Ύβρις, ανθρώπινη μοίρα και θεϊκή δικαιοσύνη στο αισχυλικό έργο. Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος.

   Ο τρόπος απονομής της θεϊκής δικαιοσύνης στο έργο του Αισχύλου προσεγγίζεται από τον ερευνητή με ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Θα παρουσιαστεί, ακολούθως, εκτεταμένα η έννοια της Ύβρεως μέσα από διάφορα χωρία του αισχυλικού  συγγραφικού έργου. Επιπλέον θα γίνει αναφορά στις πεποιθήσεις του ποιητή για την ανθρώπινη μοίρα.



  Στον Αγαμέμνων ο Αισχύλος εξετάζει την εξέλιξη της δικαιοσύνης, τη σύγκρουση καθηκόντων στην ψυχή των ηρώων, τις επιπτώσεις των πράξεων στο σύνολο της πόλεως, την αντίθεση ανάμεσα στην ελευθερία και στην ανάγκη, θέτει τα μεγάλα προβλήματα του ανθρώπου και της ζωής και τείνει να άρει τις τραγικές συγκρούσεις σε μια υψηλότερη αλήθεια. Έτσι θα αναφωνήσει ο Χορός: «Αυτόν που άνοιξε το δρόμο στους θνητούς που έβαλε νόμο το πάθημα μάθημα να γίνεται». Εδώ εντοπίζεται και η αρχή του παθεί μαθώς, που διέπει όλο το έργο του Αισχύλου.

  Ο ύμνος του Χορού, στον Αγαμέμνων αναφέρει τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί, κατά τον Αισχύλο ο Δίας όσον αφορά την απονομή της δικαιοσύνης: «Αν όμως με την καρδιά του ψάλει κάποιος στο Δία επινίκια, κερδίζει το καθετί στη γνώση». Η είσοδος του Χορού στο έργο αποτελεί και μια ομολογία πίστης στη δικαιοσύνη του Δία: «Ο Δίας, όποιος και αν τέλος πάντων είναι, αν αυτό το όνομα του αρέσει, μ’ αυτό τον προσφωνώ και εγώ».  Παρακάτω στον ίδιο ύμνο ο Αισχύλος, πάλι αναφερόμενος στην αρχή του παθεί μαθώς,, σε συνδυασμό με την απονομή της δικαιοσύνης διδάσκει: «Και η δίκη η θεϊκή κάνει να μαθαίνουν όσοι παθαίνουν κάτι, ότι και αν γίνει είναι, αφού γίνει, να το μάθεις μπορείς ως τότε, γεια χαρά είναι το ίδιο με το να αναστενάζεις πριν». Ο ύμνος στο Δία, θα αποφέρει οφέλη για το θνητό, ενώ η απονομή της θεϊκής δικαιοσύνης θα έχει χαρακτήρα διδακτικό.

  Οι άνθρωποι διαδραματίζουν βασικό ρόλο στην απονομή της δικαιοσύνης από τους θεούς. Ο Αγαμέμνονας ήταν εκτελεστικό όργανο του Δία. Πήγε στην Τροία, την κατέκτησε αλλά δε φέρθηκε σωστά, συνεπώς τιμωρήθηκε και αυτή είναι η βούληση των θεών γιατί: «Υπερβολικά ευκολόπιστη η γυναικεία προσταγή παίρνει δρόμο γρήγορο, όμως και γοργόσβηστη χάνεται φήμη βγαλμένη από  στόμα γυναικών». Μέσω των ανθρώπων θα επιβάλλεται η δικαιοσύνη του Δία, κατόπιν διάπραξης, όπως θα δούμε, Ύβρεως.



  Η ασέβεια είναι η αιτία διατάραξης της τάξης, εδώ πλούσιοι και δυνατοί γίνονται συχνότερα από τους φτωχούς αντικείμενα τιμωρίας, είναι περισσότερο επιρρεπείς και οι θεοί τους φθονούν. Στην Τρίτη αντιστροφή του Χορού, στον Αγαμέμνων σημειώνεται: « πως, όταν ανθρώπου ευτυχία γεννηθεί, Μεγαλώνει και στείρα πια δε μένει». Ενώ πιο κάτω στην ίδια αντιστροφή ο Αισχύλος διδάσκει ότι: « Η ασεβής πράξη γεννά τα πιο πολλά παιδιά που μοιάζουν με τη μάνα του». Όλα αυτά σχετίζονται φυσικά και με την αρχή του παθεί μαθεί.

  Τι ακριβώς ήταν όμως η Ύβρις στην αρχαία ελληνική τραγωδία; Καταρχήν να επισημανθεί ότι η Ύβρις ως έννοια προϋπήρχε του Αισχύλου. Στον Ηράκλειτο διαβάζει κανείς ότι: «Περισσότερο και από την πυρκαγιά πρέπει να κατασβήνει κανείς την έπαρση» και ότι: «το ήθος για τον άνθρωπο είναι ο προστάτης θεός του».Η Δίκη που η Νέμεσις  επέφερε ανιχνεύεται στους Ίωνες φιλοσόφους σαν δυναμική ισορροπία. Η αλαζονική συμπεριφορά του ανθρώπου, που οδηγούσε σε υπέρβαση του ηθικού και του θεϊκού νόμου, και οδηγούσε στην τιμωρία των θεών. Ας μεταφερθούμε όμως στον Προμηθέα. Η Ύβρις εκλαμβάνεται ως υπεροψία που οδηγεί τον άνθρωπο να συμπεριφέρεται με τρόπο που προκαλεί τους θεούς. Ο Προμηθέας θα διαμηνύσει στον Ερμή: «Με απλό λόγο, πάντας τους θεούς εχθρεύομαι· όσοι ευεργετηθέντες με κακοποιούν αδίκως».

  Στο ίδιο έργο ο Προμηθέας αναφέρει λίγο πριν απευθυνόμενος στο Χορό ότι ό Δίας δεν έχει ηθικούς περιορισμούς ακόμη και να καταστρέψει τους ανθρώπους: «Αληθώς βεβαίως ο Ζευς, κατά τρόπο αυθάδη φρονών, θα ταπεινωθεί, τοιούτον ετοιμάζων γάμον, ο οποίος εκ του τυραννικού θρόνου θα τον εκβάλλει· και εκ του πατρός του, του Κρόνου, η κατάρα παντελώς θα εκπληρωθεί· αυτή την οποία εξεστόμισε εκπίπτων του πανάρχαιου θρόνου του». Ακόμη και ο Δίας, επομένως, συμπεριφερόμενος αλαζονικά υπερβαίνει τα όρια, και όπως κραυγάζει ο Προμηθέας, τον έχει καταραστεί ο πατέρας του ο Κρόνος, και προφητικά επισημαίνει ότι επίκειται ενδεχόμενη τιμωρία γι’ αυτόν. O Χορός στον Προμηθέα Δεσμώτη θα συνδέσει τη Θεά Νέμεση με την Αδάστεια.

  Στους Πέρσες η κύρια έννοια της τραγωδίας είναι η τιμωρία του Ξέρξη. Επιπρόσθετα ο Πέρσης βασιλιάς έκανε Ύβρη έναντι των θεών κατά τη διάρκεια της εκστρατείας εναντίον της Ελλάδας, καθώς μόλυνε τα ιερά της. Ο πέρσης βασιλιάς προκάλεσε και το γκρέμισμα των αγαλμάτων των θεών. Η ήττα του Ξέρξη οφείλεται στην αλαζονεία του, η οποία προκάλεσε την εκδίκηση κάποιου θεού, και Αισχύλος μέσω του αγγελιοφόρου θα πει: «Αλλ’ έτσι κάποιος θεός το στρατό μας κατέστρεψε βαραίνοντας τη ζυγαριά μ’ όχι ισόμετρη τύχη. Οι θεοί σώζουν την πόλη της Παλλάδας θεάς». Επομένως η τιμωρία του Ξέρξη είναι δίκαιη, ενώ ο Αισχύλος εμφανίζεται ως κριτής δικαίου.

Το αρχαίο θέατρο της Δωδώνης


  Ο κόσμος αποτελεί κτίσμα θεού, και ο θεός εγγυάται σύμφωνα με τη θεολογική αντίληψη έναν αδιαίρετο κόσμο. Η διατάραξη της ισορροπίας φέρνει τη μήνι του θεού. Στην περίπτωση των Περσών η Ύβρη αφορά ολόκληρο το περσικό έθνος, αυτό ο Αισχύλος το υποδηλώνει με την αναφορά στο πλήθος των Περσών και στον κατάλογο των διοικητών του στρατεύματος. Στους Πέρσες η Ύβρις αναφέρεται στην τάξη του κόσμου και η ισορροπία όταν αποκαθιστάται, εγγυάται το κύρος της τάξης πραγμάτων. Ο Ξέρξης γίνεται υπαίτιος όλων των δεινών, αλλά γλιτώνει, πεθαίνουν οι άλλοι και αυτό θα οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι πραγματοποιήθηκε αλλαγή της αντίληψης για την Ύβρι, η οποία δεν είναι πλέον ιδιωτική, αλλά συλλογική υπόθεση.

  Οι Πέρσες θα καταστραφούν στην ελληνική εκστρατεία, επειδή ο Ξέρξης αγνόησε πράγματα και θέλησε πράγματα που δεν έπρεπε. Η καταστροφή της περσικής βασιλικής δύναμης παριστάνεται ως συνέπεια σε εκείνη την αμαρτία, που ο Έλληνας ονομάζει Ύβριν. Δηλαδή το περσικό κράτος ξεπέρασε το μέτρο που του ήταν ορισμένο και η Ύβρις αυτής της εκστρατείας βρήκε την καθαρή έκφραση της στην αμαστία του Ξέρξη. Τιμωρός της Ύβρης θα είναι τελικά ο Δίας: «Ο Δίας βέβαια τιμωρός των υπερβολικά αλαζονικών στοχασμών, αυστηρός κριτής στέκεται από πάνω», όπως θα εκφωνήσει το φάντασμα του βασιλιά Δαρείου.

  Η νίκη των Ελλήνων δε θα οφείλεται σ’ αυτούς, αλλά στους θεούς που δεν ανέχονται την ασέβεια. Ο επικεφαλής της εκστρατείας, ο Ξέρξης αγνόησε τους θεϊκούς νόμους: «οι άνθρωποι συνηθίζουν να φοβούνται απ’ το κάθε τι ενώ όταν η τύχη προχωρεί καλά, πιστεύουν πως πάντα ο ίδιος άνεμος της τύχης θα φυσά», όπως θα αναφέρει ο Χορός στο φάντασμα του βασιλιά. Με τη διέλευση του Ελλήσποντου, φέρνουν αρχικά μια κίνηση στην ως τότε στατική εικόνα της περσικής δύναμης, ενώ με το ζυγό αμφιβάλλον αυχένι πόντο, προανάγγειλαν το βασικό για τη σκηνή του Δαρείου θέμα της Ύβρις. Παρόλα αυτά και μια εσωτερική δύναμη του Ξέρξη οδήγησε την ώθηση των θεών προς την καταστροφή των Περσών.

Ο Αισχύλος του Ευφψρίωνα


  Η έννοια της ανθρώπινης μοίρας θα διαδραματίσει αποφασιστικό ρόλο στο έργο του Αισχύλου. Το τραγικό για τον Αισχύλο βρίσκεται στη μοίρα που σαν ανεξήγητη δύναμη σκεπάζει με τη σκιά της τα ανθρώπινα, κρατά στη διάθεση της τη ζωή και την ευτυχία του ανθρώπου, και τελικά είναι αφέντρα της τύχης του. Έτσι για παράδειγμα ο Ετεοκλής στους Επτά επί Θήβα, αποδέχεται τη μοίρα του και βάζει το συμφέρον της πατρίδας του πάνω από τη ζωή του. Ο κύρηκας θα πεί σχετικά με το θάνατο του Ετεοκλή: «διότι εχθρούς αντικρούοντας προτίμησε στην πόλη να πεθάνει». Στις Χοηφόρους επίσης, ο Χορός επικαλείται τις μοίρες για εκδίκηση: «Αλλά μοίρες τρανές με την επίκληση του Δία έτσι δώστε τέλος όπως το δίκαιο αλλάζει θέση «η εχθρική γλώσσα με γλώσσα εχθρική ας πληρώνεται» τα χρέη τα χρέη ξοφλώντας βροντοφωνάει η Δίκη «το φονικό χτύπημα με φονικό χτύπημα ας πληρώνεται. Όποιος πεθαίνει κάνει να πεθαίνει. Αυτά φωνάζει ο χρόνος ο παμπάλαιος».

  Ο τρόπος απονομής της θεϊκής δικαιοσύνης και ο διδακτικός, εν κατακλείδι, χαρακτήρας τις δικαιοσύνης του πατέρα των θεών συνδέονταν με την αρχή του Παθεί Μαθώς. Μια ανθρώπινη αλαζονική, επίσης, συμπεριφορά, η Ύβρις, οδηγούσε στην τιμωρία των θεών. Ο ρόλος της μοίρας ήταν κυρίαρχος στις τραγωδίες του Αισχύλου, καθώς ήταν αφέντρα της τύχης του αισχυλικού ήρωα.

 

 

 

Πηγές:

Αισχύλος, Αγαμέμνων, μετάφρ. Γ. Μαυρόπουλος, εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2007.

Αισχύλος, Επτά επί Θήβας, μετάφρ. Γ. Μαυρόπουλος, εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2007.

Αισχύλος, Πέρσες, μετάφρ. Γ. Μαυρόπουλος, εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2007.

Αισχύλος, Προμηθέας Δεσμώτης, μετάφρ. Α. Τζιροπούλου-Ευσταθίου, εκδ. Γεωργιάδη, Αθήνα 2001.

Αισχύλος, Χοηφόροι, μετάφρ. Γ. Μαυρόπουλος, εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2007

Αραμπατζής Δ., Το Αρχαίο Δράμα και οι τρεις μεγάλοι τραγικοί ποιητές της αρχαιότητας, τ.1 Αισχύλου τραγωδίες, Αυτοέκδοση, Θεσσαλονίκη 2017

Γεωργουσόπουλος Κ., Κλειδιά και κώδικες θεάτρου 2, αρχαίο δράμα, εκδ. Εστία Αθήνα 2002.

Ελλάδα, η ιστορία, ο πολιτισμός, το σύγχρονο κράτος,τ.2, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 2018.

Ηράκλειτος, Άπαντα, μετάφρ. Τ. Φάλκος-Αρβανιτάκης, Θεσσαλονίκη 1999.Λεοντοπούλου Π., Η διαλεκτική της θείας και ανθρώπινης βούλησης στον Αισχύλο, Διδακτορική Διατριβή, Αθήνα 2007.ΜΠΑΜΙΝΙΩΤΗΣ Γ., Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας, εκδ. Κέντρο Λεξικολογίας, Αθήνα 2002,

ΝΙΚΟΛΑΪΔΟΥ Ε., Αισχύλος, ο πατέρας της τραγωδίας, εκδ. Σαββάλα, Αθήνα 2002

Lesky A., Η τραγική ποίηση των αρχαίων Ελλήνων τ.1, από τη γέννηση του είδους μέχρι το Σοφοκλή, μετάφρ. Ν. Χουρμουζιάδη, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1987.

 

Παύλος Παπαδόπουλος, Ανώτερος Αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ., Πτυχιούχος Ανθρωπιστικών Σπουδών.

 

23 Ιουνίου 1913: Η Μάχη της Δοϊράνης

Ένοπλη σύγκρουση μεταξύ ελληνικού και βουλγαρικού στρατού στις 23 Ιουνίου 1913, κατά τη διάρκεια του Β' Βαλκανικού Πολέμου. Αποτελεί συνέχεια της μάχης του Κιλκίς-Λαχανά και έληξε με περιφανή ελληνική νίκη



Μετά την καθοριστικής σημασίας ήττα στο Κιλκίς-Λαχανά (19 - 21 Ιουνίου), οι βουλγαρικές δυνάμεις συμπτύχθηκαν και οργάνωσαν την άμυνά τους στα υψώματα νότια της λίμνης Δοϊράνης πάνω στο χωριό Βλαντάγια (σήμερα Ακρίτας Κιλκίς). Τις αποτελούσαν 19 τάγματα πεζικού της 2ας, 3ης και 6ης Μεραρχίας, καθώς και το ανάλογο πυροβολικό. Το ελληνικό Στρατηγείο έθεσε ως άμεση προτεραιότητα την όσο το δυνατόν ταχύτερη εκκαθάριση όλης της περιοχής δυτικά του Στρυμόνα και νότια του Μπέλες από τις εχθρικές δυνάμεις και την απώθησή τους προς τα βορειοανατολικά, ώστε να επιτευχθεί επαφή με τους Σέρβους.


Την επιχείρηση για την εκπόρθηση της Δοϊράνης ανέλαβαν η 3η Μεραρχία υπό τον υποστράτηγο Κωνσταντίνο Δαμιανό και η 10η Μεραρχία υπό τον συνταγματάρχη Λεωνίδα Παρασκευόπουλο. Λίγο μετά το μεσημέρι της 22ας Ιουνίου 1913, το 4ο Σύνταγμα Ευζώνων της 10ης Μεραρχίας επιτέθηκε και με εφ’ όπλου λόγχη κατέλαβε θέσεις των εχθρικών προφυλακών στο χωριό Βλαντάγια, ενώ το ελληνικό πυροβολικό απαντούσε στα βουλγαρικά πυρά. Η 3η Μεραρχία δεν ανέλαβε δράση εκείνη την ημέρα.


Η κύρια επίθεση των δύο ελληνικών μεραρχιών άρχισε νωρίς το πρωί της 23ης Ιουνίου. Την κύρια επίθεση εναντίον των οχυρωμένων θέσεων των Βουλγάρων ανέλαβαν μονάδες της 10ης Μεραρχίας. Όταν οι εύζωνοι του 5ου Συντάγματος κατέλαβαν με τη λόγχη τον σιδηροδρομικό σταθμό της Δοϊράνης, οι Βούλγαροι αντιλήφθηκαν ότι υπερφαλαγγίζονται και εγκατέλειψαν τις θέσεις πάνω στα υψώματα, υποχωρώντας προς τα βόρεια. Νωρίτερα είχε σιγήσει το πυροβολικό τους, κατόπιν των πυκνών και εύστοχων βολών του πυροβολικού της 3ης Μεραρχίας, το οποίο διοικούσε ο ταγματάρχης Κωνσταντίνος Γουβέλης. Πολλοί από τους Βούλγαρους στρατιώτες έπεσαν στη λίμνη για να σωθούν και πνίγηκαν.


Οι απώλειες της 10ης Μεραρχίας ανήλθαν σε 106 νεκρούς και 755 τραυματίες, ενώ της 3ης Μεραρχίας σε 146 νεκρούς και τραυματίες. Οι απώλειες του βουλγαρικού στρατού υπήρξαν ανυπολόγιστες, ενώ στο πεδίο της μάχης εγκατέλειψαν σημαντικό πολεμικό οπλισμό, ο οποίος περιήλθε στα χέρια των Ελλήνων.


Επόμενη αναμέτρηση Ελλήνων και Βουλγάρων, στη Βέτρινα (σημερινό Νέο Πετρίτσι Σερρών) στις 26 Ιουνίου 1913.



Πηγή: https://www.sansimera.gr/articles/635

Φωτογραφία: Η Μάχη της Δοϊράνης και η καταστροφή των Βουλγάρων


Ίδας και Μάρπησσα.

Σε μία άλλη παράτολμη πράξη, ο Ίδας απήγαγε τη Μάρπησσα, εγγονή του θεού του πολέμου, του Άρη. Η απαγωγή αυτή έγινε με ένα φτερωτό άρμα, δώρο του θεού Ποσειδώνα. Ο πατέρας της Μάρπησσας, ο ποτάμιος θεός Εύηνος, τους κατεδίωξε, και μη μπορώντας να τους φθάσει, σκοτώθηκε. Ο Ίδας και η Μάρπησσα κατέφυγαν στη Μεσσήνη. Αλλά ο θεός Απόλλων, που είχε ερωτευθεί και αυτός τη Μάρπησσα, θέλησε να την πάρει από τον Ίδα. 

Αττικός ερυθρόμορφος ψύκτης, περ. 480 π.Χ. Από τον Ακράγαντα


Ο ήρωας και ο θεός ήρθαν σε ρήξη, οπότε διαμεσολάβησε ο Δίας και ρώτησε την ίδια τη Μάρπησσα ποιον από τους δύο προτιμούσε. Η Μάρπησσα είπε ότι ήθελε τον Ίδα. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, ο Απόλλων κατάφερε να του την κλέψει και να την κρατήσει κάμποσο καιρό χωρίς εκείνη να διαμαρτυρηθεί. Ο Ίδας πάντως τελικά την ξαναπήρε πίσω.

Ο Δίας χωρίζει τον Ίδας και τη Μάρπησσα από τον Απόλλωνα (αριστερά, μη ορατός).


Η επαφή του Αισχύλου με τα Μυστήρια και η στάση του ποιητή απέναντι στο Διόνυσο. Γράφει ο Παπαδόπουλος Παύλος.

   Στο παρόν άρθρο θα διερευνηθεί η σύνδεση του Αισχύλου με τις διάφορες μυστηριακές τελετές, οι οποίες εκτυλίσσονταν στην Αθήνα της κλασικής εποχής. Θα μας απασχολήσει η σύνδεση του έργου του ποιητή κυρίως με τα Ελευσίνια Μυστήρια. Θα εξεταστεί επίσης και η σχέση του Αισχύλου με τη λατρεία του θεού Διόνυσου, που υπήρξε διαδεδομένη και στην αρχαία Αθήνα. 



  Ο Αισχύλος γεννήθηκε στην Ελευσίνα, αυτό αναφέρει ο Αριστοφάνης στους Βάτραχους, κατά την επίκληση και προσευχή του ποιητή στη Δήμητρα ότι «έθρεψε το πνεύμα του» και ότι «πρέπει να φανεί αντάξιος των μυστηρίων»: «Δήμητρα που την ψυχή μου έθρεψες (με τόσα δώρα) για τα μυστήρια σου να με κρίνεις άξιον τώρα». Η γέννηση του ποιητή στην Ελευσίνα οδήγησε σε ορισμένα λάθος συμπεράσματα. ο Αισχύλος μπορεί να μην ήταν πυθαγόρειος, όπως αναφέρει ο Κικέρων, πιθανολογείται όμως, μόνο, ότι ήταν μυημένος στα Ελευσίνια Μυστήρια, κάτι το οποίο όμως δεν είναι σε μεγάλο βαθμό εξακριβωμένο. 

  Στις μυστηριακές λατρείες τελούνταν η πνευματική μεταμόρφωση του ατόμου που ακολουθεί μια μύηση, ενώ ταυτόχρονα το περιεχόμενο της μύησης στο οποίο υποβάλλεται το άτομο, δεν έπρεπε να αποκαλυφθεί. Πιθανολογείται ότι στον Αισχύλο ασκήθηκε δίωξη για βεβήλωση των Ελευσίνιων Μυστηρίων. Το αναφέρει ο Αριστοτέλης στα Ηθικά Νικομάχεια: «Όποιος πράττει κάτι από άγνοια όπως ο Αισχύλος με τα μυστήρια και δε λυπήθηκε για ότι έκανε». Υπονοήθηκε δηλαδή ότι ο Αισχύλος παρατύπησε όσον αφορά τα μυστήρια.

  Ορισμένα ίχνη των Ελευσίνιων Μυστηρίων δύναται να εντοπιστούν στο συγγραφικό έργο και γενικότερα στις παραστάσεις του Αισχύλου. Σύμφωνα με μία παράδοση, που όμως δεν είναι απόλυτα αυθεντική, μερικά από τα κοστούμια που σχεδίασε για την τραγική σκηνή τα πήραν οι μεγάλοι ιερείς της Ελευσίνας. Αυτό όμως δεν είναι ξεκάθαρο εάν συνέβη. Το ένδυμα του ελευσίνιου ιερέα ήταν τόσο περίτεχνο, ώστε συχνά διαμοιράστηκε με το μεγαλόπρεπο ένδυμα, που λέγονταν ότι είχε σχεδιάσει ο Αισχύλος για τους βασιλείς των τραγωδιών του. Επιπρόσθετα υπάρχει και μια υπόνοια στις Χοηφόρους συσχετισμού ενός ύμνου του Χορού με τα Ελευσίνια μυστήρια. Την ώρα που ο Ορέστης σκοτώνει τη μητέρα του, οι Τρωαδίτισσες σκλάβες που είχαν βαθιά χωνέψει πως το παλάτι καθάρθηκε τελικά, ψάλλουν έναν ύμνο, που ίσως στηρίζεται στο ελευσινιακό τελετουργικό.

Διόνυσος σε ερυθρόμορφο αγγείο


  Σε καμία περίπτωση ο Αισχύλος δεν επαναστάτησε εναντίον της παράδοσης, απέναντι στην οποία σε γενικές γραμμές ήταν τοποθετημένες οι διάφορες μυστηριακές λατρείες. Στην ποίηση του Αισχύλου δεν υπάρχουν στοιχεία ούτε από τον ορφισμό ούτε από άλλες μυστηριακές θρησκείες. Λαχτάρα για λύτρωση και πίστη-προσδοκία σωτηρίας χαρίζονται με βαθύ χάσμα από τον άτεγκτο νόμο της λογοδοσίας, που καθορίζει την τραγική τέχνη γενικότερα. Τον αγώνα του ανθρώπου να ανακαλύψει τη θέση του μέσα στον κόσμο. Μια φράση του Αριστοτέλη (απ 15R) αναφέρει ότι οι μύστες δε χρειάζονται να μάθουν κάτι αλλά διαμορφώνονται παθαίνοντας κάτι. Αντιπαραθέτουμε την πιο καίρια έκφραση της αισχύλειας τραγωδίας, το «παθεί μαθώς»! Μυστήρια και τραγωδία ήταν σε γενικές γραμμές διαφορετικές περιοχές.

  Στο θεό Διόνυσο ανήκαν η τραγωδία και η κωμωδία, τα δράματα παιζόταν στις αρχές της άνοιξης και του χειμώνα (που ανήκαν στο Διόνυσο) παιζόταν τα αρχαία δράματα. Τα δράματα φυσικά δεν ήταν αποκομμένα από την καθημερινή ζωή. Στα Εν Άστυ Διονύσια που τελούνταν κατά πάσα πιθανότητα αρχές Απριλίου, και ήταν ισότιμα με τα Παναθήναια, ο Πεισίστρατος εισήγαγε την τραγωδία. Στην γιορτή αυτή εξασφαλίζονταν η παρουσία του Διόνυσου. Πιθανότατα παραμονή (9 του μήνα Ελαφοβίωνα) οδηγούσαν το λατρευτικό άγαλμα σε ένα ναΐσκο έξω από τα τείχη, όχι πολύ μακριά από το Δίπυλο στα βορειοδυτικά της πόλης, και μετά τη δύση του ηλίου το έφερναν με τη συνοδεία πυρσών πίσω, στη μόνιμη θέση στο ιερό κοντά στο θέατρο. Πριν τις παραστάσεις γινόταν θυσίες και καθαρμοί, πιο συγκεκριμένα ράντισμα με αίμα του χώρου του θεάτρου, όπως επίσης και προσευχές. Στα Λήναια, όπου οι τραγικοί δεν έδειχναν μεγάλο ενδιαφέρον για τους αγώνες, κυριαρχούσε η κωμωδία και τιμούσαν το θεό Διόνυσο με οργιαστικές τελετές, εκεί η τραγωδία είχε υποδεέστερη θέση.

  Ο Διόνυσος σχετίζονταν με το δράμα, περισσότερο όμως με την κωμωδία παρά με την τραγωδία. Εδώ υπάρχει μία θεότητα που το πεδίο δράσης της ήταν πιο πολύ το πάθος παρά ο νους, πιο πολύ η χαρά και ο τρόμος παρά η λογική, μια θεότητα που ήταν δυνατόν να της ανήκουν και η τραγωδία και η κωμωδία. Το μεγάλο βήμα για το ξεκίνημα της τραγωδίας άλλωστε προήλθε από τους, προς τιμήν του Διόνυσου, χορευτές Η πρωτότυπη σκέψη να παρουσιαστεί ο ηθοποιός ως το πρόσωπο που θα απαντά σ’ αυτούς τους τραγικούς χορούς (δηλαδή ως υποκριτής) έκανε ο Θέσπις. Την επινόηση παρουσίασε για πρώτη φορά στα Διονύσια του 534 π.Χ.

Ονειρομαντεία στην Αρχαία Ελλάδα


  Στο έργο του Αισχύλου, υπάρχουν κάποια ίχνη σύνδεσης με το Διόνυσο. Υπάρχει η αναφορά του Παυσανία ότι «ήρθε ο Διόνυσος και τον διέταξε να γράψει την τραγωδία»: «Ο Αισχύλος έλεγε πως όταν ήταν έφηβος και κοιμόταν στην εξοχή φυλάγοντας σταφύλια, είδε το Διόνυσο που τον προέτρεψε να γράψει τραγωδία. Όταν ξημέρωσε, θέλοντας να υπακούσει, δοκίμασε και έγραψε λοιπόν τραγωδία, με ευκολία. Αυτά έλεγε λοιπόν ο Αισχύλος» Πέρα από αυτή την αναφορά του Παυσανία όμως υπάρχουν και άλλα στοιχεία.

 Ορισμένα στοιχεία αναφοράς στο Διόνυσο υπάρχουν σε κάποια μη σωζόμενα έργα του Αισχύλου. Στους Ηδώνους, ένα χαμένο έργο του Αισχύλου, ο ποιητής είχε δώσει μια εικόνα του άγριου θορύβου των θρακικών οργίων και χαρακτηρίζει τον ήχο του αυλού παρακινητή μανίας (απ. 57) που βρυχώνται μιμούμενες φωνές ταύρων. Σε ένα άλλο χαμένο έργο ο Αισχύλος απευθύνεται στο Διόνυσο αποκαλώντας τον πατέρα θεοινό (θεό του κρασιού), ηγέτη μιας ομάδας μαινάδων. Από το λεξικό του Ησύχιου προκύπτει ότι Θεοίνια σήμαινε θεός Διόνυσος.

Ο Αισχύλος


  Όσον αφορά τα έργα του Αισχύλου που διασώθηκαν, δεν απουσιάζουν οι αναφορές σ σε θέματα που αφορούν το Διόνυσο. Έτσι λοιπόν στις Ευμένιδες  η ιέρεια απευθύνεται στις Νύμφες του Διόνυσου: « Τις νύμφες προσκυνώ όπου βρίσκεται η Κωρύκεια βραχοσπηλιά». Στο ίδιο έργο επίσης, αρκετά παρακάτω, παρουσιάζει τις Ερινύες να ταυτίζονται με τις μαινάδες και να αυτοαποκαλούνται μαινάδες: «Διότι ούτε οργή από εμάς τις μαινάδες όπου παρακολουθούμε τους θνητούς θα τραβά τέτοιες πράξεις, θ’ αφήσω ελεύθερο κάθε θάνατο». Τώρα όσον αφορά την προέλευση των Μαινάδων στο έργο Ξαντριές, όπου παρουσιάζεται ο σπαραγμός του Πενθέα, από αυτές, εμφανίζονται ως ομάδα γυναικών που αντιστάθηκαν στη διονυσιακή λατρεία και κυριεύτηκαν από μανία.

  Συμπερασματικά, οι καταβολές του Αισχύλου από την Ελευσίνα, οδήγησαν σε υποθέσεις μύησης του ποιητή στα Ελευσίνια Μυστήρια. Υπάρχουν μόνο ίχνη σύνδεσης του έργου του με τα εν λόγω μυστήρια. Η προσκόλληση του ποιητή στην παράδοση δεν αφήνει πολλά περιθώρια περαιτέρω σύνδεσης της δραματουργίας του με τις μυστηριακές τελετές. Στο έργο του ποιητή επίσης υπάρχουν αρκετές αναφορές και στίγματα σύνδεσης με το Διόνυσο και τη λατρεία του.


Πηγές :

Αισχύλος, Ευμένιδες,  μετάφρ. Γ. Μαυρόπουλος, εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2007.

Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια, μετάφρ. Α. Τσολάκη, εκδ. De Agostini,  Αθήνα 2005.

Αριστοφάνης, Βάτραχοι, μετάφρ, Π. Δημητρακόπουλος, εκδ. Αλκυών, Αθήνα 1996.

Ησύχιος, Λεξικόν, μετάφρ. Φιλολογική Ομάδα Κάκτου, εκδ. Κάκτος Αθήνα 1994.

Παυσανίας, Ελλάδος περιήγησης, Αττικά, μετάφρ. Φιλολογική Ομάδα Κάκτου, Αθήνα 1992.

BALDRY H.C., Το τραγικό θέατρο στη αρχαία Ελλάδα, μετάφρ. Γ. Χριστοδούλου, εκδ.Καρδαμίτσα, Αθήνα 1992

BLUME H., Εισαγωγή στο αρχαίο θέατρο, μετάφρ. Μ. Ιατρού, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1982

Lesky A., Η τραγική ποίηση των αρχαίων Ελλήνων τ.1, από τη γέννηση του είδους μέχρι το Σοφοκλή, μετάφρ. Ν. Χουρμουζιάδη, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1987

PARKE H.W., Οι εορτές στην αρχαία Αθήνα, μετάφρ. Χ. Ορφανός, εκδ. Δαίδαλος, Αθήνα 2000

THOMSON G., Αισχύλος και Αθήνα, μετ. Γ. Βιστάλη και Φ. Αποστολόπουλου, εκδ. Ορίζοντες, Αθήνα 1954

WALTER F. O., Διόνυσος, Μύθος και Λατρεία, μετάφρ. Θ. Λουπασάκης, εκδ. 21ου αιώνα, Αθήνα 1991

Wilken U., Αρχαία ελληνική ιστορία, μετάφρ. Ι. Τουλουμάκος, εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 2010


-Ο Παύλος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1978 στη Δράμα, μεγάλωσε στις Σέρρες και έζησε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από το 1996 εργάζεται στο δημόσιο σε διάφορες διοικητικές θέσεις. Είναι απόφοιτος της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Σχολής Αστυφυλάκων της Αστυνομικής Ακαδημίας, της Σχολής Επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ΕΛ.ΑΣ., και της Σχολής Ελληνικού Πολιτισμού, του Τμήματος Ανθρωπιστικών. Σπουδών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.


Αισχύλος και αρχαία ελληνική θρησκεία. Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος

   Η τραγική ποίηση υπήρξε άρρηκτα συνδεδεμένη με την αρχαία ελληνική θρησκεία. Θα εξετάσουμε τη σχέση του Αισχύλου με τη θεολογία και την σπουδαιότητα που έδινε στην απονομή της θείας δικαιοσύνης. Θα δούμε επιπλέον τη σχέση των ενεργειών των θεών με αυτές των ανθρώπων. Θα μας απασχολήσει επίσης ο βαθμός συμμετοχής του κοινού στις παραστάσεις που λάμβαναν χώρα και η σχέση του έργου του Αισχύλου με το Ηρωικό παρελθόν.

Αναπαράσταση Θυσίας σε ερυθρόμορφο αγγείο


  Οι τραγωδίες ήταν συνδεδεμένες με την αρχαία ελληνική θρησκεία, καθώς ήταν ενταγμένες μέσα στο πλαίσιο θρησκευτικών εορτών. Άλλωστε η αρχαία δραματική ποίηση προέκυψε από τα θρησκευτικά άσματα του Διόνυσου. Ο Αριστοτέλης στο έργο του Περί ποιητικής, θα σημειώσει «Το να διερευνήσουμε κατά πόσο έχει συγκροτηθεί η τραγωδία πλήρως ή όχι σε είδος (τα συστατικά της μέρη, και να κρίνουμε (το ζήτημα) τόσο καθαυτό όσο και σε σχέση με τα θέατρα, είναι άλλο θέμα. Επειδή λοιπόν και αυτή (η τραγωδία, όπως) και η κωμωδία, ξεκίνησε ως αυτοσχεδιασμός, και (κατάγονται) η πρώτη από τους εξάρχοντες στο διθύραμβο και η δεύτερη από τους (εξάρχοντες) στα φαλλικά τραγούδια». Η τραγωδία θα οριστεί επίσης στην Ποιητική του Αριστοτέλη ως ωδή τράγων, και θα αποτελέσει μία προέκταση της θρησκευτικής λατρείας συσχετιζόμενης με το θεό Διόνυσο.

  Σε όλα τα έργα του ο Αισχύλος εμφανίζεται σαν ποιητής θεολόγος, που συνεχώς τον απασχολούν τα αίτια των ενεργειών των θεών στη γη ή στον ουρανό. Ο ποιητής τόνιζε την παντοδυναμία του Δία πάνω στα έργα του, όπως στους Πέρσες το φάντασμα του Δαρείου θα πει: «Ο Δίας βέβαια τιμωρός των υπερβολικά αλαζονικών στοχασμών αυστηρός κριτής στέκεται από πάνω». Γενικά η αδυναμία του ανθρώπου και η ανεξέλεγκτη δύναμη των θεών θα ασκήσουν μεγάλη επιρροή στη σκέψη του Αισχύλου.

Πέρσαι του Αισχύλου


  Στην Ορέστεια ο ποιητής κατανοεί την εξουσία του θεού στον κόσμο. Ο ύμνος του Χορού στο Δία, στον Αγαμέμνονα, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο Αισχύλος κατανόησε τη δύναμη του θείου: «το να σε παινεύουν υπερβολικά είναι επικίνδυνο, διότι από του Δία τα μάτια ορμάει κεραυνός». Στις Ικέτιδες δύο τριάδες πλαισιώνουν ένα κεντρικό τμήμα από δύο στροφικά ζεύγη, που με το εγκώμιο της παντοδυναμίας του Δία και την έκφραση της Αισχύλειας θεοσέβειας παραβάλλονται με τον περίφημο ύμνο στο Δία του Αγαμέμνονα.

 Στο επίκεντρο του αισχυλικού κόσμου βρίσκεται η δίκη, η παρθενική κόρη του Δία, η θεά της δικαιοσύνης, από τη μυστηριώδη εξουσία της οποίας δε μπορεί να ξεφύγει κανείς. Ο Αισχύλος θα δώσει έμφαση στη δικαιοσύνη, η οποία θα είναι συνδεδεμένη με την εκδικητική δικαιοσύνη και την αρχαία παράδοση. Όπως θα αναφερθεί παρακάτω ο ποιητής θα προσεγγίσει το δίκαιο σαν θεϊκή δικαιοσύνη.

  Ο Αισχύλος, που πολέμησε για την πατρίδα στο Μαραθώνα και τη Σαλαμίνα διαπνέεται από τη βαθιά θρησκευτικότητα της γενιάς του. Η πηγή έμπνευσης του Αισχύλου ήταν ο μύθος. Δεν υπάρχει μύθος μη θεολογικός. Και θα ήταν απλοϊκή αφέλεια αν εξετάζαμε τον Αισχύλο επιφανειακά χωρίς να διακρίνουμε τη θεία επιφάνεια στο έργο. Οι τραγωδίες επίσης, συμπεριλαμβανομένων φυσικά και αυτών του Αισχύλου. τελείωναν με ένα λατρευτικό δρώμενο. Η αρχαία ελληνική θρησκεία δε βασίζονταν σε ιερά βιβλία ή σε κλειστή τάξη ιερέων αλλά στη συμμετοχή των πολιτών σε θρησκευτικές τελετές και ήταν εκδήλωση πίστης η συμμετοχή σε κάποιο τελετουργικό μέρος. Κάτι τέτοιο συνέβαινε και με τη συμμετοχή στην τραγωδία είτε ως θεατής είτε ως θεατής είτε ως δρών (ηθοποιός ή μέλος χορικού) για τον αθηναίο πολίτη.

  Η θρησκεία των αρχαίων Ελλήνων προσπαθούσε περισσότερο να καταλάβει παρά να εξηγήσει τις πράξεις των θεών. Ο τρόπος που δρουν οι Αισχύλειοι θεοί δεν είναι αδιαπέραστος από τον ανθρώπινο νου (όπως βλέπουμε στον Προμηθέα Δεσμώτη). Η αντίληψη του Έλληνα βασίζεται στην ορθολογική σκέψη αφού προϋποθέτει μια τάξη σταθερή που θα γίνει κατανοητή μια μέρα, και έργο ανθρώπου είναι να φέρει στο φως το μυστικό της υπάρχουσας τάξης στον κόσμο. Ένας από τους πρωταρχικούς στόχους του Αισχύλου κατά την ανάπτυξη της συγγραφικής του δραστηριότητας υπήρξε η κατανόηση της θεϊκής βούλησης. Η αποκρυπτογράφηση των διαθέσεων του θείου και η χαρτογράφηση της σχέσης του φυσικού κόσμου και με το μεταφυσικό κόσμο, αποτελεί συχνά δομικό στοιχείο στην πλοκή πολλών σωζόμενων τραγωδιών αλλά και κωμωδιών.

Ο Αισχύλος


  Η ποίηση και η τέχνη της αρχαίας Ελλάδας ξεχειλίζουν από την πιο μεγάλη ευλάβεια προς τα θεία, οι δεσμοί της κοινής λατρείας διατηρούσαν το ελληνικό έθνος ενωμένο, περισσότερο από κάθε άλλο μεμονωμένο παράγοντα. Κάθε δραστηριότητα των Ελλήνων συνδέονταν με τη λατρεία κάποιου θεού σε τέτοιο βαθμό, ώστε συγκριτικά ο δικός μας πολιτισμός να φαίνεται απογυμνωμένος από θρησκευτικό συναίσθημα.

  Κατά τον αθηναίο ποιητή η παντοδυναμία των θεών δεν καθορίζει την ανθρώπινη βούληση. Στον Αισχύλο, όπως θα φανεί, οι θεοί και ιδιαίτερα ο Ζευς, παρουσιάζονται παντοδύναμοι παντοδύναμοι, όμως η παντοδυναμία τους δεν καταργεί την ανθρώπινη βούληση ούτε την επικαθορίζει. Έτσι λοιπόν οι ενέργειες των θεών κατά τον Αισχύλο, δε θα είναι ανεξάρτητες από τις πράξεις των ανθρώπων, αυτό θα το διευκρινίσει στους Επτά επί Θήβας: «Λοιπόν αυτά και στους θεούς συμφέρουν, πως όταν μία πόλη κουρσευτεί, χάνονται και οι θεοί της». Συνδέοντας την άλωση της Θήβας με τη μοίρα των θεών της. Στη σκηνή του θεάτρου, ακόμη, θα αναπτυχθούν οι συγκρούσεις των ανθρώπων και των θεών και μπορούν να συμβούν οι πιο αποτρόπαιες ανθρώπινες πράξεις και να ακουστούν τα πιο φοβερά λόγια από στόμα θεών.

  Σε αντίθεση με τη σημερινή ιδιωτικού χαρακτήρα διασκέδαση του θεάτρου τότε ο Αθηναίος συμμετείχε στη διερεύνηση θεμάτων κοινωνικού, πολιτικού και θρησκευτικού χαρακτήρα, η τραγωδία ήταν κάτι σαν θρησκευτική τελετουργία, όπου συμμετείχε όλη η κοινωνία. Οι θεατές έχουν κοινή μυθική παράδοση και πολιτισμική εμπειρία, πρόκειται για έμπειρο κοινό. Ακόμη και το γεγονός ότι πολλοί απ’ αυτούς, είχαν υπάρξει χορευτές σε προηγούμενα δράματα και τραγουδιστές των διθυράμβων τους έδινε αισθητήριο να έχουν αναπτύξει ευαίσθητο αισθητήριο στο χώρο του τραγικού θεάτρου. Με αυτό το κοινό ο Αισχύλος μοιράζεται τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις.

  Το θρησκευτικό πνεύμα που προέκρινε ο Αισχύλος στα έργα του δεν ήταν αντίθετο με τις θρησκευτικές ροπές την συμπολιτών της εποχής του. Για τους σύγχρονους του Αισχύλου, όμως, πρόκειται ουσιαστικά για την «επίσημη λατρεία της πόλης», η οποία δεν είχε οργανώσει σε σύστημα καμία θρησκευτική αντίληψη, και το σημαντικότερο πράγμα, για τη θρησκεία αυτή δεν ήταν το να πιστεύεις, αλλά το να τηρούνται οι κανόνες της λατρείας, οι οποίοι αρθρώνονταν από την πόλη, και γι’ αυτό η όποια ασέβεια κατά της θρησκείας ήταν δείγμα έλλειψης αφοσίωσης και το αντίστροφο. Η αρχαία ελληνική θρησκεία πλάθονταν στα χέρια των πολιτών και σ’ αυτό ο Αισχύλος δεν προέβαλλε αμφισβήτηση.

  Ο ηρωικός κόσμος δεν άφηνε, όπως γίνεται αντιληπτό, τον πατέρα της τραγωδίας ανεπηρέαστο. Και οι μύθοι νομίζονταν πως αφηγούνταν μια μακρινή και ηρωική ιστορία αληθινή. Έτσι η διαφορά δεν είναι ριζική. Πάντως τα πρόσωπα ανήκουν σε ένα ηρωοποιημένο παρελθόν και είναι περικυκλωμένοι με κάποιο μεγαλείο. Οι δαίμονες, επίσης βασικό στοιχείο της αρχαίας ελληνικής θρησκείας, δεν απουσιάζουν από το θρησκευτικό πνεύμα του Αισχύλου. Οι δαίμονες μεταφράζονται μέσα στα αρχαία κείμενα σαν θεότητες που εγκαθίστανται μέσα στον άνθρωπο.

  Στο έργο Ικέτιδες μάλιστα, η αθηναϊκή πολιτική μεταφέρεται στον ηρωικό κόσμο. Στις Ικέτιδες το νέο στοιχείο που προβάλει (στιχ. 395,398) είναι ότι μόνο με βάση την απόφαση του λαού θα μπορούσε να ενεργήσει. Αυτή η προβολή της διαμορφωμένης δημοκρατίας μέσα στον κόσμο των ηρώων υποδηλώνει ίσως την ιδεολογία του ποιητή. Ο Αισχύλος βάζει το βασιλιά να λέει: «Είπα πρωτύτερα πως χωρίς τη γνώμη του λαού δεν μπορώ να το κάνω αυτό, όσο και αν εξουσιάζω». Η μετάβαση των Δαναϊδών στο Άργος αποτελεί τη μίμηση ενός γεγονότος του ηρωικού παρελθόντος, προκειμένου οι κόρες να ξεφύγουν από το γάμο με τα μισητά ξαδέρφια τους.

  Συνοψίζοντας θα λέγαμε ότι οι τραγωδίες ήταν συνδεδεμένες με τη θρησκεία των αρχαίων Ελλήνων άρρηκτα. Ο σπουδαίος αθηναίος ποιητής θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως θεολόγος σε σχέση με τη θρησκεία. Ο Αισχύλος έδινε ιδιαίτερη έμφαση στη δικαιοσύνη των θεών, ενώ ταυτόχρονα έθετε  τις ενέργειες των θεών σε επίπεδο ανεξάρτητο από αυτό των πράξεων των ανθρώπων. Το αθηναϊκό κοινό, επίσης, συμμετείχε στις τραγωδίες, έχοντας την αίσθηση ότι συμμετέχει σε θρησκευτικές τελετές. Στο έργο επίσης του Αισχύλου δεν παρατηρούμε μόνο σύνδεση με το ηρωικό παρελθόν αλλά και προσπάθεια μεταφοράς της αθηναϊκής πολιτικής στον κόσμο των ηρώων.

 

Πηγές:

Anderews A., Αρχαία ελληνική κοινωνία, μετάφρ, Α. Παναγόπουλου, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1983.

BONNARD A., Ο αρχαίος Ελληνικός Πολιτισμός. 1. Από την Ιλιάδα στον Παρθενώνα, μτφρ. Δ. Θοϊβιδόπουλος, εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 1991.

FLACELIERE R., Ιστορία της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας, μετάφρ. Γ. Βανδώρου-Ε. Κάζου, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 1988.

LESKY A., Η τραγική ποίηση των αρχαίων Ελλήνων τ.1, από τη γέννηση του είδους μέχρι το Σοφοκλή, μετάφρ. Ν. Χουρμουζιάδη, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1987.

Padel R., Whom Gods Destroy, Elements of Greek and Tragic Madness, Princeton University Press, Princeton, New Jersey, 1995.

ROMILY D. J., Αρχαία ελληνική τραγωδία, μετάφρ. Ε. Δαμιανού-Χαραλαμποπούλου, εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 1990,

WILKEN U., Αρχαία ελληνική ιστορία, μετάφρ. Ι. Τουλουμάκος, εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 2010. 

Αισχύλος, Αγαμέμνων, μετάφρ. Γ. Μαυρόπουλος, εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2007.

Αισχύλος, Πέρσες, μετάφρ. Γ. Μαυρόπουλος, εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2007.

Αισχύλος, Επτά επί Θήβας, εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2007.

Αισχύλος, Ικέτιδες, εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2007.

ΓΕΩΡΓΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ Κ., Κλειδιά και κώδικες θεάτρου 2, αρχαίο δράμα, εκδ. Εστία Αθήνα 2002.

ΛΕΟΝΤΟΠΟΥΛΟΥ Π., Η διαλεκτική της θείας και ανθρώπινης βούλησης στον Αισχύλο, Διδακτορική Διατριβή, Αθήνα 2007.

ΣΥΡΟΠΟΥΛΟΣ Σ., Θέατρο και Πόλη, αττικό δράμα αθηναϊκή δημοκρατία και αρχαία ελληνική δημοκρατία, εκδ. Gutenberg, Αθήνα 2012.

 

-Ο Παύλος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1978 στη Δράμα, μεγάλωσε στις Σέρρες και έζησε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από το 1996 εργάζεται στο δημόσιο σε διάφορες διοικητικές θέσεις. Είναι απόφοιτος της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Σχολής Αστυφυλάκων της Αστυνομικής Ακαδημίας, της Σχολής Επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ΕΛ.ΑΣ., και της Σχολής Ελληνικού Πολιτισμού, του Τμήματος Ανθρωπιστικών. Σπουδών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.



Ο Χρήστος Σωτηρακοπουλος περιγράφει Μπάσκετ!


Πως θα σας φαινόταν , τη σημερινή εποχή , εάν ο Αλέξης Σπυρόπουλος πήγαινε στο κλειστό γυμναστήριο του ΟΑΚΑ , έβαζε τα ακουστικά του , και ήταν έτοιμος να περιγράψει το ντέρμπυ Παναθηναϊκός - Ολυμπιακός στο μπάσκετ . Να μιλάει για alley oop και coast to coast , αναλύοντας παράλληλα την τακτική της ομαδικής άμυνας λέγοντας για Double team . Την εποχή που οι τηλεοπτικοί σταθμοί στην Ελλάδα ήταν δύο , και η φρενίτιδα που ακολούθησε για το μπάσκετ στη χώρα μετά την κατάκτηση του Πανευρωπαϊκού το 1987 δεν είχε έρθει ακόμη , οι σχολιαστές του μπάσκετ στη τηλεόραση και το ραδιόφωνο ήταν μετρημένοι στα δάκτυλα του ενός χεριού . Βασίλης Γεωργίου , Λουκάς Παπαϊωάννου , Βαγγέλης Φουντουκίδης , Χάρης Αλευρόπουλος , Θοδωρής Κοτσώνης και ο μεγαλύτερος όλων , ο Φίλιππος Συρίγος , ο άνθρωπος που έβαλε το μπάσκετ στα σπίτια των Ελλήνων με τις σαββατιάτικες τηλεοπτικές μεταδόσεις του ελληνικού πρωταθλήματος από το 1984 και μετά . Μετά το 1987 , ακούσαμε και τη φωνή του Βασίλη Σκουντή , ενώ με την έλευση της ιδιωτικής τηλεόρασης το σπηκάζ του μπάσκετ άνοιξε διάπλατα τις πόρτες σε περισσότερους δημοσιογράφους .


 

Στα μέσα της δεκαετίας του '80 , η ΕΡΤ μετέδιδε όλο και συχνότερα τους αγώνες των ελληνικών ομάδων στα Κύπελλα Ευρώπης . Ο Συρίγος δεν μπορούσε να πηγαίνει σε όλα τα ματς . Έτσι , επιστρατευόταν κάποιος δημοσιογράφος , ειδικευμένος περί των ποδοσφαιρικών , και απαραιτήτως νεαρός και φέρελπις . Στις ημέρες μας , ο Χρήστος Σωτηρακόπουλος είναι ο σημαντικότερος και πιο αναγνωρίσιμος Έλληνας τηλεσχολιαστής ποδοσφαίρου . Έχει περιγράψει εκατοντάδες ποδοσφαιρικούς αγώνες , με ειδίκευση στο Champions League , εδώ και 20 χρόνια , από τότε που πρώτο το Mega έβαλε τον ύμνο της μεγαλύτερης διασυλλογικής διοργάνωσης στο σαλόνι των Ελλήνων . Τη δεκαετία του '80 , πέρα από τη συμμετοχή του στη παρουσίαση της “ Αθλητικής Κυριακής ” το 1984-1985 και 1985-1986 , ο Σωτηρακόπουλος έκανε λίγες μεταδόσεις . Ίσως και ελάχιστες . Τα πρώτα του βήματα στο σπηκάζ τα έκανε σε αγώνες μπάσκετ , όταν έκανε την περιγραφή σε αγώνες ελάσσονος σημασίας που προβάλλονταν ως τρίλεπτα στην “ Αθλητική Κυριακή ” . Εκτός από αυτα τα παιχνίδια , τον ακούσαμε και στη περιγραφή ζωντανών μεταδόσεων μπάσκετ H Retroballa έψαξε και βρήκε στο αρχείο της δύο “ διαμάντια ” από τα μέσα της δεκαετίας του '80 και σας τα παρουσιάζει . Θα τον ακούσετε , σε ένα ενδεικτικό δίλεπτο βίντεο , να περιγράφει τους αγώνες Άρη - Λε Μαν για το Κύπελλο Κόρατς και Άρη - Λεβερκούζεν για το Κύπελλο Πρωταθλητριών . Βγάλτε τα συμπεράσματα σας και κάντε τις συγκρίσεις με το σήμερα .


Ο Χρηστος Σωτηρακοπουλος, σε μια απο τις ελαχιστες περιγραφες μπασκετ ( σε σχεση με τις ποδοσφαιρικες ) που εχει πραγματοποιησει στην καριερα του ,"σπικαρει" τον αγωνα Περιστεριου - ΑΕΚ τον Νοεμβριο του 1983 για λογαριασμο της ΕΡΤ . Προλογιζει το ματς ο Βαγγελης Φουντουκιδης στα πλαισια της "Αθλητικης Κυριακης " .



The world's first Cruise Liner 🛳 was designed by the Ancient Greek Archimedes and built around 240 BC by Archias of Corinth…

 Archimedes (287-212 BCE) was a Greek mathematician and mechanical engineer, a pioneer in both fields, many centuries ahead of his contemporaries.



In Sicily, under the ruling of the king Hiero II of Syracuse (270 – 215 BCE), a ship with stunning dimensions was built. The material used for the construction of that giant boat equated to the material for 60 regular ships. What was more, that vessel was meant to leave the secure coastal lanes and to cross the Mediterranean Sea. 


She was fabled as being one of the largest ships ever built in antiquity and as having a sumptuous decor of exotic woods and marble along with towers, statues, a gymnasium, a library, and even a temple. The ship was given a name – Syracusia – and represented what could be called “the first liner of antiquity.”


The historian Moschion of Phaselis said that Syracusia could carry a cargo of some 1600 to 1800 tons and a capacity of 1,942 passengers. She reputedly bore more than 200 soldiers, as well as a catapult. She sailed only once to berth in Alexandria, where she was later given to Ptolemy (Ptolemaios) III Euergetes of Egypt and renamed Alexandria.


#Archimedes #ArchiasOfCorinth  #Greek #Greece #AncientGreece #Syracusia #VictorySweetShop

Αισχύλος: η ζωή και το έργο του. Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος

   Ο Αισχύλος θεωρείται από πολλούς μελετητές ο πατέρας της τραγωδίας. Ο ποιητής γεννήθηκε το 524/5 στην Ελευσίνα, η γέννηση του στην περιοχή της Ελευσίνας προκάλεσε εκτενείς συζητήσεις σχετικές με τη συμμετοχή και τη μύηση του στα μυστήρια. Πατέρας του Αισχύλου ήταν ο ευγενής γαιοκτήμονας Ευφορίωνας, του γένους των Κοδριδών. Ο Ευφορίωνας ήταν εύπορος και σίγουρα παρείχε καλή παιδεία στον Αισχύλο.



  Σε νεαρή ηλικία ο Αθηναίος ποιητής έζησε την κατάλυση της τυραννίας των Πεισιστρατίδων.  Η πόλη της Αθήνας (η οποία πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι είχε από καιρό περιλάβει στην επικράτειά της ολόκληρη την Αττική, συμπεριλαμβανομένης και της Ελευσίνας) ήταν πάνω από είκοσι χρόνια υπό την εξουσία πρώτα του Πεισίστρατου και έπειτα, μετά το θάνατό του, το528/7 π.Χ., του γιου του Ιππία[1]. Οι Πεισιτρατίδες ήταν όμως αυτοί οι οποίοι καθιέρωσαν τους δραματικούς αγώνες κατά τη διάρκεια των θρησκευτικών εορτών.

  Ο μεγάλος τραγικός ποιητής, επίσης, πολέμησε κατά τους περσικούς πολέμους, ενώ γενικά έζησε σε μία εποχή που έγιναν σοβαρά πολιτικά και στρατιωτικά γεγονότα. Ο Αισχύλος ανήκει στην ένδοξη γενιά των Αθηναίων, οι οποίοι δύο φορές απώθησαν τα πολυάριθμα στρατεύματα των Περσών[2]. Η νίκη κατά των Περσών υπήρξε το ξεκίνημα της χρυσής εποχής των Αθηνών. Ο Lesky εγγράφει την προσωπικότητα του Αισχύλου στο περιβάλλον εντός του οποίου διαμορφώθηκε αποδίδοντας ιδιαίτερη σημασία στην ιστορική συγκυρία των περσικών πολέμων, της νίκης κατά των Περσών και των επικρατούντων αισθημάτων στην Αθήνα[3]. Η δραματουργία του Αισχύλου συντελέστηκε κατά την περίοδο των μεταρρυθμίσεων του Κλεισθένη και του Εφιάλτη, οπότε και έλαβε χώρα η εμπέδωση του δημοκρατικού πολιτεύματος στην Αθήνα.

  Αργότερα ταξίδεψε στη Σικελία, όπου ο τύραννος των Συρακουσών Ιέρων ίδρυσε την Αίτνα, ύστερα από πρόσκληση του Ιέρωνα. Εκεί ο Αισχύλος δίδαξε τους Πέρσες ύστερα από απαίτηση του Ιέρωνα. Στη Σικελία ο ποιητής μετέβη δύο φορές, την πρώτη φορά στην αυλή του τυράννου των Συρακουσών Ιέρωνα, όπου συνέγραψε το έργο Αίτναιες, με αφορμή την ίδρυση της πόλης Αίτνας από τον Ιέρωνα και τη δεύτερη φορά το 456/65. Ο Αισχύλος πέθανε στη Γέλα της Σικελίας το 456/5 π.Χ., θύμα ενός παράδοξου ατυχήματος, όπως μαρτυρεί η παράδοση, ο ποιητής σκοτώθηκε από ένα καύκαλο χελώνας που άφησε από τα νύχια του ένας αετός πετώντας πάνω από το κεφάλι του. Ο τάφος έγινε προσκύνημα και οι συμπολίτες του θέσπισαν νόμο, σύμφωνα με τον οποίο μπορούσε να συμμετάσχει όποιος ήθελε σε διαγωνισμό με τα έργα του Αισχύλου[4].

  Σε ηλικία 26 ετών, στις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ., ο Αισχύλος συνέθεσε την πρώτη τραγωδία. Όπως προαναφέρθηκε θεωρήθηκε ο δημιουργός της τραγωδίας, έγραψε 73 ή 90 δράματα και κέρδισε 13 νίκες στους δραματικούς αγώνες. Από το έργο του ποιητή σώζονται επτά ολόκληρες τραγωδίες και αρκετά αποσπάσματα από άλλα έργα του. Πρώτη συμμετοχή του Αισχύλου στους τραγικούς αγώνες υπήρξε το 499/6 π.Χ., ενώ την πέτυχε πρώτη νίκη του το 484 π.Χ. Το πρώτο βραβείο ο Αισχύλος το κέρδισε 28 φορές. Με το έργο του Αισχύλου σηματοδοτείται μετάβαση της τραγωδίας από την αρχαϊκή στην κλασική εποχή.

  Η δημοκρατική Αθήνα και πιο συγκεκριμένα ο δήμος των Αθηναίων αποτελούσε εν μέρει το θέμα των δραματικών αυτών παραστάσεων. Οπωσδήποτε όμως ήταν ο παραγγελιοδότης, ο παραλήπτης και ο θεατής, αυτής της πρώτης στην ιστορία και ανεπανάληπτης δημιουργίας[5]. Το μυθικό Άργος που ήταν η πηγή έμπνευσης του Αισχύλου αντικατοπτρίζει τη σύγχρονη με την εποχή του Αθήνα. Ο Αισχύλος προχώρησε σε αρκετές καινοτομίες όσον αφορά τη δραματουργική σύνθεση. Ο ποιητής μείωσε τα χορικά καθώς και τη σύνθεση του Χορού  και αύξησε το διάλογο. Προσέθεσε επίσης σκηνικές μηχανές, το δεύτερο ηθοποιό και καθιέρωσε τέλος την τριλογία.



[1] SOMMERSTEIN A., Η ζωή και το έργο του Αισχύλου, μετάφρ. Π. Πολυκάρπου, εκδ. Guttenberg, Αθήνα 2017, σελ. 13.

[2] SAID S., κ.α., Ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας τ.1, μετάφρ. Γ. Ξανθάκη-Δ.Τσιλιβέρδη-Β. Πόθου, εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 2001, σελ. 172.

[3] ΑΔΡΙΑΝΟΥ Ε., ΞΙΦΑΡΑ Π., Αρχαίο ελληνικό θέατρο, ο δραματικός λόγος από τον Αισχύλο ως το Μένανδρο, εκδ. Ε.Α.Π., Πάτρα 2001, σελ. 49.

[4] Ιστορία των Ελλήνων, κλασική εποχή τ.3, ο.π., σελ. 421.

[5] SCHULLER W.,Ιστορία της αρχαίας Ελλάδας, μετάφρ. Α Καμαρά-Χ.Κοκκινά, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 2001, σελ. 76.


-Ο Παύλος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1978 στη Δράμα, μεγάλωσε στις Σέρρες και έζησε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από το 1996 εργάζεται στο δημόσιο σε διάφορες διοικητικές θέσεις. Είναι απόφοιτος της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Σχολής Αστυφυλάκων της Αστυνομικής Ακαδημίας, της Σχολής Επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ΕΛ.ΑΣ., και της Σχολής Ελληνικού Πολιτισμού, του Τμήματος Ανθρωπιστικών. Σπουδών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.

Οι χοές στα έργα του Αισχύλου. Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος

   Στην ανάλυση που ακολουθεί θα αναφερθούμε στις χοές , όπως παρουσιάζονται μέσα στο έργο του Αθηναίου τραγικού ποιητή. Θα επικεντρωθούμε σ...