Καλησπέρα της αφεντιάς σας... Η κουρούνα είναι ένα πουλί που κατουράει μες στη φωλιά του. Και κάποιαν ώρα είπε σε άλλα πουλιά της γειτονιάς εκεί ότι: –Θα φύγω. Θα σηκωθώ να φύγω. Λέει, γιατί θα φύγεις; Λέει, γιατί βρόμισεν η φωλιά μου. Και της λένε τα άλλα πουλιά: –Θα πάρεις και τον κώλο σου μαζί; - Λέει, θα τον πάρω. –Ε, θα βρομίσει κι εκεί που θα πας. Αυτό το λένε για τους ανθρώπους που είναι μοχθηροί, άχρηστοι.
Ο «από μηχανής θεός»:
Είναι ένα τυπικό ευριπίδειο στοιχείο.
Το σχέδιο έχει πια ευοδωθεί.
Η μόνη εκκρεμότητα που υπάρχει είναι η σωτηρία της Θεονόης (η οποία βοήθησε τα μέγιστα στη διαφυγή της Ελένης και του Μενέλαου)...
Ως από μηχανής θεοί λειτούργησαν στην προκειμένη περίπτωση οι Διόσκουροι...
Ο ρόλος των Διόσκουρων είναι: α) να σώσουν τη Θεονόη, β) να επιβάλουν το θεϊκό δίκαιο και γ) να αποθεώσουν την Ελένη, πράγματα που θα συμβούν αργότερα και χρειάζονται προφητεία.
Η συνθήκη του Αγίου Στεφάνου ήταν αυτή που πρωτοδημιούργησε τη Μεγάλη Βουλγαρία.
Ο ρωσοτουρκικός πόλεμος του 1877-78 κατέληξε στη συντριπτική ήττα των Οθωμανών και έτσι ως συνέπεια αυτής στο προάστιο Άγιος Στέφανος της Κωνσταντινούπολης οι Ρώσοι επέβαλλαν στους Οθωμανούς τη συγκεκριμένη συνθήκη.
Σύμφωνα με τη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου η Βουλγαρία θα προσαρτούσε την Ανατολική και Δυτική Μακεδονία (εκτός από τη Θεσσαλονίκη και τη Χαλκιδική), την περιοχή των Σκοπίων και θα περιελάμβανε ακόμη όλα τα εδάφη της σημερινής Βουλγαρίας. Επιπλέον κηρύχθηκαν ανεξάρτητα κράτη το Μαυροβούνιο και η Σερβία.
Οι υπόλοιπες μεγάλες δυνάμεις βλέποντας με ανησυχία την επέκταση της Ρωσίας προς νότο με τη δημιουργία μεγάλων σλαβικών κρατών αναθεώρησαν τη συνθήκη ένα χρόνο αργότερα στο Βερολίνο επιστρέφοντας τη Βουλγαρία στα προηγούμενα της σύνορα.
Απόψε η Διαδρομή θα σας παρουσιάσει ένα αξιόλογο και αρκετά ενδιαφέρον έργο. Πρόκειται για την "Τιμή" του Γερμανού θεατρικού συγγραφέα Χέρμαν Σούντερμαν.
Πρωτοπαίχτηκε στο Βερολίνο το Νοέμβριο του 1889. Το έργο έχει φιλοσοφικές διαστάσεις και βαθιά νοήματα. Κεντρικό θέμα το οποίο διαπραγματεύται το έργο είναι η ανθρώπινη Τιμή. Ο ακροατής μεταφέρεται με εύστοχο τρόπο στο κλίμα της εποχής...
Ήταν το πρώτο του δράμα, και τον τοποθέτησε στη μεγάληοικογένεια του Νατουραλισμού και εκτίναξε τη φήμη του σε όλη τηΓερμανία «εις μίαν και μόνην εσπέραν», στις 27 Νοεμβρίου του 1889.
Ο Ζούντερμαν θα κάνει τελικά την θριαμβευτική του είσοδο στο ελληνικό θέατρο με την Τιμή, η οποία παίχτηκε στο θέατρο Τσόχα από τον θίασο του Ευάγγελου Παντόπουλου και του Ευτύχιου Βονασέρα ο 1898, σε μετάφραση του Χαραλάμπη Άννινου.
Η υπόθεση:
Ο Ροβέρτος επιστρέφει στην πατρίδα του, στη Γερμανία μετά από μακροχρόνια παραμονή στις Ινδίες όπου εργάζεται ως ανώτερο στέλεχος των επιχειρήσεων του κυρίου Μίλλιγκ. Ο πρωταγωνιστής είναι γιος ενός απλού εργάτη τον οποίο το αφεντικό του τον έχει ευεργετήσει. Έτσι λοιπόν ο Ροβέρτος αισθανόμενος απεριόριστη ευγνωμοσύνη στον ευεργέτη του και με όπλο την εντιμότητα που τον χαρακτηρίζει πράττει το καλύτερο για το αφεντικό του.
Η επιστροφή όμως του Ροβέρτου στο πατρικό του σπίτι κρύβει πολλές εκπλήξεις για τον ίδιο. Τα πρόσωπα της οικογένειας του δηλαδή ο πατέρας του, η μητέρα του, οι δύο αδερφές του και ο γαμπρός του είναι πια πολύ διαφορετικοί. Την ώρα που καταρρέουν όλα γύρω του και τίθεται το ερώτημα εάν υπάρχει ακόμη τιμή, ο πρωταγωνιστής μας παραμένει σταθερός στις αξίες του και αρνείται να συμβιβαστεί με τον εκφυλισμό χωρίς να υπολογίσει το κόστος...
Λίγα ακόμη στοιχεία:
Η παράσταση θεωρήθηκε ως «το πιο ευχάριστο θεατρικό γεγονός της τρέχουσας θεατρικής περιόδου» και η φήμη της προσέλκυσε στο θέατρο όχι μόνο τη βασιλική οικογένεια αλλά και «τας απωτέρας λαϊκάς τάξεις». Πολύ γρήγορα το έργο υιοθετήθηκε από το σύνολο των ελληνικών θιάσων και παίχτηκε σε όλα τα θεατρικά στέκια της εποχής... «από του Νείλου μέχρι του Δουνάβεως».
Πριν σβήσουν οι εντυπώσεις από την παράσταση της Τιμής, το ενδιαφέρον για τον Ζούντερμαν τροφοδότησε η επίσκεψη στην Αθήνα της ιταλίδας ηθοποιού Ελεονώρας Ντούζε η οποία επέλεξε τη Μάγδα, ως πρώτο έργο για την γνωριμία της με το αθηναϊκό κοινό. Πριν ακόμη από την άφιξή της, είχε ανακοινωθεί ότι το έργο μετέφραζαν ο Αριστομένης Προβελέγγιος και ένας ακόμη Αθηναίος λόγιος με το ψευδώνυμο Μιλτιάδης Αθηναίος. Η μετάφραση του τελευταίου εκδόθηκε τον Ιανουάριο του 1899, λίγες μέρες πριν την άφιξη της Ντούζε, χάριν εκείνων που θα παρακολουθούσαν την παράστασή της.
Η Τιμή δεν άφηνε τέτοια περιθώρια συμβιβασμού. Ήταν ωστόσο το έργο που παίχτηκε πιο πολύ και προκάλεσε τις περισσότερες αλλά και τις πιο αντιφατικές αντιδράσεις. Έκανε τις 98 από τις 170 παραστάσεις που έκαναν συνολικά τα έργα του Ζούντερμαν την περίοδο 1898-1912. Επιπλέον, προκάλεσε, όπως θα δούμε παρακάτω, τη συγγραφή δύο ελληνικών έργων και ενδεχομένως επηρέασε τη συγγραφή περισσότερων.
Στην επιτυχία της συνέβαλε, ασφαλώς, η έλλειψη αποξενωτικών δραματουργικών χαρακτηριστικών, όμως εκείνο που προκάλεσε το ενδιαφέρον και έγινε μαγνήτης έλξης για το κοινό των περιπλανώμενων ελληνικών θιάσων ήταν το θέμα της.
Η παράσταση, όπως είδαμε, ενθουσίασε το κοινό και προκάλεσε «ασυνήθη κριτικήν κίνησιν». «Δεν θα μείνη φαίνεται Έλλην επαγγελλόμενος οπωσδήποτε τον λόγιον ο οποίος να μη γράψη μιαν κριτικήν περί της Τιμής», έγραφε η Εφημερίδα λίγες μέρες μετά την πρεμιέρα του έργου. Όμως οι εξιδανικευμένες ιδέες περί τιμής που εξέφρασε ο κόμης Τραστ δεν τους βρήκαν όλους σύμφωνους και ο εσωτερικός αγώνας του Ροβέρτου για να τις αποδεχτεί και να τις ακολουθήσει δεν τους έπεισε.
Η κριτική, γενικώς, παρέκαμψε την ταξική έννοια της τιμής και εστίασε στο ζήτημα της οικογενειακής τιμής, στην παραίτηση του αδελφού από την υποχρέωση να σκοτώσει τον διαφθορέα της αδελφής του, καθώς και στις επιπτώσεις που θα μπορούσε να έχει μια τέτοια συμπεριφορά στο κοινωνικό οικοδόμημα.
Είναι γεγονός ότι μεγάλο μέρος του Τύπου υποδέχθηκε με ευμένεια τη σκηνική επιτυχία του έργου. Κάποιοι επιδόθηκαν σε εγκώμια για τις φιλοσοφικές θέσεις που αναπτύχθηκαν στη διάρκεια της παράστασης και τις οποίες οι ίδιοι ήταν σε θέση να εκτιμήσουν. Παράλληλα, αναγνώρισαν ότι η ελληνική κοινωνία δεν ήταν ώριμη να τις υποδεχτεί, αλλά υπέθεσαν ότι μπορούσε να παραδειγματιστεί από τις ιδεολογικές θέσεις του δράματος.
Υπήρξαν όμως και εκείνοι που γαλουχημένοι με τη δραματουργική τεχνική του Δουμά-γιου έδιναν ιδιαίτερη βαρύτητα στην τελική έκβαση του έργου, η οποία προσέκρουε στο δικό τους αίσθημα τιμής. Ήταν πρόθυμοι να αποδεχτούν τη σχετικότητα της τιμής, αλλά θεωρούσαν ότι η οικογενειακή τιμή έπρεπε να εξαιρεθεί. Προσπάθησαν να δώσουν τις δικές τους εκδοχές για το τέλος που θα έπρεπε να έχει το έργο προκειμένου να περισωθεί η οικογενειακή τιμή, η οποία είχε σπιλωθεί από την ατιμασμένη αδελφή. Υποστήριξαν ότι η ατιμία μόνο με αίμα μπορούσε να ξεπλυθεί, διακηρύσσοντας, συγχρόνως, ότι «ευτυχώς» είμαστε «λαός όστις έχει ενόρκους αθωούντας τους φονεύοντας τον εραστήν και την αδελφήν, όταν ευρεθούν εις την θέσιν του ατιμασθέντος Ροβέρτου Χάινεκε». Από τις τάξεις των παραπάνω προήλθαν δύο συγγραφείς θεατρικών έργων, οι οποίοι δεν φαίνεται να είχαν άλλη σχέση με τη θεατρική σκηνή, πέρα από αυτήν που τους ενέπνευσε η παράσταση της Τιμής.
Σκοπός τους δεν ήταν να ανασκευάσουν τη θεωρητική της βάση, αλλά να επισημάνουν τους κινδύνους που διέτρεχε η ελληνική κοινωνία από την υιοθέτηση του ιδεολογικού της περιεχομένου και να υπερασπιστούν τα πατροπαράδοτα ελληνικά ήθη. Άποψη του γράφοντος είναι ότι ο Ροβέρτος αποτελεί πρότυπο ανδρός, και αξίζει να ακούσει κανείς το εν λόγω έργο επειδή: καίτοι γράφτηκε 130 περίπου χρόνια πριν είναι ακόμη επίκαιρο ενώ σίγουρα εφοδιάζει τον ακροατή με κουράγιο, προκειμένου να παραμείνει έντιμος σε μία εποχή που ο εκφυλισμός κυριαρχεί...
Σήμερα ο Χέρμαν Σούντερμαν είναι ξεχασμένος, πλην όμως στην εποχή του υπήρξε από τους πιο διάσημους συγγραφείς. Επιπλέον ο Σούντερμαν ήταν αυτός που εισήγαγε το Νατουραλισμό στη Γερμανία.
Τα γεγονότα τα οποία ήταν καθοριστικά για την έναρξη των Βαλκανικών πολέμων και κατά κάποιον τρόπο οδήγησαν στην έκρηξή τους ήταν τα ακόλουθα ( σύμφωνα με τη στρατιωτική ιστορία του Γ.Ε.Σ. ):
- Το 1860 με πρωτοβουλία του βασιλιά της Σερβίας πρωτοβουλία του βασιλιά Σερβίας Μιχαήλ επιδιώχθηκε η σύμπραξη των βαλκανικών κρατών, η προσπάθεια αυτή όμως διακόπηκε εξαιτίας του θανάτου του Μιχαήλ το ίδιο έτος.
- Το 1885 προσαρτήθηκε η Ανατολική Ρωμυλία από τους Βούλγαρους και έτσι 100.000 Έλληνες αφέθηκαν στο έλεος των Βουλγάρων.
-Το 1891 και το 1894 προτάσεις της Ελλάδας προς τη Βουλγαρία για σύναψη στρατιωτικής συμμαχίας ναυάγησαν εξαιτίας της φιλοτουρκικής βουλγαρικής πολιτικής.
-1903 ψευδοεξέγερση του Ίλιντεν (Μακεδονικοί πληθυσμοί υποκινούμενοι από τους Βουλγάρους και σε μικρότερη κλίμακα από τη σέρβικη και ρουμάνικη προπαγάνδα).
-Η Τουρκία εφαρμόζει το διαίρει και βασίλευε μεταξύ των βαλκανικών κρατών προκειμένου να αποφευχθεί ο συνασπισμός μεταξύ τους. Κανένα βαλκανικό κράτος δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει μόνο του την Οθωμανική αυτοκρατορία.
-Κατάρτιση σχεδίου ελληνοβουλγαρικής συμμαχίας. Δεν υπογράφηκε όμως επειδή η ελληνική πλευρά επιθυμούσε να αρχή το σχίσμα με την βουλγαρική εκκλησία, με αυτό δεν συμφώνησε η βουλγαρική διπλωματία.
- 1911 Ο Ελευθέριος Βενιζέλος βολιδοσκόπησε συνεργασία μεταξύ των βαλκανικών κρατών σε περίπτωση τουρκικής επίθεσης.
-25-04-2912 υπογράφηκε στρατιωτική συμφωνία για κινητοποίηση 200.000 Βουλγάρων και 150.000 Σέρβων σε περίπτωση τουρκικής επίθεσης.
-18-05-1912 συμπληρωματική συμφωνία υπογράφηκε στη Σόφια.
22-09-1912 υπογράφηκε στρατιωτική συνεργασία μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας. Η Ελλάδα θα έστελνε στο μέτωπο 120.000 στρατιώτες και η Βουλγαρία 300.000 στρατιώτες.
Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί ότι οι Τούρκοι προσέφεραν δώρα στους Έλληνες προκειμένου να μην συμμετάσχουν στη βαλκανική συμμαχία. Ειδικότερα προσέφεραν την Κρήτη, την περιοχή του Μετσόβου έως τα Ιωάννινα και τα εδάφη από τον ποταμό Κάλαμο έως τις ανατολικές υπώρειες του Ολύμπου.
Απόσπασμα από ένα σημερινό άρθρο του κου Κασιμάτη στην εφημερίδα Καθημερινή:
Το φαινόμενο που περιγράφω είναι τόσο συχνό, ώστε μόλις προχθές το παρατηρήσαμε στην περίπτωση του κυβερνητικού εκπροσώπου, ο οποίος χρησιμοποίησε τον όρο «μπαχαλάκηδες» για να αναφερθεί στους υπερασπιστές των εργαστηρίων παραγωγής μολότoφ στο ΟΠΑ. «Μπαχαλάκιας» είναι ένας όρος που σκοπίμως εξωραΐζει τη δράση αυτών των ανθρώπων. Δεν είναι «μπάχαλο» η συστηματική καταστροφή δημόσιας περιουσίας, ο εκφοβισμός, η βία και, εν τέλει, η εγκληματική δράση. Θέλω να πω, δεν έχει καθόλου πλάκα όλο αυτό, ώστε να μπορούμε να το πούμε «μπάχαλο». Τα άτομα αυτά δεν είναι «μπαχαλάκηδες». Είναι κάτι άλλο, στο φάσμα που ξεκινά από τους αλήτες και τα ρεμάλια και καταλήγει στους κακοποιούς και τους εγκληματίες. Ας πάψουμε, επιτέλους, να τους χαϊδεύουμε με τον τρόπο που τους αποκαλούμε.
Η αιχμαλωσία, στην οποία αυτά τα ρεμάλια κρατάνε το πανεπιστήμιο δεκαετίες τώρα, στρέφεται κατά του πραγματικού συμφέροντος των πολλών, διότι αυτοί επωφελούνται από την καλή λειτουργία του βασικότερου θεσμού σε μια κοινωνία που θέλει να είναι αξιοκρατική.
Ο θεατρικός ήρωας ασφαλώς και δε θα πεθάνει ποτέ στο πέρασμα των αιώνων...
Ο Λουίτζι Πιραντέλο στο έργο του "Έξι πρόσωπα αναζητούν συγγραφέα" μας το λέει μέσα από μια σκηνή του έργου με εύστοχο τρόπο...
Διαβάστε το με προσοχή:
ΠΑΤΕΡΑΣ (επικεφαλής μίας οικογένειας ηθοποιών "πλασμένων" και φανταστικών από έναν συγγραφέα, οι οποίοι έχουν εισβάλει στη σκηνή ενός θεάτρου του οποίου οι καλλιτέχνες πραγματοποιούν πρόβες) (Την παραμερίζει) Εκτοπισμένα... μάλιστα! (Αμέσως, απευθείνεται στον θιασάρχη) κατόπιν κάνει μία εξαιρετική τοποθέτηση σχετικά με την αθανασία των πλασμένων θεατρικών ηρώων.... Υπό την εξής έννοια: ο συγγραφέας που άρχισε να μας δημιουργεί ανακάλυψε στη συνέχεια ότι δεν ήθελε ή, ίσως, δεν μπορούσε να μας δώσει μια ολοκληρωμένη υπόσταση για να μπούμε στον κόσμο της Τέχνης. Κι αυτό είναι εγκληματικό, κύριε, γιατί όποιος έχει την τύχη να γεννηθεί ζωντανό θεατρικό πρόσωπο μπορεί να περιγελάει ακόμα και το θάνατο. Ο θεατρικός ήρωας δεν πεθαίνει. Ο συγγραφέας, ο δημιουργός πεθαίνει, αλλά το δημιούργημα του δεν πεθαίνει. Άλλωστε, για να ζήσει αιώνια ο θεατρικός ήρωας δεν χρειάζεται ούτε εξαιρετικά προσόντα ούτε ικανότητες θαυματοποιού. Ποιος ήταν ο Σάντσο Πάντσα; Ποιος ήταν ο Μακμπέθ; Κι όμως, ζουν αιώνια γιατί, σαν ζωντανοί σπόροι, είχαν την τύχη να βρεθούν μέσα σε γόνιμη μήτρα, στη φαντασία, που τους έθρεψε, τους μορφοποίησε και τους χάρισε αιώνια ζωή!