Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος.
Αγαπητοί φίλοι του θεάτρου απόψε θα σας
παρουσιάσω ένα αριστούργημα της παγκόσμιας θεατρικής λογοτεχνίας, το Θείο Βάνια, του ρώσου θεατρικού
συγγραφέα Αντών Τσέχοφ. Ταυτόχρονα η
παρουσίαση αυτού του έργου, θα αποτελέσει και την πρώτη μου αναμέτρηση με την
τσεχωφική δημιουργία.
Καταρχήν έχουμε να κάνουμε με έναν από τους σημαντικότερους συγγραφείς όχι
μόνο του ρωσικού, αλλά και του παγκόσμιου θεάτρου. Γεννημένος στο Τάγκαρογκ της
νότιας Ρωσίας, πέθανε σε ηλικία 44 ετών, θα χαρακτηριστεί ως ¨άνθρωπος-εξαίρεση
στον κανόνα¨. Ο Τσέχωφ κατατάσσεται ανάμεσα στους μεγάλους συγγραφείς της
ρωσικής λογοτεχνίας, πλάι στους Γκογκόλ, Τουργκάνιεφ και Τολστόι. Συνδιαμορφωτής
μαζί με τον Ερρίκο Ίψεν και τον Αύγουστο Στρίμπεργκ της πρώιμης περιόδου του
μοντερνισμού στο θέατρο. Ο Τσέχωφ ανέπτυξε πλούσια συγγραφική δραστηριότητα,
έγραψε πολλά διηγήματα, καθώς και έργα σταθμούς όπως Ο Βυσσινόκηπος (1904), Ο
Γλάρος (1895), Τρεις Αδερφές (1901)
και Θείος Βάνιας (1899). Οι πόρτες
των μεγαλύτερων θεάτρων της αυτοκρατορίας είχαν ανοίξει διάπλατα γι’ αυτόν.
Ο ρώσος λογοτέχνης, σε γενικές γραμμές,
στηλιτεύει το σύγχρονο τρόπο ζωής στη Ρωσία των τελών του 19ου
αιώνα, καθρεφτίζει το απελπιστικό βάλτωμα της Ρωσίας, που συνθλίβονταν από την
αυταρχικότητα του Αλέξαδρου ΄Γ. Το φυσικό στοιχείο των ηρώων του έργου του ήταν
η σκιερή ατμόσφαιρα, η αντίθεση του ιδεώδους και της πραγματικότητας που
οδηγούσε τους ήρωες στην απάθεια ή τις στείρες ελπίδες. Στόχος της κριτικής του και πηγή έμπνευσης των θεατρικών του έργων,
ήταν οι επαρχιώτες αριστοκράτες. Τα πρόσωπα όμως των έργων του, προέρχονται από
όλο το επαρχιώτικο φάσμα της ρωσικής κοινωνίας. Ο συγγραφέας ζωγραφίζει με
στοργή την άσχημη καθημερινή τους ύπαρξη, καθώς επίσης και τη θλιβερή πλήξη
τους.
Το έργο γράφτηκε το 1896-97, την ίδια περίπου εποχή με το Γλάρο, και έκανε πρεμιέρα το 1899 στο ¨Θέατρο
Τέχνης Μόσχας¨, ένα χρόνο, δηλαδή, μετά
την ίδρυση του θεάτρου. Ναός του ¨Νατουραλιστικού Θεάτρου¨, το ¨Θέατρο Τέχνης
Μόσχας¨ υπήρξε μεγάλος σταθμός στη θεατρική σταδιοδρομία του Τσέχωφ. Ήταν η
εποχή που ιδρύθηκε το ¨Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα¨ και φυλακίσθηκε ο Εμίλ Ζολά,
για το πύρινο άρθρο του Κατηγορώ, που
δημοσιεύθηκε σε ημερήσια εφημερίδα, και αφορούσε τη γνωστή ¨Υπόθεση Ντρέυφους¨.
Πρωταγωνιστής του έργου, ήταν ο Κωνσταντίν
Στανισλόφσκι, στο θέατρο επικράτησε ατμόσφαιρα θλίψης, το έργο δεν
κατανοήθηκε από τον πρωταγωνιστή και παρουσιάστηκε κάτι μισητό, αντί για τη
δακρύβρεχτη, μελαγχολική, συναισθηματική και ελεγειακή ατμόσφαιρα που ασφαλώς
επεδίωκε ο Τσέχωφ. Η πλήξη που αναπαριστούσε ο Τσέχωφ είχε επίγνωση του κενού,
μια γνώση που οδηγεί στην οκνηρία, που μπορεί να είναι ορατή σε κάθε άνθρωπο
κάθε εποχής. Στο ίδιο θέατρο γνώρισε και ερωτεύτηκε την ηθοποιό Όλγα Κίπνερ, μέλος της ¨Ακαδημίας
Επιστημών¨ και μετέπειτα σύζυγος του. Η Όλγα στην πρεμιέρα του έργου θα
υποδυθεί την Έλενα.
Ο Θείος Βάνιας αποτλλεί μία
αναθεωρημένη εκδοχή ενός έργου που είχε γράψει ο Τσέχωφ οχτώ χρόνια πριν, και
είχε ανεβάσει στη Μόσχα. Σε εκείνη την εκδοχή ο πρωταγωνιστής αυτοκτονεί στο
τέλος, και η Σόνια η ανεψιά του ετοιμάζεται να παντρευτεί το δημοκρατικό ήρωα
του έργου. Στην αναθεωρημένη εκδοχή ο ήρωας καταλαμβάνει το κέντρο των
δραματικών εξελίξεων. Ο Τσέχωφ το χαρακτήρισε ¨σκηνές από τη ζωή στο χωριό σε
τέσσερις πράξεις¨, καθώς είναι δομημένο σε τέσσερις πράξεις.
Ο Βάνιας είχε περιληφθεί δύο
φορές στο ρεπερτόριο του ¨Εθνικού Θεάτρου¨, το 1958 σε σκηνοθεσία Καρόλου Κουν
και το 2009 σε σκηνοθεσία Γιάννη Χουβαρδά.
Η υπόθεση:
Ο Ιβαν Βοϊνίτσκι,
γνωστός και ως θείος Βάνια, αγωνίζεται απελπισμένα να διαχειριστεί σωστά το
οικογενειακό του κτήμα, μαζί με την πολύτιμη βοηθό του, την ανύπαντρη ανιψιά
του Σόνια. Και οι δυο ζουν φτωχικά, στερούνται τα πάντα, χάνουν τη ζωή μέσα από
τα χέρια τους, μόνο και μόνο, για να αυξήσουν τα έσοδα και να τα στείλουν στον
πατέρα της Σόνιας, τον καθηγητή Σερεμπριάκοφ, που τον εκτιμούν και τον σέβονται
για την πνευματική καλλιέργεια και το ελιτίστικο ανάστημά του…
Όταν όμως, ο καθηγητής,
που έχει ξαναπαντρευτεί, έρχεται με την πανέμορφη νεαρή γυναίκα του, την Ελένα,
για να περάσουν λίγες καλοκαιρινές μέρες στο κτήμα, ξαφνικά οι εντυπώσεις
αλλάζουν, οι απόψεις μεταβάλλονται και οι συνειδήσεις αφυπνίζονται. Ο Βάνια
νιώθει απελπισμένος, διότι καταλαβαίνει, εντελώς ξαφνικά, τούτο το καλοκαίρι
ότι θυσίασε όλη του τη ζωή, ότι στερήθηκε τα πάντα, ότι δούλεψε ασταμάτητα σαν
σκλάβος, για να συντηρεί έναν μωροφιλόδοξο. Έναν κενό και ανόητο τύπο, που δεν
αγαπά παρά μονάχα τον εαυτό του.
Την ίδια στιγμή η Ελένα πλήττει θανάσιμα και
χωρίς να το θέλει – αυτό δεν είναι και απόλυτα σίγουρο – ταράζει τα λιμνάζοντα
ύδατα της επαρχίας, αλλά και της ίδιας της οικογένειας. Κινητοποιεί με την
ομορφιά, τη φρεσκάδα και την αδιαφορία της όλο τον ανδρικό πληθυσμό του
αγροκτήματος και ιδιαίτερα γοητεύει τον γιατρό Αστρόφ, με τον οποίο η Σόνια
είναι κρυφά ερωτευμένη.
Οι χαρακτήρες αρχίζουν να διαγράφονται
καθαρά, σιγά σιγά όμως, έτσι καθώς βγαίνουν νωθρές, νωχελικές ,αργοκίνητες και
κουρασμένες από το τέλμα της ρωσικής επαρχίας.
Επιπλέον
στοιχεία για το έργο:
Καταρχήν έχουμε να
κάνουμε με το πιο «τσεχωφικό» δράμα του κορυφαίου ρώσου συγγραφέα. Το έργο
συμπυκνώνει εκρηκτικά το υπαρξιακό αδιέξοδο του φαινομένου που λέγεται
¨άνθρωποι μέσα στο χώρο και στο χρόνο¨. Το έργο ισορροπεί ανάμεσα στην
αστάθμητη μελαγχολία και την υπονομευτικά ειρωνική θεώρηση.
Στην αδιασάλευτη
επαρχιακή ζωή της Ρωσίας του 19ου αιώνα τίποτα δε συνέβαινε, όλα
κυλούσαν αργά, όλα ήταν πνιγηρά. Μια καθημερινότητα μόχθου δεν άφηνε περιθώρια
χώρου. Όλα υποταγμένα στην ανθρώπινη μοίρα. Αποδεκτή χωρίς αντίδραση. Οι φτωχοί
δικαιούνταν μόνο να πνίγουν στη βότκα τη μιζέρια τους. Η εισβολή του
διαφορετικού είναι εφήμερη, στρέφει όλα τα βλέμματα πάνω του, η ζωή αρχίζει να
αποκτά νόημα. Το παρελθόν είναι ακόμη πιο αδιάφορο και ειδεχθές.
Ο θίασος των ηθοποιών
είναι ο μικρότερος αριθμητικά από οποιονδήποτε άλλο έργο του Τσέχωφ. Η δράση
τους δε στηρίζεται σε συνταρακτικά γεγονότα, οι συγκινησιακές εξάρσεις
απουσιάζουν, αλλά μέσα από τις χαμηλόφωνες κουβέντες των απλών αυτών προσώπων
εκφράζονται εσωτερικές συγκρούσεις και αναδύονται απρόβλεπτες όψεις της ζωής
που τους αποδεσμεύουν από παγιωμένα σχήματα και τους οδηγούν στη
συνειδητοποίηση μιας κατάστασης.
Οι ήρωες είναι
εγκλωβισμένοι στα αδιέξοδα της επαρχιώτικης ζωής, χωρίς ελπίδα διαφυγής. Η
προοπτική και η πιθανότητα μιας καινούριας ζωής, σε αντίθεση με το Βυσσινόκηπο στο Θείο Βάνια διαφαίνεται ανέφικτη. Μικροί και γνήσιοι ήρωες
φλερτάρουν με τα όρια τους και ο έρωτας γι’ αυτούς είναι ιδανικό παυσίπονο
ευτυχίας. Αναζητούν την ελπίδα που θα νικήσει την καθημερινή φθορά τους. Είναι
πρωταγωνιστές στο διαχρονικό τσίρκο της ανθρώπινης υπαρξιακής περιπέτειας.
Η Ρίτα Μουσούρη |
Ο Τσέχωφ περιγραφεί με
λεπταίσθητη συμπόνια και διακριτική ειρωνεία τα δραματικά όσο και κωμικά
αδιέξοδα που προκαλούν στην ανθρώπινη ζωή η προσκόλληση σε αναμνήσεις και
χίμαιρες, η έλλειψη κατανόησης του άλλου, οι μικροανταγωνισμοί, η αυταρέσκεια ή
ακόμα η μοιρολατρία και η αδράνεια. Οι ήρωες πιστεύουν ότι θα υπάρξει
δικαιοσύνη για τους εξόριστους της ζωής (όσους δε χάρηκαν, δεν αγαπήθηκαν και
όσους μόχθησαν). Ζουν υποταγμένοι στη μοίρα, χωρίς ελπίδα, πιστεύουν σε ένα
καλύτερο αύριο πολύ απόμακρο και σε ένα θάνατο που θα τους απαλλάξει από τα
προβλήματα. Το μέλλον στο Θείο Βάνια δε φαντάζει καθόλου
ελπιδοφόρο. Οι ήρωες του έργου μιλούν για το παρελθόν και τροφοδοτούν τα
γεγονότα που τους ενδιαφέρουν σε παρελθόντα χρόνο.
Στόχος της κριτικής και
πηγή έμπνευσης του συγκεκριμένου έργου ήταν οι επαρχιώτες αριστοκράτες. Ο
θεατής βλέπει ένα λεπτό ποιητικό ρεαλισμό για την καθημερινή ζωή της
συμβιβασμένης ανώτερης τάξης, που ήταν ρηξικέλευθος για την εποχή του. Όλοι στο
έργο ζουν την τελευταία τους ευκαιρία και τη χάνουν, υπάρχει η αίσθηση του
¨τώρα¨ ή ¨ποτέ¨, έργο με τρομαχτικές αναλογίες στην εποχή μας.
Η δραματική σύγκρουση στον Τσέχωφ δεν αφορά,
θα λέγαμε, εξωτερικές διεργασίες ούτε σχετίζεται με ευρύτερες πολιτικές ή
κοινωνικές αλλαγές, αλλά εδράζεται στις πολύπλοκες σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων,
στις αδυναμίες τους και στις ψυχολογικές μεταπτώσεις τους. Η λειτουργία της
σύγκρουσης στο δράμα τεμαχίζεται στον κάθε χαρακτήρα, και αποδεικνύεται υποδόρια
και εκφυλιστική. Δεν εξαντλείται στην ένταση της στιγμής ούτε και καταφέρνει να
φέρει την ανατροπή όταν οδηγείται σε μια τύπις κορύφωση (την απόπειρα του Βάνια
να σκοτώσει τον καθηγητή). Αντιθέτως το ξέσπασμα του ήρωα είναι αυτό που θα
σηματοδοτήσει την επιστροφή στη συνήθεια και μαζί στη φθορά,
Ο Σπύρος Καλογήρου |
Ενδιαφέρον παρουσιάζει
και το τραγικοκωμικό στο τσεχωφικό σύμπαν. Το έργο δεν έχει να κάνει με
ευρήματα, αλλοκοτιές για την αλλοκοτιά, αλλά με εγγεγραμμένα στο σώμα
μικροκουσούρια, με μια αυτοσαρκαστική διάθεση, και την αντίστιξη που
δημιουργείται από διάφορες εμμονές του κάθε προσώπου, εμμονές που φτιάχνουν
όλες μαζί μια μουσική συμφωνία, για την απεγνωσμένη αναζήτηση της αγάπης που
μπορεί να σκοντάφτει σε κάτι πολύ γήινο… όπως μια βροχερή μέρα. Ο Θείος Βάνιας παρουσιάζει στοιχεία
φαιδρότατα, ο σκηνοθέτης όμως πρέπει να αντισταθεί στις εύκολες λύσεις του
αστεϊσμού.
Ο ¨Θείος Βάνιας¨
παραμένει ένας μεγάλος ρόλος του κλασικού ρεπερτορίου. Παρόλαυτα παραμένει ένας
άνθρωπος που δεν ανέπτυξε τις ικανότητες του, το ταλέντο του, ήθελε να κάνει
πολλά πράγματα αλλά εγκλωβίστηκε, κάπου τον κρατάει η ζωή, φτάνει κοντά στα
πενήντα και ζει τη ζωή του χωρίς να τη ζήσει.
Παίζουν με τη σειρά που ακούγονται Έλλη Ξανθάκη, Νίκος Χατζίσκος, Νίκος Παπακωνσταντίνου, Γιώργος Νέζος, Σπύρος Καλογήρου, Πόπη Παπαδάκη, Τιτίκα Νικηφοράκη, Ρίτα Μουσούρη, Κώστας Παπαγεωργίου
Σκηνοθεσία Νίκος Πράπας
Ο Νίκος Χατζίσκος |
Πηγές:
https://www.n-t.gr/el/news/?nid=33617
3/5
www.periou.gr/ανθούλα-δανιήλ-άντον-τσέχωφ-ο-θείος-β/
www.enet.gr/?i=news.el.article&id=108852
https://vasilakou.theater/project/θείος-βάνιας/
https://www.elculture.gr/blog/article/ο-θείος-βάνιας-της-μαρίας-μαγκανάρη-η-δ%/
https://www.lifo.gr/culture/theatro/o-theios-banias-toy-giorgoy-kimoyli-boytaei-sta-riha
https://www.mytheatro.gr/o-thios-vania-tou-anton-tsechof-fotografies-tis-parastasis/
https://thanpan.org/2015/02/15/σκέψεις-για-την-παράσταση-ο-θείος-βάνι/
animusanimus.blogspot.com/2008/02/blog-post.html
Αντιγόνη
Βλαβιανού κ.α., Ιστορία της Ευρωπαϊκής
Λογοτεχνίας Τ.’Β, εκδ. Ε.Α.Π., Πάτρα 2008
-Ο Παύλος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1978 στη Δράμα,
μεγάλωσε στις Σέρρες και έζησε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από το 1996
εργάζεται στο δημόσιο σε διάφορες διοικητικές θέσεις. Είναι απόφοιτος της
Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Σχολής Αστυφυλάκων της
Αστυνομικής Ακαδημίας, της Σχολής Επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ΕΛ.ΑΣ., και
της Σχολής Ελληνικού Πολιτισμού, του Τμήματος Ανθρωπιστικών. Σπουδών του Ελληνικού
Ανοικτού Πανεπιστημίου. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου