Η Ραβέννα αποτέλεσε σημαντικό θύλακα του Βυζαντίου στη βόρεια Ιταλία. Η αποτυχία εμπέδωσης της βυζαντινής κυριαρχίας μετά τις εκστρατείες του Ιουστινιανού οδήγησε την βυζαντινή ηγεσία στην απόφαση δημιουργίας ενός ισχυρού θύλακα στον Ιταλικό βορρά,ενώ στο νότο το ελληνικό στοιχείο ήταν κυρίαρχο.
Η ανάπτυξη της ερευνήτριας κας Λεοντίνη σχετικά με τις συνθήκες ίδρυσης της Ραβέννας είναι διαφωτιστική:
Τα εδάφη της Δύσης που είχαν κατακτηθεί επί Ιουστινιανού Α' (527-565) δεν διατηρήθηκαν για πολύ υπό τον βυζαντινό έλεγχο.
Η Ιουστινιάνεια reconquista, την οποία στην Κωνσταντινούπολη προόριζαν για μόνιμη, ανατράπηκε πολύ γρήγορα με την εισβολή των Λογγοβάρδων στην Ιταλία (568).
Οι Βυζαντινοί προσπάθησαν αρχικά να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες της λογγοβαρδικής εισβολής εφαρμόζοντας την τακτική των συμμαχιών με τους ορθόδοξους Φράγκους.
Οι αποστολές βυζαντινών στρατευμάτων την εποχή αυτή στη Δύση ήταν περιορισμένες και είχαν πάντοτε χαρακτήρα επικουρικό στα εκστρατευτικά σώματα των Φράγκων. Όταν η κατάσταση αυτή δεν μπορούσε πλέον να αλλάξει άρχισε να γίνεται αντιληπτό ότι η ανάκτηση της Ιταλίας κατά το Ιουστινιάνειο πρότυπο ήταν ανέφικτη. Η αδυναμία του Βυζαντίου να διατηρήσει στρατιωτικές δυνάμεις ικανές να αναχαιτίσουν τους Λογγοβάρδους, πέρα από το πλήγμα που κατάφερε στη βυζαντινή κυριαρχία στην Ιταλία, είχε ως συνέπεια την ανάδειξη του πάπα της Ρώμης σε ρόλο πρωταγωνιστή για την ομοιογενή και με ειρηνικά μέσα εξάπλωση της Ορθοδοξίας στη
Δύση.
Μπροστά σε αυτές τις δραματικές αλλαγές, το Βυζάντιο -παράλληλα με την αξιοποίηση της διπλωματικής του φιλίας με τους Φράγκους-, προχώρησε στην ίδρυση του Εξαρχάτου της Ραβέννας. Σε αυτή τη νέα διοίκηση των Βυζαντινών εδαφών της Ιταλίας τοποθετείται επικεφαλής ένας πατρίκιος και Έξαρχος με πολιτικές και στρατιωτικές αρμοδιότητες.
Ωστόσο, οι στρατιωτικές δυνάμεις που εδρεύουν στην Ιταλία υπό τον Έξαρχο, αν δεν ενισχύονταν από τους Φράγκους από το Βορρά, ήταν εξαιρετικά ανεπαρκείς για να υποτάξουν τους Λογγοβάρδους και να εμπνεύσουν τον σεβασμό στους ισχυρούς κοσμικούς και εκκλησιαστικούς άρχοντες της Ιταλίας.
Η ανάπτυξη της ερευνήτριας κας Λεοντίνη σχετικά με τις συνθήκες ίδρυσης της Ραβέννας είναι διαφωτιστική:
Τα εδάφη της Δύσης που είχαν κατακτηθεί επί Ιουστινιανού Α' (527-565) δεν διατηρήθηκαν για πολύ υπό τον βυζαντινό έλεγχο.
Η Ιουστινιάνεια reconquista, την οποία στην Κωνσταντινούπολη προόριζαν για μόνιμη, ανατράπηκε πολύ γρήγορα με την εισβολή των Λογγοβάρδων στην Ιταλία (568).
Οι Βυζαντινοί προσπάθησαν αρχικά να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες της λογγοβαρδικής εισβολής εφαρμόζοντας την τακτική των συμμαχιών με τους ορθόδοξους Φράγκους.
Οι αποστολές βυζαντινών στρατευμάτων την εποχή αυτή στη Δύση ήταν περιορισμένες και είχαν πάντοτε χαρακτήρα επικουρικό στα εκστρατευτικά σώματα των Φράγκων. Όταν η κατάσταση αυτή δεν μπορούσε πλέον να αλλάξει άρχισε να γίνεται αντιληπτό ότι η ανάκτηση της Ιταλίας κατά το Ιουστινιάνειο πρότυπο ήταν ανέφικτη. Η αδυναμία του Βυζαντίου να διατηρήσει στρατιωτικές δυνάμεις ικανές να αναχαιτίσουν τους Λογγοβάρδους, πέρα από το πλήγμα που κατάφερε στη βυζαντινή κυριαρχία στην Ιταλία, είχε ως συνέπεια την ανάδειξη του πάπα της Ρώμης σε ρόλο πρωταγωνιστή για την ομοιογενή και με ειρηνικά μέσα εξάπλωση της Ορθοδοξίας στη
Δύση.
Μπροστά σε αυτές τις δραματικές αλλαγές, το Βυζάντιο -παράλληλα με την αξιοποίηση της διπλωματικής του φιλίας με τους Φράγκους-, προχώρησε στην ίδρυση του Εξαρχάτου της Ραβέννας. Σε αυτή τη νέα διοίκηση των Βυζαντινών εδαφών της Ιταλίας τοποθετείται επικεφαλής ένας πατρίκιος και Έξαρχος με πολιτικές και στρατιωτικές αρμοδιότητες.
Ωστόσο, οι στρατιωτικές δυνάμεις που εδρεύουν στην Ιταλία υπό τον Έξαρχο, αν δεν ενισχύονταν από τους Φράγκους από το Βορρά, ήταν εξαιρετικά ανεπαρκείς για να υποτάξουν τους Λογγοβάρδους και να εμπνεύσουν τον σεβασμό στους ισχυρούς κοσμικούς και εκκλησιαστικούς άρχοντες της Ιταλίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου