Βρέθηκαν 14 κράνη αυτής της περιόδου και αυτού του τύπου. Όλα είναι ανώτερων αξιωματικών του Ρωμαϊκού στρατού και όλοι σχεδόν οι επιστήμονες συμφωνούν ότι πρέπει να ανήκαν ( όπως και αυτό) στο στρατόπεδο του Αυτοκράτορα Λικινιου , αντιπάλου του Μέγα Κωνσταντίνου.
Σέρλοκ Χολμς και Σίγκμουντ Φρόυντ. Ραδιοφωνικό Θέατρο
Αγαπητοί φίλοι καλησπέρα σας, απόψε η Πολιτισμική Διαδρομή θα σας ταξιδεύσει στη Βιέννη λίγο πριν την έκρηξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Θα σας παρουσιάσω το έργο "Σέρλοκ Χολμς και Σίγκμουντ Φρόυντ".
Το έργο:
Ο διάσημος Ντεντέκτιβ έχει κατρακυλήσει στον αλκοολισμό και στην κατάθλιψη, Ο επιστήθιος φίλος του Σερ Γουώτσων με ένα έξυπνο κόλπο τον πείθει να φύγει από το Λονδίνο και να πάει στη Βιέννη, προκειμένου να συναντήσει τον διάσημο ψυχολόγο Σίγκμουντ Φρόυντ.
Στη Βιέννη όμως ο Χολμς μπλέκεται τυχαία σε μία υπόθεση με φόνους, μυστηριώδεις εξαφανίσεις και διεθνή οικονομικά συμφέροντα, ενώ στο βάθος διακρίνεται ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος.
Οι δύο άντρες (Χολμς και Φρόυντ) συνεργάζονται άψογα, το αστυνομικό ¨δαιμόνιο¨ και η επιστήμη της ψυχολογίας, ο ένας συμπληρώνει τον άλλο...
Εξαιρετικοί ηθοποιοί, με φωνές που έχουν κυπριακό χρώμα συνθέτουν ένα ενδιαφέρον θεατρικό έργο...
Ο Θεόδουλος Μωρέας ως Δρ. Γουάτσον
Ο Ανδρέας Μούστρας ως Σέρλοκ Χολμς
Η μεταφόρτωση έγινε από το Ισοβίτης:
ΟΡΦΕΑΣ ΖΑΧΟΣ (1934-2021)
Ο Ορφέας Ζάχος γεννήθηκε στις 04 Αυγούστου του 1934. Το 1957 έκανε την πρώτη του εμφάνιση στο θέατρο και το 1967 έπαιξε για πρώτη φορά στον κινηματογράφο. Ερμήνευσε κυρίως δεύτερους ρόλους τους οποίους ανέδειξε με το ταλέντο του γι’ αυτό και έχουν μείνει ανεξίτηλοι στην μνήμη του κοινού.
Ο Ορφέας Ζάχος ήταν ένας από τους πιο χαρακτηριστικούς καρατερίστες του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου αλλά και ο μοναδικός ηθοποιός που δεν έδωσε ποτέ συνέντευξη στη ζωή του. Αν και έχει παίξει σε δεκάδες ελληνικές ταινίες την χρυσή εποχή του κινηματογράφου, εκείνος δεν θέλησε ποτέ να μιλήσει ούτε για τις εμπειρίες του όταν μεσουρανούσε ούτε και για την προσωπική του ζωή.
Είχε παίξει στο θέατρο, σε τηλεοπτικές σειρές αλλά και σε πολύ γνωστές ταινίες όπως, “Η Λίζα και η άλλη”, “Καπετάν φάντης μπαστούνης“, “Ο γεροντοκόρος”, “Ο τζαναμπέτης”, “Δημήτρη μου, Δημήτρη μου”, “Η κόμισσα της Κέρκυρας” ενώ άφησε εποχή ως “Κίμων”, στην πρώτη έγχρωμη ελληνική ταινία “Καλώς ήλθε το δολάριο”, δίπλα στον Γιώργο Κωνσταντίνου.
Τις δεκαετίες του ’70 και του ’80 δούλεψε και στο θέατρο ενώ στα μέσα του ’70 συμμετείχε και στην ιστορική τηλεοπτική σειρά, “Γιούγκερμαν” της κρατικής τηλεόρασης. Χαμηλών τόνων άνθρωπος απέφευγε να δίνει συνεντεύξεις και να μιλά για την προσωπική του ζωή.
Σύμφωνα πάντα με γείτονές του στην Κυψέλη, ο ίδιος σχεδόν κάθε μέρα κατηφόριζε για να πιει το καφεδάκι του στην πλατεία της Φωκίωνος Νέγρη, φορώντας ένα καπέλο, και χωρίς να δίνει αφορμές για σχόλια και πολλές κουβέντες με τους περιοίκους!
Ο Ορφέας Ζάχος έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 87 ετών στις 19 Δεκεμβρίου του 2021.
Φιλμογραφία:
1960 Μας κλέψανε τη Γκόλφω
1961 Η Λίζα και η Άλλη
1962 Θρίαμβος
1965 Μια γυναίκα χωρίς ντροπή
1967 Δημήτρη μου, Δημήτρη μου
1967 Καλώς ήλθε το δολλάριο
1967 Ο γεροντοκόρος
1968 Καπετάν φάντης μπαστούνι
1969 Κάθε κατεργάρης στον πάγκο του
1969 Ο τζαναμπέτης
1969 Στον Ίλιγγο της Ζωής
1969 Τα κορόιδα η βαλίτσα μου κι εγώ
1969 Φοβάται ο Γιάννης το θεριό
1969 Φτωχογειτονιά, αγάπη μου
Ομιλία του διοικητή του Αστυνομικού Τμήματος Βέροιας Μοσχόπουλου Θωμά με αφορμή την επέτειο του "Όχι".
Ομιλία για την 28η Οκτωβρίου 1940. Γράφει ο Θωμάς Μοσχόπουλος
Αναγνώριση της αξίας του Έλληνα στρατιώτη από τον Αδόλφο Χίτλερ (Δημοσίευμα από την λογοκριμένη, από τις κατοχικές δυνάμεις εφημερίδα Αθηναϊκά Νέα.) |
Ο Δρόμος του Ποταμού, του Τσαρλς Μόργκαν. Ραδιοφωνικό Θέατρο
Απόψε φίλοι και φίλες του ραδιοφωνικού θεάτρου θα σας παρουσιάσω το δράμα του Τσαρλς Μόργκαν Η Γραμμή του Ποταμού. Πρόκειται για ένα έργο που μας βάζει στο κλίμα που επικρατούσε στην κατεχόμενη Ευρώπη, τα χρόνια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.
Άγγλος
συγγραφέας –από τους πιο ενδιαφέροντες του καιρού του- ο Τσαρλς Μόργκαν- καθώς
επίσης και γνωστός στο τότε ελληνικό κοινό, ως μυθιστοριογράφος. Ο Μόργκαν
υπήρξε θεατρικός κριτικός στους Times του Λονδίνου στα
προπολεμικά χρόνια, και στους Κυριακάτικους Times, μεταπολεμικά για πολλά
χρόνια. Ο συγγραφέας είναι ο τύπος του Homo Sapiens
που ατενίζει τα
προβλήματα της εποχής του, πατώντας γερά στην κληρονομιά του πλατωνικού
ιδεαλισμού.
Η
Γραμμή του Ποταμού
υπήρξε το πρώτο έργο του Μόργκαν που διαβάστηκε στην ελληνική σκηνή. Το δράμα
ανέβηκε στη σκηνή του Εθνικού Θεάτρου το 1954 με πρωταγωνιστές τότε, τη Μαίρη
Αρώνη και τους Α. Αλεξανδράκη, Θ. Κωτσόπουλο, Α. Φιλιππίδη, Δ. Διαμαντίδου, Γ.
Γκιωνάκη και Α. Βαλακού. Η σκηνοθεσία ήταν του Δ. Ροντήρη. Οι κριτικές που
έλαβε υπήρξαν ποικίλες και ορισμένες (ειδικά του Καραγάτση, αποσπάσματα της
οποίας θα παραθέσουμε) αρνητικές.
Το έργο
ήταν το δεύτερο του συγγραφέα μετά το Αστραφτερό
Ποτάμι και αποτέλεσε ένα τρίπρακτο δράμα, βασισμένο στο ομώνυμο
μυθιστόρημα. Έργο συγκλονιστικό που
σίγουρα στο Χόλιγουντ θα σημείωνε τεράστια επιτυχία. Ένα μέρος της υπόθεσης εξελίσσεται
στα 1943 και ένα στα 1947. Το χάσμα
(1943-1947) ανάμεσα στις δύο περιόδους γεφυρώνεται με την αφήγηση του
Αμερικανού πιλότου.
Ο Μόργκαν σαν δημιουργός δε διέθετε εξαιρετική
πλαστική δύναμη είχε όμως οργανωμένη
συνείδηση και ήταν εξοπλισμένος πνευματικά. Ως ανήσυχη και ολοκληρωμένη
πνευματική προσωπικότητα, τον ενδιαφέρει περισσότερο η άγρυπνη συνείδηση από τη
φήμη. Ένας όχι επαγγελματίας συγγραφέας
ο οποίος δε δίνει στη δομή του έργου αδιάκοπα το παρόν.
Ο Κάρολος Μόργκαν |
Η υπόθεση:
Μέσω
των ποταμών μια πατριωτική ομάδα στη Γαλλία, στην οποία ανήκει μια καθηγήτρια
(η Μαρί) με τον πατέρα της, φυγαδεύει Άγγλους και Αμερικανούς αξιωματικούς,
δραπέτες των Γερμανών. Στο σπίτι της Μαρί συναντώνται τρεις Άγγλοι αξιωματικοί,
ο Λαγκ, ο επονομαζόμενος «Ερωδιός», ο Τζούλιαν και ο Φρούερ, ένας Αμερικανός
αεροπόρος. Και τους τρεις πρόκειται να
φυγαδεύσει η Μαρί μέσω του δρόμου του ποταμού.
Το
τελευταίο βράδυ λίγη ώρα πριν την αναχώρηση ύποπτες ενδείξεις οδηγούν στο λανθασμένο
συμπέρασμα ότι ο «Ερωδιός» είναι Γερμανός κατάσκοπος. Η Μαρί, παρότι τον αγαπά,
δίνει άμεσα διαταγή να εκτελεστεί, διαταγή την οποία εκτελεί επιτόπου ο
Τζούλιαν.
Χρόνια
αργότερα, όλοι, εκτός του Τζούλιαν που έχει αποδημήσει, μαθαίνουν ότι ο
«Ερωδιός» δεν ήταν Γερμανός κατάσκοπος αλλά Άγγλος αξιωματικός και οι εναντίον
του υπόνοιες, αβάσιμες. Ζουν επομένως τον εφιάλτη των τύψεων για έναν άδικο
φόνο.
Μετά
τον πόλεμο, στο σπίτι του Τζούλιαν και της Μαρί, που εντωμεταξύ έχουν
νυμφευθεί, συναντώνται με την ετεροθαλή αδελφή του «Ερωδιού» που φιλοξενείται
εκεί με τη νονά της, ένα χαρακτηριστικό τύπο αγγλίδας γεροντοκόρης που την
αποκαλούν «σιδηρά δούκισσα». Την αδελφή του Ερωδιού ερωτεύεται ο Αμερικανός
αεροπόρος. Σε όλες τις συνομιλίες υποδιαφαίνεται το αίσθημα ευθύνης απέναντι
της για τον φόνο του «Ερωδιού», που απηχεί το γενικό αίσθημα ευθύνης για τον
αλληλοσπαραγμό των ανθρώπων στον πόλεμο.
Από τις διηγήσεις των υποθέσεων του Αμερικανού, η αδελφή του «Ερωδιού» αντιλαμβάνεται την αλήθεια και κατανοεί ότι ο φόνος του αδελφού της διεπράχθη υπό το κράτος της αλλοφροσύνης της βίας, και τελικά απαλλάσσει τους φονείς από την κατάθλιψη της ενοχής. Και η κατανόηση αυτή είναι σαν αμνηστία για ολόκληρη τη μεταπολεμική γενιά.
Περεταίρω
στοιχεία για το έργο.
Έχουμε
να κάνουμε με ένα έργο το οποίο διαπραγματεύεται ένα θέμα οξύ για την εποχή που
παίχτηκε. Βγαλμένο από την εμπειρία του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, σε μια εποχή
όπου όλοι πήραν θέση, υπέρ ή κατά των δυνάμεων της βίας.
Αμείλικτη,
απλώνεται η ευθύνη για το φόνο ενός αθώου ανθρώπου, που στέκεται ακόμα και τόσα
χρόνια μετά τον πόλεμο ανάμεσα τους. Πρόβλημα ευθύνης αποτελεί το πώς θα
καθορίσει ο άνθρωπος τη στάση του απέναντι στη βία του σύγχρονου κόσμου. Έχουμε
να κάνουμε, δηλαδή. με ένα βαρύ δράμα ευθύνης για όσους φυσικά έχουν ευθύνη.
Τρία
πρόσωπα ευθύνονται για τον άδικο χαμό του Ερωδιού, ο Αμερικάνος αεροπόρος, η
Γαλλίδα προϊστάμενη του και ο Άγγλος αξιωματικός του ναυτικού, που είναι και το
πρόσωπο που τον σκότωσε. Οι δύο τελευταίοι χωνεύουν την ευθύνη, ο αμερικανός
συντρίβεται γιατί ήταν η αρχή του κακού και έχει ερωτευτεί χωρίς να το ξέρει
την αδερφή του θύματος. Οι ήρωες βασανίζονται με τον τρόπο τους, για το φόνο
ενός αθώου, όπως νόμιζαν οι τρεις από τους τέσσερις.
Το
ερώτημα που κυριαρχεί μεταξύ τους είναι, «εάν ο Ερωδιός ήταν πράκτορας των
Γερμανών». Με το χρόνο ανακαλύπτουν ότι ο φόνος δεν έπρεπε να γίνει. Και όπως
θα γράψει ο Κύπρος Φραγκούλης το 1954: «Η
ανάγκη να ενεργήσουν όπως ενήργησαν περιόριζε την ευθύνη. Άρα η ευθύνη ήταν
περιορισμένη ή εκμηδενισμένη. Ο Φίλιπ Τζώρτζες ήταν ο υπεύθυνος και το πλήρωσε
στην ιδιωτική του ζωή. Ο φόνος του αθώου δεν προκαλεί μόνο τύψεις αλλά και σοκ
που ομοιάζει με κόμπλεξ. Ο συγγραφέας μας δίνει ένα ψυχογραφικό πλαίσιο
αληθινό. Ο φόνος έγινε εξαιτίας της συμπτωματικής υπόνοιας για ενοχή του
θύματος. Το φάσμα του αθώου δημιουργεί παθολογική υποταγή στην πορεία της ζωής.»
Ο Ερωδιός ήταν τελικά ένας Άγγλος, βέρος πατριώτης, που αγαπούσε τη ζωή και την
έβλεπε με το δικό του μάτι.
Η βάση πάνω
στην οποία ο Μόργκαν οικοδομεί το έργο.
Στην
κατεχόμενη Ευρώπη υπήρχαν μυστικές οργανώσεις ειδικού τύπου που φυγάδευαν τους
Άγγλους ή τους Αμερικανούς αιχμαλώτους, οι οποίοι δραπέτευαν από τα γερμανικά
στρατόπεδα, καθώς επίσης και αεροπόρους που έπεφταν με αλεξίπτωτα σε χώρες υπό
γερμανική κατοχή.
Οι οργανώσεις
αποτελούνταν από ντόπιους άντρες και γυναίκες και είχαν διάταξη γραμμική. Από
σταθμό σε σταθμό διοχέτευαν τις ομάδες των φυγάδων, κατά τα πρότυπα μιας
ταχυδρομικής υπηρεσίας. Η διαδικασία γινόταν με άπειρη προφύλαξη. Οι Γερμανοί
έστελναν δικούς τους πράκτορες, άριστους γνώστες της αγγλικής, που διείσδυαν σ’
αυτές τις ομάδες. Ο Γερμανός πήγαινε από σταθμό σε σταθμό επεσήμανε τα σημεία
και στη συνέχεια το δίκτυο σαρώνονταν.
Γίνεται
αντιληπτό ότι κυριαρχούσε η καχυποψία. Οι Γερμανοί έκαναν πλαστές ταυτότητες
και ο ψευτό-Άγγλος ήταν διαρκής φόβος, επικρεμάμενος κίνδυνος.
Το τραγικό
στοιχείο.
Οι
άνθρωποι συγχωρούν, η αξία της συγνώμης είναι μηδενική όταν η μοίρα δε
συγχωρεί. Για τον υπεύθυνο ανατέλλει γαλήνη μόνο όταν το θελήσει η μοίρα. Αυτό
δε σημαίνει ότι οι άνθρωποι θα πέσουν στη μοιρολατρία, αλλά θα πρέπει θαρρετά
να αποδεχθούν την ευθύνη, ως πράξη ετοιμότητας και παρρησίας, καθώς και
ενεργητική στάση απέναντι στη ζωή και στις ηθικές αξίες. Η πνευματική ομορφιά
είναι ανεκτίμητη σε αυτές τις στιγμές.
Κάθε
πρόσωπο φέρει ένα κομμάτι της ευθύνης και πρέπει να έχει επίγνωση της ευθύνης.
Έτσι αποκαθίσταται η διασαλευμένη τάξη μέσα στις συνειδήσεις που ποντοπορούν
στο σκοτεινό Ωκεανό της βίας. Τη λύτρωση στη Γραμμή του Ποταμού δίνει η αδελφή του Ερωδιού με τη συγχώρεση,
προσφέροντας έτσι μια λύση.
Ο
συγγραφέας δεν περιόρισε το δράμα του σε ένα έργο αντίστασης ούτε έγραψε ένα ρωμαλέο
δράμα, σύμφωνα με την τότε συνταγή. Ο Μόργκαν προβάλει το λόγο του με τη
φιλοσοφική ή εγκεφαλική διάθεση ενός ανθρώπου που προσπαθεί να πείσει με τη
διαλεκτική του και όχι με τα πράγματα, με το πλαστικό όραμα ενός πηγαίου
δημιουργού ενστίκτου. Προβλήματα που τον απασχολούν είναι ο έρως, ο θάνατος, η
τέχνη και η ευθύνη. Δυσκολεύεται όμως να προσωποποιήσει και να ενθαρρύνει αυτά
τα θέματα με τα οποία καταπιάνεται.
Προτέρημα
του έργου είναι η εγκεφαλική προσενατένιση των γήινων υποθέσεων. Μάταια επιθυμεί
να γεφυρώσει το τεράστιο χάσμα μεταξύ πραγματικότητας και επιδίωξης. Το
περίβλημα μέσα από το οποίο το κάνει είναι ένα φιλοσοφικό με δόσεις κακόγουστου
μεταφυσισμού. Δεν προκαλεί όμως άνοια, δεν ξεσπά σε εύκολη συγκίνηση. Δεν αναριγά
η σάρκα του θεατή, δε ρυτιδώνεται το αίμα του. Το ενδιαφέρον εφελκύεται
προοδευτικά και αδιάλειπτα χωρίς υστερικές κρίσεις. Με αυτόν τον τρόπο
καταλήγει ενδιαφέρουσα ιστορία με πυκνά δραματικά ακόμη και μελοδραματικά
στοιχεία. Αναταράζει τα νερά της δραματικής ρουτίνας και φέρνει καινούρια
μηνύματα στο κοινό.
Το έργο είναι ένα φιλοσοφικό δράμα σε
διαλογική μορφή. Μια φιλοσοφία που μετουσιώνεται σε δραματική δημιουργία. Έχει,
βέβαια, δραματουργικές αδυναμίες, αμφισβητήθηκε επίσης η πνευματική ποιότητα.
Ο
Καραγάτσης το 1954 έγραψε για το έργο: «
Αν οποιοσδήποτε άγνωστος Έλλην συγγραφέας έγραφε τη «Γραμμή του ποταμού» δε θα
πετύχαινε ούτε έπαινο στον Καλοκαιρινό Διαγωνισμό. Αν δε συγγραφέας του ήταν
κάποιος από τους καλούς μυθιστοριογράφους μας θα έβρισκε την νημερτέαν – και απολύτως δικαιολογημένην- άρνησιν
των θιάσων μας να ανεβάσουν το υδαρές του κατασκεύασμα.» Χαρακτήρισε επίσης
το έργο φλύαρο, ισχνό σε σύγκρουση,
θλιβερά άτεχνο, κατεσκλήκοτος σε δράση και πλουσιότατου σε ελαφρότατη
φιλοσοφική παρλαπίπα.» Κατακεραύνωσε
επίσης και τους συντελεστές της παράστασης του 1954 και έσφαζε με το γάντι το
Ροντήρη. Η πέννα του Καραγάτση, ως θεατρικού κριτικού αποτέλεσε εκείνα τα
χρόνια τον φόβο και τον τρόμο όλων των ανθρώπων του θεάτρου.
Ας
αφήσουμε όμως τον Καραγάτση, σχετικά με τους φιλοσοφικούς μονολόγους είναι
σίγουρα ανεκτοί σε μυθιστόρημα από τον αναγνώστη εκ προκαταβολής. Εκεί μπορεί
να τις αναγνώσει κανείς , αγνοώντας τον αθόρυβο συνομιλητή. Στο θέατρο όμως ο
διάλογος υποβάλλει τη σκηνική κίνηση. Τα πράγματα εξελίσσονται αργά, ο θεατής
εγκλωβίζεται στη μεταφυσική διαλεκτική του συγγραφέα. Υψηλά νοήματα που δε
μετουσιώνονται όμως σε δράση ή ψυχολογικές αντιδράσεις. Η διάνοια όμως δεν έχει
την άνεση να επωάσει τους διαδοχικούς ερεθισμούς και να απολαύσει τον καρπό
τους, με εξαίρεση τρεις εικόνες της Β΄πράξης όπου υπάρχει πυκνή και ρέουσα
δράση. Υπάρχουν και άλλες ιδέες αλλά το δυνατό ρεύμα δεν ανακόπτεται από την
παρεμβολή τους.
Το
έργο, θα κλείσουμε λέγοντας, ότι διατηρεί κάποια υφή δοκιμιογραφίας, ποιητικής
βέβαια, μα δοκιμιογραφίας πάντοτε. Ο Δρόμος του Ποταμού, στερείται γενικά
δράσης καθώς έχει πιο πολύ αφήγηση παρά κίνηση.
Το
υλικό για τη συγγραφή του άρθρου, καθώς και οι φωτογραφίες αντλήθηκαν από το αρχείο
του Εθνικού Θεάτρου:
http://www.nt-archive.gr/playMaterial.aspx?playID=308
Για
το ραδιόφωνο ηχογραφήθηκε το 1973 και υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του Κλέαρχου
Καραγιώργη τα πρόσωπα του έργου υποδύθηκαν οι ηθοποιοί: Ν. Τζόγιας, Ν
Παπαναστασίου, Κ. Παναγιώτου, Κ. Ασπρέα, Β. Καρακατσάνη, Κ. Καστανάς, Ναπ. Ροδίτης
και Π. Φώσκολος.
Ο Νίκος Τζόγιας |
Τι σκεφτόταν ο Βενιζέλος για τη Μικρά Ασία Η στρατηγική του για την προστασία των ελληνικών πληθυσμών και πώς αυτή κατέρρευσε από τα λάθη των αντιπάλων του. Γράφει ο Νικόλαος Παπάδης-Παπαδάκης
Στη ζωτική σφαίρα του Αιγαίου οι ισορροπίες κρέμονταν από μια κλωστή. Γερμανοί και Αυστριακοί εξακολουθούσαν να ευνοούν τις τουρκικές διεκδικήσεις στα νησιά, ενώ τρεις μήνες προτού εισέλθει η Τουρκία στον πόλεμο, στο πλευρό των Κεντρικών Αυτοκρατοριών, οι Αγγλογάλλοι αρνήθηκαν να συναινέσουν στην επιστροφή των νησιών στην Τουρκία. Ταυτόχρονα, η Ουάσιγκτον αρνήθηκε να υποκύψει στις τουρκικές πιέσεις για ματαίωση της πώλησης δύο πολεμικών σκαφών στην Ελλάδα. Εντούτοις, τα μέτωπα παρέμεναν ανοιχτά και η Ελλάδα εξακολουθούσε να είναι περικυκλωμένη ασφυκτικά από κράτη με απροκάλυπτα εχθρικές διαθέσεις. Ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος είχε πεισθεί ότι απαραίτητη προϋπόθεση για την επιβίωση της χώρας ήταν η αποτροπή της δημιουργίας δύο απειλητικών δυνάμεων στα σύνορά της. Για έναν πολιτικό όπως ο Βενιζέλος, η είσοδος της Τουρκίας στον πόλεμο στο πλευρό των Κεντρικών Αυτοκρατοριών αποτελούσε τη μεγάλη στρατηγική ευκαιρία που αναζητούσε για να λύσει η Ελλάδα τις διαφορές της με τον απειλητικό γείτονα, έχοντας συμμάχους τις δύο ισχυρότερες ναυτικές δυνάμεις της εποχής. Ο Βενιζέλος είχε συνειδητοποιήσει ότι μόνο η αποδυνάμωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας θα κατοχύρωνε την ασφάλεια της Ελλάδας, θα απέτρεπε την εξόντωση των ελληνικών πληθυσμών και με ευνοϊκότερες συγκυρίες θα της προσέφερε τη δυνατότητα να επεκταθεί στην άλλη όχθη του Αιγαίου.
Το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου (1918) βρήκε τους σημαντικότερους αντιπάλους της Ελλάδας, Βουλγαρία και Τουρκία, ηττημένους. Ο Βενιζέλος είχε δικαιωθεί έπειτα από έναν σκληρό διμέτωπο αγώνα. Είχε αντιμετωπίσει με επιτυχία την απόπειρα εγκαθίδρυσης απόλυτης μοναρχίας, την τρομοκρατία των επιστράτων, τις αλλεπάλληλες στάσεις σε στρατιωτικές μονάδες και είχε εξουδετερώσει τη φιλογερμανική ουδετερότητα των μοναρχικών που οδηγούσε τη χώρα στην καταστροφή. Ταυτόχρονα, η ένταξη της Ελλάδας στο πλευρό των δυτικών κοινοβουλευτικών δημοκρατιών ήταν μια επιλογή με μεγάλο στρατηγικό βάθος. Στην πραγματικότητα τότε εξουδετερώθηκε η βουλγαροτουρκική απειλή και ουσιαστικά κερδήθηκαν για την Ελλάδα η Μακεδονία, η Δυτική Θράκη και τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου.
Ευνοϊκές συγκυρίες
Ουδέποτε στο παρελθόν υπήρξαν ευνοϊκότερες συγκυρίες για να προωθήσει η Ελλάδα τις αλυτρωτικές της βλέψεις στο πλαίσιο μιας πανίσχυρης συμμαχίας που είχε εξέλθει νικήτρια από τον παγκόσμιο πόλεμο, με δεδομένη μάλιστα την απόφαση των Μεγάλων Δυνάμεων να διαμελίσουν την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ο Βενιζέλος ξεκαθάρισε, στη διάσκεψη της Λωζάννης στα τέλη του 1922, την πολιτική του στο μικρασιατικό ζήτημα: τη χώρα δεν την έφερε στη Μικρά Ασία και στον Ελλήσποντο «μία βουλιμία εδαφική ή ένα αίσθημα σφετερισμού ξένης ιδιοκτησίας […], αλλά τα υψηλά ιδεώδη της ελευθερίας και το καθήκον της σωτηρίας δύο εκατομμυρίων ανθρώπων». Και περιέγραψε τη γεωπολιτική διάσταση του οράματός του: όπως έγινε δυνατόν να ιδρυθούν πολλά κράτη στη Βαλκανική, έτσι μπορούσαν να συσταθούν τρία κράτη στη Μικρά Ασία, το αρμενικό, το ελληνικό και το τουρκικό.
Μέχρι τις μέρες μας παραμένει το ερώτημα: υπήρχε άραγε άλλη επιλογή; Ηταν δυνατόν οι επιζήσαντες από τους διωγμούς να καταδικαστούν ξανά κάτω από τον τουρκικό ζυγό, τη στιγμή μάλιστα που ένας νέος γύρος τρομοκρατίας και διωγμών είχε ξεκινήσει; Αλήθεια, ποια ελληνική κυβέρνηση μπορούσε να σταθεί εμπόδιο στους χιλιάδες πρόσφυγες που είχαν καταφύγει στην Ελλάδα ή είχαν εξοριστεί στα βάθη της Ανατολίας και τώρα διεκδικούσαν την επιστροφή στις εστίες τους; Η μόνη απάντηση που μπορεί να τεκμηριωθεί είναι μία: η ζωή και η περιουσία των εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων μπορούσε να διασφαλιστεί μόνο με την παρουσία της Ελλάδας στη Μικρά Ασία. Είναι πρόδηλο ότι η επέκταση της Ελλάδας στην Ιωνία είχε έντονα τα χαρακτηριστικά μιας ανθρωπιστικής επιχείρησης για τη σωτηρία του ελληνικού πληθυσμού και ασφαλώς ήταν ευθέως ανάλογη με τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, την οποία άλλωστε ήδη είχαν αποφασίσει οι σύμμαχοι.
Ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Robert Lansing έζησε από κοντά τον Βενιζέλο στο Παρίσι. Μας άφησε μία περιγραφή της καθοριστικής επιρροής που άσκησε στις διαπραγματεύσεις: «O,τι ζητούσε δόθηκε επειδή αυτός το ζητούσε. Η προσωπικότητα και εμπιστοσύνη στην κρίση του κυριάρχησαν κατά τις διαπραγματεύσεις στο Παρίσι». Ο Βενιζέλος είχε αναδειχθεί σε ηγέτη με διεθνή ακτινοβολία. Αυτό ακριβώς το πλεονέκτημα το αξιοποίησε με εντυπωσιακή επιδεξιότητα υπέρ της χώρας του. Στην κυριολεξία έγινε μία από τις αιχμές της στρατηγικής του. Η σχέση του με τους τρεις κορυφαίους ηγέτες της εποχής δεν ήταν απλώς φιλική. Είχε έκδηλα τα χαρακτηριστικά μιας ιδεολογικής συγγένειας σε έναν κοινό στόχο: την οικοδόμηση ενός μεταπολεμικού κόσμου βασισμένου στη νομιμότητα και στην ελευθερία. Oλοι τους είχαν φιλελεύθερες πεποιθήσεις, πίστευαν στη δημοκρατία και στην αυτοδιάθεση των λαών. Φυσικά, τους ένωναν και κοινά συμφέροντα. Με βάση τα υπάρχοντα στοιχεία, όταν ο Βενιζέλος έδωσε την εντολή απόβασης του στρατού στη Μικρά Ασία, είχε σταθερά στο πλευρό του τους πρωθυπουργούς Βρετανίας και Γαλλίας και τον πρόεδρο των ΗΠΑ.
Η συμμαχική αλληλεγγύη είχε σαφείς προεκτάσεις και σε επιχειρησιακό επίπεδο. Κατά την απόβαση στη Σμύρνη τον ελληνικό στρατό συνόδευαν ισχυρές δυνάμεις του βρετανικού στόλου, το ίδιο επαναλήφθηκε στις επιχειρήσεις κατάληψης της Ανατολικής Θράκης τον Ιούλιο του 1920. Εξάλλου, η ανάμειξη των Βρετανών στον τουρκικό εμφύλιο στο πλευρό του σουλτάνου εξυπηρετούσε τους ελληνικούς στόχους. Η Ελλάδα ανταπέδωσε με τη σωτήρια επέμβαση του στρατού της στην Προποντίδα, όπου διέλυσε τις κεμαλικές δυνάμεις και ταυτόχρονα απάλλαξε τα ολιγάριθμα βρετανικά στρατεύματα από την απειλή της αιχμαλωσίας.
Ταύτιση συμφερόντων
Οι εξελίξεις αυτές στο στρατιωτικό πεδίο φανέρωναν ότι τα ελληνοβρετανικά συμφέροντα ήταν αλληλοτροφοδοτούμενα και ότι η παραμονή των Βρετανών στα Στενά ήταν απολύτως συνυφασμένη με το προστατευτικό τείχος των ελληνικών στρατευμάτων. Οπωσδήποτε είχε γίνει ένα μεγάλο βήμα για πιο ενεργό εμπλοκή των Βρετανών στον πόλεμο, που αποτελούσε άλλωστε τον κορυφαίο στρατηγικό στόχο του Βενιζέλου.
Η Συνθήκη των Σεβρών, που είχε υπογραφεί από όλους τους συμμάχους, επιβεβαίωνε ότι οι ισχυροί συμμαχικοί δεσμοί που είχε αναπτύξει ο Βενιζέλος παρέμεναν ακλόνητοι. Μέχρι τον Νοέμβριο του 1920 καμία συμμαχική χώρα δεν έθετε ζήτημα αναθεώρησης της συνθήκης ή αποχώρησης της Ελλάδας από τη Μικρά Ασία. Οι αμφιταλαντεύσεις του Γάλλου πρωθυπουργού Μιλεράν, λίγους μήνες πριν από την υπογραφή της συνθήκης, κάμφθηκαν γρήγορα έπειτα από παρέμβαση του Βενιζέλου και σύσσωμης της γαλλικής ηγεσίας. Εξίσου ισχυρή όμως ήταν η θέση της χώρας στο πολεμικό πεδίο. Οι επιχειρήσεις του ελληνικού στρατού που είχαν διεξαχθεί στη Μικρά Ασία και στην Ανατολική Θράκη μέχρι τον Οκτώβριο του 1920 είχαν συνταράξει συθέμελα το ανεγειρόμενο κεμαλικό οικοδόμημα. Με επακόλουθο ομαδικές λιποταξίες Τούρκων στρατιωτών, καθώς και μετακινήσεις χιλιάδων κατοίκων που ζητούσαν καταφύγιο στα κατεχόμενα από τους Ελληνες εδάφη.
Τον Νοέμβριο του 1920 η Ελλάδα του Βενιζέλου είχε εξελιχθεί σε βασικό παίκτη του διεθνούς συστήματος, ασκώντας μια δυναμική διπλωματία, εξαιρετικά ικανή ώστε να διατηρεί τις ισορροπίες με τις Μεγάλες Δυνάμεις. Στο πολεμικό πεδίο, οι τουρκικές δυνάμεις είχαν υποστεί συντριπτικές ήττες, ενώ ο ελληνικός στρατός διέθετε τεράστιο αριθμητικό πλεονέκτημα, σαφή υπέροχη σε οπλισμό και εφόδια, και μια ικανή και εμπειροπόλεμη ηγεσία. Επιπροσθέτως, ο Βρετανός πρωθυπουργός ανέλαβε δεσμεύσεις απέναντι στον Βενιζέλο για χορήγηση πολεμικού υλικού και οικονομικής βοήθειας. Ομως η διπλωματική και στρατιωτική υπεροχή αρκούσε για να σηκώσει η χώρα το οικονομικό βάρος του πολέμου; Το 1918 η Ελλάδα έχει συνάψει το ευνοϊκότερο δάνειο που είχε ποτέ συνομολογήσει ελληνική κυβέρνηση. Μέχρι τον Νοέμβριο του 1920 η χώρα είχε εκταμιεύσει 6,5 εκατομμύρια λίρες από τη Βρετανία και 15 εκατομμύρια δολάρια από τις ΗΠΑ. Ο Αλέξανδρος Διομήδης υποστηρίζει ότι τα δάνεια αυτά συγκροτούσαν ολόκληρο το πολιτικό οικοδόμημα των συμμαχιών που είχε συνάψει η χώρα.
Οι αντίπαλοι του Βενιζέλου που τον διαδέχθηκαν στην εξουσία δεν διέθεταν, ούτε απέκτησαν ποτέ, κανένα διεθνές έρεισμα. Η γέφυρα εμπιστοσύνης που είχε οικοδομήσει ο Βενιζέλος με τους συμμάχους είχε καταρρεύσει. Ο Τσώρτσιλ πίστευε ότι η πολιτική ανατροπή στην Ελλάδα οδηγούσε στην ακύρωση των δεσμεύσεων που είχαν αναλάβει οι σύμμαχοι απέναντί της. Ο Λόιντ Τζορτζ, το απόλυτο μέχρι τότε πλεονέκτημα της Ελλάδας, χωρίς τον Βενιζέλο ήταν αδύνατο να συνεχίσει τη φιλελληνική πολιτική του, αντιμέτωπος με μια ευρωπαϊκή κοινή γνώμη που θεωρούσε ότι η επάνοδος του Κωνσταντίνου στον θρόνο ισοδυναμούσε με επιστροφή στην εξουσία των συμμάχων της ηττημένης Γερμανίας.
Εκ νέου απομονωμένοι
Οι αντιβενιζελικοί ηγέτες, απόβλητοι από το μεταπολεμικό διεθνές σύστημα, σύντομα καταδίκασαν την Ελλάδα σε μια ασφυκτική απομόνωση και στην παλιά μοναξιά της. Απειροι και φιλόδοξοι, οδήγησαν την Ελλάδα στη συνέχιση του πολέμου. Με τη διαφορά ότι ο πόλεμος, από συμμαχοτουρκικός, είχε μεταβληθεί σε ελληνοτουρκικό, τον οποίο η Ελλάδα ήταν υποχρεωμένη να διεξάγει μόνη της, χωρίς καμία στρατιωτική και οικονομική βοήθεια. Τον Μάρτιο του 1921 ο πρωθυπουργός Δημήτριος Γούναρης είπε στον Μεταξά ότι προτιμούσε να συνεχίσει τον πόλεμο «και ας καταστραφούμε!», προσθέτοντας ότι «δεν ήταν ποτέ πολιτική μας, ο Βενιζέλος μας έφερε εκεί. Τον πόλεμο τον βρήκαμε». Λίγους μήνες νωρίτερα, τον Σεπτέμβριο του 1920, συνομιλώντας με τον ανιψιό του, Παναγιώτη Κανελλόπουλο, είχε ισχυρισθεί τα εντελώς αντίθετα: «Καλά έκαμε ο Βενιζέλος και εδέχθη την εντολήν εις την Μικράν Ασία. Το ίδιο θα έπραττα και εγώ. […] Εάν κερδίσωμεν τας εκλογάς θα συνεχίσωμεν τα στρατιωτικάς επιχειρήσεις. Και ο Θεός βοηθός». Είναι προφανές ότι οι νέοι κυβερνήτες, διανοητικά και ψυχολογικά ανέτοιμοι, είχαν αναλάβει μια αποστολή την οποία δεν πίστευαν.
Ποια ήταν όμως τα στρατηγικά αντίβαρα που διέθετε η χώρα για μια τόσο μεγάλη επιχείρηση; Η διπλωματική ισχύς της Ελλάδας είχε εκμηδενιστεί. Δεν είχαν τουλάχιστον την πρόνοια να αξιοποιήσουν το κύρος του Βενιζέλου στις συμμαχικές πρωτεύουσες. Ακόμη, δεν χειρίστηκαν με στοιχειώδη διπλωματική ευελιξία τις συμμαχικές πρωτοβουλίες στη διάρκεια του 1921, που πιθανότατα θα διέσωζαν τους πληθυσμούς και θα εξασφάλιζαν την Ανατολική Θράκη για την Ελλάδα. Στα οικονομικά του πολέμου, μετά το εμπάργκο των συμμάχων, η πολιτική τους ήταν εξαρχής καταδικασμένη. Και όμως εκκρεμούσε από το δάνειο του 1918 η εκταμίευση των υπόλοιπων 6 εκατομμυρίων λιρών από τη Βρετανία και 30 εκατομμυρίων δολαρίων από τις ΗΠΑ.
Οι αντιβενιζελικές κυβερνήσεις περιορίστηκαν στη χίμαιρα της απόλυτης στρατιωτικής επιβολής. Τελικά εκεί έγιναν τα περισσότερα λάθη. Με εκτεταμένες εκκαθαρίσεις βενιζελικών αξιωματικών, κατέστρεψαν τη συνοχή του στρατού. Μετά την αποτυχία στον Σαγγάριο, καταδίκασαν κάτω από φοβερές κλιματολογικές συνθήκες τον στρατό σε ακινησία και αδράνεια να περιμένει το τέλος. Στο απέραντο μέτωπο των 700 χιλιομέτρων δεν είχαν τη στοιχειώδη προνοητικότητα να οργανώσουν δεύτερη γραμμή άμυνας ή έστω να περιχαρακώσουν αμυντικά τη Σμύρνη. Με λίγα λόγια, ο πόλεμος είχε χαθεί πριν να ξεκινήσει.
Ο Πάνος Σιφναίος, εκ των επιμελητών του ημερολογίου Μεταξά, καταλήγει σε μια καίρια διαπίστωση: «Στην υπέρτατη αυτή αναμέτρηση των θελήσεων, απέναντι στον “γκρίζο λύκο” της Αγκυρας δεν έστεκε πια Κρητικός αντάρτης, έστεκε ένα κολλέγιο καλαμαράδων».
* O κ. Νικόλαος Παπαδάκης-Παπαδής είναι γενικός διευθυντής του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών και Μελετών «Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος».
ΠΗΓΉ: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΉ
Έφεδροι αξιωματικοί εκπαιδεύονται προπολεμικά σε ιταλικό και γαλλικό όπλο
ΠΑΝΩ φωτογραφία περιόδου 1924-1935 όπου εμφανίζει ‘’Υποψήφιους Έφεδρους Αξκους’’ (ΥΕΑ) στην Κέρκυρα να εκπαιδεύονται στο Γαλλικό υποπολυβόλο ‘’Chauchat C.S.R.G. Model 1915’’
ΚΑΤΩ φωτογραφία κατά την περίοδο του Ελληνο-Ιταλικού πολέμου που εμφανίζει Έλληνα αξιωματικό να δοκιμάζει Ιταλικό πολυβόλο λάφυρο τύπου ‘’Breda’’.
Πηγή Ιστορικός συλλέκτης Βέροιας
Η υπόθεση του μεγάλου χορού, Άγκαθα Κρίστι. Ραδιοφωνικό Θέατρο
Υπόθεση:
Ο Detective Chief Inspector James Japp επισκέπτεται τον Poirot για να ζητήσει τη βοήθεια του σε μια δύσκολη υπόθεση που έχει αναλάβει. Το περιστατικό συνέβη στο Colossus Hall σε μια εκδήλωση αποκλειστικά για προσωπικότητες της υψηλής κοινωνίας.
Ανάμεσα στους καλεσμένους ξεχώριζαν τρία ζευγάρια: η Coco Courtney, διάσημη καλλιτέχνης, με τον φίλο της λόρδο Viscount Cronshaw. Ο θείος του Eustace Beltaine με την Αμερικανίδα Kate Mallaby και ο Chris Davidson (Nat), ηθοποιός με τη γυναίκα του.
Τα ζευγάρια είναι μεταμφιεσμένα με ρούχα χαρακτήρων του Γαλλικού Comédie de l'art: Αρλεκίνος και Κολομπίνα (η Coco και ο λόρδος), Punchinello και Punchinella (το πιο ηλικιωμένο ζευγάρι), και Pierrot - Pierrette (ο Chris Davidson και η γυναίκα του).
Η διασκέδαση όλων διακόπηκε όταν ο λόρδος Cronshaw βρέθηκε νεκρός ....
Ο Γιώργος Μοσχίδης |
Ο Γιώργος Μιχαλακόπουλος |
Ο Βύρων Πάλλης. Μια σπουδαία μορφή του ραδιοφωνικού θεάτρου.
Ο Βύρων Πάλλης υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους ηθοποιούς της παλιάς γενιάς. Πόσοι δεν τον θυμούνται ως Θανασάκη στο Θανασάκη τον Πολιτε...
-
Για τα οικονομικά της Μακεδονίας δεν υπάρχουν πολλές ιστορικές πηγές παρά μόνο κάποιες φορολογικές. Κυριότερη πηγή αποτελούν τα αρκετά νομ...
-
Ο Βύρων Πάλλης υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους ηθοποιούς της παλιάς γενιάς. Πόσοι δεν τον θυμούνται ως Θανασάκη στο Θανασάκη τον Πολιτε...
-
Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος είναι ο πολυγραφότερος συγγραφέας της εποχής του. Κατάφερε να ζήσει απ’ το γράψιμο σε μια εποχή που λογοτέχνες και κ...