Ο Διογένης ο Κυνικός

 Ο Διογένης ο Κυνικός ήταν πολλά πράγματα. Αν κάτι δεν ήταν, είναι ένα συνηθισμένος άνθρωπος. Στην πραγματικότητα ο Διογένης ήταν αναρχικός ακόμα κι αν τότε που έζησε, το συγκεκριμένο κοινωνικοπολιτικό ρεύμα δεν είχε ιδρυθεί.




Ο τρόπος σκέψης του και ο τρόπος ζωής του τον έκαναν να ξεχωρίζει. Οι ατάκες του και οι φαρμακερές απαντήσεις του σε όσους προσπαθούσαν να τον μειώσουν ή να τον εκθέσουν έχουν δημιουργήσει μια ολόκληρη σχολή για το πώς πρέπει κάποιος να αντιδρά απέναντι σε όσους θέλουν να τον μειώσουν.

Ο Διογένης δεν ήταν ένας εύκολος ή απλός άνθρωπος. Θεωρείται ο εμβληματικός πρωτοπόρος των Κυνικών που είχαν σαν έμβλημά τους τον Κύων (τον σκύλο) και οι οποίοι διατείνονταν ότι διέφεραν από τους άλλους σκύλους διότι εκείνοι δεν δάγκωναν τους εχθρούς αλλά τους φίλους, για να τους διορθώσουν!

Είναι ο πρώτος που δήλωσε «πολίτης του κόσμου» και το εννοούσε, σε μια εποχή που το βασικό γνώρισμα των ανθρώπων ήταν η πατρίδα και οι πρόγονοι. Σε κάθε ευκαιρία που του δινόταν φρόντιζε να ισοπεδώνει όλους τους καθωσπρεπισμούς της κοινωνίας. Αυνανιζόταν δημόσια (είχε… ιδιαίτερη αδυναμία στην Αθηναϊκή αγορά), ουρούσε και αφόδευε σε περίτεχνες κολόνες και ιερούς ναούς.

Αρνητής του πολιτισμού και των Νόμων, πίστευε πως ο άνθρωπος είναι από τη φύση εφοδιασμένος με όλα όσα χρειάζεται και δεν έχει ανάγκη από περιττά πράγματα. Είναι ενδεικτικό πως όταν μια μέρα είδε ένα μικρό παιδί να πίνει νερό με τη χούφτα του χεριού του, πήρε στα χέρια του το κύπελλο, με το οποίο έπινε νερό και το πέταξε μακριά με δύναμη, αναφωνώντας «παιδίον μὲ νενίκηκεν εὐτελεία!» (ένα παιδί με ξεπέρασε στην απλότητα).

Η γέννηση, η εξορία, η περιπλάνηση και η φιλοσοφία

Ο Διογένης γεννήθηκε στη Σινώπη περίπου το 412 π.Χ. (σύμφωνα με άλλες πηγές το 399 π.Χ.). Ο πατέρας του, Ικεσίας, ήταν κατασκευαστής νομισμάτων και ο Διογένης έμαθε την τέχνη δίπλα του. Το 370 π.Χ., ωστόσο, τον συνέλαβαν για την παραχάραξη νομισμάτων και τον εξόρισαν.

Έτσι βρέθηκε στην Αθήνα όπου διέμενε όλες τις εποχές του χρόνου εκτός από το καλοκαίρι όπου έφευγε για την Κόρινθο. Υπήρξε μαθητής του ιδρυτή της Κυνικής φιλοσοφίας, Αντισθένη, διαπρεπούς μαθητή του Σωκράτη. Ο Διογένης ξεπέρασε το δάσκαλό του σε φήμη και προσκόλληση στον Κυνικό τρόπο ζωής.

Συχνά κυκλοφορούσε την ημέρα με ένα αναμμένο φανό και όταν τον ρωτούσαν «γιατί κρατάς φανό, ημέρα;» αυτός απαντούσε «αναζητώ τον Άνθρωπο». O Διογένης έψαχνε να βρει ένα ανθρώπινο ον, αλλά έλεγε πως έβλεπε μόνο «κατεργάρηδες και αχρείους».

Με τη διδασκαλία του, η οποία ουσιαστικά ήταν επαναστατική και άκρως ανατρεπτική για την τάξη που επικρατούσε τότε, έθιξε αποκλειστικά κοινωνικά και ηθικά προβλήματα. Βλέποντας, για παράδειγμα, μία ημέρα τους αξιωματούχους να οδηγούν στη φυλακή κάποιο ταμία, που είχε κλέψει ένα κύπελο είπε: «Οι μεγάλοι κλέπται τον μικρόν άγουσι».

Ο μύθος του Διογένη γιγαντώθηκε με τον χρόνο τόσο που η γέννησή του όσο και ο θάνατός του συνδέθηκαν (με βάση τη σημειολογία και όχι φυσικά τις πραγματικές ημερομηνίες) με σπουδαία γεγονότα. Είναι χαρακτηριστικό πως ο Πλούταρχος αναφέρει ότι ο Σωκράτης πέθανε την ημέρα της γέννησης του Διογένη, ενώ ο Διογένης ο Λαέρτιος είχε γράψει πως ο σπουδαίος αυτός κυνικός φιλόσοφος είχε γεννηθεί την ημέρα που ο Μέγας Αλέξανδρος πέθαινε στη Βαβυλώνα.

Οι ιστορίες που έχουν διασωθεί και αφορούν τον τρόπο με τον οποίο ο Διογένης αντιμετώπιζε διάφορες καταστάσεις είναι γνωστές και δείχνουν ακριβώς τον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπιζε τη ζωή.

Ποιος άλλωστε δεν γνωρίζει την ιστορία της συνάντησης με τον Μέγα Αλέξανδρο όπου ο Διογένης του είχε πει το θρυλικό «σταμάτα να μου κρύβεις τον ήλιο», όταν εκείνος στάθηκε μπροστά του αγέρωχος μέσα στην αστραφτερή του πανοπλία και τον βασιλιά των Μακεδόνων, εκστασιασμένο να λέει το περίφημο: «Εάν δεν ήμουν Αλέξανδρος, θα ήθελα να ήμουν Διογένης».

«Λύχνου σβεσθέντος, πάσα γυνή Λαϊς» 

Μια ιστορία, ωστόσο, έχει ιδιαίτερη σημασία. Έχει πρωταγωνιστές τον ίδιο τον Διογένη και μια εντυπωσιακή, πανέμορφη και διάσημη πόρνη, την Λαΐδα από την Κόρινθο.

Ακόμα και γνωστοί ιστορικοί έχουν γράψει για εκείνη την πόρνη. Ο Ρωμαίος ποιητής, Προπέρτιος είχε γράψει πως «όλη η Ελλάδα έλιωνε από πόθο μπροστά στην πόρτα της». Είχε όμορφες ξανθές μπούκλες, λεπτό και καλλίγραμμο σώμα, με δύο στήθη «σαν κυδώνια».

Η Λαΐδα έζησε την περίοδο του Πελοποννησιακού Πολέμου, από το 431 π.Χ. μέχρι το 404 π.Χ. Η φήμη της ήταν τέτοια που την πλησίαζαν άνδρες από κάθε γωνιά της Ελλάδας. Εκείνη το εκμεταλλεύτηκε ζητώντας υπέρογκα ποσά για να κοιμηθεί μαζί τους. Λέγεται, μάλιστα, πως τα ποσά αυτά σε σημερινά χρήματα ξεπερνούσαν κατά πολύ τις 2.000 ευρώ για μια νύχτα!

Στα πόδια της είχε όποιον άνδρα ήθελε, ωστόσο, η διάσημη εταίρα ενοχλήθηκε από την… πρωτοφανή αδιαφορία που έδειχνε για εκείνη ο Διογένης όταν τα καλοκαίρια πήγαινε στην Κόρινθο. Έτσι σκέφτηκε να κάνει κάτι που θα τον εξέθετε.

Μία ημέρα τον πλησίασε και του είπε πως τον θαυμάζει και πως θα του επιτρέψει να κοιμηθεί μαζί της για ένα βράδυ αρκεί στο δωμάτιο που θα συνευρεθούν να μην υπάρχει το παραμικρό φως.

Ο Διογένης δέχθηκε και έτσι το ραντεβού κλείστηκε. Ο σπουδαίος φιλόσοφος βρέθηκε στο σκοτεινό δωμάτιο και πέρασε τη νύχτα του στο πλάι μιας άσχημης και ηλικιωμένης υπηρέτριας της φημισμένης εταίρας.

Την επόμενη μέρα, και αφού θεωρούσε πως πέτυχε τον σκοπό της, η Λαΐδα άρχισε να διαδίδει την παγίδα που έστησε στον Διογένη, μέσα στην οποία έπεσε ο φιλόσοφος, με σκοπό να τον εξευτελίσει.

Όταν ο Διογένης ρωτήθηκε για το αν είναι πραγματικότητα όλα αυτά που διαδίδονται σε βάρος του, απάντησε: «Λύχνου σβεσθέντος, πάσα γυνή Λαϊς», δηλαδή «στο σκοτάδι, όλες οι γυναίκες σαν τη Λαΐδα είναι»!

Η απάντηση αυτή έκανε την διάσημη πόρνη να καταλάβει πως ο Διογένης δεν ήταν ένας απλός άνθρωπος και τότε του έκανε δώρο μια πραγματική νύχτα μαζί της. Κάτι που φυσικά ο κυνικός φιλόσοφος δέχθηκε με χαρά!

Στα «πικάντικα» παραλειπόμενα εκείνης της ιστορίας, υπάρχει και αυτό που έγινε με τον  φιλόσοφο Αρίστιππο, ιδρυτή της ηδονιστικής σχολής, που εκείνη την περίοδο θεωρούταν ο πιο «τακτικός» πελάτης της Λαΐδας! Τόσο τακτικός που είχε γίνει ο περίγελος της περιοχής καθώς όλοι τον  κορόιδευαν για τα τεράστια ποσά που ξόδευε για να αγοράζει τη συντροφιά της.

Όταν μαθεύτηκε ότι η διάσημη εταίρα προσέφερε δωρεάν το κορμί της στο Διογένη, όλοι περίμεναν την έντονη αντίδραση του Αρίστιππου στον οποίο ουδέποτε είχε κάνει ένα τέτοιο δώρο. Όταν, ωστόσο, εκείνος το έμαθε απάντησε με εξίσου φιλοσοφική διάθεση, που πιθανότατα θα ζήλευε ακόμα και ο ίδιος ο Διογένης. «Την πληρώνω για να ευχαριστεί εμένα, όχι για να μην ευχαριστεί άλλους», είπε απόλυτα ήρεμος!

Σε ότι αφορά την ίδια την Λαΐδα λέγεται πως έζησε αρκετά χρόνια και συνέχισε να εξασκεί το επάγγελμά της έως ότου πέθανε (σύμφωνα με τα επικρατέστερα σενάρια) είτε από πνιγμό, όταν ένα κουκούτσι ελιάς κόλλησε στον λαιμό της, είτε από ανακοπή καρδιάς, κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής πράξης!

https://www.newsbeast.gr/

Απελευθέρωση του Σιδηρόκαστρου

 Οι Βούλγαροι που μάχονταν στον Λαχανά υποχώρησαν προς το Όρλιακο, το σημερινό Στρυμονικό. Κατέστρεψαν τις γέφυρες του Στρυμόνα, έκαψαν την πόλη των Σερρών και αποτραβήχτηκαν προς το Δεμίρ Ισάρ, όπως λεγόταν τότε το Σιδηρόκαστρο, με σκοπό να βαστήξουν άμυνα στα στενά της Στρώμνιτσας που ήταν η πόρτα για την κοιλάδα του Στρυμόνα. Αλλά να σας τα διηγηθώ καλύτερα με τη σειρά, αρχίζοντας από την επομένη της μάχης του Λαχανά.



Η 22α Ιουνίου ήταν μέρα ξεκούρασης. Για πρώτη φορά μετά από τρεις μέρες, μπόρεσα να πλύνω το πρόσωπό μου με νερό, καθώς και τα χέρια και τα πόδια μου. Μην ρωτάτε για περισσότερο πλύσιμο, τέτοιες πολυτέλειες δεν υπήρχαν εκεί στα υψώματα του Μπάσκιοϊ (σημερινό Κεφαλοχώρι Σερρών). Και ο Στρυμόνας, κάτω στην πεδιάδα των Σερρών, απείχε πολύ ακόμη. Ο Βελισσαρίου μας κέρασε όλους καφέ, γιατί είχε λέει να μας πει σπουδαία νέα. Ο «υπηρέτης» του, ο Στρατιώτης Καπαμάς, έψηνε καφέδες και δεν σταματούσε. Μας κέρασε και κουραμπιέδες, και ήταν όλο κέφι. «Ας φάμε τουλάχιστον τους κουραμπιέδες, αφού δεν μπορούμε να τους βάλουμε στη γραμμή να πολεμήσουν …» έλεγε και γελούσε μέσα από το μουσάκι του. Γιατί κουραμπιέδες λέγαμε και τους φυγόστρατους και αυτούς που βολεύονταν «με μέσο» σε υπηρεσίες των μετόπισθεν. Την ημέρα εκείνη τα εφόδια ήταν άφθονα και το συσσίτιο πολύ και καλό, καθώς φτάσανε επί τέλους οι εφοδιοπομπές. Αλλά ούτε αυτή ήταν η έκπληξη. 

«Παιδιά μου, σας κάλεσα όλους εδώ, δια να σας αναγγείλω τας προαγωγάς σας “επ’ ανδραγαθεία” εις τον επόμενον βαθμόν, κατά την επιθυμίαν και του Βασιλέως μας. Και να σας παρακαλέσω να φροντίσητε και δια την επιλογή των Ευζώνων σας, οίτινες θα προαχθώσιν εις Δεκανείς.»

«Ζήτω το 9ον Τάγμα!»

«Ζήτω ο Ταγματάρχης μας!»

«Ζήτω ο Βασιλεύς!»

«Και τώρα παρακαλώ να επιστρέψητε εις τας υπηρεσίας σας, καθ’ ότι εις την περιοχήν κυκλοφορούν ακόμη Βούλγαροι Στρατιώται, που μας αναμένουν δια να τους συλλάβωμεν …» είπε ο Βελισσαρίου χαμογελώντας, σαν κόπασαν οι ζητωκραυγές, προκαλώντας τα γέλια όλων με το αστείο του. Αλλά τα γέλια κόπηκαν, όταν ο Βελισσαρίου διάβασε την Βασιλική Διαταγή για ξήλωμα των σειρητίων, από τα πηλίκια των Αξιωματικών τονίζοντας το «Οι παραβάται της παρούσης να τιμωρηθώσιν αυστηρότατα». Παρ’ όλο που ο σκοπός της Διαταγής ήταν να περιοριστούν οι απώλειες σε Αξιωματικούς, οι περισσότεροι διαφωνούσαν, λέγοντας ότι δεν είχαμε τόσες απώλειες επειδή σημάδευαν οι Βούλγαροι τους Αξιωματικούς, αλλά επειδή αυτοί πήγαιναν μπροστά στην πρώτη γραμμή, κάτι που δεν γίνεται να αλλάξει. Αλλά, Βασιλική Διαταγή και τα σκυλιά δεμένα …


Όλο το απόγευμα, οι περίπολοί μας συνελάμβαναν φυγάδες Βουλγάρους, που είχαν αποκοπεί, καθώς από το πρωί οι συμπατριώτες τους είχαν βάλει φωτιά στην ξύλινη γέφυρα της Κουμάριανης. Ανάμεσα στους αιχμαλώτους και ένας Ταγματάρχης που έλεγε ότι δεν περίμενε να ήταν τόσο ορμητικοί οι Έλληνες. 


«Α, ρε κορόιδο, είχες πιστέψει κι εσύ στα ψέματα της προπαγάνδας σας. Ότι εσείς ήσασταν οι “Πρώσοι της Βαλκανικής” κι εμείς θα το βάζαμε στα πόδια βλέποντάς σας.» 

Δεν του είπα τις σκέψεις μου, δεν το επέτρεπε η μεγαλοφροσύνη του νικητή.


Για τους 9 Βουλγάρους που συνέλαβε μόνος του ο Εύζωνος ο Τσούκας σας είπα ήδη. Αυτό που δεν σας είπα είναι ότι, όλοι σχεδόν οι αιχμάλωτοι βρίζανε τον Δάνεφ, τον Πρωθυπουργό τους, που τους έμπλεξε σ’ αυτόν τον πόλεμο. Την υπόλοιπη μέρα άραξα κάτω από ένα θάμνο, που με το ζόρι σκέπαζε μόνο το κεφάλι μου, καθώς δίπλα μου ήρθαν κι άλλοι τρεις να μοιραστούν τον ίδιο ίσκιο. Κάτω στην πεδιάδα επικρατούσε ησυχία, ούτε πυροβόλα ακούγονταν πια ούτε τίποτα. Τούρκοι χωριάτες μας φέρνανε νερό και φιλέματα κι εμείς χαζεύαμε τα ήρεμα, θολά και σκούρα νερά του Στρυμόνα, που οι Τούρκοι τον λένε «Καρά Σου», δηλαδή μαύρο νερό.


Τη νύχτα, η απόλυτη ησυχία κόπηκε ξαφνικά από τα «Ούρρα! Ούρρα!» που φώναζαν οι Κρητικοί, που μετά ξέσπασαν σε δυνατά γέλια.

«Που να πάρει ο διάολος τσι αποθαμένοι του … αφήστε τον να ξεθυμάνει μωρέ, νυχτερινή επίθεση κάνει, Βούλγαρος είναι …»

Ένα μουλάρι είχε αφηνιάσει και έτρεχε μέσα στον καταυλισμό, με τους πάντα κεφάτους Κρητικούς να φωνάζουν και να το τρομάζουν περισσότερο.


Το επόμενο πρωί Κυριακή 23 Ιουνίου ήρθε Διαταγή να προελάσει η Μεραρχία μας και πάλι. Κατά τις 11 πμ μπήκαμε σε πορεία προς το χωριό Κιοσελή (σημείωση: το χωριό δεν υπάρχει πια, το 1920 εντάχθηκε στην Κοινότητα Κοπρίβης Σερρών, το 1927 μετονομάστηκε σε Χείμαρρος και από το 1997 υπάγεται στον Δήμο Στρυμονικού), μένοντας στην δυτική όχθη του Στρυμόνα, ακολουθώντας την 1η Μεραρχία που βάδιζε μπροστά. Στην αριστερή όχθη, αφού πρώτα πέρασε τον Στρυμόνα, βάδιζε η 7η Μεραρχία, καλύπτοντας το δεξιό του Τμήματος Στρατιάς. Ο ήλιος έκαιγε αφόρητα, το νερό σπάνιο, και είχαμε και κρούσματα ηλίασης. Κατά τις 3 μμ, φτάσαμε σε μια πηγούλα, και έγινε ωριαία στάση για ανάπαυση. Γευματίσαμε με βρεγμένη γαλέτα, το μόνο που πήγαινε κάτω με τόση ζέστη. Στις 4 μμ ξεκινήσαμε πάλι, και ως αργά τη νύχτα διασχίζαμε κακοτράχαλα και επικίνδυνα μονοπάτια. Φαίνεται ότι για μας τους Ευζώνους δεν υπήρχαν δρόμοι κανονικοί. 


Κατά τις 10 μμ, εδέησε ο Θεός να σταματήσουμε για καταυλισμό, κάθε Τάγμα στη θέση που βρισκόταν. Ευτυχώς, σε όλη την πορεία φρόντιζα να έχω κοντά μου τους άνδρες μου, και έτσι δεν χρειαζόταν να τους ψάχνω. Κανονίσαμε τις σκοπιές και τις υπηρεσίες και πήγα για ύπνο. Σαν πιο ηλικιωμένος, είχα και προνόμια που ήταν καλοδεχούμενα … Βρήκα ένα χωράφι μισοθερισμένο και βολεύτηκα μια χαρά, φτιάχνοντας «στρώμα» με στάχυα. Άπλωσα δηλαδή το αντίσκηνο πάνω τους, έκανα το γυλιό μαξιλάρι, σκεπάστηκα με την κουβέρτα, και το έριξα στη «νυχτερινή συμφωνία σε ροχ μείζονα …», ξεχνώντας και την πείνα μου. Δεν θα πέρασε καμιά ώρα, και με σκούντησε ο Βούλγαρης .

«Τ’ είναι ωρέ Λιάκο, ροχαλίζω πολύ ή φανήκαν οι Βούλγαροι;»

«Όχι κυρ Λοχία, είναι έτοιμο το συσσίτιο.»


Την ξέρετε την παροιμία που λέει «το πρωί να τρως σα Βασιλιάς, το μεσημέρι σαν Πρίγκηπας και το βράδυ σαν ζητιάνος»; Ε, λοιπόν, το 12-13 στον Στρατό την εφαρμόζαμε, αν βέβαια δεχτούμε ότι οι Πρίγκηπες … πρόσεχαν πολύ τη σιλουέτα τους … Πάντως το πρωινό συσσίτιο, όταν το είχαμε, ήταν καλύτερο κι απ’ το φαγητό της μάνας μας. Κρέας βραστό με σούπα, αρνίσιο ή βοδινό, ή και στιφάδο που ήταν το αγαπημένο μας, χοιρινό παστό αν δεν προλάβαιναν οι μάγειροι. Και αξημέρωτα τη Δευτέρα στις 24, είχαμε κοτόπουλο ψητό, ένα κοτόπουλο ανά δύο άτομα. Το κακό ήταν ότι εμείς οι βαθμοφόροι έπρεπε να ξυπνάμε πριν τους απλούς φαντάρους, για να τα έχουμε όλα έτοιμα σαν έρθει η ώρα του εγερτηρίου, και έτσι τρώγαμε στα σκοτεινά, προσέχοντας μη φάμε κανένα τσαρούχι αυτών που κοιμόντουσαν, αντί για κουραμάνα …


Σαν έφεξε, μπήκαμε ξανά σε κίνηση, και μετά από λίγες ώρες φτάσαμε τελικά στην Κόπριβα (σημερινός Χείμαρρος Σερρών), όπου μείναμε όλο το απόγευμα και τη νύχτα. Ξαναπήραμε δυνάμεις και το επόμενο πρωί, ώρα 6 πμ, συνεχίσαμε την πορεία μας προς τις υπώρειες του Μπέλες, με σκοπό να χτυπήσουμε μαζί με την 1η Μεραρχία τον εχθρό που, σύμφωνα με τις πληροφορίες, είχε οχυρωθεί στο Χάνι Δερβέντι (σημερινό Ρούπελ) και τα στενά του Δεμίρ Ισσάρ. Η πορεία ήταν εξαντλητική. Ως και οι πέτρες καίγανε από τη ζέστη. Οι ηλιάσεις αυξήθηκαν, και νερό ούτε για να δροσίσεις το κούτελό σου. Όχι ότι δεν βρήκαμε πηγάδια. Αλλά η Διαταγή ήταν αυστηρή, να μην πιούμε σταγόνα απ’ αυτά ούτε να ποτίσουμε τα ζώα. Λέγανε ότι ήταν δηλητηριασμένα με χολέρα. Ο γιατρός του Συντάγματος, ο κ. Χριστοδούλου, έβριζε κι αυτός, μούσκεμα στον ιδρώτα. Εξαντλημένοι, φτάσαμε κατά τις 4.30 το απόγευμα στο χωριό Τζουμά και διανυκτερεύσαμε σ’ ένα ξεροπόταμο.


Πρωί πρωί στις 26 το μηνός, ημέρα Τετάρτη, διαταχθήκαμε να κινηθούμε προς το Χατζή Μπεϊλίκ (η σημερινή Βυρώνεια) και να τεθούμε υπό τις διαταγές του Μέραρχου της 1ης ΜΠ, Μανουσογιαννάκη. Έχοντας μαζί μας ένα πυροβόλο υπό τον Ανθγό Ταβουλάρη και δύο πολυβόλα, το Σύνταγμα κινήθηκε βορειοδυτικά, ώστε να βγούμε δυτικά του Χατζή Μπεϊλίκ, στο δεξί πλευρό του. Ακολουθήσαμε ένα δύσκολο δρόμο που περνούσε από ένα Βλαχοχώρι, τα Άνω Πορόγια (Άνω Πορόια, κτισμένα στις υπώρειες του Μπέλες ΒΔ της λίμνης Κερκίνης - εκεί είχε αρχικά την έδρα ο Στρατηγός Σαράφωφ, αλλά εξ αιτίας της Ελληνικής προέλασης, την εγκατέλειψε εσπευσμένα, μεταφέροντάς την στο Νέο Πετρίτσι), συνεχίζοντας προς τη δίοδο του Δεμίρ Καπού, όπου σύμφωνα με πληροφορίες υπήρχε Βουλγαρική δύναμη με πυροβόλα. Για να καταλάβετε από πού έπρεπε να περάσουμε, σας λέω ότι Δεμίρ Καπού είναι Τούρκικες λέξεις που στα Ελληνικά σημαίνουν «Σιδερένια Πύλη». Είναι η ψηλότερη κορυφή του Μπέλες  σε υψόμετρο 1608 μέτρα και από κει περνούσε ένας δύσβατος ανηφορικός μουλαρόδρομος, που από τα Άνω Πορόια ανεβαίνει στην κορυφή και μετά κατεβαίνει προς το χωριό Κολάροβο. Ξεκινήσαμε με καύσωνα φοβερό και φτάνοντας σε ένα Τούρκικο χωριό που λεγόταν Κεσεσλίκ (το σημερινό Αετοβούνι), αν θυμάμαι καλά, παρά λίγο να ξεχάσουμε ποιος ήταν ο σκοπός μας και να χαθεί εντελώς η πειθαρχία, καθώς οι εξαντλημένοι και διψασμένοι Εύζωνοι όρμησαν όλοι στις κορομηλιές και άντε να τους μαζέψεις.

«Κατεβείτε αμέσως παιδιά, έχουν χολέρα!» φωνάζαμε, προσπαθώντας να τους φοβίσουμε για να ξαναμπούν σε τάξη.

«Κάλλιο από χολέρα, παρά από σφαίρα …» απαντούσαν.

«Ας φάμ’ τούτα το κουρόμηλα που είνι δρουσιρά, γιατί μετά μας περ’μένουν άλλα κουρόμηλα, που είνι πιο καυτά …»


Με το ζόρι τους μαζέψαμε, με τις τσέπες φουσκωμένες από κορόμηλα. Σαν βγήκαμε από το χωριό, οι Βούλγαροι πυροβολητές μας είχαν επισημάνει και άρχισαν να πέφτουν οβίδες από βαριά πυροβόλα. Τραυματίστηκαν μερικοί Εύζωνοι και ο Λοχίας Φούντης, ο γραφέας του Συντάγματος. Στις 3.30 μ.μ. ο Ανχης Παπαδόπουλος υπέβαλε την αναφορά του στον Μανουσογιαννάκη: 

«Έφτασα στο Κεσεσλίκ αλλά αναγνωρίστηκα από τον εχθρό, ο οποίος έβαλε με το Πυροβολικό του εναντίον μου. Λόγω έλλειψης οδηγού δεν μπόρεσα να προχωρήσω και να αναγνωρίσω το έδαφος. Έφτασα με τους άνδρες μου εξαντλημένους από τη ζέστη, έχω μάλιστα 7 κρούσματα ηλιάσεως. Εάν μεταβώ στη Ράμνα (μικρό βλαχοχώρι πάνω από το σημερινό Ομαλό) με 2 πυροβόλα η αποστολή μου θα είναι επιτυχής, αφού θα βρίσκομαι πάνω από τον εχθρό. Τραυματίστηκε ο Λοχίας που με ακολουθεί ως σύνδεσμος και ένας στρατιώτης …»


Μετά τις 4 μμ, οι Βούλγαροι μετρίασαν τα πυρά τους και λίγο αργότερα, σταμάτησαν εντελώς. Συνεχίσαμε από ένα δρόμο ανηφορικό, σχεδόν κάθετο, που ήταν ατελείωτος. Ως τις 10 τη νύχτα ανηφορίζαμε, ώσπου να φτάσουμε στο μέρος που είχε οριστεί και να στήσουμε προφυλακές και φυλακεία. Στο Μπέλες είχε κοπάδια πρόβατα, και παρά τις διαμαρτυρίες των Βουλγάρων τσομπάνηδων, οι Εύζωνοι πήραν κάμποσα. 

 

Λάφυρα πολέμου που έλεγε κι ο Βούλγαρης … Έχετε δει αρνιά να σφάζονται, να γδέρνονται και να τεμαχίζονται στη διάρκεια πορείας; Εγώ το είδα κι αυτό τότε. Πώς αλλιώς να συμβιβάζονταν πορεία και πείνα; Ήταν κι ο παγωμένος αέρας του βουνού, που άνοιξε την όρεξη σαν έπεσε ο ήλιος. Αντιμετωπίσαμε το δυνατό κρύο ψήνοντας παϊδάκια μέσ’ τη νύχτα. Και μετά βολευτήκαμε όπως όπως για ύπνο, τυλιγμένοι με τ’ αντίσκηνα και τις κουβέρτες.


Πριν ξημερώσει, έφτασαν και κουραμάνες. Ετοιμαστήκαμε για αναχώρηση και μας μίλησε ο Βελισσαρίου:

«Πάμε παιδιά! Ούτε συγκίνηση χρειάζεται ούτε ταραχή. Πάμε να κάνουμε τη δουλειά μας.»

Από τα υψώματα βλέπαμε παρακάτω το εχθρικό στρατόπεδο. Στρατιώτες σκάβανε προχώματα, άλλοι στήνανε πυροβόλα, άλλοι μεταφέρανε οβίδες. Τη ρουτίνα τους διέλυσε το «πάμε» του Βελισσαρίου. Οι ομοβροντίες μας και οι οβίδες από το μοναδικό πυροβόλο του Ταβουλάρη, που το έστησε στο ύψωμα Κιζ Μουνάρ, σε 1.454 μέτρα ύψος, έσπειραν τον πανικό. Έπεσε ο ουρανός στο κεφάλι τους και ξαφνιάστηκαν. Δεν περίμεναν ότι θα είχαμε την αντοχή να σκαρφαλώσουμε εκεί πάνω στην κορυφή. Όπως έλεγε αργότερα ο Βούλγαρος Τχης Ράτκο Πετρίτσιεφ: «Το Επιτελείον μου δεν εφαντάσθη ότι εκεί επάνω θ’ ανέβουν άνθρωποι. Το μέρος αυτό ήτο εις την κατοχήν των αγρίων θηρίων και κυνηγημένων ληστών. Στρατιώται δεν ήτο δυνατόν να περάσουν.» Στρατιώτες συνηθισμένοι όχι, αλλά Εύζωνοι μπορούσαν. Και τον δυστυχή Πετρίτσιεφ, που έχασε το γιο του στη μάχη του Λαχανά και τον αδερφό του στο Δεμίρ Ισσάρ, τον έφαγε «η φωτιά που ήρθε από τους ουρανούς». Και του πήραμε και τα δύο πυροβόλα που ήταν στο Δεμίρ Καπού.


Στο μεταξύ, η 1η Μεραρχία, είχε ήδη πάρει επαφή από νωρίς μετωπικά, και μας περίμενε να φτάσουμε για να επιτεθούμε πλευρικά. Το 5ο Σύνταγμα, είχε καταφέρει να φτάσει έξω από τη Βέτρινα (το Νέο Πετρίτσι Σερρών) και να καταλάβει τα δεσπόζοντα αντιστηρίγματα, που ήταν ισχυρά οχυρωμένα. Ο Μανουσάκης, εκτιμώντας ότι οι Βούλγαροι υπερτερούσαν σε πυροβόλα, απασχολούσε με την 1η Μεραρχία τους Βουλγάρους, μέχρι να φτάσουμε, αλλά χωρίς να κάνει επίθεση που θα ισοδυναμούσε με αυτοκτονία. Η επίθεση ορίστηκε για την επόμενη μέρα. Με τη δύση του ήλιου, ο Μανουσογιαννάκης, εξέδωσε την παρακάτω Διαταγή:

«1. Ο εχθρός εξακολουθεί να κατέχει την είσοδο της κλεισούρας του Δερβέντι. 2. Το τμήμα στρατιάς θα διανυκτερεύσει επί του πεδίου της μάχης. 

3. Το 5ο Σύνταγμα Πεζικού και το 1ο Σύνταγμα Ευζώνων θα παραμείνουν στις θέσεις που κατέχουν ολόκληρη τη νύχτα» .


Στην αναφορά του προς τον Μανουσογιαννάκη, ο Παπαδόπουλος έγραψε: 

«Σήμερα το πρωί, στις 4 περίπου, ενήργησα με ένα Λόχο επιθετική αναγνώριση βορείως του χωριού Βέτρινα, εντός του οποίου υπάρχουν 2 Τάγματα εντός ταχυσκάπτων. Θα συνδυάσω έγκαιρη επίθεση με την κατά μέτωπο των άλλων Συνταγμάτων και τότε είμαι βέβαιος ότι θα τους ρίξουμε στο ποτάμι».


Στις 3 πμ, κινούμενη μέσα στη νύχτα, η Μοίρα Πεδινού Πυροβολικού της 6ης Μεραρχίας, τάχθηκε ανατολικά των υψωμάτων του Κεσεσλίκ. Σαν ανέτειλε η 27η Ιουνίου, ο Παπαδόπουλος, έκανε κατόπτευση των εχθρικών θέσεων, και μετά διέταξε τον 3ο Λόχο του 8ου ΤΕ να επιτεθεί στις πρώτες Βουλγαρικές οχυρώσεις. Ο Διοικητής του Λόχου, ο Λγός Μανωλίδης, μπήκε μπροστά στην ορμητική έφοδο με τη λόγχη και αιφνιδίασε τους εχθρούς, που μετά από μικρή αντίσταση υποχώρησαν προς τις θέσεις που είχαν πιο πίσω, που ήταν ισχυρότερες. Μπήκε στη μάχη και ο Συνταγματάρχης μας, επί κεφαλής των άλλων 3 Λόχων του 8ου, με εφεδρεία το Τάγμα των Κρητών. Οι Βούλγαροι δεν άντεξαν στην πίεση και τα οχυρώματά τους πάρθηκαν το ένα μετά το άλλο, παρ’ όλο που τα πυροβόλα τους σκόρπιζαν το θάνατο με τις βαριές εκρηκτικές οβίδες τους. Όμως και τα δύο πολυβόλα μας, ταγμένα ψηλά και έχοντας εξαίρετα πεδία βολής, αποδεκάτιζαν τους Βουλγάρους με δραστικά πυρά. 


Για μια ακόμη φορά, εντυπωσίασαν τα Βουλγαρικά χαρακώματα, που είχαν αρκετό βάθος, ώστε οι Στρατιώτες να μπορούν να βάλλουν από όρθια στάση και όλα ήταν συνδεδεμένα μεταξύ τους με γραμμές τηλεφώνου. Μέχρι τις 6 το πρωί, το Σύνταγμά μας και το 5ο Πεζικού της 1ης Μεραρχίας εκτόπισαν τον εχθρό από σημαντικές θέσεις και υψώματα γύρω από τη Βέτρινα. Στις 7 το πρωί η επίθεση γενικεύτηκε σε όλο το μέτωπο, ενώ άρχισε να βάλλει κατά των εχθρικών θέσεων και το Πυροβολικό μας. Μία Πυροβολαρχία, ταγμένη σε λόφο, χτυπούσε τα πυροβόλα τους. Οι άλλες, μπόρεσαν έτσι να προωθηθούν σε καλύτερες θέσεις. Με πρόχειρα έργα που έκανε το Μηχανικό, δύο πεδινά πυροβόλα κατάφεραν να πιάσουν θέσεις σε κορυφή πάνω από το Κεσισλίκ. Και μια Ορειβατική Πυροβολαρχία, αφού κατάφερε να στηρίξει στις απότομες πλαγιές τα κανόνια της, άρχισε να μονομαχεί με τα εχθρικά τοπομαχικά. Μάχη τοπομαχικών με ορειβατικά, δεν πρέπει να είχε ξαναγίνει. Αλλά οι βαριές οβίδες των Βουλγάρων ήταν άστοχες, ενώ τα δικά μας, με «ταχύ πυρ» έσπειραν πανικό. Ο Βούλγαρος Διοικητής διέταξε υποχώρηση.


Στις 8 το πρωί, τμήματά μας, με επί κεφαλής τον μετέπειτα Στρατηγό Γεώργιο Κονδύλη, έφτασαν στο σημείο που είχαν κρυφθεί οι Έλληνες του χωριού, οι οποίοι τους υποδέχτηκαν με άκρατο ενθουσιασμό και δάκρυα στα μάτια. Στις 8.15 ο Παπαδόπουλος ανέφερε στον Μανουσογιαννάκη:

«Κατέλαβα τη Βέτρινα, εκτοπίζοντας τον εχθρό από τις θέσεις που κατείχε σε υψώματα βορείως του χωριού, μέχρι τώρα επτά διαδοχικά. Ο εχθρός υποχω-ρεί προς το βορρά». 

«Ο Παπαδόπουλος μοι έδωκεν την νίκην» σχολίασε ο Μανουσογιαννάκης. 


Στα δεξιά μας, συνέχιζαν να πιέζουν μετωπικά οι Τρικαλινοί του 5ου Πεζικού, αναγκάζοντας το εχθρικό Πυροβολικό να αλλάξει στόχο. Έτσι εμείς, με το που διώξαμε τους Βουλγάρους και μπήκαμε στη Βέτρινα, «τ’ είχες Γιάννη τ’ είχα πάντα …» Ξεχάστηκε ο πόλεμος και κάναμε πάλι έφοδο στις κορομηλιές αφού η πείνα και, κυρίως η δίψα, μας είχαν ξεθεώσει. Οι Βούλγαροι, σαν μας είδαν να αδρανούμε, ξεθάρρεψαν και επιχείρησαν να αντεπιτεθούν. Ευτυχώς, ήταν εκεί ο 4ος Λόχος του 8ου, με τον Λοχαγό Καραχρήστο, και τους βάστηξε. Και από τα πλάγια, έφερε ο Παπαδόπουλος το 3ο Τάγμα Κρητών και ακολούθησαν άγριες λογχομαχίες. 


Ένας νεαρός Κρητικός, ονόματι Βασιλάκης, είχε επιτεθεί σε έναν γιγαντόσωμο Βούλγαρο και προσπαθούσε να τον λογχίσει. Εκείνος, αποκρούοντας τους λογχισμούς, βούτηξε τον Βασιλάκη απ’ το λαιμό για να τον πνίξει. Αφήνει το όπλο του ο Βασιλάκης, του βάζει μια τρικλοποδιά και τον ρίχνει κάτω. Και κρατώντας τον αυτός τώρα απ’ το λαιμό με το ένα χέρι, με το άλλο του έριχνε γροθιές στο πρόσωπο. Στο τέλος, κατάφερε να βάλει το γόνατο πάνω στο στήθος του Βούλγαρου, ακινητοποιώντας τον. Και τότε τράβηξε με σβελτάδα τη λόγχη του και την κάρφωσε κατ’ ευθείαν στην καρδιά του, δίνοντας τέλος. Πιο δίπλα, ένας άλλος Εύζωνος, απειλώντας με το όπλο έναν Βούλγαρο, τον διέταξε να παραδοθεί. Εκείνος σήκωσε ψηλά τα χέρια, αφήνοντας το όπλο του, αλλά καθώς ο Εύζωνος πήγε κοντά του, άρπαξε το όπλο από την κάννη και προσπάθησε να του το πάρει. Πιο σβέλτος ο Εύζωνος, απέκρουσε την κίνησή του και τον κάρφωσε στην κοιλιά. Σε ένα άλλο περιστατικό, ένας Εύζωνος ξέμεινε μόνος του καλυμμένος σε ένα χαράκωμα πυροβολώντας. Και συνέχισε να πυροβολεί, χωρίς να αντιληφθεί ότι οι άλλοι είχαν υποχωρήσει. Ένας Βούλγαρος αξιωματικός προσπάθησε να τον αιφνιδιάσει, επιτιθέμενος από τα πλάγια. Κατάφερε να πιάσει την κάννη του όπλου του, αλλά έκαψε τα χέρια του, καθώς αυτή είχε ανάψει από τους συνεχείς πυροβολισμούς. Δεν τα έχασε ο Βούλγαρος, έκανε δεύτερη προσπάθεια να πιάσει το όπλο του Ευζώνου από το κοντάκι. Αλλά τώρα ο Εύζωνος είχε το πάνω χέρι. Με μια δυνατή σπρωξιά με το όπλο έριξε κάτω τον Βούλγαρο και τον τρύπησε με τη λόγχη. Αμέσως έτρεξε προς τα πίσω, ενώ όλοι οι Βούλγαροι του ρίχνανε για να εκδικηθούν τον Αξιωματικό τους. Μάταια … ούτε μια σφαίρα δεν τον πέτυχε. Ακούστηκε ακόμη ότι ένας Εύζωνος Λοχίας και ένας Βούλγαρος Στρατιώτης βρέθηκαν νεκροί, ο πρώτος έξω από το χαράκωμα και ο δεύτερος μέσα σ’ αυτό,  έχοντας  διαπεράσει αμοιβαία με τις ξιφολόγχες τα κορμιά τους.       


Η Βουλγαρική αντεπίθεση απέτυχε και οι εχθροί τράπηκαν σε φυγή. Δύο μόνο Τάγματά μας, το 8ο και το 3ο των Κρητών, άρχισαν να καταδιώκουν ίσα με 20 εχθρικά Τάγματα! Η περιοχή από τη Βέτρινα ως τον Στρυμόνα κατακλύστηκε από πανικόβλητους Βουλγάρους. Δύο εχθρικά τμήματα προσπάθησαν να συγκρατήσουν τους φυγάδες, αλλά δεν τα κατάφεραν. Παρασύρθηκαν κι αυτά από το ρεύμα των φυγάδων. Στην αρχή, οι Βούλγαροι υποχωρούσαν προς τη σιδηροδρομική γέφυρα του Στρυμόνα, μέχρι που ανατίναξαν ένα τόξο της για να μας εμποδίσουν να τους καταδιώξουμε. Και έτσι, όσοι Βούλγαροι μείνανε στη δική μας όχθη, πήραν τρέχοντας το δρόμο προς τα βόρεια.


Σταματήσαμε λίγο για ανασύνταξη, γιατί είχαμε σκορπιστεί καταδιώκοντας. Η δίψα μας έκαιγε το λαιμό και το μαρτύριο γινόταν χειρότερο, καθώς βλέπαμε σε μικρή απόσταση τα καθαρά νερά του Στρυμόνα. Κατά τις 11 πμ, έχοντας μαζί του 17 μόνο Ευζώνους και ακολουθούμενος από τον Τχη Κολοκοτρώνη και τον Λγό Καραχρήστο, ο Παπαδόπουλος πέρασε βαλλόμενος μέσα από το ποτάμι, διώχνοντας τους άνδρες του εχθρικού Μηχανικού που είχαν διαταγή να την ανατινάξουν,  και ύψωσε στη μισογκρεμισμένη γέφυρα τη σημαία του Συντάγματος. Η πράξη τους μας γέμισε όλους θαυμασμό. Και σαν είδε τους Στρατιώτες να χαζεύουν θαυμάζοντας τον απέραντο κάμπο των Σερρών, τους αποπήρε χαμογελώντας:

«Τι τον κοιτάτε μωρέ; Δικός μας είναι !!!»


Οι απώλειες της Μεραρχίας μας στη διήμερη μάχη ανήλθαν σε 35 νεκρούς και 132 τραυματίες. Από αυτούς, 12 νεκροί και 40 τραυματίες ήταν από το Τάγμα μας και άλλοι 10 νεκροί και 70 τραυματίες ήταν από το υπόλοιπο Σύνταγμα. Ανάμεσά τους και ο Λοχαγός Γεώργιος Παπαδόπουλος , που σκοτώθηκε από σφαίρα, οδηγώντας τον Λόχο του με το περίστροφο στο χέρι, στην έφοδο για τα 4 τοπομαχικά πυροβόλα (ο ηρωικός Λοχαγός, θάφτηκε στο σημείο που έπεσε νεκρός, στα υψώματα πάνω από το στρατόπεδο που φέρει σήμερα το όνομά του). Τα πυροβόλα κυριεύθηκαν, μαζί 8 βλητοφόρα και πλήθος οβίδων. 

(Σημείωση: Είχαν τοποθετηθεί στο ύψωμα που είναι σήμερα ο Λόχος Διοικήσεως. Δύο από αυτά ήταν ταχυβόλα Schneider Canet 120 mm/L14.5 Howitzer, Μ. 1910, που έβαλλαν βλήματα των 21 κιλών (εκρηκτικά με 4,1 kg Trotyl και βολιδοφόρα με 588 των 16 gr) και τα άλλα δύο (τα ανωτέρω εικονιζόμενα) ήταν μη ταχυβόλα Schneider 120 mm/L28, Μ.1897, που έβαλλαν βλήματα 20 κιλών (εκρηκτικά με 1,35 ή 3,16 kg μαύρης πυρίτιδας ή 2 kg Schneiderite και βολιδοφόρα με 369 βολίδες των 16 gr). Ήταν δηλαδή πολύ ισχυρά πυροβόλα για την εποχή, με εξαιρετικά βαριά βλήματα.)


Ο Παπαδόπουλος ήταν ο τελευταίος Λοχαγός των Κρητών που ήταν γερός ως εκείνη την ώρα. Μαζί του τραυματίστηκε κι ο Ανθγός Σταγάκης. Μεταξύ των νεκρών ήταν κι ο Εύζωνος Λοχίας Κεχριμπάρης, σωστός λεβέντης, ευθυτενής και ατσαλάκωτος πάντα, και με ένα μεγάλο χαμόγελο, που δεν το έχασε ούτε στον θάνατό του. Αλλά και ο Λοχίας ο Κοτέλος. Που καθώς ανηφόριζε με τους άνδρες του και σταμάτησε λίγο, να πάρουν μιαν ανάσα, τον είδε ο πανταχού παρών Βελισσαρίου και τον παρατήρησε:

«Κοτέλο, εδώ είσαι ακόμη παιδί μου;»

Τι ήταν να του πει έτσι; Ο Κοτέλος ψιθύρισε μια δικαιολογία και μετά είπε στους Ευζώνους του:

«Παιδιά, δεν θα σταματήσουμε στον πρώτο λόφο, όπως ήταν η Διαταγή, αλλά θα συνεχίσουμε πέρα ως τον άλλο που είναι οι Βούλγαροι. Εμπρός!»

Και πήραν το λόφο οι Εύζωνοι, αλλά πανηγύρισαν χωρίς τον Κοτέλο που ήταν ο μόνος νεκρός μας στην επίθεση αυτή …


Η Ημιλαρχία Ιππικού της Μεραρχίας μας, με επί κεφαλής τον Ανθχο Ιωαννίδη, κάλπασε ως το Σιδηρόκαστρο, που τότε λεγόταν Δεμίρ Ισσάρ, και ύψωσε τη γαλανόλευκη στο Βυζαντινό κάστρο της πόλης. Εκεί βρέθηκαν τα πτώματα του μητροπολίτη και 100 προκρίτων που είχαν σφαγεί από τους Βουλγάρους. Ο Μέραρχός μας, έστειλε τηλεγράφημα στον Κωνσταντίνο:

«Δεμίρ Ισσάρ 27 Ιουνίου

Γενικόν Στρατηγείον 

Ο Βούλγαρος Λοχαγός της Χωροφυλακής Μίκτα Μιλεγκώφ, με την υπόδειξη τριών βουλγαρόφωνων κατοίκων, συνέλαβε τον Μητροπολίτη Κωνσταντίνο, τον Ιερέα Παπασταύρο, τον Προύχοντα Θωμά Παπαζαχαρίου και πλέον των εκατό άλλων ομογενών, του οποίους έκλεισε στον περίβολο της Βουλγαρικής Σχολής. Όλους αυτούς, την νύχτα της 25ης προς 26 τρέχοντος μηνός Βούλγαροι στρατιώτες και χωροφύλακες τους σκότωσαν. 

Αγγάρεψαν, μάλιστα, Τούρκους χωρικούς και τους έθαψαν στον περίβολο της Σχολής, έξω από τον ανατολικό μαντρότοιχο αυτής. Ο Αξιωματικός του Επιτελείου μου διέταξε την εκταφή αυτών για να βεβαιωθεί για το αποτρόπαιο γεγονός. Πράγματι, σε βάθος πλέον των δύο μέτρων βρέθηκαν μαζεμένα τα πτώματα αυτών που έσφαξαν. Εκτός από τις σφαγές, Αξιωματικοί αλλά και Στρατιώτες του Βουλγαρικού στρατού βίασαν πολλές παρθένους. Μία μάλι-στα από αυτές, ονομαζόμενη Αγαθή Θωμά, κόρη κηπουρού, αντιστάθηκε και την έσφαξαν.

6η Μεραρχία ΔΕΛΑΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑΣ».


Οι Βούλγαροι χρησιμοποιούσαν το Δεμίρ Ισσάρ ως Κέντρο Εφοδιασμού. Αυτό είχε ως συνέπεια να κυριευθούν τεράστιες ποσότητες τροφίμων και υλικών: 325.000 οκάδες αλεύρι, 800.000 οκάδες σίκαλη, 325.000 οκάδες ρύζι, 15.000 οκάδες σιτάρι, 205.000 οκάδες κριθάρι, 9.500 οκάδες καλαμπόκι, 105.000 οκάδες αλάτι, 154.000 οκάδες πίτουρα, 2.800 οκάδες φασόλια, 1.050 οκάδες πιπέρι, 1.250 κιβώτια με ζάχαρη, 250 κιβώτια τσάι, 15.000 οκάδες βούτυρο, 80 κιβώτια με ελβετικό τυρί, 12.500 ζεύγη υποδημάτων, χιλιάδες σάκκους με πέταλα αλόγων, 240 νοσοκομειακές σκηνές, 70 κλινάμαξες τραίνου κλπ. Δόξα τω Θεώ, βολευτήκαμε με τσάι και ζάχαρη μια χαρά. Μέσα σε ένα βαγόνι είχαν τροκάνια και κουδούνια. Τα είχανε για να τα κρεμάσουν σε μας, που νόμιζαν πως θα μας νικούσαν και θα μας πιάνανε αιχμαλώτους, αλλά τα φυλάξαμε γι’ αυτούς …


Στο Δεμίρ Ισσάρ, σφάξαμε και αρνιά και βάλαμε σούβλες. Και δύο Εύζωνοι, που είχαν τραυματιστεί ελαφρά στη μάχη, ετοίμαζαν με τέχνη το κοκορέτσι και σχολίαζαν:

«Λοιπόν, άμα τελειώσουμ’ με τη Βουλγαρία, θα τα βάλουμι με την Αυστρία»

«Γιατί ωρέ Μήτρο, πώς σου ήρθε;»

«Άκουσα ότι εκεί στα μέρη τους, έχ’ ούλο λιβάδια μ’ αρνιά …»

«Αέρα και τους φάγαμε! Θα φάμε κι κουκουρέτσ’ Αυστριακό!»

«Αέρα! Αέρα!» φωνάξανε μεμιάς όλοι οι Εύζωνοι από γύρω! Η κραυγή αυτή, που ξεκίνησε σαν κοροϊδία όταν τρέχανε να γλυτώσουν οι Βούλγαροι, μας άρεσε και εξελίχθηκε σιγά σιγά σε πολεμική κραυγή των Ευζώνων .

Ο Χαρτοπόλεμος, του Βαγγέλη Ρωμνιού. Ραδιοφωνικό Θέατρο

 Τον περασμένο Μάιο με μεγάλη αγωνία περίμενα να ακούσω το έργο του αείμνηστου Βαγγέλη Ρωμνιού Χαρτοπόλεμος, από την «Πλατεία Θεάτρου» του «Αθήνα 9,84», ένα έργο του οποίου οι κριτικές και η επιτυχία του στο σανίδι δημιουργούσε μεγάλες προσδοκίες στον ακροατή. Δυστυχώς όμως απογοητεύτηκα…



Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή…

Το έργο αποτελεί ραδιοφωνική διασκευή της ομώνυμης παράστασης, που ανέβηκε στο σανίδι για πρώτη φορά το 2017 στο θέατρο Ιλίσια Βολονάκη, και μετέπειτα για δύο χρόνια στο Θέατρο Γκλόρια (θα αναφερθώ μόνο στη ραδιοφωνική διασκευή του, καθώς δεν παρακολούθησα την δια ζώσης παράσταση). Σε μια εποχή, που η κρίση ήταν ακόμη νωπή, η παράσταση ξεχώρισε και αγκαλιάστηκε από κοινό και κριτικούς από την αρχή. Υπήρξε γενικά μια επιτυχημένη παράσταση.

Το πέρασμα της παράστασης στο ραδιόφωνο έγινε από τη συχνότητα του Αθήνα 9,84 τη Δευτέρα 24/05/2021. Τα έργα ηχογραφούνται σε ειδικά διαμορφωμένο στούντιο για τις ανάγκες της εβδομαδιαίας εκπομπής «Πλατεία Θεάτρου»  από τον ηχολήπτη του σταθμού, Πάνο Αργύρη. Το εγχείρημα υποστηρίχθηκε από την εταιρεία Man non Troppo που ιδρύθηκε το 2012 (από τους Γιώργη Τσουρή και Βάλια Παπακωνσταντίνου) και δραστηριοποιείται θεατρικά στην Αθήνα. Το κείμενο ήταν του Βαγγέλη Ρωμνιού, η δραματουργική επεξεργασία του κειμένου και η μουσική του Γιώργη Τσουρή και η ραδιοσκηνοθεσία του Γιώργου Παλούμπη.

 

Η σχέση του θεάτρου με το ραδιόφωνο αναθερμάνθηκε, ως αντίδραση στην πανδημική συνθήκη που κρατά τα θέατρα κλειστά. Μέσα σ΄αυτές τις περιστάσεις το έργο εξέφρασε τη δημιουργική ανάγκη των συντελεστών να παραδώσουν κάτι, επίσης οι συντελεστές άλλαξαν πολλές φράσεις, για τις «ραδιοφωνικές ανάγκες του ώστε να παραμείνει ρεαλιστικό. Ας δούμε όμως την υπόθεση του έργου:

Σε ένα υποθηκευμένο σπίτι, έναν σύγχρονο «Βυσσινόκηπο», πέντε ήρωες, τρία αδέλφια, μια κοπέλα και ένας πωλητής, όλοι εκπρόσωποι της αντιηρωικής γενιάς των τριαντάρηδων στην Αθήνα της κρίσης, κρίνονται, αλληλοαγαπιούνται και αλληλοκατασπαράζονται. Σε μια μόνο μέρα παιδικά και ενήλικα τραύματα χρόνων βγαίνουν στην επιφάνεια. Η προσπάθεια για επιβίωση-οικονομική αλλά και συναισθηματική-οδηγεί στα άκρα με αναπάντεχη κατάληξη. Ένα σύγχρονο θρίλερ που θα μπορούσε να έχει εξελιχθεί στην διπλανή μας πόρτα. Ένας «Χαρτοπόλεμος» που θα σκορπίσει στον αέρα τις στάχτες μιας ολόκληρης κοινωνίας.



Φιλοδοξία του έργου ήταν να δώσει μια «γροθιά» στο στομάχι για τη σύγχρονη πραγματικότητα. Το μήνυμα όμως που περνάει ο Χαρτοπόλεμος είναι νοσηρό και συνάμα αστείο. Το μωσαϊκό του έργου συνθέτουν στοιχεία από κωμωδία, δράμα, αγωνιώδες θρίλερ και καθημερινότητας που συμπλέκονται χοντροκομμένα μεταξύ τους. Όλα αυτά επιχειρούν να προβάλλουν μια εξαθλιωμένη νεολαία που καταφεύγει αλόγιστα στα άκρα, ως αντίδραση στην οικονομική και ηθική κρίση που επί χρόνια βιώνει. Σαφώς και η γενιά των σημερινών τριαντάρηδων βίωσε την παρακμή και τη στέρηση, τα έτη μεταξύ 2010 και 2019, όμως δεν κατέφυγε στα άκρα. Προσαρμόστηκε, αγωνίστηκε και αγωνίζεται για τη νέα Ελλάδα, έγινε πολύ πιο λογική από την προηγούμενη γενιά των γονέων της. Λάθος λοιπόν η απόπειρα γενίκευσης των χαρακτήρων και της εκπομπής των νοσηρών καθολικών μηνυμάτων που παρουσιάζουν μια Ελλάδα που αρνείται να δώσει ανάσες ύπαρξης στη γενιά των τριαντάρηδων.

Υπήρξε εμβάθυνση στους χαρακτήρες μέσω της ραδιοφωνικής απόδοσης; Όχι. Και οι πέντε ηθοποιοί που ακούστηκαν έδειξαν ότι δεν κατανόησαν τη δυνατότητες που δίνει το ραδιοφωνικό θέατρο. Ήταν όλοι τους σφιγμένοι και μάλλον ανέτοιμοι για ένα τέτοιο εγχείρημα. Το αποτέλεσμα ήταν διάλογοι κουραστικής σαπουνόπερας τύπου «Λάμψης», το είδαμε αυτό και στη Γαλήνια εκδίκηση του Ορφανού το 2013. Τα ηχητικά εφέ ήταν επίσης φτηνά, βήματα και ομιλίες.

Ο σκηνοθέτης, Γιώργος Παλούμπης, σε συνέντευξη που παραχώρησε σε ιστότοπο θεώρησε τη συγκεκριμένη παράσταση μία από τις σημαντικότερες που έχει δημιουργήσει. Ήταν η πρώτη πρόταση για ραδιοσκηνοθεσία που είχε, και την αποδέχτηκε χωρίς δεύτερη σκέψη καθώς θεώρησε ότι το μέσο του ραδιοφώνου παρέμεινε αγνό. Σύμφωνα μ΄αυτόν το έργο έχει δύο αναγνώσεις: την καταγραφή της προηγούμενης κρίσης και την πραγμάτευση διαχρονικών αξίων. Εκτίθεται εν ολίγης ο άθλιος κόσμος που παραλαμβάνουν τα παιδιά από τους γονείς τους και η μετέωρη απόπειρα τους να προχωρήσουν στη ζωή. Είναι οικογενειακό δράμα και θρίλερ μαζί.

Ο σκηνοθέτης Γιώργος Παλούμπης


Πολύ σπουδαία καινοτομία αποτελεί η συνοδεία του έργου κατά τη διαδικτυακή προβολή από βίντεο οπτικής ερμηνείας στη νοηματική γλώσσα και εξειδικευμένους υπότιτλους για βαρήκοους και κωφούς. Παρόλαυτα όμως η επανεκκίνηση του ραδιοφωνικού θεάτρου απαιτεί μεγαλύτερη προσπάθεια και συγκέντρωση και λιγότερη αγγαρεία, ώστε να επέλθει η ποιότητα που θα το καθιερώσει ξανά…

 

Η Βάλια Παπακωνσταντίνου

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ

Κείμενο: Βαγγέλης Ρωμνιός

Δραματουργία - Επεξεργασία κειμένου: Γιωργής Τσουρής

Σκηνοθεσία: Γιώργος Παλούμπης

Μουσική: Γιωργής

Βοηθός σκηνοθέτης: Γιωργής Τσουρής

Οργάνωση Παραγωγής: MA NON TROPPO

 

Ηθοποιοί: Γιωργής Τσουρής, Βάλια Παπακωνσταντίνου, Θάνος Αλεξίου, Παύλος Πιέρρος και Φοίβος Ριμένας

Εκτέλεση Παραγωγής : Art Ensemble

Συντονισμός Project : Μαργαρίτα Μυτιληναίου

Ηχολήπτης : Πάνος Αργύρης

Γραφιστική Επιμέλεια: The Button Design


Ο Θάνος Αλεξίου


Η μεταφορά έγινε από το κανάλι του "Αθήνα 9,84":



 

Πηγές:

https://www.theatromania.gr/xartopolemos-to-elliniko-theatriko-ergo-epistrefei-sto-radiofono/

https://www.kathimerini.gr/culture/561368881/xartopolemos-stin-plateia-theatroy-toy-athina-9-84/

https://eretikos.gr/fragilemag/giorgo-paloumpi-pos-perases-skinothetontas-ton-xartopolemo-sto-radiofwno36111-2/

https://www.zougla.gr/pets/greece/8eatro-politismos/article/i-parastasi-xartopolemos-se-skino8esia-giorgou-paloumpi-sto-radiofono

https://4news.gr/ο-αθήνα-984-γίνεται-ραδιοφωνική-σκηνή/


Παύλος Παπαδόπουλος, Αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ., Πτυχιούχος Ανθρωπιστικών Σπουδών

Μίλων ο Κροτωνιάτης, ο πυθαγόρειος παλαιστής

Ο Ολυμπιονίκης παλαιστής Μίλων, κατά τη διάρκεια κάποιων αγώνων, έφτασε στον τελικό. Εκεί όμως δεν βρέθηκε κανείς να τον αντιμετωπίσει. Ο αθλοθέτης τον κάλεσε για να τον στεφανώσει «άνευ αγώνος». Καθώς όμως ο Μίλωνας πλησίασε, γλίστρησε και έπεσε. Τότε μερικοί από τους παρισταμένους φώναξαν να μην στεφανωθεί, αφού υπέστη πτώση. Εκείνος όμως σηκώθηκε και είπε: «Τρεις πρέπει να είναι οι πτώσεις. Ας έλθει κάποιος να μου κάνει τις άλλες δύο». Εννοείται ότι το κάλεσμα του δεν βρήκε καμιά ανταπόκριση. Το ρεκόρ του Ολυμπιονίκη Μίλωνα Κροτωνιάτη παραμένει ακατάρριπτο ακόμη και σήμερα!





Ο θρυλικός Μίλων παρέμεινε πρωταθλητής της πάλης επί 24 έτη, πέντε φορές περιοδονίκης, δηλαδή νικητής και στους τέσσερις πανελλήνιους Αγώνες του ίδιου κύκλου. Δέκα φορές νίκησε στους αγώνες των Ισθμίων, εννέα φορές στους αγώνες της Νεμέας και πέντε φορές στους Πυθικούς Αγώνες των Δελφών. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες νίκησε έξι φορές. Μία φορά το 540 π.Κ.Χ στον αγώνα των εφήβων και πέντε φορές στους αγώνες ανδρών στις Ολυμπιάδες από το 532 ως το 516 π.Κ.Χ (62η έως 66η). Αγωνίστηκε και στην επόμενη Ολυμπιάδα, αλλά δεν κατάφερε να νικήσει, όχι επειδή βρέθηκε κάποιος με μεγαλύτερη δύναμη, αλλά επειδή ο ίδιος ήταν ήδη σαράντα ετών, με αποτέλεσμα ο νεαρός αντίπαλός του, ο Τιμασίθεος,  να καταφέρει αμυνόμενος να τον εξουθενώσει.


Η δύναμή του ήταν παροιμιώδης και την ξόδευε γενναιόδωρα τόσο για να διασκεδάζει τους φίλους του με επιδείξεις, όσο και για να τους προστατέψει. Σε μία συγκέντρωση των πυθαγορείων (ήταν κι ο ίδιος οπαδός του Πυθαγόρα και ίσως γαμπρός του), άρχισε να καταρρέει η στέγη του οικοδομήματος. Ο Μίλων κρατούσε με τα χέρια του το κεντρικό δοκάρι μέχρι να διασωθούν όλοι του οι φίλοι και ύστερα κατάφερε να σωθεί κι ο ίδιος.


Στον Μίλωνα χρωστούσαν οι Κροτωνιάτες, όχι μόνο τη δόξα που έφερνε τόσα χρόνια στην κοινή τους πατρίδα, αλλά και τη νίκη τους στον πόλεμο εναντίον των Συβαριτών. Η μάχη κρίθηκε υπέρ τους, σύντομα μόλις ο Μίλων όρμησε φορώντας το ολυμπιακό του στεφάνι, ντυμένος με δέρμα λιονταριού σαν τον Ηρακλή.


Δυστυχώς, ο Μίλων δεν είχε το ένδοξο τέλος που θα του ταίριαζε. Κάποια μέρα είδε στο δάσος έναν κορμό δέντρου που είχε αφεθεί μισοσχισμένος με τις σφήνες ακόμα επάνω του. Μπήκε στον πειρασμό να δοκιμάσει τη δύναμή του και επιχείρησε να σχίσει το δέντρο με τα χέρια του. Όταν όμως οι σφήνες γλίστρησαν έξω, τα χέρια του παγιδεύτηκαν στον κορμό. Έμεινε εκεί εγκλωβισμένος και μέσα στη νύχτα τον κατασπάραξαν οι λύκοι.


https://www.grethexis.com/famous-olympic-champions-of-antiquity/

Ο δεκανέας Σταμάτης Σταματίου...

 Ο έφεδρος δεκανέας Σταμάτης Σταματίου, με τη βουλγαρική σημαία που άρπαξε από Βούλγαρο σημαιοφόρο, πολεμώντας σώμα με σώμα στη μάχη της Στρώμνιτσας, το 1913.





Ο γύφτος και ο φαναρτζής...

 Πηγαίνει ένας γύφτος το ντάτσουν του στον φαναρτζή και του λέει :

– Θέλω να βάψεις κόκκινες τις πόρτες, μπλέ το καπό και κίτρινη την καρότσα.

– Να τραβήξω και μια ωραία άσπρη ρίγα στην μέση; λέει ο φαναρτζής.

– Τι λες ρε φίλε! Γύφτικο θα το κάνουμε το αμάξι;






Η Απελευθέρωση της Νιγρίτας

Στις 20 Ιουνίου 1913 ο Ελληνικός Στρατός απελευθέρωσε από τους Βουλγάρους την πόλη της Νιγρίτας, κατά τη διάρκεια του Β' Βαλκανικού Πολέμου. Προηγουμένως, ο βουλγαρικός στρατός είχε πυρπολήσει την πόλη και είχε κατασφάξει όσους αμάχους είχαν παραμείνει σ' αυτή.



Η Νιγρίτα απέχει 25 χιλιόμετρα νότια των Σερρών και είναι χτισμένη στους πρόποδες της οροσειράς Βερτίσκος. Την εποχή των Βαλκανικών Πολέμων ήταν ένα από τα σημαντικά εμπορικά κέντρα της περιοχής. Στις 22 Οκτωβρίου 1913, Έλληνες πρόσκοποι (στρατιωτικό σώμα από εθελοντές απόμαχους του Μακεδονικού Αγώνα) απελευθέρωσαν την πόλη από τους Οθωμανούς Τούρκους και εγκατέστησαν σ’ αυτή ελληνικές αρχές.


Με το ξέσπασμα του Β' Βαλκανικού Πολέμου, στις 16 Ιουνίου 1913, η Νιγρίτα καταλήφθηκε από τους Βουλγάρους, που ενήργησαν αστραπιαία και ανάγκασαν την 7η Μεραρχία, που την υπερασπιζόταν να υποχωρήσει νοτιότερα για να μην κυκλωθεί. Η βουλγαρική ταξιαρχία της Δράμας, που ενήργησε την επίθεση, κατέλαβε όχι μόνο την πόλη, αλλά και την υπερκείμενη αυτής κορυφογραμμή.


Η αντίδραση του ελληνικού στρατού ήταν άμεση. Το πρωί της 19ης Ιουνίου, η 7η Μεραρχία με διοικητή τον συνταγματάρχη Μηχανικού Ναπολέοντα Σωτήλη ξεκίνησε με κατεύθυνση τη Νιγρίτα. Αποτελούσε το άκρο δεξιό του ελληνικού στρατού, που είχε εξαπολύσει την ίδια ημέρα την επίθεση στην κύρια αμυντική γραμμή των Βουλγάρων στον άξονα Καλινόβου - Κιλκίς - Λαχανά.


Στο Σούλοβο (σημερινό Σκεπαστό) το 20ο Σύνταγμα της 7ης Μεραρχίας, μετά από σύντομη μάχη, έτρεψε σε φυγή τρία βουλγαρικά τάγματα, ενισχυμένα με μία ορειβατική πυροβολαρχία. Η μάχη στοίχισε στο σύνταγμα 30 νεκρούς και 169 τραυματίες.


Το πρωί της επομένης (20 Ιουνίου), τα πρώτα τμήματα της 7ης Μεραρχίας εισήλθαν στη Νιγρίτα, την οποία όμως οι Βούλγαροι κατέστρεψαν προτού αποχωρήσουν, προχωρώντας σε πυρπολήσεις οικιών και σφαγές του αμάχου πληθυσμού. «Ότε ο συνταγματάρχης Σωτήλης, κατόπιν επιτυχούς μάχης προς τον εχθρόν, εισήλθεν εις την Νιγρίταν εύρε την μέχρι προ ολίγου ευημερούσαν πολίχνην μεταμορφωμένη εις καπνίζοντα ερείπια και σφαγείον. Εκ των 1450 οικιών της 49 μόνον απέμειναν ιστάμεναι. Πανταχού έκειντο χαμαί πτώματα κρεουργημένα και απηνθρακωμένα των σφαγέντων κατοίκων της. Κατά τους μετριωτέρους υπολογισμούς υπέρ τους 400 κάτοικοι εφονεύθησαν τελείως υπό του βουλγαρικού στρατού προ της υποχωρήσεώς του», έγραψε ο απεσταλμένος των Τάιμς του Λονδίνου, Κρόφορντ Πράις, για τις βουλγαρικές ωμότητες στη Νιγρίτα.


Ήταν το προανάκρουσμα για το τι θα επικρατούσε στις Σέρρες μία εβδομάδα αργότερα...


Πηγή: https://www.sansimera.gr/articles/633


Η μάχη της Κρέσνας, το καλοκαίρι του 1913.

Τα στενά της Κρένσνας ήταν το ανώτατο σημείο κατάκτησης του Ελληνικού Στρατού στη Βουλγαρία, κατά τη διάρκεια του ΄Β Βαλκανικού Πολέμου.




Στα φοβερά στενά της Κρέσνα ο Ελληνικος Στρατος ξεκινώντας, σαν σήμερα, από το Μελισσοχώρι Μυγδονίας (αποτρέποντας βουλγαρική επίθεση στη Θεσσαλονίκη, και συντριβοντας κατόπιν τους Βουλγάρους στο Κιλκίς και το Λαχανά) , στο δρόμο για την Άνω Τζουμαγιά (σημερινό Μπλαβγκόεγκραντ, είκοσι χλμ πριν τη Σόφια) νικησε αλλά σταμάτησε λόγω κυρίως εξωτερικών παρεμβάσεων και παρασκηνιακών ρυθμίσεων.




Τελικά με τη συνθήκη του Βουκουρεστίου το Σεπτέμβρη αναδιπλωθήκαμε στα σημερινά ελληνοβουλγαρικά σύνορα αφήνοντας εκτεταμένες περιοχες όπου διαβιούσαν Ελληνες και Ελληνογενεις με Βουλγάρικη εθνική συνείδηση (λογω καταπιέσεων από τους Κομιτατζήδες). Πόλεις όπως η Πέτριτσα, η Στρώμνιτσα (εκεί είχε στήσει το στρατηγείο του ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος), το Μελένικο , η Άνω Τζουμαγιά, το Στάρτσεβο κλπ αποδώθηκαν οριστικά στους Βούλγαρους.

Ποιο το κέρδος αγαπητοί φίλοι; Η Ανατολική Μακεδονία, μα ήδη απελευθερώσει με τη δυναμη των όπλων μηνες πριν....

Liberty Bar του Ζώρζ Σιμενόν. Ραδιοφωνικό Θέατρο

Αγαπητοί φίλοι απόψε θα σας μεταφέρω σε ένα κακόφημο παρακμιακό μπαρ και θα σας παρουσιάσω ένα ενδιαφέρον έργο ενός πολυγραφότατου συγγραφέα του Ζωρζ Σιμενόν σε διασκευή για το θέατρο του Φρεντερίκ Βαλμαίν.




Πρόκειται για το Bar Liberty, που γράφτηκε το 1940, ο Γάλλος συγγραφέας δημιούργησε έναν από τους πιο αγαπημένους και διασημότερους ήρωες της παγκόσμιας λογοτεχνίας: τον επιθεωρητή Μαιγκρέ.


Η υπόθεση:

Ο ΜΑΙΓΚΡΕ βρίσκεται στην Αντίμπ, κωμόπολη και θέρετρο με ωραίες βίλλες στην Κυανή Ακτή, κοντά στη Νίκαια. Ένας ιδιότυπος Αυστραλός ονόματι Μπράουν, που ζούσε σε μια βίλα με την ερωμένη του και τη μητέρα της, έχει βρεθεί δολοφονημένος. Στο εξαθλιωμένο αλλά ατμοσφαιρικό Λίμπερτυ Μπαρ κάποιες άλλες γυναίκες διεκδικούν μια σχέση με το θύμα. Μυστικά και παράξενες ισορροπίες στη μικρο κοινωνία του θέρετρου. Έχουμε την αίσθηση ότι ο Μαιγκρέ ενδιαφέρεται πολύ περισσότερο να ανακαλύψει ποιος ήταν το θύμα απ' το να αναζητήσει τον ίδιο τον δολοφόνο. Ο Μαιγκρέ σε μια από τις πρώτες διάσημες ιστορίες του, όπου αναπτύσσει τον προσωπικό του κώδικα δικαίου. 


Μέσα από το έργο ο ακροατής αντιλαμβάνεται ότι ο Σιμενόν μελετά και ενδιαφέρεται περισσότερο για τον ανθρώπινο χαρακτήρα παρά για την αστυνομική πλοκή. Επομένως δεν πρόκειται για μια απλή ιστορία...


Η πρώτη μετάδοση του έργου έγινε τον Ιούνιο του 1965 από την εκπομπή το «Θέατρο της Τετάρτης».

Θεατρική διασκευή: Φρεντερίκ Βαλμαίν

Μετάφραση-Ραδιοφωνική διασκευή: Κυβέλη- Δημήτρης Μυράτ

Μουσική Επιμέλεια: Αργυρώ Μεταξά

Ραδιοσκηνοθεσία: Μιχάλης Μπούχλης

Στον ρόλο της Ζαζά, η κα Κυβέλη.

Η Κυβέλη Θεοχάρη


Ακούγεται μια πλειάδα σπουδαίων ηθοποιών

Λυκούργος Καλλέργης, Γιάννης Αργύρης, Γιάννης Φέρτης, Δημήτρης Νικολαίδης, Ελένη Χατζηαργύρη, Νίκος Καζής.


Ο Λυκούργος Καλλέργης στο ρόλο του επιθεωρητή


Ο Γιάννης Φέρτης

Η Ελένη Χατζηαργύρη

Ο Δημήτρης Νικολαΐδης



                         Η μεταφορά έγινε από το κανάλι: Ναταλία Δεδουσοπούλου 







Πηγές:

https://www.politeianet.gr/books/9789603259268-simenon-georges-agra-limpertu-mpar-184746

 radio-theatre.blogspot.com/2009/08/liberty-bar.html

https://webradio.ert.gr/trito-programma/14mar2017-i-astinomiki-logotechnia-sto-trito-programma-limperti-bar-tou-zorz-simenon-se-theatriki-diaskevi-tou-frenterik-valmen-ora-2200-a-meros/

theatrogiasas.blogspot.com/2016/02/liberty-bar.html

'Ο Ιάσων και το Χρυσόμαλλο Δέρας' του Bert Thorvaldsen

Με το όνομα Αργοναυτική εκστρατεία φέρεται, στην Ελληνική Μυθολογία, η εκστρατεία του Ιάσονα και του πληρώματος του από την Ιωλκό στην Κολχίδα του Εύξεινου Πόντου για να πάρουν το χρυσόμαλλο δέρας, η οποία και εκφράζει αλληγορικά τη δεύτερη ιστορική μεγάλη αποίκηση των Ελλήνων στον Εύξεινο Πόντο. Η εκστρατεία αυτή πήρε το όνομά της από το πλοίο του Ιάσονα, την Αργώ, η οποία με τη σειρά της ονομάστηκε έτσι λόγω του κατασκευαστή της, Άργου.




Το Χρυσόμαλλο δέρας προερχόταν από το κριάρι, στο οποίο ανέβηκε ο Φρίξος, για να ξεφύγει από τον πατέρα του, βασιλιά του Ορχομενού της Βοιωτίας και την μητριά του που ήταν έτοιμοι να τον θυσιάσουν. Ο Φρίξος τελικά έφθασε στην αυλή του βασιλιά Αιήτη, ο οποίος τον δέχθηκε με τιμές και του έδωσε την κόρη του για γυναίκα. Όταν ο Φρίξος θυσίασε το κριάρι στον Δία, χάρισε το δέρμα του στον Αιήτη, ο οποίος το κρέμασε σε μια βαλανιδιά στο άλσος του Άρη και τοποθέτησε έναν δράκοντα να το φυλά.


Αιτία της αργοναυτικής εκστρατείας ήταν η ακόλουθη: Ο βασιλιάς Πελίας της Λοκρίδας στην Θεσσαλία, είχε λάβει χρησμούς ότι θα σκοτωθεί από έναν απόγονο του Αιόλου ο οποίος θα φορά ένα σανδάλι (μονοσάνδαλος). Όταν ο Πελίας είδε τον Ιάσονα να φοράει ένα σανδάλι στο δεξί του πόδι, για να τον απομακρύνει του έδωσε εντολή να φέρει πίσω το Χρυσόμαλλο δέρας.


Αφού συγκεντρώθηκαν οι Αργοναύτες, ο Ιάσονας τους ζήτησε να εκλέξουν τον αρχηγό τους. Όλοι τότε στράφηκαν στον Ηρακλή, ο οποίος είχε μόλις φέρει σε πέρας τον άθλο του Ερυμάνθιου κάπρου,. Αυτός, όμως, υπέδειξε για αρχηγό τον Ιάσονα, αφού ετούτος είχε οργανώσει το ταξίδι. Οι υπόλοιποι Αργοναύτες συμφώνησαν με την πρόταση του Ηρακλή και έτσι η αρχηγία της εκστρατείας ανατέθηκε στον Ιάσονα. Το πλοίο ναυπηγήθηκε από τον Άργο, υιό του Φρίξου, από τον οποίον πήρε και το όνομα του, Αργώ.  Ήταν φτιαγμένο από έλατα του όρους Πηλίου και κατά τη διάρκεια της κατασκευής ο Άργος καθοδηγείτο από την θεά Αθηνά. Είχε πενήντα κουπιά και στην πρύμνη η Αθηνά είχε τοποθετήσει ένα κομμάτι από την ιερή ομιλούσα βαλανιδιά των Δωδώνων.


Ο αριθμός των Αργοναυτών, ο οποίος αναφέρεται στα αρχαία ελληνικά κείμενα, ποικίλλει. Ο Πίνδαρος αναφέρει δέκα, ο Απολλόδωρος ο Αθηναίος σαράντα οκτώ, ο Απολλώνιος ο Ρόδιος, στα Αργοναυτικά, πενήντα πέντε, ενώ άλλοι συγγραφείς, εξήντα. Μόνο είκοσι οκτώ από τα παρακάτω ονόματα περιλαμβάνονται σταθερά σε όλα τα αρχαία ελληνικά κείμενα. Συγκεχυμένες είναι και οι πληροφορίες για τη χωρητικότητα της Αργούς. Άλλες πηγές αναφέρουν ότι ήταν σχεδιασμένη για πενήντα πέντε κωπηλάτες, άλλες για πενήντα (πεντηκοντήρης) και άλλες για τριάντα. Η μόνη γυναίκα που, με βάση ορισμένες πηγές, έλαβε μέρος στην εκστρατεία ήταν η παρθένος κυνηγός Αταλάντη. Ωστόσο, η συμμετοχή της αμφισβητείται. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τον Απολλόδωρο τον Αθηναίο, έλαβε μέρος στην εκστρατεία, όμως ο Απολλώνιος ο Ρόδιος αναφέρει ότι ο Ιάσονας δεν της επέτρεψε, τελικά, να επιβιβαστεί στο πλοίο, καθώς φοβόταν να υπάρχει μία γυναίκα μόνη μεταξύ τόσων ανδρών.


Οι Αργοναύτες απέπλευσαν από τις Παγασές, το λιμάνι της Ιωλκού. Αφού πέρασαν από τη Λήμνο, τη Σαμοθράκη, την Κύζικο (όπου από τραγική παρεξήγηση ο Ιάσων σκότωσε τον ομώνυμο βασιλιά), τη Μυσία, τις χώρες των Βεβρύκων και των Μαριανδυνών και αφού απάλλαξαν τον Φινέα από τις Άρπυιες, οι Αργοναύτες έφθασαν στην Κολχίδα. Εκεί ο Ιάσονας παρουσιάσθηκε μπροστά στον βασιλέα Αιήτη, στον οποίο ο Φρίξος είχε δωρήσει το Χρυσόμαλλο Δέρας, και του εξήγησε τον σκοπό της αποστολής του. Ο Αιήτης, που είχε αφιερώσει το δέρας στον θεό Άρη, είπε ότι δεν είχε αντίρρηση, αρκεί ο Ιάσονας να έζευε δύο ταύρους με χάλκινα πόδια που έβγαζαν φλόγες από τα ρουθούνια τους (οι δύο αυτοί ταύροι, δώρο του Ηφαίστου στον Αιήτη, δεν είχαν ζευτεί ποτέ προηγουμένως), να οργώσει με αυτούς ένα χωράφι και να το σπείρει με τα δόντια ενός δράκου.


Ο Ιάσονας άρχισε να σχεδιάζει το πώς θα επιτελέσει αυτούς τους άθλους, όταν μπήκε στη ζωή του η Μήδεια, η μάγισσα κόρη του Αιήτη. Η Μήδεια ερωτεύθηκε τον Ιάσονα μόλις τον είδε, και γνωρίζοντας το πρόβλημα θέλησε να τον βοηθήσει. Του ζήτησε όμως να της υποσχεθεί ότι θα την έπαιρνε μαζί του στην Ελλάδα και θα την παντρευόταν. Ο Ιάσων της το υποσχέθηκε και η Μήδεια του έδωσε ένα υγρό, με το οποίο άλειψε το σώμα του αλλά και την ασπίδα του. Από τη στιγμή εκείνη δεν μπορούσε να τον βλάψει ούτε όπλο, ούτε φλόγα. Μόνο που η ισχύς του μαγικού υγρού έπαυε μετά από 24 ώρες. Η Μήδεια αποκάλυψε, επίσης, στον Ιάσονα ότι, καθώς θα έσπερνε τα δόντια του δράκου, από εκείνα θα φύτρωναν αυθωρεί οπλισμένοι πολεμιστές, που θα επεδίωκαν να τον σκοτώσουν. Ο Ιάσονας μπόρεσε έτσι να ζέψει τους ταύρους χωρίς να καεί από τις φλόγες τους και έριξε μια πέτρα ανάμεσα στους πολεμιστές που «έσπειρε», όπως τον είχε, επίσης, συμβουλέψει η Μήδεια. Ετούτοι, νόμισαν ότι κάποιος από τους ίδιους την έριξε και αλληλοεξοντώθηκαν μεταξύ τους.


Αφού ο Ιάσονας επιτέλεσε τους δύο άθλους, ο Αιήτης αθέτησε την υπόσχεσή του. Προσπάθησε μάλιστα να κάψει το πλοίο και να εξοντώσει τους Αργοναύτες. Δεν απέμενε παρά να κατορθώσει να πάρει ο Ιάσονας το Δέρας μόνος του. όμως, το δέρας το φύλαγε ένας δράκος που δεν κοιμόταν ποτέ. Και πάλι έδρασε η Μήδεια και με τα μάγια της αποκοίμισε το θηρίο, οπότε ο Ιάσονας πλησίασε, ξεκρέμασε το Χρυσόμαλλο Δέρας από το δένδρο όπου ήταν κρεμασμένο και το πήρε μαζί του. Ο Αιήτης ήταν τόσο σίγουρος για τον δράκοντα αυτό, ώστε δεν έδειξε την απαιτούμενη προσοχή. Οι Αργοναύτες, λοιπόν, κατάφεραν να αποπλεύσουν μαζί με το Χρυσόμαλλο Δέρας, τη Μήδεια, καθώς και με τον αδελφό της, Άψυρτο. Ο Αιήτης τους κατεδίωξε με ένα πλοίο, αλλά η Μήδεια έσφαξε τον Άψυρτο, τον κομμάτιασε και πετούσε ένα-ένα τα κομμάτια στη θάλασσα, οπότε ο Αιήτης έχασε πολύ χρόνο για να περισυλλέξει τα κομμάτια του γιου του και οι Αργοναύτες διέφυγαν.


Μετά από πρόσθετες περιπέτειες (καθώς ο Δίας ήταν οργισμένος για το έγκλημα και τους έστελνε, πλέον, διαρκώς τρικυμίες), αφού αντιμετώπισαν τον Τάλω στην Κρήτη, κινδύνευσαν στο Κρητικό πέλαγος. Τότε, ο Ιάσονας προσευχήθηκε στον Απόλλωνα για να τους δείξει τον δρόμο. Ο θεός του φωτός άκουσε τη δέηση του ήρωα και τους έστειλε μια φωτεινή δέσμη η οποία τους οδήγησε σε μία από τις Σποράδες, από όπου στη συνέχεια βρήκαν τον δρόμο τους για την Ιωλκό.

Ο Βύρων Πάλλης. Μια σπουδαία μορφή του ραδιοφωνικού θεάτρου.

 Ο Βύρων Πάλλης υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους ηθοποιούς της παλιάς γενιάς. Πόσοι δεν τον θυμούνται ως Θανασάκη στο Θανασάκη τον Πολιτε...