Νέα Φιλαδέλφεια: οικιστικά κατάλοιπα και νεκροταφείο της εποχής σιδήρου. Δημήτριος Β. Γραμμένος

 Σχεδόν σύγχρονο με τη γεωμετρική εγκατάσταση, είναι και το νεκροταφείο της εποχής σιδήρου, το οποίο βρέθηκε στην πεδιάδα ανάμεσα σ' αυτήν και στη μεγάλη «τράπεζα Ναρές». Θα πρέπει κατ' αρχήν να επισημανθεί ότι, όπως συνάγεται από τη χωροταξική διάταξη του νεκροταφείου, τουλάχιστον από τον 9ο αι. π.Χ. και εξής, ο ταφικός χώρος είναι απόλυτα διαχωρισμένος από τον σύγχρονό του οικιστικό[104], ο οποίος υποθέτουμε ότι βρίσκεται στην «τράπεζα Ναρές». Δεν αποκλείεται ωστόσο ο ίδιος χώρος να χρησιμοποιούνταν για ταφές και από τους κατοίκους της γύρω αγροτικής περιοχής και ίσως και από αυτούς που κατοικούσαν στη μικρή γεωμετρική εγκατάσταση που ανασκάψαμε.

Τα κοσμήματα της νεκρής του τάφου (αριθμός 948) στη θέση που βρέθηκαν κατά την ανασκαφή (φωτ. της Β. Μ-Δ)


Με τον όρο «νεκροταφείο εποχής σιδήρου» ορίσαμε ένα αυστηρά οριοθετημένο νεκροταφείο, το οποίο χρησιμοποιήθηκε συστηματικά για ταφές την περίοδο από τον 9ο μέχρι τον 7ο αι. η το πρώτο τέταρτο του 6ου αι. π.Χ. και μόνο περιπτωσιακά στους επόμενους αιώνες[105]. Η χρονολόγηση των τάφων της εποχής σιδήρου δεν είναι απόλυτα ακριβής, επειδή στηρίζεται κυρίως στην εγχώρια άβαφη κεραμική, που επικρατεί σχεδόν κατ' αποκλειστικότητα και που είναι δύσκολο να χρονολογηθεί επακριβώς, καθώς και στα κοσμήματα, που επίσης δεν αποτελούν ακριβή χρονολογικά τεκμήρια.

Από το νεκροταφείο αυτό έχουν ερευνηθεί 2.228 τάφοι σε έκταση 12 στρεμμάτων (Εικ. 9). Τα όρια του, από τα οποία έχουν αποκαλυφθεί τμήματα του βόρειου, του ανατολικού και του δυτικού, φαίνεται ότι ήταν με σαφήνεια καθορισμένα. Στη βορειοανατολική περιοχή διαπιστώθηκε τοποθέτηση των ακριανών τάφων σε σειρά, μια τοποθέτηση που θα μπορούσε να δηλώνει και την ύπαρξη δυο δρόμων, ενός με κατεύθυνση Β-Ν και ενός άλλου Α-Δ. Το δυτικό όριο, από το οποίο έχει αποκαλυφθεί ένα τμήμα, παραβιάζεται ορισμένες φορές με την τοποθέτηση, έξω από το όριο, τάφων, ίσως μεταγενέστερων της οριοθέτησης (Εικ. 10). Εντύπωση προκαλεί το μέγεθος του νεκροταφείου σε συνάρτηση με την πυκνότητα των τάφων. Αν αναλογισθούμε ότι ένα μεγάλο τμήμα του επεκτείνεται και στα διπλανά χωράφια, θα πρέπει να υποθέσουμε ότι η συνολική έκτασή του θα ήταν σχεδόν διπλάσια.

Οι ταφές ανήκουν και σε ενήλικες και σε παιδιά, κάτι που γίνεται εύκολα αντιληπτό από το μέγεθος των τάφων. Ορισμένοι ιδιαίτερα μικροί τάφοι, σε μερικούς από τους οποίους διατηρούνταν και λίγα σκελετικά κατάλοιπα, δείχνουν ότι στο νεκροταφείο θάβονταν ακόμη νήπια και βρέφη. Μολονότι επικρατεί ο ενταφιασμός, χρησιμοποιείται σε μικρή κλίμακα και η καύση. Αρκετά τεφροδόχα αγγεία βρέθηκαν διάσπαρτα σ' όλη την έκταση του νεκροταφείου.

Το μεγαλύτερο τμήμα του νεκροταφείου αναπτύσσεται οριζόντια, οι τάφοι είναι τοποθετημένοι πυκνά ο ένας κοντά στον άλλον, αλλά δεν έχουν ένα σταθερό προσανατολισμό. Ωστόσο, σε πολύ λίγες περιπτώσεις νεότερες ταφές καταστρέφουν παλιότερες. Οι τάφοι είναι λακκοειδείς η κιβωτιόσχημοι. Στους τελευταίους το υποτυπώδες κιβώτιο είναι κατασκευασμένο με κάθετα τοποθετημένες πλακαρές πέτρες. Τέλος τα τεφροδόχα αγγεία με τα καμένα οστά των νεκρών βρίσκονται ανάμεσα στους τάφους ή πάνω σε καλυπτήριες (Εικ. 11).

Στο νοτιότερο τμήμα του νεκροταφείου οι τάφοι είναι επίσης είτε λακκοειδείς είτε κιβωτιόσχημοι, οι περισσότεροι όμως από τους τελευταίους παρουσιάζουν μια πιο εξελιγμένη μορφή, όπου το κιβώτιο είναι πιο καλοσχηματισμένο. Ακόμη, παρατηρούνται λίγοι κτιστοί με αργούς λίθους τάφοι, ελεύθερες ταφές, ταφές σε πιθάρια και επίσης τεφροδόχα αγγεία. Αξίζει να επισημανθεί ότι στο τμήμα αυτό έχουν εντοπισθεί και μικροί ταφικοί περίβολοι, που ίσως στήριζαν τυμβίσκους, οι οποίοι δεν βρέθηκαν, επειδή, αν υπήρχαν, θα είχαν ισοπεδωθεί από την καλλιέργεια.

Συνήθως κάθε τάφος χρησιμοποιήθηκε για τον ενταφιασμό ενός νεκρού. Σπάνια απαντούν λάκκοι με δυο ή τρεις νεκρούς. Οι νεκροί τοποθετούνται ανάσκελα με τα χέρια ανάμεσα στους μηρούς και συχνά τους αστραγάλους δεμένους.

Οι τάφοι είναι μερικές φορές πλούσια κτερισμένοι, αλλά συχνότερα είναι φτωχοί. Στις περιπτώσεις αυτές μόνο ένα ή δυο κτερίσματα προσφέρονταν στους νεκρούς, ή το ένδυμα του νεκρού έφερε κάποιο διακοσμητικό κόσμημα (π.χ. επιχρυσωμένο ομφάλιο). Συνολικά πάντως το 40% έως 50% αυτών περιέχουν εκτός από τον σκελετό του νεκρού και κάποια αντικείμενα. Πρόκειται για αγγεία, κοσμήματα και εργαλεία. Τα πήλινα αγγεία έχουν περιορισμένο σχηματολόγιο. Επικρατούν οι πρόχοι, τα κανθαρόσχημα και φιαλόσχημα μόνωτα κύπελα, οι αμφορίσκοι. Στους νηπιακούς τάφους βρέθηκαν και θήλαστρα. Τα κοσμήματα είναι κυρίως χάλκινα και σιδερένια. Έχουμε, ως επί το πλείστον, ψέλια πολύσπειρα και απλά, συχνά διακοσμημένα με χαρακτά σχέδια, δακτυλίδια, είτε με οκτώσχημη ή ρομβοειδή σφενδόνη, είτε ταινιωτά, πόρπες, περόνες, περιλαίμια στριφτά, σπειροειδείς σωληνίσκους, ενώτια. Βρέθηκαν επιπλέον και λιγοστά χρυσά κοσμήματα, όπως ένα ζεύγος ενωτίων και μερικά χρυσά επιστόμια. Δεν λείπουν ακόμη και γυάλινες ψήφοι. Τα ρούχα διακοσμούνται επίσης με χάλκινα κομβία και επιχρυσωμένα χάλκινα ομφάλια που θα έδιναν την εντύπωση των χρυσοποίκιλτων ενδυμάτων. Ραμμένα πάνω στο ύφασμα διακοσμούσαν, το στήθος, τη μέση, το κεφάλι των νεκρών.

Τα εργαλεία είναι κυρίως σιδερένια μαχαιρίδια. Ένα από αυτά, που διατηρείται σε άριστη κατάσταση, διασώζει την οστέινη λαβή του που είναι διακοσμημένη με χαρακτούς κύκλους. Χαρακτηριστική είναι και η ανεύρεση σε πολλούς γυναικείους τάφους ενός πήλινου σφονδυλιού. Αποτελούσε εξάρτημα για το αδράχτι, το οποίο δεν έχει διασωθεί λόγω του φθαρτού υλικού του, και έδειχνε την κύρια απασχόληση της νεκρής, όταν βρισκόταν στη ζωή. Κυρίως έγνεθε το μαλλί. Θα πρέπει πάντως να παρατηρήσουμε ότι βρισκόταν συνήθως σε φτωχικούς τάφους, πολλές φορές ήταν το μοναδικό κτέρισμα, ένδειξη ότι η ειδίκευση αυτή αφορούσε τις φτωχότερες τάξεις. O διαχωρισμός των φύλων από τα κτερίσματα των νεκρών δεν είναι συνήθως εφικτός. Μερικές μόνο ταφές ορίζονται με σχετική βεβαιότητα ως γυναικείες από την ποικιλία και πολυμορφία των κοσμημάτων που εμπεριείχαν ή σε άλλες περιπτώσεις από την παρουσία του σφονδυλιού. Τα μαχαιρίδια, όπως και τα υπόλοιπα κτερίσματα, βρέθηκαν σε τάφους και των δυο φύλων και επομένως δεν βοηθούν στη διάκριση των τάφων σε γυναικείους και ανδρικούς[106]. Αξίζει επίσης να τονισθεί η σχεδόν παντελής απουσία όπλων από τους ανδρικούς τάφους της εποχής σιδήρου, ένα έθιμο που έχει διαπιστωθεί ότι επικρατεί στη Νέα Φιλαδέλφεια, στο παρακείμενο νεκροταφείο των αρχαϊκών και κλασικών χρόνων, από τον προχωρημένο 6ο π.Χ. και εξής και είναι γνωστό και από άλλες περιοχές της Μακεδονίας στην ίδια εποχή.

Οι πλουσιότεροι τάφοι είναι οι γυναικείοι. Στον τάφο αριθ. 514 το ένδυμα της νεκρής από τον ώμο μέχρι την κοιλιά διακοσμούνταν με 40 επιχρυσωμένα ομφάλια. Στα χέρια φορούσε χάλκινα βραχιόλια και δακτυλίδια, ενώ πάνω στον αριστερό ώμο της βρέθηκαν δυο χάλκινοι διπλοί πελέκεις. Στον τάφο αριθ. 948 (Εικ. 12) βρέθηκαν 32 αντικείμενα. Πρόκειται για έναν απέριττο κιβωτιόσχημο τάφο μιας νεαρής γυναίκας του 7ου αι. π.Χ., στον οποίο τα περισσότερα κτερίσματα της νεκρής βρέθηκαν στοιβαγμένα στη μια γωνία του. Ανάμεσα στα κοσμήματα που της προσφέρθηκαν, ξεχωρίζουν δυο βαριά πολύσπειρα βραχιόλια, τα οποία φορεμένα θα κάλυπταν το κάθε χέρι της γυναίκας από τον καρπό μέχρι τον αγκώνα. Για τη διακόσμηση της κεφαλής της χρησιμοποιήθηκαν οι σπειροειδείς σωληνίσκοι, γνωστοί με τον όρο σύριγγες, οι οποίοι κρέμονταν ανάμεσα στα μαλλιά στερεωμένοι πιθανόν σε μια δερμάτινη στεφάνη[107], ενώ τέσσερα περιλαίμια και ένα περιδέραιο με αμφικωνικές χάντρες προορίζονταν για την κόσμηση του λαιμού και του στήθους της. Τέλος τη στερέωση και διακόσμηση των ενδυμάτων εξυπηρετούσαν μια-δυο λεπτές περόνες, δυο διαφορετικού τύπου πόρπες, καθώς και μερικά ακόμη δισκοειδή κοσμήματα.

Τα κοσμήματα αυτά έχουν ιδιαίτερες ομοιότητες με αυτά που βρέθηκαν π.χ. στη Βεργίνα ή στην Τσαουσίτσα[108] και δείχνουν ότι οι λαοί που κατοικούσαν στη Μακεδονία είχαν όμοιο πολιτιστικό υπόβαθρο.

Στο νότιο τμήμα του νεκροταφείου εμφανίζονται νέα κοσμήματα, ενώ μειώνονται τα παλιά. Εμφανίζονται οι μεγάλες χάλκινες αμφικωνικές χάντρες και τα περίαπτα σε σχήμα πουλιού[109]. Τώρα πλέον στη μεταλλοτεχνία χρησιμοποιείται περισσότερο το χύσιμο σε καλούπι αντί της σφυρηλάτησης του μετάλλου, ενώ η ευαισθησία των τεχνιτών τούς οδηγεί σε κατασκευή πλαστικότερων μορφών. Η τεχνική βρίσκεται σε πιο εξελιγμένο στάδιο. Τα νέα αυτά στοιχεία χρονολογούνται στο τέλος του 8ου και στον 7ο αι. π.Χ. Στον 7ο αι. π.Χ. ή στις αρχές του 6ου αι. π.Χ. ανήκουν και τα χρυσά επιστόμια που χρησιμοποιούνται για το κλείσιμο του στόματος του νεκρού. Τα χρυσά επιστόμια είναι πολύ συχνό εύρημα σε τάφους μεταγενέστερους, των μέσων και ύστερων αρχαϊκών χρόνων που έχουν βρεθεί στη Νέα Φιλαδέλφεια αλλά και σε άλλες περιοχές της Μακεδονίας στα ίδια χρόνια, εντούτοις η αρχή τους ανάγεται στην εποχή σιδήρου. Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει και το σιδερένιο ξίφος του τάφου αριθ. 1543, το οποίο διασώζει και τα χάλκινα δεσίματα της δερμάτινης πιθανόν θήκης του. Το ξίφος αυτό μαζί με ένα ακόμα που βρέθηκε στον γειτονικό τάφο αριθ. 1544 είναι τα μοναδικά τέτοιου είδους αντικείμενα που αποκαλύφθηκαν στο νεκροταφείο της εποχής σιδήρου. Η κεραμική που συνοδεύει τα ευρήματα αυτά είναι η γνωστή άβαφη εγχώρια της εποχής σιδήρου. Η παρουσία των ξιφών εδώ προαναγγέλλει την επικράτηση του εθίμου της ταφής των ανδρών με τον οπλισμό τους, έθιμο που παγιώνεται στη Νέα Φιλαδέλφεια την περίοδο μετά τα μέσα του 6ου αι.

Το νοτιοδυτικό τμήμα του νεκροταφείου της εποχής σιδήρου επαναχρησιμοποιήθηκε σε πολύ περιορισμένη κλίμακα τον προχωρημένο 6ο αι. π.Χ., τον 4ο αι. και τον 3ο αι. π.Χ. Άλλοτε κατασκευάσθηκαν νέοι τάφοι, άλλοτε επαναχρησιμοποιήθηκαν οι παλιότεροι. Χαρακτηριστικό ιδιαίτερα των τάφων του 6ου έως 4ου αι. π.Χ. το οποίο διαπιστώθηκε κυρίως στις ταφές του νεκροταφείου των αρχαϊκών και κλασικών χρόνων που βρέθηκε σε μεγάλη έκταση ανατολικά αυτού της εποχής σιδήρου, είναι ότι υπάρχει σταθερός προσανατολισμός της κεφαλής του νεκρού ανάλογα με το φύλο, κάτι που επίσης δεν φαίνεται να ακολουθείται με συνέπεια στους προγενέστερους τάφους. Οι άνδρες έχουν το κεφάλι στα βόρεια ή στα δυτικά, οι γυναίκες στα νότια ή στα ανατολικά. Επιπλέον κυρίως στον 6ο αι. και στον 5ο αι. παρατηρείται, όπως αναφέραμε και προηγουμένως, η συνήθεια οι άνδρες να θάβονται με τον οπλισμό τους και οι γυναίκες, όπως και στην εποχή σιδήρου, με τα κοσμήματά τους. Τον οπλισμό των νεκρών ανδρών απαρτίζουν το χάλκινο κράνος, το σιδερένιο ξίφος και τα δυο σιδερένια δόρατα. Οι τάφοι επίσης από τη μέση αρχαϊκή περίοδο και εξής, διακρίνονται για την αφθονία αγγείων εισαγμένων από την Αττική, Κόρινθο, Ιωνία. Οι ταφές του 4ου αι. π.Χ. ξεχωρίζουν από τα γνωστά κτερίσματα της εποχής αυτής (αγγεία, κοσμήματα, χάλκινα νομίσματα).

Η τελευταία φάση της χρήσης του νεκροταφείου της εποχής σιδήρου τοποθετείται στα ρωμαϊκά χρόνια. Λίγοι τάφοι αυτής της εποχής εντοπίσθηκαν στο κεντρικό τμήμα του χώρου που ερευνήθηκε. Διακρίνονται κυρίως από την κατασκευή τους με κεραμίδες στέγης και από τα κτερίσματά τους, ανάμεσα στα οποία επικρατούν τα βολβόσχημα μυροδοχεία και τα χάλκινα νομίσματα των πρώτων μεταχριστιανικών αιώνων. Οι τελευταίοι φαίνεται ότι σχετίζονται με μια παρακείμενη εγκατάσταση ρωμαϊκών χρόνων, τμήμα της οποίας είχαμε ανασκάψει το 1995[110].

 

Η περιοχή της Νέας Φιλαδέλφειας ανήκει στην αρχαία Μυγδονία, η οποία είχε τα όρια που καταλαμβάνει περίπου ο σημερινός νομός Θεσσαλονίκης. Σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές, που συχνά είναι ασαφείς ή ακόμα παρουσιάζουν αντικρουόμενες απόψεις, στη Μυγδονία, πριν από την ενσωμάτωσή της στο Μακεδονικό κράτος, ζούσαν οι Μύγδονες, στους οποίους αποδίδονταν δέκα πόλεις[111]. Κατά τον Θουκυδίδη οι Μακεδόνες κατέλαβαν την περιοχή αυτή διώχνοντας από εκεί τους Ηδωνούς[112]. Όπως είχε διαπιστωθεί με την επιφανειακή αλλά και ανασκαφική αρχαιολογική έρευνα σε άλλες περιοχές, οι πληθυσμοί αυτοί κατοικούσαν κυρίως σε μεγάλους οικισμούς που τους εγκαθίδρυαν πάνω σε χαμηλά φυσικά υψώματα (τράπεζες). Στον κάτω ρου του Γαλλικού δεσπόζουν σήμερα πέντε τέτοιοι παρόμοιοι με της Νέας Φιλαδέλφειας οικισμοί πάνω σε «τράπεζες».

Η ανασκαφή στη Νέα Φιλαδέλφεια μας έδωσε και νέα στοιχεία για την οργάνωση των οικιστικών εγκαταστάσεων στην περιοχή αυτή.

Η εγκατάσταση πάνω στο τραπεζιόσχημο ύψωμα, που αναφέραμε προηγουμένως, αποτελεί ένα νεοαποκαλυπτόμενο εύρημα στον μακεδονικό χώρο, το οποίο προκαλεί ερωτηματικά σχετικά με τον χαρακτήρα του. Το γεγονός ότι είναι μια ολιγομελής κοινότητα γίνεται αμέσως αντιληπτό από τον μικρό αριθμό των κτηρίων που περιλαμβάνει. Το τετράχωρο κτήριο του άνω πλατώματος δεν υπάρχει αμφιβολία ότι χρησιμοποιήθηκε για κατοικία, όπως άλλωστε και το συγκρότημα των δωματίων στο νότιο φρύδι του λόφου. Εντούτοις το εξαιρετικά μεγάλο μέγεθος του πρώτου για τα μέτρα της εποχής σιδήρου -εμβαδόν σχεδόν 200 τ.μ.- η θέση του σε κεντρικό σημείο του λόφου και το περιβάλλον του, που είναι ανοιχτός χώρος χωρίς άλλες οικοδομές σε αρκετή απόσταση, δείχνουν ότι δεν πρόκειται για κατοικία μιας απλής αγροτικής οικογένειας. Η οικονομική ισχύς και η χρησιμοποίηση άφθονου εργατικού δυναμικού, προϋποθέσεις αναγκαίες για έργα μεγάλου μεγέθους, όπως π.χ. μεταφορά χωμάτων για δημιουργία ταρατσών, η πλήρης αυτάρκεια των αγροτικών προϊόντων και η αρμοδιότητα ανακατανομής της παραγωγής, που φαίνεται από τα πολυάριθμα αποθηκευτικά αγγεία, δείχνουν ότι πρόκειται ίσως για έδρα ή για έργο κάποιου τοπάρχη της περιοχής[113]. Εξάλλου η θέση της εγκατάστασης στον λόφο δίπλα στο ποτάμι υποδηλώνει ότι ίσως σχετίζεται με την εκμετάλλευση των πόρων του ποταμού. Δεν μπορεί όμως να αποκλεισθεί και η περίπτωση να εξυπηρετούνταν και αμυντικοί στόχοι, καθόσον από τη θέση αυτή μπορούσε να ελεγχθεί και η πρόσβαση προς την παραλιακή Μακεδονία και συγχρόνως υπήρχε και άμεση οπτική επαφή προς τον κυρίως οικισμό, που βρισκόταν στην «τράπεζα», η οποία ήταν σε αρκετή απόσταση από το ποτάμι. Τι σημαίνει ο διαχωρισμός της εγκατάστασης αυτής από τον κεντρικό οικισμό της «τράπεζας», στον οποίο εύλογα μπορεί να υποθέσει κανείς ότι βρίσκεται το κέντρο της διοίκησης, δεν είναι εύκολο να απαντηθεί. Θα μπορούσε ίσως να σκεφτεί κανείς ότι η εξουσία δεν ήταν απόλυτα συγκεντρωτική σε ένα άτομο (βασιλιά) αλλά διαμοιραζόταν ανάμεσα σε περισσότερα μέλη μιας αγροτικής αριστοκρατίας.

Συνεπώς, η εγκατάσταση στον λόφο δημιουργεί προϋποθέσεις για την κατανόηση της οργάνωσης, των κοινωνικών δομών και των θεσμών των λαών του μακεδονικού χώρου κατά τη γεωμετρική και πρώιμη αρχαϊκή εποχή. Άλλωστε, ο εντοπισμός των πρόχειρων εγκαταστάσεων στην πεδιάδα δείχνει ότι οι οικιστικές περιοχές δεν περιορίζονταν μόνο στους λόφους. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι κατά την εποχή σιδήρου ήταν διαδεδομένη στην πεδιάδα εποχική κατοίκηση ή μια μονιμότερη εγκατάσταση φτωχών ανθρώπων άμεσα συνδεδεμένων με την αγροτική εργασία.

Τα στοιχεία που προαναφέραμε μπορούν να συσχετισθούν με αυτά που μας δίνει η ανασκαφή του νεκροταφείου, στο οποίο αποτυπώνεται και μια αρκετά αντιπροσωπευτική εικόνα της κοινωνίας της εποχής εκείνης. Ιδιαίτερα πολυπληθής κοινότητα που παρουσιάζει μεν κοινωνική διαστρωμάτωση, αν ερμηνεύεται σωστά η διαφορά στην ποσότητα των ευρημάτων ανάμεσα στους τάφους, αλλά στηρίζεται στις αρχές της ισότητας τουλάχιστον απέναντι στο θάνατο. Πλούσιοι και φτωχοί καταλαμβάνουν ίδιο χώρο ταφικής γης και κατανέμονται τυχαία σ' όλη την έκταση του νεκροταφείου. Ακόμη, η αυστηρή οριοθέτηση του νεκροταφείου προϋποθέτει μια μορφή πρωτοαστικής οργάνωσης του οικισμού, ο οποίος μεριμνά για την προγραμματισμένη χρήση της διαθέσιμης αγροτικής γης, όπως τουλάχιστον φαίνεται από το μεγαλύτερο τμήμα του νεκροταφείου.

Συμπερασματικά μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι κατά το τέλος του 9ου αι. π.Χ. οι κάτοικοι της Νέας Φιλαδέλφειας, εγκατεστημένοι στην «τράπεζα Ναρές», έχουν αποκτήσει μια ακμαία οικονομία που επιτρέπει την κατανομή της εργασίας και απολαμβάνουν τουλάχιστον μέσα στα όρια του κεντρικού οικισμού ένα είδος πρωτοαστικής οργάνωσης. Στον οικισμό αυτό υπάγονται πιθανότατα και άλλες μικρές εγκαταστάσεις, σε λόφους ή στην πεδιάδα, που είναι πολύ πιθανόν να μοιράζονται την ίδια ταφική γη. Η κοινότητα αυτή βρίσκεται σε επικοινωνία με την υπόλοιπη Μακεδονία αλλά και τον ευρύτερο βαλκανικό χώρο. Αξίζει να επισημάνουμε τη μεγάλη ομοιότητα των χάλκινων κοσμημάτων της Νέας Φιλαδέλφειας με αυτά του νεκροταφείου των τύμβων της Βεργίνας, ένδειξη του κοινού πολιτιστικού υπόβαθρου όλων αυτών των συγγενών κατά μια έννοια φύλων της εποχής σιδήρου.

Οι έρευνες στη Νέα Φιλαδέλφεια, αλλά και σε πολλές άλλες περιοχές του μυχού του Θερμαϊκού κόλπου, όπως στην Αγχίαλο, στην Τούμπα Θεσσαλονίκης, στο Καραμπουρνάκι, στη Σταυρούπολη, καθώς και στην υπόλοιπη Μακεδονία έδειξαν ομοιότητες στην κεραμική, άβαφη και γραπτή, όλων αυτών των οικισμών. Οι στενές εμπορικές επαφές με τον νοτιότερο χώρο διαπιστώθηκαν από την ανεύρεση γεωμετρικών αγγείων εισαγμένων κατευθείαν από την Εύβοια. Μάλιστα η γεωμετρική διακόσμηση υπάρχει όχι μόνο στα αγγεία που εισήχθηκαν από τη νότια Ελλάδα, αλλά και σ' αυτά που κατασκευάζονταν στη Μακεδονία. Είναι ευρέως γνωστό ότι οι Ευβοείς πήραν μέρος στον αποικισμό του βορειοελλαδικού χώρου. Πιθανόν οι αποικίες τους απετέλεσαν και τα κύτταρα για την ανάπτυξη της γνήσιας γεωμετρικής τέχνης στη Μακεδονία.

Χαρακτηριστική είναι η άνθιση και της μεταλλοτεχνίας. Η αφθονία των χάλκινων και σιδερένιων αντικειμένων, οι συχνά επαναλαμβανόμενοι όμοιοι τύποι κοσμημάτων συνηγορούν για την ύπαρξη μεγάλων εργαστηριακών μονάδων που κάλυπταν τις ανάγκες μιας ιδιαίτερα αυξημένης ζήτησης. Τα εργαστήρια αυτά τροφοδοτούσαν και τον βορειότερο βαλκανικό χώρο, αφού η ανεύρεση αντίστοιχων τύπων και εκεί βεβαιώνουν την ύπαρξη αξιόλογων πολιτιστικών επαφών και ανταλλαγών.

Τον 6ο αι. παρατηρείται μια σημαντική αλλαγή στα ταφικά έθιμα. Επικρατεί η ταφή των ανδρών με τα όπλα τους και επιβάλλεται ο διαφορετικός προσανατολισμός των νεκρών ανάλογα με το φύλο τους. Οι γυναίκες, όπως και στην εποχή σιδήρου, θάβονται με τα κοσμήματά τους. Με την ανασκαφή του αρχαϊκού νεκροταφείου στη Νέα Φιλαδέλφεια διευρύνονται τα όρια των περιοχών, όπου απαντούν τα παραπάνω έθιμα. Η εκπληκτική ομοιότητα τους με αυτά από το νεκροταφείο της Θέρμης, της Αγ. Παρασκευής, του Αγ. Αθανασίου στον νομό Θεσσαλονίκης μέχρι αυτών του νεκροταφείου της Βεργίνας και της Αιανής στην Κοζάνη δείχνει και πάλι την πολιτιστική ομοιογένεια των θρακικών και μακεδονικών φύλων. Το φαινόμενο της επικράτησης αυτών των ταφικών εθίμων μπορεί να εξηγηθεί από το γεγονός ότι όμοιο πολιτειακό καθεστώς, δηλαδή η βασιλεία, υπήρχε σε όλα τα επιμέρους φύλα, ένα συντηρητικό σύστημα διακυβέρνησης που ευνοεί την επίδειξη ισχύος των ατόμων της άρχουσας τάξης και την προβολή πολεμικών προτύπων. Υπαινίσσεται ακόμη την ύπαρξη μιας ισχυρής συντηρητικής αριστοκρατίας που επιβιώνει από την εποχή σιδήρου και που τον 6ο αι. π.Χ. αυτοπροσδιορίζεται υιοθετώντας το πρότυπο του πολεμιστή ως σημείο αναφοράς στην ηρωική εποχή. Η τάξη αυτή καθιερώνει έθιμα που απηχούν ομηρικές ταφικές πρακτικές και τα οποία υιοθετούνται τελικά από ευρύτερες κοινωνικές ομάδες. Ανάλογα έθιμα επικρατούν στη νότια Ελλάδα στη γεωμετρική εποχή, όπου υπάρχουν αντίστοιχες κοινωνικές συνθήκες, ενώ η εξαφάνισή τους στην αρχαϊκή έχει συνδεθεί με την επικράτηση της δημοκρατίας[114].

Ο 4ος αι. π.Χ. είναι περίοδος πολιτικής αστάθειας και μεγαλύτερης φτώχειας. Η συρρίκνωση των εισοδημάτων αντικατοπτρίζεται στα ταφικά έθιμα της Νέας Φιλαδέλφειας με τη μείωση των κτερισμάτων ή τη χρησιμοποίηση φθηνότερων αντικειμένων. Στα μέσα του αιώνα οι συνθήκες αρχίζουν να αλλάζουν. Ο Φίλιππος ο Β' ενοποιεί τη Μακεδονία και επιβάλλει ολοκληρωτικά την εξουσία των Μακεδόνων. Στη συνέχεια οργανώνεται η εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου στην Ασία, άφθονο χρήμα εισρέει στη Μακεδονία, δημιουργούνται τα μεγάλα αστικά κέντρα, ενώ οι περιφερειακοί οικισμοί όπως αυτός της Νέας Φιλαδέλφειας συρρικνώνονται. Ας μην ξεχνάμε ότι το 315 π.Χ. ιδρύεται η Θεσσαλονίκη, η οποία αποκτά πληθυσμό από τις γειτονικές περιοχές.

 

104 Δ. Γραμμένος - Σ. Τριανταφύλλου, Ανθρωπολογικές Μελέτες από τη Βόρεια Ελλάδα (2004), 265 κ.ε. (Β. Μισαηλίδου-Δεσποτίδου).

105 Βλ. Β. Μισαηλίδου-Δεσποτίδου, Χάλκινα κοσμήματα αρχαϊκών χρόνων από τη Μακεδονία (Αδημ. Διδακτ. Διατρ. 2003), 22, σημ. 20.

106 Μόνο με την έρευνα των σκελετικών καταλοίπων είναι δυνατός ο προσδιορισμός τους. Για τις ανθρωπολογικές μελέτες στη Νέα Φιλαδέλφεια βλ. Γραμμένος - Τριανταφύλλου, ό.π. σημ. 15, σ. 271 κ.ε. (Ε. Μίλκα - Χρ. Παπαγεωργοπούλου).

107 Για τον τρόπο που οι σωληνίσκοι τοποθετούνταν στο κεφάλι βλ. Κ. Phomiopoulou - I. Kilian-Dirlmeier, PZ 64, 1989, 101-107.

108 Μ. Ανδρόνικος, Βεργίνα I. Το νεκροταφείο των τύμβων (1969), S. Casson, BSA, 24, 1919-1921, 1 κ.ε.

109 Για ανάλογα παραδείγματα βλ. π.χ. Bouzek, ό.π. Εικ. 33 και 49.

110 ΑΔ 50, 1995, Χρ. 470-471, ΑΕΜΘ 1995, 313-314

111 Στράβ. VII απόσπ. 36, Πτολ. ΙΙΙ.13.36. Βλ. ακόμη N. Hammond, A History of Macedonia, vol. I, Oxford 1972, 182 κ.ε.

112 Θουκ. ΙΙ.99.4.

113 Για τέτοιου είδους εγκαταστάσεις βλ. A. Mazarakis-Ainian, From rulers dwellings to temples (1997).

114 I. Morris, Death-ritual and Social Structure in Classical Antiquity (1992), 26 κ.ε

Στον καιρό του Βουλγαροκτόνου, της Πηνελόπης Δέλτα. Ραδιοφωνικό θέατρο

Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος.

  Αγαπητοί φίλοι του Ραδιοφωνικού Θεάτρου απόψε θα σας παρουσιάσω σε ραδιοφωνική διασκευή το σπουδαίο μυθιστόρημα της Πηνελόπης Δέλτα: Στον καιρό του Βουλγαροκτόνου.


                                   


  Πρόκειται αναμφίβολα για το γνωστότερο μυθιστόρημα της Δέλτα, το συνέγραψε το 1910 ενώ το πρώτοδημοσιεύσε στο Λονδίνο το 1911. Ήταν η εποχή που ο Βενιζέλος είχε τα ηνία της χώρας μετά τον ατυχή πόλεμο του 1897 και την επανάσταση στο Γουδί, καθώς εκείνη την εποχή μεγάλες μεταβολές ετοιμάζονταν στους χάρτες.

  Το έργο, που απέσπασε πλούσια εγκωμιαστικά σχόλια από πολιτικές και πνευματικές προσωπικότητες της εποχής, εξιστορεί τις περιπέτειες δύο παιδιών από την ημέρα που αιχμαλωτίστηκαν από τους Βούλγαρους το 1004 στην Ανδριανούπολη έως το τέλος του πολέμου. Καλύπτει λοιπόν την περίοδο από το 1004 έως το 1018, βασική περίοδος δράσης του Βουλγαροκτόνου εναντίον των Βουλγάρων. Το γεωγραφικό πλαίσιο του έργου ήταν ορισμένες νευραλγικές περιοχές της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, που σήμερα ανήκουν στην Ελλάδα, στη Βουλγαρία και στα Σκόπια.

  Αντικειμενικός στόχος της Πηνελόπης Δέλτα ήταν, όπως προκύπτει και από την αλληλογραφία της με τον Παλαμά, να διδάξει μέσα από το μυθιστόρημα στα μικρά παιδιά ιστορία, ώστε να τα διαποτίσει με το ιδανικό της αγάπης για την πατρίδα και το έθνος, ενόψει και των επικείμενων βαλκανικών πολέμων. Τεράστια είναι και η ηθογραφική αξία του έργου, καθώς μέσα από τα μάτια των τριών παιδιών-πρωταγωνιστών αναπλάθεται με μυθιστορηματικό τρόπο η ζωή στα χρόνια του Βυζαντίου. Κατασκοπεία, προδοσία, ίντριγκες και συνωμοσίες, περιπέτειες, ανατροπές, μοιραίοι και παράφοροι έρωτες, πίστη σε ιδανικά και αίσθηση του καθήκοντος, (δοσμένα με την ευαισθησία και τον λυρισμό της Δέλτα), δημιουργούν ένα κλασικό ιστορικό μυθιστόρημα που ανασυνθέτει με τρόπο γλαφυρό μια χρυσή εποχή του Βυζαντίου.


Η κατάληψη της Πρεσλάβας από τον Τζιμισκή και της Πλίσκας από τον Βασίλειο Β΄, σε μεταγενέστερο σλαβικό χειρόγραφο

 


Η εξέλιξη του έργου.

  Η ιστορία διαδραματίζεται στο ταραγμένο Βυζάντιο, στην αυγή της 2ης χιλιετίας μ.Χ., κατά τη διάρκεια των πολέμων ενάντια στους Βούλγαρους. Βασιλιάς των Βουλγάρων είναι ο Σαμουήλ, ενώ στο Βυζαντινό στρατόπεδο βρίσκεται ο Βασίλειος Βουλγαροκτόνος. Στον καιρό λοιπόν του Βουλγαροκτόνου, δύο αχώριστοι φίλοι απ’ το Βυζάντιο για χάρη της πατρίδας θα εισχωρήσουν στο Βουλγαρικό στρατόπεδο, για να κατασκοπεύσουν και να συλλέξουν πληροφορίες για τους αντιπάλους. Μέσα από διάφορες καταστάσεις η φιλία τους και η αγάπη τους για την πατρίδα θα δοκιμαστεί πολλές φορές.


  Ο γερο Παγράτης μαζί με ένα πεντάχρονο κοριτσάκι, την Αλεξία Αργυρή φτάνουν στην Αδριανούπολη τη βραδιά της κατάληψής της από τους Βουλγάρους τον Δεκαπενταύγουστο του 1004. Εκεί συναντούν τον Νικήτα, έναν Έλληνα κατάσκοπο και αδελφικό φίλο του γιού του Παγράτη, και δυο μικρά αγόρια τον Κωνσταντίνο Κρηνίτη (γιό του Στρατηγού της Αδριανούπολης) και τον Μιχαήλ Ιγερινό. Ο Νικήτας στην προσπάθειά του να σώσει τα δύο παιδιά από την αιχμαλωσία κινδυνεύει να αποκαλυφθεί, όμως τον προστατεύει ο Παγράτης, ο οποίος πιάνεται αιχμάλωτος από τον τσάρο Σαμουήλ. Τα δυο αγόρια, επίσης αιχμάλωτοι του τσάρου μεγαλώνουν ανάμεσα στους Βούλγαρους χωρίς όμως η ελληνική καρδιά τους να τους προδώσει ποτέ!

  Έτσι ξεκινάει ένα γαϊτανάκι από γεγονότα που ακολουθεί την πορεία σχεδόν 15 χρόνων με έντονο το ελληνικό στοιχείο και την αγάπη για την Πατρίδα…

 

Περεταίρω στοιχεία για το έργο.

  Το θέμα γύρω από το οποίο περιστρέφεται το έργο είναι η σύγκρουση Ελλήνων και Βουλγάρων στη Μακεδονία. Η Δέλτα αυτό το επαναλαμβάνει σε άλλα τρία έργα: Για την πατρίδα, Μάγκας και Στα μυστικά του βάλτου. Το εν λόγω έργο μαζί με το Για την πατρίδα, έχουν χαρακτηριστεί ως βυζαντινά μυθιστορήματα, ενώ τα άλλα δύο ως μακεδονικά.

  Το Βυζάντιο περιγράφεται ως μία αυτοκρατορία που το ελληνικό στοιχείο και ο ελληνικός πολιτισμός κυριαρχούν και το ελληνικό έθνος γνωρίζει μια μεγάλη, ίσως την πιο μεγάλη εξάπλωση. Οι όροι βυζαντινός, Έλληνας, πατριώτης και χριστιανός ορθόδοξος δηλώνουν το ίδιο πράγμα, δηλαδή τον Έλληνα. Ολόκληρη η βυζαντινή αυτοκρατορία εξισώνεται με την ελληνική πατρίδα. Σημαντικότατη εξομοίωση για μια περίοδο αμφισβήτησης της αποκλειστικότητας των Ελλήνων ως ορθόδοξων (τέλη 19ου αιώνα-αρχές 20ου, όπου οι επίσης ορθόδοξοι Βούλγαροι προσπαθούν να χειραφετηθούν πρώτα εκκλησιαστικά και έπειτα εθνικά από την επιρροή του πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης. Οι δύο φυλές είναι εχθρικές, η μία πρέπει να χαθεί.


Η Πηνελόπη Δέλτα


  Η Δέλτα συνέδεσε με τα μυθιστορήματα της το Μακεδονικό Aγώνα με τους επικείμενους βαλκανικούς πολέμους. Από τα βυζαντινά μυθιστορήματα που εκτυλίσσονται σε μια τεράστια γεωγραφική έκταση πέρασε στα μακεδονικά οπού τα γεωγραφικά όρια στενεύουν σημαντικά, έτσι έχουμε μια μετάβαση από το ιδεατό στο πραγματικό. Η συγγραφέας συμμερίζεται ξεκάθαρα το ενδιαφέρον για την ενίσχυση του φρονήματος στο συνεχιζόμενο μακεδονικό αγώνα. Οι ελληνικές απελευθερωτικές βλέψεις στρέφονται ξεκάθαρα βόρεια, περιοχές της σημερινής Μακεδονίας, των Σκοπίων, της Αλβανίας και της Βουλγαρίας βρίσκονται στο στόχαστρο των Ελλήνων. Η Μεγάλη Ιδέα έχει τεράστια απήχηση στο λαό και η υλοποίηση της βρίσκεται μπροστά. Η Πηνελόπη Δέλτα με τα έργα της εκφράζει αυτό ακριβώς το λαϊκό συναίσθημα.

 

Το ιστορικό πλαίσιο του έργου.

  Αρχές της 2ης χιλιετίας π.Χ. εξελίσσονται σφοδρές μάχες μεταξύ του βυζαντινού Αυτοκράτορα Βασιλείου και του Τσάρου των Βουλγάρων Σαμουήλ. Στο έργο αναφέρονται πολλά ιστορικά στοιχεία: μάχες και ιστορικά πρόσωπα.

  Πρόκειται για αγώνες του Βυζαντίου σε περιόδους μεγάλης δόξας, ανασταίνεται με τον τρόπο αυτό η περίοδος των θριάμβων του Βασιλείου ΄Β Βουλγαροκτόνου (957-1025 μ.Χ.). Η Δέλτα ξετυλίγει την προσωπικότητα του Βασιλείου ΄Β (που έζησε περίπου 1000 χρόνια πριν) και την φέρνει ολοζώντανη στο σήμερα. Ήταν ένας από τους μακροβιότερους αυτοκράτορες, που κατά τη διάρκεια της βασιλείας του ονομάζονταν βουλγαροκτόνος επειδή καθυπόταξε τους Βούλγαρους μετά από μάχες που διήρκησαν τέσσερις δεκαετίες, ενσωματώνοντας τους έτσι στο αυτοκρατορικό κράτος για τα επόμενα 167 χρόνια.

  Το βουλγάρικο κράτος με πρωτεύουσα την Πρεσλάβα γνώρισε, στο πρώτο τέταρτο του δεκάτου αιώνα, με τσάρο το Συμεών φτάνοντας από το Δούναβη στις παρυφέςς της Ανδριανούπολης και της Θεσσαλονίκης απειλώντας ακόμη και την ίδια την Κωνσταντινούπολη. Κατόπιν διπλωματικών ενεργειών των βυζαντινών (πριγκηπικοί γάμοι κλπ), καθώς και μια εισβολή των «Ρως» (Ρώσσων) στη Βουλγαρία περιόρισε κάπως τη δυναμική των Βουλγάρων. Ακολούθησαν οι ενέργειες του Τσιμισκή προκειμένου με διάφορους τρόπους να τους υποτάξει, ενέργειες τις οποίες διέκοψε απότομα η δολοφονία του.


Ο Ιωάννης Τσιμισκής


  Η άνοδος στο θρόνο του Βασιλείου, ως νόμιμος διάδοχος, προκάλεσε την εξέγερση του Σκληρού, την οποία ο Βασίλειος κατέστειλε, πλην όμως είχε ήδη εδραιωθεί η βουλγάρικη εξέγερση που βρήκε τον απαιτούμενο χρόνο. Η κυριαρχία του Σαμουήλ στη Βουλγαρία και το κατόρθωμα του να συσπειρώσει την εκεί ελίτ σε συνδυασμό με τις εμφύλιες διαμάχες στο Βυζάντιο του έδωσε τη δυνατότητα να ανακτήσει το μεγαλύτερο μέρος των εδαφών του Συμεών εις βάρος της Αυτοκρατορίας. Από κει και πέρα ξεκινά ο μακροχρόνιος αγώνας του Βασιλείου να καθυποτάξει τους Βούλγαρους, αφού προηγουμένως έδωσε τέλος στις εμφύλιες διαμάχες.

  Το διασημότερο επεισόδιο αυτού του πολέμου έλαβε χώρα το 1014, όταν ο Βασίλειος κατάφερε να περικυκλώσει τον βουλγαρικό στρατό που φύλαγε το οχυρωμένο ορεινό πέρασμα Κλειδίον και να τον αιχμαλωτίσει στο σύνολό του. Σύμφωνα με τον ιστοριογράφο Ιωάννη Σκυλίτζη, 15.000 Βούλγαροι στρατιώτες τυφλώθηκαν κατά διαταγή του αυτοκράτορα, με έναν ανά εκατό να διατηρεί το ένα του μάτι για να μπορεί να καθοδηγεί τους υπόλοιπους. Οι τυφλωμένοι αιχμάλωτοι αφέθηκαν να επιστρέψουν στη Βουλγαρία, με στόχο την επίδειξη της ισχύος του αυτοκράτορα, αλλά και της αποφασιστικότητάς του να δώσει τέλος στη βουλγάρικη επιβολή.

  Το αποκρουστικό θέαμα των τυφλωμένων αιχμαλώτων φέρεται να προκάλεσε τον θάνατο του Σαμουήλ από καρδιακή προσβολή. Πάντως το γεγονός της τύφλωσης τόσων (15.000) αιχμαλώτων έχει αμφισβητηθεί εξαιτίας των δυσκολιών μιας τέτοιας πρακτικής και του υπερβολικού αριθμού της χρήσης τους ως φρουράς, με βάση λογικές εκτιμήσεις για τη συνολική στρατιωτική δύναμη του βουλγάρικου βασιλείου.

 

Η υποταγή των Βουλγάρων

 

Οι πρωταγωνιστές

  Τρία ελληνόπουλα, ο Κωνσταντίνος. ο Μιχαήλ και η Αλεξία, που θυμίζουν ήρωες του Βίκτωρα Ουγκώ, εισχωρούν στο στρατόπεδο των Βουλγάρων ως κατάσκοποι, για να προειδοποιήσουν εγκαίρως τους Βυζαντινούς για τις κινήσεις του εχθρού με κίνδυνο της ζωής τους. Καλούνται να θυσιάσουν την προσωπική ευτυχία τους με κίνδυνο της ζωής τους, μπροστά στο χρέος έναντι στην πατρίδα.

 

  Τα δύο αγόρια που μεγαλώνουν σαν αδέρφια ενδιαφέρονται για το ίδιο κορίτσι (την Αλεξία), χωρίς όμως να θέλουν να ανταγωνιστούν μεταξύ τους για την καρδιά της. Οι δύο φίλοι είναι κεντρικοί ήρωες, αχώριστοι έξυπνοί, αγαπημένοι, γενναίοι, παραμένουν ενωμένοι ως το τέλος και αγωνίζονται για την πατρίδα προσφέροντας υπηρεσίες στον αυτοκράτορα.


Από το χρονικό του Μάνασση

 


  Ο Κωνσταντίνος θεωρεί σπουδαία υπηρεσία την κατασκοπεία σε αντίθεση με τον Μιχαήλ που τη θεωρεί περισσότερο ανάγκη παρά επιλογή. Δύο είναι τα μεγάλα ιδανικά στα οποία οι δυο φίλοι παραμένουν πιστοί: η Πατρίδα, για την οποία αξίζει κάθε θυσία, και η φιλία, για την οποία αξίζει κάποιος να πνίξει τις προσωπικές του ανάγκες. Για την αγάπη στην πατρίδα ο Κωνσταντίνος θυσιάζει τη ζωή του.

  Για τη φιλία τόσο ο Κωνσταντίνος όσο και ο Μιχαήλ απαρνιούνται τον έρωτά τους για την Αλεξία, κεντρική ηρωίδα του έργου. Ελεύθερη, αντισυμβατική, ριψοκίνδυνη, δυναμική διεκπεραιώνει με επιτυχία και μυστικότητα την αποστολή της. Αρχικά παρουσιάζεται ως το πεντάχρονο ορφανό κορίτσι, στο οποίο τα γεγονότα της Αδριανούπολης και οι σφαγές των Ελλήνων από τους Βούλγαρους αφήνουν ανεξίτηλα τα σημάδια στον ψυχισμό της και της προκαλούν βουβαμάρα. Στη συνέχεια, τη βρίσκουμε στα βουνά δεκαπεντάχρονη κατάσκοπο, που από επιλογή παρουσιάζεται ως βουβή για να περνάει απαρατήρητη και να μεταφέρει ακίνδυνα πληροφορίες στους Έλληνες. Σε αυτές τις αποστολές ερωτεύεται τον Κωνσταντίνο, στον οποίο τελικά μιλάει προκειμένου να εκφράσει τα συναισθήματά της.


Ο Βασίλειος στο πεδίο της μάχης



Οι Βούλγαροι.

  Οι θηριώδεις επίορκοι Βούλγαροι, Δραξάν, Ιβάντζης, Νικουλιτσάς, Σαμουήλ, Βλατισλάβ πρωταγωνιστούν σε έναν πόλεμο μέχρι τελικής πτώσεως με τον αυτοκράτορα Βασίλειο Βουλγαροκτόνο. Ένα στρατηγό και πολιτικό που πέρασε τη ζωή του πάνω στο άλογο στις μάχες, από μικρός ως τα 60 του χρόνια θριαμβευτής στις μάχες, ευέλικτος και εύστροφος στο μυαλό και γρήγορος στις αποφάσεις του.

 

  Συχνά, σαν μάστερ των αιφνιδιασμών, αλλού τον περίμεναν και αλλού εμφανιζόταν. Υπήρξε γενναιόδωρος στρατιώτης που όμως, όταν πρόδιδαν τη συμφωνία τους οι Βούλγαροι, η εκδίκησή του έπεφτε σαν κεραυνός. Μετά τη μάχη στο Κλειδί, τύφλωσε 10.000 Βούλγαρους και τους άφησε ελεύθερους, να γυρίσουν στα χωριά τους για να θυμούνται οι υπόλοιποι να μην τα βάζουν με τον Αυτοκράτορα.

 

Τεχνικά και άλλα στοιχεία για το έργο.

  Το έργο είναι καλογραμμένο, κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη μέχρι την τελευταία σελίδα. Είναι γενικά ευκολοδιάβαστο βιβλίο, βασισμένο σε ιστορικά γεγονότα, χαρακτηρίζεται ως ιστορικό βιβλίο αλλά διαβάζεται και από ενήλικες πολύ ευχάριστα. Όσο μεγαλύτερος είναι κανείς τόσο περισσότερο μπορεί να εκτιμήσει τα ιστορικά γεγονότα, τους συμβολισμούς και τις αξίες που κρύβονται πίσω από την ιστορία. Η Πηνελόπη Δέλτα είναι story teller, αφηγήτρια. Σε κάνει να βλέπεις μπροστά σου εικόνες από στρατούς που απελαύνουν, από ερωτευμένες καρδιές, μάχες, κατασκοπείες, θριάμβους, ανθρώπινες απώλειες, θυσίες, αλληλεγγύη, στρατηγικούς ελιγμούς.

  Κεντρική ιδέα και επιμέρους ιδεολογικός άξονας είναι η ιδέα της φιλοπατρίας και της διαφύλαξης των εθνικών ιδανικών. Ο υπέρτατος αγώνας προκειμένου να διαφυλαχτούν η αναγκαιότητα και η συνέχεια της πατρίδας, η υποταγή κάθε ατομικού δικαιώματος στη ιστορική αναγκαιότητα της προστασίας της πατρίδας από τους εξωτερικούς κινδύνους, επιπλέον  κάθε μέσο ή επιδίωξη που υπηρετεί αυτό το μεγάλο σκοπό καθαγιάζει ακόμη και την κατασκοπεία, ενώ η έννοια της φιλίας, που αναγνωρίζεται ως αξία και ιδανικό έρχεται σε δεύτερη μοίρα.

 

                                             



  Η ίδια το 1910, κατά τη συγγραφή του βιβλίου, γράφει στον Αλέξανδρο Δελμούζο: «Η Πατρίδα είναι ζωντανή και παντοδύναμη αγάπη. Το ίδιο και για τα αισθήματα, που είναι όλα σημερινά και καθόλου βυζαντινά. Έτσι, ετοιμάζοντας τώρα βυζαντινό διήγημα της ίδιας εποχής, βάζω συνείδηση σημερινή, με σημερινές ιδέες τιμής και ψυχικές πάλες στην καρδιά του Δαφνομήλη, πράγματα που δε σκέφτηκε βέβαια ποτέ ο Δαφνομήλης του Ι´ αιώνα! Σκοπός μου δεν είναι να κάνω μια πιστή εικόνα μιας πεθαμένης εποχής, αλλά να κάμω σημερινά ελληνόπαιδα να σκεφθούν, και αν είναι δυνατόν, να ξυπνήσω μέσα τους όμορφα και μεγάλα ιδανικά».

  Και ως προς αυτό, της απαντά ο Δελμούζος : « Είμαι συμφωνότατος, και γι’ αυτό ακριβώς συγκινεί το έργο σας τη σημερινή ελληνική ψυχή. Κι έτσι πρέπει να μείνει».

 

  Πρότυπο-ήρωας που αναζητήθηκε στην πολιτική πραγματικότητα ήταν ο Βενιζέλος; Ωραίο ερώτημα. Ο πατέρας της Δέλτα, ο μεγιστάνας της εποχής Μπενάκης, είχε μεταστραφεί στο Βενιζελισμό, αυτή όμως παρέμενε σταθερά βασιλική. Προς το πρόσωπο του Βενιζέλου όμως τρέφει ένα συγκρατημένο θαυμασμό. Υπάρχει βέβαια και ο διάδοχος Κωνσταντίνος, ποιος κατά τη Δέλτα, θα ενώσει επομένως τους Έλληνες; Ο ανερχόμενος Κωνσταντίνος ή ο Βενιζέλος; Ο προβληματισμός αυτός δεν αποσαφηνίστηκε ποτέ.

 

  Το μυθιστόρημα θα μπορούσε να γυριστεί σαν σήριαλ, θα γνώριζε μεγάλη επιτυχία και θα μας κρατούσε καθηλωμένους στην οθόνη. Είναι μια κινηματογραφική περιπέτεια τυπωμένη σε χαρτί. Σίγουρα θα συγκινούσε το Πανελλήνιο.

 

  Αξίζει στο σημείο αυτό να πούμε σχετικά με τη ραδιοφωνική παραγωγή της ελληνικής κρατικής ραδιοφωνίας που μεταφέρθηκε στο ραδιόφωνο στις 22-06-1968, σε θεατρική διασκευή και προσαρμογή της Ιουλίας Ιατρίδη, ότι πρόκειται για μια εξαιρετική δουλειά. Η παραγωγή είναι σχεδόν άγνωστη στο ευρύ κοινό, εντούτοις μεταφέρει τον ακροατή στην εποχή του Βουλγαροκτόνου με απόλυτη ακρίβεια. Η έλλειψη εικόνας μετατρέπεται σε πλεονέκτημα καθώς αφήνει τη φαντασία του ακροατή να οργιάσει και να μεταφερθεί στο Βυζάντιο. Εξαιρετική ήταν επίσης και η επιμέλεια της μουσικής της Ιφιγένειας Εφημιάτου-Σπύρου. Μία πλειάδα σπουδαίων Ελλήνων ηθοποιών, όπως ο Νίκος Τζόγιας, Ο Σταύρος Ξενίδης και η Ματίνα Καρά σε ραδιοσκηνοθεσία Γιώργου Θεοδοσιάδη συνθέτουν μια εξαιρετική παραγωγή, η οποία και μεταδόθηκε σε συνέχειες από το κρατικό ραδιόφωνο. Είναι πολύ κρίμα που αυτή η δουλεία είναι σήμερα παντελώς άγνωστη, υπάρχει όμως ελεύθερη στο διαδίκτυο.

 


Η Ματίνα Καρρά στο ρόλο της Αλεξίας


  Το σπουδαίο αυτό έργο της Πηνελόπης Δέλτα τέλος, αγγίζει όλους τους Έλληνες για ένα σημαντικό λόγο, καθώς αναφέρεται και σε χαμένες πατρίδες που τώρα βρίσκονται σε βουλγάρικο και σκοπιανό έδαφος. Πέρα από τη σύνδεση του με το Μακεδονικό Αγώνα και την προσπάθεια απελευθέρωσης της Μακεδονίας, η τελική απώλεια τόσων εδαφών βορειότερα για το ελληνικό έθνος, δημιουργεί μια μελαγχολία στον αναγνώστη και ένα συναίσθημα αδικίας.

 

  Το μυθιστόρημα έχει και τεράστια ηθογραφική αξία, μέσα από τα μάτια των τριών παιδιών αναπλάθεται με μυθιστορηματικό τρόπο η ζωή στα χρόνια του Βυζαντίου.

 

  Η Δέλτα τέλος δήλωσε ότι δε θα έγραφε το συγκεκριμένο έργο αν υπήρχαν αξιόλογα μυθιστορήματα…


Ο Νίκος Τζόγιας στο ρόλο του Νικήτα



Η μεταφορά έγινε από το κανάλι Ηχητικά Βιβλία για Όλους:





                                     



Θεατρική διασκευή και προσαρμογή για το ραδιόφωνο Ιουλίας Ιατρίδη

Αφηγητής: Μάκης Ρευματάς

Παίζουν οι ηθοποιοί: Σταύρος Ξενίδης –Παγράτης, Ματίνα Καρά –Αλεξία, Νίκος Τζόγιας–Νικήτας, Γιώργος Μετσόλης –Κατεπάνω, Μαρία Βούλγαρη –Αρχόντισσα, Νίκος Πιλάβιος –Κωνσταντίνος,Γιαννάκης Καλατζόπουλος –Μιχαήλ, Φοίβος Ταξιάρχης –Ιβάτζης, ΚώσταςΣαντοριναίος–Σαμουήλ, Δημήτρης Καλυβωκάς –Βασίλειος, Χρήστος Τσάγκας-Δαφνομήλης

Σε άλλους ρόλους οι ηθοποιοί: Γιώργος Χρηστόπουλος, Γιώργος Τζαβέλας, Λουκιανός Ροζάν, Γρηγόρης Τσουμάκης, Αλίκη Αλεξανδράκη, Πιπίτσα Σμολένσκη, Νίκος Γαροφάλου, Γιώργος Ζαχαριάδης, Θανάσης Παναγιωτόπουλος.


Ο Λουκιανός Ροζάν



Επιλογή Μουσικής: Ιφιγένεια Εφημιάτου – Σπύρου

Επιμέλεια Ηχών: Δανάη Ευαγγελίου

Ρύθμιση Ηχου: Στέφανου Ευαγγελίου

Σκηνοθεσία: Γιώργος Θεοδοσιάδης


Η Ιουλία Ιατρίδη



Ο Σταύρος Ξενίδης στο ρόλο του Παγράτη


Ο Μάλης Ρευματάς στο ρόλο του αφηγητή


Στο ρόλο του Βασιλείου ο Δημήτρης Καλυβωκάς


Πηγές:

Πηνελόπη Δέλτα, Αλληλογραφία, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 1990

P. Schreiner, «Die vermeintliche Blendung. Zu den Ereignissen von Kleidion im Jahr 1014», σε ЕвропейскиятЮгоизток през втората половина на X - началото на XI векИстория и култура (Σόφια 2015, εκδ. Военноиздателство), σ.170-190. Η νεότερη θεωρία για το ζήτημα της τύφλωσης των αιχμαλώτων.

Yannis Stouraitis, «Civil war in the Christian Empire», σε Y. Stouraitis (ed.), A Companion to the Byzantine Culture of War,c. 300-1204 (Λάιντεν 2018, εκδBrill), σ.92-123. Η νεότερη μελέτη για τον εμφύλιο πόλεμο στο Βυζάντιο, με αναφορά στην περίπτωση της εξέγερσης των Κομητόπουλων.

Μαριάννα Σπανάκη, Βυζάντιο και Μακεδονία στο έργο της Π. Σ. Δέλτα: Η σχέση ιστορίας και λογοτεχνίας, (Αθήνα2004, εκδ. Ερμής). Διακειμενική ανάλυση των ιστορικών μυθιστορημάτων της Πηνελόπης Δέλτα.

Paul Stephenson, The Legend οf Basil the Bulgar-Slayer (Κέμπριτζ 2003, εκδCambridge University Press). Το βασικό επιστημονικό έργο για τη δημιουργία και εξέλιξη του μύθου

https://www.efsyn.gr/themata/fantasma-tis-istorias/177401_mystiko-toy-boylgaroktonoy

radio-theatre.blogspot.com/2013/01/blog-post.html

https://www.goodreads.com/book/show/6325310

https://www.public.gr/product/books/paidika/paidiki-efibiki-logotehnia-sta-ellinika/ton-kairo-toy-boylgaroktonoy/prod3313268pp/

https://vivlio.gr/katerina/mithistorima/ton-kero-tou-voulgaroktonou

https://www.metaixmio.gr/el/products/τον-καιρό-του-βουλγαροκτόνου

https://fliphtml5.com/mepx/wvbh/basic

https://www.openbook.gr/ton-kairo-toy-voylgaroktonoy/



-Ο Παύλος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1978 στη Δράμα, μεγάλωσε στις Σέρρες και έζησε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από το 1996 εργάζεται στο δημόσιο σε διάφορες διοικητικές θέσεις. Είναι απόφοιτος της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Σχολής Αστυφυλάκων της Αστυνομικής Ακαδημίας, της Σχολής Επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ΕΛ.ΑΣ., και της Σχολής Ελληνικού Πολιτισμού, του Τμήματος Ανθρωπιστικών. Σπουδών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.

Ο Βύρων Πάλλης. Μια σπουδαία μορφή του ραδιοφωνικού θεάτρου.

 Ο Βύρων Πάλλης υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους ηθοποιούς της παλιάς γενιάς. Πόσοι δεν τον θυμούνται ως Θανασάκη στο Θανασάκη τον Πολιτε...