Μεταβαλλόμενες συνθήκες στη Μεσόγειο και στον ιταλικό χώρο κατά τον «μακρύ» 16ο αιώνα. Μέρος 'Β

Η τυχοδιωκτική συμμετοχή της Γαληνότατης στους ιταλικούς πολέμους και οι περίπλοκη κατάσταση που δημιουργήθηκε με τους Αψβούργους και τους Οθωμανούς λίγο έλειψε να στιχήσει ακριβά στους Βενετους. Σταδιακά η Βενετία συνειδητοποιεί ότι πρέπει να διαμορφώσει το τέλειο πολίτευμα και με ήπιους τρόπους να αποτελέσει πρότυπο για την Ευρώπη...





Στο νέο πολιτικό τοπίο με τον Πόλεμο του Cambrai, ένας επιπλέον παράγοντας που έθεσε σε δοκιμα-
σία τη βενετική ισχύ ήταν οι σχέσεις με την Αγία Έδρα. Ο Πόλεμος του Cambrai συνιστούσε μια πρώτη οξεία αντιπαράθεση μεταξύ του βενετικού και του παπικού κράτους.

Ο πάπας όχι μόνο στρατεύτηκε με τους αντιπάλους της Βενετίας με στόχο τον περιορισμό της βενετικής επέκτασης στην ενδοχώρα, αλλά προχώρησε και στην επιβολή της πρώτης «Απαγόρευσης» (Interdetto) εναντίον της, όταν εξέδωσε το διάταγμα Monitorium contra Venetos, αφορίζοντας τον δόγη, το Συμβούλιο τον Δέκα, τη Σύγκλητο και σύσσωμη την τάξη των πατρικίων και απαγορεύοντας την τέλεση των θρησκευτικών μυστηρίων στην πόλη, με απώτερο στόχο τον περιορισμό των βενετικών αρμοδιοτήτων στα εκκλησιαστικά ζητήματά της ενδοχώρας και την προσάρτηση των περιοχών της Εμίλια-Ρομάνια που λίγα χρόνια πριν είχαν περάσει υπό βενετική κυριαρχία.


 Από τα μέσα του 16ου αιώνα σημειώνονται φάσεις έντασης με την Αγία Έδρα.

Οι Βενετοί αντιμετωπίζουν με καχυποψία τους πάπες ως υποχείρια των Ισπανών, ενώ καθώς αναπτύσσεται το κίνημα της (Αντι-)Μεταρρύθμισης και εδραιώνεται ο μετατριδεντινός καθολικισμός, προκύπτουν ζητήματα δικαιοδοσίας και πρωτείων, ειδικά ως προς την καταπολέμηση των «αιρέσεων» και ζητήματα φορολογίας.

Η ένταση με τη Ρώμη θα κορυφωθεί με την παπική «Απαγόρευση» του 1606. Οι αντιπαραθέσεις Βενετίας και Ρώμης και η λεγόμενη βενετική ανεξαρτησία, που έχουν αποτελέσει σημαντικό στοιχείο του «βενετικού μύθου», δεν θα πρέπει να σκιάζουν τις συγκλίσεις συμφερόντων και αντιλήψεων ειδικά ως προς τη θέση του καθολικισμού, το χριστιανικό νόημα, τη δημόσια ηθική και θρησκευτική τάξη.

Οι πόλεμοι και η δραματική ήττα στη μάχη του Agnadello όχι μόνο τερμάτισαν τις αυτοκρατορικές
βλέψεις της Βενετίας στον ιταλικό χώρο αλλά υπονόμευσαν την εικόνα που εξύφαινε η βενετική ελίτ για την κυριαρχία της στην ενδοχώρα ως αγαθοεργούς δύναμης. Στον Πόλεμο του Cambrai, η άρχουσα τάξη των πόλεων και της υπαίθρου στη βενετική ενδοχώρα συμμάχησε με τους αντιπάλους της Βενετίας ή τους δέχτηκε ως ελευθερωτές.

 Οι τοπικοί ευγενείς είχαν αποστερηθεί τις περισσότερες από τις δικαιοδοσίες που κατείχαν
στο παρελθόν πριν τη βενετική κυριαρχία. Δεν είχαν αντιμετωπιστεί ως ίσοι από τους ευγενείς της βενετικής μητρόπολης. Η περίφημη δημοκρατία της Βενετίας θα μπορούσαμε να πούμε ότι τελείωνε στα όρια της πόλης χωρίς να επεκτείνεται στις κτήσεις της αυτοκρατορίας, είτε επρόκειτο για την ενδοχώρα είτε για το Κράτος της Θάλασσας.

 Η δυσαρέσκεια των τοπικών ελίτ, το «αντι-βενετικό» πνεύμα τους και η διαφορετική εκ μέρους
τους νοηματοδότηση της βενετικής κυριαρχίας αποτυπώνονται στα λόγια των εκπροσώπων της Πάδοβα καθώς υποδέχονται τους συμμάχους της Λίγκας ως ελευθερωτές λίγο μετά τη μάχη του Agnadello:


Τρεις χιλιάδες βενετοί τύραννοι λόγω της εδαφικής εγγύτητας διαρκώς μας εκμεταλλεύονται με
βίαιο και καταστροφικό τρόπο, κατατρώγοντας τα σπλάχνα μας, έτσι ώστε όλοι μας, σε όποια τάξη
και αν ανήκουμε έχουμε γίνει σκιές και φαντάσματα αυτού που υπήρξαμε κάποτε. Σε αυτή την πόλη
της Πάδοβα, η οποία θα έπρεπε να ανήκει στους κατοίκους της, τίποτα δεν έχει μείνει για αυτούς,
ούτε τα τείχη, ούτε τα σπίτια, ούτε οι εκκλησίες, ούτε τα δημόσια αξιώματα, ούτε τα εκκλησιαστικά
αξιώματα, ούτε έξω από την πόλη τα αγροκτήματα, ούτε τα βουνά, ούτε οι πεδιάδες, ούτε τα δάση, ούτε οι λίμνες.  Τίποτα δεν μας ανήκει πλέον, αφού αυτοί οι Βενετοί με άδικο τρόπο εν είδη τοκογλυφίας έχουν αποσπάσει τα πάντα από τα δικά μας χέρια. Εμείς, οι κάτοικοι της Πάδοβα, προσφέρουμε τον εαυτό μας, τα παιδιά μας και τα παιδιά των παιδιών μας, που δεν έχουν ακόμα γεννηθεί, στον αυτοκράτορα ως πιστούς υποτελείς και υπηρέτες του προκειμένου να μας απελευθερώσει από μια τόσο
σκοτεινή τυραννία. (Cervelli, 1974: 47-8)


Αξίζει εδώ να παρατηρήσουμε τη διαφορετική εικόνα της βενετικής κυριαρχίας που εξύφαιναν οι υποτελείς σε σχέση με όσα είδαμε ότι υποστήριζε η βενετική ελίτ για τον απελευθερωτικό και αγαθοεργό της ρόλο.

Η προσωρινή κατάρρευση της βενετικής ισχύος σήμανε πολλαπλές αντιπαραθέσεις. Από τη μια μεριά, τοπικές αριστοκρατικές ή αστικές ελίτ αξιοποίησαν την ευκαιρία για να αποτινάξουν την κυριαρχία της μητρόπολης ή να διαπραγματευτούν καλύτερους όρους με τους Βενετούς. Από την άλλη, τα χαμηλότερα στρώματα των πόλεων ή οι χωρικοί της υπαίθρου εκδήλωσαν τη δυσαρέσκειά τους απέναντι στις τοπικές ολιγαρχικές οικογένειες και φατρίες υποστηρίζοντας τη Βενετία συχνά μέσω συμβολικών κινήσεων, όπως συνέβη στη Βιτσέντζα μετά τη μάχη του Agnadello, όπου ο κόσμος συνέλεξε και προσπάθησε να διαφυλάξει τα κομμάτια του μαρμάρινου λέοντα του Αγίου Μάρκου που είχαν σπάσει τα μέλη της τοπικής αστικής ελίτ ως πράξη ανατροπής της βενετικής κυριαρχίας.

Για τα μη προνομιούχα στρώματα η βενετική κυριαρχία αποτελούσε αντίβαρο απέναντι στις πιέσεις που υφίσταντο από τις τοπικές ολιγαρχικές ελίτ, ενώ ειδικότερα για τους χωρικούς, τυχόν τερματισμός της βενετικής επικυριαρχίας σήμαινε απώλεια πρόσβασης στην τεράστια αγορά της Βενετίας για τη διοχέτευση των προϊόντων τους και κίνδυνο υπαγωγής τους ξανά σε καθεστώς δουλοπαροικίας. Σε αυτό το υπόβαθρο έλαβε χώρα η εξέγερση των χωρικών στο Φρίουλι το 1511, ίσως η μεγαλύτερη αγροτική εξέγερση στον ιταλικό χώρο κατά την πρώιμη νεότερη περίοδο.

Ο αντίκτυπος των Ιταλικών Πολέμων μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1510 και ειδικά της ήττας στη μάχη του Agnadello υπήρξε πολλαπλός, τερματίζοντας την αυτοκρατορική επιδίωξη της Βενετίας στην ιταλική ενδοχώρα και υπονομεύοντας την αυτοθεώρηση της βενετικής ελίτ για την εξουσία της. Ως προς το τελευταίο ζήτημα είναι απαραίτητο να διευρύνουμε την οπτική μας και να συσχετίσουμε την ήττα στη μάχη του Agnadello ως κομβικό σημείο με διαδικασίες που βρίσκονταν ήδη σε εξέλιξη. Η ιστορικός Elisabeth Crouzet-Pavan επισημαίνει τις σημαντικές αλλαγές που λαμβάνουν χώρα στον τρόπο που η βενετική ελίτ περιγράφει και προσλαμβάνει τη σχέση με το περιβάλλον τοπίο της λιμνοθάλασσας από το δεύτερο μισό του 15ου αιώνα.

Μέχρι τότε κυριαρχούσε η ρητορική της κατακτητικής διάθεσης. Τα δαπανηρά και τεχνολογικά σύνθετα δημόσια έργα με τα οποία η Βενετία επεκτεινόταν στα νησιά της λιμνοθάλασσας, αλλά και θωρακιζόταν απέναντι στους φυσικούς κινδύνους του τοπίου, επενδύονταν ρητορικά ως πράξεις κατακτητικές.

Η λιμνοθάλασσα περιγραφόταν σαν ένα προστατευτικό περιβάλλον αλλά και ως τόπος της βενετικής επιβολής.

 Από τα μέσα του 15ου αιώνα οι προσλήψεις αλλάζουν. Η λιμνοθάλασσα προβάλλει ως απειλή, επιβάλλοντας στην πόλη να παλεύει καθημερινά για να προστατευτεί σε ένα εχθρικό περιβάλλον. Επρόκειτο για τη συγκρότηση μιας νέας ρητορικής, της ρητορικής του κινδύνου.

Πιθανόν από τον 15ο αιώνα γεωλογικές μεταβολές και αυξημένη ανθρώπινη δραστηριότητα είχαν διαταράξει το εύθραυστο περιβάλλον της λιμνοθάλασσας, δυσκολεύοντας την καθημερινότητα στη Βενετία και απαιτώντας αυξανόμενες παρεμβάσεις για τον καθαρισμό των καναλιών από ιζήματα και λάσπη και τη σταθεροποίηση του εδάφους.

Ωστόσο, η νέα ρητορική του κινδύνου δεν απαντούσε απλώς στις γεωλογικές μεταβολές, αλλά αποτελούσε ένδειξη αλλαγών στη διαμόρφωση της βενετικής ταυτότητας.

Η ρητορική του κινδύνου καλούσε και νομιμοποιούσε τη συστηματικότερη παρέμβαση του κράτους στη διαφύλαξη της πόλης τόσο απέναντι στις απειλές του περιβάλλοντος όσο απέναντι στις απειλές του περιβάλλοντος όσο και απέναντι σε κάθε επιβουλή. Η επιβίωση και ο θρίαμβος της
Βενετίας απέναντι στις αντιξοότητες απαιτούσαν την ανανέωση και συστηματοποίηση των γραφειοκρατικών
παρεμβάσεων και τη στιβαρή παρέμβαση του κράτους. Αυτό το υπόβαθρο μας επιτρέπει να κατανοήσουμε καλύτερα τα πολεοδομικά προγράμματα που ανέλαβε το κράτος, όπως η περίφημη renovatio urbis υπό την αιγίδα του δόγη Andrea Gritti, τη συστηματικότητα με την οποία το βενετικό κράτος επιδίωξε να επέμβει σε ολοένα περισσότερες πτυχές της καθημερινότητας από τα τέλη του 15ου αιώνα, ζητήματα που θα εξετάσουμε σε επόμενα κεφάλαια, καθώς και την καταλυτική σημασία των Ιταλικών Πολέμων και τον αντίκτυπο της ήτ-
τας στη μάχη του Agnadello.
Μέχρι τη Συνθήκη της Μπολόνια το 1530, με την οποία έληξαν αρχικά οι Ιταλικοί Πόλεμοι, πολιτικός λόγος και η εικόνα του βενετικού κράτους είχαν πλήρως μετασχηματιστεί. Η Βενετία δεν εμφανιζόταν πια ως μια πολεμική δύναμη που επιδίωκε να επιβάλει με κάθε μέσο τη βούλησή της, αλλά ως ένας παράγοντας σταθερότητας, ισορροπίας και ειρήνης. Αυτή την εικόνα της Βενετίας και τη μυθολογία που τη συνόδευσε κωδικοποίησε η πραγματεία του πατρικίου Gasparo Contarini, De magistratibus et republica Venetorum (1543).

Ο Contarini που είχε υπηρετήσει σε σημαντικές θέσεις κατά τη διάρκεια των πολέμων, ανέλαβε τις
διαπραγματεύσεις από τη μεριά της Βενετίας που οδήγησαν στη Συνθήκη της Μπολόνια.

Συνειδητοποιώντας τη νέα πολιτική πραγματικότητα, την αδυναμία της Βενετίας να ανταποκριθεί ως ισότιμη δύναμη και την οικονομική δυσπραγία λόγω του υπέρογκου κόστους του παρατεταμένου πολέμου, ο Contarini υπήρξε από τους βασικούς αρχιτέκτονες της νέας αυτοθεώρησης της Βενετίας: ως μιας ήπιας δύναμης που προνομιακά στοιχεία όπως η τελειότητα του πολιτεύματος της, η πολιτική σοφία και η πολιτισμική ανθηρότητα την καθιστούσαν πρότυπο για την πολιτική και πολιτισμική διαπαιδαγώγηση της Ευρώπης.

Πηγή: Πλακωτός

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η δύναμη του Παραμυθιού. Ηρώ Ντιούδη

  Τα παραμύθια δεν είναι μόνο ψυχαγωγία για τα παιδιά, αλλά και ο πιο άμεσος τρόπος για να οδηγηθούν με ασφάλεια στην ωριμότητα, υποστηρίζει...