- Προσεύχομαι ο Ζευς να μη το μάθει... εύχεται η πανούργα Ήρα , προσφεύγοντας γεμάτη παράπονο και ζήλια στους κήπους της Ανθούσας.
- Τι σε έφερε έως εδώ, Ήρα;...ρωτάει , γεμάτη συμπόνια η Χλωρίς.
Η θεά Χλωρίς ήταν χθονία θεότητα της βλάστησης, των λουλουδιών και των ανθέων – εξ ου και Ανθούσα.
Πρόσφερε γενναιόδωρα στους προγόνους μας ομορφιά και μεθυστικά αρώματα των υπέροχων λουλουδιών ! Χάριζε ζωή!
Καλοσυνάτη και πρόσχαρη δέχτηκε θερμά την βασίλισσα του Ολύμπου στον ολοστόλιστο κήπο, που ήταν και το σπιτικό της.
Την παρηγόρησε με λόγια φιλικά για να απαλύνει τον πόνο της.
Η μεγάλη θεά όμως ήταν απαρηγόρητη μέσα στην απόγνωσή της. Της μίλησε με θλίψη στην φωνή :
<< Οι λέξεις δεν ανακουφίζουν τον πόνο μου .
Αν ο Δίας έγινε πατέρας χωρίς να χρησιμοποιήσει σύζυγο και κατέχει και τους δύο τίτλους μόνος του, γιατί να μην πρέπει να προβώ κι εγώ σε μια μητρότητα χωρίς σύζυγο...
Μια γέννηση από παρθένα, που δεν την άγγιξε άνδρας;
Θα δοκιμάσω κάθε φάρμακο στην πλατιά Γη και στον κενό Ωκεανό και στις βαθιές κοιλότητες στα Τάρταρα !>>…συμπλήρωσε με πάθος.
Ανάσανε βαθιά και διέκοψε την ροή των λέξεών της, διακρίνοντας μια διστακτικότητα στην έκφραση του προσώπου της θεάς , που είχε απέναντί της.
<<Φαίνεσαι, Νύμφη, ότι μπορείς να βοηθήσεις>>, ακούστηκαν μεταλλικές νότες στην φωνή της θεάς, που συνήθισε να παίρνει πάντοτε αυτό που επιθυμεί...
<<Τρεις φορές ήθελα να βοηθήσω, τρεις φορές κόλλησε η γλώσσα μου>> , διηγείται στην συνέχεια η Χλωρίς με την γραφίδα του Οβιδίου...
<<Ο θυμός του Διός μου προκαλούσε φόβο.>>
<<Σε παρακαλώ, βοήθησέ με>>, την πίεζε η Ήρα .
<<Θα αποκρύψω την πηγή της βοήθειάς μου.
Μάρτυς μου η ιερά Στυξ !!! >>, ορκίστηκε με τον απαραβίαστο φοβερό όρκο των θεών !
<<Ένα λουλούδι>>, είπα, <<από τα λιβάδια της Ωλένου θα πραγματοποιήσει την ευχή σου.
Είναι μοναδικό στους κήπους μου.
Και μια στείρα αγελάδα να το ακουμπήσει θα γίνει μητέρα…
Γρήγορα έκοψα το στερεωμένο λουλούδι με τον αντίχειρά μου.
Η Ήρα αισθάνεται το άγγιγμα. Και με το άγγιγμα συλλαμβάνει. Φουσκώνει και εισέρχεται στην Θράκη και στην δυτική Προποντίδα, και πραγματοποιεί την ευχή της: Το τέκνο δημιουργήθηκε !
ΠΗΓΗ: Οβίδιος «Fasti» 5.229 ff, Boyle, «Ρωμαϊκή ποίηση 1ου π.Χ. έως 1ου μ.Χ..».
Έτσι εμφανίσθηκε τότε επί Γης ο θεός Άρης!
Βλέπετε πως τα ονόματα ΗΡΑ και ΑΡΗ[Σ] έχουν ανάδρομη καρκινική σχέση...
Και η Χλωρίς πήρε και το επίθετο Αρεγονίδα! ( Αργοναυτικά-Ορφικά, 126).
Είχα γράψει πολλές φορές, πως οι μυθολογία των προγόνων μας είναι σχεδόν ολότελα άγνωστη για τους ρωμιούς . Μάλιστα, την εχθρεύονται κιόλας, μην μπορώντας να διανοηθούν πως η μυθολογούσα παράδοση δεν ταυτίζεται με την θεολογία , την ύπαρξη της οποίας αγνοούν παντελώς.
Ο παραπάνω αρχαίος μύθος, που διασώζεται από τον Οβίδιο, σχεδόν κρύφτηκε… δεν διδάχθηκε ποτέ ...Όπως είναι ο προορισμός του μύθου...
Αποτέλεσε όμως μία ακόμη από πολλές πηγές για τους χριστιανούς και παραφράστηκε (ΤΙ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ !!!)
για την «μαγική» γέννηση του ιησού από την παναγία, μυρίζοντας τον κρίνο… Είναι μία ιστορία , που την λένε στα παιδάκια στους παιδικούς σταθμούς και τα σχολεία , όταν μιλάνε για την γέννηση του θεού τους. ΑΝ ΚΑΙ ΠΟΥΘΕΝΑ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΒΙΒΛΟ ΔΕΝ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ !!!
Θαμπωμένοι από το κάλλος της αρχαίας Ελληνικής μας παράδοσης οι ρωμαίοι κατακτητές, υιοθέτησαν σχεδόν ολόκληρη την μυθολογία μας , χαρίζοντας απλά δικά τους ονόματα στους δικούς μας θεούς.
Η Χλωρίς έγινε Φλώρα (< Χλώρα, όπως η Χλώρινα έγινε Φλώρινα). Η «Ρωμαία» θεά, έγινε πανομοιότυπη με την Χλωρίδα. (Οβίδιος «Fast.», V.195).
Ίσως να τιμήθηκε κιόλας περισσότερο από τους ρωμαίους. Είχε αρχαιότατο ναό στην Ρώμη, επί του Κυρηναλίου λόφου, και ίδιον ιερέα και δεύτερο ναό, ανεγερθέντα κατά τον 2ο προ χυδαιότητας αιώνα. Τελούνταν προς τιμήν της μεγάλες αγροτικές εορτές, τα Φλοράλια / Floralia, τον μήνα Απρίλιο (περίπου 28 Απριλίου-1η Μαΐου), προς εξασφάλιση της προστασίας «εσπαρμένων αγρών». (βλ. Dict. of Ant. s. v. Floralia και Γ. Λεκάκη "Τάματα και αναθήματα").
Αγαπητοί φίλοι του ραδιοφωνικού θεάτρου απόψε με αφορμή την επέτειο της τουρκικής εισβολής στη μαρτυρική Κύπρο, θα σας παρουσιάσω το έργο του Κύπριου συγγραφέα Χριστάκη Γεωργίου: Οι καλόγεροι.
Στο έργο θα εντοπίσετε πολλούς παραλληλισμούς με την εποχή της τουρκικής εισβολής και λιγότερους με τη σημερινή εποχή. Η διαίρεση πάντα οδηγεί σε εθνικές καταστροφές. Αυτό είναι το διαχρονικό δίδαγμα...
Η υπόθεση:
Στην φραγκοκρατούμενη Κύπρο του μεσαίωνα δεκατρείς μοναχοί με Ορθόδοξη Χριστιανική πίστη αντιμετωπίζουν την επιθετικότητα των παπικών που προσπαθούν να τους οδηγήσουν στο "σωστό" δρόμο αντιμετωπίζοντας τους ως αιρετικούς.
Ηγούμενος της Μονής που ήταν αφιερωμένη στην Παναγία και βρισκόταν στο κάστρο της Καντάρας ήταν τότε ο Ιωάννης. Τα ονόματα των υπολοίπων ήταν: Κόνωνας, Ιερεμίας, Μάρκος, Θεόκτιστος, Κύριλλος, Βαρνάβας, οι αδελφοί Μάξιμος και Θεόγνωστος, Ιωσήφ, Γερμανός, Γεράσιμος και Γεννάδιος.
Η Εκκλησία γιορτάζει τη μνήμη τους στις 19 Μάϊου. Το μοναστήρι τους βρίσκεται στον τουρκοκρατούμενο Πενταδάκτυλο.
Επιπλέον στοιχεία για το έργο:
Αναλυτικότερα η εποχή που διαδραματίζεται το έργο: Το Μεσαίωνα, όταν η Κύπρος έχει πια κυριευθεί από τους Φράγκους, σταματούμε σε μία από τις σκοτεινότερες σελίδες, που έγραψαν ο νέοι κατακτητές και που διαδραματίστηκε κοντά σ’ ένα από τα ονομαστά κάστρα της επαρχίας Αμμοχώστου, το κάστρο της Καντάρας, μέσα στο μοναστήρι.
Η Καντάρα έμεινε γνωστή στην ιστορία της Κύπρου όχι μόνο για το ρόλο που διαδραμάτισε το κάστρο της στα πολυτάραχα χρόνια των Φράγκων και των Ενετών, άλλα και για το παλιό της μοναστήρι της Παναγίας της Κανταριώτισσας, που στάθηκε το ΙΓ’ αιώνα προπύργιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας ενάντια στους διωγμούς του λατινικού κλήρου.
Από κει ξεκίνησαν μια θλιβερή μέρα του 1222 δεκατρείς όσιοι πατέρες, πιστοί στρατιώτες της θρησκείας του Ναζωραίου, για να γνωρίσουν έπειτα από φριχτά βασανιστήρια το μαρτυρικότερο θάνατο από απάνθρωπους οπαδούς του Πάπα. Η ιστορία της τρομερής αυτής τραγωδίας με τις ανατριχιαστικές της ωμότητες έχει στιγματίσει με τα μελανότερα χρώματα τους «λεγάτους» του καθολικισμού της εποχής εκείνης, ενώ ταυτόχρονα εξύψωσε ακόμη περισσότερο στην παγκόσμια συνείδηση των πολιτισμένων λαών το γόητρο της Ορθόδοξης Χριστιανοσύνης με τους αιματοβαμμένους της αγώνες και την ασάλευτη πίστη της στο υπέρτατο ιδανικό της θρησκείας με την αυτοθυσία και το μαρτυρικό θάνατο.
Είναι γνωστό από τη στιγμή που η Κύπρος υποτάχθηκε στη δυναστεία των Λουζινιάν με πόσο πείσμα και άγριο φανατισμό οι Φράγκοι προσπάθησαν να προσηλυτίσουν τον ορθόδοξο κλήρο και το λαό της Μεγαλονήσου, ώστε να απαρνηθούν τις προαιώνιες θρησκευτικές τους παραδόσεις και ν’ ασπασθούν το λατινικό δόγμα.
Δραματικές σκηνές, έριδες και διαμάχες είχαν δημιουργηθεί ανάμεσα στους καθολικούς και τους ορθόδοξους κληρικούς. Οι τελευταίοι με την αλύγιστή τους αντίσταση να υποταχτούν στο θέλημα των Φράγκων καταδικάζονταν σε δαρμούς, φυλακίσεις, εξορίες και φοβερά μαρτύρια, τα λεγόμενα μαρτύρια της Ιεράς Εξετάσεως.
Μία από τις μελανότερες σελίδες της φραγκοκρατίας στην Κύπρο είναι και τούτη που ακολουθεί: Δεκατρείς καλόγεροι, «του αληθινού Χριστού ποιμένος άκακα πρόβατα», οι Ιερεμίας, Μάρκος, Κύριλλος, Θεόκτιστος, Βαρνάβας, οι αδελφοί Μάξιμος και Θεόγνωστος, ο Ιωσήφ, ο Γεράσιμος και ό Γερμανός, με αρχηγούς τους τον Ιωάννη και τον Κόνωνα, έφυγαν από το Καλόν Όρος και ήρθαν στην Κύπρο. Αφού πρώτα έμειναν στη μονή του Μαχαιρά, πήγαν έπειτα στο μοναστήρι «του Κουτσοβέντη» (Χρυσοστόμου), για να καταλήξουν τελικά σ’ ένα μοναστηράκι, αφιερωμένο στην Παναγία, πλάι σε μια πηγή, σε μέρος σύδεντρο στο κάστρο της Κα ντάρας. Η είδηση του ερχομού τους έγινε αμέσως γνωστή σε όλο το νησί. Νεοφώτιστοι μοναχοί του τόπου και άλλοι θερμοί ζηλωτές του Θεανθρώπου ήρθαν να τους προσκυνήσουν και ενώθηκαν με τους νεοφερμένους γέροντες, αφιερώνοντας και αυτοί τη ζωή τους στα θεϊκά ρήματα του Χριστού και λέγοντάς τους με ολόζεστη καρδιά, «…μεθ’ υμών αποθανούμεν, τίμιοι και άγιοι πατέρες…». Η φήμη των ευλαβικών μοναχών δεν άργησε να γίνει γνωστή και στους Λατίνους, γιατί τα καλά τους έργα έγιναν πασίγνωστα στον τόπο.
Όμως αυτά τους τα έργα γέννησαν το φθόνο των καθολικών παπάδων, που σε λίγο εκδηλώθηκε απέναντι των μοναχών με το θηριωδέστερο τρόπο. Μια μέρα, ενώ οι μοναχοί της Καντάρας ήταν αφοσιωμένοι στα ιερά τους καθήκοντα, βλέπουν να παρουσιάζεται μπροστά τους ένας καθολικός ιεροκήρυκας, λεγόμενος Ανδρέας, «ζηλωτής και όργανον κακίας» μ’ έναν ακόλουθό του. Με «υποκρισίαν αλωπεκής» άρχισε να τους εξετάζει το πότε και από πού ήρθαν στην Κύπρο καθώς και με ποιόν σκοπό εγκαταστάθηκαν σ’ αυτό το μοναστήρι. Έπειτα γύρισε τη συζήτηση στο θέμα των διαφορών, που χωρίζουν το Ορθόδοξο από το Καθολικό δόγμα, και κυρίως στη μυσταγωγία της Αγίας Κοινωνίας, επιμένοντας ότι σύμφωνα με τους κανόνες της Λατινικής Εκκλησίας η Θεία Μετάληψη πρέπει να γίνεται με τα άζυμα και όχι με τα ένζυμα, όπως πρεσβεύει το Ορθόδοξο Χριστιανικό Δόγμα.
Οι Έλληνες μοναχοί, αντικρούοντας τα σαθρά του επιχειρήματα, του απαντούν ότι ο Χριστός στο Μυστικό Δείπνο έλαβε «άρτον ένζυμον, τέλειον, άγιον, ως μη ευρεθέντος του τότε αζύμου», λέγοντας στους μαθητές του: «Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν». «Αυτή την εντολή και εμείς κρατούμε και πιστεύουμε», λένε σθεναρά οι γέροντες στον Λατίνο. «Όσο για το φρόνημα σας περί του αζύμου, εμείς δεν το παραλάβαμε ούτε παρά των του Χριστού κηρύκων ούτε παρά των οικουμενικών και αγίων συνόδων». Όσο προχωρεί η συζήτηση και οι όσιοι πατέρες με νηφάλιο ύφος αντικρούουν τον «μισόκαλον» Ανδρέα, τόσο αυτός «θηρίων ωμότερος, την αλωπεκήν υπεκδύς, προς το θηριωδέστερου ετράπη». Έξαλλος από το θυμό του, διατάζει αμέσως τους μοναχούς της Καντάρας να παρουσιαστούν στο Φράγκο αρχιερέα της Λευκωσίας και να απολογηθούν για τα όσα του είπαν: «Με τον ορισμό σας», του απάντησαν οι πιστοί γέροντες χριστιανοί και πρόσθεσαν ακόμη ότι θα εξακολουθήσουν το κήρυγμα τους και πως θα πεθάνουν για την Ορθόδοξη πίστη, έστω κι αν τους καταδικάσουν σε μύριους θανάτους. «Έχομεν εις την ψυχήν μας την ελπίδα ότι θα ζήσωμεν, και τα σώματά μας, που θα βασανισθούν από την βίαν των τυράννων, ενδύσονται αθανασίαν εν τη ατελευτήτω εκείνη ζωή».
Αφού συγκεντρώθηκαν στην εκκλησία, λειτούργησαν και μετάλαβαν των Αχράντων Μυστηρίων, ξεκίνησαν για τη Λευκωσία, παρακαλώντας το Θεό να τους οπλίζει με δύναμη, με γνώση σταθερή και αμετάκλητη. Όταν έφθασαν έξω από τη Λευκωσία, έκαμαν σταθμό στη μονή του Αγίου Γεωργίου του Λάμποντος, τη λεγόμενη των Μαγκάνων, όπου «ποταμηδόν» έτρεχαν οι ορθόδοξοι χριστιανοί να λάβουν την ευλογία τους. Σ’ αυτό το διάστημα ο καθολικός αρχιεπίσκοπος Στρόγγο (Ευστόργιος) ειδοποίησε τους Λατίνους κληρικούς και άλλους καθολικούς να παραβρίσκονται στην ιερή Εξέταση, που θα καταδίκαζε τους μοναχούς της Καντάρας, που είχαν ξεκινήσει βαδίζοντας προς τη Λευκωσία και ψέλνοντας τον ιερό ψαλμό, «Μακάριοι οι άμωμοι εν οδώ, οι πορευόμενοι εν νόμω Κυρίου…». Όταν η τραγική πομπή έφθασε μπρος στον Ευστόργιο, ο Φράγκος ιεράρχης τους ρώτησε αν όσα του είπε ο «μαΐστορος» Ανδρέας είναι αληθινά. Οι τίμιοι γέροντες θαρρετά και με μια φωνή το επιβεβαίωσαν. Ο Στρόγγο, «θυμού ασχέτου πλησθείς», θέλοντας να υποτάξει με τη βία στο θέλημά του τους δεκατρείς καλόγερους, έδωσε διαταγή να τους κλείσουν στη φυλακή, όπου οι δεσμοφύλακες με σπρωξιές, με βρισιές, τραβώντας τους από τα γένια και τα μαλλιά, τους έριξαν. Φόβος και τρόμος κυρίεψε τους Έλληνες της Μεγαλονήσου, που έβλεπαν τις δραματικές αυτές σκηνές, ενώ στων μαρτύρων τα πρόσωπα «γλυκεία τις λάμψις διεκρίνετο, ανταύγεια ούσα της γαλήνης ην η ψυχή αισθάνεται αψηφούσα τας περιπετείας και τους κινδύνους του σώματος, αποβλέπουσα δε μόνον εις ιδεώδες τι, παρά του οποίου την αμοιβήν ελπίζει».
Ένας ολόκληρος χρόνος πέρασε και οι φυλακισμένοι ήταν πάντα κλεισμένοι στο δεσμωτήριο, υποφέροντας καρτερικά τη δυσοσμία, όπως και άλλη ταλαιπωρία, μόνον «άρτου και ύδατος μεταλαμβάνοντες».
Στο χρόνο επάνω ο Φράγκος αρχιερέας τους ρωτάει αν μετανόησαν για όσα «αποτρόπαια» είχαν πει. Οι μάρτυρες όμως της θρησκείας, απτόητοι, του αποκρίθηκαν: «Ας μη μας αξιώσει ο Κύριος να προδώσουμε την αλήθεια και να ασπασθούμε το ψεύδος». Η απάντηση του μονσινιόρου ήταν να ξανακλειστούν για τρία ακόμη χρόνια στη φυλακή, ενώ αυτοί δεν έπαυαν να ομολογούν την ακλόνητη πίστη τους σε ό,τι αρχικά ομολόγησαν. Από τα μαρτύρια που τραβούσαν είχαν καταντήσει συρόμενοι σκελετοί. Ένας μάλιστα απ’ αυτούς, ο Θεόγνωστος, πέθανε. Ο σκληρόκαρδος Ανδρέας πρόσταξε τότε να διαπομπευτεί το λείψανο του στην αγορά και υστέρα να ριχτεί στις φλόγες. Βλέποντας πως οι φυλακισμένοι του έμεναν αμετανόητοι, αποτάθηκε στο βασιλιά Ερρίκο Β’- ο Εύστοργιος έλειπε αυτό τον καιρό στην Ανατολή- και τον ρώτησε με ποιό τρόπο να θανατώσει αυτούς τους αδιόρθωτους Γραικούς, που εξακολουθούν να βλασφημούν το δόγμα των Δυτικών. Ο ρήγας απάντησε στον ιεροεξεταστή να καλέσει στην πλατεία την τάξη των καβαλλαρέων να συγκεντρώσει πολύν όχλο, για ν’ απολαύσει το θέαμα, και τότε να διατάξει να δέσουν τους «αιρετικούς» στα πόδια και στις ουρές αλόγων και μουλαριών και ύστερα να τα ξαμολήσουν προς το μέρος του ποταμού, ώστε ο ώστε οι σάρκες τους να ξεσκιστούν πάνω στις πέτρες, και τέλος να τους ρίξουνε στη φωτιά.
Οι δήμιοι εκτέλεσαν κατά γράμμα το αποτρόπαιο έργο τους. Την ώρα, που οι φλόγες ορθώνονταν σαν πύρινα φίδια προς τον ουρανό με τ’ ολοκαύτωμα των μοναχών, ο καθηγούμενος Ιωάννης, καθώς διασώζει ο Αλλάτιος σε μια διήγηση ανωνύμου συγγραφέα, φάνηκε σαν αναστημένος και προσευχόμενος ανάμεσα τους. Τότε ένας καβαλάρης του έριξε το δαυλό αναμμένο και τον αποτελείωσε. Έτσι, στεφανωμένοι με το ακτινοβόλο φως του μαρτυρίου και της αθανασίας, παράδωσαν στο Θεό την αγία τους ψυχή οι όσιοι πατέρες της Καντάρας, για να πληρωθεί ο θεόπνευστος λόγος του Δαβίδ, που λέει: «Διήλθομεν διά πυρός και ύδατος, και εξήγαγες ημάς εις αναψυχήν…»
ΑΘΗΝΑ ΤΑΡΣΟΥΛΗ (Από το βιβλίο της «Κύπρος», τόμος Β’, σ. 99-102}
Ο Χριστάκης Γεωργίου (λίγα λόγια με αφορμή τον πρόσφατο θάνατο του).
Ο Χριστάκης Γεωργίου γεννήθηκε το 1929 στη Λεμεσό. Οι πρώιμες λογοτεχνικές και ιδεολογικές αναζητήσεις του αποτυπώνονται σε κείμενα, που άρχισε να δημοσιεύει το 1949 στην εφημερίδα «Νέος Δημοκράτης» όπου εργαζόταν. Πρόκειται για διηγήματα και ποιήματα κοινωνικού προσανατολισμού, άρθρα για την τέχνη και για ξένους συγγραφείς, μεταφράσεις δειγμάτων της δημιουργίας των τελευταίων, κριτικές θεάτρου και άλλα συναφή κείμενα που προδιαγράφουν από τότε τους ορίζοντες των πνευματικών ενδιαφερόντων του.
Στη δεκαετία του 1950, ο Χριστάκης Γεωργίου μετέβη στην Αγγλία, όπου σπούδασε Ιστορία και Αγγλική Φιλολογία, στο Queen Mary College του Πανεπιστημίου του Λονδίνου. Το 1960 διορίστηκε καθηγητής στην Αγγλική Σχολή Λευκωσίας, στην οποία δίδαξε για τα επόμενα 25 χρόνια.
Ο Χριστάκης Γεωργίου
Ως λογοτέχνης, όπως αναφέρει το ΑΜΠΕ, πρωτοστάτησε με άλλους ομότεχνούς του στην έκδοση του αξιόλογου περιοδικού «Κυπριακά Χρονικά» με το οποίο συνεργάστηκε καθ’ όλη τη διάρκεια της 12χρονης εκδοτικής παρουσίας του (1960-1972), δημοσιεύοντας σε αυτό πολυάριθμα λογοτεχνικά, κριτικά και άλλα κείμενα.
Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Ένωσης Λογοτεχνών Κύπρου και μέλος του ΔΣ του Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου. Ηγήθηκε της κυπριακής αντιπροσωπείας στα παγκόσμια συνέδρια του Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου (ΔΙΘ) στο Μόντρεαλ, την Αβάνα, το Ελσίνκι, την Κωνσταντινούπολη, το Μόναχο, τη Σεούλ, το Καράκας, τη Μασσαλία, το Ταμπίκο, τη Μανίλα και τη Μαδρίτη. Από το 1989 έως το 1991 διετέλεσε αντιπρόεδρος της Παγκόσμιας Επιτροπής Θεατρικών Συγγραφέων του ΔΙΘ και από το 1991 έως το 1995 ήταν πρόεδρος, και μέχρι σήμερα επίτιμος πρόεδρος, της ίδιας Επιτροπής.
Το προσωπικό λογοτεχνικό έργο του περιλαμβάνει τρεις συλλογές διηγημάτων, «Ρωγμές» (1970), «Παράλληλοι» (1984) και «Επιχείρηση διάσωσης» (2006), τα θεατρικά έργα «Οι καλόγεροι» (1978), που ανέβασε ο ΘΟΚ και το ΡΙΚ, «Πάχναλη» και «Διάβρωση» (Η Ελένη της Προσφυγιάς) και τα μυθιστορήματα «Ώρες 1950» (1981) και «Αρχιπέλαγος- Είκοσι χρόνια γεννητούρια» (1990), το οποίο, το 1992, τιμήθηκε με Κρατικό Λογοτεχνικό Βραβείο και το 1997 εκδόθηκε και στην αγγλική γλώσσα σε μετάφραση του ίδιου του συγγραφέα. Το δεύτερο μέρος του μυθιστορήματος «Αρχιπέλαγος» κυκλοφόρησε από τον εκδοτικό οίκο ΛΙΒΑΝΗ με τον υπότιτλο «Η παγίδα» (2002). Επίσης, τιμήθηκε με τα βραβεία «Δώρος Λοΐζου» του Πολιτιστικού Γραφείου της ΕΔΕΚ, «Τεύκρος Ανθίας και Θοδόσης Πιερίδης» του Πολιτιστικού Γραφείου του ΑΚΕΛ και «Γιώργος Φιλίππου Πιερίδης» της Εταιρείας Λογοτεχνών Κύπρου. Το υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού τον τίμησε με το Ετήσιο Τιμητικό Χορήγημα.
Όσον αφορά το θέατρο, ο Χριστάκης Γεωργίου αγωνίστηκε προκειμένου να εισαχθεί στα σχολεία, να δοθεί οικονομική βοήθεια στα θέατρα από το κράτος και να ιδρυθεί κρατικό θέατρο.
Τη βαθύτατη θλίψη του για τον αδόκητο θάνατο του λογοτέχνη και κριτικού θεάτρου, Χριστάκη Γεωργίου εξέφρασε το υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού Κύπρου, σημειώνοντας σε σχετική ανακοίνωση ότι «η ενεργός συμμετοχή του στα θεατρικά και λογοτεχνικά πράγματα ξεπερνούσε τα στενά γεωγραφικά σύνορα της πατρίδας του».
Το ΚΚΔΙΘ, σε ανακοίνωση, εκφράζει εκφράζει τη θλίψη του για τον θάνατο του Χριστάκη Γεωργίου, ενός ξεχωριστού ανθρώπου, τονίζοντας ότι «η βαθειά αγάπη του για τον πολιτισμό, και κυρίως για το ΚΚΔΙΘ, θα συνεχίσουν να αποτελούν σημαντικό σημείο αναφοράς για τις επερχόμενες γενιές».
«Οι πρόγονοί μας πάντα στήριζαν τον ελληνικό λαό στον αγώνα του για την ελευθερία και είναι συμβολικό το γεγονός ότι πρώτος Κυβερνήτης της ανεξάρτητης Ελλάδας έγινε ο Υπουργός Εξωτερικών της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, Ιωάννης Καποδίστριας» δήλωνε τις μέρες του εορτασμού των 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821 στην Αθήνα, ο Πρωθυπουργός της Ρωσικής Ομοσπονδίας Μιχαήλ Μισούστιν.
Η καθοριστική για την ελευθερία της Ελλάδας και απαράγραπτη για τις σχέσεις των δύο λαών συμμετοχή του ρωσικού στόλου στη Ναυμαχία του Ναυαρίνου βρέθηκε στο επίκεντρο και από τις δύο πλευρές. «Μας συνδέουν η Ιστορία, ο Πολιτισμός, η κοινή μας Θρησκεία, οι δεσμοί που ξεκίνησαν από το Βυζάντιο, δυνάμωσαν μέσω των ελληνικών κοινοτήτων της Ρωσίας και έγιναν συμμαχία με το ξέσπασμα του αγώνα του 1821» είπε από την πλευρά του ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Για το μετά το Ναυαρίνο οι δύο Πρωθυπουργοί δεν είπαν και πολλά καθώς δεν υπήρχε κάποιος χαρακτηριστικός σταθμός στις σχέσεις Ελλάδας – Ρωσίας για να τον σημειώσουν. Και έτσι περιορίστηκαν σε ευγενικές αλλά πιο γενικές διατυπώσεις.
Για παράδειγμα ο Μητσοτάκης είπε ότι «στο πέρασμα του καιρού οι διεθνείς συσχετισμοί και οι γεωπολιτικές συγκυρίες έφεραν τις χώρες μας περισσότερο ή λιγότερο κοντά». Ενώ, ασφαλώς, και οι δύο πρωθυπουργοί αναφέρθηκαν στην Ορθοδοξία και θυμήθηκαν ότι στους παγκόσμιους πολέμους Ελλάδα και Ρωσία ήταν στο ίδιο στρατόπεδο. Αυτά τον Μάρτιο του 2021. Ενα χρόνο μετά είχαμε την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και τη στήριξη της Ελλάδας στον αμυνόμενο και με στρατιωτικό εξοπλισμό, παρά τις αντιρρήσεις του ΣΥΡΙΖΑ. Και κάπως έτσι καταλήξαμε στις κεκαλυμμένες απειλές της Ζαχάροβα, εκπροσώπου του ρωσικού ΥΠΕΞ, και στο αφήγημα περί της δήθεν αχαριστίας της Ελλάδας.
Τις τελευταίες ημέρες η Μόσχα έστειλε, κατά τις πληροφορίες, ρηματική διακοίνωση στα υπουργεία Εξωτερικών και Αμυνας όπου υπάρχουν έμμεσες απειλές, ενώ παράλληλα ρώσος διπλωμάτης μίλησε δημόσια για «ξεκάθαρη πορεία προς την καταστροφή των πολυετών διμερών σχέσεων». Αφορμή για αυτό το νέο γύρο αποτέλεσε η αποστολή πεπαλαιωμένων σοβιετικών οχημάτων μεταφοράς προσωπικού BMP-1 από την Ελλάδα στην Ουκρανία. Σημειώνοντας και υπογραμμίζοντας λοιπόν το Ναυαρίνο, ας δούμε αν και τι ακριβώς χρωστάει η Ελλάδα στη Ρωσία κατά τις τελευταίες δεκαετίες βάζοντας στην άκρη τον παραμορφωτικό φακό των φαντασιώσεων για το «ξανθό γένος» που θα επενέβαινε (για να πάρουμε ξανά την Πόλη και να σκίσουμε μνημόνια), τις κηραλοιφές, τις παρανοήσεις περί Ορθοδοξίας, τη σοβιετική νοσταλγία αλλά και τη γοητεία που ασκεί το αυταρχικό «μάτσο» στιλ του Πούτιν (με τις καρατιές, τα αυτόματα και τις πέστροφες) στον κάθε πικραμένο οπαδό κόμματος ή ποδοσφαιρικής ομάδας. Αν αφήσει κανείς στην άκρη όλα αυτά, τα πράγματα γίνονται αμέσως πιο πεζά και πιο στεγνά, όπως συχνά είναι τα πράγματα στη διεθνή πολιτική, καθώς οι εξελίξεις υπαγορεύονται από το συμφέρον και όχι από το συναίσθημα, ιδίως όταν αυτό στηρίζεται σε κάτι που δεν υπάρχει.
Ας αρχίσουμε από το ρόλο της Ρωσίας στη σχέση Ελλάδας – Τουρκίας και τη μεγάλη πληγή του Ελληνισμού, το Κυπριακό. Πέρα από την ανησυχία των Σοβιετικών μην τυχόν και ενταχθεί το έδαφος της Κύπρου στο ΝΑΤΟ, αλλά και τη ρητορική περί Νατοϊκής συνωμοσίας για το πραξικόπημα της χούντας στην Κύπρο, οι Σοβιετικοί ουδέποτε καταδίκασαν την τουρκική εισβολή. Οπως σημειώνει ο Μακάριος Δρουσιώτης, σε άρθρο του στο «Βήμα» με τίτλο «Η εισβολή στην Κύπρο και το διπλό παιχνίδι της ΕΣΣΔ», σε όλη τη διάρκεια της κυπριακής κρίσης, αλλά και τα χρόνια που ακολούθησαν, «δεν υπήρξε ούτε μία ονομαστική καταδίκη της Τουρκίας από τη Σοβιετική Ενωση για οποιαδήποτε πτυχή του Κυπριακού». Σε ό,τι αφορά την Ορθοδοξία και, πιο συγκεκριμένα, τη σχέση μεταξύ του Πατριαρχείου Μόσχας και του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, η ρητορική αγιαστούρα ότι η Ορθοδοξία μάς ενώνει συγκρούεται με την πραγματικότητα.
Οπως έχει επισημάνει σε εκτενές άρθρο του το Protagon (Πώς στήνεται το ρωσικό κόμμα στην Ελλάδα) ο Πατριάρχης Μόσχας Κύριλλος, πολύ πριν ευλογήσει την εισβολή του Πούτιν σε βάρος ενός ορθοδόξου λαού, είχε κινηθεί πολύ επιθετικά εναντίον του Πατριάρχη Βαρθολομαίου και όχι μόνο με αφορμή την αυτοκεφαλία της Ουκρανικής Εκκλησίας για την οποία ειπώθηκαν χαρακτηρισμοί κατά του Πατριάρχη και από τον ίδιο τον Πούτιν. Εξάλλου, μέσω μονών του Αγίου Ορους οι στοχοποιημένοι πλέον από τη Δύση ολιγάρχες, φίλοι του Πούτιν, μοίραζαν αφειδώς χρήμα για σκοπούς που δεν έχουν καμία σχέση με την κατάνυξη και τη χριστιανική λατρεία.
Τον Ιούλιο του 2020, πολύ πριν ο Μητσοτάκης στείλει Καλάσνικοφ στους Ουκρανούς, προκαλώντας την αντίδραση του ΣΥΡΙΖΑ, ο εκπρόσωπος Τύπου του Πούτιν, Ντμίτρι Πεσκόφ, είχε πει ότι η απόφαση της Τουρκίας για τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τέμενος δεν θα βλάψει τις σχέσεις της Ρωσίας με την Τουρκία. Ο άνθρωπος του Πούτιν προχώρησε μάλιστα σε μια πρόκληση για τους Ελληνες λέγοντας το εξής: «Στην Αγία Σοφία υπήρχαν αρκετά ακριβά εισιτήρια, ενώ τώρα εισιτήρια δεν θα υπάρχουν, η είσοδος θα είναι δωρεάν. Υπό αυτή την έννοια οι δικοί μας τουρίστες θα είναι κερδισμένοι» Αλλά και το 2015, όταν η Ελλάδα ήταν με το ένα πόδι στο γκρεμό, καλλιεργήθηκε η προσδοκία ότι οι Ρώσοι θα επέμβουν. «Μη σκας, θα παρέμβει ο Πούτιν» άκουγες μπαίνοντας σε ένα ταξί αν έπεφτες σε οπαδό των Τσίπρα – Καμμένου.
Τη λαϊκή αυτή προσδοκία, ότι κάποιος από μηχανής Θεός (ο Πούτιν δηλαδή) θα μας στείλει λεφτά, ή θα τυπώσει δραχμές, ή θα μας βάλει κάτω από την προστατευτική του φτερούγα τροφοδοτούσαν πχ. φήμες ότι ο Παναγιώτης Λαφαζάνης είχε κλείσει με τους Ρώσους ένα εναλλακτικό σχέδιο για να εισρεύσουν στην Ελλάδα δισεκατομμύρια ευρώ, ως προκαταβολή για την κατασκευή του αγωγού φυσικού αερίου, και επομένως θα μπορούσαμε να γράψουμε στα παλιά μας τα παπούτσια την τρόικα και τη Μέρκελ. Και μετά, όταν ο Πούτιν «κρέμασε» μεγαλοπρεπώς τον Τσίπρα και τον παρέπεμψε στο Eurogroup, το εξιταρισμένο από κάθε λογής παραμύθια φιλορωσικό κοινό ήταν πολύ δύσκολο να «καταπιεί» ότι αντί για τον δυναμικό και με σχεδόν υπερφυσικές δυνάμεις Πούτιν, ο μόνος που ειλικρινά πάλεψε για εμάς ήταν ο ελαφρώς ασουλούπωτος -και καθόλου «μάτσο»- πρόεδρος της Γαλλίας Φρανσουά Ολάντ.
Επιστρέφοντας στο ζήτημα των ημερών, στην επιθετικότητα της Τουρκίας, η Ελλάδα δεν μπορούσε και πριν την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία να περιμένει την ουσιαστική στήριξη των Ρώσων, όπως συνέβη πχ. το 2020 από τον Μακρόν που οργάνωσε κοινή στρατιωτική άσκηση με τις ελληνικές δυνάμεις στα νερά που αμφισβητούσε ο Ερντογάν. Η όποια στήριξη από τη Ρωσία έναντι των Τούρκων βρίσκεται κυρίως στο φαντασιακό όσων θεωρούν ότι λόγω της Ορθοδοξίας οι Ρώσοι θα υπερασπιστούν τους Έλληνες έναντι των αλλόθρησκων Τούρκων.
Στην πραγματικότητα το κυριότερο σημείο συμφωνίας είναι το γεγονός ότι η Ρωσία υπερασπίζεται το Δίκαιο της Θάλασσας, τη διεθνή νομιμότητα δηλαδή που παγίως αμφισβητεί η Τουρκία στο Αιγαίο. Πέραν τούτου, και όσο κι αν σοκάρει κάτι τέτοιο όσους πουλάνε στην Ελλάδα τα καλούδια (ιδεολογικά και μη) της σοβιετικής, ρωσικής και πουτινικής λατρείας, η αλήθεια είναι ότι η σχέση της Ρωσίας με την Τουρκία ήταν πολύ πιο στενή από τη σχέση της με την Ελλάδα, καιρό πριν τον πόλεμο στην Ουκρανία. Και δεν ήταν ευθύνη της Ελλάδας αυτό. Τα κοινά συμφέροντα οδήγησαν στην οικοδόμηση της σχέσης αυτής.
Ερντογάν και Πούτιν βρίσκονται στην εξουσία εδώ και 20 χρόνια, «μοιράζονται» την αυτοκρατορική νοσταλγία και τον αναθεωρητισμό -και παράλληλα αγωγούς και οπλικά συστήματα, όπως οι αντιαεροπορικοί πύραυλοι S 400 – έχοντας αναπτύξει μεταξύ των δύο χωρών ένα σημαντικό πλέγμα οικονομικών σχέσεων και κοινών στοχεύσεων. Μέχρι και πυρηνικό εργοστάσιο κτίζουν οι Ρώσοι για τους Τούρκους! Αυτά, για να ξέρουμε τι ΔΕΝ χρωστάμε στους Ρώσους.
Στο σχέδιο του Παρθενώνα δεν υπάρχει καμία ευθεία γραμμή, αλλά απαλές καμπύλες. Ο Ικτίνος και ο Καλλικράτης κατασκεύασαν το ναό με ασύλληπτες λεπτομέρειες. Στην ανθρωποκεντρική αρχιτεκτονική κατασκευή του Παρθενώνα δεν υπάρχει καμία ευθεία! Αντιθέτως, υπάρχουν ανεπαίσθητες καμπύλες και μάλιστα αδιόρατες, πού δίνουν όμως την εντύπωση ότι ο στυλοβάτης π.χ. είναι ευθύς και εντελώς επίπεδος. Ανάλογη είναι και η καμπύλη των επιστυλίων.
Αυτό έγινε γιατί ο Ικτίνος προνόησε και έλαβε υπόψιν του την φυσική ατέλεια του ανθρώπινου οφθαλμού. Έτσι δημιούργησε την οφθαλμαπάτη στον θεατή που κοιτάζει υπό ορισμένη γωνία τον Παρθενώνα, ότι ο ναός ανυψώνεται στον αέρα. Οι κίονες, ως γνωστόν, υφίστανται μία εξόγκωση (η οποία καλείται «ένταση») στο μέσον περίπου του ύψους του κίονα. Εκείνο, που δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό είναι πως οι άξονες των κιόνων, όπως και το επιστύλιο με το διάζωμα, έχουν μια ανεπαίσθητη κλίση προς τα μέσα, που κυμαίνεται από 0,9 έως 8,6 εκατοστά.
Αυτή η κλίση σημαίνει πως αν προεκτείνουμε νοερά τους άξονες προς τα πάνω, θα ενωθούν σε κάποιο ύψος σχηματίζοντας μια νοερή πυραμίδα. Το σημείο πάνω από την κρηπίδα, στο οποίο ενώνονται οι νοερές πλευρικές επεκτάσεις των κιονοστοιχιών του Παρθενώνα, είναι περίπου 1.852 μέτρα. Αυτό, μετρούμενο, βρέθηκε ότι δημιουργεί έναν όγκο, που είναι περίπου ο μισός της Μεγάλης Πυραμίδας του Χέοπα στην Γκίζα της Αιγύπτου.
Το οπτικό αποτέλεσμα είναι εκτός από αρμονικό πολλές φορές και απροσδόκητο, μιας και ο Παρθενώνας καταφέρνει να δείχνει εντυπωσιακά μεγαλύτερος από το πραγματικό του μέγεθος, χωρίς όμως να βαραίνει το χώρο.
Ο κρατήρας του Δερβενίου βρέθηκε το 1962 στο Δερβένι της Θεσσαλονίκης, μέσα σε έναν μικρό κιβωτιόσχημο τάφο, μαζί με άλλα χάλκινα και ασημένια αγγεία και με τα όπλα του νεκρού. Είναι το σπουδαιότερο εύρημα του νεκροταφείου του Δερβενίου και είχε χρησιμοποιηθεί ως τεφροδόχος στον τάφο Β’. Το μοναδικό στο είδος του έργο σώζεται ακέραιο και το ύψος του φτάχνει σχεδόν το ένα μέτρο (91 εκατοστά). Το χρυσό του χρώμα οφείλεται στη μεγάλη περιεκτικότητα κασσίτερου στο κράμα του χαλκού.
Το θέμα της κύριας παράστασης του κρατήρα προέρχεται από το διονυσιακό κύκλο, με κεντρικές μορφές τον Διόνυσο και την Αριάδνη. Ο γυμνός θεός ακουμπά στον βράχο ανέμελος και συνοδεύεται από ένα πάνθηρα. Δίπλα του κάθεται η Αριάδνη, με καλύπτρα στο κεφάλι και χειριδωτό χιτώνα, έτοιμη να αποκαλυφθεί στον σύντροφό της. Σε αντίθεση με την γαλήνη των κεντρικών μορφών έρχεται ο οργιαστικός χορός των μαινάδων, που πλαισιώνουν το ιερό ζεύγος. Τον χορό παρακολουθεί σειλινός με εξανθρωπισμένη μορφή, ανακατωμένα μαλλιά, γενειάδα, και δέρμα ζώου δεμένο στο λαιμό του.
Τα αγαλματίδια στους ώμους του αγγείου, ανήκουν στα αριστουργήματα της αρχαίας χαλκοπλαστικής και η στάση τους προσαρμόζεται στις καμπυλώσεις του κρατήρα. Στη μια πλευρά, αριστερά, παρουσιάζεται ο Διόνυσος που στρέφεται προς την μαινάδα που κάθεται στα δεξιά και γέρνει το κεφάλι της στο στέρνο. Στην άλλη πλευρά, αριστέρα, εμφανίζεται ένας αποκοιμισμένος σάτυρος, που κρατάει έναν ασκό με κρασί, και δεξιά, μια εκστασιασμένη μαινάδα που γέρνει προς τα πίσω το ωραίο της κεφάλι.
Στο χείλος του αγγείου υπάρχει επιγραφή που δηλώνει τον κάτοχό του: ΑΣΤΙΟΥΝΕΙΟΣ ΑΝΑΞΑΓΟΡΑΙΟΙ ΕΣ ΛΑΡΙΣΑΣ. Η θεσσαλική καταγωγή του κατόχου συνδέεται με την ομηρεία της αριστοκρατικής οικογένειας των Αλευάδων από το Φίλιππο Β' (334 π.Χ.) μετά την αποτυχημένη τους απόπειρα να αποτινάξουν τη μακεδονική κυριαρχία.
Με επιμονή της κας Ευγενίας Μανωλίδου είχα την τύχη να επισκεφθώ την μοναδική Σχολή στον Κόσμο, που οι μαθητές μένουν μέσα όλο το εκπαιδευτικό έτος και ομιλούν μεταξύ τους μόνον Αρχαία Ελληνικά και Λατινικά. Η Σχολή έτσι συνεχίζει μία μεγάλη παράδοση στις Ανθρωπιστικές Σπουδές που είχε η Ιταλία από την Αναγέννηση. Σε έναν πραγματικά υπέροχο χώρο, την Villa Falconieri που κτίσθηκε τον 16ο αιώνα λίγο έξω από την Ρώμη,παραχωρημένη από την Ιταλική Κυβέρνηση στην Σχολή Accademia Vivarium Novum, 50 μαθητές από 50 διαφορετικές Χώρες του Κόσμου, πάνε εκεί και μένουν μέσα όλο τον χρόνο, μιλώντας τις κλασικές γλώσσες και μελετώντας την Φιλοσοφία και τις Τέχνες. Απορίας άξιον δυστυχώς ότι δεν υπάρχει ούτε ένας φοιτητής από την Ελλάδα….
Επικεφαλής ο καθηγητής Miraglia, κατά ορισμένους ίσως ο άνθρωπος που μιλάει Λατινικά καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον.
Δύο μέρες συνεννοούμασταν μόνον στα Αρχαία Ελληνικά (τα Λατινικά μου έχουν φθαρεί δυστυχώς) και η εμπειρία ήταν πράγματι συναρπαστική.
Συχνά ξεχνούμε τις ρίζες της Ευρώπης αλλά μήν έχετε αμφιβολία η Ελλάδα, η Ρώμη και ο Χριστιανισμός είναι τα θεμέλια πάνω στα οποία οικοδομήθηκε η Ευρωπαϊκή μας ταυτότητα.
Μακάρι να υπάρξουν ιδρύματα και στη Χώρα μας που θα ακολουθήσουν αυτό το λαμπρό παράδειγμα και Έλληνες που θα πάνε να φοιτήσουν στην Σχολή.
Αισθάνθηκαμε μεγάλη Υπερηφάνεια από την αγάπη και τον σεβασμό που όλοι μας δείχνουν στην Μητέρα τους την Ελλάδα, μακάρι την ίδια αγάπη να της δείχναμε και εμείς εδώ ορισμένες φορές.
Αγαπητοί φίλοι απόψε
θα σας παρουσιάσω ένα έργο σταθμό για το ελληνικό θέατρο και κινηματογράφο.
Πρόκειται για το αριστούργημα του Γιώργου Τζαβέλα: Η δε γυνή να φοβείται τον άντρα.
Το έργο
γράφτηκε το 1958 και ανέβηκε στο σανίδι την ίδια χρονιά με πρωταγωνιστή το σπουδαίο
Βασίλη Λογοθετίδη στον τελευταίο του ρόλο επί θεατρικής σκηνής, και παρτενέρ
την Ίλνα Λιβυκού. Έκτοτε έχει αναγνωσθεί στο θέατρο σε πολλές διασκευάσεις.
Το 1965
έγινε ταινία σε σκηνοθεσία του ίδιου του Γιώργου Τζαβέλα. Ήταν το τελευταίο
έργο που σκηνοθέτησε ο Τζαβέλας ο οποίος πήρε μάλιστα βραβείο σκηνοθεσίας στο
φεστιβάλ του Σικάγο. Το έργο αποτέλεσε από τις πιο επιτυχημένες ταινίες του
ελληνικού κινηματογράφου με πρωταγωνιστές δύο μεγάλους ηθοποιούς, τον Γιώργο
Κωνσταντίνου και τη Μάρω Κοντού.
Η πλοκή.
Το έργο
ξεκινά από το παρόν: Ο Αντώνης Κοκοβίκος είναι διευθυντής σε ένα υπουργείο και
δέχεται ένα τηλεφώνημα από το δικηγόρο της πρώην γυναίκας του που τον
ενημερώνει ότι το σπίτι που έμεναν κατεδαφίζεται. Εκείνος ήθελε να το δει για μια
τελευταία φορά και αναπολώντας τις στιγμές που πέρασε εκεί, του έρχεται στο
μυαλό του η πρώην γυναίκα του και αρχίζει η βασική πλοκή του έργου, χωρίς
αφηγήσεις από αυτή την αναδρομή.
Δύο
χρόνια πριν ο Αντωνάκης δεν είναι διευθυντής, αλλά ένας απλός υπάλληλος του
υπουργείου. Η Ελένη, η σύντροφός του, είναι μια αμόρφωτη, καλοσυνάτη και
υπάκουη γυναίκα. Ο Αντωνάκης είναι πολύ αυστηρός μαζί της και την είχε σαν δούλα
μέσα στο σπίτι. Παρόλα αυτά, δεν την είχε παντρευτεί ακόμα, αν και είχαν 10
χρόνια σχέση. Για αυτό τον λόγο η Ελένη είναι θλιμμένη, καθώς επίσης ήταν και δαχτυλοδεικτούμενη
στη γειτονιά, ειδικά από τη γειτόνισσά τους, την Αγλαΐα, που συνεχώς την
προσέβαλλε. Ο Αντωνάκης δε συζητούσε ποτέ για γάμο. Μάλιστα, δεν είχε γνωρίσει
και ποτέ την Ελένη στους τέσσερις φίλους του.
Μετά
από μια προαγωγή ενός φίλου του Αντωνάκη, του Μιχαλάκη, ο τελευταίος έκανε
τραπέζι για αυτήν και πέθανε τρώγοντας ένα αρνί μόνος του. Ο Αντωνάκης δεν πήγε
στη γιορτή επειδή δεν ήθελε να παρουσιάσει την Ελένη. Έτσι, όταν οι φίλοι του πήγαν
στο σπίτι του για να του πουν τα νέα, είδαν πόσο άσχημα φερόταν στην Ελένη και προσπάθησαν
να τον συνετίσουν και να την παντρευτεί.
Ο
θάνατος του φίλου του, αλλά και η ανάγκη αποκατάστασης της γυναίκας σε
περίπτωση χηρείας, έκαναν τον Αντωνάκη να κάνει πρόταση γάμου στην Ελένη.
Εκείνη δέχτηκε περιχαρής. Όμως εν ώρα μυστηρίου, τη στιγμή που ο παπάς έλεγε το
η δε γυνή ίνα φοβείται τον άνδρα, η Ελένη πάτησε τον Αντωνάκη, ως
είθισται. Από εκεί και πέρα θα έρθει η αφύπνιση της Ελένης, και πλέον
γνωρίζοντας τον τίτλο της, δηλαδή της παντρεμένης γυναίκας, θα απαιτήσει από
τον Αντωνάκη κάποιον σεβασμό. Ο Αντωνάκης, που δεν είχε συνηθίσει σε κάτι
τέτοιο, τη χώρισε.
Το
διαζύγιο βγήκε εις βάρος του Αντωνάκη, αφού κανείς δεν πήγε προς υπεράσπισή
του. Μάλιστα διέκοψε και κάθε επαφή με τους φίλους του.Η ταινία επιστρέφει σε
πραγματικό χρόνο και συνεχίζει τη στιγμή που ο Αντωνάκης αναπολεί μέσα στο
σπίτι, που γκρέμιζαν. Μετά από δύο χρόνια διαζυγίου αντιλαμβάνεται πόσο μόνος
είναι και πόσο λάθος φέρθηκε στην Ελένη. Αιφνιδιαστικά, μπαίνει και η Ελένη στο
σπίτι, ώστε να το δει κι αυτή για μια τελευταία φορά.
Η σκηνή
φορτίστηκε από συναισθήματα και αποφάσισαν να δώσουν στην αγάπη τους μια
δεύτερη ευκαιρία και συμφώνησαν να ξαναπαντρευτούν.
Επιπλέον στοιχεία για το έργο.
Το έργο
αναδεικνύει κατά βάση τα προβλήματα της μικροαστικής τάξης της δεκαετίας του
΄60.
Η Αθήνα
μεταλλάσσεται και είναι επόμενο νέα προβλήματα να εμφανίζονται στις ανθρώπινες
σχέσεις. Η Ελένη και ο Αντωνάκης είναι ένα ζευγάρι χαρακτηριστικό της εποχής
των νέων ηθών, που ξεπερνά με αγώνα τα προβλήματα της συμβίωσης. Η ταινία, την
οποία κατά κύριο λόγω έχουμε στο νου μας όταν αναφερόμαστε στο έργο, μιλάει
στην καρδιά μας όσες φορές και να τη δούμε. Ξαναζωντανεύει την κοινωνία της
γοητευτικής δεκαετίας του ΄60.
Η
αναπαράσταση της γειτονιάς της εποχής της είναι τέλεια όπως και η παρουσίαση
του μικρόκοσμου της. Πρόκειται να αναδειχθούν τα κακώς κείμενα της
καταπιεστικής και συχνά ανηλεούς τοτινής κοινωνίας. Η παράνομη συμβίωση του
ζευγαριού προκαλεί κοινωνική κατακραυγή. Η Ελένη θεωρείται ¨παστρική¨ και
¨σπιτωμένη¨ από τον περίγυρο. Ο περίγυρος αυτός είναι η αποτύπωση της κοινωνίας
που δε συγχωρά το διαφορετικό, αλλάζει όμως άρδην μόλις η γυναίκα γίνεται
¨ύπανδρος¨. Το έργο υμνεί παράλληλα και τη γλύκα που χαρακτήριζε τότε τις
ανθρώπινες σχέσεις.
Οι
σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους είναι οι ρίζες και ο κορμός της κοινωνίας. Όσο
αυτή προοδεύει και εξελίσσεται ο κάθε άνθρωπος αναζητά ψυχική και σωματική
ικανοποίηση σε άλλο άνθρωπο.
Τα έργα
της εποχής εκείνης είναι συνήθως τραβηγμένα μελοδράματα ή απόλυτες κωμωδίες.
Αυτό όμως δεν είναι τίποτα από τα δύο, κυριαρχούν λεπτό χιούμορ και φιγούρες
της διπλανής πόρτας που αναζητούν την ευτυχία μέσα από τα απλά πράγματα. Είναι
τελικά μια γλυκόπικρη ηθογραφία, μια από τις πιο άξιες ηθογραφίες.
Οι σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους είναι οι ρίζες
και ο κορμός της κοινωνίας. Όσο αυτή προοδεύει και εξελίσσεται ο κάθε άνθρωπος
αναζητά ψυχική και σωματική ικανοποίηση σε άλλο άνθρωπο.
Τα έργα της εποχής εκείνης είναι συνήθως τραβηγμένα
μελοδράματα ή απόλυτες κωμωδίες. Αυτό όμως δεν είναι τίποτα από τα δύο,
κυριαρχούν λεπτό χιούμορ και φιγούρες της διπλανής πόρτας που αναζητούν την
ευτυχία μέσα από τα απλά πράγματα. Είναι τελικά μια γλυκόπικρη ηθογραφία, μια
από τις πιο άξιες ηθογραφίες.
Οι μορφές του έργου.
Στο σημείο αυτό για τις ανάγκες του άρθρου θα
αναλύσουμε τους δύο πρωταγωνιστικούς ρόλους μέσα από την ερμηνεία που έκαναν
στην κινηματογραφική ταινία ο Γιώργος Κωνσταντίνου και η Μάρω Κοντού. Ο Αντωνάκης (ο Γιώργος Κωνσταντίνου στην ταινία),
ερμηνεύει τον καλύτερο ρολό της καριέρας του. Σε αυτόν τον ρολό θέλουμε να τον θυμόμαστε
και μόνο για αυτόν τον ρόλο ίσως τον αγαπάμε. Ως κ. Κοκοβίκος ο Κωνσταντίνου είναι
καταπληκτικός. Οι τόνοι του ανεβοκατεβαίνουν διαρκώς και αυτό το πραγματοποιεί
με τέτοια δεινότητα που το φιλμ διαθέτει σχεδόν και το στοιχείο του σασπένς (τι
θα κάνει τώρα ο Αντωνάκης;). Η χημεία του Κωνσταντίνου με την Μάρω Κοντού είναι
εκεί. Ακόμη και τις στιγμές που την αποπαίρνει (όπως στη σκηνή με την λατέρνα)
η λατρεία που της έχει είναι ευδιάκριτη μέσα στα θυμωμένα μάτια του. Καταφέρνει
να αποδώσει αυτόν τον σύνθετο ρολό χρησιμοποιώντας όλα τα στοιχεία που τον απαρτίζουν
αλλά ταυτόχρονα προβάλλοντας τα και στον θεατή. Έτσι ο χαρακτήρας του Αντωνάκη όσο
και αν μας ξαφνιάζει είναι προσιτός και προσφέρεται για ανάλυση. Τα κίνητρα του
και οι διαθέσεις του είναι εμφανείς.
Στη Μάρω Κοντού, φοβισμένη κυρία Ελένη, εξαγριωμένη
και διεκδικητική κυρία Κοκοβίκου, παρέχεται η δυνατότητα να ερμηνεύσει έναν από
τους πιο ολοκληρωμένους ρόλους της καριέρας της και να βγάλει στην επιφάνεια ένα
μικρό μέρος πιστεύω της υποκριτικής της γκάμας. Ο τρόπος που τσαλακώνει τον εαυτό
της αυτή η γυναικάρα και μετατρέπεται σε ένα φοβισμένο ποντικάκι για να ξεδιπλώσει
όμως την προσωπικότητα της στο δεύτερο μισό του φιλμ πάντοτες μαγεύει. Ιδιαιτέρως
δε, γοητεύει ο τρόπος που χειρίζεται την ένταση της φωνής της καθ’ όλη την διάρκεια
των εξελίξεων. Εκμεταλλεύεται όλα τα εκφραστικά μέσα που διαθέτει και πιστέψτε είναι απεριόριστα.
Οι
φίλοι του Αντωνάκη λειτουργούν σαν ¨Χορός¨ αρχαίου δράματος γύρω από τον
Αντωνάκη. Ο στρατιωτικός που τα λέει ¨τσεκουράτα¨, ο φαρμακοποιός που έχει
¨καβούρια¨ στην τσέπη και ο δικηγόρος με την ατελείωτη του φλυαρία.Οι φίλοι του Αντωνάκη είναι
αντιπροσωπευτικοί τύποι νεοέλληνα της εποχής και πρεσβεύουν επαγγελματικά τουλάχιστον,
τον αντικειμενικό πόθο του Έλληνα
Η ¨Μπεμπέκα¨ έχει καταλυτική παρουσία στο έργο, στο βάθος διακρίνεται ο χαρακτήρας της φεμινίστριας. Η σπιτονοικοκυρά είναι μια κακιασμένη στρίγγλα, πέρασμα από το έργο θα κάνει και ο κακομοίρης σύζυγος της. Ο αχαΐρευτος και χαριτωμένα αθυρόστομος αδερφός της Ελένης,ο εργάτης που γκρεμίζει το σπίτι της Πλάκας (και που εν αγνοία του λειτούργει σχεδόν ως «από μηχανής θεός» στην τελική σκηνή), ο αστυνομικός που έρχεται να κάνει παρατήρηση στην κ. Ελενίτσα, ο χασάπης, η γυναίκα του (ρόλοι της μιας ατάκας), η σύζυγος του Μιχαλάκη που τον θρηνεί, όλοι αποτελούν κομμάτια του «παζλ».
Λίγα
λόγια και για το σπίτι που γυρίστηκε η ταινία.
Λίγα λόγια και για το σπίτι που
γυρίστηκε η ταινία.
Το
σπίτι της οδού Τριπόδων και Ραγκαβά στην πλάκα χρονολογείται περίπου από το
1800, οπότε και στέγαζε τη στρατιωτική διοίκηση των Τούρκων. Αρχαιολόγοι
ανακάλυψαν τη βάση ενός χορηγικού μνημείου σε σχήμα τρίπυλου, βρέθηκαν ακόμη
και αρχαίες θεσπιανές τουαλέτες γεγονός που μαρτυρά ότι ο χώρος χρησιμοποιήθηκε
για δημόσιες τουαλέτες.
Με νόμο της Μελίνας Μερκούρη το σπίτι κρίθηκε διατηρητέο και πρόσφατα κατέληξε προς πώληση από το Τ.Α.Ι.Π.Ε.Δ., η διαδικασία διακόπηκε όμως καθώς βρέθηκαν αρχαία στα θεμέλια του. Το πρόβλημα όμως ξεπεράστηκε και σύντομα θα πωληθεί. Αξίζει να σημειώσουμε ότι η Τριπόδων είναι ο παλαιότερος δρόμος της Αθήνας, καθώς επί είκοσι πέντε αιώνες διατηρεί το ίδιο όνομα.
Σήμερα…
Η
γυναικεία επανάσταση συνθλίβεται στον αντρικό εγωισμό και οι δύο ήρωες το έργου
σύντομα οδηγούνται σε διαζύγιο. Κυρία Κοκοβίκου δεν υφίσταται, πλην όμως πολλές
κυρίες Κοκοβίκου άλλαξαν τη δομή της κοινωνίας. Είναι η προσωποποίηση της
γυναικείας ανεξαρτησίας και ένας ρόλος επανάσταση για τον τότε γυναικείο πληθυσμό.
Σήμερα
ο ρόλος της γυναίκας είναι πολυπαραγοντικός, πολλές φορές καλείται να
ανταπεξέλθει σε αντιφατικούς ρόλους, ενώ δεν είναι λίγες και οι φορές μάλιστα
που συντηρεί την οικογένεια όταν ο άντρας είναι άνεργος.
Συχνά
επιπλέον οι οικογένειες μένουν με ένα παιδί, γεγονός που απειλεί την κινητήρια
δύναμη του κοινωνικού ιστού. Σήμερα θεωρούνται
άθλος τα τρία παιδιά και η πολύτεκνη οικογένεια. Η κατάσταση
επιδεινώνεται με τη φυγή των νέων στο εξωτερικό και την ταυτόχρονη είσοδο
χιλιάδων λαθρομεταναστών, οι εναπομείναντες αδυνατούν να φτιάξουν τη δική τους
οικογένεια και σπιτικό.
Ας
ελπίσουμε, τέλος, ότι η μελλοντική δομή της κοινωνίας να μην αποτελείται από ηλικιωμένους
και κοινωνικά μη ενεργό πληθυσμό. Η κοινωνία ανέκαθεν ήταν η εξέλιξη της
οικογένειας. Κοινωνία χωρίς οικογένεια δεν έχει μέλλον, ο αφανισμός αυτού του
κοινωνικού κρίκου απειλεί ακόμη και το ίδιο το ελληνικό έθνος και κάτι τέτοιο
δεν αποτελεί δευτερεύον ζήτημα. Δεν έχουμε σκοπό να λύσουμε σ’ αυτό το άρθρο το
πρόβλημα της υπογεννητικότητας απλά εκθέσαμε κάποιους προβληματισμούς…
Στη σκιά της σπουδαίας κινηματογραφικής ταινίας, υπάρχει και μία ραδιοφωνική διασκευή παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον και εξαιρετική ποιότητα...
-Ο Παύλος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1978 στη Δράμα,
μεγάλωσε στις Σέρρες και έζησε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από το 1996
εργάζεται στο δημόσιο σε διάφορες διοικητικές θέσεις. Είναι απόφοιτος της
Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Σχολής Αστυφυλάκων της
Αστυνομικής Ακαδημίας, της Σχολής Επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ΕΛ.ΑΣ., και
της Σχολής Ελληνικού Πολιτισμού, του Τμήματος Ανθρωπιστικών. Σπουδών του Ελληνικού
Ανοικτού Πανεπιστημίου. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.