Βρισκόμαστε στα τέλη Νοέμβρη του 1995, λίγες μέρες μετά τα θλιβερά γεγονότα της ταυτόχρονης εξέγερσης στις φυλακές Κορυδαλλού και των αναρχικών (στυλοβάτες του καθεστώτος της Μεταπολίτευσης) στο Πολυτεχνείο (είχε γίνει άρση ασύλου και περίπου 1000 συλλήψεις).
Η καρδιά του Μεσαίωνα της Μεταπολίτευσης...
Οι δυνάμεις του "προοδευτικού" χώρου έχουν πάρει τα ηνία και κυριαρχούν κάνοντας σιγά σιγα και επίδειξη δύναμης. Ο γνωστός αρθρογράφος κος Γιανναράς (φωνή βοώντος εν τη ερήμω ) προσπαθεί να αφυπνίσει τους Έλληνες (αποχαυνωμένοι από την οικονομική ευμάρεια, την ιδιωτική τηλεόραση κλπ) με την πέννα του...
ΑΠΟΡΙΑ: Ἡ ἐντολὴ τοῦ ἐκλογικοῦ σώματος στὸ κόμμα ποὺ ἑκάστοτε πλειοψηφεῖ εἶναι γιὰ νὰ κυβερνήσει τὴ χώρα καὶ νὰ ἐφαρμόσει τὸ πολιτικό του πρόγραμμα ἢ μόνο γιὰ νὰ κάνει «διάλογο» μὲ διαφωνοῦσες μειοψηφίες;
Ποιό εἶναι ἐπιτέλους τὸ νόημα τῆς ἐκτελεστικῆς ἐξουσίας, τῆς πολιτικῆς βούλησης, τῆς εὐθύνης γιὰ τὴ λειτουργία τοῦ κράτους, τὴν προστασία τῆς κοινωνίας τῶν πολιτῶν; Ἡ κύρια κρατικὴ λειτουργία σήμερα εἶναι ὁ «διάλογος».
Στασιάζουν οἱ βαρυποινίτες προξενώντας ζημιὲς ἑκατομμυρίων στὰ σωφρονιστήρια — τὸ κράτος ἐκλιπαρεῖ γιὰ «διάλογο» καὶ οἱ βαρυποινίτες ἐπιβάλλουν τοὺς ὅρους τους. Ἐξεγείρονται γιὰ «πλάκα» καὶ «χαβαλὲ» τὰ σκολιαρόπαιδα τοῦ «μαθητικοῦ κινήματος», πάλι μὲ ζημιὲς ἑκατομμυρίων στὰ σχολικὰ κτίρια — ὁ ὑπουργὸς Παιδείας ἔντρομος ζητάει «διάλογο».
«Διάλογο» καὶ μὲ τὰ θλιβερὰ πλάσματα κάποιων ψυχοπαθολογικῶν ἐπιβιώσεων τοῦ ἀριστερισμοῦ στὰ πανεπιστήμια, ποὺ χειρίζονται τὸ ἐνδεχόμενο νὰ μεταβάλουν το
κέντρο τῆς πρωτεύουσας σὲ πεδίο μάχης. «Διάλογο» καὶ μὲ τοὺς ἀγρότες ποὺ κλείνουν τοὺς ἐθνικοὺς δρόμους κόβοντας τὴν Ἑλλάδα στὰ δυό. «Διάλογο» μὲ κάθε ἐκβιαστικὴ μειοψηφία, μὲ κάθε γκαγκστερικὰ ὀργανωμένο συμφέρον, μὲ κάθε μικρονοϊκὴ συσπείρωση ποὺ θίγεται ἀπὸ τὴν κυβερνητικὴ πολιτική. Αὐτὸ δὲν εἶναι κράτος, εἶναι ψυχόδραμα. Ἀντὶ γιὰ πολιτικὸ λόγο καὶ πολιτικὴ πράξη, ψυχολογικὲς ἐκτονώσεις ἀσυνάρτητων μονολόγων ἁπλῶς γιὰ νὰ ἱκανοποιεῖται τὸ φαντασιωτικὸ σύμπλεγμα τῶν «δημοκρατικῶν διαδικασιῶν».
Ἕνα ὁλόκληρο κράτος σὲ κατάσταση ψυχωτικῆς ἄνοιας, μὲ σταθερὴ παραληρηματικὴ ἐπανάληψη τῶν ἴδιων ἰδεοληπτικῶν κενολογιῶν: «Διάλογος», «δημοκρατικὲς διαδικασίες», «ἐλεύθερη διακίνηση ἰδεῶν», «δικαίωμα στὴ διαφωνία», «ἐλεύθερη διεκδίκηση δικαιωμάτων».
Ἡ ἐθνικὴ οἰκονομία σὲ χρόνια ἑτοιμότητα κατάρρευσης, ἡ ἀγορὰ σὲ ἀπόγνωση, οἱ μισθωτοὶ καὶ συνταξιοῦχοι στὰ πρόθυρα τῆς πείνας, ἡ ἀνεργία ἀπειλητική, οἱ δημόσιοι ὀργανισμοὶ καὶ ἡ κρατικὴ διοίκηση μιὰ τελματωμένη μηχανὴ ποὺ μπλοκάρει κάθε παραγωγικὴ διαδικασία. Ἡ ἀνεξαρτησία τῆς δικαιοσύνης ὑπονομευμένη, ἡ παιδεία σὲ στάθμη τεταρτοκοσμική, στὰ κόμματα κεντρόφυγες τάσεις διάλυσης καὶ ἀσυναρτησίας, ὁ πολιτικὸς κόσμος ἀναξιόπιστος, ἀνίκανος νὰ ἐγγυηθεῖ ἐλπίδα. Καὶ μέσα σὲ αὐτὸ τὸ χάος τῆς γενικῆς κατάρρευσης ἡ ψυχολογικὴ ἐγκύστωση σὲ ἔμμονες ἰδέες ἔχει ὑποκαταστήσει ἀκόμα καὶ τὴ στοιχειώδη λογική. Δὲν ὑπάρχουν πιὰ ἐννοιολογικὲς σταθερὲς γιὰ νὰ παραχθεῖ συν-εννόηση, οἱ ἔννοιες κατανοοῦνται μόνο μὲ τὴν ψυχολογικὴ φόρτιση ποὺ ὁ καθένας αὐθαίρετα τοὺς ἐπιβάλλει. Ἂν δὲν βροῦμε τὴν πρωτογενὴ ἀφετηρία καὶ αἰτιώδη ἀρχὴ αὐτοῦ τοῦ παραληρηματικοῦ ψυχοδράματος, κάθε κοινωνιολογικὴ καὶ πολιτικὴ ἀνάλυση θὰ ἐξαντλεῖται ἄσκοπα στὴ φαινομενολογία τῶν συμπτωμάτων.
Ἂς γίνει ἐπιτέλους μιὰ συζήτηση ἀπροκατάληπτων κατὰ τεκμήριο ἀνθρώπων ποὺ ἔχουν πρόταση ἐντοπισμοῦ τῶν θεμελιακῶν αἰτίων τῆς σημερινῆς γενικῆς μας κατάρρευσης. Ἀπόπειρα ἔστω συζήτησης. Ἂς ξεκινήσουμε, γιὰ παράδειγμα, ψάχνοντας τὶς καταβολὲς τῆς σημερινῆς αὐτονόητης ἐκδοχῆς τοῦ «διαλόγου»: Μήπως ξεκίνησε ἀπὸ τὰ προεκλογικὰ μπαλκόνια τῆς δεκαετίας τοῦ '70;
Ὀνομάσαμε τότε «χαρισματικὸ» τὸν ἡγέτη ποὺ συνήγειρε τὰ πλήθη μὲ ἕναν καινούργιο συναρπαστικὸ τρόπο ἐπικοινωνίας: Τὸ μπαλκόνι σχηματοποιοῦσε τὸν λόγο, γιὰ νὰ τὸν πάρει τὸ πλῆθος νὰ τὸν κάνει «σύνθημα». Τὸ μπαλκόνι παρεῖχε, ὁ λαὸς μετασκεύαζε τὴν παροχὴ σὲ ἀπαίτηση.
Ἡ ψυχολογικὴ βεβαιότητα ποὺ μετάγγιζε αὐτὸς ὁ διάλογος ἦταν πὼς ὅλα μποροῦν νὰ γίνουν ἀπαιτητά, ὅλα μποροῦν νὰ χαρίζονται ἀπὸ ἕνα κράτος ποὺ εἶναι μήτηρ-τροφός, μήτρα ἀέναων ἀτομικῶν ἐξασφαλίσεων. Καὶ αὐτὴ ἡ παραίσθηση προσφερόταν μὲ τὸ σαγηνευτικὸ περιτύλιγμα τοῦ «κοινωνικοῦ κράτους», τοῦ «σοσιαλισμοῦ». Τράφηκε στὴ δεκαετία τοῦ '80 μὲ ἔμπρακτη ἐφαρμογὴ μιᾶς ἀλόγιστης πολιτικῆς παροχῶν ὄχι μόνο οἰκονομικῶν, ἀλλὰ καὶ γενικευμένων «δικαιωμάτων». Ταυτόχρονα τὸ συμβολικὸ ὑπόδειγμα τοῦ ἀρχηγοῦ, ὁ προκλητικὰ ἐμφανὴς ἰδιωτικός του βίος καὶ ὁ ἀπροσχημάτιστος πολιτικός του λόγος, μεταγγίζανε τὴν ψυχολογικὴ καὶ πάλι βεβαιότητα στὸν λαὸ πὼς τώρα, μὲ τὸν καινούργιο «κοινωνικὸ μετασχηματισμό», ὅλα ἐπιτρέπονται. Ὅλα. Δίχως ἀναστολὲς αἰδημοσύνης καὶ παραδοσιακῆς ἠθικῆς.
Ὅμως, ἀπὸ τὸ '85 κιόλας, ἄρχισε νὰ γίνεται φανερὸ στὴν πράξη ὅτι ὁ παραισθησιογόνος «μετασχηματισμὸς» ἦταν δραματικὰ ἀντικοινωνικός, στοὺς ἀντίποδες τοῦ σοσιαλισμοῦ καὶ τοῦ κοινωνικοῦ κράτους. Γιατὶ κοινωνικὸ εἶναι τὸ κράτος ποὺ ἀρθρώνει καὶ συντονίζει τὴν κοινωνικὴ λειτουργικότητα, ὄχι τὸ κράτος ποὺ ἀποστασιοποιεῖται ἀπὸ τὴν κοινωνία ὡς φαντασιώδης διαχειριστὴς παροχῶν. Καὶ μιὰ κοινωνία ἰσοπεδωμένη, δίχως ἀξιοκρατικὴ ἄρθρωση καὶ ἱεραρχία, δὲν μπορεῖ οὔτε νὰ παράγει οὔτε νὰ εὐημερεῖ. Τὰ ταμεῖα ἄδειασαν, τὰ παραγωγικὰ κίνητρα ἐξαρθρώθηκαν, ἡ ἀντικοινωνικὴ συμπεριφορὰ ἔγινε καθεστώς. Ἀπόμεινε τὸ ψυχόδραμα τοῦ «διαλόγου» μόνο γιὰ νὰ συντηρεῖ παραισθήσεις. Εἶναι αὐτὴ μιὰ πρόταση ἑρμηνείας.
22.11.1995
Η καρδιά του Μεσαίωνα της Μεταπολίτευσης...
Οι δυνάμεις του "προοδευτικού" χώρου έχουν πάρει τα ηνία και κυριαρχούν κάνοντας σιγά σιγα και επίδειξη δύναμης. Ο γνωστός αρθρογράφος κος Γιανναράς (φωνή βοώντος εν τη ερήμω ) προσπαθεί να αφυπνίσει τους Έλληνες (αποχαυνωμένοι από την οικονομική ευμάρεια, την ιδιωτική τηλεόραση κλπ) με την πέννα του...
ΑΠΟΡΙΑ: Ἡ ἐντολὴ τοῦ ἐκλογικοῦ σώματος στὸ κόμμα ποὺ ἑκάστοτε πλειοψηφεῖ εἶναι γιὰ νὰ κυβερνήσει τὴ χώρα καὶ νὰ ἐφαρμόσει τὸ πολιτικό του πρόγραμμα ἢ μόνο γιὰ νὰ κάνει «διάλογο» μὲ διαφωνοῦσες μειοψηφίες;
Ποιό εἶναι ἐπιτέλους τὸ νόημα τῆς ἐκτελεστικῆς ἐξουσίας, τῆς πολιτικῆς βούλησης, τῆς εὐθύνης γιὰ τὴ λειτουργία τοῦ κράτους, τὴν προστασία τῆς κοινωνίας τῶν πολιτῶν; Ἡ κύρια κρατικὴ λειτουργία σήμερα εἶναι ὁ «διάλογος».
Στασιάζουν οἱ βαρυποινίτες προξενώντας ζημιὲς ἑκατομμυρίων στὰ σωφρονιστήρια — τὸ κράτος ἐκλιπαρεῖ γιὰ «διάλογο» καὶ οἱ βαρυποινίτες ἐπιβάλλουν τοὺς ὅρους τους. Ἐξεγείρονται γιὰ «πλάκα» καὶ «χαβαλὲ» τὰ σκολιαρόπαιδα τοῦ «μαθητικοῦ κινήματος», πάλι μὲ ζημιὲς ἑκατομμυρίων στὰ σχολικὰ κτίρια — ὁ ὑπουργὸς Παιδείας ἔντρομος ζητάει «διάλογο».
«Διάλογο» καὶ μὲ τὰ θλιβερὰ πλάσματα κάποιων ψυχοπαθολογικῶν ἐπιβιώσεων τοῦ ἀριστερισμοῦ στὰ πανεπιστήμια, ποὺ χειρίζονται τὸ ἐνδεχόμενο νὰ μεταβάλουν το
κέντρο τῆς πρωτεύουσας σὲ πεδίο μάχης. «Διάλογο» καὶ μὲ τοὺς ἀγρότες ποὺ κλείνουν τοὺς ἐθνικοὺς δρόμους κόβοντας τὴν Ἑλλάδα στὰ δυό. «Διάλογο» μὲ κάθε ἐκβιαστικὴ μειοψηφία, μὲ κάθε γκαγκστερικὰ ὀργανωμένο συμφέρον, μὲ κάθε μικρονοϊκὴ συσπείρωση ποὺ θίγεται ἀπὸ τὴν κυβερνητικὴ πολιτική. Αὐτὸ δὲν εἶναι κράτος, εἶναι ψυχόδραμα. Ἀντὶ γιὰ πολιτικὸ λόγο καὶ πολιτικὴ πράξη, ψυχολογικὲς ἐκτονώσεις ἀσυνάρτητων μονολόγων ἁπλῶς γιὰ νὰ ἱκανοποιεῖται τὸ φαντασιωτικὸ σύμπλεγμα τῶν «δημοκρατικῶν διαδικασιῶν».
Ἕνα ὁλόκληρο κράτος σὲ κατάσταση ψυχωτικῆς ἄνοιας, μὲ σταθερὴ παραληρηματικὴ ἐπανάληψη τῶν ἴδιων ἰδεοληπτικῶν κενολογιῶν: «Διάλογος», «δημοκρατικὲς διαδικασίες», «ἐλεύθερη διακίνηση ἰδεῶν», «δικαίωμα στὴ διαφωνία», «ἐλεύθερη διεκδίκηση δικαιωμάτων».
Ἡ ἐθνικὴ οἰκονομία σὲ χρόνια ἑτοιμότητα κατάρρευσης, ἡ ἀγορὰ σὲ ἀπόγνωση, οἱ μισθωτοὶ καὶ συνταξιοῦχοι στὰ πρόθυρα τῆς πείνας, ἡ ἀνεργία ἀπειλητική, οἱ δημόσιοι ὀργανισμοὶ καὶ ἡ κρατικὴ διοίκηση μιὰ τελματωμένη μηχανὴ ποὺ μπλοκάρει κάθε παραγωγικὴ διαδικασία. Ἡ ἀνεξαρτησία τῆς δικαιοσύνης ὑπονομευμένη, ἡ παιδεία σὲ στάθμη τεταρτοκοσμική, στὰ κόμματα κεντρόφυγες τάσεις διάλυσης καὶ ἀσυναρτησίας, ὁ πολιτικὸς κόσμος ἀναξιόπιστος, ἀνίκανος νὰ ἐγγυηθεῖ ἐλπίδα. Καὶ μέσα σὲ αὐτὸ τὸ χάος τῆς γενικῆς κατάρρευσης ἡ ψυχολογικὴ ἐγκύστωση σὲ ἔμμονες ἰδέες ἔχει ὑποκαταστήσει ἀκόμα καὶ τὴ στοιχειώδη λογική. Δὲν ὑπάρχουν πιὰ ἐννοιολογικὲς σταθερὲς γιὰ νὰ παραχθεῖ συν-εννόηση, οἱ ἔννοιες κατανοοῦνται μόνο μὲ τὴν ψυχολογικὴ φόρτιση ποὺ ὁ καθένας αὐθαίρετα τοὺς ἐπιβάλλει. Ἂν δὲν βροῦμε τὴν πρωτογενὴ ἀφετηρία καὶ αἰτιώδη ἀρχὴ αὐτοῦ τοῦ παραληρηματικοῦ ψυχοδράματος, κάθε κοινωνιολογικὴ καὶ πολιτικὴ ἀνάλυση θὰ ἐξαντλεῖται ἄσκοπα στὴ φαινομενολογία τῶν συμπτωμάτων.
Ἂς γίνει ἐπιτέλους μιὰ συζήτηση ἀπροκατάληπτων κατὰ τεκμήριο ἀνθρώπων ποὺ ἔχουν πρόταση ἐντοπισμοῦ τῶν θεμελιακῶν αἰτίων τῆς σημερινῆς γενικῆς μας κατάρρευσης. Ἀπόπειρα ἔστω συζήτησης. Ἂς ξεκινήσουμε, γιὰ παράδειγμα, ψάχνοντας τὶς καταβολὲς τῆς σημερινῆς αὐτονόητης ἐκδοχῆς τοῦ «διαλόγου»: Μήπως ξεκίνησε ἀπὸ τὰ προεκλογικὰ μπαλκόνια τῆς δεκαετίας τοῦ '70;
Ὀνομάσαμε τότε «χαρισματικὸ» τὸν ἡγέτη ποὺ συνήγειρε τὰ πλήθη μὲ ἕναν καινούργιο συναρπαστικὸ τρόπο ἐπικοινωνίας: Τὸ μπαλκόνι σχηματοποιοῦσε τὸν λόγο, γιὰ νὰ τὸν πάρει τὸ πλῆθος νὰ τὸν κάνει «σύνθημα». Τὸ μπαλκόνι παρεῖχε, ὁ λαὸς μετασκεύαζε τὴν παροχὴ σὲ ἀπαίτηση.
Ἡ ψυχολογικὴ βεβαιότητα ποὺ μετάγγιζε αὐτὸς ὁ διάλογος ἦταν πὼς ὅλα μποροῦν νὰ γίνουν ἀπαιτητά, ὅλα μποροῦν νὰ χαρίζονται ἀπὸ ἕνα κράτος ποὺ εἶναι μήτηρ-τροφός, μήτρα ἀέναων ἀτομικῶν ἐξασφαλίσεων. Καὶ αὐτὴ ἡ παραίσθηση προσφερόταν μὲ τὸ σαγηνευτικὸ περιτύλιγμα τοῦ «κοινωνικοῦ κράτους», τοῦ «σοσιαλισμοῦ». Τράφηκε στὴ δεκαετία τοῦ '80 μὲ ἔμπρακτη ἐφαρμογὴ μιᾶς ἀλόγιστης πολιτικῆς παροχῶν ὄχι μόνο οἰκονομικῶν, ἀλλὰ καὶ γενικευμένων «δικαιωμάτων». Ταυτόχρονα τὸ συμβολικὸ ὑπόδειγμα τοῦ ἀρχηγοῦ, ὁ προκλητικὰ ἐμφανὴς ἰδιωτικός του βίος καὶ ὁ ἀπροσχημάτιστος πολιτικός του λόγος, μεταγγίζανε τὴν ψυχολογικὴ καὶ πάλι βεβαιότητα στὸν λαὸ πὼς τώρα, μὲ τὸν καινούργιο «κοινωνικὸ μετασχηματισμό», ὅλα ἐπιτρέπονται. Ὅλα. Δίχως ἀναστολὲς αἰδημοσύνης καὶ παραδοσιακῆς ἠθικῆς.
Ὅμως, ἀπὸ τὸ '85 κιόλας, ἄρχισε νὰ γίνεται φανερὸ στὴν πράξη ὅτι ὁ παραισθησιογόνος «μετασχηματισμὸς» ἦταν δραματικὰ ἀντικοινωνικός, στοὺς ἀντίποδες τοῦ σοσιαλισμοῦ καὶ τοῦ κοινωνικοῦ κράτους. Γιατὶ κοινωνικὸ εἶναι τὸ κράτος ποὺ ἀρθρώνει καὶ συντονίζει τὴν κοινωνικὴ λειτουργικότητα, ὄχι τὸ κράτος ποὺ ἀποστασιοποιεῖται ἀπὸ τὴν κοινωνία ὡς φαντασιώδης διαχειριστὴς παροχῶν. Καὶ μιὰ κοινωνία ἰσοπεδωμένη, δίχως ἀξιοκρατικὴ ἄρθρωση καὶ ἱεραρχία, δὲν μπορεῖ οὔτε νὰ παράγει οὔτε νὰ εὐημερεῖ. Τὰ ταμεῖα ἄδειασαν, τὰ παραγωγικὰ κίνητρα ἐξαρθρώθηκαν, ἡ ἀντικοινωνικὴ συμπεριφορὰ ἔγινε καθεστώς. Ἀπόμεινε τὸ ψυχόδραμα τοῦ «διαλόγου» μόνο γιὰ νὰ συντηρεῖ παραισθήσεις. Εἶναι αὐτὴ μιὰ πρόταση ἑρμηνείας.
22.11.1995