Κρίθηκε σκόπιμο να παρατεθούν τα δύο άρθρα που δημοσιεύθηκαν χθες και προχθές σε ένα, προκειμένου να διαφανεί αφενός ο προφητικός χαρακτήρας και η αποτύπωση της πραγματικότητας (για την εποχή του παρόλες της σειρήνες της προ εικοσιπενταετίας οικονομικής ανάπτυξης όσον αφορά το πρώτο και αφετέρου την κατάληξη όλης αυτής της εκφυλιστικής προσπάθειας των προοδευτικών δυνάμεων, που κυριάρχησαν όλα αυτά τα χρόνια του Μεσαίωνα της Μεταπολίτευσης...
Αξίζει να αφιερώσεται λίγο χρόνο ώστε να τα δείτε υπό το πρίσμα της σχέσης αιτίας και αποτελέσματος...
Λειτουργικῶς ἀναλφάβητοι. Χρήστος Γιανναράς 25 χρόνια πριν...
ΥΠΑΛΛΗΛΟΙ ΣΕ ΚΑΙΡΙΕΣ ΘΕΣΕΙΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΩΝ, στελέχη δημόσιων ὑπηρεσιῶν, ἐκπαιδευτικοί. Πτυχιοῦχοι κατὰ κανόνα ἀνωτάτων σχολῶν. Καὶ εἶναι ἀδύνατο νὰ συντάξουν μιὰν ἔκθεση, μιὰν ἀναφορά, τὸ πόρισμα μιᾶς σύσκεψης, νὰ ἀρθρώσουν μιὰ σελίδα κειμένου.
Ὁ εὐτελισμὸς καὶ ἡ ἀποσάθρωση τῆς ἐκπαίδευσης τὰ τελευταῖα εἴκοσι χρόνια ἔχει ἀρχίσει νὰ δίνει πικροὺς καρποὺς στὸν δημόσιο βίο. Ἄνθρωποι δίχως γλώσσα εἶναι καὶ ἄνθρωποι δίχως σκέψη. Ἀνίκανοι νὰ ὀργανώσουν ὁτιδήποτε μὲ λογικὴ σειρὰ καὶ τάξη, ἀνίκανοι νὰ συσκεφθοῦν, νὰ ἀποτιμήσουν προτεραιότητες, νὰ λειτουργήσουν κριτικά. Δὲν διδάχθηκαν ποτὲ στέρεα δομὴ καὶ σύνταξη τοῦ λόγου· ἂν ἔχουν κάποιαν ἰδέα γραμματικῆς τὴν ὀφείλουν στὴ σπουδὴ μιᾶς ξένης γλώσσας. Τὴν τελευταία εἰκοσαετία ἡ ἑλληνικὴ ἐκπαίδευση παράγει πολίτες λειτουργικὰ ἀναλφάβητους. Τὸ κόμμα τῆς ἀξιωματικῆς ἀντιπολίτευσης ἔδωσε στὴ δημοσιότητα, μὲ ὁλοσέλιδη καταχώριση στὸν Τύπο, τὶς προγραμματικές του ἐξαγγελίες γιὰ τὴν ἐκπαίδευση. Συμπαθητικὲς προτάσεις, θετικές. Ἀλλὰ οἱ συντάκτες τους μοιάζουν μᾶλλον ἀνυποψίαστοι γιὰ τὸ τί ἀκριβῶς ἔχει συμβεῖ στὴν ἑλληνικὴ ἐκπαίδευση τὰ τελευταῖα εἴκοσι χρόνια. Μοιάζει νὰ μὴν ἔχουν ἀντιληφθεῖ ὅτι σὲ αὐτὸ τὸν τόπο πραγματοποιήθηκε ριζικὸς καὶ μὲ δαιμονικὴ εὐφυΐα «κοινωνικὸς μετασχηματισμὸς» βασισμένος κυρίως στὴν ἀποδιάρθρωση τῆς ἐκπαίδευσης (ὅπως καὶ τῆς δημόσιας διοίκησης). Μετασχηματισμὸς ἰσοδύναμος μὲ γενοκτονία ἢ ξεριζωμὸ ἀπὸ πατρῶα ἐδάφη. Τὸ ἄθλημα ἢ διαγώνισμα τῆς ἅμιλλας καταργημένο, οἱ μαθητὲς προάγονται ὅλοι, κίνητρα καὶ στόχοι ἀρίστευσης θεωροῦνται «ἐλιτίστικοι ἀναχρονισμοί». Ὁ ἰσοπεδωτικὸς λαϊκισμὸς ἐπιβάλλει νὰ μὴ διορθώνονται λάθη στὰ τετράδια τῶν μαθητῶν — «Κάτω τὰ αἱματοβαμμένα γραπτά!». Ἀναιρέθηκε κάθε ἱεραρχία, τὸν δάσκαλο δὲν τὸν ἐλέγχει κανείς, οἱ ἐπιθεωρητὲς καταργήθηκαν, ἡ ἀνεξέλεγκτη αὐθαιρεσία εἶναι «προοδευτικὸ» κεκτημένο. Γυμνασιάρχης καὶ λυκειάρχης ἐπιλέγονται ἐφήμερα ἀπὸ τὶς «κλαδικὲς» τῶν κομμάτων γιὰ νὰ διεκπεραιώνουν γραφειοκρατικὲς ἁπλῶς διαδικασίες, ἱεραρχικὴ κλίμακα συνοχῆς καὶ ἐλέγχου δὲν ὑπάρχει στὴν ἑλληνικὴ ἐκπαίδευση. Ἔτσι δὲν ὑπάρχουν καὶ κίνητρα προσφορᾶς, ἀφοῦ μόνο τὰ χρόνια ὑπηρεσίας διαφοροποιοῦν, μισθολογικὰ καὶ μόνο, τοὺς ἐκπαιδευτικούς, χωρὶς ἄλλη διάκριση τοῦ ἱκανοῦ ἀπὸ τὸν ἀνίκανο, τοῦ ἐργατικοῦ ἀπὸ τὸν ράθυμο, τοῦ εὐσυνείδητου ἀπὸ τὸν ἀσυνείδητο. Τὰ σχολεῖα ἀριστούχων ἔχουν καταργηθεῖ· ἡ κοινωνία μας δὲν χρειάζεται διακεκριμένα στελέχη, ἀφοῦ σὲ καμιὰ πτυχὴ τοῦ δημόσιου βίου δὲν ξεχωρίζουμε τὶς παρασιτικὲς ἀπὸ τὶς παραγωγικὲς δυνάμεις. Δὲν θέλουμε τὴν ποιότητα, γιατὶ εἶναι θεσμικὰ ἐπιβεβλημένος ὁ παρασιτισμὸς μὲ τὶς φουρνιὲς διορισμῶν στὴν κρατικὴ μηχανὴ «τῶν δικῶν μας παιδιῶν» σὲ κάθε κυβερνητικὴ μεταβολή. Ἂς τολμοῦσε κάποιος μιὰ θαρραλέα στατιστικὴ ἀπογραφή: Τί ποσοστὸ ἀντιπροσωπεύουν στὸν κοινωνικό μας βίο οἱ λειτουργικῶς ἀναλφάβητοι, πόσοι πτυχιοῦχοι τῶν παιδαγωγικῶν μας σχολῶν καταλαβαίνουν τὴ γλώσσα τοῦ Παπαδιαμάντη, ποιό ποσοστὸ ἀποφοίτων λυκείου δὲν γνωρίζει οὔτε αὐτὸ ποὺ λέμε «γραφή» — ὄχι ὀρθογραφία ἢ νοηματικὴ τῶν λέξεων, ἀλλὰ τὴ γραπτὴ σημαντικὴ τῆς γλώσσας: νὰ ξεχωρίζει τὸ ζῆτα ἀπὸ τὸ ξί, τὸ φὶ ἀπὸ τὸ ψί, νὰ διαστέλλει τὴ μιὰ λέξη ἀπὸ τὴν ἄλλη, νὰ γράφει σὲ εὐθεία γραμμή.
Δυστυχῶς οὔτε οἱ ἐκπαιδευτικὲς προτάσεις τῆς ἀξιωματικῆς ἀντιπολίτευσης προδίδουν συνειδητοποίηση τῆς συντελεσμένης καταστροφῆς. Γιὰ τὴν ἐπιβίωση τοῦ Ἑλληνισμοῦ, τὶς ἱστορικὲς προοπτικές του, ὁ ξεριζωμὸς ἀπὸ τὴ Μικρασία μοιάζει καταστροφὴ μικρότερη ἀπὸ αὐτὴν ποὺ συντελεῖται εἴκοσι χρόνια τώρα στὴν παιδεία — δὲν εἶναι ρητορικὴ ὑπερβολή. Ἀγραμματοσύνη, ἀγλωσσία, προγραμματικὴ ἰσοπέδωση κάθε ἀξιοκρατικῆς διαβάθμισης, διαστροφὴ τῆς Ἱστορίας, δηλαδή: συστηματικὸς ἀφελληνισμός. Ἡ ἰδεολογία τῆς ἑλληνικῆς ἐκπαίδευσης σήμερα θεμελιώνεται στὸ δόγμα τῶν «προοδευτικῶν» δυνάμεων: «Δὲν ὑπάρχει ἔθνος, τὸ ἔθνος εἶναι ἰδεαλιστικὸ ἐποικοδόμημα στὸ κράτος, πρόξενος συγκρούσεων καὶ ἀντιθέσεων ποὺ ἀποπροσανατολίζουν τὴν ἐξέλιξη τῶν ὑλικῶν παραγωγικῶν δυνάμεων». Καὶ σὲ μιὰ τέτοια ἀντίληψη καὶ νοηματοδότηση τοῦ κοινωνικοῦ γεγονότος ἡ παιδεία ἐνδιαφέρει μόνο σὰν χρηστικὸ μέσο, γλώσσα καὶ παιδεία ὑπηρετοῦν μόνο (ἂν ὑπηρετοῦν) τὸν βιοποριστικὸ ὠφελιμισμό. Ἀλλὰ οὔτε κι αὐτὸν ὑπηρετοῦν. Ἀκόμα καὶ σὲ «λόγια» ἐπαγγέλματα (δάσκαλος, δημοσιογράφος) δὲν ἔχει πιὰ σημασία νὰ ξέρεις γράμματα, ἀφοῦ κανένας δὲν ἐλέγχει τὴν ἀγραμματοσύνη σου. Ἐξάλλου ἡ κοινωνία μας σήμερα ἀμείβει πλουσιοπάροχα ἄλλες ἱκανότητες, ἄσχετες μὲ τὴ μόρφωση. Οὔτε καὶ ἐνδιαφέρει κανέναν ποὺ δημόσιοι ὀργανισμοί, τράπεζες, ὑπουργεῖα, τεχνικὲς ὑπηρεσίες δὲν διαθέτουν πιὰ στελέχη μὲ παιδευτικὸ ἐξοπλισμὸ ἱκανὸν νὰ ἀνταποκριθεῖ στὶς ἀπαιτήσεις ἀποδοτικῆς λειτουργίας τους. Ὅταν συνταξιοδοτηθοῦν καὶ οἱ τελευταῖοι ποὺ διδάχτηκαν στέρεη γλώσσα στὰ σχολειά, τότε θὰ ἀπολαύσουμε τὰ κορυφαῖα ἐπιτεύγματα δυσλειτουργίας τῆς κρατικῆς μηχανῆς. Ὁ καίριος ἀποσταθεροποιητικὸς παράγων γιὰ τὴν Ἑλλάδα δὲν εἶναι ἡ τουρκικὴ ἀπειλή, οὔτε ἡ κρίση τῆς Βαλκανικῆς. Εἶναι τὸ αὐξανόμενο ποσοστὸ τῶν λειτουργικῶς ἀναλφάβητων.
25.10.1995
Το δικαίωμα στο σκυλοκαβγά, Θεοδωρόπουλος σήμερα
Παλιότερα, όταν στην τηλεόραση υπήρχαν ακόμη εκπομπές για το βιβλίο, με συγγραφείς και κριτικούς, τα βαθιά χασμουρητά έδιναν κι έπαιρναν. Αυτές εξαντλούνταν σε ανταλλαγή φιλοφρονήσεων και σε μελό εξομολογήσεις με πάγιο ρεφρέν την κοινωνική δικαιοσύνη και την αθωότητα των ποιητών, οι οποίοι, εκτός από αισθαντικοί, είναι και φιλάνθρωποι. Η τέλεια αναπαράσταση μιας πνευματικής ζωής που έπασχε από ανίατη νεκροφάνεια. Αυτές έσβησαν από φυσικό θάνατο, παραχωρώντας ευγενώς τη θέση τους στα περίφημα «πάνελ», κοινώς σκυλοκαβγάδες, για καυτά ζητήματα όπως ποιος από τους παρισταμένους είναι πιο δεξιός, ποιος πιο αριστερός, ποιος περισσότερο ψεύτης και ποιος κοινός λωποδύτης. Αυτού του τύπου οι παραστάσεις είναι φιλικές προς τον χρήστη. Δεν απαιτούν πλούσιο λεξιλόγιο και δεν καταπονούν υπέρ το δέον τους νευρώνες του εγκεφάλου. Οι συμμετέχοντες βγαίνουν κερδισμένοι αρκεί να έχουν δυνατή φωνή και έφεση στην αθυροστομία. Με τον καιρό δημιούργησαν το πρότυπο του αγενούς Ελληνα, έτοιμου για καβγά αφού τα νεύρα του είναι σπασμένα. Οι πιο θρασείς από τους πρωταγωνιστές των πάνελ προβιβάζονταν σε βουλευτές, που αντικατέστησαν τη δημοκρατική ρητορική με τον σκυλοκαβγά.
Το ερώτημα είναι αν υπάρχει δυνατότητα δημόσιου διαλόγου ο οποίος να μην προκαλεί χασμουρητά αλλά, από την άλλη, να μην καταλήγει σε σκυλοκαβγά. Θα έλεγε κανείς πως αυτόν τον ρόλο θα μπορούσε να αναλάβει ο λεγόμενος «πνευματικός κόσμος». Έλα τώρα, θα μου πείτε. Για ποιον «πνευματικό κόσμο» μιλάς; Για τους πανεπιστημιακούς που υπογράφουν διακηρύξεις για να υπερασπιστούν τις Πρέσπες, για τους δημοσιολογούντες που συντάσσονται υπέρ του «Οχι» ή υπέρ του «Ναι» στο δημοψήφισμα, για την παράταξη των τραγουδοποιών που θρηνούν το «μαύρο» στην ΕΡΤ ή μήπως για όσους αναθεματίζουν όποιον τολμάει να αμφιβάλλει ότι ο Μικρούτσικος, αν και καλός μουσικός, δεν είναι πατέρας του Γένους;
Κάπου ανάμεσα στην πλήξη της σοβαροφάνειας και στη γοητεία του σκυλοκαβγά ο λεγόμενος «πνευματικός κόσμος» αναρωτιέται γιατί οι άγριοι καιροί μας τον έχουν ρίξει στο περιθώριο. Και διαλογίζεται για την κατάντια της εκπαίδευσης, για την τύχη της γλώσσας, για την αδυναμία κατανόησης κειμένου –που οδηγεί στην αδυναμία κατανόησης εν γένει– για το απαράδεκτο επίπεδο του κοινοβουλευτικού μας βίου, για τον Πολάκη και το μέλλον της Ευρώπης. Και για να προκαλέσει το ενδιαφέρον του κοινού στήνει τους δικούς του σκυλοκαβγάδες. Υπέστημεν την πανωλεθρία της κρίσης χωρίς να καταλάβουμε το πώς και το γιατί. Μέσα σε αυτήν τη δεκαετία δεν καταφέραμε να βγάλουμε μια ολοκληρωμένη σκέψη, έστω μικρή, για τη χώρα και την κοινωνία.
Ομως δεν χάσαμε το δικαίωμα στον σκυλοκαβγά
Αξίζει να αφιερώσεται λίγο χρόνο ώστε να τα δείτε υπό το πρίσμα της σχέσης αιτίας και αποτελέσματος...
Λειτουργικῶς ἀναλφάβητοι. Χρήστος Γιανναράς 25 χρόνια πριν...
ΥΠΑΛΛΗΛΟΙ ΣΕ ΚΑΙΡΙΕΣ ΘΕΣΕΙΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΩΝ, στελέχη δημόσιων ὑπηρεσιῶν, ἐκπαιδευτικοί. Πτυχιοῦχοι κατὰ κανόνα ἀνωτάτων σχολῶν. Καὶ εἶναι ἀδύνατο νὰ συντάξουν μιὰν ἔκθεση, μιὰν ἀναφορά, τὸ πόρισμα μιᾶς σύσκεψης, νὰ ἀρθρώσουν μιὰ σελίδα κειμένου.
Ὁ εὐτελισμὸς καὶ ἡ ἀποσάθρωση τῆς ἐκπαίδευσης τὰ τελευταῖα εἴκοσι χρόνια ἔχει ἀρχίσει νὰ δίνει πικροὺς καρποὺς στὸν δημόσιο βίο. Ἄνθρωποι δίχως γλώσσα εἶναι καὶ ἄνθρωποι δίχως σκέψη. Ἀνίκανοι νὰ ὀργανώσουν ὁτιδήποτε μὲ λογικὴ σειρὰ καὶ τάξη, ἀνίκανοι νὰ συσκεφθοῦν, νὰ ἀποτιμήσουν προτεραιότητες, νὰ λειτουργήσουν κριτικά. Δὲν διδάχθηκαν ποτὲ στέρεα δομὴ καὶ σύνταξη τοῦ λόγου· ἂν ἔχουν κάποιαν ἰδέα γραμματικῆς τὴν ὀφείλουν στὴ σπουδὴ μιᾶς ξένης γλώσσας. Τὴν τελευταία εἰκοσαετία ἡ ἑλληνικὴ ἐκπαίδευση παράγει πολίτες λειτουργικὰ ἀναλφάβητους. Τὸ κόμμα τῆς ἀξιωματικῆς ἀντιπολίτευσης ἔδωσε στὴ δημοσιότητα, μὲ ὁλοσέλιδη καταχώριση στὸν Τύπο, τὶς προγραμματικές του ἐξαγγελίες γιὰ τὴν ἐκπαίδευση. Συμπαθητικὲς προτάσεις, θετικές. Ἀλλὰ οἱ συντάκτες τους μοιάζουν μᾶλλον ἀνυποψίαστοι γιὰ τὸ τί ἀκριβῶς ἔχει συμβεῖ στὴν ἑλληνικὴ ἐκπαίδευση τὰ τελευταῖα εἴκοσι χρόνια. Μοιάζει νὰ μὴν ἔχουν ἀντιληφθεῖ ὅτι σὲ αὐτὸ τὸν τόπο πραγματοποιήθηκε ριζικὸς καὶ μὲ δαιμονικὴ εὐφυΐα «κοινωνικὸς μετασχηματισμὸς» βασισμένος κυρίως στὴν ἀποδιάρθρωση τῆς ἐκπαίδευσης (ὅπως καὶ τῆς δημόσιας διοίκησης). Μετασχηματισμὸς ἰσοδύναμος μὲ γενοκτονία ἢ ξεριζωμὸ ἀπὸ πατρῶα ἐδάφη. Τὸ ἄθλημα ἢ διαγώνισμα τῆς ἅμιλλας καταργημένο, οἱ μαθητὲς προάγονται ὅλοι, κίνητρα καὶ στόχοι ἀρίστευσης θεωροῦνται «ἐλιτίστικοι ἀναχρονισμοί». Ὁ ἰσοπεδωτικὸς λαϊκισμὸς ἐπιβάλλει νὰ μὴ διορθώνονται λάθη στὰ τετράδια τῶν μαθητῶν — «Κάτω τὰ αἱματοβαμμένα γραπτά!». Ἀναιρέθηκε κάθε ἱεραρχία, τὸν δάσκαλο δὲν τὸν ἐλέγχει κανείς, οἱ ἐπιθεωρητὲς καταργήθηκαν, ἡ ἀνεξέλεγκτη αὐθαιρεσία εἶναι «προοδευτικὸ» κεκτημένο. Γυμνασιάρχης καὶ λυκειάρχης ἐπιλέγονται ἐφήμερα ἀπὸ τὶς «κλαδικὲς» τῶν κομμάτων γιὰ νὰ διεκπεραιώνουν γραφειοκρατικὲς ἁπλῶς διαδικασίες, ἱεραρχικὴ κλίμακα συνοχῆς καὶ ἐλέγχου δὲν ὑπάρχει στὴν ἑλληνικὴ ἐκπαίδευση. Ἔτσι δὲν ὑπάρχουν καὶ κίνητρα προσφορᾶς, ἀφοῦ μόνο τὰ χρόνια ὑπηρεσίας διαφοροποιοῦν, μισθολογικὰ καὶ μόνο, τοὺς ἐκπαιδευτικούς, χωρὶς ἄλλη διάκριση τοῦ ἱκανοῦ ἀπὸ τὸν ἀνίκανο, τοῦ ἐργατικοῦ ἀπὸ τὸν ράθυμο, τοῦ εὐσυνείδητου ἀπὸ τὸν ἀσυνείδητο. Τὰ σχολεῖα ἀριστούχων ἔχουν καταργηθεῖ· ἡ κοινωνία μας δὲν χρειάζεται διακεκριμένα στελέχη, ἀφοῦ σὲ καμιὰ πτυχὴ τοῦ δημόσιου βίου δὲν ξεχωρίζουμε τὶς παρασιτικὲς ἀπὸ τὶς παραγωγικὲς δυνάμεις. Δὲν θέλουμε τὴν ποιότητα, γιατὶ εἶναι θεσμικὰ ἐπιβεβλημένος ὁ παρασιτισμὸς μὲ τὶς φουρνιὲς διορισμῶν στὴν κρατικὴ μηχανὴ «τῶν δικῶν μας παιδιῶν» σὲ κάθε κυβερνητικὴ μεταβολή. Ἂς τολμοῦσε κάποιος μιὰ θαρραλέα στατιστικὴ ἀπογραφή: Τί ποσοστὸ ἀντιπροσωπεύουν στὸν κοινωνικό μας βίο οἱ λειτουργικῶς ἀναλφάβητοι, πόσοι πτυχιοῦχοι τῶν παιδαγωγικῶν μας σχολῶν καταλαβαίνουν τὴ γλώσσα τοῦ Παπαδιαμάντη, ποιό ποσοστὸ ἀποφοίτων λυκείου δὲν γνωρίζει οὔτε αὐτὸ ποὺ λέμε «γραφή» — ὄχι ὀρθογραφία ἢ νοηματικὴ τῶν λέξεων, ἀλλὰ τὴ γραπτὴ σημαντικὴ τῆς γλώσσας: νὰ ξεχωρίζει τὸ ζῆτα ἀπὸ τὸ ξί, τὸ φὶ ἀπὸ τὸ ψί, νὰ διαστέλλει τὴ μιὰ λέξη ἀπὸ τὴν ἄλλη, νὰ γράφει σὲ εὐθεία γραμμή.
Δυστυχῶς οὔτε οἱ ἐκπαιδευτικὲς προτάσεις τῆς ἀξιωματικῆς ἀντιπολίτευσης προδίδουν συνειδητοποίηση τῆς συντελεσμένης καταστροφῆς. Γιὰ τὴν ἐπιβίωση τοῦ Ἑλληνισμοῦ, τὶς ἱστορικὲς προοπτικές του, ὁ ξεριζωμὸς ἀπὸ τὴ Μικρασία μοιάζει καταστροφὴ μικρότερη ἀπὸ αὐτὴν ποὺ συντελεῖται εἴκοσι χρόνια τώρα στὴν παιδεία — δὲν εἶναι ρητορικὴ ὑπερβολή. Ἀγραμματοσύνη, ἀγλωσσία, προγραμματικὴ ἰσοπέδωση κάθε ἀξιοκρατικῆς διαβάθμισης, διαστροφὴ τῆς Ἱστορίας, δηλαδή: συστηματικὸς ἀφελληνισμός. Ἡ ἰδεολογία τῆς ἑλληνικῆς ἐκπαίδευσης σήμερα θεμελιώνεται στὸ δόγμα τῶν «προοδευτικῶν» δυνάμεων: «Δὲν ὑπάρχει ἔθνος, τὸ ἔθνος εἶναι ἰδεαλιστικὸ ἐποικοδόμημα στὸ κράτος, πρόξενος συγκρούσεων καὶ ἀντιθέσεων ποὺ ἀποπροσανατολίζουν τὴν ἐξέλιξη τῶν ὑλικῶν παραγωγικῶν δυνάμεων». Καὶ σὲ μιὰ τέτοια ἀντίληψη καὶ νοηματοδότηση τοῦ κοινωνικοῦ γεγονότος ἡ παιδεία ἐνδιαφέρει μόνο σὰν χρηστικὸ μέσο, γλώσσα καὶ παιδεία ὑπηρετοῦν μόνο (ἂν ὑπηρετοῦν) τὸν βιοποριστικὸ ὠφελιμισμό. Ἀλλὰ οὔτε κι αὐτὸν ὑπηρετοῦν. Ἀκόμα καὶ σὲ «λόγια» ἐπαγγέλματα (δάσκαλος, δημοσιογράφος) δὲν ἔχει πιὰ σημασία νὰ ξέρεις γράμματα, ἀφοῦ κανένας δὲν ἐλέγχει τὴν ἀγραμματοσύνη σου. Ἐξάλλου ἡ κοινωνία μας σήμερα ἀμείβει πλουσιοπάροχα ἄλλες ἱκανότητες, ἄσχετες μὲ τὴ μόρφωση. Οὔτε καὶ ἐνδιαφέρει κανέναν ποὺ δημόσιοι ὀργανισμοί, τράπεζες, ὑπουργεῖα, τεχνικὲς ὑπηρεσίες δὲν διαθέτουν πιὰ στελέχη μὲ παιδευτικὸ ἐξοπλισμὸ ἱκανὸν νὰ ἀνταποκριθεῖ στὶς ἀπαιτήσεις ἀποδοτικῆς λειτουργίας τους. Ὅταν συνταξιοδοτηθοῦν καὶ οἱ τελευταῖοι ποὺ διδάχτηκαν στέρεη γλώσσα στὰ σχολειά, τότε θὰ ἀπολαύσουμε τὰ κορυφαῖα ἐπιτεύγματα δυσλειτουργίας τῆς κρατικῆς μηχανῆς. Ὁ καίριος ἀποσταθεροποιητικὸς παράγων γιὰ τὴν Ἑλλάδα δὲν εἶναι ἡ τουρκικὴ ἀπειλή, οὔτε ἡ κρίση τῆς Βαλκανικῆς. Εἶναι τὸ αὐξανόμενο ποσοστὸ τῶν λειτουργικῶς ἀναλφάβητων.
25.10.1995
Το δικαίωμα στο σκυλοκαβγά, Θεοδωρόπουλος σήμερα
Παλιότερα, όταν στην τηλεόραση υπήρχαν ακόμη εκπομπές για το βιβλίο, με συγγραφείς και κριτικούς, τα βαθιά χασμουρητά έδιναν κι έπαιρναν. Αυτές εξαντλούνταν σε ανταλλαγή φιλοφρονήσεων και σε μελό εξομολογήσεις με πάγιο ρεφρέν την κοινωνική δικαιοσύνη και την αθωότητα των ποιητών, οι οποίοι, εκτός από αισθαντικοί, είναι και φιλάνθρωποι. Η τέλεια αναπαράσταση μιας πνευματικής ζωής που έπασχε από ανίατη νεκροφάνεια. Αυτές έσβησαν από φυσικό θάνατο, παραχωρώντας ευγενώς τη θέση τους στα περίφημα «πάνελ», κοινώς σκυλοκαβγάδες, για καυτά ζητήματα όπως ποιος από τους παρισταμένους είναι πιο δεξιός, ποιος πιο αριστερός, ποιος περισσότερο ψεύτης και ποιος κοινός λωποδύτης. Αυτού του τύπου οι παραστάσεις είναι φιλικές προς τον χρήστη. Δεν απαιτούν πλούσιο λεξιλόγιο και δεν καταπονούν υπέρ το δέον τους νευρώνες του εγκεφάλου. Οι συμμετέχοντες βγαίνουν κερδισμένοι αρκεί να έχουν δυνατή φωνή και έφεση στην αθυροστομία. Με τον καιρό δημιούργησαν το πρότυπο του αγενούς Ελληνα, έτοιμου για καβγά αφού τα νεύρα του είναι σπασμένα. Οι πιο θρασείς από τους πρωταγωνιστές των πάνελ προβιβάζονταν σε βουλευτές, που αντικατέστησαν τη δημοκρατική ρητορική με τον σκυλοκαβγά.
Το ερώτημα είναι αν υπάρχει δυνατότητα δημόσιου διαλόγου ο οποίος να μην προκαλεί χασμουρητά αλλά, από την άλλη, να μην καταλήγει σε σκυλοκαβγά. Θα έλεγε κανείς πως αυτόν τον ρόλο θα μπορούσε να αναλάβει ο λεγόμενος «πνευματικός κόσμος». Έλα τώρα, θα μου πείτε. Για ποιον «πνευματικό κόσμο» μιλάς; Για τους πανεπιστημιακούς που υπογράφουν διακηρύξεις για να υπερασπιστούν τις Πρέσπες, για τους δημοσιολογούντες που συντάσσονται υπέρ του «Οχι» ή υπέρ του «Ναι» στο δημοψήφισμα, για την παράταξη των τραγουδοποιών που θρηνούν το «μαύρο» στην ΕΡΤ ή μήπως για όσους αναθεματίζουν όποιον τολμάει να αμφιβάλλει ότι ο Μικρούτσικος, αν και καλός μουσικός, δεν είναι πατέρας του Γένους;
Κάπου ανάμεσα στην πλήξη της σοβαροφάνειας και στη γοητεία του σκυλοκαβγά ο λεγόμενος «πνευματικός κόσμος» αναρωτιέται γιατί οι άγριοι καιροί μας τον έχουν ρίξει στο περιθώριο. Και διαλογίζεται για την κατάντια της εκπαίδευσης, για την τύχη της γλώσσας, για την αδυναμία κατανόησης κειμένου –που οδηγεί στην αδυναμία κατανόησης εν γένει– για το απαράδεκτο επίπεδο του κοινοβουλευτικού μας βίου, για τον Πολάκη και το μέλλον της Ευρώπης. Και για να προκαλέσει το ενδιαφέρον του κοινού στήνει τους δικούς του σκυλοκαβγάδες. Υπέστημεν την πανωλεθρία της κρίσης χωρίς να καταλάβουμε το πώς και το γιατί. Μέσα σε αυτήν τη δεκαετία δεν καταφέραμε να βγάλουμε μια ολοκληρωμένη σκέψη, έστω μικρή, για τη χώρα και την κοινωνία.
Ομως δεν χάσαμε το δικαίωμα στον σκυλοκαβγά