Ο Νίκος Τζόγιας υποδύεται τον Μπεν Χουρ... |
Ο Γιάννης Αργύρης |
Η μεταφόρτωση του έργου έγινε από το κανάλι ""
Καλή Ανάσταση!!
Ο Νίκος Τζόγιας υποδύεται τον Μπεν Χουρ... |
Ο Γιάννης Αργύρης |
Eχουν ένα καλό οι κρίσεις. Αποκαλύπτουν τις κρυμμένες, αλλά όχι κρυφές, παθογένειες, αυτές που σε «φυσιολογικούς καιρούς» θεωρούνται πολύ μικρές για να τις λάβουμε υπόψη. Για παράδειγμα, έπρεπε να έρθει η ουσιαστική χρεοκοπία του 2009 για να αντιληφθούμε ή έστω να προσέξουμε την ποικιλία των επιδομάτων στον μπαχτσέ του Δημοσίου. Βεβαίως δεν μπορούμε να πούμε ότι το «επίδομα έγκαιρης προσέλευσης στην εργασία» χρεοκόπησε την ελληνική οικονομία. Ηταν όμως μία από τις πολλές μικρές ψηφίδες που κατά καιρούς συναρθρώνονται με εντελώς τυχαίο τρόπο, για να γίνει το μεγάλο μπαμ. Είδαμε όλα εκείνα που προσπερνούσαμε με το ρωμαίικο «έλα, μωρέ, τώρα…», σαν τους κρίκους μιας αλυσίδας που μας οδήγησαν σε μια πρωτοφανή κρίση.
Υπό αυτήν την έννοια δεν πρέπει να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι οι (τρομάρα μας!) «εραστές της ελευθερίας», οι αρνητές της πανδημίας, αφήνουν σκουπιδότοπους ύστερα από κάθε συγκέντρωσή τους. Εδώ σκουπιδαριό βρίσκουμε σε κάθε μονοπάτι της Πάρνηθας, όπου συχνάζουν φυσιολάτρες, και σε κάθε απομονωμένη παραλία της χώρας, δεν θα γίνει χωματερή μια πλατεία στην οποία συγκεντρώνονται εκείνοι των οποίων ο τράχηλος ζυγό της πανδημίας δεν υπομένει; Και πάλι καλά να λέμε, που οι απόγονοι του ’21 απλώς ουρούν στα βάθρα των αγαλμάτων. Οι πιο επαναστάτες θα τα έσπαζαν για να κάνουν τα μάρμαρα πολεμοφόδια. Γιατί να μην το κάνουν; Ετσι κι αλλιώς ο διάχυτος λαϊκισμός δικαιολογεί τα πάντα. Τα πρωινάδικα της TV, εκεί όπου του λαού τα ντέρτια λένε κι όσο τραγουδάνε κλαίνε, πέρασαν από τη «δίκαιη οργή» στη «δίκαιη αγανάκτηση», για να καταλήξουν στη «δίκαιη κούραση».
Στον δημόσιο διάλογο που διαφέντεψε επί μακρόν η Αριστερά, η κοινωνία είχε κεντρικό ρόλο. Κάθε συζήτηση ξεκινούσε από αυτή και πολλάκις τελείωνε εκεί. Και να ρητορείες για τα «κοινωνικά δικαιώματα» που είναι απαράγραπτα, και να η «κοινωνική συνοχή» που απειλείτο από την περικοπή του επιδόματος προθέρμανσης αυτοκινήτου, και να η «κοινωνία» που –δικαίως– οργίζεται, αγανακτεί, εξεγείρεται, κουράζεται κ.λπ. Είναι απορίας άξιον πώς, με τόση διδαχή περί του κοινωνικώς επιθυμητού, εμφανίζεται τέτοιο μέγεθος αδιαφορίας για το κοινό μας περιβάλλον στην Πάρνηθα, στις παραλίες, στην Κυψέλη κ.α. Πώς γίνεται σε μια χώρα όπου όλοι αγανακτούν (μην παραλείψουμε το «δικαίως») με τη Μάργκαρετ Θάτσερ, επειδή είπε ότι «κοινωνία δεν υπάρχει, υπάρχουν μόνο τα άτομα, οι άνδρες, οι γυναίκες και οι οικογένειές τους», να υπάρχει τέτοιο μέγεθος γαϊδουριάς ως προς τους πιο ευάλωτους, που είναι οι ηλικιωμένοι και οι έχοντες χρόνιες παθήσεις;
Μια Γαλλίδα είχε πει «δημοκρατία είναι το όνομα που δίνουμε στον λαό, όταν τον χρειαζόμαστε». Κάτι ανάλογο ισχύει και στην Ελλάδα. Κοινωνία είναι το όνομα που αναφέρουμε όταν θέλουμε κάποιο κρατικό βοήθημα…
Όταν ο Μιχαήλ εισήλθε στην Κωνσταντανινούπολη, που είχε απελευθερώσει ο Αλέξιος Στρατηγόπουλος, και την είχε ήδη εγκαταλείψει ο Λατίνος βασιλιάς Baudouin (φυγαδεύθηκε με ένα βενετσιάνικο πλοίο), ο αυτοκράτορας έγινε δεκτός θριαμβικά ως Νέος Κωνσταντίνος και στο χρυσόβουλο που εξέδωσε με αυτήν την ευκαιρία καθόρισε τις προτεραιότητες της πολιτικής του· την απελευθέρωση δηλαδή των χαμένων πατρίδων [ο όρος εμφανίζεται νομίζω τότε για πρώτη φορά],
Ηχορρύπανση; Μα είναι δημοκρατικό δικαίωμα. Ρύπανση του δημόσιου χώρου; Ομοίως. Κι αν είσαι και πιο προχωρημένος ουρείς κιόλας. Δημοκρατικό δικαίωμα να μη σεβαστείς τα μέτρα για τη διάδοση του κορωνοϊού. Αν δεν αδιαφορείς για τις απαγορεύσεις, δεν διασκεδάζεις. Τόσο, που σκέφτομαι μήπως η λύση θα ήταν να αντιστραφούν οι όροι. Να επιβάλλεται, διά νόμου, η ηχορρύπανση, η ρύπανση του δημόσιου χώρου και ο συνωστισμός εν μέσω κορωνοϊού. Να απαγορευθεί η χρήση της μάσκας.
Ολοι αυτοί, ούτως ή άλλως, διασκεδάζουν μόνον με την ανυπακοή. Τώρα έχουν κι ένα επιπλέον επιχείρημα. Είναι κουρασμένοι. Οντως, είναι κουραστικό πράγμα ο σεβασμός στο κοινωνικό σύνολο. Ποιοι είναι όλοι αυτοί; Αριθμητικά είναι μειοψηφίες. Χίλιοι στην Κυψέλη, δυο χιλιάδες στο Περιστέρι, μερικές εκατοντάδες στην Πάτρα και χίλιοι ακόμη στη Θεσσαλονίκη. Δεν είναι μόνον νέοι. Είναι και ημιπιτσιρικάδες σαραντάρηδες. Από πού βγαίνουν; Από τα σπίτια τους. Δεν είναι άστεγοι πάντως. Εχουν προφανώς περάσει από τα σχολικά θρανία, από τα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα ορισμένοι. Και έχουν και κάποιο χαρτζιλίκι για να πίνουν μπίρες ή μπάφο. Είμαι δε βέβαιος ότι οι περισσότεροι έχουν διαβάσει ένα τουλάχιστον βιβλίο στη ζωή τους και διαθέτουν υπολογιστή. Αν τους ρωτήσεις γιατί τα κάνουν όλ’ αυτά θα σου απαγγείλουν απόψεις.
Σε γενικές γραμμές όλοι ανήκουν σε μια γενιά. Δεν λέω ότι την εκπροσωπούν διότι είναι μειοψηφία. Θα έλεγα επίσης πως οι ηλικίες τους, μάλλον τους κατατάσσουν στους άμεσους απογόνους της γενιάς του Πολυτεχνείου. Της γενιάς η οποία στελέχωσε την αριστερή ηγεμονία της μεταπολίτευσης. Δεν διακρίθηκε για τα έργα της. Διακρίθηκε όμως με τη νοοτροπία της. Αυτή επέβαλε την ταύτιση δημοκρατικού δικαιώματος με την ανυπακοή και της ελευθερίας με την αυθαιρεσία. Η πλειονότητα με τα χρόνια άλλαξε, προσαρμόστηκε, ανέβηκε κοινωνικά, πλούτισε. Υπήρξαν όμως και θύλακες που αρνήθηκαν να μεγαλώσουν, κι ας πλούτισαν. Και κληροδότησαν τα λάβαρα της νεότητάς τους στα παιδιά τους. Κι αν δεν είχαν και πολλά να τους πουν, τους έμαθαν ανυπακοή και αυθαιρεσία. Αρκετοί εκπαιδευτικοί αποδείχθηκαν ιδανικοί σύμμαχοι. Οποια απαγόρευση, ένας κακός βαθμός, σημαίνει χούντα.
Η μεταπολίτευση μυθοποίησε τη γενιά του Πολυτεχνείου πριν την απομυθοποιήσει. Ο ηρωισμός της ξεπουπουλιάστηκε. Τα ψυχικά της ράκη πήραν την εκδίκησή τους. Με το φοιτητικό κίνημα που κατέστρεψε το πανεπιστήμιο. Κυρίως όμως με την κουλτούρα της ανυπακοής με την οποία διαπαιδαγώγησε τα παιδιά της. Τους δημιούργησε την ψευδαίσθηση του ηρωισμού με τον οποίον τρέφεται ακόμη η ψυχή των βετεράνων της. Μόνον που ο ήρωας μετά την πλατεία Αγ. Γεωργίου θα γυρίσει σπίτι. Κι αν εν τω μεταξύ έχει αρπάξει τον ιό, τότε ο βετεράνος θα χρειαστεί πολύ ηρωισμό για να τα βγάλει πέρα.
Πηγή Καθημερινή
Ο Μέγιστος των Ελλήνων μέσα από το κείμενο του Αρριανού:
«…και ήταν στο σώμα πολύ όμορφος και φιλόπονος και οξύς στις αποφάσεις και πολύ ανδρείος και φιλότιμος, με αγάπη για τους κινδύνους και πολύ ευσεβής απέναντι στους θεούς. Ήταν ακόμη πολύεγκρατής στις ηδονές του σώματος, ενώ ήταν πολύ άπληστος για τους επαίνους του πνεύματος. Ήταν δεινός στο να διαβλέπει αυτό που πρέπει να γίνει, όταν αυτό δεν ήταν ακόμη ορατό στους άλλους και με απόλυτη επιτυχία μπορούσε από τα φαινόμενα να συμπεραίνει το σωστό. Επίσης ήταν πολύ έμπειρος στο να παρατάσσει και να εξοπλίζει και προετοιμάζει το στρατό. Ακόμη, στο να απογειώνει το θάρρος των στρατιωτών του, να τους γεμίζει με καλές ελπίδες, να τους καθιστά άφοβους στους κινδύνους με τη δική του άφοβη στάση, σε όλα αυτά ήταν ικανότατος….γνωρίζω πολύ καλά ότι από τους παλιούς βασιλιάδες μόνο ο Αλέξανδρος είχε τη γενναιότητα να μετανιώνει για αυτά, στα οποία έσφαλε…».
(Αρριανός: Z΄. 28. 1-2, 29.1).
Τα παραμύθια δεν είναι μόνο ψυχαγωγία για τα παιδιά, αλλά και ο πιο άμεσος τρόπος για να οδηγηθούν με ασφάλεια στην ωριμότητα, υποστηρίζει...