Το χρονοντούλαπο των εννοιών Πάσχος Μανδραβέλης

 Ακόμη και όσοι τον μισούν, δεν μπορούν παρά να παραδεχθούν ότι ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν ευφυέστατος άνθρωπος. Αυτό δεν φαίνεται μόνο από τις ακαδημαϊκές του περγαμηνές ή τις πολιτικές του επιτυχίες. Μπορεί να ανιχνευτεί στις λέξεις που καθιέρωσε στον ελληνικό πολιτικό διάλογο, με πρώτη «το κατεστημένο». Δεν είναι απλώς μια εύηχη λέξη, που φανερώνει την καλή γνώση της ελληνικής γλώσσας. Είναι η σύνοψη μιας ολόκληρης θεωρίας, η οποία σφράγισε την αντιπολίτευση που έκανε, θεμελίωσε τις επόμενες πολιτικές του. Η ύπαρξη μόνο αυτής της λέξης μετακίνησε τον άξονα της πολιτικής αντιπαράθεσης. Δεν ήταν μόνο Δεξιά εναντίον Αριστεράς, ούτε δημοκρατικοί κατά βασιλοφρόνων, ούτε αστοί και προλετάριοι. Υπήρχε, πλέον ένα ασαφές μεν, αλλά «κατεστημένο», που κάποιοι έπρεπε να αντιπαλέψουν.

                                  

Οι νέες λέξεις που εισήγαγαν πολιτικοί όπως ο Ανδρ. Παπανδρέου, ή ο Κων. Μητσοτάκης όπως π.χ. με τη «διαπλοκή», δεν εξυπηρετούσαν απλώς το πολιτικό τους συμφέρον. Διαμόρφωσαν –έστω στα μέτρα τους– την πολιτική αντιπαράθεση. Την εμπλούτισαν, την επέκτειναν. Παραφράζοντας τον Βιτγκενστάιν, θα λέγαμε ότι τα όρια της γλώσσας των πολιτικών είναι και τα όρια του κόσμου τους, αλλά επειδή έχουν βαρύνουσα θέση στην κοινωνία γίνονται και τα όρια του κόσμου όλων μας.



Τα τελευταία χρόνια, ο κόσμος μας συρρικνώνεται στα όρια του παρελθόντος. Νέες πολύπλοκες καταστάσεις απλοποιούνται μέχρι στρέβλωσής των, επειδή περιγράφονται με όρους του παρελθόντος. Δεν αναφερόμαστε μόνο στο «4ο Ράιχ», στους «γερμανοτσολιάδες» και στους (τρομάρα μας!) Βελουχιώτηδες του μνημονίου. 

Συζητάμε στα σοβαρά εάν η κυβέρνηση, που τίναξε το δημόσιο ταμείο στον αέρα για να στηρίξει την οικονομία λόγω πανδημίας, είναι «νεοφιλελεύθερη», εάν το ασφαλιστικό νομοσχέδιο είναι του «Πινοσέτ», εάν η διευθέτηση του οκταώρου είναι «εργασιακός μεσαίωνας», εάν τα μέτρα για την προστασία της δημόσιας υγείας από τους ανεμβολίαστους συνιστούν αναβίωση των εθνικών διχασμών του παρελθόντος. Το θέμα μας εν προκειμένω δεν είναι η ποιότητα της αντιπολίτευσης, ή του αντιπολιτευτικού λόγου γενικώς. Στο κάτω κάτω της γραφής, πολλά μπορεί να προσάψει κάποιος στον ΣΥΡΙΖΑ για τις παρεμβάσεις του σε σχέση με την πανδημία, αλλά δεν έφτασε στα όρια της ισπανικής Δεξιάς που αρνείτο ρητώς και κατηγορηματικώς τα μέτρα. Το θέμα είναι ότι η διαρκής προσφυγή στο παρελθόν αποτρέπει τη συζήτηση για το τι πρέπει να γίνει στο μέλλον. Λείπουν οι νέες λέξεις, οι καινούργιες έννοιες που θα περιγράψουν επαρκώς την κατάσταση που ζούμε, ώστε να προκύψουν και τα πολιτικά προτάγματα που πρέπει να αντιπαλέψουμε.

Για παράδειγμα, την περίοδο του μνημονίου υπήρχε χώρος για συζήτηση και αντιπαράθεση, και αφορούσε την κατανομή των βαρών της ελληνικής χρεοκοπίας. Αυτή η συζήτηση δεν έγινε ποτέ επειδή σκιάστηκε από το σόφισμα της «νέας κατοχής», που λογικώς ως «κατοχή» έπρεπε να αντιπαλέψουμε καθ’ ολοκληρίαν, αρνούμενοι το γεγονός της χρεοκοπίας. Αυτό το άλμα στο παρελθόν το πληρώσαμε και με χρονική επέκταση της κρίσης, αλλά και στην κατανομή των βαρών. Ετσι θα πληρώσουμε και τώρα την ανάσυρση του «διχασμού» από το χρονοντούλαπο των εννοιών. Αν μη τι άλλο, δίνει και κοινωνική πολιτική υπόσταση και στους «ψεκασμένους», τους κάνει να πιστεύουν ότι κρατούν από ιστορική γενιά…

Πηγή: Καθημερινή

Οι διαφορές "Μακεδονικες" ταυτότητες.

 Το Μακεδονικό ζήτημα άλλαξε μορφή στον Ψυχρό Πόλεμο κυρίως αφότου η Κομινφόρμ, το 1948 απέπεμψε τον Τίτο, ο οποίος ανησύχησε από ενδεχόμενη αναβίωση του παλαιού σχεδίου της Κομιντέρν για την ίδρυση Μακεδονικής Ομοσπονδίας προσδεμένης στη Βουλγαρία.



 Η σοβιετική πίεση εναντίον του μάλλον επίσπευσε τη δημιουργία «μακεδονικής γλώσσας και εθνότητας» μέσα στα όρια της Γιουγκοσλαβικής Ομοσπονδίας. Την ίδια περίοδο, στα Σκόπια ιδρύθηκε το Ινστιτούτο Εθνικής Ιστορίας, με σκοπό τη συλλογή αρχείων και την καταγραφή Τη δεκαετία του 1950 οι τριβές στις σχέσεις Γιουγκοσλαβίας Ελλάδας προέρχονταν κυρίως από περιστασιακές αναφορές της πρώτης στην ύπαρξη σλαβομακεδονικής μειονότητας στη δυτική Μακεδονία. Στην ελληνική πολιτική κυριάρχησε η άποψη ότι δεν υπάρχει σλαβομακεδονική μειονότητα στην Ελλάδα και ότι οι 42.000 κάτοικοι (1952) που μιλούσαν εκτός της ελληνικής γλώσσας και ένα σλαβικό ιδίωμα, (μίγμα ελληνικών, σερβικών και βουλγαρικών λέξεων χωρίς γραμματική) ήταν πλήρως αφομοιωμένοι Έλληνες.

Αναφορικά με τη «μακεδονική γλώσσα», η επίσημη θέση, όπως εκφράστηκε από τον υπουργό Εξωτερικών Ευάγγελο Αβέρωφ, ήταν ότι η οργάνωση και οι γλώσσες της Γιουγκοσλαβικής Ομοσπονδίας αποτελούσαν εσωτερικό της ζήτημα. Το καλοκαίρι του 1960 ο σκοπιανός Τύπος διαμαρτυρήθηκε για τα προσκόμματα που έφερναν οι τοπικοί άρχοντες της δυτικής Μακεδονίας στους Σλαβομακεδόνες να μιλούν τη σλαβική τους διάλεκτο.

Τη δεκαετία του 1960, η Γιουγκοσλαβία αποκατέστησε σε μεγάλο βαθμό τις σχέσεις της με την Ε.Σ.Σ.Δ. εξαιτίας της αποσταλινοποίησης του καθεστώτος από τον Νικίτα Χρουστσόφ. Ταυτόχρονα ηγήθηκε της κίνησης των Αδεσμεύτων Κρατών, ώστε να μην εξαρτάται πλέον από την αμερικανική στρατιωτική βοήθεια και το τριμερές Βαλκανικό Σύμφωνο, το οποίο είχε ήδη αποδυναμωθεί λόγω της διαμάχης Ελλάδας - Τουρκίας στο Κυπριακό ζήτημα. Η διεθνής της θέση επέτρεπε στη Γιουγκοσλαβία να παρέχει ενεργό στήριξη στις σλαβομακεδονικές οργανώσεις, εγκαινιάζοντας έτσι την προβολή της σλαβομακεδονικής εκδοχής για τη Μακεδονία στο διεθνή διπλωματικό χώρο. 

Ωστόσο, η ελληνική πολιτική έδινε μικρότερη σημασία στο θέμα αυτό τότε και πολύ μεγαλύτερη στο ότι η Γιουγκοσλαβία συνέβαλλε αποφασιστικά στη διασφάλιση ψήφων από χώρες του Κινήματος των Αδεσμεύτων υπέρ των ελληνικών θέσεων για το Κυπριακό στον Ο.Η.Ε.63 Τοβεβαρημένο ιστορικό του «Μακεδονικού» και η συνακόλουθη ευαισθησία της ελληνικής κοινής γνώμης είχαν ως αποτέλεσμα την υπογραφή μυστικής συμφωνίας το 1962 μεταξύ Ελλάδας– Γιουγκοσλαβίας, η οποία προωθούσε τη μη ανακίνηση θεμάτων ικανών να βλάψουν τις διμερείς σχέσεις και την αντιμετώπισή των όποιων προστριβών με απευθείας συνεννόηση.

 Το 1967 ανακηρύχτηκε αυτοκέφαλη η «Μακεδονική Ορθόδοξη Εκκλησία», ιστορίας του «μακεδονικού έθνους».53 Η συγγραφή της πρώτης γραμματικής της «μακεδονικής γλώσσας» χρησιμοποίησε ως βάση τη βουλγαρική, με σερβικές προσμίξεις, προκειμένου να ξεχωρίσει και να καταστεί επίσημη γλώσσα του ομόσπονδου κράτους.Η Βουλγαρία, από το 1948 και μετά, παραμέρισε τις όποιες εδαφικές διεκδικήσεις στην ευρύτερη Μακεδονία δηλώνοντας δημοσίως ότι δεν υπάρχει μακεδονική εθνότητα, ότι η γλώσσα που χρησιμοποιείται είναι μια εκσερβισμένη βουλγαρική διάλεκτος, ότι στη Μακεδονία του Πιρίν κατοικούν Βούλγαροι και ότι στην Ελλάδα δεν υφίσταται σλαβική μειονότητα.56

Η ένταξη της Ελλάδας στο Ν.Α.Τ.Ο., το 1952, προσέφερε εγγυήσεις για τα βόρεια σύνορά της, ενώ η ευπρόσδεκτη για τις Η.Π.Α. υπογραφή του τριμερούς Βαλκανικού 

Συμφώνου μεταξύ Άγκυρας, Αθήνας και Βελιγραδίου (1953-1954) έβαλε προσωρινά στο περιθώριο το Μακεδονικό Ζήτημα. Ο Τίτο όμως, δεν παρέλειπε να το χρησιμοποιεί ως μέσο διπλωματικής πίεσης προς την Ελλάδα και κυρίως προς τη ΒουλγαρίαΤη δεκαετία του 1950 οι τριβές στις σχέσεις Γιουγκοσλαβίας Ελλάδας προέρχονταν κυρίως από περιστασιακές αναφορές της πρώτης στην ύπαρξη σλαβομακεδονικής μειονότητας στη δυτική Μακεδονία. Στην ελληνική πολιτική κυριάρχησε η άποψη ότι δεν υπάρχει σλαβομακεδονική μειονότητα στην Ελλάδα και ότι οι 42.000 κάτοικοι (1952) που μιλούσαν εκτός της ελληνικής γλώσσας και ένα σλαβικό ιδίωμα, (μίγμα ελληνικών, σερβικών και βουλγαρικών λέξεων χωρίς γραμματική) ήταν πλήρως αφομοιωμένοι Έλληνες.

Αναφορικά με τη «μακεδονική γλώσσα», η επίσημη θέση, όπως εκφράστηκε από τον υπουργό Εξωτερικών Ευάγγελο Αβέρωφ, ήταν ότι η οργάνωση και οι γλώσσες της Γιουγκοσλαβικής Ομοσπονδίας αποτελούσαν εσωτερικό της ζήτημα.60 Το καλοκαίρι του 1960 ο σκοπιανός Τύπος διαμαρτυρήθηκε για τα προσκόμματα που έφερναν οι τοπικοί άρχοντες της δυτικής Μακεδονίας στους Σλαβομακεδόνες να μιλούν τη σλαβική τους διάλεκτο.

Τη δεκαετία του 1960, η Γιουγκοσλαβία αποκατέστησε σε μεγάλο βαθμό τις σχέσεις της με την Ε.Σ.Σ.Δ. εξαιτίας της αποσταλινοποίησης του καθεστώτος από τον Νικίτα Χρουστσόφ. Ταυτόχρονα ηγήθηκε της κίνησης των Αδεσμεύτων Κρατών, ώστε να μην εξαρτάται πλέον από την αμερικανική στρατιωτική βοήθεια και το τριμερές Βαλκανικό. 

Σύμφωνο, το οποίο είχε ήδη αποδυναμωθεί λόγω της διαμάχης Ελλάδας - Τουρκίας στο Κυπριακό ζήτημα. Η διεθνής της θέση επέτρεπε στη Γιουγκοσλαβία να παρέχει ενεργό στήριξη στις σλαβομακεδονικές οργανώσεις, εγκαινιάζοντας έτσι την προβολή της σλαβομακεδονικής εκδοχής για τη Μακεδονία στο διεθνή διπλωματικό χώρο. Ωστόσο, η ελληνική πολιτική έδινε μικρότερη σημασία στο θέμα αυτό τότε και πολύ μεγαλύτερη στο ότι η Γιουγκοσλαβία συνέβαλλε αποφασιστικά στη διασφάλιση ψήφων από χώρες του Κινήματος των Αδεσμεύτων υπέρ των ελληνικών θέσεων για το Κυπριακό στον Ο.Η.Ε. Τοβεβαρημένο ιστορικό του «Μακεδονικού» και η συνακόλουθη ευαισθησία της ελληνικής κοινής γνώμης είχαν ως αποτέλεσμα την υπογραφή μυστικής συμφωνίας το 1962 μεταξύ Ελλάδας– Γιουγκοσλαβίας, η οποία προωθούσε τη μη ανακίνηση θεμάτων ικανών να βλάψουν τις διμερείς σχέσεις και την αντιμετώπισή των όποιων προστριβών με απευθείας συνεννόηση.

 Το 1967 ανακηρύχτηκε αυτοκέφαλη η «Μακεδονική Ορθόδοξη Εκκλησία»,παρότι δεν έχει αναγνωριστεί μέχρι σήμερα από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Σλαβομακεδονικές εκκλησίες ιδρύθηκαν στις Η.Π.Α., στην Αυστραλία και στη Δυτική Γερμανία, όπου συνέβαλαν στην προβολή της «μακεδονικής ταυτότητας».

Επιπλέον, μέχρι το 1970 είχε αναγνωριστεί η Ακαδημία Τεχνών και Επιστημών της Σ.Δ.Μ. από σαράντα ακαδημίες ξένων χωρών, συμπεριλαμβανομένων των Η.Π.Α. και της Ε.Σ.Σ.Δ. Οι ελληνικές κυβερνήσεις απάντησαν με την ενθάρρυνση της ανάπτυξης ενός δικτύου εσωτερικής επικοινωνίας μεταξύ του Υπουργείου Εξωτερικών (ΥΠ.ΕΞ.) και φορέων ικανών να αντιπαρατεθούν ακαδημαϊκά με τη σκοπιανή προπαγάνδα. Το δίκτυο αυτό περιλάμβανε την Παμμακεδονική Ένωση, το Ιστορικό τμήμα του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, το Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου (Ι.Μ.Χ.Α.), την Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών και το περιοδικό Μακεδονική Ζωή.

Το Μακεδονικό ζήτημα αξιοποιήθηκε από τη Βρετανία για να αντισταθμίσει την ελληνική διαμαρτυρία στο Κυπριακό κατά τη δεκαετία του 1950, από την Ε.Σ.Σ.Δ. για τον έλεγχο του Βελιγραδίου και της Σόφιας, και από τις Η.Π.Α. για να στηριχθεί η ανεξαρτησία του Τίτο από την Ε.Σ.Σ.Δ.. Το καθεστώς των Συνταγματαρχών (1967-1974) δεν ανέλαβε πρωτοβουλίες στο συγκεκριμένο ζήτημα, εν μέρει και για να μην διαταράξει την προσέγγισή του με τα σοσιαλιστικά βαλκανικά κράτη.

Μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας, κύριες προτεραιότητες της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής ήταν η ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (Ε.Κ.), η αντιμετώπιση της τουρκικής απειλής και η διαβαλκανική συνεργασία. Ως πρωθυπουργός ο Κωνσταντίνος Καραμανλής προτίμησε να αποφύγει ευθεία ρήξη με την Γιουγκοσλαβία, αλλά ταυτόχρονα ενδυνάμωσε τα επιχειρήματα των διπλωματών αναδεικνύοντας την πολιτιστική κληρονομιά της αρχαίας Μακεδονίας και την ανάπτυξη ακαδημαϊκών μελετών. Θεωρούσε ότι, ακόμα και αν υπήρχε επιβουλή κατά της εδαφικής ακεραιότητας, περνούσε μέσα από την υπονόμευση της πολιτιστικής κληρονομιάς των Ελλήνων. 

Σε επίσημη επίσκεψη του στην Αθήνα το 1976, ο Τίτο υποστήριξε ότι το «Μακεδονικό αποτελεί κάποιο εμπόδιο στις ελληνογιουγκοσλαβικές σχέσεις, αλλά μπορούν όλα να λυθούν με αμοιβαία εμπιστοσύνη». Ηαπάντηση του Κ. Καραμανλή ήταν: «Για εμάς η λέξη «Μακεδονικό» αντιπροσωπεύει γεωγραφικό χώρο στον οποίο ζουν διαφορετικοί λαοί και όχι ένας λαός».

Κατά την πρώτη περίοδο της διακυβέρνησης της Ελλάδας από το ΠΑ.ΣΟ.Κ (1981-1989), οι ελληνογιουγκοσλαβικές σχέσεις επιβαρύνθηκαν από την ανακίνηση του ζητήματος της «μακεδονικής μειονότητας». Κατά την επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου στο Βελιγράδι, το 1982, η πρωθυπουργός της Γιουγκοσλαβίας Μίλκα Πλάνιτς, ενώ τόνισε τη σπουδαιότητα της Ελλάδας για την Γιουγκοσλαβία, υποστήριξε ότι οι «μειονότητες θα έπρεπε να αποτελούν γέφυρα συνεργασίας και όχι μήλον της Έριδος». Ο Α. Παπανδρέου αντέδρασε έντονα εκθέτοντας τις πάγιες ελληνικές θέσεις περί μη υπάρξεως μακεδονικού έθνους και μειονότητας. Οι συνεχείς προκλήσεις της γιουγκοσλαβικής ηγεσίας στο Μακεδονικό ζήτημα είχαν ως αποτέλεσμα την απαγόρευση χορήγησης αναβολής στράτευσης σε φοιτητές που φοιτούσαν σε ιδρύματα όπου διδάσκονταν «μη ευρέως γνωστές γλώσσες». Ουσιαστικά, η σκλήρυνση της στάσης του Α. Παπανδρέου συμπλήρωνε πολιτικά την επιδίωξη του Κ. Καραμανλή να «παγώσει» το Μακεδονικό ζήτημα.

Αξιοσημείωτη υπήρξε η δήλωση του Γ.Γ. του Κ.Κ.Ε. Χαρίλαου Φλωράκη στις 15 Σεπτεμβρίου 1988 στο περιοδικό «Μακεδονική ζωή»: «Για το κόμμα μας Μακεδονικό ζήτημα και μακεδονική μειονότητα δεν υπάρχει.


Πηγή:Το ζήτημα των Σκοπίων στους Διεθνείς Οργανισμούς, 1990-1995. Ελληνικές θέσεις, παρεμβάσεις και πρωτοβουλίες. Βασίλειος Ι. Θώδας

Ο Λογιστής, της Τιτίνας Δανέλη. Ραδιοφωνικό Θέατρο

 Αγαπητοί φίλοι καλησπέρα σας, Η Διαδρομή απόψε θα σας παρουσιάσει μια ενδιαφέρουσα αστυνομική ιστορία, το Λογιστή, της Τιτίνας Δανέλλη.



 


Η υπόθεση:


Ο Παύλος Αθηναρίτης είναι λογιστής, ταυτόχρονα όμως γίνεται συγγραφέας και γράφει για αρχή μία σειρά διηγημάτων. Σύντομα θα ετοιμάσει και ένα μυθιστόρημα στο οποίο θα ποντάρει πολλά: Αν επιτύχει το μυθιστόρημα θα πάψει να είναι λογιστής και θα είναι συγγραφέας.


Γεμάτος αισιοδοξία πηγαίνει στον εκδότη του, εκείνος του λέει ότι η πρώτη σειρά διηγημάτων του έχει αποτύχει, με το ζόρι πείθει τον εκδότη του να διαβάσει το μυθιστόρημα. Μετά από μέρες ο εκδότης του τηλεφωνεί και του λέει ότι τελικά το μυθιστόρημα θα εκδοθεί. Θα πρέπει και ο ίδιος όμως να κάνει δημόσιες σχέσεις για να πουλήσει το βιβλίο του, πως όμως; Δεν έχει τον απαιτούμενο χρόνο ωστε να τον αφιερώσει στους δημοσιογράφους. Τελικά αποφάσισε να αφιερώσει όλο του το χρόνο στην προσπάθεια του να γίνει γνωστός.


Στην παρουσίαση του βιβλίου του γνωρίζει τη Μυρτώ, μία ενάρετη και όμορφη πούσια χήρα, η οποία τον συμβουλεύει να μην παρατήσει τη λογιστική για τη συγγραφή!

Το βιβλίο αποτυγχάνει αλλά ο Παύλος παντρεύεται τη Μυρτώ, σταδιακά αρχίζουν να συμβαίνουν περίεργα πράγματα...

Τους δύο ήρωες ενώνουν αισθήματα εγκατάλειψης ...



«Ο λογιστής» λέγεται το διήγημα της Τιτίνας Δανέλλη που παίζεται απόψε, θεατροποιημένο, στη σειρά «Κλέφτες και Αστυνόμοι».  Πρόκειται για σειρά αστυνομικών ιστοριών θεατροποιημένες για το ραδιόφωνο από την Αντέλα Μέρμηγκα και με μόνιμο αφηγητή τον- πολύ ταιριαστό σε αυτόν τον ρόλοΔημήτρη Πουλικάκο, που είναι επικεφαλής ομάδας ηθοποιών. (Τα Νέα)


                                           Αφηγείται ο Δημήτρης Πουλικάκος.





Η μεταφόρτωση έγινε από το Glob TV




Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου χωρίς την παρουσίαση της πηγής με ξεχωριστό σύνδεσμο.

Άποψη...


 

Το αδιέξοδο και το ύστατο τηλεφώνημα Τσίπρα στον Πούτιν Την επαύριον του δημοψηφίσματος του 2015, το δράμα του Grexit κορυφώθηκε μέσα στο Προεδρικό Μέγαρο

Τη Δευτέρα 6 Ιουλίου 2015, μία ημέρα μετά το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου, η ιστοσελίδα της ρωσικής πρεσβείας στην Αθήνα ανάρτησε επίσημη ανακοίνωση με την οποία ενημέρωσε ότι πραγματοποιήθηκε τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν και του Αλέξη Τσίπρα, «έπειτα από αίτημα του Ελληνα πρωθυπουργού».



Μέσα στη φόρτιση και την πυκνότητα εκείνων των ωρών, το τηλεφώνημα υποτιμήθηκε, αλλά όπως αποκαλύπτεται σήμερα ήταν η ύστατη προσπάθεια του κ. Τσίπρα να αναζητήσει το μέλλον της Ελλάδας εκτός της ευρωζώνης. Λίγο μετά τις 10 π.μ. ο τέως πρωθυπουργός βρισκόταν στο Προεδρικό Μέγαρο και συμμετείχε στο συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλο.

Επισήμως μεταδόθηκε ότι ζήτησε ο ίδιος τη σύγκληση του συμβουλίου όταν επισκέφθηκε κατά τη μία πρωινή το Προεδρικό Μέγαρο, αλλά ανεπισήμως είχε σχεδιάσει την πρωτοβουλία αυτή από κοινού με τον κ. Παυλόπουλο, ο οποίος ήδη από την Κυριακή το απόγευμα είχε ενημερώσει τον κ. Τσίπρα ότι θα παραιτηθεί εάν η κυβέρνηση επρόκειτο να ερμηνεύσει το «Οχι» ως εντολή εξόδου από το ευρώ.

Ο τέως πρωθυπουργός έφτασε στο Προεδρικό Μέγαρο συνοδευόμενος από τον Νίκο Παππά και τον Παναγιώτη Λαφαζάνη. Ο τελευταίος διέκοψε τη σύσκεψη λίγη ώρα αργότερα και ενημέρωσε τον κ. Τσίπρα ότι το αίτημα του Μεγάρου Μαξίμου προς το Κρεμλίνο για μια τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ των δύο ηγετών είχε γίνει δεκτό και ο Ρώσος πρόεδρος ήταν έτοιμος να συνομιλήσει με τον Ελληνα ηγέτη. «Είδα τη χαρά του Λαφαζάνη όταν μας διέκοψε για να πει στον Τσίπρα για τον Πούτιν», λέει στην «Κ» πολιτικός αρχηγός αναφερόμενος στην εμφανή βεβαιότητα του βετεράνου αριστερού πολιτικού ότι, έστω και με καθυστέρηση 70 ετών, είχε έρθει επιτέλους η στιγμή για να περάσει η Ελλάδα στη ρωσική σφαίρα επιρροής.

Ο κ. Τσίπρας ζήτησε συγγνώμη, αποχώρησε προσωρινά από τη σύσκεψη και πήγε στο γραφείο του τότε γενικού γραμματέα της Προεδρίας της Δημοκρατίας πρέσβη ε.τ. Γεωργίου Γεννηματά. Σε αυτό το μικρό γραφείο με την κλασική επίπλωση, τους ιστορικούς πίνακες και τον χαμηλό θερμό φωτισμό, κάποιοι θα έλεγαν ότι για λίγα λεπτά παίχτηκε κορώνα – γράμματα η ίδια η μοίρα της χώρας. Ομως, συγκλίνουσες πηγές διαβεβαιώνουν ότι ο Ρώσος πρόεδρος, ο οποίος είναι φιλέλληνας και υπολογίζει τις κινήσεις του με μεγάλη προσοχή, δεν είχε σε καμία στιγμή αποφασίσει να σπρώξει την Ελλάδα στους υφάλους της χρεοκοπίας, ούτε να την καταδικάσει σε έναν νέο εθνικό διχασμό.

Ο Σταύρος Θεοδωράκης έγραψε το Σάββατο 26 Ιουνίου σε άρθρο του στην «Κ», ότι μόλις ο Αλέξης Τσίπρας επέστρεψε στη σύσκεψη, είπε: «Μίλησα στον πρόεδρο Πούτιν, δεν μπορεί να κάνει κάτι ο ίδιος, αλλά αν θέλουμε θα μιλήσει θετικά για εμάς στη Μέρκελ». Αλλοι πολιτικοί αρχηγοί επιβεβαιώνουν την αφήγηση του κ. Θεοδωράκη, που ήταν τότε αρχηγός του Ποταμιού. Σύμφωνα με έναν πολιτικό αρχηγό, συνέβη μάλιστα και το εξής: «Μόλις άκουσαν τον Τσίπρα να τα λέει αυτά, ο Θεοδωράκης και ο Μεϊμαράκης γέλασαν». Ο Μεϊμαράκης, που μόλις πριν από λίγες ώρες είχε αναλάβει μεταβατικός πρόεδρος της Ν.Δ. μετά την παραίτηση του Αντώνη Σαμαρά, είπε στον κ. Τσίπρα: «Αλέξη, συνειδητοποιείς το αδιέξοδο στο οποίο έχεις φέρει τα πράγματα;». Σύμφωνα με την εκδοχή αυτή, ο κ. Τσίπρας, που από την αρχή της σύσκεψης ήταν αρκετά προβληματισμένος και χωρίς διάθεση για κομπασμούς για το νωπό «Οχι», μετά το τηλεφώνημα με τον Πούτιν απέκτησε πλέον την εικόνα ενός ανθρώπου εγκλωβισμένου σε ένα πρωτοφανές αδιέξοδο. Η σταδιακή συνειδητοποίηση της ευθύνης θα πρέπει να ήταν ένα συντριπτικό βάρος, ασύλληπτο για όλους εμάς.

Το ερώτημα που έχει απασχολήσει πολλούς συνομιλητές της «Κ» και θα απασχολήσει και την Ιστορία είναι το εξής: Ηθελε ή όχι ο Αλέξης Τσίπρας να βγάλει την Ελλάδα από το ευρώ; Και αν ναι, ζήτησε ή όχι τη συμβολή της Ρωσίας; Δεν υπάρχει συγκεκριμένη απάντηση, καθώς ο κ. Τσίπρας είναι μια κατεξοχήν πρωτεϊκή μορφή πολιτικού – δηλαδή μπορεί, όπως ο μυθικός Πρωτέας, να μεταμορφώνεται ταχύτατα και θεαματικά, ανάλογα με τις περιστάσεις και τις αναγκαιότητες.

Αν προσεγγίσει κανείς συνολικά την προηγούμενη δεκαετία θα διαπιστώσει ότι ήταν ο πιο αποτελεσματικός αντιμνημονιακός πολιτικός αρχηγός και στη συνέχεια έγινε ο πιο σκληρός μνημονιακός πρωθυπουργός. Πολλοί εκτιμούν ότι για τον κ. Τσίπρα το Grexit δεν ήταν ούτε σταθερή επιλογή (όπως είναι για τον κ. Λαφαζάνη), ούτε ταμπού (όπως είναι για τον κ. Τσακαλώτο).
Πούτιν καλεί Ολάντ

Το τηλεφώνημα Πούτιν – Τσίπρα συνδέεται με το τηλεφώνημα Πούτιν – Ολάντ που έγινε αργότερα την ίδια ημέρα, αλλά αποκαλύφθηκε 16 μήνες μετά, όταν κυκλοφόρησε το βιβλίο για τον Φρανσουά Ολάντ των δημοσιογράφων της γαλλικής εφημερίδας Le Monde, Gérard Davet και Fabrice Lhomme με τίτλο «Un Président ne devrait pas dire ça…» («Ενας πρόεδρος δεν πρέπει να τα λέει αυτά»).

Σύμφωνα με τους δύο δημοσιογράφους, που ακολουθούσαν τον Γάλλο πρόεδρο και κατέγραφαν τη δραστηριότητά του με τη δική του άδεια επί έναν χρόνο, στο τηλεφώνημα αυτό ο Πούτιν είπε στον Ολάντ: «Η Ελλάδα ζήτησε από εμάς να τυπώσουμε δραχμές στη Ρωσία. Ηθελα να σου δώσω αυτή την πληροφορία για να καταλάβεις ότι δεν επιθυμούμε καθόλου κάτι τέτοιο».

Το Grexit και η δραχμή παραμένουν λέξεις ταμπού ακόμα και σήμερα. Ωστόσο, όπως αποκαλύπτεται από όλες τις διηγήσεις, η ουσία είναι η ίδια, ανεξάρτητα από τις λέξεις. Τη Δευτέρα 6 Ιουλίου 2015 ο Αλέξης Τσίπρας έκανε μια ύστατη προσπάθεια να παρακάμψει και να εγκαταλείψει την Ευρώπη, αλλά ο Βλαντιμίρ Πούτιν αρνήθηκε να τον βοηθήσει.
Η σκακιέρα του Αλέξη

Δύο μήνες πριν από το δημοψήφισμα, στο Μέγαρο Μαξίμου πίστευαν ότι μια συμφωνία με τη ρωσική εταιρεία αερίου Gazprom θα ήταν το όχημα για την προείσπραξη 5 δισεκατομμυρίων δολαρίων, που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν ως συναλλαγματικά διαθέσιμα, είτε για την έκδοση εθνικού νομίσματος, είτε για την απειλή έκδοσης εθνικού νομίσματος – δηλαδή για μια «μπλόφα», που θα ανάγκαζε τη Γερμανία να αποδεχθεί κούρεμα του χρέους. Φαίνεται ότι οι Ρώσοι δεν αποθάρρυναν από την αρχή τους βολονταριστές των Αθηνών. Το Κρεμλίνο, θέλοντας ίσως να στείλει ένα προειδοποιητικό μήνυμα στο Βερολίνο και στο Παρίσι, που την ίδια περίοδο στρίμωχναν τη Μόσχα στις συνομιλίες του Μινσκ σχετικά με την εισβολή στην Κριμαία, κάλεσε τον κ. Τσίπρα να μιλήσει ως τιμώμενος ξένος ηγέτης στο Διεθνές Οικονομικό Φόρουμ της Αγίας Πετρούπολης στις 19 Ιουνίου 2015. Στην ομιλία του ενώπιον του κ. Πούτιν, ο τέως πρωθυπουργός έστειλε μήνυμα στο Βερολίνο: «Η Ελλάδα είναι έτοιμη να πλεύσει σε νέες θάλασσες». Μόλις 15 μέρες μετά, ο Ρώσος ηγέτης δεν επέτρεψε στην ελληνική τριήρη να πλεύσει υπερήφανα στον Βόλγα. Εμπειροι αναλυτές συγκλίνουν στην εκτίμηση ότι μια υποβοηθούμενη έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ θα ισοδυναμούσε με επιθετική πράξη απέναντι στην ευρωζώνη, που η Ρωσία δεν είχε λόγο να κάνει, ιδίως εφόσον η Κριμαία είχε εν τω μεταξύ σιωπηλά διευθετηθεί. Η Ελλάδα δεν μπορεί να «παίξει» τις μεγάλες δυνάμεις, τη μία απέναντι στην άλλη, σαν να είναι πιόνια σε μια σκακιέρα, όπως ίσως τόλμησε να κάνει ο κ. Τσίπρας…
Τα φαντάσματα της Ιστορίας και τα ελικόπτερα…


Ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος μόλις πληροφορήθηκε ότι το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος επρόκειτο να είναι ένα συντριπτικό «Οχι», τηλεφώνησε στον Φρανσουά Ολάντ και τον διαβεβαίωσε ότι θα υπάρξει γραπτή ανακοίνωση των πολιτικών αρχηγών ότι το «Οχι» δεν είναι «Οχι στην Ευρώπη», αλλά εκφράζει τη θέληση για τη διεκδίκηση μιας καλύτερης συμφωνίας. Μέχρι εκείνη τη στιγμή η ερμηνεία του «Οχι» ήταν συγκεχυμένη.

Ο κ. Τσίπρας ζητούσε ένα ισχυρό «Οχι», με το επιχείρημα ότι αυτό θα φέρει καλύτερη συμφωνία με κούρεμα χρέους. Γνώριζε όμως ότι ένα ελληνικό κούρεμα θα τραυμάτιζε τη χρηματοοικονομική σταθερότητα γιατί τότε κάθε άλλο εθνικό χρέος θα αντιμετωπιζόταν ως υποψήφιο για κούρεμα, με αποτέλεσμα την απόσυρση κεφαλαίων από τις αγορές ομολόγων και την άνοδο των spreads. Γι’ αυτό η Γερμανία δεν αποδεχόταν την ερμηνεία και την απαίτηση της Αθήνας και επέμενε ότι το «Οχι» σε μια συμφωνία χωρίς κούρεμα ισοδυναμεί με Grexit, γιατί μόνο με Grexit επιτρέπεται το κούρεμα που ο κ. Τσίπρας επί πέντε μήνες θεωρούσε απαράβατο όρο μιας συμφωνίας. Ο Γάλλος πρόεδρος δεσμεύτηκε ότι θα μεσολαβήσει στην Αγκελα Μέρκελ, η οποία αρνούνταν να επικοινωνήσει με την Αθήνα και απαιτούσε… kolotoumba.

Λίγο αργότερα ο κ. Παυλόπουλος επικοινώνησε με τον κ. Τσίπρα και συμφώνησαν να επισκεφθεί ο πρωθυπουργός το Προεδρικό Μέγαρο και να ζητήσει τη σύγκληση του συμβουλίου πολιτικών αρχηγών. Ο πρωθυπουργός επισκέφθηκε τον Πρόεδρο λίγο πριν από τη μία μετά τα μεσάνυχτα, αφού πέρασε από το Σύνταγμα για να χαιρετίσει τους οπαδούς του «Οχι» που πανηγύριζαν. Νωρίτερα, στο τηλεοπτικό του διάγγελμα ήταν προσεκτικός: «Η εντολή που μου δίνετε δεν είναι εντολή ρήξης με την Ευρώπη, αλλά εντολή ενίσχυσης της διαπραγματευτικής δύναμης για την επίτευξη βιώσιμης συμφωνίας». Στη μεταμεσονύχτια συνάντηση ο κ. Παυλόπουλος επανέλαβε ότι αν στο συμβούλιο των αρχηγών δεν επιτευχθεί συναίνεση για την παραμονή στην Ευρώπη, τότε θα παραιτηθεί. Ο κ. Τσίπρας είπε στον κ. Παυλόπουλο ότι η πρόθεσή του είναι να οπλιστεί με τη συναίνεση όλων των κομμάτων για μια νέα διαπραγμάτευση. Ο τέως Πρόεδρος προετοίμασε ένα κείμενο συμφωνίας και το ίδιο έκαναν όλοι οι πολιτικοί αρχηγοί. Το τελικό κείμενο εκφράζει μια σύνθεση των απόψεων, με κύριο κορμό το κείμενο της Προεδρίας.

Η σύσκεψη άρχισε στις 10 π.μ. με κάποιες εντάσεις. Ο Πάνος Καμμένος είπε ότι κατατροπώθηκαν όσοι ήθελαν την Ελλάδα υπόδουλη. Ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης επιχείρησε να συνδυάσει την πρέπουσα κριτική στην κυβέρνηση με τη στήριξη στον πρωθυπουργό για την επανεκκίνηση της διαπραγμάτευσης. Η Φώφη Γεννηματά άσκησε κριτική στον πρωθυπουργό και υπογράμμισε ότι το ΠΑΣΟΚ στηρίζει την παραμονή στην ευρωζώνη. Ο Σταύρος Θεοδωράκης, που είχε πρωτοστατήσει στην καμπάνια του «Ναι» και είχε προτείνει το χρώμα του «Ναι» να είναι το κόκκινο, ζήτησε να επιτευχθεί συναίνεση χωρίς καθυστέρηση. Ο Δημήτρης Κουτσούμπας είπε ότι το ΚΚΕ είναι κατά της Ευρώπης και γι’ αυτό δεν θα συνυπογράψει το κείμενο, αλλά δεν θα χαλάσει τη συμφωνία, αφού, όπως φέρεται ότι πρόσθεσε: «Αν είσαι στην Ευρώπη, δεν μπορεί να βγαίνεις με αυτόν τον τρόπο». Στη σύσκεψη δεν κλήθηκε η Χρυσή Αυγή. Ο Νίκος Μιχαλολιάκος δεν αντέδρασε.
«Μιλούσαμε στον καθρέφτη»

Ολοι διαισθάνονταν ότι είχαν ξυπνήσει τα φαντάσματα της Ιστορίας. Πολιτικός αρχηγός που στήριξε το «Ναι», είπε στη σύσκεψη: «Αν δεν υπάρξει συναίνεση η Ελλάδα θα διολισθήσει σε συνθήκες αναρχίας και εξαθλίωσης. Ο κόσμος έχει φτάσει στα όριά του, υπάρχει διχασμός και οι παρατάξεις θα συγκρουστούν. Θα βρεθούμε στα πρόθυρα εμφυλίου πολέμου». «Δεν μπορείτε να συνεχίσετε, εκτός αν έχετε έτοιμα τα ελικόπτερα». Κάποιες φράσεις ήταν σκληρές, αλλά ειπώθηκαν σε χαμηλούς τόνους γιατί όλοι, και οι μεν και οι δε, συνειδητοποιούσαν το αδιέξοδο. Τα πνεύματα ηρέμησαν μόλις αποχώρησαν οι πρακτικογράφοι, έπειτα από πρόταση του Σταύρου Θεοδωράκη, την οποία υποστήριξαν οι κ. Τσίπρας και Μεϊμαράκης. «Για όση ώρα ήταν μαζί μας οι πρακτικογράφοι εμείς μιλούσαμε στους καθρέφτες μας και στους οπαδούς μας», παραδέχεται στην «Κ» πολιτικός αρχηγός. «Μόλις αποχώρησαν οι πρακτικογράφοι, όλοι κοιταχτήκαμε και αποδεχτήκαμε την πραγματικότητα». Ο κ. Καμμένος αμφισβήτησε την κρισιμότητα των ωρών για να εισπράξει απάντηση από τον κ. Θεοδωράκη: «Κοίταξε δίπλα σου τον πρωθυπουργό για να καταλάβεις σε ποια κατάσταση βρισκόμαστε». Ο κ. Καμμένος κοίταξε πράγματι αριστερά του προς τον κ. Τσίπρα, ο οποίος δεν είπε τίποτα. Τότε σώπασαν όλοι για λίγο. Την ίδια ώρα στις Βρυξέλλες ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ βρισκόταν σε διαβουλεύσεις με τους ηγέτες της ευρωζώνης ενόψει της συνάντησης που θα γινόταν στο Παρίσι, αργά το απόγευμα μεταξύ Ολάντ και Μέρκελ. Στις 12:45 μ.μ. ο κ. Παυλόπουλος επικοινώνησε με τον κ. Ολάντ και του μετέφερε την πληροφορία ότι υπάρχει συμφωνία των πολιτικών δυνάμεων για επανεκκίνηση της διαπραγμάτευσης. Τριάμισι χρόνια μετά, στις 15 Νοεμβρίου 2018, ο Γάλλος Πρόεδρος επισκέφθηκε την Αθήνα, εξήρε τον ρόλο του τέως Προέδρου για την παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ και είπε: «Το τηλεφώνημα αυτό ήταν ιστορικό, καθώς χάρη σε αυτό καταφέραμε να ξεκινήσουμε και πάλι τον κύκλο των διαπραγματεύσεων».

Πηγή: Καθημερινή

Η δύναμη του Παραμυθιού. Ηρώ Ντιούδη

  Τα παραμύθια δεν είναι μόνο ψυχαγωγία για τα παιδιά, αλλά και ο πιο άμεσος τρόπος για να οδηγηθούν με ασφάλεια στην ωριμότητα, υποστηρίζει...