Πεγκ καρδούλα μου, του Τζων Χαρτλεϊ Μαννερς. Ραδιοφωνικό Θέατρο

 Αγαπητοί φίλοι καλησπέρα και Καλή Χρονιά!


Απόψε θα σας παρουσιάσω το αριστούργημα του Άγγλου συγγραφέα  Τζων Χαρτλεϊ Μαννερς "Πεγκ καρδούλα μου". Το έργο του Λονδρέζου θεατρικού συγγραφέα εκδόθηκε το 1913 στη Νέα Υόρκη και σημείωσε τεράστια επιτυχία στις παραστάσεις που ανέβηκαν στη σκηνή του Θεάτρου Μπρόντγουεϊ.





Το έργο παίχτηκε για πρώτη φορά το 1950 στις Αθηναϊκές σκηνές και σε 242 παραστάσεις το παρακολούθησαν 98.368 θεατές, νούμερα μυθικά για την εποχή!


Όπως γράφτηκε ο Manners, στο "Peg o 'My Heart" έρχεται σε αντίθεση με το σνομπ της βρετανικής ανώτερης μεσαίας τάξης (θεία του Peg Chichester) με τον καλοπροαίρετο και γλυκά συναισθηματικό χαρακτήρα του ιρλανδικού λαζ, Peg πρόκειται για μια συνηθισμένη θεατρική αίσθηση.

Το έργο έχει και κάποιες πολιτικές προεκτάσεις (ιρλανδική αυτοδιάθεση), ενώ αντιπαραβάλλει ακόμη το γνήσιο λαϊκό αγροτικό βίο απέναντι στην υποκρισία και στον καθωσπρεπισμό της ανώτερης βρετανικής τάξης.

«Αμφιβάλλω αν, τον καιρό που κυοφορούσε στη φαντασία του ο συγγραφέας την ηρωίδα του, της είχε δώσειτελειότερη μορφή, ιδεωδέστερη έκφραση…», θα σημειώσει ο Στ. Σπηλιωτόπουλος, στην εφημερίδα  «Ακρόπολις».

Η Έλλη Λαμπέτη ερμήνευσε το ρόλο της Πεγκ Ο’ Κόνελ πρώτη φορά το 1951 στην παράσταση του Θεάτρου Μουσούρη και το 1961 με τον δικό της θίασο, τον θίασο Λαμπέτη. Το ραδιοφωνικό θέατρο της Ελληνικής Ραδιοφωνίας, φιλοξένησε το 1967 στους ραδιοθαλάμους ηχογραφήσεων τη μεγάλη πρωταγωνίστρια, δίνοντας στους ακροατές σε όλη την Ελλάδα τη δυνατότητα να απολαύσουν τη δημοφιλή Έλλη Λαμπέτη σε μία από τις μεγάλες επιτυχίες της. (Τρίτο Πρόγραμμα)


Η ηχογράφηση που θα ακούσουμε μεταδόθηκε πρώτη φορά από την εκπομπή «Το Θέατρο της Τετάρτης» στο Εθνικό Πρόγραμμα, τον Ιούνιο του 1967.


Μετάφραση: Λουίζος Δάνος

Ραδιοφωνική προσαρμογή-ραδιοσκηνοθεσία: Γιώργος Γιαννίσης

Μουσική επιμέλεια: Ιφιγένεια Ευθυμιάτου-Σπύρου

Επιμέλεια ήχων: Άρτεμις Τρωίζου

Ρύθμιση ήχου: Γρηγόρης Γίγας

Ακούγονται οι ηθοποιοί: Έλλη Λαμπέτη (στο ρόλο της Πεγκ), Ανδρέας Μπάρκουλης (στο ρόλο τουΤζέρι), Μαίρη Λαλοπούλου, Γιώργος Μιχαλακόπουλος, Κατερίνα Βασιλάκου, Γιώργος Μετσόλης, Ντίνος Καρύδης, Σταύρος Ξενίδης.




Μία σπουδαία ηθοποιός, η Έλλη Λαμπέτη, πρωταγωνιστεί στο έργο





Η μεταφόρτωση πραγματοποιήθηκε από το κανάλι Manos Lambakis:







Πηγές: sofissecrets1.blogspot.com,Τρίτο Πρόγραμμα


ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ ΣΕ ΟΛΟΥΣ, ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΟ ΤΟ 2021!!!

ΣΥΧΑΡΙΆΣΜΑΤΑ ΕΙΣ ΓΕΝΈΘΛΙΑ ΓΑΪΔΆΡΟΥ

 Καλορίζικος. Νὰ ζήσῃ

Ὁ νηὸς γαΐδαρος, ν᾿ ἀξίνῃ.

Νὰ σοῦ ζήση, νὰ σοῦ γίνῃ

Ὡς καθὼς ἐπιθυμᾶς.


Νὰ σοῦ ἀξένουνε τ᾿ αὐτιά του,

Καὶ νὰν᾿ τὰ συχνοτσουλόνῃ.

Νὰ χοντρένῃ, νὰ ῾ψηλώνῃ,

Ὡς καθὼς ἐπιθυμᾶς.


Νὰ σοῦ ζήσῃ. Ὁ Θειὸς νὰ κάμῃ

Νὰ σοῦ ζήσῃ ὁ γάϊδαρός σου.

Νὰν τὸν ἔχης πάντα ὀμπρός σου

Ὡς καθὼς ἐπιθυμᾶς.


Νὰ σοῦ ζήσῃ ὁ γάϊδαρός σου

Καὶ νὰ ζήσῃς κι ἡ ἀφεντιά σου,

Νὰν τὸν ἔχῃς στὴ δουλειά σου

Ὡς καθὼς ἐπιθυμᾶς.


Ανδρέας Λασκαράτος.




Να μ' αγαπάς. Νατάσα θεοδωριδου

Μονο με ένα χάδι σου πεταω

Και στα στερια περπατάω

με δυο λόγια τρυφερά





Μόνο που σε νιώθω στο πλευρό μου
ζωντανεύει τ’ όνειρό μου
σαν να ζω πρώτη φορά

Να μ’ αγαπάς τίποτα άλλο δε σου ζητάω
να με κρατάς αγκαλιά σου να ξενυχτάω
με τα δικά σου φιλιά τα βράδια να μεθάω
Να μ’ αγαπάς για να παίρνω ζωή κοντά σου
να με κρατάς έχω ανάγκη τη ζεστασιά σου
να ’μαστε ένα κορμί καρδιά μου η καρδιά σου

Πες μου πως δε ζούμε ένα ψέμα
και θα νοιάζεσαι για μένα
όπως τώρα μια ζωή
Πες μου πως θα βρίσκεσαι κοντά μου
και στα δύσκολα καρδιά μου
πως θα είμαστε μαζί

Να μ’ αγαπάς τίποτα άλλο δε σου ζητάω
να με κρατάς αγκαλιά σου να ξενυχτάω
με τα δικά σου φιλιά τα βράδια να μεθάω
Να μ’ αγαπάς για να παίρνω ζωή κοντά σου
να με κρατάς έχω ανάγκη τη ζεστασιά σου
να ’μαστε ένα κορμί καρδιά μου η καρδιά σου...

Σε ετοιμότητα για το 2021!!


 

Άπαντες σε ετοιμότητα!!! 

Τι φοβούνται οι καλικάντζαροι;

Τι φοβούνται οι καλικάντζαροι;
Η παράδοση αναφέρει τρεις τρόπους απομάκρυνσης των καλικάντζαρων: χριστιανικές ιεροτελεστίες, επωδούς και μαγικές πράξεις.



Οι καλικάντζαροι, λοιπόν, φοβούνται τον σταυρό, τον αγιασμό και το λιβάνι, αλλά και το πατερημών ή τη φράση
«Ξύλα κούτσουρα, δαυλιά καημένα».
Όπως είπαμε φοβούνται τη φωτιά , αλλά και το κάπνισμα με δύσοσμες ουσίες όπως η βοτάνη χαμαιλέων ,κοινώς , χαμολιό. Έτσι στο Λαμπέτι Ηλείας λένε ότι οι καλικάντζαροι σαν μύριζαν τέτοιο βοτάνι έλεγαν φεύγοντας:
«Χαμολιός μυρίζει εδώ, να χαθεί τέτοιο χωριό.»
Οι καλικάντζαροι ακόμα έτρεμαν και τα αγκάθια για αυτό και οι άνθρωποι έλεγαν σε κάποιες περιοχές της Ελλάδας(Καρδαμύλη):
«Να βάλεις αφάνες στην αστράχια, να βουλώσεις τες τρύπες…να μην χωράνε να αγκυλώνονται τα καταραμένα τσιλικρωτά».
Αποτρεπτική δύναμη είχε και το χοιρινό κόκαλο και τα χαϊμαλιά που κρεμούσαν έξω από τις πόρτες. Αν πάραυτα έβλεπαν καλικάντζαρο μέσα στο σπίτι τον έβαζαν να μετρήσει τις τρύπες κόσκινου για να τον ακινητοποιήσουν, του έδεναν τα πόδια με ψαθόσκοινο ή κόκκινη κλωστή.

ΤΑ ΠΑΓΑΝΑ. (ΝΑΥΠΑΚΤΙΑΝΉ ΠΑΡΆΔΟΣΗ)

ΤΑ ΠΑΓΑΝΑ.

Απόσπασμα σχετικό με τη δράση των καλικάντζαρων και συμβουλές για την αντιμετώπιση τους από τη Ναυπακτιανή παράδοση:


Τα παγανά μπαίνουν στο σπίτι από το τζάκι κι απ’ τις τρύπες , και χύνουν το νερό και σκορπάν 
τ’ αλεύρι , μα σκιάζονται τη φωτιά και κυνηγάν τη στάχτη. Για τούτο πρέπει να σφαλείς τη νύχτα όλα τ’ αγγειά , και σαν πλαγιάζεις να ρίχνεις στη φωτιά ρείκια ή αλάτι να βροντάει , και δίνουν τότε δρόμο τα παγανά απ’ το βρόντημα που ακούγουν , ή να ρίχνεις κανένα κομμάτι πετσί να μυρίζει, και δε ζυγώνουν.



Κοιμόμουν μια φορά στο παραγώνι , κουκουλωμένη με το σκέπασμα ως το κεφάλι, κι είχε κατακάτσει η φωτιά κι ήταν σκοτάδι. Ξυπνάω άξαφνα , και βλέπω στο φως της αθράκας έναν παγανό κοντά στη σταχτοθουρίδα , που σκόρπαγε τη στάχτη. Και τον τσάκωσα απ’ την αγκούλα του , και κείνος τράβαγε και μου την πήρ΄, ο καταραμένος , κι έφυγε γελώντας απ’ το τζάκι. 

Γι αυτό και η στάχτη η παγανίσια , που μένει όσο κρατούν τα παγανά, είν’ οργισμένη. Και δεν πρέπει στην πλύση να την βάνεις γιατί κόβει τα ρούχα , αλλά να την πετάς μακριά όση μαζεύεις κι όσον καιρό είν’ αυτά , ώσπου να φύγουν πάλε, να παν’ στου Κάτου Κόσμου, στην οργή και στην κατάρα.
Και κει σαν κατέβουν τα παγανά, αρχίζουν να πελεκάν με τα δόντια τους και με τσεκούρια τις τρεις κολόνες που βαστάν τον κόσμο, να τις κρεμίσουν, ο κόσμος να χαλάσει. Τις πελεκάν μ’ αγώνα όλον το χρόνο, ώσπου αποσταμένοι αφήνουν μια τρίχα μοναχά ν’ ανασάνουν , μα ο Θεός τους δίνει οργή και τους αποκορώνει , και παίρνουν πάλε χόντρο, και γιομίζουν οι κολόνες , και κείνοι απ το πείσμα τους πιάνονται ύστερα και τρώγονται συνατοί τους.

Ναύπακτος

Το Χριστόψωμο, διήγημα του Παπαδιαμάντη...



Χριστουγεννιάτικο διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη


Μεταξύ των πολλών δημωδών τύπων, τους οποίους θα έχωσι να εκμεταλλευθώσιν
οι μέλλοντες διηγηματογράφοι μας, διαπρεπή κατέχει θέσιν η κακή πενθερά,
ως και η κακή μητρυιά. Περί μητρυιάς άλλοτε θα αποπειραθώ να διαλάβω τινά,
προς εποικοδόμησιν των αναγνωστών μου. Περί μιας κακής πενθεράς σήμερον ο λόγος.




Εις τι έπταιεν η ατυχής νέα Διαλεχτή, ούτως ωνομάζετο,
θυγάτηρ του Κασσανδρέως μπάρμπα-Μανώλη,
μεταναστεύσαντος κατά την Ελληνικήν Επανάστασιν εις μίαν των νήσων του Αιγαίου.
Εις τι έπταιεν αν ήτο στείρα και άτεκνος;
Είχε νυμφευθή προ επταετίας, έκτοτε δις μετέβη εις τα λουτρά της Αιδηψού,
πεντάκις τής έδωκαν να πίη διάφορα τελεσιουργά βότανα, εις μάτην, η γη έμενεν άγονος. Δύο ή τρεις γύφτισσαι τής έδωκαν να φορέση περίαπτα θαυματουργά περί τας
μασχάλας, ειπούσαι αυτή, ότι τούτο ήτο το μόνον μέσον,
όπως γεννήση, και μάλιστα υιόν.
Τέλος καλόγηρός τις Σιναΐτης τη εδώρησεν ηγιασμένον κομβολόγιον,
ειπών αυτή να το βαπτίζη και να πίνη το ύδωρ. Τα πάντα μάταια.
Επί τέλους με την απελπισίαν ήλθε και η ανάπαυσις της συνειδήσεως,
και δεν ενόμιζεν εαυτήν ένοχον. Το αυτό όμως δεν εφρόνει και η γραία Καντάκαινα,
η πενθερά της, ήτις επέρριπτεν εις την νύμφην αυτής το σφάλμα της μη αποκτήσεως
εγγόνου διά το γήρας της.
Είναι αληθές, ότι ο σύζυγος της Διαλεχτής ήτο το μόνον τέκνον της γραίας ταύτης,
και ούτος δε συνεμερίζετο την πρόληψιν της μητρός του εναντίον της συμβίας αυτού.
Αν δεν τω εγέννα η σύζυγός του, η γενεά εχάνετο. Περίεργον,
δε, ότι πας Ελλην της εποχής μας ιερώτατον θεωρεί
χρέος και υπερτάτην ανάγκην την διαιώνισιν του γένους του.
Εκάστοτε, οσάκις ο υιός της επέστρεφεν εκ του ταξιδίου του, διότι είχε βρατσέραν,
και ήτο τολμηρότατος εις την ακτοπλοΐαν, η γραία Καντάκαινα ήρχετο
εις προϋπάντησιν αυτού, τον ωδήγει εις τον οικίσκον της, τον εδιάβαζε, τον εκατήχει,
του έβαζε μαναφούκια, και ούτω τον προέπεμπε παρά τη γυναικί αυτού.
Και δεν έλεγε τα ελαττώματά της, αλλά τα αυγάτιζε, δεν ήτο μόνο «μαρμάρα»,
τουτέστι στείρα η νύμφη της, τούτο δεν ήρκει, αλλ' ήτο άπαστρη, απασσάλωτη,
ξετσίπωτη κ.λπ. Ολα τα είχεν, «η ποίσα, η δείξα, η άκληρη».
Ο καπετάν Καντάκης, φλομωμένος, θαλασσοπνιγμένος, τα ήκουεν όλα αυτά,
η φαντασία του εφούσκωνεν, εξερχόμενος είτα συνήντα τους συναδέλφους του ναυτικούς,
ήρχιζαν τα καλώς ώρισες, καλώς σας ηύρα, έπινεν επτά ή οκτώ ρώμια,
και με τριπλήν σκοτοδίνην, την εκ της
θαλάσσης, την εκ της γυναικείας διαβολής και την εκ των ποτών,
εισήρχετο οίκαδε και βάρβαροι σκηναί συνέβαινον
τότε μεταξύ αυτού και της συζύγου του.
Ούτως είχον τα πράγματα μέχρι της παραμονής των Χριστουγέννων του έτους 186...
Ο καπετάν Καντάκης προ πέντε ημερών είχε πλεύσει με την βρατσέραν
του εις την απέναντι νήσον με φορτίον αμνών και ερίφων,
και ήλπιζεν, ότι θα εώρταζε τα Χριστούγεννα εις την οικίαν του.
Αλλά τον λογαριασμόν τον έκαμνεν άνευ του ξενοδόχου,
δηλ. άνευ του Βορρά, όστις εφύσησεν αιφνιδίως άγριος και έκλεισαν
όλα τα πλοία εις τους όρμους, όπου ευρέθησαν.
Είπομεν όμως, ότι ο καπετάν Καντάκης ήτο τολμηρός περί την ακτοπλοΐαν.
Περί την εσπέραν της παραμονής των
Χριστουγέννων ο άνεμος εμετριάσθη ολίγον, αλλ' ουχ ήττον εξηκολούθει να πνέη.
Το μεσονύκτιον πάλιν εδυνάμωσε.
Τινές ναυτικοί εν τη αγορά εστοιχημάτιζον, ότι, αφού κατέπεσεν ο Βορράς,
ο καπετάν Καντάκης θα έφθανε περί το μεσονύκτιον.
Η σύζυγός του όμως δεν ήτο εκεί να τους ακούση και δεν τον επερίμενεν.
Αύτη εδέχθη μόνο περί την εσπέραν την επίσκεψιν της πενθεράς της,
ασυνήθως φιλόφρονος και μηδιώσης, ήτις τη ευχήθη το απαραίτητον «καλό δέξιμο»,
και διά χιλιοστήν φορά το στερεότυπον «μ' έναν καλό γυιό».

Και ου μόνον, τούτο, αλλά τη προσέφερε και εν χριστόψωμο.
- Το ζύμωσα μοναχή μου, είπεν η θειά Καντάκαινα, με γεια να το φας.
- Θα το φυλάξω ως τα Φώτα, διά ν' αγιασθή, παρετήρησεν η νύμφη.
- Οχι, όχι, είπε μετ' αλλοκότου σπουδής η γραία,
το δικό της φυλάει η κάθε μια νοικοκυρά διά τα Φώτα, το πεσκέσι τρώγεται.
- Καλά, απήντησεν ηρέμα η Διαλεχτή, του λόγου σου ξέρεις καλλίτερα.
Η Διαλεχτή ήτο αγαθωτάτης ψυχής νέα,
ουδέποτε ηδύνατο να φαντασθή ή να υποπτεύση κακό τι.
«Πώς τώπαθε η πεθερά μου και μου έφερε χριστόψωμο», είπε μόνον καθ' εαυτήν,
και αφού απήλθεν η γραία εκλείσθη εις την οικίαν της και εκοιμήθη
μετά τινος δεκαετούς παιδίσκης γειτονοπούλας, ήτις τη έκανε συντροφίαν, οσάκις έλειπεν ο σύζυγός της. Η Διαλεχτή εκοιμήθη
πολύ ενωρίς, διότι σκοπόν είχε να υπάγη εις την εκκλησίαν περί το μεσονύκτιον.
Ο ναός δε του Αγίου Νικολάου μόλις απείχε πεντήκοντα βήματα από της οικίας της.
Περί το μεσονύκτιον εσήμαναν παρατεταμένως οι κώδωνες.
Η Διαλεχτή ηγέρθη, ενεδύθη και απήλθεν εις την εκκλησίαν.
Η παρακοιμωμένη αυτή κόρη ήτο συμπεφωνημένον, ότι μόνον μέχρι
ου σημάνη ο όρθρος θα έμενε μετ' αυτής,
όθεν αφυπνίσασα αυτήν την ωδήγησε πλησίον των αδελφών της.
Αι δύο οικίαι εχωρίζοντο διά τοίχου κοινού.
Η Διαλεχτή ανήλθεν εις τον γυναικωνίτην του ναού,
αλλά μόλις παρήλθεν ημίσεια ώρα και γυνή τις πτωχή και χωλή δυστυχής,
ήτις υπηρέτει ως νεωκόρος της εκκλησίας, ελθούσα τη λέγει εις το ους:
- Δόσε μου το κλειδί, ήλθε ο άντρας σου.
- Ο άντρας μου! ανεφώνησεν η Διαλεχτή έκπληκτος.
Και αντί να δώση το κλειδί έσπευσε να καταβή η ιδία.
Ελθούσα εις την κλίμακα της οικίας, βλέπει τον σύζυγόν της κατάβρεκτον,
αποστάζοντα ύδωρ και αφρόν.
- Είμαι μισοπνιγμένος, είπε μορμυρίζων ούτος, αλλά δεν είναι τίποτε.
Αντί να το ρίξωμε έξω, το καθίσαμε στα ρηχά.
- Πέσατε έξω; ανέκραξεν η Διαλεχτή.
- Οχι, δεν είναι σου λέω τίποτε. Η βρατσέρα είναι σίγουρη,
με δυο άγκουρες αραγμένη και καθισμένη.
- Θέλεις ν' ανάψω φωτιά;
- Αναψε και δόσε μου ν' αλλάξω.
Η Διαλεχτή εξήγαγε εκ του κιβωτίου ενδύματα διά τον σύζυγόν της και ήναψε πυρ.
- Θέλεις κανένα ζεστό;
- Δεν μ' ωφελεί εμένα το ζεστό, είπεν ο καπετάν Καντάκης. Κρασί να βγάλης.
Η Διαλεχτή εξήγαγεν εκ του βαρελίου οίνον.
- Πώς δεν εφρόντισες να μαγειρεύσης τίποτε; είπε γογγύζων ο ναυτικός.
- Δεν σ' επερίμενα απόψε, απήντησε μετά ταπεινότητος η Διαλεχτή. Κρέας επήρα.
Θέλεις να σου ψήσω πριζόλα;
- Βάλε, στα κάρβουνα, και πήγαινε συ στην εκκλησιά σου, είπεν ο καπετάν Καντάκης.
Θα έλθω κι εγώ σε λίγο.
Η Διαλεχτή έθεσε το κρέας επί της ανθρακιάς, ήτις εσχηματίσθη ήδη,
και ητοιμάζετο να υπακούση εις την διαταγήν του συζύγου της,
ήτις ήτο και ιδική της επιθυμία, διότι ήθελε να κοινωνήση.
Σημειωτέον ότι την φράσιν «πήγαινε συ στην εκκλησιά σου»
έβαψεν ο Καντάκης διά στρυφνής χροιάς.
- Η μάννα μου δε θα τώμαθε βέβαια ότι ήλθα, παρετήρησεν αύθις ο Καντάκης.
- Εκείνη είναι στην ενορία της, απήντησεν η Διαλεχτή. Θέλεις να της παραγγείλω;
- Παράγγειλέ της να έλθη το πρωί.
Η Διαλεχτή εξήλθεν. Ο Καντάκης την ανεκάλεσεν αίφνης.
- Μα τώρα είναι τρόπος να πας εσύ στην εκκλησιά, και να με αφήσεις μόνον;
- Να μεταλάβω κι έρχομαι, απήντησεν η γυνή.
Ο Καντάκης δεν ετόλμησε ν' αντείπη τι, διότι η απάντησις θα ήτο βλασφημία.
Ουχ ήττον όμως την βλασφημίαν ενδιαθέτως την επρόφερεν.
Η Διαλεχτή εφρόντισε να στείλη αγγελιοφόρον προς την πενθεράν της,
ένα δωδεκαετή παίδα της αυτής εκείνης γειτονικής οικογενείας,
ης η θυγάτηρ εκοιμήθη αφ' εσπέρας πλησίον της, και επέστρεψεν εις τον ναόν.
Ο Καντάκης, όστις επείνα τρομερά, ήρχισε να καταβροχθίζη την πριζόλαν.
Καθήμενος οκλαδόν παρά την εστίαν, εβαρύνετο να σηκωθή και ν' ανοίξη
το ερμάρι διά να λάβη άρτον, αλλ' αριστερόθεν αυτού υπεράνω της εστίας
επί μικρού σανιδώματος ευρίσκετο το χριστόψωμον
εκείνο, το δώρον της μητρός του προς την νύμφην αυτής.
Το έφθασε και το έφαγεν ολόκληρον σχεδόν μετά του οπτού κρέατος.
Περί την αυγήν, η Διαλεχτή επέστρεψεν εκ του ναού, αλλ' εύρε την πενθεράν
της περιβάλλουσαν διά της ωλένης το μέτωπον του υιού αυτής και γοερώς θρηνούσαν.
Ελθούσα αύτη προ ολίγων στιγμών τον εύρε κοκκαλωμένον και άπνουν.
Επάρασα τους οφθαλμούς, παρετήρησε την απουσίαν του χριστοψώμου
από του σανιδώματος της εστίας, και αμέσως ενόησε
τα πάντα.
Ο Καντάκης έφαγε το φαρμακωμένο χριστόψωμο,
το οποίον η γραία στρίγλα είχε παρασκευάσει διά την νύμφην της.
Ιατροί επιστήμονες δεν υπήρχον εν τη μικρά νήσω.
Ουδεμία νεκροψία ενεργήθη. Ενομίσθη, ότι ο θάνατος προήλθεν
εκ παγώματος συνεπεία του ναυαγίου.
Μόνη η γραία Καντάκαινα ήξευρε το αίτιον του θανάτου. Σημειωτέον,
ότι η γραία, συναισθανθείσα και αυτή το έγκλημά της, δεν
εμέμφθη την νύμφην της. Αλλά τουναντίον την υπερήσπισε κατά της κακολογίας άλλων.
Εάν έζησε και άλλα κατόπιν Χριστούγεννα, η άστοργος πενθερά
και ακουσία παιδοκτόνος, δε θα ήτο πολύ ευτυχής εις το γήρας της.




Τα εφιαλτικά Χριστούγεννα του Ηρακλή Πουαρό, Αγκάθα Κρίστι. Ραδιοφωνικό Θέατρο

Απόψε αγαπητοί φίλοι πρόκειται να σας παρουσιάσω το αριστούργημα της Αγκάθα Κρίστι ¨Τα εφιαλτικά Χριστούγεννα του Ηρακλή Πουαρό". Το έργο βασίζεται στο ομόνυμο αστυνομικό μυθιστόρημα που εκδόθηκε στο Λονδίνο το 1938 .Η ρετρό ατμόσφαιρα του έργου πρόκειται να σας συναρπάσει...




                                    



Το 1994 η επιτυχημένη τηλεοπτική σειρά του BBC «Agatha Christie΄s Poirot» περιέλαβε τη χριστουγεννιάτικη ιστορία του αγαπημένου αστυνομικού ήρωα σε επεισόδιο που προβλήθηκε πρώτη φορά τον Ιανουάριο του 1995. Προηγήθηκαν οι ραδιοφωνικές ηχογραφήσεις και μεταδόσεις του έργου από το ραδιόφωνο του BBC 4 το 1986.



Η εξέλιξη του έργου

Ο Σάιμον Λη, ένας δύστροπος γέρος, προσκαλεί στην έπαυλή του, το Γκόσινγκτον Χωλ, τα παιδιά του με τις γυναίκες τους, να περάσουν μαζί τα Χριστούγεννα.

"Συμπτωματικά" τους επισκέπτεται και ο Στέφεν Φαρ, ο γιος παλιού συνεταίρου του Λη. Ο Στέφεν συναντά στο τρένο μια εξαιρετικά όμορφη και μυστήρια κοπέλα, την Πιλάρ. Φθάνοντας στο Λόνγκλεηντ θα βρει εκεί τους τέσσερις γιους του Σάιμον Λη, τον πειθήνιο Άλφρεντ με τη γυναίκα του Λύντια, τον χρεωμένο Τζωρτζ με τη γυναίκα του Μάντελιν, τον αγανακτισμένο Νταίηβιντ με τη γυναίκα του Χίλντα και τον "άσωτο υιό" Χάρυ.

Ο γέρος ενθουσιάζεται από την επίσκεψη του Φαρ και επιμένει να τον κρατήσει για τις γιορτές. Την παραμονή των Χριστουγέννων, όλοι θα παραμείνουν σιωπηλοί στο τραπέζι, βυθισμένοι σε σκέψεις. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, κάποιος αργότερα στο σαλόνι - σαν να είχε μαντέψει ή είχε σχεδιάσει ο ίδιος το κακό που έμελλε ν' ακολουθήσει - βάλθηκε να παίζει στο πιάνο το πένθιμο εμβατήριο!



Επιπλέον στοιχεία για το έργο.

Η Βασίλισσα του Εγκλήματος έγραψε τα "Εφιαλτικά Χριστούγεννα" το 1938 για ν' απαντήσει στους επικριτές της, που της καταλόγιζαν την έλλειψη αίματος στους "φόνους" της. Αποτελεί ένα από τα καλύτερα έργα της "κλειστού δωματίου" και ένα απ' τα πιο δημοφιλή χριστουγεννιάτικα αναγνώσματα. (Lexiw.gr)


Το Εφιαλτικά Χριστούγεννα - (Hercule Poirot’s Christmas), είναι αστυνομικό μυθιστόρημα της Αγκάθα Κρίστι και πρωτοεκδόθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο από την Λέσχη Αστυνομικών Βιβλίων Κόλλινς στις 19 Δεκεμβρίου 1938 (αν και η πρώτη έκδοση έχει κατοχυρωμένα πνευματικά δικαιώματα το 1939). Κυκλοφόρησε με τιμή επτά σελίνια και έξι πέννες(7/6).


Δημοσιεύτηκε στις ΗΠΑ από τους Ντοντ, Μηντ και Σια το Φεβρουάριο του 1939 υπό τον τίτλο "Murder for Christmas". Η έκδοση αυτή είχε λιανική τιμή 2 δολλαρίων[3]. Μια χαρτόδετη έκδοση στις ΗΠΑ από τις εκδόσεις Έιβον το 1947 άλλαξε τον τίτλο σε "A Holiday for Murder". Πρωταγωνιστικός χαρακτήρας είναι ο Βέλγος ντετέκτιβ Ηρακλή Πουαρό.


Στην Ελλάδα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Λυχνάρι», με αρ.55 στη σειρά «βιβλίων περιπτέρου» με τίτλο «Βιβλιοθήκη Αστυνομικής Φιλολογίας» (η β' έκδοση είναι του 1970), σε μετάφραση Ε. Γονατόπουλου.

                                                    

Πρόκειται για μυθιστόρημα «κλειστού δωματίου» με όλα τα μέλη της οικογένειας να έχουν ο καθένας το δικό του λόγο να μισεί τον τυραννικό Σίμεον Λι («Θα μπορούσε να πει κανείς, μάλιστα, πως ήταν το είδος του ανθρώπου που όχι μόνο πούλησε την ψυχή του στον διάβολο αλλά ευχαριστήθηκε και τη συμφωνία», σελ. 188): ο πρωτότοκος Άλφρεντ με τη σύζυγό του, Λίντια («Θεωρώ πως είναι ένας κακόψυχος, τυραννικός γέρος»), ο βουλευτής Τζορτζ Λι με την κατά πολύ νεότερή του σύζυγο, Μάγκνταλεν, ο τρίτος γιος, Ντέιβιντ, με τη σύζυγό του, Χίλντα και ο τελευταίος Λι, ο Χάρι, το μαύρο πρόβατο της οικογένειας. Υπάρχει φυσικά και η σαγηνευτική εγγονή Πιλάρ, κόρη της Τζένιφερ που πέθανε πολλά χρόνια πριν. Η υπόθεση ξετυλίγεται μέσα από μια σειρά ανακρίσεων αλλά και εξομολογήσεων στον Πουαρό των συζύγων για τους άντρες τους. Έχουμε και πάλι ποικίλες οπτικές γωνίες, ένα τραυματικό παρελθόν, μια χούφτα άκοπα διαμάντια και μια οικογένεια με σχεδόν ανύπαρκτους δεσμούς ενώ η υπόθεση οδεύει στο τέλος της μέσα από μια σειρά στοιχείων που ακολουθεί ο Πουαρό και συζητήσεων μεταξύ των μελών της οικογένειας και των υπηρετών.



Ο διευθυντής της κομητειακής αστυνομίας όπου διαπράττεται το έγκλημα, συνταγματάρχης Τζόνσον, που γνωρίσαμε στην «Τραγωδία σε τρεις πράξεις», φιλοξενεί τον Πουαρό και η δολοφονία διακόπτει τη συζήτησή τους γι’ αυτήν ακριβώς την υπόθεση. Ο ντετέκτιβ αναπτύσσει μια αρκετά πρωτότυπη θεωρία του για την ατμόσφαιρα των Χριστουγέννων, σύμφωνα με την οποία η ψευδής αίσθηση οικογενειακής γαλήνης που αναγκάζει όσους όλο το χρόνο ζούσαν χώρια να ανταμώσουν ξανά ενέχει τον κίνδυνο να εξεγείρει πάθη και να οδηγήσει κάποιους στα άκρα, ακόμη και για ασήμαντο λόγο. Επιπλέον, το μυθιστόρημα κυκλοφόρησε μεσούσης του ισπανικού εμφυλίου που ξεκίνησε το 1936 και διήρκεσε ως το 1939 κι έτσι η συγγραφέας εκφράζει το ενδιαφέρον της για τα γεγονότα μέσα από μια συζήτηση της Πιλάρ Εστραβάδος με έναν συνεπιβάτη του τρένου που τη μεταφέρει στο σπίτι του παππού της, Σίμεον Λι: «-Τι γίνεται με αυτόν τον πόλεμο που έχει ξεσπάσει στα μέρη σας; -Τρομερή κατάσταση, ναι… Πολύ θλιβερή…»



Εντύπωση προκαλεί η σκηνή της δολοφονίας: άφθονο αίμα χυμένο παντού, κάτι που η συγγραφέας γενικώς αποφεύγει να δώσει, μιας και προτιμά τους ήσυχους σχετικά θανάτους από δηλητήριο. Σπασμένα έπιπλα, κραυγή αγωνίας και το δωμάτιο να θυμίζει τόπο θυσίας. Η δε διάπραξη του εγκλήματος και η όλη ενορχήστρωση είναι άκρως υποδειγματική και μου άρεσε πολύ ως ιδέα, γιατί προβλημάτισε αρκετά τους χαρακτήρες κι εμένα ενώ ήταν τόσο ευφυώς απλή! Η Agatha Christie θα έχει πάντα τους δικούς της κανόνες γραφής!

 
Στο ρόλο του Ηρακλή Πουαρό, ο Σοφοκλής Πέππας.
                                             


Το μυθιστόρημα είναι η εικοστή περιπέτεια του Ηρακλή Πουαρό και κυκλοφόρησε στην Αγγλία το 1938 και στην Αμερική το 1939. Στα ελληνικά υπήρξαν πολλές εκδόσεις ώσπου κυκλοφόρησε από το Λυχνάρι με τον τίτλο «Εφιαλτικά Χριστούγεννα» και σήμερα (2019) επανακυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός σε μεγαλύτερο σχήμα, με προλογικό σημείωμα και με νέα μετάφραση (του Χρήστου Καψάλη). Ως προς το εξώφυλλο ακολουθούν την έκδοση Harper Collins (1993) ενώ έχουν ανακοινώσει πως στόχος τους είναι να κυκλοφορήσουν στα ελληνικά όλα τα αστυνομικά έργα της Agatha Christie.



Ο Ηρακλής Πουαρό σημειωτέον ότι είναι ο πιο αναγνωρίσιμος και δημοφιλής ήρωας της Αγγλίδας Βασίλισσας.

Το έργο προσκαλεί το κοινό να γίνει μάρτυς σε ένα μοναδικής εμπειρίας Φιλμ Νουάρ.

Τα ¨Εφιαλτικά Χριστούγεννα¨ ηχογραφήθηκαν και από την Ελληνική Κρατική Ραδιοφωνία. Το αρχείο της ραδιοφωνικής θεατρικής διασκευής διατίθεται ελεύθερα στο διαδίκτυο.



Η ηχογράφηση μεταδόθηκε πρώτη φορά από το Πρώτο Πρόγραμμα της Ε.ΡΑ , με τίτλο «Εφιαλτικά Χριστούγεννα», από τις 20/12/1988 έως τις 7/1/1989 (ανήκει στην όψιμη περίοδο παραγωγής έργων Ραδιοφωνικού Θεάτρου) σε 15 συνέχειες.

Στο ρόλο του Ηρακλή Πουαρό, ο Σοφοκλής Πέππας (ο γνωστός Μπαμπά-Στρουμφ).

Ακούγονται επίσης, οι ηθοποιοί: Κώστας Καστανάς, Αντιγόνη Βαλάκου, Γιώργος
Μοσχίδης, Μάρθα Βούρτση, Τρύφων Καρατζάς, Ματίνα Καρρά, Τάκης Βουλαλάς,
Νίκος Γαροφάλλου, Γιώργος Αρμαδώρος, Κώστας Κοντογιάννης, Θάνος Καληώρας,
Απόστολος Φρυδάς, Ιλιάς Λαμπρίδου, Αλέξανδρος Αντωνόπουλος, Κώστας
Τριανταφύλλου, Δημήτρης Τσούτσης.

Μετάφραση: Ελένη Γονατοπούλου.
Μουσική επιμέλεια: Δανάη Ευαγγελίου.
Επιμέλεια ήχων: Άντα Μουσουτζάνη.
Τεχνική επιμέλεια: Παναγιώτης Καλύβας-Τζένη Ιγνατιάδη.
Παραγωγή: Νέλλα Δουλτσίνου.
Επιμέλεια εκπομπής: Μάρα Καλούδη

Ραδιοσκηνοθεσία: Γιώργος Θεοδοσιάδης.

Η μεταφόρτωση πραγματοποιήθηκε από το κανάλι Ηχητικά βιβλία για όλους:







Η Πολιτισμική Διαδρομή σας εύχεται Χρόνια Πολλά και Καλές Γιορτές.!!!

Πηγές: Τρίτο Πρόγραμμα, enikos.gr,CultureNow.gr,Lexis.gr,Artandtlife.gr,tovivlio.gr,wikipaidia


Ο Βύρων Πάλλης. Μια σπουδαία μορφή του ραδιοφωνικού θεάτρου.

 Ο Βύρων Πάλλης υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους ηθοποιούς της παλιάς γενιάς. Πόσοι δεν τον θυμούνται ως Θανασάκη στο Θανασάκη τον Πολιτε...