Ανδρομάχη του Ευριπίδη. Αρχαίο Θέατρο

Γράφει ο Παύλος Παπαδόπουλος.

Απόψε το βράδυ θα συνεχίσουμε τα καλοκαιρινά ραντεβού με το Αρχαίο Ελληνικό Δράμα και θα σας παρουσιάσω την τραγωδία του Ευριπίδη "Ανδρομάχη".




Πληροφορίες για το έργο.


  Το δράμα διδάχθηκε τα πρώτα χρόνια του Πελοποννησιακού πολέμου (δεκαετία 430-420 πΧ.), και πιο συγκεκριμένα πιθανότερα μεταξύ 430 και 425 π.Χ., κατά τη διάρκεια του Αρχιδάμειου πολέμου (Ά φάση του Πελοποννησιακού πολέμου). Το έργο θα γειτνιάσει χρονικά με την "Εκάβη"

 

  Για τις ανάγκες του έργου θα συνενωθούν δύο μύθοι, ο μύθος του "Νεοπτόλεμου και της Ερμιόνης" και ο μύθος της "Ανδρομάχης".

Ο Ευριπίδης θα αντλήσει από διαφορετικά στοιχεία της παράδοσης το υλικό του, θα δημιουργήσει έτσι το εν προκειμένω ανταγωνιστικό πλέγμα μέσω τριών εκπροσώπων από τρεις διαφορετικές περιοχές (Τροία, Φθία και Σπάρτη). 

 

  Η διάρθρωση του έργου θα πραγματοποιηθεί μέσα από δύο άνισα μέρη (πράγμα που δε συνηθίζεται στα αρχαία δράματα). Η αναντιστοιχία αυτή θα τονιστεί αρκετές φορές (δικαιολογημένα) και θα προκαλέσει αρκετά ερωτηματικά, ως προς τη γνησιότητα του έργου. Επιπρόσθετα αρκετά ερωτηματικά θα προκαλέσει και η καλλιτεχνική αξία του έργου.

 

  Η ηρωίδα του έργου (η σύζυγος του Έκτορα, Ανδρομάχη), θα γνωρίσει το σκληρό πρόσωπο του πολέμου και της αιχμαλωσίας μετά τα γεγονότα του Τρωικού πολέμου. Την κατάργηση δηλαδή της αξιοπρέπειας (αξιοπρέπεια που μόνο η ελευθερία καθορίζει), μέσω της σκλαβιάς της. Και για το λόγο αυτό δε θα διστάσει να κατονομάσει και να καταραστεί τους υπαίτιους για την κατάντια της σε πολλά σημεία του έργου.

 

  Ολόκληρο το έργο θα έχει ένα εχθρικό τόνο για την πόλη της Σπάρτης, οι επιθέσεις εναντίον της Σπάρτης είχαν κορυφωθεί σε όλους τους τομείς, σε μία περίοδο που η Αθήνα αγωνίζονταν για τη σωτηρία της. Ο Αθηναίος ποιητής θα καυτηριάσει στο συγκεκριμένο έργο το δόλο, την ατιμία και την πανουργία των Λακεδαιμόνιων. Η θέαση όμως του έργου όμως από  αντισπαρτιατική πλευρά και μόνο το αδικεί, καθώς όπως θα δούμε παρακάτω υπάρχουν και άλλες προεκτάσεις.

 

  Ο Χορός αποτελείται από δεκαπέντε Φθιώτισσες γυναίκες και συμπαραστέκεται συνεχώς στην Ανδρομάχη.




Η Ανδρομάχη θρηνεί επάνω από το πτώμα του Έκτορα.

Η εξέλιξη του έργου.

 

  Η σύζυγος του πρίγκιπα Έκτορα, η Ανδρομάχη, έχει δοθεί ως λάφυρο στον γιο του Αχιλλέα Νεοπτόλεμο, μετά την Άλωση της Τροίας. Με το Νεοπτόλεμο η Ανδρομάχη γέννησε ένα αγόρι, ταυτόχρονα όμως ο Φθιώτης έχει παντρευτεί και την κόρη του Μενέλαου Ερμιόνη, η οποία είναι στείρα.

 

  Στον πρόλογο του έργου η Ανδρομάχη μιλά για την μοίρα της, που την έφερε μετά την πτώση της Τροίας στην εξουσία του Νεοπτόλεμου. Η Ανδρομάχη ζει στο Θετίδειο, παλάτι, στο οποίο κατοικούσε κάποτε η Θέτιδα (η μητέρα του Αχιλλέα) με τον Πηλέα. Από την αρχή του έργου, οι αναφορές του Ευριπίδη στη Θέτιδα έχουν σκοπό να προετοιμάσουν την παρουσία της ως από μηχανής Θεά.

 

  Ο Βασιλιάς Νεοπτόλεμος έχει αφήσει τον παππού του Πηλέα στην εξουσία της πόλης κατά τη μετάβαση του στους Δελφούς, προκειμένου, να ζητήσει συγχώρεση από τον Απόλλωνα, επειδή τόλμησε να απαιτήσει από το θεό μεταμέλεια για το θάνατο του Αχιλλέα.

 

  Η Ερμιόνη μαζί με τον πατέρα της Μενέλαο, σχεδιάζει να σκοτώσει την Ανδρομάχη (ο Μενέλαος έχει καταφτάσει στη Τροία για το σκοπό αυτό). Η νόμιμη γυναίκα του Νεοπτόλεμου πιστεύει ότι ήρθε η ώρα να παραγκωνίσει οριστικά την παλλακίδα με το παιδί της, γι’ αυτό και έχει καλέσει τον πατέρα της ώστε να τη βοηθήσει. Αντιλαμβανόμενη τους κινδύνους που τη διατρέχουν, η Ανδρομάχη καταφεύγει στο ιερό της Θέτιδας στη Φάρη, κρύβει το παιδί της και ζητάει καταφύγιο (η καταφυγή του βασικού ήρωα στο ιερό αποτελεί συνηθισμένο μοτίβο στον Ευριπίδη), την ώρα που ο Μενέλαος είναι κοντά στο να χρησιμοποιήσει τα σκοτεινά του σχέδια.

 Μόνη της η Ανδρομάχη στο βωμό, ξεσπά σε θρήνο για τα όσα της έχουν συμβεί.

 Σπάνια συναντούμε άλλο έργο του Ευριπίδη στο οποίο ο ποιητής εκθέτει τόσα πολλά στον πρόλογο του…




Ανδρομάχη και Έκτορας

  Ο Χορός των γυναικών από τη Φθία, εισέρχεται στη σκηνή στην πρώτη πάροδο, και εκφράζει τη συμπάθεια του για την ξένη, απαρτίζεται όπως προαναφέρθηκε από γυναίκες της περιοχής. Οι γυναίκες είναι φοβισμένες και προτείνουν στη Ανδρομάχη να αφήσει τον τόπο ικεσίας της, καθώς η κατάσταση της είναι απελπιστική. Έχει προηγηθεί η άφιξη μίας θεραπαινίδας, πιστής στην Ανδρομάχη ( καταγόμενη από την Τροία) που της φέρνει την κακή είδηση ότι ο Μενέλαος βγήκε από το σπίτι για να πάρει το παιδί της από την κρυψώνα του. Η Ανδρομάχη πείθει τη δούλα να φύγει και να πάει στον Πηλέα για να ζητήσει βοήθεια. Η δούλα θα το κάνει ξεπερνώντας τους φόβους της καθώς το κλίμα τρομοκρατίας που έχει απωθεί από την Ερμιόνη και το Μενέλαο έχει νεκρώσει τα πάντα.

 

  Η Ερμιόνη εισέρχεται στη σκηνή χωρίς αγγελία, αμέσως ξεκινά ο αγώνας λόγου με την Ανδρομάχη. Στο μακροσκελή της λόγο η Ερμιόνη παρουσιάζεται ως ένα φιλάρεσκο γύναιο, που φουσκώνει από περηφάνια για τα σπαρτιατικά της κοσμήματα. Η Ερμιόνη κατηγορεί την Ανδρομάχη με ωμό τρόπο, ότι με τα μάγια της έκανε τον άντρα της να τη μισήσει (την κατηγορεί άδικα ότι με τα μάγια που της έκανε δεν μπορεί να κάνει παιδί). Στη συνέχεια με ελάχιστη λογική επιχειρηματολογία την απειλεί με θάνατο, λέγοντας την πως μόνο η ταπείνωση και η υποταγή θα μπορούσαν να τη σώσουν,. Την εξευτελίζει ακόμη περισσότερο κατηγορώντας την ότι κοιμάται με τον άνθρωπο που σκότωσε τον άντρα της (χαρακτηριστικό των βαρβάρων). 

 

  Στο λόγο της Ερμιόνης η γυναικεία αντιζηλία θα αναδυθεί σε πλήρη ανάπτυξη.

 

  Η Ανδρομάχη απορρίπτει τις κατηγορίες της Ερμιόνης, λέγοντας της πως δεν έχει να ελπίσει πλέον κάτι μία αιχμάλωτη ξένη γυναίκα που έχασε το σπίτι της και άρχισε να γερνά, (η Ανδρομάχη με τη βία αναγκάστηκε να πλαγιάσει με το Νεοπτόλεμο και να κάνει παιδί, το αναφέρει ρητά στο στίχο 35). Της επισημαίνει ακόμη ότι δεν ήταν τα μαγικά βότανα που έκαναν τον άντρα της να την αποστραφεί, αλλά ο αλαζονικός της χαρακτήρας και η έλλειψη υποταγής, η Ανδρομάχη επικαλείται ακόμη την πολυγαμία των Θρακών και προβάλλει τον εαυτό της ως καλό παράδειγμα καθώς είχε προσφέρει το στήθος της και αυτή στα νόθα παιδιά του Έκτορα. Στο σημείο αυτό η επιχειρηματολογία της Ανδρομάχης προκαλεί ορισμένα ερωτηματικά, θα μπορούσε να αρκεστεί μόνο στο επιχείρημα ότι σύρθηκε στο κρεβάτι από το Νεοπτόλεμο με τη βία, πλην όμως χρησιμοποιεί ορισμένα σοφιστικού τύπου επιχειρήματα, που προκαλούν περίεργες εντυπώσεις για το πρόσωπο της προκειμένου να αντικρούσει την Ερμιόνη. Ένα είναι βέβαιο, ότι εδώ πράγματι παρουσιάζεται ως μία βάρβαρη γυναίκα από την Τροία, δεν πρέπει όμως να παραβλέψουμε και το γεγονός ότι σε έναν αγώνα λόγων στο αρχαίο δράμα κάθε επιχείρημα-όπλο είναι νόμιμο.

 

  Η κορυφαία του Χορού σ' αυτό το σημείο κάνει μία ανόητη παρέμβαση ζητώντας συμβιβασμό μεταξύ των δύο γυναικών.

 

  Η Ανδρομάχη εύχεται να είχε σκοτώσει τον Πάρη η μητέρα του (όπως ζητούσε η Κασσάνδρα), καθώς εξαιτίας του καταστράφηκε η Τροία. 

 

  Στη συνέχεια παρουσιάζεται αξιοθρήνητος στη σκηνή ο Μενέλαος, και ένας νέος αγώνας λόγων μεταξύ αυτού και της Ανδρομάχης θα ξεκινήσει.  Ο βασιλιάς της Σπάρτης της προτείνει ή να πεθάνει η ίδια ή να δει νεκρό το παιδί της έτσι ώστε να σωθεί. Η Ανδρομάχη του τονίζει ότι ο Νεοπτόλεμος σίγουρα εξαναγκάστηκε από το παλάτι να νυμφευθεί την Ερμιόνη, γιατί κανείς δε θα την έπαιρνε για σύζυγο του, υπονοώντας έτσι στειρότητας της. Ο Μενέλαος χαρακτηρίζει τα επιχειρήματα της Ανδρομάχης "σμικρά", προβάλλει πάλι τις εναλλακτικές λύσεις Εσύ ή το Παιδί...

 

  Ο δεύτερος μεγάλος λόγος της Ανδρομάχης είναι διαφορετικός από τον πρώτο, τώρα εκλιπαρεί για τη ζωή της, ταυτόχρονα θρηνεί πάλι για την τωρινή και την παλιά της μοίρα και διαπιστώνοντας πόσο άσκοπη είναι η ικεσία της, παραδίδεται στο θάνατο εγκαταλείποντας το άσυλο για χάρη του παιδιού της. Σ' αυτό ακριβώς το σημείο ο Μενέλαος παρουσιάζει την τελευταία πτυχή της κακοήθειας του, δίνοντας εντολή στους δορυφόρους του να την αλυσοδέσουν, λέγοντας κυνικά ότι "θα δει τι θα κάνει με το παιδί", αθετώντας έτσι τη συμφωνία του με την Ανδρομάχη. Η Ανδρομάχη ξεσπά αχαλίνωτα, λοιδορώντας αρχικά τη Σπάρτη, μετά γεμάτη περηφάνια και περιφρόνηση για τον εχθρό της περιμένει το θάνατο.





  Ο Χορός στο δεύτερο στάσιμο διαπιστώνει ότι ένας διπλός γάμος, μία διπλή εξουσία ή μία διπλή διακυβέρνηση σε ένα πλοίο δεν ωφελεί ποτέ...

  Στο τρίτο επεισόδιο οι δορυφόροι φέρνουν αλυσοδεμένη την Ανδρομάχη με το παιδί, καμία διέξοδος δε φαίνεται δυνατή γι αυτήν ώσπου έρχεται ο Πηλέας με ένα υπηρέτη και ξεκινά αγώνα λόγων με το Μενέλαο. Ο Πηλέας έχει μάθει από την υπηρέτρια για τη μοίρα της αιχμάλωτης και απειλώντας διατάζει να της λύσουν τα δεσμά άμεσα. Ο Μενέλαος με ψευτοεπιχειρήματα προσπαθεί να αντιδράσει στην εντολή. Τότε ο Μενέλαος εξαπολύει ένα μακρύ υβρεολόγιο, για το γόητα και δειλό Μενέλαο, τον πρωταίτιο της ανυπολόγιστης συμφοράς του Τρωικού πολέμου. Ο πατέρας του Αχιλλέα θα καυτηριάσει την ανηθικότητα των κοριτσιών της Σπάρτης στην ανατροφή τους (αντιπροσωπευτικό δείγμα αυτών αποτελεί η Ελένη). Ο Μενέλαος στα λόγια αυτά απαντά με έκφραση δουλικότητας, ότι καλά έκανε και δε σκότωσε την Ελένη. 

  Ο παππούς του Νεοπτόλεμου λοιπόν ξεμπροστιάζει το Μενέλαο, στολίζει τη Σπάρτη και μετά από μία λογομαχία τον αναγκάζει να φύγει. 

 Ο Πηλέας τώρα αρχίζει μία (με δημοκρατικό πνεύμα) επίθεση εναντίων της κακιάς συνήθειας να δρέπει ο αρχηγός μετά τη νίκη στη μάχη, τα κέρδη των πολλών, όπως συνηθίζονταν (προβάλλοντας έτσι το δημοκρατικό ιδεώδες της Αθήνας). Συνδέοντας έτσι με τον τρόπο αυτόν, στη σκέψη ολονών, τη Σπάρτη με τους Ατρείδες.

  Κατόπιν ο Πηλέας, παίρνοντας την κατάσταση στα χέρια του, διώχνει από το σπίτι του το Μενέλαο και τη στείρα θυγατέρα του Ερμιόνη, ταυτόχρονα λύνει τα δεσμά της Ανδρομάχης σηκώνοντας την όρθια καθώς είχε καταρρεύσει.

  Βλέποντας όλα αυτά η κορυφαία του Χορού κατά περίεργο τρόπο κρίνει τον "απότομο τρόπο των γέρων".

  Στο τρίτο στάσιμο του Χορού γίνεται η καταδίκη της άνομης βίας, σαν αυτή που ήθελε να ακολουθήσει ο Μενέλαος.

Κάπου εδώ τελειώνει το πρώτο μέρος...

  Η οργανική σχέση του δευτέρου με το πρώτο μέρος δεν μπορεί να γίνει απόλυτα πιστευτή... Η ολοκλήρωση του πρώτου μέρους δίνει την εντύπωση μιας αυτοτελούς τραγωδίας.

  Στο ξεκίνημα του δευτέρου μέρους η Ερμιόνη τρέμει την ιδέα του γυρισμού του Νεοπτόλεμου, οι δούλες τις μετά βίας τη συγκρατούν να μην αυτοκτονήσει. Στη σκηνή παρουσιάζεται ο Ορέστης που αν και εξάδελφος της την διεκδικούσε παλιότερα από το Νεοπτόλεμο.

  Ο Ορέστης δηλώνει στην κορυφαία του Χορού, αφού της αποκαλύπτει την ταυτότητα του, ότι στο δρόμο για την επίσκεψη του  στη Δωδώνη, την πρόθεση του να επισκεφτεί τη συγγενή του Ερμιόνη.

  Μόλις η Ερμιόνη συναντά τον Ορέστη τον ικετεύει για βοήθεια, ενώ αιτιολογεί την ανέντιμη συμπεριφορά της αποδίδοντας την στα "ψιθυρίσματα των κακών γυναικών". Ο Ορέστης της αποκαλύπτει ότι είχε πληροφορηθεί για τη διχόνοια που είχε πέσει στο σπίτι του Νεοπτόλεμου, την οποία και αποκαλύπτει πως σκοπεύει να εκμεταλλευθεί για να υλοποιήσει την παλιά του διεκδίκηση προς αυτήν. 

  Η διεκδίκησή της Ερμιόνης από τον Ορέστη είναι παλιά ιστορία, καθώς ενώ ο Μενέλαος την είχε υποσχεθεί σ' αυτόν μπροστά στα τείχη της Τροίας, τελικά την έδωσε στο Νεοπτόλεμο χλευάζοντας τον. Τέλος ο Ορέστης αποκαλύπτει ότι έχει στήσει θανάσιμη παγίδα στο Νεοπτόλεμο κατά την επιστροφή του από τους Δελφούς!



Ο Νεοπτόλεμος πολεμά στην Τροία.


Στο τέταρτο στάσιμο οι γυναίκες της Φθίας θρηνούν για την κουρσεμένη πόλη των εχθρών τους (Τροία).

 

 Εν συνεχεία, εξιστορείται ο φόνος του Αγαμέμνονα και της Κλυτεμνήστρας, καθώς και η ερήμωση της Ελλάδας που προκλήθηκε από την αναχώρηση για την Τροία, ερήμωση που μεταδόθηκε και στη Φρυγία μετά το τέλος του πολέμου και την καταστροφή της Τροίας (προετοιμάζεται έτσι το επόμενο έργο του Ευριπίδη Τρωάδες, που έχει συμφιλιωτικό χαρακτήρα μεταξύ ηττημένων και νικητών).

 Στο τελευταίο μέρος του έργου  ο Πηλέας ενημερώνεται για τον κίνδυνο που διατρέχει ο Νεοπτόλεμος. Ο Πηλέας σκοπεύει να τον ειδοποιήσει ώστε να τον σώσει, αλλά έρχεται ο μαντατοφόρος και ανακοινώνει το θάνατο του Νεοπτόλεμου ύστερα από την οργανωμένη επίθεση του Ορέστη.

  Ο γέρος στο άκουσμα της είδησης του θανάτου του εγγονού του καταρρέει, όλα έγιναν δυστυχώς όπως τα είχε αναγγείλει ο Ορέστης. Απεικονίζεται  ο θρασύδειλος όχλος ο οποίος (με μαεστρία) επιτέθηκε στο Νεοπτόλεμο, η μάχη που έδωσε ο Νεοπτόλεμος αφού πήρε τα όπλα από την παραστάδα του Ναού (κατάφερε αρχικά να τους τρέψει σε φυγή) και η τελική προτροπή του Απόλλωνα να επιτεθούν πάλι και να καταφέρουν να τον σκοτώσουν.

  Το πτώμα του Νεοπτόλεμου καταφθάνει με συνοδεία και ο γερό- Πηλέας θρηνεί γιαυτόν και για την ύβρη όμως του νεκρού εναντίον του Απόλλωνα. 

Η Θέτιδα τώρα θα εμφανιστεί ως από μηχανής θεά!

 Η Νηρηίδα αποκαθιστά την τάξη λέγοντας ότι ο Νεοπτόλεμος θα ταφεί στους Δελφούς, και η παρουσία του τάφου του εκεί θα αποτελεί μόνιμη ντροπή για τους κατοίκους της περιοχής. Ο Νεοπτόλεμος θα λατρεύεται πια ως θεός στους Δελφούς. Η Ανδρομάχη, συνεχίζει η Θέτιδα, θα πάει στη χώρα των Μολοσσών και θα παντρευτεί τον Έλενο, ο γιος της θα γίνει ο πρόγονος των εκεί βασιλιάδων. Στον Πηλέα η Θέτιδα υπόσχεται την αθανασία, θα κατοικεί στο παλάτι του Νηρέα και από εκεί θα μπορεί να επισκέπτεται με στεγνά πόδια το γιο του Αχιλλέα στη νήσο Λεύκη όπου κατοικεί μετά το θάνατό του.

 Με ευχάριστες υποσχέσεις η Ανδρομάχη κλείνει το έργο  λέγοντας ότι ο γιος της Ανδρομάχης θα ιδρύσει τον βασιλικό οίκο των Μολοσσών (από τον οποίο θα προκύψει και ο Μέγας Αλέξανδρος μέσω της μητέρας του Ολυμπιάδας)...






ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΕΡΓΟ

 

  Το έργο σίγουρα προπαγάνδισε αρνητικά τη Σπάρτη δεδομένης της χρονική συγκυρίας της δημιουργίας του. Η "Ανδρομάχη" ανήκε στην πατριωτική περίοδο της δημιουργίας του Ευριπίδη, στην οποία συμπεριλήφθηκαν και τα έργα Ηρακλείδες και Ικέτιδες. Θα ήταν όμως μέγα λάθος η προσέγγιση του έργου μόνο από αυτή τη σκοπιά.

 

 

 

 Ο Μενέλαος παρουσιάστηκε ως παλιάνθρωπος προκειμένου να διεξαχθεί με επιτυχία η αντισπαρτιατική προπαγάνδα. Η Ανδρομάχη προσέβαλε το Σπαρτιάτη βασιλιά ως πολεμιστή, καθώς τον κατηγόρησε ότι γύρισε στην Ελλάδα χωρίς λαβωματιές και ότι λύγισε μπροστά στη γυμνή Ελένη ( του έπεσε το σπαθί) και δε μπόρεσε να τη σκοτώσει.

 

 Η αντισπαρτιατική προπαγάνδα και τα υπονοούμενα για την εποχή του εντοπίζεται στα εξής σημεία με έντονο τρόπο (υποσυνείδητα ή φανερά):

1) Η ύπαρξη δύο γυναικών (Ερμιόνης και Ανδρομάχης) στο παλάτι παραπέμπει στη διπλή βασιλεία της Σπάρτης.

2)  Η Ανδρομάχη ήταν ξένη και παλλακίδα η επιλογή της αποτέλεσε έμμεση αναφορά-υπονοούμενο στην επίκαιρη τότε σχέση του Περικλή με την Ασπασία, υπάρχουν κοινά στοιχεία με το πολυσυζητημένο ζευγάρι της Αθήνας (ο Περικλής απέκτησε δυο γιους με την Ασπασία, άλλαξε τη νομοθεσία και έτσι απέκτησε συνέχεια ο οίκος του).

3) Ο Μενέλαος ήταν αναξιόπιστος, γεγονός που φάνηκε στο σημείο που είπε στην Ανδρομάχη ότι θα θανατώσει και τους δύο (αυτή και το παιδί)

4) Το ξέσπασμα κατά της Σπάρτης υπενθύμισε τις άνομες ενέργειες των Σπαρτιατών (Θάνατος των ειλώτων, σύλληψη και θανάτωση Αθηναίων εμπόρων, σφαγή Πλαταιών, φιλοχρήματη στάση τους, μη αξιόπιστοι στα λόγια κλπ)

5) Στον αγώνα λόγων Πηλέα-Μενέλαου ο Πηλέας ξεφτίλισε το Σπαρτιάτη βασιλιά σε θέματα ανθρώπινης ηθικής (ανέφερε την κατάρα την Ατρειδών, του θύμισε ότι η γυναίκα του τον εγκατέλειψε για να ακολουθήσει  έναν άλλο άντρα, τον έψεξε τέλος για την ανηθικότητα των κοριτσιών στη Σπάρτη που κυκλοφορούν με ακάλυπτους μηρούς)

 

  Η Ανδρομάχη μαζί με τις τραγωδίες Εκάβη και Τρωάδες ασχολήθηκε με τη μοίρα των ηττημένων, στην περίπτωση της Ανδρομάχης τονίστηκε η πικρία της δουλείας.

 

  Η πρωταγωνίστρια του έργου αν και Ασιάτισσα λειτούργησε σαν Αθηναία, στέκεται δίπλα στον άνδρα της (ας το πούμε έτσι για την περίπτωση του Νεοπτόλεμου) καθώς του συγχωρεί κάθε συζυγικό παράπτωμα, του γεννά απογόνους και φροντίζει για το σπίτι της. Η Ανδρομάχη φέρθηκε γενικά απέναντι στο Νεοπτόλεμο όπως και στο νόμιμο σύζυγο της Έκτορα. Όλα αυτά βρέθηκαν σε πλήρη αντίθεση με τη συμπεριφορά της Σπαρτιάτισσας Ερμιόνης. 

 

  Με έμμεσο και εύστοχο τρόπο παρουσιάστηκε, μέσω του εξαίρετου ήθους της Ανδρομάχης, η μοίρα των γυναικών της Αρχαίας Αθήνας  που ήταν προορισμένες να δεχτούν την απόφαση του πατέρα τους για τον ποιον θα παντρευτούν, αλλά και τις παραξενιές του συζύγου τους. Η Αθηναία κλεισμένη στο σπίτι της θα έπρεπε να φροντίζει τον εαυτό της και τον άντρα της. Στο νου μας για μία ακόμη φορά έρχεται ο μονόλογος της τρομερής Μήδειας, που με υπομονή αντιμετώπισε την απιστία του συζύγου της.

 

  Ο Ευριπίδης και στα δύο μέρη του έργου έπλεξε μία κατάσταση έσχατης απελπισίας, η οποία ανατράπηκε με μία κατοπινή σωτηρία με την εμφάνιση νέων προσώπων (Πηλέας και Θέτιδα)... Το γεγονός αυτό όμως δεν έλυσε το πρόβλημα της ενότητας του έργου. Στο τέλος του πρώτου μέρους όλοι θα νομίσουν ότι το έργο τελειώνει...

 

  Με επιτυχία ακόμη προβλήθηκε το συναισθηματικό κλίμα σκηνών που δεν είχαν σχέση με την εξέλιξη του έργου  ( δολοφονία Αγαμέμνονα-Κλυταιμνήστρας κλπ)

 

  Η οργάνωση επίσης των γεγονότων πραγματοποιήθηκε προσεκτικά από τον Ευριπίδη, φάνηκε από την περίεργη αναφορά ότι ο Νεοπτόλεμος περιφέρονταν τρεις μέρες στους Δελφούς πριν ακόμη δοκιμάσει να εξευμενίσει το θεό (έτσι ο Ορέστης βρίσκει καιρό ώστε να υλοποιήσει τη σκευωρία του).

 

Οι ανθρώπινοι χαρακτήρες

  Το έργο είχε θαυμαστά μέρη που απεικονίστηκαν πολύ ζωηρά, ψυχικές καταστάσεις προσώπων όπως η ζηλοτυπία και το αδυσώπητο μίσος (της Ερμιόνης), άφησαν δυνατή εντύπωση. Η απελπισία της Ερμιόνης όταν συλλογιστικέ τι κακό πήγε να κάνει αποτυπώθηκε με απόλυτη επιτυχία. Ο τύπος του τιποτένιου ανθρώπου που δε διστάζει να εξαντλήσει την αυστηρότητα του σε μία γυναίκα και ένα παιδάκι (Μενέλαος), και που όταν παρουσιάστηκε ο γερό-Πηλέας και του πήρε τα θύματα από τα χέρια του έγινε ένας γελοίος. Η συγκινητική στοργή της Ανδρομάχης στο παιδί της. Ο Πηλέας (τύπος παρμένος από τη ζωή), είναι ο αιώνιος παππούς, πάντοτε οι παππούδες λαχταρούν για τα εγγόνια τους. Γνώριμος και ο τύπος της τροφού που όταν μεγαλώσει την κόρη της κυράς της την κάνει και αυτή κόρη της…


 
Η μεταφορά έγινε από το κανάλι ΝΙΚΟΣ ΜΑΚΑΡΟΝΑΣ:




Κεντρική Σκηνή ΘΟΚ «Ανδρομάχη» Συγγραφέας: Ευριπίδης Μετάφραση: Θεόφιλος Σταύρου Σκηνοθεσία: Νίκος Χαραλάμπους Μουσική: Μιχάλης Χριστοδουλίδης Σκηνικά-κοστούμια: Γιώργος Ζιάκας Ηθοποιοί: Δέσποινα Μπεμπεδέλη, Άλκηστις Παυλίδου, Μαρία Μίχα, Ευτύχιος Πουλλαίδης, Έλενα Παπαδοπούλου, Στέλιος Καυκαρίδης, Λένια Σορόκου, Βαρνάβας Κυριαζής, Γιώργος Μουαίμης, Αννίτα Σαντοριναίου, Ανδριανή Μαλένη, Σοφία Καλλή, Ανδρούλα Ηρακλέους. Μήδεια Χάννα, Μαρία Γουσίου, Μαρίνα Μαλένη, Χριστίνα Παυλίδου, Μαριάννα Καυκαρίδου και Λέα Μαλένη



                

Πηγές: Η Ιστορία της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας (Λέσκυ), Η Καθημερική, Κατσουρίνη Λένα, Τραγική ποίηση των Αρχαίων Ελλήνων-Τόμος 2 (Λέσκυ),Τραγικοί (Κρεβατάς), 24 grammata, patras event, ancient-dromenablogspot.com

-Ο Παύλος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1978 στη Δράμα, μεγάλωσε στις Σέρρες και έζησε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Από το 1996 εργάζεται στο δημόσιο σε διάφορες διοικητικές θέσεις. Είναι απόφοιτος της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, της Σχολής Αστυφυλάκων της Αστυνομικής Ακαδημίας, της Σχολής Επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ΕΛ.ΑΣ., και της Σχολής Ελληνικού Πολιτισμού, του Τμήματος Ανθρωπιστικών. Σπουδών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Μιλάει Αγγλικά και Γερμανικά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η δύναμη του Παραμυθιού. Ηρώ Ντιούδη

  Τα παραμύθια δεν είναι μόνο ψυχαγωγία για τα παιδιά, αλλά και ο πιο άμεσος τρόπος για να οδηγηθούν με ασφάλεια στην ωριμότητα, υποστηρίζει...