της δεν φτάνει πέρα από την 8η θέση του 1965. Στα αξιοσημείωτα η ταυτόχρονη παρουσία σε αυτές τις διοργανώσεις τριών εκ των μεγαλύτερων σκόρερ του ελληνικού μπάσκετ, του Γιώργου Αμερικάνου, του Βασίλη Γκούμα και του Γιώργου Κολοκυθά. Το μπάσκετ αρχίζει σιγά σιγά να μπαίνει σε μία εποχή σταθερότητας και αυτό αντικατοπτρίζεται και στους συλλόγους και στην εθνική.


Ο Παναθηναϊκός των 

"4 Κ" (Κόντος, Κοκολάκης, Κορωναίος, Κέφαλος)  και ο Ολυμπιακός των Ελληνοαμερικανών  μονομαχούν και μονοπωλούν τον τίτλο από το 70 έως το 78 με νικητή 6 φορές το Τριφύλλι. Ο εγχώριος ανταγωνισμός θα θρέψει και το ευρωπαϊκό dna των "αιωνίων" με αποτέλεσμα την παρουσία του Παναθηναϊκού στα ημιτελικά του Πρωταθλητριών το 71-72 αλλά και του Ολυμπιακού στην εξάδα της διοργάνωσης τη σεζόν 78-79. Κοινή συνισταμένη; Οι πορείες και των δύο θα γίνουν με τιμονιέρη τον Κώστα Μουρούζη. 


Ο Αμερικανός Ρίτσαρντ Ντουξάιρ που έχει αναλάβει την εθνική από το 1972 θα στηριχτεί στους παίχτες των δύο ομάδων και με την προσθήκη νέων, όπως το "πολυβόλο" του Άρη Χάρη Παπαγεωργίου, τον Μηνά Γκέκο, τον Κώστα Πετρόπουλο, τον Μάνθο Κατσούλη και τον νεαρό Παναγιώτη Γιαννάκη, αυτή η ομάδα θα καταφέρει να κερδίσει τη Γιουγκοσλαβία στο Σπλίτ στα πλαίσια των Μεσογειακών Αγώνων το 1979 και στην Αθήνα για τους Βαλκανικούς.


Εκείνη η χρονιά θα σημαδευτεί από δύο ιστορικά γεγονότα που θα αλλάξουν άρδην τα δεδομένα στον μικρόκοσμο του ελληνικού μπάσκετ. Τα σκήπτρα του πρωταθλήματος θα ανηφορίσουν για τη Θεσσαλονίκη και τον Άρη του Γιάννη Ιωαννίδη, του Παπαγεωργίου και του Βαγγέλη Αλεξανδρή. Το φθινόπωρο θα κάνει την εμφάνιση του ένας κοντός μελαχρινός με αφρο μαλλί που μιλάει ελληνικά με έντονη προφορά. Τον λένε Νίκο Γκάλη. Με την άφιξη του μπαίνουμε στη μαγική δεκαετία του 80 και την άνοιξη στο Βεβέ της Ελβετίας φοράει για πρώτη φορά τη φανέλα της εθνικής στον αγώνα με τη Σουηδία για το Προολυμπιακό Τουρνουά της Μόσχας.


Ο Παναθηναϊκός συνεχίζει τις καλές πορείες στην Ευρώπη  φτάνοντας μέχρι τους 6 του Πρωταθλητριών, αποκλείοντας στον "Τάφο του Ινδού" την ΤΣΣΚΑ στο ματς που στιγματίστηκε από το "αιώνιο δευτερόλεπτο". Αλλά και η εθνική δείχνει ότι θέλει να αλλάξει επίπεδο. Ο Ιωαννίδης θα πειραματιστεί με το περίφημο σχήμα των τριών κοντών και με  αυτό η Γαλανόλευκη θα θριαμβευσει στο Τσάλεντζ Ράουντ της Κωνσταντινούπολης για το Ευρωμπάσκετ του 81. 


Αλλά στα τελικά, στην Μπρατισλάβα και την Πράγα τα πράγματα θα είναι πολύ δύσκολα. Ένατη θέση και ο Ιωαννίδης φεύγει πριν τη ώρα του για να αναλάβει ο Χολέβας που και αυτός θα αντικατασταθεί γρήγορα από τον Πολίτη.


Με τον "Ευρωκόουτς" τα πράγματα δεν θα πάνε καλύτερα. Το Μουντομπάσκετ της Κολομβίας η εθνική το βλέπει από την τηλεόραση και στη Γαλλία το 83 θα καταταγούμε στις συνηθισμένες μας εκτός οχτάδας θέσεις. Η μεγάλη ευκαιρία που μας παρουσιάζεται με την μορφή του Προολυμπιακού Τουρνουά των Παρισίων για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λος Άντζελες το 1984 θα μετατραπεί εναντίον των Βρετανών σε πραγματική τραγωδία όταν θα χάσει ένα δικό της παιχνίδι με σουτ στο τελευταίο δευτερόλεπτο. 


Στην Ελλάδα ο Άρης με τη μεταγραφή του Γιαννάκη αρχίζει το χτίσιμο της "Αυτοκρατορίας" και αρχίζει να κάνει γνωστό το όνομα του και στην Ευρώπη φτάνοντας το 85 μέχρι τα ημιτελικά του Κόρατς. Αντίθετα η εθνική έχει μείνει εκτός από άλλη μία μεγάλη διοργάνωση και στο Ευρωμπάσκετ της Γερμανίας παρών είναι μόνο ο Πολίτης που βλέπει τους βετεράνους της Τσεχοσλοβακίας να κερδίζουν Γιουγκοσλάβους και Ισπανούς και να αντιμετωπίζουν στον τελικό τη Σοβιετική Ένωση. 


Αυτός όμως έχει αποφασίσει την ανανέωση της ομάδας του. Η Ελλάδα θα πάρει την πρόκριση για το Μουντομπάσκετ της Ισπανίας και θα έχει μία πολύ καλή παρουσία κατακτώντας τη 10η θέση στην πρώτη της εμφάνιση σε Παγκόσμιο Πρωτάθλημα. 


Ο στόχος έχει ήδη τεθεί και είναι το Ευρωμπάσκετ της Αθήνας. Το ημερολόγιο έχει σημάδι στην 3η Ιουνίου, ημερομηνία έναρξης με την πρόκριση στην οχτάδα είναι το ζητούμενο. Οτιδήποτε άλλο και αν έρθει θα είναι καλοδεχούμενο. Κανείς όμως δεν φανταζόταν αυτό που θα ζούσαμε....


 Antreas Tsemperlidis

ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΠΡΩΤΑΘΛΗΜΑ ΤΟΥ ΑΡΗ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟΝ ΠΑΟΚ

 Σούμποτιτς '' Αυτό το πρωτάθλημα δεν το αλλάζω ούτε με τα τέσσερα νταμπλ που έχουμε πάρει! Θα ζω όλη μου τη ζωή με τη γλυκιά ανάμνησή του '' . 



Η νίκη του Αρη επί του ΠΑΟΚ στις 8 Μαΐου 91, στο τελευταίο ματς της σειράς των πλέι-οφ, με 81-80, ήταν που του χάρισε και το 7ο σερί και τελευταίο του πρωτάθλημα, στη σεζόν 90-91. 


Σ αυτό το ματς φάνηκαν : η μπασκετική αξία και η ψυχή του '' Δράκου '' Παναγιώτη Γιαννάκη ως παίχτη και ανθρώπου, που ως πρωταθλητής (με 32 πόντους και άριστα στατιστικά), έτρεξε στο τέλος του παιχνιδιού να αγκαλιάσει και να ηρεμήσει τον εκνευρισμενο και ταυτόχρονα λυπημένο παιχταρά Μπανε Πρελεβιτς (με 29 πόντους και 6 τρίποντα), ύστερα από τον καυγά του με το Νίκ και να χαιρετήσει τους παίχτες του ΠΑΟΚ με χειραψία. 

Ο Γιαννάκης είχε βάλει ηρωικά καλάθια και ήταν εκείνος που έδωσε την ασίστ στον Σέλερς στο τέλος. Επίσης φάνηκε η δυνατότητα του Νικ να παίζει και ποιντ γκαρντ στην Ελλάδα που ήταν και η φυσική του θέση του στο Κολλέγιο στην Αμερική, αποδεικνυοντας ότι όταν δεν τραβούσε επιθετικά, γίνονταν άριστος οργανωτής, χωρίς να χρειάζεται να βάζει συνέχεια 40άρες και 50άρες. 

Επίσης φάνηκε το ταλέντο του Αγγελίδη, και η εκτελεστική δεινότητα του Μπανε, που είχε εκτελέσει με τα τρίποντα του τον Αρη, εκείνη την μέρα. Αν ήταν πιο γυμνασμένος και γενικότερα πιο αθλητικός θα μπορούσε ΝΑ ΕΙΧΕ ΓΙΝΕΙ ΠΑΙΧΤΗΣ ΣΧΕΔΟΝ ΕΠΙΠΕΔΟΥ ΝΤΡΑΖΕΝ ΠΈΤΡΟΒΙΤΣ, ΚΑΤΑ ΤΗ ΓΝΩΜΗ ΜΟΥ. Επίσης ο Μπραντ Σελλερς των 2.13 με τις υπέροχες τρίπλες του με την μπάλα, που θα ζήλευαν και πόιντ γκαρντ. Ωραίος παίχτης που δεν εκβίαζε προσπάθειες. Ο δε Μπαρλοου (από τους αγαπημένους μου ξένους παίχτες) ήταν μία ήρεμη δύναμη, όπως και ο Σουμποτιτς προς τη δύση της καριέρας του. Μου έκανε επίσης έκπληξη το καλό παιχνίδι του δυναμικού φόργουορντ Πιτ Παπαχρονη. Δεν περίμενα να τον δω τόσο καλό.


Ωραίες μπασκετικες εποχές.

Ρόι Τάρπλεϊ. Ο καλύτερος Αμερικανός παίχτης που έπαιξε ποτέ στο Ελληνικό πρωτάθλημα.

 Ο Ρόι ξεκίνησε την καριέρα του στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν και το 1986 οι Ντάλας Μάβερικς τον επέλεξαν ως έβδομο pick των ντραφτ του ΝΒΑ. Την πρώτη του χρονιά συμπεριληφθηκε στην καλύτερη ομάδα rookie της σεζόν και έδειξε ότι μπορούσε να κάνει εξαιρετική καριέρα. Κατά τη διάρκεια της σεζόν 1987-88 κέρδισε επίσης το NBA Sixth Man of the Year Award . Το 1991 ωστόσο, αποβλήθηκε από το NBA για παραβίαση των κανόνων χρήσης ναρκωτικών ( βρέθηκε δυστυχώς θετικός στην κοκαΐνη ) 



Τη σεζόν 1994-1995 προσπάθησε να επιστρέψει στο ΝΒΑ και στους Ντάλας Μάβερικς, αλλά τον Δεκέμβριο του 1995 αποβλήθηκε ξανά και οριστικά, αυτή τη φορά για αλκοολισμό. Πιστεύω ότι ο Ρόι αν ήταν απολύτως υγιής χωρίς καταχρήσεις, θα είχε τους καλύτερους πάουερ φόργουορντ ever Καρλ Μαλόουν, Τιμ Ντάνκαν, Τσαρλς Μπαρκλει και Κέβιν Γκαρνέτ για πρωινό. Τόσο μεγάλος παίχτης ήταν ο Τάρπλεϊ. Στην καριέρα του στο ΝΒΑ είχε κατά μέσο όρο σχεδόν 13 πόντους και 10 ριμπάουντ ανά αγώνα.

Φυσικά στην Ελλάδα έπαιξε σε τρεις μεγάλες ομάδες: τους Αρη, Ολυμπιακό και Ηρακλή.

Κατέκτησε επίσης το Ευρωπαϊκό Κύπελλο το 1993 με τον Άρη  και το 1994 έφτασε στον τελικό της Ευρωλίγκας με τον Ολυμπιακό όπου αναδείχτηκε ο καλύτερος ριμπάουντερ της διοργάνωσης με μέσο όρο 12,8 ριμπάουντ.

Στο Ελλήνικό πρωτάθλημα με τον Άρη αναδείχθηκε πρώτος ριμπάουντερ με 17,2 και πρώτος στα κλεψίματα με 2,2 μέσο όρο. 

Στις 21 Οκτωβρίου 1992, ο Ρόι Τάρπλεϊ βάσει της αξιολόγησης του συστήματος tendex συγκέντρωσε 1.941 βαθμούς στο παιχνίδι του Άρη με τον Πειραϊκό. Η επίδοση αυτή υπήρξε η καλύτερη για 17,5 χρόνια, έως τις 29 Μαΐου 2010 οπότε και καταρίφθηκε από τον Δημήτρη Μαυροειδή με 1.991 βαθμούς. 

Τον Μάρτιο του 2009 μήνυσε το ΝΒΑ και τους Ντάλας Μάβερικς για διακρίσεις, σε σχέση με την οριστική αποβολή του. 

Έπαιξε οργανωμένο μπάσκετ από τα 18 ως στα 42 του χρόνια, 24 χρόνια καριέρας στα παρκέ (αν και γλεντζες). 


Ας είναι ελαφρύ το χώμα που τον σκεπάζει

Ο θρίαμβος του Άρη στο Τορίνο.

 Αν ρωτήσουμε μερικούς τυχαίους περαστικούς στον δρόμο τι γνωρίζουν για την πόλη του Τορίνο, οι απαντήσεις θα είναι ποικίλες. Οι λάτρεις των τεσσάρων τροχών θα απαντήσουν ότι είναι η πατρίδα της FIAT. Οι ποδοσφαιρόφιλοι θα σου υπενθυμίσουν ότι εκεί εδρεύουν δύο από τις πιο ιστορικές ομάδες, η Γιουβέντους και η Τορίνο. Όσο για τους λίγο πιο ψαγμένους; Αυτοί θα σε εκπλήξουν λέγοντας σου ότι η πόλη αποτέλεσε την πρώτη πρωτεύουσα του Βασιλείου της Ιταλίας.



Για τους φίλους του Άρη όμως η σπουδαία πόλη του ιταλικού βορρά, θα τους θυμίζει πάντα τον θρίαμβο της 16ης Μαρτίου του 1993. Τότε που ο "Αυτοκράτορας" μπόρεσε επιτέλους να ξορκίσει τους εφιάλτες των Φάιναλ Φορ  και μέσω του δευτέρου τη τάξει ευρωπαϊκού θεσμού, το Κύπελλο Κυπελλούχων, να λυτρωθεί για τα χρόνια της περιπλάνησης. Η ομάδα που την προηγούμενη δεκαετία ήταν ο Άρης όλης της Ελλάδας είχε μπει στον αστερισμό της νέας εποχής μετά από 13 χρόνια. Το καλοκαίρι του 92 θα έβρισκε τον  "Αυτοκράτορα" αντιμέτωπο με πρωτόγνωρες  καταστάσεις που είχε πολλά  χρόνια να ζήσει.


Το πρωτάθλημα είχε αλλάξει χέρια ταξιδεύοντας στην ασπρόμαυρη πλευρά του Παλέ ντε Σπορ και η αποτυχία της εξόδου στο Κύπελλο Πρωταθλητριών έθετε νέα δεδομένα, αγωνιστικά και οικονομικά. Το μεγαλύτερο σοκ όμως προήλθε από την απόφαση της διοίκησης Μητρούδη για την αποπομπή του Γκάλη. Ο Γκάνγκστερ κατηφόρισε προς την Αθήνα και ο νέος Άρης του Στηβ Γιατζόγλου ετοιμαζόταν για την μετά Νικ εποχή. Ο Μητρούδης θέλοντας να κατευνάσει την οργή του κόσμου και με την βοήθεια του Στηβ θα φέρει στην ομάδα ένα τεράστιο όνομα. Ο αλησμόνητος Ρόι Τάρπλεϊ ήταν αυτός που θα προσπαθούσε να κάνει τους Αρειανούς να ξεχάσουν τον Γκάλη. Για τη θέση του δεύτερου ξένου επιλέχθηκε ένας βετεράνος των ευρωπαϊκών γηπέδων με σπουδαία καριέρα στην Ιταλία, ο Τζέι Τζέι Άντερσον.


Η χρονιά ξεκίνησε ιδανικά με μεγάλες νίκες και μαγικές εμφανίσεις απο τον Ρόι που στις καλές και ξεμέθυστες μέρες του έκανε πραγματικά πλάκα. Μέχρι τον τραυματισμό του και την εμφάνιση των οικονομικών προβλημάτων, η ομάδα έδειχνε ικανή για μεγάλα πράγματα. Στα μέσα της σεζόν έκανε μια κοιλιά και ο Γιατζόγλου πλήρωσε το μάρμαρο. Στη θέση του προσλήφθηκε ένας παλιός γνώριμος του Άρη, ο Ισραηλινός Σβι Σέρφ. Ο έμπειρος "Τσβίκα" επανέφερε την ηρεμία  και ο "Αυτοκράτορας" που εξαρχής θεωρούνταν από τα φαβορί για το Κύπελλο Κυπελλούχων συνέχισε την πορεία προς τον τελικό. Προκρίθηκε πανεύκολα απο τον όμιλο με μία μόλις - άνευ σημασίας - ήττα από τη Χάποελ Γκαλίλ Ελιόν στο Ισραήλ. Η ισπανική Σαραγόσα του Κίκε Αντρέου ήταν το τελευταίο εμπόδιο για το εισιτήριο του τελικού.Ο Δράκος μπήκε μπροστά  στα δύο παιχνίδια και με 29 και 32 πόντους αντίστοιχα οδήγησε τον Άρη σε δύο νίκες και την πρόκριση, την πρώτη σε έναν ευρωπαϊκό τελικό.


Εκεί που τον περίμενε μία σχετικά άγνωστη στο ευρύ κοινό ομάδα που όμως λόγω της καταγωγής της τοποθετούσε την αναμέτρηση σε άλλη κλίμακα από αυτήν ενός απλού αγώνα μπάσκετ. Η τουρκική Εφές Πίλσεν - ο πρόγονος της Αναντολού - ήταν η ανερχόμενη δύναμη της χώρας της και ονειρευόταν να γίνει η πρώτη ομάδα της γείτονος που θα κατακτούσε έναν ευρωπαϊκό τίτλο. Το μεγάλο αστέρι της ήταν ο δύο φορές πρωταθλητής Ευρώπης με τη φανέλα της Γιουγκοπλάστικα, ο Πέταρ Ναουμόσκι.


Ο Σκοπιανός γκαρντ είχε βρεθεί κοντά στη μεταγραφή του στον Άρη το 1991 κατόπιν εισήγησης του Λάζαρο Λέσιτς αλλά λόγω διαφοράς στο οικονομικό η μετακίνηση του παίχτη δεν ευοδώθηκε. Στις υπόλοιπες θέσεις οι Τούρκοι διέθεταν τον ανερχόμενο 

Ουφούκ Σαρίτσα και τον σουτέρ Βολκάν Αϊντίν, ενώ το δίδυμο της ρακέτας απαρτιζόταν από τον Ταμέρ Οϊγκούτς και τον Αμερικανό power forward Λάρι Ρίτσαρντ με το περίεργο στυλ στις ελεύθερες βολές. Καθοδηγητής της από τον πάγκο, ο καλύτερος Τούρκος προπονητής εκείνη την εποχή, ο Αϊντίν Ερς.


Παρόλες τις προσπάθειες των παραγόντων των δύο ομάδων για εκτόνωση του κλίματος, η έξαρση του Μακεδονικού ζητήματος -η Ομοσπονδία δεν έδωσε την άδεια στον Άρη για να φορέσουν οι παίχτες τη φανέλα με τον Ήλιο της Βεργίνας - και οι ανέκαθεν τεταμένες σχέσεις μας με την Τουρκία, είχαν θέσει τους αξιωματούχους της FIBA σε συναγερμό. Ιδιαίτερα όταν έγινε γνωστή η παρουσία 5500 οπαδών του Άρη και μόλις 500 της Εφές, η ιταλική αστυνομία τοποθέτησε σε καίρια σημεία του γηπέδου 800 καραμπινιέρους. Εκ των πραγμάτων λοιπόν οι κερκίδες του Παλακανέστρο Ρουφίνο Οξίλιουμ, στις 16 Μαρτίου 1993 δονούνταν από τον "κιτρινόμαυρο σεισμό".


Ο Άρης ήταν το αδιαφιλονίκητο φαβορί αλλά έπρεπε να το επιβεβαιώσει και στο παρκέ. Η τακτική απομόνωσης και η μίνι δεκαήμερη προετοιμασία που επέλεξε ο Σέρφ στα βουνά του Μπόρμιο είχε βαρύνει το μυαλό και τα πόδια των παιχτών του Άρη. Και αυτό ήταν κάτι που φάνηκε σχεδόν από την αρχή του μεγάλου τελικού. Οι Τούρκοι γνώριζαν από την κατασκοπεία ότι αν πήγαινε το παιχνίδι σε γρήγορο ρυθμό και υψηλό σκορ, ήταν χαμένοι από χέρι έχοντας απέναντι τους μία ομάδα με μέσο όρο 88 πόντους στην επίθεση. Αργό τέμπο λοιπόν, πιεστική άμυνα και αρχικά φαινόταν να πετυχαίνουν τον σκοπό τους. Εκμεταλλευόμενοι το γεγονός ότι οι παίχτες του "Αυτοκράτορα" μπήκαν σαν υπνωτισμένοι στο παρκέ, προηγήθηκαν 1 - 11 στα πρώτα λεπτά. Ο Άντερσον ήταν ο πρώτος που ξύπνησε και  δεν επέτρεψε στην Εφές να ξεφύγει ακόμα περισσότερο στο σκορ. Τα καλά νέα ήρθαν από την πλευρά του Οϊγκούτς που επωμιζόμενος το μαρκάρισμα του Τάρπλεϊ, χρεώθηκε γρήγορα με 3 φάουλ αλλά οι Τούρκοι βρήκαν τις λύσεις στο πρόσωπο του Αϊντίν, που έκανε τη ζημιά στο πρώτο μέρος.Το ημίχρονο έληξε με 32 - 29 υπέρ της Εφές και όλοι περίμεναν το ξέσπασμα του Άρη.


Διαψεύδοντας όμως τις προσδοκίες  ο "Αυτοκράτορας" συνέχισε την αστοχία του, πνιγμένος στο άγχος. Ο Ρόι θα πάρει τη σκυτάλη από τον Άντερσον και θα βάλει στα καλάθια τον Ρίτσαρντ, ενώ οι Τούρκοι προσπαθούν με τον Σαρίτσα αφού ο Ναουμόσκι αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα από την εξουθενωτική άμυνα του Μέμου Ιωάννου και του Βουρτζουμη.  Και οι δύο ομάδες είναι εκνευριστικά άστοχες και ιδιαίτερα ο Άρης που θα τελειώσει το παιχνίδι χωρίς να ευστοχήσει σε προσπάθεια για τρίποντο. Μετά το 4ο φάουλ, ο Ερς θα τραβήξει τον Αϊντίν στον πάγκο και οι Αρειανοί θα πάρουν επιτέλους το προβάδισμα με 42 - 40 στο 30ο λεπτό. Έλληνες και Τούρκοι βλέπουν το καλάθι σαν την τρύπα της βελόνας και στο 37' το σκορ θα γίνει 50 - 45 υπέρ του Άρη με καλάθι του Άντερσον, κάνοντας τους οπαδούς να πιστεύουν ότι η ομάδα θα δείξει επιτέλους την ανωτερότητα της.


Το εύστοχο τρίποντο του Σαρίτσα θα επαναφέρει το άγχος και την αγωνία. Στον χρόνο που απομένει και οι δύο θα δώσουν ρεσιτάλ αστοχίας και λαθών. Με ένα τέτοιο - κάνοντας βήματα  - 18" πριν την εκπνοή, ο Γιαννάκης που δεν θύμιζε σε τίποτα τον Δράκο των ημιτελικών, θα αναπτερώσει τις ελπίδες της Εφές. Το παιχνίδι και το τρόπαιο κρέμονται από μια κλωστή και την τελευταία επίθεση από τα χέρια του Ναουμόσκι. Ο Σκοπιανός με τον Ιωάννου να τον επιτηρεί θα διεισδύσει στην ελληνική ρακέτα, θα προσποιηθεί και θα σουτάρει με ταμπλό. Η μπάλα θα κάνει το χατίρι του Άρη και ολοκλήρου του ελληνικού μπάσκετ και δεν θα μπει στο καλάθι αλλά θα βρεθεί στα χέρια του Μισούνοφ που άρπαξε το ριμπάουντ.


Ήταν η δικαίωση των κόπων της ομάδας που από το 1985 πρωταγωνιστούσε στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις και έβαλε το άθλημα στα σπίτια όλων των Ελλήνων. Με το σφύριγμα της λήξης επικράτησε πανδαιμόνιο. Για κάποιον απροσδιόριστο λόγο οι καραμπινιέροι εξαφανίστηκαν από το γήπεδο και το παρκέ γέμισε με πανηγυρίζοντες οπαδούς του Άρη. Την ώρα που ο Βαγγέλης Βουρτζούμης έκανε αυτό που ήξερε καλύτερα από κάθε άλλον κόβοντας το διχτάκι της μπασκέτας, εκείνη την ίδια ώρα της γιορτής ξεκινούσε ο πόλεμος.


Ένα μπουκάλι που πετάχτηκε από την πλευρά των Τούρκων και η "στενή επαφή" του Λάρι Ρίτσαρντ με έναν Έλληνα οπαδό άναψαν τη σπίθα. Μαινόμενοι οι Αρειανοί, επιτέθηκαν στους Τούρκους που φυσικά δεν έκατσαν με σταυρωμένα τα χέρια. Πυρομαχικά άλλωστε υπήρχαν μπόλικα. Καρέκλες, πάγκοι, μπουκάλια εκτοξεύονταν εκατέρωθεν με στόχο τα κεφάλια των "εχθρών". Τελικά και αφού το παρκέ θύμιζε βομβαρδισμένο τοπίο, οι Ιταλοί εδέησαν να παρέμβουν και οι πιο ψύχραιμοι εξομάλυναν την κατάσταση. Κάποια στιγμή έπρεπε να γίνει και η απονομή παρόλη την άρνηση του επικεφαλής της FIBA Europe, του Άλντο Βιτάλε. Ο Ιταλός πείστηκε να παραδώσει το Κύπελλο μετά το ακράδαντο επιχείρημα των ανθρώπων του Άρη ότι αν επιμείνει, δε μπορούν να εγγυηθούν για τις "αντιδράσεις" των οπαδών.


Ο πέλεκυς έπεσε βέβαια βαρύς, αρχικά με απουσία δύο χρόνων από κάθε ευρωπαϊκή διοργάνωση που τελικά με παρέμβαση του Γιώργου Βασιλακόπουλου μετετράπη σε αποκλεισμό της έδρας την επόμενη χρονιά, αλλά αυτό μικρή σημασία είχε εκείνο το βράδυ. Αυτό που μετρούσε ήταν η μεγάλη στιγμή του Άρη που επιτέλους κατάφερνε να εκπληρώσει την αναζήτηση του "χαμένου θησαυρού" έχοντας πάντα στο πλευρό του τους οπαδούς του, που στο Τορίνο όπως και σε κάθε ευρωπαϊκό γήπεδο δεν σταμάτησαν λεπτό να χοροπηδάνε στους ρυθμούς του "ΑΡΗ ΘΥΜΗΣΟΥ"... 


Antreas Tsemperlidis

Ο Μάριο Μπόνι

 Καλημέρα μπασκετόφιλοι...


Με τους γείτονες μας Ιταλούς υπάρχει μία φράση που μας χαρακτηρίζει, το γνωστό una faccia una razza. Στην περίπτωση του μπάσκετ δεν υπάρχει πιο ενδεδειγμένη περίπτωση από τη σχέση του Μάριο Μπόνι με τον Άρη.


Ο "τρελλός ο Ιταλός" που γιορτάζει σήμερα τα 59 του χρόνια δεν γεννήθηκε Έλληνας αλλά αγάπησε και αγαπήθηκε τόσο πολύ απο τον κόσμο του "Αυτοκράτορα" που ακόμα και σήμερα θεωρείται ένας από τους καλύτερους παίχτες που φόρεσε τη φανέλα με τον θεό του πολέμου. 


Όταν το καλοκαίρι του 96, ο Μάριο έφτασε στη Θεσσαλονίκη εκμεταλλευόμενος τον νόμο Μποσμάν, είναι αλήθεια πως η απόκτηση του προκάλεσε θύελλα ενθουσιασμού στις τάξεις των φιλάθλων που έσπευσαν να τον αποθεώσουν κατά την άφιξη του στο αεροδρόμιο "ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ" αλλά και σκεπτικισμό σε όσους παρακολουθούσαν την πορεία  του "mitraglia" (πολυβόλο) στα μονοπάτια της ιταλικής λίγκας τα προηγούμενα χρόνια. 


Οι ενδοιασμοί δεν προέρχονταν από την αδιαμφισβήτητη αγωνιστική αξία του Μπόνι αλλά από το γεγονός πως δύο χρόνια νωρίτερα, ο παίχτης είχε βρεθεί θετικός σε τεστ που του έγινε για χρήση απαγορευμένων ουσιών και συγκεκριμένα ναδρολόνης. Η ιταλική ομοσπονδία παρά τις έντονες διαμαρτυρίες του Μάριο, τον τιμώρησε με δύο χρόνια αποκλεισμό χαρακτηρίζοντας ως γελοίες τις δικαιολογίες πως ένα φάρμακο που πήρε ο Μπόνι για τον πυρετό, περιείχε την παράνομη ουσία.


Ήταν μία σκληρή απόφαση για έναν αθλητή με το βιογραφικό του Μπόνι που επι εννέα χρόνια με τη φανέλα της Μοντεκατίνι και παρέα με τον "δίδυμο" όπως τους αποκαλούσαν οι γείτονες,  Αντρέα Νικολάϊ βομβάρδιζαν τα ιταλικά καλάθια. Διωγμένος πλέον από την Ιταλία, ο Μάριο μετακόμισε στην Αμερική και το ημιεπαγγελματικό USBL για να μπορέσει να παίξει μπάσκετ, μέχρι τον Ιούνιο του 95 που η ποινή του μειώθηκε σε δεκαοχτώ μήνες και έτσι επέστρεψε στην αγαπημένη του Μοντεκατίνι που χωρίς αυτόν και τον Νικολάϊ, βρισκόταν πια στην Α2. Τα οικονομικά δεδομένα είχαν αλλάξει και ο βετεράνος Μπόνι μαζί με το βαρύ συμβόλαιο του δεν είχαν θέση στον σχεδιασμό της νέας περιόδου.


Στα 33 του, ο Μάριο αποδέχθηκε την πρόταση του Άρη βρίσκοντας τον δρόμο του για τη βασική πεντάδα ακόμα και αν οι πρώτοι  μήνες δεν ήταν εύκολοι. Ο Μαρκόπουλος δεν τον εμπιστευόταν και έπρεπε να έρθει ο Σούμποτιτς για να μπορέσει ο Μπόνι να ξεδιπλώσει στο παρκέ το επιθετικό του ταλέντο. Με ηγέτη τον Ιταλό, ο Άρης θα γνωρίσει την πιο γλυκιά ήττα στο Τρεβίζο από την Μπενετόν και θα πάρει την πρόκριση για τους τελικούς του Κόρατς. Στον πρώτο αγώνα του Αλεξάνδρειου ήταν από τους λίγους που βρέθηκε σε καλή μέρα στην ήττα από τους Τούρκους της Τόφας και στη ρεβάνς της Προύσσας μαζί με όλη την υπόλοιπη ομάδα κατέθεσε την ψυχή του εκτός από τους 20 πόντους για να σηκώσει ο "Αυτοκράτορας" το τρόπαιο μέσα στην Τουρκία.


Η επόμενη σεζόν ξεκίνησε με όνειρα για τον Άρη αλλά τα δυσθεώρητα οικονομικά προβλήματα οδήγησαν παίχτες και προπονητές να εγκαταλείψουν το καράβι που βυθιζόταν. Αυτοί που έμειναν όμως, έγραψαν ιστορία. Ανάμεσα τους και ο "Σούπερ Μάριο" που αν και ξένος και με μόλις μιάμιση χρονιά στην ομάδα, έβαλε το συναίσθημα πάνω από τα χρήματα. "Μείνε να πάρουμε το Κύπελλο" του ζήτησε η αντιπροσωπεία των οπαδών που τον επισκέφθηκε στο σπίτι του μία ημέρα προτού ο Ιταλός πάρει το αεροπλάνο για την πατρίδα του και συγκινημένος από την κίνηση των παιδιών του Super 3, δέχτηκε να αναβάλει την αναχώρηση του χαρίζοντας τα χρωστούμενα της τότε διοίκησης Χατζόπουλου.


Στο Φάιναλ Φορ του Κυπέλλου, οι απλήρωτοι μπασκετμπολίστες του Χρήστου Μαγκώτσιου έπαιξαν για τους εαυτούς τους, τον εγωισμό τους και τη βαριά φανέλα του "Αυτοκράτορα". Ξεπέρασαν με άνεση το εμπόδιο του Παναθηναϊκού στον ημιτελικό και στον τελικό με την ΑΕΚ του Ιωαννίδη έδειξαν πως στο μπάσκετ εκτός από ταλέντο χρειάζεται να έχεις και μπόλικα ψυχικά αποθέματα για να τα βγάλεις στο παρκέ. Ο Άρης πήρε το Κύπελλο και ο Μπόνι έφυγε την επόμενη μέρα από τη Θεσσαλονίκη με δύο τίτλους και την παντοτινή αγάπη της κιτρινόμαυρης εξέδρας.



Γιατί ο Μάριο Μπόνι εκτός από ένας μεγάλος σκόρερ ήταν και ένας αθλητής που με τις πράξεις του εντός και εκτός παρκέ μίλησε στην καρδιά των φιλάθλων, που ποτέ δεν ξέχασαν την εικόνα του να χτυπάει το τύμπανο στον ρυθμό της αποθέωσης. Χρόνια Πολλά ρε τρελλέ...


Antreas Tsemperlidis

Ο Κέβιν Κόστνερ

 Η αλήθεια είναι πως το παρουσιαστικό του παρέπεμπε σε άνθρωπο μεγαλύτερης ηλικίας -εξού και το παρατσούκλι "παππούς"- αλλά στην πραγματικότητα ο εορτάζων σήμερα τα 60α του γενέθλια Τόνι Κόστνερ ήταν μόνο 30 χρονών όταν προσγειώθηκε στην Ελλάδα για λογαριασμό του Σπόρτιγκ. 



Ο ύψους 2.08 Αμερικανός σέντερ ήρθε στα Πατήσια για να μπολιάσει το ρόστερ με μπόλικη εμπειρία από τη θητεία του στα πιο δυνατά ευρωπαϊκά πρωταθλήματα και να βοηθήσει τον σχεδόν συνομήλικο του προπονητή Γιώργο Ζευγώλη, να κρατήσει την ομάδα στην Α1. Ο τότε 32χρονος Ζευγώλης που μόλις είχε κρεμάσει τη φανέλα του για χάρη της προπονητικής, έψαχνε δύο καλούς ξένους που θα πλαισίωναν την αξιόλογη μαγιά των Ελλήνων χωρίς να χρειαστούν ιδιαίτερο χρόνο προσαρμογής. 


Για την περιφέρεια η λύση βρέθηκε γρήγορα στο πρόσωπο του Μπράιαν Βονς που είχε αφήσει άριστες εντυπώσεις την προηγούμενη σεζόν με το Περιστέρι αλλά για τη ρακέτα χρειαζόταν περισσότερο ψάξιμο. Στο τραπέζι έπεσαν αρκετά ονόματα με αυτά του Τζον Χάτσον, του Νταν Ρόμπινσον αλλά και του Ροντ Σέλερς να είναι τα επικρατέστερα για τη θέση του σέντερ. Ο Ζευγώλης όμως ήταν αναποφάσιστος και τη λύση τελικά έδωσε ο Τάκης Λιβιεράτος που εκείνη την περίοδο βρισκόταν και στο διοικητικό συμβούλιο του Σπόρτιγκ. Ο έμπειρος μάνατζερ πρότεινε την δοκιμή του Κόστνερ και στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1992 ο Τόνι πέρασε την πόρτα του κλειστού της οδού Ηλία Ζερβού για να δώσει τα διαπιστευτήρια του.


Το υπερατλαντικό ταξίδι ήταν μία συνήθεια για τον Αμερικανό ήδη από το καλοκαίρι του 1984 όταν και επιλέχθηκε στο νούμερο 34 του ντραφτ από τους Μπούλετς. Ο απόφοιτος του Σεντ Τζόζεφ και γέννημα θρέμμα της Φιλαντέλφια δεν κατάφερε να πείσει τους πρωτευουσιάνους να του προσφέρουν εγγυημένο συμβόλαιο και αποφάσισε να παίξει μπάσκετ στον ιταλικό νότο με τη φανέλα της Νάπολι έτσι ώστε να τραβήξει το ενδιαφέρον του GM Μπόμπ Φέρι. Οι 18 πόντοι και τα 9 ριμπαουντ ανά αγώνα του έδωσαν άλλη μία ευκαιρία σε summer league αλλά ούτε αυτή τη φορά κατάφερε να γίνει συμπαίχτης του Τζεφ Μαλόουν, του Νταν Ραούντφιλντ και του Γκας Γουίλιαμς.


Η φιλόξενη ευρωπαϊκή αγκαλιά άνοιξε ξανά για τον Τόνι λίγο πιο δυτικά αυτή τη φορά, στα Κανάρια νησιά και τη Λας Πάλμας. Με νούμερα στη στατιστική του παρεμφερή με αυτά της Νάπολι και έχοντας πια δημιουργήσει ένα καλό όνομα στην αγορά, δεν δυσκολεύτηκε να ξαναβρεί δουλειά στην Ιταλία για την Ουντινε, έχοντας συνειδητοποιήσει πια πως πολύ δύσκολα θα έπαιρνε μυρωδιά απο αποδυτήρια του ΝΒΑ. Παρόλα αυτά δεν το έβαλε κάτω προσπαθώντας μέσω του CBA να εισέλθει στον μαγικό κόσμο και όταν δεν έβλεπε προκοπή, έπαιρνε το αεροπλάνο για τη Γηραιά Ήπειρο όπου εκεί εκτίμησαν τις ικανότητες του μετά την Ιταλία και την Ισπανία και στη Γαλλία στις δύο θητείες του, πρώτα τη σεζόν 89-90 με τη Μονπελιέ και κατόπιν το 91-92 στην πόλη της πορσελάνης, τη Λιμόζ.


Ίσως κάποιος άλλος με το βιογραφικό του να μη δεχόταν τη δοκιμή απο μία μικρομεσαία ομάδα του ελληνικού πρωταθλήματος αλλά ο Κόστνερ δεν είχε τέτοια προβλήματα, ξέροντας ποιος είναι και έχοντας εμπιστοσύνη στις δυνατότητες του. Τις οποίες και έδειξε τόσο στο πρώτο φιλικό με τον Πανιώνιο όσο και σε αυτό που ακολούθησε κόντρα στον Παναθηναϊκό, όπου απέναντι στον Στόγιαν Βράνκοβιτς είχε 25 πόντους και 15 ριμπαουντ, μία εμφάνιση που υπέγραψε την   απόκτηση του από τον Σπόρτιγκ.


Ο Τόνι φρόντισε να δείξει πως οι Πατησιώτες είχαν κάνει διάνα με την επιλογή του έχοντας διψήφιο αριθμό πόντων και ριμπαουντ σχεδόν σε κάθε παιχνίδι με τον τελικό απολογισμό να γράφει 18 και 14 αντίστοιχα σε νούμερα στους 26 αγώνες που έδωσε με τον Σπόρτιγκ τη σεζόν 92-93. Δυστυχώς η κατηγορία δεν σώθηκε για τους Κυανέρυθρους αλλά ο Τόνι εξασφάλισε για τον εαυτό του  ένα νέο συμβόλαιο προβάροντας τα κιτρινόμαυρα της ΑΕΚ ως αντικαταστάτης του συγχωρεμένου Τζακ Χάλεϊ. 


Σε μια περίεργη χρονιά για τον Δικέφαλο και με παρτενέρ τον Τόνι Γουάιτ, ο Κόστνερ στάθηκε στο ύψος του και βοήθησε την ομάδα του όχι μόνο να αποφύγει τον διαφαινόμενο στην αρχή της σεζόν υποβιβασμό αλλά να κερδίσει και την έξοδο στο Κύπελλο Κόρατς. Η σταθερότητα του και η εμπειρία του ήταν περιζήτητα στη χώρα μας και έτσι ο άρτι αφιχθείς στην Α1 Σπόρτιγκ στράφηκε ξανά στον παλιόφιλο Τόνι για να θωρακίσει την ρακέτα του. Το σύνολο του Κώστα Διαμαντοπούλου ήταν καλά  δουλεμένο και με την προσθήκη του σούπερ σκόρερ Μίτσελ Ουίγκινς έσωσε άνετα την κατηγορία, επιστρέφοντας και στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις μετά από δύο δεκαετίες. 


Ύστερα από δύο χρόνια παραμονής στα Πατήσια, τα βήματα του Κόστνερ τον έφεραν σε μία άλλη αθηναϊκή συνοικία λίγο πιο βόρεια για να παίξει με τους "Στρατηγούς" του Παπάγου. Συνεχίζοντας την παράδοση που τον ήθελε στο πλευρό μεγάλων σκόρερ, ο Τόνι μαζί με τον αλησμόνητο Αλφόνσο Φορντ συνέστησαν ένα ωραίο δίδυμο ξένων βοηθώντας την ομάδα να πετύχει τον στόχο της παραμονής. 


Ήταν τα τελευταία ένσημα που κόλλησε ως παίχτης ο Τόνι Κόστνερ, ένας απο τους πιο συνεπείς σε προσφορά ξένους μπασκετμπολίστες που πέρασαν απο τη χώρα μας. Δίχως να εντυπωσιάσει στο παιχνίδι του, ο Αμερικανός σέντερ διέθετε πολύ καλές κινήσεις κοντά στο καλάθι που σε συνδυασμό με το γεγονός πως ήταν αριστερόχειρας, έκανε δύσκολη την αντιμετώπιση του.


Ικανότατος ριμπάουντερ -πάντα στην πρώτη πεντάδα- και αμυντικός, μπορεί με την  εμφάνιση του να έφερνε σε άνθρωπο προχωρημένης ηλικίας αλλά μέσα στο παρκέ ο αγαπητός από όλους τους μπασκετόφιλους "παππούς", τα έβαζε και αρκετές φορές νικούσε τους νεότερους του με την εμπειρία του και την ποιότητα του...


Antreas Tsemperlidis

Ο Σεργκέι Μπαζαρεβιτς.

 Όπως υποστηρίζει μέλος του The Basketbook με εξαιρετική γνώση του ρωσικού μπάσκετ, οι συμπατριώτες του Πούτιν δύο πράγματα δεν παράγουν εδώ και αρκετά χρόνια. Προπονητές και play maker. 



Και αν το καλοσκεφτούμε δεν έχει και τόσο άδικο, αφού ο σημερινός μας καλεσμένος που γιορτάζει τα 57 του χρόνια είναι μαζί με τον Καράσεφ, ο τελευταίος καθαρόαιμος άσσος της ρωσικής σχολής.  


Ο Σεργκέι Μπαζάρεβιτς ξεκίνησε την καριέρα του στην CSKA το 1983 ως επιλογή του Γκομέλσκι για να δίνει ανάσες στον Ερέμιν. Σταδιακά ο χρόνος συμμετοχής αυξανόταν και όταν ο Ερέμιν αποσύρθηκε, ο Μπαζάρεβιτς κέρδισε την θέση του βασικού μέχρι το 88 και τη μεταγραφή του στην Ντιναμό.


Με την έτερη ομάδα της Μόσχας, θα αντιμετωπίσει το 1991 τον ΠΑΟΚ στα ημιτελικά του Κυπέλλου Κυπελλούχων και παρολίγο να αποκλείσει τους Θεσσαλονικείς που τελικά κατάφεραν να χάσουν με 12 πόντους υπερασπιζόμενοι τους 13 της νίκης τους στο Αλεξάνδρειο. 


Μετά την κατάρευση της Σοβιετικής Ένωσης, ο Μπαζάρεβιτς βρήκε επαγγελματική στέγη στην Τουρκία, ενώ το 94 έκανε και ένα πέρασμα από το ΝΒΑ για μόλις 10 αγώνες με τη φανέλα της Ατλάντα.


Το κλίμα της Αμερικής δεν τον σήκωνε, γρήγορα το αντιλήφθηκε και επέστρεψε στην Ευρώπη αλλάζοντας σχεδόν κάθε χρόνο ομάδα με περάσματα από Ισπανία, τις φιλόξενες αγκαλιές της CSKA και της Ντιναμό και τον ιταλικό βορρά για την Γκορίτσια.


Και ξαφνικά το 1999 όταν πια είχε φτάσει στα 34, ο Σεργκέι Μπαζαρεβιτς θυμήθηκε τις βολιώτικες ρίζες του και αποκτήθηκε τον Ιούλιο εκείνης ς της χρονιάς από τον ΠΑΟΚ ως παλιννοστούντας συμπατριώτης μας.


Η υπόθεση ήταν φυσικά για γέλια και η ΕΟΚ ξεκίνησε αμέσως την έρευνα αλλά εν τω μεταξύ μέχρι να βρεθούν στοιχεία, ήταν υποχρεωμένη να εκδώσει δελτίο στον παίχτη όπως και έκανε.


Ο Σεργκέι έκανε ορισμένες καλές εμφανίσεις με την ασπρόμαυρη φανέλα αλλά σε καμία περίπτωση δεν ήταν ο παίχτης του παρελθόντος.


Ο ΠΑΟΚ έτσι και αλλιώς δεν θα ανανέωνε την συνεργασία τους και όταν στα τέλη Μαρτίου ήρθε στην επιφάνεια ο παράνομος τρόπος απόκτησης του ελληνικού διαβατηρίου μέσω γραφείου που ειδικευόταν σε τέτοιες υποθέσεις σε "συνεργασία" με το ελληνικό προξενείο του Νευροσίσκ, η αποχώρηση του με το τέλος της σεζόν ήταν δεδομένη.


Το πέρασμα του από τον ΠΑΟΚ συμπυκνώνεται σε μια απορία του Πέταρ Σκάνσι που όταν είδε και αποείδε πως ο άλλοτε εγκέφαλος της εθνικής Ρωσίας δυσκολευόταν να προσαρμοστεί, ο Κροάτης γύρισε προς τον Γιάννη Γιαννούλη ρωτώντας τον "Ρε Γιάννη ο Μπαζαρεβιτς είναι αυτός ή ο σωσίας του; Γιατί αν είναι ο αληθινός, εγώ θα σκίσω τα διπλώματα μου".


Το πατριωτάκι μας μετά την ελληνική περιπέτεια γύρισε στη μητέρα Ρωσία για τα τελευταία ένσημα και κρέμασε τη φανέλα με την Ντιναμό το 2003.


Μεγάλο κεφάλαιο στην καριέρα του αποτελεί η εθνική ομάδα, τόσο της Σοβιετικής Ένωσης όσο πολύ περισσότερο της Ρωσίας. Με την ΕΣΣΔ της οποίας ήταν μέλος από το 1989, κατέκτησε το αργυρό μετάλλιο στο Μουντομπάσκετ της Αργεντινής και θεωρούνταν ως βασικό γρανάζι για το Ευρωμπάσκετ 91 στην Ιταλία όμως ο αποκλεισμός και οι πολιτικές εξελίξεις έβαλαν τέλεια στην θητεία του, φορώντας τη φανέλα με το σφυροδρέπανο.


Αντίθετα, ξεκίνησε μία νέα καριέρα ως ηγέτης των διαδόχων, αρχικά της ομάδας μιας χρήσεως με την ονομασία Κοινοπολιτεία Ανεξαρτήτων Κρατών και συμμετοχή στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Βαρκελώνης και εν συνεχεία της εθνικής ομάδας της Ρωσίας με την οποία ανέβηκε δύο φορές στο δεύτερο σκαλί του βάθρου, πρώτα στο Ευρωμπάσκετ του 1993 (εκτελώντας τη Γαλανόλευκη με 36 πόντους) και κατόπιν στο Μουντομπάσκετ του 94.


Ο "Βολιώτης" Σεργκέι Μπαζαρεβιτς εκτός απο συλλέκτης διαβατηρίων και εθνικοτήτων (Σοβιετική, Τουρκική, Ελληνική και Ρωσική) ήταν και ένας εξαιρετικός play maker με άψογες οργανωτικές ικανότητες αλλά και εκτελεστικές όποτε χρειαζόταν. Στην Ελλάδα δεν μπόρεσε να τις δείξει σε μεγάλο βαθμό αλλά αυτό δεν πρέπει να μας αποτρέπει απο το γεγονός πως ο Μπαζαρεβιτς ήταν ένας από τους καλύτερους Ευρωπαίους άσσους της γενιάς του και ο τελευταίος αυθεντικός Ρώσος...


Antreas Tsemperlidis

Ο Γουόλτερ Μπέρυ...

Έχουν περάσει κιόλας 34 χρόνια από το σωτήριον έτος 1988 και την απόφαση της ΕΟΚ να επιτρέψει στις ομάδες της Α1 την ενίσχυση τους με παίκτες αλλοδαπής προελεύσεως. Από τους εκατοντάδες που παρέλασαν όλα αυτά τα χρόνια από κάθε μεριά της υφηλίου, λίγοι είναι αυτοί που κέρδισαν την εκτίμηση και την αγάπη όλων των φίλων του μπάσκετ ανεξαρτήτως οπαδικών προτιμήσεων. Ένας από αυτούς λοιπόν είναι και ο σημερινός πρωταγωνιστής που γιορτάζει τα 58α γενέθλια του.



Είμαι σίγουρος ότι όσοι τον θυμάστε, χαμογελάτε σκεπτόμενοι αυτό το περιβόητο "κάτι σαν σουτ". Και ανατρέχετε στο YouTube για τον να απολαύσετε ακόμα μία φορά και να αναρωτηθείτε ξανά "Καλά, πως έπαιζε μπάσκετ αυτός ο τύπος"; Ένα ερώτημα που συνόδευσε τον Γουόλτερ Μπέρι μέχρι το τέλος της καριέρας του και ποτέ δεν απαντήθηκε.


 


Μιας καριέρας που σαν γνήσιο τέκνο της γενιάς του 86, ο Μπέρι "φρόντισε" να την βγάλει από τις ράγες ενός μελλοντικού All Star στο ΝΒΑ και να την συνεχίσει ως επί το πλείστον στα ελληνικά παρκέ  κάνοντας τα διχτάκια να αναστενάξουν. Περίεργο που αναφέρω τα διχτάκια μιας και στα playgrounds της Νέας Υόρκης που γεννήθηκε και μεγάλωσε ο Γουόλτερ  κάτι τέτοιο ήταν είδος πολυτελείας. Όπως όμως όλους τους μεγάλους θρύλους των ανοιχτών γηπέδων, δεν τον εμπόδισε να γίνει και αυτός μέλος της ιστορίας και να αφήσει το αποτύπωμα του στο τσιμέντο το οποίο άλλωστε ποτέ δεν  εγκατέλειψε. Κάθε καλοκαίρι που οι μελλοντικοί συμπαίχτες του έχυναν τόνους ιδρώτα στην προετοιμασία, ο ίδιος έβγαζε μεροκάματο με στοιχήματα χιλιάδων δολλαρίων. Περιμένοντας το τηλέφωνο να χτυπήσει για να πάρει το αεροπλάνο για την αγαπημένη του Ελλάδα που το πιθανότερο ήταν ότι μέχρι να έρθει για να παίξει μπάσκετ, αγνοούσε ότι υπάρχει πρωτάθλημα.


Το έγραψα και πιο πάνω. Ο Μπέρι βρέθηκε στη χώρα μας "κατά λάθος". Σε έναν ιδεατό κόσμο θα ερχόταν στην Ελλάδα μόνο για διακοπές. Η φυσιολογική πορεία θα ήταν σταρ του κολλεγιακού, υψηλή θέση στο ντραφτ και σπουδαία καριέρα στο ΝΒΑ και έτσι έγινε μέχρι το 1988. Μετά τα όργια που έκανε σε επίπεδο γυμνασίων επιλεγόμενος ως Mr Basketball, όλα τα μεγάλα κολλεγιακά προγράμματα τον πλησίασαν για να τον εντάξουν στο δυναμικό τους. Ο τυχερός προπονητής ήταν ο Λου Καρνέσεκα του Saint John's δηλαδή του κολεγίου της πόλης του Μπέρι, της Νέας Υόρκης. Δυστυχώς όμως για όλους θα πρέπει να περιμένει μία χρόνια για να φορέσει τη φανέλα των Red Storms. Ο λόγος ήταν ότι δεν κατάφερε να πιάσει τη βάση των ακαδημαϊκών τεστ και έτσι θα "εξοριστεί" στο Τέξας και στο Junior College του San Jacinto. Τελειώνοντας το αγροτικό του στην Άγρια Δύση (παίζοντας για την πλάκα του),  λθα επιστρέψει στη γενέτειρα του  έτοιμος για μεγάλα πράγματα στην απαιτητική Big East. Θα κερδίσει αμέσως θέση βασικού και μαζί με τον Κρις Μάλιν θα οδηγήσουν την ομάδα τους στο νούμερο 1 της χώρας και στο Φάιναλ Φορ του 1985. Το Georgetown του Πάτρικ Γιούινγκ θα τους κόψει τον δρόμο για τον τελικό αλλά ο Γουόλτερ θεωρείται ήδη ένας από τους καλύτερους παίχτες της χώρας και ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης μετά την αποχώρηση του Μάλιν. Είναι επίσης η σεζόν που θα κερδίσει το παρατσούκλι που έγινε συνώνυμο το ονόματος του. "Νονός" ήταν ο συμπαίκτης του Σέλτον Τζόουνς όταν ρωτήθηκε από δημοσιογράφο για την επίδραση που θα είχε ο Μπέρι στο κορυφαίο επίπεδο του NCAA. Η απάντηση του ήταν αποστομωτική λέγοντας χαρακτηριστικά "Man, Walter is the truth".


Δεν ήταν όμως ο μοναδικός που αποθέωνε τον Γουόλτερ εκείνη τη χρονιά. Ακόμα και ο μεγάλος Τζέρι Γουέστ παρακολουθώντας μία από τις μνημειώδεις εμφανίσεις του απέναντι στο UCLA θα δηλώσει εκστασιασμένος "Απόψε ο Μπέρι έμοιαζε σαν άντρα που παίζει με μικρά παιδιά". Θεωρούμενος λοιπόν ως ένας εκ των κορυφαίων του κολλεγιακού μπάσκετ θα δηλώσει την διαθεσιμότητα του στο "καταραμένο" ντραφτ του 1986 (παρεμπιπτόντως το συγκεκριμένο, πέραν του μύθου που το συνοδεύει, έχει και ελληνικό ενδιαφέρον αφού 18 επιλογές αγωνίστηκαν τα επόμενα χρόνια στη χώρα μας). O Μπέρι θα πέσει σε χαμηλό νούμερο για τα δεδομένα του ακούγοντας τους Μπλέϊζερς να ποντάρουν πάνω του με το νούμερο 14. Δεν θα φορέσει για πολύ όμως τη φανέλα του Πόρτλαντ αφού θα εμπλακεί στη διαδικασία ανταλλαγής με τους Σπερς. Στο γνώριμο περιβάλλον του Τέξας θα πάρει άμεσα φανέλα βασικού small forward δικαιώνοντας τους παράγοντες των "Σπιρουνιών" παρόλη την κακή πορεία της ομάδας.


Στο ίδιο μοτίβο θα συνεχίσει και τη δεύτερη σεζόν στο Σαν Αντόνιο. Σκοράρει, παίρνει ριμπάουντ, είναι από τα αγαπημένα παιδιά των φιλάθλων αλλά η ομάδα είναι κακή. Ταυτόχρονα αρχίζει να γίνεται φανερή η αδυναμία του να μπει σε καλούπια. Χωρίς μακρινό σουτ και δυνατότητα δημιουργίας προσωπικών φάσεων για 3αρι και κοντός για τα τότε δεδομένα με σαφέστατα προβλήματα στο αμυντικό κομμάτι για 4αρι, τα πρώτα σύννεφα για τον Μπέρι εμφανίζονται στο ηλιόλουστο Τέξας και η καταιγίδα θα ξεσπάσει με την πρόσληψη του Λάρι Μπράουν. Ο πρωταθλητής στο NCAA και λάτρης της πειθαρχίας νεοαφιχθείς προπονητής, θα ξεκαθαρίσει στον Γουόλτερ ότι δεν τον υπολογίζει. Το όνομα του θα εμπλακεί και σε υπόθεση ναρκωτικών από την εποχή του Saint John's  λμε την ανάμειξη και του FBI. Το κλίμα έχει γίνει πολύ βαρύ για τον "Truth" και η μόνη λύση είναι η ανταλλαγή. Οι Νέτς είναι αυτοί που θα του δώσουν την ευκαιρία να δείξει ότι πραγματικά ανήκει στο ΝΒΑ. Οι ελπίδες του όμως αποδείχθηκαν φρούδες και τον Ιανουάριο του 89 θα τον αποδεσμεύσουν. Οι Ρόκετς θα σπεύσουν να τον υπογράψουν πιστεύοντας ακόμα στο ταλέντο του και θα αποτελέσουν τον τελευταίο του σταθμό στο καλύτερο πρωτάθλημα του κόσμου. Η καριέρα του στο Χιούστον θα τελειώσει άδοξα και υπό τη σκιά ενός ακόμα φημολογούμενου σκανδάλου (κυνήγησε συμπαίκτη του στα αποδυτήρια κρατώντας ένα μαχαίρι) καμία ομάδα δε είναι διατεθειμένη να του προσφέρει εγγυημένο συμβόλαιο. Η Ευρώπη είναι η μόνη επιλογή στον ορίζοντα για τον Μπέρι που φυσικά δεν μπορούσε να γνωρίζει ότι θα αποτελούσε το λιμάνι του για τα υπόλοιπα 13 χρόνια.


Ο κυριότερος λόγος ήταν το οικονομικό. Η τσιγκουνιά και η φιλοχρηματία του Γουόλτερ ήταν παρομοιώδης και πασίγνωστη. Στην Αμερική οι απολαβές του δεν ήταν υψηλές, σε αντίθεση με τα συμβόλαια της Ευρώπης. Το καλοκαίρι του 1989 ο "Truth"  θα μεταβεί στον ιταλικό νότο και θα παίξει στη Νάπολι καταφέρνοντας να τη σώσει απο τον υποβιβασμό. Ξεκινώντας την παράδοση που τον ήθελε να μην κάθεται δεύτερη συνεχόμενη χρονιά σε μία ομάδα, η σεζόν 90-91 θα τον βρει στην Ισπανία και την Ατλέτικο Βιγιάλμπα του ιδιόρρυθμου προέδρου της Ζεσούς Χιλ. Με 33 πόντους και 12 ριμπάουντ ανά αγώνα ο Μπέρι θα κάνει μυθικά πράγματα στη Liga ACB. Ακολουθώντας το μεσογειακό δρομολόγιο,  μοιραία η επόμενη στάση θα είναι η Ελλάδα και η Θεσσαλονίκη. Ο Άρης θα ενισχυθεί με την παρουσία του αλλά μόνο για δέκα αγώνες. Η οικονομική αφερεγγυότητα της διοίκησης (και οι γνωστές φήμες περί "φαγώματος" από τον Γκάλη) είναι αυτή που θα οδηγήσει τον Γουόλτερ στην έξοδο και στην επιστροφή στη Νάπολι. 


Δεν έμελλε όμως να μείνει μακριά από τη χώρα μας. Τον Σεπτέμβριο του 92 ο Ιωαννίδης αναζητά τον αντικαταστάτη του Ροντ Χίγκινς και ο Μπέρι έρχεται μέσα σε ένα κλίμα αμφισβήτησης. Οι όποιες αμφιβολίες εξαφανίστηκαν με το ντεμπούτο του εναντίον της Εστουντιάντες για το Κύπελλο Πρωταθλητριών. Ο "Truth" θα συμπληρώσει ιδανικά τον Πάσπαλι σε ρόλο δεύτερου βιολιού ενώ η έφεση του στο ριμπάουντ δίνει τη δυνατότητα στον Μαυροβούνιο να ξεδιπλώνει τον αγαπημένο του αιφνιδιασμό. Ο Ολυμπιακός θα βρεθεί λίγα εκατοστά μακριά απο την πρόκριση στο Φάιναλ Φορ του ΣΕΦ (άτιμη γραμμή στο Μπομπλάν) αλλά το τέλος της σεζόν θα βρει το Μπέρι να πανηγυρίζει το πρώτο πρωτάθλημα της καριέρας του. Η παραμονή του στο λιμάνι δεν θα κριθεί απαραίτητη παρά τους 20 πόντους και 11 ριμπάουντ μέσο όρο.


Ο ΠΑΟΚ που ψάχνει τον αντικαταστάτη του Λέβινγκστον θα αδράξει την ευκαιρία και θα τον ντύσει στα ασπρόμαυρα. Θα συνθέσει ένα εκπληκτικό δίδυμο με τον Ζόραν Σάβιτς απολαμβάνοντας το μπάσκετ. Η άψογη χημεία μεταξύ τους έβγαλε όμορφα πράγματα στο παρκέ. Στους διπλούς τελικούς του Κόρατς θα μοιάζει ασταμάτητος από Φούτσκα και Λάμπλευ. Θα συνδράμει και στην προσπάθεια του Δικέφαλου του Βορρά για την επανάκτηση των σκήπτρων του πρωταθλητή αλλά η πρώην ομάδα του δεν θα τα παραδώσει.


Ο Γουόλτερ πιστός στις συνήθειες του δεν θα παραμείνει στον ΠΑΟΚ και το Αλεξάνδρειο.Θα μετακομίσει στο γειτονικό Ιβανώφειο όπου με τη φανέλα του Ηρακλή θα εκτοξευθεί. Ο Σούμποτιτς θα λανσάρει ένα ημίψηλο σχήμα, με τον "Truth" να εναλλάσεται με τον Παπαχρόνη στις δύο θέσεις της ρακέτας. Ο "Πίξι" θα εφαρμόσει ως βασικό σύστημα της ομάδας το isolation game, η μπάλα στον Μπέρι και από εκεί στο καλάθι. Κάθε παιχνίδι, κάθε βδομάδα, σε κάθε γήπεδο μία ξεχωριστή παράσταση απο τον "Truth". Οι καλύτεροι σέντερ της Α1 προσπαθούσαν να τον κόψουν έστω και μία φορά. Ακόμα και ο κορυφαίος μπλοκερ στο ευρωπαϊκό μπάσκετ, ο Στόγιαν Βράνκοβιτς (που ο Μπέρι έχει παραδεχθεί ότι τον δυσκόλευε περισσότερο από  όλους) δεν θυμάμαι να τα είχε καταφέρει. 


Ο "Γηραιός" θα κάνει την καλύτερη σεζόν στην μακρόχρονη ιστορία του εξαιτίας του Αμερικάνου. Τρίτη θέση και έξοδος στο Πρωταθλητριών για πρώτη φορά και συμμετοχή στα ημιτελικά του Κυπελλούχων όπου αποκλείστηκε τζάμπα και άδικα από την Ταουγκρές. Οσους χαρακτηρισμούς και να δώσουμε στη σεζόν του "Truth"  δεν είναι αρκετοί. Μαγική, εξωπραγματική, απίστευτη... Ας μιλήσουν οι αριθμοί καλύτερα. 30 πόντοι και 13 ριμπάουντ μέσο όρο. Ίσως για αυτό και ο ίδιος ο Γουόλτερ να παρασύρθηκε και δήλωσε σε συνέντευξη του σε ιταλική εφημερίδα το καλοκαίρι του 95 οτι είναι ο πρώτος σκόρερ και ριμπαουντερ του ελληνικού πρωταθλήματος (σωστά μέχρι εδώ) με 40 πόντους και 25 ριμπάουντ!!!!!!! Ούτε ο Γουίλτ Τσάμπερλεν στα καλύτερα του. 


Aυτή τη φοβερή χρονιά θα την εξοφλήσει με νέα μεταγραφή σε παλιούς γνωστούς. Ο Ολυμπιακός ψάχνει σίγουρη και δοκιμασμένη λύση με τον Μπέρι να φαντάζει ιδανική επιλογή. Ο "Truth" θα χάσει τη μισή προετοιμασία - που να τρέχει στα βουνά της Σπορτίλια - κάνοντας έξαλλο τον Ιωαννίδη αλλά όταν ξεκινάνε οι υποχρεώσεις είναι ο Μπέρι που όλοι γνωρίζουμε, τουλάχιστον μέχρι τις 12 Δεκεμβρίου 1995 και το ανακοινωθέν του ιατρικού επιτελείου των Ερυθρόλευκων που προκαλεί σοκ. Ο Γουόλτερ Μπέρι πάσχει από ηπατίτιδα Β. Ευτυχώς για αυτόν, το δυνατό ανοσοποιητικό του σύστημα - αθλητής γαρ - θα αποτρέψει τη θανατηφόρα εξέλιξη της ασθένειας. Αρχικά εκφράστηκαν απόψεις ακόμα και για απόσυρση του "Truth" από την ενεργό δράση αλλά τελικά θα επιστρέψει στα παρκέ υγιής μετά από τρίμηνη απουσία κατακτώντας το πρωτάθλημα.


Και όχι μόνο θα συνεχίσει  να παίζει μπάσκετ αλλά θα ανηφορίσει προς Θεσσαλονίκη μεριά για την ομάδα που τον πρωτοέφερε στην Ελλάδα, τον Άρη. Η ηλικία όμως και η μεγάλη περιπέτεια της υγείας του έχουν αφήσει τα σημάδια τους. Ίσως για αυτό τα περάσματα του από τον "Αυτοκράτορα" ήταν αδιάφορα. Από την άλλη ο Άρης της εποχής δεν είχε τη φήμη του καλοπληρωτή και όλοι ξέρουμε τη σχέση του Γουόλτερ με το χρήμα. Η προσφορά του "Truth" συνοψίζεται στη δήλωση του μεγαλομετόχου του "Αυτοκράτορα" Ζαφείρη Σαμολαδά πως "ένα παλτό πλήρωσα χρυσό σε όλη μου τη ζωή και αυτός ήταν ο Μπέρι". Αντίθετα με την κίτρινη πλευρά του Αλεξάνδρειου, στην ασπρόμαυρη εκτιμούσαν ανέκαθεν τον Γουόλτερ για αυτό και έσπευσαν να τον εντάξουν ξανά στο δυναμικό  τους τη σεζόν 98-99 για να δικαιωθούν με έναν τίτλο, το Κύπελλο Ελλάδος που θα τους χαρίσει ο ΜVP  της διοργάνωσης Μπέρι. Εννοείται ότι ο "Truth" δεν έμεινε στην ομάδα τηρώντας την παράδοση και εννοείται οτι μετά την περιπλάνηση στη Σλοβενία επέστρεψε στη χώρα μας για τελευταία φορά φορώντας για δύο αγώνες τη φανέλα του Μακεδονικού. Ιταλία και Βενεζουέλα ήταν τα τελευταία ψήγματα του μπασκετικού του βίου το 2002. Και μετά πέρασε στη μέση του το θρυλικό μαύρο τσαντάκι που κανείς ποτέ δεν έμαθε τι περιείχε και εξαφανίστηκε από τον χώρο.


Οι ιστορίες με τον "Truth" γνωστές και άγνωστες, ατελείωτες και μοναδικές. Από την εποχή  που κυνηγούσε τον Κόκκαλη στο ξενοδοχείο με μία πετσέτα ριγμένη πάνω του θέλοντας να του ζητήσει συγγνώμη για τα δέκα(!!!) δολλάρια που νόμιζε ότι έλειπαν από τον λογαριασμό του μέχρι την τύχη που τον συνόδευε όταν ξέχασε το διαβατήριο χάνοντας την προγραμματισμένη πτήση του και το αεροπλάνο συνετρίβη παρασέρνοντας στον θάνατο 229 επιβάτες. Και φυσικά τη Μερσέντες που του είχε παραχωρήσει ο Ολυμπιακός για τις μετακινήσεις του και την οποία κατέστρεψε βάζοντας στο ντεπόζιτο το φθηνότερο πετρέλαιο αντί της πιο ακριβής βενζίνης. 


Η τσαντίλα του όταν διαπίστωσε ότι η στατιστική υπηρεσία δεν του είχε χρεώσει ένα ριμπάουντ αφού είχε ειδικό όρο μπονους στο συμβόλαιο. Και τέλος η παρομοιώδης αφέλεια και παντελής άγνοια περί διαφορετικών διοργανώσεων μέσω της δήλωσης "Ξέρω ότι το επόμενο παιχνίδι (με τον Απόλλωνα στην Πάτρα) είναι κρίσιμο για την πρόκριση μας στο Φάιναλ Φορ". 


Όπως πολύ εύστοχα τόνιζε το παρατσούκλι του ο "Truth" ήταν πάντα αληθινός. Με αυτή τη μονίμως κουρασμένη φάτσα, το ίδιο αντιτουριστικό κούρεμα, το βαριεστημένο τρέξιμο με τα χέρια κολλημένα στο σώμα. Αλτικός; Εδώ γελάνε. Μυώδης; Τα κιλά που σήκωσε σε όλη του την καριέρα αμφιβάλλω αν ξεπερνούν τα 50. Το δεξί του χέρι το χρησιμοποιούσε μόνο για τον λεβιε των ταχυτήτων. 


Βρείτε μου όμως έναν που μπορεί να ισχυριστεί ότι το μαρκάρισμα του δεν τον προβλημάτισε. Ναι, ήταν προβλέψιμος, αλλά δεν κοβόταν με τίποτα. Ο τρόπος που σουταρε είναι παράδειγμα προς αποφυγή για τα παιδιά που ξεκινούν να γνωρίσουν το άθλημα, σαν να πέταγε τα καρπούζια στην καρότσα. 


Η αποτελεσματικότητα του όμως έγραψε ιστορία. Γιατί ο "Truth" είναι σίγουρα μία cult φιγούρα του ελληνικού μπάσκετ αλλά και αναλογικά της παρουσίας του μέσα στην καλύτερη πεντάδα ξένων ανεξαρτήτου θέσης. Αν κάποιος σας ρωτήσει "τι εστίν αλήθεια" δείξτε του ένα βίντεο του Μπέρι και θα καταλάβει γιατί αυτός ο ατσούμπαλος Αμερικανός κέρδισε την αποδοχή της φίλαθλης Ελλάδας.

Berry verified the truth...


 Antreas Tsemperlidis

Ο μεγάλος Έντι Τζόνσον.

Στο μακρινό 1994 η ενημέρωση μέσω του διαδικτύου ήταν κάτι εντελώς ουτοπικό. Μόνο οι βαθιά μυημένοι μπορούσαν να φανταστούν ότι κάποια στιγμή με ένα κλικ στον υπολογιστή τους θα είχαν άμεση πρόσβαση στην πληροφόρηση. Τον προηγούμενο αιώνα όμως η αναμετάδοση της είδησης ήταν αποκλειστικά υπόθεση των εφημερίδων και των εξειδικευμένων περιοδικών και κάπως έτσι εκείνο το καλοκαίρι μάθαμε για την νέα μεταγραφή του Ολυμπιακού. 



Οι Ερυθρόλευκοι αναζητούσαν στην αγορά τους αντικαταστάτες του διδύμου των ξένων τους. Ο Τάρπλεϊ ήθελε να επιστρέψει στο ΝΒΑ και σε συνδυασμό με την προβληματική συμπεριφορά του στο Τελ Αβίβ έκαναν τον Ολυμπιακό να σκεφτεί πιο εύκολα την αποχώρηση του. Το σοκ - τουλάχιστον για τους φιλάθλους - ήρθε απο την κοινή απόφαση Κόκκαλη και Ιωαννίδη για την μη ανανέωση του συμβολαίου του Πάσπαλι και έγινε ακόμα μεγαλύτερο την ημέρα που ο Ζάρκο ανακοινώθηκε απου τον Παναθηναϊκό.


Οι Πειραιώτες θέλοντας να κάνουν τη ρελάνς θα σπεύσουν να αποκτήσουν τον Βολκόφ - τον τρόπο τον έχω αναφέρει στο αφιέρωμα για τον Σάσα - αλλά ψάχνουν και τον αντικαταστάτη του Μαυροβούνιου πρώην ηγέτη τους. 


Τα χαρακτηριστικά του δεύτερου ξένου τους θα είναι εντελώς διαφορετικά απου αυτά του Πάσπαλι. Η αδυναμία στο μακρινό σουτ ήταν δεδομένη όπως και η ειλημμένη απόφαση για την απόκτηση ενός παίχτη που θα έχει ως κύριο συστατικό στο παιχνίδι του την ευχέρεια από το τρίποντο. Τα ονόματα που θα ακουστούν πολλά με αυτά των Ντανίλοβιτς, Ντέιλ Έλις, Ρίτσαρντ Ντούμας, Γκρέγκ Χότζες μεταξύ άλλων. 


Κανείς όμως από αυτούς δεν έπιασε λιμάνι. Αυτός που αφίχθηκε ήταν ένα εξίσου σπουδαίο όνομα, ο  Έντι Τζόνσον που σήμερα κλείνει τα 63 του χρόνια. Ο κορυφαίος ξένος σουτέρ και σίγουρα μέσα στην εν γένει καλύτερη τριάδα που είδαμε ποτέ στα ελληνικά γήπεδα.


Ο Αμερικανός ήταν πραγματικά μεγάλος παίχτης και αυτό το αποδεικνύει όχι μόνο η χρονιά που τον απολαύσαμε στην Ελλάδα αλλά κυρίως η μακρόχρονη και άκρως επιτυχημένη καριέρα του στο ΝΒΑ. Με 19.202 πόντους και το βραβείο του καλύτερου 6ου παίχτη το 1989 μπορεί να υπερηφανεύεται για τα επιτεύγματα του αλλά ταυτόχρονα μπορεί να παραπονιέται ότι ενώ οι αριθμοί του θα δικαιολογούσαν την κλήση του σε ένα All Star Game, αυτή δεν ήρθε ποτέ.


Γέννημα θρέμμα του Σικάγο, ο Τζόνσον θα παίξει κολεγιακό μπάσκετ στην πόλη του για το πανεπιστήμιο του Ιλινόις του Λου Χένσον. Τη χρονιά της αποφοίτησης του ήταν ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία των Fighting Illini με 1692 πόντους την εποχή που το τρίποντο δεν είχε ακόμα εισαχθεί στο ΝCAA και πρωταγωνιστής σε μία από τις πιο εμβληματικές στιγμές στην ιστορία του, όταν την Πρωτοχρονιά του 1979 με δικό του σουτ από τη γωνία το ταπεινό Ιλινόις θα νικήσει το μεγάλο φαβορί για το πρωτάθλημα, το Μίσιγκαν Στέιτ του Μάτζικ Τζόνσον.  Στο ντραφτ του 1981 θα ακούσει το όνομα του από τα χείλη του κομισσάριου Λάρι Ο' Μπράιεν ως επιλογή των Κάνσας Σίτι Κινγκς στο νούμερο 29. Ιδανικός προορισμός για τον νεαρό Έντι μιας και η ομάδα ήταν μέτρια και μπόρεσε να βρει αγωνιστικά λεπτά. H ρούκι σεζόν του ήταν πολύ καλή με σχεδόν 10 πόντους ανά παιχνίδι και για τα επόμενα 5 χρόνια θα λογίζεται ως ο βασικός small forward των Κινγκς με μέσους όρους κοντά στους 20 πόντους. 


Οι κακές πορείες όμως της ομάδας θα οδηγήσουν τους ιθύνοντες στην επιλογή της ανταλλαγής μετά το τέλος της σεζόν 86-87. H κίνηση τους αυτή επικρίθηκε αφού ο Τζόνσον ήταν από τα αγαπημένα πρόσωπα των φιλάθλων και αναμφίβολα ο καλύτερος παίχτης. Ο Έντι δεν θα μετακινηθεί από την Άγρια Δύση και το νέο του σπίτι θα είναι το ηλιόλουστο Φοίνιξ. Ο Τζόνσον σκοράρει με τη γνωστή του συχνότητα αλλά οι Σάνς αποτυγχάνουν να περάσουν στην post season. Η άφιξη του Τομ Τσέϊμπερς, του Άρμον Γκίλιαμ και του ρούκι Νταν Μάρλι θα δυναμώσει τους Ήλιους μετατρέποντας τους σε διεκδικητές του πρωταθλήματος. Θα φτάσουν μέχρι τους τελικούς της Δύσης το 1989 όπου θα τους "σκουπίσουν" οι Λέϊκερς. 


Ο Έντι θα τιμηθεί για την εξαιρετική σεζόν με το βραβείο του καλύτερου 6ου παίχτη. Ερχόμενος από τον πάγκο θα πετυχαίνει 22 πόντους με 41% στα σουτ τριών πόντων. Ανάλογη πορεία το Φοίνιξ θα έχει και την επόμενη αγωνιστική περίοδο με το ίδιο αποτέλεσμα. Αποκλεισμός στους Δυτικούς τελικούς από το Πόρτλαντ και  Τζόνσον θα είναι μέλος της ομάδας μέχρι τις 7 Δεκεμβρίου του 1990. Εκείνη την ημέρα θα εμπλακεί για άλλη μία φορά σε ανταλλαγή μεταξύ των Σάνς και των Σόνικς. Ο X-Man θα γίνει κάτοικος Αριζόνα και ο Έντι θα ακολουθήσει το αντίθετο δρομολόγιο αφού το σουτ και η εμπειρία του ήταν περιζήτητα στην ανταγωνιστική Pacific.


Ανταποκρινόμενος άριστα στον ρόλο του 6ου παίχτη ο Τζόνσον θα είναι από τους βασικούς συντελεστές της ανοδικής πορείας του Σιάτλ μέχρι τους τελικούς της Δυτικής περιφέρειας το 1993 και τον αποκλεισμό από την πρώην ομάδα του. Οι Σόνικς θα προτιμήσουν τον νεότερο του Κένταλ Γκίλ από τους Χόρνετς και οι "Σφήκες" χωρίς ενδοιασμό θα προσφέρουν μονοετές συμβόλαιο στον Έντι. Στη νεανική Σάρλοτ θα προσφέρει την εμπειρία του και το περιζήτητο μακρινό σουτ με την ομάδα των Λάρι Τζόνσον και Αλόνζο Μόρνινγκ να χάνει στο νήμα την πρόκριση για τα play off. 


Τελειώνοντας την 13η πλήρη σεζόν στο ΝΒΑ, ο Έντι βρίσκεται σε δίλημμα. Τα αγωνιστικά του χαρακτηριστικά είναι ακόμα ικανά να του βρουν καλά συμβόλαια στην Αμερική αλλά η ηλικία του είναι αλήθεια ότι προβληματίζει τους GM. Το φημολογούμενο ενδιαφέρον των Ρόκετς δεν θα μετουσιωθεί σε πρόταση και έτσι ο Τζόνσον αποφασίζει για πρώτη φορά στην καριέρα του να περάσει τον Ατλαντικό και να παίξει μπάσκετ στο καλύτερο πρωτάθλημα της Ευρώπης.


Θα αφιχθεί στο παλιό αεροδρόμιο του Ελληνικού στις 12 Σεπτεμβρίου του 1994 και θα αντιμετωπίσει με χιούμορ τις ερωτήσεις των δημοσιογράφων για τη "σκληρότητα" του Ιωαννίδη και την κακή συνήθεια να πετάει μπουκάλια στους παίχτες του. Η απάντηση του Έντι; "Μπουκάλια ας πετάει, δεν έχω πρόβλημα. Καρέκλες μην πετάξει και πάθουμε καμία ζημιά ". Προφανώς και ο Ξανθός δεν πέταξε κανένα μπουκάλι στον Αμερικανό σούπερ σταρ. Ήταν πολύ έξυπνος ώστε να αντιληφθεί τη φλέβα χρυσού που εντάχθηκε στην ομάδα του. Ακόμα και αν το ντεμπούτο του δεν ήταν αυτό ακριβώς που θα ονομάζαμε ονειρεμένο. 


Το ματς Κυπέλλου με τον Παναθηναϊκό στους τσίγκους του κλειστού γυμναστηρίου του Σπόρτιγκ έμεινε στην ιστορία για πολλούς λόγους. Ήταν το τελευταίο ντέρμπι του Γκάλη, η εμφάνιση του Ζάρκο απέναντι στον Ολυμπιακό και η βίαιη κακοποίηση του αθλήματος από τις δύο κορυφαίες ομάδες της χώρας. Ο Τζόνσον επηρεασμένος απο το κλίμα θα κάνει ένα κακό παιχνίδι θρέφοντας στο μυαλό των οπαδών το σαράκι της αμφιβολίας. Μέχρι την πρεμιέρα του πρωταθλήματος και τον αγώνα με τον Άρη στο Αλεξάνδρειο. Εκείνο το βράδυ οι Έλληνες φίλαθλοι είδαν για τα καλά από τι πάστα ήταν φτιαγμένος ο σπουδαίος αυτός μπασκετμπολίστας.


Σε ένα γήπεδο που έβραζε ο Αμερικανός θα βγει για προθέρμανση μαζί με την υπόλοιπη ομάδα. Ανυποψίαστος για τα κα(ω)λόπαιδα των ελληνικών κερκίδων θα βρεθεί μπροστά στον κίνδυνο να χάσει το μάτι του από έναν "έξυπνο" που τον σημάδεψε με κέρμα. Θα φύγει άρον άρον για τα αποδυτήρια και οι άνθρωποι του Ολυμπιακού πιστεύουν ότι θα πάρει το πρώτο αεροπλάνο για την Αμερική. Ο Έντι φροντίζει να τους καθησυχάσει υπενθυμίζοντάς τους ότι έχει μεγαλώσει στο Σικάγο. Θα παίξει κανονικά στον αγώνα σημειώνοντας 25 πόντους στη νίκη των Ερυθρόλευκων με 63-87.


Ο Τζόνσον θα προσαρμοστεί άμεσα στον ευρωπαϊκό τρόπο παιχνιδιού και θα είναι το πρώτο βιολί το Ολυμπιακού στον προσπάθεια για πρόκριση στο Φάιναλ Φορ της Σαραγόσα και την παραμονή του πρωταθλήματος στον Πειραιά. Οι Ερυθρόλευκοι θα πηγαίνουν όλη τη χρονιά χέρι χέρι με τον αιώνιο αντίπαλο προσπαθώντας να εξασφαλίσουν το πλεονέκτημα έδρας. Ο "Έντι το πιστόλι" θα βάλει 28 πόντους στον πρώτο γύρο και ο Ολυμπιακός θα αλώσει τη Γλυφάδα με δύο πόντους διαφορά. Θα αποδειχθούν αρκετοί για τη ρεβάνς στο ΣΕΦ αφού ναι μεν ο Ζάρκο ο "κα&%#ης" θα πετύχει το νικητήριο καλάθι αλλά θα χάσει την επιπλέον βολή στερώντας από τον Παναθηναϊκό το πλεονέκτημα στους διαφαινόμενους τελικούς (οι Ερυθρόλευκοι είχαν καλύτερη συνολική διαφορά πόντων). 


Πριν όμως από το ελληνικό πρωτάθλημα προηγείται το ραντεβού των δύο στη Σαραγόσα. Ο Ολυμπιακός θα πάρει σχετικά άνετα τη δεύτερη θέση στον όμιλο του παρόλη τη σοκαριστική ήττα με 35 διαφορά μέσα στην έδρα του από την Έφες Πίλσεν. Ο αντίπαλος του στην προημιτελική φάση του είναι η CSKA των Καράσεφ, Κουντέλιν και Κισούριν. Στο πρώτο ματς στην παγωμένη Μόσχα ο Τζόνσον θα βρεθεί εγκλωβισμένος στη ζώνη 3-2 του Ερέμιν και οι Ερυθρόλευκοι θα γνωρίσουν τη συντριβή με 95-65.


Η σειρά μεταφέρεται στο ΣΕΦ και ο Ολυμπιακός θέλει δύο νίκες για να είναι αυτός που θα ταξιδέψει στην Ισπανία. Η πρώτη θα έρθει με το αγχωτικό 86-77, τα  πάντα θα κρίνονταν στο τρίτο και καθοριστικό παιχνίδι. Είναι ο αγώνας με την πασίγνωστη δηλητηρίαση των παικτών της ρωσικής ομάδας. 


Το πρωινό της 16ης Μαρτίου εφτά Ρώσοι μπασκετμπολιστές θα μεταφερθούν στο νοσοκομείο με συμπτώματα τροφικής δηλητηρίασης. Η FIBA θα αρνηθεί τη μη διεξαγωγή του αγώνα και έτσι η CSKA θα παραταχθεί με πέντε μόνο ετοιμοπόλεμους παίχτες στο παρκέ. Παρόλα αυτά, έδωσαν σκληρή μάχη και στο ημίχρονο βρίσκονταν πίσω στο σκορ μόνο 5 πόντους. Στη επανάληψη όπως ήταν αναμενόμενο κατέρρευσαν από την φθορά των φάουλ και τον τραυματισμό του Σπιριντόνοφ. Ο Ιωαννίδης θα αποσύρει με τη σειρά του - αφού πρώτα εξασφάλισε τη διαφορά- δύο παίχτες και στα τελευταία λεπτά ο αγώνας θα μετατραπεί σε 3on3. Εν τέλει ο Ολυμπιακός θα πάρει τη νίκη και την πρόκριση (28 πόντους ο Έντι) που αλίμονο όμως θα σκιάζεται για πάντα από το φημολογούμενο σκάνδαλο των νερών που ποτέ όμως δεν αποδείχθηκε κάτι μεμπτό για τους Ερυθρόλευκους.


Αυτό όμως είναι πρόβλημα των αξιωματούχων και άλλωστε ο Παναθηναϊκός περιμένει στη Σαραγόσα. Το βράδυ της 11ης Απριλίου 1995, Βράνκοβιτς και Φασούλας πήραν θέση για το τζαμπολ του ημιτελικού. Οι Πράσινοι ήταν το φαβορί και το επιβεβαίωνουν στο πρώτο ημίχρονο όταν και προηγούνται με 27-29. Ο Τζόνσον δεν μπορεί να βρει ρυθμό και η καλή άμυνα του Αλβέρτη τον έχει αποσυντονίσει. 


Ο Παναθηναϊκός βλέπει τον τελικό μέχρι τη στιγμή που ο Γιαννάκης τραυματίζεται και ο Έντι παίρνει το όπλο του. Από τα 0/4 τρίποντα του πρώτου μέρους, θα πετύχει 4/4 στο δεύτερο με το χέρι του Φραγκίσκου μέσα στο πρόσωπο του. Θα κατεβάσει και δέκα ριμπάουντ και παρότι η άμυνα δεν ήταν το φόρτε του θα κυνηγήσει τον Πάσπαλι εκμηδενίζοντας τον. Ο Τόμιτς θα κλειδώσει την ανατροπή με το τρίποντο στα 58" αλλά ο Τζόνσον έχει βάλει φαρδιά πλατιά την υπογραφή του με 27 πόντους στη μεγάλη νίκη. 


Τελικός λοιπόν για τον Ολυμπιακό στην πρωτεύουσα της Αραγωνίας. Ένας τελικός με ονοματεπώνυμο, αυτό του Άρβιντας Σαμπόνις. Ο μεγάλος Λιθουανός ήθελε να αφήσει τη Γηραιά Ήπειρο για το ΝΒΑ ως πρωταθλητής και δεν θα άφηνε το τρόπαιο να του ξεφύγει. Η Ρεάλ ήταν καλύτερη σε όλη τη διάρκεια και κατέκτησε απόλυτα δίκαια τον τίτλο. Όσο για τον ήρωα μας; Δεν μπόρεσε να συνεχίσει το σερί του ημιτελικού πέφτοντας στις τανάλιες του Ισπανού Σιγάλα, του αμυντικού πολύεργαλείου Ισμαέλ Σάντος. 

Ο Ομπράντοβιτς έστειλε από την αρχή πάνω του τον νεαρό Μαδριλένο με την εντολή να τον μαρκάρει μέχρι και στην τουαλέτα. Ο Έντι εκνευρίστηκε, έχασε κάποια εύκολα σουτ και δεν μπήκε ποτέ στο ματς, μόλις 9 πόντοι η συγκομιδή του και φυσιολογική ήττα του Ολυμπιακού με 73-61.


Πίσω στην Ελλάδα όμως ο Παναθηναϊκός περιμένει στη γωνία για να αρπάξει τα σκήπτρα του βασιλιά της Α1. Και οι δύο ομάδες θα είναι πιστές στο ραντεβού τους για τη μάχη. Ως συνήθως εκείνα τα χρόνια, η σειρά θα φτάσει στον 5ο τελικό του ΣΕΦ και σε  έναν αγώνα ακατάλληλο για καρδιακούς και επίσης κάκιστο από πλευράς θεάματος, ο Έντι θα σπάσει με τρίποντα τη ζώνη του Κιουμουρτζόγλου βοηθώντας την ομάδα του να κερδίσει με 45-44 και τον ίδιο να στέφεται πρωταθλητής για πρώτη φορά στα 36 του χρόνια. Ήταν το τελευταίο δείγμα που μας έδωσε αυτός ο πολύ μεγάλος αθλητής.


Το καλοκαίρι μας αποχαιρέτησε για να επιστρέψει μετά το διάλειμμα στην Ελλάδα στο φυσικό του περιβάλλον, τον μαγικό κόσμο του ΝΒΑ. Θα γράψει μερικές σελίδες ακόμα στο βιβλίο της τεράστιας καριέρας του, με δύο από αυτές να ξεχωρίζουν. 


Στις 20 Απριλίου 1996 φορώντας τη φανέλα των Ιντιάνα Πέϊσερς παίζει στο Σικάγο με αντίπαλο τους Μπούλς του Τζόρνταν. Οι "Ταύροι" έχουν σπάσει το ρεκόρ νικών με 71 μέχρι εκείνη τη στιγμή ενώ έχουν ηττηθεί μόλις 9 φορές. Το παιχνίδι έχει χαρακτήρα ντέρμπι και επιβεβαιώνεται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Σε νεκρό χρόνο ο Έντι θα κερδίσει το φάουλ από τον Μάικλ και ευστοχώντας στις βολές, υποχρεώνει το Σικάγο σε διψήφιο αριθμό ηττών.


Η τελευταία έκλαμψη για τον Τζόνσον θα έρθει την επόμενη χρονιά στους τελικούς της Δύσης. Η νέα του ομάδα, οι Χιούστον Ρόκετς είναι ισόπαλοι 92-92 με τη Γιούτα στον 4ο αγώνα. Ο Έντι έχει πετύχει 31 πόντους ερχόμενος από τον πάγκο και ένα δευτερόλεπτο πριν από τη λήξη θα πάρει τη μπάλα στην κορυφή των 7.25 οπλίζοντας και πυροβολώντας μπροστά στα απλωμένα χέρια του Τζέφ Χόρνασεκ. Nothing but net και η νίκη στους Ρόκετς, δώρο του "χρυσοδάκτυλου" βετεράνου. 


Θα αγωνιστεί για μία ακόμα πλήρη σεζόν και στην αρχή της περιόδου 98-99 θα κρεμάσει τη φανέλα του σχεδόν σε ηλικία 40 ετών, ξεκινώντας μία νέα καριέρα ως τηλεσχολιαστής ενώ το 2006 το όνομα του θα εμπλακεί ατυχώς σε υπόθεση ασέλγειας ανηλίκου, εν τέλει ο ένοχος ήταν ο εντελώς συμπτωματικά επίσης πρώην μπασκετμπολίστας των Ατλάντα Χώκς, "Fast Eddie" Johnson. 


Θα ήταν πραγματικά κρίμα για τον δικό μας Έντι το όνομα του να διασύρεται κατά αυτόν τον τρόπο. Αν κάποτε έπρεπε να συλληφθεί, το σωστό θα ήταν την εποχή που "βομβάρδιζε" μέσα στις τέσσερις γραμμές. Είχε τη γρηγορότερη εκτέλεση που έχω δει ποτέ αφού κυριολεκτικά σημάδευε την ώρα που βρισκόταν στον αέρα. Φέρνοντας τη μπάλα αρκετά χαμηλά και γέρνοντας ελαφρά το σώμα του προς τα πίσω ήταν πολύ δύσκολο να κοπεί. Το σουτ του ήταν αυτό που του έδινε δουλειά όλα αυτά τα χρόνια γιατί τελικά ο Έντι Τζόνσον ήταν και γρήγορος και θανάσιμος...


Antreas Tsemperlidis

Ο Παναγιώτης Γιαννάκης αποχαιρετά το μπάσκετ, το 1996...

Τριάντα ένα χρόνια πίσω μια μέρα σαν τη σημερινή στη Γη του Πυρός, εκεί που ξέρουν να εκτιμούν τους "Δράκους", ο Έλληνας με το νούμερο 6 στη γαλανόλευκη φανέλα του ανάγκασε ένα κατάμεστο γήπεδο απο 16.000 Αργεντινούς να χειροκροτούν εκστασιασμένοι τον μεγάλο αρχηγό της εθνικής ομάδας.



Στο "Λούνα Παρκ" του Μπουένος Άιρες, ο Παναγιώτης Γιαννάκης γνώρισε την αποθέωση για μία ακόμα μεγαλειώδη εμφάνιση του στο καλύτερο τουρνουά της καριέρας του με τα εθνικά χρώματα. Η απουσία του Γκάλη αύξησε τις ευθύνες του σκοραρίσματος αλλά οι πλάτες του αρχηγού άντεξαν το βάρος και δεν άφησαν να φανεί το τεράστιο κενό του Νικ.


Ο Παναγιώτης θυμήθηκε τα χρόνια του Ιωνικού όταν ήταν το πρώτο βιολί στην επίθεση και ήταν ο κυριότερος λόγος που η δευτεραθλήτρια Ευρώπης κατάφερε να μπει στην εξάδα για να βροντοφωνάξει πως είχε έρθει για να μείνει στο παγκόσμιο μπασκετικό στερέωμα.


Στο παιχνίδι για τις θέσεις 5-6 της τελικής κατάταξης, απέναντι στη Βραζιλία του "Πελέ του μπάσκετ" Οσκάρ, ο Γιαννάκης "ντύθηκε" Παναγιώτης... Μαραντόνα δίνοντας ακόμα μια τρομερή παράσταση στα αργεντίνικα παρκέ. 


Στη χώρα του τάνγκο ο "Δράκος" χόρεψε στον δικό του μαεστρικό ρυθμό, εκτοξεύοντας φλόγες με τρόπο που μόνο ένας αληθινός μαχητής όπως αυτός θα μπορούσε...


Antreas Tsemperlidis

Ο Όντι Νόρις

 Κάποτε στη Δύση, το Περιστέρι έφερε στην Ελλάδα τον Όντι Νόρις που γεννήθηκε σαν σήμερα το 1960. Για όσους δεν γνωρίζουν το ποιόν του "Atomic Dog", θα πούμε απλώς πως πρόκειται για ένα από τα καλύτερα πακέτα μπασκετμπολίστα που ήρθε στην Ευρώπη από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού.



Ο κορυφαίος ξένος παίχτης στην ιστορία της Μπαρτσελόνα όπως ψηφίστηκε από τους φίλους της το 2019 και ένας από τους καλύτερους ψηλούς της Γηραιάς Ηπείρου τη δεκαετία του 80, μεγάλωσε σε μια κωμόπολη του Μισισιπή, θέλοντας να ακολουθήσει τα βήματα του μεγαλύτερου αδελφού του Σιλβέστερ και να παίξει στο ΝΒΑ.
Μετά από σπουδαίες εμφανίσεις με το τοπικό Jackson State, o Νόρις δήλωσε διαθεσιμότητα για το ντραφτ του 1982 και άκουσε το όνομα του από τα χείλη του Λάρυ Ο'Μπράϊεν ως επιλογή των Μπλέιζερς στο νούμερο 37. Στο Πόρτλαντ αγωνίστηκε για τρεις περιόδους εώς το 1985, κυρίως ως back up του Μάϊκαλ Τόμπσον που τον είχε πάρει υπο την προστασία και ήταν αυτός που του κόλλησε το παρατσούκλι "Atomic Dog" από το εν λόγω τραγούδι που άκουγε συνέχεια ο Όντι στα αποδυτήρια.
Οι τραυματισμοί στα γόνατα που θα τον ακολουθούσαν σε όλη του την καριέρα ήταν αυτοί που σε συνδυασμό με την απόκτηση του Σαμ Μπουϊ, θα του έδειχναν την πόρτα της εξόδου απο το ΝΒΑ και το υπερατλαντικό ταξίδι ήταν μονόδρομος για τον θηριώδη Αμερικανό.
Η πρώτη ευρωπαϊκή εμπειρία του Νόρις έλαβε χώρα στον ιταλικό βορρά με την φανέλα της Τρεβίζο που εκείνη την εποχή ήταν μία νεοφώτιστη ομάδα που πάλευε για την σωτηρία της. Ο Όντι ξεχώρισε αμέσως στην Serie A και στα δύο χρόνια της παραμονής του εκεί κατέγραψε μέσους όρους της τάξεως των 21 πόντων και 11 ριμπάουντ. Το παιχνίδι του ωρίμασε στα δύσκολα μονοπάτια της ιταλικής λίγκας και ήδη από τον πρώτο χρόνο μπήκε στο στόχαστρο των μεγάλων ευρωπαϊκών ομάδων.
Το καλοκαίρι του 86 βρέθηκε μία ανάσα απο την ένταξη του στη Ρεάλ αλλά μία αμελητέα οικονομική διαφωνία (10.000 δολλάρια) χάλασε τη μεταγραφή. Τα επόμενα χρόνια ο Όντι θα έκανε τους Μαδριλένους να μετανιώσουν που έχασαν την ευκαιρία να δημιουργήσουν το κορυφαίο δίδυμο ψηλών στην Ευρώπη.
Την επόμενη σεζόν ο Νόρις ήταν ξανά περιζήτητος στην αγορά και ο Ρενέσες που αναζητούσε τον αντικαταστάτη του Γουάλας Μπράιαντ, έσπευσε να αποσπάσει την υπογραφή του Αμερικανού που τον είχε σημειώσει στο μπλοκακι του ήδη από το summer league του Λας Βέγκας το 1984. Η αρχική συμφωνία που επιτεύχθηκε ήταν λίγο περίεργη για τον λόγο πως συμπεριέλαβε τρεις πλευρές. Τον παίχτη, τη Μπαρτσελόνα και τη Βίρτους Μπολόνια που επίσης τον διεκδικούσε. Ισπανοί και Ιταλοί κατέφυγαν στη Σολομώντεια λύση της μοιρασιάς, με τον Νόρις να εντάσσεται στο δυναμικό των Καταλανών για δύο χρόνια και κατόπιν θα επέστρεφε στην Ιταλία για την Βίρτους. Τελικά η συμφωνία έπεσε στο κενό ήδη από τον πρώτο χρόνο παραμονής του Όντι στη Βαρκελώνη αφού με την παρουσία του υποχρέωσε την ομάδα να καταβάλει το αντίτιμο για να τον κάνει οριστικά δικό της.
Και πως να μη γίνει έτσι μιας και ο Νόρις κούμπωσε ιδανικά στο ρόστερ της Μπαρτσελόνα γενόμενος ο συνδετικός κρίκος μεταξύ της "φονικής" περιφερειακής γραμμής και της ρακέτας. Ο Όντι καθάριζε τα ριμπάουντ και οι Καταλανοί μπορούσαν να ανοίξουν τον αγαπημένο τους αιφνιδιασμό. Και αν ο ρυθμός πάγωνε, η μπάλα πέρναγε στον Αμερικανό που με την δύναμη του και τις άψογες κινήσεις του στο low post, έδινε τη λύση.
Το πρωτάθλημα ήρθε από την παρθενική του χρονιά στην πρωτεύουσα της Καταλονίας και όλοι έβλεπαν στο πρόσωπο του έναν από τους πιο κυριαρχικούς σέντερ της Ευρώπης.
Ο επόμενος μεγάλος στόχος ήταν το Κύπελλο Πρωταθλητριών που αλίμονο θα έμενε όνειρο απατηλό και θα γινόταν η Νέμεσις του Νόρις. Η πρώτη απόπειρα για πρόκριση στο Φάιναλ Φορ της Γάνδης κατέληξε σε Βατερλώ αφού η Μπαρτσελόνα πλήρωσε τις ήττες από τους Ολλανδούς της Ντεν Μπος και τους Γερμανούς της Σατούρν αλλά και την "κηδεία" που τους έκανε ο Άρης στις 3 Δεκεμβρίου του 1987, στο άντρο του Παλαού Μπλαουγκράνα. Στο ματς-μαγεία του Γκάλη, ο Νόρις έγινε αυτόπτης μάρτυρας του επιθετικού ρεσιτάλ του Γκάνγκστερ και εκείνο το βράδυ πήρε την απόφαση να δώσει το όνομα Νίκος στον μικρότερο γιο του για να τιμήσει τον αντίπαλο του.
Με τον Άρη και τον Γκάλη έμελλε να συναντηθούν αρκετές φορές και στον όμιλο του Πρωταθλητριών αλλά και στα Φάιναλ Φορ εκεί όπου οι νίκες μοιράστηκαν. Πρώτα στο Μόναχο, στον τελικό των απογοητευμένων και μετά στη Σαραγόσα, στο κύκνειο άσμα του "Αυτοκράτορα" και τη μεγαλύτερη ευκαιρία της Μπαρτσελόνα για το Ιερό Δισκοπότηρο του ευρωπαϊκού μπάσκετ. Ο Νόρις έκανε μεγάλη εμφάνιση στον τελικό με 18 πόντους και 10 ριμπάουντ αλλά τα τρομερά μωρά της Γιουγκοπλάστικα έπιασαν τον ταύρο από τα κέρατα. Όντι και Μπαρτσελόνα επανήλθαν αποφασισμένοι στο Παρίσι αλλά η ταινία "Ο κύκλος των χαμένων Φάιναλ Φορ" είχε το ίδιο και απαράλλαχτο τέλος, με τον Αμερικανό αυτή τη φορά να μη μπορεί να προσφέρει οσο θα ήθελε λόγω του τραυματισμού του στον ώμο.
Τουλάχιστον αποζημιωνόταν με τίτλους στην Ισπανία, εκεί όπου κάθε βράδυ έδινε σκληρές μάχες με Σαμπόνις και Μαγκί μεταξύ άλλων αλλά κυρίως με τον αδικοχαμένο Φερνάντο Μαρτίν που ο Όντι έχει παραδεχθεί πως τον ωθούσε στα άκρα, βγάζοντας του τον καλύτερο εαυτό του. Οι σχέσεις των δύο διαχέονταν απο αλληλοσεβασμό και εκτίμηση της τεράστιας αξίας τους με τον Νόρις να είναι ο νικητής τις περισσότερες φορές.
Με αυτά και με αυτά φτάσαμε στο 1993 και ο Όντι μετά από έξι χρόνια στη Βαρκελώνη γεμάτα με διακρίσεις και ενώ έχει κοντραριστεί αρκετές φορές με τον Ρενέσες, αποφασίζει στα 33 του να αλλάξει παραστάσεις και περιβάλλον. Το όνομα του αρχίζει να ακούγεται στην Ελλάδα όλο και πιο έντονα και δεν πρέπει να ξεχνάμε πως το ελληνικό μπάσκετ ζούσε τις εποχές της χήνας με τα χρυσά αυγά. Χρήματα υπήρχαν και έπεφταν στην αγορά όχι μόνο απο τις ομάδες που διεκδικούσαν τον τίτλο αλλά και από τις μικρότερες σε μέγεθος που όμως απολάμβαναν οικονομικής ευρωστίας.
Μία από αυτές λοιπόν, το Περιστέρι του τότε μεγαλομετόχου Παναγιώτη Νίκα (της γνωστής βιομηχανίας αλλαντικών) θα κινηθεί με άκρα μυστικότητα μέσω του μάνατζερ Γκας Πολίτη και θα καταφέρει κάτω από τη μύτη των υπόλοιπων μνηστήρων, να αποσπάσει την υπογραφή του "Atomic Dog" για διετές συμβόλαιο ύψους 800.000 δολλαρίων συνολικά. Ήταν πραγματικά μία τεράστια μεταγραφή για τους Περιστεριώτες και η απόκτηση του προκάλεσε μεγάλη αίσθηση.
Με παρτενέρ στην ρακέτα τον Λάνς Μπέργουολντ και παρότι τα ταλαιπωρημένα του γόνατα δεν τον βοηθούσαν, ο Όντι βοήθησε σημαντικά το Περιστέρι και η ποιότητα του ήταν εμφανής μέσα στο γήπεδο ακόμα και αν τα χρόνια είχαν περάσει (ο Νίκος Τσαγκόπουλος που τον είχε συμπαίκτη εκείνη την χρονιά, σε ερώτηση μου για τον Όντι μου απάντησε πως στις προπονήσεις ήταν σαν να προσπαθείς να σπρώξεις έναν τοίχο. Επίσης ήταν άριστος επαγγελματίας και πάντα πρόθυμος να δείξει κινήσεις στα νέα παιδιά). Εξαιτίας των προβλημάτων στα πόδια του πήρε την απόφαση να αποσυρθεί στο τέλος της περιόδου 93-94 και να μην ολοκληρώσει το συμβόλαιο του με τους "Πρίγκιπες".
Τυχεροί όσοι τον απολαύσαμε δια ζώσης έστω και για μία χρονιά γιατί ο Όντι Νόρις ήταν ένας παίχτης πραγματικός δυναμίτης στο ζωγραφιστό, πολύ γυμνασμένος ιδιαίτερα στο πάνω μέρος του κορμιού του με τρομερή σωματική δύναμη που του επέτρεπε να υπερκαλύπτει το σχετικά μικρό ύψος του για σέντερ.
Εξαιρετικός ριμπάουντερ, πολύ καλές κινήσεις μέσα και γύρω απο το καλάθι, τεχνίτης και δυναμικός. Ένας πλήρης παίχτης ρακέτας που δικαίως συγκαταλέγεται στην ελίτ των καλύτερων ψηλών του ευρωπαϊκού μπάσκετ...
Antreas Tsemperlidis

Ο Ιούδας, του Σπύρου Μελά. Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος

  Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος.     Φίλες και φίλοι, με αφορμή τη μεγάλη χριστιανική εορτή, πρόκειται να σας αναλύσω τον Ιούδα , του Σπύρ...