Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μυθολογία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μυθολογία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Ίδας και Μάρπησσα.

Σε μία άλλη παράτολμη πράξη, ο Ίδας απήγαγε τη Μάρπησσα, εγγονή του θεού του πολέμου, του Άρη. Η απαγωγή αυτή έγινε με ένα φτερωτό άρμα, δώρο του θεού Ποσειδώνα. Ο πατέρας της Μάρπησσας, ο ποτάμιος θεός Εύηνος, τους κατεδίωξε, και μη μπορώντας να τους φθάσει, σκοτώθηκε. Ο Ίδας και η Μάρπησσα κατέφυγαν στη Μεσσήνη. Αλλά ο θεός Απόλλων, που είχε ερωτευθεί και αυτός τη Μάρπησσα, θέλησε να την πάρει από τον Ίδα. 

Αττικός ερυθρόμορφος ψύκτης, περ. 480 π.Χ. Από τον Ακράγαντα


Ο ήρωας και ο θεός ήρθαν σε ρήξη, οπότε διαμεσολάβησε ο Δίας και ρώτησε την ίδια τη Μάρπησσα ποιον από τους δύο προτιμούσε. Η Μάρπησσα είπε ότι ήθελε τον Ίδα. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, ο Απόλλων κατάφερε να του την κλέψει και να την κρατήσει κάμποσο καιρό χωρίς εκείνη να διαμαρτυρηθεί. Ο Ίδας πάντως τελικά την ξαναπήρε πίσω.

Ο Δίας χωρίζει τον Ίδας και τη Μάρπησσα από τον Απόλλωνα (αριστερά, μη ορατός).


Ο μύθος του Ερυσίχθονα.

 Υπάρχει ένας αρχαίος μύθος που είναι το πρώτο οικολογικό μήνυμα στην ιστορία της ανθρωπότητας και φανερώνει τις ολέθριες συνέπειες της υπερτροφίας του ”Εγώ”.



Ο μύθος του Ερυσίχθονα.
Ο Ερυσίχθων, νέος, ωραίος, δυνατός, πλούσιος και επιτυχημένος, διατάζει τους δούλους του να κόψουν τα δέντρα του άλσους που είχαν αφιερώσει οι Πελασγοί στη Θεά Δήμητρα, για να χτίσει εκεί παλάτι. Ο Ερυσίχθων βλασφημεί κόβοντας το ιερό δέντρο της Θεάς Δήμητρας, τη Λεύκα. Οι Δρυάδες, κόρες της Θεάς, που κατοικούσαν στο δέντρο, βγαίνουν ματωμένες από τις φυλλωσιές και αλλόφρονες τρέχουν στη μητέρα τους. Η Δήμητρα θυμώνει και βρίσκει την Πείνα. Της λέει να πάει να βρει τον Ερυσίχθονα και να του δώσει ένα φιλί στο στόμα. Η Πείνα πηγαίνει. Τον βρίσκει να κοιμάται. Του δίνει το φιλί και χάνεται. Εκείνος ξυπνάει κι αισθάνεται λιγούρα. Πεινάει. Τρώει. Πεινάει κι άλλο. Ξανατρώει. Πεινάει. Πεινάει ακατάσχετα.
Αφού έφαγε ό,τι φαγώσιμο υπήρχε, αρχίζει να τρώει ό,τι βρίσκει μπροστά του. Τρώει τα ζώα του, τρώει τη γυναίκα του, τρώει τα ξύλα του σπιτιού του. Τρώει τα πάντα. Μέχρι που πια, δεν υπάρχει τίποτα γύρω του και στη μέση της ερημιάς, αγριεμένος, τρώει τις σάρκες του.
Έρυσις σημαίνει πληγή και χθων σημαίνει γη, δηλαδή Ερυσίχθων μπορεί και να σημαίνει πληγή της γης. Αυτή η ρίζα του Ερυσίχθωνα, το αδυσώπητο ”Εγώ”, που επισημάνθηκε επίμονα και με πολλές παραλλαγές από τους Αρχαίους Έλληνες (Προκρούστης, Ατρέας, Θυέστης, Οιδίπους), στις μέρες μας έχει θεριέψει και νομιμοποιηθεί. Ατομισμός, υπερκαταναλωτισμός, ανταγωνισμός, παγκοσμιοποίηση της εξουσίας. Αυτές είναι οι αξίες μας σήμερα, αυτές προβάλλονται και επιβάλλονται από τα Marketing, τα Advertising, τα Μ.Μ.Ε, την κάθε υπερδύναμη. Σε αυτές σκοτωνόμαστε να ανταποκριθούμε και σαν τον Ερυσίχθονα τρώμε τις σάρκες μας και βλαστημάμε τη ζωή μας.
Ακούω το αχολογητό των δασών που φέρνει με ελαφριά σκόνη τον θρήνο του κονιορτοποιημένου ρητού:
”το κατά φύσιν ζην εστί κατ’ αρετήν”.
Θέλω να ξεφύγω από τη μιζέρια και τον παραλογισμό της εποχής μας.
Αλέξης Δαμιανός
…………………………………….
Πηγή:
camerastyloonline.
wordpress. com
Απόσπασμα από
συνέντευξη στον
Μίμη Τσακωνιάτη.

Η Απάτη

Η Απάτη στην ελληνική μυθολογία ήταν η προσωποποίηση ή πνεύμα της εξαπάτησης, παραπλάνησης, πονηριάς και της απάτης. Ο Ησίοδος αναφέρει στην Θεογονία την Απάτη ως κόρη (από παρθενογένεση) της Νυκτός, τέκνα της οποίας ήταν ο Μόρος, η Κυρ, ο Θάνατος, ο Ύπνος, τα Όνειρα, ο Μώμος, η Οϊζύς, οι Εσπερίδες, οι Μοίρες, οι Κήρες, η Νέμεσις, η Φιλότης, το Γήρας και η Έρις.



Απάτη

Προσωποποίηση της απάτης, του δόλου, της πανουργίας και του ψέματος.

Ο Όνειρος

Ο Όνειρος ήταν γιος τους Ερέβους και της Νύχτας, αδερφός του Ύπνου και του Θανάτου.
Ήταν η προσωποποίηση του ονείρου που στην αρχαιότητα αντιμετωπιζόταν ως κάτι πραγματικό και όχι ως δημιούργημα φαντασίας. Αρκετές είναι οι φορές που η μυθολογία δεν αναφέρεται μόνο σε έναν αλλά σε ένα πλήθος που έφεραν το όνομα "Όνειροι". Αυτοί ήταν δαίμονες που ζούσαν στο βασίλειο του Άδη και ήταν ταγμένοι στην υπηρεσία του Δία. Αποστολή τους ήταν να προσεγγίζουν τους ανθρώπους τις ώρες που κοιμούνταν για να τους φανερώσουν τη θεϊκή βούληση ή κάτι ευνοϊκό ή δυσάρεστο για το μέλλον.




Τα όνειρα χωρίζονταν στα «αληθινά» και στα «απατηλά». Η παράδοση έλεγε πως τα απατηλά χάνονταν γρήγορα περνώντας μέσα από μια πόρτα από φίλντισι ενώ τα αληθινά εισέρχονταν από μια κεράτινη πόρτα και παρέμεναν επειδή ήταν προφητικά. Αυτό εξηγεί η Πηνελόπη στους παρακάτω στίχους της Οδύσσειας απευθυνόμενη στον άντρα της, τον Οδυσσέα, που δεν είχε ακόμα αναγνωρίσει:
«Αχ ξένε, υπάρχουν όνειρα τρελά, ξεθωριασμένα
κι όσα ονειρεύονται οι θνητοί δεν αληθεύουν όλα.
Γιατί είναι των απατηλών ονείρων δύο κι οι πόρτες.
Η μια είναι από κέρατο κι η άλλη φιλντισένια.
Κι όσα απ’ το φιλντίσι περνούν το καλοτροχισμένο
όλα γελούν τον άνθρωπο, χαμένα φέρνουν λόγια.
Και πάλε όσα απ’ το κέρατο το σκαλιστό περάσουν
βγαίνουν αλήθεια στους θνητούς εκείνους
που τα βλέπουν».
Το όνειρο θεωρούνταν επίσης δίοδος επικοινωνίας μεταξύ ζωντανών και νεκρών και η παντοτινή ενθύμηση της μορφής τους. Κάποιες πανάρχαιες λαϊκές δοξασίες πιστεύεται πως έχουν προέλθει από εφιαλτικά ονειρικά βιώματα όπως για παράδειγμα, η αντίληψη για την τιμωρία των αμαρτωλών στον Κάτω Κόσμο από την οποία έχουν προκύψει αρκετοί μύθοι. Έτσι, μαθαίνουμε για το μαρτύριο του Τάνταλου με την άσβεστη πείνα και δίψα, του Σίσυφου ο οποίος κουβαλά στην πλάτη του ένα τεράστιο βράχο προσπαθώντας μάταια να τον αφήσει στην κορυφή κάποιου βουνού, του Ιξίονα που περιστρέφεται καρφωμένος πάνω σε έναν τροχό, κ.α.
Στα όνειρα απέδιδαν επίσης και θεραπευτικές ιδιότητες. Σε πολλά μαντεία, κυρίως στα Ασκληπεία, οι ιερείς μέσω της ύπνωσης και του ονείρου υπόσχονταν ίαση στους ασθενείς. Οι ενδιαφερόμενοι για να μπουν σε αυτή τη διαδικασία έπρεπε πρώτα να υποβληθούν σε ένα προ-στάδιο εξαγνισμού που περιλάμβανε καθαρμό σώματος και πνεύματος, νηστεία και τις απαραίτητες σπονδές και θυσίες. Αφού τελείωνε αυτό το στάδιο ο ασθενής μεταφερόταν σε ειδική αίθουσα που «ευνοούσε» τον ερχομό των ονείρων όπου υποβαλλόταν σε «εγκοίμηση». Μέσω των ονείρων ανέμενε την εμφάνιση του θεού που με ένα άγγιγμα του θα του χάριζε την ίαση που ζητούσε.

Ο Ωκεανός.

 Ο Ωκεανός: ήταν γιος του Ουρανού και της Γαίας και ισχυρότερος των δώδεκα Τιτάνων και Τιτανίδων. Όλοι τον ζήλευαν για την περίσσια δύναμή του και μονομαχούσαν συχνά για την υπεροχή. Όσες φορές προσπάθησε να βιάσει την Ήρα ο Δίας την προστάτευε και την έσωζε. Με την αδερφή και σύζυγό του την Τηθύ έκανε απογόνους όλες τις θεότητες των ποταμών, της θάλασσας και των πηγών – τις Ωκεανίδες. Οι δυο τους ήτανε τόσο καρπεροί, που από την υπερπαραγωγή υδάτινων στοιχείων της φύσης γινόντουσαν πλημμύρες. Έτσι χωρίσανε τελικά και το κακό σταμάτησε Ο Ωκεανός και η Τηθύς δεν αναμίχτηκαν στην Τιτανομαχία κατά του Δία, γι' αυτό και ο Δίας τους άφησε ανενόχλητους να κυριαρχούν στο υγρό τους βασίλειο. Με την άλλη του αδερφή την Θεία γέννησε τους Κέκροπες. Ο Ωκεανός αποτελούσε την ανθρωπόμορφη ιδεατή μορφή του υδάτινου κόσμου που περιέβαλε από παντού τη Γη ως παμμέγιστος ποταμός χωρίς πηγές αλλά και χωρίς εκβολές.



Μετά τον κατακλυσμό του Δευκαλίωνα και την απόσυρση των υδάτων οι εμφανιζόμενοι ποταμοί λίμνες πηγές κλπ. απετέλεσαν αλληγορικά τα τέκνα του Ωκεανού. Για την ερμηνεία των πηγών πίστευαν πως ο Ωκεανός ήταν εκείνος που με υπόγεια ρεύματα τροφοδοτούσε τους ποταμούς που συνέχιζαν την αέναη κίνησή τους (ροή τους) εξ ου και ονομαζόταν «αψόρρους» Ως συνέπεια των πρώτων παρατηρήσεων ο Ωκεανός θεωρούταν ένα τεράστιος κύκλος που δίχαζε την ουράνια σφαίρα στο υπεράνω της Γης ημισφαίριο και στο υπό της Γης ημισφαίριο γι' αυτό και ονομαζόταν επίσης «ορίζων». Κάτω από αυτή την αντίληψη όλοι οι συναφείς μύθοι παρουσίαζαν την ανατολή του Ήλιου της Ηούς, των αστέρων και των αστερισμών να γίνεται από τον Ωκεανό και στη συνέχεια να δύονται, (να βυθίζονται), επίσης σ' αυτόν. Πέραν δε του Ωκεανού, οι αρχαίοι πίστευαν ότι βρισκόταν ο ζοφερός Άδης. Έτσι ο Ωκεανός όπως και όλες οι άλλες παρατηρούμενες φυσικές δυνάμεις αναβιβάστηκε στην έννοια του θεού και μάλιστα, με την έννοια του αρχικού στοιχείου, ως Πατέρας θεών και πραγμάτων. Έτσι παράλληλα με την αρχική θεϊκή δυάδα Ουρανού και Γαίας, οι αρχαίοι Έλληνες δημιούργησαν τη θεϊκή δυάδα του πατέρα Ωκεανού και της μητέρας Τηθύος από την ένωση των οποίων, κατά την Θεογονία του Ησιόδου, γεννήθηκαν οι τρισχίλιοι ποτάμιοι θεοί (ποταμοί) και οι τρισχίλιες νύμφες οι καλούμενες Ωκεανίδες (ιδεατές ισάριθμες μορφές της ροής των αδελφών τους) των οποίων και τελικά τέκνα ήταν πολλά ανθρώπινα γένη (δηλαδή οι νησιώτες και οι παραποτάμιοι λαοί)

Ωκεανός, ο γιος του Ουρανού και της Γαίας.

 Ωκεανός: ήταν γιος του Ουρανού και της Γαίας και ισχυρότερος των δώδεκα Τιτάνων και Τιτανίδων. Όλοι τον ζήλευαν για την περίσσια δύναμή του και μονομαχούσαν συχνά για την υπεροχή. Όσες φορές προσπάθησε να βιάσει την Ήρα ο Δίας την προστάτευε και την έσωζε. Με την αδερφή και σύζυγό του την Τηθύ έκανε απογόνους όλες τις θεότητες των ποταμών, της θάλασσας και των πηγών – τις Ωκεανίδες. Οι δυο τους ήτανε τόσο καρπεροί, που από την υπερπαραγωγή υδάτινων στοιχείων της φύσης γινόντουσαν πλημμύρες. Έτσι χωρίσανε τελικά και το κακό σταμάτησε Ο Ωκεανός και η Τηθύς δεν αναμίχτηκαν στην Τιτανομαχία κατά του Δία, γι' αυτό και ο Δίας τους άφησε ανενόχλητους να κυριαρχούν στο υγρό τους βασίλειο. Με την άλλη του αδερφή την Θεία γέννησε τους Κέκροπες. Ο Ωκεανός αποτελούσε την ανθρωπόμορφη ιδεατή μορφή του υδάτινου κόσμου που περιέβαλε από παντού τη Γη ως παμμέγιστος ποταμός χωρίς πηγές αλλά και χωρίς εκβολές. 



Μετά τον κατακλυσμό του Δευκαλίωνα και την απόσυρση των υδάτων οι εμφανιζόμενοι ποταμοί λίμνες πηγές κλπ. απετέλεσαν αλληγορικά τα τέκνα του Ωκεανού. Για την ερμηνεία των πηγών πίστευαν πως ο Ωκεανός ήταν εκείνος που με υπόγεια ρεύματα τροφοδοτούσε τους ποταμούς που συνέχιζαν την αέναη κίνησή τους (ροή τους) εξ ου και ονομαζόταν «αψόρρους» Ως συνέπεια των πρώτων παρατηρήσεων ο Ωκεανός θεωρούταν ένα τεράστιος κύκλος που δίχαζε την ουράνια σφαίρα στο υπεράνω της Γης ημισφαίριο και στο υπό της Γης ημισφαίριο γι' αυτό και ονομαζόταν επίσης «ορίζων». Κάτω από αυτή την αντίληψη όλοι οι συναφείς μύθοι παρουσίαζαν την ανατολή του Ήλιου της Ηούς, των αστέρων και των αστερισμών να γίνεται από τον Ωκεανό και στη συνέχεια να δύονται, (να βυθίζονται), επίσης σ' αυτόν. Πέραν δε του Ωκεανού, οι αρχαίοι πίστευαν ότι βρισκόταν ο ζοφερός Άδης. Έτσι ο Ωκεανός όπως και όλες οι άλλες παρατηρούμενες φυσικές δυνάμεις αναβιβάστηκε στην έννοια του θεού και μάλιστα, με την έννοια του αρχικού στοιχείου, ως Πατέρας θεών και πραγμάτων. Έτσι παράλληλα με την αρχική θεϊκή δυάδα Ουρανού και Γαίας, οι αρχαίοι Έλληνες  δημιούργησαν τη θεϊκή δυάδα του πατέρα Ωκεανού και της μητέρας Τηθύος από την ένωση των οποίων, κατά την Θεογονία του Ησιόδου, γεννήθηκαν οι τρισχίλιοι ποτάμιοι θεοί (ποταμοί) και οι τρισχίλιες νύμφες οι καλούμενες Ωκεανίδες (ιδεατές ισάριθμες μορφές της ροής των αδελφών τους) των οποίων και τελικά τέκνα ήταν πολλά ανθρώπινα γένη (δηλαδή οι νησιώτες και οι παραποτάμιοι λαοί)

ΚΟΑΛΕΜΟΣ: Ο ΘΕΟΣ ΤΗΣ ΒΛΑΚΕΙΑΣ

 «Των γαρ ηλιθίων απείρων γένεθλα».

 (Άπειρη η γενιά των ηλιθίων).

                                       Σιμωνίδης ο Κείος.


Έχουν γραφτεί και ειπωθεί πολλά για την ανθρώπινη βλακεία. Εγχειρίδια, οδηγοί, αναλύσεις, όλα προσπάθησαν να εξηγήσουν την ανθρώπινη ηλιθιότητα από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα.



Οι πρόγονοι μας είχαν δώσει σε μια θεότητα, έναν δαίμονα, όλη την ευθύνη της βλακείας που επισκέπτεται τον άνθρωπο και τον καθιστά ανήμπορο να ισορροπήσει την νόηση του προς όφελος του.

Το όνομα του Κ ο ά λ ε μ ο ς.

Ο Κοάλεμος είναι το πνεύμα της ηλιθιότητας, ο θεός της βλακείας. Είναι ένας δαίμονας, ο οποίος χαρακτηριζόταν ως «αιματοπότης», «απαιτητικός» και «ηλίθιος». Είναι το προσωποποιημένο πνεύμα της βλακείας και της ανοησίας.

Είναι πολύ πιθανό ο δαίμονας αυτός να έχει κάποια σχέση με τους Κοβάλους, δαίμονες της ακολουθίας του θεού Διονύσου. Αναφέρθηκε από τον Αριστοφάνη και επίσης στους Παράλληλους Βίους του Πλούταρχου.


{Ελάτε, κάντε παράκληση και προσφέρετε μια σπονδή στον Κοάλεμο τον θεό της βλακείας και φροντίστε να πολεμήσετε δυναμικά.}

Αριστοφάνης


{Αυτός [ένας άνδρας] είχε το κακό όνομα ότι ήταν διαλυμένος και δοσίλογος, και ότι κυνηγά τον παππού του Κίμωνα, ο οποίος, λένε, λόγω της απλότητάς του, ονομαζόταν Κοάλεμος, ο Ηλίθιος.}

Πλούταρχος


Ο Πλούταρχος γράφει για τον Κίμωνα ότι αρχικά ζούσε στην Αθήνα κάνοντας άσωτη ζωή, καθώς ήταν ζωηρός και μέθυσος, όμοιος στον χαρακτήρα με τον παππού του Κίμωνα, που του είχαν δώσει το όνομα Κοάλεμος χαρακτηρισμός του ανόητου, του ηλιθίου.

Έτσι βλέπουμε την λέξη «Κοάλεμος» να χρησιμοποιείται και ως επίθετο για να περιγράψει την έννοια του «ηλίθιου».


Το όνομά του ετυμολογικά δεν έχει εξηγηθεί επαρκώς, όμως κατά μία εκδοχή προήλθε από τις λέξεις «κ ο έ ω» που σημαίνει «νοῶ, παρατηρῶ, ἀκούω» και από το «ίλεως» που είναι ο «ευσπλαχνικός, ο ελεήμων». «Αυτός που ακούει, κατανοεί με ευσπλαχνία».


Ο Κοάλεμος δεν εγκατέλειψε ποτέ την ανθρωπότητα. Δεν χρειαζόταν να κτιστούν ναοί ούτε να αφιερωθούν γιορτές προς τιμήν του γιατί ο άνθρωπος τον τιμά συνεχώς και καθημερινά μέσα από πράξεις ανοησίας. Έτσι βλέπουμε πως ουδέποτε ξεχάστηκε αυτός ο θεός. Συνεχίζει να κρατά τα πρωτεία και το ανθρώπινο γένος είναι πραγματικά δεμένο μαζί του.

Είθε να αποκτήσουμε την συνείδηση, να βγούμε από την ύπνωση και τον μικρόκοσμο μας, και να καταλάβουμε πως στον βωμό του θεού Κοάλεμου προσφέρουμε καθημερινά όλη την δύναμη μας.

Είθε να τον σβήσουμε από κάθε πράξη μας δια παντός.

Είθε να καταφέρουμε να τον κλείσουμε στα Τάρταρα, εκεί που ζέχνουν όλες οι κακότητες και τα ζοφερά του κόσμου.


◾◾◾◾◾◾◾◾◾◾◾◾◾◾◾◾

Έρευνα αρθρογραφία και συλλογή πληροφοριών έγινε από την Γιώβη Βασιλική.

Πρωτοδημοσιεύτηκε στο μπλογκ μου Μυθική Αναζήτηση τον Σεπτέμβριο του 2022

Το λιοντάρι της Νεμέας

 Το λιοντάρι της Νεμέας ήταν ένα θρυλικό πλάσμα στην ελληνική μυθολογία που ερήμωσε την περιοχή της Νεμέας.  Η γούνα του ήταν αδιαπέραστη από τα όπλα των ανθρώπων και ως εκ τούτου, ήταν ασταμάτητη.  Θεωρήθηκε ότι ήταν το παιδί του Τυφώνα και της Έχιδνας, πατέρα και μητέρας όλων των τεράτων.  Άλλες μαρτυρίες αναφέρουν τον Δία και τη Σελήνη ως γονείς του.



 Το να σκοτώσει το λιοντάρι της Νεμέας ήταν το πρώτο έργο που ζήτησε ο βασιλιάς Ευρυσθέας από τον ημίθεο Ηρακλή κατά τη διάρκεια του μύθου των Έργων του Ηρακλή.  Μια εκδοχή λέει ότι το λιοντάρι απήγαγε γυναίκες από τη Νεμέα και τις κρατούσε στη φωλιά της, για να δελεάσει πολεμιστές.  Όταν ο γενναίος πολεμιστής έβλεπε τη γυναίκα, εκείνη γινόταν λιοντάρι και τον σκότωνε.  Ο Ηρακλής έφτασε σε μια κοντινή πόλη, όπου συνάντησε ένα νεαρό αγόρι.  το αγόρι του είπε ότι αν σκότωνε το λιοντάρι μέσα σε τριάντα μέρες, τότε ένα λιοντάρι θα θυσιαζόταν στον Δία.  Διαφορετικά, το αγόρι θα θυσιαζόταν.


 Ο Ηρακλής εντόπισε το λιοντάρι και προσπάθησε να το σκοτώσει ρίχνοντας βέλη.  Κατάλαβε όμως ότι δεν ωφελούσε λόγω της αδιαπέραστης γούνας του.  Στη συνέχεια περίμενε μέχρι το λιοντάρι να μπει στη φωλιά του από μια από τις δύο εισόδους.  Στη συνέχεια έκλεισε τη δεύτερη είσοδο και μπήκε επίσης στη σπηλιά.  Εκεί κατάφερε να σκοτώσει το λιοντάρι στραγγαλίζοντάς το με γυμνά χέρια.  Στη συνέχεια προσπάθησε να αφαιρέσει το δέρμα από το λιοντάρι αλλά το μαχαίρι του δεν κατάφερε να το κόψει.  Μετά από πολλή προσπάθεια, η θεά Αθηνά αποφάσισε να τον βοηθήσει, και του είπε να χρησιμοποιήσει ένα από τα νύχια του λιονταριού για να γδάρει το πλάσμα.  Ο Ηρακλής βγήκε νικητής την τριακοστή ημέρα αφότου είχε γνωρίσει το αγόρι.

Μενέλαος και Ωραία Ελένη - Μια συναρπαστική ιστορία αγάπης και πολέμου

Όλοι ξέρουμε τον μύθο της Ωραίας Ελένης. Είναι από τις ιστορίες αυτές που μαθαίνουμε ήδη από πολύ νωρίς, μαθαίνοντας για τους θεούς και τους ήρωες της Αρχαίας Ελλάδας καθώς και τα δυο μεγάλα έπη του Ομήρου, την Ιλιάδα και την Οδύσσεια. Και αν το δεύτερο από αυτά τα έπη επικεντρώνεται στις περιπέτειες του πολυμήχανου Οδυσσέα που αγωνίζεται να επιστρέψει στην Ιθάκη, το πρώτο έχει να κάνει με τον τελευταίο χρόνο του Τρωικού Πολέμου, εκεί όπου χιλιάδες άντρες οδηγήθηκαν στη μάχη και στον θάνατο για την Ελένη. Την Ελένη που αποφάσισε να κλεφτεί με τον Πάρη, τον πρίγκηπα της Τροίας εγκαταλείποντας τον σύζυγο της και βασιλιά της Σπάρτης, Μενέλαο.



Αυτά και μόνο είναι αρκετά για να σκιαγραφήσουμε τους τρεις χαρακτήρες. Σκεφτόμαστε την Ελένη ως άτιμη και άπιστη, τον Πάρη ως σωτήρα μιας καταπιεσμένης συζύγου και τον απατημένο Μενέλαο ως άξεστο και άπληστο άρχοντα όπως τείνουν να τον παρουσιάζουν στις ταινίες των τελευταίων χρόνων καθώς επίσης και σε μερικές αποδόσεις για παιδιά όπου προσπαθούν εν συντομία να πουν την ιστορία σε λίγες γραμμές.

Κι όμως εδώ έχουμε να κάνουμε με έναν μεγάλο και παρεξηγημένο έρωτα. Όχι της Ελένης και του Πάρη. Της Ελένης και του Μενέλαου.


Ο Μενέλαος ήταν ο μικρός γιος του βασιλιά των Μυκηνών Ατρέα. Ο Όμηρος τον ονομάζει “ξανθό” και “ωραίο”, πράγμα που σήμαινε ότι παρόλο που είχε εντελώς θνητή καταγωγή, διέθετε κάτι το θεϊκό στην όψη. Ήταν επίσης δίκαιος, τίμιος, ευγενικός και καλός φίλος. Αυτά μπορούμε να τα επιβεβαιώσουμε διαβάζοντας την Ιλιάδα και ειδικά το περιστατικό με την μάχη για το πτώμα του Πάτροκλου που οι Τρώες ήθελαν να βεβηλώσουν. Γενικά υπήρχε κάτι το “ιπποτικό” στο χαρακτήρα του Μενέλαου και το γεγονός και μόνο ότι κίνησε γη και ουρανό για να κερδίσει πίσω την αγαπημένη του και όχι για να την εκδικηθεί, μας λέει επίσης πολλά.


Τα παιδικά του χρόνια.

Μπορεί μεν ο Μενέλαος να ήταν πρίγκιπας των Μυκηνών, είχε όμως την ατυχία να δει τον πατέρα του να δολοφονείται από τον θείο του, τον Θυέστη, τον αδελφό του Ατρέα που ήθελε να γίνει βασιλιάς. Ο Θυέστης στη συνέχεια κυνήγησε τον Μενέλαο και τον Αγαμέμνονα για να τους σκοτώσει και αυτούς ώστε να μην υπάρχουν δικαιωματικοί διάδοχοι του θρόνου. Έτσι οι δυο νεαροί Ατρείδες έφυγαν μακριά από τις Μυκήνες και βρήκαν καταφύγιο στη Σπάρτη, εκεί όπου βασίλευε ο Τυνδάρεως, ο πατέρας της Ωραίας Ελένης και της Κλυταιμνήστρας. Εκεί έζησαν ο Αγαμέμνονας και ο Μενέλαος προσφέροντας τις υπηρεσίες τους μέχρι να ενηλικιωθούν και να εκδικηθούν το θάνατο του πατέρα τους.

Εδώ, λοιπόν, μπαίνει στην ιστορία η Ελένη, προικισμένη που ήταν με θεϊκή ομορφιά. Το δώρο αυτό όμως την έβαζε συνεχώς σε μπελάδες. Κοριτσάκι ήταν την είδε ο Θησέας, ο γνωστός ήρωας, και μπήκε στον πειρασμό να την απαγάγει, πράγμα που και έκανε, προκαλώντας έτσι την οργή των αδελφών της, του Κάστορα και του Πολυδεύκη, οι οποίοι για να σώσουν την αδελφή τους κατέστρεψαν την Αθήνα, το βασίλειο του Θησέα (μύθος που μας θυμίζει την μετέπειτα χρόνια έχθρα μεταξύ Αθηναίων και Σπαρτιατών). Αυτό βέβαια είναι το τίμημα του να είσαι ημίθεος, πόσο μάλλον παιδί του Δία. Διότι η ομορφιά της Ελένης δεν ήταν τυχαία. Στην πραγματικότητα η μητέρα της, η Λύδα δεν την έκανε με τον Τυνδάρεω αλλά με τον Δία ο οποίος είχε πάρει τη μορφή ενός λευκού κύκνου, γεννώντας έτσι δύο αυγά μέσα από τα οποία βγήκαν ο παντοδύναμος Πολυδεύκης και η πανέμορφη Ελένη.

Αφού οι Διόσκουροι κατάφεραν να την βρουν και την σώσουν, η Ελένη επέστρεψε στη Σπάρτη μεγαλώνοντας μαζί με τα αδέλφια της και τους Ατρείδες, τον Αγαμέμνονα και τον Μενέλαο. Και κάπου εκεί ένας έρωτας άρχισε να γεννιέται μεταξύ της Ελένης και του Μενέλαου που εκείνον τον καιρό φύλαγε τα κοπάδια του Τυνδάρεου.


Μεγάλωσαν οι Ατρείδες και ήρθε η ώρα να εκδικηθούν το θάνατο του πατέρα τους. Επέστρεψαν στις Μυκήνες και βοήθεια από τη Σπάρτη και σκότωσαν τον Θυέστη. Έτσι ο Αγαμέμνονας, ως μεγάλος γιος, έγινε ο βασιλιάς των Μυκηνών και ζήτησε για γυναίκα του την Κλυταιμνήστρα, την αδελφή της Ελένης. Όσο για τον Μενέλαο, επέστρεψε στη Σπάρτη κοντά στην αγαπημένη του Ελένη, γνωρίζοντας πως σε λίγο καιρό θα την έχανε για πάντα. Γιατί η Ελένη έφτασε σε ηλικία γάμου και δεκάδες βασιλιάδες και πρίγκιπες ήρθαν να τη ζητήσουν.

Σχεδόν όλοι όσοι πήραν μέρος αργότερα στον Τρωικό Πόλεμο ως αρχηγοί, επισκέφτηκαν το παλάτι του Τυνδάερου με όνειρο να κάνουν δική τους την Ελένη. Ανάμεσα τους ο Αχιλλέας, ο Αίαντας, ο Διομύδης και ο Οδυσσέας. Όλοι τους έπρεπε να περάσουν αθλητικές δοκιμασίες και όποιος έβγαινε πρωταθλητής θα έκανε την Ελένη γυναίκα του. Όμως ήταν δύσκολο να στεφθεί ο νικητής ανάμεσα σε τόσους ήρωες, με αποτέλεσμα κάποια στιγμή να τραβηχτούν όπλα και να ξεσπάσει τρομερός καβγάς.

Τη λύση την έδωσε ο Οδυσσέας. Και ποια λύση ήταν αυτή. Να άφηναν την ίδια την Ελένη να διαλέξει τον άντρα που ήθελε για σύντροφο της.

Έτσι κι έγινε. Η Ελένη αφέθηκε μέσα στα βασιλόπουλα να επιλέξει. Όμως αυτός που επέλεξε δεν ήταν βασιλιάς. Ήταν ο Μενέλαος. Ο παιδικός της φίλος, ο εκλεκτός της καρδιάς της.

Κι έτσι το ζευγάρι παντρεύτηκε και έζησε ευτυχισμένο. Αργότερα απέκτησαν ένα κοριτσάκι, την Ερμιόνη. Και όταν ο Τυνδάρεως πέθανε από γηρατειά, τη θέση του πήρε ο Μενέλαος και έγινε βασιλιάς της Σπάρτης.

Την ευτυχία τους όμως ήρθε να ταράξει ο μικρός γιος του Πρίαμου, ο Πάρης. Αυτός ήρθε ως φιλοξενούμενος του Μενέλαου με τον οποίο είχαν γίνει φίλοι πριν από λίγο καιρό στην Τροία, όταν ο πρώτος έσωσε τη ζωή του δεύτερου από ένα αγριογούρουνο. Ο Πάρης όμως είχε άλλα σχέδια καταφθάνοντας στην Σπάρτη. Είχε έρθει για να πάρει το δώρο που του είχε τάξει η θεά Αφροδίτη σε αντάλλαγμα του Μήλου της Έριδος που της χάρισε ως ομορφότερη από τις τρεις θεές που τον είχαν θέσει για κριτή.

Και το δώρο αυτό δεν ήταν άλλο από την ίδια την Ελένη.


Η Ελένη, από τη μεριά της δεν ήθελε να αφήσει ούτε τον άντρα της ούτε και το παιδί της. Οι αναμνήσεις από την απαγωγή του Θησέα και την καταστροφή της Αθήνας της είχαν αφήσει σημάδια. Δεν ήθελε να ξαναπεράσει τα ίδια και χειρότερα για χάρη του νεαρού Τρώα. Όμως αναγκάστηκε να υποκύψει στο όνομα της θεάς. Κι έτσι, μια νύχτα που ο Μενέλαος έλειπε στην Κρήτη για να βρεθεί αναγκαστικά στο πλάι του φίλου του, του Ιδομενέα, έφυγε με τον Πάρη.

Κατά μία έννοια υπήρξε απαγωγή. Δεν έφυγαν οι δυο τους αφού ο Πάρης έκλεψε μαζί με την Ελένη και τους θησαυρούς του Μενέλαου, μαζί και κάποιες γυναίκες του παλατιού. Ο φίλος του ο Αινείας προσπάθησε να τον συνετίσει μα ο Πάρης ήταν αρκετά άπληστος για να σταματήσει. Και μόνο που είχε σβήσει από μέσα του την αγαπημένη του Οινώνη, μια νύμφη με την οποία ήταν παντρεμένος, αυτό αρκούσε για να φανερώσει την αλαζονεία του.

Τα νέα έφτασαν στον Μενέλαο ο οποίος πληγωμένος τόσο από την γυναίκα του όσο και από την ασυγχώρητη συμπεριφορά του φιλοξενούμενου του, ταξίδεψε ως την Τροία για να λύσει το θέμα ειρηνικά. Οι Τρώες όμως δεν τον δέχτηκαν κι έτσι ο Μενέλαος γύρισε στην Σπάρτη ταπεινωμένος. Ο αδελφός του, ο Αγαμέμνονας, ο οποίος εδώ και καιρό έκανε βλέψεις να κατακτήσει την Τροία, βρήκε την ευκαιρία που έψαχνε. Θα καλούσε όλους τους βασιλιάδες της Ελλάδας να πολεμήσουν στο πλευρό των Ατρειδών όπως είχαν ορκιστεί να κάνουν την μέρα που η Ελένη διάλεξε τον Μενέλαο για σύζυγο της.


Η συνέχεια είναι σε όλους μας γνωστή. Δεκάδες στρατοί συγκεντρώθηκαν στην Αυλίδα για να σαλπάρουν μέχρι την Τροία και να πολεμήσουν για χάρη της Ελένης και του Μενέλαου. Δέκα ολόκληρα χρόνια κράτησε ο πόλεμος και χιλιάδες Έλληνες και Τρώες έχασαν την ζωή τους, ανάμεσα τους μεγάλοι ήρωες όπως ο Αχιλλέας και ο Έκτορας. Σκοτώθηκε και ο Πάρης από τον Φιλοκτήτη κι έτσι ο Μενέλαος έχασε την ευκαιρία του να τον εκδικηθεί. Ο Διήφοβος, αδελφός του Πάρη, βρήκε την ευκαιρία που έψαχνε. Να κάνει δική του την Ελένη με αποτέλεσμα να νιώσει την οργή του Μενέλαου όταν ο Δούρειος Ίππος μπήκε στην Τροία και οι Έλληνες έλυσαν την πολιορκία.

Τώρα, έπειτα από τόσον καιρό αγωνίας, σφαγής, πόνου, αίματος και δακρύων, το ζευγάρι ήταν και πάλι μαζί. Η ώρα τους να επιστρέψουν στην πατρίδα και στην κόρη τους, είχε φτάσει.

Ή έτσι πίστευαν.


Ο Μενέλαος και η Ελένη, πέρα από τα δέκα χρόνια που έκαναν να ανταμώσουν, χρειάστηκαν άλλα οχτώ για να γυρίσουν στην Σπάρτη. Μια τρομερή φουρτούνα έξω από την Λακωνία έστειλε το καράβι τους μακριά, σε χώρες που δεν είχαν επισκεφτεί. Πέρασαν από την Συδώνα, την Αιθιοπία, την Κύπρο, την Φοινίκη και την Λιβυή. Στην Αίγυπτο τους φιλοξένησε η βασίλισσα Πολυδάμια η οποία χάρισε στην Ελένη ένα μαγικό βότανο που όποιος το έπινε, ξεχνούσε τα δυσάρεστα του παρελθόντος.

Για να φτάσουν τελικά στην Σπάρτη έπρεπε πρώτα να βρουν τον Πρωτέα, τον Γέρο της Θάλασσας και να πάρουν το χρησμό του. Μετά από πολλές περιπέτειες ο Μενέλαος κατάφερε να αιχμαλωτίσει τον Πρωτέα για να μάθει σε ποιους θεούς έπρεπε να θυσιάσει και ποιον δρόμο να ακολουθήσει.

Ο Πρωτέας αποκάλυψε τα πάντα στον Μενέλαο και μαζί με αυτά τις τύχες των συντρόφων του. Του είπε για την ταλαιπωρία του Οδυσσέα και για την δολοφονία του αδελφού του Αγαμέμνονα από την Κλυταιμνήστρα και τον εραστή της Αίγισθο, τον γιο του Θυέστη. Όμως του είπε και κάτι ευχάριστο. Ότι ο Μενέλαος και η Ελένη δεν θα αποχωρίζονταν ποτέ ξανά ο ένας τον άλλον και θα ζούσαν μαζί ως τα βαθιά γεράματα. Και όταν θα έκλειναν τα μάτια τους θα πήγαιναν στα Ηλύσια Πεδία όπου θα συνέχιζαν να ζουν αγαπημένοι για όλη την αιωνιότητα.


Και έτσι έγινε. Ο Μενέλαος και η Ελένη, οι δυο παιδικοί φίλοι που χτυπήθηκαν από την μοίρα να ζουν χωριστά στα ωραιότερα χρόνια της ζωής τους, επιτέλους βρήκαν γαλήνη μετά θάνατον. Και παραμένουν ερωτευμένοι και αγαπημένοι μακριά από τις έχθρες, τις αδικίες και τον πόλεμο, εκεί όπου ξεκουράζονται οι ήρωες και εραστές μιας αλλοτινής εποχής.


 

Μύθοι και Θρύλοι της Αρχαιας Ελλαδας Ν.Α. Κουν εκδ Λειψία, Ιφιγένεια εκδ Στρατικη, Ο Πόλεμος της Τροίας Λιντσει Κλαρκ εκδ Λιβάνη.

PRIAPUS. Fresco in the House of The Vettii, Pompeii. Casa dei vettii, vestibolo, priapo che poggia il fallo sulla bilancia.

 Priapo è un personaggio della mitologia greca, figlio di Dioniso e di Afrodite, per altri di Afrodite ed Ermes, o Ares, o Adone o Zeus. Hera, gelosa del marito, si sarebbe vendicata dando al bimbo un aspetto grottesco ed un enorme fallo.



Il culto di Priapo risale ai tempi di Alessandro Magno, proveniente dall'Ellesponto o dalla Propontide, simbolo della forza sessuale maschile e la fertilità della natura. Fu cacciato dall'Olimpo perchè incontenibile. Da ubriaco infatti tentò di stuprare la Dea Vesta. Anche l'asino, simbolo di lussuria, gli ragliò contro per farlo scappare.

Priapo rappresentava l'eros selvaggio, istintivo, quello che la mente razionale aveva fatto tanta fatica a dominare, non solo come sesso indiscriminato, ma pure come libertà di percepire i propri sentimenti, come quello verso la donna che fu un istinto fortemente represso sia in Grecia che a Roma, soprattutto in età repubblicana. Pure il saggio Aristotele sosteneva che il principio generativo risiedesse esclusivamente nell'uomo. Le donne erano secondo lui sterili, accoglievano il seme maschile ma non partecipavano alla fecondazione.

Il suo animale era l'asino, per l'importanza che aveva nella vita contadina, e per l'analogia dei membri smisurati. Narra il mito che Priapo insidiasse la ninfa Lotide dormiente, ma il ragliare di un asino svegliò la ninfa impedendo l'accoppiamento, il mito sostiene che il Dio, per vendetta, pretendesse il sacrificio annuale di un asino. In realtà l'animale sacrificato rappresentava un aspetto della stessa divinità nei tempi più antichi, era un Dio molto orgoglioso del suo sesso:


"La massima piacevolezza del mio pisello,

è che nessuna donna gli è mai troppo larga."


Pertanto Priapo è istinto ma un po' distorto da una ebbrezza di potenza virile: l'ipervalutazione del fallo. In questa euforia il culto fu ricollegato ai riti e alle orge dionisiache, che erano ebbrezza della natura non del sesso, o non nel potere del sesso, ma in quanto espressione della natura, quindi un potere impersonale. Il fatto però che il Dio fosse così brutto e deforme riduceva il lato sacrale riportandolo a livello terreno e non più aulico.

Il suo culto era associato al mondo agricolo ed alla protezione delle greggi, dei pesci, delle api, degli orti. Spesso infatti, cippi di forma fallica venivano usati a delimitare gli agri di terra coltivabile. Tradizione proseguita nonostante il cristianesimo. Ancora oggi troviamo cippi fallici in Italia, nelle campagne di Sardegna, Puglia e Basilicata o nelle zone interne di Spagna, Grecia e Macedonia.


Amato dalle donne come propiziatore di fertilità, il Dio fu poi per questo esiliato da Lampsasco, sua città natale, per volere dei mariti gelosi. Gli Dei intervennero rendendo impotenti i maschi della città, così Priapo venne richiamato e venerato come Dio dei giardini, per allontanare ladri e malocchio, e propiziare la fecondità dell'orto.


Nelle Falloforie, feste in onore di Dioniso e poi di Priapo, fu collegato ai riti e alle orge dionisiache.


« Ritiratevi, fate posto

al dio! perché egli vuole

enorme, retto, turgido,

procedere nel mezzo. »


Nelle falloforie propiziatorie del raccolto, molto diffuse nel mondo agricolo dell'antica Grecia e poi in Italia e nei territori dominati dai Romani, le processioni con il fallo terminavano con una pioggia di acqua mista a miele e succo d'uva, indirizzata verso i campi, che rappresentava l'eiaculazione del seme origine della vita e quindi propiziava l'abbondanza del raccolto.

Λήδα και ο Κύκνος

 Λήδα και ο Κύκνος (ένας μεταμορφωμένος Δίας) - Βρέθηκαν στο ιερό της Αφροδίτης στην Παλαιά Πάφο, Κύπρος

Leda and the Swan (a transformed Zeus) - Found in the sanctuary of Aphrodite at Palea Paphos, Cyprus





ΟΤΑΝ ΟΙ ΘΝΗΤΟΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥΝ ΜΥΘΟΥΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΘΕΟΥΣ....

- Προσεύχομαι ο Ζευς να μη το μάθει... εύχεται η πανούργα Ήρα , προσφεύγοντας γεμάτη παράπονο και ζήλια στους κήπους της Ανθούσας.

- Τι σε έφερε έως εδώ, Ήρα;...ρωτάει , γεμάτη συμπόνια η Χλωρίς. 



Η θεά Χλωρίς ήταν  χθονία θεότητα της βλάστησης, των λουλουδιών και των ανθέων – εξ ου και Ανθούσα.

Πρόσφερε γενναιόδωρα στους προγόνους μας ομορφιά και μεθυστικά αρώματα των υπέροχων λουλουδιών ! Χάριζε ζωή!

Καλοσυνάτη και πρόσχαρη δέχτηκε θερμά την βασίλισσα του Ολύμπου στον ολοστόλιστο κήπο, που ήταν και το σπιτικό της.


Την παρηγόρησε με λόγια φιλικά για να απαλύνει τον πόνο της. 


Η μεγάλη θεά όμως ήταν απαρηγόρητη μέσα στην απόγνωσή της. Της μίλησε με θλίψη στην φωνή : 

 <<  Οι λέξεις δεν ανακουφίζουν τον πόνο μου .  

Αν ο Δίας έγινε πατέρας χωρίς να χρησιμοποιήσει σύζυγο και κατέχει και τους δύο τίτλους μόνος του, γιατί να μην πρέπει να προβώ κι εγώ σε μια μητρότητα χωρίς σύζυγο... 

Μια γέννηση από παρθένα, που δεν την άγγιξε άνδρας; 

Θα δοκιμάσω κάθε φάρμακο στην πλατιά Γη και στον κενό Ωκεανό και στις βαθιές κοιλότητες στα Τάρταρα !>>…συμπλήρωσε με πάθος.


Ανάσανε βαθιά και διέκοψε την ροή των λέξεών της, διακρίνοντας μια διστακτικότητα στην έκφραση του προσώπου της θεάς , που είχε απέναντί της.


<<Φαίνεσαι, Νύμφη, ότι μπορείς να βοηθήσεις>>, ακούστηκαν μεταλλικές νότες στην φωνή της θεάς, που συνήθισε να παίρνει πάντοτε αυτό που επιθυμεί...

 

<<Τρεις φορές ήθελα να βοηθήσω, τρεις φορές κόλλησε η γλώσσα μου>> ,  διηγείται στην συνέχεια η Χλωρίς με την γραφίδα του Οβιδίου... 

<<Ο θυμός του Διός μου προκαλούσε φόβο.>>


 <<Σε παρακαλώ, βοήθησέ με>>, την πίεζε η Ήρα . 

<<Θα αποκρύψω την πηγή της βοήθειάς μου. 

Μάρτυς μου η ιερά Στυξ !!! >>, ορκίστηκε με τον απαραβίαστο φοβερό όρκο των θεών !


<<Ένα λουλούδι>>, είπα, <<από τα λιβάδια της Ωλένου θα πραγματοποιήσει την ευχή σου. 

Είναι μοναδικό στους κήπους μου. 

Και μια στείρα αγελάδα να το ακουμπήσει θα γίνει μητέρα…


Γρήγορα έκοψα το στερεωμένο λουλούδι με τον αντίχειρά μου. 

Η Ήρα αισθάνεται το άγγιγμα. Και με το άγγιγμα συλλαμβάνει. Φουσκώνει και εισέρχεται στην Θράκη και στην δυτική Προποντίδα, και πραγματοποιεί την ευχή της: Το τέκνο  δημιουργήθηκε !


ΠΗΓΗ: Οβίδιος «Fasti» 5.229 ff, Boyle, «Ρωμαϊκή ποίηση 1ου π.Χ. έως 1ου μ.Χ..».


Έτσι εμφανίσθηκε τότε επί Γης ο θεός Άρης!

Βλέπετε πως τα ονόματα ΗΡΑ και ΑΡΗ[Σ] έχουν ανάδρομη καρκινική σχέση...

Και η Χλωρίς πήρε και το επίθετο Αρεγονίδα! ( Αργοναυτικά-Ορφικά, 126).


Είχα γράψει πολλές φορές, πως οι μυθολογία των προγόνων μας είναι σχεδόν ολότελα άγνωστη για τους ρωμιούς . Μάλιστα, την εχθρεύονται κιόλας, μην μπορώντας να διανοηθούν πως η μυθολογούσα παράδοση δεν ταυτίζεται με την θεολογία , την ύπαρξη της οποίας αγνοούν παντελώς.  


Ο παραπάνω αρχαίος μύθος, που διασώζεται από τον Οβίδιο, σχεδόν κρύφτηκε… δεν διδάχθηκε ποτέ ...Όπως είναι ο προορισμός του μύθου...


Αποτέλεσε όμως μία ακόμη από πολλές πηγές για τους χριστιανούς και παραφράστηκε (ΤΙ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ !!!)  

για την «μαγική» γέννηση του ιησού  από την παναγία, μυρίζοντας τον κρίνο… Είναι μία ιστορία , που την λένε στα παιδάκια στους παιδικούς σταθμούς και τα σχολεία , όταν μιλάνε για την γέννηση του θεού τους. ΑΝ ΚΑΙ ΠΟΥΘΕΝΑ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΒΙΒΛΟ ΔΕΝ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ !!! 


Θαμπωμένοι από το κάλλος της αρχαίας Ελληνικής μας παράδοσης οι ρωμαίοι κατακτητές, υιοθέτησαν σχεδόν ολόκληρη την μυθολογία μας , χαρίζοντας απλά δικά τους ονόματα στους δικούς μας θεούς. 

Η Χλωρίς έγινε Φλώρα (< Χλώρα, όπως η Χλώρινα έγινε Φλώρινα). Η «Ρωμαία» θεά, έγινε πανομοιότυπη με την Χλωρίδα. (Οβίδιος «Fast.», V.195).  


Ίσως να τιμήθηκε κιόλας περισσότερο από τους ρωμαίους. Είχε αρχαιότατο ναό στην Ρώμη, επί του Κυρηναλίου λόφου, και ίδιον ιερέα και δεύτερο ναό, ανεγερθέντα κατά τον 2ο προ χυδαιότητας αιώνα. Τελούνταν προς τιμήν της μεγάλες αγροτικές εορτές, τα Φλοράλια / Floralia, τον μήνα Απρίλιο (περίπου 28 Απριλίου-1η Μαΐου), προς εξασφάλιση της προστασίας «εσπαρμένων αγρών». (βλ. Dict. of Ant. s. v. Floralia και Γ. Λεκάκη "Τάματα και αναθήματα").

Ο Διόνυσος με το αυγό

 ΔΙΟΝΥΣΟΣ ΜΕ ΑΥΓΟ

Πήλινη προτομή Διονύσου με κάνθαρο και αυγό, σύμβολο ευγονίας και αναγέννησης.

380-360 π.Χ.

Αθήνα, Μουσείο Παύλου και Αλεξάνδρας Κανελλοπούλου



DIONYSOS HOLDING AN EGG

Terracotta figurine of God Dionysos holding a cup (kantharos) and an egg, believed to be a symbol of fertility and rebirth.

380-360 B.C.

Athens, Paul & Alexandra Canellopoulos Museum

Temple of deified Zeus

 In Cyrene, it is the largest Greek temple in Libya dedicated to the great Greek goddess Zeus. It is considered the second largest temple in the list of temples dedicated to the worship of the great Greek deities, after the temple and altar of "Zeus" and "Hera" in the holy city of Olympia.



The construction of the temple dates back to the 5th century BC, when it was built with huge columns in the classical Doric style. It was demolished after the rebellion of the Jews in Medina between 11-117 AD. It was rebuilt by Emperor Commodus. The temple is 70 x 32 meters in size, with two rows of classic Doric columns. The temple had a statue of Zeus twelve times the size of an average human. In Roman times, Emperor Augustus presented a replica of the famous statue of Zeus carved by the sculptor Phidias, while other emperors gave similar gifts, leaving only the head and some fingers of the hand displayed in the temple. The Sculptures Museum in cyrene libya

'Ο Ιάσων και το Χρυσόμαλλο Δέρας' του Bert Thorvaldsen

Με το όνομα Αργοναυτική εκστρατεία φέρεται, στην Ελληνική Μυθολογία, η εκστρατεία του Ιάσονα και του πληρώματος του από την Ιωλκό στην Κολχίδα του Εύξεινου Πόντου για να πάρουν το χρυσόμαλλο δέρας, η οποία και εκφράζει αλληγορικά τη δεύτερη ιστορική μεγάλη αποίκηση των Ελλήνων στον Εύξεινο Πόντο. Η εκστρατεία αυτή πήρε το όνομά της από το πλοίο του Ιάσονα, την Αργώ, η οποία με τη σειρά της ονομάστηκε έτσι λόγω του κατασκευαστή της, Άργου.




Το Χρυσόμαλλο δέρας προερχόταν από το κριάρι, στο οποίο ανέβηκε ο Φρίξος, για να ξεφύγει από τον πατέρα του, βασιλιά του Ορχομενού της Βοιωτίας και την μητριά του που ήταν έτοιμοι να τον θυσιάσουν. Ο Φρίξος τελικά έφθασε στην αυλή του βασιλιά Αιήτη, ο οποίος τον δέχθηκε με τιμές και του έδωσε την κόρη του για γυναίκα. Όταν ο Φρίξος θυσίασε το κριάρι στον Δία, χάρισε το δέρμα του στον Αιήτη, ο οποίος το κρέμασε σε μια βαλανιδιά στο άλσος του Άρη και τοποθέτησε έναν δράκοντα να το φυλά.


Αιτία της αργοναυτικής εκστρατείας ήταν η ακόλουθη: Ο βασιλιάς Πελίας της Λοκρίδας στην Θεσσαλία, είχε λάβει χρησμούς ότι θα σκοτωθεί από έναν απόγονο του Αιόλου ο οποίος θα φορά ένα σανδάλι (μονοσάνδαλος). Όταν ο Πελίας είδε τον Ιάσονα να φοράει ένα σανδάλι στο δεξί του πόδι, για να τον απομακρύνει του έδωσε εντολή να φέρει πίσω το Χρυσόμαλλο δέρας.


Αφού συγκεντρώθηκαν οι Αργοναύτες, ο Ιάσονας τους ζήτησε να εκλέξουν τον αρχηγό τους. Όλοι τότε στράφηκαν στον Ηρακλή, ο οποίος είχε μόλις φέρει σε πέρας τον άθλο του Ερυμάνθιου κάπρου,. Αυτός, όμως, υπέδειξε για αρχηγό τον Ιάσονα, αφού ετούτος είχε οργανώσει το ταξίδι. Οι υπόλοιποι Αργοναύτες συμφώνησαν με την πρόταση του Ηρακλή και έτσι η αρχηγία της εκστρατείας ανατέθηκε στον Ιάσονα. Το πλοίο ναυπηγήθηκε από τον Άργο, υιό του Φρίξου, από τον οποίον πήρε και το όνομα του, Αργώ.  Ήταν φτιαγμένο από έλατα του όρους Πηλίου και κατά τη διάρκεια της κατασκευής ο Άργος καθοδηγείτο από την θεά Αθηνά. Είχε πενήντα κουπιά και στην πρύμνη η Αθηνά είχε τοποθετήσει ένα κομμάτι από την ιερή ομιλούσα βαλανιδιά των Δωδώνων.


Ο αριθμός των Αργοναυτών, ο οποίος αναφέρεται στα αρχαία ελληνικά κείμενα, ποικίλλει. Ο Πίνδαρος αναφέρει δέκα, ο Απολλόδωρος ο Αθηναίος σαράντα οκτώ, ο Απολλώνιος ο Ρόδιος, στα Αργοναυτικά, πενήντα πέντε, ενώ άλλοι συγγραφείς, εξήντα. Μόνο είκοσι οκτώ από τα παρακάτω ονόματα περιλαμβάνονται σταθερά σε όλα τα αρχαία ελληνικά κείμενα. Συγκεχυμένες είναι και οι πληροφορίες για τη χωρητικότητα της Αργούς. Άλλες πηγές αναφέρουν ότι ήταν σχεδιασμένη για πενήντα πέντε κωπηλάτες, άλλες για πενήντα (πεντηκοντήρης) και άλλες για τριάντα. Η μόνη γυναίκα που, με βάση ορισμένες πηγές, έλαβε μέρος στην εκστρατεία ήταν η παρθένος κυνηγός Αταλάντη. Ωστόσο, η συμμετοχή της αμφισβητείται. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τον Απολλόδωρο τον Αθηναίο, έλαβε μέρος στην εκστρατεία, όμως ο Απολλώνιος ο Ρόδιος αναφέρει ότι ο Ιάσονας δεν της επέτρεψε, τελικά, να επιβιβαστεί στο πλοίο, καθώς φοβόταν να υπάρχει μία γυναίκα μόνη μεταξύ τόσων ανδρών.


Οι Αργοναύτες απέπλευσαν από τις Παγασές, το λιμάνι της Ιωλκού. Αφού πέρασαν από τη Λήμνο, τη Σαμοθράκη, την Κύζικο (όπου από τραγική παρεξήγηση ο Ιάσων σκότωσε τον ομώνυμο βασιλιά), τη Μυσία, τις χώρες των Βεβρύκων και των Μαριανδυνών και αφού απάλλαξαν τον Φινέα από τις Άρπυιες, οι Αργοναύτες έφθασαν στην Κολχίδα. Εκεί ο Ιάσονας παρουσιάσθηκε μπροστά στον βασιλέα Αιήτη, στον οποίο ο Φρίξος είχε δωρήσει το Χρυσόμαλλο Δέρας, και του εξήγησε τον σκοπό της αποστολής του. Ο Αιήτης, που είχε αφιερώσει το δέρας στον θεό Άρη, είπε ότι δεν είχε αντίρρηση, αρκεί ο Ιάσονας να έζευε δύο ταύρους με χάλκινα πόδια που έβγαζαν φλόγες από τα ρουθούνια τους (οι δύο αυτοί ταύροι, δώρο του Ηφαίστου στον Αιήτη, δεν είχαν ζευτεί ποτέ προηγουμένως), να οργώσει με αυτούς ένα χωράφι και να το σπείρει με τα δόντια ενός δράκου.


Ο Ιάσονας άρχισε να σχεδιάζει το πώς θα επιτελέσει αυτούς τους άθλους, όταν μπήκε στη ζωή του η Μήδεια, η μάγισσα κόρη του Αιήτη. Η Μήδεια ερωτεύθηκε τον Ιάσονα μόλις τον είδε, και γνωρίζοντας το πρόβλημα θέλησε να τον βοηθήσει. Του ζήτησε όμως να της υποσχεθεί ότι θα την έπαιρνε μαζί του στην Ελλάδα και θα την παντρευόταν. Ο Ιάσων της το υποσχέθηκε και η Μήδεια του έδωσε ένα υγρό, με το οποίο άλειψε το σώμα του αλλά και την ασπίδα του. Από τη στιγμή εκείνη δεν μπορούσε να τον βλάψει ούτε όπλο, ούτε φλόγα. Μόνο που η ισχύς του μαγικού υγρού έπαυε μετά από 24 ώρες. Η Μήδεια αποκάλυψε, επίσης, στον Ιάσονα ότι, καθώς θα έσπερνε τα δόντια του δράκου, από εκείνα θα φύτρωναν αυθωρεί οπλισμένοι πολεμιστές, που θα επεδίωκαν να τον σκοτώσουν. Ο Ιάσονας μπόρεσε έτσι να ζέψει τους ταύρους χωρίς να καεί από τις φλόγες τους και έριξε μια πέτρα ανάμεσα στους πολεμιστές που «έσπειρε», όπως τον είχε, επίσης, συμβουλέψει η Μήδεια. Ετούτοι, νόμισαν ότι κάποιος από τους ίδιους την έριξε και αλληλοεξοντώθηκαν μεταξύ τους.


Αφού ο Ιάσονας επιτέλεσε τους δύο άθλους, ο Αιήτης αθέτησε την υπόσχεσή του. Προσπάθησε μάλιστα να κάψει το πλοίο και να εξοντώσει τους Αργοναύτες. Δεν απέμενε παρά να κατορθώσει να πάρει ο Ιάσονας το Δέρας μόνος του. όμως, το δέρας το φύλαγε ένας δράκος που δεν κοιμόταν ποτέ. Και πάλι έδρασε η Μήδεια και με τα μάγια της αποκοίμισε το θηρίο, οπότε ο Ιάσονας πλησίασε, ξεκρέμασε το Χρυσόμαλλο Δέρας από το δένδρο όπου ήταν κρεμασμένο και το πήρε μαζί του. Ο Αιήτης ήταν τόσο σίγουρος για τον δράκοντα αυτό, ώστε δεν έδειξε την απαιτούμενη προσοχή. Οι Αργοναύτες, λοιπόν, κατάφεραν να αποπλεύσουν μαζί με το Χρυσόμαλλο Δέρας, τη Μήδεια, καθώς και με τον αδελφό της, Άψυρτο. Ο Αιήτης τους κατεδίωξε με ένα πλοίο, αλλά η Μήδεια έσφαξε τον Άψυρτο, τον κομμάτιασε και πετούσε ένα-ένα τα κομμάτια στη θάλασσα, οπότε ο Αιήτης έχασε πολύ χρόνο για να περισυλλέξει τα κομμάτια του γιου του και οι Αργοναύτες διέφυγαν.


Μετά από πρόσθετες περιπέτειες (καθώς ο Δίας ήταν οργισμένος για το έγκλημα και τους έστελνε, πλέον, διαρκώς τρικυμίες), αφού αντιμετώπισαν τον Τάλω στην Κρήτη, κινδύνευσαν στο Κρητικό πέλαγος. Τότε, ο Ιάσονας προσευχήθηκε στον Απόλλωνα για να τους δείξει τον δρόμο. Ο θεός του φωτός άκουσε τη δέηση του ήρωα και τους έστειλε μια φωτεινή δέσμη η οποία τους οδήγησε σε μία από τις Σποράδες, από όπου στη συνέχεια βρήκαν τον δρόμο τους για την Ιωλκό.

Ο φτερωτός Τάλως.

 Τάλως🦅Η Φονική Μηχανή των Αρχαίων Ελλήνων💙🏦🇬🇷⚔️

https://www.youtube.com/watch?v=3zFk2Y4bs-E

Δίδραχμο της Φαιστού, 280 π.Χ. Ο φτερωτός Τάλως οπλισμένος με πέτρα.

(Ο Τάλως ήταν μυθικός φύλακας της Κρήτης.Ο Πλάτων τον θεωρεί υπαρκτό πρόσωπο, αδελφό του Ραδάμανθυ.)  

Ήταν γιγάντιος, ανθρωπόμορφος και με σώμα από χαλκό. Θεωρείται το πρώτο ρομπότ που κατασκευάστηκε ποτέ ή δημιουργήθηκε από τη φαντασία

ΣΎΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗ ΜΥΘΟΛΟΓΊΑ

Σχετικά με την προέλευσή του, υπάρχουν διαφορετικές εκδοχές. Η πιο γνωστή, από τον Απολλόδωρο, λέει πως τον κατασκεύασε ο θεός Ήφαιστος και τον χάρισε στο βασιλιά Μίνωα για να φυλάει την Κρήτη. 

Ο Πλάτων τον θεωρεί υπαρκτό πρόσωπο, αδελφό του Ραδάμανθυ. 

Ο Απολλώνιος ο Ρόδιος αναφέρει ότι ήταν δώρο του Δία στην Ευρώπη, η οποία μετά τον χάρισε στο γιο της Μίνωα. Μεταγενέστερα ο Ι. Κακριδής, βασιζόμενος στο ότι ο Ησύχιος γράφει πως ταλῶς σήμαινε ήλιος (ενώ Ταλαιός είναι το όνομα του Δία) στην Κρήτη και με βάση και άλλα στοιχεία, εκφράζει την άποψη ότι ήταν ηλιακή θεότητα που αργότερα μεταπλάστηκε σε ήρωα.

Ο Τάλως κατά τον Πλάτωνα ήταν επιφορτισμένος με το καθήκον να επιτηρεί την εφαρμογή των νόμων στην Κρήτη, κουβαλώντας τους μαζί του γραμμένους σε χάλκινες πλάκες. 

Οι περισσότερες πηγές αναφέρουν ότι ήταν άγρυπνος φύλακας της Κρήτης που γύριζε τις ακτές του νησιού τρεις φορές τη μέρα.Κατά άλλους ήταν φτερωτός και το καθήκον αυτό το εκτελούσε πετώντας. 

Κρατούσε σε απόσταση τα άγνωστα πλοία που πλησίαζαν την Κρήτη πετώντας τους τεράστιες πέτρες. 


Αν οι άγνωστοι είχαν ήδη αποβιβαστεί, τους έκαιγε με την ανάσα του ή πυράκτωνε το χάλκινο σώμα του σε κάποια φωτιά, τους αγκάλιαζε σφιχτά πάνω του κι έτσι τους έκαιγε.

Το τέλος του Τάλω ήρθε όταν συναντήθηκε με τους Αργοναύτες που γύριζαν από την Κολχίδα. 

Θέλοντας να δέσουν οι Αργοναύτες στο νησί αντιμετώπισαν τον γίγαντα που τους κρατούσε σε απόσταση. 

Τότε η Μήδεια, που ταξίδευε μαζί τους, μάγεψε με τα λόγια της τον Τάλω, υποσχόμενή του αθανασία, κι έτσι μπόρεσε ο Ιάσονας να του αφαιρέσει το καρφί στη φτέρνα του που έκλεινε τη μια και μοναδική φλέβα που διέτρεχε όλο το κορμί του και περιείχε ιχώρ, θανατώνοντάς τον. 

Άλλη εκδοχή αναφέρει ότι τον σκότωσε ο πατέρας του Φιλοκτήτη Ποίας, χτυπώντας τον με βέλος στο ίδιο μοναδικό αδύνατο σημείο του..

Δήμητρα της Κνίδου(350π.χ)~ Demeter of Knidos(350 b.C.) (Βρετανικό Μουσείο

 Το άγαλμα προέρχεται από το ιερό της Δήμητρας στην Κνίδο.





Ανακαλύφθηκε το 1857 από τον Τσαρλς Νιούτον που το (προώθησε)στη συνέχεια στο Βρετανικό Μουσείο.
Θεωρείται το τελειότερο από τα γνωστά αγάλματα της θεάς.
Ενσαρκώνει το ιδανικό πρότυπο της μητρότητας.
Η θεά βρίσκεται καθισμένη σε ένα θρόνο με τις βαθιές πτυχές των πολλαπλών ενδυμάτων της.
Το ιμάτιο της καλύπτει και το πίσω μέρος της κεφαλής της.
Το κεφάλι του αγάλματος έχει κατασκευαστεί σε ξεχωριστό κομμάτι μαρμάρου που προστέθηκε αργότερα στον κορμό του αγάλματος
.
Το άγαλμα έχει αποδοθεί στον Σκόπα, στον Λεωχάρη ή στον Βρύαξη.

Ναός Αφαίας,Αίγινα

Ο θνήσκων πολεμιστής, κείτεται στο έδαφος μετά από τραύμα στο στήθος, όπως φαίνεται από την τρύπα του βέλους κοντά στη δεξιά θηλή. Το βέλος του Ηρακλή είναι αυτό που τον σκότωσε, γι' αυτό και οι μελετητές υποθέτουν πως η μορφή είναι του #Λαομέδοντα, του βασιλιά των Τρώων.




Φορά χαλκιδαϊκό κράνος το λοφίο του οποίου είναι πρόσθετο.
Βρίσκεται στη Γλυπτοθήκη του Μονάχου.
Στην ελληνική μυθολογία ο Λαομέδοντας ή Λαομέδων ήταν ένας από τους βασιλιάδες της Τροίας, γιος του Ίλου και της Ευρυδίκης.
Ηταν σύζυγος της κόρης του ποτάμιου θεού Σκαμάνδρου, της Στρυμούς ή Πλακίας (κατ' άλλους της Λευκίππης) και πατέρας πολλών παιδιών, όπως ο Τιθωνός, ο Ποδάρκης και η Ησιόνη. Ως γιος του αναφέρεται (συνήθως ως νόθος) και ο Βουκολίωνας, που τον απέκτησε με τη νύμφη Καλύβη.
Διαδέχθηκε στον θρόνο της Τροίας τον πατέρα του και μετά θέλησε να κτίσει μεγάλα τείχη γύρω από την πόλη. Προσέλαβε λοιπόν με μισθό τους θεούς Ποσειδώνα και Απόλλωνα, τους οποίους ο Δίας είχε τιμωρήσει να υπηρετήσουν θνητό. Οι δύο αθάνατοι εργάσθηκαν πραγματικά επί ένα ολόκληρο χρόνο. Ο Όμηρος αναφέρει ότι ο Ποσειδώνας έκτισε τα τείχη, ενώ ο Απόλλωνας έβοσκε τα κοπάδια του Λαομέδοντα στο όρος Ίδη. Βοηθός αμφοτέρων ήταν ο θνητός Αιακός. Μόλις όμως πέρασε ο χρόνος, ο Λαομέδοντας αρνήθηκε να τους δώσει όσα τους είχε υποσχεθεί και μάλιστα απείλησε τον Απόλλωνα ότι θα τον έδενε και θα τον πουλούσε για δούλο στα νησιά! Τότε οργίσθηκαν οι δύο θεοί και ο μεν Απόλλωνας έστειλε λοιμό στην πόλη, ο δε Ποσειδώνας έστειλε ένα θαλάσσιο τέρας που έβγαινε με την πλημμυρίδα και έτρωγε ανθρώπους.
Σύμφωνα με τον χρησμό που έλαβε τότε ο Λαομέδων, η πόλη θα λυτρωνόταν από το θηρίο αν έδινε σε αυτό ως γεύμα την κόρη του Ησιόνη. Εκείνο τον καιρό πέρασε ο Ηρακλής από την Τροία μαζί με τους Αργοναύτες και υποσχέθηκε στον βασιλιά να σώσει την κόρη του αν του έδινε τα άλογα που είχε λάβει ως δώρο από τον Δία επειδή τον βοήθησε να αρπάξει τον ανιψιό του (κατά μία εκδοχή γιο του), τον Γανυμήδη. Ο Λαομέδων το υποσχέθηκε και ο ήρωας σκότωσε το θηρίο απελευθερώνοντας την κόρη, αλλά ο κακόβουλος βασιλιάς αθέτησε και πάλι την υπόσχεσή του. Ο Ηρακλής θύμωσε και επέστρεψε μετά από καιρό ως αρχηγός στρατού, κυρίευσε την Τροία (πολύ πριν τον περίφημο Τρωικό Πόλεμο) και σκότωσε με τα βέλη του τον Λαομέδοντα και όλους τους γιους του εκτός από τον Ποδάρκη. Την Ησιόνη τότε την έδωσε ως σύζυγο στον φίλο του Τελαμώνα.
Μία παραλλαγή του μύθου λέει αναλυτικότερα ότι ο Ηρακλής απέστειλε πρώτα στον Λαομέδοντα τους Τελαμώνα και Ίφικλο για να ζητήσουν τα άλογα που του είχε υποσχεθεί. Ο Λαομέδων όμως φυλάκισε τους δύο απεσταλμένους του ήρωα και ήταν έτοιμος να επιτεθεί εναντίον των λοιπών Αργοναυτών. Τότε ο Ηρακλής ειδοποιήθηκε από τον Ποδάρκη, κυρίεψε την πόλη και σκότωσε τον βασιλιά. Ο τάφος του βρισκόταν στην Τροία. Σύμφωνα με κάποιο χρησμό, η πόλη ήταν αδύνατο να αλωθεί όσο ο τάφος αυτός παρέμενε άθικτος.

Ο Γέρας. Ο δαίμονας των γηρατειών...

 Ο Γέρας ήταν ο δαίμονας των Γηρατειών που μας οδηγεί στο θάνατο ένα από τα κακόβουλα πνεύματα που γεννήθηκαν από τη θεά Νύξ (Νύχτα). Ο Γέρας εμφανίζεται περιστασιακά με τον Ηρακλή σε ζωγραφιές αγγείων ως λυγισμένος και αδυνατισμένος γέρος. Ο Ηρακλής, ο οποίος τελικά ξεπέρασε την ηλικία και τον θάνατο για να πετύχει την αθανασία, τον κρατάει στον κόλπο απειλώντας τον με το ρόπαλο του. 



Η πελίκη δείχνει τον Ηρακλή να απειλεί τον Γέρα με το ρόπαλο του. Ο γέρο δαίμονας απεικονίζεται με το μπαστούνι του. Αττική ερυθρόμορφη πελίκη, φταιαγμένη στηνν Αθήνα και αποδιδεται στον ζωγράφο του Γερα, 480 -470 π.Χ. Βρέθηκε στην Κάπουα της Ιτλίας. Μουσείο Λούβρου

Wikimedia

ΑΙΣΩΠΟΣ - Ο ΜΕΓΑΣ ΜΥΘΟΠΛΑΣΤΗΣ

Ο Αίσωπος γεννήθηκε τον 7ο πΧ αιώνα στη Μεσημβρία του Εύξεινου Πόντου, κατ’ άλλους στη Φρυγία. Σύμφωνα με τους αρχαίους φιλοσόφους και ιστορικούς Πλάτωνα, Αριστοτέλη, Ηρόδοτο, Ξενοφώντα, Λουκιανό και τον βυζαντινό λόγιο και θεολόγο Μάξιμο Πλανούδη- ο οποίος κατέγραψε το βίο του- ο Αίσωπος ήταν δύσμορφος, ραχιτικός και διένυσε ταλαίπωρο βίο. Προερχόταν από οικογένεια δούλων με αποτέλεσμα να καταλήξει σε σκλαβοπάζαρο και να ακολουθήσει κι εκείνος τη μοίρα του δούλου. Σε νεαρή ηλικία αγοράστηκε από τον Ξάνθο, φιλόσοφο της Σάμου, ο οποίος αργότερα τον πούλησε στον συντοπίτη του φιλόσοφο, Ιάδμονα.



Παρά τα εξωτερικά του ελαττώματα ο Αίσωπος διακρινόταν για την ευφυΐα του και για το πνεύμα δικαιοσύνης και ηθικής, τα οποία τον έφερναν συχνά σε δυσμενή θέση καθώς δεν δίσταζε να ασκεί κριτική σε όλους όσους θεωρούσε πως έβλαπταν το κοινωνικό σύνολο, ακόμα κι αν αυτοί ήταν άρχοντες ή ιερείς. Λέγεται πως για το θάρρος του καταδικάστηκε σε θάνατο από τους ιερείς των Δελφών και ρίχτηκε από την κορυφή του Παρνασσού στο γκρεμό, επειδή τόλμησε να ξεσκεπάσει τις απάτες τους και τη συνήθειά τους να πλουτίζουν από τα δώρα των προσκυνητών. Κατά άλλη εκδοχή, ο Ξάνθος για να απαλλαγεί από την ενοχλητική ειλικρίνεια και την ευθύτητά του Αισώπου, του χάρισε την ελευθερία του.


Ο Αίσωπος δίδασκε προφορικά με τους μύθους του, οι οποίοι καταδείκνυαν την πονηρία, την αλαζονεία, την ανοησία και την αδυναμία των ανθρώπων. Ήρωες των μύθων του ήταν ζώα της ελληνικής υπαίθρου αλλά και άλλων χωρών στις οποίες είχε ταξιδέψει ακολουθώντας τους κυρίους του και είχαν ως σκοπό να διαπαιδαγωγήσουν, να συμμορφώσουν και να συνετίσουν μικρούς και μεγάλους. Τα παραμύθια του είχαν ύφος απλό και κατανοητό, ενώ οι τετράποδοι ή φτερωτοί χαρακτήρες του, οι οποίοι σκέφτονταν, μιλούσαν, έσφαλαν και πλήρωναν για τα παραπτώματά τους, έγιναν ιδιαιτέρως αγαπητοί από τα πλατιά κοινωνικά στρώματα.


Ο Αίσωπος κατάφερε να αναδείξει τον πεζό λόγο σε μια εποχή που χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά ο έμμετρος λόγος. Ο Ηρόδοτος τον αποκαλεί “λογοπλάστη” και αναφέρει πως οι μύθοι δεν ήταν επινόηση δική του αλλά προϋπήρχαν, κι εκείνος τους συγκέντρωσε και τους τελειοποίησε. Οι μύθοι του συνέχισαν να περνούν προφορικά από γενιά σε γενιά ακόμη και μετά το θάνατό του. Τον 4ο π.Χ αιώνα, ο Δημήτριος ο Φαληρεύς κατέγραψε μια συλλογή από αυτούς, ενώ τον 15ο-16ο αιώνα οι Αισώπειοι μύθοι συγκεντρώθηκαν συνολικά και εκτυπώθηκαν για πρώτη φορά σε τυπογραφείο του Μιλάνου και κατόπιν του Παρισιού.


Από Βάσω Μαγγανάρη


Πηγές:


Βικιπαίδεια


Εγκυκλοπαίδεια Υδρόγειος


Πίνακας δημοσίευσης: "Αίσωπος", έργο του Ισπανού Ζωγράφου Diego Velázquez

Ο Πύργος του Νελ, του Αλέξανδρου Δουμά (πατρός). Ραδιοφωνικό θέατρο

  Αγαπητοί φίλοι απόψε θα σας παρουσιάσω το έργο του Αλεξάνδρου Δουμά (πατρός) "Ο Πύργος του Νελ", ένα έργο που γράφτηκε το 1832, ...