Δέησις. Κ. Ο. Καβάφης.

 Δέησις 

Η θάλασσα στα βάθη της πήρ’ έναν ναύτη.

H μάνα του, ανήξερη, πηαίνει κι ανάφτει

στην Παναγία μπροστά ένα υψηλό κερί

για να επιστρέψει γρήγορα και να ’ν’ καλοί καιροί—

και όλο προς τον άνεμο στήνει τ’ αυτί.

Aλλά ενώ προσεύχεται και δέεται αυτή,

η εικών ακούει, σοβαρή και λυπημένη,

ξεύροντας πως δεν θα ’λθει πια ο υιός που περιμένει.

                  Κ. ΚΑΒΆΦΗΣ

(πίνακας του Γ. Τσαρούχη)



Η σύνδεση των Κουδουνοφόρων Αράπηδων της Νικίσιανης Καβάλας με την Αρχαία Ελλάδα

 Υπάρχει  βέβαια  και  μια  ερμηνεία  μάλλον  εγγύτερη  στην  πραγματικότητα,  σύμφωνα  με  την οποία  το  έθιμο  των  κουδουνοφόρων  Αράπηδων  της  Νικήσιανης  Παγγαίου,  που  τελείται  κάθε  χρόνο ανήμερα  των  Φώτων  ,  έχει  τις  ρίζες  του  στη  διονυσιακή  λατρεία,  που  ήταν  πολύ  διαδεδομένη  στην περιοχή.  



Άλλωστε  το  Παγγαίο  ήταν  το  ιερό  βουνό  του  Διονύσου  και  πιθανότατα  στις  κορυφές  του υπήρχε  και  το  μαντείο  του  θεού.  Τα  στοιχεία  του  εθίμου,  που  μας  επιτρέπουν  να  το  συσχετίσουμε  με  την πανάρχαια  διονυσιακή  λατρεία,  είναι  η  μεταμφίεση  των  ανδρών  με  προβιές  ζώων  και  με  κάλυμμα κεφαλής  από  μαύρο  τραγίσιο  δέρμα,  αλλά  και  το  στοιχείο  της  ανάστασης  του  νεκρού  αρχηγού  της  μιας ομάδας,  μετά  τη  θανατηφόρα  μονομαχία  του  με  τον  αντίπαλο  αρχηγό,  πάντα  στο  πλαίσιο  της θεατρικότητας  του  εθίμου,  που  συμβολίζει  την  ανανέωση  της  ζωής  και  της  φύσης.  Για  το  συσχετισμό  με τη  διονυσιακή  λατρεία  δες  και  το  βιβλίο  Ανατολική  Μακεδονία  –Θράκη:  λαογραφικό  Οδοιπορικό,  έκδοση Περιφέρειας  Α.Μακεδονίας  –Θράκης,  σελ  66.Στιγμιότυπα  από  το  ίδιο  το  έθιμο  μπορεί  να  δει  κανείς  στη διεύθυνση:  http://www.youtube.com/watch?v=a_twl5oG2nE  (προσπέλαση  8.9.2013).   

Τι σημαίνει η λέξη αρντζιμπουρτζι.

 


Τεχνολογία

 


Ρομάριο ντε Σόουζα Φαρία

 🇧🇷Η απλώς ΡΟΜΑΡΙΟ 💪⚽

Είναι γνωστός και σαν R11 (γιατί ο αγαπημένος του αριθμός στη φανέλα ήταν το 11 - μάλιστα το 11 είναι σημαδιακός αριθμός γιατί συνολικά φόρεσε τις φανέλες 11 ομάδων), κάτι όπως το R9 του Ρονάλντο, όχι μόνο για χρηστικούς αλλά και για εμπορικούς λόγους.



Παιδί των φαβελών, αντίκρισε τη σκληρή πραγματικότητα του Ρίο ντε Ζανέιρο - παραδοσιακά οι φαβέλες του ήταν πιο "άναρχες" από αυτές του Σάο Πάουλο - από πολύ νωρίς. Γεννήθηκε στη Ζακαρεζίνιο και η πρώτη του ομάδα ήταν η Εστρελίνια (αστεράκι) Ολάρια, στην βόρεια πλευρά του Ρίο ντε Ζανέιρο, εκεί όπου έμενε από την ηλικία των τριών ετών. Ιδρυτής και ποδοσφαιριστής της ομάδας ήταν ο πατέρας του

Στην πορεία του εξελίχθηκε σε έναν από τους μεγαλύτερους σκορερ που ανέδειξε το  βραζιλιάνικο ποδόσφαιρο.

Η FIFA του καταμετρά 9️⃣2️⃣9️⃣❗❗❗γκολ⚽, με τα 772 από αυτά να είναι σε επίσημα παιχνίδα. Έτσι, ο Ρομάριο βρίσκεται στην 3η θέση των ποδοσφαιριστών με τα περισσότερα τέρματα, πίσω από τον Κριστιάνο Ρονάλντο και τον Γιόζεφ Μπίτσαν, ενώ επίσης είναι τρίτος σκόρερ στην ιστορία της εθνικής Βραζιλίας με συνολικά 55 γκολ και μπροστά του βρίσκονται οι Πελέ που βρήκε δίχτυα 77 φορές και Ρονάλντο με 62.

Λούντβιχ Βαν Μπετόβεν, ο κορυφαίος κλασικός.



Πηγή: 
 O Ludwig van Beethoven (16 Δεκεμβρίου 1770 - 26 Μαρτίου 1827) είναι μία από τις κορυφαίες μορφές της κλασικής μουσικής, που συγκαταλέγεται σήμερα ανάμεσα στους ευρύτερα αποδεκτούς συνθέτες όλων των μουσικών περιόδων και είναι από τους πλέον γνωστούς όλων των εποχών.




Γεννήθηκε στη Βόνς. Ο γιος του φλαμανδικής καταγωγής Johann Beethoven και της Magdalena Keverich έδειξε από μικρός αξιοθαύμαστη κλίση στη μουσική.

Ο πατέρας του, τενόρος της βασιλικής αυλής με πρόβλημα αλκοολισμού, παθιασμένος με την περίπτωση του Wolfgang Amadeus Mozart επιθυμούσε να μετατρέψει και τον γιο του σε ένα παιδί θαύμα. Έλαβε εξαιρετική μουσική μόρφωση για την εποχή του, μελετώντας έργα των Johann Sebastian Bach, Carlos Felipe Emmanuel Bach και Muzio Clementi.  Το 1778, ο 8χρονος Ludwig έπαιξε σε ένα κονσέρτο πιάνου στην Κολωνία, και τρία χρόνια αργότερα ο πατέρας του τον οδήγησε σε μια περιοδεία ανά την Ολλανδία – η οποία όμως θεωρήθηκε αποτυχημένη. Στη Βιέννη γνώρισε τον θρυλικό Wolfgang Amadeus Mozart (1756-1791), από τον οποίο έλαβε ορισμένα μαθήματα και ανέπτυξαν φιλική σχέση, ώσπου μια ασθένεια της μητέρας του τον ανάγκασε να επιστρέψει στη Βόνη.

Στη συνέχεια γνωρίστηκε με τον κόμη Waldstein, άνθρωπο μορφωμένο και διακεκριμένο πιανίστα ο οποίος τον βοήθησε να ξεπεράσει το χαμό της μητέρας του ενώ τον ανακήρυξε «νόμιμο» διάδοχο του Mozart και του Joseph Haydn (1732-1809), συστήνοντάς τον ένθερμα προκειμένου να του ανοίξει πόρτες στη Βιέννη. Στην Αυστρία, με μεγάλο αριθμό έργων στις αποσκευές του – το πρώτο του έργο το έγραψε στα 10 του χρόνια – η βοήθεια του Κόμη του άνοιξε πόρτες των σαλονιών των αριστοκρατών και του επέτρεψε να μελετήσει με τον Haydn, τον Antonio Salieri και άλλους σπουδαίους μουσικούς σύνθεση, βιολί και συγγραφή για κουαρτέτα και κουιντέτα. Έτσι, έδωσε το πρώτο του δημόσιο κονσέρτο πιάνου, στις 30 Μαρτίου του 1795, αν και ήδη είχε όνομα βιρτουόζου του πιάνου τα τελευταία τρία χρόνια. Το ταλέντο του αναγνώριζαν δάσκαλοι και ευγενείς στηρίζοντάς τον οικονομικά προκειμένου να παραμείνει στη Βιέννη.

 Στο αποκορύφωμα της καριέρας του, ο συνθέτης άρχισε να βασανίζεται από τα συμπτώματα της κώφωσης, τα οποία είχαν εμφανιστεί ήδη από το 1796. Το κόστος ήταν τεράστιο για την ψυχολογία του συνθέτη που έβλεπε ότι έχανε την πλέον απαραίτητη αίσθηση για το επάγγελμα του. Το διαρκές σφύριγμα που άκουγε εμπόδιζε τη σωστή εκτίμηση της μουσικής που άκουγε, ενώ τον έκανε να αποφεύγει την ομιλία. Παρέδιδε μαθήματα πιάνου και μεταξύ των μαθητών του συγκαταλέγονται οι μετέπειτα συνθέτες Ferdinand Ries και Carl Czerny. Στις αρχές του 1800 συνέθεσε την περίφημη Σονάτα του Σεληνόφωτος, το μπαλέτο Πλάσματα του Προμηθέα και ολοκλήρωσε τη Δεύτερη Συμφωνία του. Παράλληλα, βελτιώνονται οι σχέσεις του με τους εκδότες και τα έργα του τυπώνονται, επιφέροντας πλέον σημαντικότερα έσοδα στον συνθέτη.


Συνέχισε να συνθέτει με ορισμένες περιόδους μικρότερης παραγωγής λόγω οικογενειακών προβλημάτων αλλά και προβλημάτων υγείας, η οποία από το 1825 κι έπειτα επιδεινωνόταν σταδιακά, ώσπου 
στις 26 Μαρτίου του 1827 έφυγε από τη ζωή. Περί τις 20.000 πολιτών συγκεντρώθηκαν για να τον αποχαιρετίσουν ενώ, όπως ήταν το έθιμο της εποχή, ενταφιάστηκε σε έναν κοινό ανώνυμο τάφο. Ο Franz Schubert, ο οποίος πέθανε τον επόμενο χρόνο κι ενταφιάστηκε δίπλα του, έφερε έναν από τους δαυλούς στην κηδεία του Beethoven. O Ludwig van Beethoven (16 Δεκεμβρίου 1770 - 26 Μαρτίου 1827) είναι μία από τις κορυφαίες μορφές της κλασικής μουσικής, που συγκαταλέγεται σήμερα ανάμεσα στους ευρύτερα αποδεκτούς συνθέτες όλων των μουσικών περιόδων και είναι από τους πλέον γνωστούς όλων των εποχών.

Γεννήθηκε στη Βόνς. Ο γιος του φλαμανδικής καταγωγής Johann Beethoven και της Magdalena Keverich έδειξε από μικρός αξιοθαύμαστη κλίση στη μουσική.

Ο πατέρας του, τενόρος της βασιλικής αυλής με πρόβλημα αλκοολισμού, παθιασμένος με την περίπτωση του Wolfgang Amadeus Mozart επιθυμούσε να μετατρέψει και τον γιο του σε ένα παιδί θαύμα. Έλαβε εξαιρετική μουσική μόρφωση για την εποχή του, μελετώντας έργα των Johann Sebastian Bach, Carlos Felipe Emmanuel Bach και Muzio Clementi.  Το 1778, ο 8χρονος Ludwig έπαιξε σε ένα κονσέρτο πιάνου στην Κολωνία, και τρία χρόνια αργότερα ο πατέρας του τον οδήγησε σε μια περιοδεία ανά την Ολλανδία – η οποία όμως θεωρήθηκε αποτυχημένη. Στη Βιέννη γνώρισε τον θρυλικό Wolfgang Amadeus Mozart (1756-1791), από τον οποίο έλαβε ορισμένα μαθήματα και ανέπτυξαν φιλική σχέση, ώσπου μια ασθένεια της μητέρας του τον ανάγκασε να επιστρέψει στη Βόνη.

Στη συνέχεια γνωρίστηκε με τον κόμη Waldstein, άνθρωπο μορφωμένο και διακεκριμένο πιανίστα ο οποίος τον βοήθησε να ξεπεράσει το χαμό της μητέρας του ενώ τον ανακήρυξε «νόμιμο» διάδοχο του Mozart και του Joseph Haydn (1732-1809), συστήνοντάς τον ένθερμα προκειμένου να του ανοίξει πόρτες στη Βιέννη. Στην Αυστρία, με μεγάλο αριθμό έργων στις αποσκευές του – το πρώτο του έργο το έγραψε στα 10 του χρόνια – η βοήθεια του Κόμη του άνοιξε πόρτες των σαλονιών των αριστοκρατών και του επέτρεψε να μελετήσει με τον Haydn, τον Antonio Salieri και άλλους σπουδαίους μουσικούς σύνθεση, βιολί και συγγραφή για κουαρτέτα και κουιντέτα. Έτσι, έδωσε το πρώτο του δημόσιο κονσέρτο πιάνου, στις 30 Μαρτίου του 1795, αν και ήδη είχε όνομα βιρτουόζου του πιάνου τα τελευταία τρία χρόνια. Το ταλέντο του αναγνώριζαν δάσκαλοι και ευγενείς στηρίζοντάς τον οικονομικά προκειμένου να παραμείνει στη Βιέννη.
 


Από το 1811 έπαψε να δίνει ο ίδιος συναυλίες αφού η ακοή του δεν τον βοηθούσε ενώ φέρεται να έχασε τελείως την ακοή το 1814. Εξαιτίας αυτής της απώλειας, υπάρχει ένα μοναδικό αρχείο των διαλόγων του συνθέτη με τους φίλους του, οι οποίοι του έγραφαν αυτό που ήθελαν να του πουν και στη συνέχεια ο συνθέτης απαντούσε είτε προφορικά είτε γραπτά. Περισσότερα από τα μισά βιβλία ωστόσο με τους διαλόγους του συνθέτη καταστράφηκαν μετά το θάνατό του από τον βιογράφο του Anton Felix Schindler, ο οποίος επιχείρησε να παρουσιάσει μια ιδανική εικόνα του συνθέτη.

 

Οι συνθέσεις της περιόδου εκείνης είναι μεγαλοπρεπείς, με μεγαλύτερο πνευματικό βάθος, ενώ η δομή τους θεωρείται γενικά πιο αφηρημένη και ασαφής. Στα τελευταία έργα του, χρησιμοποίησε επίσης πολύ συχνά το στοιχείο των παραλλαγών. Οι παραλλαγές Diabelli θεωρούνται από τα σημαντικότερα έργα αυτού του είδους και αποτέλεσαν σημείο αναφοράς για αρκετά έργα της ρομαντικής περιόδου. Σχετικά με την πρεμιέρα της 9ης Συμφωνίας του, το 1824, λέγεται ότι χρειάστηκε να τον ακουμπήσει κάποιος για να γυρίσει μετά την ολοκλήρωση της, για να αντιληφθεί το ενθουσιώδες χειροκρότημα του κοινού – συνειδητοποιώντας ότι δεν μπορούσε να ακούσει τίποτα απολύτως, ξέσπασε σε δάκρυα.

Πηγή:https://tvxs.gr/news/%CE%BC%CE%BF%CF%85%CF%83%CE%B9%CE%BA%CE%AE/%CE%B5%CF%80%CE%AD%CF%84%CE%B5%CE%B9%CE%BF%CF%82-%CE%B8%CE%B1%CE%BD%CE%AC%CF%84%CE%BF%CF%85-%CF%84%CE%BF%CF%85-ludwig-van-beethoven

Μέγας Βασίλειος, του Ματθαίου Μουντε. Ραδιοφωνικό θέατρο

 Αγαπητοί φίλοι του Ραδιοφωνικού Θεάτρου σας εύχομαι χρόνια πολλά και Καλή Χρονιά! Ευτυχισμένο το 2022!

Με αφορμή το κλίμα των ημερών πρόκειται να σας παρουσιάσω το έργο του Ματθαίου Μουντέ: Μέγας Βασίλειος




Η υπόθεση:

Ο Μέγας Βασίλειος είναι ο Άγιος Βασίλειος της Ορθοδοξίας, ο δικός μας Άγιος Βασίλης. Εξέχουσα προσωπικότητα της Χριστιανικής Εκκλησίας, ο Βασίλειος υπήρξε σπουδαίος ιεράρχης και κορυφαίος θεολόγος, γι’ αυτό και ανακηρύχτηκε Άγιος και Μέγας. Είναι ένας από τους Πατέρες της Εκκλησίας κι ένας από τους Τρεις Ιεράρχες. Η μνήμη του εορτάζεται την 1η Ιανουαρίου από τους Ορθοδόξους (14 Ιανουαρίου απ’ όσους ακολουθούν το Ιουλιανό Ημερολόγιο) και στις 2 Ιανουαρίου από τους Καθολικούς. Η μνήμη του συνεορτάζεται στις 30 Ιανουαρίου, κατά την εορτή των Τριών Ιεραρχών, μαζί με τους δύο άλλους μεγάλους Πατέρες της Εκκλησίας, τον Γρηγόριο τον Θεολόγο και τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο.

Γεννήθηκε το 330 στην Καισάρεια της Καππαδοκίας (νυν Καϊσερί Τουρκίας) και ήταν γιος του ποντίου ρήτορα (δικηγόρου της εποχής) Βασιλείου και της Εμμέλειας, η μνήμη της οποίας τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία μαζί με του υιού της. Στην οικογένεια εκτός από το Βασίλειο υπήρχαν άλλα οκτώ ή εννέα παιδιά. Μεταξύ αυτών, ο Γρηγόριος, ο μετέπειτα σπουδαίος θεολόγος, γνωστός ως Γρηγόριος Νύσσης. Η γιαγιά του Μακρίνα ήταν κόρη χριστιανού μάρτυρα και μαζί με τη μητέρα του Εμμέλεια έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση του χριστιανικού χαρακτήρα του Βασιλείου.


Μετά τα εγκύκλια μαθήματα που πήρε στην πατρίδα του, ο Βασίλειος στάλθηκε στο Βυζάντιο για ευρύτερες σπουδές. Το 351 πήγε στην Αθήνα, όπου ανθούσαν ακόμη τα γράμματα και οι τέχνες. Σπούδασε ρητορική, φιλοσοφία, αστρονομία, γεωμετρία, ιατρική, φυσική κ.ά. Στην Αθήνα γνωρίστηκε με τον Ιουλιανό, μετέπειτα αυτοκράτορα του Βυζαντίου και αργότερα μεγάλο πολέμιο του Χριστιανισμού, και τον Γρηγόριο τον Ναζιανζηνό, με τον οποίο τον συνέδεσε μία ιερή και ισόβια φιλία.

Μετά τις σπουδές του στην Αθήνα επέστρεψε το 351 στην Καισάρεια, όπου άσκησε το επάγγελμα του ρήτορα, όπως και ο πατέρας του. Πολύ γρήγορα ξεκίνησε ένα πνευματικό ταξίδι στην Αίγυπτο, την Παλαιστίνη, τη Μεσοποταμία και τη Συρία, για να γνωρίσει τους ασκητές και να σπουδάσει τον μοναχισμό. Τόσο πολύ γοητεύτηκε από την αυστηρή ασκητική ζωή, ώστε πήγε στον Πόντο κι έζησε μοναχός στην έρημο για μία πενταετία (357-362).

Σκόπευε να μείνει οριστικά εκεί, αν δεν επισυνέβαινε ο θάνατος του επισκόπου Καισαρείας Ευσέβιου. Ο λαός της Καισαρείας ζήτησε να τον διαδεχθεί ο Βασίλειος και μετά την εκλογή του αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Καισάρεια. Παρέμεινε για εννέα χρόνια επίσκοπος Καισαρείας και άφησε σπουδαίο έργο, που αποτέλεσε παράδειγμα προς μίμηση για τις επόμενες γενιές. Ίδρυσε μία σειρά από φιλανθρωπικά ιδρύματα, που έγιναν γνωστά ως «Βασιλειάδα», η οργάνωση των οποίων για την περίθαλψη των φτωχών και των ασθενών αποτέλεσε υπόδειγμα πνευματικής προσφοράς και κοινωνικής δράσης.


Ο Βασίλειος ήταν αλύγιστη ψυχή μπροστά σε κάθε είδους κοσμική εξουσία. Κάποτε, ο αυτοκράτορας Ουάλης, που υποστήριζε τους Αρειανούς, του έστειλε τον επίτροπό του Μόδεστο. Ο αυτοκρατορικός απεσταλμένος τον φοβέρισε με δήμευση της περιουσίας του, εξορία και μαρτυρικό θάνατο. Ατάραχος, ο Βασίλειος απάντησε:
– «Λίγα τριμμένα ρούχα και κάμποσα βιβλία αποτελούν όλη μου την περιουσία· επομένως δεν φοβάμαι τη δήμευση. Την εξορία δεν τη λογαριάζω, γιατί σ’ αυτόν τον κόσμο είμαι παρεπίδημος. Ούτε τα μαρτύρια φοβούμαι, γιατί τον θάνατο θεωρώ ως ευεργέτη, επειδή θα με οδηγήσει πιο γρήγορα στον Θεό.»
– «Κανένας άλλος επίσκοπος δεν μου μίλησε έτσι», είπε θυμωμένος ο Μόδεστος.
– «Δεν θα μίλησες ποτέ με πραγματικό επίσκοπο», του ανταπάντησε ο Βασίλειος.

Ο Μέγας Βασίλειος υπήρξε πολυγραφότατος συγγραφέας, με καθοριστική συνεισφορά στη διατύπωση του δόγματος της Αγίας Τριάδας, ενώ συνέταξε και Θεία Λειτουργία («Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου»). Τα έργα του διακρίνονται σε δογματικά, αντιαιρετικά, ασκητικά, πρακτικά, ομιλίες και επιστολές.

Σε όλη τη σύντομη ζωή του αγωνίστηκε για την ενότητα της Χριστιανικής Εκκλησίας, που μαστιζόταν στην εποχή του από θεολογικές έριδες σχετικά τις δοξασίες του Αρείου. Πέθανε την 1η Ιανουαρίου του 379 σε ηλικία 49 ετών και τάφηκε με μεγάλες τιμέ
ς.
(Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/758)


Λίγα στοιχεία για το έργο και το συγγραφέα

Με ποιητική, αλλά όχι κουραστική γλώσσα ο Μουντές παραθέτει τα σημαντικότερα επεισόδια από το Βίο του Μεγάλου Βασιλείου. Στο έργο είναι διάχυτη η ποιητική θλίψη του συγγραφέα, αλλά ταυτόχρονα και η βεβαιότητα ότι δεν έχουν χαθεί όλα. Κρατά στάση αμυντικής επίθεσης στη μιαρότητα και στην πνευματική ασφυξία των καιρών.

Ο Ματθαίος Μουντές γεννήθηκε το 1935 στη Χίο και πέθανε το 2000. Ήταν γιος ναυτικού και σπούδασε στην Θεολογική σχολή Αθηνών, ενώ εργάσθηκε ως καθηγητής στην ιδιωτική εκπαίδευση. Στη λογοτεχνία εμφανίσθηκε το 1955. Σε όλο του το βίο υπήρξε ουρανοπολίτης και κήρυκας της ¨δια πυρός παιδείας¨ του Παπαδιαμάντη και του Αγίου Όρους.


Το έργο ηχογραφήθηκε το 1978 στους ραδιοθαλάμους της Ε.ΡΑ.



Directed By –
Music Consultant [Μουσική Επιμέλεια] –Λάμπρος Κωστόπουλος
Sounds [Επιμέλεια Ήχων] –Μίκα Μητροπούλου
Technician [Τεχνική Επιμέλεια] – ,Δανάη Ευαγγελίου
Technician [Ψηφιακή Επεξεργασία] –Βασίλης Καρράς, Τάσος Μεταλληνός
Text By [Επιμέλεια Κειμένου]  Αιμιλία Κτενά
Voice Actor [Αφηγητής] –Βασίλης Κανάκης
Voice Actor [Βασίλειος] –Μάκης Ρευματάς
Voice Actor [Γρηγόριος] –Χρήστος Δοξαράς
Voice Actor [Δεύτερη Γυναίκα] –Αγνή Βλάχου
Voice Actor [Εμμέλεια] –Μαργαρίτα Λαμπρινού
Voice Actor [Ιουλιανός] –Νικήτας Τσακίρογλου
Voice Actor [Μακρίνα] –Χλόη Λιάσκου
Voice Actor [Μόδεστος] –Νίκος Λυκομήτρος
Voice Actor [Πρώτη Γυναίκα] – Λήδα Πρωτοψάλτη
Ψηφιακή επιμέλεια–Γιάννης Ψυχογιός

Ματθαίος Μουντές

Copyright © – ERT S.A.

Η μεταφόρτωση έγινε από το κανάλι Theater:



Πηγές:
https://www.discogs.com/Ματθαίος-Μουντές-Ο-Βασίλειος-Ο-Μέγας/release/13128200
www.ekebi.gr/frontoffice/portal.asp?cpage=NODE&cnode=461&t=625
panagiotisandriopoulos.blogspot.com/2015/08/1935-2000.html
https://www.chiosin.gr/hya-137/
https://www.catisart.gr/matthaios-moyntes-choris-titlo/

Ευτυχισμένο το 2021!!!


Χρόνια Πολλά!!!


 

Καλή Χρονιά!

 Ευτυχισμένος ο νέος χρόνος!! 




ΧΩΡΙΑΤΙΚΟ ΚΑΛΑΝΤΑΡ ΤΟΥ 1902

Ο Χρόνος


 Στα μέρ μας, από τς δοδδεκα μην’ άλλ’ έρκάαι μέ κρύα καί χιόνια- καί τσέ λέμε χ’μανιάτκοι κι άλλ’ μέ ζέστες καί καλό £αιρό καί τσέ λέμε καλοκαιρνοί. Δεν είναι Βελί ή μέρα τ πότ έρκεται ο χ’μώνας καί πότε τό καλοκαίρ. ’Από καμμιά φορά τά κρύα έρκάαι νωρίς καί τότες έ'χμε πρώ’μο χ’μώνα, αλλ’ φορά πάλε οι ζέστες έρκάαι νωρίς κι έ'χμε πρώ’μο· καλοκαίρ. Γι αυτό λέγ’ καί ή παροιμία; ’Από Μάρτ’ καλοκαίρ κι άπ’ Αύγουστο χ’μώνα. Άμα ό καθαυτού χ’μώνας άρκέβ άπ’ τ’ Άγιαάριύς τό μήνα, άμα σφίξ τό κρύο κι άνάψνε τά μαβάλια, καί φεύγ’ μέσα τό Μάρτ, άμα άρκέψνε νά πρασνίζνε τά άαΐρια καί ν’ άθίζνε τά δέάρα,

Οί Τοΰρκ’ καί οί Κατσβέλ’ λένε δ χ’μώνας μπαιν’ τ’ Άϊδημητριοΰ καί τό καλοκαίρ τ’ Άϊγιωργιού. Άν λες καί τς δασκάλ’ μας καί τς γραμματζούμεν’, ό χρόνος είναι τέσσερα κομμάτια από τρεις μην’ τό καθανείνα. Αύτοίν'’ βάζνε στά έβγα τού χ’μώνα τν άνοιξ, καί στά έβγα τ’ καλοκαιριού τό χ’νόπωρο. Μά ό Θεγός κανείνενα δεν άκούγ’. Νέ τό· χ’μώνα νέ τό καλοκαίρ δέ τά στέλν’ τν ίδια μέρα κάθε χρόνο. Πότε τά στέλνει νωρίτερα πότε κόμ ξώρας άπ’ ά'λλες χρονιές.


Τσοί χιμωνιάτκοι τσ μην’ όάέ βρέχ’καί χιονίζ καί τά χωράφια καί τ’ άbέλιa λασπίζνε? οΐ άάροι κάάαι στο χωριό. "Οσ’ έχνε ζευγάρια, άγελάδια γιά άλλα χαϊβάνια θά τά κ’τάξνε, θά τά ταγίσνε, θά τά ποτίσ-νε κι ύστερα θά πάνε στς καβέδες νά παίξνε τάβλι, άάμα γιά χαρτιά, γιά θά κάτσνε νά πιούνε τό καβέ τς καί ν’ άποσώσνε λόγια. ’Άν πής γιά τς μερομστάδες π’ δεν έχνε χαϊβάνια, έκεΐν’ στς καβέδες βραδιάζάαι στς καβέδες ζμερώνται.

Η Στενήμαχος


Οί γ’ναίκες τότες κάμννε δλιές τού σπιτιού. Συγ’ρίζνε, σκουπίζνε,. άαλώννε, κεάάνε, φαίννε, πλέννε, μαγερεύνε καί κηδεύνε τά μωρά τς.

‘Άμ’ άνοίξ δ καιρός κ’ έρτ τό καλοκαίρ γοΰλ χύνάαι στα χωράφια, στ3 αόέλια, στα ϊ>οστάνια, τσ’ καπνοί, τά σκλήκια, τό θέρο, τ’ αλών’, τό άρΰγο. κατά τό καιρό νά πούμε. "Ερκεται μέρα π’ άδειάζ τό χωριό ■ κι’ άπομήσκνε μόνε οί γριές και τά μωρά.

'Ο χρόνος έχ’ πολλές γιορτές, μεγάλες καί μικρές. Ή τρανήτερ ή γιορτή είναι ή Πασκαλιά. Τς μεγάλες τς γιορτές δέ δλεΰνε. ’Άν τυχόν έχνε ονομασία, καλοδέχάαι τς μισαφίρδες, τσέ κερνάνε καί τσέ προσκών- ται. Στά λαφρογιόρτια πάλε κάμν-νε μόν λαφρειές δλιές καί καθιστές·~ σά νά πούμε ράψμο, κέάμα, κλώσ-μο, πλέξμο μά όχι δλιές πατερτη- λήδκες. Μόνε οποίος έχ’ ονομασία, ας εΐν’ καί λαφρογιόρτ, εκείνος γιορτάζ. 

Τά ξετναμένα κορίτσια πλέχνε ταντέλες, γιατί τότες δεν ίδρώννε τά χέρια, κεάάνε στο μά£ανο, γιά στο χέρ, φαίννε, καί σά τζέ βοθάη ή, φωνή τς τραβδάνε κιόλας γιά νά περνάη ή δίρα.

Οί γιαγιές κάάάαι στ’ κωχίτσα καί λαναρίζνε μαλλιά, γιά στρίφτνε ρόκα, γιά γνέθνε μαλλί στύ χέρ, γιά έχνε τό μωρό ως ν’ άποσώσ’ ή μάννα τ τσί δλιές τς, γιά λένε στά ί^ονάκια τς παραμύθια γιά νά κάάάαι φρόν’μα.

Τό χ’μώνα φαίν-νε μόνε άσπρα πανιά. Τά κόκκ’να καί τά γαλάζια τά φαίννε τό καλοκαίρ, γιατί τότε δέ νεμλετίζάαι καί δέ μα^ώννε στο χτέν’.


Πηγή: Αρχείο Θρακικού Λαογραφικού Θησαυρού

Η κατάντια ενός φτωχού χωρικού. Παραδοσιακό παραμύθι από την Σερβία – Απόδοση: Χρήστος Τσίρκας.

  Σ’ ένα απομονωμένο χωριό μιας μικρής πολιτείας, ζούσε μονάχος του ένας φτωχός χωρικός. Έτρωγε από αυτά που φύτευε στον μικρό του κήπο κι α...