Το τελευταίο γκολ στην καριέρα του Ίλια Ίβιτς

Ο Σέρβος άσσος σκοράρει για τελευταία φορά...




Σεζόν 2003-2004.

Καλλιθέα-ΑΕΚ 1-3

Περίπατος της Ένωσης στο Ελ Πάσο...



μεταβαλλόμενες συνθήκες στη Μεσόγειο και στον ιταλικό χώρο κατά τον «μακρύ» 16ο αιώνα. Μέρος ΄Δ

Η απώλεια της Κύπρου και οι επιδρομές των Οθωμανών στη Νότια Ιταλία με αποκορύφωμα την πολιορκία της Μάλτας καταθορύβησε τις δυτικές δυνάμεις και οδήγησε στη σύσταση του αντιοθωμανικού Ιερού Συνασπισμού ο οποίος συνέτριψε τον οθωμανικό στόλο στη Ναύπακτο το 1571 βάζοντας προσωρινά έτσι φρένο στην οθωμανική επεκτατικότητα. Το τέλος του αιώνα βρίσκει τη Γαληνότατη να καταβάλλει προσπάθειες να προσαρμοστεί στη νέα ευρωπαϊκή πραγματικότητα.





Το κλίμα που δημιούργησε η απώλεια της Κύπρου και η απειλή της οθωμανικής κυριαρχίας στη Μεσόγειο ενίσχυσαν τη στροφή της Βενετίας προς τον πάπα, τους Ισπανούς και το συγκροτούμενο σχέδιο στρατιωτικής συνεργασίας εναντίον των Οθωμανών.

 Κατά τη δεκαετία του 1560 η οθωμανική επιθετικότητα έγινε αισθητή στα ισπανικά εδάφη της νότιας Ιταλίας με επιδρομές στη Σικελία, στις ακτές της Απουλίας και της Καλαβρίας.

Η επίθεση το 1565 και η πολιορκία της Μάλτας αποκάλυπτε την οθωμανική ισχύ και τις επιδιώξεις της για την κεντρική Μεσόγειο. Σε αυτό το περιβάλλον η ισπανική ηγεμονία στον ιταλικό χώρο και η αναδυόμενη παπική απολυταρχία, ως αλληλοσυμπληρούμενες δυνάμεις, συνέβαλαν στη συγκρότηση του Ιερού Συνασπισμού το 1571, με τη σημαντική συμμετοχή της Βενετίας που συνεισέφερε αξιόλογη στρατιωτική δύναμη. 

Ο Ιερός Συνασπισμός και η νίκη του επί των Οθωμανών στη ναυμαχία της Ναυπάκτου (Lepanto) το 1571 επενδύθηκαν με τη σταυροφορική ρητορική του χριστιανικού πολέμου εναντίον των «απίστων» και έγιναν δεκτοί με πρωτόγνωρους πανηγυρισμούς στην Ευρώπη.

Η Βενετία πρωτοστάτησε στους πανηγυρισμούς για τη νίκη στη Ναύπακτο, διοργανώνοντας κατά την πάγια τακτική της λαμπρές τελετές στη πόλη, αναμοχλεύοντας και αναπαράγοντας το σταυροφορικό πνεύμα που ενέπνευσε τη νίκη. Μάλιστα, στη βενετική σταυροφορική ρητορική διαπλεκόταν ο αντιοθωμανισμός με τον αντιεβραϊκό λόγο. Οι Βενετοί απέδιδαν σε εβραϊκή π λεκτάνη τόσο την επίθεση των Οθωμανών στην Κύπρο όσο και την καταστροφή του κρατικού ναυπηγείου από πυρκαγιά το 1569. 

Στη συγκεκριμένη περίπτωση το βενετικό κράτος αναπαρήγαγε μύθους βαθιά ριζωμένους στη χριστιανική Δύση από τη μεσαιωνική περίοδο, περί εβραϊκής και μουσουλμανικής συνέργειας εναντίον της χριστιανοσύνης.

 Η Βενετία δεν περιορίστηκε σε επίπεδο ρητορικής, αλλά κατά τη διάρκεια του πολέμου η Σύγκλητος διέταξε να τεθούν υπό κράτηση «μουσουλμάνοι, εβραίοι λεβαντίνοι και άλλοι υπήκοοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας» («Turchi, Hebrei levantini et altri sudditi turcheschi»), κυρίως έμποροι που βρίσκονταν στη Βενετία και στη βενετική επικράτεια, και να κατασχεθούν τα εμπορεύματά τους. Μάλιστα, λίγο μετά τη νίκη στη Ναύπακτο, σε μια κορύφωση του χριστιανικού ζήλου, η Σύγκλητος διέταξε την απέλαση όλων των εβραίων από την πόλη, αν και σύντομα η  απόφαση ανακλήθηκε. Άλλωστε, η επιθετική πολιτική της Βενετίας απέναντι σε εμπόρους από την Οθωμανική
Αυτοκρατορία ή εβραίους εμπόρους που ζούσαν στο Γκέτο της πόλης απέβαινε εις βάρος της καθώς το βενετικόεμπόριο βασιζόταν ολοένα και περισσότερο στη δραστηριότητα εμπόρων που δεν ήταν βενετοί πατρίκιοι.


Ωστόσο, η επιτυχία στη Ναύπακτο και η αναβίωση της σταυροφορικής ρητορικής δεν επαρκούσαν στη Βενετία για να αντισταθμίσει την απώλεια της Κύπρου. Η Κύπρος αποτελούσε κομβικής σημασίας βάση για το εμπόριο στην ανατολική Μεσόγειο και ίσως την πλουσιότερη αποικία με σημαντικά αγροτικά πλεονάσματα για εξαγωγή. 

Η Βενετία, κινούμενη από καχυποψία απέναντι στους Ισπανούς, αναγνωρίζοντας το βάρος που
έφερε η οθωμανική κατάληψη της Κύπρου αλλά και την ανάγκη επανεκκίνησης των εμπορικών συναλλαγών, έσπευσε να κλείσει συνθήκη ειρήνης με τους Οθωμανούς το 1573 καταβάλλοντας σημαντικές αποζημιώσεις.

Η αδυναμία της Βενετίας να αντιπαρατεθεί με τους Οθωμανούς την εξανάγκαζε να αποδεχτεί την απώλεια μιας σημαντικής κτήσης με οικονομικές και γεωστρατηγικές συνέπειες, ειδικά για τη βενετική πρόσβαση στο εμπόριο της Μέσης Ανατολής. Για τους Οθωμανούς, ο αντίκτυπος της ήττας στη Ναύπακτο ήταν περιορισμένος, καθώς είχαν κυριαρχήσει στην ανατολική Μεσόγειο με την κατάκτηση της Κύπρου, ενώ σύντομα στράφηκαν

Οι δύο σοβαρές κρίσεις στις οποίες ενεπλάκη η Βενετία δεν αποκρυστάλλωσαν μόνο την αντι-ισπανική ρητορική. Μέσω αυτής της ρητορικής η Βενετία προσδιόρισε τον εαυτό της κατά τον πόλεμο προπαγάνδας που έλαβε χώρα. Τα κείμενα του Paolo Sarpi, συμβούλου (consultore in iure) της βενετικής κυβέρνησης και κύριου ενορχηστρωτή της βενετικής προπαγάνδας, όχι μόνο υπογράμμιζαν την κρατική κυριαρχία ως απόλυτη αρχή την οποία δεν μπορούσε να υπερκεράσει καμία άλλη εξουσία, όπως η παπική στην περίπτωση της κρίσης του 1606, αλλά προέβαλαν τη Βενετία ως μια ελεύθερη δημοκρατία απέναντι στην τυραννική και απολυταρχική Ισπανία.

 Στον αντίποδα, από τη σκοπιά της Ρώμης, η πνευματική εξουσία του πάπα αποτελούσε την υπέρ-
τατη αρχή. Επρόκειτο για μια θέση την οποία συμμεριζόταν και η ισπανική μοναρχία η οποία αξίωνε για τον εαυτό της τον ρόλο της προστάτιδας δύναμης της Εκκλησίας. Η θεωρητική διαμάχη με την οποία επενδύθηκε ο πόλεμος προπαγάνδας στην κρίση της παπικής Απαγόρευσης και της ισπανικής «συνωμοσίας» αποτέλεσε την κορύφωση σε μια σειρά εξελίξεων στην πολιτική θεωρία και τη ρητορική που έλαβαν χώρα κατά τον 16ο αιώνα και έθεσαν τη βάση της συζήτησης που θα ακολουθούσε σχετικά με την κρατική ισχύ. 

Για τη Βενετία η προβολή της δημοκρατικής εικόνας, στη σκιά μιας αυξανόμενα ολιγαρχικής διακυβέρνησης στη διάρκεια του 16ου αιώνα, που συνοδευόταν από τη συγκέντρωση εξουσιών στο πανίσχυρο Συμβούλιο των Δέκα, αναπαρήγαγε τον βενετικό μύθο όπως είχε διαμορφωθεί από τον προηγούμενο αιώνα.

 Ωστόσο, τόσο η βενετική ρητορική περί δημοκρατίας όσο και το αντίπαλο δέος της παπικής και ισπανικής απολυταρχίας καταδείκνυαν την υποχώρηση του πολιτικού ουμανισμού και την αναγωγή του κρατικού συμφέροντος σε ύψιστη αρχή, διαδικασία που επρόκειτο να χαρακτηρίσει τις διακρατικές σχέσεις τον 17ο αιώνα.


Οι δύο κρίσεις των αρχών του 17ου αιώνα υπήρξαν γεγονότα πανευρωπαϊκής εμβέλειας, καθώς οι όροι και η φύση της αντιπαράθεσης αφορούσαν όλους τους ηγεμόνες και τις πολιτικές οντότητες της εποχής. Συνάμα οι κρίσεις επιβεβαίωσαν το μεταβαλλόμενο πολιτικό τοπίο και τις νέες πραγματικότητες που διαμορφώνονταν.

Αναδυόμενες δυνάμεις όπως η Αγγλία και η Ολλανδία έδειχναν ενδιαφέρον για τις αντιπαραθέσεις της Βενετίας με την Αγία Έδρα και την Ισπανία και επιχειρούσαν να πάρουν θέση σε αυτές. Η Αγγλία και η Ολλανδία, εκτός από τις φιλοδοξίες τους στον Ατλαντικό ωκεανό και στις περιοχές του Νέου Κόσμου όπου κύριος αντίπαλος ήταν η Ισπανία, επιδίωκαν και εξασφάλιζαν την αύξηση της επιρροής τους στη Μεσόγειο. 

Το πολιτικό τοπίο στον ιταλικό χώρο γινόταν πιο σύνθετο καθώς, εκτός από τις νέες δυνάμεις που έστρεφαν σε αυτό το ενδιαφέρον τους και με απώτερο στόχο τη διείσδυση στην οικονομία της ανατολικής Μεσογείου, η γαλλική μοναρχία, μετά το τέλος των θρησκευτικών πολέμων το 1598, επανάκαμπτε δυναμικά. Το τέλος της pax hispanica με τον θάνατο του Φιλίππου Β΄ το 1598, η διαδοχή του από τον άπειρο γιο του Φίλιππο Γ΄ και η γαλλική εμπλοκή μετά από δεκαετίες στα ιταλικά τεκταινόμενα, αρχικά στον Πόλεμο του Monferrato, αναδιέταξαν την πολιτική σκηνή
του ιταλικού χώρου, παρότι η Ισπανία παρέμεινε κυρίαρχη μέχρι τις αρχές του 18ου αιώνα.
Το τέλος του βενετικού «μακρύ» 16ου αιώνα που θα τοποθετήσουμε στις δεκαετίες του 1620-1630 σηματοδότησε η κορύφωση της αντι-ισπανικής ρητορικής και η σταδιακή μεταβολή των ισορροπιών που είχαν χαρακτηρίσει την προηγούμενη περίοδο, με τη Βενετία να κινείται μεταξύ των Οθωμανών και της Ισπανίας.

 Η είσοδος στη Μεσόγειο νέων δυνάμεων, όπως της Αγγλίας και της Ολλανδίας, και η δυναμική επιστροφή της Γαλλίας στην ιταλική σκηνή έδιναν περισσότερες ευκαιρίες ελιγμών, αλλά την ίδια στιγμή έκαναν τη βενετική ελίτ να συνειδητοποιήσει ότι πλέον αποτελούσε δευτερεύουσα δύναμη τόσο πολιτικο-στρατιωτικά όσο και οικονομικά.

Πηγή : Πλακωτός

Τα πρόσωπα και οι θεσμοί στις Σφήκες του Αριστοφάνη.

Στους Σφήκες υπάρχει ένας ικανός αριθμός αναφορών σε δημόσια πρόσωπα, με κεντρικό τον Κλέωνα, καθώς και αιχμές για τη λειτουργία του θεσμού των αθηναϊκών δικαστηρίων. Παρόλο που στον Πρόλογο ο Αριστοφάνης υπόσχεται, δια στόματος Ξανθία, να μην ασχοληθεί με τον Κλέωνα το έχει ήδη πράξει με το όνειρο του Σωσία (31-36) και θα το πράξει αρκετές φορές ακόμα.
 Στο όνειρο του Σωσία ο Κλέων συγκεντρώνει τα χαρακτηριστικά φάλαινα(ς) πανδοκεύτρια(ς)  και ἐμπεπρησμένης ὑός , στοιχεία που παραπέμπουν σε έναν ανήθικο, οργίλο πολιτικό που σπαταλά το δημόσιο χρήμα, χειραγωγεί τα άβουλα πρόβατα-πολίτες-δικαστές με τις δυνατές φωνές του, ασκεί διασπαστική πολιτική (τὸν δῆμον ἡμῶν βούλεται διιστάναι, 42) και περιβάλλεται από οπαδούς-κόλακες, όπως είναι ο Θέωρος (45-47).



Οι λοιπές αναφορές στον Κλέωνα κυρίως επισημαίνουν την προστασία που παρείχε ο πολιτικός στους δικαστές, οι οποίοι τον θεωρούσαν κηδεμόνα τους, και γίνεται σαφές πως ο λόγος που του επιτίθεταιο Αριστοφάνης είναι η χρησιμοποίηση του θεσμού του δικαστηρίου για να ικανοποιήσει προσωπικά και πολιτικά οφέλη.

Αποκορύφωμα της διακωμώδησης του Κλέωνα είναι η οικιακή δίκη των δύο σκύλων (891-1008). Οι κατηγορίες, που την εποχή εκείνη φαίνεται ότι διατύπωνε με τη δυνατή φωνή του ο Κλέων για τον Λάχη, ο οποίος είχε διατελέσει στρατηγός στη Σικελία τρία χρόνια πριν την παρουσίαση των Σφηκών και είχε οπωσδήποτε περάσει από τη διαδικασία της ευθύνης για την τότε διαχείριση των οικονομικών, σατιρίζεται με την προσαγωγή σε δίκη του σκύλου Λάβη, ο οποίος κατηγορείται ότι έφαγε μόνος του ένα κομμάτι σικελικό τυρί. Η σκηνή αυτή διακωμωδεί εξίσου τις αθηναϊκές δίκες, στις οποίες επικρατούσε προκατάληψη και ανευθυνότητα και το αποτέλεσμα ήταν προκαθορισμένο, καθώς ὅσον ἁλώσεται (893) αναφωνεί ο Φιλοκλέων, πριν ακόμα ακούσει το κατηγορητήριο.

 Ο Olson υποστηρίζει πως η σκηνή αυτή, μέσα από τις θέσεις του Βδελυκλέωνα, σκοπεύει σε μια κριτική της αθηναϊκής δημοκρατίας του 5ου αι.π.Χ. και στην παρουσίαση ενός νέου μοντέλου πολιτικής ηγεσίας, αντίθετο σε αυτό της εποχής, κατά το οποίο αυτοί που θα έπρεπε να αγωνίζονται για το κοινό καλό αδιαφορούν και πλουτίζουν μέσα από τον κόπο των άλλων.

Ο πολιτικός θεσμός που έντονα σατιρίζεται από τον Αριστοφάνη στους Σφήκες είναι τα αθηναϊκά δικαστήρια. Πρόκειται για έναν θεσμό που οργανώθηκε αναμφίβολα, ώστε να είναι δημοκρατικός, χάρη στο μεγάλο αριθμό δικαστών, που εξασφάλιζε θεωρητικά πολυφωνία και δυσκολία στην πιθανότητα δωροδοκίας. Ωστόσο τα αρνητικά χαρακτηριστικά είναι εμφανή: το πλήθος των δικαστών είναι επιρρεπές στη δημαγωγία και ο θεσμός του δικαστή εκλήφθηκε τελικά από τους γηραιότερους ως ευκαιρία για μια καλή σύνταξη.

 Παρόλα αυτά, η ανεξάρτητη αρχή της δικαιοσύνης δεν παύει να είναι συνυφασμένη με τη δημοκρατία, όσο στρεβλά και αν λειτουργεί. Ο Αριστοτέλης στα Πολιτικά ορίζει τον πολίτη ως εκείνον ᾧ γὰρ ἐξουσία κοινωνεῖν ἀρχῆς βουλευτικῆς ἢ κριτικῆς (1275b, 18). Συνεπώς, ο Φιλοκλέων ασκεί ορθώς τα καθήκοντα του πολίτη. Έτσι, όταν ο
7 MacDoewllΒδελυκλέων θα επιχειρήσει να εμποδίσει τον πατέρα του να δικάσει, ο Χορός θα τον χαρακτηρίσει ἄνδρα μισόπολιν (411) και μια ξεκάθαρη έκφραση τυραννίας αποδίδεται στη στάση του. Ο Αριστοφάνης δεν επιθυμεί να τα βάλει με τον δημοκρατικό θεσμό των λαϊκών δικαστηρίων αλλά να φωτίσει την πηγή του κακού που υποβαθμίζει τον δημοκρατικό αυτό θεσμό: προσωπικά κίνητρα και παραπλανημένοι από τους δημαγωγούς πολίτες μετατρέπουν τη δικαστική εξουσία από λειτούργημα σε πληγή για την Αθήνα.

Τελικά ο γιος καταφέρνει να κρατήσει τον πατέρα μακριά από τα δικαστήρια, μηχανευόμενος μια πρωτότυπη εναλλακτική λύση που ο Bowie ονομάζει «μοναρχικά δικαστήρια». Δηλαδή από τη «μαζική τυραννία» του δικαστηρίου, όπως έχει αυτό διαμορφωθεί στο πλαίσιο της αθηναϊκής δημοκρατίας, ο Φιλοκλέων περνάει στην μοναρχία της οικιακής δίκης, εκεί που η ασυδοσία του είναι δεδομένη αλλά λιγότερο επιζήμια για την πόλη. Ο σύγχρονος αναγνώστης διαπιστώνει πως ο ποιητής στοχεύει στην ανάδειξη των ελαττωμάτων της πόλεως, και αυτό το πετυχαίνει μέσα από την ανάδειξη της προβληματικής λειτουργίας των δικαστηρίων, αλλά πρωτίστως της προβληματικής νοοτροπίας των πολιτών που παρασύρονται από τους δημαγωγούς.

Πηγή: Αναστασία Καραδήμα

Δυο ενδιαφέρουσες φωτογραφίες για τους βιβλιοφάγους...

Αξίζει να τις προσέξετε...





Αρχαίο Θέατρο Χαιρώνειας

Το αρχαίο θέατρο της Χαιρώνειας, στο νομό Βοιωτίας, που είναι λαξευμένο πάνω σε βράχο, βρίσκεται στο βάθος του χωριού στους πρόποδες του Πετραχού. 




Τα εδώλια και μέρος της ορχήστρας, είναι λαξευμένα στο φυσικό βράχο, ενώ πολύ λίγες σειρές καθισμάτων έχουν λαξευθεί πάνω από το διάζωμα.

Πηγή: Εκπαιδευτήρια Δούκα

Η μεγάλη κούρσα του Βαμβακουλα.

Ο Βαμβακουλας διασχίζει το μισό γήπεδο και σκοράρει!!



Σε ντέρμπι της δεκαετίας του 80 Ολυμπιακός-ΑΕΚ.

Τουρκικές προκηρύξεις καλλιεργούν μίσος εις βάρος των Ελλήνων του Πόντου κατά τη διάρκεια του Πρώτου ΠαγκοσμίουΠολέμου.

Το παρακάτω ντοκουμέντο προέρχεται από το έργο του Δημητρίου Ψαθά ¨Γη του Πόντου¨, και αναφέρεται σε μία προκήρυξη που κυκλοφόρησαν οι Τούρκοι
 στην περιοχή του Πόντου λίγο μετά την πανωλεθρία που υπέστησαν στους βαλκανικούς πολέμους... 




Το μίσος των Τούρκων ξεχειλίζει μετά την ήττα τους στους βαλκανικούς πολέμους. 

Το  ψέμα  ήταν  πάντα  ένα  πολύτιμο εθνικό  τους  όπλο  και  μ'  αυτό  προ  πάντων  φανάτιζαν  τον  λαό  τους.

  Προκηρύξεις  άρχισαν  να κυκλοφορούν,  γεμάτες  μίσος,  που  έλεγαν  για  δήθεν  κακουργήματα  των  Ελλήνων  και απειλούσαν  μ'  εξόντωση  τη  ρωμιοσύνη. 
 Μια  απ'  αυτές  καταχωρήθηκε  στη  «Μαύρη  Βίβλο» —έκδοση  του  Οικουμενικού Πατριαρχείου—  απ'  όπου και την μεταφέρω: 

«Ω  αχάριστοι  Ρωμιοί!  Από  600  ετών  συζήσαμε  ως  συμπατριώται,  αλλά  κατά  τον παρελθόντα  Βαλκανικόν  πόλεμον,  αι  τυραννίαι 
 που  υπέστησαν  εκ  μέρους  σας  οι  εν Μακεδονία  αθώοι  Τούρκοι,  ούτε  εις  τον  Μεσαίωνα  συναντώνται.  
Όταν  διαβάζει  κανείς  εις τας  εφημερίδας  τα  κακουργήματα  αυτά,  σχίζεται  η  καρδιά  του  και  ζητά  εκδίκησιν! 
 Έχετε την  αυθάδειαν  να  δηλώνετε  δημοσία  ότι  «με  τα  χρήματα  που  κερδίζομε  εις  τον  τόπον  σας, θα  βοηθήσωμε  τα  μέσα  του  ομοθρήσκου  βασιλείου».  
Αυτό  μας  έβαλε  εις  την  καρδιά  το αίσθημα  της  εκδικήσεως,  του  οποίου  ο  κατευνασμός  είναι  αδύνατος.  
Θα  ήταν  έγκλημα  να χάσωμε την  ευκαιρία  της  εκδικήσεως  για  τους  φόνους  των  γερόντων  πατριωτών,  τις διαφθορές  των  παρθένων,  
και  την  συντριβή  των  σιαγόνων  των  μικρών  παιδιών.  
Να αφήσετε  την  πατρίδα  μας,  εις την οποίαν τόσα  κακουργήματα επράξατε,  και να φύγετε!  
Σας ερωτούμε  με  ποιο  θάρρος  εμείνατε  μέχρι  τώρα  και  ποιος  σας  το  έδωσε;  Α
 το  αντλήσατε από  την  σιωπή  μας,  απατηθήκατε,  έχετε  λάθος.  
Να  αφήσετε  την  πατρίδα  μας  και  να γκρεμοτσακιστήτε!  
Αν  δεν  υπακούσετε  εις  αυτή  την  σύστασίν  μας,  το  μέλλον  σας  είναι επικίνδυνο.  Δεν  ημπορούμε  να  βλέπωμε  την  ποταπότητα  και  αχρειότητά  σας,  
η  οποία  δεν συμβιβάζεται  με  την  ανθρωπιά.  
Είναι  αδύνατο  να  ζήση  κανείς  με  ποταπούς  όπως  εσείς.
 Επειδή  δεν  επιτρέπεται  να  φυλάγωμε  όφεις  εις  τους  κόλπους  μας,  φυσικά  θα  προτιμήσωμε την  εξαφάνισίν  σας,  αχάριστοι!  Αυτό  θα  γίνει  γρήγορα,  να  είστε  βέβαιοι!  
Έχει  σχηματισθή για  σας  ένα  ρεύμα,  που  αποτελείται  και  οργανώνεται  από  νέους.  
Τα  κακουργήματα  που έγιναν  εις  την  Μακεδονία  θα  επαναληφθούν  τώρα  εναντίον  σας.  Ουδεμία  δύναμις  θα σταματήση το  ρεύμα τούτο». 

Η  προκήρυξη  αυτή  κυκλοφόρησε  τον  Ιούνιο  του  1914  κι  είχε  για  υπογραφή  τον  τίτλο  της οργάνωσης:  «Εκ  μέρους  των  τρεφόντων  εκδίκησιν  νέων  «ΑΤΕΣ»  
—  δηλαδή  «φωτιά».  

Ο σκοπός τέτοιων προκηρύξεων  δεν  ήταν άλλος,  φυσικά,  παρά η προετοιμασία  του τούρκικου όχλου για τα περαιτέρω. 

Οι γυναίκες της αρχαίας τραγωδίας.

Ορισμένα από τα βασικά χαρακτηριστικά των πρωταγωνιστριών γυναικών του αρχαίου ελληνικού δράματος παρατίθενται στην ακόλουθη εξαιρετική ανάπτυξη της κας Μινιώτη.



Οι ηρωίδες, αντίθετα από τις γυναίκες του χορού, είναι μυθικά πρόσωπα που έλκουν την καταγωγή τους από το αρχαϊκό παρελθόν. Αν και εισέρχονται στο σκηνικό χώρο για να υποστηρίξουν σε ένα πρώτο επίπεδο αξίες εκείνων των μακρινών εποχών, εντούτοις η γυναικεία φύση τους περιπλέκει τα πράγματα.

Η γυναίκα της τραγωδίας που προέρχεται από τη μυθική παράδοση, δεν παραπέμπει με σαφήνεια στη μυθική της προτυπική φιγούρα αυτό είδαμε να συμβαίνει και με τα ανδρικά μυθικά πρόσωπα Όμως το γεγονός ότι τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της δραματοποιημένης μορφής της πλησιάζουν αυτά .των ανδρικών ρόλων, καταδεικνύουν πως η απόκλιση από την προτυπική της μυθική φιγούρα είναι ακόμα εντονότερη και πολυσυνθετότερη απ’ αυτήν του άντρα, μιας και στα ποιητικά έργα πριν από τη γέννηση του τραγικού είδους η γυναίκα είτε κατείχε δευτερεύοντα ρόλο, είτε παρουσιαζόταν ως ένα επικίνδυνο και κακόβουλο πλάσμα. 

Με την διαφορετική επεξεργασία στην οποία υπόκειται ο μύθος μέσα στην τραγωδία και σε συνδυασμό με τις δυνατότητες που είδαμε να παρέχονται στον υποκριτή αυτού του δραματικού είδους, οι γυναικείες μορφές όχι μόνο εμφανίζονται να αποκτούν πρωταγωνιστικό ρόλο και πρωτόγνωρη αυτοδυναμία, αλλά ασκούν και έντονη κριτική στα πράγματα, και κυρίως στο μύθο που φαίνεται να επιδιώκει να τις εγκλωβίσει σε μια πεπερασμένη διάσταση κι όχι ιδιαίτερα κολακευτική, μιας και τις περισσότερες φορές οι παραδοσιακοί γυναικείοι μύθοι ήταν μισογυνικοί. 

Η μυθική γυναίκα λοιπόν, όταν δραματοποιείται, αποκτά όλα τα χαρακτηριστικά που έχει και ένας αντίστοιχος ανδρικός ρόλος, κι αυτό σημαίνει και την επώνυμη παρουσία της στο σκηνικό χώρο. Έτσι η ηρωίδα – είτε αυτή παρουσιάζεται ως η ενσάρκωση της σύνεσης (π.χ. Άλκηστη), είτε βρίσκεται στο άλλο άκρο και παρουσιάζεται ως το ανδρόβουλον κέαρ όπως είναι η Κλυταιμήστρα του Αγαμέμνονα  είναι φυσικό να χάνει ίσως το μεγαλύτερο προσόν της και συγχρόνως το πιο διακριτό χαρακτηριστικό της ως γυναίκα, την ανωνυμία της.

Ένα δεύτερο χαρακτηριστικό που κληρονομεί η γυναίκα μέσω του δραματικού της ρόλου είναι η προβολή της ατομικότητάς της ως ηρωίδας του έργου. Η ατομικότητα αυτή, όπως είδαμε παραπάνω, καθιστά τον ήρωα που την εκφράζει ένα αιρετικό στοιχείο που υπονομεύει τη συλλογικότητα του χορού. Επίσης σε ένα πιο διευρυμένο επίπεδο, στο οποίο μας παραπέμπουν οι σύγχρονοι προβληματισμοί του έργου, εκείνο που φαίνεται να απασχολεί την κοινή γνώμη είναι ο κίνδυνος που εγκυμονεί η προσωπική προβολή του πολίτη, εις βάρος της ουσιαστικότερης αρχής της Δημοκρατίας εκείνα τα χρόνια, που ήταν η πειθαρχία του ατόμου στο σύνολο.

Αν λάβουμε υπόψη όσα αναφέρθηκαν έως εδώ, θα διαπιστώσουμε πως η ηρωίδα μέσα από τον τραγικό της ρόλο αναδεικνύεται, κατά την Foley, σε ένα «διπλά αναρχικό στοιχείο»: αντιστρατεύεται με την προβεβλημένη ατομικότητα της και την έννοια της συλλογικότητας στο πλαίσιο της δημοκρατίας, αλλά και την εικόνα της περιορισμένης στον οίκο συνετής γυναίκας, καθώς με τον ένα ή τον άλλο τρόπο πρωταγωνιστεί στο δημόσιο βίο, έστω κι αν σκοπός της δεν είναι σχεδόν ποτέ να οικειοποιηθεί κάποιο ανδρικό ρόλο. Εκτός από λίγες περιπτώσεις, όπως συμβαίνει με την αισχύλεια Κλυταιμήστρα που επιδιώκει την εξουσία, οι γυναίκες τις τραγωδίας κατά κανόνα εγκαταλείπουν τον οίκο τους όταν αυτός έχει διαφθαρεί (Ηλέκτρα του Σοφοκλή), και συνήθως αιτία είναι η απουσία ή η κακή διαχείριση του υπεύθυνου για την προστασία του άνδρα ή για να προσφέρουν τις γυναικείες υπηρεσίες τους στην πόλη όταν αυτή βρίσκεται σε κίνδυνο (Ιφιγένεια εν Αυλίδι του Ευριπίδη).

Με λίγα λόγια ένα μεγάλο μερίδιο ευθύνης για την αντιφατική εικόνα που παρουσιάζει η γυναίκα στην τραγωδία, θα πρέπει να το αναζητήσουμε σε δύο βασικές προϋποθέσεις του δράματος:
 α) Στο δημόσιο χαρακτήρα του, τον οποίο ορίζει όχι τόσο η συνεχής σχεδόν παρουσία του χορού στην ορχήστρα, αλλά κυρίως η παρουσία των θεατών γύρω απ’ αυτήν, και β) Στην επώνυμη παρουσία του ήρωα στην τραγωδία, πάνω στην οποία στηρίζεται όλο το μυθικό υπόστρωμα του έργου. Έτσι λοιπόν η ηρωίδα εξαναγκάζεται από τη σύμβαση να κυκλοφορεί διαρκώς σ’ έναν δημόσιο χώρο, κι όταν ακόμα είναι μόνη, κι όταν ακόμα μονολογεί, αφού δεν μπορεί να εγκαταλείψει τη σκηνή, και μάλιστα επώνυμα, θέτοντας έτσι σε αμφισβήτηση ευθύς εξ αρχής την ίδια την υπόληψη της.
Παρόλα αυτά τα αναπάντητα ερωτήματα που αφορούν στη γυναικεία παρουσία στην τραγωδία του 5ου αιώνα, είναι πολύ περισσότερα απ’ αυτά στα οποία ακροθιγώς αναφερθήκαμε. Ωστόσο θα μπορούσαμε να συνοψίσουμε ως εξής τα όσα παρατηρήσαμε σ’ αυτήν την ενότητα της εισαγωγής για τη γυναίκα. 
 Σε κάθε τραγικό έργο του 5ου αιώνα, κάθε γυναικείο πρόσωπο είναι ένα κομμάτι του απατηλού κόσμου του δράματος, ένας απαιτητικός και γι’ αυτό δελεαστικός για κάθε επίδοξο ηθοποιό θεατρικός ρόλος που επιτρέπει στον άντρα υποκριτή να διακριθεί για την ερμηνεία του ενσαρκώνοντας τον (μήπως και πιο πολύ απ’ ότι αν ο ρόλος ήταν ανδρικός;), κι ένα μεγαλειώδες και πολυσύνθετο δημιούργημα της ανδρικής σκέψης και φαντασίας που το καθιστά ανεξάντλητο στις ερμηνείες και τις περιγραφές του.

Ο Πύργος του Νελ, του Αλέξανδρου Δουμά (πατρός). Ραδιοφωνικό θέατρο

  Αγαπητοί φίλοι απόψε θα σας παρουσιάσω το έργο του Αλεξάνδρου Δουμά (πατρός) "Ο Πύργος του Νελ", ένα έργο που γράφτηκε το 1832, ...