Ποίος ήτον ο φονεύς του αδελφού μου, του Γεωργίου Βιζυηνού. Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος

  Φίλες και φίλοι απόψε θα σας παρουσιάσω το αριστουργηματικό διήγημα του Βιζυηνού με τίτλο Ποίος ήτον ο φονεύς του αδελφού μου. Το έργο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ¨Εστία¨ μεταξύ 23-10-1883 και 3-11-1883 σε τρεις συνέχειες. Πρόκειται για μια πολύ καλή ανάλυση, (και με χρήση σασπένς μάλιστα) μιας ορθόδοξης οικογένειας που ζει στην Οθωμανική Αυτοκρατορία το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα.

 


  Ο πραγματικός χρόνος του έργου είναι πιθανότατα το 1880, καθώς ο συγγραφέας αναφέρει ότι ο Χρηστάκης δολοφονήθηκε τρία χρόνια νωρίτερα στις αρχές του Ρωσοτουρκικού πολέμου (1877).

 

  Ο συγγραφέας ήταν από τους σημαντικότερους Έλληνες πεζογράφους εκείνης της εποχής. Μιας εποχής που στη χώρα μας οι πεζογράφοι στρέφονταν στην περιγραφή της υπαίθρου με στόχο τα ήθη και τα έθιμα του ελληνικού λαού. Έτσι σιγά σιγά άρχιζε να καλλιεργείται το ηθογραφικό διήγημα.

 

 

Η υπόθεση του έργου:

 

   Η ιστορία ξεκινά στην Κωνσταντινούπολη, όπου ο ήρωας του έργου, που δεν είναι άλλος από τον ίδιο τον Βιζυηνό, συναντά την μητέρα του και τον αδερφό του Μιχαήλο, σε ένα ξενοδοχείο της πόλης ερχόμενος από την Ευρώπη, όπου σπούδαζε.

 

  Η μητέρα και ο Μιχαήλος υποδέχονται με μεγάλη χαρά τον Γιωργή, την ίδια στιγμή όμως η ενθύμηση του χαμού του Χρηστάκη φορτίζει το όλο σκηνικό. Από αυτό το σημείο αρχίζει η εξιστόρηση των γεγονότων από την μάνα, που αφορούν την δολοφονία του μεσαίου της υιού, του Χρηστάκη, καθώς ο Γιωργής δεν γνωρίζει ακριβώς τα συμβάντα εξαιτίας της απουσίας του στο εξωτερικό.

 

  Κάποια μέρα στο σπίτι της μητέρας του Γιωργή εμφανίζεται ο Χαραλαμπής του Μητάκου ή αλλιώς Λαμπής, που εκείνη την εποχή εργάζεται στο ταχυδρομείο και προτείνει στον Χρηστάκη να αναλάβει εκείνος την πόστα. Παρά τις αντιδράσεις της μάνας με το αλάνθαστο ένστικτο της εκείνος αναλαμβάνει το ταχυδρομείο και μόλις την πρώτη μέρα της εργασίας του σκοτώνεται στη γέφυρα στο Λουλεβουργάζι. Από εκείνη την στιγμή αρχίζει μια απέλπιδα προσπάθεια να βρεθεί ο φονιάς.

  

  Στο μεταξύ ο Βιζυηνός παρεμβάλει στο διήγημα του την ιστορία του Τούρκου Κιαμήλ, ο οποίος βαριά άρρωστος περιθάλπεται από την μάνα του Γιωργή, όσο εκείνος λείπει. Ο Κιαμήλ βλέπει την μάνα του Γιωργή σαν δεύτερη μάνα του και εκείνη με την σειρά της τον υπεραγαπά και τον αισθάνεται γιό της. Ο καημένος ο Κιαμήλ τρέφει ένα καημό όμως μέσα του. Ερωτεύτηκε την κόρη ενός πλούσιου κτηματία και με τον αδερφό της έγινε και ο ίδιος αδερφός αφού ενώσαν και το αίμα τους και γίνανε καρντάσηδες. Σε μια ενέδρα όμως σκοτώνεται ο αδελφοποιτός του και ο Κιαμήλ μόλις που καταφέρνει να σωθεί. Από εκείνη την στιγμή ορκίζεται πως θα εκδικηθεί την δολοφονία του αδελφοποιτού του.

  Τελικά φανερώνεται η τραγική αλήθεια : Ο Κιαμήλ, προσπαθώντας να εκδικηθεί το θάνατο του αδελφοποιτού του σκότωσε άθελα του τον αδερφό του συγγραφέα και στη συνέχεια τον ταχυδρόμο Λαμπή, τον οποίο θεωρούσε βρικόλακα. Τρία χρόνια αργότερα ο συγγραφέας επισκέπτεται το χωριό του και βρίσκει εκεί τον Κιαμήλ τρελό από τις τύψεις, να είναι υπηρέτης στο σπίτι της μητέρας του, χωρίς εκείνη να ξέρει την αλήθεια για τον φονιά του παιδιού της.

 


 

Περεταίρω στοιχεία για το έργο:

  Το έργο ψυχογραφεί, μέσω των πρωταγωνιστών, δύο λαούς (Έλληνες και Τούρκους) χωρίς φυλετική αντιπάθεια αλλά με γνώση και αγάπη. Ο Βιζυηνός κάνει επιπλέον έντονες αναφορές στην ιδιαίτερη πατρίδα του την Ανατολική Θράκη. Λαογραφικά στοιχεία από τη ζωή μικρών αγροτικών κοινωνιών αλλά και προφορικής παράδοσης πλεονάζουν στα γραπτά του Βιζυηνού.

 

  Γενικότερα στο έργο του Βιζυηνού θα συναντήσουμε τον έντονο αυτοβιογραφικό χαρακτήρα του, καθώς επίσης και πολλά βιώματα. Ο συγγραφέας θέτει στο επίκεντρο της δημιουργίας του το ενδιαφέρον για την ανθρώπινη ψυχή, έτσι τα διηγήματα του (μεταξύ αυτών και το εν προκειμένω) καταλήγουν ψυχογραφικά αφηγήματα.



 


  Οι διάλογοι, επιπρόσθετα, ακολουθούν το ιδίωμα της Θράκης. Η γλώσσα του Βιζυηνού είναι αρχαΐζουσα αλλά προσιτή.  Πρόκειται για μια απλή και θερμή καθαρεύουσα που πλησιάζει συχνά το λόγο της καθημερινής ζωής, μια καθαρεύουσα που ανοίγει το δρόμο για τη δημοτική όχι γιατί ο συγγραφέας συνδιαλέγεται στη δημοτική αλλά γιατί ο ίδιος διακατέχεται από λαϊκό συναίσθημα. Ο Βιζυηνός συνήθως αφηγείται στην καθαρεύουσα αλλά στους διαλόγους χρησιμοποιεί τη δημοτική και την τοπική θρακική διάλεκτο. Οι διάλογοι δίνουν ζωντάνια στο έργο κυρίως επειδή τα λόγια των ηρώων παρατίθενται όπως ειπώθηκαν.

 

  Ο Βιζυηνός όσον αφορά την αφηγηματική του τεχνική αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο, τα έργα του όμως παρουσιάζουν μία θεατρικότητα. Ο τρόπος αφήγησης είναι, όπως θα δούμε μεικτός (διήγηση και μίμηση). Σχετικά με τη μίμηση, ο αναγνώστης παρατηρεί έναν δραματοποιημένο αφηγητή να διηγείται την ιστορία, παράλληλα όμως η φωνή του διακόπτεται για να παρατεθούν διάλογοι, όπως ακριβώς έγιναν στην πραγματικότητα. Έτσι καταλήγουμε στην αυτοπρόσωπη αφήγηση με μια δυναμική προσωπικής μαρτυρίας.

  Ταυτόχρονα δεν απουσιάζει και ο εγκιβωτισμός: Η διακοπή δηλαδή της κανονικής ροής της αφήγησης για να παρουσιαστεί μια άλλη αφήγηση. Ο αφηγητής είναι ενδογιηγητικός και ομοδιηγητικός, μετέχει δηλαδή στην ιστορία αλλά δεν είναι δική του ιστορία ούτε πρωταγωνιστεί έστω στο συγκεκριμένο απόσπασμα.

 

  Ο συγγραφέας ήταν μεγαλωμένος στα χρόνια του Ρομαντισμού, ενός ξενόφερτου λογοτεχνικού κινήματος, το οποίο υιοθέτησαν οι λογοτέχνες της Πρώτης Αθηναϊκής Σχολής. Συγγραφείς όπως ο Ραγκάβης καλλιέργησαν το ιστορικό μυθιστόρημα με γλωσσικό όργανο την καθαρεύουσα. Με την εμφάνιση του Βιζυηνού στα γράμματα ο Ρομαντισμός είχε εξαντλήσει τις δυνατότητες του.

 

  Στη χρονική συγκυρία της ανάδειξης του Βιζυηνού εμφανίζεται το ηθογραφικά διήγημα που επιδιώκει να παρουσιάσει τη ζωή στην ύπαιθρο. Για πολλούς μάλιστα ο Βιζυηνός θεωρείται ο εισηγητής του Νεοελληνική Λογοτεχνία.

 

  Ο ίδιος αξιολογεί το αφηγηματικό του έργο ως εξής : « Πρώτος εγώ διήνοιξα τον νέον δρόμον της νεοελληνικής λογογραφίας, κατορθώσας διά των εν τη Εστία διηγημάτων μου να υποδείξω, κατ’ αντίθεσιν προς τα του Ραγκαβή και των άλλων, τι εστί διήγημα, τι εστί μελέτη και αναγραφήτου εθνικού βίου και των εθνικών παραδόσεων υπό τύπον διηγήματος και λογογραφίας, ενκαθαρά ψυχολογική και ιστορική κρίσει.» Ο Βιζυηνός βρίσκεται στο μεταίχμιο παρακμής της Παλαιάς Αθηναϊκής Σχολής και του ρομαντισμού (Δ. Παπαρρηγόπουλος, Αχ. Παράσχος) και στο ανανεωτικό πνεύμα που θα φέρει η Νέα Αθηναϊκή Σχολή. Επειδή ακριβώς βρίσκεται μέσα σ’ αυτό το ιδεολογικό πλαίσιο ο συγγραφέας διανθίζει το έργο του με τα χαρακτηριστικά και των δύο παραδόσεων. Αφηγητής της ιστορίας θα είναι ο Γιωργής, ο μορφωμένος γιος που πρόκοψε στο εξωτερικό, με αρκετά κοινά στοιχεία με τον ίδιο το Βιζυηνό.

 


  Στο έργο ξεδιπλώνεται η εναγώνια αγάπη για τον ξενιτεμένο γιο, η οδύνη και η απελπισία για τον ανεξήγητο θάνατο από ένα μυστηριώδη πυροβολισμό του άλλου γιου της. Είναι αξιοπρόσεκτη η εκδικητική μανία της μητέρας που έχασε τον άντρα της και το μεγαλύτερο γιο της το Χρηστάκη. Ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος θα σημειώσει: «Στο διήγημα καρτερούμε στις πρώτες σελίδες μια κοινότατη αστυνομική περιπέτεια. Και βρισκόμαστε σε μια κρίση ψυχής, όπου η παιδεμένη μητρική καρδιά εξαγιάζεται σ’ ολόκληρο το πλάτος και της στοργής της και της φιλέκδικης νεύρωσης, όπου ο φονιάς μας γίνεται περισσότερο συμπαθητικός από το θύμα, όπου η μισαλλοδοξία καταλύεται με τη δύναμη της ανθρωπιάς.» Ο νεαρός Τούρκος θα εξιλεωθεί για το τραγικό του λάθος και θα σταθεί στη μάνα σιωπηλός δούλος εφ’ όρου ζωής.

 

  Ο συγγραφέας προοικονομεί το γεγονός ότι ο Κιαμήλης είναι ο φονιάς του Χρηστάκη, όταν μας αποκαλύπτει ότι οι δυο τους δε συναντήθηκαν ποτέ, καθώς ο Χρηστάκης απουσίαζε σε όλο το διάστημα κατά το οποίο ο Κιαμήλης παρέμενε και ανάρρωνε στο σπίτι τους. «Ο Χρηστάκης ο μακαρίτης εγύριζε τότε στα χωριά της επαρχίας, με τες πραμάτειες επάνω στ’ άλογο... Και σαν έμαθε πως έχουμε τον άρρωστο εις το σπίτι, επήγε κι έρριψε την κάπα του εις της θείας μας το σπίτι, στο Κρυονερό... Εφτά μήνες είχαμε τον άρρωστο στο σπίτι, εφτά μήνες δεν επάτησε το κατώφλιό μας». Ο Χρηστάκης έμεινε μακριά από το σπίτι της οικογένειας για εφτά ολόκληρους μήνες, γεγονός που σημαίνει ότι ο Κιαμήλης δεν είχε ποτέ την ευκαιρία να τον δει και να αντιληφθεί έτσι την τραγική ομοιότητα που υπήρχε ανάμεσα στο Χρηστάκη και το Χαραλάμπη.

 


  Ο Κιαμήλ από φονιάς γίνεται τελικά συμπαθητικό πρόσωπο. Κιαμήλ και μητέρα αποκτούν διαστάσεις ηρώων αρχαίας τραγωδίας. Η μητέρα αγνοεί το φονιά του γιου της και ο φονιάς ποιο ήταν το πραγματικό θύμα. Η τραγικότητα έγκειται στο ότι θύτης και θύμα δε γνωρίζουν το δίχτυ της μοίρας στο οποίο έχουν παγιδευτεί. Και σε αυτό το διήγημα του Βιζυηνού η τραγικότητα είναι διάχυτη.

 

  Ο Παναγιώτης Μουλάς θα τονίσει «…Θα ’λεγα πως εδώ η ισορροπία των αντιθέσεων λειτουργεί με τον τελειότερο τρόπο. Η επιμελημένη τεχνική συνδυάζεται με τολμηρές καταδύσεις στο βυθό ης ψυχής. Πίσω από τις περιπέτειες μιας καλοστημένης αστυνομικής ιστορίας αναδύονται οι άνθρωποι με την τραγικότητά τους, Έλληνες και Τούρκοι πιασμένοι στα πλοκάμια της μοίρας. Η μητέρα του θύματος και ο δολοφόνος: η πρώτη δεμένη στην άγνοιά της, ο δεύτερος, αγαθός και αθώος, βυθισμένος στη συσκότιση του νου του…»

 

  Θα κλείσουμε παρατηρώντας ότι ο ίδιος προβληματισμός συνίσταται και στο Έγκλημα και τιμωρία. Όπως και στο μυθιστόρημα του Ντοστογιέφσκι προβάλλεται έντονα η ενοχή της συνειδήσεως και το ερώτημα Ποιος είναι ο πραγματικός ένοχος; Εκείνος που διαπράττει με τα χέρια του το έγκλημα ή εκείνος που υποκινεί; (Ο ηθικός αυτουργός δηλαδή.)  Ο Βιζυηνός φτάνει στο τέλος του έργου και φαίνεται ότι ακόμη δεν μπορεί να αποφασίσει ποιος ευθύνεται για το χαμό του αδερφού του…

 

-Το έργο έχει παιχτεί σε έκδοση Ραδιοφωνικού Θεάτρου από την Κρατική Ραδιοφωνία με πρωταγωνιστή το Νικήτα Τσακίρογλου. Επίσης έχει γυριστεί σε μίνι σειρά από την ΕΡΤ με πρωταγωνιστή το Σόλωνα Τσούνη.


Ο Νικήτας Τσακίρογλου πρωταγωνιστεί, με απόλυτη επιτυχία, στο ρόλο του Γιωργή


 

Παίζουν: Βουλαλάς ΤάκηςΓιωτόπουλος ΜπάμπηςΓλυκοφρύδη ΑντιγόνηΕλευθεριάδης ΛευτέρηςΚατσέλη ΑλέκαΚοκάκης ΚώσταςΠαναγιώτου Κάκια ,Παρτσαλάκης Γιώργος,Ρ ευματάς ΜάκηςΤσακίρογλου ΝικήταςΤσούτσης Δημήτρης


Ο Μάκης Ρευματάς



Το έργο (διάρκειας 10 ωρών και 25 λεπτών) μπορείτε να το ακούσετε εδώ:

http://isobitis.com/theatro1/?p=5319


Ο Γιώργος Παρτσαλάκης


Το διήγημα μπορείτε να το διαβάσετε εδώ:

https://www.schooltime.gr/wp-content/uploads/2014/04/poios-iton-o-foneus-tou-adelfou-mou-viziinos-schooltime-2014.pdf


Πηγές:

https://www.poeticanet.gr/swsias-nekroy-adelfoy-diakeimenikes-simeiwseis-a-33.html?category_id=56

https://e-didaskalia.blogspot.com/2019/02/blog-post_848.html

https://filologosstoparathiri.com/2012/07/20/ποίος-ήτον-ο-φονεύς-του-αδερφού-μου-γε/

filoblogiko.blogspot.com/2012/12/blog-post_3030.html

Mario Vitti, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, μετάφρ. Δ. Δούκα,  εκδ. Οδυσσέας, Αθήνα 2003.

Roderick Beaton, Εισαγωγή στη Νεώτερη Ελληνική Λογοτεχνία, μετάφρ. Μ Σπανάκη, εκδ. Νεφέλη, Αθήνα 1996.

 

 

Παύλος Παπαδόπουλος, Ανώτερος Δημόσιος Υπάλληλος, Πτυχιούχος Ανθρωπιστικών Σπουδών.



Ο ΣΚΟΤΑΔΟΨΥΧΟΣ

Φαρμάκι έχω στην ψυχή 

Φέρνει μαυρίλα θολερή 

Στα στήθια μου Νύχτα αξημέρωτη ξανά

Με το πιοτό της με κερνά

Εβίβα μου,Σκοτάδι πίνω για πιοτό, 

Πω πω πω πω πω πω πω πω, 

Ντέφι της λύσσας μου κρατώ, 

πωπωπωπω, πωπωπωπω 

Και το μυαλό μου είναι θολό, 

πωπωπωπω, πωπωπωπω. 




#παγκοσμιαημεραποιησης

Το πρώτο μυθιστόρημα του Νέου Ελληνικού Βασιλείου. Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος.

 Αγαπητοί φίλοι απόψε θα σας παρουσιάσω το πρώτο μυθιστόρημα που γράφτηκε στο νέο ελληνικό κράτος, πρόκειται για το Λέανδρο του Παναγιώτη Σούτσου, που εκδόθηκε το 1834 από το τυπογραφείο των Κωνσταντίνου Τόμπρα και Κωνσταντίνου Ιωαννίδη.



  Ο Λέανδρος υπήρξε το πρώτο νεοελληνικό μυθιστόρημα, όπως υπερηφανεύεται και ο ίδιος ο συγγραφέας, που εκδόθηκε στο έδαφος της ανεξάρτητης Ελλάδας, σε μια εποχή που ορισμένοι πεφωτισμένοι Φαναριώτες επιχειρούσαν να ανοίξουν δρόμους στην ανύπαρκτη έως τότε ελληνική μυθιστοριογραφία. Ήταν η εποχή κατά την οποία χτίζονταν η νέα ελληνική ταυτότητα.

  Το έργο δημοσιεύθηκε ως “Σειρά επιστολών προς τον ¨Ήλιο¨, ήταν δηλαδή επιστολικό μυθιστόρημα, με τίτλο: Αι περιπλανήσεις μου. Ο Σούτσος θέλει να κηρύξει τους άθλους και τις θυσίες των Ελλήνων, εμπνευσμένος από το Οδοιπορικό του Σατωμπριάν.  Ο συγγραφέας με το έργο αυτό μετεμφύτεψε την παράδοση του επιστολικού μυθιστορήματος στην Ελλάδα

  Τελικά, οι επιστολές που υπονόμευσαν την περιγραφή του ερωτικού ¨μύθου¨ αποσύρθηκαν. Παρά την επιστολική του μορφή ο πομπώδης χαρακτήρας του μας δυσκολεύει να μιλήσουμε για πράξη επικοινωνίας στο έργο. Ο Λέανδρος περιγράφει κατά βάση τον μοιραίο έρωτα δύο νέων του Λέανδρου και της Κοραλίας στη μετεπαναστατική Αθήνα.


Η υπόθεση:

   Ο Λέανδρος και η Κοραλία, γόνοι Φαναριώτικων οικογενειών που με την σύσταση του νέου ελληνικού κράτους, ήρθαν στην Αθήνα, αγαπιόντουσαν ήδη από μικρά παιδιά. Το μίσος όμως των οικογενειών τους αλλά και οι ανακατατάξεις που έφερε η ελληνική επανάσταση και η δημιουργία του νέου ελληνικού κράτους, τους χώρισαν. Συναντιούνται τυχαία, ξανά, στην Αθήνα για να διαπιστώσουν και οι δυο τους, ότι ο έρωτάς τους έχει μείνει ανέπαφος. Μόνο που η Κοραλία είναι τώρα παντρεμένη και μητέρα ενός παιδιού. Η ηθική και των δυο τους, τους απαγορεύει κάθε είδους σκέψη για πραγματοποίηση του έρωτά τους, και έτσι ο Λέανδρος - και με προτροπή της Κοραλίας, φεύγει για δυο μήνες από την Αθήνα με σκοπό να "ξεχάσει" την Κοραλία. Αφού περιπλανηθεί θα καταλήξει στο Ναύπλιο, και θα βρεθεί εν μέσω των ραδιουργιών για την κατάκτησης της πολιτικής εξουσίας στην Ελλάδα. Όταν ύστερα από δυο μήνες γυρίζει στην Αθήνα, βρίσκει την Κοραλία ετοιμοθάνατη. Όταν τελικά πεθαίνει, ο Λέανδρος αυτοκτονεί και αυτός, κρατώντας ένα πορτραίτο της στην αγκαλιά του.

   Στο μυθιστόρημα τέσσερα πρόσωπα ανταλλάσσουν επιστολές μεταξύ τους: ο Λέανδρος, ο φίλος του ο Χαρίλαος που παραμένει στην Αθήνα και από αυτόν πληροφορείται τα νέα της Κοραλίας, η Κοραλία με την φίλη της, αγαπημένη του Χαρίλαου, Ευφροσύνη. Οι δυο γυναίκες όταν αλληλογραφούν πληροφορούν τον αναγνώστη για την πρόοδο της υπόθεσης του έργου και μόνο.

   Το βιβλίο αποτελείται από 77 επιστολές, την πλειονότητα των οποίων - 50 -, στέλνει ο Λέανδρος στον Χαρίλαο το χρονικό διάστημα από 13 Δεκεμβρίου του 1833 έως και 4 Απριλίου του 1834.

   Προς το τέλος του βιβλίου τα γράμματα αντικαθιστώνται με "Αποσπάσματα των συλλογισμών του", μετατρέποντας την επιστολική σε ημερολογιακή μορφή.

 

Η γλώσσα του έργου.

  Φανατικός αρχαϊστής ο Σούτσος, και υπερασπιστής της αρχαϊζουσας αττικής διαλέκτου (σε αυτή είναι γραμμένος ο Λέανδρος), επέμεινε σθεναρά στις γλωσσικές του απόψεις. Ο συγγραφέας, υπήρξε, ο αρχηγός της αρχαϊζουσας νέας γλωσσικής σχολής.

  Τα πάθη του δημοτικιστικού αγώνα δε μας επέτρεψαν να δούμε το έργο των πρώτων πεζογράφων του ελληνικού κράτους. Ο Λέανδρος ήταν μεταξύ των θυμάτων αυτού του αγώνα. Οι αδελφοί Σούτσοι φαινόταν συντηρητικοί στα μάτια των μετέπειτα δημοτικιστών, οι οποίοι, ταύτιζαν την πίστη στη δημοτική γλώσσα με την προοδευτική ιδεολογία.

 Σήμερα έχουμε απομακρυνθεί απ΄ όλα αυτά, καθώς μελετούμε όμως το έργο των αρχαϊστών συγγραφέων διαπιστώνουμε ένα τεράστιο πλούτο από πολλές απόψεις. Ο μελετητής μπορεί να αντλήσει πάμπολλα στοιχεία για την πρώτη περίοδο του ελληνικού κράτους μέσω αυτών τον έργων, ¨απενοχοποιημένος¨ πια από τις προκαταλήψεις. Παρολαυτα, η γενικότερη στάση των ερευνητών έναντι των αδελφών Σούτσου παραμένει ανεξήγητα προκατειλημμένη.

 

 

Το Ναύπλιο εκείνης της εποχής

Η πολιτική και κοινωνική προσέγγιση του Λέανδρου.

   Στο έργο σκιαγραφήθηκαν οι  απόψεις του Σούτσου και της φαναριώτικης ελίτ για την κοινωνική αλλά και κυρίως την πολιτική κατάσταση της χώρας, τις οποίες και οι εφημερίδες της εποχής επιδοκίμασαν.

  Οι Σούτσοι, ήταν σε γενικές γραμμές υποστηρικτές του Όθωνα και της Αντιβασιλείας, αλλά άσκησαν αμείλικτη κριτική στους υπουργούς. Ο Γ. Βελούδης χαρακτηρίζει τον Αλέξανδρο Σούτσο (αδελφό του Παναγιώτη) ¨γλείφτη και αυλοκόλακα της καμαρίλας των Όθωνων¨. Είχαν την πεποίθηση ότι η συνταγματική μοναρχία ήταν η απαραίτητη ¨συνθήκη ανακωχής¨ μετά τη Γαλλική Επανάσταση. Υπήρξαν, ακόμη, ενάντιοι του Καποδίστρια, έφτασαν μέχρι του σημείου να εξυμνήσουν την οικογένεια Μαυρομιχαλαίων, παρομοιάζοντας τους με τους Αρμόδιο και Αριστογείτονα. Ο Λέανδρος όπως και το συνολικό έργο των Σούτσων κατακρίνει σφοδρά τους πολιτικούς.

  Ο Λέανδρος είχε, όμως, και κοινωνικές προεκτάσεις, και γενικά στο έργο του Παναγιώτη Σούτσου, εντοπίστηκε το στοιχείο της κοινωνικής αναζήτησης. Ο Σούτσος,  αν και πλουσιόπαιδο είχε αίσθημα κοινωνικού ¨δικαίου¨. Ίχνη ¨Σαινσιμονισμού¨ (πρώιμου ουτοπικού σοσιαλισμού)  υιοθετήθηκαν στη σκέψη του Σούτσου τη δεκαετία του 1830. Οι Σούτσοι ήταν εκείνη την εποχή στην πρωτοπορία της διανόησης.


Ο Παναγιώτης Σούτσος.

 
 


Ρομαντικά στοιχεία στο έργο.

 Ο Ρομαντισμός τη δεκαετία 1830-40, ήταν το καινούριο και ολοζώντανο λογοτεχνικό ρεύμα της εποχής. Θα επιβληθεί ολοκληρωτικά στη λογοτεχνία σχεδόν την ίδια χρονιά της μαχητικής επικράτησης του στη Γαλλία, και μαζί με την καθαρεύουσα (η ενδιάμεση ¨γλωσσική¨ λύση που επιλέχθηκε τελικά μεταξύ δημοτικής και αρχαΐζουσας) θα παραμείνει κυρίαρχος στην ελληνική λογοτεχνία για πενήντα ολόκληρα χρόνια.

  Σήμερα και ο Ρομαντισμός και η καθαρεύουσα λίγες συμπάθειες έχουν, την εποχή μάλιστα του πρώτου δημοτικισμού είχαν γίνει στόχος εύκολης σάτιρας. «Σε ένα ιστορικό αντίκρισμα όμως δε χωρούν τέτοιες προκαταλήψεις, δίπλα στους μέτριους ή κακούς συγγραφείς ξεχώρισαν και αυτοί που άρθρωσαν μία γνησιότερη λυρική φωνή και που κατόρθωσαν να μεταβάλλουν και το Ρομαντισμό και την καθαρεύουσα σε αρετή.» (Λίνος Πολίτης).

 Ο ελληνικός Ρομαντισμός κινήθηκε στην περιοχή κυρίως της ποίησης, η νηφαλιότητα του πεζού λόγου λες και τον απωθούσε. Η ποιητική και πεζογραφική παραγωγή που γράφτηκε κατά την περίοδο 1830-1880 κυρίως στην Αθήνα αλλά και σε άλλα κέντρα του ¨αλύτρωτου¨ και ελλαδικού Ελληνισμού, είχε ως βασικό άξονα, όπως βλέπουμε και στο Λέανδρο, (πάνω στον οποίο κινήθηκαν τα πεζά των ρομαντικών χρόνων) έναν ¨ανεκπλήρωτο¨ έρωτα ή ερωτικές ιστορίες με οδυνηρό τέλος (και αυτό το στοιχείο υπάρχει στο έργο μας). Ταυτόχρονα αυτά τα στοιχεία συνδυάστηκαν με πολιτικά και πατριωτικά θέματα, όπως παρατηρούμε και στο Λέανδρο.

 Στην Ελλάδα το ρομαντικό λογοτεχνικό ρεύμα ονομάστηκε ¨Πρώτη Αθηναϊκή Σχολή¨, και τα θεμέλια της έθεσαν ο Παναγιώτης Σούτσος μαζί με τον αδελφό του Αλέξανδρο και το Ρίζο Ραγκάβη. Το ρομαντικό επιστολικό εν προκειμένω μυθιστόρημα, το οποίο χρωστούσε πολλά στο Γκαίτε και το Φόσκολο, αντιπροσωπευτικό δείγμα του οποίου ήταν και ο Λέανδρος, ταίριαζε με τον ορισμό του Κοραή με το μυθιστόρημα: ¨Πλαστήν αλλά απίθανην μαρτυρία ερωτικού παθήματος, γραμμένη εντέχνως και δραματικώς, ως επί το πλείστον εις πεζό λόγον¨. Ο ίδιος ο Σούτσος θεωρούσε περήφανα τον εαυτό του ¨καινοτόμο¨ στην εκπλήρωση μιας ανάγκης που το έθνος αργά ή γρήγορα πρέπει να νοιώσει.

  Βασικά μοτίβα-θέματα της πεζογραφίας του Ρομαντισμού και τα οποία απαντάμε και στο έργο ήταν τα εξής:

1)    Ερωτικά πάθη και παθήματα που οφείλονται σε ποικίλους παράγοντες (κοινωνικές συμβάσεις, κοινωνική ανισότητα κλπ).

2)    Μελαγχολική διάθεση των πρωταγωνιστών.

3)    Καταφυγή του ανικανοποίητου ερωτικά ατόμου στη φύση και το φιλοσοφικό στοχασμό που γεννά η παρατήρηση και η περιγραφή της.

4)    Έντονη θρησκευτική πίστη και γενικά παρουσία του θρησκευτικού στοιχείου.


 Στο έργο υπάρχει ο στόχος της ηθικής ωφέλειας, καθώς τα δύο μέλη δεν παραβιάζουν τους ηθικούς κανόνες.

 Κλείνοντας θα πούμε ότι το έργο μπορεί να αναγνωστεί και αλληγορικά, το ζευγάρι ερωτευμένων (Λέανδρος και Κορνηλία) συνδέεται με την ταυτότητα της σύγχρονης Ελλάδας, οι εξελίξεις στην αγάπη αντανακλούν το μήνυμα ότι η Ελλάδα πρέπει να ξαναγίνει μεγάλη. Το πρότυπο βρίσκεται στο παρελθόν και η πολιτική της κυβέρνησης (της τότε) βλάπτει αυτό το σκοπό. 

-Το Λέανδρο μπορεί να κατεβάσει και να διαβάσει κανείς από το διαδίκτυο ελεύθερα από διάφορες ψηφιακές βιβλιοθήκες .

 

Πηγές:

Λίνος Πολίτης, Ιστορία της Νέας Ελληνικής Λογοτεχνίας,εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 2015

Roderick Beaton, Εισαγωγή στη Νεώτερη Ελληνική Λογοτεχνία,μτφρσ Ε. Ζούργου, εκδ. Νεφέλη, Αθήνα 1996

Steven Van Rentergehem, Ο Λέανδρος (1834) και η ιδεολογία του Ελληνισμού,

https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9B%CE%AD%CE%B1%CE%BD%CE%B4%CF%81%CE%BF%CF%82

 

 

-Ο Παύλος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1978 στη Δράμα, μεγάλωσε στις Σέρρες και έζησε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από το 1996 εργάζεται στο δημόσιο σε διάφορες διοικητικές θέσεις. Είναι απόφοιτος της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Σχολής Αστυφυλάκων της Αστυνομικής Ακαδημίας, της Σχολής Επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ΕΛ.ΑΣ., και της Σχολής Ελληνικού Πολιτισμού, του Τμήματος Ανθρωπιστικών. Σπουδών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.

 


Θυμήσου με, Τζιλ Χέιμ. Ραδιοφωνικό Θέατρο

Αγαπητοί φίλοι του ραδιοφωνικού θεάτρου απόψε θα σας παρουσιάσω το αγωνιώδες θρίλερ της Τζιλ Χέιμ Θυμήσου με.


Η υπόθεση:

Σε έναν απομακρυσμένο και απομονωμένο ξενώνα στο Peak District ο ανέμελες διακοπές του Paulκαι της Margot Sutton θα μετατραπούν σε έναν τρομακτικό εφιάλτη. Μια απροσδιόριστη αίσθηση πως κάποιος παρακολουθεί τα πάντα. Ο ήχος από ένα μουσικό κουτί που ακούγεται απρόσμενα αλλά αρκετά τακτικά και μια παράλογη επιθυμία για εκδίκηση θα δημιουργήσουν την ατμόσφαιρα του έργου.


Λίγα ακόμη στοιχεία:

Το έργο που χαρακτηρίστηκε η ιστορία της απόλυτης εκδίκησης ξεπέρασε σε θετικές κριτικές ακόμα και το "Turning of the Tide" του Nick Fisher και το 1978 κέρδισε το βραβείο "Giles Cooperaward"για τα καλύτερα έργα που γράφτηκαν για το ραδιόφωνο.


Η συγγραφέας:

Η Jill Hyem γεννήθηκε το 1937 στο Putney - συνοικία στο νότιο-δυτικό Λονδίνο. Ήταν κόρη της Hildaκαι του Rex, και μεγάλωσε στο Devonκαι στο EastSheen. Από την ηλικία των δέκα ετών βρέθηκε στο οικοτροφείο Farlington School, στο West Sussex, και σπούδασε στην Academy of Dramatic Art του Webber Douglas. Οι πρώτες εμπειρίες της ως ηθοποιός ήταν εμφανίσεις σε δεύτερους ρόλους στο θέατρο και το σινεμά. Επίσης έπαιξε κάποιους ρόλους για την τηλεόραση.

Αργότερα αποφάσισε να στραφεί στην συγγραφή θεατρικών και ραδιοφωνικών έργων. Έγραψε περισσότερα από 40 έργα για το ραδιόφωνο, αλλά και την ραδιοφωνική σειρά (radio soap opera) TheDales (MrsDale'Diary) που κράτησε 11 χρόνια.

Έργο της είναι και η δραματική τηλεοπτική σειρά "Tenko"που παίχτηκε σε τρεις κύκλους από το 1981 έως το 1984 και το Tenko Reunion, το 1985.


Τα πρόσωπα του έργου:

Thelma Weadonιδιοκτήτρια του ξενώνα
Paul και Margot Sutton οι νέοι επισκέπτες
Edgar Parsons ένοικος
Hester Drews  και Enid Gosler ένοικοι - δασκάλες
Nancy υπηρέτρια - βοηθός


Παίζουν οι ηθοποιοί: 

Σοφία Μυρμηγκίδου, Ανδρέας Μπάρκουλης, Κική Ρέππα, Τρύφων Καρατζάς, Ελευθερία Σπανού, Δήμητρα Βολωνίνη, Ιλιάς Λαμπρίδου.
Μετάφραση Μιχάλη Πέρρα.


Η μεταφορά έγινε από το κανάλι Ισοβίτης:

Ο Βύρων Πάλλης. Μια σπουδαία μορφή του ραδιοφωνικού θεάτρου.

 Ο Βύρων Πάλλης υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους ηθοποιούς της παλιάς γενιάς. Πόσοι δεν τον θυμούνται ως Θανασάκη στο Θανασάκη τον Πολιτε...