Σε ένα απομονωμένο νησί της Αγγλίας της δεκαετίας του '30 θα σας μεταφέρει απόψε η Διαδρομή, παρουσιάζοντας σας το έργο της Αγκάθα Κρίσι "Δέκα Μικροί Νέγροι¨.
Το βιβλίο εκδόθηκε το 1939 και έχει μέχρι σήμερα 115 εκατομμύρια αντίτυπα, ενώ κατέχει την έκτη θέση στη λίστα των βιβλίων με τις περισσότερες πωλήσεις.
Πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα αριστουργήματα της αστυνομικής λογοτεχνίας που γράφτηκαν ποτέ. Το έργο αποτέλεσε υλικό για τρεις κινηματογραφικές παραγωγές
Η Αγκάθα Κρίστι, για το κλασικό θεατρικό ανέβασμα, άλλαξε τελικά το φινάλε μια και πεθαίνουν τελικά οι οχτώ αντί για όλους στο πρωτότυπο κείμενο.
Λίγα λόγια για την υπόθεση του έργου:
Στην βρετανική ακτή του Ντέβον, υπάρχει ένα ιδιόκτητο νησάκι, που λόγω της μορφής του ονομάζεται το Νησί του Νέγρου. Ο αρχικός ιδιοκτήτης του, ένας πάμπλουτος Αμερικάνος, έχει χτίσει σε αυτό μία υπέροχη έπαυλη. Ο τωρινός ιδιοκτήτης αποτελεί μυστήριο, καθώς υπάρχουν μόνο συγκεχυμένες πληροφορίες γι’ αυτόν.
10 άνθρωποι που δεν γνωρίζονται και που φαινομενικά δεν έχουν κανένα κοινό στοιχείο μεταξύ τους, προσκαλούνται να περάσουν ένα Σαββατοκύριακο στην έπαυλη. Η μόνη πρόσβαση στο νησί γίνεται με βάρκα, ο βαρκάρης είναι ο μόνος άνθρωπος που μπορεί να πηγαινοέρχεται όταν ο καιρός είναι καλός. Όλοι όσοι βρίσκονται στην έπαυλη, ενημερώνονται από το πρώτο βράδυ πως θεωρούνται ένοχοι, (ο καθένας) για ένα έγκλημα που έχει μείνει κρυφό και για το οποίο έχουν καταφέρει να μείνουν ατιμώρητοι από την ανθρώπινη δικαιοσύνη.
Καθώς ο καιρός χαλάει και τα μαύρα σύννεφα της καταιγίδας καλύπτουν απειλητικά το νησί, οι 10 άνθρωποι που βρίσκονται στην έπαυλη δεν μπορούν να ξεφύγουν.
Το μυστήριο για το ποιος τους κάλεσε εκεί, παύει να τους απασχολεί όταν ξαφνικά ο πρώτος από αυτούς «πέφτει» νεκρός. Η αρχή μας σειράς μυστήριων θανάτων, που φαίνεται να είναι εμπνευσμένοι από ένα παλιό παιδικό ποίημα, ωθεί τον φόβο και τις υποψίες στα άκρα!
Ποιος είναι άραγε ο επόμενος; Και ποιος είναι αυτός που έχει πάρει τον νόμο στα χέρια του και, στυγνά, τιμωρεί με θάνατο;
Επιπλέον στοιχεία για το έργο:
Πόσο εύκολο είναι να κάνεις ένα έγκλημα; Και μετά; Πόσο εύκολα το ξεπερνάς; Μπορείς να το διαχειριστείς ή σε κατατρέχουν οι Ερινύες και σε κυνηγούν οι τύψεις σου για μια ζωή; Πόσο εύκολο είναι, άραγε, να αφήσεις πίσω σου ένα αμαρτωλό ή εγκληματικό παρελθόν; Μπορούμε να κάνουμε στ’ αλήθεια μια νέα αρχή μετά από ένα σοβαρό λάθος ή αυτό είναι μια ουτοπία;
Το θέμα της ηθικής και της δικαιοσύνης διέπει όλο το έργο. Ο ένοχος πρέπει να τιμωρηθεί για το έγκλημά του. Πρέπει να πληρώσει. Ποιος είναι αυτός που θα πάρει στα χέρια του τη δικαιοσύνη, όμως; Με το να σκοτώσεις έναν εγκληματία, φέρνεις τη δικαιοσύνη ή γίνεσαι και εσύ ένας εγκληματίας;
Η πλοκή είναι συναρπαστική και συγκινητική, το κοινό μπαίνει στο κλίμα της υπόθεσης από την αρχή και παραμένει καθηλωμένο μέχρι το τελευταίο λεπτό...
Οι συντελεστές του έργου στην εκπομπή "Από το ελληνικό και ξένο δραματολόγιο".
-Ο Παύλος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1978 στη Δράμα,
μεγάλωσε στις Σέρρες και έζησε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από το 1996
εργάζεται στο δημόσιο σε διάφορες διοικητικές θέσεις. Είναι απόφοιτος της
Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Σχολής Αστυφυλάκων της
Αστυνομικής Ακαδημίας, της Σχολής Επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ΕΛ.ΑΣ., και
της Σχολής Ελληνικού Πολιτισμού, του Τμήματος Ανθρωπιστικών. Σπουδών του Ελληνικού
Ανοικτού Πανεπιστημίου. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.
Θα κάνουμε πνευματικό συνεργείο προσευχής. Αν θα γίνεται προσευχή με πόνο, ξέρετε τί δύναμη θα έχη;
Θα προσεύχεσθε για τα προβλήματα του κόσμου και όσοι άνθρωποι ζητούν εκείνη την ώρα βοήθεια από τον Θεό και βρίσκονται στην ίδια συχνότητα, θα δέχωνται την βοήθειά Του.
Εγώ αισθάνομαι τις ψυχές που προσεύχονται· σαν κύματα-κύματα δυνάμεως νιώθω την προσευχή τους. Πολλές φορές καταλαβαίνω και ποιά ώρα έκανε προσευχή ένας άρρωστος και βοηθήθηκε…
Όταν γίνεται προσευχή με πόνο, ακόμη και άγνωστοι άνθρωποι το πληροφορούνται.
Η Πολιτισμική Διαδρομή θα σας παρουσιάσει το έργο του Τζον Όσμπουρν "Ο Νουμερίστας" .
Το έργο εξελίσσεται στο σπίτι των Ράις εκτός από λίγες στιγμές που μεταφέρεται στο μιουζικ χωλ, ενώ παράλληλα τρέχουν τα γεγονότα του πολέμου του Σουέζ...
Η υπόθεση:
Μία οικογένεια αποτυχημένων ανθρώπων: ο παππούς, ένα παλιός θεατρίνος του μιούζικ χολ, ο γιος του Άρτσι, ένας νουμερίστας των μιούζικ χολ, η γυναίκα του Φοίβη, υστερική, κομπλεξική. Ο Άρτσι έχει τρία παιδιά: την Τζιν που σπουδάζει στο Λονδίνο, τον Φρανκ έναν πρώην «επαναστάτη», αηδιασμένο που παίζει πιάνο σ’ ένα κέντρο, απλώς για να ζήσει, και τον μικρότερο Μίκι που δεν τον βλέπουμε στο έργο. Ήταν το «καλό παδί» του σπιτιού, που δεν έλεγε όχι. Τώρα βρίσκεται στην Αίγυπτο, στρατιώτης, στον πόλεμο για να κρατήσει η Αγγλία τη διώρυγα του Σουέζ. Η εποχή που διαδραματίζεται το έργο είναι ακριβώς η εποχή που η Αγγλία έχασε τη μάχη για το Σουέζ, γεγονός που είχε τρομακτικό αντίκτυπο στη συνείδηση των Εγγλέζων.
Η κακή είδηση δε θα αργήσει να έρθει...
Λίγα ακόμη στοιχεία για το έργο...
Ένας από τους σημαντικότερους δραματουργούς του 20ού αιώνα, ο Άγγλος Τζον Όσμπορν (John Osborne), λογοτεχνικός εκπρόσωπος των επαναστατημένων νέων της εποχής του (μετά το περίφημο έργο του «Οργισμένα νιάτα»), γράφει το 1957 (παραγγελία του περίφημου ηθοποιού Λόρενς Ολίβιε), το τρίπρακτο θεατρικό «The Entertainer» (Ο νουμερίστας του μιούζικ χoλ), μ’ έναν οργισμένο… μεσήλικα!
Η αθηναϊκή επιθεώρηση γεννήθηκε το καλοκαίρι του 1894, όταν το ελληνικό κωμειδύλλιο διασταυρώθηκε ξαφνικά με ένα δείγμα του ευρωπαϊκού μουσικού θεάτρου της εποχής, την ισπανική ζαρζουέλα «Γκραν Βία».
Οι πρώτες επιθεωρήσεις βρίσκονταν, κάτω από την επίδραση του κωμειδύλλιου και αποτελούσαν κατά ένα τρόπο φυσική συνέχεια και προέκτασή του, παρόλο που στην αρχή προβλήθηκαν σαν εναλλακτική λύση στο ξεπερασμένο αυτό είδος. Εκείνο που έκανε την επιθεώρηση να ξεχωρίσει αμέσως στο ξεκίνημά της από το κωμειδύλλιο ήταν η διαμετρικά αντίθετη προοπτική της – το διαφορετικό της φρόνημα και ο διαφορετικός ιδεολογικός προσανατολισμός της.
Σε σύγκριση με τις ψυχρές καθαρευουσιάνικες τραγωδίες, το μουσικό θέατρο καθιερώθηκε στη συνείδηση του κοινού σαν ένα προοδευτικό είδος τέχνης και η αποκλειστική τον καιρό εκείνο ταύτισή του με την εξελιγμένη ευρωπαϊκή καλλιτεχνική κίνηση ενίσχυε αυτή την εντύπωση.
Το μουσικό θέατρο ήταν «ευρωπαϊκό» με όλη τη σημασία που έδινε στο επίθετο η ελληνική ηγετική τάξη των χρόνων εκείνων. Ερχόταν από τα μεγάλα αστικά κέντρα της αναπτυγμένης Ευρώπης και έφερνε μαζί του την ατμόσφαιρα του πολιτισμού τους. Η μουσική του δεν είχε σχέση με την ανεπιθύμητη «βαλκανική» και «οθωμανική» μουσική παράδοση του τόπου, αλλά με την αίγλη της ευρωπαϊκής προέλευσής της και με τη γοητεία της συγκινησιακής ορμής της.
Από το 1905 η επιθεώρηση έχει μια συνεχή παρουσία μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 20. Με το θίασο του Ευάγγελου Παντόπουλου αρχικά και με την καθιέρωση των ετήσιων επιθεωρήσεων από το 1907 και μετά, όπως Τα Παναθήναια, η επιθεώρηση κυριάρχησε.
Έφερε στη θεατρική ζωή του τόπου μια καινούργια οπτική γωνία. Ο Αθηναίος θεατής αντικρίζει τα πράγματα σταθερά από τη σκοπιά της πόλης και θα τα κρίνει με τη νοοτροπία της πόλης –με βάση τις αξίες, τα ιδανικά και τις προκαταλήψεις μιας νέας αστικής συνείδησης. Δεν είναι τυχαίο, ούτε χωρίς σημασία, που η επιθεώρηση χαρακτηρίστηκε από τηνπρώτη στιγμή "αθηναϊκή"