Ο Βρετανός Αξιωματικός στις αρχές του 19ου αιώνα μας δίνει μία εικόνα της Θεσσαλονίκης...
Αρκετές πληροφορίες μπορεί ο αναγνώστης να αντλήσει σχετικά με την οικονομία και τις τιμές των προϊόντων από το κείμενο που ακολουθεί:
Σαλόνικα ονομάστηκε η πόλη από Ιταλούς και Άγγλους, από τους Τούρκους Σελανίκ, από τους Έλληνες Σαλονίκη και από τους μορφωμένους Θεσσαλονίκη. Ήταν τοποθετημένη στην κατηφοριά ενός λόφου που πρόβαλε από την άκρη του υψηλότερου σημείου του λιμανιού στην κορυφή του Θερμαϊκού κόλπου που συμπεριλαμβάνονται με τον Βαρδάρη και το Καραμπουρνάκι. Περικλείονταν από ψηλούς, λευκούς τοίχους, των οποίων το εξωτερικό περίβλημα όπως και αυτό της πόλεως έχει θέα στη θάλασσα, ενώ υπάρχει μια πιο επιβλητική εμφάνιση στην προσέγγιση αυτής της πλευράς. Το σχέδιο της πόλης ομοιάζει με ημικύκλιο, του οποίου η διάμετρος διαγράφεται από ένα ψηλό τοίχο με πλευρικούς πύργους με έκταση ενός μιλίου σε μάκρος, κατά μήκος της παραθαλάσσιας ακτής, και φυλάσσεται από τρεις μεγάλους πύργους, έναν σε κάθε άκρο, και ο τρίτος να έχει θέα προς τη σκάλα ή την αποβάθρα, όπου και υπάρχει ένα μικρό προάστιο ανάμεσα στον πύργο και στην ακτή. Από την εφεύρεση της πυρίτιδος και εξής, πυροβολαρχίες προστέθηκαν στις ναυτιλιακές αμυντικές δυνάμεις στα πιο σπουδαία σημεία και ένα κάστρο κατασκευάστηκε στη δυτική γωνία της πόλης. Οι ανατολικοί και δυτικοί τοίχοι ακολουθούν τις άκρες του υψώματος όπου βρίσκεται σε κάθε πλευρά προς μια μικρή κοιλάδα που βρέχεται από ένα ποταμάκι και τερματίζει πάνω από τους τοίχους του κάστρου, το οποίο έχει διπλό περίβλημα προς την πόλη πλαισιωμένο με τετράγωνους πύργους. Ο πληθυσμός της Θεσσαλονίκης υπολογίζεται σε 80.000, αλλά πιθανότατα δεν υπερβαίνει τις 65.000, εκ των οποίων 35.000 είναι Τούρκοι, 15.000 είναι Έλληνες και 13.000 είναι Εβραίοι, ενώ οι υπόλοιποι είναι Φράγκοι και Αθίγγανοι. Οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης προέρχονται από την Ισπανία και βρέθηκαν στη Θεσσαλονίκη την εποχή της εκδίωξής τους στα τέλη του 15ου αιώνα. Όμως ένα σημαντικό τμήμα τους έγιναν Μουσουλμάνοι από εκείνη την εποχή, χωρίς να αγνοηθούν από τους Οσμανλήδες, και διαμόρφωσαν μια ξεχωριστή τάξη υπό την αίρεση των Μαμίνων.
Κληρονομώντας το εβραϊκό πνεύμα της φιλαργυρίας και της εργατικότητας, είναι εύποροι
και ανάμεσά τους είναι οι πιο πλούσιοι Τούρκοι της Θεσσαλονίκης. Ο Χασάν Ατζίκ, ένας
υπουργός στην Κωνσταντινούπολη και ο αδερφός του, φοροσυλλέκτης στη Σαλονίκη είναι
Μαμίνοι. Είναι συνήθως άνθρωποι με έντονη απέχθεια στους αδρανείς, φτωχούς και
σπάταλους Γενίτσαρους της κατώτερης τάξης. Πηγαίνουν τακτικά στο τζαμί και
συμμορφώνονται με την θρησκεία στα εξωτερικά στοιχεία, αλλά επικρίνονται από τους
άλλους Τούρκους πως έχουν μυστικές συναντήσεις και τελετές με άλλους ιδιόρρυθμους, των οποίων η καλύτερη απόδειξη είναι η γνώση της ισπανικής γλώσσας. Λέγεται ότι
διαχωρίζονται σε τρεις κατηγορίες, δύο εκ των οποίων δεν εμπλέκονται με την τρίτη, αλλά
ούτε και η τρίτη δίνει τις κόρες της για γάμο με Οσμανλήδες. Η Πολιτεία, η ελληνική κοινωνία, κυβερνάται από την μητροπολιτική επισκοπή, που μαζί με τους άρχοντες καθορίζει όλες τις πολιτικές διαμάχες για τις οποίες οι Τούρκοι δεν ενδιαφέρονται, εκτός εάν οι Χριστιανοί το θεωρούν σωστό να προσφύγουν στο δικαστήριo .
«Οι υπηρέτες των τουρκικών οικογενειών στη Θεσσαλονίκη, όπως οι kahuedji (καφετζήδες),
οι tutunji (καπνοπώλες), οι akhdji (μάγειρες), έπαιρναν περίπου 10 πιάστρες (12 αγγλικά
στερλίνια) το μήνα. Ο yazji ή γραφέας έπαιρνε 30 πιάστρες. Οι Ελληνίδες υπηρέτριες στις
οικογένειες των Φράγκων έπαιρναν περίπου 50 πιάστρες το χρόνο μαζί με το ρουχισμό και
την διατροφή τους. Η καλύτερη ποιότητα ψωμιού κόστιζε 15 παράδες η οκά για 2 και 3/4
λίβρες, και το πρόβειο κρέας 18 ή 20 παράδες η οκά. Το βοδινό μόνο 8 ή 10, αφού καταναλώνονταν μόνο από τους Εβραίους και τους Φράγκους. Η μέση τιμή του μεταξιού
ήταν 50 πιάστρες η οκά και σχεδόν όλες οι οικογένειες εξέτρεφαν μεταξοσκώληκες.
Συνηθισμένα βαμβακερά και μάλλινα είδη για το ρουχισμό των απλών ανθρώπων υφαίνονταν τόσο σε ιδιωτικούς χώρους όσο και στα γύρω χωριά. Μια αξιόλογη ποσότητα από βαμβακερές πετσέτες κατασκευάζονταν εδώ, μερικές φορές κεντημένες με χρυσό ρέλι, για το νίψιμο, ή για το πλύσιμο. Η τέχνη δε αυτή ήταν διαδεδομένη σε κάθε μέρος της Ελλάδος όπως στην Ομηρική εποχή. Άλλο ένα εργοστάσιο της πόλης κατασκευάζει μεταξωτές γάζες για πουκάμισα και κουνουπιέρες, αλλά η κύρια βιομηχανική παραγωγή της πόλης είναι η βυρσοδεψία και το βάψιμο των δερμάτων, η οποία βρίσκεται εξολοκλήρου στα χέρια των Γενίτσαρων.
Το εμπόριο της Θεσσαλονίκης παρήκμασε σημαντικά κατά τη διάρκεια του πολέμου, φαίνεται άλλωστε και από τις περιγραφές του Beaujour ήδη από το 1797. Ο καπνός αποστέλλεται μακριά με αυτοκρατορικά πλοία και αποτελεί τώρα τη μόνη αξιόλογη εξαγωγή. Κανένα αγγλικό πλοίο δεν έχει φορτωθεί εδώ για 12 χρόνια. Οι μπέηδες έχουν τις δικές τους αποθήκες με σιτηρά, οι οποίοι με φιρμάνι της Πύλης, το οποίο δημοσιεύτηκε την περασμένη χρονιά και ανανεώθηκε φέτος, απαγορεύεται να το αποστέλλουν στη Χριστιανοσύνη.
Εν τω μεταξύ η Πύλη απαιτούσε σε χαμηλή τιμή μια συγκεκριμένη αναλογία από όλες τις πιο παραγωγικές σε σιτηρά χώρες της αυτοκρατορίας. Η Μακεδονία ήταν εξαίρεση, καθώς απέφυγε αυτό το πλαφόν, έχοντας ως πρόσχημα τον εξοπλισμό του στρατού και του στόλου. Τρείς ή τέσσερις χιλιάδες (Stabul) κιλά σιταριού παράγονταν εδώ μέσα σ' ένα μήνα, και βοοειδή σε κάθε αριθμό που θα μπορούσε να
απαιτηθεί. Ο Μπέης της Θεσσαλονίκης υποφέρει περισσότερο και από τους πιο απομακρυσμένους ιδιοκτήτες, επειδή το λαθρεμπόριο του σίτου μπορούσε να διεξαχθεί πολύ πιο εύκολα από οποιοιδήποτε άλλο μέρος της ακτή.
Φυσικά τα νούμερα και τα στατιστικά των κειμένων των περιηγητών υπόκεινται σε έλεγχο καθώς παρατίθενται εμπειρικά ή από ακούσματα του συντάκτη κατά την επίσκεψη του στο εκάστοτε μέρος. Η γενικότερη εικόνα όμως δεν απέχει από την πραγματικότητα.