Ηταν το δημοφιλέστερο σύνθημα της γενιάς μου. Κόμματα, ομάδες, γκρουπούσκουλα –έτσι λέγαμε τότε τις συλλογικότητες–, ορθόδοξοι φιλοσοβιετικοί κομμουνιστές, ευρωκομμουνιστές, θαυμαστές της πολιτιστικής επανάστασης, κουκουέ μουλού και μουλού κουκουέ, τροτσκιστές, εραστές του Μπάαθ, αγαπητικοί των Παλαιστινίων και του Γιασέρ Αραφάτ. Στη λαϊκή αγορά της Αριστεράς υπήρχε μεγάλη προσφορά προϊόντων, όμως το «Εξω οι Αμερικάνοι» όλοι το φώναζαν εν χορώ. «Εξω οι βάσεις του θανάτου», «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο», έως το περίφημο εκείνο «αλλαγή νατοϊκής φρουράς» με το οποίο είχε υποδεχθεί ο Αντρέας τη Δημοκρατία. Δεν τους θέλαμε τους Αμερικανούς. Δεν τους θέλαμε στη Μεσόγειο, στο Βιετνάμ, στη Λατινική Αμερική. Ας πήγαιναν σπίτι τους και ας μας άφηναν μόνους μας να λύσουμε τις διαφορές μας. Οι «λαοί του κόσμου» είχαν δικαίωμα στην αυτοδιάθεση, στην αυτοδιαχείριση – παραλείπω χάριν ευπρεπείας την άλλη λέξη που μου έρχεται συνειρμικά. Ακούγαμε Ντίλαν, βλέπαμε το «Αποκάλυψη τώρα» του Κόπολα, βλέπαμε Γαβρά και δεν είχαμε αμφιβολία ότι τη δυστυχία του κόσμου την οργάνωνε η CIA στα υπόγεια του Λάνγκλεϊ. Εκεί ακόμη και οι καθαρίστριες συνωμοτούσαν για να στήσουν δικτατορίες και να αναδείξουν τους λακέδες τους. «Αμερικανοκίνητη» ανεβοκατεβάζαμε τη χούντα μας.
Οι ξέχειλες βάρκες με τους δραπέτες του Βιετνάμ ήταν βέβαια μια ανθρωπιστική τραγωδία, όμως στην Ινδοκίνα το μείζον ήταν η ήττα του αμερικανικού ιμπεριαλισμού. Τώρα μπορεί να γελάμε με τον Βαρουφάκη, όμως τότε παίρναμε πολύ στα σοβαρά την προοδευτική μας σκέψη. Οπου έχαναν «οι Αμερικάνοι», κέρδιζε η ανθρωπότητα. Ωσπου οι ευχές μας εισακούσθηκαν και ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός άρχισε να τρικλίζει. Στη Λατινική Αμερική, στην Ασία, στον Αραβικό Κόσμο. Και επειδή η Ιστορία είναι ζωντανός οργανισμός, συνέχισε να γεννάει φαινόμενα, απρόβλεπτα, ανεξέλεγκτα. Πιστέψαμε ότι αφήσαμε τον Μεσαίωνα πίσω μας, όμως μας προέκυψε ο Ισλαμικός Στρατός και οι Ταλιμπάν, για να μας φέρουν πίσω στους σκοτεινούς αιώνες. Μπροστά τους ο Μεσαίωνας είναι φωτεινός. Αν μη τι άλλο, διάβαζε Αριστοτέλη. Και ως διά μαγείας, το αίσθημά μας στριφογύρισε μια-δυο φορές τρομαγμένο και είδαμε το είδωλό του αναποδογυρισμένο στον καθρέφτη. Τι θα γίνει με τους Αμερικανούς; Ηρθαν που ήρθαν, γιατί σηκώνονται να φύγουν; Ποιος τους ζήτησε να εγκαταλείψουν το Αφγανιστάν; Είπαμε «έξω οι Αμερικάνοι», αλλά ας τελειώσουν πρώτα τη βρώμικη δουλειά που ήρθαν να κάνουν και μετά ας μας αφήσουν στην ησυχία μας.
Τους μπερδέψαμε τους ανθρώπους. Μπερδευτήκαμε κι εμείς. Θέλουμε να μείνουν ή να φύγουν οι Αμερικανοί; Είτε παρεμβαίνει στην επικράτεια της βαρβαρότητας, είτε δεν παρεμβαίνει, η Δύση ήταν, είναι και θα είναι ένοχη. Και το αυτομαστίγωμα συνεχίζεται, όσο κι αν έχει γίνει αφόρητα βαρετό