Φυσικά «το κράτος δεν εκδικείται». Σιγά μην αναλάβει επιπλέον καθήκοντα ένας γραφειοκρατικός οργανισμός που δεν θέλει ή, τέλος πάντων, αδυνατεί να επιτελέσει ορθώς αυτά που ήδη έχει.
Το σύνθημα των υποστηρικτών ενός δολοφόνου (που κατά κάποιους «είχε ένα ιδεώδες υπέρ του ανθρώπου» και ίσως γι’ αυτό απάλλαξε από το βάρος της ύπαρξης 13 από αυτούς) είναι ξεπατικωμένο από άλλες χώρες, εκεί όπου οι δημόσιοι λειτουργοί έχουν αρρωστημένες εμμονές με ό,τι θεωρούν καθήκον. Δεν έχει σχέση με την Ελλάδα του «δεν βαριέσαι, βρε αδελφέ». Δηλαδή, ακόμη κι αν «το κράτος θα ήθελε να εκδικηθεί», κάποιος θα απαντούσε βαριεστημένα πίσω από το γκισέ: «Δεν προβλέπεται, κύριε…».
Πίσω από το ψευδεπίγραφο «το κράτος δεν εκδικείται» υπάρχει η εδραία πεποίθηση πως «το κράτος εκβιάζεται». Οχι όλο το κράτος, αλλά το πολιτικό του σύστημα, το οποίο είναι χειρότερο από τη γραφειοκρατία που διαφεντεύει. Εξ ου και οι κραυγές, σε άλλες περιπτώσεις, ότι «ο νόμος θα πέσει στους δρόμους». Μόνο στην Ελλάδα η κορυφαία λειτουργία της Δημοκρατίας, η θεσμοθέτηση δηλαδή της βούλησης της πλειοψηφίας, ακυρώνεται από τη δράση μειοψηφιών. Και μόνο στην Ελλάδα αυτό είναι προς έπαινο και όχι προς ψόγο. Το κράτος, λοιπόν, δεν εκδικείται, αλλά το πολιτικό του σύστημα εκβιάζεται. Αυτό το ξέρουν καλά οι φίλοι των τρομοκρατών.
Από μία άποψη είναι λογικό. Οι πολιτικοί είναι και αυτοί άνθρωποι. Την ησυχία τους θέλουν και τα προνόμια του θώκου που κατέχουν. Σιγά μην μπουν στη διαδικασία να αντιμετωπίσουν τις απειλές των χουλιγκάνων, είτε αυτοί εισβάλλουν στα ΑΕΙ είτε ως φίλοι κάποιου καταδικασθέντος απειλούν με «πόλεμο». Και το δίκιο των πολιτικών ισχυροποιείται διότι ξέρουν εκ πείρας ότι η βολή επιβραβεύεται. Αν κάποιος, για παράδειγμα, αφήσει την Αθήνα να καεί, υπάρχουν ισχυρές πιθανότητες να αναλάβει το ύπατο αξίωμα της χώρας. Μπορεί στο εξωτερικό, όπως είπε ο κ. Σόιμπλε στον Αλέξη Παπαχελά, «ουδείς χάνει τη δουλειά του από μια συνέντευξη που δεν έδωσε», στην Ελλάδα ισχύει «ουδείς βγήκε χαμένος από τη δουλειά που δεν έκανε». Ετσι κι αλλιώς, η αξιολόγηση έργων και αποτελεσμάτων είναι προσπάθεια της «αριστείας» και η «αριστεία είναι ρετσινιά». Είναι γνωστά αυτά, από την εποχή που μεσουρανούσε η διανόηση του παραδόξου.
Εχουν περάσει πενήντα χρόνια από την περίοδο που σε ολόκληρη την Ευρώπη υπήρχαν οι αυταπάτες ότι με το επονομαζόμενο «αντάρτικο πόλεων», δηλαδή τις ληστείες, το σακάτεμα και τις δολοφονίες ανθρώπων, θα ερχόταν μια καλύτερη κοινωνία. Τότε, σε εκείνα τα «μολυβένια χρόνια» είχαν βγει τα συνθήματα, όπως «το κράτος δεν εκδικείται». Επιζούν μόνο στην Ελλάδα, ίσως επειδή μόνον εδώ δεν γελάμε με τα άλλα συνθήματα, όπως «Βάρκιζα τέλος», «όταν οι αντάρτες θα μπαίνουν στην Αθήνα, το Σύνταγμα θα λέγεται πλατεία Κουφοντίνα».
Πηγή: Καθημερινή