Οι Ρώσοι βομβαρδίζουν την Τραπεζούντα. Η Γη του Πόντου- Ψαθάς

Ο πρώτος βομβαρδισμός της Τραπεζούντας από το ρωσικό στόλο μέσα από την παιδική μάτια του Δημήτρη Ψαθά...
Παίζαμε  τα  παιδιά  κάτω  στο  γιαλό,  όταν  μακριά,  στο  βάθος  του  ορίζοντα  φάνηκαν  καπνοί. Το  πράγμα  μας  έκανε  εντύπωση,  γιατί  άλλοτε  μόνο  ένας  καπνός  πρόβαλλε  πάντα  στον ορίζοντα,  που  σιγά  ‐  σιγά  γινότανε  βαπόρι,  σφύριζε  κι  έμπαινε  πέρα  στο  λιμάνι,  πίσω  απ'  το Γκιουζέλ  Σαράι.  Τώρα  οι  καπνοί  ήσαν  πολλοί  κι  όταν  γινήκανε  καράβια  —ζυγώνοντας ολοένα—  είδαμε ότι δεν μοιάζαν καθόλου με τ'  άλλα  τα εμπορικά,  ήσαν γκρίζα και λάμπανε στον ήλιο.




 —Πολεμικά! Να  ήσαν  τουρκικά;  Να  ήσαν  γερμανικά;  Με  απορία  και  κάποια  ανησυχία  άρχισε  να τα  κοιτά κι  ο  άλλος  κόσμος  από  μπαλκόνια  και  παράθυρα,  αλλά  γρήγορα  κυριάρχησε  σ'  όλους  η χαρά. Τα  πολεμικά  εκείνα,  που  όλο  ζύγωναν,  ώστε  να  φαίνονται  πιο  καθαρά,  δεν  ήσαν  ούτε τουρκικά,  ούτε  γερμανικά,  αλλά...  δικά  μας,  ρούσικα!  Αυτοί  που  τα  διάκριναν  πρώτοι  με  τα κιάλια ανάγγειλαν το  νέο  στους άλλους  και  γρήγορα  η  φήμη έτρεξε  σ'  όλη την  πόλη: —Ρούσικα πολεμικά!  Μας  ήλθαν  ρούσικα πολεμικά! Τα  είχαν  δει  και  οι  Τούρκοι  και  κατέβασαν  τις  μούρες,  ενώ  οι  Ρωμιοί  τρέχαν  στο  γιαλό  για  ν' απολαύσουν  τ'  ωραίο  και  μεγαλόπρεπο  θέαμα  των  ρούσικων  πολεμικών,  που  είχαν  κατέβει πια πολύ χαμηλά και παραταχθήκανε καταντικρύ μας. Νάτο,  λοιπόν,  ότι  τώρα  οι  ελπίδες  στην  Ρωσία  βγαίναν  βάσιμες!  Ήταν  πια  ολοφάνερο,  ότι  ο τσάρος  είχε  το  νου  του  στον  ορθόδοξο  ελληνισμό  κι  άπλωνε  το  προστατευτικό  του  χέρι  στα παράλια  του  Πόντου!  Γιατί  μας  έστελνε  τον  στόλο  του;  Για  να  μας  δώσει  θάρρος,  φυσικά, και  για  να  πει  στους  Τούρκους  ότι  ήταν  παρών  εκεί,  άγρυπνος  φύλακας  της  ορθοδοξίας  κι αλλοίμονό τους αν μας πείραζαν! Έτσι  όπως  κατέβηκαν  τώρα  τόσο  χαμηλά,  ήσαν  χαρά  Θεού  και  τα  πλήθη  που  τρέξαν  στο γιαλό  ή  γέμισαν  τα  μπαλκόνια  και  τα  παραθύρια  των  σπιτιών,  κουνούσαν  τα  μαντήλια  και τα χαιρετούσαν: 
—Θεέ μου,  τι  όμορφα που  είναι! 
Απότομα,  όμως,  από  ένα  καράβι  άστραψε  φωτιά,  ένα  σφύριγμα  ακούστηκε  κι  ευθύς αμέσως  μια  βροντή  συγκλόνισε  την  πόλη.  Κοιτάχτηκε ο κόσμος: 
—Τ'  ήταν τούτο; 
Άλλοι είπαν: 
—Άσφαιρα θα  είναι!  Μας χαιρετάνε!  Άλλοι όμως: —Τι άσφαιρα;  Οβίδα ήταν... Κι  ώσπου  να  λύση ο  κόσμος  το  μυστήριο  της  πρώτης  κανονιάς,  άστραψε  άλλη  φωτιά  κι άλλη  βροντή  —Ύψιστε  Κύριε  —απανωτές  άρχισαν  οι  ομοβροντίες,  σπίτια  πέφταν,  καπνοί πηδούσαν μέσα στην πόλη,  οβίδες  σφύριζαν,  ω  λαχτάρα! 
—Βομβαρδίζουν! Κι όπου φύγει ‐  φύγει ο κόσμος! —Παναγίτσα  μου! Άδειασε  ο  γιαλός,  ερημώθηκαν  τα  παράθυρα,  κόσμος  κατρακυλούσε  απ'  τις  σκάλες, μανάδες  τρέχανε  στους  δρόμους,  παιδάκια  κλαίγαν,  τρύπωναν  άλλοι  στα  υπόγεια,  ενώ  η πόλη  ολόκληρη  τρανταζόταν  από  κανονιές,  σκάζαν  οι  οβίδες,  χαλάσματα,  καπνοί,  πυρκαϊές, φωνές,  αίματα,  τραυματίες. Ήταν το πρώτο βάπτισμα του πυρός. 

Από το βιβλίο: Η Γη του Πόντου

Δεσποινίς ετών 39, των Γιαννακόπουλου και Σακελάριου. Ραδιοφωνικό θέατρο

Η Πολιτισμική Διαδρομή απόψε θα σας παρουσιάσει την κωμωδία των Γιαννακόπουλου και Σακελάριου "Δεσποινίς ετών 39". Πρόκειται για μία αριστουργηματική ηθογραφική κωμωδία.

Το έργο γράφτηκε το 1954 από τους 2 μεγάλους και αχώριστους θεατρικούς συγγραφείς.

Κυρίαρχη μορφή του έργου είναι ο θυμόσοφος αδελφός, που επιδίδεται στον αγώνα αποκατάστασης της μεγαλοκοπέλας και ανύπαντρης αδελφής του.

Το έργο δίκαια χαρακτηρίσθηκε ως κωμωδία ηθών, ενώ η τελική σκηνή προκαλεί σε όλους μεγάλη συγκίνηση...




Η υπόθεση:

Το έργο βασίζεται σε μια κλασική ελληνική παράδοση:
Να μένει ανύπαντρος ο αδερφός ώσπου να βρεθεί ο κατάλληλος γαμπρός για τις αδερφές του. Έτσι κι εδώ βλέπουμε τον αδερφό που επιθυμεί να κάνει δική του οικογένεια, αλλά δεν μπορεί, γιατί έχει μια ανύπαντρη αδερφή. Το πρόβλημα διογκώνεται επειδή η αδερφή είναι περασμένης ηλικίας κι έτσι δυσχεραίνει το ενδεχόμενο μιας μελλοντικής αποκατάστασης. Αυτό το δράμα ζει ο Τηλέμαχος, ο αδερφός της ηλικιωμένης Χρυσάνθης, την οποία παρουσιάζει σε μια αγγελία αναζήτησης γαμπρού, γράφοντας ως έτος ηλικίας 39, ενώ στην πραγματικότητα έχει ξεπεράσει τα 50!

 Τα θέματα που χρησιμοποιούν ο Σακελλάριος κι ο Γιαννακόπουλος είναι παρμένα από την καθημερινή ζωή του Έλληνα και τα προβλήματά του. Σατιρίζουν τσουχτερά τα ήθη της κοινωνικής και πολιτικής ζωής και δείχνουν τα πράγματα από την άλλη τους πλευρά, προβάλλοντας το κωμικό στοιχείο ακόμα και στα πιο δραματικά θέματα.



Περαιτέρω πληροφορίες για το έργο...

 Στην Ελλάδα των τελευταίων ετών του 19ου αιώνα, των αρχών του 20ου αιώνα και του μεσοπολέμου ήθη και σοβαρά ηθικά ζητήματα (τα οποία συχνά ξεκινούσαν από τις αγαθότερες προθέσεις), καθώς η ζωή εξελίσσονταν κατέληγαν να αποτελούν σοβαρά θέματα.
 Ένα από αυτά τα θέματα ήταν και το να μην παντρευτεί ο αδερφός εάν πρώτα δεν αποκαταστήσει την ανύπαντρη αδερφή του.

Παρά το χαρακτηρισμό του ως κωμωδία, το έργο έχει βαριά ατμόσφαιρα και από ένα σημείο και μετά εξελίσσεται ως δράμα. Κορύφωση του δράματος είναι η τελευταία σκηνή.
Στην τελευταία σκηνή του έργου όπου ο Τηλέμαχος προσπαθεί να παρηγορήσει την Χρυσάνθη και να την καθησυχάσει λέγοντάς της ότι δεν πρόκειται να παντρευτεί ούτε ο ίδιος και θα μείνουν μαζί μέχρι το τέλος της ζωής τους. Στο άδειο από κόσμο σπίτι τους, ο Τηλέμαχος παίρνει στα πόδια του την Χρυσάνθη και αρχίζει να της τραγουδά ένα θλιμένο τραγουδάκι: «΄Ωχου, ώχου τα κάημενούλια, που ΄χουν μείνει μοναχούλια».
Είναι η στιγμή που ο θεατής «σπάει» και νιώθει τα μάτια του να γεμίζουν...

Οι δύο συγγραφείς άγγιξαν το ζήτημα της γεροντοκόρης με αιχμηρό τρόπο, ενώ στην κινηματογραφική έκδοση του έργου δέχθηκαν αρνητική κριτική του κοινού επειδή το έργο δεν είχε χαρούμενο τέλος.

 Τελικά το 1968 οι συγγραφείς προχώρησαν στο ριμέικ της ταινίας με τον Λάμπρο Κωνσταντάρα πρωταγωνιστή και τον τίτλο "Ο Ρωμιός έχει φιλότιμο", η εν λόγω ταινία είχε τελικά χαρούμενο τέλος. Έδωσαν έτσι έστω και ετεροχρονισμένα ένα Happy end στο ελληνικό κοινό (άλλωστε αμφότεροι οι δύο συγγραφείς αγαπούσαν το ΗAPPY END στις ταινίες τους).
Το ζήτημα της γεροντοκόρης πραγματεύθηκαν εκτεταμένα το θέατρο, ο κινηματογράφος αλλά και η λογοτεχνία...


Η μεταφόρτωση του έργου πραγματοποιήθηκε από το κανάλι Μάγκυ Π.



 *Παίζουν με τη σειρά που ακούγονται Νίτσα Τσαγανέα, Χρήστος Τσαγανέας, Νάντια Χωραφά, Χρήστος Ευθυμίου, Ίλια Λιβυκού, Ευάγγελος Πρωτοπαππάς, Κώστας Παπαγεωργίου, Λιάκος Χριστογιαννόπουλος* *Σκηνοθεσία Ίων Νταϊφάς*


ο Χρήστος Τσαγανέας


Η Νίτσα Τσαγανέα


Πηγές:
Κρατικό Θέατρο βορείου Ελλάδας, ιδεοστρόβιλος, gazzeta,

Ο Θοδωρής Βοριάς επιλέγει χωριά από τον Ευριπίδη ...

Η Ανδρομάχη απευθύνεται ορμώμενη από την κακή και άδικη συμπεριφορά της Ερμιόνης στις γυναίκες του χορού στη Φθία συμβουλεύοντας τες με φρόνηση...

στιχ. 207 – 208
[Ἀνδρομάχη: Φίλτρον δὲ καὶ τόδ᾿· οὐ τὸ κάλλος, ὦ γύναι,
ἀλλ᾿ ἁρεταὶ τέρπουσι τους ξυνενεύτας.]



Η μετάφραση:
Γυναῖκες, τὸ βοτάνι ποὺ εὐφραίνει τοὺς συζύγους σας
δὲν εἶναι τὰ κάλλη σας μὰ οἱ ἀρετές.

Φτάσαμε τις 10.000 επισκέψεις...

Η Πολιτισμική Διαδρομή έφτασε τα 10.000 κλικ!!


Σε ποιες σημαντικές θρησκευτικές τελετές συμμετείχε ο αρχαίος Μακεδόνας βασιλιάς κατά την ιστορική εποχή;


Η καθιερωμένη συνήθεια απαιτούσε από τον βασιλιά στην αρχαία Μακεδονία να πρωτοστατεί προσωπικά σε πλήθος από ιεροπραξίες και θυσίες. 



Ανάμεσα σε αυτές, δύο ήταν οι σπουδαιότερες:
 (α) ο εξαγνισμός του στρατού που γινόταν κάθε χρόνο στη γιορτή «Ξανθικά», αρχές άνοιξης στο ξεκίνημα της εκστρατευτικής περιόδου, αν και αυτός ο εξαγνισμός μπορούσε να γίνει και σε άλλη χρονική περίοδο,
 και (β) η ευθύνη των βασιλέων να επιβλέπουν οι ίδιοι την ταφή των Μακεδόνων στρατιωτών που έπεσαν στη μάχη.

Όταν η πειθαρχία σε συνδυασμό με την ελευθερία και την ευθύνη αντιπαρατίθενται με το ψωμί την παιδεία τα γουρούνια, τους δολοφόνους και το Μεσαίωνα της μεταπολίτευσης.


Διαβάστε με προσοχή το άρθρο του κου Τάκη Θεοδωρόπουλο, ο οποίος με αφορμή μία δημοσκόπηση αγγίζει κάποια στερεότυπα τα οποία ταλαιπώρησαν και ίσως κατέστρεψαν την ελληνική λοινωνία. Ενδιαφέρον επίσης προκαλεί και η σύγκριση ελληνικών τρίπτυχων με αντίστοιχων Φιλανδικών...



Μεταναστευτικό, ανεργία, ανάπτυξη, φορολογία, υγεία, αυτά τα ζητήματα απασχολούν τους Eλληνες, όπως δείχνει η τελευταία έρευνα της MRB. Οι ίδιοι υποθέτω ότι σε συντριπτικό ποσοστό θα σου απαντήσουν ότι έχεις δίκιο αν τους πεις ότι «όλα ξεκινούν απ’ την παιδεία και όλα καταλήγουν στην παιδεία». Τα στερεότυπα uber alles.

 Προσπαθώντας να καταλάβω για ποιον λόγο η εκπαίδευση δεν εμφανίζεται ως πρωτεύον ζήτημα στις ανησυχίες των συμπατριωτών μου, κατέληξα σε δύο συμπεράσματα. Το πρώτο είναι ότι θεωρούν πως το εκπαιδευτικό σύστημα λειτουργεί όπως θα όφειλε να λειτουργεί. Το παιδί πάει σχολείο, μετά πάει ΑΕΙ ή ΤΕΙ κι όταν πια πάρει το «χαρτί», ο ρόλος της εκπαίδευσης έχει τελειώσει. Έτσι γινόταν πάντα κι έτσι γίνεται και τώρα. Το δεύτερο είναι συνέπεια του πρώτου. Αφού θεωρούν ότι εκπαίδευση είναι αυτή που τους παρέχει το ελληνικό κράτος σε αντάλλαγμα της φορολογίας τους, οι Έλληνες δεν έχουν κανένα λόγο να ασχολούνται με το θέμα. Από τη στιγμή που το παιδί τους σκαρφαλώνει τις τάξεις δεν έχουν κανένα λόγο να ανησυχήσουν αν μπορεί να διαβάσει ή να αρθρώσει μια ολοκληρωμένη σκέψη με «δικά του λόγια». Στο κάτω κάτω, και αυτοί και οι δάσκαλοι του παιδιού τους από το ίδιο σχολείο βγήκαν. Πόσοι από τους γονείς κρίνουν την ποιότητα των βιβλίων που προσφέρονται «δωρεάν» –κοινώς με τη φορολογία τους– στα παιδιά τους; Τους ενδιαφέρει μόνον να είναι έτοιμα στην ώρα τους. Ποία η σχέση του εκπαιδευτικού συστήματος με την ανεργία και την υπανάπτυξη;

Προχθές διάβασα στην «Κ» τις εντυπώσεις του εκπαιδευτικού κ. Αντωνίου από πρόσφατο ταξίδι του στη Φινλανδία. Μένω στο τρίπτυχο που ο ίδιος είπε και το περιγράφει: «Ελευθερία, ευθύνη, πειθαρχία». Θα μου πείτε έχουμε κι εμείς τα δικά μας τρίπτυχα, το «Ψωμί, παιδεία, ελευθερία» και το «Μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι». Μπορεί να μας παραπέμπουν στον εκπαιδευτικό μεσαίωνα της Μεταπολίτευσης, έχουμε όμως κι εμείς το δικό μας πρόγραμμα.

Το ανάπηρο εκπαιδευτικό μας σύστημα αδυνατεί να διαμορφώσει πολίτες που αισθάνονται ελεύθεροι επειδή μπορούν να πειθαρχήσουν και να αναλάβουν την ευθύνη των σκέψεων και των πράξεών τους. Δεν του το ζητάει η ελληνική κοινωνία. Όλοι θέλουν τα παιδιά τους να έχουν ένα «χαρτί», όμως πόσοι ενδιαφέρονται για την αξία που έχει αυτό το χαρτί και πόσοι μπορούν να την εκτιμήσουν; Με την αδιαφορία της κοινωνίας συντάσσονται η αδιαφορία των συνδικαλιστών και το βαθύ κράτος της εκπαίδευσης, που αντιστέκεται όποτε κάποιος πάει να κάνει ένα βήμα παραπέρα. Πώς θα ήταν η Ελλάδα της κρίσης εάν, όταν έτρεχαν τα δισεκατομμύρια στον δρόμο, είχε φροντίσει να χτίσει δέκα σχολεία και ένα πανεπιστήμιο; Ξεχνώ, θα μου πείτε, το «έξω καρδιά» του καιρού εκείνου.

Το ριφάκι (τρυφερό κατσικάκι) Ικαριώτικη παράδοση

Και τώρα βουβές όλο αυτιά..




Ένας εδώ επήρε μια  νέα.  Η διαφορά της  ηλικίας  ήταν  εικοσιπέντε  χρόνια. Και του  λέανε αυτού, άμα μεγαλώσεις αυτή  θα  ξενοβλέπει. Κι  έλεε αυτός:
–Τι είναι  καλύτερα, να  τρως μιαν παλιοκατσίκα  μόνος σου  ή  ένα  ριφάκι με  την παρέα σου;

Κωνσταντίνος Κόχυλας,   Ράχες 

Πόλεμος και κράτος.

Ποιος είναι τελικά ο συσχετισμός ενός κράτους σε θεωρητικό επίπεδο με την έννοια του πολέμου;
Στο βάθος των αιώνων οι διενεργούμενοι
πόλεμοι παρουσιάζουν κοινά χαρακτηριστικά.
Η ανάπτυξη του καθηγητού του ΑΠΘ κου Γεωργίου Μαργαρίτη είναι διαφωτιστική:



Υπάρχουν  δύο  προϋποθέσεις  που  επιτρέπουν  τη  διεξαγωγή  ενός πολέµου.  Η  κάθε  ανθρώπινη  κοινωνία  που  θα  εµπλακεί  σε  αυτόν  οφείλει  να  διαθέτει δύο  κατηγορίες  «πλεονασµάτων».  Να  µπορεί  δηλαδή  να  σπαταλήσει  –ή  έστω  να θυσιάσει,  ή  οπωσδήποτε  να  καταστρέψει‒  υλικά  αποθέµατα  και  ανθρώπινο  δυναµικό. 

Η  καύσιµη  ύλη  του  πολέµου  είναι  οι  άνθρωποι  και  ο  πλούτος  των  κοινωνιών  µέσα στις  οποίες  ζουν.  Όσον  αφορά  τους  πρώτους,  το  προαπαιτούµενο  είναι  σχεδόν αυτονόητο.  Για  να  γίνει  πόλεµος  πρέπει  να  υπάρχει  η  δυνατότητα  και  η  πρόθεση  να σκοτωθούν  άνθρωποι  σε  αυτόν.  Η  κοινωνία,  δηλαδή,  να  θεωρεί  ότι  ένα  της  τµήµα  θα θυσιαστεί  έτσι  ώστε  να  προκύψουν  καλύτερες  ηµέρες  για  το  σύνολο  –  ή  µάλλον,  για να  είµαστε  ακριβείς,  για  εκείνους  που  κυριαρχούν  και  κυβερνούν  το  κάθε  κοινωνικό σύνολο.   Από  την  άλλη  πλευρά,  ο  πόλεµος  αντλεί  από  το  πλεόνασµα  που προκύπτει  από  την  υλική  παραγωγή  κάθε  κοινωνίας.  

Από  το  µέρος  εκείνο  των παραγόµενων  αγαθών,  δηλαδή,  που  δεν  είναι  απολύτως  απαραίτητο  για  την  επιβίωση της  εν  πολέµω  κοινωνίας.  
Ακόµα  και  σε  εκείνες  τις  περιπτώσεις  όπου  ο  πόλεµος  είναι «ληστρικός»  και  επιζητεί  την  αύξηση  του  διαθέσιµου  πλεονάσµατος δια μέσου της αρπαγής  του  αντίστοιχου  που  ο  γείτονας  διαθέτει,  το  συνολικό  πλεόνασµα  είναι εκείνο  που  καθορίζει  τις  πολεµικές  δυνατότητες  και  υπαγορεύει  τα  χαρακτηριστικά της  σύγκρουσης. 

Η  ύπαρξη  πλεονάσµατος  δεν  είναι  από  µόνη  της  ικανή  συνθήκη  για  τη συγκρότηση  µηχανισµών  πολέµου  (πολεµιστών,  όπλων).  Απαραίτητος  ενδιάµεσος είναι  η  ύπαρξη  ενός  διοικητικού-πολιτικού  µηχανισµού  ο  οποίος  θα  αναλάβει  τη συγκέντρωση  του  υλικού  πλεονάσµατος  και  την  επένδυση  όλου  ή  µέρους  αυτού  στην υλική  στήριξη  των  µηχανισµών  πολέµου.  Ο  διοικητικός-πολιτικός  αυτός  µηχανισµός είναι  το  ΚΡΑΤΟΣ.   

Η σχέση  του  κράτους  µε  τον  µηχανισµό  πολέµου,  τον  στρατό,  είναι  στενή και  αλληλοεξαρτώµενη.  Ο  στρατός,  ο  πολεµικός  µηχανισµός,  έχει  ανάγκη  το  κράτος για  να  οργανώνει  την  κοινωνία  νε  τρόπο  που  να  του  εξασφαλίζει  τα  απαραίτητα  για την  ύπαρξή  του,  και  το  κράτος  έχει  ανάγκη  τους  µηχανισµούς  και  τις  δυνατότητες  του στρατού  για  να  αποκτήσει  το  κύρος  και  την  ΕΞΟΥΣΙΑ  που  θα  του  επιτρέψει  να αποσπάσει  το  υλικό  πλεόνασµα  από  την  κοινωνία  και  να  το  κατευθύνει  όπου  η εκάστοτε  ΠΟΛΙΤΙΚΗ  του  ορίζει  –  οπωσδήποτε  και  στον  στρατό.     

Ο θάνατος του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου μέσα από τη ματιά του ιστορικού της άλωσης Δούκα...

Να πώς ο ιστορικός και χρονικογράφος Δούκας, περιγράφει το
θάνατο του Παλαιολόγου σε ένα έργο του σχετικό με την άλωση της Κωνσταντινούπολης:

«ο βασιλεύς ουν …, ιστάμενος βαστάζων σπάθην και ασπίδα,
είπε λόγον λύπης άξιον -«ουκ έστι τις των Χριστιανών του λαβείν
την κεφαλήν μου απ’ εμού;»- ην γαρ μονώτατος απολειφθείς. Τότε
εις των Τούρκων, δους αυτώ κατά πρόσωπον και πλήξας, και
αυτός τω Τούρκω ετέραν εχαρίσατο∙ των όπισθεν δ’ έτερος καιρίαν
δους πληγήν, έπεσε κατά γης∙ ου γαρ ήδεισαν ότι ο βασιλεύς εστιν,
αλλ’ ως κοινόν στρατιώτην τούτον θανατώσαντες αφήκαν».



Ο Βύρων Πάλλης. Μια σπουδαία μορφή του ραδιοφωνικού θεάτρου.

 Ο Βύρων Πάλλης υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους ηθοποιούς της παλιάς γενιάς. Πόσοι δεν τον θυμούνται ως Θανασάκη στο Θανασάκη τον Πολιτε...