Φαύλος κύκλος, Δημητρίου Ψαθά. Ραδιοφωνικό θέατρο.

Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος.

Απόψε θα σας παρουσιάσω την κλασική κωμωδία του Δημητρίου Ψαθά "Φαύλος κύκλος".

Το έργο είναι μία φαρσοκωμωδία, με έξυπνους και ευχάριστους διαλόγους.



Το έργο γράφτηκε το 1954 και ανέβηκε στη σκηνή τη σεζόν 1954-55, στο θέατρο Κοτοπούλη. Τη σκηνή διηύθυνε τότε ο Δημήτρης Μυράτ.

Πρόκειται για την ιστορία ενός ανθρώπου,του Χρήστου, που δεν χορταίνει με τίποτα... Πειναλέος στην αρχή, αφού εξασφαλίσει το ψωμί του σταδιακά ζητάει και κάτι παραπάνω κάθε φορά...

Ο πόντιος συγγραφέας δεν θα ικανοποιηθεί όμως με την εικόνα του έργου καθώς θα εντοπίσει πολλές ατέλειες. Ο Ψαθάς θα είναι πάντα πρόθυμος να κάνει αυτοκριτική. 'Ετσι λοιπόν 12 χρόνια μετά, το 1968, θα παρουσιάσει αυτή την φορά στην κινηματογραφική οθόνη τον αχόρταγο, με κάποιες αλλαγές και πρωταγωνιστή τον Γκιωνάκη. Η ιαχή του Χρήστου στην ταινία: Φέρτε μου κατουρημένες ποδιές να φιλήσω! (προκειμένου να υπουργοποιηθεί!!) θα μείνει χαραγμένη στη μνήμη όσων θα δουν την ταινία και θα δείξει το επίμονο πνεύμα που επιδείκνυε ο Ψαθάς προκειμένου να τελειοποιήσει το έργο του.


Ο Ψαθάς μας παρουσιάζει εύστοχα την ανθρώπινη απληστία που δεν ικανοποιούνται με τίποτα. Εάν ο άνθρωπος αφεθεί σ' αυτό το πάθος τότε γίνεται Χρήστος και εισέρχεται στο φαύλο κύκλο.

Στο ρόλο του Χρήστου ένας εξαίρετος ηθοποιός, ο Σταύρος Ξενίδης.



Η μεταφόρτωση πραγματοποιήθηκε από το κανάλι Ισοβιτης .



Στοιχεία για τον Δ. Ψαθά θα βρείτε εδώ
https://politismikidiadromi.blogspot.com/2019/05/blog-post_0.html

πηγές: Τα Νέα, Στείρι Βοιωτίας.

 

Παπαδόπουλος Παύλος, Ανώτερος Δημόσιος Υπάλληλος, Πτυχιούχος Ανθρωπιστικών Σπουδών

 

28 Ιουνίου 1913 Απελευθέρωση των Σερρών

Οι Βούλγαροι, μετά την συντριβή τους στη μάχη του Κιλκίς – Λαχανά, είχαν εγκαταλείψει από τις 21 Ιουνίου τις Σέρρες, ενώ η 7η Μεραρχία, υπό τον Υπτγο Ναπολέοντα Σωτήλη, προήλαυνε ήδη για την απελευθέρωση της πόλης. Η απελευθέρωση καθυστέρησε λόγω καταστροφής των γεφυρών του Στρυμόνα που η επισκευή τους κράτησε μέχρι το πρωί της 28ης Ιουνίου. Τότε, η 7η ΜΠ μεραρχία προέλασε ξανά και εισήλθε στις Σέρρες. Η εικόνα ήταν τρομερή. Οι Βούλγαροι, πριν την αναχώρησή τους είχαν κάψει το μεγαλύτερο μέρος της πόλης. Κυρίως τη μεγάλη Ελληνική συνοικία και την Ελληνική αγορά.



Ο Μέραρχος εξέδωσε αμέσως προκήρυξη, εξαγγέλοντας ότι «απελευθερώνει και καταλαμβάνει τας Σέρρας και προσκαλεί τους κατοίκους ανεξαρτήτως φυλής, γλώσσης και θρησκεύματος, να επανέλθουν εις τας ειρηνικάς των ασχολίας» και έστειλε τηλεγράφημα στο ΓΣ, ζητώντας επειγόντως βοήθεια:

«Η πόλις των Σερρών εκάη ολόκληρος εξαιρέσει τουρκικής και εβραϊκής συνοικίας. Αγορά εκάη επίσης. Πλήθος γυναικοπαίδων ευρέθησαν φονευμένα ή απηνθρακωμένα εντός οικιών. Πόλις στερείται εντελώς άρτου. Απόλυτος ανάγκη ληθώσι μέτρα συντόμως προς διατροφήν πληθυσμού.

Αστεγοι υπερβαίνουσι 20 χιλιάδας. Λεπτομερείας τηλεγραφήσω προσεχώς.»


Στην εφημερίδα «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ» της 29/6/1913 διαβάζουμε την είδηση:

«Σώμα προσκόπων υπό τον Ταγματάρχην κ. Μαζαράκην κατέλαβε τας Σέρρας κηρύξαν τον στρατιωτικόν νόμον. Ο Βουλγαρικός Στρατός αποχωρήσας εκ Σερρών εν πανικώ εγκατέλιπε τα πάντα μη προφθάσας να φονεύση άπαντας τους προκρίτους. Εκ των 70 προκηρυχθέντων ο Διευθυντής της Τραπέζης Ανατολής Σταμούλης, ο ιατρός Χρυσάφης και 20 άλλοι εσφάγησαν κατόπιν φρικωδών βασανιστηρίων. Ο Επίσκοπος Πολυανής και 30 πρόκριτοι Δοϊράνης, ους είχε παραλάβει ο Βουλγαρικός Στρατός ως ομήρους, δεν έφθασαν εις Σέρρας. Φαίνεται ότι εξηφανίσθησαν καθ΄ οδόν.»


Οι απειλές των Βουλγάρων, ότι θα έκαιγαν την πόλη αν αναγκάζονταν να φύγουν, είχαν πραγματοποιηθεί. Μετά την αποχώρησή τους στις 12 Ιουνίου, στις 25, ένα Βουλγαρικό απόσπασμα προσπάθησε να μπει ξανά στην πόλη, αλλά αποκρούστηκε από σώμα πολιτοφυλάκων. Η αντίσταση κράτησε ως τις 27 Ιουνίου. Τότε, έφτασαν ισχυρές Βουλγαρικές δυνάμεις με 4 πυροβόλα, που κατέλαβαν το ύψωμα δίπλα στην πόλη και το επόμενο πρωί, Παρασκευή 28 Ιουνίου, άρχισαν να την βομβαρδίζουν. Ταυτόχρονα, Κομιτατζήδες με επί κεφαλής Αξιωματικούς του Στρατού, μαζί με τον αρχι-Κομιτατζή Γιάγκωφ και τον Γραμματέα της Νομαρχίας Βούλκωφ, γύριζαν μέσα στην πόλη και έβαζαν φωτιά στα σπίτια με πετρέλαιο, βρίζοντας και φωνάζοντας «ούρα ούρα», ενώ άλλοι λεηλατούσαν σπίτια και μαγαζιά. Από την λεηλασία δεν γλύτωσε ούτε η κατοικία του Αυστριακού Προξένου Ζλάτκου και όσοι είχαν καταφύγει για να προσττευθούν σ’ αυτήν. Ενώ και ο ίδιος ο Ζλάτκος συνελήφθη όμηρος και για να ελευθερωθεί πλήρωσε 40 λίρες. Τα ίδια συνέβησαν και στην κατοικία του Ιταλού Προξένου.


Οι πρώτες οβίδες πέσανε στα κτίρια της Αμερικανικής Εταιρείας Καπνών, παρ’ όλο που είχε υψωθεί Αμερικανική σημαία. Τα αποθηκευμένα καπνά έπιασαν φωτιά και η ζημιά υπολογίστηκε σε πάνω από 1.000.000 δολλάρια. Ωστόσο, αν και οι Βούλγαροι κατέστρεψαν και το Ελληνικό Νοσοκομέιο, την Εβραϊκή Συναγωγή, το Μέγαρο της Μητρόπολης και τόσα άλλα καταστήματα και κτίρια παραδόξως δεν πείραξαν το Διοικητήριο, το Τηλεγραφείο και τους Στρατώνες.


Ιδού πώς περιγράφει ο Αυστριακός Πρόξενος την αποχώρηση των Βουλγάρων, σε τηλεγράφημα που έστειλε στον Πρόξενο της Αυστρίας στη Θεσσαλονίκη:

«Ένα Βουλγαρικό απόσπασμα με τμήματα Ιππικού και Πεζικού κανονιοβόλησε την πόλη των Σερρών το πρωί της Παρασκευής (28 Ιουνίου). Αφού έπεσαν βόμβες σε διάφορα σημεία το Πεζικό μπήκε στην πόλη. Έσφαξαν πολλούς κατοίκους και πυρπόλησαν όλα τα σπίτια και τα καταστήματα της πόλης, η οποία καταστράφηκε εντελώς. Τα θύματα της σφαγής και της πυρκαΐάς είναι πολυάριθμα. 2.000 περίπου ψυχές μένουν χωρίς στέγη, τροφή, ρουχισμό και καταλύματα. Όλα τα αποθέματα καταστράφηκαν. Η πόλη στερείται εντελώς ζωοτροφών. Για τη φοβερή αυτή κατάσταση σας παρακαλώ να λάβετε μέρος στην αποστολή βοήθειας.

Το μεσημέρι της περασμένης Παρασκευής οι Στρατιώτες του τακτικού στρατού χτύπησαν την οικία μου και μας έβγαλαν με τη βία στο δρόμο, εμένα και την οικογένειά μου. Τότε ένας μεγάλος αριθμός προσώπων που προσπαθούσαν να αποφύγουν τη σφαγή και τη φωτιά ήρθαν προς εμένα. Όλα τα παιδιά και οι γυναίκες που με συνόδευαν απειλήθηκαν με θάνατο και μόνον με αντίτιμο μεγάλου ποσού λύτρων απελευθερώθηκαν. Είμαι υγιής, το σπίτι μου ήταν στο έλεος της φωτιάς. Είμαι με την οικογένειά μου άστεγος και άνευ ρουχισμού.»


Τηλεγράφημα που στάλθηκε προς τον πρόεδρο της Βουλής στις 1/7/1913, αναφέρει μεταξύ άλλων:

«Πριν βάλουν φωτιά οι Βούλγαροι λεηλάτησαν τα σπίτια και τα καταστήματα, σπάζοντας τις πόρτες με τσεκούρια. Δεν υπολόγισαν ούτε ξένους υπηκόους που έλπιζαν ότι θα σωθούν υψώνοντας τις εθνικές σημαίες τους. Έτσι παραβιάστηκαν οι οικίες του Θεμιστοκλέους Μιγάτσκου, Διευθυντού της Τραπέζης Αθηνών και Αυστριακού υπηκόου, που κατοικούσε στο σπίτι του επίσης Αυστριακού Δούρου, τα σπίτια των Αμερικανών καπνεμπόρων Χαίκτων και Μουρ, αν και είχαν ανυψώσει την αμερικάνικη σημαία, η οικία του αντιπροσώπου του αγγλικού καπνεμπορικού καταστήματος “Κομέρσιαλ”, το κατάστημα Τίριγγ που ανήκε σε Aυστριακό, οι καπναποθήκες “Αμέρικαν Ταμπάκο” και “Έρζοκ”, η Μακεδονική Εταιρεία Καπνών, η Αγγλική του Μονοπωλίου Καπνών των αδελφών Εσκενάζη Αμερικανών, η οικία του Ιταλού Κιαζημμεμίν και του Ισπανού Χασίζ Σαούρτα. Επίσης κάηκε η Τράπεζα Αθηνών και Ανατολής και το σπίτι του Γερμανού υπηκόου Κ. Μαρούλη.»


Ο εμπρησμός και η λεηλασία κράτησαν μέχρι το απόγευμα της Παρασκευής, οπότε έφθασε το σώμα Προσκόπων του Μαζαράκη που έτρεψε σε φυγή τους Βουλγάρους. Από τους προσκόπους σκοτώθηκαν 7 και τραυματίστηκαν 10. Η εκδικητική μανία των Βουλγάρων δεν άφησε τίποτε όρθιο. Ευτυχώς γλύτωσαν τα γυναικόπαιδα.


Για τις Βουλγαρικές θηριωδείες ο Βασιλιάς τηλεγράφησε στην κυβέρνηση:

«Διαμαρτυρηθήτε κατ΄ εντολήν Μου εις τους αντιπροσώπους των πολιτισμένων Δυνάμεων εναντίον των ανθρωπομόρφων τούτων τεράτων, καθώς και εις τον πεπολιτισμένον κόσμον ολόκληρον και δηλώσατε ότι θα αναγκασθώ μετά λύπης Μου να προβώ εις αντίποινα, όπως εμπνεύσω φόβον και σκέψιν τινά προ της τελέσεως τοιούτων εγκλημάτων. Οι Βούλγαροι επισκιάζουν όλας τας φρικαλεοτήτας των βαρβαρικών επιδρομών του παρελθόντος και αποδεικνύουν ότι δεν έχουν πλέον το δικαίωμα να συγκαταλέγωνται μεταξύ των πεπολιτισμένων λαών.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Β.»


20 μέρες μετά τα τραγικά γεγονότα η εφημερίδα «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ» δημοσίευσε στο φύλλο της 19ης Ιουλίου μια σειρά ανταπoκρίσεων απεσταλμένου της από τις Σέρρες, που τις χαρακτηρίζει νεκρόπολη!

«Δεν είναι υπερβολή. Οι Σέρρες δεν υπάρχουν πια. Εκεί που πριν λίγο ακόμη στεκόταν υπερήφανη η πιο ωραία, πατριωτική και αρχοντική πόλη της Ανατολικής Μακεδονίας, απλώνονται ερείπια και κυριαρχεί η σκιά δυστυχίας και θανάτου. Και κάτω από την σκιά αυτή, δίπλα στα ερείπια, 15 χιλιάδες άνθρωποι κάθε ηλικίας, φύλου και τάξης γελούν και κλαίνε, έχοντας στερηθεί τα πάντα. Γελούν για την απελευθέρωσή τους από τον Βουλγαρικό ζυγό και την εθνική τους αποκατάσταση. Κλαίνε για την ατομικήν τους καταστροφή. 15 περίπου ημέρες έρασαν από την αποφράδα και ευτυχή ημέρα κατά την οποία από τη μία άκρη έβγαιναν οι Βουλγαρικές ορδές αφήνοντας πίσω φλόγες και από την άλλη έμπαινε ο Ελληνικός Στρατός. Και όμως, στα πρόσωπα των Σερραίων διακρίνω ακόμη τις γραμμές του τρόμου και της ημιπαραφροσύνης μαζί με τις γραμμές της χαράς και της ανακούφισης. Οι δυστυχείς έζησαν ώρες μακρές, από εκείνες που συγκλονίζουν βαθιά την ψυχή και αφήνουν βαθύτατα ίχνη.»


Ένα χαρακτηριστικό στιγμιότυπο δημοσίευσε η εφημερίδα «Εμπρός» της 5ης Ιουλίου. Αφορά την εκδήλωση που έγινε στο τζαμί Εσκή, που είχε μετατραπεί από τους Βουλγάρους σε εκκλησία. Με την απελευθέρωση της πόλης το τζαμί δόθηκε πάλι στους Μουσουλμάνους από τις Ελληνικές Αρχές.


Στην εκδήλωση παρευρέθηκαν οι Πρόξενοι της Αυστρίας και της Ιταλίας, οι ξένοι ανταποκριτές Μαγκρίνι και Φέρμαν, ο Δήμαρχος Σερρών Αδήλ Βέης, Έλληνες πρόκριτοι και πολλοί άλλοι.


Ο Φρούραρχος των Σερρών Μαζαράκης, κήρυξε την απελευθέρωση της πόλης με τα παρακάτω λόγια:

«Εν ονόματι της Α.Μ. του Βασιλέως Κωνσταντίνου και του νικηφόρου Στρατού κηρύσσω την απελευθέρωσιν της αγαπητής πόλεως των Σερρών, τόσον σκληρώς δοκιμασθείσης υπό βαρβάρου εχθρού. Η Ελληνική Κυβέρνησις θα απονείμει τοις πάσι δικαιοσύνην, ουδεμίαν διάκρισιν ποιούσα μεταξύ φυλής, θρησκεύματος, εθνικότητος.»


Στις 6 Ιουλίου, με εντολή του Φρουράρχου άρχισε η εκκαθάριση των ερειπίων στο κέντρο της πόλης. Στη διάρκειά της βρέθηκαν πολλά καμμένα πτώματα κατοίκων, που είχαν δολοφονηθεί με ξιφολόγχη. Στη συνοικία Κατινίκια είχαν σφαγεί 28, μεταξύ αυτών και ο Αυστριακός μηχανικός Αλβέρτος Πιρώ.


100 χρόνια πριν ελευθερώνεται η Καβάλα...

 26 Ιουνίου 1913. Β΄ Β.Π. Τα Α/Τ Δόξα Πάνθηρ και Ιέραξ αποβιβάζουν άγημα και απελευθερώνουν την Καβάλα από Βουλγάρους χωρίς αντίσταση υπό τον έξαλλο ενθουσιασμό των κατοίκων. Ο Πλχης Αντ Κριεζής υψώνει την Ελληνική σημαία στο Διοικητήριο, διαβάζει διάγγελμα Κουυντουριώτη.



Ο σκαρτάδος, του Γεωργίου Σουρή.

 Ο σκαρτάδος, του Γεωργίου Σουρή. 

        

Ἕνας σκαρτάδος Βρεττανὸς προχθὲς ἀνέβη μόνος

ἀπάνω ᾿στὴν Ἀκρόπολι τὴ δόξα μας νὰ ᾿δῇ,
κι᾿ ὅσο τὰς στήλας ἔβλεπε τοῦ θείου Παρθενῶνος,
ἐσυγκινεῖτο κι᾿ ἔκλαιε σὰν τὸ μωρὸ παιδί.
Τὸν ἔπιασε ντελίριο, τὸν ἔσφιξ᾿ ἡ καρδιά του,
κι᾿ ἐστάλαζαν ᾿στὰ μάρμαρα ζεστὰ τὰ δάκρυά του.

Κι᾿ ἀμέσως τότε ἔγραψε μὲ φοῦρκα ᾿στὸ Λονδῖνο
῾στὴν Ἄνασσα Βικτώρια ὀπίσω νὰ μᾶς δώσῃ
τὰ ὅσα ἐσουφρώθησαν ἀπ᾿ τὸν γνωστὸ Ἐλγῖνο,
γιατὶ ἀργὰ ἢ γρήγορα θὲ νὰ τὸ μετανιώσῃ.
Αὐτὰ καὶ ἄλλα ἔγραψε ὁ κύριος σκαρτάδος,
χωρὶς γι᾿ αὐτὸ τὴν ἄδεια νὰ πάρῃ τῆς Ἑλλάδος.

Τί διάβολο;… κάθε τρελλὸς σ᾿ ἐμᾶς θὰ ξεθυμαίνῃ;
ποιὸς τοὖπε τούτου τοῦ μουρλοῦ γιὰ μάρμαρα νὰ γράψῃ;
καὶ ἂν γυμνὸς ὁ Παρθενῶν κι᾿ ἐρημωμένος μένῃ,
θαρρῶ κανένας Ἕλληνας γι᾿ αὐτὸ πὼς δὲ θὰ κλάψῃ.
Ἐμεῖς ἐσυνειθίσαμε σὲ τέτοια καὶ δὲν κλαῖμε,
κι᾿ ἐκεῖνα ποὺ μᾶς ἔκλεψαν ὀπίσω δὲν τὰ θέμε.

Κι᾿ ἂν θὲς ν᾿ ἀκούσῃς, Ἄνασσα τῶν Βρεττανῶν, κι᾿ ἐμένα,
τὸ λάμπον Μεγαλεῖόν σου θερμῶς παρακαλῶ,
νὰ μὴ μᾶς στείλῃ τίποτε ἀπ᾿ ὅλα τὰ κλεμμένα,
καὶ νὰ βουλώσῃ τὸ αὐτὶ γιὰ τοῦτο τὸν τρελλό.
Σὲ βεβαιῶ, Παντάνασσα, πὼς διόλου δὲ μᾶς μέλλει,
κανεὶς δὲν τοὖπε τίποτα, κανένας δὲν τὰ θέλει.

Ὦ Βρεττανέ, τοὺς Ἕλληνας μὴν κλαῖς γιὰ Παρθενῶνες,
καὶ οὔτε γράμματα πικρὰ ᾿στὴν Ἄνασσα νὰ στέλλῃς,
πέρνε σὰν τὸν Παράσχο μας ἀπὸ τὴ γῆ κοτρῶνες,
καὶ στοίβαζε κι᾿ ἀσβέστωνε καὶ κάνε ὅσους θέλεις.
Ὅπου πατήσῃς μάρμαρα, ὅπου σταθῇς μνημεῖα,
καὶ ἀπὸ ἀρχαιότητας παντοῦ ἐπιδημία.

Κι᾿ ἂν ἔχῃς ὄρεξι νὰ κλαῖς μὲ ὅλη τὴν καρδιά σου,
γι᾿ ἄψυχα μάρμαρα μὴν κλαῖς καὶ γιὰ παλῃὰ κεφάλια,
τὰ ζωντανὰ ἀγάλματα γιὰ κύτταξε ᾿μπροστά σου,
κι᾿ ἐμᾶς νὰ κλάψῃς, Βρεττανέ, καὶ τὰ κακά μας χάλια.
Τὰ πύρινά σου δάκρυα γιὰ ᾿μᾶς δὲν πᾶν χαμένα…
ὤ! κλάψε γιὰ τοὺς Ἕλληνας, μὰ κλάψε καὶ γιὰ ῾μένα.

Καὶ στεῖλε ᾿στὴ Βικτώρια ἄλλο καινούριο γράμμα,
καὶ πές της γιὰ τὸ χάλι μας καὶ τὴν κακή μας μοίρα,
καὶ παρακάλει την καὶ σὺ μὲ πόνο καὶ μὲ κλάμμα
νὰ στείλῃ ἀντὶ μάρμαρα κανένα κιούπι λίρα,
κανένα παλῃοκάνονο, κανένα παλῃοστόλο,
κι᾿ ἂν τὸ θέλῃ, τῆς χαρίζουμε τὸν Παρθενῶνα ὅλο.

Γεώργιος Σουρῆς (1853-1919): σατιρικὸς ποιητὴς ἀπὸ τὴν Σύρο, ἐξέδιδε ἐπὶ μακρὸν τὴν καθὅλα ἔμμετρη ἐφημερίδα «ὁ Ῥωμηός».





534μ.Χ Θρίαμβος

Το Καλοκαίρι του 534,μετά την διάλυση του κράτους των Βανδάλων,ο Βελισσάριος, απέπλευσε από την Καρχηδόνα για την Κωνσταντινούπολη με πολλά λάφυρα και αρκετές χιλιάδες αιχμαλώτους. Ο λαός της Κωνσταντινούπολης του έκανε μεγάλη υποδοχή και ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός του επέτρεψε να τελέσει θρίαμβο.





Την ημέρα του θριάμβου η πομπή ξεκίνησε από την κατοικία του Βελισαρίου. Μπροστά πήγαινε πεζός ο νικητής στρατηγός και πίσω του ακολουθούσαν ο αιχμάλωτος βασιλιάς Γελίμερος, οι άλλοι αιχμάλωτοι και όλοι οι θησαυροί που είχαν αρπάξει οι Βάνδαλοι από την Ρώμη. Όταν η πομπή έφθασε στον Ιππόδρομο, ο Βελισάριος προσκύνησε μπροστά στον Ιουστινιανό και τη Θεοδώρα. Το ίδιο έκανε χωρίς προθυμία και ο Γελίμερος, ο οποίος καθώς γονάτιζε ψιθύρισε: «Ματαιότης, ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης».
Επιστρέψαμε πλέοντας από την Τρίπολη και την Κρήτη, ένα ταξίδι χωρίς προβλήματα και μπήκαμε πάλι στο Βόσπορο, ανήμερα μεσοκαλόκαιρου το σωτήριου έτους 534. Μας περίμενε μια θορυβώδης υποδοχή στην αποβάθρα και μια βασιλική στο παλάτι. Ο Ιουστινιανός είχε τόσο πολύ ενθουσιαστεί με την τεράστια αξία των θησαυρών που ξεφόρτωναν τα πλοία μας και τόσο πολύ εντυπωσιαστεί με τη θέα των 15.000 ρωμαλέων αιχμαλώτων (Βάνδαλοι), που λησμόνησε τις υποψίες του για στάση του Βελισάριου, τον αποκάλεσε <<αφοσιωμένο ευεργέτη μας>> και τον πήρε από το χέρι.

Ωστόσο ως Γενικός Αρχηγός όλων των στρατιών της αυτοκρατορίας που ήταν, θεώρησε ότι δικαιωματικά του ανήκε όλη η δόξα για τη νίκη επί των Βανδάλων. Στο εισαγωγικό μέρος του Νέου Πανδέκτη των νόμων (είχε εκδοθεί την ίδια μέρα πού έγινε η μάχη στο Τρικάμαρο) είχε αυτοαναγορευτεί <<Κατακτητής Βανδάλων και Αφρικανών-Ευσεβής,Τροπαιοφόρος, Ευδαίμων και Ένδοξος, και, χωρίς διόλου να αναφέρει αν συμμετείχε και κάποιος άλλος στη νίκη, έκαμε λόγο για τις αγωνίες του πολέμου, τις νηστείες, που είχε υποστεί μέχρι να επιτευχθεί η νίκη.
Ο θρίαμβος λοιπόν που θα οργάνωνε θα ήταν δικός του και όχι του Βελισάριου: γιατί σε κανέναν υπήκοο δεν είχε δοθεί ποτέ το δικαίωμα να τελέσει θρίαμβο από καταβολής αυτοκρατορίας, ώστε να μην πάρουν τα μυαλά του αέρα και φιλοδοξήσει το θρόνο. Ακόμη λοιπόν και όταν οι πολεμικές επιδόσεις του αυτοκράτορα περιορίζονται στην αποβάθρα, από όπου εύχεται το κατευόδιο στον στρατό και τον καλωσορίζει, όταν αυτός επιστρέφει, ακόμη και τότε ο αυτοκράωρ υποδύεται το ρόλο του τροπαιούχου στρατηγού.

Η Θεοδώρα, όμως, του συνέστησε πιεστικά να διαδραματίσει στο θρίαμβο τον ίδιο αμέτοχό ρόλο που είχε και στη μάχη και ν΄ αφήσει να οδηγηθεί η πομπή από τον Βελισάριο. Εκείνος δέχτηκε...

Ο Βελισάριος εξήλθε από την κατοικία του που ήταν στη χρυσή πύλη, στο τείχος του Θεοδοσίου και διέσχισε με τη πομπή ολόκληρη τη Μεγάλη Οδό που είχε μήκος δυο μίλια. Ήταν πεζός και ακολουθούσε τους ιερείς και τους επισκόπους που προπορεύονταν αναπέμποντας ψαλμωδίες και λικνίζοντας θυμιατά. Δεν ήταν, σύμφωνα με την παράδοση, πάνω σε άρμα. Ο δρόμος ήταν καταστόλιστος με άνθη, με χρωματιστά μετάξια, με στεφάνια και με χαιρετιστήριες επιγραφές, ασφυκτικά γεμάτος από παραληρούντα πλήθη. Σε κάθε μεγάλη πλατεία της διαδρομής – στην πλατεία του Αρκαδίου, στην Αγορά των Βοίων, στην πλατεία της Αδερφικής Αγάπης, στην πλατεία των Ταύρων (όπου ήταν συγκεντρωμένοι οι Δάσκαλοι και οι σπουδαστές του Πανεπιστημίου) και τελικά στην πλατεία του Κων/νου όπου ήταν παρατεταγμένη όλη η πολιτοφυλακή- o κόσμος παραληρούσε και οι αρχηγοί των συνοικιών ξεχώριζαν από το πλήθος προσφέροντας δώρα και προσφωνώντας τον με καλωσορίσματα υπό τους ήχους σαλπισμάτων.

Πίσω από τον Βελισάριο που τον συνόδευαν ο Ιωάννης Καππαδόκης και άλλοι φημισμένοι στρατηγοί, ακολουθούσαν οι θωρακοφόροι του, οι πεζοναύτες και οι Μασσαγέτες Ούννοι, που την επομένη μέρα θα γύριζαν στην πατρίδα τους, ενώ την πομπή συνέχιζαν οι Βάνδαλοι αιχμάλωτοι, με επικεφαλής τον Γελίμερο που φορούσε πορφυρό μανδύα και συνοδευόταν από όλη την οικογένειά του.

Τα λάφυρα, φορτωμένα σε άμαξες, ήταν εκτυφλωτικά, τα σπουδαιότερα που εμφανίστηκαν ποτέ σε θρίαμβο. Ήταν όλα όσα είχαν συγκεντρώσει οι Βάνδαλοι από το υπερπόντιο και τα έσοδά τους στην Αφρική, συσσωρευμένα πλεονάσματα εκατό ετών, καθώς και η λεία των πειρατικών επιδρομών του Γιζέριχου. Οι Βάνδαλοι αποτελούσαν μια ολιγάριθμη και καταδυναστευτική ολιγαρχία σε μια εύφορη και καρποφόρα γη και όσα δεν είχαν ξοδέψει, από την οκνηρία τους σε δημόσια έργα, τα είχαν στοιβαγμένα και αποταμιευμένα.

Πάνω στα κάρα λοιπόν, περνούσαν σωριασμένα εκατομμύρια λίβρες από ασημένιες ράβδους, σακιά γεμάτα αργυρά και χρυσά νομίσματα, ποσότητες ατόφιου χρυσού, μαλαματένια κύπελλα και σκεύη και αλατιέρες με ένθετα πετράδια, ολόχρυσοι θρόνοι και άμαξες και αγάλματα. Ευαγγέλια με μαλαματένια δεσίματα, και διακόσμηση πολύτιμών λίθων, βουνά ολόκληρα από χρυσά περιδέραια, ζώνες και δαχτυλίδια, καθώς κι από αρματωσιές με χρυσά στολίδια, κοντολογίς κάθε είδους βαρύτιμο και ωραίο αντικείμενο που θα μπορούσε κανείς να φανταστεί, μαζί με ανεκτίμητες αρχαιότητες που προέρχονταν από τη λεηλασία του αυτοκρατορικού παλατιού της Ρώμης και του ναού του Δία από τον Γιζέριχο. Υπήρχαν επίσης και πάμπολλα ιερά κειμήλια: οστά μαρτύρων, θαυματουργές εικόνες, αυθεντικά ρούχα των Αποστόλων και τα καρφιά από το σταυρό του Αγίου Πέτρου, πάνω στον οποίο τον είχαν σταυρώσει ανάποδα.

Αλλά τα λάφυρα που προκάλεσαν το μεγαλύτερο θαυμασμό και το περισσότερο δέος ήταν τα ιερά σκεύη των Ιουδαίων, τα φτιαγμένα από το Μωυσή στην έρημο κατά τη ρητή εντολή του ίδιου του Θεού, που αργότερα φυλάγονταν στο ναό της Κιβωτού της Διαθήκης στην Ιερούσαλήμ. Αυτά ήταν : η ιερή τράπεζα των άρτων της προθέσεως, η κατασκευασμένη από ξύλο άσηπτο και καλυμμένη από χρυσό, μαζί με τους δίσκους, τα σπονδεία, και τις λεκάνες που τη συνόδευαν, η επτάκλωνη από σφυρήλατο χρυσό λυχνία με όλους της τους κόμβους και τις λεκάνες, και το χρυσό Ιλαστήριο με τα δυο του χερουβείμ με τα φτερά τους ανοιχτά. Αυτά τα άρπαξε ο Γιζέριχος από την Ρώμη, όπου τα είχε φέρει ο αυτοκράτορας Τίτος, όταν κατέλαβε τη Ρώμη.
Όταν η Ρώμη ήταν δημοκρατία, ο νικητής στρατηγός παρέλαυνε με τους αιχμαλώτους του περνώντας από όλους τους δρόμους της πόλης και την μέρα εκείνη θεωρούνταν ότι είχε την υπέρτατη εξουσία. Ο βασιλιάς ή αρχηγός του εχθρού, αν ήταν ανάμεσα στους αιχμαλώτους, προσφερόταν θυσία στο τέλος του εορτασμού. Πόσο πολύ έχουν αλλάξει τα έθιμα από τότε.. Κοιτάξτε τον Γελίμερο που περπατά δίχως αλυσίδες: όταν η πομπή καταλήγει στον Ιππόδρομο, όπου την περιμένει ο Ιουστινιανός, καθισμένος στο βασιλικό θεωρείο, μπαίνει κι εκείνος μαζί με τους άλλους. Βγάζει τον πορφυρό μανδύα του, ανεβαίνει τα σκαλιά που οδηγούν στο θρόνο και προσκυνά τον Αυτοκράτορα, ο οποίος τον σηκώνει με ευμένεια και του δίνει χάρη. Με βασιλικό έγγραφο εκχωρούνται εκτάσεις στην Γαλατία γι΄ αυτόν και την οικογένειά του, του απονέμεται ο τίτλος του Πατρικίου, εάν συναινέσει να απαρνηθεί την αίρεση του Αρείου.
Κοιτάξτε τώρα και τον Βελισάριο, τον νικητή, που πλησιάζει στο θρόνο, βγάζει κι αυτό τον πορφυρό μανδύα του και πέφτει προσκυνώντας στα πόδια του Αυτοκράτορα: καμιά έκταση δεν του εκχωρείται και καμιά λέξη δεν ακούει, παρά μόνον του δηλώνουν ότι εξετέλεσε καλά τα καθήκοντά του.

Τι στάση κράτησε άραγε ο Γελίμερος; Μήτε γέλασε, μήτε έκλαψε, παρά κουνούσε το κεφάλι του μελαγχολικά και σαστισμένα, κι επαναλάμβανε διαρκώς την ίδια φράση, σαν να έλεγε κάτι μαγικό, τα λόγια του Εκκλησιαστή : «Ματαιότης, ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης».

Ύστερα η Θεοδώρα είπε στον Ιουστινιανό ότι, αν θέλει να κερδίσει τον τίτλο του <<Μεγάλου>>, θα έπρεπε να είναι γενναιόφρων, δίνοντας στον νικητή κάποιο δείγμα αντάξιο της εύνοιας με την οποία τον περιέβαλλε. Τότε κι εκείνος τον αναγόρευσε Ύπατο, για τον επόμενο χρόνο, και εξέδωσε μάλιστα κι ένα μετάλλιο που στην μπροστινή όψη είχε ανάγλυφο το κεφάλι του, και στην οπισθιά της είχε τον Βελισάριο έφιππο, με πλήρη αρματωσιά, να επελαύνει, μια τιμή μοναδική για στρατηγό.

Η εγκατάσταση του Βελισάριου στην Υπατεία έγινε ανήμερα Πρωτοχρονιά. Καθισμένος στη φιλντισένια έδρα του αξιώματός του, που τη σήκωναν στα χέρια Βάνδαλοι αιχμάλωτοι, κρατώντας το φιλντισένιο του σκήπτρο, έκανε άλλη μια μικρή διαδρομή στην Πόλη από το ενδιαίτημά του στο Παλάτι ως το Μέγαρο της Συγκλήτου. Στο διάβα του μοίραζε πλήθος από τα προσωπικά του πολεμικά λάφυρα, νομίσματα, κούπες, πόρπες, ζώνες, που όλα μαζί υπολογίζονταν σε 100.000 χρυσά.

Οι μικροί Φαρισαίοι, του Δημητρίου Ψαθά. Ραδιοφωνικό Θέατρο.

 Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος.

 Αγαπητοί φίλοι απόψε πρόκειται να σας παρουσιάσω την ξεκαρδιστική κωμωδία του Δημητρίου Ψαθά, Μικροί Φαρισαίοι. Ένα έργο που θα προβάλλει πάντα ως επίκαιρο στην ελληνική κοινωνία.





  Το έργο γράφτηκε το 1954 από τον σπουδαίο Πόντιο λογοτέχνη, ενώ διασκευάστηκε σε ταινία το 1959 από τους Νάσο Οικονομόπουλο και Μάριο Νούσια με τον τίτλο Να πεθερός να μάλαμα.

  Οι Μικροί Φαρισαίοι καυτηρίασαν κοινωνικές καταστάσεις και σκάνδαλα της δεκαετίας του ΄50. Είχε προηγηθεί το Ζητείται ο κλέφτης, το 1953, με παρόμοια θεματολογία από τον ίδιο συγγραφέα.

 

Η υπόθεση:

  Ο πρωταγωνιστής κ. Ντελής, ηθικολόγος στο έπακρο, δίνει στον εαυτό του το δικαίωμα να απατά τη γυναίκα του με μια ωραία κυρία από το φιλόπτωχο ταμείο, να της κάνει πανάκριβα δώρα, ενώ ο σύζυγος της υποκρίνεται κι αυτός κάνοντας ότι αγνοεί την πραγματικότητα. Στο σύνολο των καταστάσεων προστίθεται και ο Αριστείδης, ο ατυχής, ένας αφελής νεαρός, που, με τις απανωτές γκάφες του, μπερδεύει τα πράγματα με ξεκαρδιστικό τρόπο.

 

                                           


Επιπλέον στοιχεία για το έργο.

  Οι Μικροί Φαρισαίοι θεωρήθηκαν από κοινό και θεατρικούς κριτικούς το καλύτερο έργο του Ψαθά. Κάθε φορά που διαβάζεται επί σκηνής σημειώνει μεγάλη επιτυχία.

  Τι είναι αυτό που κάνει επίκαιρο ένα τέτοιο έργο; Η υποκρισία, φυσικά, αυτών που προσπαθούν να καλύψουν ένα σωρό «ανομήματα»  (απιστίες, λοβιτούρες, κλεψιές, καταχρήσεις κλπ) με τη φιλάνθρωπο συμμετοχή τους σε φιλόπτωχα ταμεία, σε ανάλογους συλλόγους, οργανώσεις κλπ. Μια ξεκαρδιστική σάτιρα που αναδεικνύει σκανδαλώδεις κοινωνικές καταστάσεις ίδιες και απαράλλαχτες μ’ αυτές που ταλαιπωρούν την Ελλάδα σήμερα.

  Ο Άγγελος Τερζάκης θα αναφέρει στην κριτική του για το έργο: «Ο μύθος, η πλοκή, οι κωμικές καταστάσεις που πολλαπλασιάζονται διαρκώς, τα ευρήματα και οι ανατροπές, πείθουν ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μιαν αληθινή επιτυχία. Ο Ψαθάς είναι ο απόλυτος και άριστος δεξιοτέχνης. Ο οίστρος του είναι δροσερός και πηγαίος. Το χιούμορ του ακατάβλητο.».

  Σε γενικές γραμμές, οι αρχές της δεκαετίας του ’50 υπήρξε η εποχή κατά την οποία το είδος που κυριαρχούσε στην ελληνική σκηνή ήταν η κωμωδία ή φαρσοκωμωδία,  που προσέφερε δύο ευχάριστες ώρες θεάματος. Η ιδιότυπη αυτή κωμωδία, υποπροϊόν παρά προϊόν καλλιτεχνικό, είχε ωστόσο την αρετή να προβάλλει πρόσωπα τυπικά νεοελληνικά χωρίς βέβαια διείσδυση ψυχολογική ή παρά πέρα προβληματισμούς, το πολύ με κάποιον ψευτορομαντικό μελοδραματισμό. Κυριότεροι συγγραφείς ήταν ο Ψαθάς και το ζευγάρι Σακελάριου-Γιαννακόπουλου.


Ο Δημήτρης Ψαθάς


 

Ραδιοσκηνοθεσία: Γιάννης Γκιωνάκης

Μουσική Επιμέλεια: Ηλέκτρα Παπακώστα

Παίζουν οι ηθοποιοί: Γιάννης Γκιωνάκης, Άννα Παΐτζη, Λένα Παπαδοπούλου, Νίκος Τσούκας, Λιάνα Χατζή, Γιώργος Λέφας, Γιώργος Μοσχίδης, Πάνος Πουλικάκος, Τάσος Ράμψης, Μαρία Μοσχολιού, Θεοδόσης Ισαακίδης.

Ρύθμιση ήχου Χριστίνα Σκατζίκα

Παραγωγή Δημήτρης Φραγκουδάκης

Διάρκεια 1 ώρα και 52 λεπτά

 


Η μεταφορά έγινε από το Ισοβίτης:



Πηγές:

Λίνος Πολίτης, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1985

Αρχείο Εθνικού Θεάτρου

Τρίτο Πρόγραμμα

 

Παπαδόπουλος Παύλος, Ανώτερος Δημόσιος Υπάλληλος, Πτυχιούχος Ανθρωπιστικών Σπουδών

 

17 Ιουνίου 1913, η άγνωστη μάχη της Θεσσαλονίκης με τα βουλγαρικά στρατεύματα.

Με την έναρξη των εχθροπραξιών του Β΄Βαλκανικού Πολέμου, ο Ελληνικός Στρατός εκκαθαρίζει την πόλη της Θεσσαλονίκης από τα βουλγαρικά στρατεύματα.




Ύστερα από την αιφνιδιαστική επίθεση των Βουλγάρων της 16ης Ιουνίου, η ΙΙ Μεραρχία επιδίδει στις 16:00 της 17ης τελεσίγραφο μίας ώρας στον Βούλγαρο στρατηγό να εγκαταλείψει την πόλη ζητώντας του να διατάξει τον αφοπλισμό των στρατιωτικών τμημάτων εντός της Θεσσαλονίκης αλλιώς θα αντιμετωπίζονταν εχθρικά. Ο Βούλγαρος στρατηγός ζητά 5 ώρες για να λάβει εντολές από τους ανωτέρους του αλλά οι Έλληνες αρνήθηκαν. Με παρέμβαση του Γάλλου προξένου θα δοθούν άλλες δύο διορίες αλλά χωρίς αποτέλεσμα.

Καθώς το τελεσίγραφο μένει αναπάντητο μέχρι τις 19:00, οι Έλληνες ξεκινούν εκκαθάριση της πόλης από τα Βουλγαρικά στρατεύματα. Συμπλοκές έλαβαν χώρα σε διάφορα μέρη της Θεσσαλονίκης, σημεία ελέγχου και χώρους στρατοπεδίας. Ιδιαίτερη μάχη έγινε στο αρχηγείο της Βουλγαρικής διοίκησης, στο ξενοδοχείο Grand Hotel, που επίσης ήταν και κέντρο οργάνωσης των ατάκτων ενόπλων.

Η επιχείρηση θα λήξει την επομένη το πρωί, 18 Ιουνίου 1913, με την παράδοση των Βουλγάρων. Οι Έλληνες έχουν 64 νεκρούς και τραυματίες, ενώ οι Βούλγαροι 77 και επιπλέον 1.360 αιχμαλωτίζονται.

Στην παραλία,Albert Marquet (1875 - 1947)



(Το έργο του "Στην παραλία" αποτελεί μέρος της συλλογής Δυτικοευρωπαϊκής Ζωγραφικής της Εθνικής Πινακοθήκης.)

Φώτο και στοιχεία από

Εθνική Πινακοθήκη - Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου / National Gallery @nationalgalleryathens · Μουσείο τέχνης




Αγάπη μου Ουάουά, του Φρανσουά Καμπό. Ραδιοφωνικό Θέατρο

Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος 

Αγαπητοί θεατρόφιλοι, απόψε θα σας παρουσιάσω μια από τις μακροβιότερες παραστάσεις της ελληνικής σκηνής, στη ραδιοφωνική της εκδοχή. Την κωμωδία του Φρανσουά Καμπό Αγάπη μου Ουάουά. Πρόκειται για μια ευχάριστη και διασκεδαστική κωμωδία.





Η υπόθεση με λίγα λόγια:

 

  Ένας συγγραφέας ο Πάνος Βενέτης (Κώστας Ρηγόπουλος) περνά μια σοβαρή κρίση, καθώς ούτε τα οικονομικά του πάνε καλά, ούτε η σχέση με τη γυναίκα του. Το ταλέντο του μοιάζει να τον εγκαταλείπει και οι πάντες απομακρύνονται από κοντά του.

 

  Η μόνη που στέκεται στο πλευρό του είναι μια κοπέλα, η Ουάουά (Κάκια Αναλυτή) από ένα νησί του Ινδικού Ωκεανού, που έχει έρθει στην Ελλάδα για σπουδές, και προκειμένου να τα βγάλει πέρα εργάζεται ως οικιακή βοηθός στο σπίτι του. Αυτή, με την αφέλεια της και την καλοσυνάτη συμπεριφορά της, κατορθώνει να ανατρέψει το κλίμα που επικρατεί και ξαναφέρνει στο σπίτι τη χαρμόσυνη ατμόσφαιρα.

 

 



Λίγα ακόμη στοιχεία για το έργο:

 

  Η παράσταση είναι συνδεδεμένη με το ζευγάρι Αναλυτή-Ρηγόπουλου. Οι δύο ηθοποιοί υπήρξαν ζευγάρι και στην πραγματική ζωή, καθώς ήταν παντρεμένοι από το 1957. Σίγουρα η Αναλυτή θα πρέπει να αλείφτηκε με πολλά κιλά μαύρης μπογιάς για τις ανάγκες των παραστάσεων!

 

  Το έργο παιζόταν για έξη συνεχόμενες χρονιές, τις πρώτες τρεις (1967-1969) πρωταγωνιστούσε ο Ρηγόπουλος και τις επόμενες τρεις (1970-1972) ο Μπάρκουλης. Ανέβηκε στο σανίδι περισσότερες από 2500 φορές και παρέμεινε η μακροβιότερη παράσταση μέχρι την εμφάνιση του έργου Σεσουάρ για δολοφόνους. Παρόλαυτά το κοινό την πρώτη χρονιά του έργου δεν ανταποκρίθηκε, και η Καρέζη είχε προειδοποιήσει το Ρηγόπουλο για «ανοησία» όσον αφορά το εγχείρημα…

 

  Εντούτοις όμως το θεατρικό κείμενο του Φρανσουά Καμπό κατέρριψε κάθε ρεκόρ παραστάσεων και έγινε μάλιστα και κινηματογραφική επιτυχία το 1974. Έγινε μάλιστα μία από τις κλασικές.

 

  Θα κλείναμε λέγοντας ότι μετά από πενήντα σχεδόν χρόνια το έργο μοιάζει με ένα παραμυθάκι με ευχάριστο και απίθανο τέλος. Μια όαση στην αδυσώπητη σημερινή εποχή…

 

Ο Κώστας Ρηγόπουλος


 

 

 

 Η πρώτη ραδιοφωνική μετάδοση έγινε το Νοέμβριο του 1974 από την Ελληνική Κρατική Ραδιοφωνία

 

Μετάφραση: Πλάτων Μουσαίος

Σκηνοθεσία: Κώστας Ρηγόπουλος

Επιμέλεια ήχων: Δανάη Ευαγγελίου

Ρύθμιση ήχου: Γρηγόρης Γίγας

Παίζουν οι ηθοποιοί: Μέλπω Ζαρόκωστα-Σολάνζ, Κώστας Ρηγόπουλος-Ερρίκος, Κατερίνα Μπόμπου-υπηρέτρια, Βασίλης Πλατάκης- κλητήρας, Μάκης Ρευματάς-Ρομπέρ, Κάκια Αναλυτή- Αγάπη μου, Ηλίας Λογοθέτης – βοηθός σύμβουλος, Νίκος Παγκράτης- ρεπόρτερ.



Η Κάκια Αναλυτή




Η ΜΕΤΑΦΟΡΆ ΈΓΙΝΕ ΑΠΌ ΤΟ 80smusicdiamonds:








-Ο Παύλος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1978 στη Δράμα, μεγάλωσε στις Σέρρες και έζησε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από το 1996 εργάζεται στο δημόσιο σε διάφορες διοικητικές θέσεις. Είναι απόφοιτος της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Σχολής Αστυφυλάκων της Αστυνομικής Ακαδημίας, της Σχολής Επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ΕΛ.ΑΣ., και της Σχολής Ελληνικού Πολιτισμού, του Τμήματος Ανθρωπιστικών. Σπουδών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.

Αύριο είναι η επέτειος του θριαμβικού 87. Ποιοι ήμασταν όμως πριν και που φτάσαμε μέχρι τότε; Ας θυμηθούμε...

Για την πλειοψηφία των φιλάθλων, η ιστορία του ελληνικού μπάσκετ έχει ως αφετηρία το 1987 αγνοώντας τη μεγάλη ιστορία του στη χώρα μας και τους ανθρώπους που προσπάθησαν να το εδραιώσουν ως το εθνικό μας σπορ. Ας κάνουμε λοιπόν μια αναδρομή σε παλαιότερες εποχές, όταν αυτοί που ασχολούνταν με το μπάσκετ από όλες τις θέσεις (παίχτες, προπονητές, παράγοντες, φίλαθλοι) το έκαναν επειδή ήταν "ψώνια" με το άθλημα... 



Σε αντίθεση με το ποδόσφαιρο που ανέκαθεν θεωρούταν ως πιο "λαϊκό", το μπάσκετ αρχικά απευθυνόταν στην ελίτ. Ίσως γιατί και ο άνθρωπος που το έκανε γνωστό στη χώρα μας, ο Μάικ Στεργιάδης είχε το σπάνιο προνόμιο για την εποχή να έχει σπουδάσει στις ΗΠΑ.


Επιστρέφοντας λοιπόν στην πατρίδα, ο Στεργιάδης θα έρθει σε επαφή με τα μέλη της Χ.Α.Ν. Αθηνών και μία μέρα του 1919 στο προαύλιο ενός κτιρίου της οδού Μητροπόλεως θα κρεμάσει στην κολώνα  μία αναποδογυρισμένη καρέκλα και με μία μπάλα ποδοσφαίρου θα πετύχει το πρώτο καλάθι στον ελλαδικό χώρο. Το ποτάμι είχε ξεκινήσει και δεν γύρισε ποτέ πίσω. 


Η έλευση των χιλιάδων προσφύγων από τη Μικρά Ασία  φέρνει μαζί της μαγιά ανθρώπων που γνώριζαν και έπαιζαν το άθλημα. Τα προσφυγικά σωματεία που θα ιδρυθουν για να κρατήσουν ζωντανή τη μνήμη των Χαμένων Πατρίδων, είναι αυτά που μαζί με τα ήδη υπάρχοντα θα φυτέψουν τον σπόρο της ανάπτυξης. Ξανά η Χ.Α.Ν. αυτή τη φορά στη Θεσσαλονίκη θα βοηθήσει ουσιαστικά για να γνωρίσει ο κόσμος το μπάσκετ με πρωτοπόρο σε αυτή την προσπάθεια τον Συμεών Μαυροσκούφη, ιδρυτή του πρώτου γυμναστηρίου στη συμπρωτεύουσα. Από τη Θεσσαλονίκη θα αναδειχθεί και ο πρώτος πρωταθλητής Ελλάδος, η ομάδα του Ηρακλή το 1928 υπό την αιγίδα του ΣΕΓΑΣ. Άλλες σπουδαίες ομάδες της "αρχαϊκής" αυτής εποχής ήταν ο συμπολίτης Άρης, ο Σπόρτιγκ και ο Πανελλήνιος. Παίχτες; Εντελώς ερασιτέχνες που έπαιζαν μπάσκετ απλά για το κέφι τους.


Κάπου εκεί, στα μέσα της δεκαετίας του 30  θα συσταθεί και η εθνική ομάδα με στόχο την παρουσία της στις διοργανώσεις της FIBA που η χώρα μας έχει υπογράψει την δημιουργία της το 1932 ως ιδρυτικό μέλος. Τιμώντας τον άνθρωπο που έφερε το μπάσκετ στην Ελλάδα, ο ΣΕΓΑΣ θα ζητήσει από τον Στεργιάδη να επιλέξει και να προπονήσει τα μέλη της εθνικής. Και όντως στις 25 Ιουνίου 1936 η Εθνική Ελλάδος θα δώσει τον πρώτο της διεθνή αγώνα στην Κωνσταντινούπολη με αντίπαλο την Τουρκία. Χαρακτηριστικό της αναμέτρησης; Το παιχνίδι διεξήχθη σε κλειστό γυμναστήριο το οποίο προς τεράστια έκπληξη των διεθνών αντί για τσιμέντο ήταν στρωμένο με παρκέ (!!!). Για την ιστορία, η εθνική γνώρισε βαριά ήττα με 49-12. 


Και ενώ το άθλημα σιγά σιγά αρχίζει να έχει ανοδική πορεία, ο πόλεμος και η κατοχή το φρενάρουν απότομα και παγώνουν την εξέλιξη του. Όταν η χώρα καταφέρνει να σταθεί ξανά στα πόδια της  οι ισορροπίες έχουν αλλάξει με νέες ομάδες να αναδεικνύονται και κυρίαρχο σε αυτά τα χρόνια, τον Παναθηναϊκό. Από το 46 έως το 53 θα κατακτήσει 4 πρωταθλήματα (όποτε αυτά διεξήχθησαν) με παρένθεση τον τίτλο του Ολυμπιακού το 1949 που με ηγέτη τον πρωτοπόρο του τζαμπ σουτ Αλέκο Σπανουδάκη, θα καταφέρει προσωρινά να μπει σφήνα στην πρωτοκαθεδρία των Πρασίνων. 


Οι παίχτες του Τριφυλλιού θα αποτελέσουν και τον πυρήνα της εθνικής ομάδας που το 1949 θα κατακτήσει το χάλκινο μετάλλιο στους λειψούς Πανευρωπαϊκους του Καΐρου. Πανταζόπουλος, Μήλας, Ματθαίου, Σπανουδάκης, με προπονητή τον λησμονημένο Γιώργο Καρατζόπουλο ήταν οι πρωταγωνιστές εκείνου του κατορθώματος.


Το μετάλλιο αυτό θα φέρει τον φίλαθλο κόσμο πιο κοντά στο σπορ και στη δεκαετία του 50 η πορεία της θρυλικής πεντάδας του Πανελληνίου θα του εξάψει περισσότερο το ενδιαφέρον. Τρία πρωταθλήματα θα είναι ο απολογισμός για τους Κυψελιώτες και ο σεβασμός από όλη την Ευρώπη για αυτή την πρώτη πραγματικά μεγάλη ομάδα του ελληνικού μπάσκετ. Εκείνη την εποχή δεν υφίστατο ακόμα ως διοργάνωση το Κύπελλο Πρωταθλητριών και ουσιαστικά ο νικητής των διεθνών τουρνουά θεωρούταν άτυπα ως η καλύτερη ευρωπαϊκή ομάδα. Ο σύλλογος των "Ολυμπιονικών" με τη "Χρυσή Πεντάδα" των Χολέβα, Στεφανίδη, Ρουμπάνη, Μανιά και Παπαδήμα σάρωσε επί μία τριετία ομάδες από όλη τη Γηραιά Ήπειρο. Τσεχοσλοβάκοι, Πολωνοί, Γιουγκοσλάβοι, Ιταλοί, όλοι υποκλίθηκαν στο ταλέντο τους και τη δουλειά του Νίκου Νησιώτη. Αν η FIBA  είχε πάρει την απόφαση για την ίδρυση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών λίγα χρόνια νωρίτερα, ίσως η Ελλάδα να μην περίμενε σχεδόν μισό αιώνα για να πανηγυρίσει το πρώτο της. Το 1958 η ομάδα βρισκόταν στη δύση της και δεν κατάφερε κάτι αξιόλογο.


Σε αντίθεση με τον Πανελλήνιο η εθνική έμεινε στην αφάνεια τα χρόνια του 50. Μία συμμετοχή στο Παρίσι το 1951 και 8η θέση. Ηλιαχτίδα το γεγονός ότι οι καλύτεροι της παίχτες τράβηξαν το ενδιαφέρον συλλόγων της Ευρώπης και θα μεταναστεύσουν στη "Μέκκα" του ευρωπαϊκού υρωπαικού μπάσκετ, τη γειτονική Ιταλία. Δύο από αυτούς, ο Φαίδων Ματθαίου και ο Κώστας Μουρούζης θα βάλουν την επόμενη δεκαετία σαν προπονητές πια, το δικό τους λιθαράκι στο οικοδόμημα. 


Η ΑΕΚ είναι η ομάδα που θα γράψει με χρυσά γράμματα το όνομα της στα κατάστιχα του ελληνικού μπάσκετ με τις επιτυχίες της εντός και κυρίως εκτός Ελλάδος στα χρόνια του 60. Έξι πρωταθλήματα μέχρι το 1970 εκ των οποίων τέσσερα συνεχόμενα αλλά και το πρώτο ευρωπαϊκό παράσημο, με τη συμμετοχή της στο ξεχασμένο Φάιναλ Φορ της Ιταλίας το 1966 με προπονητή τον Μίσσα Πανταζόπουλο. Εμψυχωτής της αν και ήδη χτυπημένος από τον καρκίνο που του κατέτρωγε τα σωθικά, ο αλησμόνητος Γιώργος Μόσχος που θα "σβήσει"  τον Δεκέμβριο μέσα σε γενικό πένθος. 


Ο χαμός του Μόσχου όμως δε θα ανακόψει την πορεία του Δικεφάλου προς τον θρίαμβο. Τον Απρίλιο του 68 η ΑΕΚ με οδηγό τον Νίκο Μήλα θα παίξει σε ένα κατάμεστο από 80.000 θεατές Καλλιμάρμαρο στον τελικό του Κυπελλούχων με αντίπαλο τη Σλάβια Πράγας. Αμερικάνος, Τρόντζος, Ζούπας, Χρηστέας, Τσάβας, Λαρεντζάκης, Νεσιάδης, Βασιλειάδης θα παίξουν και για τον Μόσχο που σίγουρα χαμογελούσε βλέποντας τους επιγόνους του να κερδίζουν με 89-82 και να κατακτούν τον ευρωπαϊκό τίτλο.


Ταυτόχρονα η Γαλανόλευκη δίνει συνεχώς το "παρών" στα Ευρωμπάσκετ αλλά το καλύτερο πλασάρισμα της δεν φτάνει πέρα από την 8η θέση του 1965. Στα αξιοσημείωτα η ταυτόχρονη παρουσία σε αυτές τις διοργανώσεις τριών εκ των μεγαλύτερων σκόρερ του ελληνικού μπάσκετ, του Γιώργου Αμερικάνου, του Βασίλη Γκούμα και του Γιώργου Κολοκυθά. Το μπάσκετ αρχίζει σιγά σιγά να μπαίνει σε μία εποχή σταθερότητας και αυτό αντικατοπτρίζεται και στους συλλόγους και στην εθνική.


Ο Παναθηναϊκός των 

"4 Κ" (Κόντος, Κοκολάκης, Κορωναίος, Κέφαλος)  και ο Ολυμπιακός των Ελληνοαμερικανών  μονομαχούν και μονοπωλούν τον τίτλο από το 70 έως το 78 με νικητή 6 φορές το Τριφύλλι. Ο εγχώριος ανταγωνισμός θα θρέψει και το ευρωπαϊκό dna των "αιωνίων" με αποτέλεσμα την παρουσία του Παναθηναϊκού στα ημιτελικά του Πρωταθλητριών το 71-72 αλλά και του Ολυμπιακού στην εξάδα της διοργάνωσης τη σεζόν 78-79. Κοινή συνισταμένη; Οι πορείες και των δύο θα γίνουν με τιμονιέρη τον Κώστα Μουρούζη. 


Ο Αμερικανός Ρίτσαρντ Ντουξάιρ που έχει αναλάβει την εθνική από το 1972 θα στηριχτεί στους παίχτες των δύο ομάδων και με την προσθήκη νέων, όπως το "πολυβόλο" του Άρη Χάρη Παπαγεωργίου, τον Μηνά Γκέκο, τον Κώστα Πετρόπουλο, τον Μάνθο Κατσούλη και τον νεαρό Παναγιώτη Γιαννάκη, αυτή η ομάδα θα καταφέρει να κερδίσει τη Γιουγκοσλαβία στο Σπλίτ στα πλαίσια των Μεσογειακών Αγώνων το 1979 και στην Αθήνα για τους Βαλκανικούς.


Εκείνη η χρονιά θα σημαδευτεί από δύο ιστορικά γεγονότα που θα αλλάξουν άρδην τα δεδομένα στον μικρόκοσμο του ελληνικού μπάσκετ. Τα σκήπτρα του πρωταθλήματος θα ανηφορίσουν για τη Θεσσαλονίκη και τον Άρη του Γιάννη Ιωαννίδη, του Παπαγεωργίου και του Βαγγέλη Αλεξανδρή. Το φθινόπωρο θα κάνει την εμφάνιση του ένας κοντός μελαχρινός με αφρο μαλλί που μιλάει ελληνικά με έντονη προφορά. Τον λένε Νίκο Γκάλη. Με την άφιξη του μπαίνουμε στη μαγική δεκαετία του 80 και την άνοιξη στο Βεβέ της Ελβετίας φοράει για πρώτη φορά τη φανέλα της εθνικής στον αγώνα με τη Σουηδία για το Προολυμπιακό Τουρνουά της Μόσχας.


Ο Παναθηναϊκός συνεχίζει τις καλές πορείες στην Ευρώπη  φτάνοντας μέχρι τους 6 του Πρωταθλητριών, αποκλείοντας στον "Τάφο του Ινδού" την ΤΣΣΚΑ στο ματς που στιγματίστηκε από το "αιώνιο δευτερόλεπτο". Αλλά και η εθνική δείχνει ότι θέλει να αλλάξει επίπεδο. Ο Ιωαννίδης θα πειραματιστεί με το περίφημο σχήμα των τριών κοντών και με  αυτό η Γαλανόλευκη θα θριαμβευσει στο Τσάλεντζ Ράουντ της Κωνσταντινούπολης για το Ευρωμπάσκετ του 81. 


Αλλά στα τελικά, στην Μπρατισλάβα και την Πράγα τα πράγματα θα είναι πολύ δύσκολα. Ένατη θέση και ο Ιωαννίδης φεύγει πριν τη ώρα του για να αναλάβει ο Χολέβας που και αυτός θα αντικατασταθεί γρήγορα από τον Πολίτη.


Με τον "Ευρωκόουτς" τα πράγματα δεν θα πάνε καλύτερα. Το Μουντομπάσκετ της Κολομβίας η εθνική το βλέπει από την τηλεόραση και στη Γαλλία το 83 θα καταταγούμε στις συνηθισμένες μας εκτός οχτάδας θέσεις. Η μεγάλη ευκαιρία που μας παρουσιάζεται με την μορφή του Προολυμπιακού Τουρνουά των Παρισίων για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λος Άντζελες το 1984 θα μετατραπεί εναντίον των Βρετανών σε πραγματική τραγωδία όταν θα χάσει ένα δικό της παιχνίδι με σουτ στο τελευταίο δευτερόλεπτο. 


Στην Ελλάδα ο Άρης με τη μεταγραφή του Γιαννάκη αρχίζει το χτίσιμο της "Αυτοκρατορίας" και αρχίζει να κάνει γνωστό το όνομα του και στην Ευρώπη φτάνοντας το 85 μέχρι τα ημιτελικά του Κόρατς. Αντίθετα η εθνική έχει μείνει εκτός από άλλη μία μεγάλη διοργάνωση και στο Ευρωμπάσκετ της Γερμανίας παρών είναι μόνο ο Πολίτης που βλέπει τους βετεράνους της Τσεχοσλοβακίας να κερδίζουν Γιουγκοσλάβους και Ισπανούς και να αντιμετωπίζουν στον τελικό τη Σοβιετική Ένωση. 


Αυτός όμως έχει αποφασίσει την ανανέωση της ομάδας του. Η Ελλάδα θα πάρει την πρόκριση για το Μουντομπάσκετ της Ισπανίας και θα έχει μία πολύ καλή παρουσία κατακτώντας τη 10η θέση στην πρώτη της εμφάνιση σε Παγκόσμιο Πρωτάθλημα. 


Ο στόχος έχει ήδη τεθεί και είναι το Ευρωμπάσκετ της Αθήνας. Το ημερολόγιο έχει σημάδι στην 3η Ιουνίου, ημερομηνία έναρξης με την πρόκριση στην οχτάδα είναι το ζητούμενο. Οτιδήποτε άλλο και αν έρθει θα είναι καλοδεχούμενο. Κανείς όμως δεν φανταζόταν αυτό που θα ζούσαμε....


 Antreas Tsemperlidis

Ο Γκαίτε και το ελληνικό δημοτικό τραγούδι.

 Γράφει ο Μιχάλης Κωνσταντής

Μετά το 1806, και αφού ο Ναπολέοντας έθεσε υπό τον έλεγχό του τη Γερμανία, ο βαρόνος Βέρνερ Φον Χαξτχάουζεν, ο οποίος μιλούσε δεκατρείς γλώσσες και είχε σπουδάσει Νομικά, Ανατολικές Σπουδές και Ιατρική, όντας πολέμιος του Βοναπάρτη, αποφάσισε να αυτοεξοριστεί στην Αγγλία. Για να βιοπορίζεται, έπιασε δουλειά ως γιατρός σε ένα ναυτικό νοσοκομείο κοντά στο Λονδίνο. Ο γιατρός αυτός μια μέρα, καθώς περπατούσε στους διαδρόμους του νοσοκομείου, άκουσε μια παρέα Ελλήνων ναυτικών να σιγοτραγουδούν κάτι που το βρήκε ενδιαφέρον. Ο Χαξτχάουζεν, ο οποίος μιλούσε και ελληνικά, παράτησε τη δουλειά που έκανε και πήγε κοντά στους Έλληνες ναυτικούς παρακαλώντας τους να του πουν το τραγούδι τους. Τότε αυτοί ξεκίνησαν:

«Συννέφιασε ο Παρνασσός,
βρέχει στα καμποχώρια
κι εσύ, Διαμάντω, νύχτωσες,
πού πας αυτήν την ώρα;

Πάω γι’ αθάνατο νερό,
γι’ αθάνατο βοτάνι
να δώσω της αγάπης μου
ποτέ να μην πεθάνει».





Για όσες μέρες έμειναν στο νοσοκομείο οι Έλληνες ναυτικοί, ο Χαξτχάουζεν κατέγραφε μαγεμένος τα τραγούδια που του έλεγαν. Ήταν η πρώτη φορά που κάποιος προέβαινε σε συστηματική καταγραφή των δημοτικών τραγουδιών.

Το 1814, μετά την πτώση του Ναπολέοντα, ο βαρόνος Φον Χαξτχάουζεν πήγε στο συνέδριο της Βιέννης, έχοντας στις αποσκευές του τα δημοτικά τραγούδια που του είπαν οι Έλληνες ναυτικοί. Η Βιέννη τότε αποτελούσε παγκόσμιο πολιτικό και πνευματικό κέντρο, στο οποίο είχαν σημαντική παρουσία και δράση Έλληνες των γραμμάτων και του πνεύματος. Έναν απ’ αυτούς συνάντησε εκεί ο Χαξτχάουζεν, τον Μακεδόνα Θεόδωρο Μανούσο, και του είπε πως θέλει να καταγράψει όσο το δυνατόν περισσότερα ελληνικά δημοτικά τραγούδια με σκοπό να τα εκδώσει. Πρόθυμος ο Μανούσος πήγε τον βαρόνο στη γιαγιά του, την κυρία Αλεξάνδρα, η οποία τους είπε αρκετά τραγούδια. Ακολούθως, ο Χαξτχάουζεν, που είχε πλέον συγκεντρώσει έναν σημαντικό αριθμό τραγουδιών, τα μετέφρασε σε έμμετρη γερμανική γλώσσα, αλλά η εκδοτική του προσπάθεια δεν μπόρεσε να συνεχιστεί, επειδή ο ίδιος ένιωθε πως δεν διέθετε τις κατάλληλες γνώσεις, προκειμένου να προλογίσει και να επεξηγήσει ικανοποιητικά τα τραγούδια.

Έτσι, ο Χαξτχάουζεν, μη μπορώντας να συνεχίσει τα εκδοτικά του σχέδια, έδωσε σε μερικούς γνωστούς του τα τραγούδια αυτά για να τα διαβάσουν. Ένας απ’ αυτούς ήταν και ο μεγάλος ποιητής Γιόχαν Βόλφγκανγκ Γκαίτε. Ο Γκαίτε ερωτεύτηκε με όλη τη δύναμη της ψυχής του το είδος αυτό της ελληνικής λαϊκής ποίησης. Τόσο, που σε κάθε ευκαιρία παρότρυνε τον Χαξτχάουζεν να εκδώσει αμέσως τα δημοτικά τραγούδια. Ο Γκαίτε είχε τόσο γοητευθεί, που σε επιστολή προς τον γιο του Αύγουστο, στις 15 Ιουνίου του 1815, αναφέρει με ενθουσιασμό ότι το δημοτικό τραγούδι των Ελλήνων «είναι τόσο δραματικό, επικό και λυρικό που δεν υπάρχει αντίστοιχό του στον κόσμο. Οι εικόνες αυτού του τραγουδιού είναι εκπληκτικές. Δυο βουνά μαλώνουν μεταξύ τους, ένας αετός μιλάει με το κομμένο κεφάλι ενός κλέφτη, ένας κλέφτης λέει να του κόψουν το κεφάλι για να μην το πάρουν οι Τούρκοι…»

Αυτήν την ευτυχία που γεύτηκε ο Γκαίτε, ερχόμενος σε επαφή με το δημοτικό μας τραγούδι, θέλησε να τη μοιραστεί με έναν σημαντικό αριθμό λογίων της Γερμανίας. Έτσι, κάπου το φθινόπωρο του 1815, οργάνωσε μια φιλολογική σύναξη με τους σημαντικότερους λογίους της Γερμανίας και τους «σύστησε» τα δημοτικά τραγούδια των Ελλήνων. Είχαν όλοι μείνει άφωνοι. Ο ενθουσιασμός με τον οποίον τους μιλούσε ο Γκαίτε, οι εικόνες που δημιουργούσαν με τη φαντασία τους ακούγοντας τα τραγούδια, η πρωτόγνωρη για αυτούς ποιητική δομή, τα μορφολογικά και τα άλλα χαρακτηριστικά των δημοτικών τραγουδιών, τους είχαν καθηλώσει.

Πέρασαν 200 και πλέον χρόνια από εκείνο το φθινόπωρο του 1815, που ο Γκαίτε μίλησε μπροστά σε κοινό για το δημοτικό τραγούδι των Ελλήνων. Ήταν η πρώτη φορά στην ιστορία κατά την οποίαν κοινοποιήθηκε και ταυτόχρονα αναγνωρίστηκε ως μέγιστο ποιητικό είδος το νεοελληνικό δημοτικό μας τραγούδι, το οποίο καθόρισε μάλιστα και το ποιητικό ύφος πολλών σημαντικών ευρωπαίων ποιητών.

Τέλος, για την ιστορία, να πούμε ότι η συλλογή του Χαξτχάουζεν κυκλοφόρησε πολλά χρόνια μετά, στα 1935. Τον είχαν προλάβει πολλοί άλλοι, οι οποίοι γνώρισαν και αυτοί το δημοτικό τραγούδι των Ελλήνων και είχαν, όπως φαίνεται, τις κατάλληλες γνώσεις για να εκδώσουν μια τέτοια συλλογή. Πρώτος εξ αυτών ήταν ο Γάλλος Κλωντ Φωριέλ, που στα 1824 εξέδωσε για πρώτη φορά συλλογή ελληνικών δημοτικών τραγουδιών.

Ο Γκαίτε, όμως, ήταν εκείνος που το φθινόπωρο του 1815, έξι χρόνια πριν ξεσπάσει η ελληνική επανάσταση, έδωσε στο δημοτικό μας τραγούδι μια «διεθνή αίγλη» και ώθησε έκτοτε πολλούς άλλους ευρωπαίους λόγιους και διανοούμενους να το ανακαλύψουν μεθοδικότερα. Και μετά το συνέδριο της Βιέννης, σιγά-σιγά ο φιλελληνισμός υπό την ευρεία πλέον έννοιά του, εξαπλώθηκε σε όλη την Ευρώπη και άρχισαν να καταφτάνουν πολλοί φιλέλληνες μετά το 1821, προκειμένου να συνδράμουν τους Έλληνες στον εθνικοαπελευθερωτικό τους αγώνα.


Πηγή: https://cognoscoteam.gr


Αυτό είναι ένα τετράδραχμο που κόπηκε στο όνομα του Αντίμαχου Α' της Βακτριανής περίπου το 185-170 π.Χ.

Λίγα είναι γνωστά για τον Βακτριανό βασιλιά Αντίμαχο Α'.Το υπέροχο πορτρέτο σε αυτό το νόμισμα απεικονίζει τον Αντίμαχο να φορά το χαρακτηριστικό σκούφο γνωστό ως καυσία.



Η καυσία είναι το όνομα του τυπικού μπερέ που φορούσαν οι Αρχαίοι Μακεδόνες και θεωρούνταν ως εθνική κεφαλίδα.Φορέθηκε κατά την Ελληνιστική περίοδο, αλλά ίσως και πριν από την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου και αργότερα χρησιμοποιήθηκε ως προστασία από τον ήλιο από τις φτωχότερες τάξεις στη Ρώμη.

Έχει βρεθεί σε όλους τους τομείς που κυριαρχούν τα μακεδονικά βασίλεια και αν έχει εξαφανιστεί στη Δύση, έχει παραμείνει σε χρήση στο Αφγανιστάν, όπου, αποκαλούμενος πακώλ, θεωρείται η παραδοσιακή και εθνική κεφαλίδα.

 Εδώ προοριζόταν να συνδεθεί ο ηγεμόνας με τους διαδόχους του Αλεξάνδρου.


Η χαρακτηριστική απεικόνιση του Αντίμαχου με ημι-είρωνικο μειδίαμα αυτοσαρκασμού, αποτελεί μία έκφραση που αναιρεί την συνηθισμένη αυστηρή σοβαροφάνεια των ηγεμόνων και πρόκειται να αποτελέσει ένα ιδιόμορφο σήμα κατατεθέν στις απεικονίσεις των μεταγενέστερων Ελλήνων ηγεμόνων της περιοχής, για να επαναληφθεί και στο πρόσωπο του Βούδα.

Νέα Φιλαδέλφεια: οικιστικά κατάλοιπα και νεκροταφείο της εποχής σιδήρου. Δημήτριος Β. Γραμμένος

 Σχεδόν σύγχρονο με τη γεωμετρική εγκατάσταση, είναι και το νεκροταφείο της εποχής σιδήρου, το οποίο βρέθηκε στην πεδιάδα ανάμεσα σ' αυτήν και στη μεγάλη «τράπεζα Ναρές». Θα πρέπει κατ' αρχήν να επισημανθεί ότι, όπως συνάγεται από τη χωροταξική διάταξη του νεκροταφείου, τουλάχιστον από τον 9ο αι. π.Χ. και εξής, ο ταφικός χώρος είναι απόλυτα διαχωρισμένος από τον σύγχρονό του οικιστικό[104], ο οποίος υποθέτουμε ότι βρίσκεται στην «τράπεζα Ναρές». Δεν αποκλείεται ωστόσο ο ίδιος χώρος να χρησιμοποιούνταν για ταφές και από τους κατοίκους της γύρω αγροτικής περιοχής και ίσως και από αυτούς που κατοικούσαν στη μικρή γεωμετρική εγκατάσταση που ανασκάψαμε.

Τα κοσμήματα της νεκρής του τάφου (αριθμός 948) στη θέση που βρέθηκαν κατά την ανασκαφή (φωτ. της Β. Μ-Δ)


Με τον όρο «νεκροταφείο εποχής σιδήρου» ορίσαμε ένα αυστηρά οριοθετημένο νεκροταφείο, το οποίο χρησιμοποιήθηκε συστηματικά για ταφές την περίοδο από τον 9ο μέχρι τον 7ο αι. η το πρώτο τέταρτο του 6ου αι. π.Χ. και μόνο περιπτωσιακά στους επόμενους αιώνες[105]. Η χρονολόγηση των τάφων της εποχής σιδήρου δεν είναι απόλυτα ακριβής, επειδή στηρίζεται κυρίως στην εγχώρια άβαφη κεραμική, που επικρατεί σχεδόν κατ' αποκλειστικότητα και που είναι δύσκολο να χρονολογηθεί επακριβώς, καθώς και στα κοσμήματα, που επίσης δεν αποτελούν ακριβή χρονολογικά τεκμήρια.

Από το νεκροταφείο αυτό έχουν ερευνηθεί 2.228 τάφοι σε έκταση 12 στρεμμάτων (Εικ. 9). Τα όρια του, από τα οποία έχουν αποκαλυφθεί τμήματα του βόρειου, του ανατολικού και του δυτικού, φαίνεται ότι ήταν με σαφήνεια καθορισμένα. Στη βορειοανατολική περιοχή διαπιστώθηκε τοποθέτηση των ακριανών τάφων σε σειρά, μια τοποθέτηση που θα μπορούσε να δηλώνει και την ύπαρξη δυο δρόμων, ενός με κατεύθυνση Β-Ν και ενός άλλου Α-Δ. Το δυτικό όριο, από το οποίο έχει αποκαλυφθεί ένα τμήμα, παραβιάζεται ορισμένες φορές με την τοποθέτηση, έξω από το όριο, τάφων, ίσως μεταγενέστερων της οριοθέτησης (Εικ. 10). Εντύπωση προκαλεί το μέγεθος του νεκροταφείου σε συνάρτηση με την πυκνότητα των τάφων. Αν αναλογισθούμε ότι ένα μεγάλο τμήμα του επεκτείνεται και στα διπλανά χωράφια, θα πρέπει να υποθέσουμε ότι η συνολική έκτασή του θα ήταν σχεδόν διπλάσια.

Οι ταφές ανήκουν και σε ενήλικες και σε παιδιά, κάτι που γίνεται εύκολα αντιληπτό από το μέγεθος των τάφων. Ορισμένοι ιδιαίτερα μικροί τάφοι, σε μερικούς από τους οποίους διατηρούνταν και λίγα σκελετικά κατάλοιπα, δείχνουν ότι στο νεκροταφείο θάβονταν ακόμη νήπια και βρέφη. Μολονότι επικρατεί ο ενταφιασμός, χρησιμοποιείται σε μικρή κλίμακα και η καύση. Αρκετά τεφροδόχα αγγεία βρέθηκαν διάσπαρτα σ' όλη την έκταση του νεκροταφείου.

Το μεγαλύτερο τμήμα του νεκροταφείου αναπτύσσεται οριζόντια, οι τάφοι είναι τοποθετημένοι πυκνά ο ένας κοντά στον άλλον, αλλά δεν έχουν ένα σταθερό προσανατολισμό. Ωστόσο, σε πολύ λίγες περιπτώσεις νεότερες ταφές καταστρέφουν παλιότερες. Οι τάφοι είναι λακκοειδείς η κιβωτιόσχημοι. Στους τελευταίους το υποτυπώδες κιβώτιο είναι κατασκευασμένο με κάθετα τοποθετημένες πλακαρές πέτρες. Τέλος τα τεφροδόχα αγγεία με τα καμένα οστά των νεκρών βρίσκονται ανάμεσα στους τάφους ή πάνω σε καλυπτήριες (Εικ. 11).

Στο νοτιότερο τμήμα του νεκροταφείου οι τάφοι είναι επίσης είτε λακκοειδείς είτε κιβωτιόσχημοι, οι περισσότεροι όμως από τους τελευταίους παρουσιάζουν μια πιο εξελιγμένη μορφή, όπου το κιβώτιο είναι πιο καλοσχηματισμένο. Ακόμη, παρατηρούνται λίγοι κτιστοί με αργούς λίθους τάφοι, ελεύθερες ταφές, ταφές σε πιθάρια και επίσης τεφροδόχα αγγεία. Αξίζει να επισημανθεί ότι στο τμήμα αυτό έχουν εντοπισθεί και μικροί ταφικοί περίβολοι, που ίσως στήριζαν τυμβίσκους, οι οποίοι δεν βρέθηκαν, επειδή, αν υπήρχαν, θα είχαν ισοπεδωθεί από την καλλιέργεια.

Συνήθως κάθε τάφος χρησιμοποιήθηκε για τον ενταφιασμό ενός νεκρού. Σπάνια απαντούν λάκκοι με δυο ή τρεις νεκρούς. Οι νεκροί τοποθετούνται ανάσκελα με τα χέρια ανάμεσα στους μηρούς και συχνά τους αστραγάλους δεμένους.

Οι τάφοι είναι μερικές φορές πλούσια κτερισμένοι, αλλά συχνότερα είναι φτωχοί. Στις περιπτώσεις αυτές μόνο ένα ή δυο κτερίσματα προσφέρονταν στους νεκρούς, ή το ένδυμα του νεκρού έφερε κάποιο διακοσμητικό κόσμημα (π.χ. επιχρυσωμένο ομφάλιο). Συνολικά πάντως το 40% έως 50% αυτών περιέχουν εκτός από τον σκελετό του νεκρού και κάποια αντικείμενα. Πρόκειται για αγγεία, κοσμήματα και εργαλεία. Τα πήλινα αγγεία έχουν περιορισμένο σχηματολόγιο. Επικρατούν οι πρόχοι, τα κανθαρόσχημα και φιαλόσχημα μόνωτα κύπελα, οι αμφορίσκοι. Στους νηπιακούς τάφους βρέθηκαν και θήλαστρα. Τα κοσμήματα είναι κυρίως χάλκινα και σιδερένια. Έχουμε, ως επί το πλείστον, ψέλια πολύσπειρα και απλά, συχνά διακοσμημένα με χαρακτά σχέδια, δακτυλίδια, είτε με οκτώσχημη ή ρομβοειδή σφενδόνη, είτε ταινιωτά, πόρπες, περόνες, περιλαίμια στριφτά, σπειροειδείς σωληνίσκους, ενώτια. Βρέθηκαν επιπλέον και λιγοστά χρυσά κοσμήματα, όπως ένα ζεύγος ενωτίων και μερικά χρυσά επιστόμια. Δεν λείπουν ακόμη και γυάλινες ψήφοι. Τα ρούχα διακοσμούνται επίσης με χάλκινα κομβία και επιχρυσωμένα χάλκινα ομφάλια που θα έδιναν την εντύπωση των χρυσοποίκιλτων ενδυμάτων. Ραμμένα πάνω στο ύφασμα διακοσμούσαν, το στήθος, τη μέση, το κεφάλι των νεκρών.

Τα εργαλεία είναι κυρίως σιδερένια μαχαιρίδια. Ένα από αυτά, που διατηρείται σε άριστη κατάσταση, διασώζει την οστέινη λαβή του που είναι διακοσμημένη με χαρακτούς κύκλους. Χαρακτηριστική είναι και η ανεύρεση σε πολλούς γυναικείους τάφους ενός πήλινου σφονδυλιού. Αποτελούσε εξάρτημα για το αδράχτι, το οποίο δεν έχει διασωθεί λόγω του φθαρτού υλικού του, και έδειχνε την κύρια απασχόληση της νεκρής, όταν βρισκόταν στη ζωή. Κυρίως έγνεθε το μαλλί. Θα πρέπει πάντως να παρατηρήσουμε ότι βρισκόταν συνήθως σε φτωχικούς τάφους, πολλές φορές ήταν το μοναδικό κτέρισμα, ένδειξη ότι η ειδίκευση αυτή αφορούσε τις φτωχότερες τάξεις. O διαχωρισμός των φύλων από τα κτερίσματα των νεκρών δεν είναι συνήθως εφικτός. Μερικές μόνο ταφές ορίζονται με σχετική βεβαιότητα ως γυναικείες από την ποικιλία και πολυμορφία των κοσμημάτων που εμπεριείχαν ή σε άλλες περιπτώσεις από την παρουσία του σφονδυλιού. Τα μαχαιρίδια, όπως και τα υπόλοιπα κτερίσματα, βρέθηκαν σε τάφους και των δυο φύλων και επομένως δεν βοηθούν στη διάκριση των τάφων σε γυναικείους και ανδρικούς[106]. Αξίζει επίσης να τονισθεί η σχεδόν παντελής απουσία όπλων από τους ανδρικούς τάφους της εποχής σιδήρου, ένα έθιμο που έχει διαπιστωθεί ότι επικρατεί στη Νέα Φιλαδέλφεια, στο παρακείμενο νεκροταφείο των αρχαϊκών και κλασικών χρόνων, από τον προχωρημένο 6ο π.Χ. και εξής και είναι γνωστό και από άλλες περιοχές της Μακεδονίας στην ίδια εποχή.

Οι πλουσιότεροι τάφοι είναι οι γυναικείοι. Στον τάφο αριθ. 514 το ένδυμα της νεκρής από τον ώμο μέχρι την κοιλιά διακοσμούνταν με 40 επιχρυσωμένα ομφάλια. Στα χέρια φορούσε χάλκινα βραχιόλια και δακτυλίδια, ενώ πάνω στον αριστερό ώμο της βρέθηκαν δυο χάλκινοι διπλοί πελέκεις. Στον τάφο αριθ. 948 (Εικ. 12) βρέθηκαν 32 αντικείμενα. Πρόκειται για έναν απέριττο κιβωτιόσχημο τάφο μιας νεαρής γυναίκας του 7ου αι. π.Χ., στον οποίο τα περισσότερα κτερίσματα της νεκρής βρέθηκαν στοιβαγμένα στη μια γωνία του. Ανάμεσα στα κοσμήματα που της προσφέρθηκαν, ξεχωρίζουν δυο βαριά πολύσπειρα βραχιόλια, τα οποία φορεμένα θα κάλυπταν το κάθε χέρι της γυναίκας από τον καρπό μέχρι τον αγκώνα. Για τη διακόσμηση της κεφαλής της χρησιμοποιήθηκαν οι σπειροειδείς σωληνίσκοι, γνωστοί με τον όρο σύριγγες, οι οποίοι κρέμονταν ανάμεσα στα μαλλιά στερεωμένοι πιθανόν σε μια δερμάτινη στεφάνη[107], ενώ τέσσερα περιλαίμια και ένα περιδέραιο με αμφικωνικές χάντρες προορίζονταν για την κόσμηση του λαιμού και του στήθους της. Τέλος τη στερέωση και διακόσμηση των ενδυμάτων εξυπηρετούσαν μια-δυο λεπτές περόνες, δυο διαφορετικού τύπου πόρπες, καθώς και μερικά ακόμη δισκοειδή κοσμήματα.

Τα κοσμήματα αυτά έχουν ιδιαίτερες ομοιότητες με αυτά που βρέθηκαν π.χ. στη Βεργίνα ή στην Τσαουσίτσα[108] και δείχνουν ότι οι λαοί που κατοικούσαν στη Μακεδονία είχαν όμοιο πολιτιστικό υπόβαθρο.

Στο νότιο τμήμα του νεκροταφείου εμφανίζονται νέα κοσμήματα, ενώ μειώνονται τα παλιά. Εμφανίζονται οι μεγάλες χάλκινες αμφικωνικές χάντρες και τα περίαπτα σε σχήμα πουλιού[109]. Τώρα πλέον στη μεταλλοτεχνία χρησιμοποιείται περισσότερο το χύσιμο σε καλούπι αντί της σφυρηλάτησης του μετάλλου, ενώ η ευαισθησία των τεχνιτών τούς οδηγεί σε κατασκευή πλαστικότερων μορφών. Η τεχνική βρίσκεται σε πιο εξελιγμένο στάδιο. Τα νέα αυτά στοιχεία χρονολογούνται στο τέλος του 8ου και στον 7ο αι. π.Χ. Στον 7ο αι. π.Χ. ή στις αρχές του 6ου αι. π.Χ. ανήκουν και τα χρυσά επιστόμια που χρησιμοποιούνται για το κλείσιμο του στόματος του νεκρού. Τα χρυσά επιστόμια είναι πολύ συχνό εύρημα σε τάφους μεταγενέστερους, των μέσων και ύστερων αρχαϊκών χρόνων που έχουν βρεθεί στη Νέα Φιλαδέλφεια αλλά και σε άλλες περιοχές της Μακεδονίας στα ίδια χρόνια, εντούτοις η αρχή τους ανάγεται στην εποχή σιδήρου. Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει και το σιδερένιο ξίφος του τάφου αριθ. 1543, το οποίο διασώζει και τα χάλκινα δεσίματα της δερμάτινης πιθανόν θήκης του. Το ξίφος αυτό μαζί με ένα ακόμα που βρέθηκε στον γειτονικό τάφο αριθ. 1544 είναι τα μοναδικά τέτοιου είδους αντικείμενα που αποκαλύφθηκαν στο νεκροταφείο της εποχής σιδήρου. Η κεραμική που συνοδεύει τα ευρήματα αυτά είναι η γνωστή άβαφη εγχώρια της εποχής σιδήρου. Η παρουσία των ξιφών εδώ προαναγγέλλει την επικράτηση του εθίμου της ταφής των ανδρών με τον οπλισμό τους, έθιμο που παγιώνεται στη Νέα Φιλαδέλφεια την περίοδο μετά τα μέσα του 6ου αι.

Το νοτιοδυτικό τμήμα του νεκροταφείου της εποχής σιδήρου επαναχρησιμοποιήθηκε σε πολύ περιορισμένη κλίμακα τον προχωρημένο 6ο αι. π.Χ., τον 4ο αι. και τον 3ο αι. π.Χ. Άλλοτε κατασκευάσθηκαν νέοι τάφοι, άλλοτε επαναχρησιμοποιήθηκαν οι παλιότεροι. Χαρακτηριστικό ιδιαίτερα των τάφων του 6ου έως 4ου αι. π.Χ. το οποίο διαπιστώθηκε κυρίως στις ταφές του νεκροταφείου των αρχαϊκών και κλασικών χρόνων που βρέθηκε σε μεγάλη έκταση ανατολικά αυτού της εποχής σιδήρου, είναι ότι υπάρχει σταθερός προσανατολισμός της κεφαλής του νεκρού ανάλογα με το φύλο, κάτι που επίσης δεν φαίνεται να ακολουθείται με συνέπεια στους προγενέστερους τάφους. Οι άνδρες έχουν το κεφάλι στα βόρεια ή στα δυτικά, οι γυναίκες στα νότια ή στα ανατολικά. Επιπλέον κυρίως στον 6ο αι. και στον 5ο αι. παρατηρείται, όπως αναφέραμε και προηγουμένως, η συνήθεια οι άνδρες να θάβονται με τον οπλισμό τους και οι γυναίκες, όπως και στην εποχή σιδήρου, με τα κοσμήματά τους. Τον οπλισμό των νεκρών ανδρών απαρτίζουν το χάλκινο κράνος, το σιδερένιο ξίφος και τα δυο σιδερένια δόρατα. Οι τάφοι επίσης από τη μέση αρχαϊκή περίοδο και εξής, διακρίνονται για την αφθονία αγγείων εισαγμένων από την Αττική, Κόρινθο, Ιωνία. Οι ταφές του 4ου αι. π.Χ. ξεχωρίζουν από τα γνωστά κτερίσματα της εποχής αυτής (αγγεία, κοσμήματα, χάλκινα νομίσματα).

Η τελευταία φάση της χρήσης του νεκροταφείου της εποχής σιδήρου τοποθετείται στα ρωμαϊκά χρόνια. Λίγοι τάφοι αυτής της εποχής εντοπίσθηκαν στο κεντρικό τμήμα του χώρου που ερευνήθηκε. Διακρίνονται κυρίως από την κατασκευή τους με κεραμίδες στέγης και από τα κτερίσματά τους, ανάμεσα στα οποία επικρατούν τα βολβόσχημα μυροδοχεία και τα χάλκινα νομίσματα των πρώτων μεταχριστιανικών αιώνων. Οι τελευταίοι φαίνεται ότι σχετίζονται με μια παρακείμενη εγκατάσταση ρωμαϊκών χρόνων, τμήμα της οποίας είχαμε ανασκάψει το 1995[110].

 

Η περιοχή της Νέας Φιλαδέλφειας ανήκει στην αρχαία Μυγδονία, η οποία είχε τα όρια που καταλαμβάνει περίπου ο σημερινός νομός Θεσσαλονίκης. Σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές, που συχνά είναι ασαφείς ή ακόμα παρουσιάζουν αντικρουόμενες απόψεις, στη Μυγδονία, πριν από την ενσωμάτωσή της στο Μακεδονικό κράτος, ζούσαν οι Μύγδονες, στους οποίους αποδίδονταν δέκα πόλεις[111]. Κατά τον Θουκυδίδη οι Μακεδόνες κατέλαβαν την περιοχή αυτή διώχνοντας από εκεί τους Ηδωνούς[112]. Όπως είχε διαπιστωθεί με την επιφανειακή αλλά και ανασκαφική αρχαιολογική έρευνα σε άλλες περιοχές, οι πληθυσμοί αυτοί κατοικούσαν κυρίως σε μεγάλους οικισμούς που τους εγκαθίδρυαν πάνω σε χαμηλά φυσικά υψώματα (τράπεζες). Στον κάτω ρου του Γαλλικού δεσπόζουν σήμερα πέντε τέτοιοι παρόμοιοι με της Νέας Φιλαδέλφειας οικισμοί πάνω σε «τράπεζες».

Η ανασκαφή στη Νέα Φιλαδέλφεια μας έδωσε και νέα στοιχεία για την οργάνωση των οικιστικών εγκαταστάσεων στην περιοχή αυτή.

Η εγκατάσταση πάνω στο τραπεζιόσχημο ύψωμα, που αναφέραμε προηγουμένως, αποτελεί ένα νεοαποκαλυπτόμενο εύρημα στον μακεδονικό χώρο, το οποίο προκαλεί ερωτηματικά σχετικά με τον χαρακτήρα του. Το γεγονός ότι είναι μια ολιγομελής κοινότητα γίνεται αμέσως αντιληπτό από τον μικρό αριθμό των κτηρίων που περιλαμβάνει. Το τετράχωρο κτήριο του άνω πλατώματος δεν υπάρχει αμφιβολία ότι χρησιμοποιήθηκε για κατοικία, όπως άλλωστε και το συγκρότημα των δωματίων στο νότιο φρύδι του λόφου. Εντούτοις το εξαιρετικά μεγάλο μέγεθος του πρώτου για τα μέτρα της εποχής σιδήρου -εμβαδόν σχεδόν 200 τ.μ.- η θέση του σε κεντρικό σημείο του λόφου και το περιβάλλον του, που είναι ανοιχτός χώρος χωρίς άλλες οικοδομές σε αρκετή απόσταση, δείχνουν ότι δεν πρόκειται για κατοικία μιας απλής αγροτικής οικογένειας. Η οικονομική ισχύς και η χρησιμοποίηση άφθονου εργατικού δυναμικού, προϋποθέσεις αναγκαίες για έργα μεγάλου μεγέθους, όπως π.χ. μεταφορά χωμάτων για δημιουργία ταρατσών, η πλήρης αυτάρκεια των αγροτικών προϊόντων και η αρμοδιότητα ανακατανομής της παραγωγής, που φαίνεται από τα πολυάριθμα αποθηκευτικά αγγεία, δείχνουν ότι πρόκειται ίσως για έδρα ή για έργο κάποιου τοπάρχη της περιοχής[113]. Εξάλλου η θέση της εγκατάστασης στον λόφο δίπλα στο ποτάμι υποδηλώνει ότι ίσως σχετίζεται με την εκμετάλλευση των πόρων του ποταμού. Δεν μπορεί όμως να αποκλεισθεί και η περίπτωση να εξυπηρετούνταν και αμυντικοί στόχοι, καθόσον από τη θέση αυτή μπορούσε να ελεγχθεί και η πρόσβαση προς την παραλιακή Μακεδονία και συγχρόνως υπήρχε και άμεση οπτική επαφή προς τον κυρίως οικισμό, που βρισκόταν στην «τράπεζα», η οποία ήταν σε αρκετή απόσταση από το ποτάμι. Τι σημαίνει ο διαχωρισμός της εγκατάστασης αυτής από τον κεντρικό οικισμό της «τράπεζας», στον οποίο εύλογα μπορεί να υποθέσει κανείς ότι βρίσκεται το κέντρο της διοίκησης, δεν είναι εύκολο να απαντηθεί. Θα μπορούσε ίσως να σκεφτεί κανείς ότι η εξουσία δεν ήταν απόλυτα συγκεντρωτική σε ένα άτομο (βασιλιά) αλλά διαμοιραζόταν ανάμεσα σε περισσότερα μέλη μιας αγροτικής αριστοκρατίας.

Συνεπώς, η εγκατάσταση στον λόφο δημιουργεί προϋποθέσεις για την κατανόηση της οργάνωσης, των κοινωνικών δομών και των θεσμών των λαών του μακεδονικού χώρου κατά τη γεωμετρική και πρώιμη αρχαϊκή εποχή. Άλλωστε, ο εντοπισμός των πρόχειρων εγκαταστάσεων στην πεδιάδα δείχνει ότι οι οικιστικές περιοχές δεν περιορίζονταν μόνο στους λόφους. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι κατά την εποχή σιδήρου ήταν διαδεδομένη στην πεδιάδα εποχική κατοίκηση ή μια μονιμότερη εγκατάσταση φτωχών ανθρώπων άμεσα συνδεδεμένων με την αγροτική εργασία.

Τα στοιχεία που προαναφέραμε μπορούν να συσχετισθούν με αυτά που μας δίνει η ανασκαφή του νεκροταφείου, στο οποίο αποτυπώνεται και μια αρκετά αντιπροσωπευτική εικόνα της κοινωνίας της εποχής εκείνης. Ιδιαίτερα πολυπληθής κοινότητα που παρουσιάζει μεν κοινωνική διαστρωμάτωση, αν ερμηνεύεται σωστά η διαφορά στην ποσότητα των ευρημάτων ανάμεσα στους τάφους, αλλά στηρίζεται στις αρχές της ισότητας τουλάχιστον απέναντι στο θάνατο. Πλούσιοι και φτωχοί καταλαμβάνουν ίδιο χώρο ταφικής γης και κατανέμονται τυχαία σ' όλη την έκταση του νεκροταφείου. Ακόμη, η αυστηρή οριοθέτηση του νεκροταφείου προϋποθέτει μια μορφή πρωτοαστικής οργάνωσης του οικισμού, ο οποίος μεριμνά για την προγραμματισμένη χρήση της διαθέσιμης αγροτικής γης, όπως τουλάχιστον φαίνεται από το μεγαλύτερο τμήμα του νεκροταφείου.

Συμπερασματικά μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι κατά το τέλος του 9ου αι. π.Χ. οι κάτοικοι της Νέας Φιλαδέλφειας, εγκατεστημένοι στην «τράπεζα Ναρές», έχουν αποκτήσει μια ακμαία οικονομία που επιτρέπει την κατανομή της εργασίας και απολαμβάνουν τουλάχιστον μέσα στα όρια του κεντρικού οικισμού ένα είδος πρωτοαστικής οργάνωσης. Στον οικισμό αυτό υπάγονται πιθανότατα και άλλες μικρές εγκαταστάσεις, σε λόφους ή στην πεδιάδα, που είναι πολύ πιθανόν να μοιράζονται την ίδια ταφική γη. Η κοινότητα αυτή βρίσκεται σε επικοινωνία με την υπόλοιπη Μακεδονία αλλά και τον ευρύτερο βαλκανικό χώρο. Αξίζει να επισημάνουμε τη μεγάλη ομοιότητα των χάλκινων κοσμημάτων της Νέας Φιλαδέλφειας με αυτά του νεκροταφείου των τύμβων της Βεργίνας, ένδειξη του κοινού πολιτιστικού υπόβαθρου όλων αυτών των συγγενών κατά μια έννοια φύλων της εποχής σιδήρου.

Οι έρευνες στη Νέα Φιλαδέλφεια, αλλά και σε πολλές άλλες περιοχές του μυχού του Θερμαϊκού κόλπου, όπως στην Αγχίαλο, στην Τούμπα Θεσσαλονίκης, στο Καραμπουρνάκι, στη Σταυρούπολη, καθώς και στην υπόλοιπη Μακεδονία έδειξαν ομοιότητες στην κεραμική, άβαφη και γραπτή, όλων αυτών των οικισμών. Οι στενές εμπορικές επαφές με τον νοτιότερο χώρο διαπιστώθηκαν από την ανεύρεση γεωμετρικών αγγείων εισαγμένων κατευθείαν από την Εύβοια. Μάλιστα η γεωμετρική διακόσμηση υπάρχει όχι μόνο στα αγγεία που εισήχθηκαν από τη νότια Ελλάδα, αλλά και σ' αυτά που κατασκευάζονταν στη Μακεδονία. Είναι ευρέως γνωστό ότι οι Ευβοείς πήραν μέρος στον αποικισμό του βορειοελλαδικού χώρου. Πιθανόν οι αποικίες τους απετέλεσαν και τα κύτταρα για την ανάπτυξη της γνήσιας γεωμετρικής τέχνης στη Μακεδονία.

Χαρακτηριστική είναι η άνθιση και της μεταλλοτεχνίας. Η αφθονία των χάλκινων και σιδερένιων αντικειμένων, οι συχνά επαναλαμβανόμενοι όμοιοι τύποι κοσμημάτων συνηγορούν για την ύπαρξη μεγάλων εργαστηριακών μονάδων που κάλυπταν τις ανάγκες μιας ιδιαίτερα αυξημένης ζήτησης. Τα εργαστήρια αυτά τροφοδοτούσαν και τον βορειότερο βαλκανικό χώρο, αφού η ανεύρεση αντίστοιχων τύπων και εκεί βεβαιώνουν την ύπαρξη αξιόλογων πολιτιστικών επαφών και ανταλλαγών.

Τον 6ο αι. παρατηρείται μια σημαντική αλλαγή στα ταφικά έθιμα. Επικρατεί η ταφή των ανδρών με τα όπλα τους και επιβάλλεται ο διαφορετικός προσανατολισμός των νεκρών ανάλογα με το φύλο τους. Οι γυναίκες, όπως και στην εποχή σιδήρου, θάβονται με τα κοσμήματά τους. Με την ανασκαφή του αρχαϊκού νεκροταφείου στη Νέα Φιλαδέλφεια διευρύνονται τα όρια των περιοχών, όπου απαντούν τα παραπάνω έθιμα. Η εκπληκτική ομοιότητα τους με αυτά από το νεκροταφείο της Θέρμης, της Αγ. Παρασκευής, του Αγ. Αθανασίου στον νομό Θεσσαλονίκης μέχρι αυτών του νεκροταφείου της Βεργίνας και της Αιανής στην Κοζάνη δείχνει και πάλι την πολιτιστική ομοιογένεια των θρακικών και μακεδονικών φύλων. Το φαινόμενο της επικράτησης αυτών των ταφικών εθίμων μπορεί να εξηγηθεί από το γεγονός ότι όμοιο πολιτειακό καθεστώς, δηλαδή η βασιλεία, υπήρχε σε όλα τα επιμέρους φύλα, ένα συντηρητικό σύστημα διακυβέρνησης που ευνοεί την επίδειξη ισχύος των ατόμων της άρχουσας τάξης και την προβολή πολεμικών προτύπων. Υπαινίσσεται ακόμη την ύπαρξη μιας ισχυρής συντηρητικής αριστοκρατίας που επιβιώνει από την εποχή σιδήρου και που τον 6ο αι. π.Χ. αυτοπροσδιορίζεται υιοθετώντας το πρότυπο του πολεμιστή ως σημείο αναφοράς στην ηρωική εποχή. Η τάξη αυτή καθιερώνει έθιμα που απηχούν ομηρικές ταφικές πρακτικές και τα οποία υιοθετούνται τελικά από ευρύτερες κοινωνικές ομάδες. Ανάλογα έθιμα επικρατούν στη νότια Ελλάδα στη γεωμετρική εποχή, όπου υπάρχουν αντίστοιχες κοινωνικές συνθήκες, ενώ η εξαφάνισή τους στην αρχαϊκή έχει συνδεθεί με την επικράτηση της δημοκρατίας[114].

Ο 4ος αι. π.Χ. είναι περίοδος πολιτικής αστάθειας και μεγαλύτερης φτώχειας. Η συρρίκνωση των εισοδημάτων αντικατοπτρίζεται στα ταφικά έθιμα της Νέας Φιλαδέλφειας με τη μείωση των κτερισμάτων ή τη χρησιμοποίηση φθηνότερων αντικειμένων. Στα μέσα του αιώνα οι συνθήκες αρχίζουν να αλλάζουν. Ο Φίλιππος ο Β' ενοποιεί τη Μακεδονία και επιβάλλει ολοκληρωτικά την εξουσία των Μακεδόνων. Στη συνέχεια οργανώνεται η εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου στην Ασία, άφθονο χρήμα εισρέει στη Μακεδονία, δημιουργούνται τα μεγάλα αστικά κέντρα, ενώ οι περιφερειακοί οικισμοί όπως αυτός της Νέας Φιλαδέλφειας συρρικνώνονται. Ας μην ξεχνάμε ότι το 315 π.Χ. ιδρύεται η Θεσσαλονίκη, η οποία αποκτά πληθυσμό από τις γειτονικές περιοχές.

 

104 Δ. Γραμμένος - Σ. Τριανταφύλλου, Ανθρωπολογικές Μελέτες από τη Βόρεια Ελλάδα (2004), 265 κ.ε. (Β. Μισαηλίδου-Δεσποτίδου).

105 Βλ. Β. Μισαηλίδου-Δεσποτίδου, Χάλκινα κοσμήματα αρχαϊκών χρόνων από τη Μακεδονία (Αδημ. Διδακτ. Διατρ. 2003), 22, σημ. 20.

106 Μόνο με την έρευνα των σκελετικών καταλοίπων είναι δυνατός ο προσδιορισμός τους. Για τις ανθρωπολογικές μελέτες στη Νέα Φιλαδέλφεια βλ. Γραμμένος - Τριανταφύλλου, ό.π. σημ. 15, σ. 271 κ.ε. (Ε. Μίλκα - Χρ. Παπαγεωργοπούλου).

107 Για τον τρόπο που οι σωληνίσκοι τοποθετούνταν στο κεφάλι βλ. Κ. Phomiopoulou - I. Kilian-Dirlmeier, PZ 64, 1989, 101-107.

108 Μ. Ανδρόνικος, Βεργίνα I. Το νεκροταφείο των τύμβων (1969), S. Casson, BSA, 24, 1919-1921, 1 κ.ε.

109 Για ανάλογα παραδείγματα βλ. π.χ. Bouzek, ό.π. Εικ. 33 και 49.

110 ΑΔ 50, 1995, Χρ. 470-471, ΑΕΜΘ 1995, 313-314

111 Στράβ. VII απόσπ. 36, Πτολ. ΙΙΙ.13.36. Βλ. ακόμη N. Hammond, A History of Macedonia, vol. I, Oxford 1972, 182 κ.ε.

112 Θουκ. ΙΙ.99.4.

113 Για τέτοιου είδους εγκαταστάσεις βλ. A. Mazarakis-Ainian, From rulers dwellings to temples (1997).

114 I. Morris, Death-ritual and Social Structure in Classical Antiquity (1992), 26 κ.ε

Ο Ιούδας, του Σπύρου Μελά. Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος

  Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος.     Φίλες και φίλοι, με αφορμή τη μεγάλη χριστιανική εορτή, πρόκειται να σας αναλύσω τον Ιούδα , του Σπύρ...