Η ρωμαϊκή πολιτική θεωρία, ο ελληνικός πολιτισμός και η χριστιανική πίστη αποτελούν τα κύρια στοιχεία που καθώρισαν την εξέλιξη του Βυζαντίου. Χωρίς αυτά τα τρία στοιχεία είναι αδύνατο να κατανοήσουμε το Βυζάντιο.
Η σύνθεση του ελληνικού πολιτισμού με τη χριστιανική θρησκεία στο πλαίσιο της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας οδήγησε στη γένεση του ιστορικού εκείνου φαινομένου που ονομάζουμε βυζαντινή αυτοκρατορία[i]. Η σύνθεση αυτή πραγματοποιήθηκε όταν η ρωμαϊκή αυτοκρατορία μετατόπισε το κέντρο της στην Ανατολή, μετά την κρίση που ξέσπασε τον τρίτο αιώνα. Συγκεκριμένη μορφή έλαβε με την αναγνώριση του χριστιανισμού από το Imperium romanum και την ίδρυση της νέας πρωτεύουσας στον Βόσπορο. Τα δύο αυτά γεγονότα, δηλ. η νίκη του χριστιανισμού και η οριστική μετάθεση του πολιτικού κέντρου του κράτους στην εξελληνισμένη Ανατολή, εγκαινιάζουν τη βυζαντινή εποχή.
Στην πραγματικότητα η βυζαντινή ιστορία είναι μία νέα φάση
της ρωμαϊκής ιστορίας, όπως και το βυζαντινό κράτος είναι βασικά η συνέχεια του
imperium romanum. Βέβαια το επίθετο
«βυζαντινός» χρησιμοποιήθηκε σε μεταγενέστερους χρόνους και ήταν άγνωστο στους
ονομαζόμενους «Βυζαντινούς». Αυτοί χρησιμοποιούσαν συνήθως το όνομα «Ρωμαίοι»,
τον αυτοκράτορα τους θεωρούσαν ρωμαίο ηγεμόνα, διάδοχο και κληρονόμο των
παλαιών ρωμαίων καισάρων. Έμειναν πιστοί στο όνομα της Ρώμης όσο χρόνο διήρκεσε
η αυτοκρατορία, και οι ρωμαϊκές πολιτικές παραδόσεις κυριάρχησαν ως το τέλος
στην πολιτική τους συνείδηση και βούληση[ii]. Η
ρωμαϊκή πολιτική θεωρία συνένωσε τα ετερογενή εθνικά φύλα της αυτοκρατορίας και
η ρωμαϊκή ιδέα της παγκόσμιας κυριαρχίας καθώρισε τη θέση της αυτοκρατορίας
απέναντι στον υπόλοιπο κόσμο.
Ως κληρονόμος του ρωμαϊκού imperium το Βυζάντιο πίστευε ότι ήταν η μοναδική αυτοκρατορία πάνω
στη γη και διεκδικούσε κυριαρχικό ρόλο πάνω σε όλες τις χώρες που ανήκαν κάποτε
στον ρωμαϊκό κόσμο (orbis) και
που τώρα είχαν γίνει τμήματα της χριστιανικής οικουμένης. Η σκληρή όμως
πραγματικότητα ανέτρεψε προοδευτικά την αξίωση αυτή. Πάντως τα κράτη που
δημιουργήθηκαν μέσα στο χώρο της χριστιανικής οικουμένης πάνω στο παλαιό ρωμαϊκό
έδαφος, παράλληλα με το ρωμαιο-βυζαντινό κράτος, δεν θεωρήθηκαν νομικά και
ιδεολογικά ισότιμα με αυτό. Δημιουργήθηκε μια περίπλοκη ιεραρχία κρατών, στην
κορυφή της οποίας βρισκόταν ο ηγεμόνας του Βυζαντίου ως ρωμαίος αυτοκράτορας
και ως κεφαλή της χριστιανικής οικουμένης[iii].
Στην πρώτη βυζαντινή εποχή η πολιτική της αυτοκρατορίας απέβλεπε στην άσκηση
άμεσης κυριαρχίας πάνω στον orbis
romanus, ενώ στη μέση και την ύστερη βυζαντινή εποχή η διατήρηση της
θεωρητικής αυτής ηγεμονίας αποτελούσε τον άξονα, γύρω από τον οποίο στρεφόταν η
πολιτική της αυτοκρατορίας.
[i] Πρβλ. Ν. Η. Baynes, The Hellenistic Civilization and
East Rome, Oxford 1946 (ανατύπωση: Byzantine Studies, σελ. 1 εξ.). Για
την ελληνιστική πολιτιστική και εκπαιδευτική παράδοση βλ. τα διεισδυτικά σχόλια
του R.J.H. Jenkins, Byzantium and Byzantinism. Lectures in Memory of Louise Taft
Semple, The University of Cincinnati 1963, σελ. 8 εξ.
[ii] Πρβλ. F. Dölger, Rom in der Gedankenwelt der
Byzantiner, Zeitschr. f. Kirchengesch. 56(1937) 1 εξ., ανατύπωση στο Byzanz und
die europ. Staatenwelt 70 εξ.
[iii] Πρβλ. G. Ostrogorsky, Die byzantinische
Staatenhierarchie, Sem. Kond. 8 (1936) 41 εξ. Επίσης F. Dölger, Die «Familie der Könige» im Mittelalter, Hist. Jahrb. 60(1940) 397 εξ., ανατύπωση στο Byzanz und die europ. Staatenwelt 34
εξ.
Πηγή: GEORG OSTROGORSKY ΙΣΤΟΡΙΑ TOY ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ