Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ, του Έντουαρντ Άλμπι. Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος

  Αγαπητοί θεατρόφιλοι απόψε θα σας παρουσιάσω το έργο του Έντουαρντ Άλμπι Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ. Πρόκειται για το διασημότερο και πιο πολυπαιγμένο έργο του Άλμπι. Ένα έργο το οποίο αναπτύσσεται σε τρεις πράξεις.



  Το έργο γράφτηκε από τον Άλμπι το 1962, ενώ ανέβηκε για πρώτη φορά το ίδιο έτος στη Νέα Υόρκη. Απέσπασε τα βραβεία Tony και Drama critics Circle.

  Ο τίτλος παραπέμπει στην αυτόχειρα συγγραφέα Βιρτζίνια Γουλφ. Αφορμή για τη συγγραφή στάθηκε η ανάγνωση του διηγήματος της Γουλφ Η κληρονομιά που συνάντησα στα σχολικά μου βιβλία. Ο τίτλος είναι επίσης και μια παράφραση του αγγλικού τραγουδιού Whos afraid of the big bad wolf από την ταινία κινουμένων σχεδίων του Walt Disney Τα τρία γουρουνάκια.

  Έτσι, από την παράφραση ενός τραγουδιού, θα γινόταν ευρύτερα γνωστό το όνομα της σπουδαίας αγγλίδας συγγραφέα Βιρτζίνια Γουλφ, αφού αντικαταστάθηκε λόγω ομοηχίας το ουσιαστικό wolf.

  «Ήταν ένα μπαρ..στη Δεκάτη Οδό, ανάμεσα στη λεωφόρο Γκρένιτς και το Γουέιβερλι Πλέις... Έχει αλλάξει με τα χρόνια διάφορα ονόματα, τότε το έλεγαν αλλιώς, τώρα δεν έχω ιδέα πώς το λένε. Και στο ισόγειο είχε έναν μεγάλο καθρέφτη, κι εκεί πάνω γράφανε οι θαμώνες τα δικά τους». «Και μια νύχτα, το 1953 πρέπει να ’τανε, μπορεί και το 1954, εκεί που έπινα τη μπίρα μου, πρόσεξα ένα Who’s afraid of Virginia Woolf? γραμμένο στον καθρέφτη, με σαπούνι μάλλον. Φοιτητικό καλαμπουράκι. Εγκεφαλικό. Χρόνια αργότερα, όταν άρχιζα να γράφω το έργο, μου ξανάρθε στο μυαλό το γκραφίτι του καθρέφτη. Και, ναι, το Who’s afraid of Virginia Woolf, σημαίνει Who’s afraid of the bigbad wolf... Ποιος φοβάται τον κακό λύκο... Ποιος φοβάται να ζήσει χωρίς αυταπάτες». Έντουαρντ Άλμπι, 1966.

 


  Τελικά το Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ σημαίνει: Ποιος φοβάται τον Κακό Λύκο. Ποιος φοβάται να ζήσει μια ζωή χωρίς αυταπάτες…

 

Ο Έντουαρντ Άλμπι

Πριν συνεχίσουμε ας πούμε μερικά λόγια για το συγγραφέα:

  Παιδί υιοθετημένο από εύπορους γονείς ο Έντουαρντ Άλμπι, σε αρκετά νεαρή ηλικία θα έρθει σε ρήξη με το αποπνικτικό περιβάλλον της οικογένειας που του «έμαθε ιππασία και κολύμπι πριν μάθει να περπατά», ενώ αρχίζει από πολύ νωρίς να δείχνει το ενδιαφέρον του για τη συγγραφή.

  Επηρεασμένος από τους προκατόχους του (Ο’Νηλ, Μίλερ, Ουίλλιαμς), από το ακμαίο, κατά την δεκαετία του ’50 και ’60, ευρωπαϊκό θέατρο του παραλόγου, αλλά και την αντιδραστικότητα της “beat generation” η οποία συνιστούσε όχι μόνο μια καλλιτεχνική τάση, αλλά και έναν νέο τρόπο ζωής ενάντια στον κομφορμισμό της αμερικανικής κοινωνίας, ο Άλμπι γράφει το 1962 το πρώτο τρίπρακτο έργο του με τίτλο «Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ», το οποίο παρουσιάζεται την ίδια χρόνια στο Broadway, διχάζοντας το κοινό και την κριτική, αλλά παραμένοντας επί σκηνής για δύο ολόκληρα χρόνια.

 

Οι παραστάσεις στην Ελλάδα.

Ας επιστρέψουμε όμως στο έργο…

  Το έργο εξακολουθεί να παρουσιάζεται με μεγάλη επιτυχία σε όλον τον κόσμο και φυσικά στην Ελλάδα. Στη χώρα μας το Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ ανέβηκε αρκετές φορές επί σκηνής.

  Για πρώτη φορά διαβάστηκε το 1965 σε σκηνοθεσία Καρόλου Κουν, με πρωταγωνιστές τη Νέλλυ Αγγελίδου και το Γιώργο Λαζάνη. Ήταν η πρώτη σκηνοθετική δουλειά του Κουν. Τον Ιούλιο του 1976 μεταδόθηκε από την Ελληνική Ραδιοφωνία. Η ραδιοσκηνοθεσία ήταν του Κ. Κασιμάτη ,ενώ τους πρωταγωνιστικούς ρόλους ερμήνευσαν η Μάρθα Βούρτση (εξαιρετική η ερμηνεία της) και ο Νικήτας Τσακίρογλου.  Το 2018 η Μαρία Πανουργιά προέβαλλε το έργο σε ένα ζωντανό μουσείο ¨αλλοτινών συμπεριφορών¨ στο Θέατρο Ωνάση.  Η Πανουργιά τοποθέτησε το έργο σε ένα ταριχευμένο ζωντανό σαλόνι.



  Λίγο αργότερα θα δούμε με ενδιαφέρον τη ρεαλιστική προσέγγιση του Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη. Ο Μαρκουλάκης θα κερδίσει το μεγάλο στοίχημα δομώντας το έργο σε μια καλοφτιαγμένη αλληλουχία θεατρινισμών, που εκθέτουν συστηματικά τις ανθρώπινες αδυναμίες στο πλαίσιο της ανθρώπινης ύπαρξης. Έκανε μία κλασική ανάγνωση του κειμένου και κέρδισε θεαματικά το στοίχημα μέσα από τις ερμηνείες. Ο ηθοποιός παίζει το ρόλο του Τζωρτζ ενώ υπογράφει και τη σκηνοθεσία. Η εκδοχή του Μαρκουλάκη επιβεβαίωσε άλλη μια φορά τη δυναμική εκδοχή του έργου. Σε ένα κόσμο που αλλάζει ραγδαία υπάρχει κάτι που δεν αλλάζει: «Τα ζευγάρια είναι οι αποτελεσματικότεροι μονομάχοι…»

 

Η ταινία.

  Η παράσταση μεταφέρθηκε στη Μεγάλη Οθόνη το 1966 από το Mike Nickols. Το έργο έκανε πρεμιέρα τις ημέρες της Κρίσης της Κούβας. Εκείνες τις ημέρες το κοινό κατέφευγε στο θέατρο για να ξεχάσει την απειλή του πυρηνικού πολέμου.

  Έργο θρυλικό και ταυτισμένο με την El. Taylor και το R. Barton. Οι δύο ηθοποιοί παντρεύτηκαν στην πραγματικότητα και είχαν περιπετειώδεις χωρισμούς και γάμους, μέχρι το θάνατο του Barton το 1984. Οι πρωταγωνιστές είχαν λάβει τότε εξαιρετικές κριτικές. Αξίζει να σημειώσουμε ότι η Taylor ήταν τότε μια από τις ομορφότερες γυναίκες στον κόσμο και για να υποδυθεί την 50χρονη και κακοντυμένη Μάρθα πήρε 14 κιλά!

  Η ταινία προτάθηκε για 13 Oscar και έλαβε 5: Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης, κουστουμιών, φωτογραφίας και γυναικείων ρόλων. Το 2008 το Ινστιτούτο Αμερικάνικου Κινηματογράφου την κατέταξε 67η στη λίστα με τις 100 καλύτερες ταινίες.` Το 2013 εντάχθηκε στο Εθνικό Μητρώο Κινηματογράφου των Η.Π.Α.



  Η διασκευή του θεατρικού διαφέρει ελαφρώς από το θεατρικό, το οποίο απαρτίζεται μονάχα από τέσσερις ερμηνευτές. Οι δευτερεύοντες ρόλοι που προστέθηκαν στην ταινία είναι ο ιδιοκτήτης του πανδοχείου και η σύζυγός του, που εμφανίζονται για λίγο κι έχουν μόνο μερικές ατάκες. Το θεατρικό διαδραματίζεται αποκλειστικά στο σπίτι της Μάρθας και του Τζορτζ, ενώ στην ταινία υπάρχουν μερικές σκηνές εκτός. Οι σκηνές αυτές διαδραματίζονται στο πανδοχείο, στην αυλή του σπιτιού του Τζορτζ και της Μάρθας καθώς και αυτοκίνητο του ζευγαριού. Κατά τ' άλλα η ταινία παραμένει πιστή στο θεατρικό. Ο Λέμαν χρησιμοποίησε το θεατρικό του Άλμπι ως γνώμονα κι η μοναδική διαφορά στο διάλογο έχει να κάνει με την αθυροστομία: Το άντε πηδήξου της Μάρθας, μετατράπηκε σε Ανάθεμά σε. Παρόλα αυτά στην ευρωπαϊκή έκδοση της ταινίας, το Άντε πηδήξου έχει διατηρηθεί.

  Όταν ξεκίνησαν τα γυρίσματα της ταινίας η Λεγεώνα της Κοσμιότητος της καθολικής εκκλησίας, έδωσε τελεσίγραφο στο στούντιο, απειλώντας ότι αν οι φήμες πάνω στο αντικείμενο της ταινίας ήταν αληθινές ίσως να λογόκριναν την ταινία, απαγορεύοντας την προβολή της σε ανήλικο κοινό. Κράτησαν επιφυλάξεις όμως, λέγοντας ότι θα περίμεναν να δουν την ταινία. Εντονότερη ήταν η αντίδραση της Ένωσης Κινηματογραφιστών Αμερικής, απειλώντας την Warner, χωρίς να περιμένουν την δοκιμαστική προβολή της ταινίας, ότι αν η σκληρή γλώσσα του θεατρικού διατηρούνταν χωρίς αλλαγές δεν επρόκειτο να δώσουν την έγκριση για την προβολή της. Οι παραγωγοί της Warner Bros. κάθισαν να δουν την ταινία, εφόσον είχε ήδη περάσει από μοντάζ. Παρών στην αίθουσα ήταν ένας δημοσιογράφος του περιοδικού Life, ο οποίος έγραψε την εξής ατάκα ενός από τους παραγωγούς: Θεέ μου, έχουμε στα χέρια μας μια βρώμικη ταινία, 7εκατομμυρίων δολαρίων!

 


  Οι  παραγωγοί είχαν τοποθετήσει προειδοποιητικό σήμα που να ενημερώνει το κοινό για τη σκληρή γλώσσα της ταινίας (Ανάθεμα, γιε σκύλας, άντε πηδήξου, ωραίες ρώγες και πήδα την οικοδέσποινα). Ακόμη και η Λεγεώνα Κοσμιότητος αρνήθηκε τελικά να καταδικάσει την ταινία. Ήταν μια άλλη ταινία της ίδιας χρονιάς που ανάγκασε τον Βαλέντι να δημιουργήσει το σύστημα με τους κωδικούς καταλληλότητας τον ταινιών, το Μπλόου Απ (Blow Up, 1966) του Μικελάντζελο Αντονιόνι. Το σύστημα του Βαλέντι μπήκε σε εφαρμογή την 1 Νοεμβρίου 1968. Λέγεται επίσης ότι ο Τζακ Γουόρνερ προτίμησε να πληρώσει πρόστιμο 5.000 δολαρίων ώστε η ταινία να μείνει όσο το δυνατόν περισσότερο πιστή στο θεατρικό

 

Η εξέλιξη του έργου.

  Πρωταγωνιστές της μακριάς αυτής νύχτας είναι οι βετεράνοι - σύζυγοι, πάνω από είκοσι χρόνια παντρεμένοι, Τζορτζ και Μάρθα (εκείνος, παραιτημένος καθηγητής Ιστορίας σε πανεπιστήμιο, εκείνη, κόρη του πρύτανη), οι οποίοι και ρίχνουν, χωρίς τον παραμικρό ενδοιασμό, στο πεδίο της μάχης τους τον άρτι αφιχθέντα καθηγητή Βιολογίας Νικ και τη γλυκιά του Χάνι -παρότι ούτε τα «θύματα» είναι, όπως αποδεικνύεται στην πορεία, αθώα.

 


 

Το κεντρικό θέμα του έργου.

  Έχουμε να κάνουμε με ένα έργο-κέντημα που κρατάει την εποχή του ΄60 ζωντανή, ένα από τα πιο απαιτητικά έργα του συγχρονου κλασικού ρεπερτορίου.

  Το έργο ακροβατεί ανάμεσα στην κωμωδία, την τραγωδία και το παράλογο. Περιγράφει την ανελέητη και καταπιεστική σχέση ενός μεσόκοπου ζευγαριού διανοούμενων, της Μάρθας και του Τζωρτζ. Στο παιχνίδι, σύμφωνα με τη Δήμητρα Χατούπη, «είναι όλα παιχνίδι, μεταξύ αλήθειας και ψέματος, αγάπης και μίσους. Μίσος και αγάπη πολλές φορές γίνονται ένα παιχνίδι ζωής, θανάτου, πραγματικότητας, άντρα, γυναίκας, ενστίκτου και διανόησης



  Η παράσταση διδάσκει ξεκάθαρα ότι δεν πειράζει να έχουμε αυταπάτες αρκεί να συνειδητοποιούμε ότι τις έχουμε. Ο συμβολισμός του ανύπαρκτου φόνου του γιου του Τζωρτζ, απλώς διαλύει τη ζωτική ψευδαίσθηση του έργου.

 

Τα ζευγάρια.

  Στα έργα του Άλμπι οι ερμηνευτές είναι το σημαντικότερο κεφάλαιο. Πρέπει να δίνουν έκφραση στη δηλητηριώδη ειρωνεία του, και σχήμα σύνθετο στις σκέψεις του για την ανθρώπινη ύπαρξη.

  Η Μάρθα και ο Τζωρτζ είναι εμβληματικοί ρόλοι του σύγχρονου δραματολογίου. Παντρεμένοι 20 χρόνια (βετεράνοι σύζυγοι), η οικειότητα τους γεννά περιφρόνηση. Είναι αναμφίβολα κοινωνικά συνειδητοποιημένοι μέσα στο κοινωνικό περιβάλλον.

  Ο Τζωρτζ είναι ένας παραιτημένος καθηγητής ιστορίας σε πανεπιστήμιο. Στο τέλος ποδοπατεί τη Μάρθα με τρομακτική λύσσα. Η Μάρθα είναι η κόρη του πρύτανη. Ο κυνισμός της είναι θηριώδης. Η Μάρθα είναι εγκλωβισμένη σε έναν κόσμο ψεύτικο γεμάτο υποκρισία, χωρίς περιθώρια διαφυγής. Πρόκειται για ένα πανεπιστημιακό campus, όπου όλα πρέπει να είναι τακτοποιημένα σοβαρά και σκεπασμένα. Σύμφωνα με τη Χατούπη η Μάρθα παίρνει τη θέση του άντρα στο σπίτι.



  Οι άνθρωποι μιλούν για το ποιοι είναι και πως βλέπουν τον εαυτό τους. Ο συγγραφέας είπε ότι το έργο αφορά την ανικανότητα να είναι αντικειμενικοί με τον εαυτό τους. Οι μάσκες και τα προσχήματα καταρρέουν και αναδεικνύονται βαθύτερα συναισθήματα, οι πικρίες, η απόγνωση, η οργή και οι φόβοι. Σε κάθε περίπτωση δρουν και αλληλεπιδρούν σε ένα πλαίσιο εγκλεισμού στον προσωπικό τους καθρέφτη, στην εικόνα που έχουν οι ίδιοι για τον εαυτό τους και τους άλλους.

  Μάρθα και Τζωρτζ είναι παίχτες, στήνουν όλα τα παιχνίδια αλληλοεξόντωσης και σ’ αυτά εμπλέκουν το Νικ και τη Χάνι. Στήνουν παγίδες, ξεσκίζουν και ξεσκίζονται. Μόνο έτσι επιβιώνουν. Κάνοντας κατοστάρια πνευματικής εγρήγορσης μέσα στη ζούγκλα του σαλονιού, στήνουν παγίδες ο ένας στον άλλον περιμένοντας το θύμα τους να πιαστεί. Απώτερο σκοπό έχουν να υποδουλώσουν ο ένας τον άλλον. Σταδιακά διαλύονται ψυχικά.

  Η Μάρθα θεωρεί το σύζυγο της ανίκανο να λειτουργήσει με τις επιταγές της κοινωνίας και τους κανόνες του πανεπιστημίου. Ο Τζωρτζ τη θεωρεί ανάξια αγάπης και πρόστυχη. Γραμμή σύνδεσης μεταξύ τους το μυστικό της ύπαρξης του φανταστικού παιδιού.

  Ο γάμος ξεπέφτει ψυχολογικά. Ξεδιπλώνουν μπροστά στους καλεσμένους τους έναν μυθικό καβγά, γεμάτο αλληλοκατηγορίες, αποκαλύπτοντας έναν γάμο που έχει εξελιχθεί σε καταδυνάστευση από την οποία δεν μπορούν να αποδράσουν, καθώς σιχαίνονται ολοκληρωτικά και ταυτόχρονα εξαρτώνται ο ένας από τον άλλον.

  Εφευρίσκουν παράδοξους τρόπους για να δώσουν νόημα στη ζωή τους. Αποκαλύπτουν τις πληγές τους και τολμούν με γενναιότητα και θράσος την πιο οδυνηρή ενδοσκόπηση. Στο ξημέρωμα το πάρτι θα τελειώσει και κανείς δε θα είναι πια ο ίδιος, καθώς με το φως της αυγής θα έρθει η αλήθεια στο φως. Ότι έχει γκρεμιστεί πρέπει να χτιστεί ξανά με θεμέλιο την αγάπη και την αλήθεια.

  Οι δρώντες καταναλώνοντας ασταμάτητα αλκοόλ και βρίζοντας στα όρια της χυδαιότητας, αντιστρέφουν την εξιδανικευμένη εικόνα του ευκατάστατου διανοούμενου. Οι αριστερή κριτική θεωρεί ταξική την αντιπαράθεση τους, όμως θα μιλήσουμε παρακάτω γι αυτό.



  Το νεαρό ζευγάρι είναι ο φιλόδοξος καθηγητής βιολογίας Νικ και το αμερικάνικο πρότυπο συζύγου η Χάνυ. Ο Νικ δεν είναι αθώος, αν και βιολόγος έχει επενδύσει στο γάμο του με ένα πλουσιοκόριτσο του Νότου. Ούτε η Χάνυ είναι αθώα, καθώς υποδύθηκε την εγκυμονούσα για να τον τυλίξει επισήμως. Στην πορεία αποδεικνύεται ότι δεν είναι ούτε αθώοι ούτε θύματα. Το οικοδόμημα και της δικής τους σχέσης, αποσυντίθεται μέσα σε μια νύχτα στα στοιχεία στα οποία  συνετέθη.

  Μάρθα και Χάνυ αντιπροσωπεύουν την υστερική γυναίκα που στα μέσα της δεκαετίας του ΄60 αναδύεται ως βασική συνιστώσα της κοινωνίας. Η άρση της ποτοαπαγόρευσης, η εξάπλωση των ποτών, η αλλαγή νοοτροπίας της κοινωνίας, η ανάδειξη του μοντέλου της μεταπολεμικής γυναίκας που συμμετέχει στον ανδρικό τρόπο ζωής μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, υπό το πρίσμα των περιορισμών που επιβάλουν οι αμερικάνικες νόρμες, όλα αυτά ξεδιπλώνονται υπέροχα.

  Τέλος μεγάλοι απόντες είναι ο πατέρας και το παιδί. Το παιδί-΄φάντασμα΄ διαπερνά όλο το έργο χωρίς να το βλέπουμε ποτέ! Όπως αποκαλύπτει ο Τζωρτζ: Η Μάρθα δεν είχε εγκυμοσύνες ποτέ. Ο πατέρας παίζει καθοριστικό ρόλο στο έργο, καθώς η εξουσία του έχει σφραγίσει τη ζωή της Μάρθας και τη σχέση της με το Τζωρτζ.

 

 Ο αντίκτυπος και η κοινωνική κριτική που άσκησε το έργο στην κοινωνία.

Το θρυλικό αμερικάνικο έργο Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνιζ Γουλφ συγκλόνισε το κοινό των 60s. Διατύπωσε το ψυχρό βλέμμα πάνω στη σύγχρονη ζωή.

Το έργο είναι τοποθετημένο σε ένα αστικό σαλόνι και χωρίς ψευδαισθήσεις προκαλεί πρωτοφανές σοκ. Τάραξε τα λιμνάζοντα νερά στον πουριτανισμό, στην υποκρισία και στο ψεύτικο αμερικάνικο όνειρο, την κατάπτωση των ηθικών αξιών και θεσμών στα ύδατα της κοινωνίας και της δραματουργίας των Η.Π.Α. Το σοκ το επιτυγχάνει με την αυθάδικη γλώσσα και την παραμορφωτική εικόνα της κοινωνικής βιτρίνας. Έτσι οδηγούμαστε σε ένα βίαιο λεκτικό παιχνίδι όρων και εξουσίας και καθημερινής χειραγώγησης, όπου οι ψευδαισθήσεις καταρρίπτονται. Οι ήρωες απογυμνωμένοι ψυχικά καλούνται να αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα.

Ο Άλμπι κουρελιάζει το μύθο του απομονωμένου αστικού θερμοκηπίου τοποθετώντας σε θέση μάχης ένα παντρεμένο αστικό ζευγάρι απέναντι σε ένα άλλο μικρότερης ηλικίας. Θα ακολουθήσει ένα άγριο, αδίστακτο και απελπισμένο ξεγύμνωμα της οικογενειακής εστίας. Θα εξαρθρωθεί η υποταγμένη στο ιδιωτικό κεφάλαιο διανόηση.

Η αριστερή κριτική μιλά για ταξικό και φυλετικό παιχνίδι όρων και εξουσίας. Στο παιχνίδι αυτό οι παίχτες έχουν πλήρη επίγνωση των κανόνων που αποδομούν. Σκοπός του συγγραφέα είναι να ανακαλύψει το λύκο που κατασπαράσσει τον άνθρωπο. Σταδιακά οδηγούμαστε στη διάψευση του αμερικανικού ονείρου των sixties. Η ίδια κριτική αναφέρει ότι έχουμε να κάνουμε με μια ¨παραβολή¨ για τα ψεύδη μιας κοινωνίας που αγνοεί τη διαφορετικότητα και ονειρεύεται τη δημιουργία ομοιόμορφων κλώνων γαλανομάτικων παιδιών. Σύμφωνα με τον ίδιο τον Άλμπι: «Τζωρτζ και Μάρθα φέρουν τα ονόματα του τότε προεδρικού ζεύγους των Η.Π.Α., ενώ ο Νικ αποτελεί αναφορά στο Νικήτα Χρουτσόφ που ήταν τότε απειλή για τις Η.Π.Α.» Εναλλάσσει τους ρόλους πάνω στη Μάρθα και έτσι την βλέπουμε Λαίδη Μάκβεθ, Οφήλια, Μις Τζούλια και Ρεβέκα στο Ροσμερχολμ. Το αλκοόλ γίνεται άλλοθι για να εκφράσουν τις σκέψεις τους χωρίς λογοκρισία.



Εν ολίγοις, στο «Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ», μέσα από την αναμέτρηση των δυο μονομάχων, ο συγγραφέας επιχειρεί να προσεγγίσει το τέλος των ψευδαισθήσεων της μεταπολεμικής Αμερικής που βρίσκεται πλέον στην αυγή του Ψυχρού Πολέμου -διόλου τυχαίο ότι ο Τζορτζ είναι ιστορικός, ο φιλόδοξος Νικ βιολόγος (επιστήμη), ενώ ο πατέρας της Χάνι αναφέρεται ως ιεροκήρυκας (θρησκεία) που έβγαλε πολύ χρήμα.

Η σεξουαλικότητα που αναπτύσσουν οι ήρωες είναι ένα αδιέξοδο της ανικανοποίητης σεξουαλικότητας. Εδώ η σεξουαλικότητα διαπιστώνεται ως υλικό εξουσίας…

 

Η τεχνοτροπία του έργου.

Έχουμε να κάνουμε με ένα έργο δωματίου διάρκειας τριών ωρών. Ένα έργο που δε φοβάται ακόμη και να γίνει κωμικό.

Μόνα όπλα του έργου είναι ο διεισδυτικός λόγος, το κυνικό χιούμορ και η καυστική ειρωνεία. Η γλώσσα είναι ένα πρώτης τάξης όπλο στον αλληλοσπαραγμό. Η γραφή είναι δεικτική και ο διάλογος δομημένος με ακρίβεια και ευφυΐα.

Οι ήρωες κινούνται σε ένα αληθοφανή χώρο και σαν άγρια ζώα ξεδιπλώνουν το ταλέντο τους να ξεσκίζουν ο ένας τον άλλον. Ακονίζουν την κοφτερή τους γλώσσα για να πείσουν τους καλεσμένους τους για τη δική τους αλήθεια.

Ο Άλμπι κινείται στα όρια του παραλόγου. Οι ψευδαισθήσεις κάνουν πάρτι για να αποκαθηλωθούν στο φινάλε. Σύμφωνα με τον Μάρτιν Έσλιν, οι τέσσερεις καθοριστικοί θεατρικοί συγγραφείς του κινήματος είναι οι Ευγένιος Ιονέσκο, Σάμιουελ Μπέκετ, Ζαν Ζενέ και Άρθουρ Αντάμοβ, αν και καθένας από αυτούς τους συγγραφείς έχει εξ’ ολοκλήρου μοναδικά θέματα και τεχνικές που πηγαίνουν πέρα από τον όρο 'παράλογο'. Άλλοι συγγραφείς που συχνά σχετίζονται με την ομάδα αυτή είναι μεταξύ άλλων οι Τομ Στόπαρντ, Φρίντριχ Ντυρενμάτ, Φερνάντο Αραμπάλ, Χάρολντ Πίντερ, Έντουαρντ Άλμπι και Ζαν Ταρντιού. Στους θεατρικούς συγγραφείς που λειτούργησαν ως έμπνευση στο κίνημα περιλαμβάνονται οι Αλφρέντ Τζαρύ, Λουίτζι Πιραντέλο, Στανισλάβ Βιτκίεβιτς, Γκυγιώμ Απολλιναίρ, οι σουρεαλιστές και πολλοί άλλοι.

 

Ο Άλμπι δούλεψε πάνω σε θεματικές που ανέπτυξαν οι Ίψεν, Στρίμπεργ και Πιραντέλο. Επηρεασμένος από τον ψυχολογικό ρεαλισμό του Ίψεν αλλά και του Στρίμπεργκ, αλλά και από την αριστοτελική ενότητα του χώρου δημιουργεί παράλογες καταστάσεις όπως ο Μπέκετ και ο Ιονέσκο, πλην όμως βάζει τους ήρωες του να ενεργούν ρεαλιστικά (ο Μαρκουλάκης στη δική του εκδοχή πετυχαίνει το ρεαλισμό με άρωμα θετρικότητας).

Το κίνημα του 'Παράλογου' ή 'Νέου Θεάτρου' ήταν στις αρχές του ένα διακριτό με βάση το Παρίσι (τη rive gauche, αριστερή όχθη του Σηκουάνα) αβαντ-γκαρντ φαινόμενο συνδεδεμένο με εξαιρετικά μικρά θέατρα στο Quartier Latin, και κέρδισε με τον καιρό την διεθνή εξέχουσα θέση του. Στην πράξη, το Θέατρο του Παραλόγου ξεφεύγει από τους ρεαλιστικούς χαρακτήρες, καταστάσεις και ό,τι είναι συνδεδεμένο με θεατρικές συμβάσεις. Ο χρόνος, ο τόπος και η ταυτότητα είναι ασαφή και ρευστά, και ακόμη και η βασική αιτιότητα συχνά καταρρέει. Ασήμαντες πλοκές, επαναληπτικός ή χωρίς νόημα διάλογος και δραματικές ασυνέπειες χρησιμοποιούνται συχνά για να δημιουργήσουν ονειρικές, ή ακόμη και εφιαλτικές διαθέσεις. Αυτή ακριβώς η συνθήκη ισχύει στο έργο του Έντουαρντ Άλμπι, «Ποιός φοβάται τη Βιρτζίνια Γούλφ». Το κοινωνικό και πολιτισμικό πλαίσιο γύρω από το έργο- Η Αμερική τη δεκαετία του’60.

 

Η διάρθρωση του έργου έχει ως εξής:

Στο πρώτη πράξη (κέφι και παιχνίδια): πραγματοποιείται εισαγωγή στο ύφος των λεκτικών διαπληκτισμών, στο μυθικό γιο και στην αποπλανητική στάση της Μάρθας απέναντι στο Νικ. Κορύφωση αποτελεί η επίθεση της Μάρθας στο Νικ για την επαγγελματική του αποτυχία.

Στη δεύτερη πράξη (βαλπούργια νύχτα=Σάββατο των μαγισσών), Τζωρτζ και Νικ μόνοι τους στο σαλόνι συναγωνίζονται σε εμπιστευτικές αποκαλύψεις. Οι γυναίκες επιστρέφουν και ακολουθεί ο αδιάντροπος χορός της Μάρθας με το Νικ, η φρίκη της Χάνι και η ανακωχή Μάρθας και Τζωρτ. Στο παιχνίδι ¨Πάρτε την οικοδέσποινα¨ η Μάρθα θέλει να προκαλέσει το Τζωρτζ. Η ικανότητα συνεργασίας έχει φανερά εξασθενίσει εξαιτίας του μεθυσιού.

Στην Τρίτη πράξη (εξορκισμοί), η Μάρθα μετανιώνει, διαμαρτύρεται όμως για την παραλίγο απιστία της. Στο τελευταίο παιχνίδι (μεγαλώνοντας ένα μωρό) ο Τζωρτζ ανακοινώνει στην εξαγριωμένη Μάρθα ότι ο ¨γιος¨ σκοτώθηκε σε τροχαίο ατύχημα. Νικ και Χάνι φεύγουν. Ένα διφορούμενο ασαφές σχόλιο, διατυπώνεται για το εάν Μάρθα και Τζωρτζ συνεχίζουν το παιχνίδι ή αλλάζουν τη σχέση τους.

 

Το έργο μπορείτε να το ακούσετε εδώ:



 

Πηγές:

https://www.athinorama.gr/theatre/article/poios_fobatai_ti_birtzinia_goulf-2538919.html

https://www.cinemagazine.gr/themata/arthro/who_s_afraid_of_virginia_woolf_review-130485686/

https://www.elculture.gr/blog/article/poios-fobatai-ti-birtzinia-goulf-to-telos-twn-pseudaisthisewn/

https://www.huffingtonpost.gr/entry/eidame-ten-parastase-toe-konstantinoe-markoelake-poios-fovatai-te-virtzinia-yoelf_gr_5e00c5d3e4b0b2520d0…

https://www.iefimerida.gr/news/382850/poios-fovatai-ti-virtzinia-goylf-i-dimitra-hatoypi-apanta-sto-iefimerida-eikones

www.katiousa.gr/politismos/theatro/theatro-ti-deftera-poios-fovatai-tin-virtzinia-goulf-tou-entouarnt-almpi/

https://www.lifo.gr/culture/theatro/poios-fobatai-ti-birtzinia-goylf-2

https://www.monopoli.gr/2019/11/26/reviews/kritikh-theatroy/356431/synplin-poios-fovatai-tin-virtzinia-goulf-sto-theatro-athinon/

https://www.onassis.org/el/whats-on/whos-afraid-of-virginia-woolf-by-edward-albee

https://www.postmodern.gr/poios-fovatai-ti-virtzinia-goylf/

https://www.protothema.gr/culture/article/927180/poios-fovatai-ti-virtzinia-goulf-tou-edouard-albu/

https://press.ert.gr/radio/trito-programma-entoyarnt-almpi-25-amp-26-09-2016/

skai.gr

https://kemes.wordpress.com/2015/01/27/συγκλονιστικη-ανατομια-των-σχεσεων-σ/

 

 

 

1)      «Ο πλήρης κατάλογος ταινιών του Εθνικό Μητρώο Κινηματογράφου των Η.Π.Α» (στα Αγγλικά). loc.gov. Ανακτήθηκε στις 19 Ιανουαρίου 2021.(https://www.loc. gov/programs/national-film-preservation-board/film-registry/complete-national-film-registry-listing/)

2)       Sikov, Edward (2007). Dark Victory: The Life of Bette Davis . New York: Holt Paperbacks, a trademark of Henry Holt and Company.σελίδες 380–1 . ISBN 0-8050-8863-6..(https://archive.org/details/darkvictoryl ifeo00edsi/page/380) (https://archive.org/details/darkvictorylifeo00edsi/page/380)

3)       Clooney, Nick (Νοεμβρίου 2002). The Movies That Changed Us: Reflections on the Screen . New York: Atria Books, a trademark ofSimon & Schuster. σελ. 85 . ISBN 0-7434-1043-2..(http s://archive.org/details/moviesthatchange00cloo/page/85) (https://archive.org/details/moviesthatchange00cloo/page/85)

4)      «NY Times: Who's Afraid of Virginia Woolf?» . NY Times. Ανακτήθηκε στις 26 Δεκεμβρίου 2008.(http://movies.nytimes.com/movie/54412/Who-s-Afr aid-Of-Virginia-Woolf-/awards)

5)      Ποιος φοβάται την Βιρτζίνια Γούλφ? του Κώστα Γιαννάκενα, Γραμμ. της Ένωσης Ιατρών Νοσοκομείων Αχαίας


-Ο Παύλος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1978 στη Δράμα, μεγάλωσε στις Σέρρες και έζησε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από το 1996 εργάζεται στο δημόσιο σε διάφορες διοικητικές θέσεις. Είναι απόφοιτος της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Σχολής Αστυφυλάκων της Αστυνομικής Ακαδημίας, της Σχολής Επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ΕΛ.ΑΣ., και της Σχολής Ελληνικού Πολιτισμού, του Τμήματος Ανθρωπιστικών. Σπουδών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.





Ένας άλυτος Γρίφος...

 Κάποτε σε ένα παλάτι ζούσε μια βασίλισσα η οποία ήθελε να παντρευτεί. Ήθελε όμως να πάρει τον πιο έξυπνο άνδρα του κόσμου. Δεν την ενδιέφερε αν ήταν όμορφος ή άσχημος, πλούσιος ή φτωχός, γέρος ή νέος. Την ενδιέφερε μόνο να είναι ο πιο έξυπνος απ’ όλους. Πώς θα το καταλάβαινε όμως αυτό; Έβγαλε λοιπόν διαταγή στο παλάτι, πως όποιος άνδρας πάει και της πει έναν γρίφο που δεν θα καταφέρει να βρει την λύση του, αυτός θα ήταν και ο πιο έξυπνος. Αν όμως έβρισκε τη λύση τότε θα τους αποκεφάλιζε και με τα κεφάλια τους θα έφτιαχνε έναν πύργο.

Το νέο αυτό ακούστηκε παντού. Και άνδρες απ’ όλο τον κόσμο πήγαν στο παλάτι. Κανένας όμως δεν τα κατάφερε. Η βασίλισσα βρήκε τη λύση απ’ όλους τους γρίφους που άκουσε. Έτσι ο πύργος από τα κεφάλια των ανδρών είχε φτάσει ήδη πολύ ψηλά.

Μια μέρα το ακούει ένας νέος και αποφασίζει να πάει και αυτός. Το ακούει η μάνα του και απαρηγόρητη του λέει:

Βρε παιδί μου πού θα πας; Αυτή θα σου κόψει το κεφάλι. Σε παρακαλώ, μείνε εδώ και θα σου βρούμε εμείς γυναίκα.

Αλλά ο γιος σαν νέος που ήταν δεν έδωσε σημασία στη συμβουλή της μάνας του και το επόμενο πρωί ξεκίνησε το δρόμο για το παλάτι.

Η μάνα του, του έφτιαξε μια πίτα να πάρει μαζί του να φάει όταν πεινάσει αλλά έβαλε μέσα δηλητήριο. Την άλλη μέρα το πρωί ο νέος με συντροφιά τη σκυλίτσα του την Μορφούλα ξεκίνησαν για το παλάτι.

Περπάτησαν περπάτησαν ώσπου κάποια στιγμή ο νέος πείνασε. Την ώρα που πάει να δαγκώσει την πίτα, ακούει την σκυλίτσα του να γαβγίζει. Την λυπήθηκε και έδωσε το κομμάτι του σε αυτήν. Και όπως ήταν φυσικό μετά από λίγα λεπτά η σκυλίτσα του ψόφησε. Τότε ο νέος κατάλαβε πως η μάνα του είχε βάλει δηλητήριο στην πίτα.

Συνεχίζει τον δρόμο του πλέον μόνος του. Μετά από ώρα δεν άντεχε άλλο από την πείνα. Βλέπει στο βάθος μια ελαφίνα που ήταν έγκυος. Τη σκοτώνει αλλά δεν τρώει την ίδια αλλά το μωρό που είχε μέσα της. Αφού χόρτασε ξεκίνησε πάλι για το παλάτι. Περπατούσε περπατούσε ώσπου δίψασε. Για καλή του τύχη βλέπει εκεί κοντά μια εκκλησία. Μπαίνει μέσα και πίνει το νερό που είχε το καντήλι.

Αφού έφαγε, χόρτασε και ξεδίψασε συνεχίζει τον δρόμο του για το παλάτι. Μετά από λίγες ώρες έφτασε. Παρουσιάζεται μπροστά στην βασίλισσα και της λεει:

Η Μορφούλα έφαγε την πιτούλα και η πιτούλα την Μορφούλα. Εγώ σκότωσα εκείνο που έβλεπα αλλά έφαγα εκείνο που δεν έβλεπα. Και ήπια νερό που δεν ακουμπούσε ούτε στη γη ούτε στον ουρανό. Τί είναι;

Τότε γυρίζει στον νέο και του λέει:

Νομίζω πως εσύ είσαι ο πιο έξυπνος άνδρας του κόσμου. Γι’ αυτό κι εγώ θα σε παντρευτώ και θα σε κάνω άνδρα μου όπως το υποσχέθηκα.

Και μετά από λίγες μέρες έγινε  ο γάμος.

Ψέμματα ή αλήθεια έτσι λεν’ τα παραμύθια


ΠΗΓΗ: https://paramythades.org/2018/03/24/%ce%ad%ce%bd%ce%b1%cf%82-%ce%ac%ce%bb%cf%85%cf%84%ce%bf%cf%82-%ce%b3%cf%81%ce%af%cf%86%ce%bf%cf%82/

Το Δίον. Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος.

  Το Δίον της Πιερίας υπήρξε η ιερή πόλη των Μακεδόνων. Η θρησκευτική πρωτεύουσα της Μακεδονίας ήταν χτισμένη σε μία στρατηγική θέση στις βορειοανατολικές υπώρειες του Ολύμπου και σε μικρή απόσταση από την ακτή. Ένα πλωτό ποτάμι, ο Βάφυρος έρεε ανατολικά της πόλης και έτσι η πόλη επικοινωνούσε με τη θάλασσα.



  Η πόλη έλεγχε το πέρασμα από τη Θεσσαλία στη Μακεδονία. Επρόκειτο για μια φημισμένη μακεδονική πολιτεία η οποία επιπρόσθετα διέθετε και λιμένα. Το Δίον ήταν αφιερωμένο στο Δία και τους δώδεκα θεούς.

 

Ο ποταμός Βάφυρος.

  Σύμφωνα με τη μυθολογία, οι γυναίκες τις περιοχής σκότωσαν μαινόμενες στους πρόποδες του βουνού κοντά στο Δίον τον Ορφέα επειδή μάγευε με τη μουσική του ανθρώπους και ζώα. Όταν θέλησαν να πλύνουν τα ματωμένα χέρια τους στον Ελικώνα, ο οποίος διέτρεχε τη χαράδρα του Ολύμπου, ο ποταμός για να αποφύγει το μίασμα μπήκε μέσα στη γη και εμφανίστηκε στο Δίον με άλλο όνομα. Από το σημείο αυτό και μετά ονομάστηκε Βάφυρος και στα καθαρά νερά του λούζονταν οι Νύμφες. Οι επισκέπτες για να φτάσουν στο ιερό διέσχιζαν μια ξύλινη γέφυρα πάνω από τον ποταμό Βάφυρο.



 

Η ανάπτυξη της πόλης.

  Η πόλη άρχισε να αναπτύσσεται από τον 5ο αι. π.Χ. καθώς οικοδομήθηκε δίπλα σε ιερούς χώρους. Οι Μακεδόνες συναντιούνταν εκεί τακτικά για να λατρέψουν τους θεούς τους σε αγώνες, γιορτές και τελετές. Ο βασιλιάς Αρχέλαος ήταν αυτός που οργάνωσε στην πόλη τη λατρεία του Δία και των Μουσών.



  Στα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ. με πρωτοβουλία του Αρχέλαου άρχισαν να τελούνται πολυήμεροι αγώνες, αθλητικοί, μουσικοί και σκηνικοί, προς τιμήν του Δία και των Μουσών. Σχετικά με τους αθλητικούς αγώνες επρόκειτο για τα «Εν Δίον Ολύμπια». Οι αγώνες είχαν συνολική διάρκεια εννέα ημέρες. Η τέλεση μεγαλοπρεπών αγώνων οδήγησε σταδιακά στη πανελλήνια αναγνώριση του Πιερικού Ιερού.

 

Η όψη της πόλης.

  Η πόλη υπήρξε καλά ρυμοτομημένη με άνετους δρόμου, τείχος 2.600 μέτρων, ναούς, αγάλματα, δημόσια και ιδιωτικά κτίρια με ψηφιδωτά, θέατρο, δημόσια λουτρά και καλό σύστημα άρδευσης. Γύρω από την πόλη υπήρχε πλούσια βλάστηση με πανύψηλα δέντρα και άφθονες πηγές νερού. Από την περιοχή δε λείπει και η πλούσια πανίδα με πολλά κοτσύφια, γεράκια, σκαντζόχοιρους, χήνες και αλεπούδες. Επιπρόσθετα το Δίον διέθετε ωδείο καθώς και ένα υδραγωγείο.

  Στην είσοδο της πόλης ένα πλακόστρωτο οδηγούσε στο Ιερό της Δήμητρας. Στην ανατολική πλευρά δέσποζε το Ιερό της Ίσιδας. Σημείο εξαιρετικού ενδιαφέροντος αποτελεί και η Έπαυλη του Διονύσου, όπου σώζεται ακέραιο το ψηφιδωτό που απεικονίζει το Δία να βγαίνει μέσα από τα κύματα πάνω στο άρμα που σέρνουν δύο θαλάσσιοι πάνθηρες.



  Στην πόλη κυρίαρχη θέση είχε ο Δίας. Από αυτόν άλλωστε πήρε και το όνομα της η πόλη. Το μέρος ήταν για τους Μακεδόνες κάτι ανάλογο με το Ιερό του Δία στην Ολυμπία. Το τέμενος του Ολυμπίου Διός ήταν ο χώρος προβολής των Μακεδόνων βασιλέων. Ο Μεγάλος Βωμός υπήρχε από την απώτατη αρχαιότητα για τη λατρεία του Ολύμπιου Δία και των κορών του των Μουσών. Όσον αφορά το ιερό, ο βασιλιάς της Θεσσαλίας Δευκαλίων είχε στήσει βωμό προς τιμήν του Δία.



 

Φίλιππος και Αλέξανδρος.

  Ο Αλέξανδρος και ο Φίλιππος οργάνωσαν επινίκιες  πανηγύρεις. Μεγαλοπρεπείς θυσίες και πλούσια αφιερώματα προς τιμήν του Ολύμπιου Διός και των Μουσών. Στο Δίον είχε πανηγυρίσει ο Φίλιππος την άλωση της Ολύνθου, της πρωτεύουσας της Χαλκιδικιώτικης Συμμαχίας. Ο Αλέξανδρος επίσης προσέτρεξε στο Δίον ζητώντας τη συνδρομή του Δία (Ύψιστου Αγοραίου ή Κρονίδη Ολύμπιου) λίγο πριν ξεκινήσει την εκστρατεία στην Ασία.

Ασπίδες που αφιέρωσε ο Μέγας Αλέξανδρος για τη νίκη του επί των Περσών στον Γρανικό Ποταμό. Βρίσκονται στον Αρχαιολογικό Χώρο του Δίου.

 


-Ο Παύλος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1978 στη Δράμα, μεγάλωσε στις Σέρρες και έζησε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από το 1996 εργάζεται στο δημόσιο σε διάφορες διοικητικές θέσεις. Είναι απόφοιτος της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Σχολής Αστυφυλάκων της Αστυνομικής Ακαδημίας, της Σχολής Επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ΕΛ.ΑΣ., και της Σχολής Ελληνικού Πολιτισμού, του Τμήματος Ανθρωπιστικών. Σπουδών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.

 

 

Ο Αρχαιολόγος, του Ανδρέα Καρκαβίτσα. Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος.

  Απόψε, αγαπητοί φίλοι, θα σας παρουσιάσω ένα έργο το οποίο με αλληγορικό τρόπο εκθέτει το ζήτημα της Προγονοπληξίας σε όλο της το μεγαλείο. Πρόκειται για τον Αρχαιολόγο του Ανδρέα Καρκαβίτσα. Το αρκετά ενδιαφέρον και επίκαιρο αυτό έργο είχα την τύχη να διαβάσω το χειμώνα του 2021-2022.




 

 Η πρώτη έκδοση του Αρχαιολόγου είναι άγνωστη και αμφισβητήσιμη. Η δεύτερη έκδοση του έργου πραγματοποιήθηκε το 1904, από το τυπογραφείο της Εστίας των Μάινερ και Καργαδούρη.  

 

 Γεννημένος στα Λεχαινά Ηλείας ο Καρκαβίτσας, σπούδασε επί πέντε έτη Ιατρική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και αποφοίτησε με τον τίτλο του Διδάκτορα. Εκτός από πεζογράφος υπηρέτησε και ως στρατιωτικός γιατρός. Φυλακίστηκε το 1916 συνεπεία του Εθνικού Διχασμού, ενώ πέθανε στο Μαρούσι το 1922 προσβεβλημένος από φυματίωση του λάρυγγα και πικραμένος από την κατάρρευση της Μεγάλης Ιδέας.

 

 Το ενδιαφέρον για το έργο του Καρκαβίτσα, όπως και του Παπαδιαμάντη, θα αυξάνεται μετά το 1960. Τα διασημότερα έργα του συγγραφέα ήταν Ο ζητιάνος και η συλλογή διηγημάτων Τα λόγια της Πλώρης. Ο συγγραφέας μαζί με τον Παπαδιαμάντη και το Βιζυηνό υπήρξαν οι κύριοι εκπρόσωποι της Ηθογραφίας (και ειδικότερα της Ηθογραφίας του Ρεαλισμού), όπως επίσης και του Νατουραλισμού. Ως εκπρόσωπος της ρεαλιστικής πεζογραφίας στην Ελλάδα, ο Καρκαβίτσας, παρουσίασε μια σειρά έργων που διαπνέονται από γνήσιο πατριωτισμό, κοινωνικά ιδεώδη αλλά και χριστιανική καρτερία.



 


 Το έργο, αν και δεν πρόκειται για ένα από τα αριστουργήματα του Καρκαβίτσα ή της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, για ένα περίεργο λόγο έχει μεταφραστεί από τον General Books το 2010. Έχει επίσης εκδοθεί ως ηλεκτρονικό βιβλίο από τον Smashwords Edition. 

Πρόσφατα η καθηγήτρια κλασικής φιλολογίας στο γνωστό Brown του Λονδίνου, Τζοάνα Χάνικ, ανέλαβε να μεταφράσει τον Αρχαιολόγο, με αφορμή τα διακόσια χρόνια από την επανάσταση του 1821. Όπως δήλωσε η Τζοάνα Χάνικ στη δημοσιογράφο του Βήματος Λαμπρινή Κουζέλη «έχει ιστορική σημασία και η επέτειος της ελληνικής επανάστασης που πλησιάζει και οι εορτασμοί που περιμένουμε ότι θα γίνουν, θα είναι μια καλή ευκαιρία για να παρουσιαστεί αυτό το κείμενο και οι προβληματισμοί του Καρκαβίτσα για τα εθνικά θέματα».

 

Η υπόθεση του έργου:

 Πρόκειται για μια χειρουργικής ακρίβειας ανάλυση της ανθρώπινης φύσης και των ανείπωτων εντάσεων που δημιουργούν οι οικογενειακές σχέσεις. Ο Αριστοδήμος μεγαλοπιάνεται από μία ανεξακρίβωτη πληροφορία ότι κατάγεται από το ξακουστό γένος των Ευμορφόπουλων και για να γλιτώσει από τα αδιέξοδα της πραγματικής ζωής, διαμορφώνει μία νέα ταυτότητα που κοντράρεται όπως τα ασπρόμαυρα κοντράστ με τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειάς του: τον καλοπροαίρετο, μικρότερο αδελφό, τη μητέρα και τη γυναίκα του για να οδηγηθεί στην τελική του συντριβή. Στον άτεγκτο κόσμο του Καρκαβίτσα, δεν καλλιεργείται ελπίδα για μία καλύτερη ζωή.

 

Επιπλέον στοιχεία για το έργο 

 Ο Αρχαιολόγος αποτέλεσε ένα έργο-κραυγή κατά της ανιστόρητης προγονοπληξίας. Μια προγονοπληξία που συχνά καταντά στείρα παρελθοντολογία και όχι υπεύθυνος θαυμασμός σε έναν κόσμο που παρήγαγε βέβαιο πολιτισμό.

 Δεν είναι λίγες οι φορές που η επιφανειακή προγονική καύχηση  περιφρονεί τη σημερινή τύχη και την πρόοδο του έθνους. Ο Καρκαβίτσας καταδικάζει την άγονη προγονοπληξία ορισμένων διανοούμενων καθώς επίσης και την άκριτη αρχαιολατρία.

 


 Αρκετά αγράμματα ή ημιμαθή υποκείμενα στις μέρες μας ακολουθούν ακόμη τη γραμμή της προγονοπληξίας. Τη διατηρούν ολοζώντανη. Φορούν περικεφαλαίες στα άδεια κεφάλια τους και μανδύες επάνω από τα φτηνιάρικα τζιν τους, και καπηλεύονται τα ιερά και τα όσια της φυλής. Πρόκειται για αληθινές καρικατούρες που καίτοι νομίζουν ότι εξυψώνουν το παρελθόν, στην πραγματικότητα το γελοιοποιούν εξωτερικεύοντας ταυτόχρονα, με τον τρόπο αυτό και τα άλυτα ψυχικά τους προβλήματα. Αυτό το νοσηρό φαινόμενο οφείλεται σίγουρα στην αδυναμία ένταξης του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού στο σύγχρονο κόσμο.

 Μεταξύ σύγχρονης και αρχαίας Ελλάδας υφίστατο ένα χάσμα το οποίο επιχειρήθηκε να γεφυρωθεί από δύο μεγάλους διανοητές: Το Σπυρίδωνα Ζαμπέλιο και τον Κωνσταντίνο Παπαρηγόπουλο. Αμφότεροι πέτυχαν την μέσω επίπονης έρευνας την ένταξη του Βυζαντίου στον ελληνικό πολιτισμό και έτσι απέδειξαν τη συνέχεια του ελληνικού έθνους, μέσω της μελέτης της λαϊκής παράδοσης και της ιστορικής έρευνας.

 Όσον αφορά τη γλώσσα, ο Καρκαβίτσας παίρνει σαφή θέση πάνω στο γλωσσικό ζήτημα. Υπερασπίζεται τη δημοτική και θυμίζει σε πολλά σημεία το Ταξίδι μου του Ψυχάρη. Πριν την έκδοση του Αρχαιολόγου (1901-3) έχουν προηγηθεί τα Ευαγγελικά και τα Ορεστειακά με πολλούς νεκρούς και τραυματίες. Ο συγγραφέας, μαζί με τον Εφταλιώτη, ήταν οι πρώτοι δημοτικιστές πεζογράφοι. Παρά το γεγονός ότι ο Καρκαβίτσας ήταν οπαδός της δημοτικής δεν αποδέχονταν τις ακρότητες των δημοτικιστών. Στόχος του ήταν η γλώσσα του έργου του να γίνει κατανοητή από όλους.

 Ο Αρχαιολόγος υπήρξε το τελευταίο μυθιστόρημα του Καρκαβίτσα και χαρακτηρίστηκε γενικά ως αποτυχημένο από τεχνικής άποψης. Που οφείλεται όμως η αποτυχία του; Ο Roderick Beaton δίνει την απάντηση:

 "Το μυθιστόρημα ακολουθεί τα λαογραφικά αξιώματα της εποχής, αλλά κατορθώνει με τόλμη να απαλλαγεί από τις συμβάσεις του Ρεαλισμού. Στην αλληγορία αυτή της σχέσης της Ελλάδας με το παρελθόν της και με τους ξένους γείτονες της, που διατυπώνεται με τη μορφή λαϊκού παραμυθιού, η ισορροπία μεταξύ των ρεαλιστικών συμβάσεων και της επιθυμίας υπέρβασης τους χάνεται τελικά. Ωστόσο το μυθιστόρημα παραμένει μια σημαντική μαρτυρία των καλλιτεχνικών στόχων της γενιάς των συγγραφέων που συχνά εντάσσονται στους ρεαλιστές.

 Ο Αρχαιολόγος οδηγεί στη λογική (και αστήριχτη) κατάληξη της την ενδιάθετη ροπή της κίνησης του ελληνικού μυθιστορήματος. Αντλεί λοιπόν από τις πηγές της εγχώριας λαογραφίας με σκοπό να ενισχύσει την αναδυόμενη εθνική ταυτότητα και να καθιερώσει μια λογοτεχνική παράδοση, που να βασίζεται αναμφισβήτητα πάνω στην παράδοση αυτή.

 Η αποτυχία του αρχαιολόγου ίσως να μην οφείλεται τόσο στις τεχνικές ατέλειες του (τη δυσκολία να γεφυρώσει κανείς το χάσμα ανάμεσα στις δυσκολίες που επενδύονται στο λαϊκό παραμύθι και στην πραγματική θεματολογία του) όσο και στο γεγονός ότι ξεσκέπασε τη λανθάνουσα αυτή αλήθεια για ολόκληρη σχεδόν την ελληνική Ηθογραφία."

 Ο Παλαμάς, εν κατακλείδι, θα γράψει χαρακτηριστικά για τον Καρκαβίτσα αναγνωρίζοντας την αξία του έργου του: "Εάν κάποιος... με πειθανάγκαζε να διαλέξω αποκλειστικά μεταξύ Παπαδιαμάντη και Καρκαβίτσα, θα έστεκα ευλαβητικά μπροστά στον Παπαδιαμάντη, θα του φυλούσα το χέρι, και θα ψήφιζα τον Καρκαβίτσα".

 

Το έργο μπορείτε να το αντλήσετε από αυτόν τον σύνδεσμο:

https://silgoneon5dimgeraka.gr/wp-content/uploads/2012/01/KARKABITSAS-A.-Arxaiologos.pdf

 



 

Πηγές:

https://www.pde.org.gr/ilia/index.php?option=com_content&view=article&id=58&Itemid=71

https://www.eleftheria.gr/πολιτισμός/item/262806.html

https://www.goodreads.com/book/show/7653785

https://www.mononews.gr/politismos/i-tzoana-chanik-ke-o-karkavitsas-apo-ton-penguin-classics

https://osdelnet.gr/book/1047300

 

Roderick Beaton, Εισαγωγή στη Νεώτερη Ελληνική Λογοτεχνία, μετάφρ. Μ Σπανάκη, εκδ. Νεφέλη, Αθήνα 1996

 

Παύλος Παπαδόπουλος Πτυχιούχος Ανθρωπιστικών Σπουδών, Αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ.

Η κατάντια ενός φτωχού χωρικού. Παραδοσιακό παραμύθι από την Σερβία – Απόδοση: Χρήστος Τσίρκας.

 Σ’ ένα απομονωμένο χωριό μιας μικρής πολιτείας, ζούσε μονάχος του ένας φτωχός χωρικός. Έτρωγε από αυτά που φύτευε στον μικρό του κήπο κι από τα λίγα ζώα που είχε στο μαντρί του. Δεύτερα ρούχα δεν είχε να φορέσει όπως και παπούτσια, αν και αυτά ήταν τρύπια εδώ και πάρα πολύ καιρό.

Ένα πρωί, την ώρα που άναβε το τζάκι για να ζεστάνει την καλύβα του και να βράσει λίγο νερό για να ετοιμάσει λίγο ρύζι για το μεσημέρι, άρχισε να μονολογεί.

Δεν πάει άλλο με αυτήν την κατάσταση. Η φτώχια μου δεν περιγράφεται. Ως πότε θα ζω έτσι; Πρέπει να κάνω κάτι για να αλλάξω την μοίρα μου.

ΧωρικόςΚι αφού το καλοσκέφτηκε και το επεξεργάστηκε στο μυαλό του, αποφάσισε να ξεκινήσει να βρει την τύχη του αλλού. Δεν πρόλαβε καλά-καλά να βγει απ’ το χωριό του και με την άκρη του ματιού του, είδε κάτι να λάμπει στην άκρη του μονοπατιού. Πλησίασε κοντά και έκπληκτος παρατήρησε πως ήταν πεσμένα στο έδαφος πέντε χρυσά νομίσματα. Κοίταξε ολόγυρα του μη τυχόν και τον βλέπει κάνεις, έπειτα έσκυψε και τα μάζεψε με ένα χαμόγελο ευχαρίστησης.

«Ωραία αρχή έκανα. Αν συνεχίσω έτσι, πολύ σύντομα θα χρειαστώ θησαυροφυλάκιο για να τα φυλάω» σκέφτηκε και συνέχισε τον δρόμο του. Περπάτησε αρκετή ώρα ώσπου έφτασε στην διπλανή πόλη. Μια πόλη, εμπορική, με αρκετό κόσμο και κίνηση στους δρόμους και τα μαγαζιά. Ο χωρικός, κουρασμένος από το περπάτημα, μπήκε σε ένα καφενείο και ζήτησε ένα καφέ και ένα ποτήρι νερό. Ο καφετζής, αφού τον κοίταξε καλά-καλά, από πάνω μέχρι κάτω, του είπε με απότομο ύφος:

Εσύ μπορεί να θες να πιεις καφέ…έχεις όμως λεφτά να μου τον πληρώσεις; Τέτοιος κουρελιάρης που είσαι δεν σε βλέπω να σου περισσεύουν. Άδειαζέ μου την γωνιά καλύτερα.

Ο χωρικός δεν είπε τίποτα, παρά μόνο, έβγαλε από την τσέπη του ένα χρυσό νόμισμα και το πέταξε επιδεκτικά πάνω στο τραπέζι του καφενείου. Ο καφετζής γούρλωσε τα μάτια του γιατί χρυσά νομίσματα, κυκλοφορούσαν σπάνια και τα είχαν οι πολύ πλούσιοι άνθρωποι κι οι βασιλιάδες. Δεν μπορούσε να πει τίποτα. Θα έλεγε κανείς πως κατάπιε την γλώσσα του. Τελικά, αφού ξερόβηξε είπε του χωρικού:

Ναι, αλλά δεν έχω ρέστα…

Χαλάλι σου τα ρέστα. Κράτα τα γιατί η παρουσία μου ασχημαίνει το μαγαζί σου.

…του απάντησε ο χωρικός χαμογελώντας. Ο καφετζής έκπληκτος μα και γοητευμένος πλέον, αποχώρησε προς τα πίσω, πηγαίνοντας στην κουζίνα του για να ετοιμάσει τον καφέ. Όση ώρα έβραζε τον καφέ σκεφτότανε, τι μπορεί να είναι ο χωρικός στην πραγματικότητα. Απορούσε, πως είναι δυνατόν, ένας που φοράει τέτοια κουρέλια για ρούχα, να έχει στην κατοχή του ένα –ίσως και περισσότερα- χρυσά νομίσματα. Κι ενώ έκανε διάφορες σκέψεις, τελικά κατέληξε…

Να δεις που είναι γιος του βασιλιά και έχει μασκαρευτεί σε κουρελιάρη ζητιάνο για να δει εμάς τους υπηκόους του, τι σόι άνθρωποι είμαστε. Αυτό είναι…το βρήκα!

Αφού σέρβιρε τον καφέ, πήγε παραπέρα και κάθισε με τους υπόλοιπους θαμώνες του καφενείου, λέγοντάς τους την όλη ιστορία καθώς και την άποψή του για το ποιος πιστεύει ότι είναι στην πραγματικότητα ο χωρικός. Οι υπόλοιποι συμφώνησαν μαζί του, ότι σίγουρα πρέπει να είναι ο γιος του βασιλιά μεταμφιεσμένος σε ζητιάνο. Ο χωρικός, μόλις ήπιε τον καφέ του, φώναξε τον καφετζή και τον ρώτησε.

Πες μου καλέ μου άνθρωπε, ποιος είναι ο πλουσιότερος άντρας της πόλης σας;

Στην πόλη μας, πλουσιότερος άντρας είναι ο ιδιοκτήτης των θερμών λουτρών.

Πολύ ωραία. Τότε, θα πάω μια βόλτα μέχρι τα λουτρά. Κάνε μου μια χαρη όμως σε παρακαλώ. Μετά το μεσημέρι, στείλε μου ένα καφέ, πες του κουρέα να έρθει από εκεί για να με κουρέψει και να με ξυρίσει και στον ταβερνιάρη πες του να μου φέρει ένα περιποιημένο γεύμα μαζί με κρασί.

Ο καφετζής όχι απλά δεν αρνήθηκε στην παράξενη επιθυμία του χωρικού, αντίθετα, του απάντησε ότι ήταν μεγάλη του χαρά να τον εξυπηρετήσει. Ο χωρικός, χωρίς να καθυστερεί, ξεκίνησε για τα λουτρά κι όταν έφτασε εκεί και προσπάθησε να μπει, ένας ψηλός και εύσωμος άντρας τον εμπόδισε. Ήταν ο ιδιοκτήτης των λουτρών, ο οποίος μόλις είδε τον χωρικό με τα παλιά, φθαρμένα και βρόμικα ρούχα, του είπε με αυστηρή φωνή.

Δεν έχεις καμιά δουλειά εδώ. Φύγε.Λουτρά

Μα θέλω να κάνω μπάνιο…

…του απάντησε ψύχραιμα ο χωρικός και επιχείρησε για άλλη μια φορά να μπει μέσα. Μα και πάλι ο ιδιοκτήτης τον εμπόδισε μπαίνοντας μπροστά του και με ακόμα πιο αυστηρό ύφος του είπε…

Οι φτωχοί και κουρελιάρηδες κάνουν μπάνιο στο ποτάμι κι όχι στα λουτρά μου. Ξεκουμπίσου λοιπόν.

…και μπήκε στα λουτρά κλείνοντας την πόρτα με ορμή και χωρίς να δώσει άλλο σημασία στον χωρικό, ο οποίος όχι απλά δεν έφυγε, αλλά ξάπλωσε στα σκαλοπάτια και απολάμβανε τον ήλιο που τον χτυπούσε με τις ζεστές ακτίνες του. Πέρασαν κάποιες ώρες και ο χωρικός δεν είχε κουνηθεί ρούπι από εκεί. Ίσως και να κοιμήθηκε κιόλας κάποια στιγμή, όταν άνοιξε η πόρτα και βγήκε ο φύλακας των λουτρών. Μόλις αντίκρισε τον χωρικό να είναι ξαπλωμένος στα σκαλοπάτια τα έχασε προς στιγμή και αμέσως του έβαλε τις φωνές.

Απαγορεύεται οι ζητιάνοι να κάθονται εδώ. Τσακίσου και φύγε γρήγορα από εδώ…

…δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει την φράση του και από το βάθος του δρόμου, εμφανίστηκαν να πλησιάζουν ο καφετζής κρατώντας έναν καφέ στο χέρι του, ο εστιάτορας με έναν μεγάλο δίσκο με λογής-λογής καλούδια και εκλεκτό κρασί και πίσω τους ακολουθούσε ο κουρέας με ένα βαλιτσάκι που είχε μέσα τα σύνεργα της δουλειάς του. Αφού φτάσανε μπροστά, υποκλίθηκαν στον φτωχό χωρικό και ο καθένας του πρόσφερε τις υπηρεσίες του. Ο φύλακας τα έχασε, δεν πίστευε στα μάτια του.  Ο καφετζής, τον πήρε παραπέρα και κάτι του ψιθύρισε στο αφτί. Προφανώς θα του είπε ότι ο κουρελιάρης χωρικός που στέκονταν μπροστά τους, είναι ο γιος του βασιλιά μεταμφιεσμένος. Ο φύλακας γύρισε προς τον χωρικό και του ζήτησε να μπει μέσα στα λουτρά ενώ ο ίδιος έτρεξε στον ιδιοκτήτη και του είπε τα πάντα με το νι και με το σίγμα.

Πω-πω…τι έπαθα ο άμοιρος; Αν όντως ο κουρελιάρης χωρικός είναι ο γιος του βασιλιά μεταμφιεσμένος κι εγώ του μίλησα τόσο απότομα και σκληρά, τότε με περιμένει βαριά τιμωρία. Μέχρι και το κεφάλι μου μπορεί να μου πάρει…

…μονολογούσε συνέχεια ο ιδιοκτήτης των λουτρών κλεισμένος στο δωμάτιο του. Ο φύλακας, βλέποντάς τον τόσο ανήσυχο, του πρότεινε τότε, να προσφέρει στον χωρικό χρήματα για να τον καλοκαρδίσει και να κερδίσει την συμπάθειά του. Έτσι κι έγινε. Ο ιδιοκτήτης, έτρεξε στο χρηματοκιβώτιό του και γέμισε ένα σακί με χρυσά φλουριά και το πήγε ο ίδιος στον χωρικό, ο οποίος μόλις είχε τελειώσει το μπάνιο του, είχε φάει κι έπινε τον καφέ του ενώ ο κουρέας τον κούρευε. Αφού του πρόσφερε το σακί με τα νομίσματα, ο χωρικός χαιρέτησε και ευχαρίστησε τους πάντες και πήρε το δρόμο του γυρισμού για το σπίτι του. Φτάνοντας στο σημείο που είχε βρει αρχικά τα νομίσματα, ο χωρικός έβγαλε από το σακί του πέντε από αυτά και τα άφησε στο ίδιο σημείο ακριβώς.

Όλοι οι χωριανοί δεν πίστευαν στα μάτια τους από την εξέλιξη του συγχωριανού τους. Απορούσαν κι αναρωτιόντουσαν για το που βρήκε τα χρήματα κι από την μια μέρα στην άλλη άλλαξε έτσι.

Δεν μπορώ να πω ότι δυσκολεύτηκα ιδιαίτερα. Τα πάντα ξεκίνησαν από πέντε χρυσά νομίσματα που βρήκα βγαίνοντας από το χωριό.

Απαντούσε σε όλους ο χωρικός. Πολλοί συγχωριανοί του αποφάσισαν να ακολουθήσουν το παράδειγμά του, μα απ’ ότι ξέρω, κάνεις από αυτούς δεν βρήκε χρυσά νομίσματα βγαίνοντας από το χωριό…εσείς βρήκατε;


Πηγή: https://paramythades.org/2013/10/13/%ce%b7-%ce%ba%ce%b1%cf%84%ce%ac%ce%bd%cf%84%ce%b9%ce%b1-%ce%b5%ce%bd%cf%8c%cf%82-%cf%86%cf%84%cf%89%cf%87%ce%bf%cf%8d-%cf%87%cf%89%cf%81%ce%b9%ce%ba%ce%bf%cf%8d/

Η δύναμη του Παραμυθιού. Ηρώ Ντιούδη

 Τα παραμύθια δεν είναι μόνο ψυχαγωγία για τα παιδιά, αλλά και ο πιο άμεσος τρόπος για να οδηγηθούν με ασφάλεια στην ωριμότητα, υποστηρίζει μερίδα των ειδικών ενώ άλλοι, πάλι, τα τελευταία, κυρίως, χρόνια, δείχνουν μία αφοριστική διάθεση απέναντι στα παραμύθια, θεωρώντας πως η θεματολογία τους, μπορεί να προκαλέσει σύγχυση στο παιδί.



Αναρωτιούνται, δηλαδή, πόσο εκπαιδευτική και ωφέλιμη μπορεί να είναι για παράδειγμα, η ιστορία της Κοκκινοσκουφίτσας, που την τρώει ο κακός λύκος ή εκείνη της κακιάς μάγισσας που ήθελε να μαγειρέψει και να φάει τον Χάνσελ και τη Γκρέτελ.
Με αφορμή λοιπόν τα παραπάνω θέσαμε –ως koukoutza- τα ερωτήματα μας στην παιδοψυχολόγο Ηρώ Ντιούδη η οποία μας απάντησε ως εξής:

– Τα παραμύθια συμβάλλουν στην ψυχολογική ανάπτυξη του παιδιού; Αν συμβαίνει αυτό με ποιο τρόπο επιτυγχάνεται;
Tα παραμύθια συμβάλλουν με έναν μοναδικό τρόπο στην ψυχολογική ανάπτυξη των παιδιών, καθώς εκτός από τον ψυχαγωγικό τους χαρακτήρα, αποτελούν ένα από τα κυριότερα μέσα για την δημιουργία μετέπειτα ολοκληρωμένων ενηλίκων. Έτσι έχουν μεγαλώσει γενιές και γενιές με κλασικά παραμύθια όπως η Κοκκινοσκουφίτσα, η Σταχτοπούτα, ο Κοντορεβυθούλης που είναι δημοφιλή μέχρι και σήμερα .Πιο συγκεκριμένα , μέσα από τα παραμύθια προβάλλονται ανθρωπιστικές αξίες και πρότυπα υγιούς συμπεριφοράς ενώ ταυτόχρονα ενισχύουν την κριτική σκέψη και η φαντασία του παιδιού. Το παιδί διδάσκεται κάθε φορά το σωστό και το λάθος και του δίνεται η δυνατότητα κάθε φορά μέσω της ταύτισης με τους ήρωες του παραμυθιού να εκφράσει ασυνείδητες σκέψεις, επιθυμίες και συναισθήματα σε ένα ασφαλές περιβάλλον. Βοηθούν δηλαδή τα παιδιά να διαχειριστούν τα συναισθήματά τους αποτελεσματικά και με τρόπο που συνάδει στην ηλικία τους. Για παράδειγμα έντονα συναισθήματα όπως η ζήλια για τον μικρότερο αδερφό, το άγχος αποχωρισμού από τους γονείς, μια μεγάλη απώλεια μέσα στην οικογένεια και άλλες εσωτερικές συγκρούσεις εκτονώνονται μέσα από το παραμύθι. Οδηγείται δηλαδή το παιδί στην αυτογνωσία, βλέποντας καταστάσεις ευτυχίας αλλά και δυστυχίας και επιλέγοντας εναλλακτικούς τρόπους αντιμετώπισης των δυσκολιών.

– Πολλές φορές κι εμείς οι γονείς αποφεύγουμε να διαβάσουμε στο παιδί μας ένα σκληρό παραμύθι. Θα έπρεπε τα παραμύθια να έχουν happy end;
Θεωρώ ότι δεν είναι απαραίτητο κάθε παραμύθι να έχει happy end. Η συμβολή του παραμυθιού έγκειται ακριβώς στο γεγονός ότι διδάσκει στα παιδιά ότι στην ζωή δεν υπάρχει πάντα ευτυχής κατάληξη και ότι είναι γεμάτη με πολλές ευτυχισμένες στιγμές αλλά και με μερικές άσχημες. Επίσης αποφεύγοντας να διαβάσουμε σημεία που το παραμύθι διαπραγματεύεται δυσάρεστα συναισθήματα και έννοιες που θεωρούμε ότι θα πληγώσουν ή θα φοβίσουν το παιδί, του μαθαίνουμε ότι είναι κακό να έχουμε αρνητικά συναισθήματα. Δηλαδή το παιδί νιώθει ότι είναι κακό να νιώθεις θυμό ή ζήλια και ότι είναι κάτι που πρέπει να κρύβεις. Για παράδειγμα ένα παιδί που ζηλεύει το αδερφάκι του, μαθαίνει ότι πρέπει να νιώθει μόνο χαρά και να αποσιωπά τα αρνητικά συναισθήματα. Έτσι το παιδί αισθάνεται ενοχές. Ωστόσο αυτό που θα συμβούλευα στους γονείς είναι να προσέχουν την ώρα που επιλέγουν να διαβάσουν ένα παραμύθι και το αναπτυξιακό στάδιο. Για παράδειγμα ένα παραμύθι με μία κακιά μάγισσα το βράδυ ίσως να τρόμαζε ένα παιδί μικρής ηλικίας.

– Μπορούμε να κρίνουμε ποιο παραμύθι ταιριάζει στο παιδί μας;
Δεν είναι εφικτό να κρίνουμε κάθε φορά ποιο είναι το σωστό παραμύθι που πρέπει να διαβάσουμε στο παιδί, καθώς δεν είμαστε σε θέση πάντα να γνωρίζουμε την συναισθηματική κατάσταση που βρίσκεται το παιδί μας. Όπως προείπαμε, δεν πρέπει να μας φοβίζουν παραμύθια που διαπραγματεύονται βαθιές έννοιες και έντονα συναισθήματα. Ωστόσο είναι βασικό το παραμύθι να είναι προσαρμοσμένο στον γλωσσικό και γνωσιολογικό πλούτο του παιδιού, να καλλιεργεί ευγενικά συναισθήματα, να ανταποκρίνεται στο ψυχικό και αναπτυξιακό στάδιο του παιδιού. Έτσι για παράδειγμα για παιδιά νηπιακής ηλικίας είναι καλό να επιλέγουμε παραμύθια εικονογραφημένα, μικρής διάρκειας και με έντονα χρώματα. Τα παιδιά μας ουκ ολίγες φορές ζητούν το ίδιο παραμύθι ξανά και ξανά. Γιατί το κάνουν αυτό;
Η επιθυμία του παιδιού να ακούσει το ίδιο παραμύθι ξανά και ξανά, όσο κουραστικό και αν φαίνεται σε εμάς, αποκαλύπτει τον ψυχισμό του παιδιού στην παρούσα φάση. Το συγκεκριμένο παραμύθι που ζητά δηλαδή, του προκαλεί αίσθημα ανακούφισης και το βοηθά να εκφράσει τα συναισθήματά του. Μετά από λίγες μέρες ή εβδομάδες, μπορεί να παρατηρήσουμε ότι το ενδιαφέρον του παιδιού έχει μετατοπιστεί σε κάποιο άλλο παραμύθι. Με λίγα λόγια, το παραμύθι εκείνο έπαψε στην παρούσα συναισθηματική κατάσταση του παιδιού να <<μιλά στην ψυχή του>> και να το βοηθά να εκφράζει τον θυμό, την λύπη, τον ενθουσιασμό. Τέλος είναι καλό να αφήνουμε το παιδί να επιλέξει ποιο παραμύθι θέλει, ωστόσο θα πρέπει να δίνουμε και μερικές εναλλακτικές προτάσεις.

Κλασικά ή μοντέρνα παραμύθια;
Με κλασικά παραμύθια, όπως η Κοκκινοσκουφίτσα, η Σταχτοπούτα, η Ωραία Κοιμωμένη, μεγάλωσαν και μεγαλώνουν παιδιά σε όλον τον κόσμο. Ο λόγος είναι ότι τα κλασικά παραμύθια εισάγουν το παιδί στον μαγευτικό κόσμο του παραμυθιού διδάσκοντας ταυτόχρονα μέσω του συμβολικού του χαρακτήρα έννοιες δύσκολες να γίνουν κατανοητές στα παιδιά. Η έννοια για παράδειγμα του θανάτου, η γέννηση ενός αδερφού και τα συναισθήματα που προκαλεί, η αγάπη, η ευτυχία και η δυστυχία γίνονται κατανοητές στα παιδιά μέσω των ηρώων κάθε φορά του παραμυθιού. Βοηθούν δηλαδή τα παιδιά να εκφράσουν ασυνείδητες σκέψεις και καλά κρυμμένα συναισθήματα. Από τη άλλη πλευρά, τα μοντέρνα παραμύθια διαπραγματεύονται καταστάσεις σε ένα σύγχρονο περιβάλλον και με πρότυπα οικογένειας που συναντάμε καθημερινά. Έτσι θεωρώ ότι είναι σημαντικά στην ζωή των παιδιών εξίσου και τα μοντέρνα και τα κλασικά.

Ο γονιός «επιτρέπεται» να αλλάζει το παραμύθι την ώρα που το διαβάζει; Να κόβει δηλαδή τα δύσκολα κομμάτια όπως π.χ. μια πρόταση που αναφέρεται σ΄ένα θάνατο.
Η ανάγκη του γονέα να προστατέψει το παιδί από πιθανόν αρνητικά συναισθήματα, τον ωθεί στο να αλλάζει κομμάτια του παραμυθιού που ο ίδιος θεωρεί σκληρά ή δύσκολα να διαχειριστεί το παιδί. Έτσι όμως του διδάσκει μόνο την θετική πλευρά της ζωής και του μαθαίνει τη μισή αλήθεια. Κρατώντας τα παιδιά μακριά από αυτό, δεν τα βοηθάμε συναισθηματικά, αντιθέτως τα αποτρέπουμε από το να ανοίξουν έναν ουσιαστικό διάλογο μαζί μας για τις ανησυχίες και τους φόβους τους ενώ ταυτόχρονα χάνουμε την μοναδική ευκαιρία που έχουμε να τους μάθουμε τη σημασία κάποιων άγνωστων μέχρι εκείνη τη στιγμή εννοιών. Επομένως είναι σημαντικό να διαβάζεται το παραμύθι όπως είναι γραμμένο από τον συγγραφέα και εμείς να παροτρύνουμε το παιδί να μας θέσει ερωτήσεις για ό,τι το απασχολεί.


Πηγή: https://psychology-playtherapy.gr/%CE%B7-%CE%B4%CF%8D%CE%BD%CE%B1%CE%BC%CE%B7-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CF%80%CE%B1%CF%81%CE%B1%CE%BC%CF%85%CE%B8%CE%B9%CE%BF%CF%8D/

Ο Πύργος του Νελ, του Αλέξανδρου Δουμά (πατρός). Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος

  Αγαπητοί φίλοι απόψε θα σας παρουσιάσω το έργο του Αλεξάνδρου Δουμά (πατρός) "Ο Πύργος του Νελ", ένα έργο που γράφτηκε το 1832, σε συνεργασία με τον Frédéric Gaullardet.


Αλέξανδρος Δουμάς (πατήρ).

  Γάλλος μυθιστοριογράφος και δραματικός συγγραφέας, γεννήθηκε το 1802 και πέθανε το 1870. Είχε δυνατή φαντασία και μεγάλη ενεργητικότητα. Γραφέας σε συμβολαιογραφείο στην αρχή, μελέτησε με πάθος την ιστορία της πατρίδας του και άρχισε να γράφει σε συνεργασία με άλλους δύο κωμειδύλλια. Ακολούθως, έγραψε πολλά ρομαντικά δράματα και κωμωδίες και εν συνεχεία επιδόθηκε στο ιστορικό μυθιστόρημα, στο οποίο σημείωσε μεγάλη επιτυχία. "Οι τρεις σωματοφύλακες" και "Ο Κόμπ" τον έκαναν γνωστό σε ολόκληρο τον κόσμο. Ήταν προικισμένος με το χάρισμα να διηγείται και να συναρπάζει με τον τρόπο που έγραφε. 

  Ο Αλέξανδρος Δουμάς μετέφερε με επιτυχία το ρομαντισμό στο θέατρο και έδωσε στο μυθιστόρημα μια λαϊκή μορφή τέχνης. Η γονιμότητά του υπήρξε καταπληκτική. Έγραψε 257 τόμους μυθιστορήματα και 25 τόμους με θεατρικά έργα, είτε μόνος του είτε σε συνεργασία με άλλους "στρατηγούς", καθώς έλεγε, των οποίων αυτός ήταν ο "Ναπολέων". Ο Βίκτωρ Ουγκώ έλεγε για τον Δουμά: "Δεν είναι απλώς Ευρωπαίος, είναι παγκόσμιος".

  Ο Δουμάς γεννήθηκε στις 24 Ιουλίου 1802 με το όνομα Αλεξάντρ Νταβύ ντε λα Παγετρί. Ο πατέρας του, το εξώγαμο παιδί Γάλλου μαρκησίου και μαύρης καλλονής από την Αϊτή, στα χρόνια της Επανάστασης κατάφερε να γίνει στρατηγός. Όταν όμως ο Ναπολέων έγινε πρώτος ύπατος έβαλε στο περιθώριο τον μιγάδα αξιωματικό, ο οποίος απεβίωσε έναν χρόνο αργότερα, όταν ο Δουμάς ήταν τεσσάρων ετών. Ο μικρός Αλέξανδρος μεγάλωσε φτωχικά με τη μητέρα του στην επαρχία της Πικαρδίας. Το 1823 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι και κατάφερε να γίνει γραφέας του δούκα της Ορλεάνης, ο οποίος θα γινόταν αργότερα ο βασιλιάς της Γαλλίας Λουδοβίκος Φίλιππος.


Ο Αλέξανδρος Δουμάς (πατήρ).


  Ο Αλέξανδρος Δουμάς ανήκε στην κάστα εκείνη των ανθρώπων που έζησαν «μέσα στα πράγματα» την πιο ταραγμένη περίοδο της γαλλικής ιστορίας. Ίσως έτσι εξηγείται το γεγονός ότι ήθελε να τοποθετεί τα βιβλία του σε ένα περιβάλλον με απόλυτους χρονικούς προσδιορισμούς. Εν τούτοις τα βιβλία του δεν είναι καθαρόαιμα «ιστορικά μυθιστορήματα». Ο ίδιος έλεγε ότι «η Ιστορία είναι ένα καρφί πάνω στο οποίο κρεμάω τα μυθιστορήματά μου». Εκτός από τα μυθιστορήματα ο Δουμάς έγραψε και περί τα 90 θεατρικά έργα, γνωστότερα των οποίων θεωρούνται τα εξής: Ο Ερρίκος Γ και η αυλή του,  Χάος και μεγαλοφυΐα, Αντονύ, Ο πύργος του Νελ, Ναπολέων Βοναπάρτης. Έγραψε επίσης απομνημονεύματα εκτάσεως 22 τόμων και ταξιδιωτικά κείμενα. Θεωρείται ότι οι περιηγητικές εντυπώσεις του βρίθουν ανακριβειών, αλλά πώς να μην τον συγχωρήσει κανείς όταν γίνεται τόσο συμπαθής με τις προθέσεις του; Τα άπαντά του αριθμούν 301 τόμους.



Η υπόθεση:

  Το έργο μας ταξιδεύει στο Παρίσι του Μεσαίωνα (έτος 1314). Μία σειρά από φόνοι ευγενών νέων αριστοκρατικής καταγωγής και κατά κύριο λόγο ιπποτών ταράζει την παρισινή κοινωνία. Τα πτώματα ανασύρονται από τις όχθες του Σηκουάνα και το μυστήριο που περιβάλλει τα γεγονότα σπέρνει τον τρόμο προς όλες τις κατευθύνσεις. Το κουβάρι εξελίσσεται σιγά σιγά και όλα τα στοιχεία οδηγούν στην Βασίλισσα της Γαλλίας Marguerite de Bourgogne η οποία σε προγενέστερο χρόνο έχει καταδικάσει τους δύο γιους της να εγκαταληφθούν έκθετοι στον θάνατο! Ύστερα από ένα σκληρό και αδυσώπητο παιχνίδι νεύρων και τακτικής μεταξύ της βασίλισσας και του Ιππότη-πρώην αγαπητικούς της στο τέλος αποκαθίσταται η τάξη και ο ακροατής επιστρέφει ήσυχος και με αίσθημα δικαίου στην εποχή του .


Κάποια λόγια για τον Πύργο του Νελ:

Ο πύργος του Νελ —απόδοση στα ελληνικά του La tour de Nesle— κατασκευάστηκε στις αρχές του 13
αιώνα από τον Φίλιππο Αύγουστο και καταστράφηκε το 1665. Σε σχέδια της εποχής εμφανίζεται στην Αριστερή Όχθη, απέναντι από το μουσείο του Λούβρου. Βλέπουμε κατοίκους του Παρισιού να πλένουν τα άλογά τους στα νερά του Σηκουάνα. Από σχετικές αφηγήσεις μαθαίνουμε ότι άγρια γουρούνια και άλλα ζωντανά κυκλοφορούσαν στους δρόμους (σκορπούσαν τον θάνατο). Ο πύργος του Νελ ήταν σε μίααπό τις γωνίες του αμυντικού τείχους που κύκλωνε όλο το Παρίσι.

  Ο πύργος του Νελ είναι ένα σκοτεινό και σε πολλά σημεία φοβιστικό έργο. Παρά την μεγάλη διάρκεια του κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον…


ΘΕΑΤΡΟ ΣΤΟ ΡΑΔΙΟΦΩΝΟ
Ο ΠΥΡΓΟΣ ΤΟΥ ΝΕΛ. Του Αλέξάνδρου Δουμά

Η ηχογράφηση πραγματοποιήθηκε το 1959 στους ράδιο θαλάμους του Ζαππείου. Ξεχωρίζουν οι φωνές του Δημήτρη Παπαμιχαήλ, της Δέσπως Διαμαντίδου που υποδύεται την βασίλισσα και του Στέφανου Ληναίου που παίζει το ρόλο του Ιππότη Γκωτιέ. 

Η ραδιοσκηνοθεσία ήταν του Ίωνα Νταϊφά.

Ενώ ακόμη ο Πύργος του Νελ έχει προβληθεί σε πέντε διαφορετικές εκδοχές στη Μεγάλη Οθόνη, από το 1923 έως το 1968, στη Γαλλία, Ιταλία και Η.Π.Α.


Detail from a painting depicting Parisian daily life during the winter of 1607–1608, during which the Seine was frozen over for several weeks. This left section of the painting shows the now-defunct Tour de Nesle, erected during the reign of Philippe Auguste.





Μεταφόρτωση από το κανάλι loykiatulumari του youtube:













Όταν έπεσαν τα κάγκελα της Τούμπας...

ΠΑΟΚ-Ολυμπιακός για τη φάση των "16" του Κυπέλλου Ελλάδας για τη σεζόν 1989/90, σε μία κατάμεστη Τούμπα. Ένα μεσημέρι Τετάρτης που αναμενόταν καυτό, όχι όμως με τον τρόπο που συνέβη...


 

Ο Βύρων Πάλλης. Μια σπουδαία μορφή του ραδιοφωνικού θεάτρου.

 Ο Βύρων Πάλλης υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους ηθοποιούς της παλιάς γενιάς. Πόσοι δεν τον θυμούνται ως Θανασάκη στο Θανασάκη τον Πολιτε...