Η υπαγόμενη στη βυζαντινή αυτοκρατορία Ρώμη κατά τον 6ο αιώνα μ.Χ. Ρώμη μεταδίδει την ορθόδοξη πίστη δυτικότερα στους Φράγκους και σταδιακά προτάσσοντας κυρίως θρησκευτικούς λόγους αρχίζει να αυτονομείται από το Βυζάντιο συγκλίνοντας προς τους Φράγκους.
Το πνεύμα της ελεύθερης συνδιαλλαγής της Ρώμης με τους Φράγκους αποδίδεται από τον πάπα Πελάγιο (579-590) στη θρησκευτική τους συγγένεια με τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία.
Η άποψη αυτή διατυπώνεται σε επιστολή του ρωμαίου Ποντίφηκα προς τον Αυναχάριο επίσκοπο Αυτισιόδωρου (Auxerre) με την οποία ζητούσε τη μεσολάβηση των Φράγκων για την αναγνώριση της εκλογής του και τη διάσωση της Εκκλησίας από τους Λογγοβάρδους. Η στροφή αυτή του Πελαγίου προς τους Φράγκους έχει αποδοθεί στην κρίση που είχε δημιουργήσει η παρουσία των Λογγοβάρδων στην Ιταλία.
Στην πραγματικότητα, η προσφυγή του πάπα στους Φράγκους ηγεμόνες δεν περιλάμβανε μόνο το αίτημα της προστασίας της από τους Λογγοβάρδους αλλά και της βοήθειας τους για την ίδρυση ναών και μοναστηριών. Η ενίσχυση της Εκκλησίας της Ρώμης από τους Φράγκους αναβάθμιζε τον πολιτικό της ρόλο, αναδεικνύοντας την σιγά-σιγά σε αντίβαρο του Βυζαντίου στη Δύση. Σε αυτές τις συνθήκες, ο πάπας Πελάγιος πρόβαλλε τη Ρώμη ως υπερέχουσα πόλη ανάμεσα σε φίλους και υπηκόους ολόκληρης της Ιταλίας.
Υπόβαθρο αυτής της συμμαχίας, σύμφωνα με τον Πελάγιο, ήταν η ορθόδοξη πίστη, η οποία ισχυριζόταν ότι ήταν κοινή στους Φράγκους και το Imperium romanum δηλαδή, το Βυζάντιο. Η ανάπτυξη δεσμών της ρωμαϊκής Εκκλησίας με τους Φράγκους, την κύρια ορθόδοξη δύναμη στην Δύση, εξασφάλιζε με τον τρόπο αυτό, την υπεροχή της Ρώμης στα εδάφη τα οποία ανήκαν παλαιότερα στο δυτικό τμήμα της Αυτοκρατορίας. Μέσω της Ρώμης η Ορθοδοξία επιβαλλόταν στη Δύση ειρηνικά και χωρίς τις στρατιωτικές ενέργειες και τις κατακτητικές επεμβάσεις του Βυζαντίου.
Αυτή η αδιαμφισβήτητη αποδοχή της Ρώμης, ως του αρχαιότερου πόλου του Χριστιανισμού στη Δύση και η προσφυγή του πάπα προς τους Φράγκους ηγεμόνες για συμπαράσταση, ώστε να διατηρηθεί η ειρήνη δηλαδή οι ισορροπίες στη Δύση, δεν απείχε από την επικρατούσα αντίληψη του Βυζαντίου για τη διατήρηση φιλικών σχέσεων με ομόδοξα κράτη με όσα δηλαδή αναγνώριζαν την Ορθοδοξία, όπως είχε καθοριστεί από τις Οικουμενικές Συνόδους και ιδιαίτερα εκείνης της Χαλκηδόνας (451).8 Το πεδίο συνάντησης του Βυζαντίου με τη Δύση στις αρχές του 7ου αιώνα ήταν αποκλειστικά η ορθόδοξη πολιτική και η δογματική σύμπλευση με τον πάπα της Ρώμης.
Αυτή η αντιμετώπιση της Δύσης ήταν πάγιο αίτημα της ορθόδοξης συγκλητικής αριστοκρατίας της Κωνσταντινούπολης, στην οποία πάντοτε άρεσε να επιδεικνύει τη ρωμαϊκή της καταγωγή και τις ευνοϊκές διαθέσεις της έναντι του πάπα.9 Η αριστοκρατία αυτή, ορθόδοξη από την εποχή της Συνόδου της Χαλκηδόνας, ήταν τον 7ο αιώνα αποδυναμωμένη, εσωστρεφής και προσηλωμένη στην αναγνώριση του Πάπα ως εγγυητή της τήρησης των αξιών και των αρχών της. Η αδυναμία του Βυζαντίου για στρατιωτικές επεμβάσεις στη Δύση από τη μια πλευρά και η ορθόδοξη ομοφωνία ανάμεσα στη Ρώμη και την Κωνσταντινούπολη από την άλλη, έδωσε ακόμη μεγαλύτερη ανεξαρτησία κινήσεων στον διάδοχο του Πελαγίου, πάπα Γρηγόριο Α' (590-604).
Ποιο ήταν το ποταμιο τέρας Αχελώος που συναντήσαμε στις Τραχινίες του Σοφοκλή; Ποια η τοποθέτηση του Ομήρου γιαυτο; Τι σχέση έχει με τις γνωστές Σειρήνες;
Ο Αχελώος, γνωστός κι ως Ασπροπόταμος, είναι ο δεύτερος σε μήκος ποταμός της Ελλάδας. Πηγάζει από την οροσειρά της Πίνδου και συγκεκριμένα από το όρος Λάκμος (Περιστέρι), νότια νοτιοδυτικά του Μετσόβουκαι μετά από μια διαδρομή 220 χιλιομέτρων εκβάλλει στο Ιόνιο πέλαγος. Στην μυθολογία ήταν γιος του Ωκεανού και της Τηθύος, πατέρας των Νυμφών και των Σειρήνων, αλλά και προπάτορας όλων των ποταμών.
Ο Αχελώος απεικονίζεται συνήθως από τη μέση και κάτω σαν ψάρι, γενειοφόρος με κέρατα στο κεφάλι του. Άλλες μορφές του ποτάμιου αυτού θεού ήταν σαν φίδι, σαν ταύρος και σαν ανθρωπόμορφο ον με κεφάλι ταύρου που από τα γένια του έτρεχαν πολλά νερά (ανθρωπομορφίες των όψεων του ποταμού). Το μόνο βέβαιο είναι πως στις περισσότερες μορφές του ο Αχελώος θύμιζε ένα άσχημο τέρας.
Ο Όμηρος τοποθετεί χρονικά τον Αχελώο πριν από τον Ωκεανό, γι’ αυτό και θεωρούσε πώς οι θάλασσες, οι πηγές και τα νερά που πηγάζουν από την γη προέρχονται από αυτόν. Αντίθετα ο Ησίοδος συγκαταλέγει τον Αχελώο στα παιδιά της Τηθύος και του Ωκεανού, στις ποτάμιες θεότητες.
Ένας ακόμα γνωστός μύθος είναι αυτός της πάλης του ποταμού με τον Ηρακλή για χάρη της Δηιάνειρας. Ο Ηρακλής διεκδικούσε της Δηιάνειρα από τον μνηστήρα Αχελώο. Για να αποφασίσουν ποιος θα την παντρευτεί, έγινε μάχη και ο ποτάμιος θεός, παρά τις συνεχείς μεταμορφώσεις του, έχασε. Τότε ο Ηρακλής του απέκοψε το δεξί του κέρατο (έκλεισε τη μία εκβολή του ποταμού) και από το αίμα που έρρευσε γεννήθηκαν οι Σειρήνες.
Είναι πάντα εξαιρετικά άσχημο και πολύ δύσκολο να κουνάς το δάκτυλο σε κάποιον και να του υποδεικνύεις τι πρέπει να κάνει.
Άλλωστε ουδείς έχει την απόλυτη γνώση, κανένας δεν έχει το αλάθητο του Πάπα και κυρίως κανείς δεν μπορεί σε μια Δημοκρατία να επιβάλει με το έτσι θέλω τη γνώμη του.
Και με αφορμή το άρθρο μου για τους πανηλίθιους του κοροναϊού, τους μπετόβλακες της πανδημίας και τις ύβρεις και κατάρες που εισέπραξα γιατί τους… κούνησα το δάκτυλο, ίσως πρέπει να βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους.
Όταν κινδυνεύει η δημόσια υγεία δεν μπορείς να απαιτείς από βλάκες με περικεφαλαία να ακούσουν τους ειδικούς και να προσαρμοστούν με τις νέες συνθήκες.
Τους πανίβλακες που ψηφίζουν δυστυχώς μαζί με όλους τους άλλους δεν μπορείς να τους προσαρμόσεις στα δεδομένα που γίνονται τραγικά για τη χώρα μας.
Δεν μπορείς αυτό το κομμάτι του λαού να το εντάξεις σε ένα υποχρεωτικό πλαίσιο το οποίο επιβάλλεται όχι γιατί μας αρέσει αλλά γιατί έτσι μπορούν να σωθούν ζωές.
Για το τμήμα αυτό του κόσμου, δυστυχώς πολυπληθές, θα είσαι ο πράκτορας του Σόρος.
Θα είσαι το τσιράκι της κυβέρνησης ή αυτός που παίρνει μίζα για να γράφει αυτά που γράφει.
Θα είσαι πάντα ο εχθρός τους γιατί πρέπει πάντα να έχουν κάποιον απέναντί τους για να επιβεβαιώνουν την ανοησία τους.
Ποιοι είναι αυτοί για τους οποίους δεν έχουμε ελπίδα ότι θα ακούσουν, ακόμη κι αν ανακοινωθούν 1.000 κρούσματα και 100 θάνατοι;
Ποιοι είναι αυτοί που θα επιμένουν στην παγκόσμια συνωμοσία, στους πληρωμένους δημοσιογράφους, στην ξεπουλημένη κυβέρνηση που τα κάνει όλα αυτά για ένα ανύπαρκτο θέμα προκειμένου να φτωχύνει ο κόσμος;
Όλοι αυτοί είναι γνωστοί μας, διπλανοί μας, ίσως και συγγενείς μας.
Είναι ο τύπος στην Πάτρα που πάει να ζητήσει βεβαίωση από το γιατρό ότι δεν μπορεί να φοράει μάσκα γιατί δήθεν έχει αναπνευστικά προβλήματα.
Είναι ο τυπάρας που επειδή είχε κανονίσει να παντρευτεί Ιούλιο με 300 άτομα καλεσμένους, τώρα δεν μπορεί να αναβάλει το πανηγύρι. Πότε θα ξαναβρεί ευκαιρία για όρκους αιώνιας πίστης και για τη ζεϊμπεκιά του γαμπρού που θα τον καμαρώσει όλο το σόι;
Είναι ο ίδιος ψεκασμένος συμπολίτης μας ο οποίος πιστεύει ότι τα αεροπλάνα αφήνουν πίσω τους ένα μυστικό αέριο που μας κάνει όλους να μην αντιδρούμε, που μας μεταμορφώνει σε πρόβατα.
Είναι ο Ελληνάρας που με την πρώτη ευκαιρία θα κλείσει τη Λωρίδα Έκτακτης Ανάγκης γιατί έχει το Ι.Χ. με τα 200 άλογα και που να δείξει ότι είναι οδηγάρα; Ακόμη κι αν κινδυνεύουν ανθρώπινες ζωές αυτός εκεί. Κλαρινογαμπρός στη ΛΕΑ.
Είναι ο οδηγός στην Αθήνα που θα κάνει «σφήνες» και μαγκιές και μετά θα σου ρίξει και μια μούντζα γιατί έτσι τον έμαθαν από μικρό να αντιδρά.
Ο ίδιος που αρνείται να εφαρμόσει τους κανόνες για τον κοροναϊό είναι ο ημιμαθής ξερόλας που του λες ότι το κάπνισμα προκαλεί καρκίνο και σου λέει «είναι ψέματα, εγώ έχω καθαρά πνευμόνια».
Είναι αυτός που αδιαφορεί για τους παθητικούς καπνιστές, που θα σου ρίξει στα μούτρα τον καπνό από την πουράκλα του γιατί δεν γουστάρει κανόνες και ζορίζεται τώρα που απαγορεύεται το κάπνισμα.
Είναι ο Νεοέλληνας μάγκας που θα τα… σπάσει στα μπαράκια και θα κάνει τσαμπουκά ακόμη και για ένα τυχαίο σπρώξιμο.
Και ξέρετε και κάτι: Είναι ο ίδιος που την Κυριακή θα πάει στην εκκλησία με τα παιδιά του και θα κάνει χίλιες γονυκλισίες αλλά θα γυρίσει σπίτι και θα μαυρίσει το μάτι της γυναίκας του.
Είναι κι αυτός που δεν έχει κανένα σεβασμό για τους ανθρώπους αλλά και κανένα για τα ζώα. Και δεν έχει κανένα πρόβλημα να βάλει φόλα στο σκυλί της γειτονιάς απλά και μόνο για να το δει να σφαδάζει μέχρι να ξεψυχήσει.
Είναι γενικώς ο… «ξέρεις ποιος είμαι εγώ ρε» που θα σου πετάξει στα μούτρα όταν του κάνεις παρατήρηση γιατί συμπεριφέρεται σκ@@@χα.
Εν πάση περιπτώσει υπάρχουν άπειροι τύποι Νεοέλληνα κάφρου που αυτήν την κρίσιμη στιγμή, σ΄ αυτήν την απίστευτη υγειονομική (και ταυτόχρονα οικονομική) κρίση, θα πάνε κόντρα στο ρεύμα.
θα αρνηθούν τις μάσκες, θα μαζευτούν κατά δεκάδες σε γάμους και πανηγύρια, θα φτύσουν στο έδαφος ή θα φτερνιστούν μπροστά σου, δεν θα βάλουν ποτέ αντισηπτικό, δεν θα κάνουν οτιδήποτε λένε οι επιδημιολόγοι.
Αυτούς λοιπόν δεν μπορεί κανείς να περιμένει ότι θα τους πείσει να πειθαρχήσουν για τον κοροναϊό.
Η ζωή έχει δείξει ότι πάντα θα υπάρχουν τέτοιοι, άλλοτε περισσότεροι, άλλοτε λιγότεροι. Και πάντα θα κάνουν κακό. Όχι μόνο τώρα με τον κοροναϊό αλλά και πάντα.
Γι’ αυτό δεν έχει νόημα να απαντάς και να πέφτεις στο επίπεδό τους. Κι όπως είπε και ο σπουδαίος Μπουκόφσκι, «το πρόβλημα με τον κόσμο είναι ότι οι έξυπνοι είναι γεμάτοι αμφιβολίες ενώ οι ηλίθιοι γεμάτοι αυτοπεποίθηση».
Ο φωτογράφος Δημήτριος Καλούμενος εκμυστηρεύεται στο θεολόγο κο Ι.Σιδήρα το βίωμα του στα Σεπτεμβριανά του 1955. Στον Καλούμενο κυρίως οφείλεται η φωτογραφική κάλυψη των γεγονότων του Σεπτεμβρίου του 1955 στην Κωνσταντινούπολη.
«πολλές νύχτες, παιδί μου, εγείρομαι επί της κλίνης μου κάθιδρως λόγω ενός εφιάλτου στον ύπνο μου, ο οποίος έρχεται και ξανάρχεται. Αυτός ο εν υπνώσει εφιάλτης είναι ένας ανατριχιαστικός θόρυβος, ο θόρυβος από την οργισμένη θραύση των υαλοπαραθύρων των Ρωμαίηκων οικιών και κυρίως των ρωμαίηκων εμπορικών καταστημάτων της συνοικίας μου, που ήταν το ιστορικό Πέραν της πολυμαρτυρικής Πόλης μας, καθ΄όλη εκείνη την μεγάλη νύχτα της 6ης προς 7η Σεπτεμβρίου του 1955. Με αυτό τον φρικτό θόρυβο εν τοις ωσίν μου θα πεθάνω και τότε μόνο θα ανεύρω λύτρωση».
Ο γνωστός αρθρογράφος δίνει μια πληρη εικόνα του γεωπολιτικου παιγνιου στην ανατολική Μεσόγειο και ειδικότερα στη Λιβύη.
Η αιφνίδια παρέμβαση της Τουρκίας στη Λιβύη δείχνει, αφενός, το μέγεθος του τουρκικού καιροσκοπισμού και, αφετέρου, την ελληνική μακαριότητα για όσα συνέβαιναν σε μια τόσο ευαίσθητη για εμάς περιοχή. Η Ελλάδα δεν προέβλεψε μια απειλή που μπορεί να εξελιχθεί σε μόνιμη πληγή, καθώς η Τουρκία προσβλέπει στην ανάπτυξη στρατιωτικών βάσεων στη Λιβύη, όπως έχει κάνει σε αρκετές χώρες στην ευρύτερη περιοχή. Ομως, με όσα πράττει ο πρόεδρος Ερντογάν –και με τις φανερές φιλοδοξίες του– ολοένα περισσότερες χώρες της Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής, διεθνείς οργανισμοί και μεγάλες δυνάμεις θα αναγκαστούν κάποια στιγμή να εγκαταλείψουν την ανοχή που του δείχνουν. Θα πρέπει να λάβουν θέση εναντίον του μεγαλοϊδεατισμού του και της αστάθειας που παράγει.
Αποκαλυπτικό ρεπορτάζ του πρακτορείου Associated Press την Πέμπτη ήταν ενδεικτικό των προθέσεων της Αγκυρας αλλά και των αντιστάσεων των Λίβωων εναντίον των συμφωνιών για αμυντική συνεργασία και για την οριοθέτηση των αποκλειστικών οικονομικών ζωνών των δύο χωρών. Αξιωματούχοι της κυβέρνησης στην Τρίπολη δήλωσαν στο πρακτορείο ότι είχαν επιφυλάξεις για τις συμφωνίες και ότι ο πρωθυπουργός Φαγέζ Σαράζ δεχόταν πιέσεις από την Τουρκία για πάνω από έναν χρόνο. Φοβόταν ότι η προσωρινή του κυβέρνηση δεν είχε τη δικαιοδοσία να συνάπτει διεθνείς συμφωνίες. Επίσης, δεν ήθελε να προκαλέσει την αντίδραση άλλων μεσογειακών χωρών. Οταν, όμως, ο αντίπαλός του στον εμφύλιο πόλεμο, στρατάρχης Χαλίφα Χαφτάρ, έφθασε να πολιορκεί την Τρίπολη, ο Σαράζ δέχθηκε την πρόταση της Τουρκίας. «Η πίεση ήταν αμείλικτη, είπε ένας αξιωματούχος, προσθέτοντας ότι ισλαμιστές εντός της κυβέρνησης Σαράζ επίσης ασκούσαν πίεση υπέρ της Αγκυρας. Η Τουρκία ήταν η μόνη χώρα που υποσχέθηκε στήριξη, και συμφωνήσαμε μόνο όταν βρήκαμε όλες τις άλλες πόρτες κλειστές», μετέδωσε το πρακτορείο.
Η τουρκική παρέμβαση υπήρξε σωτήρια για την πλευρά Σαράζ, καθώς οι Τούρκοι στρατιωτικοί, οι 3.500-3.800 Σύροι ισλαμιστές μισθοφόροι, τουρκικά όπλα και μη επανδρωμένα αεροσκάφη ανάγκασαν τον Χαφτάρ σε υποχώρηση. Ομως, οι φόβοι της προσωρινής κυβέρνησης ήταν εύλογοι: η τουρκική παρουσία και η χρήση Σύρων μισθοφόρων έχει συσπειρώσει πολλές χώρες εναντίον της Τριπόλεως, με την Ελλάδα και τη Γαλλία να προστίθενται στην Αίγυπτο και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, που ήδη στήριζαν τον Χαφτάρ. Σχεδόν σύσσωμη η διεθνής κοινότητα απορρίπτει το σύμφωνο Τουρκίας-Λιβύης, όπως και η εκλεγμένη Βουλή της Λιβύης που αντιτίθεται στον Σαράζ. Η Αίγυπτος προειδοποιεί ότι θα παρέμβει στρατιωτικά εάν οι δυνάμεις Σαράζ-Τουρκίας προχωρήσουν προς την ανατολική Λιβύη. Οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ έχουν δείξει αδικαιολόγητη ανοχή στις τουρκικές παραβιάσεις του εμπάργκο όπλων που επέβαλε ο ΟΗΕ. Ομως, η Γαλλία έχει πάρει δυναμική θέση εναντίον της τουρκικής ανάμειξης στη Λιβύη, ενώ τελευταίως και η Γερμανία απέστειλε πολεμικό πλοίο για την εφαρμογή του εμπάργκο. Ισως δυσκολευτεί περισσότερο η Αγκυρα να αναπτύξει δυνάμεις στη Λιβύη. Σιγά σιγά, η Ε.Ε. θα γίνει πιο δυναμική στις παρεμβάσεις της εναντίον της τουρκικής επιθετικότητας προς Ελλάδα και Κύπρο. Ενδιαφέρον θα έχει η εξέλιξη της σχέσης Τουρκίας - ΗΠΑ - Ρωσίας, κυρίως όταν ο Τραμπ δεν θα είναι σε θέση να στηρίζει τον Ερντογάν και όταν ο Πούτιν κρίνει ότι δεν τον συμφέρει πια η ανοχή στον Τούρκο πρόεδρο. Στο διπλωματικό πεδίο, η αναδίπλωση των δυνάμεων του Χαφτάρ ίσως ανοίξει τον δρόμο για πολιτική συμφωνία. Σε αυτή την περίπτωση, είναι πολύ πιθανό η παρουσία της Τουρκίας στη Λιβύη να είναι από τα κυριότερα θέματα διαπραγμάτευσης. Οποια νέα κυβέρνηση συνεργασίας προκύψει, δεν θα θέλει να έχει εναντίον της όσες χώρες αντιστέκονται στην τουρκική πολιτική. Οι αρχικές επιφυλάξεις της πλευράς Σαράζ είναι «πάτημα» για όσους θέλουν μια Λιβύη ελεύθερη από τα σχέδια Ερντογάν. Εκτεθειμένη σε ολοένα περισσότερα μέτωπα στο εξωτερικό και στο εσωτερικό, η Τουρκία θα διαπιστώσει ότι ο καιροσκοπισμός και η βία οδηγούν σε αδιέξοδα. Για την Ελλάδα, το μάθημα της Λιβύης είναι πολλαπλό: να διαβάζει τις εξελίξεις στην περιοχή και τις ζυμώσεις σε γειτονικές χώρες, να επενδύει σε συμμαχίες εγκαίρως, να προλαβαίνει την Τουρκία ώστε να μη βρίσκεται προ τετελεσμένων.
Αγαπητοί φίλοι καλησπέρα σας, απόψε θα σας παρουσιάσω ένα θεατρικό έργο που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον από πολλές απόψεις. Πρόκειται για τον ¨Πελεκάνο¨ του Σουηδού συγγραφέα Αυγούστου Στρίμπεργκ. Ο ´´Πελεκάνος´´ είναι το αυτοβιογραφικό του Στρίμπεργκ, όπως χαρακτηρίστηκε από πολλούς με κεντρικό άξονα την προσωπικότητα του ίδιου του Αύγουστου Στρίμπεργκ.
Το έργο γράφτηκε το 1907 και ανήκει στην Τρίτη περίοδο δημιουργίας του Σουηδού συγγραφέα, ενώ τα θέματα που πραγματεύεται είναι: ο θάνατος, η σεξουαλικότητα, η ζοφερότητα και η βιαιότητα των οικογενειακών σχέσεων. Εκείνη την περίοδο ο Στρίμπεργκ βρέθηκε στα πρόθυρα της τρέλας ύστερα από το οδυνηρό γι' αυτόν τρίτο διαζύγιο, ευρισκόμενος έτσι σε απόγνωση ζήτησε την φροντίδα της αγαπημένης αδερφής του.
Η αδερφή του όμως τον βασάνισε με την αποτρόπαια συμπεριφορά της στο διάστημα που παρέμεινε σπίτι της για να τον φροντίσει, έτσι το έργο στην πραγματικότητα αποτέλεσε μία εκδικητική Σονάτα εναντίων της έως τότε αγαπημένης του αδερφής. Στην πρωταγωνίστρια-μητέρα του έργου ο Στρίντμπεργκ αντικατοπτρίζει την αδερφή του, ενώ στο τέλος την υποχρεώνει να αποκαλύψει τον πραγματικό της εαυτό και να ταπεινωθεί μπροστά στα παιδιά της.
Ο Στρίμπεργκ ήταν όμως και γιος δούλας-παραδουλεύτρας της οικογένειας του πατέρα του, ο οποίος τη στεφανώθηκε λίγο πριν τη γέννηση του. Στα δεκατρία του χρόνια ο Σουηδός συγγραφέας χάσει τη μητέρα του και ο πατέρας του θα νυμφευθεί τη γκουβερνάντα του μικρού Αύγουστου, η οποία θα τον καταπιέσει. Το στίγμα ´´γιος της δούλας´´ θα διαμορφώσει το μισογυνισμό του.
Ο Αύγουστος Στρίμπεργκ
Η εξέλιξη του έργου
Τρεις γιοι και τρεις κόρες, ως δύο πρόσωπα σε ποικίλες παραλλαγές σχέσης, μοιράζονται την ίδια κι απαράλλαχτη μάνα. Η μητέρα τίκτει. Η μητέρα γεννά. Η μητέρα αναθρέφει με το γάλα της τα παιδιά της. Η μητέρα αγαπά άνευ όρων και αιτίας. Η μητέρα δεν στερεί. Η μητέρα απλά υποφέρει και φέρει εις πέρας ένα ανομολόγητα ιερό καθήκον, να θυσιάζει την υπόστασή της για χάρη των παιδιών της.
Η μητέρα-πελεκάνος απλά τίκτει. Η μητέρα-πελεκάνος δεν γεννά, δεν έχει γάλα, δεν στερείται, δεν υποφέρει, δεν θυσιάζεται, δεν αγαπά άνευ όρων και αιτίας. Αποτελεί ένα πρότυπο μιας άλλης μάνας διαφορετικής, μη κατακριτέας ωστόσο. Η μητέρα-πελεκάνος στερεί από τα παιδιά της, βάζει όρια στον εαυτό της και στην οικογένειά της, βγαίνει από τη “μάχη της θυσιαστικής αγάπης” αλώβητη κι ακμαία. Στη συνείδηση όλων, η μητέρα αυτή δεν έχει μητρικό ένστικτο, δεν μοιάζει με τη δική μας μάνα, δεν θεωρείται ιερή κι αξιοσέβαστη. Αυτή η μητέρα σπαρταρά μόνη της στο πάτωμα. Έχει τις ενοχές της, φοβάται τη μοναξιά, έρχεται σε σύγκρουση με τα παιδιά της, προσπαθεί διαρκώς να αποδείξει. Επιδιώκει να τεκμηριώσει τη συναισθηματική και ηθική βάση της στέρησης και της μη ικανοποίησης των αναγκών των παιδιών της.
Η μητέρα-πελεκάνος ερωτεύεται και απιστεί, απομακρύνεται από την ηθική και τη συναισθηματική διάσταση της . Βιώνει και μετουσιώνει στο απόλυτο τα ένστικτά της. Κάνει τη ζωή της πλουσιότερη κι ομορφότερη, αγαπά τις κοσμικότητες και τις απολαύσεις, απολαμβάνει τα ταξίδια και το καλό φαγητό. Αφήνοντας τα παιδιά της να καλύπτουν μόνο τις βασικές τους ανάγκες, καταδικάζεται και ενοχοποιείται. Θεωρείται ένοχη για όλα και σαν αποδιοπομπαίος τράγος διώκεται και περιθωριοποιείται. Δεν θεωρείται μητέρα πλέον. Απεμπολεί τον μητρικό της ρόλο και μια γυναίκα-σκύλα που ανέκαθεν προσανατολίζεται μόνο στις δικές της ανάγκες. Ο σύζυγος-πατέρας δεν , παρά μόνο ως ελατήριο στα οικονομικά ζητήματα της οικογένειας. Ο πατέρας θυματοποιείται και αθωώνεται λόγω χαμηλών προσδοκιών και της πάντοτε υποστηρικτικής κοινής γνώμης. Τα παιδιά της μητέρας-πελεκάνου την αμφισβητούν, σκέφτονται, θυμώνουν και ενεργοποιούνται στο να καλύψουν τις ανάγκες τους, βασικές και μη. Τα παιδιά της μητέρας-πελεκάνου ασύστολα και δυναμικά αποχωρούν από τη φωλιά τους. Ρίχνουν κυριολεκτικά μαύρη πέτρα πίσω τους. Τα παιδιά της μητέρας-πελεκάνου αποχωρούν απόλυτα και δίχως καμία ένοχή, για να χτίσουν τη δική τους ζωή. Και ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω.
Επιπλέον στοιχεία για το έργο.
Μια μητέρα λοιπόν, αδιαφορεί για την ανατροφή των παιδιών της και ταυτόχρονα θέτει σε προτεραιότητα τις δικές της ανάγκες, η σχέση της με τα παιδιά της αποκλιμακώνεται συναισθηματικά και αμαυρώνεται επικίνδυνα από τους χειρισμούς επιβίωσης της στο πλαίσιο της ανασφάλειας που δημιουργείται στην οικογένεια μετά το θάνατο του πατέρα. Η αποσύνθεση του οικογενειακού θεσμού, χαμένη αξιοπρέπεια η υποτίμηση της ανθρώπινης υπερηφάνειας, η αντιστροφή των ρόλων (θύτη-θύματος) μέσω ενός ανελέητου παιχνιδιού εκδίκησης σε συνδυασμό με τη σαδιστική εξωτερίκευση των μη διαχειρίσιμων συναισθημάτων του των ηρώων.
Το έργο διερευνά τους λόγους για τους οποίους οι άνθρωποι εγκλωβίζονται σε εμμονές, φοβίες και ενοχές. Η πραγματικότητα που βιώνεται στην παιδική ηλικία είναι γνωστό ότι διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στην ψυχοσύνθεση και την εξέλιξη ενός ανθρώπου. Το εξπρεσιονιστικό στοιχείο μέσα σε όλα αυτά επικρατεί.
Οι ήρωες του έργου, είναι αιχμάλωτοι μιας μοίρας που τους παρουσιάστηκε ως μοναδική, μολονότι καταραμένη, παλεύουν στα τυφλά για να ανακαλύψουν την αλήθεια που δεν ειπώθηκε ποτέ, ώστε να μπορέσουν να διακρίνουν εναλλακτικές επιλογές και να ενηλικιωθούν σωστά.
Σε γενικές γραμμές ο Στρίμπεργκ είναι πεπεισμένος ότι ο νατουραλισμός είναι κάτι παραπάνω από λεπτομερή καταγραφή, έτσι λοιπόν διατρανώνει την πίστη του στη φύση και αναζητά τις συγκρούσεις εκεί που γίνονται οι πιο αιματηρές μάχες: στις σχέσεις των δύο φύλων, στις ψυχολογικές διακυμάνσεις, στις σεξουαλικές επιθυμίες, στην κληρονομιά του παρελθόντος κλπ. Επιπρόσθετα ο Σουηδός συγγραφέας βλέπει με καχυποψία και απέχθεια το γάμο και τις επιταγές του οικογενειακού βίου.
Μελετώντας το συγκεκριμένο έργο το μόνο που μας μας μένει να φωνάξουμε στο τέλος είναι:
"Αλίμονο στη μάνα που δεν θυσιάζεται για τα παιδιά της! Αλίμονο στη μάνα που θέτει σε προτεραιότητα τον εαυτό της! Αλίμονο στη μάνα που αμαυρώνει τους άγραφους νόμους της μητρότητας και της συζυγικής πίστης!!"
Η μεταφόρτωση έγινε από το κανάλι "Ραδιοφωνικό θέατρο"
Η Διδώ Σωτηρίου στο έργο της Οι νεκροί περιμένουν, τις θλιβερές εικόνες της άφιξης τω Ελλήνων προσφύγων στην Ελλάδα μετά τη συντριβή του ελληνικού στρατού και πληθυσμού στη Μικρά Ασία.
Βαπόρια φτάναν το ένα πίσω από τ' άλλο, και ξεφόρτωναν κόσμο, έναν κόσμο ξεκουρντισμένον, αλλόκοτο, άρρωστο, συφοριασμένο, λες κι έβγαινε από φρενοκομεία, από νοσοκομεία, από νεκροταφεία. Έπηξαν οι δρόμοι, το λιμάνι, οι εκκλησιές, τα σκολειά, οι δημόσιοι χώροι. Στα πεζοδρόμια γεννιόνταν παιδιά και πέθαιναν γέροι. Ενάμισυ εκατομμύριο άνθρωποι βρεθήκανε ξαφνικά έξω απ' την προγονική τους γη. Παράτησαν σκοτωμένα παιδιά και γονιούς άταφους. Παράτησαν περιουσίες, τον καρπό στα δέντρα και στα χωράφια, το φαΐ στη φουφού, τη σοδειά στην αποθήκη, το κομπόδεμα στο συρτάρι, τα πορτραίτα των προγόνων στους τοίχους. Και βάλθηκαν να τρέχουν, να φεύγουν κυνηγημένοι απ' το τουρκικό μαχαίρι και τη φωτιά του πολέμου. Έρχεται μια τραγική στιγμή στη ζωή του ανθρώπου, που το θεωρεί τύχη να μπορέσει να παρατήσει το έχει του, την πατρίδα του, το παρελθόν του και να φύγει, να φύγει λχανιασμένος αποζητώντας αλλού τη σιγουριά. Άρπαξαν οι άνθρωποι βάρκες, καΐκια, σχεδίες, βαπόρια, πέρασαν τη θάλασσα σ' έναν ομαδικό, φοβερό ξενητεμό.
Κοιμήθηκαν από βραδίς νοικοκυραίοι στον τόπο τους και ξύπνησαν φυγάδες, θαλασσοπόροι, άστεγοι, άποροι, αλήτες και ζητιάνοι στα λιμάνια του Πειραιά, της Σαλονίκης, της Καβάλλας, του Βόλου, της Πάτρας.
Ενάμισυ εκατομμύριο αγωνίες και οικονομικά προβλήματα ξεμπάρκαραν στο φλούδι της Ελλάδας, με μια θλιβερή ταμπέλα κρεμασμένη στο στήθος: «Πρόσφυγες!»
Που ν' αποκουμπήσουν οι πρόσφυγες; Τι να σκεφτούν; Τι να ξεχάσουν; Τι να πράξουν; Που να δουλέψουν; Πώς να ζήσουν; Τρέμαν ακόμα απ' το φόβο. Τα μάτια τους ήταν κόκκινα απ' το αιμάτινο ποτάμι της κόλασης που διάβηκαν. Και σαν πάτησαν σε στέρεο έδαφος, μετρήθηκαν να δουν πόσοι φτάσανε και πόσοι λείπουν.
Κι οι ζωντανοί δεν το πιστεύανε, μόνο άπλωναν τα χέρια τους στο κορμί τους και το ψάχνανε, για να βεβαιωθούνε πως δεν ήταν βρυκολάκοι. Και ψάχναν και για την ψυχή τους, να δουν αν ήταν στη θέση της. Μ' αυτή ήταν άφαντη. Είχε μείνει πίσω στην πατρίδα, κοντά στους αγαπημένους νεκρούς και στους αιχμάλωτους, κοντά στα σπιτάκια, στα χωράφια, στις δουλειές και στα καζάντια... Κι είπαν: Περαστικοί είμαστε, ας βολευτούμε όπως ‐ όπως, κι αύριο θα ματαγυρίσουμε στα μέρη μας. Κι αποζητούσαν, τούτη την ελπίδα, με την ίδια λαχτάρα, σαν το ψωμί, το νερό και τ' αλάτι.
Τόσοι ήταν. Ενάμισυ εκατομμύριο ρωμιοί μικρασιάτες, που στριφογύριζαν, τώρα, στο καύκαλο της Ελλάδας, σαν περιπλανώμενοι Ιουδαίοι, διωγμένοι από τη γη της Χαναάν. Χωρίς πατρίδα, χωρίς δουλειά, χωρίς σπίτι, χωρίς μπαούλο.
Και χτες, μόλις χτες, να θυμάσαι πως ήσουνα νοικοκύρης, πως είχες το κατιτί το δικό σου. Ψάχναν για τον αίτιο, αναθεμάτιζαν τον ουρανό, τη γης, τον Κεμάλ, το Βενιζέλο, τον Κωνσταντίνο, την Αντάντ, τον πόλεμο∙ μα πριν απ' όλα τον ύπουλο τον Άγγλο, τον υπολογιστή, το διπλοπρόσωπο, το σφετεριστή, που έκανε μπίζνες και αυτοκρατορική πολιτική, με το αίμα και τη δυστυχία ενός λαού...