Ισοκράτης
Η έννοια του πάθους στη δραματουργία είναι κατά κύριο λόγο συνυφασμένη με την τραγωδία. Και πράγματι, είναι δύσκολο να την ταυτίσει κανείς με την κωμωδία. Παρ’ όλα αυτά, μια περισσότερο προσεκτική ματιά θα μας πείσει για το αντίθετο, το γεγονός, δηλαδή, πως μπορούμε να εντοπίσουμε πάθη και σε έργα κωμικά, χρησιμοποιώντας όμως διαφορετικές πτυχές την έννοιας του πάθους και εξετάζοντας τα έργα αυτά από την κατάλληλη οπτική, έχοντας πάντοτε κατά νου πως το πάθος διαφέρει από δραματικό είδος σε δραματικό είδος.
Από την εποχή του Αριστοτέλη ακόμα, υπάρχει κριτική αναφορά στον όρο πάθος και τη θεατρική λειτουργία του. Ο φιλόσοφος, στην Περί Ποιητικής πραγματεία του, μιλώντας για την τραγωδία, συγκαταλέγει το πάθος τρίτο ανάμεσα στα μέρη του μύθου, σε μία σειρά όπου προηγούνται η περιπέτεια και η αναγνώρισις. Για τον ορισμό του πάθους ο Αριστοτέλης αρκείται να αναφέρει πως «είναι πράξη καταστροφική και οδυνηρή όπως είναι οι θάνατοι, τα βασανιστήρια, οι τραυματισμοί και τα παρόμοια που εμφανίζονται στη σκηνή».
Το πάθος έχει να κάνει με καταστάσεις τόσο σωματικές όσο και ψυχικές οι οποίες ταλαιπωρούν τους θνητούς και έχουν προέλευση, σύμφωνα με την αρχαία παράδοση, θεϊκή. Οι άνθρωποι, μέσω αυτών, δοκιμάζονται και είτε καταφέρνουν να ξεφύγουν είτε εγκαταλείπουν παραμένοντας εγκλωβισμένοι σ’ αυτά. Στο πλαίσιο του αρχαίου ελληνικού δράματος, το πάθος συναντάται σε όλα τα δραματικά είδη· οι ήρωες είναι έρμαια των παθών τους και είτε συμβιβάζονται και πορεύονται μαζί τους είτε προσπαθούν να τα νικήσουν· άλλοτε από μόνοι τους, άλλοτε ζητώντας τη συμβολή και άλλων
Το πάθος, έννοια πολυεπίπεδη και λέξη πολύσημη, είναι ταυτόχρονα για τον άνθρωπο μέσο καταστροφής και σωτηρίας. Η λέξη έχει τη ρίζα της στην αρχαία ελληνική γλώσσα. Ετυμολογικά έχει το θέμα παθ- από τον αόριστο β΄ (ἐ-παθ-ον) του ρήματος πάσχω (παθαίνω, υποφέρω στη νεοελληνική). Αρχικά, με τρόπο σημασιολογικά ουδέτερο, αναφέρθηκε σε οτιδήποτε παθαίνει κανείς. Σταδιακά, εξειδικεύτηκε στη δήλωση της κακοπάθειας, της συμφοράς, ενός δυσάρεστου γεγονότος που βιώνει κανείς. Ταυτόχρονα όμως, επειδή οι αρνητικές ροπές και έξεις που συνέχουν την ψυχή του ανθρώπου την κάνουν κατά κάποιον τρόπο άρρωστη, την κάνουν δηλαδή να πάσχει, η λέξη πάθος χρησιμοποιήθηκε για να δηλώσει και αυτές.
Με τον όρο αυτό λοιπόν, οι αρχαίοι Έλληνες ονομάτιζαν την αρρώστια, την ασθένεια, καθώς η ετυμολογική ρίζα της λέξης βρίσκεται, όπως αναφέρθηκε, στο ρήμα πάσχω. Μία από τις πιο γνωστές παθήσεις της αρχαιότητας ήταν η αποκαλούμενη Ηράκλεια νόσος, η Ιερά νόσος, σημερινή επιληψία. Ο Ιπποκράτης, στην Περί ἱερῆς νούσου πραγματεία του, αναφέρει πως την αρρώστια αποκάλεσαν «ἱερό πάθος» κάποιοι μάγοι και εξορκιστές και ο ίδιος υποστηρίζει πως η προέλευσή της δεν είναι θεϊκή αλλά φυσική και οφείλεται σε διεργασίες που συντελούνται στον ανθρώπινο εγκέφαλο.
Στις μέρες μας, ο όρος πάθος χρησιμοποιείται κυρίως με την αρνητική σημασία της έξης, της τάσης προς το κακό (ανθρώπινα πάθη, το πάθος της ζήλιας κ.τ.λ.), ενώ η χρήση της με τη σημασία του υπέρμετρου ενθουσιασμού και στη λογοτεχνία αποτελεί σημασιολογικό δάνειο από τη γαλλική λέξη passion.
Στη συνέχεια, θα αναφερθούμε σε ενδεικτικά παραδείγματα που δηλώνουν τις παθογένειες του αρχαίου ελληνικού δημοκρατικού πολιτεύματος –το οποίο γεννήθηκε στην Ελλάδα στα τέλη του 6ου αι. π.Χ. μέσα στο πλαίσιο πολιτειακής μεταρρύθμισης που πρότεινε ο Κλεισθένης– με αναφορές σε συγκεκριμένα δραματικά πρόσωπα και καταστάσεις μέσα από το έργο του κωμικού ποιητή Αριστοφάνη.
Οι χαρακτηριστικές δραματικές περιπτώσεις θα εξεταστούν με βάση μια κατηγοριοποίηση των κωμικών παθών με έμφαση στα ψυχικά και ιδεολογικά πάθη. Το κωμικό πάθος που συναντάμε στο σύνολο του αριστοφανικού έργου μπορεί σε γενικές γραμμές να κατηγοριοποιηθεί.
Οι γενικές κατηγορίες παθών είναι πέντε: α) σωματικά πάθη (νόσος/ασθένεια, σωματικές βλάβες που προέρχονται από την άσκηση βίας και την κακομεταχείριση, σωματικές αλλαγές που προκαλούνται από το πέρασμα των χρόνων), β) ψυχικά πάθη (τρέλα, μανία, ψυχικές νόσοι), γ) σεξουαλικά-ερωτικά πάθη, δ) βιοτικά-υλικά πάθη (έντονη επιθυμία προς κάποιο υλικό «αγαθό» π.χ. φαγητό, ποτό, τυχερά παιχνίδια), ε) ιδεολογικά-πολιτικά πάθη (δόξα, πλούτος/χρήμα, εξουσία, πόθος για ειρήνη).
Ιδεολογικά πάθη - Ο Δήμος των Ιππέων και ο αγώνας για την εύνοιά του
Στο επίπεδο των ιδεολογικών παθών, παρατηρούμε τις δυσλειτουργίες της πολιτείας καθώς και τη διακωμώδηση της λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος στους Ιππείς.
Στην αρχή του έργου, πληροφορούμαστε από τον δούλο Δημοσθένη πως το αφεντικό του, ο Δήμος, είναι αγροίκος και δύσκολος στον χαρακτήρα. Εξιστορώντας μάλιστα την κατάσταση που επικρατεί στο σπίτι, αναφέρει πως ο νέος δούλος Παφλαγόνας, έχει καταφέρει να ασκήσει τέτοια επιρροή στον Δήμο ώστε ο τελευταίος να ξυλοφορτώνει συστηματικά όλους τους υπόλοιπους. Μάλιστα η χαρακτηριστική τιμωρία ήταν το μαστίγωμα αφού αυτό τον τρόπο επέλεγε ο Δήμος για να συνετίσει τους –κατά τη γνώμη του– ατάκτους (στ. 64-67). Στον χαρακτήρα του Δήμου αντικατοπτρίζεται η φαυλότητα και η δύναμη της εξουσίας.
Κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης του Παφλαγόνα με τον Αλλαντοπώλη, ο πρώτος επιλέγει να προσφέρει στον Δήμο χρήματα προκειμένου να κερδίσει την εύνοιά του, ενώ ο δεύτερος του προσφέρει κάτι που έχει να κάνει με το μέγιστο αγαθό της ζωής, την υγεία. Του υπόσχεται λοιπόν «κυλίχνιον καὶ φάρμακον» (στ. 906) για την ίαση των «ἑλκυδρίων» των «ἀντικνημίων» του.
Στο σημείο που ο Δήμος αποδέχεται την πρόταση να κρίνει τους δύο αντιπάλους, ο Παφλαγόνας ορκίζεται με όρκους βαρείς για την αγάπη του στον αφέντη του και περιγράφει τη σχέση τους ως σχέση ερωτική αφού αναφέρει πως τον «φιλεῖ» και είναι «ἐραστής» του (στ. 732).
Ο Αριστοφάνης φανερώνει μέσα από τον αγώνα λόγου των Παφλαγόνα και Αγοράκριτου τη μεθυστική δύναμη της εξουσίας. Σύμφωνα με τον K. J. Dover, ένα από τα συμπεράσματα του έργου είναι πως ο αθηναϊκός λαός οδηγείται σε σφάλματα εξαιτίας της ανέντιμης ρητορείας των υστερόβουλων και ιδιοτελών πολιτικών. Στις δυσλειτουργίες της δικαστικής εξουσίας γίνεται μια μικρή αναφορά στους Όρνιθες.
Στον Πρόλογο του έργου ο Ευελπίδης και ο Πεισθέταιρος αποκαλύπτουν πως, απηυδισμένοι από τη δικομανία των συμπολιτών τους, εγκατέλειψαν την πόλη τους αναζητώντας τον Έποπα για να τους υποδείξει ένα νέο μέρος να ιδρύσουν την πολιτεία τους. Ωστόσο, η εγκατάλειψη αυτή της πόλης χαρακτηρίζεται από τους ομιλητές ως «νόσος» (στ. 31). Παρόλο που δεν πρόκειται για κάποια ασθένεια σωματική, την κατατάσσουμε σε αυτή την κατηγορία λόγω της χρήσης του παραπάνω όρου από τον ίδιο τον ποιητή.
Στην αρχή του Πλούτου, ο Χρεμύλος, Αθηναίος πολίτης που είναι φτωχός και δυστυχής αλλά παρά τα προβλήματά του εξακολουθεί να είναι δίκαιος, επιστρέφει από το μαντείο συνοδευόμενος από τον δούλο του, Καρίωνα. Σκοπός της επίσκεψης ήταν να συμβουλευτεί τον θεό Απόλλωνα σχετικά με το εάν πρέπει να εξακολουθεί να διδάσκει τον μοναχογιό του τον δίκαιο λόγο ή αν θα ήταν προτιμότερο να ξεκινήσει τη διδασκαλία του άδικου λόγου ώστε να έχει κάποια πιθανότητα επιτυχίας στη ζωή του αφού, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, μόνον οι άδικοι και οι συκοφάντες καταφέρνουν να επιβιώσουν έναντι των υπολοίπων.
Σε ολόκληρο το έργο, διαφαίνεται ένας διαρκής προβληματισμός σχετικά με την άνιση κατανομή του πλούτου. Η βασική αυτή αντίθεση προβάλλεται ιδιαίτερα στον αγώνα λόγου ανάμεσα στον Χρεμύλο και την Πενία. Το αγαθό της Ειρήνης Οι αριστοφανικοί ήρωες ποθούν ένα ακόμα αγαθό για την απόκτηση του οποίου κάνουν τα αδύνατα δυνατά. Αυτό δεν είναι άλλο από την ειρήνη. Nύξεις για τα οφέλη και τα πλεονεκτήματα της ειρήνης συναντούμε σε πολλά από τα έργα του ποιητή όπου εξυμνείται το άριστο αυτό αγαθό και κατηγορείται ο πόλεμος και όλες οι αρνητικές του συνέπειες.
Ας μην ξεχνούμε πως η Λυσιστράτη, ένα κατεξοχήν αντιπολεμικό έργο, έχει ως βάση του τον πόθο των γυναικών για τη λήξη των εχθροπραξιών· με το κίνητρο αυτό, ο γυναικείος πληθυσμός προχωρά σε σεξουαλική αποχή με τα γνωστά κωμικά αποτελέσματα. Τα τρία έργα του Αριστοφάνη (Αχαρνείς, Ειρήνη, Λυσιστράτη) πραγματεύονται το θέμα του πολέμου και των συνεπειών του για την Αθήνα και αντικατοπτρίζουν με διαφορετικό τρόπο τις επιμέρους φάσεις του.
Τα δράματα απηχούν μ’ αυτόν τον τρόπο τη στρατιωτική και εσωτερική πολιτική κατάσταση που επικρατούσε κάθε φορά στην πόλη.
Το έργο που από τον τίτλο του ακόμα μαρτυρά το πάθος του κεντρικού ήρωα για το τέλος του πολέμου, είναι η Ειρήνη.
Από τους πρώτους στίχους του Προλόγου ο Τρυγαίος παρουσιάζεται από τον δούλο του σπιτιού του ως φανατικός ειρηνόφιλος που «μαίνεται καινὸν τρόπον» (στ. 54) για χάρη της ειρήνης. Όλη την ημέρα ατενίζει τον ουρανό προπηλακίζοντας αλλά και ρωτώντας τον Δία γιατί αφήνει την Ελλάδα να ρημάζεται από τα δεινά του πολέμου. Επειδή όμως δεν λαμβάνει απάντηση στα ερωτήματά του, οργίζεται και μηχανεύεται τρόπους ώστε να ανέβει στον ουρανό και να μιλήσει με τον πατέρα των θεών προς όφελος όλων των ανθρώπων. Λίγο αργότερα, μετά την απελευθέρωση της Ειρήνης, ο Χορός θα αναφέρει πόσο «ποθεινὴ» (στ. 556) ήταν αυτή η ημέρα για τον λαό.
Ο Τρυγαίος θα θυμίσει τα αγαθά της πολυπόθητης ειρήνης και θα καλέσει τους ανθρώπους να επιστρέψουν στα λιβάδια και τα αμπέλια, όπως τον παλιό καλό καιρό. Τις ευχαριστίες και τους ύμνους του ήρωα στην ειρήνη θα συμπληρώσει ο Χορός που έλιωνε τόσο καιρό από τον πόθο («ἐδάμην πόθῳ» στ. 585) λόγω της έλλειψής της και τώρα που αποκτήθηκε αποτελεί το μεγαλύτερο κέρδος («ἦσθα γὰρ μέγιστον ἡμῖν κέρδος» στ. 586), ενώ χαρακτηρίζεται και «ποθουμένη» (στ. 586).τους Αχαρνείς διαπιστώνουμε μία διαφορετική προοπτική για ειρήνευση.
Η ειρήνη του Δικαιόπολη ισχύει για ένα μεμονωμένο άτομο, τον ίδιο, ενώ η κοινότητα δεν μπορεί να συμμετάσχει, σε αντίθεση με την Ειρήνη όπου ο Τρυγαίος επιθυμούσε να αποκαταστήσει την ηρεμία προς όφελος ολόκληρης της πολιτείας. Ο Δικαιόπολης κρατά την κοινότητα με απότομο τρόπο σε απόσταση από τα πλεονεκτήματα της ιδιωτικής του συνθήκης ειρήνης και για τον λόγο αυτό ο Χορός του έργου αντιδρά βίαια επιτιθέμενος αρχικά στον πολίτη. Στο δεύτερο στάσιμο πάντως, ο Χορός, μετανιωμένος προφανώς για την προηγούμενη συμπεριφορά του, άδει έναν ύμνο στην ειρήνη αποκαλώντας τη «συντρόφισσα της Κύπριδας και των Χαρίτων» και λέγοντας πως δεν είχε αντιληφθεί το όμορφο πρόσωπό της («ὡς καλὸν ἔχουσα τὸ πρόσωπον ἄρ ἐλάνθανες», στ. 991).
Ψυχικά πάθη - Η περίπτωση του Φιλοκλέωνα
Στα ψυχικά πάθη εντάσσεται η περίπτωση του Φιλοκλέωνα των Σφηκών και της ιδεοληπτικής δικομανίας του, όπου διακρίνονται και πάλι οι δυσλειτουργίες της δικαστικής εξουσίας. Κατά την περίοδο της αθηναϊκής δημοκρατίας η δικαστική εξουσία μεταβιβάστηκε εξ ολοκλήρου στον λαό και αυξήθηκαν οι συνεδριάσεις των δικαστηρίων.
Ο ποιητής διακωμωδεί τη δικαιοσύνη μπήγοντας το κεντρί του στους θεσμούς της δημοκρατίας που έχουν εκχυδαϊστεί και εκμαυλίζουν τους πολίτες. Ο Φιλοκλέων «νοσεῖ νόσον ἀλλόκοτον» (στ. 71) την οποία είναι αδύνατον να κατανοήσει και να συμπεράνει ο ανθρώπινος νους. Ο ηλικιωμένος είναι «φιληλιαστής» (στ. 88) και φιλόδικος, πάσχει από μία νόσο παράξενη η οποία μάλιστα ακολουθείται από σωματικά και άλλα συμπτώματα.
Ο πάσχων ταλαιπωρείται από: α) έντονες αϋπνίες που οφείλονται στην έμμονη ιδέα του πως δικάζει και κατά τη διάρκεια της νύχτας, σε σημείο μάλιστα να σηκώνεται από το κρεβάτι του κρατώντας ενωμένα τα δάχτυλά του φανταζόμενος πως ψηφίζει στο δικαστήριο, β) πράξεις ψυχαναγκασμού και αβάσιμες καχυποψίες και γ) επιθετική συμπεριφορά που εκδηλώνεται με την εξάντληση της αυστηρότητας του νόμου και την επιβολή της αυστηρότερης των ποινών στους υπόδικους σε κάθε περίπτωση εκδίκασης υποθέσεων.
Η ιδεοληπτική δικομανία του Φιλοκλέωνα είναι μια πάθηση σοβαρή τόσο σε ένταση όσο και σε διάρκεια καθώς σε ολόκληρο σχεδόν το έργο οι οικείοι του προσπαθούν να τον απαλλάξουν από το αρρωστημένο πάθος του. Ο γερο-δικαστής είναι παράφρων και πάσχει από μανία καθώς κατατρύχεται από έμμονες ιδέες. Η πάθηση του προκαλεί υπερκινητικότητα και ψυχαναγκαστικές συμπεριφορές.
Η νόσος αυτή είναι κατά τα λεγόμενα του Βδελυκλέωνα «ἀρχαῖα» (στ. 651)17 και μαστίζει την πόλη και τους κατοίκους της εδώ και πολλά χρόνια. Ο ποιητής όμως δίνει στη φιλοδικία του πατέρα και διαστάσεις πολιτικές με τη χρήση των ονομάτων των δύο κεντρικών ηρώων (Φιλοκλέων = φίλος, υπέρμαχος του Κλέωνα, Βδελυκλέων = εχθρός του Κλέωνα) τονίζοντας παράλληλα και τον «φιλοκλεωνισμό» που χαρακτήριζε ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού της Αθήνας της εποχής του Αριστοφάνη. Παρά τη δυσκολία της ίασης της χρόνιας και οξείας αυτής πάθησης που αντιμετώπισε ο Φιλοκλέων, ο γιος του Βδελυκλέων καταφέρνει τελικά να θεραπεύσει τον ψυχικά ασθενή πατέρα του. Η λύση που αποδέχτηκε και ο ίδιος ο παθών είναι η εκδίκαση οικιακών υποθέσεων έναντι αμοιβής, την οποία θα προσφέρει ο γιος αφού πρώτα δημιουργήσει το κατάλληλο περιβάλλον που θα είναι ομοίωμα του δικαστηρίου (στ. 764-765).
Σωματικά πάθη - Ο ξυλοδαρμός των δούλων
Στη συνέχεια, θα αναφερθούμε συνοπτικά σε ορισμένα παραδείγματα στα οποία γίνεται φανερή η μεταφορική νοσηρότητα της δημοκρατίας της εποχής του Αριστοφάνη.
Στον τομέα των σωματικών παθών συγκαταλέγεται ο συστηματικός ξυλοδαρμός των δούλων. Ο ξυλοδαρμός παρουσιάζεται κυρίως ως ένα πάθος που προκαλείται κατά κύριο λόγο σε δούλους από τους αφέντες τους. Ακόμη και όταν τις σωματικές βλάβες δεν τις προκαλούν τα αφεντικά, φαίνεται πως ο δούλος αποτελεί ένα μέσο «εκτόνωσης» και θεωρείται συνηθισμένη η άσκηση βίας σε βάρος του
Οι δούλοι του αριστοφανικού έργου δεν διστάζουν να ομολογήσουν πως δέχονται σωματική βία από τους κυρίους τους. Στους Ιππείς, όπως είδαμε προηγουμένως, οι δούλοι του σπιτιού ξυλοφορτώνονται συστηματικά από τον αφέντη τους. Την κακομεταχείριση όμως υφίσταται και ο δούλος του Στρεψιάδη στην αρχή των Νεφελών όταν, όπως φαίνεται από τον μεταξύ τους διάλογο, ο αφέντης του τον χτυπά επειδή έβαλε παχουλό φιτίλι στο λύχνο, με αποτέλεσμα την υπερκατανάλωση λαδιού (στ. 58).
Στους Σφήκες ο Φιλοκλέων, προσπαθώντας να ξεφύγει από το σπίτι του και να ακολουθήσει τον Χορό στα δικαστήρια προκειμένου να επιτελέσει το –κατά τη γνώμη του– λειτούργημά του, υπενθυμίζει στον Ξανθία, έναν από τους δούλους του που εμποδίζει την έξοδό του, ένα παλαιότερο περιστατικό. Αναφέρεται στην περίπτωση που έπιασε τον δούλο να κλέβει σταφύλια και αφού τον έδεσε σε μία ελιά, τον χτύπησε ώστε να γίνει το κέντρο της προσοχής (στ. 449-450).
Η κακομεταχείριση του συγκεκριμένου δούλου φαίνεται και παρακάτω, όταν στον στίχο 1296 μαρτυρεί πως τον χτυπούν με τη «βακτηρίᾳ» –μπαστούνι– και καλοτυχίζει τις χελώνες που μπορούν να προστατευτούν στο καβούκι τους. Ο Καρίων του Πλούτου σε μια συζήτησή του με τον Ερμή αναφέρει πως τον χτυπούσαν κάθε φορά που «πανουργούσε» (στ. 1145) εννοώντας κάθε φορά που επιχειρούσε ή και κατάφερνε τελικά να φάει κρυφά κάποιο σπιτικό έδεσμα το οποίο όμως δεν προοριζόταν για εκείνονστον στίχο 1296 μαρτυρεί πως τον χτυπούν με τη «βακτηρίᾳ» –μπαστούνι– και καλοτυχίζει τις χελώνες που μπορούν να προστατευτούν στο καβούκι τους. εννοώντας κάθε φορά που επιχειρούσε ή και κατάφερνε τελικά να φάει κρυφά κάποιο σπιτικό έδεσμα το οποίο όμως δεν προοριζόταν για εκείνον.
Σεξουαλικά πάθη
- Η σεξουαλική κοινοκτημοσύνη Στα σεξουαλικά πάθη κατατάσσεται η σεξουαλική κοινοκτημοσύνη που επιβάλλουν οι γυναίκες στις Εκκλησιάζουσες. Στο συγκεκριμένο έργο ο ποιητής, παρωδώντας την πλατωνική Πολιτεία, βάζει την Πραξαγόρα να οραματίζεται και στην πορεία να υλοποιεί μια νέα πολιτεία, η οποία έχει τη βάση της στην κοινοκτημοσύνη.
Η γυναίκα ανακοινώνει πως όλοι οι πολίτες θα είναι κοινοί και θα δικαιούνται να έρχονται σε επαφή και να τεκνοποιούν με οποιονδήποτε (στ. 613-614).
Υλικά πάθη - Οινοποσία
Στην κατηγορία των υλικών παθών έχουμε ένα ακόμα παράδειγμα της νοσηρότητας της κλασικής δημοκρατίας της Αθήνας. Οι άνδρες και οι γυναίκες των κωμωδιών του Αριστοφάνη είχαν «φίλοινα» αισθήματα. Φαίνεται πως οι Αθηναίοι συνήθιζαν να πίνουν παντού, μέχρι και στις λαϊκές τους συνελεύσεις. Στις Εκκλησιάζουσες, όταν η Πραξαγόρα επιθεωρεί τις γυναίκες και τις προετοιμάζει για την Εκκλησία του Δήμου, απομακρύνει τη μεθυσμένη γυναίκα παρόλο που εκείνη διαμαρτύρεται διερωτώμενη «οὐ πίνουσι κἀν τἠκκλησίᾳ;» (στ. 135).
Η Πραξαγόρα σχολιάζει πως οι άντρες πίνουν στην Εκκλησία και μάλιστα κρασί «εὔζωρον» –ανέρωτο– (στ. 137). Συνεχίζοντας την επίθεσή της στους άντρες (ίσως παίρνοντας και εκδίκηση για όσα καταμαρτυρούν στις γυναίκες κι εκείνοι) αναφέρει πως τις αποφάσεις τις έπαιρναν πολλές φορές μεθυσμένοι («μεθυόντων» στ. 139) για να ολοκληρώσει λέγοντας πως οι Σκύθες τοξότες ήταν επιφορτισμένοι με την τήρηση της τάξης και απομάκρυναν από τον χώρο της συνέλευσης τους μεθυσμένους εκκλησιαστές. Το «πάθος» του Αριστοφάνη
Στο πλαίσιο της ελευθερίας που προσέφερε το δημοκρατικό πολίτευμα της Αθήνας, ο Αριστοφάνης συχνά ασχολήθηκε με συναδέλφους του δραματικούς ποιητές (Αισχύλος, Ευριπίδης), πολιτικούς (Κλέων) αλλά και φιλοσόφους (Σωκράτης).
Η δημοκρατία τού έδινε το δικαίωμα να ασκεί συστηματική σάτιρα εξεχουσών προσωπικοτήτων της εποχής του. Συνήθως στα έργα του παρωδεί τις ιδέες και τις πράξεις τους και κατακρίνει τις λανθασμένες κατά την άποψή του αποφάσεις και κινήσεις τους. Στο σύνολο του έργου του σατιρίζονται πολλές προσωπικότητες της εποχής του είτε με απλή αναφορά είτε και με παρουσία επάνω στη σκηνή.
Η φιλοσοφία:
Σωκράτης Στις Νεφέλες παρακολουθούμε τον καταχρεωμένο Στρεψιάδη να φοιτά στο Φροντιστήριο του Σωκράτη –στη θέση του γιου του– ώστε να μάθει να αντιμετωπίζει τους δανειστές του στα δικαστήρια διδασκόμενος τον δίκαιο και τον άδικο λόγο από τον αμφιλεγόμενο για την εποχή του φιλόσοφο. Στόχος του ποιητή στις Νεφέλες είναι οι σοφιστές, οι οποίοι τον 5ο αιώνα π.Χ. παρουσιάστηκαν ως «διαφωτιστές» και δίδασκαν με αμοιβή στους νέους της εποχής τη ρητορική τέχνη.
Ο Αριστοφάνης θεωρούσε πως οι νέες ιδέες των σοφιστών οδηγούσαν τους νέους στην αμφισβήτηση των παλαιών αξιών και την αθηναϊκή δημοκρατία σε παρακμή. Τα βέλη του στράφηκαν κυρίως στο πρόσωπο του Σωκράτη, παρά τις διαφορές του με τους σοφιστές.
Το 423 π.Χ., τη χρονιά που διδάχτηκαν οι Νεφέλες, ο Σωκράτης δεν ήταν ιδιαίτερα γνωστός. Μπορούμε να πούμε πως ο ποιητής συνέβαλε κατά κάποιο τρόπο στην αναγνώρισή του. Η αναγνώριση όμως αυτή δεν είχε ανώδυνα αποτελέσματα. Ο Πλάτωνας στην Απολογία του θεωρεί πως ο Αριστοφάνης είναι συνυπεύθυνος για τις κατηγορίες εναντίον του δασκάλου του.
Η πολιτική: Κλέων
Μετά τον θάνατο του Περικλή εμφανίζονται στην Αθήνα νέοι ηγέτες που δεν στηρίζουν την επιτυχία στο κύρος τους, όπως οι στρατηγοί, αλλά στον λαϊκισμό και στην επιχειρηματολογική τους δεινότητα στην Εκκλησία του Δήμου. Ο Κλέων υπήρξε ο πρώτος από τους νέους αυτούς άνδρες. Πέτυχε να απαλλαγεί από τους κυριότερους πολιτικούς αντιπάλους του αλλά και να αποκτήσει ισχυρά ερείσματα στον λαό. Ο Αριστοφάνης ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τον δημαγωγό Κλέωνα και έκανε αρκετές επώνυμες και μη αναφορές σ’ αυτόν και τις δράσεις του.
Οι Ιππείς συνιστούν μια πρωτοφανή αλληγορία και είναι ένα έργο με πολιτική θέση. Στην κωμωδία αυτή ένα από τα δύο βασικά πρόσωπα είναι ο Αθηναίος πολιτικός. Το έργο είναι η πρώτη χρονολογικά κωμωδία που αφιερώνεται ολοκληρωτικά στον αγώνα εναντίον ενός συγκεκριμένου πολιτικού.
Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός πως το όνομα του Κλέωνα χρησιμοποιείται σε ολόκληρο το έργο μία μόλις φορά («ἢν Κλέων ἀπόληται» στ. 976) και μάλιστα στα λόγια του Χορού. Ο Αριστοφάνης επιμένει να τον ονομάζει παντού αλλού Παφλαγόνα, όχι μόνο για να διατηρήσει την οικιακή αλληγορία αλλά και για να τον περιπαίξει. Μάλιστα, σε υστερότερα χρόνια, ο Αριστοφάνης θα αναφέρει τους Ιππείς σαν νίκη του απέναντι στον Κλέωνα.
Ο ποιητής δεν χάνει ευκαιρία να σατιρίσει τον επικίνδυνο δημαγωγό. Τον αναφέρει και στον πρόλογο της Ειρήνης του –και πάλι όχι ονομαστικά– στο σημείο όπου ο Πόλεμος σχεδιάζει να συντρίψει τις ελληνικές πόλεις. Ο πολιτικός αναφέρεται και στους Αχαρνείς, ονομαστικά αυτή τη φορά, όταν λέει διά στόματος Χορού πως έχει μισήσει τον Δικαιόπολη περισσότερο και από τον Κλέωνα.
Στους Σφήκες έχουμε μία έντονη επίθεση στον δημαγωγό, χωρίς την αναφορά του ονόματός του, κατά τη διάρκεια της Παράβασης όπου ο Χορός επιτίθεται στον Κλέωνα χρησιμοποιώντας βωμολοχίες και προσβλητικότατους χαρακτηρισμούς (στ. 1031-1050).
Η δραματική ποίηση: Ευριπίδης και Αισχύλος
Πέρα από διακειμενικές αναφορές στο θέατρο του Ευριπίδη στην πλειονότητα των σωζόμενων έργων του Αριστοφάνη, ο ίδιος ο τραγικός ποιητής εμφανίζεται ως δραματικός χαρακτήρας στους Αχαρνείς, ενώ κατέχει κεντρικό ρόλο στις Θεσμοφοριάζουσες και τους Βατράχους. Στους Αχαρνείς, στη σκηνή της σύγκρουσης του Χορού με τον Δικαιόπολη (στ. 284 κ.ε.), ο ποιητής παρωδεί την πλοκή της τραγωδίας του Ευριπίδη Τήλεφος, η οποία σώζεται σε αποσπασματική μορφή.
Λίγο παρακάτω, υπάρχει μία εκτενέστερη διακωμώδηση του τραγικού ποιητή στο σημείο όπου ο Δικαιόπολης επιθυμεί να προκαλέσει τον οίκτο των Αχαρνέων και για τον λόγο αυτό προτίθεται να δανειστεί από τον Ευριπίδη ράκη, ώστε να εγείρει το αίσθημα του ελέου (στ. 393-479).
Ο πολυσυζητημένος μισογυνισμός που έχει αποδοθεί στον Ευριπίδη αποτελεί τον θεματικό πυρήνα των Θεσμοφοριαζουσών. Μάλιστα, όπως αναφέρουν οι γυναίκες των Θεσμοφορίων, για εκείνες ο Ευριπίδης αποτελεί εξίσου μεγάλη συμφορά με τους Πέρσες (στ. 337). Η διένεξη Αισχύλου και Ευριπίδη στους Βατράχους κατά ένα μεγάλο μέρος της στρέφεται γύρω από το θέμα της ηθικής επίδρασης που ασκεί η τραγωδία στο ακροατήριό της καθώς ο αγώνας αυτός εστιάζει στην αντιπαράθεση παραδοσιακού και νεωτερικού.
Θεμελιώδη χαρακτηριστικά της αθηναϊκής δημοκρατίας των κλασικών χρόνων ήταν η ελευθερία, η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, η ισοπολιτεία. Βασική υποχρέωση της πολιτείας ήταν όχι μόνο η προστασία από τον εξωτερικό εχθρό αλλά και η εξασφάλιση της ατομικής ελευθερίας και της ισότητας όλων, καθώς και η κάλυψη των καθημερινών αναγκών των πολιτών.
Ωστόσο, το αθηναϊκό δημοκρατικό πολίτευμα πέραν των αρετών του, μετρούσε και ορισμένες παθογένειες, όπως αυτές που εξετάσαμε παραπάνω. Σε κάποιες περιπτώσεις αρκετά σοβαρές, σε ορισμένες άλλες μικρότερης σημασίας.