O σούπερ Διόνυσος στην Ξάνθη – ένα παραμύθι για παιδιά. Θανάσης Μουσόπουλος Φιλόλογος-συγγραφέας-ποιητής

 Μια φορά κι ένα καιρό τα παλιά τα χρόνια ήταν ένας αρχαίος θεός που τον έλεγαν Διόνυσο. Γυρνούσε από χώρα σε χώρα, από πόλη σε πόλη, από τότε ως τις μέρες μας. Η πατρίδα του ήταν κοντά σε μας, στη Θράκη. Έτσι βρέθηκε και στην πόλη μας, στην Ξάνθη. Η Ξάνθη εδώ και πολλά χρόνια, πάνω από πενήντα κάθε χρόνια στις Αποκριές γιορτάζει τον Διόνυσο, όπως κι εμείς σήμερα.



Ήταν ο πιο πρόσχαρος από τους θεούς και από τους πιο αγαπητούς στους ανθρώπους. Ο Διόνυσος πρόσφερε στον άνθρωπο το αμπέλι και το κρασί. Και οι θεοί τον αγαπούσαν. Ο εύθυμος θεός ταξίδευε συνέχεια κι επισκεπτόταν πολλές χώρες και πολιτείες για να μάθει στους ανθρώπους πώς να καλλιεργούν τα κλήματα και πώς να φτιάχνουν από τους καρπούς τους το κρασί. Το υπέροχο ποτό που κερνούσε ο θεός σκόρπιζε παντού το κέφι. Έκανε τους ανθρώπους να ξεχνούν τις στενοχώριες τους και να ζωγραφίζεται στα πρόσωπά τους το χαμόγελο.

Με πολύ περίεργο τρόπο γεννήθηκε όχι μία, αλλά δύο φορές και από τη μάνα και από τον πατέρα του. Μητέρα του ήταν μια όμορφη βασιλοπούλα η Σεμέλη που την ερωτεύτηκε ο Δίας. Καρπός της ένωσής τους ήταν ο Διόνυσος. Όμως η ζηλιάρα γυναίκα του Δία η Ήρα έπεισε τη Σεμέλη να ζητήσεις από τον Δία να εμφανιστεί μπροστά της με όλη του τη δύναμη, το αποτέλεσμα ήταν οι κεραυνοί και οι αστραπές του Δία να κάψουν τη Σεμέλη. Την ώρα που οι φλόγες την τύλιγαν ο Δίας έσωσε το βρέφος που είχε στα σπλάχνα της και το έραψε στο μηρό του. Όταν συμπληρώθηκαν εννιά μήνες, ο Διόνυσος ξαναγεννήθηκε από το πόδι του θεϊκού πατέρα του. Ο πατέρας του φρόντισε το μικρό Διόνυσο και τον εμπιστεύτηκε στις Νύμφες. Αυτές τον ανέθρεψαν με περισσή στοργή κι αγάπη, στο δάσος όπου κατοικούσαν, μέσα σε ένα τοπίο γεμάτο δέντρα και πολύχρωμα λουλούδια.

Η παρέα του μικρού Διόνυσου ήταν μεγάλη, από αγόρια και κορίτσια. Κι όταν μεγάλωσε τον ακολουθούσαν στα ταξίδια του οι Μαινάδες, οι Σάτυροι και οι Σειληνοί. Οι Μαινάδες ήταν νύμφες που μπορούσαν να συναναστρέφονται με τα άγρια ζώα. Οι Σάτυροι ήταν πνεύματα των δασών και βουνών, τριχωτοί με μυτερά αυτιά, διχαλωτά πόδια και ουρά τράγου. Οι Σειληνοί ήρθαν από τα μέρη Μικράς Ασίας ήταν τα αρσενικά δαιμόνια των πηγών και των ποταμών. Είχαν ανθρώπινο κορμί με ουρά και αυτιά αλόγου.

Ο Διόνυσος και η παρέα του από τα παλιά τα χρόνια έπιναν κρασί και οργάνωναν γιορτές, πανηγύρια και θέατρα. Τραγουδούσαν, έλεγαν ιστορίες, έπαιζαν θέατρο και χόρευαν. Από τη λατρεία του Διονύσου γεννήθηκε το αρχαίο θέατρο, που διαδόθηκε σε όλο τον κόσμο. Έτσι ο Διόνυσος είναι σήμερα γνωστός παντού, σε όλες τις χώρες. Οι ιστορίες που λέμε εδώ σήμερα είναι γνωστές και αγαπητές. Θα σας αφηγηθώ δυο ιστοριούλες για τον Διόνυσο, που είχε τόσο περιπετειώδη ζωή.

Μια φορά κινδύνεψε με πειρατές που θέλησαν να τον ληστέψουν. Κάποιοι πειρατές όταν τον είδαν ξαπλωμένο στην ακτή ένα νέο τόσο όμορφο και γεροδεμένο, πίστεψαν πως πρόκειται για κάποιο αρχοντόπουλο ή ακόμα και βασιλιά. Ευχαριστημένοι με τη σκέψη πως θα πάρουν πολλά λύτρα για να τον ελευθερώσουν, προσπάθησαν να τον δέσουν με βαριές αλυσίδες, χωρίς όμως να το πετύχουν· με μια μικρή κίνηση ο θεός τις τίναζε από πάνω του. Αυτοί συνέχιζαν τις προσπάθειές τους. Μόνο ο τιμονιέρης του καραβιού έλεγε να αφήσουν ελεύθερο το νέο παλικάρι, τον Διόνυσο. Εκείνη τη στιγμή άρχισε να τρέχει στο καράβι κόκκινο κρασί που ζάλισε με τη θεϊκή ευωδιά του τους ναύτες. Ταυτόχρονα ένα κλήμα άρχισε να τυλίγει το κατάρτι και να απλώνει τα φορτωμένα με ζουμερά σταφύλια κλαδιά του σε όλο το καράβι. Κι ενώ σαστισμένοι παρακολουθούσαν οι ναύτες, άλλο θαύμα γίνεται μπροστά στα μάτια τους: ο όμορφος νέος που ήθελαν να αιχμαλωτίσουν μεταμορφώνεται σε ένα άγριο λιοντάρι που οι βρυχηθμοί του κάνουν τους ναύτες να πηδούν στη θάλασσα για να γλιτώσουν. Όλους τους μεταμόρφωσε ο Διόνυσος σε δελφίνια και μόνο τον τιμονιέρη δεν πείραξε επιβραβεύοντάς τον για τη σύνεσή του.

Και μια δεύτερη ιστορία. Μια μέρα ο Διόνυσος, ο θεός του κρασιού, περνούσε από τη Φρυγία με τη χαρούμενη συνοδεία του, αλλά ξαφνικά έχασε τον Σιληνό που ήταν ο αγαπημένος σύντροφος και δάσκαλος του. Όταν ο βασιλιάς Μίδας βρήκε και φιλοξένησε το γέρο Σιληνό, ο Διόνυσος δέχτηκε να εκπληρώσει την επιθυμία του για να τον ευχαριστήσει. Ο άπληστος Μίδας ζήτησε να μπορεί ό,τι πιάνει να το μετατρέπει σε χρυσάφι. Σύντομα ο δύστυχος  βασιλιάς διαπίστωσε πως θα γινόταν πολύ πλούσιος αλλά θα πέθαινε από την πείνα και τη δίψα. Το ψωμί που άγγιζε να φάει μετατρεπόταν σε χρυσό και το νερό που ήθελε να πιει σε χρυσαφένιες σταγόνες. Μετανιωμένος ζήτησε από το θεό να τον κάνει όπως πριν και ο Διόνυσος που τον λυπήθηκε του είπε πως αν λουστεί στα νερά του Πακτωλού ποταμού θα απαλλαχτεί από το μαρτύριό του. Τα νερά γέμισαν χρυσάφι και ακόμη και τώρα το έδαφος στην ακροποταμιά έχει μια χρυσαφένια λάμψη.

Η Θράκη ήταν η αρχαία πατρίδα του Διόνυσου. Γι’ αυτό, ως τις μέρες μας γίνονται γιορτές που θυμίζουν εκείνα τα αρχαία καμώματα του σούπερ θεού Διόνυσου. Κούκεροι , χούχουτοι, Κιοπέκ Μπέης, Καλόγεροι που τους περιγράφει ο θρακιώτης Γεώργιος Βιζυηνός. Αλλά και τα Αναστενάρια που ως τις μέρες μας γίνονται σε πολλά μέρη της πατρίδας μας, όπου ζούνε θρακιώτες και θρακιώτισσες. Ντυμένοι με δέρματα ζώων και κουδούνια, θυμίζουν τα πανηγύρια του Διονύσου. Όλες οι αποκριάτικες γιορτές από κείνες τις παλιές γιορτές. Κι εδώ στην Ξάνθη, τέτοιες διονυσιακές γιορτές κάθε χρόνο γίνονται.

Ο Διόνυσος, όταν τον συνάντησα κι εγώ πριν από πολλά πολλά χρόνια, μου είπε κι έγραψα ένα ποίημα και θα σας το πω τώρα, τελειώνοντας, αφού σας ευχαριστήσω.

ΤΟ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙ ΕΦΤΑΣΕ…

Το καρναβάλι έφτασε

Εμπρός βήμα ταχύ

Να το προϋπαντήσουμε

Με μπαλ και κομφετί

 

Τρέξετε να γιορτάσετε

Όλοι μαζί στην Ξάνθη

Όπου γιορτάζουν τον παππού

Διόνυσο με άνθη.

 

Το καρναβάλι έφτασε

Διόνυσο κι Ορφέα

Που κάθονται και πίνουνε

Και κάνουνε παρέα.

 

Οι μάσκες της Αποκριάς

Θα μπούνε στα μπαούλα

Όταν τελειώσει  η  γιορτή.

 

Αλίμονο σε μας, οι μασκαράδες

μένουμε, φωνάξτε δυνατά:

«χαρά κι αγάπη θέλουμε σ’  όλη μας  τη ζωή!»

*Το κείμενο αυτό γράφτηκε και αναγνώστηκε στα μικρά παιδιά των Παιδικών Σταθμών Κοσμίδη, το 2019

Πηγή: https://empros.gr/2021/02/o-souper-dionysos-stin-ksanthi-ena-paramythi-gia-paidia/


“Ο Θεός Διόνυσος -Γέννησις” Νέαρχος Εμμ. Παπαδόπουλος

 Ο Διόνυσος ή Βάκχος είναι ο Θεός της δημιουργού δυνάμεως η οποία γονιμοποιεί την φύσιν υπό την επίδρασιν της λατρείας του οποίου το ελληνικόν πνεύμα υπήρξε γονιμότατον εις παραγωγήν πνευματικών και καλλιτεχνικών προϊόντων.



         Η παράδοσις μέσα από την στενόμυαλη ερμηνεία των διαφόρων “ειδικών” θέλει τον Διόνυσο σχετικά άγνωστον τον πρώτον Θεόν. Θεόν ο οποίος κατεξιώθη της  θεότητος παρά των Ελλήνων πολύ αργότερον όλων των υπολοίπων Θεών.

         Ο Θεός Διόνυσος πιστεύεται ότι είναι Θρακοφρυγικής προελεύσεως. Προφανώς οι ιστοριογράφοι δεν γνωρίζουν,  αρνούμενοι  να ασχοληθούν – με  το αρχαιότατο γκρεκοπελασγικό φύλο των Βρυγών, οι οποίοι μετά τον εποικισμό της Μ. Ασίας μετωνομάσθησαν σε Φρύγες. Πολύ αρχαία φύλα που κατοικούσαν στην περιοχή των λιμνών της σύγχρονης Μακεδονίας (Μυγδονίας εκείνη την εποχή). Κάτοικοι του υγρού στοιχείου (ρίζα ΒΟ). Βλέπετε η ιστορία της Ελλάδος σε πείσμα του “Ελληνικού φύλου” δεν αρχίζει επι τη εμφανίσει των Ιώνων, αλλά προχωρά πολύ πίσω στον χρόνο και στην γνώση. Η δε άποψη των πολλών, ότι επι των ημερών των δημιουργείται και εξελίσσεται το γνωστικόν του ανθρώπου δεν παύει να είναι μία ψευδαίσθησις, αγνοούντες ότι δεν είναι δικό τους δημιούργημα αλλά μία ανασυρθείσα γνώσις από την λήθη του παρελθόντος.

Η ΓΕΝΝΗΣΙΣ ΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΟΥ

          Κατά την παράδοσιν η κόρη του Κάδμου Σεμέλη, ερωμένη του Διός, η οποία είχε καταστεί έγκυος υπ’ αυτού, πείσθηκε από την ζηλόφθονη Ηρα να αξιώση την πάνδοξη και υπέρλαμπρα μεγαλειώδη εμφάνιση του Διός ενώπιον της. Ο Ζεύς μιάς και δεν μπόρεσε να μεταπείση την Σεμέλη από αυτή της την απαίτηση, ενεφανίσθει εμπρός της εν μέσω αστραπών και κεραυνών η ενέργεια των οποίων κατέκαυσε την Σεμέλη, αφήνοντας να βγη από τα σπλάγχνα της το έμβρυο της. Ο Δίας όμως φιλεύσπλαχνα το έκλεισε μέσα στον μηρό του έως ότου ολοκληρωθεί ο χρόνος του τοκετού. Λόγω αυτής της ιδιαιτέρου γεννήσεως του Διονύσου εκλήθη επίσης διμήτωρ και διθύραμβος (ως εκ δύο θυρών εξελθών). Ομοίως Ειραφιώτης (εκ του ερράφθαι) και μηροραφής και μηροτραφής .

         Όμως το μηρό-ς = μηλο-ς. Το μήλο ως γνωστόν είναι αλληγορία του Λόγου. Επομένως η Σεμέλη αφομοιώθηκε από τον Δία, αφομοιώθηκε από τον θείο Λόγο, θεώθηκε. Αυτό ακριβώς σημαίνει και το κάψιμο από τον θεϊκό κεραυνό –το θεϊκό ΠΥΡ – την  πλήρη αφομοίωση, την θέωση. Για τον ίδιο λόγο η μηρογέννησις του Διονύσου σημαίνει την Λογογέννησιν αυτού. Έπειδή το έμβρυο του Διονύσου αφομοιώθηκε με τον μηρό-μήλο-Λόγο. Άρα γεννήθηκε από τον Λόγο.

          Ας σταματήσουμε σε αυτό το σημείο του μύθου και ας τον δούμε με μια διαφορετική και γνωστική ματιά. Και ξεκινάμε από το όνομα της μητρός του Διονύσου την Σεμέλη. Αυτή γίνεται Ζε-μέλη = Ζε-μερη οπότε τελικά έχουμε το Ζα-μηρος = μηρός του Διός (Ζα=Ζεύς=Πύρ). Το ότι καίγεται η Σεμέλη αυτό σημαίνει ότι η Σεμέλη πήρε όλη την διανόηση του Διός. Δηλαδή η Σεμέλη αφομοιώθηκε απολύτως με τον Θείο Λόγο. Επομένως ο Διόνυσος είναι γέννημα της θεϊκής διανοήσεως του Διός. (Ετράφη εντός της ζεούσης διανοήσεως του Διός). Είναι ο Νούς του Διός.

Συνεχίζοντας τον μύθο της γεννήσεως του Διονύσου, ο τελευταίος μόλις εγεννήθη παρεδόθη από τον Ερμή εις τα νύμφας της Νύσης – ενός όρους με αναρίθμητες πηγές και πυκνά δάση – όπου η Θεά Γαία προστάτευσε το έμβρυο καλύπτοντα το με σκιερά φύλα κισσού . Εκεί εμεγάλωσε ο Διόνυσος τροφοί του δε (σύμφωνα με τον Φερεκύδη) υπήρξαν οι νύμφες της Δωδώνης Υάδες – βροχεραί νύμφαι – .

   Ο Διόνυσος είναι εκείνο το τέκνο που αγκαλιάσθηκε και προφυλάχθηκε από τον ουρανό (που αλληγορεί ο Δίας) αλλά και από την Γη (δηλαδή την Γαία), ενώ οδηγήθηκε να ανατραφεί όπως αρμόζει στην κάθε παιδική ηλικία μέσω του συναισθήματος (που αλληγορούν οι υγρές νύμφες και οι  Υάδες). Ξέρουμε από προηγούμενη ανάλυση ότι το μωρό είναι συναισθηματική ροή μω (υγρή ρίζα μου) – ρο (ροή). Έτσι λοιπόν η ανθρωπότητα οδηγήθηκε σε μόνιμη πλέον εγκατάσταση, δεδομένης της σταθερής και συνεχούς πλέον εργασίας καθ’όλο τον χρόνο. Δεν ονομάσθηκε λοιπόν τυχαία Σωτήρ ο Διόνυσος. Μέσω αυτού του υπέροχου θεού μπόρεσε ο άνθρωπος να γνωρίση την μάνα Γη και τα οφέλη από την καλλιέργειαν της. Αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο ο Διόνυσος είχε στοιχεία χθόνια – γήϊνα ……..


Πηγή:https://hellenictheology.gr/o-theos-dionysos-gennisis/

Η πρώτη εκστρατεία του Φιλίππου στη Μικρά Ασία (το 336 π.Χ.). Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος

 Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος. 

  Μετά το συνέδριο της Κορίνθου, οι ελληνικές πόλεις άναψαν το πράσινο φως για τον εκδικητικό πόλεμο των Ελλήνων εναντίων των Περσών, επικεφαλής της προσπάθειας θα ήταν ο βασιλιάς της Μακεδονίας, Φίλιππος. Κρίθηκε σκόπιμη τότε, από το Φίλιππο η αποστολή ενός πρώτου μακεδονικού στρατιωτικού σώματος ώστε να γίνει ένα προγεφύρωμα στα μικρασιατικά εδάφη πριν επιχειρήσει το κύριο εκστρατευτικό σώμα.



  Αντικειμενικός στόχος του μακεδονικού στρατού θα ήταν η προώθηση μέχρι την Καρία, προκειμένου να φτάσει αργότερα το κύριο ελληνικό εκστρατευτικό σώμα, με επικεφαλής τον ίδιο το Φίλιππο.  Ειδικότερα θα έπρεπε να απελευθερωθούν οι ελληνικές πόλεις από την Κύζικο μέχρι το Μένανδρο και να απαλλαγούν έτσι από τη φορολογία των Περσών. Αρχιστράτηγος της επιχείρησης τέθηκε ο Παρμενίωνας.

  Ο Παρμενίων ήταν ο σημαντικότερος στρατηγός του Φιλίππου. Ο ίδιος ο Φίλιππος είχε πει γι αυτόν: «Δεν καταλαβαίνω τους Αθηναίους. Αυτοί εκλέγουν δέκα στρατηγούς με κλήρωση. Εγώ έχω μόνο έναν, τον Παρμενίωνα!». Ο στρατηγός Παρμενίων είχε συμβάλει τα μέγιστα στην μέχρι τότε εξάπλωση της Μακεδονίας, καθώς όπου έβρισκε τους εχθρούς της Μακεδονίας τους κατατρόπωνε.

Προτομή του στρατηγού Παρμενίωνα.


 

Δυναστική κρίση στην Περσία.

  Στην Περσία ξέσπασε μια επικίνδυνη κρίση η οποία υπέβοσκε καιρό. Το καλοκαίρι του 338, ο αρχηγός της περσικής βασιλικής φρουράς, ο ευνούχος Βαγώας, δηλητηρίασε τον Αρταξέρξη Γ’ τον Ώχο καθώς επίσης και τους μεγαλύτερους γιους του και ανέβασε στο θρόνο το νεώτερο γιο του Ώχου, τον Άρση. Ταυτόχρονα, ο Μέντωρ, ο αρχηγός των βασιλικών στρατευμάτων της Δυτικής Μικρασίας, πέθανε, ενώ αποστάτησε επίσης και ο Πιξώδωρος, ο δυνάστης της Καρίας.

  Ο Άρσης δεν εννόησε να γίνει όργανο του Βαγώα και είχε την ίδια τύχη με τον πατέρα του. Τον δολοφόνησε και αυτόν ο ευνούχος. Τις ίδιες μέρες ξέσπασαν εξεγέρσεις σατραπών στην Αίγυπτο και τη Βαβυλώνα. Κατά τις επαναστάσεις στη Φοινίκη και την Αίγυπτο ο Φίλιππος έδινε άσυλο στους επαναστάτες και τους υποστήριζε. Ταυτόχρονα ο βασιλιάς της Μακεδονίας έκανε μυστικές συμφωνίες με τους Πέρσες. Όταν ήρθε η ώρα, με πνεύμα ρεαλισμού αποκήρυξε αυτές τις συμφωνίες.

   Ευρισκόμενος σε δύσκολη θέση, ο Βαγώας όρισε αυτοκράτορα το Δαρείο Γ’, του οποίου το όνομα ήταν Κοδομάνος. Ο Δαρείος (η λέξη σημαίνει ¨ανδρείος¨ στην περσική διάλεκτο) ήταν δεύτερος ξάδελφος του Άρση και απόμακρος συγγενής του βασιλικού οίκου. Ο τελευταίος βασιλιάς της περσική αυτοκρατορίας των Αχαιμενίδων είχε διαπρέψει σε ένα πόλεμο εναντίων των Καδουσιανών.

 

Η επιχείρηση στα μικρασιατικά εδάφη.

  Την Άνοιξη του 336, ο Φίλιππος έστειλε τον Παρμενίωνα, πλαισιωμένο από τον Άτταλο στην Ιωνία, με 10.000 στρατιώτες, ώστε να δημιουργήσουν το πρώτο προγεφύρωμα.

  Κατά την πρώτη, επιτυχημένη φάση της στρατιωτικής επιχείρησης, οι ελληνικές δυνάμεις εκμεταλλευόμενες και επαναστάσεις Δημοκρατικών στο εσωτερικό των ελληνικών πόλεων προωθήθηκαν μέχρι νότια της Εφέσου. Στόχος τους ήταν η κατάκτηση όλων των λιμανιών ώστε να αποκοπεί ο περσικός στόλος. Οι Πέρσες έτσι δε θα μπορούσαν να αποκόψουν αργότερα το μελλοντικό κύριο εκστρατευτικό σώμα. Ταυτόχρονα ο στόλος απελευθέρωσε όλα τα νησιά του βορείου Αιγαίου. Εκδιώχθηκαν οι περσικές ολιγαρχίες από την Ερεσό Λέσβου, τη Χίο, τις Ερυθρές και την Έφεσο. Ο Παρμενίων όμως, στη συνέχεια, τα βρήκε δύσκολα…



  Η δεύτερη φάση της επιχείρησης δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Ο Δαρείος όρισε το Μέμνονα το Ρόδιο, ένα γαιοκτήμονα από την Τρωάδα, επικεφαλής της άμυνας και του έδωσε 4.000 μισθοφόρους για να καταβάλει τον Παρμενίωνα. Ο Μέμνονας ανέκοψε την προέλαση του Παρμενίωνα στη Μαγνησία. Ο Παρμενίων υποχώρησε αναγκαστικά βόρεια προς την Ελλησποντική Φρυγία. Κατόπιν, ο Μέμνονας σε συνεργασία με άλλους σατράπες εγκλώβισε τις μακεδονικές δυνάμεις στην Προποντίδα. Εκεί οι άντρες του εκστρατευτικού σώματος θα μάθαιναν και το τραγικό νέο της δολοφονίας του Φιλίππου.

 Η φιλόδοξη επιχείρηση είχε αποτύχει…


Αποτίμηση.

 Σε γενικές γραμμές η επιχείρηση κατάληψης της Ιωνίας δεν είχε καθόλου εδαφικά οφέλη. Πλέον σημασία θα είχε μόνο η διατήρηση του προγεφυρώματος στον Ελλήσποντο. Η αποτυχία των Μακεδόνων, όμως, έκανε το Δαρείο να θεωρήσει απίθανη την εισβολή. Υπνωτισμένος πια, από αυτήν την πρόσκαιρη επιτυχία του Μέμνονα, ο Πέρσης βασιλιάς θα πίστευε, λανθασμένα, μέχρι τη στιγμή που οι Έλληνες με αρχιστράτηγο τον Αλέξανδρο, θα πατούσαν το πόδι τους στην Ανατολή, ότι ο χρυσός και η Σπάρτη θα κατέστρεφαν τη Μακεδονία…



-Ο Παύλος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1978 στη Δράμα, μεγάλωσε στις Σέρρες και έζησε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από το 1996 εργάζεται στο δημόσιο σε διάφορες διοικητικές θέσεις. Είναι απόφοιτος της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Σχολής Αστυφυλάκων της Αστυνομικής Ακαδημίας, της Σχολής Επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ΕΛ.ΑΣ., και της Σχολής Ελληνικού Πολιτισμού, του Τμήματος Ανθρωπιστικών. Σπουδών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.


Ο Διαγόρας.

 Ο Διαγόρας, γιος του Δαμάγητου και δισέγγονος του βασιλιά της Ιαλυσού Δαμάγητου, υπήρξε ο διασημότερος από όλους τους πυγμάχους της Αρχαιότητας. Ο ποιητής Πίνδαρος τον αποκαλεί "πελώριο" και λέγεται ότι η εξωτερική του εμφάνιση ήταν εντυπωσιακή, λόγω μεγέθους αλλά και εξαιτίας της ομορφιάς του. Στέφθηκε ολυμπιονίκης στην πυγμή το 464 π.Χ., στην 79η Ολυμπιάδα. Υπήρξε επίσης δύο φορές νικητής στα Νέμεα, τέσσερις στα Ίσθμια, πολλές φορές στη γενέτειρά του Ρόδο, στα Παναθήναια, στο Άργος, στο Λύκαιο, στην Αίγινα, στα Μέγαρα και αλλού.



Ο Διαγόρας ξεχώριζε για το μοναδικό τρόπο με τον οποίο πυγμαχούσε. Τον αποκαλούσαν "ευθυμάχα", επειδή δεν απέφευγε τον αντίπαλο, δεν έσκυβε και δεν έστρεφε το σώμα του. Διεκδικούσε καθαρά τη νίκη και με αξιοπρέπεια, ενώ τηρούσε πάντα σχολαστικά τους κανόνες, προκαλώντας στους οπαδούς του θαυμασμό και περηφάνια. Ο Πίνδαρος έγραψε ωδή προς τιμήν του και το άγαλμά του είχε στηθεί στην Άλτη.

Περιλάλητος Ολυμπιονίκης και περιοδονίκης, ο επιφανέστερος πυγμάχος κατά τη γνώμη των ιστορικών της εποχής. Γιγαντόσωμος, με ωραίο πρόσωπο, με περήφανο περπάτημα και αγαλματένια στάση που προκαλούσε το θαυμασμό. Το ανάστημά του πρέπει να ήταν γύρω στο 2,20 μ. ( τεσσάρων πηχών και πέντε δακτύλων) ο Διαγόρας, σύμφωνα με το σχολιασμό του Πινδάρου. 

Περιοδονίκης σημαίνει ότι νικούσε σε όλους τους πανελλήνιους αγώνες: Ολυμπία- Νεμέα- Ισθμια-Πύθεια. Το ευθυμάχας αναφέρεται στον τρόπο που αγωνιζόταν και τρισόλβιος σημαίνει τρεις φορές ευτυχής.

Εξαιτίας της δοξασμένης σταδιοδρομίας του μεγάλου αθλητή, οι συμπατριώτες του Ρόδιοι φρόντισαν να του αποδώσουν θεϊκή καταγωγή. Η μάνα του, η οποία δεν αναφέρεται ωστόσο κάπου ποια ήταν, βρέθηκε στην εξοχή και από την πολλή ζέστη αναγκάστηκε να καταφύγει στο ιερό του Ερμή. Εκεί τη βρήκε κοιμισμένη ο Θεός και την πλησίασε. 

Είχε την ευτυχία να δει τους γιους του να στεφανώνονται και αυτοί Ολυμπιονίκες -ο Δαμάγητος στην πυγμή, ο Ακουσίλαος και ο Δωριέας στο παγκράτιο- καθώς και τους εγγονούς του Ευκλή και Πεισίροδο. Το 448 π.Χ., στην 83η Ολυμπιάδα, ο Διαγόρας γνώρισε την αποθέωση περιφερόμενος στους ώμους των ολυμπιονικών γιων του και επευφημούμενος από τα πλήθη.

Οι νέοι, στον ενθουσιασμό τους σηκώνουν τον πατέρα στα χέρια, τον κρατούν στους ώμους, προχωρούν στο στίβο. Θέλουν να τον δείξουν στον κόσμο. Να δείξουν την περηφάνια τους, να χαρούν τη δική του περηφάνια. Τα πλήθη επευφημούν, τους ραίνουν με λουλούδια και με δάφνες. Είναι ο θρίαμβος της ζωής του Διαγόρα. 

Συμφωνώντας μάλλον με τα λόγια κάποιου Σπαρτιάτη, που βλέποντάς τον του φώναξε ότι δεν του έχει απομείνει πλέον τίποτα άλλο από το να ανέβει στον Όλυμπο κοντά στους θεούς, ο Διαγόρας έγειρε στα χέρια των παιδιών του και πέθανε.

Δεν ήταν φθόνος και ζήλεια. Ήταν από φόβο Θεού μήπως η μεγάλη χαρά αγγίξει την ασέβεια. Και η φωνή ήταν παρότρυνση και συμβουλή μαζί: « Φτάνει πια Διαγόρα. Έπειτα από τόση δόξα, δεν σου μένει παρά ν΄ ανέβεις στον Όλυμπο, να γίνεις Θεός»… Άκουσε τη φωνή ο ευτυχισμένος Διαγόρας. Και πάνω στα χέρια των παιδιών του, μέσα στην αγκαλιά τους, τρισευτυχισμένος πια, έγειρε το διπλοστεφανωμένο κεφάλι και άφησε την τελευταία του πνοή. Δεν ανέβηκε στον Όλυμπο, μα έμεινε αθάνατος. 

https://www.fhw.gr/olympics/ancient/gr/206d.html https://www.rodiaki.gr/article/352166/pethane-pia-diagora-den-tha-anebeis-kai-ston-olympo

https://www.rodiaki.gr/article/352166/pethane-pia-diagora-den-tha-anebeis-kai-ston-olympo

https://www.rodiaki.gr/article/352166/pethane-pia-diagora-den-tha-anebeis-kai-ston-olympo

Philip II of Macedonia, the father of Alexander the Great.

 Philip II of Macedonia, the father of Alexander the Great, is known not only for his military conquests and political achievements but also for his complex personal life, which included numerous male lovers. His relationships with these individuals, though often overlooked in historical accounts, offer insights into the complexities of power, love, and betrayal in ancient Macedonia.



Philip II ascended to the throne of Macedonia in 359 BC and embarked on a series of military campaigns that would ultimately establish Macedonia as a dominant power in Greece. His strategic brilliance and political acumen earned him a reputation as one of the most formidable leaders of his time. However, behind the scenes of his military campaigns and political maneuvers, Philip's personal life was marked by a series of tumultuous relationships with male companions.


Philip II's numerous male lovers were a poorly kept secret within the Macedonian court. These relationships, while not uncommon in ancient Greek society, were often fraught with political intrigue and personal rivalries. Philip's favoritism towards certain companions led to tensions among his inner circle, as ambitious courtiers vied for his attention and influence.


One of Philip's most infamous lovers was Pausanias, a young nobleman who served in the Macedonian court. Pausanias's relationship with Philip soured over time, leading to resentment and jealousy towards the king's other companions. In a fit of rage and betrayal, Pausanias murdered Philip during the wedding celebrations of Philip's daughter, Cleopatra, in 336 BC.


The assassination of Philip II shocked the ancient world and sent shockwaves throughout Macedonia and beyond. While the exact motivations behind Pausanias's actions remain unclear, some historians speculate that personal grievances, political rivalries, and perhaps even romantic jealousy may have played a role in his decision to kill the king.


Regardless of the precise circumstances, Philip's death had profound consequences for Macedonia and the wider Greek world. His passing left a power vacuum that would ultimately be filled by his son, Alexander, whose reign would herald the dawn of the Hellenistic era and the expansion of Macedonian power across Asia.


Philip II's relationships with his male companions offer a fascinating glimpse into the complexities of ancient Macedonian society, where power, politics, and personal relationships often intersected in unexpected ways. While his military conquests and political achievements have been well-documented, the details of his personal life and the individuals who shaped it remain shrouded in mystery and speculation.


In modern times, Philip's relationships with his male lovers have sparked debate among historians and scholars, who seek to understand the broader implications of these dynamics within the context of ancient Greek society. While some view Philip's relationships as a reflection of the social norms and practices of his time, others interpret them as evidence of his personal struggles and vulnerabilities as a ruler.

#queerhistory #ancientgayhistory #lgbtqhistory #malelovers #queerrulers #gayhistory

Ύβρις, ανθρώπινη μοίρα και θεϊκή δικαιοσύνη στο αισχυλικό έργο. Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος.

   Ο τρόπος απονομής της θεϊκής δικαιοσύνης στο έργο του Αισχύλου προσεγγίζεται από τον ερευνητή με ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Θα παρουσιαστεί, ακολούθως, εκτεταμένα η έννοια της Ύβρεως μέσα από διάφορα χωρία του αισχυλικού  συγγραφικού έργου. Επιπλέον θα γίνει αναφορά στις πεποιθήσεις του ποιητή για την ανθρώπινη μοίρα.



  Στον Αγαμέμνων ο Αισχύλος εξετάζει την εξέλιξη της δικαιοσύνης, τη σύγκρουση καθηκόντων στην ψυχή των ηρώων, τις επιπτώσεις των πράξεων στο σύνολο της πόλεως, την αντίθεση ανάμεσα στην ελευθερία και στην ανάγκη, θέτει τα μεγάλα προβλήματα του ανθρώπου και της ζωής και τείνει να άρει τις τραγικές συγκρούσεις σε μια υψηλότερη αλήθεια. Έτσι θα αναφωνήσει ο Χορός: «Αυτόν που άνοιξε το δρόμο στους θνητούς που έβαλε νόμο το πάθημα μάθημα να γίνεται». Εδώ εντοπίζεται και η αρχή του παθεί μαθώς, που διέπει όλο το έργο του Αισχύλου.

  Ο ύμνος του Χορού, στον Αγαμέμνων αναφέρει τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί, κατά τον Αισχύλο ο Δίας όσον αφορά την απονομή της δικαιοσύνης: «Αν όμως με την καρδιά του ψάλει κάποιος στο Δία επινίκια, κερδίζει το καθετί στη γνώση». Η είσοδος του Χορού στο έργο αποτελεί και μια ομολογία πίστης στη δικαιοσύνη του Δία: «Ο Δίας, όποιος και αν τέλος πάντων είναι, αν αυτό το όνομα του αρέσει, μ’ αυτό τον προσφωνώ και εγώ».  Παρακάτω στον ίδιο ύμνο ο Αισχύλος, πάλι αναφερόμενος στην αρχή του παθεί μαθώς,, σε συνδυασμό με την απονομή της δικαιοσύνης διδάσκει: «Και η δίκη η θεϊκή κάνει να μαθαίνουν όσοι παθαίνουν κάτι, ότι και αν γίνει είναι, αφού γίνει, να το μάθεις μπορείς ως τότε, γεια χαρά είναι το ίδιο με το να αναστενάζεις πριν». Ο ύμνος στο Δία, θα αποφέρει οφέλη για το θνητό, ενώ η απονομή της θεϊκής δικαιοσύνης θα έχει χαρακτήρα διδακτικό.

  Οι άνθρωποι διαδραματίζουν βασικό ρόλο στην απονομή της δικαιοσύνης από τους θεούς. Ο Αγαμέμνονας ήταν εκτελεστικό όργανο του Δία. Πήγε στην Τροία, την κατέκτησε αλλά δε φέρθηκε σωστά, συνεπώς τιμωρήθηκε και αυτή είναι η βούληση των θεών γιατί: «Υπερβολικά ευκολόπιστη η γυναικεία προσταγή παίρνει δρόμο γρήγορο, όμως και γοργόσβηστη χάνεται φήμη βγαλμένη από  στόμα γυναικών». Μέσω των ανθρώπων θα επιβάλλεται η δικαιοσύνη του Δία, κατόπιν διάπραξης, όπως θα δούμε, Ύβρεως.



  Η ασέβεια είναι η αιτία διατάραξης της τάξης, εδώ πλούσιοι και δυνατοί γίνονται συχνότερα από τους φτωχούς αντικείμενα τιμωρίας, είναι περισσότερο επιρρεπείς και οι θεοί τους φθονούν. Στην Τρίτη αντιστροφή του Χορού, στον Αγαμέμνων σημειώνεται: « πως, όταν ανθρώπου ευτυχία γεννηθεί, Μεγαλώνει και στείρα πια δε μένει». Ενώ πιο κάτω στην ίδια αντιστροφή ο Αισχύλος διδάσκει ότι: « Η ασεβής πράξη γεννά τα πιο πολλά παιδιά που μοιάζουν με τη μάνα του». Όλα αυτά σχετίζονται φυσικά και με την αρχή του παθεί μαθεί.

  Τι ακριβώς ήταν όμως η Ύβρις στην αρχαία ελληνική τραγωδία; Καταρχήν να επισημανθεί ότι η Ύβρις ως έννοια προϋπήρχε του Αισχύλου. Στον Ηράκλειτο διαβάζει κανείς ότι: «Περισσότερο και από την πυρκαγιά πρέπει να κατασβήνει κανείς την έπαρση» και ότι: «το ήθος για τον άνθρωπο είναι ο προστάτης θεός του».Η Δίκη που η Νέμεσις  επέφερε ανιχνεύεται στους Ίωνες φιλοσόφους σαν δυναμική ισορροπία. Η αλαζονική συμπεριφορά του ανθρώπου, που οδηγούσε σε υπέρβαση του ηθικού και του θεϊκού νόμου, και οδηγούσε στην τιμωρία των θεών. Ας μεταφερθούμε όμως στον Προμηθέα. Η Ύβρις εκλαμβάνεται ως υπεροψία που οδηγεί τον άνθρωπο να συμπεριφέρεται με τρόπο που προκαλεί τους θεούς. Ο Προμηθέας θα διαμηνύσει στον Ερμή: «Με απλό λόγο, πάντας τους θεούς εχθρεύομαι· όσοι ευεργετηθέντες με κακοποιούν αδίκως».

  Στο ίδιο έργο ο Προμηθέας αναφέρει λίγο πριν απευθυνόμενος στο Χορό ότι ό Δίας δεν έχει ηθικούς περιορισμούς ακόμη και να καταστρέψει τους ανθρώπους: «Αληθώς βεβαίως ο Ζευς, κατά τρόπο αυθάδη φρονών, θα ταπεινωθεί, τοιούτον ετοιμάζων γάμον, ο οποίος εκ του τυραννικού θρόνου θα τον εκβάλλει· και εκ του πατρός του, του Κρόνου, η κατάρα παντελώς θα εκπληρωθεί· αυτή την οποία εξεστόμισε εκπίπτων του πανάρχαιου θρόνου του». Ακόμη και ο Δίας, επομένως, συμπεριφερόμενος αλαζονικά υπερβαίνει τα όρια, και όπως κραυγάζει ο Προμηθέας, τον έχει καταραστεί ο πατέρας του ο Κρόνος, και προφητικά επισημαίνει ότι επίκειται ενδεχόμενη τιμωρία γι’ αυτόν. O Χορός στον Προμηθέα Δεσμώτη θα συνδέσει τη Θεά Νέμεση με την Αδάστεια.

  Στους Πέρσες η κύρια έννοια της τραγωδίας είναι η τιμωρία του Ξέρξη. Επιπρόσθετα ο Πέρσης βασιλιάς έκανε Ύβρη έναντι των θεών κατά τη διάρκεια της εκστρατείας εναντίον της Ελλάδας, καθώς μόλυνε τα ιερά της. Ο πέρσης βασιλιάς προκάλεσε και το γκρέμισμα των αγαλμάτων των θεών. Η ήττα του Ξέρξη οφείλεται στην αλαζονεία του, η οποία προκάλεσε την εκδίκηση κάποιου θεού, και Αισχύλος μέσω του αγγελιοφόρου θα πει: «Αλλ’ έτσι κάποιος θεός το στρατό μας κατέστρεψε βαραίνοντας τη ζυγαριά μ’ όχι ισόμετρη τύχη. Οι θεοί σώζουν την πόλη της Παλλάδας θεάς». Επομένως η τιμωρία του Ξέρξη είναι δίκαιη, ενώ ο Αισχύλος εμφανίζεται ως κριτής δικαίου.

Το αρχαίο θέατρο της Δωδώνης


  Ο κόσμος αποτελεί κτίσμα θεού, και ο θεός εγγυάται σύμφωνα με τη θεολογική αντίληψη έναν αδιαίρετο κόσμο. Η διατάραξη της ισορροπίας φέρνει τη μήνι του θεού. Στην περίπτωση των Περσών η Ύβρη αφορά ολόκληρο το περσικό έθνος, αυτό ο Αισχύλος το υποδηλώνει με την αναφορά στο πλήθος των Περσών και στον κατάλογο των διοικητών του στρατεύματος. Στους Πέρσες η Ύβρις αναφέρεται στην τάξη του κόσμου και η ισορροπία όταν αποκαθιστάται, εγγυάται το κύρος της τάξης πραγμάτων. Ο Ξέρξης γίνεται υπαίτιος όλων των δεινών, αλλά γλιτώνει, πεθαίνουν οι άλλοι και αυτό θα οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι πραγματοποιήθηκε αλλαγή της αντίληψης για την Ύβρι, η οποία δεν είναι πλέον ιδιωτική, αλλά συλλογική υπόθεση.

  Οι Πέρσες θα καταστραφούν στην ελληνική εκστρατεία, επειδή ο Ξέρξης αγνόησε πράγματα και θέλησε πράγματα που δεν έπρεπε. Η καταστροφή της περσικής βασιλικής δύναμης παριστάνεται ως συνέπεια σε εκείνη την αμαρτία, που ο Έλληνας ονομάζει Ύβριν. Δηλαδή το περσικό κράτος ξεπέρασε το μέτρο που του ήταν ορισμένο και η Ύβρις αυτής της εκστρατείας βρήκε την καθαρή έκφραση της στην αμαστία του Ξέρξη. Τιμωρός της Ύβρης θα είναι τελικά ο Δίας: «Ο Δίας βέβαια τιμωρός των υπερβολικά αλαζονικών στοχασμών, αυστηρός κριτής στέκεται από πάνω», όπως θα εκφωνήσει το φάντασμα του βασιλιά Δαρείου.

  Η νίκη των Ελλήνων δε θα οφείλεται σ’ αυτούς, αλλά στους θεούς που δεν ανέχονται την ασέβεια. Ο επικεφαλής της εκστρατείας, ο Ξέρξης αγνόησε τους θεϊκούς νόμους: «οι άνθρωποι συνηθίζουν να φοβούνται απ’ το κάθε τι ενώ όταν η τύχη προχωρεί καλά, πιστεύουν πως πάντα ο ίδιος άνεμος της τύχης θα φυσά», όπως θα αναφέρει ο Χορός στο φάντασμα του βασιλιά. Με τη διέλευση του Ελλήσποντου, φέρνουν αρχικά μια κίνηση στην ως τότε στατική εικόνα της περσικής δύναμης, ενώ με το ζυγό αμφιβάλλον αυχένι πόντο, προανάγγειλαν το βασικό για τη σκηνή του Δαρείου θέμα της Ύβρις. Παρόλα αυτά και μια εσωτερική δύναμη του Ξέρξη οδήγησε την ώθηση των θεών προς την καταστροφή των Περσών.

Ο Αισχύλος του Ευφψρίωνα


  Η έννοια της ανθρώπινης μοίρας θα διαδραματίσει αποφασιστικό ρόλο στο έργο του Αισχύλου. Το τραγικό για τον Αισχύλο βρίσκεται στη μοίρα που σαν ανεξήγητη δύναμη σκεπάζει με τη σκιά της τα ανθρώπινα, κρατά στη διάθεση της τη ζωή και την ευτυχία του ανθρώπου, και τελικά είναι αφέντρα της τύχης του. Έτσι για παράδειγμα ο Ετεοκλής στους Επτά επί Θήβα, αποδέχεται τη μοίρα του και βάζει το συμφέρον της πατρίδας του πάνω από τη ζωή του. Ο κύρηκας θα πεί σχετικά με το θάνατο του Ετεοκλή: «διότι εχθρούς αντικρούοντας προτίμησε στην πόλη να πεθάνει». Στις Χοηφόρους επίσης, ο Χορός επικαλείται τις μοίρες για εκδίκηση: «Αλλά μοίρες τρανές με την επίκληση του Δία έτσι δώστε τέλος όπως το δίκαιο αλλάζει θέση «η εχθρική γλώσσα με γλώσσα εχθρική ας πληρώνεται» τα χρέη τα χρέη ξοφλώντας βροντοφωνάει η Δίκη «το φονικό χτύπημα με φονικό χτύπημα ας πληρώνεται. Όποιος πεθαίνει κάνει να πεθαίνει. Αυτά φωνάζει ο χρόνος ο παμπάλαιος».

  Ο τρόπος απονομής της θεϊκής δικαιοσύνης και ο διδακτικός, εν κατακλείδι, χαρακτήρας τις δικαιοσύνης του πατέρα των θεών συνδέονταν με την αρχή του Παθεί Μαθώς. Μια ανθρώπινη αλαζονική, επίσης, συμπεριφορά, η Ύβρις, οδηγούσε στην τιμωρία των θεών. Ο ρόλος της μοίρας ήταν κυρίαρχος στις τραγωδίες του Αισχύλου, καθώς ήταν αφέντρα της τύχης του αισχυλικού ήρωα.

 

 

 

Πηγές:

Αισχύλος, Αγαμέμνων, μετάφρ. Γ. Μαυρόπουλος, εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2007.

Αισχύλος, Επτά επί Θήβας, μετάφρ. Γ. Μαυρόπουλος, εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2007.

Αισχύλος, Πέρσες, μετάφρ. Γ. Μαυρόπουλος, εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2007.

Αισχύλος, Προμηθέας Δεσμώτης, μετάφρ. Α. Τζιροπούλου-Ευσταθίου, εκδ. Γεωργιάδη, Αθήνα 2001.

Αισχύλος, Χοηφόροι, μετάφρ. Γ. Μαυρόπουλος, εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2007

Αραμπατζής Δ., Το Αρχαίο Δράμα και οι τρεις μεγάλοι τραγικοί ποιητές της αρχαιότητας, τ.1 Αισχύλου τραγωδίες, Αυτοέκδοση, Θεσσαλονίκη 2017

Γεωργουσόπουλος Κ., Κλειδιά και κώδικες θεάτρου 2, αρχαίο δράμα, εκδ. Εστία Αθήνα 2002.

Ελλάδα, η ιστορία, ο πολιτισμός, το σύγχρονο κράτος,τ.2, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2018.

Ηράκλειτος, Άπαντα, μετάφρ. Τ. Φάλκος-Αρβανιτάκης, Θεσσαλονίκη 1999.Λεοντοπούλου Π., Η διαλεκτική της θείας και ανθρώπινης βούλησης στον Αισχύλο, Διδακτορική Διατριβή, Αθήνα 2007.ΜΠΑΜΙΝΙΩΤΗΣ Γ., Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας, εκδ. Κέντρο Λεξικολογίας, Αθήνα 2002,

ΝΙΚΟΛΑΪΔΟΥ Ε., Αισχύλος, ο πατέρας της τραγωδίας, εκδ. Σαββάλα, Αθήνα 2002

Lesky A., Η τραγική ποίηση των αρχαίων Ελλήνων τ.1, από τη γέννηση του είδους μέχρι το Σοφοκλή, μετάφρ. Ν. Χουρμουζιάδη, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1987.

 

Παύλος Παπαδόπουλος, Ανώτερος Αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ., Πτυχιούχος Ανθρωπιστικών Σπουδών.

 

23 Ιουνίου 1913: Η Μάχη της Δοϊράνης

Ένοπλη σύγκρουση μεταξύ ελληνικού και βουλγαρικού στρατού στις 23 Ιουνίου 1913, κατά τη διάρκεια του Β' Βαλκανικού Πολέμου. Αποτελεί συνέχεια της μάχης του Κιλκίς-Λαχανά και έληξε με περιφανή ελληνική νίκη



Μετά την καθοριστικής σημασίας ήττα στο Κιλκίς-Λαχανά (19 - 21 Ιουνίου), οι βουλγαρικές δυνάμεις συμπτύχθηκαν και οργάνωσαν την άμυνά τους στα υψώματα νότια της λίμνης Δοϊράνης πάνω στο χωριό Βλαντάγια (σήμερα Ακρίτας Κιλκίς). Τις αποτελούσαν 19 τάγματα πεζικού της 2ας, 3ης και 6ης Μεραρχίας, καθώς και το ανάλογο πυροβολικό. Το ελληνικό Στρατηγείο έθεσε ως άμεση προτεραιότητα την όσο το δυνατόν ταχύτερη εκκαθάριση όλης της περιοχής δυτικά του Στρυμόνα και νότια του Μπέλες από τις εχθρικές δυνάμεις και την απώθησή τους προς τα βορειοανατολικά, ώστε να επιτευχθεί επαφή με τους Σέρβους.


Την επιχείρηση για την εκπόρθηση της Δοϊράνης ανέλαβαν η 3η Μεραρχία υπό τον υποστράτηγο Κωνσταντίνο Δαμιανό και η 10η Μεραρχία υπό τον συνταγματάρχη Λεωνίδα Παρασκευόπουλο. Λίγο μετά το μεσημέρι της 22ας Ιουνίου 1913, το 4ο Σύνταγμα Ευζώνων της 10ης Μεραρχίας επιτέθηκε και με εφ’ όπλου λόγχη κατέλαβε θέσεις των εχθρικών προφυλακών στο χωριό Βλαντάγια, ενώ το ελληνικό πυροβολικό απαντούσε στα βουλγαρικά πυρά. Η 3η Μεραρχία δεν ανέλαβε δράση εκείνη την ημέρα.


Η κύρια επίθεση των δύο ελληνικών μεραρχιών άρχισε νωρίς το πρωί της 23ης Ιουνίου. Την κύρια επίθεση εναντίον των οχυρωμένων θέσεων των Βουλγάρων ανέλαβαν μονάδες της 10ης Μεραρχίας. Όταν οι εύζωνοι του 5ου Συντάγματος κατέλαβαν με τη λόγχη τον σιδηροδρομικό σταθμό της Δοϊράνης, οι Βούλγαροι αντιλήφθηκαν ότι υπερφαλαγγίζονται και εγκατέλειψαν τις θέσεις πάνω στα υψώματα, υποχωρώντας προς τα βόρεια. Νωρίτερα είχε σιγήσει το πυροβολικό τους, κατόπιν των πυκνών και εύστοχων βολών του πυροβολικού της 3ης Μεραρχίας, το οποίο διοικούσε ο ταγματάρχης Κωνσταντίνος Γουβέλης. Πολλοί από τους Βούλγαρους στρατιώτες έπεσαν στη λίμνη για να σωθούν και πνίγηκαν.


Οι απώλειες της 10ης Μεραρχίας ανήλθαν σε 106 νεκρούς και 755 τραυματίες, ενώ της 3ης Μεραρχίας σε 146 νεκρούς και τραυματίες. Οι απώλειες του βουλγαρικού στρατού υπήρξαν ανυπολόγιστες, ενώ στο πεδίο της μάχης εγκατέλειψαν σημαντικό πολεμικό οπλισμό, ο οποίος περιήλθε στα χέρια των Ελλήνων.


Επόμενη αναμέτρηση Ελλήνων και Βουλγάρων, στη Βέτρινα (σημερινό Νέο Πετρίτσι Σερρών) στις 26 Ιουνίου 1913.



Πηγή: https://www.sansimera.gr/articles/635

Φωτογραφία: Η Μάχη της Δοϊράνης και η καταστροφή των Βουλγάρων


Ίδας και Μάρπησσα.

Σε μία άλλη παράτολμη πράξη, ο Ίδας απήγαγε τη Μάρπησσα, εγγονή του θεού του πολέμου, του Άρη. Η απαγωγή αυτή έγινε με ένα φτερωτό άρμα, δώρο του θεού Ποσειδώνα. Ο πατέρας της Μάρπησσας, ο ποτάμιος θεός Εύηνος, τους κατεδίωξε, και μη μπορώντας να τους φθάσει, σκοτώθηκε. Ο Ίδας και η Μάρπησσα κατέφυγαν στη Μεσσήνη. Αλλά ο θεός Απόλλων, που είχε ερωτευθεί και αυτός τη Μάρπησσα, θέλησε να την πάρει από τον Ίδα. 

Αττικός ερυθρόμορφος ψύκτης, περ. 480 π.Χ. Από τον Ακράγαντα


Ο ήρωας και ο θεός ήρθαν σε ρήξη, οπότε διαμεσολάβησε ο Δίας και ρώτησε την ίδια τη Μάρπησσα ποιον από τους δύο προτιμούσε. Η Μάρπησσα είπε ότι ήθελε τον Ίδα. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, ο Απόλλων κατάφερε να του την κλέψει και να την κρατήσει κάμποσο καιρό χωρίς εκείνη να διαμαρτυρηθεί. Ο Ίδας πάντως τελικά την ξαναπήρε πίσω.

Ο Δίας χωρίζει τον Ίδας και τη Μάρπησσα από τον Απόλλωνα (αριστερά, μη ορατός).


Η επαφή του Αισχύλου με τα Μυστήρια και η στάση του ποιητή απέναντι στο Διόνυσο. Γράφει ο Παπαδόπουλος Παύλος.

   Στο παρόν άρθρο θα διερευνηθεί η σύνδεση του Αισχύλου με τις διάφορες μυστηριακές τελετές, οι οποίες εκτυλίσσονταν στην Αθήνα της κλασικής εποχής. Θα μας απασχολήσει η σύνδεση του έργου του ποιητή κυρίως με τα Ελευσίνια Μυστήρια. Θα εξεταστεί επίσης και η σχέση του Αισχύλου με τη λατρεία του θεού Διόνυσου, που υπήρξε διαδεδομένη και στην αρχαία Αθήνα. 



  Ο Αισχύλος γεννήθηκε στην Ελευσίνα, αυτό αναφέρει ο Αριστοφάνης στους Βάτραχους, κατά την επίκληση και προσευχή του ποιητή στη Δήμητρα ότι «έθρεψε το πνεύμα του» και ότι «πρέπει να φανεί αντάξιος των μυστηρίων»: «Δήμητρα που την ψυχή μου έθρεψες (με τόσα δώρα) για τα μυστήρια σου να με κρίνεις άξιον τώρα». Η γέννηση του ποιητή στην Ελευσίνα οδήγησε σε ορισμένα λάθος συμπεράσματα. ο Αισχύλος μπορεί να μην ήταν πυθαγόρειος, όπως αναφέρει ο Κικέρων, πιθανολογείται όμως, μόνο, ότι ήταν μυημένος στα Ελευσίνια Μυστήρια, κάτι το οποίο όμως δεν είναι σε μεγάλο βαθμό εξακριβωμένο. 

  Στις μυστηριακές λατρείες τελούνταν η πνευματική μεταμόρφωση του ατόμου που ακολουθεί μια μύηση, ενώ ταυτόχρονα το περιεχόμενο της μύησης στο οποίο υποβάλλεται το άτομο, δεν έπρεπε να αποκαλυφθεί. Πιθανολογείται ότι στον Αισχύλο ασκήθηκε δίωξη για βεβήλωση των Ελευσίνιων Μυστηρίων. Το αναφέρει ο Αριστοτέλης στα Ηθικά Νικομάχεια: «Όποιος πράττει κάτι από άγνοια όπως ο Αισχύλος με τα μυστήρια και δε λυπήθηκε για ότι έκανε». Υπονοήθηκε δηλαδή ότι ο Αισχύλος παρατύπησε όσον αφορά τα μυστήρια.

  Ορισμένα ίχνη των Ελευσίνιων Μυστηρίων δύναται να εντοπιστούν στο συγγραφικό έργο και γενικότερα στις παραστάσεις του Αισχύλου. Σύμφωνα με μία παράδοση, που όμως δεν είναι απόλυτα αυθεντική, μερικά από τα κοστούμια που σχεδίασε για την τραγική σκηνή τα πήραν οι μεγάλοι ιερείς της Ελευσίνας. Αυτό όμως δεν είναι ξεκάθαρο εάν συνέβη. Το ένδυμα του ελευσίνιου ιερέα ήταν τόσο περίτεχνο, ώστε συχνά διαμοιράστηκε με το μεγαλόπρεπο ένδυμα, που λέγονταν ότι είχε σχεδιάσει ο Αισχύλος για τους βασιλείς των τραγωδιών του. Επιπρόσθετα υπάρχει και μια υπόνοια στις Χοηφόρους συσχετισμού ενός ύμνου του Χορού με τα Ελευσίνια μυστήρια. Την ώρα που ο Ορέστης σκοτώνει τη μητέρα του, οι Τρωαδίτισσες σκλάβες που είχαν βαθιά χωνέψει πως το παλάτι καθάρθηκε τελικά, ψάλλουν έναν ύμνο, που ίσως στηρίζεται στο ελευσινιακό τελετουργικό.

Διόνυσος σε ερυθρόμορφο αγγείο


  Σε καμία περίπτωση ο Αισχύλος δεν επαναστάτησε εναντίον της παράδοσης, απέναντι στην οποία σε γενικές γραμμές ήταν τοποθετημένες οι διάφορες μυστηριακές λατρείες. Στην ποίηση του Αισχύλου δεν υπάρχουν στοιχεία ούτε από τον ορφισμό ούτε από άλλες μυστηριακές θρησκείες. Λαχτάρα για λύτρωση και πίστη-προσδοκία σωτηρίας χαρίζονται με βαθύ χάσμα από τον άτεγκτο νόμο της λογοδοσίας, που καθορίζει την τραγική τέχνη γενικότερα. Τον αγώνα του ανθρώπου να ανακαλύψει τη θέση του μέσα στον κόσμο. Μια φράση του Αριστοτέλη (απ 15R) αναφέρει ότι οι μύστες δε χρειάζονται να μάθουν κάτι αλλά διαμορφώνονται παθαίνοντας κάτι. Αντιπαραθέτουμε την πιο καίρια έκφραση της αισχύλειας τραγωδίας, το «παθεί μαθώς»! Μυστήρια και τραγωδία ήταν σε γενικές γραμμές διαφορετικές περιοχές.

  Στο θεό Διόνυσο ανήκαν η τραγωδία και η κωμωδία, τα δράματα παιζόταν στις αρχές της άνοιξης και του χειμώνα (που ανήκαν στο Διόνυσο) παιζόταν τα αρχαία δράματα. Τα δράματα φυσικά δεν ήταν αποκομμένα από την καθημερινή ζωή. Στα Εν Άστυ Διονύσια που τελούνταν κατά πάσα πιθανότητα αρχές Απριλίου, και ήταν ισότιμα με τα Παναθήναια, ο Πεισίστρατος εισήγαγε την τραγωδία. Στην γιορτή αυτή εξασφαλίζονταν η παρουσία του Διόνυσου. Πιθανότατα παραμονή (9 του μήνα Ελαφοβίωνα) οδηγούσαν το λατρευτικό άγαλμα σε ένα ναΐσκο έξω από τα τείχη, όχι πολύ μακριά από το Δίπυλο στα βορειοδυτικά της πόλης, και μετά τη δύση του ηλίου το έφερναν με τη συνοδεία πυρσών πίσω, στη μόνιμη θέση στο ιερό κοντά στο θέατρο. Πριν τις παραστάσεις γινόταν θυσίες και καθαρμοί, πιο συγκεκριμένα ράντισμα με αίμα του χώρου του θεάτρου, όπως επίσης και προσευχές. Στα Λήναια, όπου οι τραγικοί δεν έδειχναν μεγάλο ενδιαφέρον για τους αγώνες, κυριαρχούσε η κωμωδία και τιμούσαν το θεό Διόνυσο με οργιαστικές τελετές, εκεί η τραγωδία είχε υποδεέστερη θέση.

  Ο Διόνυσος σχετίζονταν με το δράμα, περισσότερο όμως με την κωμωδία παρά με την τραγωδία. Εδώ υπάρχει μία θεότητα που το πεδίο δράσης της ήταν πιο πολύ το πάθος παρά ο νους, πιο πολύ η χαρά και ο τρόμος παρά η λογική, μια θεότητα που ήταν δυνατόν να της ανήκουν και η τραγωδία και η κωμωδία. Το μεγάλο βήμα για το ξεκίνημα της τραγωδίας άλλωστε προήλθε από τους, προς τιμήν του Διόνυσου, χορευτές Η πρωτότυπη σκέψη να παρουσιαστεί ο ηθοποιός ως το πρόσωπο που θα απαντά σ’ αυτούς τους τραγικούς χορούς (δηλαδή ως υποκριτής) έκανε ο Θέσπις. Την επινόηση παρουσίασε για πρώτη φορά στα Διονύσια του 534 π.Χ.

Ονειρομαντεία στην Αρχαία Ελλάδα


  Στο έργο του Αισχύλου, υπάρχουν κάποια ίχνη σύνδεσης με το Διόνυσο. Υπάρχει η αναφορά του Παυσανία ότι «ήρθε ο Διόνυσος και τον διέταξε να γράψει την τραγωδία»: «Ο Αισχύλος έλεγε πως όταν ήταν έφηβος και κοιμόταν στην εξοχή φυλάγοντας σταφύλια, είδε το Διόνυσο που τον προέτρεψε να γράψει τραγωδία. Όταν ξημέρωσε, θέλοντας να υπακούσει, δοκίμασε και έγραψε λοιπόν τραγωδία, με ευκολία. Αυτά έλεγε λοιπόν ο Αισχύλος» Πέρα από αυτή την αναφορά του Παυσανία όμως υπάρχουν και άλλα στοιχεία.

 Ορισμένα στοιχεία αναφοράς στο Διόνυσο υπάρχουν σε κάποια μη σωζόμενα έργα του Αισχύλου. Στους Ηδώνους, ένα χαμένο έργο του Αισχύλου, ο ποιητής είχε δώσει μια εικόνα του άγριου θορύβου των θρακικών οργίων και χαρακτηρίζει τον ήχο του αυλού παρακινητή μανίας (απ. 57) που βρυχώνται μιμούμενες φωνές ταύρων. Σε ένα άλλο χαμένο έργο ο Αισχύλος απευθύνεται στο Διόνυσο αποκαλώντας τον πατέρα θεοινό (θεό του κρασιού), ηγέτη μιας ομάδας μαινάδων. Από το λεξικό του Ησύχιου προκύπτει ότι Θεοίνια σήμαινε θεός Διόνυσος.

Ο Αισχύλος


  Όσον αφορά τα έργα του Αισχύλου που διασώθηκαν, δεν απουσιάζουν οι αναφορές σ σε θέματα που αφορούν το Διόνυσο. Έτσι λοιπόν στις Ευμένιδες  η ιέρεια απευθύνεται στις Νύμφες του Διόνυσου: « Τις νύμφες προσκυνώ όπου βρίσκεται η Κωρύκεια βραχοσπηλιά». Στο ίδιο έργο επίσης, αρκετά παρακάτω, παρουσιάζει τις Ερινύες να ταυτίζονται με τις μαινάδες και να αυτοαποκαλούνται μαινάδες: «Διότι ούτε οργή από εμάς τις μαινάδες όπου παρακολουθούμε τους θνητούς θα τραβά τέτοιες πράξεις, θ’ αφήσω ελεύθερο κάθε θάνατο». Τώρα όσον αφορά την προέλευση των Μαινάδων στο έργο Ξαντριές, όπου παρουσιάζεται ο σπαραγμός του Πενθέα, από αυτές, εμφανίζονται ως ομάδα γυναικών που αντιστάθηκαν στη διονυσιακή λατρεία και κυριεύτηκαν από μανία.

  Συμπερασματικά, οι καταβολές του Αισχύλου από την Ελευσίνα, οδήγησαν σε υποθέσεις μύησης του ποιητή στα Ελευσίνια Μυστήρια. Υπάρχουν μόνο ίχνη σύνδεσης του έργου του με τα εν λόγω μυστήρια. Η προσκόλληση του ποιητή στην παράδοση δεν αφήνει πολλά περιθώρια περαιτέρω σύνδεσης της δραματουργίας του με τις μυστηριακές τελετές. Στο έργο του ποιητή επίσης υπάρχουν αρκετές αναφορές και στίγματα σύνδεσης με το Διόνυσο και τη λατρεία του.


Πηγές :

Αισχύλος, Ευμένιδες,  μετάφρ. Γ. Μαυρόπουλος, εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2007.

Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια, μετάφρ. Α. Τσολάκη, εκδ. De Agostini,  Αθήνα 2005.

Αριστοφάνης, Βάτραχοι, μετάφρ, Π. Δημητρακόπουλος, εκδ. Αλκυών, Αθήνα 1996.

Ησύχιος, Λεξικόν, μετάφρ. Φιλολογική Ομάδα Κάκτου, εκδ. Κάκτος Αθήνα 1994.

Παυσανίας, Ελλάδος περιήγησης, Αττικά, μετάφρ. Φιλολογική Ομάδα Κάκτου, Αθήνα 1992.

BALDRY H.C., Το τραγικό θέατρο στη αρχαία Ελλάδα, μετάφρ. Γ. Χριστοδούλου, εκδ.Καρδαμίτσα, Αθήνα 1992

BLUME H., Εισαγωγή στο αρχαίο θέατρο, μετάφρ. Μ. Ιατρού, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1982

Lesky A., Η τραγική ποίηση των αρχαίων Ελλήνων τ.1, από τη γέννηση του είδους μέχρι το Σοφοκλή, μετάφρ. Ν. Χουρμουζιάδη, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1987

PARKE H.W., Οι εορτές στην αρχαία Αθήνα, μετάφρ. Χ. Ορφανός, εκδ. Δαίδαλος, Αθήνα 2000

THOMSON G., Αισχύλος και Αθήνα, μετ. Γ. Βιστάλη και Φ. Αποστολόπουλου, εκδ. Ορίζοντες, Αθήνα 1954

WALTER F. O., Διόνυσος, Μύθος και Λατρεία, μετάφρ. Θ. Λουπασάκης, εκδ. 21ου αιώνα, Αθήνα 1991

Wilken U., Αρχαία ελληνική ιστορία, μετάφρ. Ι. Τουλουμάκος, εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 2010


-Ο Παύλος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1978 στη Δράμα, μεγάλωσε στις Σέρρες και έζησε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από το 1996 εργάζεται στο δημόσιο σε διάφορες διοικητικές θέσεις. Είναι απόφοιτος της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Σχολής Αστυφυλάκων της Αστυνομικής Ακαδημίας, της Σχολής Επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ΕΛ.ΑΣ., και της Σχολής Ελληνικού Πολιτισμού, του Τμήματος Ανθρωπιστικών. Σπουδών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.


Ο Πύργος του Νελ, του Αλέξανδρου Δουμά (πατρός). Ραδιοφωνικό θέατρο

  Αγαπητοί φίλοι απόψε θα σας παρουσιάσω το έργο του Αλεξάνδρου Δουμά (πατρός) "Ο Πύργος του Νελ", ένα έργο που γράφτηκε το 1832, ...