Οι ρίζες του ονόματος της αρχαίας Παιονίας χάνονται στην αχλή της ελληνικής μυθολογίας. Ο Παίονας ήταν ένας από τους γιους του Ενδυμίοντα, εραστή της Σελήνης. Μαζί με τα αδέλφια του, τον Επειό και τον Αιτωλό, διαγωνίστηκε σε έναν αγώνα δρόμου στην Ολυμπία για να διεκδικήσει το βασίλειο του πατέρα του. Στο δρόμο όμως νίκησε ο Επειός και ο Παίονας, λυπημένος, έφυγε από το βασίλειο και εγκαταστάθηκε στην άνω κοιλάδα του Αξιού που πήρε το όνομα «Παιονία». Ως γενάρχης των Παιόνων θεωρείται, σύμφωνα με τη μυθολογία, ο Πηλεγώνας ο οποίος προέκυψε μετά τον έρωτα του θεού Αξιού με τη μεγαλύτερη κόρη του Ακεσσαμενού, βασιλιά της γειτονικής στον Αξιό Πιερίας, την Περίβοια.
Παιονία ονομάζονταν, επίσης, η Θεά Αθηνά και Παίων ή Παιήων, σωτήρας ο Θεός Απόλλων. Ο Παυσανίας αποδίδει το όνομα στον πρωτότοκο γιό του βασιλιά της Ήλιδας Ενδυμίωνα, τον Παίονα, ο δε Όμηρος αναφέρεται στους Παίονες και στην Παιονία εκτενέστερα στην Ιλιάδα ονομάζοντας τον Αξιό ποταμό πλατύρροο και το ωραιότερο της γης.
Στα χρόνια του Ομήρου οι Παίονες κατοικούσαν στην κοιλάδα του Aξιού μέχρι τον Στρυμόνα και τη Ροδόπη, όπου έγιναν γείτονες με τους Bέσσους, έφθασαν δε μέχρι τις πηγές του Σκέου ποταμού, παραποτάμου του Ίστρου (Δούναβη). Αναφέρονται και σαν γείτονες των Σελλών της Ηπείρου και των Δολόπων της Θεσσαλίας. Αργότερα περιορίσθηκαν στις περιοχές του μέσου Aξιού «την Αμφαξίτιν Παιονίαν», και στην κοιλάδα του Στρυμόνα «την επί τω Στρυμόνι Παιονίαν».
Σύμφωνα με άλλη άποψη, η χώρα των Παιόνων διαιρέθηκε σε τρεις περιοχές. Στη δυτική Παιονία που καταλάμβανε το βόρειο μέρος της κοιλάδας του Αξιού και την περιοχή του Ερυγώνα ποταμού, η οποία είναι γνωστή με το όνομα Δερρίοπος χώρα ή Δερρίοπος Παιονία. Πόλεις της ήταν: η Δερρίοπος, τα Στύμβαρα, αι Αλκομεναί, το Βρυάνιον, η Πλούβια και η Περσηίς. Στην Αμφαξίτιδα Παιονία με τις πόλεις Βυλάζωρα, Στόβοι, Αμυδών, Αντιγόνεια, Αστραίον, Δόβηρος, Άστιβος, Ταυρίανα, στη σημερινή Παιονία τις πόλεις Γορτυνία, Ευρωπό, Αταλάντη, Ειδομένη. Τέλος στην Παρορβηλία Παιονία, εκείνη που βρίσκονταν γύρω από το όρος Όρβηλος με σημαντικές πόλεις τις: Όρβηλο, Γαρησκό και Παντάλια.
Η αρχαία Παιονία περιελάμβανε γεωγραφικά ένα μεγάλο τμήμα της ΠΓΔΜ, ένα μέρος του βόρειου τμήματος του αρχαίου Μακεδονικού βασιλείου και μια μικρή περιοχή της Δυτικής Βουλγαρίας. Ο ποταμός Αξιός σημάδεψε την εξέλιξη της περιοχής και το υδάτινο δυναμικό του ευνοεί την ανάπτυξη πλούσιων καλλιεργειών.
Οι αρχαίοι Παίονες θεωρούνται ως ένα από τα μεγαλύτερα και ισχυρότερα φύλα των κεντρικών περιοχών της Χερσονήσου του Αίμου και αναφέρονται στα ιστορικά κείμενα του Ομήρου, του Ηροδότου, του Στράβωνα και του Θουκυδίδη. Σύμφωνα με τον Όμηρο, πρωτεύουσα της Παιονίας ήταν η πόλη Αμυδών, η οποία, γεωγραφικά, βρισκόταν πολύ κοντά στο σημερινό Αξιοχώρι και οι Παίονες της Αμυδώνας συμμετείχαν στον Τρωικό πόλεμο.
Ο λαός των Παιόνων αποτελούνταν από πολλές φυλές γνωστές με τα ονόματα Παίονες, Σιροπαίονες, Γρααίοι, Λαιαίοι, Παιόπλαι, Παναίοι. Τα όρια του βασιλείου της αρχαίας Παιονίας μεταβάλλονταν μέσα στους αιώνες λόγω των συχνών πολεμικών συρράξεων με τους γειτονικούς λαούς (Φρύγες, Θράκες, Ιλλυριοί, Πελασγοί), αλλά οι Παίονες ποτέ δεν εκτοπίστηκαν από την ευρύτερη κοιλάδα του Αξιού ποταμού.
Η ανεξαρτησία τους υπό τον βασιλιά Άγη, διατηρήθηκε έως την εισβολή του Φιλίππου (355 π.Χ. – 354 π.Χ.), η οποία ήταν καθοριστική για την προσάρτηση τους στο αρχαίο Μακεδονικό βασίλειο. Συμμετείχαν στην εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου με μια μονάδα ελαφρά οπλισμένων ιππέων – ανιχνευτών. Πολέμησαν ηρωικά και με τον διοικητή τους, Αρίστωνα, συνέτριψαν ένα τμήμα του περσικού ιππικού που προσπάθησε να ανακόψει την προέλαση του μακεδονικού στρατού από τον ποταμό Τίγρη, λίγες ημέρες πριν από τη μάχη των Γαυγαμήλων (331 π.Χ.).
Μετά το θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου οι Παίονες εκμεταλλεύτηκαν τις εμφύλιες συγκρούσεις που ακολούθησαν και απέκτησαν και πάλι την ανεξαρτησία τους μέχρι την υποταγή τους στο Λυσίμαχο (281 π.Χ.), έναν από τους διαδόχους του Μ. Αλεξάνδρου, ο οποίος έγινε βασιλιάς της Θράκης και της Μακεδονίας μέχρι το θάνατο του. Αργότερα η περιοχή της Παιονίας και της αρχαίας Μακεδονίας κατακτήθηκε από Γαλατικά φύλα (Κέλτες). Η Παιονία προσαρτήθηκε οριστικά στο βασίλειο της Μακεδονίας στα τέλη του δεύτερου μισού του 3ου αιώνα π.Χ. μέχρι την εισβολή των Ρωμαίων.
Οι Παίονες αναφέρονται συχνά στην Ιλιάδα ως σύμμαχοι των Τρώων. Η ομηρική πρωτεύουσά τους ήταν η Ἀμυδών/Ἀβυδών στην ανατολική όχθη του κάτω Αξιού (μάλλον στο σημερινό Αξιοχώρι, πρώην Βαρντάροφτσα), οικισμός που, σύμφωνα με τον Στράβωνα, ήταν «χωρίον ἐρυμνὸν» (= καλά οχυρωμένο) που το κατέστρεψαν οι Αργεάδες Μακεδόνες κατά την ανατολική τους επέκταση.
Το επίθετο «ἱπποκορυσταί» που τους προσάπτουν οι Ραψωδοί συνήθως ερμηνεύεται ως «ἱππιοχάρμαι» = «ἁρματομάχοι». Κυριολεκτικά σημαίνει «αυτοί που κορύσσουν ἵππους». Tο ρήμα κορύσσω σημαίνει τόσο «εξοπλίζω για πόλεμο» (equip, arm oneself) όσο και «παρέχω πολεμικό εξοπλισμό σε κάποιον άλλο» (furnish, provide). Επομένως, ο ἱπποκορυστής ετυμολογικά είναι τόσο αυτός που εξοπλίζει τα άλογά του για να πολεμήσει ο ίδιος όσο και αυτός που παρέχει ίππους σε άλλους ιππομάχους/αρματομάχους.
Το επίθετο «ἱπποκορυσταί» που τους προσάπτουν οι Ραψωδοί συνήθως ερμηνεύεται ως «ἱππιοχάρμαι» = «ἁρματομάχοι». Κυριολεκτικά σημαίνει «αυτοί που κορύσσουν ἵππους». Tο ρήμα κορύσσω σημαίνει τόσο «εξοπλίζω για πόλεμο» (equip, arm oneself) όσο και «παρέχω πολεμικό εξοπλισμό σε κάποιον άλλο» (furnish, provide). Επομένως, ο ἱπποκορυστής ετυμολογικά είναι τόσο αυτός που εξοπλίζει τα άλογά του για να πολεμήσει ο ίδιος όσο και αυτός που παρέχει ίππους σε άλλους ιππομάχους/αρματομάχους.
Στο Αξιοχώρι/Βαρντάροφτσα, όπου τοποθετείται η Αμυδώνα/Αβυδώνα, έχουν βρεθεί τα παλαιότερα οστά αλόγου στα νοτιοδυτικά Βαλκάνια (~2500 π.Χ.), σχεδόν σύγχρονα με το στεπικού τύπου ρόπαλο φυλάρχου με ιππόμορφη λίθινη κεφαλή που βρέθηκε στο Πόροντιν της Πελαγονίας και με τα ελαφρώς μεταγενέστερα οστά αλόγου που βρέθηκαν στα Σέρβια Κοζάνης (~2200 π.Χ.).
Επομένως, η εκτροφή ίππων στην κοιλάδα του κάτω Αξιού, εκεί όπου ο Όμηρος τοποθετεί την Παιονική Αμυδώνα, είχε μακρά παράδοση.
Ο Θουκυδίδης, περιγράφοντας την επέκταση των Μακεδόνων, αναφέρει ως πρώην περιοχές της Παιονίας το στενό κομμάτι γης από την Πέλλα ως τον Αξιό.
Ο Στέφανος Βυζάντιος εξηγεί το επίθετο «Βούνομος» της Μακεδονικής Πέλλας, λέγοντας ότι «Βούνομος» και «Βουνόμεια» ήταν τα παλιά της ονόματα. Οι χαρακτηρισμοί αυτοί δηλώνουν εκτροφή βοοειδών (όπως άλλωστε και το τοπωνύμιο Βοττιαία < βοτόν) και, επομένως, οι Παίονες εκτός από ιπποβότες ήταν σίγουρα και βουβότες.
Αυτή η εκτροφή της «μείζονος προβάσεως» (pecus maius = άλογα και βοοειδή, ενώ τα αιγοπρόβατα ή μῆλα < *(s)meh1l- > small, σλαβ. malŭ, συνιστούσαν την «ελάσσονα πρόβασιν» ~ pecudes minores) πιστεύω ότι έδωσε στους Παίονες το όνομά τους.
Το εθνωνύμιο Παίονες μπορεί να ετυμολογηθεί χωρίς δυσκολία ως «κτηνοτρόφοι, βοτήρες», αλλά υπάρχουν τρεις διαφορετικοί συνδυασμοί των ίδιων μορφημάτων που οδηγούν σε αυτήν την ετυμολογία. Τα «σύνορα» της «Παιονίας» δεν ήταν σταθερά με το πέρασμα των αιώνων. Η μεγαλύτερη έκτασή τους πρέπει να ήταν γύρω στα μέσα του 6ου π.Χ. αιώνα όταν, σύμφωνα με τον Hammond, ήταν η υπερδύναμη της ευρύτερης περιοχής. Κατά αυτή την περίοδο «ηγεμονίας» τους, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, οι Παίονες πολιόρκησαν την Πέρινθο στον Ελλήσποντο, μια κίνηση που θα επαναλάβει ο Φίλιππος κατά την περίοδο της Μακεδονικής ηγεμονίας.
Οι Αθηναίοι συγγραφείς των τελών του 5ου π.Χ. αιώνα μερικές φορές χρησιμοποιούν τους όρους «Φρύγες» και «Τρώες» ως ταυτόσημους και, ο Στράβων αργότερα παρουσιάζει μία γνώμη σύμφωνα με την οποία οι Πάιονες ήταν «άποικοι» ή «αρχηγέτες» (= μητροπολιτικός πληθυσμός) των Φρυγών και κάποτε κατοικούσαν και στα μέρη που βρίσκονται μεταξύ Πελαγονίας και Πιερίας. Αυτή η εθνογλωσσική σχέση μεταξύ Παιόνων και Φρυγών πιστεύω πως είναι το πιθανότερο σενάριο.
Η περίοδος της παιονικής «ηγεμονίας» έληξε με την Περσική κατάκτηση, γιατί οι Παίονες αποφάσισαν να αντισταθούν στους Πέρσες και ηττήθηκαν κατά κράτος. Οι Πέρσες κράτησαν δυσμενή στάση προς τους Παίονες (μετέφεραν χιλιάδες αιχμαλώτους στην Ασία) και προτίμησαν να ευνοήσουν τους Μακεδόνες και τους Θράκες Ηδωνούς που είχαν προσφέρει «γη και ύδωρ». Το αποτέλεσμα ήταν πως οι Μακεδόνες εκ δυσμών και οι Ηδωνοί εξ ανατολών, εξαπλώθηκαν και οι δύο εις βάρος των Παιόνων και έφτασαν να έχουν κοινά σύνορα σε μια γραμμή που χονδρικά ένωνε το όρος Δύσωρον με το δέλτα του Αξιού. Ο Ηρόδοτος μας πληροφορεί ότι γύρω στο 500 π.Χ. τα πολιτικά σύνορα της Μακεδονίας έφταναν ως το όρος Δύσωρον. Η λίμνη Πρασιάς είναι η σημερινή Κερκίνη (νοτίως του όρους Κερκίνη) και ο Ηρόδοτος περιγράφει μια κοινότητα πολύγαμων Παιόνων που είχαν χτίσει ένα πασσαλοχωριό μέσα στην λίμνη (ἐν τῇ λίμνη κατοικημένους … ἴκρια ἐπὶ σταυρῶν) και είχαν κόψει την απαραίτητη ξυλεία από το όρος Όρβηλος.
Το Παιονικό φύλο που ζούσε στις πηγές του Οίσκου ήταν οι Αγριάνες. Ο Θουκυδίδης τους προσδιορίζει ως Παιονικό φύλο (Ἀγριᾶνας καὶ Λαιαίους καὶ ἄλλα ὅσα ἔθνη Παιονικὰ) και θεωρεί το όρος «Σκόμβρο» (Vitoša, πάνω από το όρος Ρίλα), απ΄όπου πηγάζει ο Στρυμόνας που ρέει επί της περιοχής των Αγριανών και των Λαιαίων, λίγο πολύ σαν τριεθνικό σημείο: στα ανατολικά του ζούσαν Θράκες, στα βορειοδυτικά του οι Τριβαλλοί και στα νοτιοδυτικά του οι Παίονες.Σε αυτό το χωρίο ο Θουκυδίδης αναφέρει πως ο Οδρύσης Σιτάλκης κατάφερε να εξαπλώσει την εξουσία του μέχρι και τους Αγριάνες και τους Λαιαίους, αλλά όχι στους «αυτόνομους Παίονες» που ζούσαν δυτικότερα.
Ο Θουκυδίδης πάντα αναφέρει τους Μαίδους και τους Σιντούς ως ανατολικούς γείτονες των Παιόνων και το όρος Κερκίνη ως το σιντο-παιονικό μεθόριον. Όταν ο στρατός του Σιτάλκη εισέβαλε στην Μακεδονία από τον μέσο Στρυμόνα είχε στα δεξιά του τους Παίονες και στα αριστερά του τους Σιντούς και τους Μαίδους, φτάνοντας στην Παιονική Δόβηρο (Δοϊράνη).
Ο Αριστοτέλης γράφοντας γύρω στο 325 π.Χ. περιγράφει το όρος Μεσσάπιον (~ σημερινό Osogovo) ως το μεθόριον Παιονίας και Μαιδικής και αναφέρει τον ποταμό Πόντο (Στρωμνιτσιώτης;) στην χώρα των Σιντών και των Μαιδών. Αν η περιγραφή του είναι ακριβής, τότε το ανατολικό παιονικό σύνορο είχε υποχωρήσει ελαφρώς προς τα δυτικά από τα χρόνια του Ηρόδοτου μέχρι αυτά του Αριστοτέλη.
Τα δυτικά σύνορα των Παιόνων έφταναν κάποτε μέχρι τον Εριγώνα ποταμό της Πελαγονίας, ενώ τα βόρεια σύνορα με τους Δαρδάνους σχημάτιζαν οι ποταμοί Pčinja και Treska (ο νοτιότερος των δύο βασικών παραποτάμων που δυτικά των Σκοπίων σχηματίζουν τον ενιαίο Αξιό).
Με την έναρξη της Μακεδονικής ηγεμονίας επί Φιλίππου Β΄, οι Παίονες έγιναν υποτελής λαός στους Μακεδόνες, διατηρώντας τους βασιλικούς τους οίκους. Μετά από 2 χρόνια (356/5 π.Χ.) αυτονομήθηκαν και συμμετείχαν στην συμμαχία κατά του Φιλίππου (Αθηναίοι, Παίονες/Λύππειος, Θράκες/Κετρίπορις, Ιλλυριοί/Γράβος). Η αθηναϊκή επιγραφή με τον όρκο της συμμαχίας έχει διασωθεί.
Όλα τα μέλη της συμμαχίας ηττήθηκαν ανεξάρτητα από τους Μακεδόνες και οι Παίονες αναγκάστηκαν να επανέλθουν στο «μαντρί» υποτέλειας του Φιλίππου. Οι Παίονες προσπάθησαν να αποτάξουν τον μακεδονικό ζυγό τόσο μετά τον θάνατο του Φιλίππου όσο και μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου και, στην δεύτερη περίπτωση, θα καταφέρουν να διατηρήσουν την αυτονομία τους μέχρι να τους «ξαναμαντρώσει» ο Λυσίμαχος.
Στο δεύτερο μισό του 3ου π.Χ. αιώνα, όταν οι Δάρδανοι θα εξελιχθούν σε «παρομοιώδεις εχθρούς των Μακεδόνων», οι Παίονες θα προτιμήσουν να προσαρτηθούν τελείως στην Μακεδονία (217 π.Χ.), για να γλιτώσουν από τις Δαρδανικές επιδρομές. Ο Φίλιππος Ε΄ θα προσπαθήσει να δημιουργήσει ένα «μαξιλάρι» (buffer zone ~ ρυθμιστική ζώνη) ανάμεσα στην Μακεδονία και τους Δαρδάνους. Στην μεν Παιονία, σύμφωνα με τον Πολύβιο εγκατέστησε «Θράκες κι άλλους [φιλικά προσκείμενους] βαρβάρους» για να ενισχύσει την αντιδαρδανική άμυνα της περιοχής. Στην δε κοιλάδα του Πόλογκ, είχε συνάψει συμμαχία με τους Γερμανούς Βαστάρνες έχοντας κατά νου ένα πρόγραμμα «εθνοκάθαρσης» των Δαρδάνων του Πόλογκ. Οι Δάρδανοι θα απωθούνταν βορείως του Σκάρδου και οι Βαστάρνες θα εποικούσαν την περιοχή δρώντας σαν υποτελείς «ακρίτες». Αυτό το δεύτερο σχέδιο δεν πρόλαβε να πραγματοποιηθεί. Ο Φίλιππος πέθανε και οι Βαστάρνες αποδυναμώθηκαν από συγκρούσεις που είχαν με εγχώρια φύλα στην Θρακική ενδοχώρα.
Ο Πολύβιος παρουσιάζει τα/την Βυλάζωρα ως την μεγαλύτερη Παιονική πόλη. Ο Φίλιππος κατέλαβε και οχύρωσε τα/την Βυλάζωρα, γιατί η πόλη έλεγχε τις «εισβολές» (= περάσματα εισόδου των Δαρδάνων επιδρομέων) από την Δαρδανική στην Μακεδονία.
Λίγο πριν την μακεδονική προσάρτηση του 217 π.Χ., το «Κοινὸν τῶν Παιόνων» έκανε μια αφιέρωση στην Ολυμπία τιμώντας τον Παίονα βασιλιά και «κτίστη» Δρωπίωνα. Ο όρος «κτίστης» συνήθως σημαίνει «ιδρυτής», αλλά σήμαινε και «αποκαταστάτης της ελευθερίας της πατρίδος» (ορισμός II).
Μετά την ρωμαϊκή κατάκτηση, η Παιονία θα γίνει Macedonia Secunda/Salutaris με πρωτεύουσα τους Στόβους, την πόλη του Ιωάννη Στοβαίου. Από το παλαιό δαρδανο-παιονικό σύνορο (γραμμή Treska–Pčinja) θα περάσει η περιβόητη Γραμμή του Jireček και το διοικητικό σύνορο που θα χωρίσει την Διοίκηση Μακεδονίας από την Διοίκηση Δακίας.
Οι κάτοικοι των Σκουπών (Σκόπια) αμέσως πάνω από την γραμμή, πριν την Ρωμαϊκή κατάκτηση ήταν Δάρδανοι και όχι Παίονες και, κατά την Ρωμαϊκή περίοδο, χρησιμοποιούν κυρίως την Λατινική στις επιγραφές τους, στις οποίες αυτοπροσδιορίζονται ως «Βέσσοι», όρος που κατέληξε να σημαίνει εν γένει τον ομιλητή Δακο-Θρακικών διαλέκτων.
http://paionia.gov.gr/%CE%A0%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CF%84%CE%B9%CF%83%CE%BC%CE%BF%CF%82-%CE%A4%CE%BF%CF%85%CF%81%CE%B9%CF%83%CE%BC%CE%BF%CF%82/paioniahistory
https://maxitis.gr/xristos-intos-gia-tous-arxaious-paiones-tis-perioxes-kai-tis-poleis-tous/#google_vignette
https://smerdaleos.wordpress.com/2015/06/24/%CE%BF%CE%B9-%CF%80%CE%B1%CE%AF%CE%BF%CE%BD%CE%B5%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%B7-%CE%B3%CE%BB%CF%8E%CF%83%CF%83%CE%B1-%CF%84%CE%BF%CF%85%CF%82-1-%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%81%CE%B9%CE%BA%CE%AC/
https://smerdaleos.wordpress.com/2015/06/24/%CE%BF%CE%B9-%CF%80%CE%B1%CE%AF%CE%BF%CE%BD%CE%B5%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%B7-%CE%B3%CE%BB%CF%8E%CF%83%CF%83%CE%B1-%CF%84%CE%BF%CF%85%CF%82-1-%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%81%CE%B9%CE%BA%CE%AC/

















.jpg)
.jpg)






.jpg)





